Ἡ Γέννησις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου Μαρίας
«Ἀποκάλυψαν πρὸς Κύριον τὴν ὁδόν σου καὶ ἔλπισον ἐπ᾿ αὐτόν, καὶ αὐτὸς ποιήσει». Φανέρωσε στὸν Κύριό με ἐμπιστοσύνη τὸ δρόμο καὶ τὶς ἐπιδιώξεις καὶ τὶς ἀνάγκες τῆς ζωῆς σου καὶ ἔλπισε σ᾿ Αὐτὸν καὶ Αὐτὸς θὰ κάνει ἐκεῖνα ποὺ ζητᾷς καὶ χρειάζεσαι.
Μ᾿ αὐτὴ τὴν ἐμπιστοσύνη καὶ ἐλπίδα, ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα ἱκέτευαν προσευχόμενοι τὸ Θεὸ νὰ τοὺς χαρίσει παιδί, νὰ τὸ ἔχουν γλυκεῖα παρηγοριὰ στὰ γεράματά τους. Καὶ τὴν ἐλπίδα τους ὁ Θεὸς ἔκανε πραγματικότητα. Τοὺς χάρισε τὴν Παρθένο Μαριάμ, ποὺ ἦταν ὁρισμένη νὰ γεννήσει τὸ Σωτῆρα τοῦ κόσμου καὶ νὰ λάμψει σὰν ἡ πιὸ εὐλογημένη μεταξὺ τῶν γυναικῶν. Ἦταν ἐκείνη, ἀπὸ τὴν ὁποία ἔμελλε νὰ προέλθει Αὐτὸς ποὺ θὰ συνέτριβε τὴν κεφαλὴ τοῦ νοητοῦ ὄφεως.
Στὴν Παλαιὰ Διαθήκη δόθηκαν πολλὲς προτυπώσεις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Μία εἶναι καὶ ἡ βάτος στὸ Σινᾶ, τὴν ὁποία ἐνῷ εἶχαν περιζώσει φλόγες φωτιᾶς, αὐτὴ δὲν καιγόταν. Ἦταν ἀπεικόνιση τῆς Παρθένου, ποὺ θὰ γεννοῦσε τὸ Σωτῆρα Χριστὸ καὶ συγχρόνως θὰ διατηροῦσε τὴν παρθενία της.
Ἔτσι, ἡ Ἄννα καὶ ὁ Ἰωακείμ, ποὺ ἦταν ἀπὸ τὸ γένος τοῦ Δαβίδ, μὲ τὴν κραταιὰ ἐλπίδα ποὺ εἶχαν στὸ Θεὸ ἀπέκτησαν ἀπ᾿ Αὐτὸν τὸ ἐπιθυμητὸ δῶρο, ποὺ θὰ συντροφεύει τὸν κόσμο μέχρι συντέλειας αἰώνων.
Μ᾿ αὐτὴ τὴν ἐμπιστοσύνη καὶ ἐλπίδα, ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα ἱκέτευαν προσευχόμενοι τὸ Θεὸ νὰ τοὺς χαρίσει παιδί, νὰ τὸ ἔχουν γλυκεῖα παρηγοριὰ στὰ γεράματά τους. Καὶ τὴν ἐλπίδα τους ὁ Θεὸς ἔκανε πραγματικότητα. Τοὺς χάρισε τὴν Παρθένο Μαριάμ, ποὺ ἦταν ὁρισμένη νὰ γεννήσει τὸ Σωτῆρα τοῦ κόσμου καὶ νὰ λάμψει σὰν ἡ πιὸ εὐλογημένη μεταξὺ τῶν γυναικῶν. Ἦταν ἐκείνη, ἀπὸ τὴν ὁποία ἔμελλε νὰ προέλθει Αὐτὸς ποὺ θὰ συνέτριβε τὴν κεφαλὴ τοῦ νοητοῦ ὄφεως.
Στὴν Παλαιὰ Διαθήκη δόθηκαν πολλὲς προτυπώσεις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Μία εἶναι καὶ ἡ βάτος στὸ Σινᾶ, τὴν ὁποία ἐνῷ εἶχαν περιζώσει φλόγες φωτιᾶς, αὐτὴ δὲν καιγόταν. Ἦταν ἀπεικόνιση τῆς Παρθένου, ποὺ θὰ γεννοῦσε τὸ Σωτῆρα Χριστὸ καὶ συγχρόνως θὰ διατηροῦσε τὴν παρθενία της.
Ἔτσι, ἡ Ἄννα καὶ ὁ Ἰωακείμ, ποὺ ἦταν ἀπὸ τὸ γένος τοῦ Δαβίδ, μὲ τὴν κραταιὰ ἐλπίδα ποὺ εἶχαν στὸ Θεὸ ἀπέκτησαν ἀπ᾿ Αὐτὸν τὸ ἐπιθυμητὸ δῶρο, ποὺ θὰ συντροφεύει τὸν κόσμο μέχρι συντέλειας αἰώνων.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Ἡ γέννησίς σου Θεοτόκε, χαρὰν ἐμήνυσε πάσῃ τῇ οικουμένῃ, ἐκ σοῦ γὰρ ἀνέτειλεν ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν, καὶ λύσας τὴν κατάραν, ἔδωκε τὴν εὐλογίαν, καὶ καταργήσας τὸν θάνατον, ἐδωρήσατο ἡμῖν ζωὴν τὴν αἰώνιον.
Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Αὐτόμελον.
Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα ὀνειδισμοῦ ἀτεκνίας, καὶ Ἀδὰμ καὶ Εὔα, ἐκ τῆς φθορᾶς τοῦ θανάτου, ἠλευθερώθησαν, Ἄχραντε, ἐν τῇ ἁγίᾳ γεννήσει σου, αὐτὴν ἑορτάζει καὶ ὁ λαός σου, ἐνοχῆς τῶν πταισμάτων, λυτρωθεὶς ἐν τῷ κράζειν σοι· Ἡ Στεῖρα τίκτει τὴν Θεοτόκον, καὶ τροφὸν τῆς ζωῆς ἡμῶν.
Ὁ Οἶκος
Ἡ προσευχὴ ὁμοῦ καὶ στεναγμός, τῆς στειρώσεως καὶ ἀτεκνώσεως Ἰωακείμ τε καὶ Ἄννης, εὐπρόσδεκτος, καὶ εἰς τὰ ὦτα Κυρίου ἐλήλυθε, καὶ ἐβλάστησαν καρπὸν ζωηφόρον τῷ κόσμῳ· ὁ μὲν γὰρ προσευχὴν ἐν τῷ ὄρει ἐτέλει, ἡ δὲ ἐν παραδείσῳ ὄνειδος φέρει· ἀλλὰ μετὰ χαράς, ἡ στεῖρα τίκτει τὴν Θεοτόκον, καὶ τροφὸν τῆς ζωῆς ἡμῶν.
Κάθισμα
Ἦχος δ’. Κατεπλάγη Ἰωσὴφ.
Ἀναβόησον Δαυΐδ, τὶ ὤμοσέ σοι ὁ Θεός; Ἅ μοι ὤμοσε φησί, καὶ ἐκπεπλήρωκεν ἰδού, ἐκ τοῦ καρποῦ τῆς κοιλίας μου δοὺς τὴν Παρθένον· ἐξ ἧς ὁ πλαστουργός, Χριστός ὁ νέος Ἀδάμ, ἐτέχθη βασιλεύς, ἐπὶ τοῦ θρόνου μου· καὶ βασιλεύει σήμερον, ὁ ἔχων τὴν βασιλείαν ἀσάλευτον. Ἡ στεῖρα τίκτει, τὴν Θεοτόκον, καὶ τροφὸν τῆς ζωῆς ἡμῶν.
Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος δ’. Κατεπλάγη Ἰωσὴφ.
Ἐκ τῆς ῥίζης Ἰεσσαί, καὶ ἐξ ὀσφύος τοῦ Δαυΐδ, ἡ θεόπαις Μαριάμ, τίκτεται σήμερον ἡμῖν, καὶ νεουργεῖται, ἡ σύμπασα καὶ θεουργεῖται. Συγχάρητε ὁμοῦ, ὁ οὐρανός καὶ ἡ γῆ· αἰνέσατε αὐτήν, αἱ πατριαὶ τῶν ἐθνῶν, Ἰωακεὶμ εὐφραίνεται, καὶ Ἄννα πανηγυρίζει κραυγάζουσα· Ἡ στεῖρα τίκτει, τὴν Θεοτόκον, καὶ τροφὸν τῆς ζωῆς ἡμῶν.
Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ’. Τὸ προσταχθὲν μυστικῶς.
Ἀγαλλιάσθω οὐρανός, γῆ εὐφραινέσθω· ὁ τοῦ Θεοῦ γὰρ οὐρανός, ἐν γῇ ἐτέχθη, ἡ Θεόνυμφος αὕτη ἐξ ἐπαγγελίας. Ἡ στεῖρα βρέφος θηλάζει τὴν Μαριὰμ· καὶ χαίρει ἐπὶ τῷ τόκῳ Ἰωακείμ. Ῥάβδος λέγων ἐτέχθη μοι, ἐξ ἧς τὸ ἄνθος Χριστός, ἐβλάστησεν ἐκ ῥίζης Δαυΐδ. Ὄντως θαῦμα παράδοξον!
Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος δ’. Κατεπλάγη Ἰωσὴφ.
Ἡ Παρθένος Μαριάμ, καὶ Θεοτόκος ἀληθῶς, ὡς νεφέλη τοῦ φωτός, σήμερον ἔλαμψεν ἡμῖν, καὶ ἐκ Δικαίων προέρχεται εἰς δόξαν ἡμῶν. Οὐκ ἔτι ὁ Ἀδὰμ κατακρίνεται· ἡ Εὔα τῷν δεσμῶν ἠλευθέρωται· καὶ διὰ τοῦτο κράζομεν βοῶντες, ἐν παρρησίᾳ τῇ μόνῃ Ἁγνῇ· Χαρὰν μηνύει, ἡ γέννησίς σου, πάσῃ τῇ οἰκουμένῃ.
Μεγαλυνάριον
Σήμερον γεννᾶται περιφανῶς, ἐξ ἐπαγγελίας, ἡ Θεόνυμφος Μαριάμ, ἡ προορισθεῖσα, τῷ Λόγῳ πρὸς αἰώνων· ὑμνήσωμεν οὖν πάντες ταύτης τὴν γέννησιν.
Οἱ Ἅγιοι Ροῦφος καὶ Ρουφιανός
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.
Ὁ Ἅγιος Σεβῆρος
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.
Ὁ Ἅγιος Ἀρτεμίδωρος
Μαρτύρησε διὰ πυρός.
Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Νεομάρτυρας ποὺ μαρτύρησε στὴ Θεσσαλονίκη
῾Ο νεομάρτυς ᾿Αθανάσιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Κολιακιά, τὴ σημερινὴ κωμόπολη Πύργος (ἢ Χαλάστρα), ποὺ βρίσκεται δυτικὰ τῆς Θεσσαλονίκης, καὶ ἡ ὁποία ἦταν ἕδρα τοῦ ἐπισκόπου Καμπανίας. ῾Ο πατέρας του ὀνομαζόταν Πολύχρους καὶ ἦταν προεστὼς τῆς Κολιακιᾶς, ἔστειλε δὲ τὸν νεαρὸ ᾿Αθανάσιο στὴ Θεσσαλονίκη γιὰ νὰ φοιτήσει στὸ ῾Ελληνικὸ Σχολεῖο τῆς πόλεως, τὸ γνωστὸ “῾Ελληνομουσεῖον”, τὸ ὁποῖο διηύθυνε καὶ στὸ ὁποῖο δίδαξε κατὰ τὰ ἔτη 1758-1760 καὶ 1767-1786 ὁ μεγάλος διδάσκαλος ᾿Αθανάσιος ὁ Πάριος.
᾿Εν συνεχεία ὁ ᾿Αθανάσιος ἐφοίτησε στὴν ᾿Αθωνιάδα Σχολή, ὅπου δίδασκαν οἱ Παναγιώτης Παλαμᾶς καὶ Νικόλαος Τζερτζούλης ἀπὸ τὸ Μέτσοβο μετὰ τὴν ἀποχώρηση τοῦ δευτέρου ἀπὸ τὴ Σχολή, ἔφυγε καὶ ὁ ᾿Αθανάσιος, γιὰ νὰ μεταβεῖ στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου συνδέθηκε μὲ τὸν τότε νεοχειροτονηθέντα πατριάρχη Ἀντιοχείας Φιλήμονα (1766-1767). ῾Ο Ἀθανάσιος παρέμεινε ἐπὶ δύο ἔτη στὴ Δαμασκό, κοντὰ στὸ νέο πατριάρχη, ἐνῶ στὴ συνέχεια ἐπέστρεψε στὸ ῞Αγιον ῎Ορος καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὴ γενέτειρά του, τὴν Κολιακιά.
᾿Εκεῖ συνήθιζε νὰ πηγαίνει σὲ ἕνα βασιλικὸ ἱπποστάσιο, ὅπου κάποια ἡμέρα, συζητώντας μὲ ἕνα Τοῦρκο ἐμίρη γιὰ θρησκευτικὰ θέματα, πρόφερε ἀνυποψίαστα τὴν μουσουλμανικὴ ὁμολογία, λέγοντάς του ὅτι σ᾿ αὐτοὺς τοὺς λόγους στηρίζεται ἡ μωαμεθανικὴ θρησκεία. ῾Ο Τοῦρκος ἐμίρης ἐπιχείρησε νὰ ἐκμεταλλευθεῖ αὐτὴ τὴν ἁπλοϊκὴ πράξη τοῦ ᾿Αθανασίου, λέγοντάς του πὼς ἐκφωνώντας τὴν μουσουλμανικὴ ὁμολογία εἶχε αὐτομάτως ἀσπασθεῖ τὸ μωαμεθανισμό.
῍Αν καὶ ὁ ᾿Αθανάσιος ἀρνήθηκε μὲ ἐπιμονὴ νὰ ἀποδεχθεῖ κάτι τέτοιο, ὁ ἐμίρης ἔσπευσε νὰ μεταβεῖ στὸ δικαστὴ τῆς Θεσσαλονίκης γιὰ νὰ καταδώσει τὸν ᾿Αθανάσιο, συκοφαντώντας τον καὶ ὑποστηρίζοντας πώς, ἐνῶ ἀρχικὰ ἐκεῖνος εἶχε ἀσπασθεῖ τὸ μωαμεθανισμό, στὴ συνέχεια ἀρνοῦνταν τὴ νέα θρησκεία του. ῾Ο ᾿Αθανάσιος ὁδηγήθηκε ἀμέσως στὸ δικαστὴ τῆς Θεσσαλονίκης, ὁ ὁποῖος τὸν ἀνέκρινε καὶ διεπίστωσε ἐξαρχῆς πὼς οἱ κατηγορίες τοῦ ἐμίρη ἦταν ἀσύστατες. ῾Ωστόσο, οἱ παρευρισκόμενοι ἀγάδες ἐναντιώθηκαν στὴν πρόθεση τοῦ δικαστῆ νὰ ἐλευθερώσει τὸν ᾿Αθανάσιο, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ μεταστραφεῖ καὶ ὁ δικαστὴς καὶ νὰ πιέζει τὸν ᾿Αθανάσιο νὰ ἀσπασθεῖ τὸν μωαμεθανισμό. ῾Ο ᾿Αθανάσιος ὅμως συνέχισε νὰ ὁμολογεῖ μὲ ἀκλόνητο φρόνημα τὴ χριστιανικὴ πίστη του, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ φυλακισθεῖ.
Σύμφωνα μὲ τὸ συναξάριό του, εἶχε διαδοθεῖ ἡ φήμη πὼς ὁ ᾿Αθανάσιος εἶχε ἀσπασθεῖ τὴ μωαμεθανικὴ θρησκεία καὶ στὴ συνέχεια τὴν ἀρνοῦνταν, μὲ συνέπεια νὰ φοβᾶται ἀκόμη καὶ ὁ πατέρας του νὰ μεσολαβήσει γιὰ τὴν ἀπελευθέρωσή του, ἂν καὶ κάτι τέτοιο, σύμφωνα μὲ τὸ συναξαριστὴ τοῦ ᾿Αθανασίου ὁ ὁποῖος τὸν ψέγει γι᾿ αὐτὸ τὸ φόβο του, τοῦ ἦταν πολὺ εὔκολο.
῞Οταν ὕστερα ἀπὸ μερικὲς ἡμέρες ὁδηγήθηκε γιὰ δεύτερη φορὰ στὸ δικαστή, ὁμολόγησε καὶ πάλι μὲ παρρησία τὴν πίστη του στὸ Χριστό. ῾Η καταδικαστικὴ ἀπόφαση ὅριζε τὴν δι᾿ ἀπαγχονισμοῦ θανατικὴ ποινή, ἡ ὁποία ἐκτελέσθηκε ἐκτὸς τῶν δυτικῶν τειχῶν τῆς Θεσσαλονίκης. ῾Ο νεομάρτυς ᾿Αθανάσιος μαρτύρησε σὲ ἡλικία εἰκοσιπέντε ἐτῶν, στὶς 8 Σεπτεμβρίου τοῦ ἔτους 1774.
῎Εχει ὑποστηριχθεῖ πώς, ἂν καὶ οἱ πηγὲς σιωποῦν, δὲν εἶναι τυχαῖο ὅτι τὸ μαρτύριο τοῦ νεομάρτυρος ᾿Αθανασίου συμπίπτει χρονικὰ μὲ τὸ ἀπόγειο τῆς πνευματικῆς δράσεως τοῦ ἐπισκόπου Καμπανίας Θεοφίλου Παπαφίλη, μιᾶς ἀπὸ τὶς λόγιες πνευματικὲς μορφὲς τοῦ 18ου αἰ. καὶ ἀναμφισβήτητα τοῦ πλέον ἀξιόλογου προσώπου ποὺ ἀνῆλθε στὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο τῆς Καμπανίας. Τὰ δεδομένα αὐτὰ συνηγοροῦν στὴ διατύπωση τῆς ἀπόψεως ὅτι “ὁ νεαρὸς ᾿Αθανάσιος χρημάτισε ἀναμφίβολα πνευματικὸ τέκνο τοῦ ἐπισκόπου”.
Μετὰ τὸ μαρτύριο τοῦ ᾿Αθανασίου, οἱ χριστιανοὶ παρέλαβαν τὸ σῶμα του καὶ τὸ ἐνταφίασαν στὴν περιοχὴ τῆς ἁγίας Παρασκευῆς, ὅπως μᾆς πληροφορεῖ καὶ ἐντοιχισμένη μαρμάρινη πλάκα, ποὺ βρίσκεται σήμερα ἀριστερὰ τῆς εἰσόδου τῶν κοιμητηρίων τῆς ἁγίας Παρασκευῆς. Στὸν Πύργο ἀνεγέρθηκε ναὸς ἀφιερωμένος στὴ μνήμη του, ἐνῶ στὸ κοιμητήριο τῆς ἁγίας Παρασκευῆς στὴ Θεσσαλονίκη, δυτικὰ τοῦ κοιμητηριακοῦ ναοῦ ἀνεγέρθηκε παρεκκλήσιο τιμώμενο στὸ ὄνομά του.
Τὸ συναξάριο τοῦ νεομάρτυρος ᾿Αθανασίου συμπεριλήφθηκε ἀπὸ τὸν ὅσιο Νικόδημο τὸν ῾Αγιορείτη στὸ Νέον Μαρτυρολόγιον. ᾿Ακολουθία καὶ παρακλητικὸ κανόνα πρὸς τιμή του συνέθεσε τὸ ἔτος 1974 ὁ μακαριστὸς ὑμνογράφος τῆς Μεγάλης ᾿Εκκλησίας, μοναχὸς Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης, ἐνῶ ἀργότερα, τὸ 1980, ὁ ἴδιος ὑμνογράφος συνέταξε νέα ᾿Ακολουθία καθὼς καὶ εἰκοσιτέσσαρες οἴκους πρὸς τιμὴ τοῦ νεομάρτυρος ᾿Αθανασίου τοῦ Κολιακιώτη.
῾Η μνήμη τοῦ νεομάρτυρος ᾿Αθανασίου τιμᾶται στὶς 8 Σεπτεμβρίου. ᾿Απὸ τὸ ἔτος 1983 τιμᾶται καὶ κατὰ τὴν πρώτη Κυριακὴ τοῦ ᾿Οκτωβρίου, ἔχοντας συγκαταριθμηθεῖ στὴ χορεία τῶν πενταρίθμων ἁγίων τῆς ᾿Αθωνιάδος Σχολῆς, πρὸς τιμὴ τῶν ὁποίων ὁ μοναχὸς Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης συνέθεσε ᾿Ακολουθία, Παρακλητικὸ Κανόνα καὶ Χαιρετισμούς.
᾿Εν συνεχεία ὁ ᾿Αθανάσιος ἐφοίτησε στὴν ᾿Αθωνιάδα Σχολή, ὅπου δίδασκαν οἱ Παναγιώτης Παλαμᾶς καὶ Νικόλαος Τζερτζούλης ἀπὸ τὸ Μέτσοβο μετὰ τὴν ἀποχώρηση τοῦ δευτέρου ἀπὸ τὴ Σχολή, ἔφυγε καὶ ὁ ᾿Αθανάσιος, γιὰ νὰ μεταβεῖ στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου συνδέθηκε μὲ τὸν τότε νεοχειροτονηθέντα πατριάρχη Ἀντιοχείας Φιλήμονα (1766-1767). ῾Ο Ἀθανάσιος παρέμεινε ἐπὶ δύο ἔτη στὴ Δαμασκό, κοντὰ στὸ νέο πατριάρχη, ἐνῶ στὴ συνέχεια ἐπέστρεψε στὸ ῞Αγιον ῎Ορος καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὴ γενέτειρά του, τὴν Κολιακιά.
᾿Εκεῖ συνήθιζε νὰ πηγαίνει σὲ ἕνα βασιλικὸ ἱπποστάσιο, ὅπου κάποια ἡμέρα, συζητώντας μὲ ἕνα Τοῦρκο ἐμίρη γιὰ θρησκευτικὰ θέματα, πρόφερε ἀνυποψίαστα τὴν μουσουλμανικὴ ὁμολογία, λέγοντάς του ὅτι σ᾿ αὐτοὺς τοὺς λόγους στηρίζεται ἡ μωαμεθανικὴ θρησκεία. ῾Ο Τοῦρκος ἐμίρης ἐπιχείρησε νὰ ἐκμεταλλευθεῖ αὐτὴ τὴν ἁπλοϊκὴ πράξη τοῦ ᾿Αθανασίου, λέγοντάς του πὼς ἐκφωνώντας τὴν μουσουλμανικὴ ὁμολογία εἶχε αὐτομάτως ἀσπασθεῖ τὸ μωαμεθανισμό.
῍Αν καὶ ὁ ᾿Αθανάσιος ἀρνήθηκε μὲ ἐπιμονὴ νὰ ἀποδεχθεῖ κάτι τέτοιο, ὁ ἐμίρης ἔσπευσε νὰ μεταβεῖ στὸ δικαστὴ τῆς Θεσσαλονίκης γιὰ νὰ καταδώσει τὸν ᾿Αθανάσιο, συκοφαντώντας τον καὶ ὑποστηρίζοντας πώς, ἐνῶ ἀρχικὰ ἐκεῖνος εἶχε ἀσπασθεῖ τὸ μωαμεθανισμό, στὴ συνέχεια ἀρνοῦνταν τὴ νέα θρησκεία του. ῾Ο ᾿Αθανάσιος ὁδηγήθηκε ἀμέσως στὸ δικαστὴ τῆς Θεσσαλονίκης, ὁ ὁποῖος τὸν ἀνέκρινε καὶ διεπίστωσε ἐξαρχῆς πὼς οἱ κατηγορίες τοῦ ἐμίρη ἦταν ἀσύστατες. ῾Ωστόσο, οἱ παρευρισκόμενοι ἀγάδες ἐναντιώθηκαν στὴν πρόθεση τοῦ δικαστῆ νὰ ἐλευθερώσει τὸν ᾿Αθανάσιο, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ μεταστραφεῖ καὶ ὁ δικαστὴς καὶ νὰ πιέζει τὸν ᾿Αθανάσιο νὰ ἀσπασθεῖ τὸν μωαμεθανισμό. ῾Ο ᾿Αθανάσιος ὅμως συνέχισε νὰ ὁμολογεῖ μὲ ἀκλόνητο φρόνημα τὴ χριστιανικὴ πίστη του, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ φυλακισθεῖ.
Σύμφωνα μὲ τὸ συναξάριό του, εἶχε διαδοθεῖ ἡ φήμη πὼς ὁ ᾿Αθανάσιος εἶχε ἀσπασθεῖ τὴ μωαμεθανικὴ θρησκεία καὶ στὴ συνέχεια τὴν ἀρνοῦνταν, μὲ συνέπεια νὰ φοβᾶται ἀκόμη καὶ ὁ πατέρας του νὰ μεσολαβήσει γιὰ τὴν ἀπελευθέρωσή του, ἂν καὶ κάτι τέτοιο, σύμφωνα μὲ τὸ συναξαριστὴ τοῦ ᾿Αθανασίου ὁ ὁποῖος τὸν ψέγει γι᾿ αὐτὸ τὸ φόβο του, τοῦ ἦταν πολὺ εὔκολο.
῞Οταν ὕστερα ἀπὸ μερικὲς ἡμέρες ὁδηγήθηκε γιὰ δεύτερη φορὰ στὸ δικαστή, ὁμολόγησε καὶ πάλι μὲ παρρησία τὴν πίστη του στὸ Χριστό. ῾Η καταδικαστικὴ ἀπόφαση ὅριζε τὴν δι᾿ ἀπαγχονισμοῦ θανατικὴ ποινή, ἡ ὁποία ἐκτελέσθηκε ἐκτὸς τῶν δυτικῶν τειχῶν τῆς Θεσσαλονίκης. ῾Ο νεομάρτυς ᾿Αθανάσιος μαρτύρησε σὲ ἡλικία εἰκοσιπέντε ἐτῶν, στὶς 8 Σεπτεμβρίου τοῦ ἔτους 1774.
῎Εχει ὑποστηριχθεῖ πώς, ἂν καὶ οἱ πηγὲς σιωποῦν, δὲν εἶναι τυχαῖο ὅτι τὸ μαρτύριο τοῦ νεομάρτυρος ᾿Αθανασίου συμπίπτει χρονικὰ μὲ τὸ ἀπόγειο τῆς πνευματικῆς δράσεως τοῦ ἐπισκόπου Καμπανίας Θεοφίλου Παπαφίλη, μιᾶς ἀπὸ τὶς λόγιες πνευματικὲς μορφὲς τοῦ 18ου αἰ. καὶ ἀναμφισβήτητα τοῦ πλέον ἀξιόλογου προσώπου ποὺ ἀνῆλθε στὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο τῆς Καμπανίας. Τὰ δεδομένα αὐτὰ συνηγοροῦν στὴ διατύπωση τῆς ἀπόψεως ὅτι “ὁ νεαρὸς ᾿Αθανάσιος χρημάτισε ἀναμφίβολα πνευματικὸ τέκνο τοῦ ἐπισκόπου”.
Μετὰ τὸ μαρτύριο τοῦ ᾿Αθανασίου, οἱ χριστιανοὶ παρέλαβαν τὸ σῶμα του καὶ τὸ ἐνταφίασαν στὴν περιοχὴ τῆς ἁγίας Παρασκευῆς, ὅπως μᾆς πληροφορεῖ καὶ ἐντοιχισμένη μαρμάρινη πλάκα, ποὺ βρίσκεται σήμερα ἀριστερὰ τῆς εἰσόδου τῶν κοιμητηρίων τῆς ἁγίας Παρασκευῆς. Στὸν Πύργο ἀνεγέρθηκε ναὸς ἀφιερωμένος στὴ μνήμη του, ἐνῶ στὸ κοιμητήριο τῆς ἁγίας Παρασκευῆς στὴ Θεσσαλονίκη, δυτικὰ τοῦ κοιμητηριακοῦ ναοῦ ἀνεγέρθηκε παρεκκλήσιο τιμώμενο στὸ ὄνομά του.
Τὸ συναξάριο τοῦ νεομάρτυρος ᾿Αθανασίου συμπεριλήφθηκε ἀπὸ τὸν ὅσιο Νικόδημο τὸν ῾Αγιορείτη στὸ Νέον Μαρτυρολόγιον. ᾿Ακολουθία καὶ παρακλητικὸ κανόνα πρὸς τιμή του συνέθεσε τὸ ἔτος 1974 ὁ μακαριστὸς ὑμνογράφος τῆς Μεγάλης ᾿Εκκλησίας, μοναχὸς Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης, ἐνῶ ἀργότερα, τὸ 1980, ὁ ἴδιος ὑμνογράφος συνέταξε νέα ᾿Ακολουθία καθὼς καὶ εἰκοσιτέσσαρες οἴκους πρὸς τιμὴ τοῦ νεομάρτυρος ᾿Αθανασίου τοῦ Κολιακιώτη.
῾Η μνήμη τοῦ νεομάρτυρος ᾿Αθανασίου τιμᾶται στὶς 8 Σεπτεμβρίου. ᾿Απὸ τὸ ἔτος 1983 τιμᾶται καὶ κατὰ τὴν πρώτη Κυριακὴ τοῦ ᾿Οκτωβρίου, ἔχοντας συγκαταριθμηθεῖ στὴ χορεία τῶν πενταρίθμων ἁγίων τῆς ᾿Αθωνιάδος Σχολῆς, πρὸς τιμὴ τῶν ὁποίων ὁ μοναχὸς Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης συνέθεσε ᾿Ακολουθία, Παρακλητικὸ Κανόνα καὶ Χαιρετισμούς.
Ὁ Ἅγιος Σωφρόνιος ἐπίσκοπος Ἀχταλείας τῆς Ἰβηρίας
Γεννήθηκε ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς καὶ ἐνάρετους, τὸ ἔτος 1738, στὸ χωριὸ Λοτσίων περιφέρειας Δεραίνης τῆς ἐπαρχίας Χαλδείας τοῦ Πόντου. Ὁ πατέρας του ἦταν Ἱερέας καὶ ὀνομαζόταν Γεώργιος Σερταρίδης, ἡ δὲ μητέρα του Βαρβάρα. Εἶχε τέσσερις ἀδελφὲς καὶ ἕναν ἀδελφό, τὸν Δημήτριο, ποὺ ἦταν καὶ αὐτὸς Ἱερέας. Τὸ πρῶτο ὄνομα τοῦ Σωφρονίου ἦταν Συμεών.
Ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία, ἔτρεφε μεγάλη ἀγάπη στὰ θεῖα καὶ ἰδιαίτερα στὴ μοναχικὴ ζωή. Νέος ἀκόμα, πῆγε στὴ Μονὴ Ἁγίου Γεωργίου Χουτουρᾶ σὰν δόκιμος. Μετὰ τρεῖς μῆνες πῆγε στὴ Μονὴ Σουμελὰ καὶ μετὰ τρία χρόνια στὴ Μονὴ Βαζελῶνος. Καὶ στὶς τρεῖς Μονές, διδάχτηκε τὰ ἱερὰ γράμματα καὶ σὲ μεγάλο βαθμὸ τὴν μοναχικὴ ζωή. Τότε ἐκάρη μοναχός με τὸ ὄνομα Σωφρόνιος καὶ κατόπιν χειροτονήθηκε Ἱερέας.
Μετὰ ἑπτὰ χρόνια, ὁ ἡγούμενος τῆς Μονῆς Ἰγνάτιος, τὸ ἔτος 1776, τὸν ἔστειλε στὸ μεταλλεῖο τῆς Ἀχταλείας στὴν Ἰβηρία, ὅπου 500 περίπου μεταλλουργοὶ εἶχαν ἐγκατασταθεῖ ἐκεῖ καὶ ἀποτέλεσαν ἕνα χωριὸ μὲ τὴν ὀνομασία Δάλ-βέρ, ποὺ σημαίνει πολύτιμοι λίθοι. Ἐκεῖ μὲ τὴν ἁγία του ζωὴ ὁ Σωφρόνιος, προσείλκυσε τὸν σεβασμὸ τῶν κατοίκων, οἱ ὁποῖοι μὲ πρωτοβουλία δική τους, τὸν ἔκαναν ἐπίσκοπο στὶς 29 Ὀκτωβρίου 1777, ἔχοντας ἕδρα τῆς ἐπισκοπῆς του τὴν ἐκεῖ Ἱερὰ Μονὴ τῆς Παναγίας.
Τὴν ἐπισκοπή του κυβέρνησε μέχρι τὸ 1794, ὅταν βαρβαρικὴ φυλὴ ἐπιτέθηκε στὸ μεταλλεῖο καὶ τὸ λεηλάτησε, ἀφοῦ πρῶτα κατέστρεψε τὰ πάντα. Ὁ Σωφρόνιος πιάστηκε αἰχμάλωτος καὶ πουλήθηκε σὲ μία γυναῖκα λατινικοῦ δόγματος, ποὺ τὸν ἐλευθέρωσε καὶ τὸν ἔστειλε μὲ ἱστιοφόρο στὴν Τραπεζούντα. Ἀπὸ ἐκεῖ ὁ Σωφρόνιος ἐπέστρεψε στὴ Μονὴ Βαζελῶνος, ὅπου ἔζησε σὰν ἔνσαρκος ἄγγελος. Ἀλλὰ λόγω τοῦ φθόνου τοῦ ἡγουμένου Ἱερεμία, ἀναχώρησε στὴν ἰδιαίτερη πατρίδα του ὅπου καὶ ἄφησε τὴν τελευταία του πνοή. Ἡ ἀνακομιδὴ τῶν Ἱερῶν λειψάνων του, γεμάτα εὐωδιά, ἔγινε τὸ 1824 στὴν Ἱερὰ Μονὴ Βαζελῶνος.
Ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία, ἔτρεφε μεγάλη ἀγάπη στὰ θεῖα καὶ ἰδιαίτερα στὴ μοναχικὴ ζωή. Νέος ἀκόμα, πῆγε στὴ Μονὴ Ἁγίου Γεωργίου Χουτουρᾶ σὰν δόκιμος. Μετὰ τρεῖς μῆνες πῆγε στὴ Μονὴ Σουμελὰ καὶ μετὰ τρία χρόνια στὴ Μονὴ Βαζελῶνος. Καὶ στὶς τρεῖς Μονές, διδάχτηκε τὰ ἱερὰ γράμματα καὶ σὲ μεγάλο βαθμὸ τὴν μοναχικὴ ζωή. Τότε ἐκάρη μοναχός με τὸ ὄνομα Σωφρόνιος καὶ κατόπιν χειροτονήθηκε Ἱερέας.
Μετὰ ἑπτὰ χρόνια, ὁ ἡγούμενος τῆς Μονῆς Ἰγνάτιος, τὸ ἔτος 1776, τὸν ἔστειλε στὸ μεταλλεῖο τῆς Ἀχταλείας στὴν Ἰβηρία, ὅπου 500 περίπου μεταλλουργοὶ εἶχαν ἐγκατασταθεῖ ἐκεῖ καὶ ἀποτέλεσαν ἕνα χωριὸ μὲ τὴν ὀνομασία Δάλ-βέρ, ποὺ σημαίνει πολύτιμοι λίθοι. Ἐκεῖ μὲ τὴν ἁγία του ζωὴ ὁ Σωφρόνιος, προσείλκυσε τὸν σεβασμὸ τῶν κατοίκων, οἱ ὁποῖοι μὲ πρωτοβουλία δική τους, τὸν ἔκαναν ἐπίσκοπο στὶς 29 Ὀκτωβρίου 1777, ἔχοντας ἕδρα τῆς ἐπισκοπῆς του τὴν ἐκεῖ Ἱερὰ Μονὴ τῆς Παναγίας.
Τὴν ἐπισκοπή του κυβέρνησε μέχρι τὸ 1794, ὅταν βαρβαρικὴ φυλὴ ἐπιτέθηκε στὸ μεταλλεῖο καὶ τὸ λεηλάτησε, ἀφοῦ πρῶτα κατέστρεψε τὰ πάντα. Ὁ Σωφρόνιος πιάστηκε αἰχμάλωτος καὶ πουλήθηκε σὲ μία γυναῖκα λατινικοῦ δόγματος, ποὺ τὸν ἐλευθέρωσε καὶ τὸν ἔστειλε μὲ ἱστιοφόρο στὴν Τραπεζούντα. Ἀπὸ ἐκεῖ ὁ Σωφρόνιος ἐπέστρεψε στὴ Μονὴ Βαζελῶνος, ὅπου ἔζησε σὰν ἔνσαρκος ἄγγελος. Ἀλλὰ λόγω τοῦ φθόνου τοῦ ἡγουμένου Ἱερεμία, ἀναχώρησε στὴν ἰδιαίτερη πατρίδα του ὅπου καὶ ἄφησε τὴν τελευταία του πνοή. Ἡ ἀνακομιδὴ τῶν Ἱερῶν λειψάνων του, γεμάτα εὐωδιά, ἔγινε τὸ 1824 στὴν Ἱερὰ Μονὴ Βαζελῶνος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά