Το χωριό Καργκέζε ή Καρζές, η ελληνική αυτή γωνιά της Κορσικής, ιδρύθηκε από Μανιάτες φυγάδες που θέλησαν να σωθούν από τον τουρκικό ζυγό. Ονόματα δρόμων, μνημεία, όλα θυμίζουν κάτι ελληνικό. Μα πιο πολύ η βυζαντινή εκκλησία του Καρζές, με θαυμάσιες εικόνες, που έφεραν μαζί τους τον 17ο αιώνα οι Μανιάτες.
«Διετήρει αίματός του εις τας φλέβας του ρανίδα,
Σαν από θαύμα, από τότε μέχρι σήμερα, μέσα σε τόσους αιώνες, δυσκολίες, αγώνες κι εχθρότητα, οι παραδόσεις κι η θρησκεία τους διατηρούνται ατόφιες, όπως τις παραλάβανε, από γενιά σε γενιά. Η μεγάλη, ορθόδοξη εκκλησιά, με τις εικόνες και τα κειμήλια πούφεραν μαζί οι πρόγονοί τους απ' το μανιάτικο χωριό τους, έχει την πόρτα της φάτσα στη μικρότερη, την καθολική. Μια μαρμάρινη πλάκα, σφηνωμένη στον τοίχο δεξιά στην πόρτα, θυμίζει την πρόσφατη ανταπόδοση της επίσκεψης πούκαναν στο Βίτυλο, το μανιάτικο χωριό απ'όπου ξεκίνησαν οι προγόνοι τους. Τη μια Κυριακή, ο παπάς λειτουργεί στην καθολική στα λατινικά, την άλλη στην ορθόδοξη, στα ελληνικά. Η Μεγάλη Βδομάδα και το Πάσχα, πάντα στα ελληνικά, πάντα στην ορθόδοξη εκκλησιά, πάντα με τις παλιές τις μανιάτικες παραδόσεις. Τη Μεγάλη Πέμπτη, στα δώδεκα βαγγέλια, δεν μπορείς να περάσεις από την κοσμοσυρροή. Το ίδιο και τη Μεγάλη Παρασκευή, στον επιτάφιο, το ίδιο και στην Ανάσταση. Εκτός από τους χωριανούς, πλήθος ξενιτεμένων ρωμιών μαζεύονται και, μαζί μ'αυτούς, από μέρη κοντινά και μακρινά κι άλλοι, κάθε λογής και κάθε πίστης. Χορωδία από τις πιο παλιές γυναίκες του χωριού, τις μόνες που μιλούν ακόμη καλά τη γλώσσα μας, ψέλνει ελληνικά όλα τα τροπάρια της ακολουθίας. Η εκκλησία, πλούσια στολισμένη με τ'ανοιξιάτικα λουλούδια και τ'αρώματα της κατάφυτης γης του "νησιού της ομορφιάς" όπως τόχαν δει οι Αργοναύτες, τα παλιά μανιάτικα κειμήλια, η κατάνυξη της χορωδίας, ο πρώτος χλιαρός ανοιξιάτικος καιρός π'ανατριχιάζει το κορμί, είναι ότι χρειάζεσαι για να νοιώσεις την ψυχή σου ν' αναζητά το Θεό σου ...
Μοναδικό κι ανέλπιστο θέαμα για τον ξενιτεμένο, η περιφορά του επιτάφιου στους πεντακάθαρους δρόμους του χωριού, μέσ' απ’τις δεκάδες τ' άσπρα κεριά που τρεμοσβήνουν πάνω στο κάθε περβάζι, παίζοντας με τα λουλούδια που στολίζουν τ' ανοιχτά παράθυρα και τον κόσμο που, στέκοντας πίσω τους, σταυροκοπιέται ορθόδοξα στο πέρασμά του. Το ίδιο κι η περιφορά της εικόνας της Παναγίας, κειμήλιο τεσσάρων αιώνων από τη Μάνη, τη Δευτέρα του Πάσχα. Το ντουφεκίδι πέφτει ασταμάτητα, από την έξοδο της εικόνας μέχρι το τέλος της λιτανείας, ενώ Γάλλοι αστυνόμοι με στολή καδράρουν την πομπή, αμίλητοι. Θαρρείς και βρίσκεσαι στην πατρίδα, σε μια πατρίδα που θάθελες να δεις, που θάθελες ν'ανήκεις, που δε βρίσκεις πια ..
Πήγαινα με τη Ντομινίκ κάθε χρόνο, τη Μεγάλη Βδομάδα, να ξαναζήσω λίγο το περιβάλλον και το κλίμα που τόσο μούλειπε κι έκανε, όπως και σήμερα, τόσο αβάσταχτες αυτές τις μέρες. Γνώρισα και το δάσκαλο, πούχαν ζητήσει αυτοί οι Μανιάτες από το ελληνικό δημόσιο για να μάθει, λεει, στα παιδιά τους τη γλώσσα και τις παραδόσεις των προγόνων τους.
Αυτοί οι Ελληνες Μανιάτες, που επιμένουν τέσσερις αιώνες τώρα, να μη θέλουν ν' αποχωριστούν τις ρίζες τους, περνούν καλά σήμερα. Το βλέπει κανείς απ' το χωριό τους, περιποιημένο, αρχοντικό, τα σπίτια μ' όλες τις σύγχρονες ανέσεις, τα καταστήματα, τα ξενοδοχεία … Ομως, αυτό που τους ενώνει, είναι οι κοινές ρίζες τους κι αυτές θέλουν να παραδώσουν στα παιδιά τους, να τους πούνε ποιοι είναι κι από που έρχονται, να μη χαθούν με τον καιρό και τις διασταυρώσεις με τους ντόπιους.
Μια μέρα ο δάσκαλος, νέος, γύρω στα τριανταπέντε, με κάλεσε και στο σπίτι του. Ανεβήκαμε για κανένα τέταρτο την πιο απότομη χωματένια ανηφόρα, φτάσαμε, λαχανιασμένοι, μπροστά σ'ένα μισοερειπωμένο σπίτι στην άκρη του χωριού. Το προσπέρασα ασυναίσθητα, το ίσιωμα πούβλεπα παρά πάνω μούδινε κουράγιο να φτάσω ως εκεί, να ξεκουραστώ, όταν αντιλήφθηκα το δάσκαλο να κοντοστέκεται πίσω μου.
- Τι' ναι, από τώρα κουράστηκες, δάσκαλε ;
- Εδώ μένουμε, μου αποκρίνεται, κάπως δειλά.
Με πιάνει από το μπράτσο, με σπρώχνει μαλακά στα ξεχαρβαλωμένα πέτρινα σκαλοπάτια που οδηγούσαν στη χωματένια αυλή του σπιτιού, τη σκεπασμένη με κληματαριά. Καμιά δεκαριά παλιές ξύλινες καρέκλες και μερικά ξεφτισμένα τραπεζάκια σκόρπια κάτω απ'την κληματαριά, ένα παλιό μεγάλο τραπέζι με δυο καρέκλες στο ισόγειο που μ'έμπασε φωνάζοντας τη γυναίκα του, μια παλιά κουζίνα υγραερίου και μερικά τριμμένα, ευκαιριακά κουζινικά κρεμασμένα στον τοίχο, έδιναν μια αξιολύπητη όψη σ'αυτό το φτωχικό, ξεμοναχιασμένο σπιτικό. Η γυναίκα του έφτιαξε καφέ, πιάσαμε την κουβέντα.
- Και που είναι το σχολειό, δάσκαλε ;
- Εδώ, μου λεει, τα παιδιά έρχονται εδώ τ’απογέματα, το πρωί πάνε στο δημόσιο, το γαλλικό … Γι'αυτό έχουμε τα τραπεζάκια και τις καρέκλες …
- Κι έρχονται πρόθυμα τα παιδιά, έχεις πολλούς μαθητές ; τον ρωτώ με κάποια δυσπιστία.
- Στην αρχή έρχονταν πολλά, αγόρια και κορίτσια, είχαμε καμιά σαρανταριά. Σιγά - σιγά όμως αραίωσαν … Σήμερα, μας έρχονται λιγότερα από δέκα. Δεν τους αρέσει, προτιμούν το γαλλικό εκεί έχουν, βλέπετε, άλλες ανέσεις … Εμάς, το υπουργείο απ την Ελλάδα δεν μας διαθέτει χρήματα, ένα χρόνο τώρα που είμ' εδώ, μόνο υποσχέσεις μου λένε, ούτε εγώ δεν μπορώ να τα βγάλω πέρα, δε βλέπεις σε τι σπίτι μένω ; Δεν έχω μια αίθουσα για τα παιδιά, δεν υπάρχουν χρήματα για να νοικιάσουμε, δεν έχω βιβλία να τους μοιράσω … Είναι κρίμα, λογαριάζω να φύγω κι εγώ του χρόνου, μ' έχουν παρατήσει ολομόναχο από το υπουργείο, έχω γράψει και ξαναγράψει, έχω απογοητευτεί πια ... Οι Γάλλοι, κάνουν ότι μπορούν να προσελκύσουν τα παιδιά στο γαλλικό σχολειό, εγώ τι μπορώ να κάνω ολομόναχος ;
Κούνησα το κεφάλι μου. Τι να του πω ; Τα ήξερα .. Καλά που η Ντομινίκ δεν είναι μαζί μου, συλλογίστηκα .. Τον άλλο χρόνο που πήγα, ούτε δάσκαλος ούτε αντικαταστάτης. Το παλιό, ετοιμόρροπο δασκαλικό, είχε γίνει αχυρώνας …
Αυτή είναι η ιστορία που είχα να σας διηγηθώ. Εκτός από τα ονόματα των προσώπων, είναι πέρα για πέρα αληθινή. Οι ταυτότητες αυτών των Ελλήνων ουδέποτε, και, φυσικά ούτε σήμερα, ανέγραψαν την ορθοδοξία τους. Κι όμως ούτε το Ισλάμ, ούτε ο Καθολικισμός, ούτε η ξένη εθνικότητα, ούτε οι κατατρεγμοί τόσων αιώνων, μπόρεσαν να την ξεριζώσουν από τις καρδιές τους. Αυτό που φρόντισε όμως να τους ξεριζώσει η ίδια η ελληνική Πολιτεία στις μέρες μας, είναι η ελληνική τους καταγωγή, ο ελληνισμός τους ....
Οπως είπε πρόσφατα και ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος, «η ορθοδοξία, αν και οφείλει πολλά εις τον ελληνισμόν, δεν ταυτίζεται με αυτόν». Μήπως το μεγάλο σφάλμα της ελληνικής Εκκλησίας είναι αυτή ακριβώς η ταύτιση, εκείνο δε της ελληνικής Πολιτείας, ότι επαναπαύτηκε, επί τόσα έτη, πάνω σ’αυτήν ; Μήπως, αντί να ενώσει τους Ελληνες μεταξύ τους, υποκατάστησε την Εκκλησία για να τους ενώσει με τη θρησκεία τους ; Με τι θα αντικαταστήσει τώρα αυτόν τον αναχρονισμό για να δέσει τους Νεοέλληνες με τον ελληνισμό τους ; Πώς θα βγει από τον εναγκαλισμό του «ελληνοχριστιανισμού», μια έννοια γεμάτη αντιθέσεις ; http://www.jupiter.gr/LITTERATURE/Pages/identity.htm Ο πρώτος αποικισμός έγινε από Φωκαείς στα 565 π.χ. με την ίδρυση της πόλης Αλαλίας, μετά την κατάκτηση της Ιωνίας από τους Πέρσες. Ο δεύτερος έγινε το 17ο αιώνα από Μανιάτες του γένους των Στεφανοπουλαίων του Οιτύλου. Μετά από βεντέτα με το ισχυρό γένος των Γιατριάνων και αφού προηγήθηκε διερευνητική επιστολή, 700 άτομα αναχωρούν με πλοία και φθάνουν στη Γένοβα όπου μετά από ανακρίσεις από τις γενοβέζικες αρχές και την αποδοχή των όρων τους αναχωρούν για την Κορσική.
Οι άποικοι μέσα σε μια πενταετία χτίζουν το χωριό Παόμια, επιδίδονται στη γεωργία και την υφαντουργία και διατηρούν μια αυστηρή ενδογαμία. Γρήγορα έρχονται σε σύγκρουση με τους Κορσικανούς και μετά από άρνησή τους να συμπράξουν στην εξέγερση των γηγενών, καταφεύγουν στο χωριό Αιάκειο. Μετά από 44 χρόνια και ενώ η Κορσική έχει πουληθεί στη Γαλλία, επανεγκαθίστανται στην περιοχή στο νέο χωριό Καργέζε.
Η γαλλική πολιτική προστασίας των Ελλήνων κατά την Γαλλική επανάσταση και κατά τα χρόνια του Ναπολέοντα είναι συνεχής. Σύμφωνα με τα απομνημονεύματα της Λάουρας Στεφανοπούλου, οι Βοναπάρτηδες κατάγονται από το γένος των Καλόμερων του γένους Στεφανοπούλου, που μετά την εγκατάστασή τους στην Τοσκάνη άλλαξαν το όνομα σε Buonoparte.
Απόγονός τους που εγκαταστάθηκε στο Αιάκειο έγινε ο γενάρχης της κορσικανής οικογένειας των Μποναπάρτηδων. Μετά το θάνατο του Καρόλου Βοναπάρτη, χρέη κηδεμόνα του ορφανού Ναπολέοντα ανέλαβε ο στρατηγός Δημήτριος Στεφανόπουλος (σύμφωνα πάντα με τα απομνημονεύματα).Οι Γενοβέζοι βλέποντας το αδιέξοδο των επαναστάσεων των ντοπίων, στα 1768 πωλούν την Κορσική στη Γαλλία. Πρώτος Γάλλος Κυβερνήτης στο νησί διορίζεται ο κόμης Ρενέ Μαρμπέφ. Για καλή τύχη των Μανιατών ο άνθρωπος αυτός είναι Φιλλέλην και δείχνει εξαιρετικό ενδιαφέρον για «τους απόγονους των Σπαρτιατών».
Είναι εντυπωσιασμένος από το βίο τους, την ιστορία τους, τις μάχες, τα βάσανα, την αξιοπρέπεια, τα αυστηρά έθιμα, την αλληλεγγύη τους και κυριολεκτικά τους θέτει υπό την προστασία του. Με τη φροντίδα αυτού του Κυβερνήτη χτίζεται κοντά στην Παόμια, πλησίον της θαλάσσης, το νέο τους χωριό.
Το Καργκέζε είναι το μόνο χωριό της Κορσικής που έχει κτιστεί βάσει σχεδίου και σε κάθε οικογένεια δίδεται από ένα σπίτι. Μάλιστα και ο ίδιος ο Μαρμπέφ χτίζει έπαυλη εδώ για να βρίσκεται τακτικά κοντά στους Έλληνες φίλους.
Το 1775 εγκαθίστανται στο Καργκέζε κάπου εκατό οικογένειες, κάποιες άλλες μένουν στο Αιάκειο. Κανείς δεν τολμά να ενοχλήσει το νέο χωριό των Μανιατών ως τα χρόνια που ακολουθούν την Γαλλική Επανάσταση (1789), όταν άτακτα σώματα Κορσικανών βρίσκουν ευκαιρία κι επιτίθενται!
Οι Μανιάτες καταφεύγουν πάλι στο Αιάκειον το 1795 ,για να επιστρέψουν τον επόμενο χρόνο – οι ντόπιοι καταστρέφουν τότε την έπαυλη του Κυβερνήτη Μαρμπέφ! Τα επόμενα χρόνια του Μεγάλου Ναπολέοντος είναι ήσυχα, ενώ το διάστημα 1814-1830 γίνονται οι τελευταίες επιθέσεις Κορσικανών, οι οποίες όμως αποκρούονται αποτελεσματικά.
Από το 1830 έχουμε τους πρώτους μεικτούς γάμους Ελλήνων αποίκων και ντόπιων Κορσικανών που εγκαθίστανται κι αυτοί στο Καργκέζε. Οι αντιθέσεις δεν εξαλείφθησαν βέβαια ποτέ, αλλά δεν γενούν πια ένοπλες συγκρούσεις.
Το 1874 πολλές οικογένειες Καργκεζιανών Μανιατών μεταναστεύουν στο Σίδι Μερουάν της Αλγερίας (η οποία έχει καταληφθεί από την Γαλλία), ευημερούν εκεί, αλλά αναγκάζονται να επιστρέψουν σε Κορσική και Γαλλία κατά την Αλγερινή επανάσταση, πριν λίγες δεκαετίες. Άλλοι απόγονοι Μανιατών ζουν στο Παρίσι, τη Μασσαλία, τη Νίκαια, κ.ά. γαλλικές πόλεις εκτός της Κορσικής. Στο Καργκέζε σήμερα κατοικούν μονίμως περί τους 2000 απογόνους Μανιατών, αριθμός που κάθε καλοκαίρι πολλαπλασιάζεται.
Το Καργκέζε, προβάλλει την Ελληνική του ταυτότητα (GARGESE la Grecgue!) και με την πρόοδο του διασφαλίζει την διατήρηση και διαιώνιση των Ελληνικών χαρακτηριστικών του. Τίτλος:
KAΦE ΠPOKOΠ
Συγγραφέας: ΓPHΓOPAKHΣ ΓIANNHΣ Εκδότης: ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ Είδος:ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Μετάφραση:
Επιμέλεια:
ISBN/Barcode:
9789604067046
Έτος Έκδοσης:
2004
Περίληψη:
Ο Τζέισον Πιρς, καθηγητής γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο του Μπαθ και συλλέκτης παλιών χειρογράφων, ανακαλύπτει στο Καργκέζε της Κορσικής τα τελευταία κειμήλια μιας χαμένης ελληνικής αποικίας. Στην κατοχή του περιέρχονται και τέσσερα έγγραφα του 18ου αιώνα, αποκαλυπτικά για τη ζωή μιας οικογένειας Ελλήνων που φαίνεται ότι σχετιζόταν με τον Ναπολέοντα. Από τη Μάνη του 17ου αιώνα στη Γένοβα του μπαρόκ και της Αναγέννησης και από το σύγχρονο Λονδίνο στο Παρίσι του Διαφωτισμού και της Επανάστασης. Με φόντο το ιστορικό καφέ του Παρισιού "Καφέ Προκόπ", στέκι ηθοποιών και φιλοσόφων, και τα κέρινα ομοιώματα της Μαντάμ Τισό, ιστορίες καθημερινών ανθρώπων συμπλέκονται με τις ζωές αντρών που άλλαξαν την Ιστορία του κόσμου. Βολτέρος, Ντιντερό, Ντ'Αλαμπέρ, Ναπολέων αναβιώνουν μέσα από τις σελίδες του βιβλίου. Ανατρεπτικό χιούμορ, συγκίνηση αλλά και διάθεση για ιστορική αναδίφηση στο τελευταίο μυθιστόρημα του Γιάννη Γρηγοράκη.
Η πρώτη επίσκεψη των κατοίκων του Καργκέζε στο Οίτυλο το 1986 είχε την μορφή προσκυνήματος.
«Διετήρει αίματός του εις τας φλέβας του ρανίδα,
ο Κορσικανός ο έχων τον Ταΰγετον πατρίδα...»
Αλ. Σούτσος
Λοιπόν, στην Κορσική, είν' ένα χωριό, το λένε Καργκέζε. Παλιοί Μανιάτες τόχαν κατοικήσει πάνε τέσσερις αιώνες τώρα, φεύγοντας την τυραννία του Οθωμανού καταχτητή. Ξεκίνησαν οχτακόσιοι, πολλοί πέθαναν από τις στερήσεις στο πολύμηνο ταξίδι. Πέρασαν πολλές περιπέτειες, πολέμησαν για τους χριστιανούς Γενοβέζους που, μη ξέροντας τι να τους κάνουν, τους εγκατάστησαν εκεί για να τους έχουν μετερίζι στις επαναστάσεις των ντόπιων. Γι’αυτό κι εκείνοι, τους είχαν για πολλά χρόνια στη μπούκα του τουφεκιού. Σήμερα, οι απόγονοί τους έχουν διασταυρωθεί με τους ντόπιους, έχουν χτίσει συγγένειες ... Στην πλατεία του χωριού, ένα μνημείο είναι αφιερωμένο στους πεσόντες για τη Γαλλία, τη σημερινή πατρίδα τους. Γύρω – γύρω, κατεβατά, τα σκαλισμένα ελληνικά ονόματα γυρισμένα στα ιταλικά, από τους Γενοβέζους που έδωσαν, τότε, στους προγόνους τους, αυτό το άσυλο με το αζημίωτο. Ο Μυρμιγκάκης, έγινε Μιρμιγκάτσι, ο Πασπαράκης Πασπαράτσι …Αλ. Σούτσος
Σαν από θαύμα, από τότε μέχρι σήμερα, μέσα σε τόσους αιώνες, δυσκολίες, αγώνες κι εχθρότητα, οι παραδόσεις κι η θρησκεία τους διατηρούνται ατόφιες, όπως τις παραλάβανε, από γενιά σε γενιά. Η μεγάλη, ορθόδοξη εκκλησιά, με τις εικόνες και τα κειμήλια πούφεραν μαζί οι πρόγονοί τους απ' το μανιάτικο χωριό τους, έχει την πόρτα της φάτσα στη μικρότερη, την καθολική. Μια μαρμάρινη πλάκα, σφηνωμένη στον τοίχο δεξιά στην πόρτα, θυμίζει την πρόσφατη ανταπόδοση της επίσκεψης πούκαναν στο Βίτυλο, το μανιάτικο χωριό απ'όπου ξεκίνησαν οι προγόνοι τους. Τη μια Κυριακή, ο παπάς λειτουργεί στην καθολική στα λατινικά, την άλλη στην ορθόδοξη, στα ελληνικά. Η Μεγάλη Βδομάδα και το Πάσχα, πάντα στα ελληνικά, πάντα στην ορθόδοξη εκκλησιά, πάντα με τις παλιές τις μανιάτικες παραδόσεις. Τη Μεγάλη Πέμπτη, στα δώδεκα βαγγέλια, δεν μπορείς να περάσεις από την κοσμοσυρροή. Το ίδιο και τη Μεγάλη Παρασκευή, στον επιτάφιο, το ίδιο και στην Ανάσταση. Εκτός από τους χωριανούς, πλήθος ξενιτεμένων ρωμιών μαζεύονται και, μαζί μ'αυτούς, από μέρη κοντινά και μακρινά κι άλλοι, κάθε λογής και κάθε πίστης. Χορωδία από τις πιο παλιές γυναίκες του χωριού, τις μόνες που μιλούν ακόμη καλά τη γλώσσα μας, ψέλνει ελληνικά όλα τα τροπάρια της ακολουθίας. Η εκκλησία, πλούσια στολισμένη με τ'ανοιξιάτικα λουλούδια και τ'αρώματα της κατάφυτης γης του "νησιού της ομορφιάς" όπως τόχαν δει οι Αργοναύτες, τα παλιά μανιάτικα κειμήλια, η κατάνυξη της χορωδίας, ο πρώτος χλιαρός ανοιξιάτικος καιρός π'ανατριχιάζει το κορμί, είναι ότι χρειάζεσαι για να νοιώσεις την ψυχή σου ν' αναζητά το Θεό σου ...
Μοναδικό κι ανέλπιστο θέαμα για τον ξενιτεμένο, η περιφορά του επιτάφιου στους πεντακάθαρους δρόμους του χωριού, μέσ' απ’τις δεκάδες τ' άσπρα κεριά που τρεμοσβήνουν πάνω στο κάθε περβάζι, παίζοντας με τα λουλούδια που στολίζουν τ' ανοιχτά παράθυρα και τον κόσμο που, στέκοντας πίσω τους, σταυροκοπιέται ορθόδοξα στο πέρασμά του. Το ίδιο κι η περιφορά της εικόνας της Παναγίας, κειμήλιο τεσσάρων αιώνων από τη Μάνη, τη Δευτέρα του Πάσχα. Το ντουφεκίδι πέφτει ασταμάτητα, από την έξοδο της εικόνας μέχρι το τέλος της λιτανείας, ενώ Γάλλοι αστυνόμοι με στολή καδράρουν την πομπή, αμίλητοι. Θαρρείς και βρίσκεσαι στην πατρίδα, σε μια πατρίδα που θάθελες να δεις, που θάθελες ν'ανήκεις, που δε βρίσκεις πια ..
Πήγαινα με τη Ντομινίκ κάθε χρόνο, τη Μεγάλη Βδομάδα, να ξαναζήσω λίγο το περιβάλλον και το κλίμα που τόσο μούλειπε κι έκανε, όπως και σήμερα, τόσο αβάσταχτες αυτές τις μέρες. Γνώρισα και το δάσκαλο, πούχαν ζητήσει αυτοί οι Μανιάτες από το ελληνικό δημόσιο για να μάθει, λεει, στα παιδιά τους τη γλώσσα και τις παραδόσεις των προγόνων τους.
Αυτοί οι Ελληνες Μανιάτες, που επιμένουν τέσσερις αιώνες τώρα, να μη θέλουν ν' αποχωριστούν τις ρίζες τους, περνούν καλά σήμερα. Το βλέπει κανείς απ' το χωριό τους, περιποιημένο, αρχοντικό, τα σπίτια μ' όλες τις σύγχρονες ανέσεις, τα καταστήματα, τα ξενοδοχεία … Ομως, αυτό που τους ενώνει, είναι οι κοινές ρίζες τους κι αυτές θέλουν να παραδώσουν στα παιδιά τους, να τους πούνε ποιοι είναι κι από που έρχονται, να μη χαθούν με τον καιρό και τις διασταυρώσεις με τους ντόπιους.
Μια μέρα ο δάσκαλος, νέος, γύρω στα τριανταπέντε, με κάλεσε και στο σπίτι του. Ανεβήκαμε για κανένα τέταρτο την πιο απότομη χωματένια ανηφόρα, φτάσαμε, λαχανιασμένοι, μπροστά σ'ένα μισοερειπωμένο σπίτι στην άκρη του χωριού. Το προσπέρασα ασυναίσθητα, το ίσιωμα πούβλεπα παρά πάνω μούδινε κουράγιο να φτάσω ως εκεί, να ξεκουραστώ, όταν αντιλήφθηκα το δάσκαλο να κοντοστέκεται πίσω μου.
- Τι' ναι, από τώρα κουράστηκες, δάσκαλε ;
- Εδώ μένουμε, μου αποκρίνεται, κάπως δειλά.
Με πιάνει από το μπράτσο, με σπρώχνει μαλακά στα ξεχαρβαλωμένα πέτρινα σκαλοπάτια που οδηγούσαν στη χωματένια αυλή του σπιτιού, τη σκεπασμένη με κληματαριά. Καμιά δεκαριά παλιές ξύλινες καρέκλες και μερικά ξεφτισμένα τραπεζάκια σκόρπια κάτω απ'την κληματαριά, ένα παλιό μεγάλο τραπέζι με δυο καρέκλες στο ισόγειο που μ'έμπασε φωνάζοντας τη γυναίκα του, μια παλιά κουζίνα υγραερίου και μερικά τριμμένα, ευκαιριακά κουζινικά κρεμασμένα στον τοίχο, έδιναν μια αξιολύπητη όψη σ'αυτό το φτωχικό, ξεμοναχιασμένο σπιτικό. Η γυναίκα του έφτιαξε καφέ, πιάσαμε την κουβέντα.
- Και που είναι το σχολειό, δάσκαλε ;
- Εδώ, μου λεει, τα παιδιά έρχονται εδώ τ’απογέματα, το πρωί πάνε στο δημόσιο, το γαλλικό … Γι'αυτό έχουμε τα τραπεζάκια και τις καρέκλες …
- Κι έρχονται πρόθυμα τα παιδιά, έχεις πολλούς μαθητές ; τον ρωτώ με κάποια δυσπιστία.
- Στην αρχή έρχονταν πολλά, αγόρια και κορίτσια, είχαμε καμιά σαρανταριά. Σιγά - σιγά όμως αραίωσαν … Σήμερα, μας έρχονται λιγότερα από δέκα. Δεν τους αρέσει, προτιμούν το γαλλικό εκεί έχουν, βλέπετε, άλλες ανέσεις … Εμάς, το υπουργείο απ την Ελλάδα δεν μας διαθέτει χρήματα, ένα χρόνο τώρα που είμ' εδώ, μόνο υποσχέσεις μου λένε, ούτε εγώ δεν μπορώ να τα βγάλω πέρα, δε βλέπεις σε τι σπίτι μένω ; Δεν έχω μια αίθουσα για τα παιδιά, δεν υπάρχουν χρήματα για να νοικιάσουμε, δεν έχω βιβλία να τους μοιράσω … Είναι κρίμα, λογαριάζω να φύγω κι εγώ του χρόνου, μ' έχουν παρατήσει ολομόναχο από το υπουργείο, έχω γράψει και ξαναγράψει, έχω απογοητευτεί πια ... Οι Γάλλοι, κάνουν ότι μπορούν να προσελκύσουν τα παιδιά στο γαλλικό σχολειό, εγώ τι μπορώ να κάνω ολομόναχος ;
Κούνησα το κεφάλι μου. Τι να του πω ; Τα ήξερα .. Καλά που η Ντομινίκ δεν είναι μαζί μου, συλλογίστηκα .. Τον άλλο χρόνο που πήγα, ούτε δάσκαλος ούτε αντικαταστάτης. Το παλιό, ετοιμόρροπο δασκαλικό, είχε γίνει αχυρώνας …
Αυτή είναι η ιστορία που είχα να σας διηγηθώ. Εκτός από τα ονόματα των προσώπων, είναι πέρα για πέρα αληθινή. Οι ταυτότητες αυτών των Ελλήνων ουδέποτε, και, φυσικά ούτε σήμερα, ανέγραψαν την ορθοδοξία τους. Κι όμως ούτε το Ισλάμ, ούτε ο Καθολικισμός, ούτε η ξένη εθνικότητα, ούτε οι κατατρεγμοί τόσων αιώνων, μπόρεσαν να την ξεριζώσουν από τις καρδιές τους. Αυτό που φρόντισε όμως να τους ξεριζώσει η ίδια η ελληνική Πολιτεία στις μέρες μας, είναι η ελληνική τους καταγωγή, ο ελληνισμός τους ....
Οπως είπε πρόσφατα και ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος, «η ορθοδοξία, αν και οφείλει πολλά εις τον ελληνισμόν, δεν ταυτίζεται με αυτόν». Μήπως το μεγάλο σφάλμα της ελληνικής Εκκλησίας είναι αυτή ακριβώς η ταύτιση, εκείνο δε της ελληνικής Πολιτείας, ότι επαναπαύτηκε, επί τόσα έτη, πάνω σ’αυτήν ; Μήπως, αντί να ενώσει τους Ελληνες μεταξύ τους, υποκατάστησε την Εκκλησία για να τους ενώσει με τη θρησκεία τους ; Με τι θα αντικαταστήσει τώρα αυτόν τον αναχρονισμό για να δέσει τους Νεοέλληνες με τον ελληνισμό τους ; Πώς θα βγει από τον εναγκαλισμό του «ελληνοχριστιανισμού», μια έννοια γεμάτη αντιθέσεις ; http://www.jupiter.gr/LITTERATURE/Pages/identity.htm Ο πρώτος αποικισμός έγινε από Φωκαείς στα 565 π.χ. με την ίδρυση της πόλης Αλαλίας, μετά την κατάκτηση της Ιωνίας από τους Πέρσες. Ο δεύτερος έγινε το 17ο αιώνα από Μανιάτες του γένους των Στεφανοπουλαίων του Οιτύλου. Μετά από βεντέτα με το ισχυρό γένος των Γιατριάνων και αφού προηγήθηκε διερευνητική επιστολή, 700 άτομα αναχωρούν με πλοία και φθάνουν στη Γένοβα όπου μετά από ανακρίσεις από τις γενοβέζικες αρχές και την αποδοχή των όρων τους αναχωρούν για την Κορσική.
Οι άποικοι μέσα σε μια πενταετία χτίζουν το χωριό Παόμια, επιδίδονται στη γεωργία και την υφαντουργία και διατηρούν μια αυστηρή ενδογαμία. Γρήγορα έρχονται σε σύγκρουση με τους Κορσικανούς και μετά από άρνησή τους να συμπράξουν στην εξέγερση των γηγενών, καταφεύγουν στο χωριό Αιάκειο. Μετά από 44 χρόνια και ενώ η Κορσική έχει πουληθεί στη Γαλλία, επανεγκαθίστανται στην περιοχή στο νέο χωριό Καργέζε.
Η γαλλική πολιτική προστασίας των Ελλήνων κατά την Γαλλική επανάσταση και κατά τα χρόνια του Ναπολέοντα είναι συνεχής. Σύμφωνα με τα απομνημονεύματα της Λάουρας Στεφανοπούλου, οι Βοναπάρτηδες κατάγονται από το γένος των Καλόμερων του γένους Στεφανοπούλου, που μετά την εγκατάστασή τους στην Τοσκάνη άλλαξαν το όνομα σε Buonoparte.
Απόγονός τους που εγκαταστάθηκε στο Αιάκειο έγινε ο γενάρχης της κορσικανής οικογένειας των Μποναπάρτηδων. Μετά το θάνατο του Καρόλου Βοναπάρτη, χρέη κηδεμόνα του ορφανού Ναπολέοντα ανέλαβε ο στρατηγός Δημήτριος Στεφανόπουλος (σύμφωνα πάντα με τα απομνημονεύματα).Οι Γενοβέζοι βλέποντας το αδιέξοδο των επαναστάσεων των ντοπίων, στα 1768 πωλούν την Κορσική στη Γαλλία. Πρώτος Γάλλος Κυβερνήτης στο νησί διορίζεται ο κόμης Ρενέ Μαρμπέφ. Για καλή τύχη των Μανιατών ο άνθρωπος αυτός είναι Φιλλέλην και δείχνει εξαιρετικό ενδιαφέρον για «τους απόγονους των Σπαρτιατών».
Είναι εντυπωσιασμένος από το βίο τους, την ιστορία τους, τις μάχες, τα βάσανα, την αξιοπρέπεια, τα αυστηρά έθιμα, την αλληλεγγύη τους και κυριολεκτικά τους θέτει υπό την προστασία του. Με τη φροντίδα αυτού του Κυβερνήτη χτίζεται κοντά στην Παόμια, πλησίον της θαλάσσης, το νέο τους χωριό.
Το Καργκέζε είναι το μόνο χωριό της Κορσικής που έχει κτιστεί βάσει σχεδίου και σε κάθε οικογένεια δίδεται από ένα σπίτι. Μάλιστα και ο ίδιος ο Μαρμπέφ χτίζει έπαυλη εδώ για να βρίσκεται τακτικά κοντά στους Έλληνες φίλους.
Το 1775 εγκαθίστανται στο Καργκέζε κάπου εκατό οικογένειες, κάποιες άλλες μένουν στο Αιάκειο. Κανείς δεν τολμά να ενοχλήσει το νέο χωριό των Μανιατών ως τα χρόνια που ακολουθούν την Γαλλική Επανάσταση (1789), όταν άτακτα σώματα Κορσικανών βρίσκουν ευκαιρία κι επιτίθενται!
Οι Μανιάτες καταφεύγουν πάλι στο Αιάκειον το 1795 ,για να επιστρέψουν τον επόμενο χρόνο – οι ντόπιοι καταστρέφουν τότε την έπαυλη του Κυβερνήτη Μαρμπέφ! Τα επόμενα χρόνια του Μεγάλου Ναπολέοντος είναι ήσυχα, ενώ το διάστημα 1814-1830 γίνονται οι τελευταίες επιθέσεις Κορσικανών, οι οποίες όμως αποκρούονται αποτελεσματικά.
Από το 1830 έχουμε τους πρώτους μεικτούς γάμους Ελλήνων αποίκων και ντόπιων Κορσικανών που εγκαθίστανται κι αυτοί στο Καργκέζε. Οι αντιθέσεις δεν εξαλείφθησαν βέβαια ποτέ, αλλά δεν γενούν πια ένοπλες συγκρούσεις.
Το 1874 πολλές οικογένειες Καργκεζιανών Μανιατών μεταναστεύουν στο Σίδι Μερουάν της Αλγερίας (η οποία έχει καταληφθεί από την Γαλλία), ευημερούν εκεί, αλλά αναγκάζονται να επιστρέψουν σε Κορσική και Γαλλία κατά την Αλγερινή επανάσταση, πριν λίγες δεκαετίες. Άλλοι απόγονοι Μανιατών ζουν στο Παρίσι, τη Μασσαλία, τη Νίκαια, κ.ά. γαλλικές πόλεις εκτός της Κορσικής. Στο Καργκέζε σήμερα κατοικούν μονίμως περί τους 2000 απογόνους Μανιατών, αριθμός που κάθε καλοκαίρι πολλαπλασιάζεται.
Το Καργκέζε, προβάλλει την Ελληνική του ταυτότητα (GARGESE la Grecgue!) και με την πρόοδο του διασφαλίζει την διατήρηση και διαιώνιση των Ελληνικών χαρακτηριστικών του. Τίτλος:
KAΦE ΠPOKOΠ
Συγγραφέας: ΓPHΓOPAKHΣ ΓIANNHΣ Εκδότης: ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ Είδος:ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Μετάφραση:
Επιμέλεια:
ISBN/Barcode:
9789604067046
Έτος Έκδοσης:
2004
Περίληψη:
Ο Τζέισον Πιρς, καθηγητής γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο του Μπαθ και συλλέκτης παλιών χειρογράφων, ανακαλύπτει στο Καργκέζε της Κορσικής τα τελευταία κειμήλια μιας χαμένης ελληνικής αποικίας. Στην κατοχή του περιέρχονται και τέσσερα έγγραφα του 18ου αιώνα, αποκαλυπτικά για τη ζωή μιας οικογένειας Ελλήνων που φαίνεται ότι σχετιζόταν με τον Ναπολέοντα. Από τη Μάνη του 17ου αιώνα στη Γένοβα του μπαρόκ και της Αναγέννησης και από το σύγχρονο Λονδίνο στο Παρίσι του Διαφωτισμού και της Επανάστασης. Με φόντο το ιστορικό καφέ του Παρισιού "Καφέ Προκόπ", στέκι ηθοποιών και φιλοσόφων, και τα κέρινα ομοιώματα της Μαντάμ Τισό, ιστορίες καθημερινών ανθρώπων συμπλέκονται με τις ζωές αντρών που άλλαξαν την Ιστορία του κόσμου. Βολτέρος, Ντιντερό, Ντ'Αλαμπέρ, Ναπολέων αναβιώνουν μέσα από τις σελίδες του βιβλίου. Ανατρεπτικό χιούμορ, συγκίνηση αλλά και διάθεση για ιστορική αναδίφηση στο τελευταίο μυθιστόρημα του Γιάννη Γρηγοράκη.
Ο Ναπολέων, για να δικαιολογήσει τη στέψη του σε αυτοκράτορα διέδωσε, μέσω της συγγενούς του Laure Δημητ. Στεφανοπούλου (που είχε παντρευτεί τον δούκα Zynot ντ’ Αμπραντές) ότι κατάγεται από τους Κομνηνούς Καλόμερους (=Καλομέρηδες) της Μάνης. Ο Ναπολέων είχε κηδεμόνα του στη Στρατιωτική Σχολή Μπριέν-λε-Σατό τον πατέρα της Laure, τον Δ.Στεφανόπουλο, που μερικοί κακόβουλοι «ψιθυριστές» λέγαν πως ο Ναπολέων ήταν νόθος γιος του με την πολύτεκνη Λετίτσια Βοναπάρτη, μητέρα του Ναπολέοντα, που παιδιόθεν ήταν «κολλητή» φίλη του ίδιου και της αδελφής του Πανώριας.
Το κτίσιμο της εκκλησίας του Αγίου Σπυρίδωνα κράτισε είκοσι ολόκληρα χρόνια. Ξεκίνησε στα 1852 και εγκαινιάστηκε το 1872. Οι έλληνες την έχτιζαν κάθε Κυριακή με εθελοντική εργασία και άπειρη υπομονή.
Η ελληνική αυτή παροικία ξεκίνησε ως ορθόδοξη, με τον καιρό όμως και για λόγους που δεν είναι της ώρας να εξηγήσουμε ασπάστηκε τον καθολικισμό, αλλά με τη μορφή της «Ουνίας». Είναι βέβαια καθολικοί, όπως οι άλλοι καθολικοί σ’ όλο τον κόσμο, αλλά έχουν κρατήσει το ορθόδοξο τυπικό και τα ορθόδοξα λατρευτικά έθιμα - πάντα όμως στην εξωτερική όψη, γιατί στο δόγμα είναι ακραιφνείς καθολικοί. Οι ορθόδοξοι τους ονομάζουν ουνίτες, ενώ οι καθολικοί ελληνόρυθμους
Αν και η ελληνική γλώσσα δεν είναι σε χρήση στο Καργκέζε, η Ελληνική συνείδηση διατηρείται. Ο κεντρικός δρόμος του χωριού ονομάζεται οδός Μάνης, κάποια τραγούδια που αναφέρονται στη Μάνη διασώζονται από τους γηραιότερους, τέλος στην Ελληνόρυθμη Εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα ακούγονται θρησκευτικοί ύμνοι στα Ελληνικά.Η πρώτη επίσκεψη των κατοίκων του Καργκέζε στο Οίτυλο το 1986 είχε την μορφή προσκυνήματος.
Οι πρόγονοι των Ελλήνων του Καργκέζε κατάγονταν από το Βοίτυλο ή Οίτυλο της Λακωνίας.
1663. 800 ΟΙΤΥΛΙΩΤΕΣ αποφάσισαν να εκπατριστούν.
Διαπραγματεύσεις μεταξύ του αιδεσιμότατου Καλκανδρή του επισκόπου του Οιτύλου και της κυβέρνησης της Γένοβας διήρκεσαν 11 χρόνια. Τελικά αποφασίστηκε να παραχωρηθεί στους πρόσφυγες η περιοχή της Παύμιας, 50 χλμ από το Αζάκιο έναντι ενός μικρού αντιτίμου, με την προϋπόθεση ότι οι Έλληνες θα αναγνώριζαν την εξουσία του Πάπα. 1665. Αφού οι διαπραγματεύσεις προχώρησαν ικανοποιητικά, ο αιδεσιμότατος Καλκανδρής, ο οποίος συνόδευε τους Έλληνες μαζί με 6 μοναχούς, ευχαρίστησε την κυβέρνηση της Γένοβας στις 25 Ιουνίου. 1675. Καθώς η επιτροπή των Στεφανοπουλέων ικανοποιήθηκε με τους όρους των διαπραγματεύσεων, ένα συμβόλαιο υπογράφτηκε στις 25 Σεπτεμβρίου με τον καπετάνιο Ντανιέλ του πλοίου <<Σωτήρας>> το οποίο θα μετέφερε σε 10 μέρες 800 πρόσφυγες είτε στο Λέγκεχορν είτε στη Γένοβα όπου θα παρέμεναν για λίγο. Το κόστος του ταξιδιού για τους Έλληνες κανονίστηκε στα 5 ρεάλια (ένα ρεάλι=25 σέντς).
Οι Οιτυλιώτες επιβιβάστηκαν στις 3 και 4 Οκτώβρη στο <<Σωτήρα>> όμως το πλοίο έφτασε στο προορισμό του την 1η Ιουνίου 1676.
Από τους 800 πρόσφυγες, οι 120 πέθαναν στη διάρκεια του ταξιδιού. 1676.Στις 13 Φεβρουαρίου οι αρχές της Γένοβας ανέκριναν τον αιδεσιμότατο Παρθένιο σχετικά με τους λόγους του εκπατρισμού τους.
Πριν την αναχώρηση των Οιτυλιωτών για την Κορσική οι προαναφερόμενες αρχές ιταλοποίησαν όλα τα επίθετα αντικαθιστώντας τις καταλήξεις <<ΑΚΗΣ>> σε <>.Για παράδειγμα το Παπαδάκης έγινε Papadacci.
Στις 14 Μαρτίου 3 γενοβέζικες γαλέρες προσάραξαν σε ένα ακαθόριστο σημείο απέναντι από την Παόμια, το οποίο ίσως ήταν ο μικρός όρμος <<των Μοναχών>> που σήμερα ονομάζεται <>.
Το όνομα Παόμια (Paomia) προέρχεται από την ιταλική λέξη pavore που σημαίνει παγώνι. Την Παόμια αποτελούσαν 5 χωριουδάκια το Pancone, το Corona , το Rondolino, το Salici και το Monte-Rosso που χτίστηκαν από τους Έλληνες σε ένα χρόνο. 1678. Στο Rondolino ολοκληρώθηκε η κύρια εκκλησία αφιερωμένη στη Κοίμηση της Θεοτόκου. Χάρη στη σκληρή δουλειά η Παόμια μετατράπηκε στη πιο πλούσια και στη καλύτερη καλλιεργημένη περιοχή της Κορσικής ενώ για περίπου 50 χρόνια οι κάτοικοι είχαν καλές σχέσεις με τους γειτόνου τους. 1729. Οι Κορσικανοί επαναστάτησαν εναντίον της Γένοβας.Οι Έλληνες αρνήθηκαν να πάρουν τα όπλα εναντίον των Γενοβέζων ευεργετών τους. Έτσι οι Κορσικανοί λεηλάτησαν και κατέστρεψαν την περιουσία της Παόμιας επειδή πίστεψαν ότι οι Οιτυλιώτες ήταν σύμμαχοι των Γενοβέζων.
Τον επόμενο χρόνο οι Έλληνες δέχτηκαν επίθεση από τους Κορσικανούς, όμως αντιστάθηκαν ηρωικά και νίκησαν. Εν τούτοις λόγω έλλειψης βοήθειας τους συνέστησαν να κατευθυνθούν στο Αζάκιο, μέσω της θάλασσας, αφήνοντας πίσω 50 άνδρες για να προστατεύσουν την Παόμια. Όμως οι εναπομείναντες υπερασπιστές αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν στο πύργο της Ominia στο άκρο της χερσονήσου. Εξαιτίας της έλλειψης αγαθών και προμηθειών υποχρεώθηκαν τη νύχτα να φύγουν για το Αζάκιο όπου έφτασαν στα τέλη του Απρίλη 1731. 1731-74. Για 43 χρόνια οι Έλληνες παρέμειναν στο Αζάκιο. 1768. Την 1η Ιουνίου η σημαία του βασιλιά της Γαλλίας αντικατέστησε εκείνη των Γενοβέζων. Οι Έλληνες οργάνωσαν ένα σύνταγμα το οποίο ενσωματώθηκε στα στρατεύματα που διοικούσαν από τον κόμη Marbeuf. 1774. Με την μεσολάβηση του κόμη Marbeuf παραχωρήθηκε στους Έλληνες η περιοχή του Καργκέζε ως αποζημίωση για το χαμό της Παόμιας. Μετά από παράκληση του κόμη ο Γεώργιος Στεφανόπουλος (Stefanopoli)- παρατσούκλι καπετάν- Γιώργος- κατάφερε να πετύχει συμφωνία. Έτσι ο κόμης Marbeuf έκανε τις κατάλληλες ενέργειες ώστε να χτιστούν 120 σπίτια όλα του ίδιου τύπου, 250μ. μακριά από τη θάλασσα. Έκτισε επίσης ένα κάστρο που αργότερα καταστράφηκε από φωτιά. Αργότερα ο κόμης Marbeuf έγινε ο Μαρκήσιος του Καργκέζε. 1793. Η Γαλλική Επανάσταση απλώθηκε σε όλο το νησί. Το κάστρο του Marbeuf καταστράφηκε από τους Ιακωβίνους του Vico αλλά το χωριό δεν υπέφερε ιδιαίτερα. Στους άνδρες που κατέφυγαν στους 2 πύργους στις 2 πλευρές του όρμου Pero επιτράπηκε να επιστρέψουν στο Αζάκιο με τα παιδιά και τις γυναίκες τους όπου έμειναν για άλλα 4 χρόνια. Στη συνέχεια δόθηκε η άδεια να μεταφερθούν στο Καργκέζε από τον στρατηγό Casabiano σύμφωνα με τις οδηγίες του <>.Τα 2/3 των Ελλήνων (περίπου 800) συμφώνησαν ενώ οι υπόλοιποι προτίμησαν είτε να παραμείνουν στο Αζάκιο είτε να καταφύγουν στην ενδοχώρα. 1804. Αυτή την εποχή υπήρχαν 100 κάτοικοι στο Καργκέζε από τους οποίους 350 ήταν Κορσικανοί. Αυτή η ανάμειξη επρόκειτο να εξασφαλίσει ειρήνη και ησυχία. 1814. Περισσότερες απειλές από τους ανθρώπους του Vico οι οποίου υπό τις διαταγές του βασιλιά Καρόλου του 10ου επρόκειτο να επιστρέψουν τμήμα της περιουσίας που είχαν κατάσχει.1830. Ένας αριθμός συμμαχιών ανάμεσα στους Έλληνες και τους Κορσικανούς καταπράυνε τους κατοίκους του Vico οι οποίοι τελικά εγκατέλειψαν της εχθρότητες.
Από τότε ……. Οι Έλληνες και Κορσικανοί ζουν ειρηνικά.
Διαπραγματεύσεις μεταξύ του αιδεσιμότατου Καλκανδρή του επισκόπου του Οιτύλου και της κυβέρνησης της Γένοβας διήρκεσαν 11 χρόνια. Τελικά αποφασίστηκε να παραχωρηθεί στους πρόσφυγες η περιοχή της Παύμιας, 50 χλμ από το Αζάκιο έναντι ενός μικρού αντιτίμου, με την προϋπόθεση ότι οι Έλληνες θα αναγνώριζαν την εξουσία του Πάπα. 1665. Αφού οι διαπραγματεύσεις προχώρησαν ικανοποιητικά, ο αιδεσιμότατος Καλκανδρής, ο οποίος συνόδευε τους Έλληνες μαζί με 6 μοναχούς, ευχαρίστησε την κυβέρνηση της Γένοβας στις 25 Ιουνίου. 1675. Καθώς η επιτροπή των Στεφανοπουλέων ικανοποιήθηκε με τους όρους των διαπραγματεύσεων, ένα συμβόλαιο υπογράφτηκε στις 25 Σεπτεμβρίου με τον καπετάνιο Ντανιέλ του πλοίου <<Σωτήρας>> το οποίο θα μετέφερε σε 10 μέρες 800 πρόσφυγες είτε στο Λέγκεχορν είτε στη Γένοβα όπου θα παρέμεναν για λίγο. Το κόστος του ταξιδιού για τους Έλληνες κανονίστηκε στα 5 ρεάλια (ένα ρεάλι=25 σέντς).
Οι Οιτυλιώτες επιβιβάστηκαν στις 3 και 4 Οκτώβρη στο <<Σωτήρα>> όμως το πλοίο έφτασε στο προορισμό του την 1η Ιουνίου 1676.
Από τους 800 πρόσφυγες, οι 120 πέθαναν στη διάρκεια του ταξιδιού. 1676.Στις 13 Φεβρουαρίου οι αρχές της Γένοβας ανέκριναν τον αιδεσιμότατο Παρθένιο σχετικά με τους λόγους του εκπατρισμού τους.
Πριν την αναχώρηση των Οιτυλιωτών για την Κορσική οι προαναφερόμενες αρχές ιταλοποίησαν όλα τα επίθετα αντικαθιστώντας τις καταλήξεις <<ΑΚΗΣ>> σε <
Στις 14 Μαρτίου 3 γενοβέζικες γαλέρες προσάραξαν σε ένα ακαθόριστο σημείο απέναντι από την Παόμια, το οποίο ίσως ήταν ο μικρός όρμος <<των Μοναχών>> που σήμερα ονομάζεται <
Το όνομα Παόμια (Paomia) προέρχεται από την ιταλική λέξη pavore που σημαίνει παγώνι. Την Παόμια αποτελούσαν 5 χωριουδάκια το Pancone, το Corona , το Rondolino, το Salici και το Monte-Rosso που χτίστηκαν από τους Έλληνες σε ένα χρόνο.
Τον επόμενο χρόνο οι Έλληνες δέχτηκαν επίθεση από τους Κορσικανούς, όμως αντιστάθηκαν ηρωικά και νίκησαν. Εν τούτοις λόγω έλλειψης βοήθειας τους συνέστησαν να κατευθυνθούν στο Αζάκιο, μέσω της θάλασσας, αφήνοντας πίσω 50 άνδρες για να προστατεύσουν την Παόμια. Όμως οι εναπομείναντες υπερασπιστές αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν στο πύργο της Ominia στο άκρο της χερσονήσου. Εξαιτίας της έλλειψης αγαθών και προμηθειών υποχρεώθηκαν τη νύχτα να φύγουν για το Αζάκιο όπου έφτασαν στα τέλη του Απρίλη 1731. 1731-74. Για 43 χρόνια οι Έλληνες παρέμειναν στο Αζάκιο. 1768. Την 1η Ιουνίου η σημαία του βασιλιά της Γαλλίας αντικατέστησε εκείνη των Γενοβέζων. Οι Έλληνες οργάνωσαν ένα σύνταγμα το οποίο ενσωματώθηκε στα στρατεύματα που διοικούσαν από τον κόμη Marbeuf. 1774. Με την μεσολάβηση του κόμη Marbeuf παραχωρήθηκε στους Έλληνες η περιοχή του Καργκέζε ως αποζημίωση για το χαμό της Παόμιας. Μετά από παράκληση του κόμη ο Γεώργιος Στεφανόπουλος (Stefanopoli)- παρατσούκλι καπετάν- Γιώργος- κατάφερε να πετύχει συμφωνία. Έτσι ο κόμης Marbeuf έκανε τις κατάλληλες ενέργειες ώστε να χτιστούν 120 σπίτια όλα του ίδιου τύπου, 250μ. μακριά από τη θάλασσα. Έκτισε επίσης ένα κάστρο που αργότερα καταστράφηκε από φωτιά. Αργότερα ο κόμης Marbeuf έγινε ο Μαρκήσιος του Καργκέζε. 1793. Η Γαλλική Επανάσταση απλώθηκε σε όλο το νησί. Το κάστρο του Marbeuf καταστράφηκε από τους Ιακωβίνους του Vico αλλά το χωριό δεν υπέφερε ιδιαίτερα. Στους άνδρες που κατέφυγαν στους 2 πύργους στις 2 πλευρές του όρμου Pero επιτράπηκε να επιστρέψουν στο Αζάκιο με τα παιδιά και τις γυναίκες τους όπου έμειναν για άλλα 4 χρόνια. Στη συνέχεια δόθηκε η άδεια να μεταφερθούν στο Καργκέζε από τον στρατηγό Casabiano σύμφωνα με τις οδηγίες του <
Από τότε ……. Οι Έλληνες και Κορσικανοί ζουν ειρηνικά.
Το ΚΑΡΓΚΕΖΕ - το χωριό των Μανιατών, τόσο στην Κορσική, όσο και στην Γαλλία και στον κόσμο προβάλλεται ως ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΑΡΓΚΕΖΕ. Κάθε έντυπο σε όλες τις γλώσσες, του τοπικού γραφείου τουρισμού, των τοπικών υπηρεσιών και συλλόγων αναφέρεται στο « GARGESE la Grecgue »! Ως επί το πλείστον οι κάτοικοι – ντόπιοι και απόγονοι Μανιατών – ασχολούνται με τουριστικές επιχειρήσεις υψηλού επιπέδου, με στόχο προσέλευση απαιτητικών επισκεπτών κι όχι μεγάλου αριθμού, αμφιβόλου ποιότητας, τουριστών.
Η υποδομή (μαρίνα, υπερσύγχρονα επιπλωμένα δωμάτια, μικρά πολυτελή ξενοδοχεία και εστιατόρια, ιπποτουρισμό κ.λ.π.) τους επιτρέπει κάτι τέτοιο. Μαζί βέβαια με την άριστα οργανωμένη υπηρεσία καθαριότητος, την ευγένεια και το – διόλου δουλικό – χαμόγελο!
Και είναι εκπληκτικό το γεγονός της Ελληνικής ονομασίας στα Ξενοδοχεία και τις επιχειρήσεις τους: RESIDENCE ELLADA, MOTEL TA KLADIA, RESIDENCE D’ ITYLON, HOTEL – MOTEL HELIOS, RESIDENCE MAINA, HOTEL – RESTAURANT THALASSA κ.π.ά.! Είναι εξαιρετικά συγκινητικό για τον Έλληνα επισκέπτη, σ’ έναν τόπο μακρινό – και ξεχασμένο!- απ’ την πατρίδα μας τόπο, εφτακόσιοι άνθρωποι και οι απόγονοι τους ως σήμερα – σ’ ένα εχθρικό περιβάλλον, να έχουν επιβάλλει την Ελληνική τους παρουσία και να έχουν θέσει τη σφραγίδα τους στην καθημερινή ζωή. Βαδίζει κανείς σήμερα, στο Ελληνικό Καργκέζε στην ….οδό Ελλάδος ( Rue de Greece ), στην οδό Μάνης( Rue de Magne ) στην οδό Οιτύλου ( Rue de Vitylon)!
Οι σημερινοί απόγονοι των Ελλήνων έχουν κρατήσει τα παλαιά Μανιάτικα επώνυμά τους: Στεφανόπουλος, Φριμιγόκης, Τζαννετάκης, Δρακάκης, Βολιμάκης, Κορίτης, Βλαχοδημάκης, Κορώνας, Κοτσυφάκης, Παπαδάκης, Μαυροειδάκης κ.ά.
Αρκετοί γνωρίζουν, και μαθαίνουν, νέα Ελληνικά, μόνο μια – δυο γερόντισσες όμως, γνωρίζουν το Μανιάτικο ιδίωμα όπως το έμαθαν πάππου – προπάππου. Όσο πάμε προς τα πίσω, οι γνωρίζοντες τα Μανιάτικα ήταν περισσότεροι - δυστυχώς δεν διατηρήθηκε η Μανιάτικη λαλιά στο Καργκέζε (δεν ήταν εξάλλου και εύκολο, χωρίς συνδρομή απ’ την Μάνη και την Ελλάδα).
Εκείνο όμως που ποτέ δεν εγκατέλειψε τους απογόνους των τσακισμένων Μανιάτικων αποίκων του 1675, ως σήμερα, είναι η συνείδηση του Ελληνικού τους αίματος, η συνείδηση της καταγωγής τους, η Ελληνική ψυχή τους (τα όσα ακολουθούν στις επόμενες σελίδες ελπίζω να αποδεικνύουν του λόγου το αληθές).
Κορωνίδα βέβαια των Ελληνικών επιβιώσεων στο Καργκέζε είναι αναμφισβήτητα το γεγονός να ακούει κανείς την θεία λειτουργία, στην εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνος, στην Ελληνική γλώσσα. Οι Θρησκευτικές γιορτές τους γίνονται κατά το Ορθόδοξο – Βυζαντινό τυπικό όπως και οι ακολουθίες που «χαρακτηρίζουν» τη ζωή του καθενός: βάπτιση, γάμος, κηδεία ……
Το ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΑΡΓΚΕΖΕ κρατάει γερά, σήμερα που ο κίνδυνος του ισοπεδωτισμού, του δυτικού πολιτιστικού ιμπεριαλισμού, οδηγεί στον εκφυλισμό τα πάντα – αυτήν την ίδια την Ελληνική μας Πατρίδα!- σήμερα αξίζει να ενισχύουμε και να αναβαπτίσουμε τη θέση και τη σχέση με αυτήν την μακρινή γωνιά της Ελλάδος!
Επ’ ωφέλεια δική μας και του Γένους των Ελλήνων ……
Η υποδομή (μαρίνα, υπερσύγχρονα επιπλωμένα δωμάτια, μικρά πολυτελή ξενοδοχεία και εστιατόρια, ιπποτουρισμό κ.λ.π.) τους επιτρέπει κάτι τέτοιο. Μαζί βέβαια με την άριστα οργανωμένη υπηρεσία καθαριότητος, την ευγένεια και το – διόλου δουλικό – χαμόγελο!
Και είναι εκπληκτικό το γεγονός της Ελληνικής ονομασίας στα Ξενοδοχεία και τις επιχειρήσεις τους: RESIDENCE ELLADA, MOTEL TA KLADIA, RESIDENCE D’ ITYLON, HOTEL – MOTEL HELIOS, RESIDENCE MAINA, HOTEL – RESTAURANT THALASSA κ.π.ά.! Είναι εξαιρετικά συγκινητικό για τον Έλληνα επισκέπτη, σ’ έναν τόπο μακρινό – και ξεχασμένο!- απ’ την πατρίδα μας τόπο, εφτακόσιοι άνθρωποι και οι απόγονοι τους ως σήμερα – σ’ ένα εχθρικό περιβάλλον, να έχουν επιβάλλει την Ελληνική τους παρουσία και να έχουν θέσει τη σφραγίδα τους στην καθημερινή ζωή. Βαδίζει κανείς σήμερα, στο Ελληνικό Καργκέζε στην ….οδό Ελλάδος ( Rue de Greece ), στην οδό Μάνης( Rue de Magne ) στην οδό Οιτύλου ( Rue de Vitylon)!
Οι σημερινοί απόγονοι των Ελλήνων έχουν κρατήσει τα παλαιά Μανιάτικα επώνυμά τους: Στεφανόπουλος, Φριμιγόκης, Τζαννετάκης, Δρακάκης, Βολιμάκης, Κορίτης, Βλαχοδημάκης, Κορώνας, Κοτσυφάκης, Παπαδάκης, Μαυροειδάκης κ.ά.
Αρκετοί γνωρίζουν, και μαθαίνουν, νέα Ελληνικά, μόνο μια – δυο γερόντισσες όμως, γνωρίζουν το Μανιάτικο ιδίωμα όπως το έμαθαν πάππου – προπάππου. Όσο πάμε προς τα πίσω, οι γνωρίζοντες τα Μανιάτικα ήταν περισσότεροι - δυστυχώς δεν διατηρήθηκε η Μανιάτικη λαλιά στο Καργκέζε (δεν ήταν εξάλλου και εύκολο, χωρίς συνδρομή απ’ την Μάνη και την Ελλάδα).
Εκείνο όμως που ποτέ δεν εγκατέλειψε τους απογόνους των τσακισμένων Μανιάτικων αποίκων του 1675, ως σήμερα, είναι η συνείδηση του Ελληνικού τους αίματος, η συνείδηση της καταγωγής τους, η Ελληνική ψυχή τους (τα όσα ακολουθούν στις επόμενες σελίδες ελπίζω να αποδεικνύουν του λόγου το αληθές).
Κορωνίδα βέβαια των Ελληνικών επιβιώσεων στο Καργκέζε είναι αναμφισβήτητα το γεγονός να ακούει κανείς την θεία λειτουργία, στην εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνος, στην Ελληνική γλώσσα. Οι Θρησκευτικές γιορτές τους γίνονται κατά το Ορθόδοξο – Βυζαντινό τυπικό όπως και οι ακολουθίες που «χαρακτηρίζουν» τη ζωή του καθενός: βάπτιση, γάμος, κηδεία ……
Το ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΑΡΓΚΕΖΕ κρατάει γερά, σήμερα που ο κίνδυνος του ισοπεδωτισμού, του δυτικού πολιτιστικού ιμπεριαλισμού, οδηγεί στον εκφυλισμό τα πάντα – αυτήν την ίδια την Ελληνική μας Πατρίδα!- σήμερα αξίζει να ενισχύουμε και να αναβαπτίσουμε τη θέση και τη σχέση με αυτήν την μακρινή γωνιά της Ελλάδος!
Επ’ ωφέλεια δική μας και του Γένους των Ελλήνων ……
Μ' έχει μολύνει με ζωή εκείνο το τραγούδι
Που άκουσα μια εποχή, μακριά στην Κορσική
Πέρασα θάλασσες, στεριές, μα έμεινε το χνούδι
Από ακατάλληλες σκηνές σε κλήση δοτική
Μέτρησα ανέμους και δροσιές μα πάντα εκεί ριγούσα
Σε κάτι λόγια τροπικά μέσα απ' τις φυλλωσιές
Κάτω απ' τον ήλιο το σταχτή, ηφαίστεια ξυπνούσα
Μα όταν γυρνούσα απ' το βαθύ, μετρούσα ταραχές
Μες στης καρδιάς το παλμικό, το ανίδεο σεργιάνι
Στου κόσμου τις ανηφοριές, κοιτούσα την κορφή
Έψαχνα θάνατο παχύ και ρυπαρό ποτάμι
Για να κατέβω με βροχή, στης πύλης τη σιωπή
Ιογενής η ενοχή και ένα ακόμη πάθος
Με οδηγεί εκ του ασφαλούς, σε μια διαγωγή
Του έρωτα το ασταθές, είναι το μόνο λάθος
Ή το παράδοξο είναι απλώς, αυτό που οδηγεί;
Βλέπω αστέρινο χορό, να σχίζει τη σελήνη
Σ' ένα λιμάνι ξεδιψώ με ανύπαρκτους θεούς
Μες στου Καργκέζε περπατώ, την εύθραυστη γαλήνη
Καθώς τα όνειρα πετώ, κι αλλάζω τους χρησμούς
Στη μέση αυτού του ταξιδιού, δονήσεις και σκοτάδι
Ακούγοντας μες στην ηχώ, κάποιο ερωδιό
Να λέει επάνω στο κλαδί για ένα παλιό σημάδι
Τα λόγια εκείνα του κενού κι εγώ παραληρώ
Μ' έχει μολύνει με ζωή του Αζάκιο το γινάτι
Κι η συμμαχία της στιγμής έχει κατασχεθεί
Με μια γαλέρα ξεκινώ στου Monte την Ενάτη
Ξανά να υπερασπιστώ του όρμου το χακί
Κι ίσως αμόλυντος να βγω μέσα απ' τη δυστυχία
στων Οίτυλών την εμμονή να κάνω υπομονή
στις καταλήξεις της γραφής να βρω την ησυχία
και στις ενδείξεις της αφής, να γράψω αναμονή.
Μ' έχει μολύνει με ζωή εκείνο το τραγούδι
Που άκουσα για ξαστεριά, κάπου στην Κορσική
Εγκαταλείπω την οργή, που έχω γι' αγγελούδι
Καταπραΰνω την ορμή και λέω ανακωχή.
www.eliaspolitis.gr Cargese-The Greek Village of Corsica
In 1673 800 residents of the town of Itilos of the Mani district of the Peloponese, in order to save their lives, decided to leave their mother land after an unsuccessful revolt against the Ottomans who ruled Greece during that period. The Genoa administration offered to give them land in Corsica under the condition they would accept the full recognition of the power of the Pope of Rome but keep their Orthodox traditions. The committee headed by the Stefanopoulos family clan approved the conditions and in 1675 the 800 Maniots boarded the ship «Sotiras» started the voyage. It took them two months to reach their final destination and of the 800 emigrants 120 died during the trip! Thus the Maniots settled in Paomia, Corsica. In a year the Greeks founded several small villages and due to the diligence of the Maniots very soon Paomia turned into one of the richest and best agriculturally developed areas of Corsica. For the first time in 50 years Greeks were on good and peaceful terms with the local population. In 1729, the Corsicans revolted against the Genoans, but the Greeks refused to take arms up against their benefactors and refused to support the Corsicans. As a result, the Corsicans began to destroy and plunder the property of the Maniots. Soon after, the Corsicans attacked them and even though the Greeks showed heroic resistance for one year, at the end they decided to leave their lands since they had no support or assistance. Once again, they became refugees and for the next 44 years the Greeks stayed in Aiaccio (the capital of Corsica). InI768, the French took over Corsica and in compensation for the Greeks who helped by arranging one regiment and joining the French army against the Corsicans, in 1804 a new village was built for them by the government of France called Cargese. In 1852, the Maniots launched to construct a large Greek church dedicated to Saint Spiridonas in their new village. The church was finished in 20 years and was sanctified in1872.
Cargese is a Maniot village that everywhere, on Corsica, in France, in the whole world is always called Greek Cargese! Every publication of local tourist company, of any local office and society bears a sign: "Cargese la Grecque"! The main occupation of the villagers, local Corsicans as well as Maniot descendants, is tourism. They try hard to increase not only the number of tourists, but to reach the highest possible level of tourism. They try to achieve this by a good technical support, a well organised sanitary service, politeness, hospitality and restrained but sincere smiles. The names of hotels and restaurants are characteristically Greek: Residence Ellada, Motel Ta Kladia, Residence D'Itylon, Hotel-Motel Helios, Residence Maina, Hotel-Restaurant Thalassa, etc. Just imagine, 800 people and their descendants who now live in a far away place in a hostile surrounding could manage to keep their Greek spirit and strongly impose their presence every where around. The present Greek tourists who visit Cargese with big excitement and pride walk along the streets that bear Greek names: Greece (Rue de Grece), Mani (Rue de Magne), Itylos (Rue de Vitylon)! The descendants of the first colonists stick to their Maniot names: Stefanopoulos, Trimigokis, Tzanetakis, Drakakis, Volimakis, Koritis,Vlahodimakis, Koronas, Kotsifakis, Papadakis, Mavroidakis, etc. Quite a number of Maniots try to study and speak Greek. Unfortunately only a few old women still remember and use the Maniot idioms that they have learned from their great-grandfathers. Without close and constant contacts with Greece in general and Mani in particular gradually these idioms would be completely forgotten. It is very remarkable that the descendants of the first Maniot colonists managed to keep their Greek spirit, to stay proud of their Greek origin and to believe that Greek blood flows in their veins. Isn't it exciting that the services in the local cathedral of Saint Spiridonas are held in Greek!! The religious holidays follow the Orthodox-Byzantine ceremonies including those of baptizing, wedding and burial. Greek Cargese occupies a steady position and sticks to the traditions of its ancestors. It is especially important nowadays when an impersonal Western culture threatens to equalize everything and everyone in this world. We who live in Greece should strengthen our contacts with this remote Greek place for the sake of preserving our Greek consciousness and presence, and our Greek nation in general.
noctoc-noctoc
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά