Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιστορικότητα της Αγίας Γραφής. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιστορικότητα της Αγίας Γραφής. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη, Απριλίου 28, 2016

Ο ΠΙΛΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΑΠΟΚΡΥΦΑ ΚΕΙΜΕΝΑ



     
    Ένα ακόμη αμφιλεγόμενο πρόσωπο, εφάμιλλο του Ιούδα του Ισκαριώτη που πρόδωσε τον Χριστό, στην ιστορία του Χριστιανισμού, είναι αναμφίβολα και αυτό του Ρωμαίου διοικητή που καταδίκασε σε σταύρωση τον Χριστό. Και αυτό δεν είναι άλλο από τον γνωστό πλέον Πόντιο Πιλάτο. Αλλά, πέρα από τις διηγήσεις των κανονικών τεσσάρων Ευαγγελίων που μας δίνουν κάποιες πληροφορίες γι’ αυτόν, ποιος ήταν τελικά ο Πόντιος Πιλάτος και τι απέγινε μετά τα γεγονότα με τον Χριστό; Τον λόγο πλέον παίρνουν οι διηγήσεις της Ιστορίας καθώς και αυτές των απόκρυφων κειμένων της Καινής Διαθήκης. Ας παρακολουθήσουμε λοιπόν μαζί πρώτα τις διηγήσεις της Ιστορίας και μετά αυτές των απόκρυφων κειμένων...

Ο ΠΙΛΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ
       Ο Πόντιος Πιλάτος ήταν ο πέμπτος κατά σειρά επίτροπος που είδαν οι Ιουδαίοι να φτάνει στην χώρα τους, όταν θεσπίστηκε ο θεσμός αυτός το 6 μ.Χ., και διοίκησε από το 26 μ.Χ. έως το 36 μ.Χ. όταν αυτοκράτορας στην Ρώμη ήταν ο Τιβέριος. Λέγεται πως ανήκε στην τάξη των ιππέων, γιατί σ’ αυτή ανήκαν όσοι επιλέγονταν για να διοικήσουν την Ιουδαία και όχι αυτής των γερουσιαστών, και κατάγονταν από το σαμνιτικό γένος των Ποντίων, εξ ου και το πρώτο συνθετικό του ονόματός του. Αν και ανήκε στην τάξη των ιππέων διέθετε το δικαίωμα jusgladii να καταδικάζει δηλαδή κάποιον σε θάνατο και αυτό δείχνει πως η Ρώμη του αναγνώριζε πραγματική αυτονομία, αφού η Ιουδαία ανήκε διοικητικά στην επαρχία της Συρίας και ο διοικητής της έπρεπε να δίνει λόγο στον λεγάτο (διοικητή) αυτής. Όσον αφορά το δεύτερο συνθετικό Πιλάτος, μερικοί λέγουν πως είναι μια σύντμηση του «Pilaetus» δηλαδή του «κοκκινοσκούφη» που σήμαινε «απελεύθερος». Άλλοι λένε πως σήμαινε τον γιο του αξιωματικού που είχε τιμηθεί με τον τιμητικό «πίλον» (καπέλο).
       Κάποιοι άλλοι λένε πως ήταν γιος του Μάρκου Ποντίου, στρατηγού στην Ισπανία, στον πόλεμο του Αγρίππα εναντίον των κατοίκων της Κανταβρίας και πως η γυναίκα του Κλαύδια Πρόκουλα, ήταν κόρη της περίφημης Κλαυδίας της θυγατέρας του Αυγούστου. Λέγεται πως η σταδιοδρομία του Πιλάτου, οφείλεται στην ακολασία της συζύγου του που είχε τροφοδοτήσει τα σκανδαλοθηρικά χρονικά της Ρώμης καθώς και την δική της παρουσία στην Ιερουσαλήμ κατά παράβαση των κανονισμών. Η αλήθεια όμως είναι πως διορίστηκε επίτροπος της Ιουδαίας έπειτα από μεσολάβηση του Λουκίου Αίλιου Σηιανού, ανώτατου αξιωματούχου ευνοούμενου του Τιβέριου και ο οποίος εχθρεύονταν τους Ιουδαίους. Και ενώ ο Πιλάτος αναφέρεται από τον Ιουδαίο ιστορικό Ιώσηπο,Ιουδαϊκός Πόλεμος 2,169 και από τον Ρωμαίο ιστορικό Τάκιτο, Annales XV, 44ως επίτροπος (procurator) σε μια επιγραφή που βρέθηκε το 1961 στην Καισάρεια αναφέρεται ως έπαρχος (praefectus).
       Ο Πιλάτος τελών υπό την προστασία του Σηιανού ακολούθησε πολιτική η οποία προκάλεσε την εχθρότητα των Ιουδαίων γιατί πρόσβαλλε επανειλημμένα το θρησκευτικό τους αίσθημα. Μεταξύ άλλων, έδωσε εντολή να αναρτηθούν λατρευτικές εικόνες του αυτοκράτορα στην Ιερουσαλήμ και έκοψε νομίσματα τα οποία έφεραν παραστάσεις με ειδωλολατρικά θρησκευτικά σύμβολα.
       Αλλά ας αφήσουμε τον εκκλησιαστικό ιστορικό Ευσέβιο Καισαρείας να μας τα διηγηθεί καλύτερα, ο οποίος αποδίδει τις συμφορές του Ιουδαϊκού Έθνους στην σταύρωση από αυτούς του Χριστού: «Συμφωνεί δε μ’ αυτόν και ο Ιώσηπος, δείχνοντας ομοίως πως οι συμφορές όλου του έθνους άρχισαν από τους χρόνους του Πιλάτου και των εγκλημάτων κατά του Σωτήρος. Άκου λοιπόν τι αναφέρει επί λέξει στο δεύτερο βιβλίο του Ιουδαϊκού πολέμου. “Ο δε Πιλάτος αποσταλείς ως επίτροπος στην Ιουδαία από τον Τιβέριο, μεταφέρει νύχτα καλυμμένες τις εικόνες του Καίσαρα στην Ιερουσαλήμ – πρόκειται για τα αποκαλούμενα εμβλήματα –. Αυτό την ημέρα προκάλεσε μεγάλη ταραχή στους Ιουδαίους, οι οποίοι αμέσως με τη θέα τους έμειναν κατάπληκτοι από την καταπάτηση των νόμων τους, οι οποίοι δεν επιτρέπουν να εισάγεται στην πόλη καμιά εικόνα.”» Ευσέβιος, Εκκλησιαστική Ιστορία Β 6, 3 – 4.
       Μια άλλη φορά, επειδή χρειαζόταν χρήματα για την κατασκευή ενός υδραγωγείου, τα αφαίρεσε από το ιερό θησαυροφυλάκιο του Ναού. Τότε ξέσπασε μεγάλη εξέγερση που για να την καταπνίξει σκέφτηκε να στείλει αστυνομικούς μεταμφιεσμένους σε Ιουδαίους, οι οποίοι ανακατεύτηκαν με τον όχλο και τον κατέσφαξαν. Όμως ο Ευσέβιος Καισαρείας θα μας τα πει καλύτερα επικαλούμενος και πάλι τον Ιώσηπο: «Έπειτα ο ίδιος συγγραφέας ιστορεί με τους παρακάτω λόγους πως και μια άλλη συμφορά επέπεσε κατ’ αυτών. “Μετά δε από αυτά ξεκίνησε μια άλλη ταραχή, δαπανήσας τον ιερό θησαυρό – ο οποίος καλείται κορβανάς – για την κατασκευή υδραγωγείου προς μεταφορά υδάτων από απόσταση τριακοσίων σταδίων. Το πλήθος αγανάκτησε από αυτό, όταν δε ο Πιλάτος ήρθε στην Ιερουσαλήμ, αυτοί τον κύκλωσαν κραυγάζοντας. Εκείνος δε – επειδή προέβλεψε την ταραχή αυτών – αναμίξας στο πλήθος ένοπλους στρατιώτες, ντυμένους με πολιτικά ρούχα, και αφού τους απαγόρευσε να χρησιμοποιούν ξίφος, τους διέταξε να χτυπάνε με ρόπαλα αυτούς που κραύγαζαν, έδωσε το σύνθημα από το βήμα. Αφού χτυπήθηκαν μ’ αυτό τον τρόπο οι Ιουδαίοι, πολλοί πέθαναν από τις πληγές, και πολλοί καταπατήθηκαν από άλλους που είχαν τραπεί σε φυγή. Τρομαγμένο το πλήθος από την συμφορά αυτών που σκοτώθηκαν σιώπησε.”» Ευσέβιος, Εκκλησιαστική Ιστορία Β 6, 6 – 7.
       Αλλά και ο Ευαγγελιστής Λουκάς μας διηγείται ένα ακόμη επεισόδιο από την απέχθεια και την εχθρότητα που είχε ο Πιλάτος για τους Ιουδαίους. Και αυτό συνέβη όταν έβαλε την αστυνομία του να σκοτώσει μερικούς Γαλιλαίους που έκαναν φασαρία με τις εκδηλώσεις τους στον Ναό: «Εκείνη τη στιγμή ήλθαν μερικοί και του είπαν (του Χριστού) για τους Γαλιλαίους, των οποίων το αίμα ο Πιλάτος ανέμιξε με τις θυσίες τους.» Κατά Λουκά 13:1.       
       Δέκα χρόνια αργότερα όμως, μετά την τοποθέτησή του ως επιτρόπου στην Ιουδαία, έμελλε ο αδέξιος χειρισμός ενός γεγονότος που συνέβη στη Σαμάρεια να τον καταστρέψει και να βάλει τέλος και στην καριέρα του αλλά και στην ίδια του τη ζωή. Τα γεγονότα έχουν ως εξής. Στην Σαμάρεια εμφανίστηκε ένας ακόμα «προφήτης», που βεβαίωνε πως στην κορυφή του όρους Γαριζίν ήταν θαμμένο το Σκήνωμα(σώμα) του Μωϋσή μαζί με τα λειτουργικά αντικείμενα, που είχε χρησιμοποιήσει και πως θα πήγαινε ο ίδιος να τα βρει. Την ορισμένη μέρα στους πρόποδες του βουνού συγκεντρώθηκε μεγάλο πλήθος, το οποίο άρχισε να ανεβαίνει στο βουνό ψέλνοντας. Ο Πιλάτος όμως είχε διατάξει να καταληφθεί η κορυφή και να διαλύσουν την εκδήλωση. Έτσι και έγινε αλλά με βαρύ αντίτιμο, αφού έγινε μεγάλη σφαγή. Το θλιβερό αυτό γεγονός καθώς και οι συνεχείς διαμαρτυρίες των Ιουδαίων για τις ατασθαλίες του και την προσβολή της θρησκευτικής πίστης τους προς τον προϊστάμενό του, τον λεγάτο της Συρίας Βιττέλιο, είχε ως αποτέλεσμα να καταγγελθεί στην Ρώμη από αυτόν, να καθαιρεθεί από τη θέση του και να κληθεί στη Ρώμη. Εκεί δεν καταφέρνει να απαλλαγεί από την κατηγορία που τον βαρύνει, άλλωστε ο Σηιανός ο ισχυρός άντρας που τον προστάτευε είχε πεθάνει πλέον, και εξορίζεται στην Γαλατία από τον αυτοκράτορα Γάιο Καλιγούλα. Σύμφωνα με τον Ευσέβιο, η μαρτυρία του οποίου στηρίζεται σε ένα ελληνικό χειρόγραφο το οποίο δυστυχώς δεν διασώθηκε, βάζει τέρμα ο ίδιος στη ζωή του αυτοκτονώντας: «Δεν είναι άξιο ν’ αγνοείται πως επίσης εκείνος ο Πιλάτος, ο επί του Σωτήρος ηγεμών, σε τόσες συμφορές περιέπεσε, όπως λένε, κατά τους χρόνους του Γαΐου τους οποίους εξετάζουμε, ώστε αναγκάστηκε ν’ αυτοκτονήσει και να γίνει τιμωρός του εαυτού του με το ίδιο του το χέρι, διότι όπως φαίνεται η θεία δίκη τον καταδίωκε από κοντά. Το γεγονός αυτό ιστορούν οι Έλληνες που σημείωσαν τις Ολυμπιάδες μαζί με τα γεγονότα που συνέβησαν κατά τους χρόνους αυτούς.» Ευσέβιος, Εκκλησιαστική Ιστορία Β 7.

Ο ΠΙΛΑΤΟΣ ΣΤΑ ΑΠΟΚΡΥΦΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΗΣ ΚΑΙΝΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ
       Το πρόσωπο και η καθοριστική συμβολή του Πιλάτου στην καταδίκη του Χριστού, όπως ήταν φυσικό, δεν μπορούσε να αφήσει αδιάφορες τις απόκρυφες διηγήσεις της Καινής Διαθήκης. Λέγοντας απόκρυφες διηγήσεις ή απόκρυφα είναι εκείνα τα βιβλία της Καινής Διαθήκης τα οποία δεν περιλαμβάνονται στον κανόνα δηλαδή τον κατάλογο αυτής, όταν αυτός διαμορφώθηκε παντελώς και «έκλεισε» στα τέλη του 3ου αιώνα, περιλαμβάνοντας μόνο 27 βιβλία από τα εκατοντάδες που κυκλοφορούσαν μέχρι τότε. Τα απόκρυφα βιβλία αυτά μπορεί να ήταν ευαγγέλια, επιστολές, πράξεις, αποκαλύψεις κ.λ.π. και σκοπό είχαν να συμπληρώσουν τα κενά που υπήρχαν στα κανονικά βιβλία της Καινής Διαθήκης γύρω από τη ζωή του Χριστού, των μαθητών του, των στενών συγγενών του ή διαφόρων προσώπων που έπαιξαν σημαντικό ρόλο και είχαν σχέση με αυτόν. Για να γίνουν αποδεκτά από τους πιστούς, οι συγγραφείς τους – που πολλές φορές ήταν και αιρετικοί – χρησιμοποιούσαν  τα ονόματα των μαθητών ή Αποστόλων του Χριστού π.χ. ευαγγέλιο του Θωμά, καθώς επίσης γνωστών προσώπων της πρώτης Εκκλησίας π.χ. το ευαγγέλιο της Μαγδαληνής. Τα περισσότερα από αυτά είναι αφελή αναγνώσματα, με πολλά μυθολογικά και υπερβολικά στοιχεία, τα οποία όμως πολλά από αυτά, έχουν «περάσει» μέσα στον Χριστιανισμό, με αποτέλεσμα πολλοί πιστοί σήμερα να νομίζουν πως αποτελούν διδασκαλία του Χριστιανισμού. Βέβαια οφείλουμε να ομολογήσουμε πως κάποια από αυτά, μέχρι να διαμορφωθεί ο τελικός κανόνας της Καινής Διαθήκης έχαιραν μεγάλης εκτίμησης σε πολλές εκκλησίες των πρώτων Χριστιανικών αιώνων, όπως λόγου χάρη «ο Ποιμήν του Ερμά», ώστε να είναι αυτός ο λόγος της σύγχυσης πολλών Χριστιανών. Τέλος, τα βιβλία αυτά ονομάστηκαν «απόκρυφα», επειδή οι συγγραφείς τους ισχυρίζονται πως στηρίζονται σε απόκρυφες πηγές που είναι γνωστές, μόνον σ’ αυτούς.
       Τώρα όσον αφορά τις απόκρυφες διηγήσεις για το πρόσωπο του Πιλάτου, εμάς θα μας απασχολήσουν τρεις: «Επιστολές του Ηρώδη και του Πιλάτου», «Η δίκη και η καταδίκη του Πιλάτου» και «Ο θάνατος του Πιλάτου».
Επιστολές του Ηρώδη και του Πιλάτου
       Οι Επιστολές αυτές συνδέουν τη Ρωμαϊκή ιστορία με τα πάθη και το θάνατο του Ιησού Χριστού. Υπάρχουν γραμμένες στην συριακή γλώσσα, σε χειρόγραφα του 6ου ή 7ου αιώνα μ.Χ. και φυλάσσονται στο Βρετανικό μουσείο. Ο «πολύς» Τίσσεντορφ, αυτός που ανακάλυψε τον Σιναϊτικό κώδικα της Καινής Διαθήκης, αναφέρει στις «Απόκρυφες Αποκαλύψεις» του, πως είχε στην κατοχή του ένα αντίγραφο των επιστολών αυτών στην ελληνική γλώσσα. Διαβάζοντας κάποιος τις Επιστολές αυτές, δεν μπορεί παρά να μειδιάσει για την αφέλεια και την υπερβολή που τις διακρίνει:
1. Επιστολή του Ηρώδη προς τον κυβερνήτη Πιλάτο   
Την Επιστολή αυτή την στέλνει ο Ηρώδης – γιος του Ηρώδη του Μεγάλου – στον Πιλάτο για να μοιραστεί την αγωνία του και την θλίψη από τις συμφορές που τον βρήκαν, για τα όσα κακά έκανε στον Ιωάννη τον Βαπτιστή και επειδή χλεύασε τον Χριστό. Αναφέρει πως η κόρη του η Ηρωδιάδα, έπαιζε στην επιφάνεια μιας παγωμένης δεξαμενής, έσπασε όμως ο πάγος και το κορίτσι αποκεφαλίστηκε. Βλέπουμε δηλαδή στο σημείο αυτό την προσπάθεια του ανώνυμου συγγραφέα να συνδυάσει τον τρόπο θανάτου του κοριτσιού με το τρόπο θανάτου του Ιωάννη του Βαπτιστή, που είναι παρόμοιος. Ομοίως και ο γιος του Αζβόνιος βρίσκεται σε αγωνία στην ώρα του θανάτου του. Ο ίδιος ο Ηρώδης πάσχει από υδρωπικία και έχει αρχίσει το σώμα του να βγάζει σκουλήκια. Αλλά και η γυναίκα του έχασε το φως της από το αριστερό μάτι. Τέλος τον παρακινεί να θυμάται μαζί με την γυναίκα του Πρόκλα τον Ιησού μέρα και νύχτα και πως η Βασιλεία του Θεού θα ανήκει πλέον στους Εθνικούς (ειδωλολάτρες), επειδή οι Ιουδαίοι τον απέρριψαν.     
2. Επιστολή του Πιλάτου προς τον Ηρώδη
Απαντώντας ο Πιλάτος στον Ηρώδη βεβαιώνει την Ανάσταση του Χριστού και την εμφάνισή του στους μαθητές και πως η γυναίκα του Πρόκλα πήρε μαζί της τον εκατόνταρχο Λογγίνο και τους 12 στρατιώτες που φρουρούσαν τον τάφο του Ιησού και πήγαν να τον χαιρετήσουν εκεί που κάθονταν με τους μαθητές του! Μάλιστα ο ίδιος ο Πιλάτος επειδή ήταν άρρωστος πήρε μαζί του 50 στρατιώτες και πήγε και συνάντησε τον αναστημένο Ιησού και του ζήτησε να τον συγχωρήσει. Στη συνέχεια μιλάει ο Ιησούς, πως για το πρόσωπό του είχαν μιλήσει ο Ιουστίνος – προφανώς εννοεί τον Φιλόσοφο, που έζησε τον 2ο αιώνα μ.Χ. – κάποιον Θεόδωρο και τέλος τον Ιουδαίο ιστορικό Ιώσηπο!  
3. Η επιστολή του Πόντιου Πιλάτου προς τον Ρωμαίο Αυτοκράτορα – σχετικά με τον Κύριο Ιησού Χριστό.
Είναι μια σύντομη επιστολή που υποτίθεται πως στέλνεται προς τον Τιβέριο, στην οποία ο Πιλάτος μιλάει για την καταδίκη που επέβαλε στον Χριστό, έστω παρά τη θέλησή του και πως οι μαθητές του πρόκοψαν και κάνουν έργα αγαθά στο όνομά του.
4. Η αναφορά του Πόντιου Πιλάτου προς τον Αύγουστο Καίσαρα της Ρώμης, για τον Ιησού Χριστό.
Διαβάζοντας κάποιος την αναφορά αυτή, νομίζει πως διαβάζει την αναφορά κάποιου μαθητή ή έστω κάποιου οπαδού του Χριστού. Μιλάει για τις θεραπείες που έκανε, τα θαύματά του, την Ανάσταση του Λαζάρου, την εκβολή των δαιμονίων από τους δαιμονισμένους και γενικά για τα θαύματά του που μας είναι γνωστά από τα Ευαγγέλια. Μιλάει για τα θαυμαστά γεγονότα που έγιναν κατά τη διάρκεια της σταύρωσης του Χριστού και πως και αυτός ο ίδιος είδε κάποιους από τους αναστημένους νεκρούς της Παλαιάς Διαθήκης. Συνεχίζει με υπερφυσικά γεγονότα που δεν αναφέρονται στην Καινή Διαθήκη και πως πολλοί Ιουδαίοι έπεσαν μέσα σ’ ένα χάσμα που είχε ανοίξει στο ιερό του Ναού.
5. Η αναφορά του Πόντιου Πιλάτου προς τον Τιβέριο Καίσαρα της Ρώμης
Είναι μια παραλλαγή της παραπάνω αναφοράς οπότε δεν χρειάζεται να αναφέρουμε ξανά τα ίδια πράγματα.

Η δίκη και η καταδίκη του Πιλάτου
       Το κείμενο αυτό που συνήθως τιτλοφορείται «Η παράδοση του Πιλάτου» θεωρείται σαν μια ιστορική συνέχεια των επιστολών και υπάρχει στο ίδιο χειρόγραφο με τις επιστολές, χωρίς όμως κάποιο τίτλο. Ξεκινάει με την κλήση του Πιλάτου στη Ρώμη για να δικαστεί, επειδή μετά την καταδίκη του Ιησού είχε πέσει σκοτάδι σ’ όλο τον κόσμο και είχαν γίνει σεισμοί, τρομοκρατώντας έτσι τον κόσμο. Η δίκη γίνεται από τον ίδιο τον αυτοκράτορα – ο οποίος έχοντας διαβάσει τις αναφορές του Πιλάτου – τον καλεί να απολογηθεί γιατί καταδίκασε ένα αθώο. Ο Πιλάτος απαντάει πως δεν φταίει αυτός αλλά οι Ιουδαίοι. Ο αυτοκράτορας του λέει πως έπρεπε να στείλει τον Ιησού στον ίδιο να τον δικάσει. Μόλις όμως αναφέρει το όνομα του Χριστού τα αγάλματα των θεών που υπήρχαν στην αίθουσα έγιναν συντρίμμια  και όλους τους κυρίεψε ο φόβος. Την επόμενη μέρα ο Καίσαρας τον καλεί να του πει για μια ακόμη φορά ποιος ήταν τελικά αυτός, στο όνομα του οποίου συντρίφτηκαν τα αγάλματα των θεών. Ο Πιλάτος απαντάει πως έχει πειστεί πως ο Χριστός είναι μεγαλύτερος από τους θεούς τους και για μια ακόμη φορά ρίχνει το φταίξιμο στους Ιουδαίους για την σταύρωση του. Τότε ο Καίσαρας γεμάτος οργή στέλνει διάταγμα στον Λικιανό διοικητή της Ανατολικής Επαρχίας να διαλύσει το έθνος των Ιουδαίων. Μάλιστα στο διάταγμα αυτό ο Καίσαρας αναγνωρίζει πως σταυρώθηκε ένας θεός. Ο Λικιανός εκτελεί την εντολή του Καίσαρα και διαλύει το έθνος των Ιουδαίων. Ο Καίσαρας ανακρίνει για μία ακόμη φορά τον Πιλάτο και διατάζει έναν αξιωματικό ονόματι Άλβιους να τον αποκεφαλίσει λέγοντας: «Όπως σκότωσε τον δίκαιο άνθρωπο που ονομάζεται Χριστός έτσι θα πέσει κι αυτός με τον ίδιο τρόπο και δεν θα βρει λυτρωμό». Ο Πιλάτος πριν αποκεφαλιστεί προσευχόμενος ζητάει από τον Χριστό να τον συγχωρήσει και μάλιστα ζητάει να συγχωρήσει και τη σύζυγό του Πρόκλα που βρίσκονταν δίπλα του. Αξίζει πιστεύουμε σ’ αυτό το σημείο να δούμε πως τελειώνει το απόκρυφο αυτό: «Μόλις τέλειωσε ο Πιλάτος την προσευχή του, ακούστηκε μια φωνή απ’ τον ουρανό να λέει, “Όλες οι γενεές και οι οικογένειες των Εθνικών θα σε αποκαλούν μακάριο, γιατί με σένα εκπληρώθηκαν όλα όσα είχαν ειπωθεί για μένα από τους προφήτες. Εσύ πρέπει να είσαι μάρτυράς μου στη δεύτερη παρουσία μου όταν θα κρίνω τις 12 φυλές του Ισραήλ κι εκείνους που δεν ομολόγησαν το όνομά μου”. Και ο διοικητής έκοψε το κεφάλι του Πιλάτου και τότε ένας άγγελος Κυρίου το παρέλαβε. Και όταν η Πρόκλα, η σύζυγός του, είδε τον άγγελο να έρχεται και να παίρνει το κεφάλι του, άφησε γεμάτη χαρά το πνεύμα της και θάφτηκε μαζί με τον σύζυγό της».
  
Ο θάνατος του Πιλάτου
        Το απόκρυφο αυτό, σε σχέση με το προηγούμενο, στέκεται παντελώς αρνητικά απέναντι στον Πιλάτο. Ξεκινάει με τον αυτοκράτορα Τιβέριο που έπασχε από μια σοβαρή ασθένεια, να στέλνει τον Βολουσιανό έναν από τους αυλικούς του στον Πιλάτο να του στείλει τον Ιησού για τον οποίο είχε ακούσει πως μπορεί να το θεραπεύσει, μη γνωρίζοντας πως ο Πιλάτος τον είχε θανατώσει. Απολογούμενος στον αγγελιοφόρο ο Πιλάτος λέει πως τον σταύρωσε επειδή ήταν κακοποιός και λαοπλάνος. Επιστρέφοντας ο Βολουσιανός στεναχωρημένος που δεν μπορεί να εκπληρώσει την αποστολή του, συναντά την Βερονίκη η οποία είχε πάει σ’ ένα ζωγράφο για να της φτιάξει την εικόνα του Ιησού για παρηγοριά, αλλά πηγαίνοντας με τον καμβά στον ζωγράφο συνάντησε τον Ιησού. Μαθαίνοντας αυτός που πηγαίνει η Βερονίκη, της ζήτησε τον καμβά και όταν της τον ξανάδωσε ήταν πάνω του αποτυπωμένο το πρόσωπό του. Αν λοιπόν ο Τιβέριος κοίταζε με θέρμη την εικόνα θα γινόταν καλά. Ο Βολουσιανός επιστρέφει με την Βερονίκη στη Ρώμη και εξηγεί τα καθέκαστα για τον Πιλάτο και την εικόνα στον Τιβέριο, ο οποίος πράγματι κοιτώντας τη ξαναβρίσκει την υγεία του. Γεμάτος οργή ζητάει να φέρουν τον Πιλάτο στη Ρώμη, ο οποίος παρουσιάζεται μπροστά του κρατώντας τον χιτώνα του Χριστού. Αμέσως η οργή του εξανεμίστηκε και αυτό γινόταν κάθε φορά που ο Πιλάτος εμφανίζονταν μπροστά του με τον χιτώνα, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να τον τιμωρήσει. Κάποιος χριστιανός όμως αποκάλυψε την αιτία αυτής της συμπεριφοράς του και αφού αφαίρεσε τον χιτώνα αποφάσισε να τον τιμωρήσει με τον πιο ατιμωτικό τρόπο. Όταν το έμαθε ο Πιλάτος αυτοκτόνησε με μαχαίρι. Έδεσαν τότε στο σώμα του ένα βράχο και τον βύθισαν στον ποταμό Τίβερη. Όμως οι δαίμονες δημιουργούσαν προβλήματα με αστραπές, θύελλες κ.λ.π. προκαλώντας τον φόβο σε όλους. Τότε οι Ρωμαίοι έβγαλαν το σώμα του από τον Τίβερη και τον μετέφεραν στην Βιέννη, στον ποταμό Ρον, γιατί η ονομασία Βιέννη – όπως λέει και το απόκρυφο – σημαίνει «τόπος της Κόλασης». Τα ίδια πράγματα όμως συνέβαιναν και εκεί, όπως και στην περιοχή της Λωζάνης, όταν μεταφέρθηκε εκ νέου. Τελικά το βύθισαν σε μια δεξαμενή που περιβάλλονταν από βουνά, που όπως λένε εξακολουθούν να συμβαίνουν τα ίδια διαβολικά τεχνάσματα.   

       Πάντως και με την συνδρομή των απόκρυφων διηγήσεων, αλλά και την Χριστιανική παράδοση που δημιουργήθηκε με το πέρασμα του χρόνου ο Πιλάτος τιμάται ως άγιος από την Αιθιοπική Εκκλησία, ενώ η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά τη σύζυγό του Πρόκλα στις 27 Οκτωβρίου.  

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Απόκρυφα Κείμενα Καινής Διαθήκης, Τόμος 2, Εκδόσεις «Πύρινος Κόσμος»
2. Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα
3. Ελληνική Εκπαιδευτική Εγκυκλοπαίδεια
4. Ευσέβιος Καισαρείας, Εκκλησιαστική Ιστορία, Εκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμάς»
5. Ντανιέλ Ροπς, Η καθημερινή ζωή στην Παλαιστίνη στους χρόνους του Χριστού, Εκδόσεις Δημ. Ν. Παπαδήμα

Σάββατο, Οκτωβρίου 13, 2012

ΤΟ ΘΑΥΜΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΓΡΑΦΗΣ - +Μητροπολίτου Φλωρίνης Αυγουστίνου


πηγή

ΤΟ ΘΑΥΜΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΓΡΑΦΗΣ  
«Eι Mωϋσέως και των προφητών ουκ ακούουσιν,ουδέ εάν τις εκ νεκρών

 αναστή πεισθήσονται» (Λουκ.16,31)ZOYΣE, αγαπητοί μου χριστιανοί, ζούσε, λέει ο Kύριος στο σημερινό Eυαγγέλιο, ένας πλούσιος. Kαι ασφαλώς ο πλούσιος αυτός θα είχε όνομα, και το όνομά του, όπως τα ονόματα όλων των πλουσίων και των ισχυρών της γης, θ’ ακουγόταν πολύ. Eν τούτοις ο Kύριος στην ωραία αυτή παραβολή που ακούσαμε δεν αναφέρει το όνομά του. Απλώς λέει «κάποιος πλούσιος» (Λουκ. 16,19). Γιατί; Διότι ο Kύριος θέλει να μας διδάξει, ότι ονόματα πλουσίων και δυνατών της γης, που στην εποχή τους κάνουν κρότο, δεν περνάει πολύς χρόνος και ξεχνιόνται και κανείς πια δεν κάνει λόγο γι’ αυτούς. Σβήνουν σαν τα πυροτεχνήματα, που λάμπουν στον ουρανό για λίγα λεπτά και ύστερα σβήνουν κ’ εξαφανίζονται. Έτσι διαβαίνουν ο πλούτος και η δόξα του κόσμου τούτου. Αντιθέτως υπάρχουν άνθρωποι φτωχοί και καταφρονεμένοι, που τα ονόματά τους μένουν άγνωστα στον κόσμο, αλλά λόγω της πίστεως και της αρετής τους τα πρόσωπα αυτά είναι γνωστά στο Θεό. Tα ονόματά τους γράφονται στα βιβλία του Θεού και μια μέρα, την ημέρα της παγκοσμίου κρίσεως, οι ταπεινοί και καταφρονεμένοι αυτοί άνθρωποι θα λάμψουν σαν τον ήλιο στη βασιλεία των ουρανών.
O πλούσιος αυτός της παραβολής του σημερινού Eυαγγελίου, που τ’ όνομά του δεν έκρινε άξιο ο Kύριος ν’ αναφέρει, θα μπορούσε να ‘νε κι αυτός ένας άνθρωπος που θα είλκυε την αγάπη και την εκτίμηση του Xριστού. Πώς; Eάν τον πλούτο που είχε συνάξει τον χρησιμοποιούσε για να κάνει καλό στον κόσμο. Πόσα δε καλά θα μπρορούσε να κάνη ο πλούσιος αυτός!
Αλλά δυστυχώς, δεν έκανε κανένα καλό. Δεν ελεούσε κανένα, ούτε αυτό το φτωχό Λάζαρο, που καλοκαίρι-χειμώνα καθόταν έξω από την πόρτα του μεγάρου του άστεγος. Σκυλιά έρχονταν κ’ έγλειφαν τις πληγές που ‘χαν ανοίξει στο κορμί του. Oύτε σ’ αυτό το δυστυχισμένο άνθρωπο δεν έδειξε κάποια αγάπη. Oύτε ένα κομμάτι ψωμί δεν του έδινε, ούτε ένα ρούχο να σκεπάσει τη γύμνια του, ούτε μια γωνιά στα υπόγεια του μεγάρου του για να στεγασθεί ο άστεγος. Tίποτα για τους άλλους, όλα για τον εαυτό του. 
Kαι τί δεν ξώδευε για τον εαυτό του ο πλούσιος αυτός της παραβολής!
H ενδυμασία του δεν ήταν όπως των άλλων ανθρώπων. O πλούσιος ήθελε και με την εξωτερική του εμφάνιση να διακρίνεται και να κάνει εντύπωση στους πολλούς. Αγόραζε τα πιο ακριβά υφάσματα, που έρχονταν από μακρινές χώρες, και μ’ αυτά ράφτες περίφημοι κατασκεύαζαν λαμπρές ενδυμασίες, που μόνο πρίγκιπες και βασιλιάδες φορούσαν. Eπιδεικνυόταν σαν παγώνι που ανοίγει τα φτερά του και φαντάζει σαν βασιλιάς των πουλιών.
H τροφή του επίσης δεν ήταν όπως είναι η τροφή του φτωχού λαού μας, που περιορίζεται σε ψωμί και νερό, αλλά ήταν τροφή πλουσία και εκλεκτή. O,τι σπάνιο υπήρχε στην αγορά, το αγόραζαν οι μάγειροι του πλουσίου. Mπορείτε να φαντασθείτε πάνω στο τραπέζι του τι είδους φαγητά θα υπήρχαν; Σαν τα φαγητά εκείνα, για τα οποία γίνεται λόγος από αρχαίους ιστορικούς που περιγράφουν τα συμπόσια βασιλιάδων και πλουσίων. Tο νερό είχε καταργηθεί. Eκλεκτά κρασιά από περίφημους αμπελώνες προσφέρονταν σε αφθονία. Kαι ενώ έτρωγε ο πλούσιος με τους φίλους του στο τραπέζι, οργανοπαίχτες έπαιζαν μουσική και γυναίκες διεφθαρμένες χόρευαν. Oρασι και ακοή και γεύση και όσφρηνση και αφή, όλες οι αισθήσεις, ρουφούσαν την ηδονή. Ω! Mε τα έξοδα, που χρειαζόταν για τα λαμπρά συμπόσια ο πλούσιος, εκατοντάδες φτωχοί άνθρωποι θα μπορούσαν να τραφούν και να ντυθούν.
Δυστυχώς υπάρχουν πλούσιοι, όμοιοι με τον πλούσιο αυτό της παραβολής, οι οποίοι δαπανούν τεράστια ποσά για να ικανοποιήσουν τη σάρκα τους, σε καιρό που μυριάδες φτωχοί Λάζαροι δεν έχουν ψωμί να φάνε.
«Φάγωμεν πίωμεν, αύριον γαρ αποθνήσκομεν» (Α Kορ. 15,32), να το σύνθημα της ζωής του πλουσίου της παραβολής του Eυαγγελίου. Ποτε δεν σκεπτόταν, ότι εκτός από το σώμα έχει και ψυχή αθάνατη, για την οποία έπρεπε να φροντίζει. Ποτέ δεν σκεπτόταν, ότι μια μέρα θα λήξη το πανηγύρι αυτής της ζωής κι ότι πέρα απ’ τον τάφο υπάρχει άλλος κόσμος, κόλαση και παράδεισος. Kόλαση και παράδεισος; Αυτά φαίνονται σαν παραμύθια που λέγονται για μικρά παιδιά.
Αλλά ήρθε ο θάνατος, άρπαξε τον πλούσιο και τον μετέφερε στον άλλο κόσμο. H ψυχή του πλουσίου βρέθηκε στον Άδη. Tότε ο πλούσιος κατάπληκτος είδε και πείσθηκε ότι υπάρχει αιώνια ζωή· και η θλίψη του ήταν μεγάλη, γιατί δεν εκμεταλλεύθηκε το χρόνο της επιγείου ζωής του για το καλό.
Θυμάται τώρα, ότι έχει στον κόσμο πέντε αδέλφια, που ζουν όπως ζούσε αυτός. Αχ και να μπορούσε να τους ειδοποιήσει τι τους περιμένει, για να μετανοήσουν!
Παρακαλεί τον Αβραάμ, που είναι στον παράδεισο, να στείλει το Λάζαρο κάτω στον κόσμο, για να τους ειδοποιήσει. Αλλά ο Αβραάμ, απαντώντας στην παράκληση αυτή του πλουσίου, λέει ότι δεν είναι ανάγκη να πάει ο Λάζαρος στον κόσμο· Έχουν το Mωυσή και τους προφήτες, που μιλάνε για τη ζωή μετά τον τάφο. «Όχι», λέει ο πλούσιος· «αν κάποιος αναστηθεί από τους νεκρούς, και πάει να κηρύξει, θα μετανοήσουν». Kαι ο Αβραάμ απαντά· «Eφ’ όσον δεν πιστεύουν στις Γραφές, ούτε κι αν κάποιος αναστηθεί απ’ τούς νεκρούς θα τον πιστέψουν».
Έτσι ο πλούσιος έμεινε στην κόλαση, ο δε Λάζαρος στον παράδεισο. Αμετάβλητη η κατάστασις πέραν του τάφου. Όπου πέσει το δέντρο, εκεί θα μείνει.
Πολλά τα διδάγματα. Eμείς εδώ θέλουμε να επιστήσουμε την προσοχή σ’ ένα μόνο. O πλούσιος, όταν πείσθηκε από τα πράγματα πως υπάρχει άλλη ζωή, κόλαση και παράδεισος, ήθελε να ειδοποιήσει τα πέντε αδέλφια του, και γι’ αυτό ζήτησε ν’ αναστηθεί ο Λάζαρος, να γίνει δηλαδή θαύμα, για να πιστέψουν τα αδέλφια του. Kάτι τέτοιο ζητάνε και οι άνθρωποι της εποχής μας, που ζουν υλιστική ζωή και δεν πιστεύουν ότι πέραν του τάφου υπάρχει ζωή. «Αναστήθηκε», σου λένε, «κανένας, για να πεισθούμε;».
Σύμφωνα με την παραβολή, υπάρχει μια άλλη απόδειξη, που είναι απείρως ανώτερη από το ν’ αναστηθεί ένας νεκρός και να μαρτυρήσει για την άλλη ζωή. Kαι η απόδειξη αυτή είναι η αγία Γραφή. Αν ανοίξεις την αγία Γραφή, Παλαιά και Kαινή Διαθήκη, θα δεις πως σε πολλά μέρη κηρύσσεται η ύπαρξις άλλου κόσμου, πέρα απ’ τον υλικό και φθαρτό τούτο κόσμο. Tο κηρύττουν οι πατριάρχες, το κηρύττουν οι προφήτες, το κηρύττουν οι απόστολοι. Αλλά κυρίως το κηρύττει ο Kύριος ημών Iησούς Xριστός. O Xριστός είναι ο αληθινός μάρτυρας, που ποτέ δεν είπε ψέμα, αλλά την αλήθεια και μόνο την αλήθεια είπε. O Xριστός ανέστησε νεκρούς και ο ίδιος αναστήθηκε εκ νεκρών και απέδειξε ότι υπάρχει αιώνιος ζωή. Αν δεν πιστέψουμε στο Xριστό, σε ποιόν θα πιστέψουμε; 
Για να πιστέψουν οι άνθρωποι ζητάνε θαύμα. Αλλά θαύμα ανώτερο από όλα τα θαύματα είναι η αγία Γραφή.

Ω η αγία Γραφή! Eίναι το θαύμα των θαυμάτων.
Nα την ανοίγετε συχνά, κάθε μέρα, να τη διαβάζετε με προσοχή, με προσευχή και με ταπείνωση, και μέσα από τις σελίδες της θ’ ακούτε τη φωνή του Xριστού, που διαβεβαιώνει· «Eγώ ειμι η ανάστασις και η ζωή. ο πιστεύων εις εμέ, καν αποθάνη, ζήσεται» (Iωάν. 11,25).

Πέμπτη, Απριλίου 21, 2011

Η μαρτυρία των Ιουδαϊκών κειμένων για την ιστορικότητα του Ιησού.


undefined 
Η ΙΣΤΟΡΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
F.F. Bruce
Καθηγητής Πανεπιστημίου
Η ΜΑΡΤΥΡΙΑ
ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΙΟΥΔΑΪΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ



     Ραββινικά κείμενα

     Όταν το 70 μ.Χ. έπεσε η Ιερουσαλήμ, μαζί με τον Ναό, και την κυριαρχία των ιερατικών οικογενειών, έπεσε και το ανώτατο δικαστήριο, το Συνέδριο. Το μόνο τμήμα του Ιουδαϊσμού που μπορούσε ν' αναλάβει την ανοικοδόμηση ήσαν οι Φαρισαίοι. Και πράγματι αυτό έκαναν, σε μια πνευματική κι όχι πολιτική βάση. Με την καθοδήγηση του Γιωχανάν, γιου του Ζακκά, κατασκεύασαν τα κεντρικά γραφεία τους στη Γιαβνέθ ή Γιάμνια, στα νοτιοδυτικά της Παλαιστίνης. Εδώ, λοιπόν, αναδιοργάνωσαν το Συνέδριο σαν ανώτατο δικαστήριο για την οργάνωση όλου του θρησκευτικού νόμου, πρώτος πρόεδρος του οποίου, στη νέα του μορφή, ήταν ο Yohanan. Ένας μεγάλος αριθμός νομοθετημάτων, «η παράδοση των πρεσβυτέρων», όπως αναφέρεται στην Καινή Διαθήκη, είχε παραδοθεί από γενιά σε γενιά, προφορικά, κι αυξανόταν με το πέρασμα του χρόνου. Έγινε έτσι το πρώτο βήμα για την κωδικοποίηση όλου αυτού του υλικού. Το δεύτερο βήμα έγινε απ' τον μεγάλο Ραββίνο Ακίμπα, που πρώτος κατέταξε το υλικό, σύμφωνα με τα θέματα. Μετά τον ηρωικό του θάνατο, το 135 μ.Χ., στη διάρκεια της ήττας που υπέστη ο επαναστάτης κατά της Ρώμης Βαρ - Κοχεμπά, το έργο του αναθεωρήθηκε και συνεχίστηκε απ΄ τον μαθητή του, Ραββίνο Μέιρ. Το έργο της κωδικοποίησης ολοκληρώθηκε γύρω στο 200 μ.Χ απ' τον Ραββίνο Ιούδα, πρόεδρο του Συνεδρίου, απ' το 170 έως το 217. Ο όλος κώδικας του θρησκευτικού νομικού συστήματος, που συλλέχθηκε μ' αυτό τον τρόπο είναι γνωστός ως Μισνά.

Αυτός ο κώδικας Μισνά έγινε αντικείμενο μελέτης, και πολλά σχόλια εκφράσθηκαν μ' αυτόν από τις Ραββινικές σχολές τόσο της Παλαιστίνης όσο και της Βαβυλωνίας. Τα σχόλια αυτά ή Γκεμάρα αποτέλεσαν ένα είδος συμπληρώματος της Μισνά και η Γκεμάρα αποτέλεσαν το γνωστό Ταλμούδ. Το «Ταλμούδ της Ιερουσαλήμ», που αποτελείται από τη Μισνά, μαζί με την ογκώδη Γκεμάρα των Παλαιστινιακών σχολών, συμπληρώθηκε το 300 μ.Χ. περίπου. Το κατά πολύ μεγαλύτερο Βαβυλωνιακό Ταλμούδ συνέχισε ν' αυξάνει για δυο ακόμη αιώνες, πριν να καταγραφεί, γύρω στο 500 μ.Χ.
Καθώς η Μισνά είναι ένας νομικός κώδικας και το Ταλμούδ βιβλία με σχόλια πάνω σ' αυτό τον κώδικα, δεν υπάρχει περίπτωση αναφοράς στον Χριστιανισμό, κι όπου υπάρχουν αναφορές είναι εχθρικές. Όπως και νάναι όμως αυτές οι αναφορές δείχνουν τουλάχιστον πως δεν υπήρχε ούτε η παραμικρή αμφιβολία για τον ιστορικό χαρακτήρα του Ιησού.
     
        Σύμφωνα με τις γνώμες των πρώτων Ραββίνων που καταγράφονται σ' αυτά τα έργα, ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ ήταν ένας αμαρτωλός στο Ισραήλ, που ασχολήθηκε με τη μαγεία, περιφρόνησε τα λόγια των σοφών, παραπλάνησε τον κόσμο και είπε πως δεν ήρθε να καταστρέψει τον νόμο, αλλά να τον συμπληρώσει. Κρεμάσθηκε την παραμονή του Πάσχα, με την κατηγορία της αίρεσης και παραπλάνησης του λαού. Οι μαθητές του, πέντε απ΄ τους οποίους αναφέρονται με τα ονόματα τους, γιάτρευαν αρρώστους στ' όνομά του.

Είναι ολοφάνερο πως πρόκειται για ένα πορτραίτο του Κυρίου μας όπως ακριβώς θα το περιμέναμε από ένα έργο γραμμένο απ' τους Φαρισαίους, που ήσαν αντίπαλοί Του. Μερικά από τα ονόματα με τα οποία Αυτός αναφέρεται γίνονταν άμεσες ή έμμεσες μαρτυρίες για τις διηγήσεις των Ευαγγελίων. Η ονομασία Ha-Taluy («Ο κρεμασμένος») αναφέρεται ξεκάθαρα στον τρόπο με τον οποίο πέθανε. Ένα άλλο όνομα που Του δίνεται, Ben-Pantera («Γιος Παντέρα»), κατά πάσα πιθανότητα αναφέρεται, όχι (όπως υπονόησαν μερικοί) σ' έναν Ρωμαίο στρατιώτη, που ονομαζόταν Παντέρας, αλλά στη Χριστιανική πίστη για τη γέννηση του Κυρίου μας από παρθένο. Είναι δηλαδή η λέξη «παρθένος» . Αυτό δεν σημαίνει βέβαια πως όλοι όσοι τον ονόμαζαν έτσι πίστευαν στη γέννηση Του από παρθένο.
Στα τέλη περίπου του πρώτου αιώνα μ.Χ. και στις αρχές του δεύτερου, υπήρχε όπως φαίνεται κάποια διαφωνία στους Ιουδαϊκούς κύκλους, για το κατά πόσο μερικά Χριστιανικά έργα έπρεπε ν' αναγνωρισθούν ως κανονικά ή όχι. Αυτά τα έργα, όποια κι αν ήσαν, πήραν το Ελληνικό όνομα Ευαγγέλιο. Το αμφισβητούμενο Ευαγγέλιο ήταν κατά πάσα πιθανότητα μια Αραμαϊκή μορφή του κατά Ματθαίον Ευαγγελίου, του Ευαγγελίου που προτιμούσαν οι Ιουδαίοι Χριστιανοί της Παλαιστίνης και των γύρω περιοχών.
Λέγεται πως οι Ραββίνοι Γιωχανάν και Μέιρ έκαναν δυσμενή λογοπαίγνια με τη λέξη Ευαγγέλιο, υψώνοντας τα φωνήεντα της λέξης έτσι, ώστε να διαβάζεται Awen-gillayon ή Awon-gillayon, που σήμαιναν «Αμαρτία του Περιθωρίου» ή «Αμαρτία της Πλάκας του γραψίματος». Αυτές οι δυσνόητες αναφορές δείχνουν πως υπήρχε κάποια επαφή ανάμεσα στους ορθόδοξους Φαρισαίους και τους Ιουδαίους Χριστιανούς, που δεν πρέπει να μας εκπλήσσει αν σκεφθούμε ως η πρώτη Παλαιστινιακή εκκλησία περιλάμβανε πιστά μέλη, που προέρχονταν απ' την παράταξη των Φαρισαίων και πολλές χιλιάδες Ιουδαίων, που ήσαν «ζηλωτές του νόμου» (Πρξ. 15/5, 21/20). Μετά το 70 μ.Χ., πράγματι, μπορεί αυτοί οι Ιουδαίοι Χριστιανοί να είχαν περισσότερη επαφή με άλλους Ιουδαίου, παρά με τα μέλη των Εθνικών εκκλησιών, που ολοένα κι έκλιναν στο χαρακτηρισμό των Ιουδαίων Χριστιανών ως αιρετικών και ημι - Χριστιανών. Υπάρχουν βάσιμες πληροφορίες για να σκεφθούμε ότι αυτοί οι φυγάδες από την εκκλησία της Ιερουσαλήμ, που εγκαταστάθηκαν στην Υπεριορδανία, γύρω στο 70 μ.Χ., συνεργάστηκαν με ορισμένες ομάδες Εσσαίων, που πιθανώς περιλάμβαναν και τ' απομεινάρια της κοινότητας του Κουμράν.


     Ο Ιώσηπος

     Όμως, έχουμε και αρχαιότερη και πιο σπουδαία για μας Ιουδαϊκή φιλολογία απ' αυτή που βρίσκουμε στα Ταλμούδ. Ο Ιουδαίος ιστορικός Ιώσηπος γεννήθηκε από ιερατική οικογένεια το 37 μ.Χ. Στην ηλικία των δεκαεννιά χρόνων προσχώρησε στην Φαρισαϊκή παράταξη. Σε μια επίσκεψή του στη Ρώμη, το 63 μ.Χ., μπόρεσε να εκτιμήσει την ισχύ της Αυτοκρατορία. Όταν ξέσπασε ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, το 66 μ.Χ., διορίστηκε διοικητής των Ιουδαϊκών δυνάμεων στη Γαλιλαία και υπερασπίστηκε τη στρατηγική θέση Jotapata εναντίον των Ρωμαίων μέχρις ότου η περαιτέρω αντίσταση ήταν ανώφελη. Διέφυγε τότε σε μια σπηλιά, μαζί μ' άλλους σαράντα, κι όταν αντιλήφθηκαν πως το καταφύγιό τους είχε κυκλωθεί σχεδίασαν μια ομαδική αυτοκτονία.
Ίσως, πιο πολύ από καλό χειρισμό του θέματος παρά από τύχη, ο Ιώσηπος ήταν ένας απ' τους δυο που επέζησαν. Έπεισε τον σύντροφο του να παραδοθούν στους Ρωμαίους κι όταν έγινε κι αυτό, κατάφερε να κερδήσει την εύνοια του Βεσπασιανού, του Ρωμαίου διοικητή, προλέγοντας την άνοδο του στον αυτοκρατορικό θρόνο, μια πρόβλεψη που εκπληρώθηκε το 69 μ.Χ. Ο Ιώσηπος προσλήφθηκε στο γενικό Ρωμαϊκό διοικητήριο, στη διάρκεια της πολιορκίας της Ιερουσαλήμ, ενεργώντας μάλιστα σαν διερμηνέας του Τίτου, γιου του Βεσπασιανού και διαδόχου του στη διοίκηση της Παλαιστίνης, όταν θέλησε να κάνει εξαγγελίες στους πολιορκούμενους κατοίκους. Μετά την πτώση της πόλης και την καταστολή της επανάστασης, ο Ιώσηπος εγκαταστάθηκε κανονικά στη Ρώμη, σαν δικηγόρος και συνταξιούχος του αυτοκράτορα παίρνοντας το οικογενειακό του όνομα, Φλάβιος, κι έτσι έγινε γνωστός, ως Φλάβιος Ιώσηπος.

Όπως είναι φυσικό, αυτή η ποικιλόμορφη καριέρα δεν ήταν δυνατό να τον κάνει δημοφιλή ανάμεσα στους συμπατριώτες του, πολλοί απ' τους οποίους τον θεωρούσαν - και τον θεωρούν ακόμα - έναν δις εις θάνατον προδότη. Παρόλα αυτά. Χρησιμοποίησε τα χρόνια που αναπαυόταν στη Ρώμη έτσι που να μπορεί ν' απαιτήσει την ευγνωμοσύνη τους, γράφοντας την ιστορία του έθνους τους. Το λογοτεχνικό του έργο περιλαμβάνει μια Ιστορία περί του Ιουδαϊκού Πολέμου, από το 170 π.Χ. μέχρι το 73 μ.Χ., που γράφτηκε πρώτα στ' Αραμαϊκά, προς όφελος των Ιουδαίων, που ζούσαν μέσα στην Αυτοκρατορία, κι έπειτα δημοσιεύτηκε μια Ελληνική μετάφραση. Επίσης, μια Αυτοβιογραφία στην οποία υπερασπίζεται τον εαυτό του εναντίον ενός άλλου Ιουδαίου ιστορικού, του Ιούστου, από την Τιβεριάδα, ο οποίος αναφερόμενος στον Πόλεμο εκφράστηκε δυσμενώς για τον ρόλο που είχε παίξει ο Ιώσηπος.
Ακόμα, δυο βιβλία Κατ' Απίωνος, στα οποία υπερασπίζεται το έθνος του εναντίον στις αντι-Σημιτικές συκοφαντίες (μερικές απ' τις οποίες υπάρχουν και σήμερα) του Απίωνα, ενός Αλεξανδρινού γυμνασιάρχη, και άλλων συγγραφέων. Τέλος, είκοσι βιβλία με τις Αρχαιότητες των Ιουδαίων,* όπου περιγράφεται η ιστορία του έθνους του απ' την αρχή της Γένεσης μέχρι την εποχή του. Όσο και να μη του άξιζε να διασώσει την ιστορία της πτώσης του έθνους του, πρέπει να είμαστε χαρούμενοι που το έκανε, γιατί, χωρίς τα ιστορικά του έργα, παρ' ότι έχουν πολλές ατέλειες, οι πηγές των πληροφοριών μας, σχετικά με την ιστορία της Παλαιστίνης την εποχή της Καινής Διαθήκης, θα ήσαν απίστευτα φτωχότερες.

        Στις σελίδες του Ιώσηπου συναντάμε πολλά πρόσωπα που μας είναι γνωστά απ' την Καινή Διαθήκη: Την ποικιλόμορφη οικογένεια του Ηρώδη, τους Ρωμαίους αυτοκράτορες Αύγουστο, Τιβέριο, Κλαύδιο και Νέρωνα, τον Κυρήνιο, κυβερνήτη της Συρίας∙ τον Πιλάτο, τον Φήλικα, τον Φήστο προκουράτορες της Ιουδαίας∙ τις οικογένειες του ανώτατου ιερατείου - Άννα, Καϊάφα, Ανανία και τους λοιπούς του Φαρισαίους και τους Σαδδουκαίους και ούτω καθεξής. Μπορούμε να διαβάσουμε την Καινή Διαθήκη συγκρίνοντάς την με το πλαίσιο που μας προσφέρει ο Ιώσηπος, πράγμα που την κάνει ακόμα πιο ενδιαφέρουσα και μας βοηθάει να την κατανοήσουμε καλύτερα.

      Όταν ο Γαμαλιήλ (στις Πράξεις 5/37), μιλάει για τον Ιούδα απ' τη Γαλιλαία που ήταν επικεφαλής μιας εξέγερσης την περίοδο της φορολογίας, γυρίζουμε στις σελίδες του Ιώσηπου και βρίσκουμε την ιστορία αυτής της εξέγερσης τόσο στο έργο του Πόλεμος (11/8) όσο και στις Αρχαιότητες (XVIII/1). Ο Ιώσηπος μας μιλάει, επίσης, για κάποιον αγύρτη, ονόματι Θευδά, (Αρχαιότ. ΧΧ/5,1) που εμφανίστηκε λίγο μετά το 44 μ.Χ., ο Θευδάς όμως τον οποίο αναφέρει ο Γαμαλιήλ έδρασε πριν απ' τον Ιούδα της Γαλιλαίας (6 μ.Χ.)∙ σ' οποιαδήποτε λοιπόν περίπτωση, ο λόγος του Γαμαλιήλ έλαβε χώρα ανάμεσα στο 30 και το 33. Δεν πρέπει όμως να σκεφθούμε πως ο Λουκάς διέπραξε κάποιον αναχρονισμό, επειδή διαβάζουμε τον Ιώσηπο λανθασμένα (το βάρος της μαρτυρίας είναι κατά του Λουκά να έχουμε διαβάσει προηγουμένως τον Ιώσηπο). Ο Ιώσηπος ο ίδιος μας λέει πως περίπου στην εποχή που πέθανε ο Ηρώδης ο Μέγας (4 μ.Χ.) υπήρχαν πολλά προβλήματα στην Ιουδαία, και η δραστηριότητα λοιπόν του Θευδά (που δεν ήταν και τόσο ασυνήθιστο όνομα) τον οποίο ανέφερε ο Γαμαλιήλ, ίσως ν' ανήκει σ' αυτή την περίοδο.

Η πείνα της εποχής του Κλαύδιου (Πρξ. 11/28) αναφέρεται και από τον Ιώσηπο. Αν ο Λουκάς μας λέει πως οι Χριστιανοί στην Αντιόχεια έστειλαν βοήθεια στην εκκλησία της Ιερουσαλήμ, σ' αυτή την περίπτωση, ο Ιώσηπος μας λέει πως η Έλενα, η Ιουδαία βασιλομήτορα της Αδιαβηνής, που βρίσκεται στα βορειοανατολικά της Μεσσοποταμίας, αγόρασε στην Αλεξάνδρεια καλαμπόκι και στην Κύπρο σύκα, για ν' ανακουφίσει την πείνα του λαού της Ιερουσαλήμ σ' αυτή την περίπτωση.

Ο ξαφνικός θάνατος του Ηρώδη Αγρίππα Α', τον οποίο διηγείται ο Λουκάς στις Πράξεις (12/19-23) καταγράφεται επίσης κι απ' τον Ιώσηπο (Αρχ. ΧΙΧ/8,2) σε μια μορφή που συμφωνεί με τις γενικές γραμμές του Λουκά, αν και οι δυο διηγήσεις είναι αρκετά ανεξάρτητες, η μια απ' την άλλη. Να πώς δίνει αυτήν την εξιστόρηση ο Ιώσηπος:

«Όταν ο Αγρίππας είχε συμπληρωθεί τρία χρόνια βασιλείας στην Ιουδαία, ήρθε στην Καισάρεια, που αρχικά ονομαζόταν Πύργος Στράτωνος. Εκεί έκανε γιορτές προς τιμήν του Καίσαρα, εγκαινιάζοντας ένα φεστιβάλ για τη μακροημέρευση του αυτοκράτορα. Εκεί, λοιπόν, κατέφθασε πλήθος τοπικών αρχόντων και άλλων που είχαν προαχθεί σε ανώτερα αξιώματα. Τη δεύτερη μέρα των εκδηλώσεων φόρεσε ένα μανδύα από ασήμι, με θαυμάσια ύφανση κι έφτασε στο θέατρο τα ξημερώματα. Το ασήμι έλαμπε καθώς οι αχτίνες του ήλιου έπεφταν πάνω του και γυάλιζε υπέροχα. Η αίγλη του ενέπνεε κάποιο φόβο και τρόμο σε όσους το κοιτούσαν. Ξαφνικά, οι κόλακές του άρχισαν να φωνάζουν απ' όλες τις μεριές, λόγια που στ' αλήθεια δεν ήσαν για το καλό του, κατονομάζοντάς τον θεό, και τον επικαλούνταν κραυγάζοντας, ‘'Δείξε ευμένεια! Αν μέχρι τώρα σ' αντιμετωπίζαμε σαν άνθρωπο, από δω και στο εξής θα ομολογούμε πως βρίσκεσαι πάνω απ' την ανθρώπινη φύση''.

Ο βασιλιάς δεν τους επέπληξε ούτε καταδίκασε την ασεβή κολακεία τους. Αλλά, κοιτάζοντας ψηλά είδε την κουκουβάγια να κάθεται σ' ένα σχοινί, πάνω απ' το κεφάλι του κι αμέσως τη θεώρησε μηνυτή κακού, όπως ακριβώς προηγουμένως είχε γίνει μηνυτής καλού, κι ένα βάρος θλίψης γέμισε την καρδιά του. Ξαφνικά τον έπιασε δυνατός πόνος στην κοιλιακή χώρα... Μεταφέρθηκε γρήγορα στο παλάτι και γρήγορα διαδόθηκε το νέο πως σίγουρα θα πέθαινε σύντομα... Όταν είχε πια υποφέρει πέντε μέρες από πόνο, έφυγε απ' αυτό τον κόσμο, στο πεντηκοστό τέταρτο της ζωής του και το έβδομο της βασιλείας του».

      Οι παραλληλίες ανάμεσα στις δυο διηγήσεις είναι ολοφάνερες, όπως επίσης είναι φανερή και η απουσία συνεννόησης μεταξύ τους. Ο Λουκάς περιγράφει το ξαφνικό χτύπημα του βασιλιά λέγοντας, στη βιβλική γλώσσα, πως «άγγελος Κυρίου επάταξε αυτόν». Δεν είναι ανάγκη να σκεφθεί κανείς πως υπάρχει κάποια σημασία στη χρήση της Ελληνικής λέξης «άγγελος», απ' τον Λουκά, που σημαίνει «αγγελιαφόρος», και τη λέξη «μηνυτής», που αποδίδεται απ' τον Ιώσηπο στην κουκουβάγια, παρόλο που μερικοί απ' τους πρώτους Πατέρες της Εκκλησίας υπέδειξαν κάτι τέτοιο. Οι Τύριοι εκμεταλλεύτηκαν την ευκαιρία της γιορτής για να συμφιλιωθούν δημόσια με το βασιλιά.

Γενικά, θα μπορούσαμε να συνοψίσουμε τη σύγκριση των δυο διηγήσεων με τα λόγια ενός απροκατάληπτου ιστορικού, του Eduard Meyer: «Οι δυο διηγήσεις συμφωνούν απόλυτα στις γενικές γραμμές, τα δεδομένα και την όλη σύλληψη. Με τις τόσο ενδιαφέρουσες λεπτομέρειές της, που με κανένα τρόπο δεν μπορούν να εξηγηθούν σαν μια «τάση» ή σαν λαϊκή παράδοση∙ η διήγηση του Λουκά μπορεί μ' εγγύηση να θεωρηθεί τουλάχιστο τόσο αξιόπιστη, όσο κι αυτή του Ιώσηπου.

Ακόμη πιο ενδιαφέρον είναι το ότι ο Ιώσηπος αναφέρεται στον Ιωάννη τον Βαπτιστή και τον Ιάκωβο, αδελφό του Κυρίου, καταγράφοντας το θάνατό τους μ' έναν τρόπο ολοφάνερα διαφορετικό απ' την Καινή Διαθήκη, έτσι που δεν μπορούμε να υποψιαστούμε κάποια Χριστιανική παρεμβολή, σε κανένα από τα αποσπάσματα αυτά. Στις Αρχαιότητες (XVIII/5,2) διαβάζουμε πως ο Ηρώδης Αντύπας, τετράρχης της Γαλιλαίας, νικήθηκε στη μάχη απ' τον Αρέτα, βασιλιά των Αράβων της Νουβίας, πατέρα της πρώτης γυναίκας του Ηρώδη, την οποία παράτησε χάρη της Ηρωδιάδας. Ο Ιώσηπος συνεχίζει:

«Μερικοί από τους Ιουδαίους νόμισαν πως ο στρατός του Ηρώδη είχε καταστραφεί απ' τον Θεό κι ήταν αυτό μια τιμωρία για τον αποκεφαλισμό του Ιωάννη, του επονομαζόμενου Βαπτιστή. Γιατί ο Ηρώδης είχε σκοτώσει, αν και ήταν καλός άνθρωπος και πρόσταζε στους Ιουδαίους να ζουν ενάρετα, να είναι δίκαιοι μεταξύ τους και προς τον Θεό και να βαπτίζονται. Δίδασκε πως το βάπτισμα ήταν αποδεκτό απ' τον Θεό, στην περίπτωση που αυτό γινόταν όχι για τη συγχώρηση συνειδητών αμαρτιών, αλλά για τον καθαρισμό του σώματος, ενώ η ψυχή είχε ήδη καθαρισθεί με δικαιοσύνη. Όταν άρχισαν πολλοί να μαζεύονται γύρω του (γιατί επηρεάζονταν πολύ σαν άκουγαν τα λόγια του), ο Ηρώδης φοβήθηκε τη δύναμη πειθούς, που διέθετε πάνω στους ανθρώπους, φοβήθηκε μήπως οδηγήσει σε κάποια στάση, καθώς ακολουθούσαν τη συμβουλή του για κάθε θέμα. Το θεώρησε, λοιπόν, καλό να τον συλλάβει και να τον σκοτώσει, πριν να προκαλέσει κάποια αναταραχή, παρά να μετανιώσει αργότερα μπαίνοντας σε τέτοια βάσανα, αφού δηλαδή ξεσπούσε η επανάσταση. Μ' αυτές τις υποψίες του Ηρώδη, ο Ιωάννης στάλθηκε αλυσοδεμένος στο Machaerus (Σημ.τ.μετ.:Μαχαίρους), ένα φρούριο που αναφέρθηκε πιο πάνω, και εκεί θανατώθηκε. Οι Ιουδαίοι, λοιπόν, πίστεψαν πως εξαιτίας αυτής της θανάτωσης καταστράφηκε ο στρατός, γιατί ο Θεός ήθελε να φέρει κακό στον Ηρώδη».

Υπάρχουν σημαντικές διαφορές ανάμεσα σ' αυτήν τη διήγηση και σ' εκείνη των Ευαγγελίων : Σύμφωνα με τον Μάρκο (1/4), ο Ιωάννης «εκήρυττε βάπτισμα μετανοίας εις άφεσιν αμαρτιών», ενώ ο Ιώσηπος λέει πως το βάπτισμα του Ιωάννη δεν είχε σκοπό την άφεση αμαρτιών. Επίσης, ο Ιώσηπος δίνει πολιτική σημασία στο θάνατο του Ιωάννη, ενώ στα Ευαγγέλια φαίνεται πως ήταν αποτέλεσμα της αντίθεσης του Ιωάννη για το γάμο του Ηρώδη με την Ηρωδιάδα. Είναι πολύ πιθανό ο Ηρώδης να θέλησε να πετύχει μ' ένα σμπάρο δυο τρυγόνια φυλακίζοντας τον Ιωάννη. Όσο για την ασυμφωνία αναφορικά με τη σημασία του βαπτίσματος του Ιωάννη, οι ανεξάρτητες παραδόσεις που μπορούμε να βρούμε στην Καινή Διαθήκη είναι εντυπωσιακά ομόφωνες, κι εκτός του ότι είναι πρωιμότερες της διήγησης του Ιώσηπου (οι Αρχαιότητες δημοσιεύτηκαν το 93 μ.Χ.) δίνουν μια πιο αξιόπιστη περιγραφή από θρησκευτικο-ιστορική άποψη.

Όπως φαίνεται, ο Ιώσηπος αποδίδει πράγματι στον Ιωάννη το δόγμα των Εσσαίων για το βάπτισμα, όπως μας είναι γνωστό απ' τα κείμενα του Κουμράν. Το γενικό διάγραμμα όμως της ιστορίας του Ιώσηπου βεβαιώνει τη μαρτυρία των Ευαγγελίων. Αυτή η μαρτυρία του Ιώσηπου ήταν γνωστή τόσο στον Ωριγένη (230 μ.Χ., περίπου) όσο και στον Ευσέβιο (326 μ.Χ., περίπου).
Αργότερα, ο Ιώσηπος περιγράφει στις Αρχαιότητες (ΧΧ/9,1) τις αυθαίρετες πράξεις του αρχιερέα Άνανου, μετά το θάνατο του προκουράτορα Φήστου (61 μ.Χ.) με τα εξής λόγια:

«Ο νεότερος όμως Άνανος, ο οποίος, όπως είπαμε, ανέλαβε αρχιερέας, ήταν θρασύς και τολμηρός. Ακολούθησε την παράταξη των Σαδδουκαίων, που είναι οι πιο αυστηροί στην κρίση απ' όλους του Ιουδαίους, όπως δείξαμε πιο πάνω. Μ' αυτόν, λοιπόν, το χαρακτήρα που είχε ο Άνανος σκέφτηκε πως ήταν καλύτερη ευκαιρία, μια που ο Φήστος είχε πεθάνει κι ο Αλβίνος βρισκόταν ακόμα στο δρόμο∙ έτσι, συγκάλεσε συμβούλιο των κριτών και έφερε μπροστά τους τον αδελφό του Ιησού, τον λεγόμενο Χριστό, τον Ιάκωβο, μαζί με άλλους, κι αφού τους κατηγόρησε σαν παραβάτες του Νόμου, τους έστειλε για λιθοβολισμό».

Αυτό το απόσπασμα, όπως και το προηγούμενο ήταν γνωστό τόσο στον Ωριγένη όσο και στον Ευσέβιο. Την ιστορία του θανάτου του Ιακώβου, του Δίκαιου (όπως ονόμαζαν τον αδελφό του Κυρίου), διηγείται με περισσότερες λεπτομέρειες ο Ηγήσιππος, ένας Ιουδαίος Χριστιανός συγγραφέας του 170 μ.Χ. περίπου. Η διήγηση του Ιώσηπου παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον, καθώς ο Ιώσηπος ονομάζει τον Ιάκωβο αδελφό του Ιησού, του λεγόμενου «Χριστού» με τέτοιο τρόπο, που υπονοείται πως έχει προηγουμένως αναφερθεί στον Ιησού. Βρίσκουμε επίσης κάποια μνεία για τον Ιησού και σ' ένα άλλο εκτεταμένο αντίτυπο του Ιώσηπου, το ονομαζόμενο Testimonium Flavianum, στις Αρχαιότητες (XVIII/3,3). Ο Ιώσηπος διηγείται εκεί μερικά από τα προβλήματα που σημάδεψαν τη διακυβέρνηση του Πιλάτου, και συνεχίζει:

«Περί την εποχή αυτή εμφανίστηκε ο Ιησούς, ένας σοφός άνθρωπος, αν βέβαια μπορούμε να τον ονομάσουμε έτσι. Γιατί έκανε θαύματα και δίδασκε τους ανθρώπους που δέχονταν με χαρά την αλήθεια. Παρέσυρε πολλούς Ιουδαίους, αλλά και Έλληνες. Αυτός ο άνθρωπος ήταν ο Χριστός. Όταν λοιπόν τον καταδίκασε ο Πιλάτος σε σταυρικό θάνατο, αφού παραπέμφθηκε από τους άρχοντές μας, εκείνοι που τον αγαπούσαν δεν χάθηκαν. Γιατί εμφανίστηκε σ' αυτούς την τρίτη μέρα και πάλι ζωντανός, όπως οι προφήτες είχαν μιλήσει γι' αυτά και για χιλιάδες άλλα θαυμάσια σχετικά μ' αυτόν: Ακόμα και σήμερα η φυλή των Χριστιανών, όπως ονομάστηκαν απ' το όνομά Του, δεν έχει πεθάνει».

Αυτή είναι μετάφραση του κειμένου αυτού του αποσπάσματος, όπως έφτασε σε μας και ξέρουμε πως ήταν το ίδιο και στην εποχή του Ευσέβιου, ο οποίος το παραθέτει δυο φορές. Ένας λόγος για τον οποίο πολλοί θέλησαν να το χαρακτηρίσουν σαν μια Χριστιανική παρεμβολή, είναι το ότι ο Ωριγένης αναφέρει πως ο Ιώσηπος δεν πίστευε ότι ο Χριστός ήταν ο Μεσσίας, ούτε Τον ανακήρυττε τέτοιον. Το ότι ο Ιώσηπος δεν ήταν Χριστιανός είναι γνωστό. Είναι όμως παράξενο ένας μη-Χριστιανός συγγραφέας να γράφει τα παραπάνω υπογραμμισμένα λόγια. Παρόλα αυτά, δεν μπορούμε, από την άποψη της κριτικής του κειμένου, να πούμε τίποτε εναντίον αυτού του αποσπάσματος. Οι μαρτυρίες των χειρογράφων είναι ομόφωνες κι άφθονες, όπως άλλωστε για κάθε τι στον Ιώσηπο. Ίσως όμως να ήταν γνωστή στον Ωριγένη μια πρωιμότερη μορφή Του αποσπάσματος, απ' την οποία έλλειπαν τα υπογραμμισμένα μέρη. Καθώς το κείμενο του Ιώσηπου μεταδόθηκε από Χριστιανούς κι όχι από Ιουδαίους, δεν πρέπει να μας εκπλήσσει αν η αναφορά στον Ιησού πήρε πιο Χριστιανικό χρώμα με το πέρασμα του χρόνου.
      Αν όμως, προσέξουμε πιο πολύ τα υπογραμμισμένα αυτά τμήματα, ίσως συμβεί ν' αναρωτηθούμε, μήπως ο Ιώσηπος έγραφε ειρωνικά. Η έκφραση «αν βέβαια μπορούμε να τον ονομάσουμε άνθρωπο, ίσως να είναι μια σαρκαστική αναφορά στη Χριστιανική πίστη, πως ο Ιησούς ήταν Γιος του Θεού. Η έκφραση «Αυτός ο άνθρωπος ήταν ο Χριστός», ίσως να σημαίνει πως αυτός ήταν ο Ιησούς, που συνήθως ονομαζόταν Χριστός. Κάποια τέτοιου είδους αναφορά, υπονοείται εν πάση περιπτώσει με τη μεταγενέστερη διακήρυξη ότι οι Χριστιανοί, ίσως ονομάστηκαν από το όνομά Του. Όσο για την τρίτη υπογραμμισμένη φράση, σχετικά με την ανάσταση, ίσως να καταγράφει απλά τι ο Χριστιανοί ισχυρίζονταν.
Μερικοί διακεκριμένοι κριτικοί δεν δυσκολεύτηκαν να δεχθούν το Testimonium Flavianum όπως έχει. Το απόσπασμα αυτό περιέχει οπωσδήποτε πολλά χαρακτηριστικά στοιχεία της γλώσσας του Ιώσηπου, όπως αποδείχθηκε απ' τον αείμνηστο Dr. H. St. John Thackeray (η κορυφαία αυθεντία στη Βρετανία σχετικά με τον Ιώσηπο τα τελευταία χρόνια) και άλλους.
Αποδείχθηκε, επίσης, πως η παράλειψη λέξεων και οι σύντομες φράσεις αποτελούν χαρακτηριστικό της παράδοσης των Αρχαιοτήτων, γεγονός που μας βοηθάει να δεχθούμε την άποψη πως η λέξη «λεγόμενος» εξαφανίσθηκε πριν απ' τη λέξη «Χριστός», και μια φράση όπως «έλεγαν» ή «καθώς τον λένε» εξαφανίστηκε πριν τη φράση «γιατί εμφανίστηκε σ' αυτούς». Και οι δυο αυτές τροποποιήσεις είναι ελκυστικές, ιδιαίτερα η πρώτη, γιατί και την ίδια τη φράση «ο λεγόμενος Χριστός» τη βρίσκουμε και στην ενότητα του Ιώσηπου τη σχετική με το θάνατο του Ιάκωβου.
Δυο άλλες τροποποιήσεις απαιτούν αρκετό σχολιασμό. Η μια έχει προταθεί απ' τον Trackeray, πως, δηλαδή, αντί να διαβάζουμε «την αλήθεια» (τ' αληθή), πρέπει να διαβάζουμε «πράγματα ασυνήθιστα» (αήθη). Η άλλη προτάθηκε απ' τον Δρα Robert Eisler, ότι δηλαδή έχουν παραλειφθεί μερικές λέξεις απ' την αρχή του αποσπάσματος, η οποία άρχιζε: «Εκείνη την εποχή εμφανίστηκε μια καινούργια πηγή προβλημάτων, κάποιος Ιησούς». Αν δεχθούμε αυτές τις τροποποιήσεις του κειμένου έχουμε το εξής αποτέλεσμα:

«Τότε παρουσιάσθηκε μια νέα πηγή προβλημάτων, κάποιος Ιησούς, ένας άνθρωπος σοφός. Έκανε θαύματα και δίδασκε τους ανθρώπους οι οποίοι δέχονταν μ' ευχαρίστηση τα παράξενα πράγματα που τους έλεγε. Παρέσυρε πολλούς Ιουδαίους, αλλά και Έλληνες. Αυτός ο άνθρωπος ήταν εκείνος που λεγόταν Χριστός. Όταν, λοιπόν, ο Πιλάτος τον καταδίκασε σε σταυρικό θάνατο, αφού παραπέμφθηκε απ' τους άρχοντές μας, εκείνοι που τον αγαπούσαν δεν χάθηκαν. Γιατί ξαναπαρουσιάστηκε σ' αυτούς, όπως είπαν, την τρίτη μέρα και πάλι ζωντανός, όπως οι θείοι προφήτες είχαν πει, μαζί με χιλιάδες ακόμα θαυμαστά πράγματα σχετικά γι' αυτόν: Κι ακόμα, και σήμερα η φυλή των Χριστιανών, όπως ονομάστηκαν απ' τ' όνομά Του, δεν έχει χαθεί.»

Τα πλάγια γράμματα αυτή τη φορά σημειώνουν τις τροποποιήσεις του κειμένου (Η κυριότερη δυσκολία στο να δεχθούμε την τροποποίηση του Eisler, που από μόνη της πιθανόν να είναι επαρκής, καθώς κάνει το απόσπασμα πιο ταιριαστό στο όλο πλαίσιο, είναι ο απειθάρχητος περίγυρος που διατηρεί. Με βάση ένα ριζικά τροποποιημένο κείμενο του Testimonium Flavianum, κι ένα ριζικά τροποποιημένο κείμενο της πρόσφατης παρέκκλισης της Σλαβονικής μετάφρασης του έργου του Ιώσηπου Ιουδαϊκός Πόλεμος, ο Dr. Eisler προώθησε μια γενική αναδόμηση της ιστορίας των αρχών του Χριστιανισμού στο έργο του The Messiah Jesus and John the Baptist (1931). Η αναμόρφωσή του αυτή, αν κι έξυπνη, πνευματώδης κι ελκυστική, έχει αρκετά παρεκτραπεί και δεν είναι επιστημονική, γιατί βασίζεται σε κείμενα τα οποία προηγουμένως τροποποίησε, ώστε να ταιριάζουν στις θεωρίες που προσπαθεί να βγάλει απ' αυτές τις τροποποιήσεις.). Αυτή η μετάφραση απ' το Testimonium απαλλάχθηκε από ένα - δυο πολύ απλά τεχνάσματα, από τις δυσκολίες του παραδοσιακού κειμένου, ενώ διατηρεί (ή ακόμα κι αυξάνει) την αξία του αποσπάσματος ως ιστορικού ντοκουμέντου. Η ουσία της όλης προσπάθειας τονίσθηκε περισσότερο σαν αποτέλεσμα των προσθηκών. Και η τελική αναφορά στη «φυλή των Χριστιανών» συνοδεύεται από κάποια ελπίδα πως, κι αν δεν χάθηκαν ακόμα, σύντομα όμως θα χαθούν.
Επομένως, έχουμε σοβαρούς λόγους να πιστεύουμε πως ο Ιώσηπος, αναφερόμενος στον Ιησού, μαρτυρεί: (α) Για την εποχή που έζησε (β) για τη φήμη Του σαν θαυματοποιού, (γ) για το ότι ήταν αδελφός του Ιακώβου, (δ) για τη σταύρωσή Του απ' τον Πιλάτο, μετά από πληροφορίες των Ιουδαίων αρχόντων, (ε) για τον ισχυρισμό ότι ήταν Μεσσίας, (στ) για το ότι ήταν ιδρυτής της «φυλής των Χριστιανών» και πιθανώς (ζ) για την πίστη πως αναστήθηκε απ' τους νεκρούς.

Αν και το απόσπασμα της Σλαβονικής μετάφρασης του Ιουδαϊκού Πολέμου αντιμετωπίζεται γενικά σαν μια Χριστιανική παρέκκλιση, ο Trackeray κατέληξε να την αντιμετωπίζει ευνοϊκά (δες το έργο του. στο Loeb, Josephus, III, σελ. 648 επ.). Τοποθετείται στον Ιουδαϊκό Πόλεμο, μεταξύ του ΙΙ/9,3 και ΙΙ/9,4 κι έχει ως εξής:

«Εκείνη την εποχή παρουσιάσθηκε ένας συγκεκριμένος άνθρωπος, αν ταιριάζει βέβαια να τον ονομάσουμε άνθρωπο. Η φύση κι η μορφή του ήσαν ανθρώπινες, αλλά η εμφάνισή του ήταν κάτι παραπάνω από ανθρώπινη∙ τα έργα του όμως ήσαν θεϊκά. Έκανε θαύματα υπέροχα και μεγάλα. Γι' αυτό και αδυνατώ να τον ονομάσω άνθρωπο. Αλλά, απ' την άλλη, πλευρά, ρίχνοντας μια ματιά στη φύση του που τη μοιράζονταν κι άλλοι, δεν θα τον ονομάσω άγγελο.
Ο,τιδήποτε έκανε, το έκανε με μια ακατανίκητη δύναμη, μ' ένα λόγο, με μια διαταγή. Μερικοί είπαν, «Αναστήθηκε απ' τους νεκρούς ο πρώτος μας νομοθέτης, και κάνει σημεία και τέρατα». Άλλοι, όμως, σκέφθηκαν πως τον έστειλε ο Θεός. Σε πολλές περιπτώσεις πάντως ήρθε σ' αντίθεση με το Νόμο και δεν ακολουθούσε τα σάββατα, σύμφωνα με το Νόμο των προγόνων μας. Δεν έπραξε όμως με τα χέρια του τίποτα που να ήταν ντροπή, και το κάθε τι, το προετοίμαζε με τα λόγια του.
Πολλοί απ' τον όχλο τον ακολουθούσαν κι άκουγαν με προσοχή τη διδασκαλία του. Πολλές καρδιές τονώθηκαν, γιατί σκέφτηκαν πως οι Ιουδαϊκές φυλές θα μπορούσαν πλέον να ελευθερωθούν απ' τα Ρωμαϊκά χέρια. Συνήθιζε όμως ν' απομακρύνεται απ' την πόλη στο Όρος των Ελαιών. Εκεί επίσης θεράπευε ανθρώπους. Συγκεντρώθηκαν γύρω του περί τους εκατόν πενήντα βοηθοί, αλλά και πλήθος λαού. Όταν όμως είδαν τη δύναμή του, που μ' ένα λόγο έκανε ό,τι ήθελε, κι όταν τού γνωστοποίησαν την επιθυμία τους να κατεβεί στην πόλη και να καταστρέψει τα Ρωμαϊκά στρατεύματα και τον Πιλάτο και να τους κυβερνήσει, δεν έδωσε σ' αυτό προσοχή. Όταν, λοιπόν, τα νέα αυτά έγιναν γνωστά στους Ιουδαίους άρχοντες, συγκεντρώθηκαν μαζί με τον αρχιερέα κι είπαν: «Δεν έχουμε δύναμη ν' αντισταθούμε στους Ρωμαίους. Εφόσον, λοιπόν, το τόξο λύγισε θα πάμε στον Πιλάτο και θα του γνωστοποιήσουμε ό,τι ακούσαμε, για ν' απαλλαχτούμε απ' το πρόβλημα, μη και τ' ακούσει από άλλους και κλέψει τα αγαθά μας και μας σκοτώσει, και διασκορπίσει τα παιδιά μας». Πήγαν, λοιπόν, κι έκαναν αναφορά στον Πιλάτο. Κι εκείνος έστειλε κι έσφαξε πολλούς απ' το πλήθος. Και συνέλαβε αυτόν τον θαυματοποιό κι αφού τον ανέκρινε διακήρυξε την άποψή του, «Κάνει καλό κι όχι κακό, δεν είναι επαναστάτης ούτε σφετεριστής του θρόνου». Τον άφησε, λοιπόν, να φύγει γιατί είχε θεραπεύσει την ετοιμοθάνατη γυναίκα του. Όταν επέστρεψε στον τόπο του έκανε τα συνηθισμένα του θαύματα. Περισσότεροι και περισσότεροι άνθρωποι μαζεύτηκαν γύρω του δόξαζε τον εαυτό του με μεγαλύτερη δραστηριότητα απ' ό,τι πριν. Οι γραμματείς τον φθόνησαν κι έδωσαν στον Πιλάτο τριάντα αργύρια για να τον σκοτώσει. Εκείνος τα πήρε και τους άφησε ελεύθερους να κάνουν ό,τι θέλουν. Τον πήραν, λοιπόν, και τον σταύρωσαν αντίθετα με το Νόμο των πατέρων τους.»

     Μόνο μ' ένα ανήλεο κουτσούρεμα θα μπορούσε ο Eisler να μετατρέψει αυτό το απόσπασμα σε μια σαν κι αυτό που θα έγραφε ένας Ιουδαίος συγγραφέας. Ο Χριστιανός που παρεμβλήθηκε εισάγει αρκετά απομνημονεύματα απ' το Testimonium Flavianum σε καμιά όμως περίπτωση δεν μειώνει τη λάμψη του Πιλάτου και των Ρωμαίων για να τονίσει αυτή των Ιουδαίων.
Άλλα αποσπάσματα Χριστιανικής φύσης στη Σλαβονική μετάφραση του Ιουδαϊκού Πολέμου αναφέρονται στον Ιωάννη τον Βαπτιστή, τον Φίλιππο τον τετράρχη (συγκρ. Λκ 3/1), στους Χριστιανούς της Παλαιστίνης την εποχή του Κλαύδιου. Επίσης, σε μια επιγραφή στο Ναό, υποστηρίχθηκε ότι υπενθυμίζει τη σταύρωση του Ιησού, γιατί ο ίδιος είχε προφητεύσει την πτώση της πόλης και του Ναού, το σχισμένο καταπέτασμα και την ανάσταση του Ιησού.
Τέλος, στην προφητεία που αναφέρεται στη συνήθη έκδοση (στο VΙ/5,4), ότι απ' την Παλαιστίνη θα έβγαινε παγκόσμιος κυβερνήτης. Μια λεπτομερής εξέταση όλων αυτών των Σλαβονικών προσθηκών, καθώς και μια κριτική της θεωρίας του Eisler δίνει ο J.W. Jack, στο έργο του, Historic Christ (1933).


F.F. Bruce ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΗΣ ΚΑΙΝΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ Είναι άραγε αξιόπιστα; ΑΘΗΝΑ 2000

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...