Ἡ Ἁγία Εἰρήνη ἡ Μεγαλομάρτυς
Μεγάλο παράδειγμα πίστης στὸν Ἕνα καὶ ἀληθινὸ Θεὸ ἀποτελεῖ ἡ Εἰρήνη. Γεννήθηκε στὴν πόλη Μαγεδῶν τῆς Περσίας καὶ τὸ πρῶτο της ὄνομα ἦταν Πηνελόπη. Ὁ πατέρας της ὀνομαζόταν Λικίνιος καὶ ἦταν ἔπαρχος, ἡ δὲ μητέρα της Λικινία. Ἀπὸ ἕξι χρονῶν ἡ Πηνελόπη ἄρχισε τὴν γραμματική της ἐκπαίδευση, σ᾿ ἕναν ἀπὸ τοὺς πιὸ σοφοὺς διδασκάλους τῆς ἐποχῆς της, τὸν Ἀπελλιανό. Τῆς ἔμαθε πολλὰ ὁ σοφὸς διδάσκαλος. Ἕνα, ὅμως, δὲν τῆς ἔμαθε. Γιὰ τὸ Χριστό. Καὶ αὐτὸ τὸ κατόρθωσε μία ἁπλὴ χριστιανὴ ὑπηρέτρια τοῦ Λικινίου, ποὺ μὲ τὴν θεία χάρη κατέκτησε τὴν καρδιὰ τῆς ἀρχοντοκόρης.
Ἡ Πηνελόπη ἔνιωσε μεγάλη χαρὰ ποὺ ἔμαθε τὴν πραγματικὴ ἀλήθεια τῆς ζωῆς καὶ ἐπεδίωξε ἀμέσως νὰ βαπτισθεῖ χριστιανή. Πῆρε τὸ ὄνομα Εἰρήνη καὶ συγχρόνως τὸ σταυρὸ τῆς χριστιανικῆς ζωῆς. Ἀπὸ δῶ καὶ πέρα ἡ Εἰρήνη ἄρχισε μία πνευματικὴ πορεία, ποὺ περνᾷ διὰ μέσου πυρὸς καὶ σιδήρου.
Ὁ ἴδιος ὁ πατέρας της τὴν ἔβαλε στὰ πόδια ἀγρίου ἀλόγου, νὰ τὴν σκοτώσει μὲ κλωτσιές. Ἀλλὰ τὸ ἄλογο στράφηκε ἐναντίον του καὶ σκότωσε αὐτόν. Τότε ἐπικράτησε μεγάλη σύγχυση μεταξὺ τῶν ἐκεῖ παρευρισκομένων ἀνθρώπων.
Ἀλλὰ ἡ Εἰρήνη τοὺς καθησύχασε μὲ τὰ λόγια του Χριστοῦ: «Πάντα δυνατὰ τῷ πιστεύοντι». Δηλαδή, ὅλα εἶναι δυνατὰ σ᾿ ἐκεῖνον ποὺ πιστεύει. Καὶ πράγματι, μὲ θαυμαστὴ πίστη προσευχήθηκε, καὶ ὁ πατέρας της σηκώθηκε ζωντανός. Τότε, οἰκογενειακῶς ὅλοι βαπτίσθηκαν χριστιανοί.
Τῆς Εἰρήνης οἱ δοκιμασίες καὶ τὰ μαρτύρια ἦταν πολλά. Ἀλλὰ πάντα ἔβγαινε ζωντανὴ μέσα ἀπὸ αὐτά, διότι εἶχε μεγάλη καὶ ζωντανὴ πίστη. Περιόδευσε σὲ ἀρκετοὺς τόπους καὶ δίδαξε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, ἰδιαίτερα μὲ τὸ παράδειγμα τῆς ζωῆς της.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Εἰρήνης τὸν ἄρχοντα, ἰχνηλατοῦσα σεμνή, εἰρήνης ἐπώνυμος, δι’ ἐπιπνοίας Θεοῦ, ἐδείχθης πανεύφημε· σὺ γὰρ τοῦ πολεμίου, τὰς ἐνέδρας φυγοῦσα, ἤθλησας ὑπὲρ φύσιν, ὡς παρθένος φρονίμη· διὸ Μεγαλομάρτυς Εἰρήνη, εἰρήνην ἡμῖν αἴτησαι.
Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Παρθενίας κάλλεσι, πεποικιλμένη παρθένε, τῇ ἀθλήσει γέγονας, ὡραιοτάτη Εἰρήνη· αἵμασι, τοῖς ἐκχυθεῖσί σου φοινιχθεῖσα, πλάνην τε, καταβαλοῦσα τῆς ἀθεΐας· διὰ τοῦτο καὶ ἐδέξω, βραβεῖα νίκης χειρὶ τοῦ Κτίστου σου.
Μεγαλυνάριον
Τῇ εἰρηνωνύμῳ κλήσει σεμνή, κατακολουθοῦσα, εὐηγγέλισαι μυστικῶς, ἄθλοις σου θαυμάτων, ψυχαῖς πολεμουμέναις, σωτήριον εἰρήνην, Εἰρήνη ἔνδοξε.
Ὁ Ἅγιος Εὐθύμιος ὁ Θαυματουργός, ἐπίσκοπος Μαδύτου
Ἔζησε τὸν 10ο μ.Χ. αἰῶνα καὶ καταγόταν ἀπὸ τοὺς Ἐπιβάτες τῆς Θρᾴκης. Ὁ πατέρας του ἦταν εὔπορος καὶ ὀνομαζόταν Νικήτας.
Ὁ Εὐθύμιος ἀπὸ παιδὶ ζοῦσε ζωὴ σύμφωνα μὲ τὰ διδάγματα τοῦ Εὐαγγελίου, προσευχόταν ἐγκάρδια καὶ ἀγαποῦσε τοὺς φτωχοὺς καὶ τοὺς πάσχοντες.
Μετὰ ἀπὸ καιρὸ ὁ Εὐθύμιος, ἀφοῦ ἀποσύρθηκε σὲ μοναστήρι, ἀφιερώθηκε στὸ μοναχικὸ βίο καὶ διέπρεψε στοὺς πνευματικοὺς ἀγῶνες. Κατόπιν ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὸ μοναστήρι του, καὶ ἀπομονώθηκε γιὰ ἀκόμα αὐστηρότερη καὶ σκληρότερη ἀσκητικὴ ζωή.
Ὅταν χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Μαδύτου, ποίμανε τὴν Ἐκκλησία μέχρι ποὺ πέθανε, σὰν ἀληθινὸς ποιμένας μὲ πολλὰ ἔργα φιλανθρωπίας.
Μετὰ τὸν ὅσιο θάνατό του, δοξάστηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ κάνει θαύματα, τὰ ὁποῖα γνωρίζουμε ἀπὸ τὸ ἐγκώμιο πρὸς αὐτὸν τοῦ Γεωργίου Κυπρίου, μετέπειτα Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, ποὺ ἔγραψε μὲ αἴτηση τοῦ Ἀθηνῶν Μελετίου, ποὺ προήδρευε τότε τῆς Ἐκκλησίας Μαδύτου καὶ Κοίλης.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Μαδύτου σὲ πρόεδρον, καὶ Ἱεράρχην κλεινόν, ἡ χάρις ἀνέδειξεν, ὡς τοῦ Χριστοῦ μιμητήν, Εὐθύμιε Ὅσιε, ὅθεν ἱερατεύσας, θεοφρόνως Κυρίω, ὤφθης τῆς εὐσεβείας, πρακτικὸς ὑποφήτης καὶ νῦν Πάτερ Ἱκέτευε, ὑπὲρ τῶν τιμώντων σε.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Ὡς Ἱεράρχην τοῦ Σωτῆρος ἐνθεώτατον Καὶ τῆς Μαδύτου ποιμενάρχην καὶ διδάσκαλον Ἀνυμνοῦμέν σε οἱ παῖδές σου θεοφόρε. Ἀλλ’ ὡς χάριτος τῆς θείας ἐνδιαίτημα Μὴ ἐλλείπῃς πάσης βλάβης ἐκλυτρούμενος Τοὺς βοῶντάς σοι, χαίροις Πάτερ Εὐθύμιε.
Μεγαλυνάριον
Χαίροις τῆς Μαδύτου ἀστὴρ λαμπρός, θεῖος ποιμενάρχης, καὶ θερμότατος ἀρωγός· χαίροις Ἐκκλησίας, ἀγλάϊσμα καὶ κλέος, Εὐθύμιε παμμάκαρ, Ἀγγέλων σύσκηνε.
Οἱ Ἅγιοι Νεόφυτος, Γάϊος καὶ Γαϊανός
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους. Ἡ σύναξις αὐτῶν τελεῖται στὸν σεβάσμιο ναὸ τῶν Ἁγίων ἐνδόξων καὶ θαυματουργῶν Ἀναργύρων Κοσμᾶ καὶ Δαμιανοῦ ἐν τοῖς Δαρείου.
Ἐγκαίνια τοῦ Ναοῦ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἐν τοῖς Κύρου
Ὁ Ὅσιος Ἐφραίμ ὁ Μεγαλομάρτυρας καὶ θαυματουργός
Ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ γεννήθηκε στὶς 14 Σεπτεμβρίου 1384. Ἔμεινε ὀρφανὸς ἀπὸ πατέρα σὲ μικρὴ ἡλικία μαζὶ μὲ τὰ ἄλλα ἀδέλφια του, τὴν δὲ φροντίδα τους, μετὰ τὸν Θεό, ἀνέλαβε ἡ εὐσεβὴς μητέρα του.
Σὲ ἡλικία 14 ἐτῶν εἰσῆλθε στὴν ἀκμάζουσα τότε ἱερὰ Μονὴ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ ὄρους τῶν Ἀμώμων (Καθαρῶν) τῆς Ἀττικῆς. Ὁ ἅγιος Ἐφραίμ ἀκολούθησε μὲ ἔνθεο ζῆλο τὸν Χριστό, καὶ διέπρεψε μὲ τὴν λαμπρότητα τῆς ζωῆς του καὶ τοὺς πόνους τῆς ἀθλήσεώς του στὸ ὄρος τῶν Ἀμώμων Ἀττικῆς (Περιοχὴ Νέας Μάκρης).
Ἀξιώθηκε ἀκόμα νὰ λάβει τὸ μέγα Μυστήριο τῆς ἱερωσύνης καὶ τὸ χάρισμα νὰ ὑπηρετεῖ τὸ ἅγιο θυσιαστήριο, σὰν ἄγγελος Θεοῦ, μὲ φόβο Θεοῦ καὶ πολλὴ κατάνυξη. Στὶς 14 Σεπτεμβρίου, γιορτὴ τῆς ὕψωσης τοῦ Τιμίου Σταυροῦ τοῦ 1425, ἐπιστρέφοντας ἀπὸ ἕνα ἀσκητήριό του στὴ Μονή, τὴν εἶδε τελείως κατεστραμμένη καὶ χωρὶς Πατέρες, (εἶχαν σφαγιασθεῖ ἀπὸ βαρβάρους Τούρκους), συνελήφθη καὶ ἄρχισαν τὰ μαρτύριά του, ποὺ τελείωσαν στὶς 5 Μαΐου 1426, ἡμέρα Τρίτη καὶ ὥρα 9.00 τὸ πρωί.
Τὸν κρέμασαν ἀνάποδα σ᾿ ἕνα δένδρο, ποὺ σῴζεται ἀκόμα, τὸν κάρφωσαν στὰ πόδια καὶ τὸ κεφάλι, καὶ τέλος τὸ καταπληγωμένο καὶ μαρτυρικὸ σῶμα του τὸ διαπέρασαν μὲ ἀναμμένο ξύλο καὶ ἔτσι παρέδωσε τὴν ἁγία του ψυχὴ στὸν στεφανοδότη Χριστό.
Ἡ εὕρεση τῶν μαρτυρικῶν του λειψάνων, ἔγινε στὶς 3 Ἰανουαρίου 1950. Ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ γιορτάζεται δυὸ φορὲς τὸ χρόνο, στὶς 3 Ἰανουαρίου ἡ εὕρεση τῶν τιμίων λειψάνων του, καὶ στὶς 5 Μαΐου τὸ μαρτυρικό του τέλος.
Οἱ Ἅγιοι Εἰρηναῖος, Εἰρήνη καὶ Περεγρῖνος
Μαρτύρησαν ἐπὶ Διοκλητιανοῦ, ἀρνούμενοι νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα, διὰ πυρός στὴ Θεσσαλονίκη.
Ὁ Ὅσιος Μιχαίας
Μαθητὴς Ἁγ. Σεργίου, Ῥῶσος (+ 1385).
Ὁ Ἅγιος Ἱλάριος Ἐπίσκοπος Ἀρελάτης
Ὁ Ἅγιος Ἱλάριος γεννήθηκε στὴ Λωραίνη τῆς Γαλλίας καὶ χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Ἀρελάτης τῆς Γαλλίας κατὰ τὸ α’ ἥμισυ τοῦ 6ου αἰῶνος μ.Χ.
Ἀποδοκίμασε τὴ διδασκαλία τοῦ ἱεροῦ Αὐγουστίνου περὶ χάριτος καὶ προορισμοῦ, συνέγραψε τὸ βίο τοῦ Ἁγίου Ὀνωράτου καὶ ἄλλα ἔργα. Μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ Ἁγίου Ὀνωράτου († 429 μ.Χ.) ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Ἀρελάτης καὶ ποίμανε τὴν Ἐκκλησία θεοφιλῶς ἐπὶ 20 – 25 ἔτη.Κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη μεταξὺ τῶν ἐτῶν 450 – 455 μ.Χ.
Ὁ Ἅγιος Γερόντιος Ἐπίσκοπος Μιλάνου
Ὁ Ἅγιος Γερόντιος ἔζησε τὸν 5ο αἰώνα μ.Χ. στὴν Ἰταλία. Ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Μιλάνου καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 470 μ.Χ.
Οἱ Ὅσιοι Βαρλαὰμ καὶ Γεδεών
Οἱ Ὅσιοι Βαρλαὰμ καὶ Γεδεὼν ἔζησαν στὴ Ρωσία κατὰ τὸ 14ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἀσκήτεψαν θεοφιλῶς στὴ μονὴ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Σεπρούχωφ. Κοιμήθηκαν μὲ εἰρήνη τὸ 1377.
Ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ ὁ Νεομάρτυρας ὁ Προφητικὸς
Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Ἐφραὶμ μαρτύρησε στὴ Δαμασκό.Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.
Ὁ Ὅσιος Ἀδριανὸς ἐκ Ρωσίας
Τὸ μεγαλύτερο μέρος τῶν πληροφοριῶν σχετικὰ μὲ τὸν Βίο τοῦ Ὁσίου Ἀδριανοῦ, ποὺ ἔχουμε στὴν κατοχή μας, στηρίζεται σὲ ἕνα χρονικὸ ποὺ ἀφηγεῖται τὴν ἀρχὴ τῆς ἱδρύσεως τῆς μονῆς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ στὸν ποταμὸ Μόνζα, στὴν περιοχὴ Κοστρόμα, καθὼς καὶ τὰ θαυμαστὰ γεγονότα ποὺ συνδέονται μὲ τὶς μορφὲς τῶν δυὸ ἱδρυτῶν, τοῦ Ἀβραὰμ καὶ τοῦ Θεράποντος. Αὐτὸ τὸ χρονικὸ συντάχθηκε περὶ τὰ μέσα τοῦ 17ου αἰῶνος μ.Χ. ἀπὸ ἕνα μοναχὸ τῆς μονῆς. Ὁ ἱστορικὸς Κλγιουσέβσκϊυ ὑποδεικνύει ὡς ἡμερομηνία συντάξεως τὸ 1644 καὶ θεωρεῖ ὅτι ὁ συγγραφέας ἦταν ὁ τρίτος ἡγούμενος τῆς μονῆς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, ποὺ παρέμεινε ἀνώνυμος.
Σύμφωνα μὲ αὐτὸ τὸ χρονικό, ὁ Ὅσιος Ἀδριανὸς τοῦ Μονζὲνσκ ἔζησε περὶ τὰ τέλη τοῦ 16ου καὶ ἀρχὲς τοῦ 17ου αἰῶνος μ.Χ. στὴ Ρωσία. Γεννήθηκε στὴν Κοστρόμα καὶ βαπτίσθηκε μὲ τὸ ὄνομα Ἀμώς. Ὄντας ἀκόμα νέος, κατὰ τὴν διάρκεια μιᾶς ἀρρώστιας, εἶχε ἕνα ἀποκαλυπτικὸ ὄνειρο: εἶδε μία ἐρημικὴ ἐκκλησία ἀνάμεσα σὲ δύο ποταμοὺς καὶ ἄκουσε μία φωνὴ νὰ τοῦ λέει: «Αὐτὸς εἶναι ὁ τόπος σου». Ὁ Ἀμώς, θεραπευμένος πλέον, ἔφυγε κρυφὰ ἀπὸ τοὺς γονεῖς του, ποὺ ἤθελαν νὰ τὸν νυμφεύσουν καὶ ἔφθασε κατ’ ἀρχὴν στὸ μοναστήρι τοῦ Τόλγκα στὸ Γιαροσλάβλ, ποὺ εἶχε ἱδρυθεῖ ἀπὸ τὸν Ὅσιο Γεννάδιο καὶ ἦταν ἀφιερωμένο στὸ Σωτήρα Χριστό. Ἐκεῖ ἔλαβε τὸ μοναχικὸ σχῆμα καὶ ὀνομάσθηκε Ἀδριανός. Μετὰ ἀπὸ ὁρισμένα χρόνια ἀσκήσεως κατέφυγε στὴν περιοχὴ τῆς Βολογκντά, στὴ μονὴ τοῦ Σωτῆρος, κοντὰ στὴ λίμνη Κοῦμπεν καὶ στὴ συνέχεια στὸ ἐρημητήριο ποὺ ἱδρύθηκε ἀπὸ τὸν μοναχὸ Παῦλο τῆς Ὀμπνόρα, μαθητὴ τοῦ Ὁσίου Σεργίου, στὰ δάση τοῦ Κομέλ. Ἐδῶ καλλιέργησε μία βαθιὰ πνευματικὴ φιλία μὲ τὸν Στάρετς Παφνούτιο, στὸν ὁποῖο ἀποκάλυψε τὴν ἐπιθυμία του νὰ ξαναβρεῖ τὴν ἐκκλησία ποὺ εἶχε δεῖ στὸ ὄνειρο. Στὸν ἴδιο Στάρετς, στὴ συνέχεια, κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ ὕπνου, ὑποδείχθηκε ἀπὸ ἕναν ἄγνωστο μοναχὸ ὁ τόπος στὸν ὁποῖο ὁ Ἀδριανὸς θὰ ξαναέβρισκε αὐτὴ τὴν ἐκκλησία: μία ἔρημος ἀνάμεσα στὶς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ Μόνζα, στὴν περιοχὴ τῆς Κοστρόμα.
Ὁ Ἀδριανὸς καὶ ὁ Παφνούτιος εἶχαν τὴν ἐπιθυμία νὰ ἀσκητέψουν μαζὶ σὲ ἐκεῖνον τὸν ἀπομακρυσμένο τόπο, ποὺ εἶχε μία ἐγκαταλειμμένη ἐκκλησία ἀφιερωμένη στὸν Εὐαγγελισμὸ τῆς Θεοτόκου. Παρόλα αὐτὰ ὁ Παφνούτιος διορίσθηκε τὸ 1595, μὲ διάταγμα τοῦ τσάρου, ἀρχιμανδρίτης στὸ μοναστήρι Κούντωφ (ἢ Μονὴ τῶν Θαυμάτων τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ) στὴ Μόσχα. Ἔτσι, τὸν ἴδιο χρόνο ὁ Ἀδριανὸς μαζὶ μὲ ἄλλους τρεῖς μοναχοὺς ἔφθασε στὸν ἀπομονωμένο καὶ ἥσυχο τόπο.
Ἀλλὰ οἱ κίνδυνοι καὶ οἱ δυσκολίες ἀπὸ τὶς ἀνοιξιάτικες πλημμύρες ἀνάγκασαν τὸν Ὅσιο Ἀδριανὸ νὰ μεταφέρει τὴν ἐκκλησία καὶ τὴ μοναστικὴ κοινότητα σὲ μία τοποθεσία πιὸ ἀσφαλή. Ἐκ νέου τοῦ παρουσιάσθηκε ἐκεῖνος ὁ ἄγνωστος μοναχός, ὁ ὁποῖος ὑπέδειξε στὸν Ὅσιο Ἀδριανὸ τὸ νέο τόπο, γιὰ νὰ κατασκευάσει τὸ μοναστήρι.
Λίγο ἀργότερα κατέφθασε ἐκεῖ ἕνας Στάρετς μὲ τὸ ὄνομα Θεράπων, ποὺ ζοῦσε σὲ ἐκεῖνα τὰ μέρη ὡς ἐρημίτης, σὲ ἀπομόνωση καὶ αὐστηρὸ ἀσκητικὸ βίο.
Ὁ Ὅσιος Ἀδριανὸς ἀναγνώρισε στὸ πρόσωπό του τὸν μοναχὸ ποὺ τοῦ εἶχε μυστηριωδῶς ἐμφανισθεῖ. Ὁ Θεράπων ἔζησε στὴν κοινότητα τοῦ ἡγουμένου Ἀδριανοῦ γιὰ δύο καὶ πλέον χρόνια μέχρι τὸ θάνατό του.
Ὁ Ὅσιος Ἀδριανός, ἀφοῦ ἔζησε θεοφιλῶς, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1619.
Ὁ Ἅγιος Πλάτων ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Ἀχρίδος
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Πλάτων (Γιοβάνοβιτς) γεννήθηκε στὸ Βελιγράδι τὸ 1874. Μετὰ τὸ πέρας τῶν ἐγκυκλίων μαθημάτων του συνέχισε τὶς σπουδές του στὴ Μόσχα καὶ τὸ 1901 ἐπέστρεψε στὴ Σερβία, ὅπου ἔγινε ἡγούμενος τῆς μονῆς Ρακόβιτσα κοντὰ στὸ Βελιγράδι. Παράλληλα δίδασκε στὸ ἐκκλησιαστικὸ σεμινάριο τοῦ Βελιγραδίου.
Κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ Α’ Παγκοσμίου πολέμου ἔμεινε στὴ Σερβία καὶ ἀνέλαβε τὴ διακονία τῶν ὀρφανῶν καὶ τῶν πληγέντων. Τὸ 1938 ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Ἀχρίδος καὶ τὸ 1939 μετατέθηκε στὴν Ἐπισκοπὴ τῆς Μπάνια Λούκα στὸ βόρειο μέρος τῆς Βοσνίας.
Ὅταν ὁ Χίτλερ, κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ Β’ Παγκοσμίου πολέμου, κατέλαβε τὸ βασίλειο τῆς Γιουγκοσλαβίας, διόρισε φιλοναζιστικὴ κυβέρνηση στὴν Κροατία. Ἡ νέα κυβέρνηση ἀπαίτησε ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι Σέρβιοι (περίπου 3.000.000 πιστοί) νὰ ἀσπασθοῦν τὸ Ρωμαιοκαθολικισμό, γιὰ νὰ θεωροῦνται Κροάτες, ἢ νὰ ἐγκαταλείψουν τὸν τόπο τους, γιὰ νὰ μὴν δολοφονηθοῦν. Οἱ ἀρχὲς ζήτησαν ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο Πλάτωνα, ἐπειδὴ καταγόταν ἀπὸ τὸ Βελιγράδι, νὰ ἐγκαταλείψει τὴν περιοχὴ καὶ νὰ φύγει μαζὶ μὲ τὸ ποίμνιό του στὴ Σερβία, ἀλλὰ ἐκεῖνος ἀρνήθηκε σθεναρὰ νὰ ἐγκαταλείψει τὸ ποίμνιό του καὶ τὴν Ἐπισκοπή του. Ἔτσι, στὶς 4 Μαΐου 1941, τὸν συνέλαβαν, τὸν βασάνισαν καὶ τὸν σκότωσαν. Τὸ τίμιο λείψανό του τὸ ἔριξαν στὸν ποταμό, ὅπου βρέθηκε μετὰ τρεῖς ἑβδομάδες. Κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ πολέμου ἡ φιλοναζιστικὴ ἐξουσία ὁδήγησε στὸ Γιασένοβακ, τὸ μεγαλύτερο στρατόπεδο συγκέντρωσης στὸ χῶρο τῶν Βαλκανίων, τοὺς Χριστιανούς, τοὺς Ἑβραίους καὶ τοὺς Τσιγγάνους. Ἐκεῖ βασανίσθηκαν καὶ δολοφονήθηκαν περὶ τοὺς 700.000 ἄνθρωποι.
Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας, μὲ ἀπόφασή της, ἀνεκήρυξε τὸν Ἐπίσκοπο Πλάτωνα Ἅγιο καὶ τὸν ἐνέταξε στὸ ἁγιολόγιό της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά