Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ευχολόγιον. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ευχολόγιον. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα, Μαΐου 29, 2023

Ευχή κατά της Βασκανίας

 

νίας



Κύριε ο Θεός ημών, ο Βασιλεύς των αιώνων, ο παντοκράτωρ και παντοδύναμος, ο ποιών πάντα και μετασκευάζων μόνω τω βούλεσθαι, ο την επταπλάσιον κάμινον και την φλόγα την εν Βαβυλώνι εις δρόσον μεταβαλών και τους αγίους σου τρείς Παίδας σώους διαφυλάξας. ο ιατρός και θεραπευτής των ψυχών ημών, η ασφάλεια των εις σε ελπιζόντων, σου δεόμεθα και σε παρακαλούμεν, απόστησον, φυγάδευσον και απέλασον πάσαν διαβολικήν ενέργειαν, πάσαν σατανικήν έφοδον και πάσαν επιβουλήν, περιέργειάν τε πονηράν και βλάβην και οφθαλμών βασκανίαν των κακοποιών και πονηρών ανθρώπων από του δούλου σου ( τούδε) και ή υπό ωραιότητος ή ανδρείας ή ευτυχίας ή ζήλου και φθόνου ή βασκανίας συνέβη, αυτός, φιλάνθρωπε Δέσποτα, έκτεινον την κραταίαν σου χείρα και τον βραχίονά σου τον ισχυρόν και ύψιστον και επισκοπών επισκόπησον το πλάσμα σου τούτο και κατάπεμψον αυτώ Άγγελον ειρηνικόν, κραταιόν, ψυχής και σώματος φύλακα, ός επιτιμήσει και απελάσει απ΄αυτού πάσαν πάσαν πονηράν βουλήν, πάσαν φαρμακείαν και βασκανίαν των φθοροποιών και φθονερών ανθρώπων. ίνα υπό σου ο σός ικέτης φρουρούμενος, μετ΄ευχαριστίας ψάλλη σοί. «Κύριος εμοί βοηθός και ου φοβηθήσομαι τί ποιήσει μοι άνθρωπος». και πάλιν. «Ου φοβηθήσομαι κακά, ότι συ μετ΄ εμού ει. ότι συ εί ο Θεός, κραταίωμά μου, ισχυρός εξουσιαστής, άρχων ειρήνης, πατήρ του μέλλοντος αιώνος». Ναι, Κύριε ο Θεός ημών, φείσαι του πλάσματός σου και σώσον τον δούλον σου από πάσης βλάβης και επηρείας της εκ βασκανίας γινομένης, και ανώτερον αυτόν παντός κακού διαφύλαξον. πρεσβείαις της υπερευλογημένης, ενδόξου Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας, των φωτοειδών Αρχαγγέλων και πάντων σου των Αγίων. Αμήν

Παρασκευή, Μαΐου 25, 2012

Ευχή στον Φύλακα Άγγελο

πηγή

Άγιε άγγελε, ο εφεστώς της αθλίας μου ψυχής, και ταλαιπόρου

 μου ζωής, μή εγκαταλίπης με τον αμαρτώλόν, μηδέ αποστής

 απ' εμού δια την ακρασίαν μου, μή δώης χώραν τω πονηρό 

δαιμόνι, κατακυριεύσαι μου τη καταδυναστεία του θνητού τούτου 

σώματος, κράτησον της αθλίας και παρειμένης χειρός μου,

 και οδήγησον με εις οδόν σωτηρίας. Ναί, άγιε Άγγελε του Θεού,

 ο φύλαξ και σκεπατής της αθλίας μου ψυχής και του 

σώματος, πάντα μοι συγχώρησον, όσα σοι έθλιψα πάσας τας 

ημέρας της ζωής μου, και ει τι ήμαρτον την σήμερον ημέραν,

 σκέπασον με εν τη παρούση νυκτί, και διαφύλαξον με απο 

πάσης επηρείας του αντικειμένου, ινα μή εν τίνι αμαρτήματι
παροργίσω τον Θεόν, και πρέσβευε υπέρ εμού προς τον Κύριον,

 του επιστηρίξαι με εν τω φόβω αυτού, και άξιον αναδείξη

 με δούλον της Αυτού αγαθότητος. Αμήν.

Παρασκευή, Ιανουαρίου 20, 2012

Εὐχὴ Μυστικὴ



Ἅγιος Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος



Δι’ ἧς ἐπικαλεῖται τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ὁ αὐτὸ προορῶν


Πρόσκληση


Ἔλα, τὸ φῶς τὸ ἀληθινό,

ἔλα, ἡ αἰώνια ζωή,

ἔλα, τὸ ἀπόκρυφο μυστήριο,

ὁ ἀνώνυμος θησαυρός,

τὸ ἀνεκφώνητο πράγμα,

τὸ ἀκατανόητο πρόσωπο,

ἡ παντοτινὴ ἀγαλλίαση, τὸ ἀνέσπερο φῶς,

ἔλα, ἡ ἀληθινὴ προσδοκία

αὐτῶν ποὺ μέλλουν νὰ σωθοῦν.

Ἔλα, τῶν πεσμένων ἡ ἔγερση,

ἔλα, τῶν νεκρῶν ἡ ἀνάσταση.

Ἔλα, Δυνατέ, ποὺ δημιουργεῖς,

μεταπλάθεις κι ἀλλοιώνεις τὰ πάντα

μὲ μόνη τὴ θέλησή σου!

Ἔλα, ἀόρατε, ἀνέγγιχτε κι ἀψηλάφητε.

Ἔλα, σὺ ποὺ μένεις πάντα ἀμετακίνητος,

μὰ κάθε στιγμὴ μετακινεῖσαι ὁλόκληρος,

γιὰ νὰ 'ρθεις σέ μᾶς, ποὺ κειτόμαστε στὸν ἅδη,

ὁ ὑπεράνω πάντων τῶν οὐρανῶν.

Ἔλα, πολυπόθητο καὶ πολυθρύλητο ὄνομα,

ποὺ ὅμως ἀδυνατοῦμε νὰ περιγράψουμε

τί ἤσουν ἀκριβῶς,

ἢ νὰ γνωρίσουμε τὴν οὐσία καὶ τὶς ἰδιότητές σου.

Ἔλα, παντοτινὴ χαρά,

ἔλα, ἀμαράντινο στεφάνι,

ἔλα, πορφύρα τοῦ μεγάλου Θεοῦ καὶ βασιλιᾶ μας.

Ἔλα, κρυστάλλινη ζώνη διαμαντοστόλιστη,

ἔλα, ἀπλησίαστο ὑπόδημα,

ἔλα βασιλικὴ ἁλουργίδα

κι ὄντως αὐτοκρατορικὴ δεξιά!

Ἔλα, σὺ ποὺ πόθησε καὶ ποθεῖ

ἡ ταλαίπωρή μου ψυχή,

ἔλα, σὺ ὁ Μόνος

πρὸς ἐμένα τὸν μόνο

γιατί, καθὼς βλέπεις

εἶμαι μόνος!…

Ἔλα, σὺ ποὺ μὲ ξεχώρισες ἀπ' ὅλα

καὶ μ' ἔκανες μοναδικὸ πάνω στὴ γῆ.

Ἔλα, σὺ ποὺ ἔγινες ὁ πόθος τῆς ψυχῆς μου

καὶ μ' ἀξίωσες νὰ σὲ ποθήσω

τὸν ἀπρόσιτο παντελῶς!

Ἔλα, πνοή μου καὶ ζωή,

ἔλα τῆς ταπεινῆς μου ψυχῆς παρηγοριά,

ἔλα, χαρὰ καὶ δόξα μου κι' ἀτέλειωτη τρυφή.


Εὐχαριστία


Σ' εὐχαριστῶ, ποὺ ἔγινες ἕνα πνεῦμα μαζί μου

ἀσυγχύτως, ἀτρέπτως κι ἀναλλοιώτως,

Θεὲ τοῦ παντός,

κι' ἔγινες γιὰ χάρη μου τὰ πάντα σὲ ὅλα:

Τροφὴ ἀνεκλάλητη ποὺ ποτὲ δὲν τελειώνει,

ποὺ ξεχύνεται ἀκατάπαυστα

ἀπὸ τῆς ψυχῆς μου τὰ χείλη

καὶ πλούσια ἀναβλύζει

ἀπ' τὴν πηγὴ τῆς καρδιᾶς μου.

Ἔνδυμα, ποὺ ἀστράφτει

καὶ καταφλέγει τοὺς δαίμονες.

κάθαρση, ποὺ μὲ πλένεις

μὲ τ' ἄφθαρτα κι' ἅγια δάκρυα

ποὺ ἡ παρουσία σου χαρίζει

σ' ὅσους ἐπισκεφθεῖς.

Σ' εὐχαριστῶ, γιατί γιὰ χάρη μου ἔγινες

ἀνέσπερο φῶς καὶ ἥλιος ἀβασίλευτος,

ποὺ δὲν ἔχεις ποῦ νὰ κρυφτεῖς,

ἀφοῦ γεμίζεις μὲ τὴ δόξα σου τὰ σύμπαντα.

Ποτὲ δὲν κρύφτηκες ἀπὸ κανένα

ἀλλ' ἐμεῖς κρυβόμαστε πάντοτε ἀπὸ σένα,

μὴ θέλοντας ναρθοῦμε κοντά σου.

Μὰ ποῦ νὰ κρυφτεῖς

ἀφοῦ πουθενὰ δὲν ὑπάρχει τόπος

γιὰ τὴν κατάπαυσή σου;

Καὶ γιατί νὰ κρυφτεῖς

ἐσὺ ποὺ δὲν ἀποστρέφεσαι κανένα

οὔτε κανένα ντρέπεσαι;

Καὶ τώρα, σὲ ἱκετεύω, Δέσποτά μου,

ἔλα νὰ στήσεις τὴ σκηνή σου στὴν καρδιά μου,

νὰ κατοικήσεις καὶ νὰ μείνεις ἐντός μου

ἀχώριστος κι ἑνωμένος μέχρι τέλους

μὲ μένα τὸν δοῦλο σου, ἀγαθέ,

γιὰ νὰ βρεθῶ κι' ἐγὼ

στὴν ἔξοδό μου κι ἔπειτα ἀπ' αὐτὴν στοὺς αἰῶνες

κοντά σου Ἀγαπημένε,

καὶ νὰ βασιλέψω μαζί σου

Θεὲ τοῦ παντός!


Ἱκεσία


Μεῖνε, Κύριε, καὶ μὴ μ' ἀφήσεις μόνο.

Θέλω, ὅταν ἔρθουν οἱ ἐχθροί μου,

Ποὺ ζητοῦν νὰ καταπιοῦν τὴν ψυχή μου,

νὰ σὲ βροῦν μέσα μου,

καὶ νὰ φύγουν γιὰ πάντα,

γιὰ νὰ μὴ μπορέσουν ξανὰ νὰ μὲ βλάψουν

βλέποντάς σε τὸν ἰσχυρότερο πάντων

νὰ κάθεσαι στὸν οἶκο τῆς ταπεινῆς μου ψυχῆς.

Ναί, Δέσποτα,

ὅπως μὲ θυμήθηκες ὅταν ζοῦσα στὸν κόσμο

καὶ χωρὶς νὰ τὸ καταλάβω

μὲ διάλεξες ἐσύ, μὲ χώρισες ἀπ' τὸν κόσμο

καὶ μ' ἔκανες κοινωνὸ τῆς θείας σου δόξης,

ἔτσι καὶ τώρα φύλαξέ με

πάντοτε σταθερὸ κι ἀμετακίνητο

στὴν ἐνοίκησή σου ἐντός μου.

Βλέποντάς σε ἀδιάκοπα ἐγὼ ὁ νεκρὸς

θ' ἀνασταίνομαι καὶ θὰ ζῶ,

ἔχοντάς σε ἐγὼ ὁ φτωχὸς

θὰ πλουτίζω διαρκῶς

καὶ θὰ γίνω πλουσιότερος

ἀπ' ὅλους τοὺς βασιλιάδες.

καὶ θὰ σὲ τρώγω καὶ θὰ σὲ πίνω

καὶ θὰ σὲ ντύνομαι κάθε ὥρα,

ὥστε νὰ ζῶ καὶ τώρα καὶ πάντα

ἐντρυφώντας σὲ ἀνεκλάλητα ἀγαθά.

Γιατί ἐσὺ εἶσαι

κάθε ἀγαθὸ καὶ κάθε δόξα καὶ κάθε τρυφὴ

καὶ σὲ σένα πρέπει ἡ δόξα

στὴν Ἁγία καὶ Ὁμοούσιο καὶ Ζωοποιὸ Τριάδα,

ποὺ ὅλοι οἱ πιστοὶ

τὴ σέβονται καὶ τὴ γνωρίζουν,

τὴν προσκυνοῦν καὶ τὴ λατρεύουν

στὰ πρόσωπα

τοῦ Πατέρα καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος

τώρα καὶ πάντα καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων.

Ἀμήν.

Τετάρτη, Ιανουαρίου 18, 2012

ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΚΑΙ ΕΥΧΕΣ ΑΓΙΟΥ ΜΟΔΕΣΤΟΥ ΓΙΑ ΚΑΘΕ ΑΣΘΕΝΕΙΑ ΖΩΟΥ



Ο ΑΓΙΟΣ ΜΟΔΕΣΤΟΣ ΕΥΛΟΓΕΙ ΤΑ ΖΩΑ

ΒΙΟΣ ΑΓΙΟΥ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΜΟΔΕΣΤΟΥ Α' ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ

Ο Μόδεστος γεννήθηκε στη Σεβάστεια της Μ. Ασίας από ευσεβείς χριστιανούς γονείς, οι οποίοι πέθαναν στη φυλακή κατά το διωγμό του Διοκλητιανού (περίπου 305 μ. Χ.). Το μόλις πέντε μηνών βρέφος Μόδεστο, οι δεσμοφύλακες το ανέθεσαν σε έναν ειδωλολάτρη άρχοντα. Σε ηλικία δεκατριών ετών έμαθε για τους πραγματικούς γονείς του και αποφάσισε να βαπτιστεί κι ο ίδιος χριστιανός. Σ΄ αυτό συνετέλεσε και κάποιος χριστιανός χρυσοχόος από την Αθήνα, ο οποίος ανέλαβε τη φροντίδα του νεοφώτιστου Μοδέστου, τον έφερε στην Αθήνα και τον αγκάλιασε σαν παιδί του. Μετά το θάνατο των θετών γονέων του, η ζήλεια των δύο παιδιών του χρυσοχόου για την αρετή του Μοδέστου τα οδήγησε στο να τον πουλήσουν ως δούλο στην Αίγυπτο. Η Χάρις του Θεού, όμως, δεν τον εγκατέλειψε. Ο αφέντης του Μοδέστου κατηχήθηκε από το δούλο του, έγινε και ο ίδιος χριστιανός και ελευθέρωσε το Μόδεστο, τον ελευθερωτή του από τα δεσμά της αμαρτίας και του διαβόλου. Φεύγοντας από την Αίγυπτο ο Μόδεστος κατευθύνεται για προσκύνημα στους Αγίους Τόπους, και εκεί, αφού άνοιξαν μπροστά του οι πύλες του Παναγίου Τάφου, ο πιστός λαός των Ιεροσολύμων, που είδε το θαυμαστό αυτό γεγονός, εξέλεξε το Μόδεστο αρχιεπίσκοπο της Μητρός Εκκλησίας, διάδοχο του Αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου. Ο Θεός έδωσε στο Μόδεστο ένα χάρισμα, ώστε να θεραπεύει τα κατοικίδια ζώα, και ιδιαίτερα τα βόδια και τους ημιόνους.  
Άλλωστε, και κατά τη διάρκεια του μαρτυρίου του πραγματοποίησε θαυμαστά γεγονότα που σχετίζονταν με τα ζώα. Ενώ βρίσκονταν μπροστά στο βασιλιά ομολογώντας την πίστη του στον Αληθινό Θεό, μπροστά στο βασιλιά, εκείνος διέταξε τους στρατιώτες του να δέσουν τον Άγιο σε δύο άγριους ημιόνους και να τους αφήσουν να τρέξουν, προκειμένου να διαμελισθεί το σώμα τού Αγίου επάνω στις πέτρες. Ό Άγιος Μόδεστος, όμως, σήκωσε το χέρι του προς τους ημιόνους, τους ευλόγησε και τότε αυτοί έφυγαν, αφήνοντάς τον λυμένο και αβλαβή. Ό βασιλιάς έξαλλος διέταξε να τον ξαναδέσουν στους ημιόνους, όχι μόνο απ' τα χέρια αλλά και απ' τα πόδια, και να χτυπήσουν με πολλή δύναμη τα ζώα, ώστε να τρέξουν.  Ο Μάρτυρας του Χριστού έλεγε, καθώς τον έσερναν οι ημίονοι: «Εάν ο Θεός είναι μαζί μας, κανείς δεν είναι εναντίον μας».
Κάποιος βοσκός βλέποντας τον Άγιο κι αναγνωρίζοντάς τον, τον πλησίασε και τού είπε: «Λυπήσου με, Πάτερ,  και βοήθησέ με, ώστε με τις ευχές σου ν' αποκτήσω ένα μοσχάρι». Ό Άγιος Μόδεστος πρόσταξε τους άγριους ημιόνους να σταματήσουν να τον τρα¬βούν. Κάλεσε τότε το βοσκό να πλησιάσει μαζί με το κοπάδι του κι ευχήθηκε: «Ο Θεός, που ευλόγησε τα βόδια και τα πρόβατα του Αβραάμ, να σου χαρίζει κάθε χρόνο δύο μοσχάρια, ένα αρσενικό κι ένα :θηλυκό». Αμέσως μετά ο βοσκός αποχώρησε ευχα¬ριστημένος και ο Άγιος διέταξε τους ημιόνους να επιστρέψουν στο μέρος απ' όπου εί¬χαν ξεκινήσει να τον σέρνουν. Πράγματι, οι ημίονοι υπάκουσαν γεγονός που είχε σαν αποτέλεσμα να εξαγριωθεί ακόμα περισσότερο ο βασιλιάς. 
Ανείπωτα ήταν τα βασανιστήρια πού επακολούθησαν: έμπηξαν καρφιά στα πόδια του, τον λιθοβόλησαν, τον έριξαν σ' ένα λέβητα με καυτό μολύβι, τον έδεσαν σε μία κολώνα και άναψαν γύρω του μεγάλη φωτιά, αφού  πρώτα άλειψαν το κεφάλι του με πίσσα και λάδι. Τίποτε, όμως, απ' αυτά δεν κατέβαλε τον Άγιο Μάρτυρα. Και τότε ό βασιλιάς διέταξε τον αποκεφαλισμό του. 
Λίγο πριν από το τέλος του, ό Άγιος Μόδεστος προσευχήθηκε  και τα τελευταία του λόγια ήταν:  «Κύριε Ιησού Χριστέ, δημιουργέ του φωτός, καταξίωσόν με της Βασιλείας Σου. Σέ, Δέσποτα, και μόνον επόθησεν η ψυχή μου και για Σένα κατεφρόνησα το θάνατο και τα βασανιστήρια. Μη με κρίνεις λοιπόν, ανάξιο των αγαθών Σου, φιλάνθρωπε, και δέομαί Σου, όποιος με επικαλεστεί και με εορτάζει και όποιος αναγνώσει το Μαρτύριό μου, βοήθησέ τον πάντοτε, χάριζέ του πλούσια τα ελέη σου και αποδίωξε από τον οίκον αυτού και από όλα τα ζώα του κάθε βλάβη και ασθένεια και πλήθηνέ τα, όπως ευλόγησες και επλήθηνες τα ποίμνια του Αβραάμ, του Ισαάκ, του Ιακώβ και όλων των δούλων Σου, διότι είσαι ευλογητός στους αιώνες. Αμήν».
  
Eυχές του Aγίου Mοδέστου Eπισκόπου Iεροσολύμων,λεγομένες εις πάσαν θανατηφόρον ασθένειαν και βλάβην βοών, ίππων, όνων, ημιόνων, προβάτων,
αιγών, μελισσών, και των λοιπών ζώων.


Tου Kυρίου δεηθώμεν.

Ο του φωτός δημιουργός, Κύριε ο Θεός ημών
καταξίωσον με της βασιλείας Σου, επιτυχείν ότι Σε Δέσποτα και μόνο επεπόθησεν η
ψυχή μου και δια το όνομα Σου, θανάτου και βασάνων ηλόγησα μη ούν ανάξιον
κρίνης με φιλάνθρωπε των Σων αγαθών αλλά επάκουσον μου τον δούλο Σου, και
προσδεξαι μου ταύτην την προσευχήν και όστις το εμόν επικαλέσηται όνομα και την
μνήμην εμού του ταπεινού εκτελέση βοηθός αυτών γενού Κύριε, και μη
εγκαταλείπεις αυτόν αλλά έμπλησον αυτόν παντός αγαθού και δώρησαι αυτώ πλούσια
τα ελέη Σου και όστις αναγνώση το της αθλήσεως μου μαρτύριον, ευλόγησον αυτόν
Κύριε και πάσαν την περιουσία αυτού. Απέλασον δε και αποδίωξον δια του ονόματος
του δούλου Σου Μοδέστου από πάντων αυτού των κτηνών παντοίαν βλάβην και νόσον.
Ναι Δέσποτα έπιδε εξ αγίου κατοικητηρίου Σου επι την εμήν προσευχήν και
ευλόγησον και πλήθυνον τα κτήνη αυτού ως ευλόγησας και επλήθυνας τα ποίμνια
Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ και πάντων Σου των θεραπόντων ότι ευλόγητός εί εις του
αιώνας των αιώνων.
Αμήν.
Ο ΑΔΑΜ ΟΝΟΜΑΤΙΖΕΙ ΤΑ ΖΩΑ

Tου Kυρίου δεηθώμεν.

Kύριε Iησού Xριστέ ο Θεός μου, ο ελεήμων και Πανάγαθος. O πάσαν την νοητήν και
αισθητήν Kτίσιν εν σοφία δημιουργήσας. O τους οικτιρμούς σου εκχέων επί πάντα
τα υπό σου δημιουργηθέντα. O διά της παναγάθου Προνοίας σου πάντων προνοών και
πάντων κηδόμενος των κτισμάτων σου: αΰλων, υλικών, λογικών, αλόγων, εμψύχων,
αψύχων, από των πρώτων έως των εσχάτων. Oυδέν γαρ απρονόητον, ουδέ ημελημένον
παρά σοι τω Ποιητή και Προνοητή του παντός. Συ γαρ εί, ο ανοίγων την χείρα σου,
και εμπιπλών παν ζώον ευδοκίας. Συ εί, ο εξανατέλλων χόρτον τοις κτήνεσι και
χλόην, ένεκα της δουλείας των ανθρώπων. Συ εί, ο πάλαι τας των ζώων αγέλας του
Iσραήλ, ανωτέρας διαφυλάξας της θανατηφόρου πληγής των πρωτοτόκων ζώων των
Aιγυπτίων. Συ εί, ο διά της ενσάρκου σου οικονομίας, καταργήσας τον το κράτος
έχοντα του θανάτου: τουτέστι τον Διάβολον, και τω θανάτω σου θανατώσας τον
θάνατον.
Συ εί, ο και δι´ εμού του αναξίου δούλου σου, τον μεν όφιν θανατώσας, τον την
πηγήν του ύδατος τω εαυτού ιώ διαφθείραντα. Tα δε εξ αυτής πιόντα ζώα και
νεκρωθέντα, τη ζωοποιώ δυνάμει σου αναστήσας. Tον δε εις τούτο συνεργήσαντα
δαίμονα, εμφανή γενέσθαι παρασκευάσας, ομνύοντα, μηδέποτε προσεγγίσαι τολμήσαι,
όπου αν επικληθείη το ταπεινόν εμού όνομα. Σου τοίνυν δέομαι, Δέσποτα Πανάγαθε
και Ποιητά του παντός, και σε ικετεύω τον της ζωής πάσης αίτιον, επάκουσον
ταύτης μου της δεήσεως, και απέλασον πάσαν θανατηφόρον ασθένειαν και βλάβην από
των βοών, ίππων, όνων, ημιόνων, προβάτων, αιγών, μελισσών, και των λοιπών ζώων
των εις χρείαν όντων της ζωής των δούλων σου, των επικαλουμένων σε τον δοτήρα
πάντων των αγαθών, και το εμόν όνομα. Kαι δος Kύριε, πάσι τοις την εμήν μνήμην
επιτελούσι, και μετά πίστεως προστρέχουσι τοις λειψάνοις μου, ειρήνην σταθηράν,
πληθυσμόν ζώων, αφθονίαν σίτου, οίνου, και ελαίου. Kαι επί πάσιν, άφεσιν
αμαρτιών, σωμάτων υγείαν, και την των ψυχών αιώνιον σωτηρίαν.
Nαι Kύριε Iησού Xριστέ, τοις ιδίοις σπλάγχνοις επικαμπτόμενος, οίκτειρον τα
πάσχοντα ζώα, τη δρεπάνη του θανάτου αγεληδόν θεριζόμενα. Kαι ως λόγον μη
έχοντα, μόνοις τοις μυκηθμοίς, και ταις γοεραίς και ανάρθροις φωναίς, το πάθος
και την οδύνην αυτών ελεεινώς εξαγγέλλοντα, ώστε και τους λογικούς εις
συμπάθειαν τούτων έλκεσθαι. «Eι γαρ δίκαιος οικτείρει ψυχάς κτηνών αυτού», κατά
το γεγραμμένον, πώς ουκ οικτειρήσεις ταύτα συ, ο τούτων Ποιητής και Προνοητής;
Συ γαρ εύσπλαγχνε, και των εν τη Kιβωτώ ζώων εμνήσθης, υπό της οικείας
χρηστότητος και των οικτιρμών σου νικώμενος. Ίνα διά της ευεξίας και του
πληθυσμού των βοών, και των λοιπών τετραπόδων ζώων, καλλιεργήται μεν η γη,
αυξάνωσι δε οι καρποί, και αφθόνως οι δούλοι σου οι επικεκλημένοι το όνομά μου,
απολαύωσι των ιδίων γεωργιών. Eκ τούτων δε, πάσαν αυτάρκειαν έχοντες,
περισσεύωσιν εις παν έργον αγαθόν. Kαι δοξάζωσι μεν, σε τον χορηγόν παντός
αγαθού. Tιμώσι δε καμέ τον σον δούλον και ικέτην θερμότατον της παντοκρατορικής
Bασιλείας σου· ω πρέπει πάσα δόξα τιμή και προσκύνησις, συν τω ανάρχω σου
Πατρί, και τω Παναγίω και αγαθώ και ζωοποιώ σου Πνεύματι, νυν και αεί και εις
τους αιώνας των αιώνων.
Aμήν.
Ο ΑΓΙΟΣ ΜΟΔΕΣΤΟΣ
 Ἀπολυτίκιον
Ὁσίως τὸν βίον σου διαπεράσας σοφέ, ποδήρει κεκόσμησαι ἱερωσύνης φαιδρῷ, ἱερόαθλε Μόδεστε, ὅθεν καὶ ἐναθλήσας προθυμότατα πάτερ, νῦν ἐν ἀγαλλιάσει τῷ Χριστῷ συναγάλλη, πρεσβεύων ὑπὲρ πάντων ἡμῶν τῶν εὐφημούντων σε.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείων ἔργων σου, τὴ ἐπιδείξει, πάσαν εὔφρανας, Σιῶν τὴν θείαν, τῶν Ἀποστόλων πλουτήσας τὴν ἔλλαμψιν, καὶ τῷ Σωτήρι ὁσίως ἱερεύσας, ἱεραρχία καὶ βίου λαμπρότητι. Πάτερ Μόδεστε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον
Ήχος γ'. Η Παρθένος σήμερον.
Ιακώβου μάκαρ σε, του αδελφού του Κυρίου, αρετών διάδοχον, ως και του θρόνου και τέλους, στέφομεν την θείαν σου κάραν ως ειδότες, κράζοντες` μη υπερίδης τους σους ικέτας, τους την μνήμην σου τελούντας, Ιερέων και Μαρτύρων Μόδεστε καύχημα.
πηγή

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...