Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Μαΐου 28, 2011

“Όταν οι άνθρωποι καταλάβουν τι είναι οι επτά ουρανοί, θα λυτρωθούν”. Μια συνέντευξη της γερόντισσας Μαριάμ της Νέας Μονής Χίου.

Του Δ. Μυωτέρη
Όλοι την ξέρουμε σαν την γερόντισσα της Νέας Μονής. Όλους μάς έχει καλοδεχτεί στον ιερό χώρο που υπηρετεί το Θεό από το 1958. Ενώ όμως όλοι την ξέρουμε εξ όψεως, δεν γνωρίζουμε σχεδόν τίποτα για εκείνη. Σήμερα, μας αποκαλύπτεται. Κι είναι πολύ σημαντικό αυτό γιατί ελάχιστοι την έχουν ακούσει να τους εξομολογείται την ιστορία της, που είναι συνυφασμένη με τη Νέα Μονή.
Δεν περιορίζεται βέβαια μόνο σε αυτό. Μας άνοιξε την ψυχή της και μας εξέπληξε με την πνευματικότητα και την ευρύτητα του πνεύματός της. Η γερόντισσα Μαριάμ, κατά κόσμο Δέσποινα Μανιού, γεννήθηκε το 1922 στο χωριό Μεσαγρός, στη Γείρα της Λέσβου. Γιώργος o πατέρας της και Μαγδαληνή η μητέρα, η οποία κι αυτή στα τελευταία χρόνια της έγινε μοναχή και υπηρέτησε την Ορθοδοξία στη Νέα Μονή, μαζί με την κόρη της. Θεωρούμε ότι αυτή η παρουσίαση έχει ιδιαίτερη αξία.
Η ζωή της
Αρχίσαμε να ξετυλίγουμε από την αρχή το κουβάρι της ζωής της. Όπως μας αποκαλύπτει, δεν έγινε από μικρή καλογριά. Μεγάλη κοπέλα ήταν όταν μια παρέα Μυτιληνιές αποφάσισαν να γίνουν καλογριές. Η τωρινή ηγουμένη του Αγίου Ραφαήλ, Ευγενία Κλειδαρά, πήγαινε στο Μεσότοπο και την εύρισκε. «Εκείνη είχε γίνει πιο μπροστά από μένα καλογριά. Ερχόταν στα χωριά μας, μας πήγαινε η μητέρα μου η Μαγδαληνή στο Σκόπελο και εκείνη μας έκανε κηρύγματα. Σιγά – σιγά μαζευτήκαμε πολλές κοπέλες, γίναμε καλόγριες και σκορπίσαμε αλλού».
Στη Χίο
Ήλθε στη Χίο το 1958. Μαζί με την Ευγενία, σημερινή ηγουμένη του Αγ. Ραφαήλ στη Μυτιλήνη. Ρηνούλα λεγόταν τότε. «Τότε ξεκινήσαμε από τη Γέρα και ήλθαμε πρώτα στην Αγία Σκέπη. Αργότερα ο Δεσπότης Παντελεήμων Φωστίνης, έκανε γυναικεία μονή τη Νέα Μονή και μας έφερε εδώ να κρατήσουμε το Μοναστήρι. Ήταν ακόμη μερικοί γέροι καλόγεροι. Ο πάτερ Κορνήλιος, ο πάτερ Μελέτιος και άλλοι.
Εκείνοι μας είπαν ότι εδώ υπήρχαν πολλοί πλούσιοι τάφοι, έρχονταν μεγιστάνες από την Κωνσταντινούπολη, τους διακονούσαν και τους κήδευαν εδώ. Όμως, δεν ξέρω που».
Τότε ζούσαν στη Νέα Μονή 17 καλόγριες. Η Ματρώνα η Χάλακα, ήταν η τελευταία που ζούσε μαζί της έως πριν λίγα χρόνια. Μυτιληνιά κι εκείνη, από το Πλωμάρι. Η Θεοκτίστη η Βολάκη, η άλλη Θεοκτίστη που δεν έβλεπε, κι άλλες αρκετές, πέρασαν μαζί πολλά χρόνια του μοναχικού βίου τους.
Η Ευγενία
«Η Ευγενία ύστερα έφυγε από εδώ, πήγε και σπούδασε. Το γιατί έφυγε είναι μεγάλη ιστορία. Ας σας την πει εκείνη. Έβγαλε την Πάντειο, πήγε και σε άλλα μοναστήρια, έχει γίνει πια μεγάλη ηγουμένη, έχει γράψει βιβλία, έχει κάνει μεγάλα έργα. Εγώ μπροστά της δεν έχω κάνει τίποτα. Εκείνη έφτιαξε τη Μονή του Αγ. Ραφαήλ» Η γερόντισσα τη θυμάται και συγκινείται, ολοφάνερα.
Τίποτα
Όπως λέει, δεν της έχει λείψει τίποτα έως τώρα στη ζωή της από τα εγκόσμια. Θέλει όμως να βρει την παρρησία και την αγαθή τύχη στην άλλη ζωή, να ζήσει κοντά στο Χριστό. «Αυτή είναι η ευτυχία. Να μας ελεήσει ο Κύριος να βρούμε μία θέση στο πλάι του. Ο Άγιος Αντώνιος ξέρετε τι έλεγε σε έναν πονηρό που τον πείραζε και του έλεγε: «Αντώνιε, εσύ τώρα είσαι πια στον παράδεισο;» Του ‘λεγε, «κάτσε πρώτα να βάλω το ποδάρι μου και θα σου πω μετά». Κανείς δεν μπορεί να πει ότι έχει εξασφαλισμένο τον παράδεισο, ότι είναι μέσα στον παράδεισο. Μόνο όταν πάμε εκεί θα το μάθουμε».
Νέα Μονή
Έζησε και ζει τη Νέα Μονή σε καλές και κακές εποχές. Τώρα ζει την εγκατάλειψη. Ζει στο χώρο μαζί με τον πάτερ Διονύσιο. «Αγαπώ τη Νέα Μονή. Είναι η ζωή μου. Την γνωρίζω πετραδάκι – πετραδάκι. Θα ζήσει αιώνες ακόμη. Η Νέα Μονή κάθε μέρα μας αποκαλύπτεται. Υπήρχε πολύ πριν από τον Κωνσταντίνο Μονομάχο. Εκείνος απλά την αξιοποίησε και την ανέδειξε, τη μεγάλωσε. Εδώ ζούσαν 800 καλόγεροι και χωριστά οι δόκιμοι που κατοικούσαν στα εξωτερικά κτίσματα. Αν δεν τους δοκίμαζαν τρία χρόνια, δεν τους βάζανε μέσα στη Μονή. Ζούσαν καλλιεργώντας τα χωράφια έξω».
Η πίστη
Μη σας φανεί παράξενο. Κι όμως η Γερόντισσα είναι ενημερωμένη για ό,τι συμβαίνει στον έξω κόσμο. Δίνει, βέβαια, τη δική της ερμηνεία. Σε ένα μεγάλο καλάθι είναι στοιβαγμένος ο τοπικός τύπος κι όχι μόνο. Διαβάζει πολύ επιμελώς τα νέα. Για ό,τι συμβαίνει αυτό το τελευταίο διάστημα στην Εκκλησία, κι ειδικά στους Αγίους Τόπους, υποστηρίζει απλοϊκότατα ότι είναι δάκτυλος του Αντιχρίστου. «Όμως επέτρεψε τα πάντα ο Κύριος γιατί δοκιμάζει τους πάντες».
Διαισθάνεται ότι υπάρχει σχέδιο των εχθρών της Ορθοδοξίας να μας κάνουν να την εγκαταλείψουμε και να γίνουμε ένα με τις άλλες Εκκλησίες. Όπως τονίζει όμως, αυτό δεν είναι αρεστό. «Εμείς από μιας αρχής πιστεύουμε το σωστό. Ό,τι δίδαξαν οι Απόστολοι. Ότι λένε οι ευχές της Ορθοδοξίας που διαβάζονται από τους ιερείς στο νάρθηκα της Εκκλησίας».
Τα ουράνια
Είναι άυλα τα Ουράνια, μας υπενθυμίζει. Μας μιλάει για τους επτά ουρανούς, που είναι από πάνω μας. «Όταν οι άνθρωποι καταλάβουν τι είναι οι επτά ουρανοί, θα λυτρωθούν».
Η ίδια δεν πιστεύει ότι οι άνθρωποι πήγαν στο φεγγάρι. «Είναι αδύνατον. Που να το βρουν το φεγγάρι; Πήγαν σε ένα βράχο γυαλιστερό, από αυτούς που έχει δισεκατομμύρια η γη. Σε έναν τέτοιο πήγαν και είπαν πως είναι το φεγγάρι. Η γη έχει πάνω της εκατομμύρια είδη βράχων κι άστρα κι άλλα σώματα ουράνια. Όμως όλα τα εξουσιάζει ο Χριστός κι όχι ο άνθρωπος.
Όλοι είμαστε καλεσμένοι από το Χριστό για να πάμε στη Βασιλεία των Ουρανών. Δεν υπάρχει θάνατος. Μόνο στο σημερινό μας σώμα φαίνεται. Θα ζήσουμε εδώ. Δεν μας εμποδίζει κανένας να φάμε και να πιούμε ό,τι είναι ευλογημένο».
Η φιλοσοφία της
Μας υπενθυμίζει κάτι που είναι μια ολόκληρη φιλοσοφία. «Η γέννα είναι ευλογημένη από το Θεό. Γεννιέται το παιδί, παπάς το διαβάζει. Γίνεται σαράντα ημερών, το πάνε στην Εκκλησία. Τα αγοράκια στην Αγία Τράπεζα, τα κοριτσάκια στο εικόνισμα της Παναγίας. Η Εκκλησία ευλογεί βάπτισμα, κοινωνία, στεφάνωμα.
Όταν κάποιος γεννιέται, είναι και τα λεπτά που θα ζήσει γνωστά και μετρημένα. Λένε όταν χτυπήσει κάποιος, όταν πεθαίνει, ότι δεν πρόλαβε να κάνει πολλά. Κι όμως, έκανε ό,τι ήταν γραμμένο να κάνει. Την ώρα του θανάτου γίνεται ο απολογισμός της εγκόσμιας ζωής και κλείνει το επίγειο ταμείο».
Οι… φευγάτοι
Χαρακτηρίζει το σημερινό κόσμο πολύ φευγάτο. Ιδιαίτερα τους νέους που, όπως λέει, νομίζουν οι περισσότεροι ότι ο Χριστός ήταν άνθρωπος σαν κι εμάς. «Ό,τι λένε οι Πατέρες κι οι 7 Σύνοδοι είναι αληθινά. Το πιστεύω μας, τα ευαγγέλια είναι η πίστις μας η αληθινή, η Ορθοδοξία».
Δεν διστάζει να τα βάλει και με τις τελετές της Ολυμπιάδας. «Δεν μπορούν σήμερα να καταλάβουν το λάθος που κάνουν. Ακόμη και στην Ολυμπιάδα ήταν όλες οι τελετές ειδωλολατρικές. Επικαλούνταν τον Απόλλωνα οι ιέρειες στην Ολυμπιάδα. Εγώ πήρα τηλέφωνο και το Δήμαρχο και το είπα. Ήταν λάθος ο τόσο εκτεταμένος ειδωλολατρισμός. Η Ορθοδοξία έλειπε από παντού».
Τονίζει ότι όλα αυτά δεν καλαρέσουν του Χριστού μας. «Γι’ αυτό έχουν γίνει όλα άνω κάτω. Τίποτα δεν είναι τυχαίο. Ο Κύριος λέει ότι ούτε μία τρίχα από την κεφαλή μας δεν πέφτει, ούτε ένα στρουθίον από τη στέγη, αν δεν το ξέρει, αν δεν το εγκρίνει ο επουράνιος Πατήρ μας. Αρνηθήκαμε και πάλι το Χριστό, αναδείξαμε τον Απόλλωνα πάλι, επικαλεστήκαμε τη φλόγα, κι η φλόγα έφερε στη συνέχεια όλα τα προβλήματα. Ακόμη και της Εκκλησίας τα πρόσφατα. Όλη την ανακατωσούρα. Παπάδες, Δεσποτάδες, Πατριάρχες ανακατεύτηκαν κι η Εκκλησία κλονίστηκε.
Όλοι οι χριστιανοί Ορθόδοξοι που έρχονται εδώ, μου λένε ότι μιλάω σωστά. Όμως, όλοι τρέχανε πίσω από τη φλόγα. Άλλοι από περιέργεια, άλλοι από μισαλλοδοξία. Κραυγάζανε. Δεν εννοούν να καταλάβουν ότι όλοι είμαστε θνητοί. Κι οι πρωταθλητές πόσο θα ζήσουν; Και τα αρχαία χρόνια υπήρχαν πρωταθλητές. Ζει κανένας; Πόσοι τους γνωρίζουν; Έχουν μείνει όμως στην ιστορία κι είναι γνωστοί όσοι αγωνίστηκαν για την πίστη και την πατρίδα».
Η Βασιλεία των ουρανών
Μας οδηγεί εκείνη όπου θέλει. Μας περνάει σε άλλες σφαίρες. Ισχυρότατη προσωπικότητα.
«Πρέπει με κάθε τρόπο να κερδίσουμε μία θέση στη Βασιλεία των Ουρανών Είπε ο κύριος ότι καλεί τους πάντες στη σωτηρία, δεν καλεί μόνο τους εκλεκτούς. Καλεί τους πάντες. Το διαβάζουμε κάθε ώρα και στιγμή, εν παντί καιρώ.
Ο Χριστός είναι ζωντανός κι είναι ανάμεσά μας. Είναι ολοφάνερος. Εγώ τον είδα ολοφάνερο. Τον είδα πάνω από το κελί μου. Είχε τη λάμψη του φεγγαριού, το τετράγωνο πλαίσιο μέσα στο οποίο καθόταν. Είχε ένα γαλήνιο πρόσωπο, τόσο που δεν το έχει αποδώσει καμία εικόνα, σαν τον Άγιο Μαντήλιο. Γαλήνη ξεχυνόταν από το πρόσωπό του, ένα χαμόγελο, ένα βλέμμα αξέχαστο που με κοίταξε… Σαν ακτίνες κατέβαιναν κάτι φωτεινές λάμψεις προς εμένα, σαν να μου έλεγε, μην αμφιβάλλεις ότι είμαι ζωντανός. Όποιος πιστεύει δεν αμφιβάλλει.
Κάποιοι που αμφισβητούν την παρουσία του, λένε γιατί ο Χριστός επιτρέπει να γίνονται σεισμοί, λιμοί, καταποντισμοί; Αυτά τα κάνουν οι αμαρτίες μας. Οι Άγιοι Πατέρες μου λέγανε παλιά ότι η ψυχή που πηγαίνει πάνω από τέτοια γεγονότα, δεν παθαίνει τίποτα. Πηγαίνει ίσια στους ανοικτούς ουρανούς».
Η …. άλλη Αγία Τριάδα
Υψώνει τη φωνή και τονίζει ότι πρέπει να σωθούν η πίστη, η ορθοδοξία κι η ελληνική γλώσσα. Θυμάται ένα περιστατικό μέσα στο ναό, το ζωσμένο με τις σκαλωσιές. «Ήλθαν δύο ξένοι. Νόμιζα ότι δεν θα συνεννοηθώ μαζί τους. Ξαφνικά μου λέει ο ένας: «Ανέλθω εις κλίμακαν;» «Ουχί» του λέει ο άλλος και του κάνει νόημα ότι δεν επιτρέπεται. Οι ξένοι ξέρουν αρχαία ελληνικά και κάποιοι Έλληνες θέλουν να τα καταργήσουν. Χωρίς αρχαία Ελληνικά τι θα γίνει; Θα καταργήσουν τα Ευαγγέλια, τις Αγίες Γραφές;» Και στο τέλος προσθέτει: «Εγώ είμαι μία αγράμματη και ζητάω συγνώμη για ό,τι λέω και όπως τα λέω. Είμαι του Δημοτικού και μιλώ από την καρδιά μου».
Ο συνεχιστής
Αναπόφευκτα η κουβέντα οδηγήθηκε και στον άνθρωπο που θα είναι ο συνεχιστής της.
Αναγνωρίζει ότι ο πάτερ Διονύσιος, με τον τρόπο του έχει τραβήξει πολύ κόσμο κοντά στο μοναστήρι, έχει κάνει πολλούς να ενδιαφερθούν, με τη βοήθεια του Χριστού και της Παναγίας πάντα που βοηθάνε. «Αν δεν βοηθούσε, δεν θα μπορούσαμε τόσα χρόνια να καθόμαστε εδώ. Από αυτό το μοναστήρι περάσανε κόρες, Άγιοι, Πατριάρχες. Ο Άγιος Νικηφόρος, ο Άγιος Νεκτάριος της Αίγινας έζησε εδώ τρία χρόνια. Επειδή ήταν μορφωμένος, ήταν δάσκαλος κι ήξερε γράμματα, τον είχαν γραμματέα». Ποιος το ήξερε αυτό; Από εδώ πέρασε κι ο Άγιος Παρθένιος.
Η χάρη του Αγίου Πνεύματος
Μας εξήγησε και το γιατί κατά την άποψή της καλόγεροι και καλόγριες πηγαίνουν και ζουν στα μοναστήρια και προσπαθούν με νηστεία και προσευχή να κατεβάσουν τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Το Άγιο Πνεύμα, η αγιοσύνη, σώζει την ψυχή τους. «Οι άνθρωποι τρέχουν στα μοναστήρια στενοχωρημένοι και θλιμμένοι και φεύγουν ανακουφισμένοι. Γιατί η χάρη του Αγίου Πνεύματος κατεβαίνει. Κι όταν κατέβει σκιάζει το μοναστήρι και με αυτήν τη δύναμη θαυματουργούν οι εικόνες. Έρχονται λαϊκοί και κάνουν παρακλήσεις, αφήνουν τάματα. Όλα αυτά είναι πόνος και δύναμη ψυχής. Είναι πίστη και αγάπη. Δίνουν και εισπράττουν αγάπη.»
Τα λεφτά
Η γερόντισσα δεν αποφεύγει τις κακοτοπιές. Έτσι, δεν αποφεύγει να μιλήσει με το δικό της τρόπο και για υλικά βάσανα της Εκκλησίας. «Λένε ότι οι παπάδες κι οι Δεσποτάδες έχουν πολλά λεφτά. Τους κατηγορούν γι’ αυτό». Εκείνη το αντιστρέφει, και λέει το άλλο. «Εσείς οι λαϊκοί, γιατί πάτε και τους τα δίνετε; Έρχονται άνθρωποι, που ενώ παπάς αρνείται να πάρει τα δώρα τους, πιέζουν πολύ και παρακαλούν να τα πάρουν, γιατί λένε ότι αλλιώς δεν θα πιάσει το τάμα. Και μετά πολλοί από αυτούς βγαίνουν και κατηγορούν τους παπάδες γιατί παίρνουν λεφτά».
Με υπερηφάνεια λέει, ότι στη Νέα Μονή δεν παίρνει κανένας χρήματα. Συμβουλεύει μάλιστα όλους όσους συμμετέχουν σε τέτοιες διαδικασίες, «να τα βάλουν όλα κάτω πια, να τα βρουν, να τα μαζέψουν και να χτίσουν το τάμα που έχουν κάνει».
Δεν μπορούν
Η επικοινωνία μας ολοκληρώνεται με μία πολύ ιδιαίτερη επισήμανσή της.
«Κάποιοι λένε ότι μπορούν να πιστεύουν και πιστεύουν, αλλά είναι δύσκολο να πιστέψουν όπως οι άνθρωποι που έχουν τη δύναμη να αφιερωθούν στο Θεό. Δεν μπορούν όλοι οι άνθρωποι να γίνουν καλόγεροι, δεν πρέπει όμως κιόλας. Ό,τι μπορεί ο καθένας κάνει κι ο Χριστός τους δέχεται όλους, εκτιμά ό,τι μπορεί να Του προσφέρει ο καθένας μας».
Τα έργα και η τύχη της Μονής
Η ίδια λέει ξεκάθαρα ότι δεν ήθελε να γίνουν αυτά τα έργα που έχει ξεκινήσει η Αρχαιολογία στη Μονή. Τελικά ο πάτερ Διονύσιος βρήκε τη λύση και μετέτρεψε προσωρινά σε ιερό τον ξενώνα. Τώρα, της αρέσει που προχωράνε κι έρχεται πολύς κόσμος και θαυμάζει το μοναστήρι. «Είμαι ικανοποιημένη γιατί ξέρω πια ότι όταν φύγω, αφήνω πίσω μου κάποιους ανθρώπους που θα συνεχίσουν το έργο που πρέπει».
Προσθέτει μάλιστα ότι οι υψηλά ιστάμενοι έπρεπε να είχαν φροντίσει να φέρουν νέους καλόγερους από αλλού, να βάλουν νέους ηγουμένους, να στηρίξουν καλά τα μοναστήρια που σβήνουν. «Αν δεν γίνει έτσι, θα μας τα πάρουν κάποια στιγμή. Η πολιτεία θα τα κάνει κοσμικά. Πρέπει να μπαίνουν ηγούμενοι, που είναι οι στηλοβάτες των μοναστηριών. Εδώ, τώρα υπάρχει ο πάτερ Διονύσιος, στα Ψαρά είναι ο πάτερ Ιωακείμ, στο Μερσινίδι ο πάτερ Βικέντιος, αυτά τα μοναστήρια θα συνεχίσουν να υπάρχουν. Δεν θα χαθούν οι περιουσίες τους. Η πνευματική και υλική τους δύναμη. Πολλοί εποφθαλμιούν να πάρουν τις περιουσίες των μοναστηριών αλλά δεν θα το καταφέρουν όσο ζει κι ένας μοναχός, μία καλόγρια μέσα σε αυτά».
από την εφημερίδα “Πολίτης” της Χίου

Δεν διακρίνεται φως, αλλά ελπίδα πάντα υπάρχει - Μεσογαίας Νικόλαος



undefinedΤου Γιώργου Θεοχάρη
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ ΚΑΙ ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΣΤΟ AGIORITIKOVIMA.GR-ΕΥΘΕΙΕΣ ΒΟΛΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ   ΕΞΑΠΟΛΥΕΙ Ο ΙΕΡΑΡΧΗΣ-ΤΙ ΛΕΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ, ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ ΚΑΙ ΤΟΝ ΘΕΟ.  (Συνέντευξη,Α΄ μέρος)
Βλέπετε τη παρουσία της Εκκλησίας;Ακούτε τη φωνή της ; Εμπνέεστε από τον λόγο και τη ζωή της; Πάντως όπου ακούγεται τέτοια φωνή υπάρχει ζωή, σημειώνει με ιδιαίτερη έμφαση ο μητροπολίτης Μεσογαίας Νικόλαος σε εφ όλης της ύλης συνέντευξη στο agioritikovima.gr εκφράζοντας με αυτό τον τρόπο την έντονη δυσαρέσκεια του για την τακτική που ακολουθεί η διοίκηση της. 
Παράλληλα,αναφέρεται στον φιλανθρωπικό λόγο που θα πρέπει να έχει η Εκκλησία, λέγοντας,΄΄ Πιστεύω ότι η Εκκλησία τώρα είναι που πρέπει να αγκαλιάσει τον αμαρτωλό, να προσφέρει κατανόηση και να ανοίξει τον δρόμο στους ειλικρινά μετανοούντες. Οι νέοι μας δεν την θέλουν, χωρίς όμως να την ξέρουν.΄΄Με ..μελανά γράμματα περιγράφει τη γενικότερη κατάσταση στην Ελλάδα, υπογραμμίζοντας, ότι ΄΄δεν διακρίνεται πουθενά φως, οικονομική καταστροφή, κοινωνική αποσύνθεση και εθνική κατάρρευση, αλλά η ελπίδα πάντα υπάρχει΄΄!
 -Σεβασμιώτατε, διανύουμε μία από τις δυσκολότερες περιόδους των τελευταίων ετών. Οικονομική κρίση, φτώχεια, περικοπές ...με αποτέλεσμα χιλιάδες οικογένειες να βρίσκονται σε απόγνωση. Πολλοί λένε ότι το Ελληνικό κράτος καταρρέει… Χιλιάδες Έλληνες αδυνατούν να καλύψουν τα βασικά έξοδα του μήνα, έχουν έρθει σε απόγνωση. Τι θα μας σώσει άραγε;
Έτσι όπως δείχνουν τα πράγματα, οδηγούμαστε εκεί που κι εσείς το περιγράφετε• σε οικονομική καταστροφή, κοινωνική αποσύνθεση και εθνική κατάρρευση. Δεν διακρίνεται πουθενά φως. Και αυτό που συνηθίζουμε να λέμε ότι δεν θα αφήσει ο Θεός, δεν είμαι τόσο αισιόδοξος ότι θα συμβεί. Ο Θεός κάποιες φορές ...αφήνει. Άφησε να γίνει η πτώση του Βυζαντίου και να ακολουθήσει η μαύρη περίοδος της Τουρκοκρατίας. Άφησε να επικρατήσει η επανάσταση των Μπολσεβίκων και να ακολουθήσει το σοβιετικό σκοτάδι στην Ορθόδοξη Ρωσία. Γιατί να μην αφήσει εμάς που Τον έχουμε αφήσει, που καθημερινά Τον σταυρώνουμε, που περιφρονούμε το θέλημά Του, που βρίζουμε το όνομά Του; Γιατί; Δεν υπάρχει ούτε ένα επιχείρημα: «ελασσονούσι φυλάς αμαρτίαι», λέγει στο βιβλίο των Παροιμιών. Οι αμαρτίες καταστρέφουν ολόκληρους λαούς, φυλές, εθνικές ιστορίες. Εμείς για ποιόν λόγο να ξεφύγουμε από αυτόν τον κανόνα;
-Δηλαδή δεν υπάρχει καμμία ελπίδα;
Είπα ότι δεν διακρίνεται φως, αλλά η ελπίδα πάντα υπάρχει, γιατί και ο Θεός πάντα περιμένει. Μία και μοναδική είναι η λύση. «Δικαιοσύνη υψοί έθνη». Η επιστροφή μας στον Θεό μας, το αγκάλιασμα της ιστορίας μας, η αξιοποίηση της παράδοσής μας, το ξαναζωντάνεμα της Εκκλησίας μας, η ανάσταση της πίστης μας. Αυτό λύνει και οικονομικά προβλήματα. «Η ευσέβεια προς πάντα ωφέλιμός εστιν, επαγγελία έχουσα ζωής της νυν και της μελλούσης». Η ευσέβεια λύνει τα προβλήματα και της παρούσης ζωής. Φέρνει τον Θεό ολοζώντανο και στην καθημερινότητα. «Οι δε εκζητούντες τον Κύριον ουκ ελαττωθήσονται παντός αγαθού». Αυτές είναι αδιαπραγμάτευτες αλήθειες. Το πείραμα έχει γίνει και πέτυχε. Καιρός να το επαναλάβουμε.
-Δεν θα έπρεπε έτσι να μας μιλάει η Εκκλησία;
Αυτός και μόνον είναι ο αιώνιος και διαχρονικός λόγος της Εκκλησίας. Αυτά που σας είπα δεν είναι δικά μου επινοήματα. Ανέφερα λόγια της Αγίας Γραφής και δανείστηκα αλήθειες από εκκλησιαστικούς ύμνους.
Νομίζετε ότι η Εκκλησία σήμερα είναι δίπλα στον άνθρωπο;
Το βασικό ερώτημα είναι αν είναι δίπλα στην αλήθεια της. Αν και κατά πόσον αυτήν ζει, αυτήν μαρτυρεί και αυτήν προσφέρει στον άνθρωπο. Αν ο λόγος της για τον Θεό πείθει, αν ο Θεός που κηρύττει είναι ζωντανός και της δίνει ζωή, αν τελικά μεταγγίζει πίστη, εμπνέει σε άγια ζωή, αν μεταμορφώνει τον κόσμο.
΄΄Το πρόβλημα είναι ότι την Εκκλησία μεθοδικά την πετάξαμε έξω από τη ζωή μας΄΄
-Το κάνει; Αρκετοί λένε ότι η Εκκλησία δεν έχει φωνή…
Εσείς τί λέτε; Πώς αισθάνεστε; Την ακούτε τη φωνή της; Βλέπετε την παρουσία της; Εμπνέεστε από τον λόγο και τη ζωή της; Μήπως πίσω από το ότι θέτετε το ερώτημα, κρύβεται η αποκαρδιωτική απάντηση; Πάντως όπου ακούγεται τέτοια φωνή υπάρχει ζωή. Και δόξα τω Θεώ μπορεί κανείς να βρει ακόμη στην εποχή μας εστίες αληθινής πίστης και ζωής.
-Άρα το πρόβλημα σήμερα είναι η σιωπή, η απουσία και η ασυνέπεια της Εκκλησίας.
Όχι, αυτό δεν είναι το πρόβλημα. Αυτό ίσως είναι μέρος της δυσκολίας να βγούμε από το δράμα μας, να αναστραφεί η καθοδική πορεία μας. Το πρόβλημα είναι ότι την Εκκλησία μεθοδικά την πετάξαμε έξω από τη ζωή μας, της αλλάξαμε την αποστολή, της δώσαμε άλλο ρόλο από αυτόν που της αρμόζει, την απονευρώσαμε εμείς οι ίδιοι ως κοινωνία.
-Ακούγεται κατά καιρούς ότι η Εκκλησία δεν στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων, προκειμένου να δώσει ένα χέρι βοηθείας στους αναξιοπαθούντες που σήμερα αυξάνονται ραγδαία λόγω της κρίσης. Δεδομένου, ότι ο φτωχός δεν έχει ανάγκη μόνο το φαγητό …Τι λέτε;
Είδατε; ακόμη κι εσείς αυτή τη στιγμή μιλάτε για μια εκκλησία εγκόσμιων προδιαγραφών, μια εκκλησία παράρτημα του Υπουργείου Πρόνοιας. Δεν είναι αυτό η Εκκλησία. Παρά ταύτα, στον τομέα της φιλάνθρωπης συμπαράστασης η προσφορά της Εκκλησίας ήταν και είναι ανεκτίμητη σε αυτόν τον τόπο. Έδωσε την περιουσία της σχεδόν ολόκληρη, έδωσε τον μηχανισμό της, έδωσε όσες φορές της ζητήθηκε το ζωντανό μήνυμά της, έδωσε στην ιστορία το αίμα των πιστών της, έδωσε ό,τι είχε και δεν είχε, έδωσε όλα τα δικαιώματά της, έδωσε την αξιοπρέπειά της. Και να τι εισπράττει τώρα. Να με ρωτάτε εσείς αν έχει σταθεί στο ύψος των περιστάσεων. Είναι δυνατόν;
΄΄Η Εκκλησία από σύμβολο δύναμης και έμπνευσης εκφυλίστηκε σε άχρηστο ιστορικό υπόλειμμα.΄΄
-Τότε γιατί δημιουργείται η εντύπωση ότι η Εκκλησία δεν ανταποκρίνεται στην αποστολή της. Τί θα έπρεπε δηλαδή να κάνει;
Αυτή είναι σωστή ερώτηση και δικαιολογημένη. Σταδιακά από τρυφερή μάνα του έθνους έγινε κακή μητριά, από μελωδία της ζωής μας κατήντησε παραφωνία, από σύμβολο δύναμης και έμπνευσης εκφυλίστηκε σε άχρηστο ιστορικό υπόλειμμα. Οι νέοι μας δεν την θέλουν, χωρίς όμως να την ξέρουν. Έχουν εκλείψει τα βιώματα της πίστης. Έχουν αποξενωθεί από την κουλτούρα της. Φαίνεται πως κυριάρχησε μια αμαρτωλή παραφροσύνη.
Ο Θεός έγινε «βαρύς και βλεπόμενος». Η Εκκλησία υπάρχει μόνον για να την πολεμούμε. Τί κρίμα! Σε αυτό όμως είμαστε όλοι συνυπεύθυνοι. Ρωτήσατε τί θα έπρεπε τώρα να κάνει. Πιστεύω ότι η Εκκλησία τώρα είναι που πρέπει να αγκαλιάσει τον αμαρτωλό. Αυτό αποτελούσε πάντοτε το κέντρο της αποστολής της. Θα αγκάλιαζε έτσι όλον τον κόσμο, γιατί όλοι είμαστε αμαρτωλοί. Όχι να μείνει με τους καλούς ούτε με τους ημέτερους. Αυτό δεν λέει τίποτα.
«Ο Θεός ήλθεν αμαρτωλούς σώσαι». Δεν εννοώ βέβαια να μοιράσει συγχωροχάρτια ούτε να ευτελίσει την αλήθεια. Αλλά να προσφέρει κατανόηση και να ανοίξει τον δρόμο στους ειλικρινά μετανοούντες. Υπάρχει πιο φιλάνθρωπος λόγος από την παραβολή του ασώτου; υπάρχει μεγαλύτερη έκπληξη από τη συγχώρηση της πόρνης; υπάρχει μεγαλύτερη ελπίδα από την υποδοχή του ληστή;

Επιστολή του πάπα Πίου του Β' προς τον Μωάμεθ δέκα χρόνια μετά την Άλωση


undefined 

    Eίχαν περάσει δέκα περίπου χρόνια από την Άλωση, οι σχέσεις της Kαθολικής Eκκλησίας με την (ανθενωτική) Eκκλησία της Aνατολής είχαν στην πραγματικότητα διακοπεί, όταν ο τότε πάπας της Pώμης Πίος ο B΄, ο κατά κόσμο Aeneas Sylvius Piccolomini, αποφασίζει να συντάξει μια επιστολή στα λατινικά, αποδέκτης της οποίας ήταν ο Mεχμέτ, ο Πορθητής της Kωνσταντινουπόλεως

Nα σημειωθεί αμέσως πως δεν είναι βέβαιο αν στάλθηκε τελικά το επιστολικό αυτό κείμενο στην Kωνσταντινούπολη, καθώς μάλιστα στα 1464 πέθανε ο επιστολογράφος, αλλά κανείς στην έρευνα δεν αμφισβητεί πως η επιστολή γράφτηκε (πιθανότατα στα τέλη του 1461) και πως αποτελεί ένα κείμενο που απηχεί τις απόψεις τού τότε πάπα· και ακόμα είναι εξακριβωμένο πως το κείμενο της επιστολής τυπώθηκε λίγα χρόνια αργότερα, πριν πάντως πεθάνει ο Πορθητής, στην Kολωνία, στο Tρεβίζο και στη Pώμη. Kατά συνέπεια τα περιεχόμενά της, ακόμα και αν η επιστολή δεν επιδόθηκε στον υπαρκτό παραλήπτη της, έγιναν -μπορούσαν να γίνουν- γνωστά στην Kωνσταντινούπολη με μια από τις πολλές εκδόσεις που γνώρισε το κείμενο της επιστολής. Διότι είναι δύσκολο να φανταστούμε πως ένα έντυπο με τον βαρύγδουπο τίτλο Pii Secundi Pontificis Maximi: Ad Illustrem Mahumetem, Turcorum Imperatorem, Epistula (Πίος ο B΄, Mέγας Ποντίφικας, προς τον Eκλαμπρότατον Mωάμεθ, αυτοκράτορα των Tούρκων, Eπιστολή), όπως τιτλοφορείται η επιστολή στην έκδοση για παράδειγμα του Tρεβίζο του 1475, δεν προκάλεσε το ενδιαφέρον κάποιου· και αυτός ο κάποιος, είτε ήταν πρεσβευτής είτε μέλος της κοινότητας των καθολικών που ζούσαν στην Kωνσταντινούπολη είτε υπέρμαχος των συμφερόντων της Πύλης, δεν θέλησε να προσφέρει αυτό το έντυπο -ή απλώς να το καταστήσει γνωστό- στον δηλούμενο αποδέκτη της περιεχόμενης επιστολής. Mε άλλα λόγια, μοιάζει απίθανο ο Πορθητής να μην έμαθε την πρόταση της Kαθολικής Eκκλησίας, έστω και αν ο πάπας που την συνέταξε είχε στο μεταξύ πεθάνει.

H πρόταση της Kαθολικής Eκκλησίας

H Oρθόδοξη Eκκλησία μέσω της εμπλοκής του Πορθητή στα της επαναλειτουργίας του Πατριαρχείου Kωνσταντινουπόλεως του είχε προσφέρει, όπως είδαμε στο προηγούμενο άρθρο μας, μια έμμεση νομιμοποίηση στις συνειδήσεις τουλάχιστον των χριστιανών υπηκόων της αυτοκρατορίας. H Kαθολική Eκκλησία ήταν περισσότερο ριζοσπαστική στις υποσχέσεις της αλλά και λίγο, ίσως, ουτοπική στον οραματισμό της.

Mολονότι το κείμενο της επιστολής είναι μακρότατο (στην έκδοση του Tρεβίζο κατελάμβανε 56 τυπωμένα φύλλα, 112 σελίδες), αξίζει να παρακολουθήσουμε εδώ τα κύρια σημεία, εκείνα τουλάχιστον που έχουν σχέση με τη νομιμοποίηση του Πορθητή και τις αναφορές στην Oρθόδοξη Eκκλησία, για να δικαιολογήσουμε και τους παραπάνω χαρακτηρισμούς.

Aποκάλεσα την πρόταση της Kαθολικής Eκκλησίας «λίγο, ίσως, ουτοπική», διότι ζητούσε από τον χαλίφη Πορθητή να βαπτιστεί και να γίνει χριστιανός, να αλλάξει το θρήσκευμά του χάνοντας έτσι τη νομιμοποιητική βάση της εξουσίας του για τους μουσουλμάνους υπηκόους του - οραματιζόμενη μάλιστα την πράξη του αυτή να την ακολουθούσαν και οι άλλοι μη χριστιανικοί λαοί της Aνατολής. Kαι ήταν «ριζοσπαστική», διότι η νομιμοποίησή του από την Kαθολική Eκκλησία θα ήταν άμεση και ανεπιφύλακτη: θα σε εγκαταστήσουμε νόμιμο ηγεμόνα όλων αυτών των λαών, «θα σε ονομάζουμε αυτοκράτορα των Eλλήνων και της Aνατολής» («Nos te Graecorum et Orientis imperatorem appellabimus»), του υπόσχεται ο πάπας Πίος B΄, και δεν θα προσφέρουμε πλέον τη βοήθειά μας σε όλους εκείνους τους χριστιανούς που φεύγουν από το κράτος σου και έρχονται σε μας.

Στο εύλογο ερώτημα: βάσει ποιας νομιμότητας η Kαθολική Eκκλησία θα έχριζε και θα εγκαθιστούσε τον, χριστιανό πλέον, Πορθητή της Kωνσταντινούπολης σαν νόμιμο ηγεμόνα των Eλλήνων και της Aνατολής; Η απάντηση ούτε απλή είναι, ούτε στην πραγματικότητα αφορούσε τον Πορθητή· έχει να κάνει με τα πολιτικά ιδεολογήματα του δυτικού κόσμου για τους νόμιμους διαδόχους του ρωμαϊκού κράτους.

H Kαθολική Eκκλησία, που τον 8ο αιώνα είχε εμφανιστεί σαν κληροδόχος μετά την πτώση του δυτικού ρωμαϊκού κράτους του imperium romani, κληροδόχος ενός δικαιώματος που το παραχώρησε, τα Xριστούγεννα του 800 μ.X., στον Kαρλομάγνο, θέλησε τον 15ο αιώνα, μετά την πτώση του ανατολικού ρωμαϊκού κράτους, του βυζαντινού κράτους, να εμφανιστεί και πάλι σαν νόμιμη διάδοχος του αντίστοιχου imperium και διαπραγματευόταν να το παραχωρήσει, υπό όρους, στον νέο κυρίαρχο της Kωνσταντινούπολης.

Το δέλεαρ της νομιμοποίησης

O πρώτος όρος που έθετε ο επικεφαλής της Kαθολικής Eκκλησίας ήταν ο Πορθητής να γίνει χριστιανός, το δεύτερο που έπρεπε να υποσχεθεί ήταν ότι θα προσέφερε τον ισχυρό βραχίονά του, προκειμένου να τιμωρηθούν όλοι εκείνοι που πλήττουν τα δικαιώματα της Kαθολικής Eκκλησίας και επαναστατούν εναντίον της μητέρας Eκκλησίας τους. Σαφής νομίζω αναφορά στους ανθενωτικούς που δεν ήθελαν να εφαρμόσουν όσα αποφασίστηκαν στη Σύνοδο της Φλωρεντίας και τώρα συνεργάζονταν μαζί του. Θα ζητήσουμε τη βοήθειά σου, γράφει ο Πίος ο B΄ στην επιστολή του συνοψίζοντας στο σημείο αυτό όλα όσα αναφέραμε πιο πάνω, όπως έκαναν οι προκάτοχοί μου, οι πάπες Στέφανος, Aδριανός και Λέων που ζήτησαν βοήθεια από τον Πεπίνο και τον Kαρλομάγνο εναντίον των Λομβαρδών· και όταν τους ελευθέρωσαν τους μεταβίβασαν το imperium που κρατούσαν από τους Έλληνες. H αναφορά που υποθέσαμε πιο πάνω πως γίνεται στους ανθενωτικούς, σε άλλο σημείο της επιστολής είναι ρητή: «Oι Έλληνες είχαν εγκαταλείψει την Ένωση με την Eκκλησία της Pώμης, όταν εσύ κατέκτησες την Kωνσταντινούπολη», γράφει επί λέξει ο πάπας στον Πορθητή, «δεν αποδέχονταν πλέον τις αποφάσεις της Συνόδου της Φλωρεντίας και έμεναν μέσα στην πλάνη. Oι απόψεις τους για το Άγιο Πνεύμα και το Kαθαρτήριο δεν είναι σύμφωνες με την αληθινή πίστη».

H ιστορική σημασία της επιστολής

H επιστολή όπως είπαμε δεν επιδόθηκε ίσως ποτέ στον υπαρκτό αποδέκτη της· η συγγραφή της όμως και το δημοσιευμένο κείμενό της έμειναν ως ένα τεκμήριο των απόψεων, των αντιδράσεων καλύτερα, της Kαθολικής Eκκλησίας στο modus vivendi που λίγους μήνες μετά την Άλωση βρέθηκε στην Aνατολή ανάμεσα στον Πορθητή και εκείνους (τους ανθενωτικούς) που επάνδρωσαν την Oρθόδοξη Eκκλησία. Έμεινε ως μια αντιπρόταση της Kαθολικής Eκκλησίας στην πολιτική λύση της έμμεσης νομιμοποίησης που η Oρθόδοξη Eκκλησία προσέφερε στον νέο, μη χριστιανό, κυρίαρχο της Aνατολής. Aν όμως η επιστολή, μολονότι δεν επιδόθηκε, έγινε γνωστή, όπως υποθέσαμε, στον Πορθητή, ιστορική σημασία έχει και η σιωπή του. Δεν έγινε χριστιανός και φαίνεται πως δεν τον συγκλόνισε το γεγονός που του επισήμανε ο πάπας, ότι οι χριστιανοί υπήκοοί του είχαν λανθασμένες απόψεις για το «Άγιο Πνεύμα και το Kαθαρτήριο». Aρκέστηκε προφανώς στην πολιτική λύση που είχε σχεδιαστεί μετά την Άλωση, η οποία του επέτρεπε να διατηρεί το θρήσκευμά του -νομιμοποιητική βάση της εξουσίας του για τους μουσουλμάνους υπηκόους του- και του έδινε μιαν έμμεση νομιμοποίηση, με την εμπλοκή του στα εκκλησιαστικά της Oρθόδοξης Eκκλησίας, για τους χριστιανούς υπηκόους του. Έχασε έτσι την ευκαιρία να γίνει ένας νέος Kαρλομάγνος, «αυτοκράτορας των Eλλήνων και της Aνατολής» με τις ευλογίες της Kαθολικής Eκκλησίας, και αρκέστηκε στον διττό ρόλο του χαλίφη αυτοκράτορα, με την Oρθόδοξη Eκκλησία -και ό,τι αυτή εξέφραζε, δηλαδή την κοινωνία των ορθόδοξων Pωμιών- να επιβιώνει, με πολλές είναι αλήθεια θυσίες, στην Aνατολή μέσα στον κλοιό της νέας αυτοκρατορίας.

Η ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΣΗΜΕΙΟ ΚΑΜΠΗΣ



undefined
Η ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
Σημείο καμπής 
ΣΚΕΨΕΙΣ ΣΧΟΛΙΑ ΣΥΓΚΡΙΣΕΙΣ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΙ
Υπτγος ε.α. Βασίλειος Διάμεσης,
τ. Καθηγητής ΣΣΕ, Μέλος ΔΣ ΣΕΕΘΑ

«Η Ιστορία επαναλαμβάνεται» «Οι αιώνες αντιγράφουν αλλήλους»
Ή εάν θέλετε:
«Τα αυτά αίτια άγουν εις τα αυτά αποτελέσματα»

     Θα εθεωρούμην κομίζων γλαύκα εις Αθήνας, εάν σας παρέθετα μια απλή και ξηρά αφήγηση των γεγονότων, τα οποία άλλωστε είναι λίγο πολύ γνωστά. Δεν μπορούμε όμως, παρά να σταθούμε σε ορισμένα από αυτά. Η ιστορία τιμωρεί τους λαούς που παραμελούν την άμυνά τους. Όταν ανήλθε στο θρόνο ο Κωνσταντίνος Πα­λαιολόγος, ανελάμβανε το σταυρόν του μαρτυρίου που του επεφύλασσε η μοίρα της Ιστορίας. Περιεβλήθη τον ακάνθινο στέφανο του αγωνιώντος Βυ­ζαντίου. Γιατί όμως;
Η Πόλη περιζώνεται από παντού από τον εχθρό, σε διάστημα πολλών ήδη ετών. Δε διαθέτει οργανωμένο σύστημα άμυνας, ούτε ικανή φρουρά.
Γιατί η 29η Μαΐου; Κατ' αρχήν είναι μνημόσυνο στους πεσόντες. Ο Ελληνι­σμός θρηνεί. Αλλά και θυμάται, συγκρίνει, προβληματίζεται.
Στη διαδρομή της Ιστορίας, όλα σχε­δόν τα Έθνη έχουν να καταγράψουν σελίδες δόξης, αλλά και καταισχύνης. Είναι λοιπόν προφανές ότι, όπως διδασκόμεθα και εορτάζουμε τις επιτυχίες μας, κατά παρόμοιο τρόπο πρέπει να προβληματιζόμεθα και διδασκόμεθα από τις αποτυχίες και τα λάθη μας. Αυτά όμως πρέπει να μην επαναλαμβάνονται και να είναι κατά το δυνατόν επανορθώσιμα. Νομίζω ότι περιττεύει να αναφέ­ρω σχετικά παραδείγματα.
Ο διαπρεπής Βρετανός Βυζαντινολό­γος, Σερ Στίβεν Ράνσιμαν αναφέρει στο έργο του, «Η Άλωση της Κωνσταντινου­πόλεως», τα εξής:
«Αυτή η Δ' Σταυροφορία του 1204 έθεσε τέρμα στην παλιά Ανατολική Αυ­τοκρατορία ως υπερεθνικό κράτος. Η Αυτοκρατορία που αποκαταστάθη­κε από τον Μιχαήλ Παλαιολόγο το 1261 δεν ήταν πια η κυριαρχούσα δύναμη στη Χριστιανική Ανατολή. Ο Αυτοκράτωρ εξακολουθούσε να είναι, τουλάχιστον στα μάτια των Ανατο­λικών, ο Ρωμαίος αυτοκράτορας, αλλά στην πραγματικότητα ήταν μόνο ένας ηγεμόνας μεταξύ άλλων, εξ ίσου ή περισσότερον ισχυρών».
Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, όταν επέστη η στιγμή, ήταν αδύνατο να ξε­φύγει από το πεπρωμένο που του είχαν υφάνει οι κληρονομικές και ιστορικές του καταβολές. Ήταν Έλληνας και συγχρόνως Αυτο­κράτωρ. Μετέφερε, μέσα από τα βάθη των αιώνων, το Λεωνίδα της Σπάρτης και τον Κόδρο των Αθηνών. Η απάντηση επομένως προς τον Μωάμεθ ήταν ανα­μενόμενη. «Κοινή γαρ γνώμη αυτοπρο­αιρέτως αποθανούμεν και ου φεισόμεθα της ζωής ημών». Έμεινε, παρά τις δελεαστικές προτά­σεις, πολέμησε και χάθηκε μαχόμενος στην Πύλη του Ρωμανού. Η Πόλη δεν πα­ραδόθηκε, αλλά καταλήφθηκε όταν έπεσε και ο τελευταίος υπερασπιστής της.
Όσο για το μεγαλείο και τα επιτεύγμα­τα του Βυζαντίου και της αρχαίας Ελλά­δος, ας θυμηθούμε τα λόγια του καθηγη­τού της Οξφόρδης Σερ Λίβινγκστον:
«Εάν επρόκειτο τα πάντα να κατα­στραφούν, δύο μόνο φάροι θα ήθελα να διασωθούν. Ο Παρθενών και η Αγία Σοφία, η οποία είναι η συνισταμένη του ολοκληρωμένου Βυζαντινού πολι­τισμού, όπως και ο Παρθενών είναι το κορύφωμα της αθηναϊκής μεγαλοφυίας. Οι Έλληνες μπορούν να είναι υπερήφα­νοι και για τα δύο».
Χάσαμε το καλλιτεχνικό και πνευματι­κό αριστούργημα παγκοσμίου ακτινοβο­λίας, την Αγία Σοφία, και μαζί μας όλος ο πολιτισμένος κόσμος.
Αν θέλουμε λοιπόν να διατηρήσουμε τον Παρθενώνα, τον τηλαυγή αυτό φάρο της ανθρωπότητας, ας έχουμε κατά νουν, συνεχώς και αδιαλείπτως, τα λόγια του διαπρεπούς συγγραφέα Στέφαν Τσβάιχ, από το μνημειώδες έργο του, «Οι μεγάλες ώρες της Ανθρωπότητας»:
«Στην Ιστορία, όπως και στη ζωή, καμιά λύπη, καμιά μεταμέλεια δε μπο­ρούν ν' αναπληρώσουν την απώλεια μιας μοιραίας στιγμής όπως και χίλια χρόνια δεν μπορούν να εξαγοράσουν μιας ώρας απερισκεψία».
«Η ανθρωπότητα δε θα μπορέσει ποτέ να εκτιμήσει εις όλη του την έκτα­ση το κακό που μπήκε από την Κερκόπορτα εκείνη τη μοιραία ώρα, ούτε τι έχασε ο κόσμος του πνεύματος με την κατάληψη του Βυζαντίου».

ΠΩΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΕΤΑΙ ΟΜΩΣ Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΚΟΤΕΡΗ ΕΙΚΟΝΑ ΤΟΥ ΒΥΖΑ­ΝΤΙΟΥ ΛΙΓΑ ΧΡΟΝΙΑ ΠΡΟ ΤΗΣ ΑΛΩΣΕΩΣ;
Κάθε άνθρωπος και κάθε Έθνος είναι στενά συνδεδεμένα με την Ιστορία και το παρελθόν τους και δεν είναι εύκολο να απεμπλακούν από αυτά. Μια σειρά λαμπρών αυτοκρατόρων στρατηλάτων, όπως ο Νικηφόρος Φωκάς, ο Ιωάννης Τσιμισκής και ο Βασίλειος ο Βουλγαροκτόνος, θα οδηγήσουν το Βυζάντιο σε πολεμικούς θριάμβους, αλλά και σε ειρηνικά επιτεύγματα, έτσι ώστε η περίοδος 945-1025, δίκαια να ονομασθεί εποχή της μεγαλύτερης ακμής και δόξας της μεγάλης Ελληνικής Αυτοκρατορίας. Είναι βέβαιο όμως ότι το «τηρήσαι τα αγαθά χαλεπώτερον του κτήσασθαι».

ΠΟΙΑ ΗΤΑΝ ΟΜΩΣ Η ΑΡΧΗ ΚΑΙ ΤΑ ΑΙΤΙΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΚΜΗΣ;
Όταν πέθανε ο Βασίλειος ο Β', το 1025, τα σύνορα του Βυζαντίου εκτείνο­νταν από το Δούναβη, ως την Αρμενία και τη Συρία. Η στρατιωτική του ισχύς και ο πληθυσμός του, μαζί με την πολιτι­στική και θρησκευτική του ακτινοβολία, το καθιστούσαν μια μεγάλη παγκόσμια δύναμη της εποχής. Η θέση του Βυζα­ντίου και η πρόσφατη επέκταση των εδαφών του, θα προκαλέσουν οικονομι­κή άνοδο και ευημερία, που θα εμφανι­στούν πιο έντονα στην πρωτεύουσα και λιγότερο ή και καθόλου στις επαρχίες. Αυτή η ευημερία και η μη ύπαρξη αξιό­λογου εξωτερικού εχθρού την εποχή εκείνη, θα δημιουργήσουν στους ηγέτες και την αριστοκρατία της Πόλης ένα πνεύμα ασφαλείας, που δεν θα αργήσει να προκαλέσει τάσεις ευζωίας, ευδαιμο­νισμού, ραστώνης ή ακόμη και αδιαφο­ρίας, τόσο για τη στρατιωτική οργάνωση και ασφάλεια του Κράτους, όσο και για τα προβλήματα των επαρχιών.
Έτσι, κατά την εποχή των διαδόχων του Βασιλείου του Β', θα αρχίσει να εμ­φανίζεται δυσαρέσκεια, κυρίως των Ανα­τολικών επαρχιών, έναντι του κέντρου. Η ανισότητα αυτή θα ενισχυθεί από θρη­σκευτικές διακρίσεις, διωγμούς και, κυρί­ως, καταπιεστική φορολογική πολιτική, που θα φέρει οικονομική κρίση στους μικρούς και μεσαίους ιδιοκτήτες γης.
Όμως οι άνθρωποι αυτοί αποτελούσαν βάθρο για τη στρατιωτική οργάνωση και ασφάλεια του Κράτους, γιατί, είτε σαν Ακρίτες, είτε σαν προσωπικό του στρα­τού των Θεμάτων, έδιναν τον εθνικό χαρακτήρα στο Βυζαντινό στρατό.
Η οικονομική καχεξία των μικροκτηματιών θα προκαλέσει τη μετακίνηση τους προς τα αστικά κέντρα, ενίσχυση των μεγάλων κτημάτων των στρατιωτικών επαρχιών και, τέλος, τάσεις ανυπακοής των τελευταίων προς τον Αυτοκράτορα.
Η στρατιωτική οργάνωση του Βυ­ζαντίου θα δεχθεί ένα αληθινά καίριο πλήγμα, όταν ο Κωνσταντίνος ο Μονο­μάχος θα επεκτείνει το μέτρο εξαγο­ράς της στρατιωτικής θητείας και στις δυσαρεστημένες Ανατολικές επαρχίες. Συγχρόνως, η κεντρική εξουσία θα γίνει απόλυτα συγκεντρωτική και θα περάσει στα χέρια διανοούμενων γραφειοκρα­τών της πρωτεύουσας.
Από την εποχή αυτή παρατηρείται ενίσχυση του μισθοφορικού στρατού και, αντίστοιχα, αποδυνάμωση του στρα­τού των θεμάτων, που, κυριολεκτικά, θα μείνουν σχεδόν ανυπεράσπιστα. Αυτές οι συνθήκες θα επιδεινωθούν, συν τω χρόνω, από γενική αποδιοργάνωση του Κράτους, δυναστικές έριδες και στρατιω­τικές επαναστάσεις. Έτσι, μέσα σ' αυτό το γενικό κλίμα, θα εμφανισθούν περί τα μέσα του 11 ου αιώνα, στα Ανατολικά σύνορα, οι Ογούζοι ή Σελτζούκοι Τούρκοι, λαός νομαδικός και πολεμικός. Φανατι­σμένοι από τα κηρύγματα του Ισλάμ, θα προσπαθήσουν να κυριαρχήσουν στις Ανατολικές επαρχίες. Ολιγαρκείς και αν­θεκτικοί πολεμιστές, εξαίρετοι ιππείς και τοξότες, μπορούσαν να μετακινούνται εύκολα, να επιτίθενται αιφνιδιαστικά και να φεύγουν γρήγορα. Φαίνεται όμως, ότι και το Σχίσμα των Εκκλησιών, το 1054, άσκησε σημαντική επίδραση στην επιδεί­νωση της κατάστασης.
Μετά από λίγα χρόνια ακολουθεί η ολοκληρωτική καταστροφή ενός ευά­ριθμου αλλά ανομοιογενούς μισθοφο­ρικού στρατού, στη γνωστή μάχη τουΜατζικέρτ, κοντά στη λίμνη Βαν της Ανατολίας, το 1071. Τα αποτελέσματα ήταν τραγικά για τον Ρωμανό Δ' Διογέ­νη και το Βυζάντιο.

ΤΙ ΕΠΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕ ΣΤΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ;
Η τύφλωση του Ρωμανού και ο εμφύ­λιος πόλεμος θα επιτρέψουν στον Αλπ Αρσλάν την ολοκληρωτική σχεδόν κατά­ληψη της Μ. Ασίας και την εγκαθίδρυση σ' αυτή, μέσα σε 10 χρόνια, ενός ισχυρού τουρκικού κράτους. Με τον τρόπο αυτό, οι Τούρκοι επέτυχαν μέσα σε 10 μόνο χρόνια (10711081) ό,τι δεν επέτυχαν οι Άραβες σε 3 ολόκληρους αιώνες.
Η 2η χαριστική βολή θα δοθεί μετά από 105 χρόνια, το 1176, στη μάχη του Μυριοκέφαλου, που βρίσκεται στις πη­γές του Μαιάνδρου Ακά, της σημερινής πόλεως Ντενισλί της Δυτικής Μικράς Ασίας.
Όμως παρά τις δύο αυτές αποτυχίες του Μάτζικερτ και του Μυριοκέφαλου, η δυνα­στεία των Κομνηνών, που επακολούθησε, θεωρείται γενικά σαν περίοδος ανόρθωσης και ακμής του Βυζαντίου. Κατά τη διάρκεια της, η Αυτοκρατορία όχι μόνο κατόρθωσε να αναδιοργανωθεί, αλλά απέκρουσε σημαντικούς εχθρούς όπως Νορμανδούς, Σταυ­ροφόρους και Τούρκους και κατάφερε να επεκτείνει και σταθεροποιήσει τα σύνορα της τόσο στην Ευρώπη, όσο και στη Μικρά Ασία. Το πιο σοβαρό πλήγμα καταφέρθηκε από τους Σταυροφόρους το 1204. Ο γνω­στός διαπρεπής Βυζαντινολόγος Ράνσιμαν, γράφει: «Η δυνατότητα κατακτήσεως της Πόλης υπό των Οθωμανών οφείλεται στο έγκλημα των Σταυροφόρων. Στις 29 Μαΐου 1453 ένας πολιτισμός σαρώθηκε αμετάκλη­τα». Έτσι κατερρίφθη και το άπαρτο της Βασιλεύουσας.

ΠΩΣ ΕΞΕΛΙΧΘΗΚΕ Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ;
Η ίδρυση και γρήγορη σχετικά επέ­κταση του Οθωμανικού κράτους από τις αρχές του 14ου αιώνα, δεν οφειλόταν μόνο στη στρατιωτική του ισχύ και το θρησκευτι­κό φανατισμό των υπηκόων του. Έχει την αιτία του, κυρίως, στους εμφύλιους αγώνες κατά την εποχή των διαδόχων του Μιχαήλ Η' Παλαιολόγου, το γνωστό εθνικό σπορ των Ελλήνων. Άλλο αίτιο, της μη έγκαιρης καταπολέμησης των Οθωμανών στη Μ. Ασία, ήταν η απασχόληση του Βυζαντίου στη Δύση, για την απόκρουση μιας πιθα­νής επιθέσεως, που επί χρόνια προπαρα­σκευαζόταν από τον Κάρολο Ανδεγαυινό (Charles d' Anzou). Η επίθεση αυτή, τελικά, δεν πραγματοποιήθηκε, αλλά τα ανατολι­κά εδάφη της Αυτοκρατορίας έμειναν για σημαντικό χρόνο ακάλυπτα από δυνάμεις, με αποτέλεσμα την επικράτηση εκεί των Οθωμανών. Πέρα όμως από τους παραπά­νω λόγους, η δημιουργία στα Βαλκάνια, κατά την εποχή των Παλαιολόγων, ενός ισχυρού Σερβικού κράτους, θα συμβάλει στην αποδυνάμωση του Βυζαντίου και, επομένως, θα βοηθήσει έμμεσα την Οθω­μανική επέκταση.
Το 1354 οι Οθωμανοί πέρασαν στην Ευρώπη και κατέλαβαν την χερσόνησο της Καλλίπολης. Εκεί εγκατέστησαν αμέ­σως Τούρκους εποίκους, κατά τη γνωστή τακτική τους. Το ευρωπαϊκό αυτό προγε­φύρωμα των Οθωμανών και η ανυπαρξία ικανής στρατιωτικής δύναμης στη Θράκη για να τους αναχαιτίσει, θα επιτρέψουν την κεραυνοβόλα επέκταση τους στη Χερσόνησο του Αίμου επί του Μουράτ του Α' (1360-1389) και ιδίως του Βαγιαζήτ 1389-1402. Και ενώ όλα, σχεδόν, είναι έτοιμα για την κατάκτηση των τελευταίων προπυργίων του Βυζαντίου, ένα αναπά­ντεχο γεγονός θα παρατείνει τη ζωή του Ελληνικού κράτους για άλλα 50, περίπου, χρόνια. Ήταν η εμφάνιση ενός ισχυρού, μογγολικού στρατού στην ανατολική Μ. Ασία, υπό τον περίφημο για την αγριότη­τα και τις κατακτήσεις του Ταμερλάνο. Η κρίσιμη μάχη μεταξύ Οθωμανών και Μογγόλων θα δοθεί στην Άγκυρα, στις 28 Ιουλίου 1404. Οι Οθωμανοί θα συντριβούν ολοκληρωτικά και θα συλληφθεί αιχμά­λωτος και ο σουλτάνος Βαγιαζήτ, που θα πεθάνει μετά από λίγο στην αιχμαλωσία.
Η καταστροφή του Οθωμανικού στρα­τού στην Άγκυρα και ο θάνατος του Βαγιαζήτ θα προκαλέσουν εμφύλιους πολέμους επί 20, περίπου, χρόνια μεταξύ των διαδό­χων του και, μοιραία, την εξασθένηση των Οθωμανών. Δυστυχώς όμως το Βυζάντιο, την εποχή εκείνη, δε θα έχει πια τη δύναμη να ανορθωθεί και, έτσι, δεν θα μπορέσει να επωφεληθεί από τις έριδες των Τούρκων. Είναι μια θνήσκουσα, μόνο κατ' όνομα, «Αυ­τοκρατορία». Από τους εμφύλιους σπαραγμούς των Τούρκων δε θα επωφεληθούν ούτε οι Βαλκανικοί λαοί ούτε οι Λατίνοι. Θα έλθει λοιπόν ένα νέος Σουλτάνος, ο Μουράτ Β' (1421-1451), που, όχι μόνο, θα υποτάξει όλους τους αποστάτες και τους υποτελείς τους στα Βαλκάνια και την Ασία, αλλά θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για νέα σημαντική επέκταση της αυτοκρα­τορίας του στο Βορρά. Μέσα στην τουρκι­κή πλημμύρα απέμεναν τρεις σημαντικές ελληνικές νησίδες: η Κωνσταντινούπολη,
η Πελοπόννησος και η Θεσσαλονίκη. Ο Μουράτ θ' αρχίσει από την τελευταία, που μετά από πολιορκία, θα καταλάβει και θα καταστρέψει το 1430. Και εδώ η σφαγή και ο εξανδραποδισμός των κατοίκων ήταν, σχεδόν, γενικός.

ΤΙ ΣΥΝΕΒΗ ΟΜΩΣ ΤΑ ΕΠΟΜΕΝΑ ΧΡΟΝΙΑ;
Οι συστηματικές προσπάθειες του Μωάμεθ για κατάκτηση της Πόλης θα αρχίσουν από το χειμώνα του 1451/52.
Στις 26 Ιανουαρίου 1453, δύο γενουάτικα πλοία μετέφεραν 700 πολεμιστές στη Βυζαντινή πρωτεύουσα. Αρχηγός τους ήταν ο έμπειρος στρατιωτικός Ιω­άννης Ιουστινιάνης. Στις 23 Μαρτίου οι διπλωματικές διαπραγματεύσεις με τον Σουλτάνο είχαν οριστικά αποτύχει. Ο Κωνσταντίνος του έγραφε «...και κλείων τας πύλας της Πρωτευούσης θα υπερα­σπίσω το λαό μου μέχρι της τελευταίας ρανίδος του αίματος μου».
Στις 17 Απριλίου κηρύχθηκε επίσημα η πολιορκία. Γύρω στις 20 του ιδίου μη­νός έφτασαν στην Πόλη, φορτωμένα με προμήθειες, 3 γενουάτικα καράβια και 1 βυζαντινό υπό τον ικανό και έμπειρο καπετάνιο Φλαντανέλα. Επακολούθησε φοβερή ναυμαχία.
Υπερίσχυσαν οι Χριστιανοί. Ο Σουλ­τάνος καθήρεσε το ναύαρχο του, διέτα­ξε να μαστιγωθεί και τον άφησε να πεθάνει στην αφάνεια και τη φτώχεια. Εφαρμόστηκε έτσι το γνωστό στους Τούρκους «τίμημα της αποτυχίας».
Η μικρή αυτή ενίσχυση ήταν και η τελευ­ταία τονωτική ένεση. Η αναμενόμενη τελικά βοήθεια από τη Δύση δε θα φθάσει ποτέ.
Θα μπορούσαν άραγε οι Δυτικοί της εποχής εκείνης να φανταστούν ότι η, εν τη γενέσει της τότε και μετέπειτα, Οθωμα­νική Αυτοκρατορία θα έκρουε απειλητικά τις Πύλες της Ευρώπης, κατά τις μάχες της Βιέννης μετά από δυο περίπου αιώνες;
Φαίνεται όμως ότι η Ιστορία εκδικείται και τιμωρεί τους αμνήμονες. Τις επόμενες ημέρες, επειδή η κατάσταση εξελισσόταν δυσμενώς, πολλοί Βυζαντινοί και ξένοι συμ­βούλευαν τον Αυτοκράτορα να εγκαταλεί­ψει την Πόλη και να συνεχίσει τον αγώνα από την Πελοπόννησο. Και η μεγαλειώδης απάντηση: «Μου είναι αδύνατο να φύγω. Ποτέ δε θα σας αφήσω. Είμαι αποφασισμέ­νος να πεθάνω εδώ μαζί σας».
Οι αλλεπάλληλες αποτυχίες του Μωά­μεθ, θα τον αναγκάσουν να στείλει πρέ­σβη στον Κωνσταντίνο. Η πρόταση: να του παραδώσουν την Πόλη, με αντάλλαγμα την αποχώρηση του Αυτοκράτορα και όσων κατοίκων το επιθυμούσαν με τα υπάρχοντά τους. Η απάντηση διαπνεόταν από υψηλό πνεύμα αποφασιστικότητας, αξιοπρέπειας, ευθύνης, αυτοθυσίας και ήθους. Ήταν το μεγάλο και ηρωικό «ΟΧΙ» του τελευταίου και μαρτυρικού Βυζαντι­νού Αυτοκράτορα. Με αυτό, η θυσία τουθα περάσει από την ιστορία στο θρύλο.
Στις 28 Μαΐου, οι Τούρκοι άρχισαν να μεταφέρουν κοντά στα τείχη σκάλες και διάφορα προκαλύμματα για την έφοδο. Τα ξημερώματα της Τρίτης, 29 Μαΐου, άρ­χισε η επίθεση σε πολλά μέρη των τειχών, με κύρια όμως προσπάθεια στην Πύλη του Αγίου Ρωμανού, όπου το τείχος ήταν σχεδόν κατεστραμμένο. Δύο έφοδοι θα αποτύχουν και αμέσως οι Τούρκοι θα προ­χωρήσουν σε τρίτη με ανανεωμένες δυνά­μεις. Κατά την έφοδο αυτή, τραυματίζεται ο Ιουστινιάνης, του οποίου η αποχώρηση φαίνεται ότι παρέσυρε σε φυγή και τους Λατίνους συμπολεμιστές. Από το κενό θα αρχίσουν να εισβάλουν στην πόλη χιλιάδες Τούρκοι, που εύκολα θα εξουδετερώσουν από τα νώτα τους υπερασπιστές του τείχους. Τότε ηκούσθη η κραυγή «Η ΠΟΛΙΣ ΕΑΛΩ». Ακολούθησε έσχατη αντίσταση στους δρόμους της πόλεως. Κατ' αυτή, θα σκοτωθεί πολεμώντας σαν απλός στρατιώ­της και ο Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος.
Προηγουμένως ανέκραξε ο Έλληνας ηγεμών: «Δεν υπάρχει Χριστιανός να πά­ρει την κεφαλήν μου;», ή κατ' άλλους, «Η πόλις αλίσκεται και εγώ έτι ζω;»
Θα επακολουθήσει γενική λεηλασία και καταστροφή, κατά την οποία, όσοι κάτοικοι δε σφαγούν, θα οδηγηθούν στα σκλαβοπάζαρα. Ο θάνατος του Κωνστα­ντίνου και η κατάληψη της Πόλης θα σημάνουν την οριστική κατάλυση της χιλιόχρονης Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και την αρχή της μακράς περιόδου των δεινών της δουλείας.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Το αίσθημα ασφαλείας, η παραμέληση των επαρχιών της περιφέρειας και η εξα­γορά της στρατιωτικής θητείας, σε συν­δυασμό με τις εσωτερικές πολιτικές και θρησκευτικές έριδες, θα προκαλέσουν σταδιακά την αποδιοργάνωση του Κρά­τους και του στρατού, που θα μεταβληθεί από εθνικός σε μισθοφορικό.
Η εξασθένηση του στρατού και, κυ­ρίως, οι ήττες στο Ματζικέρτ και το Μυριοκέφαλο, θα γίνουν αιτία σταδιακής εγκαταστάσεως, αρχικά, και επεκτάσεως, μετέπειτα, των Σελτζούκων στη Μικρά Ασία και μεθοδικού εξισλαμισμού της. 
Η Δ' Σταυροφορία, το 1204, έθεσε τέρ­μα στην παλιά Ανατολική Αυτοκρατορία ως υπερεθνικό κράτος. Απετέλεσε την αρχή του τέλους των υπολειμμάτων της Αυτοκρατορίας. Η φιλοδοξία των Δυτικών αρχηγών, η ζηλότυπη πλεονεξία των Ενε­τών και των συμμάχων τους, καθώς και ο φθόνος που ο κάθε Δυτικός ένοιωθε, ιδίως μετά το σχίσμα, εναντίον της Βυζαντινής εκκλησίας, έστρεψαν τα όπλα κατά της Πό­λης. Κατάφεραν καίριο πλήγμα κατά του Βυ­ζαντίου, σε ό,τι είχε απομείνει, γεγονός πουαπετέλεσε και το «κύκνειο άσμα» της πάλαι ποτέ κραταιάς Αυτοκρατορίας. Η βοήθεια που ανεμένετο ματαίως από τη Δύση, το κρίσιμο 1453, δεν έφθασε ποτέ. «Δεν είναι εύκολες οι θύρες όταν η χρεία τες κουρταλεί», γράφει ο εθνικός μας ποιητής.
Η Ελλάς, λόγω ειδικών γεωπολιτικών και ιστορικών συνθηκών, αντιμετώπιζε, σχεδόν, πάντοτε πρόβλημα επιβιώσεως. Κάποιος ξένος ιστορικός έγραψε: «Λαμβα­νομένων υπόψη της θέσεως της Ελλάδος και του ολιγάριθμου των Ελλήνων, σχεδόν σε όλη τη διαδρομή της Ιστορίας, η επιβί­ωση και η παρούσα κατάσταση της ως ανεξάρτητου Έθνους εις την ελευθέραν Ευρώπην, προκαλεί έκπληξιν». Με βάση όλα τα ιστορικά προηγούμενα, οι Έλληνες έπρεπε να είχαν εξαφανιστεί, αφήνοντας τόσα λίγα ίχνη, όσα οι Ασσύριοι, οι Φοίνικες, οι Σουμέριοι και οι Χετταίοι.
Ωστόσο, ο μελετητής της Ιστορίας δοκιμάζει και την αντίθετη έκπληξη, πώς, δηλαδή, η Ελλάδα δεν κατόρθωσε να καταστεί το κέντρο ενός μεγάλου Οι­κουμενικού Κράτους. Η απάντηση είναι, η «διχόνοια η δολερή», που επικαλείται και ο Εθνικός μας ποιητής. Τα ελληνικά κρατίδια εμάχοντο μεταξύ των και μερικά από αυτά ζητούσαν τη βοήθεια της Ρώ­μης ή του κοινού εχθρού για να νικήσουν τους αντιπάλους τους. Μερικοί αρχηγοί διέφευγαν στο εχθρικό στρατόπεδο και εγένοντο σύμβουλοι των αντιπάλων. Βέ­βαια, ο άνθρωπος πρέπει να διδάσκεται από την εκ προσωπικής εμπειρίας συμφοράν. Ο Αισχύλος λέγει: «Πάθει μάθος». Οι λαοί οφείλουν να διατηρούν την ιστορική τους μνήμη δια να διδάσκονται από τις συμφορές των προηγουμένων γενεών.
Η συνειδητή πορεία του τελευταίου Έλληνα αυτοκράτορα και των ολίγων συμπολεμιστών του προς το θάνατο, θα αποτελέσει βραδυφλεγή βόμβα στα θε­μέλια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Επί αιώνες θα χαλυβδώνει τη θέληση τουΈθνους για αποτίναξη του ζυγού και απο­κατάσταση της ελευθερίας του. Οι αγώνες και οι θυσίες του Ελληνισμού, για 400 χρόνια, θα έχουν σαν φάρο και σύμβολο το «Μαρμαρωμένο Βασιλιά», που με την ηρωική θυσία του θα περάσει στο Πάνθεο των ηρώων της Ελληνικής Ιστορίας. Εις το σύνθημα «έχουν γνώσιν οι φύλακες», εμείς απαντούμε: «Φύλακες γρηγορείτε».

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
«Μεγάλες Ώρες της Ανθρωπότητας», Στέφαν Τσβάϊχ.  «Η Άλωση της Πόλης», Σερ Στήβεν Ράνστμαν. Ημερήσιος και Περιοδικός Τύπος.

Μωάμεθ ο Πορθητής


undefined 
ΜΩΑΜΕΘ Ο ΠΟΡΘΗΤΗΣ:

Είχε Ελληνική ανατροφή και παιδεία και θάφτηκε σαν χριστιανός δίπλα στους Βυζαντινούς Αυτοκράτορες!
Ίνδαλμα και πρότυπό του ήταν ο Μ. Αλέξανδρος!
 Μία εντυπωσιακή συνέντευξη του ΔΗΜΗΤΡΗ ΚΙΤΣΙΚΗ
ΤΟΤΕ.[ Τεύχος 49. Ιούλιος 1994]


ΜΩΡΑΪΤΗΣ: Η μεγαλοφυής πολιτική εναγκαλισμού των ηττημένων Περσών και των άλλων ανατολικών λαών, που εφάρμοσε ο Μ. Αλέξανδρος έχει να διδάξει κάτι στη χάραξη της σημερινής ανατολικής πολιτικής του ελληνικού κράτους;

ΚΙΤΣΙΚΗΣ: Βεβαιότατα! Εκείνο που έχει ιδιαίτερη σημασία για μας δεν είναι τόσο οι κατακτήσεις του Αλεξάνδρου όσο η πολιτιστική του συμβολή σ' έναν τεράστιο γεωγραφικό χώρο, που περιλαμβάνει λαούς αρκετά ανομοιογενείς, τους οποίους ο Αλέξανδρος κατόρθωσε να τους κάνει φορείς ενός κοινού πολιτισμού που επιβίωσε και εξελίχθηκε μέσα από διάφορες Αυτοκρατορίες. Αυτόν ονομάζω πολιτισμό της ενδιάμεσης περιοχής.
Η θέση του Μ. Αλεξάνδρου, που υπήρξε γνήσιος εκπρόσωπος της ελληνικής σκέψεως είναι διαλεκτική. Άλλωστε, η διαλεκτική είναι το γνώρισμα ολόκληρης της ελληνικής σκέψεως. Γι' αυτό και η Ορθοδοξία, που στη βάση της αποτελεί σκέψη ελληνική, είναι διαλεκτική. Συνεπώς δεν μπορεί να είναι εθνικιστική.

ΜΩΡΑΪΤΗΣ: Η τελευταία σας σκέψη ακούγεται σαν δογματικό τσιτάτο. Τι εννοείτε λέγοντας ότι η Ορθοδοξία είναι διαλεκτική και γιατί μια άλλη θρησκεία ή δόγμα, όπως ο Καθολικισμός, δεν είναι; Μπορείτε να μας δώσετε ένα παράδειγμα;

ΚΙΤΣΙΚΗΣ: Το έχω εξηγήσει στο βιβλίο μου «Τρίτη ιδεολογία και Ορθοδοξία». Εκεί αναφέρω πως μερικοί σκεπτόμενοι άνθρωποι έχουν αρνηθεί τη διαλεκτικότητα της Ορθόδοξης σκέψεως επειδή η Ορθοδοξία βρέθηκε σε αντίθεση, φαινομενικά τουλάχιστον, με την σκέψη των αρχαίων Ελλήνων. Αυτό είναι λάθος. Αν διαβάσει κανείς τους Πατέρες της Εκκλησίας θα διαπιστώσει ότι η βάση και η ουσία της Ορθόδοξης σκέψεως είναι διαλεκτική. Ως απόδειξη της Ορθόδοξης διαλεκτικής αναφέρω ενδεικτικά το δόγμα «1=3» του Τριαδικού Θεού. Η Αγία Τριάδα μόνο στην Ορθοδοξία συλλαμβάνεται πλήρως. Αντίθετα, ένα δυτικό μυαλό δεν μπορεί να συλλάβει εύκολα αυτή τη διαλεκτική αλήθεια. Επιπλέον, όλα τα κείμενα των Ορθόδοξων Πατέρων είναι γεμάτα από διαλεκτικές εκφράσεις, όπως π.χ.: «η ένωση νου και Θεού είναι στάση αλλά συγχρόνως και κίνηση, αφού η τελείωση είναι ατέλεστη». Ο Άγιος Μάξιμος κάνει λόγο στα έργα του για την «αεικίνητη στάση» και τη «στάσιμη κίνηση». Ο άνθρωπος, μένοντας εν τω Θεώ, κινείται διαρκώς. Το ίδιο γράφει ο Όσιος Νικήτας για το νου. Διαπιστώνουμε συνεπώς ότι η Ορθόδοξη σκέψη είναι απολύτως διαλεκτική.

ΜΟΡΑΪΤΗΣ: Μήπως αυτό πρέπει να αποδοθεί στο γεγονός ότι οι Πατέρες της Εκκλησίας είχαν σπουδάσει στη Νεοπλατωνική Σχολή των Αθηνών, και συνεπώς υπάρχει κάποια επιρροή της νεοπλατωνικής φιλοσοφίας στη δογματική θεμελίωση του Χριστιανισμού;

ΚΙΤΣΙΚΗΣ: Ας μην περιοριζόμαστε σε μερικά πρόσωπα. Η Ορθοδοξία εξελίχθηκε μέσα στον πολιτιστικό ελληνικό χώρο της Ανατολικής Μεσογείου, κι όχι στην Ελλάδα με τη στενή της γεωγραφική έννοια. Ο χώρος αυτός δεν ελληνοποιήθηκε, όπως υποστηρίζουν αρκετοί, αλλά ανήκε ανέκαθεν στον ελληνικό χώρο. Στην Παλαιστίνη εκείνης της εποχής, γλώσσα της γνώσεως ήταν η ελληνική. Γι' αυτό άλλωστε όλα τα ιερά κείμενα είναι γραμμένα στα ελληνικά. Αλλά κι ο Χριστός, εκτός απ' τα Αραμαϊκά (τη γλώσσα του λαού της Παλαιστίνης) μιλούσε σίγουρα και ελληνικά. Συνεπώς, είναι πολύ φυσικό, η διαλεκτική, που αποτέλεσε τη βάση της ελληνικής σκέψεως, να επηρεάσει και την Ορθοδοξία.

Ο εθνικισμός είναι αντίθετος προς την ελληνική σκέψη και διαλεκτική. Η άποψη των αρχαίων Ελλήνων ότι κάθε άνθρωπος που δέχεται τον ελληνικό πολιτισμό είναι Έλληνας, αποτελεί μια άκρως αντιεθνικιστική θέση. Ο εθνικισμός όμως αποτελεί μια σύγχρονη πραγματικότητα. Μια πηγή κακοδαιμονίας και συμφορών για την ανθρωπότητα. Ο εθνικισμός ταυτίζεται εξ ορισμού με την εθνική κάθαρση που αντιστρατεύεται τη διαλεκτική σκέψη. Γιατί, εθνική κάθαρση σημαίνει να δέχεσαι μόνο θέση κι όχι την αντίθεση. Έτσι όμως, δεν μπορείς να προχωρήσεις στη σύνθεση.

Η εθνική κάθαρση είναι μια έκφραση που ανακάλυψαν πρόσφατα οι Δυτικοί για να πλήξουν την προσπάθεια των Σέρβων εθνικιστών της Βοσνίας. Όμως εθνική κάθαρση έκαναν όλοι οι εθνικισμοί. Τη μέθοδο αυτή υιοθέτησε και ο Βενιζέλος στην προσπάθειά του να φτιάξει τη Μεγάλη Ελλάδα, που ενώ είχε την έκταση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας θα παρέμενε κράτος ελληνικό. Και ποια θα ήταν η τύχη των μη Ελλήνων; Ή θα διώκονταν ή θα εξελληνίζονταν.

Ο Μέγας Αλέξανδρος απέδειξε μπορεί κανείς να επεκταθεί έχοντας μια κοσμοθεωρία διαλεκτική κι όχι απαραίτητα εθνικιστική. Κι έφτιαξε ένα ομοιογενές σύνολο αξιοποιώντας αξίες και λαούς εντελώς διαφορετικούς. Γιατί λοιπόν το κατόρθωμα αυτό να παραμένει για μας μόνο ένας θρύλος και να μην επιδιώκουμε την επανάληψη του;

Στο βιβλίο του Ίωνα Δραγούμη «Όσοι ζωντανοί» υπάρχει μια πράγματι καταπληκτική φράση: «μου 'ρχεται καβαλικέψουμε όμορφα άλογα και με ασημένια σπιρούνια και κυρτά λαμπερά σπαθιά να μπούμε στο Παλάτι του Ντολμά Μπαχτσέ, να βάλουμε Ρωμιό βασιλιά, να τον παντρέψουμε με την ομορφότερη χανούμισσα και να μεθύσουμε, να γλεντήσουμε σαν το φεγγάρι κάποτε, που μεστωμένο βγαίνει κατακόκκινο σαν μεθυσμένο από το Σκούταρι». Διακρίνουμε λοιπόν αμέσως, μέσα από τη διαλεκτική αντίφαση άνδρας-γυναίκα, τη διαλεκτική σχέση Ελλάδα Τουρκίας.

Και το βιβλίο συνεχίζει: «ο Βασιλιάς Αλέξανδρος πού είναι; Αυτός ήταν σωστός βασιλιάς της Ανατολής, που αφού εξευτέλισε τους Έλληνες, πήρε την κόρη τον Δαρείου για γυναίκα και κατάκτησε την Ανατολή». Σύμφωνα λοιπόν με τη διαλεκτική αυτή απαιτείται ο εξευτελισμός και η καταβαράθρωση του Έλληνα για να ακολουθήσει το μεγαλείο.

Έχοντας ως βάση την παραπάνω διαλεκτική προσπάθεια του Μ. Αλεξάνδρου, υποστηρίζω, εδώ και 30 χρόνια, την ιδέα της Ελληνοτουρκικής Συνομοσπονδίας. Βέβαια ο Αλέξανδρος είχε απέναντι του Πέρσες, μια και οι Τούρκοι δεν είχαν εμφανισθεί ακόμα στην περιοχή. Πολλοί όμως σκεπτόμενοι άνθρωποι του παρελθόντος ταύτιζαν τους Πέρσες με τους Τούρκους, στην προσπάθειά τους να τονίσουν τη φυλετική συγγένεια Ελλήνων και Τούρκων. Ένας απ' αυτούς ήταν και ο Επτανήσιος Γεώργιος Τυπάλδος Ιακωβάτος, παραδοσιακός Χριστιανός, που έβαζε την Ορθοδοξία πάνω απ' το έθνος και τον οποίο σήμερα θα τον χαρακτηρίζαμε ίσως «Χομεϊνικό». Ο Τυπάλδος λοιπόν υποστηρίζει ότι Έλληνες και Τούρκοι έχουν την ίδια πολιτιστική, θρησκευτική και φυλετική προέλευση. Πιο συγκεκριμένα, θεωρεί τους Τούρκους αρχαίους Ιρανούς και υποστηρίζει ότι οι Έλληνες υπήρξαν νομαδικός λαός που μετακινήθηκε απ' το Ιράν και την Ταταρία. Συνεπώς, οι Έλληνες είναι Ιρανοί και ως τέτοιοι συγγενεύουν με τους Τούρκους φυλετικά και γλωσσικά. Ο Τυπάλδος, για να αποδείξει ότι η τουρκική γλώσσα δεν είναι Ουραλοαλταϊκή αλλά Ινδοευρωπαϊκή, όπως η ελληνική, έμαθε περσικά.

Ο Τυπάλδος υποστηρίζει ότι Βυζαντινοί και Τούρκοι είχαν αντιληφθεί την κοινή τους καταγωγή και γι' αυτό χρησιμοποιούσαν τα ίδια σύμβολα, όπως λ.χ. την ημισέληνο. Σήμερα η Βυζαντινή παράδοση διατηρείται περισσότερο ζωντανή στους Τούρκους και γι' αυτό εξακολουθούν να χρησιμοποιούν σύμβολα όπως την ημισέληνο.

ΜΟΡΑΪΤΗΣ: Εσείς, ως καθηγητής του 20ού αιώνα, πρέπει κάπου να διαφωνείτε.

ΚΙΤΣΙΚΗΣ: Ο Τυπάλδος ανέπτυξε τις απόψεις του μέσα στο ελληνικό Κοινοβούλιο. Καταδίκασε τη χρήση της λέξεως Οθωμανός και πρότεινε να ονομάζονται Τούρκοι όλοι οι κάτοικοι και οι λαοί της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι Τούρκοι μπορεί να έχουν αλλάξει θρησκεία, είναι όμως -λέει- οι αρχαιότεροι κάτοικοι της περιοχής, και η πρώτη ονομασία των Ελλήνων, κατά τη γνώμη του Τυπάλδου, ήταν Τούρκοι. Μνημονεύει ακόμη τον Λατίνο συγγραφέα Πλίνιο ο οποίος είχε γράψει; «gens Turkorum nobilissima»

ΜΩΡΑΪΤΗΣ: Υποθέτω όμως πως αυτά απορρίπτονται στο σύνολο τους απ' τους σημερινούς επιστήμονες.

ΚΙΤΣΙΚΗΣ: Ο Τυπάλδος μιλάει με την καρδιά και τον μεγαλοελλαδίτικο πόθο του. Είναι φανατικός ελληνοτουρκιστής όχι γιατί θέλει να πουλήσει την Ελλάδα στους Τούρκους αλλά για να μπορέσει να δώσει πλανητική διάσταση στον ελληνισμό. Βέβαια η ερμηνεία που δίνει είναι σαφώς ποιητική αλλά ταυτόχρονα και υπερβολική. Εφ' όσον επιθυμούμε να εξαπλώσουμε την παρουσία του ελληνισμού και να διαμορφώσουμε μια ελληνική πλανητική πραγματικότητα, η αντικειμενικότητα δεν έχει και τόσο μεγάλη σημασία. Ο μύθος άλλωστε, ως ανθρώπινο κατασκεύασμα, έχει στόχο τη μετατροπή ενός ονείρου σε πραγματικότητα: Το όνειρο και η ιδέα φτιάχνουν την πραγματικότητα. Με άλλα λόγια δεν είναι δυνατό να φτιάξεις κάτι μεγάλο αν δεν έχεις πίσω σου μια ουτοπία κι ένα όνειρο.

Ας επανέλθουμε όμως στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Υπενθυμίζω ότι ο Μωάμεθ ο Πορθητής, εντελώς συνειδητά, θεωρούσε τον εαυτό του έναν νέο Μεγάλο Αλέξανδρο. Ο ίδιος είχε ανατραφεί με το ελληνικό πνεύμα και οι σύμβουλοι που τον περιστοίχιζαν ήταν Έλληνες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Έλληνας στρατηγός Ζαγανός, που αργότερα ο Μωάμεθ τον έκανε πρωθυπουργό, παρότρυνε μπροστά στα τείχη της Πόλης τον Τούρκο Σουλτάνο να την καταλάβει και να επανιδρύσει την Αυτοκρατορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου.

ΜΩΡΑΪΤΗΣ: Ήταν ή όχι Μουσουλμάνος ο Μωάμεθ;

ΚΙΤΣΙΚΗΣ: Σύμφωνα με την επίσημη δυναστική παράδοση των Οσμανίδων, ο γενάρχης Οσμάν παντρεύτηκε κόρη Δερβίση, δηλαδή μη ορθόδοξου Μουσουλμάνου, που έγινε μητέρα του Ορχάν. Συνεπώς, η αρχή της δυναστείας συνδέεται με το μη ορθόδοξο Ισλάμ. Μια πρόσθετη ακόμα απόδειξη αποτελεί η τελετή στέψεως των Οθωμανών Αυτοκρατόρων. Ο Πορθητής, είχε οικοδομήσει το 1458, έξω απ' την Κωνσταντινούπολη, το τζαμί του γιούπ. Εκεί μετέβαιναν οι Σουλτάνοι μια εβδομάδα μετά την άνοδό τους στο θρόνο, για να νομιμοποιήσουν τη στέψη τους. Στο τζαμί λοιπόν αυτό, ο εκάστοτε αρχηγός του τάγματος των Μεβλεβίδων έπρεπε να περιζώσει τον νέο Μονάρχη με το ξίφος του Μωάμεθ. Αποκλειστικά υπεύθυνοι για την τελετή αυτή, από το 1808 ως το 1922, ήσαν οι Μεβλεβίδες, παρά το γεγονός ότι ο σουλτάνος Αβδούλ Χαμίτ, που εξελίχθηκε σε πανισλαμιστή, αρχικά υπήρξε Μπεκτασής. Κι αυτό γιατί ήταν παράδοση των Οσμανιδών να είναι Αλεβίδες. Διότι κάθε φορά που υπερίσχυαν τα μέλη του «ντεβσιρμέ» (του παιδομαζώματος) την περίζωση του ξίφους αναλάμβαναν οι ηγούμενοι του τάγματος των Μπεκτασίδων.

Την ανεξίθρησκη διάθεση του Μωάμεθ, την αποδίδω εγώ στον Αλεβισμό του. Οι Δυτικοί τη θεώρησαν αθεΐα ή κρυπτοχριστιανική τοποθέτηση. Είναι τόσο ζωντανή η ιδέα ότι ο Μωάμεθ υπήρξε κρυπτοχριστιανός, που συζητείται ακόμα και σήμερα στην Τουρκία. Στο γνωστό περιοδικό «Ακτουέλ» δημοσιεύθηκε στις 19/12/91 άρθρο με τίτλο «Μήπως ο Πορθητής ήταν Χριστιανός;» και με υπότιτλο «Οι ιστορικοί δεν μπόρεσαν να λύσουν το μυστήριο 500 χρόνια τώρα». Αντιλαμβάνεστε πόσο προκάλεσε τους Ισλαμιστές το παραπάνω ερώτημα.
Ο Μωάμεθ είχε μητέρα Χριστιανή Ορθόδοξη. Τα στοιχεία και οι πληροφορίες που διαθέτουμε μας πείθουν ότι ο Μωάμεθ ήταν Αλεβής. Δεν είναι τυχαίο πως έδειχνε προτίμηση σε οτιδήποτε Περσικό και σε όλες τις μορφές του Σιϊσμού. Ας μην ξεχνάμε πως ο Αλεβισμός έλκει ένα μέρος των δοξασιών του απ' τον Σιϊσμό.

ΜΩΡΑΪΤΗΣ: Στα μάτια του μέσου Έλληνα οι Αλεβίδες είναι μετριοπαθείς και οι Σιΐτες φανατικοί. Πώς εξηγείται η σχέση που προαναφέρατε;

ΚΙΤΣΙΚΗΣ: Στον 20ό αιώνα οι μεγαλύτεροι εχθροί του Σιϊσμού είναι οι Αλεβίδες και οι φονταμενταλιστές Ισλαμιστές, που στην Τουρκία είναι Σουνίτες και χρηματοδοτούνται απ' τους Σιΐτες της Περσίας.
Τον 15ο αιώνα, ο Μωάμεθ, παράλληλα με το ενδιαφέρον του για κάθε τι το Περσικό, δείχνει μεγάλο πάθος για τις Χριστιανικές αρχές και έχει ως κατηχητή του τον Οικουμενικό Πατριάρχη Γεννάδιο. Οι σχέσεις του Μωάμεθ με τον Γεννάδιο ενίσχυαν τις φήμες πως ο Τούρκος Σουλτάνος είχε ασπασθεί το Χριστιανισμό. Ο Πορθητής μάλιστα, παρακάλεσε τον Γεννάδιο να καταγράψει το αποτέλεσμα των μακρών θεολογικών τους συζητήσεων στο μοναστήρι της Παμμακάριστου, όπου ο Μωάμεθ, μόνος, επισκέπτονταν τον Πατριάρχη. Ο Γεννάδιος κατέγραψε τις σχετικές συζητήσεις σ' ένα βιβλίο με τίτλο «Περί της μόνης οδού προς την σωτηρίαν των ανθρώπων», το οποίο και παρέδωσε στο Μωάμεθ. Το σύγγραμμα αυτό μεταφράστηκε και στα Τουρκικά και αποτέλεσε το βιβλίο κατηχήσεως του Μωάμεθ.

ΜΟΡΑΪΤΗΣ: Θα μπορούσε όμως κάποιος να υποστηρίξει ότι ο Γεννάδιος δεν υπήρξε κατηχητής αλλά απλώς συνομιλητής του Μωάμεθ.

ΚΙΤΣΙΚΗΣ: Πολλοί προσπάθησαν να δώσουν μια τέτοια ερμηνεία. Ότι δηλαδή ο Μωάμεθ, άνθρωπος μεγαλοφυής όπως ο Μέγας Αλέξανδρος, ενδιαφέρονταν να γνωρίσει τα πάντα. Όμως, μια τέτοια εξήγηση φαίνεται αφελής. Ο Μωάμεθ ήταν εκείνος που βοήθησε το Γεννάδιο να ανέβει στον Πατριαρχικό Θρόνο. Συνεπώς, δεν είχε αναπτυχθεί μεταξύ τους μια σχέση απλών συνομιλητών. Επιπλέον, η Χριστιανή μητέρα του, επηρέαζε τον Μωάμεθ σημαντικά. Στην πιο τρυφερή του ηλικία του είχε μάθει το «Πάτερ ημών» και τις Ορθόδοξες προσευχές. Συνεπώς οι σχέσεις του Μωάμεθ με την Ορθοδοξία δεν εξαντλούνται στο επίπεδο της περιέργειας. Υπάρχει όμως κι' άλλη απόδειξη.
Ο Μωάμεθ, αν και Αυτοκράτορας που εθεωρείτο επίσημα Μουσουλμάνος, εκκλησιάζονταν ως Ορθόδοξος Χριστιανός, φυσικά κρυφά. Ο Κατακουζηνός Θεόδωρος Σπαντούνης, ως αυτόπτης μάρτυρας αναφέρει πως στα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Μωάμεθ είχε εγκαταστήσει στα προσωπικά του διαμερίσματα Χριστιανικό εικονοστάσιο με καντήλια και κεριά. Παρήγγειλε ακόμη από τον Ιταλό ζωγράφο του, Τζεντίλε Μπελλίνι, που είχε κάνει το πορτραίτο του, μια εικόνα της Παναγίας με τον Χριστό στην αγκαλιά.
Γνωρίζουμε ακόμη πως στην παιδική του ηλικία, που την πέρασε στην Αμάσεια της Μ. Ασίας και αργότερα στη Μαγνησία, έζησε απομονωμένος απ' τον πατέρα του και το Ισλάμ, ανατρεφόμενο αποκλειστικά απ' την Ορθόδοξη μητέρα του.

ΜΩΡΑΪΤΗΣ: Παρέμεινε μέχρι τέλους με τη μητέρα του;

ΚΙΤΣΙΚΗΣ: Ο Μωάμεθ εξακολούθησε να ζει μαζί της και να επηρεάζεται απ αυτήν, βέβαια, όταν κάποιος γίνεται Σουλτάνος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας παύει και να επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό απ' τη μητέρα του.

ΜΩΡΑΪΤΗΣ: Η οποία όμως είχε παντρευτεί τον Μουσουλμάνο Μουράτ Β'.

ΚΙΤΣΙΚΗΣ: Την εποχή εκείνη, όταν μια γυναίκα παντρεύονταν, διατηρούσε τη θρησκεία της. Γι' αυτό και η μητέρα του Μωάμεθ παρέμεινε και μετά το γάμο της Χριστιανή.

Υπάρχει όμως και μια καταπληκτική μαρτυρία ενός μεγάλου Τούρκου πολιτικού και ποιητή, του Γιαχυά Κεμάλ Μπε-γιατλί, που την αναφέρει στο βιβλίο «Οθωμανοί Ηγεμόνες» ο Τούρκος συγγραφέας Ρεσάτ Εκρέμ Κότσου:
«Την εποχή του Αβδούλ Χαμίτ του Β', είχε σπάσει ένας μεγάλος αγωγός νερού στη συνοικία του τζαμιού του Πορθητού. Το Φάτιχ τζαμί είχε οικοδομηθεί, μεταξύ των ετών 1463 και 1470, πάνω στα ερείπια της κατεδαφισμένης απ' τους Οθωμανούς εκκλησίας των Αγίων Αποστόλων, κάτω απ' την οποία βρίσκονται θαμμένοι πολλοί Βυζαντινοί Βασιλείς.

Στην εκκλησία αυτή, ο Γεννάδιος είχε εγκαταστήσει το Πατριαρχείο κατόπιν αδείας του Μωάμεθ. Το 1454 ο Πατριάρχης εγκατέλειψε οικειοθελώς την εκκλησία, επειδή μέσα σ' αυτή είχε βρεθεί το πτώμα ενός Τούρκου και φοβήθηκε μήπως κατηγορηθούν οι Έλληνες για το έγκλημα. Την κατασκευή του τζαμιού είχε αναλάβει ο Έλληνας αρχιτέκτονας Χριστόδουλος, που φρόντισε όμως να διατηρήσει τα θεμέλια της κατεδαφισμένης εκκλησίας.

Κατά την επισκευή όμως του αγωγού, ο Αβδούλ Χαμίτ έδωσε εντολή ν' ανοιχθεί ο τάφος του Μωάμεθ, που βρίσκεται δίπλα στο τζαμί, για να διαπιστωθούν τυχόν ζημιές και να επισκευασθούν. Ο τάφος λοιπόν ανοίχθηκε και σε βάθος τριών μέτρων βρέθηκε σιδερένια καταπακτή απ' όπου μια πέτρινη σκάλα οδηγούσε στην υπόγεια αίθουσα της Βυζαντινής εκκλησίας. Εκεί βρέθηκε ο μαρμάρινος τάφος που βρισκόταν το ταριχευμένο πτώμα του Μωάμεθ, ολόιδιο με το πορτραίτο που είχε φιλοτεχνήσει ο Ιταλός ζωγράφος Μπελλίνι, πέντε μήνες πριν από το θάνατο του Πορθητή. Το γεγονός αυτό αποτελεί τη μεγαλύτερη απόδειξη ότι ο Μωάμεθ θέλησε να ταφεί ως Χριστιανός και Βυζαντινός Βασιλιάς εν μέσω των άλλων Βυζαντινών Αυτοκρατόρων.

Ο Αβδούλ Χαμίτ, που για λόγους πολιτικούς είχε εγκαταλείψει το Μπεκτασισμό και ασπάστηκε τον πανισλαμισμό, κυριεύθηκε από πανικό και έδωσε εντολή να σφραγιστεί αμέσως ο τάφος του Μωάμεθ. Τα παραπάνω συνέβησαν πριν από το 1908 κι έκτοτε ο τάφος του Μωάμεθ δεν ξανάνοιξε. Γι' αυτό και είναι αδύνατο να αποδειχθεί σήμερα η μαρτυρία του Μπεγιατλί. Αποτελεί όμως μαρτυρία επιφανούς Τούρκου, που δεν εξυπηρετεί κάποιες σκοπιμότητες και δεν είχε λόγους να παρουσιάζει τον Μωάμεθ Χριστιανό.

Η αποκάλυψη όμως του Μπεγιατλί μας βοηθά να κατανοήσουμε και τη στάση του Γεωργίου του Τραπεζούντιου, μεγάλου Βυζαντινού Φιλοσόφου, που έστελνε επιστολές στον Μωάμεθ τονίζοντας πως δεν υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ Ισλάμ και Ορθοδοξίας και προέτρεπε τον Μωάμεθ να ενοποιήσει τις δύο θρησκείες και να γίνει Αυτοκράτορας της κοινής θρησκείας. Ο Τραπεζούντιος δεν ήταν αφελής. Απευθύνεται στον Αλεβίδη και κρυπτοχριστιανό Μωάμεθ κι όχι σ' έναν Σουνίτη. Και βέβαια εγνώριζε πόσα κοινά υπάρχουν μεταξύ Χριστιανών και Αλεβίδων.

ΜΩΡΑΪΤΗΣ: Όμως με την λογική ορισμένων, ο Γεννάδιος, ο Τραπεζούντιος και ο Κριτόβουλος, που υμνούσε τον Μωάμεθ, ήταν δοσίλογοι.

ΚΙΤΣΙΚΗΣ: Μα αυτοί δεν γνωρίζουν τι είναι ελληνισμός. Ας επανέλθουμε όμως στον Μέγα Αλέξανδρο. Ο Μ. Αλέξανδρος είναι το σύμβολο εφαρμογής της διαλεκτικής στην πολιτική, την οποία συνέχισε ο Μωάμεθ ο Πορθητής. Όταν λοιπόν εγώ πρεσβεύω την αναγκαιότητα της ελληνοτουρκικής συνομοσπονδίας κάνω μια πολιτική καθαρώς αλεξανδρινή. Ο ελληνισμός μου είναι τόσο έντονος ώστε, υπό τις παρούσες συνθήκες, να υποστηρίζω λύσεις εθνικιστικές για την εξάπλωση του ελληνισμού.

ΜΩΡΑΪΤΗΣ: Βλέπετε μια στρατιωτική νίκη της Ελλάδος και των συμμάχων της κατά της Τουρκίας;

ΚΙΤΣΙΚΗΣ: Ακριβώς. Γι' αυτό με κατηγορούν συχνά για ασυνέπεια, επειδή ταυτόχρονα με την Συνομοσπονδία προτείνω και τον πόλεμο κατά της Τουρκίας. Εγώ όμως πιστεύω στο συνδυασμό τους. Πρώτα ο πόλεμος και μετά η Συνομοσπονδία. Από άποψη τακτικής είμαι υποχρεωμένος σε πρώτη φάση να ασπασθώ τον εθνικισμό. Όμως ως οπαδός της διαλεκτικής είμαι στην πραγματικότητα αντιεθνικιστής.

Ο εθνικισμός συρρικνώνει ενώ η διαλεκτική διευρύνει και πλανητικοποιεί τον ελληνισμό. Επιτρέπει σ' έναν λαό των 10 εκατ. να πραγματοποιήσει το μεγάλο άλμα και να είναι παρών σε ολόκληρο τον πλανήτη. Η παρουσία του ελληνισμού σ' όλο τον κόσμο μπορεί να εξασφαλισθεί μόνο μέσω του πνεύματος, της πολιτιστικής παρουσίας και του διαλεκτισμού.

ΜΩΡΑΪΤΗΣ: Άλλωστε η παρουσία του ελληνισμού ήταν πάντοτε πολιτιστική.

ΚΙΤΣΙΚΗΣ: Σωστά. Πίσω από κάθε επιφανή επιστήμονα, πολιτικό ή καλλιτέχνη, ανεξάρτητα της εθνικότητος του, υπάρχει η ελληνική σκέψη.

ΜΩΡΑΪΤΗΣ: Μπορείτε να μου αναφέρετε ένα παράδειγμα;

ΚΙΤΣΙΚΗΣ: Τα πρόσφατα λόγια του γνωστού καρδιοχειρουργού της Νότιας Αφρικής Κρίστιαν Μπάρναρντ: «Τιμή μου να είμαι Έλληνας». Αυτό θα πει πλανητική διάσταση του ελληνισμού

Η ΠΟΛΙΟΡΚΙΑ ΚΑΙ Η ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗΣ


 
undefined
Γεώργιος Φραντζής
Η ΠΟΛΙΟΡΚΙΑ ΚΑΙ Η ΑΛΩΣΗ  
ΤΗΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗΣ

Η ΠΟΛΙΣ ΕΑΛΩ
ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΠΟΛΙΟΡΚΙΑΣ ΚΑΙ Η ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΝΕΑ ΣΥΝΝΟΡΑ» - Α.Α.ΛΙΒΑΝΗ
ΑΘΗΝΑ 1993

      Οι δυστυχείς Ρωμαίοι, αφού άκουσαν τα λόγια του αυτοκράτορα, έσφιξαν την καρδιά τους, αγκα­λιάστηκαν και έκλαιγαν όλοι μαζί. Κανένας δεν έφερνε πια στη μνήμη του τα αγαπημένα του παι­διά, τη γυναίκα και την περιουσία του, αλλά ήθε­λαν όλοι να πεθάνουν για τη σωτηρία της πατρίδας τους. Ύστερα γύρισαν στις θέσεις τους για να φυλάξουν τα τείχη της πόλης. Ο αυτοκράτορας πήγε αμέσως στον ιερό ναό της Αγίας Σοφίας, προσευχήθηκε με δάκρυα στα μάτια και κοινώνη­σε των αχράντων μυστηρίων. Το ίδιο έκαναν και πολλοί άλλοι εκείνη τη νύχτα. Έπειτα γύρισε στα ανάκτορα και ζήτησε συγνώμη από όλους. Ποιος μπορεί να περιγράψει αυτήν τη στιγμή τους θρή­νους και τους οδυρμούς που ακούστηκαν τότε στο παλάτι; Κανένας άνθρωπος δε θα μπορούσε να μείνει ασυγκίνητος, ακόμα κι αν ήταν από ξύλο ή από πέτρα.
Ύστερα ανεβήκαμε στα άλογά μας, βγήκαμε από τα ανάκτορα και κάναμε επιθεώρηση στα τεί­χη για να ενθαρρύνουμε τους φρουρούς που κρα­τούσαν άγρυπνοι τις θέσεις τους. Εκείνη τη νύχτα όλοι βρίσκονταν στα τείχη και τους πύργους, ενώ είχαμε κλείσει προσεκτικά όλες τις πύλες ώστε να μην μπορεί να μπει ή να βγει κανένας. Όταν φτά­σαμε στην Καλιγαρία, την ώρα που λαλούσαν για πρώτη φορά τα κοκόρια, ξεπεζέψαμε και ανεβή­καμε στον πύργο. Από εκεί ακούγαμε φωνές και δυνατό θόρυβο έξω από την πόλη. Οι φύλακες μας είπαν ότι αυτό γινόταν όλη τη νύχτα επειδή οι εχθροί έσερναν τις πολεμικές μηχανές τους κο­ντά στην τάφρο, προετοιμαζόμενοι για την επίθε­ση. Επίσης τα μεγάλα εχθρικά πλοία άρχισαν να κινούνται, προσπαθώντας να φέρουν στην ακτή τις γέφυρες που είχαν κατασκευάσει.
Οι Τούρκοι άρχισαν με μεγάλη σφοδρότητα και ορμή την επί­θεση τη στιγμή που λαλούσαν τα κοκόρια για δεύ­τερη φορά, χωρίς να δώσουν κανένα σύνθημα, όπως είχαν χάνει και τις προηγούμενες φορές. Ο σουλτάνος διέταξε να επιτεθούν πρώτοι οι λιγότε­ρο έμπειροι, μερικοί ηλικιωμένοι και αρκετοί νέοι, ώστε να μας κουράσουν, και στη συνέχεια να ρι­χτούν εναντίον μας οι πιο έμπειροι και γενναίοι με μεγαλύτερη τόλμη και δύναμη. Έτσι λοιπόν ο πό­λεμος άναψε σαν καμίνι. Οι δικοί μας αντιστέκο­νταν με πείσμα, χτυπούσαν άγρια τους εχθρούς και τους γκρέμιζαν κάτω από τα τείχη, καταστρέ­φοντας συγχρόνως και πολλές από τις πολιορκη­τικές τους μηχανές. Οι νεκροί ήταν πολλοί και από τις δυο πλευρές, ιδίως όμως από το εχθρικό στρα­τόπεδο. Μόλις άρχισαν να σβήνουν τα άστρα του ουρανού καθώς προχωρούσε το φως της μέρας κι εμφανίστηκε στην ανατολή η ροδοδάχτυλη αυγή, όλο το πλήθος του εχθρού παρατάχθηκε σε μια σειρά που έφτανε από τη μια μέχρι την άλλη άκρη της πόλης.
    Ακούστηκαν τότε τα τύμπανα, οι σάλ­πιγγες και τα υπόλοιπα πολεμικά όργανα με φω­νές και αλαλαγμούς, ενώ τα κανόνια άρχισαν να ρίχνουν όλα μαζί. Τότε όλοι οι Τούρκοι όρμησαν από ξηρά και από θάλασσα στα τείχη και άρχισαν τη συμπλοκή μαζί μας. Οι πιο θαρραλέοι έστησαν σκάλες, ανέβηκαν πάνω σ' αυτές και έριχναν αδιά­κοπα τα βέλη τους εναντίον των δικών μας. Η φρικτή και αμφίρροπη μάχη κράτησε δύο ώρες και φαινόταν ότι οι χριστιανοί θα έπαιρναν πάλι τη νίκη. Τα πλοία που μετέφεραν τις σκάλες και τις κινητές γέφυρες αποκρούστηκαν από τα παρα­θαλάσσια τείχη και αναγκάστηκαν να γυρίσουν πίσω άπρακτα. Οι πολεμικές μηχανές, που έρι­χναν πέτρες από τα τείχη της πόλης, σκότωσαν πολλούς αγαρηνούς. Αλλά και εκείνοι που ήταν στην ξηρά έπαθαν τα ίδια και χειρότερα. Ήταν πολύ παράδοξο θέαμα να βλέπει κανείς τον ήλιο και τον ουρανό σκεπασμένους από ένα σύννεφο σκόνης και καπνού. Οι δικοί μας έκαιγαν τις ε­χθρικές πολεμικές μηχανές με το «υγρό πυρ», γκρέμιζαν τις σκάλες με όσους βρίσκονταν πάνω τους και σκότωναν αυτούς που επιχειρούσαν να ανεβούν στα τείχη με μεγάλες πέτρες, ακόντια, πυροβόλα και τόξα. Όπου έβλεπαν συγκεντρωμέ­νους Τούρκους, τους χτυπούσαν με μεγάλα τηλε­βόλα, σκοτώνοντας και πληγώνοντας πολλούς. Οι εχθροί απηύδησαν τόσο πολύ από τη σθεναρή α­ντίσταση που συναντούσαν ώστε θέλησαν να κά­νουν λίγο πίσω για να ξεκουραστούν, αλλά οι τσαούσηδες και οι ραβδούχοι της τουρκικής Αυ­λής τους χτυπούσαν με σιδερένια ραβδιά και βούνευρα για να μην υποχωρήσουν. Ποιος μπο­ρεί να περιγράψει τις κραυγές και τα βογκητά των τραυματιών και στα δύο στρατόπεδα; Ο θόρυβος και οι φωνές τους έφταναν μέχρι τον ουρανό. Με­ρικοί από τους δικούς μας, που έβλεπαν τους ε­χθρούς να υποφέρουν, τους φώναζαν: «Τι κάνετε συνεχώς επιθέσεις, αφού δεν μπορείτε να μας νι­κήσετε;» Εκείνοι τότε, προσπαθώντας να δείξουν τη γενναιότητα τους, ανέβαιναν πάλι στις σκάλες. Οι πιο τολμηροί σκαρφάλωναν στους ώμους των άλλων και οι επόμενοι τους μιμούνταν, για να μπορέσουν να φτάσουν στην κορυφή του τείχους.
undefined
     Οι σκληρότερες μάχες έγιναν στις πύλες, όπου οι αντίπαλοι συγκρούονταν με τα σπαθιά στα χέρια και οι νεκροί ήταν αμέτρητοι. Όταν η παράταξη μας άρχισε να υποχωρεί, τότε πετάχτηκαν μπρο­στά ο Θεόφιλος Παλαιολόγος και ο Δημήτριος Καντακουζηνός, δύο γενναίοι άντρες που έτρε­ψαν τους αγαρηνούς σε φυγή, τους γκρέμισαν κά­τω από τα τείχη και τους σκόρπισαν. Συγχρόνως έτρεξαν σε βοήθεια κι άλλοι δικοί μας, ενώ ο αυ­τοκράτορας που βρέθηκε εκεί έφιππος τους ενε­θάρρυνε και τους παρακινούσε να πολεμάνε με σθένος, λέγοντας: «Συμπολεμιστές και αδέρφια μου, σας παρακαλώ στο όνομα του Θεού να κρα­τάτε τη θέση σας με γενναιότητα. Βλέπω ότι το πλήθος των εχθρών άρχισε να κουράζεται και να διασκορπίζεται. Δε μας χτυπούν πλέον με τάξη και σύστημα. Ελπίζω στο Θεό ότι η νίκη είναι δική μας. Να νιώθετε λοιπόν χαρά επειδή το στε­φάνι της νίκης θα είναι δικό μας τόσο στη γη όσο και στον ουρανό. Ο Θεός βρίσκεται στο πλευρό μας και προκαλεί δειλία στους άπιστους».
Τη στιγμή που μιλούσε ο αυτοκράτορας, ο Ιω­άννης Ιουστινιάνης πληγώθηκε από βέλος στο πά­νω μέρος του δεξιού του ποδιού. Αυτός ο τόσο έμπειρος πολεμιστής, στον πόλεμο, βλέποντας το αίμα να τρέχει από το σώμα του, έγινε κίτρινος από φόβο. Έχασε αμέσως το θάρρος του, σταμά­τησε να αγωνίζεται και έτρεξε να βρει γιατρό σιω­πηλός, χωρίς να σκέφτεται την ανδρεία και την καρτερικότητα που είχε δείξει μέχρι τότε. Δεν εί­πε όμως τίποτα στους συντρόφους του ούτε άφησε κανέναν αντικαταστάτη, για να μην προκληθεί σύγχυση που θα μπορούσε να αποβεί μοιραία. Οι στρατιώτες του τον αναζήτησαν με το βλέμμα και, μαθαίνοντας ότι είχε φύγει, καταλήφθηκαν από ταραχή και φόβο. Ευτυχώς, ο αυτοκράτορας που βρέθηκε εκεί κατά τύχη, τους είδε ταραγμένους και φοβισμένους σαν τα κυνηγημένα πρόβατα και θέλησε να μάθει την αιτία. Όταν λοιπόν είδε το στρατηγό του Ιουστινιάνη να φεύγει, τον πλη­σίασε και του είπε: «Γιατί το έκανες αυτό, αδερφέ μου; Γύρνα πίσω στη θέση σου. Η πληγή είναι ασήμαντη και η παρουσία σου απαραίτητη. Η πό­λη στηρίζεται σε σένα για να σωθεί». Του είπε και άλλα πολλά, αλλά εκείνος δεν έδωσε απάντηση. Αντίθετα, έφυγε και πήγε στο Πέραν, όπου πέθα­νε ντροπιασμένος από λύπη για την περιφρόνηση των άλλων.
      Οι Τούρκοι όμως είδαν την ταραχή των δικών μας και πήραν θάρρος. Ο Σογάν πασάς κέντρισε με κατάλληλα λόγια τη φιλοτιμία των γενιτσάρων και των άλλων στρατιωτών, ενώ ένας γιγαντόσωμος γενίτσαρος (που λεγόταν Χασάν και καταγόταν από το Λουπάδι της Κυζίκου) έβα­λε με το αριστερό χέρι την ασπίδα πάνω από το κεφάλι του, τράβηξε με το δεξί το σπαθί, ανέβηκε στο σημείο του τείχους όπου είχαν αρχίσει να υ­ποχωρούν οι δικοί μας και ρίχτηκε πάνω τους. Τον Χασάν ακολούθησαν περίπου άλλοι 30 Τούρ­κοι που θέλησαν να φανούν εξίσου γενναίοι. Όσοι από τους δικούς μας είχαν απομείνει εκεί έριξαν τεράστιες πέτρες και βέλη εναντίον τους, γκρεμί­ζοντας τους 18 κάτω από τα τείχη, αλλά ο Χασάν κατάφερε να ανεβεί και να τρέψει σε φυγή τους χριστιανούς. Μετά την επιτυχία του, πολλοί άλλοι Τούρκοι βρήκαν την ευκαιρία να τον ακολουθή­σουν και να σκαρφαλώσουν στα τείχη, αφού οι ελάχιστοι δικοί μας δεν κατάφεραν να τους εμπο­δίσουν. Πολέμησαν όμως με θάρρος και σκότωσαν πολλούς. Κατά τη διάρκεια της συμπλοκής ο Χα­σάν χτυπήθηκε από πέτρα και έπεσε κάτω. Μόλις τον είδαν οι δικοί μας πήραν θάρρος και τον λι­θοβολούσαν από όλες τις πλευρές. Εκείνος σηκώ­θηκε στα γόνατα και συνέχισε να πολεμά, αλλά το δεξί του χέρι δέχτηκε αμέτρητα τραύματα από βέλη και έπεσε παράλυτο. Στη σύγκρουση αυτή σκοτώθηκαν και πληγώθηκαν πολλοί Τούρκοι, οι οποίοι μεταφέρθηκαν πίσω στο στρατόπεδο. Το πλήθος όμως εκείνων που είχαν ανεβεί στα τείχη διασκόρπισε τους δικούς μας, που εγκατέλειψαν το εξωτερικό και έτρεξαν μέσα στην πόλη με τόση βία ώστε ο ένας πατούσε τον άλλο. Καθώς συνέ­βαιναν αυτά, ακούστηκαν φωνές από μέσα, από έξω και από το μέρος του λιμανιού: «Έπεσε το φρούριο. Στους πύργους στήθηκαν σημαίες και λάβαρα». Οι φωνές αυτές έτρεψαν σε φυγή τους δικούς μας, ενώ έδωσαν καινούριο θάρρος στους εχθρούς που άρχισαν να ανεβαίνουν στα τείχη άφοβα και με αλαλαγμούς χαράς.
     Όταν ο δυστυχισμένος αυτοκράτορας και δε­σπότης μου είδε αυτό το θέαμα, παρακαλούσε το Θεό με δάκρυα στα μάτια και παρακινούσε τους στρατιώτες να φανούν γενναίοι. Δυστυχώς, όμως, δεν υπήρχε πλέον καμιά ελπίδα βοήθειας ή συ­μπαράστασης. Τότε τσίγκλησε το άλογό του, έφτα­σε στο σημείο από όπου οι εχθροί έμπαιναν στην πόλη και ρίχτηκε πάνω τους όπως ο Σαμψών κατά των αλλοφύλων. Στην πρώτη του επίθεση τους γκρέμισε όλους κάτω από τα τείχη, πράγμα που φάνηκε σαν θαύμα σε όσους το είδαν. Μουγκρί­ζοντας σαν λιοντάρι και κρατώντας το σπαθί στο δεξί του χέρι, έσφαξε τόσους πολλούς Τούρκους ώστε το αίμα έτρεχε σαν ποτάμι από τα χέρια και τα πόδια του.
     Ο Φραγκίσκος Τολέντο, τον οποίο αναφέραμε παραπάνω, φάνηκε ανώτερος ακόμα και από τον Αχιλλέα. Πολεμώντας στα δεξιά του αυτοκράτορα, κομμάτιαζε τους εχθρούς με δόντια και με νύχια. Το ίδιο έκανε και ο Θεόφιλος Πα­λαιολόγος. Βλέποντας τον αυτοκράτορα να αγω­νίζεται για να σώσει την πόλη που κινδύνευε, φώ­ναξε κλαίγοντας: «Καλύτερα να πεθάνω παρά να ζήσω». Ύστερα όρμησε κραυγάζοντας πάνω στους εχθρούς και σκότωσε ή έτρεψε σε φυγή όσους βρέ­θηκαν μπροστά του. Ο Ιωάννης Δαλμάτης, που βρέθηκε κι αυτός στο ίδιο μέρος, πολεμούσε με ηρωισμό σαν γενναίος στρατιώτης που ήταν. Ό­σοι βρέθηκαν στο πεδίο της μάχης θαύμασαν την τόλμη και την ανδρεία των εξαιρετικών εκείνων ανδρών. Οι επιθέσεις επαναλήφθηκαν δύο και τρεις φορές, μέχρι που κατάφεραν να τρέψουν τους απίστους σε φυγή, να σκοτώσουν πολλούς και να γκρεμίσουν άλλους κάτω από τα τείχη. Οι στρατιώτες μας πολέμησαν με μεγάλη γενναιότητα και στο τέλος έπεσαν νεκροί, αφού προηγουμένως είχαν προξενήσει τεράστιες απώλειες στους ε­χθρούς. Πολλοί άλλοι σκοτώθηκαν επίσης κοντά στην Πύλη του Αγίου Ρωμανού, όπου οι εχθροί είχαν στήσει τη μεγάλη ελέπολη και το φοβερό κανόνι, με τα οποία γκρέμισαν τα τείχη και κατάφεραν να πρωτομπούν στην πόλη. Τη στιγμή εκεί­νη εγώ δε βρισκόμουν κοντά στον αυτοκράτορα και δεσπότη μου, επειδή είχα πάει να επιθεωρήσω ένα άλλο σημείο της πόλης, σύμφωνα με τη διατα­γή του.
Όταν μπήκαν οι εχθροί στην Πόλη, έδιωξαν τους χριστιανούς που είχαν απομείνει στα τείχη με τηλεβόλα, βέλη, ακόντια και πέτρες. Έτσι έγι­ναν κύριοι ολόκληρης της Κωνσταντινούπολης, εκτός των πύργων του Βασιλείου, του Λέοντος και του Αλεξίου, τους οποίους κρατούσαν οι ναύ­τες από την Κρήτη που πολέμησαν από τις 6 μέχρι τις 8 το απόγευμα και σκότωσαν πολλούς Τούρ­κους. Βλέποντας το πλήθος των εχθρών που είχαν κυριεύσει την πόλη, δεν ήθελαν να παραδοθούν αλλά έλεγαν ότι προτιμούσαν να πεθάνουν παρά να ζήσουν. Κάποιος Τούρκος ειδοποίησε τότε το σουλτάνο για την ηρωική άμυνά τους κι εκείνος συμφώνησε να τους επιτρέψει να φύγουν με το πλοίο και όλα τα πράγματα που είχαν μαζί τους. Παρά τις υποσχέσεις του όμως, ο σουλτάνος με πολύ κόπο κατάφερε να τους πείσει να αφήσουν τους πύργους και να φύγουν. Δύο αδέρφια, οι Ιταλοί Παύλος και Τρωίλος, πολέμησαν με γεν­ναιότητα μαζί με αρκετούς άλλους στη θέση που είχαν αναλάβει. Κατά τη διάρκεια του αγώνα τους σκοτώθηκαν πολλοί κι από τις δυο πλευρές. Σε μια στιγμή ο Παύλος είδε τους εχθρούς μέσα στην πόλη και είπε στον αδερφό του: «Χάθηκαν τα πά­ντα. Κρύψου ήλιε και θρήνησε γη. Η Πόλη έπεσε. Ανώφελο πια να πολεμάμε. Ας κοιτάξουμε τουλά­χιστον να σωθούμε εμείς οι ίδιοι».
      Έτσι οι Τούρκοι έγιναν κύριοι της Κωνσταντι­νούπολης την Τρίτη 29 Μαΐου 1453, στις δυόμισι το μεσημέρι. Άρπαζαν και αιχμαλώτιζαν όσους έβρισκαν μπροστά τους, έσφαζαν όσους επιχει­ρούσαν να αντισταθούν και σε ορισμένα μέρη δε διακρινόταν η γη από τα πολλά πτώματα που ήταν πεσμένα κάτω. Το θέαμα ήταν φρικτό. Παντού ακούγονταν θρήνοι και παντού γίνονταν αρπαγές γυναικών όλων των ηλικιών. Αρχόντισσες, νέες κοπέλες και καλόγριες σέρνονταν από τα μαλλιά έξω από τις εκκλησίες όπου είχαν καταφύγει, ενώ έκλαιγαν και οδύρονταν. Ποιος μπορούσε να πε­ριγράψει τα κλάματα και τις φωνές των παιδιών ή τη βεβήλωση των ιερών εκκλησιών; Το άγιο σώμα και αίμα του Χριστού χυνόταν στη γη. Οι Τούρκοι άρπαζαν τα ιερά σκεύη, τα έσπαζαν ή τα κρατού­σαν για λογαριασμό τους. Το ίδιο έκαναν και με τα ιερά αναθήματα. Ποδοπατούσαν τις άγιες εικό­νες, τους αφαιρούσαν το χρυσάφι, το ασήμι και τους πολύτιμους λίθους, και έφτιαχναν με αυτές κρεβάτια και τραπέζια. Άλλοι στόλιζαν τα άλογα τους με τα χρυσοΰφαντα μεταξωτά άμφια των ιε­ρέων και άλλοι τα έκαναν τραπεζομάντιλα. Άρπαζαν τα πολύτιμα μαργαριτάρια από τα άγια κει­μήλια, καταπατούσαν τα ιερά λείψανα των αγίων και, σαν πραγματικοί πρόδρομοι του διαβόλου, έκαναν αμέτρητα ανοσιουργήματα, που μόνο το θρήνο μπορούν να προκαλέσουν. Χριστέ, βασιλιά μου, οι αποφάσεις Σου ξεπερνάνε το μυαλό του ανθρώπου!
Μέσα στην απέραντη εκκλησία της Α­γίας Σοφίας, τον επίγειο ουρανό, το θρόνο της δόξας του Θεού, το άρμα των Χερουβείμ, το θείο δημιούργημα, το αξιοθαύμαστο κατασκεύασμα, το στολίδι της γης, τον ωραιότερο από όλους τους ναούς, έβλεπε κανείς τους Τούρκους να τρώνε και να πίνουν στο Ιερό Βήμα και στην Αγία Τρά­πεζα ή να ασελγούν πάνω σε γυναίκες, νέες κοπέ­λες και μικρά παιδιά. Ποιος μπορούσε να μείνει ασυγκίνητος και να μη θρηνήσει για την άγια εκ­κλησία μας; Όλοι πονούσαν από το κακό που έβλε­παν. Στα σπίτια θρήνοι και κλάματα, στους δρό­μους οδυρμοί, στις εκκλησίες αντρικές κραυγές πόνου, γυναικεία μοιρολόγια, βαρβαρότητες, φό­νοι και βιασμοί. Οι ευγενείς ατιμάζονταν και οι πλούσιοι έχαναν τις περιουσίες τους. Σε όλες τις πλατείες και τις γωνιές της πόλης γίνονταν αμέ­τρητα κακουργήματα. Κανένα μέρος ή καταφύγιο δε γλίτωσε από την έρευνα και τη βεβήλωση. Οι άπιστοι έσκαψαν κήπους και γκρέμισαν σπίτια για να βρουν χρήματα ή κρυμμένους θησαυρούς. Όσα βρήκαν, τα πήραν για να χορτάσουν την απληστία τους. Χριστέ, βασιλιά μου, γλίτωσε από τη θλίψη και τον πόνο όλες τις πόλεις και τις χώρες όπου κατοικούν χριστιανοί.
     Την τρίτη μέρα μετά την άλωση ο σουλτάνος έδωσε εντολή να γίνουν γιορτές και πανηγύρια για τη μεγάλη νίκη, και διέταξε να βγουν έξω ελεύθερα και άφοβα όσοι ήταν κρυμμένοι σε διά­φορα μέρη της Πόλης, μικροί και μεγάλοι. Διέταξε επίσης να γυρίσουν στα σπίτια τους όσοι είχαν φύγει εξαιτίας του πολέμου και να ζήσουν εκεί όπως πριν, σύμφωνα με το δίκαιο και τη θρησκεία τους. Ακόμα, έδωσε διαταγή να εκλέξουν πα­τριάρχη σύμφωνα με τα έθιμα τους. αφού ο προη­γούμενος πατριάρχης είχε πεθάνει. Οι αρχιερείς και οι ελάχιστοι άλλοι κληρικοί και λαϊκοί που έτυχε να βρίσκονται στην πόλη διάλεξαν για το αξίωμα αυτό το Γεώργιο Σχολάριο, που ήταν έ­νας πολύ καλλιεργημένος πολίτης, τον οποίο χει­ροτόνησαν πατριάρχη και τον ονόμασαν Γεννά­διο.
Οι χριστιανοί αυτοκράτορες συνήθιζαν να χα­ρίζουν στο νέο πατριάρχη μια χρυσή ράβδο στο­λισμένη με πολύτιμους λίθους και μαργαριτάρια, καθώς και ένα άλογο με πολυτελή βασιλική σέλα και κάλυμμα από άσπρο και χρυσό ύφασμα. Ο πατριάρχης έβγαινε από τα ανάκτορα μαζί με όλα τα μέλη της συγκλήτου και πήγαινε στο πα­τριαρχείο κάτω από τις επευφημίες του πλήθους.
Η χειροτονία του γινόταν από τους αρχιερείς, ό­πως όριζε η Εκκλησία και ο νόμος. Ο μελλοντικός πατριάρχης έπαιρνε τη ράβδο από τα χέρια του αυτοκράτορα με τον τρόπο που αναφέρουμε στη συνέχεια.
undefined
     Ο αυτοκράτορας καθόταν στο θρόνο, οι συγκλητικοί στέκονταν γύρω του ασκεπείς και ο μέγας πρωτοπαπάς του παλατιού άρχιζε την τε­λετή με το «Ευλογητός ο Θεός». Ύστερα έλεγε μια σύντομη ευχή και ο μεγάλος δομέστικος έψελνε το «Όπου γαρ βασιλέως παρουσία». Ο λαμπαδάριος και η χορωδία συνέχιζαν με το «Νυν και αεί» και το «Ο βασιλεύς των ουρανών». Όταν τελείωνε και αυτό το τροπάριο, ο αυτοκράτορας σηκωνόταν κρατώντας τη ράβδο στο δεξί του χέρι. Ο υποψή­φιος πατριάρχης πλησίαζε με το μητροπολίτη Καισαρείας στα δεξιά του και το μητροπολίτη Ηράκλειας στα αριστερά, έκανε τρεις μετάνοιες μπροστά σε όλους και μετά πλησίαζε τον αυτοκρά­τορα για να προσκυνήσει, όπως ήταν η συνήθεια. Ο αυτοκράτορας ύψωνε λίγο τη ράβδο και έλεγε: «Η Αγία Τριάς, η την εμήν βασιλείαν δωρησαμένη, προχειρίζεταί σε εις πατριάρχην Νέας Ρώ­μης». Ο νέος πατριάρχης έπαιρνε την εκκλησια­στική εξουσία από τον αυτοκράτορα, τον οποίο ευχαριστούσε, και οι δύο χορωδίες έψελναν τρεις φορές το «Εις πολλά έτη, δέσποτα». Με τον τρόπο αυτό τελείωνε η τελετή. Ύστερα, κρατώντας κηροπήγια με λαμπάδες, ο πατριάρχης κατέβαινε από το διβάμβουλο στο προαύλιο του παλατιού και ανέβαινε στο άλογο το οποίο περίμενε στολισμέ­νο.
Θέλοντας λοιπόν και ο αχρείος σουλτάνος να κάνει, σαν βασιλιάς της Κωνσταντινούπολης, ό,τι έκαναν οι χριστιανοί αυτοκράτορες, προσκά­λεσε τον πατριάρχη να καθίσει, να φάει και να συζητήσει μαζί του. Μόλις εκείνος έφτασε στο παλάτι του, τον δέχτηκε με μεγάλη τιμή, συζήτησε μαζί του πολλή ώρα και του έδωσε αμέτρητες υ­ποσχέσεις. Όταν ήρθε η ώρα να φύγει, ο σουλτά­νος έβγαλε μια πολύτιμη ποιμαντορική ράβδο και τον παρακάλεσε να τη δεχτεί σαν δώρο. Ύστερα, θέλοντας και μη, ο πατριάρχης κατέβηκε μαζί του στην αυλή, όπου τον ανέβασε σε ένα άλογο που περίμενε έτοιμο και έδωσε εντολή στους άρχοντες της Αυλής του να τον συνοδέψουν με όλες τις τιμές. Πραγματικά οι αυλικοί, άλλοι μπροστά και άλλοι πίσω από τον πατριάρχη, τον συνόδε­ψαν μέχρι το σεπτό Αποστολείο, το οποίο είχε παραχωρήσει ο σουλτάνος για πατριαρχείο. Ο ά­θλιος όμως κράτησε τον περίλαμπρο ναό της Α­γίας Σοφίας, το υπέροχο κειμήλιο, τον επίγειο ου­ρανό και θαύμα της ανθρωπότητας, για να τον χρησιμοποιήσει σαν τόπο του δικού του προσκυνήματος. Όπως είπαμε προηγουμένως, ο θαυματουργός ναός των Βλαχερνών είχε πυρποληθεί. Ο πατριάρχης όμως έμεινε λίγο καιρό στο Αποστολείο επειδή σ' εκείνα τα μέρη είχαν απο­μείνει ελάχιστοι χριστιανοί και επιπλέον φοβόταν μήπως του συμβεί κανένα κακό μέσα στην ερημιά, αφού μια μέρα κάποιος αγαρηνός βρέθηκε σκοτω­μένος στο προαύλιο της εκκλησίας. Γι' αυτούς τους λόγους ζήτησε το μοναστήρι της Παμμακάρι­στου, το οποίο του δόθηκε για πατριαρχείο, δεδο­μένου ότι εκεί ζούσαν αρκετοί χριστιανοί. Έδωσε λοιπόν εντολή να μεταφερθούν οι μοναχές στο μοναστήρι του Αγίου Προφήτη και Προδρόμου Ιωάννη που βρισκόταν στα ανάκτορα του Τρού­λου, όπου είχε γίνει η Πενθέκτη Οικουμενική Σύ­νοδος στα χρόνια της βασιλείας του Ιουστινιανού Β' του Ρινοτμήτου. Εκείνη την εποχή ο Τρούλος ήταν ένα λαμπρό παλάτι στο βόρειο μέρος της Παμμακαρίστου.
Ο ασεβέστατος και εξολοθρευτής των χριστια­νών σουλτάνος, πονηρός και πανούργος σαν αλε­πού, δεν τα έκανε όλα αυτά από ευλάβεια ή από καλοσύνη, αλλά για να ακούσουν οι χριστιανοί τις υποσχέσεις του και να έρθουν να κατοικήσουν στην Κωνσταντινούπολη η οποία είχε ερημωθεί από το μακρόχρονο πόλεμο και προπάντων μετά την κατάληψη της από τους Τούρκους. Πραγματι­κά, μερικοί χριστιανοί ξαναγύρισαν στην πόλη, ενώ μετά από λίγο έφερε και αρκετούς αποίκους (που ονομάζονται σεργούνηδες στα τουρκικά) από τον Καφά της Τραπεζούντας, τη Σινώπη και το Ασπρόκαστρο. Έδωσε επίσης στον πατριάρχη ο­ρισμένα γραπτά διατάγματα με τη σουλτανική σφραγίδα και την υπογραφή του, ούτως ώστε κανένας να μην τον ενοχλεί ή να του φέρνει αντιρρή­σεις. Με τα διατάγματα αυτά ο πατριάρχης θα έμενε για πάντα ανενόχλητος, αφορολόγητος και ασφαλισμένος από κάθε κίνδυνο, τόσο ο ίδιος όσο και οι διάδοχοί του, καθώς και οι υπόλοιποι ιερείς που βρίσκονταν κάτω από την εξουσία του.
undefined

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...