Είναι όμως εύλογο τό ερώτημα: Οι λαμβάνοντες τήν αποστολική χειροτονία μαθητές καί συνεργοί τών αποστόλων γιά τήν ένταξή τους στήν αποστολική λειτουργία τής επισκοπής ποίο τίτλο έφεραν; Σέ ειδική μελέτη μας (Τό πολίτευμα τής Εκκλησίας καί η τάξις τών προφητών, 1984) υποστηρίξαμε, μέ πολλά επιχειρήματα από τή γραμματεία τής πρώιμης μεταποστολικής εποχής, ότι οι χειροτονούμενοι συνεργοί τών αποστόλων ενετάσσοντο στήν τάξη τών προφητών καί έφεραν τόν τίτλο τού προφήτου μέχρι τό τέλος τής αποστολικής εποχής (70 μ.Χ.), ενώ μετά τόν θάνατο τών αποστόλων χρησιμοποιούσαν καί τόν τίτλο τού αποστόλου, όπως συνάγεται από τήν εναλλαγή τών δύο τίτλων (προφήτης-απόστολος) γιά τά ίδια πρόσωπα στή Διδαχή (μεταξύ τών ετών 70 καί 90 μ.Χ.). Πράγματι, ο τίτλος «προφήτης» στήν παύλεια γραμματεία, όταν συνδέεται μέ συγκεκριμένα πρόσωπα, δηλώνει ηγετικά πρόσωπα τόσο στήν τοπική, όσο καί στήν οικουμενική προοπτική, όπως συνάγεται από τή σημαντική μαρτυρία τών Πράξεων γιά τήν τάξη τών Προφητών τής εκκλησίας τής Αντιοχείας, οι οποίοι, κατ' εντολήν τού αγίου Πνεύματος επέλεξαν τούς Βαρνάβα καί Παύλο γιά τήν πρώτη αποστολική περιοδεία στά έθνη: «Ήσαν δέ τινες εν Αντιοχεία κατά τήν ούσαν εκκλησίαν, προφήται καί διδάσκαλοι, ότε Βαρνάβας καί Συμεών, ο επικαλούμενος Νίγερ, καί Λούκιος ο Κυρηναίος, Μαναήν τε Ηρώδου τού τετράρχου σύντροφος καί Σαύλος. Λειτουργούντων δέ αυτών τώ Κυρίω (=σέ ευχαριστιακή σύναξη) καί νηστευόντων είπε τό Πνεύμα τό άγιον: αφορίσατε δή μοι τόν Βαρνάβαν καί τόν Σαύλον εις τό έργον ο προσκέκλημαι αυτούς. Τότε νηστεύσαντες καί προσευξάμενου καί επιθέντες αυτοίς τάς χείρας απέλυσαν...» (Πράξ. 13, 1-3).
Η εντυπωσιακή επιτυχία τής πρώτης αποστολικής περιοδείας τού αποστόλου Παύλου στά έθνη (47-48 μ.Χ.) ενέπνευσε τίς αποφάσεις τής Αποστολικής συνόδου (49 μ.Χ.), οι οποίες ενέκριναν τίς προτάσεις τού αποστόλου Παύλου καί τών Προφητών τής Αντιοχείας γιά τήν οικουμενική προοπτική τού Ευαγγελίου. Οι αποφάσεις τής συνόδου επιδόθηκαν στούς Παύλο καί Βαρνάβα, αλλά παραλλήλως επιλέχθηκαν καί δύο εξέχοντα μέλη τής τάξεως τών προφητών τής εκκλησίας Ιεροσολύμων γιά τήν αποστολή τών αποφάσεων στήν όλη Εκκλησία τής Αντιοχείας. «Τότε έδοξε τοίς αποστόλοις καί τοίς πρεσβυτέροις σύν όλη τή εκκλησία, εκλεξαμένους άνδρας εξ αυτών, πέμψαι εις Αντιόχειαν, σύν τώ Παύλω καί Βαρνάβα, Ιούδαν τόν επικαλούμενον Βαρσαβάν καί Σίλαν, άνδρας ηγουμένους εν τοίς αδελφοίς... Οι μέν ουν απολυθέντες ήλθον εις Αντιόχειαν καί, συναγαγόντες τό πλήθος, επέδωκαν τήν επιστολήν, αναγνόντες δέ εχάρησαν επί τή παρακλήσει. Ιούδας τε καί Σίλας, καί αυτοί προφήται όντες, διά λόγου πολλού παρεκάλεσαν τούς αδελφούς καί επεστήριξαν. Ποιήσαντες δέ χρόνον απελύθησαν μετ' ειρήνης από τών αδελφών πρός τούς αποστόλους...» (Πράξ. 15, 22, 30-32). Επομένως, η τάξη τών προφητών ήταν ήδη κατά τήν πρώιμη αποστολική εποχή τόσο στά Ιεροσόλυμα, όσο καί στήν Αντιόχεια μία εξέχουσα τάξη, η οποία συμμετείχε κατ' εντολήν τών αποστόλων στό ευρύτερο αποστολικό έργο καί είχε τήν αυθεντία, όπως ο Ιούδας καί ο Σίλας, νά ανακοινώνουν στίς τοπικές εκκλησίες τίς αποστολικές αποφάσεις ή καί νά τίς υποστηρίξουν μέ τή διδασκαλία τους. Έτσι εξηγείται καί η ιεραρχημένη κατάταξη τών προφητών από τόν απόστολο Παύλο (Α΄ Κορ. 12, 28-31 Εφ., 4, 10-12) αμέσως μετά τούς αποστόλους.
Πράγματι, ο τίτλος τού «προφήτη», όπως καί η τάξη τών προφητών, είχε καθιερωθή στήν αποστολική εποχή καί συνδεόταν μέ τούς εξέχοντες συνεργούς τών αποστόλων στό αποστολικό έργο, γι' αυτό καί, μετά από μακρά δοκιμασία, ελάμβαναν μέ αποστολική χειροτονία τήν αυθεντία νά ασκούν καί αυτοτελώς αποστολικό έργο. Ωστόσο, ο τίτλος «προφήτης», καίτοι προέρχεται από τόν παλαιοδιαθηκικό τίτλο, διαφοροποιείται πλήρως στήν καινοδιαθηκική γραμματεία, ιδιαίτερα δέ στίς επιστολές τού αποστόλου Παύλου, τόσο ως πρός τήν έννοια, όσο καί ως πρός τό περιεχόμενο. Πράγματι, στήν Καινή Διαθήκη ο τίτλος καθιερώθηκε γιά τή σαφή διάκριση τής τάξεως τών προφητών από τήν τάξη τών αποστόλων όχι μόνο κατά τήν αυθεντία, αλλά καί κατά τόν τρόπο εντάξεώς τους στό αποστολικό έργο. Έτσι, οι μέν απόστολοι αντλούσαν τό εξαιρετικό τους κύρος στήν Εκκλησία από τήν προσωπική τους εκλογή καί τήν άμεση εντολή πρός αυτούς από τόν Ιησού Χριστό, ενώ οι προφήτες όφειλαν τήν εξέχουσα θέση τους στήν προσωπική τους επιλογή από τούς αποστόλους καθ' υπόδειξη τού αγίου Πνεύματος. Η διάκριση αυτή ήταν πολύ σημαντική κατά τήν αποστολική εποχή, όπως φαίνεται καί από τήν αποδιδόμενη έμφαση στίς περιγραφές τής κλήσεως τού αποστόλου Παύλου μέ τό όραμα τής Δαμασκού (Πράξ. 9, 1-30. Α΄ Κορ. 9, 1-7. 15,8-11. Α΄ Τιμ. 1, 12-17 κ.λπ.). Έτσι, μόνον οι απόστολοι είχαν λάβει άμεση εντολή καί προσωπική αυθεντία αμέσως από τόν Ιησού Χριστό γιά τό έργο τού ευαγγελισμού τής οικουμένης, ενώ οι προφήτες ελάμβαναν τήνεντολή αυτή από τό άγιο Πνεύμα κατά τήν αποστολική χειροτονία καί τήν ασκούσαν κατ' αναφοράν πρός τούς αποστόλους, τουλάχιστον μέχρι τόν θάνατο τών αποστόλων. Η διάκριση δηλαδή τού τίτλου τών αποστόλων από τόν τίτλο τών προφητών αναφερόταν κυρίως στήν εκλογή τών μέν πρώτων από τόν ίδιο τόν Ιησού Χριστό, τών δέ προφητών από τό άγιο Πνεύμα καί τήν αποστολική χειροτονία γιά τό ίδιο αποστολικό έργο, αλλά από διαφορετικό επίπεδο αυθεντίας.
Είναι λοιπόν ευνόητον ότι οι μαθηταί καί συνεργοί τών αποστόλων, οι οποίοι εντάχθηκαν «διά προφητείας» τού αγίου Πνεύματος καί τής αποστολικής χειροτονίας στήν εξέχουσα τάξη τών προφητών, ανέλαβαν μετά τόν θάνατο τών αποστόλων τήν αυτοτελή ευθύνη τής συνεχίσεως τού αποστολικού έργου, γι' αυτό καί δέν θεωρούσαν αυθαίρετη ή καταχρηστική τήν εναλλαγή τών τίτλων «απόστολος» καί «προφήτης», όπως συνάγεται από τήν εναλλακτική χρήση τών δύο τίτλων γιά τά ίδια πρόσωπα στή Διδαχή. Βεβαίως, τό προνόμιο αυτό απέκτησαν κυρίως διά τής αποστολικής χειροτονίας, η οποία τούς καθιστούσε διαδόχους τών αποστόλων στήν αποστολική λειτουργία τής επισκοπής. Υπό τό πνεύμα αυτό πρέπει νά κατανοηθή καί η παραγγελία τού αποστόλου Παύλου πρός τόν Τιμόθεο νά τηρήση «τήν εντολήν άσπιλον, ανεπίληπτον μέχρι τής επιφανείας τού Κυρίου ημών Ιησού Χριστού» (Α΄ Τιμ., 6, 14), η οποία ίσχυε γιά όλους τούς χειροτονημένους συνεργούς του. Ωστόσο, η χειροτονία τών μαθητών τών αποστόλων στήν τάξη τών προφητών δέν αναφερόταν σέ κάποια συγκεκριμένη τοπική εκκλησία, αφού ως διάδοχοι καί συνεχιστές τού έργου τών αποστόλων όφειλαν νά ακολουθήσουν τό υπόδειγμα ή καί τίς εντολές τους. Πράγματι, όπως ο Τιμόθεος, καίτοι άσκησε αποστολικό έργο σέ πολλές περιοχές, κατά τήν εντολή τού αποστόλου Παύλου, εν τούτοις δέν συνδέθηκε μόνιμα μέ μία συγκεκριμένη τοπική εκκλησία, έτσι καί οι λοιποί συνεργοί τών αποστόλων άσκησαν τό αποστολικό τους έργο σέ ευρύτερες περιφέρειες, οι οποίες προφανώς τούς είχαν υποδειχθεί από τούς αποστόλους. Ενώ λοιπόν ήσαν καθολικοί διάδοχοι τών αποστόλων στήν αποστολική λειτουργία τής επισκοπής, εν τούτοις συνέδεσαν τό αποστολικό τους έργο μέ συγκεκριμένη περιφέρεια, όπως συνάφεια από τίς σχετικές μαρτυρίες καί τήν εκκλησιαστική συνείδηση τής μεταποστολικής εποχής.
----------------------
ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΔΙΑΔΟΧΗ ΚΑΙ ΧΕΙΡΟΤΟΝΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΠΟΣΤΟΛΟ ΠΑΥΛΟ
Καθηγητού Βλασίου Ιω. Φειδά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά