«Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας… τολμήσας εισήλθε προς Πιλάτον και ητήσατο το σώμα του Ιησού» (Μαρκ. ιστ΄43)'
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ
Απόστολος: Πραξ. στ’ 1-7
Ευαγγέλιο: Μαρκ. ιε΄ 43-ιστ΄8
26 Απριλίου 2015
Παρά το ότι στο σημερινό ευαγγέλιο γίνεται αναφορά σε δυο σημαντικά γεγονότα που σχετίζονται με τον Ιησού και που είναι ο ενταφιασμός και η Ανάσταση Του, εν τούτοις η σημερινή Κυριακή είναι γνωστή ως Κυριακή των Μυροφόρων γιατί προβάλλει παράλληλα και τη στάση που τήρησαν απέναντι σ’ αυτά τα γεγονότα το Μυροφόρα πρόσωπα. Τα Μυροφόρα πρόσωπα υπήρξαν μάρτυρες, αλλά και πρωταγωνιστές των δυο αυτών γεγονότων. Ο μεν Ιωσήφ «τολμήσας εισήλθε προς Πιλάτον και ητήσατο το σώμα του Ιησού». Κατά τον Ευαγγελιστή Ιωάννη (Ιωάν. ιθ΄39), εκτός από τον Ιωσήφ συμμετέχει και ο Νικόδημος στην ταφή, ενώ η Μαρία η Μαγδαληνή, η Μαρία η μητέρα του Ιακώβου και η Σαλώμη, παρακολουθούν από μακριά που θα γίνει η ταφή και στη συνέχεια προσέρχονται με αρώματα για να προσφέρουν την πρέπουσα νεκρική τιμή. Άντρες και Γυναίκες πηγαίνουν με αρώματα με μύρα, εξ’ ου και «Μυροφόροι», ενώ οι γυναίκες θα γίνουν και οι πρώτοι μάρτυρες τα Αναστάσεως του Ιησού.
Ιδιαίτερα σημαντική η καταγραφή αυτών των γεγονότων. Με την ταφή κλείνει ο κύκλος της επίγειας ζωής και δράσης του Ιησού. Όμως, παρά το ότι ο θάνατος ήταν πραγματικός, εντούτοις δεν ήταν ποτέ δυνατό να κρατήσει μέσα στον τάφο τον Αρχηγό της ζωής. Η ανάσταση δε που θα ακολουθήσει θα είναι και η απαρχή ενός καινούριου κόσμου που προσφέρεται πλέον στους ανθρώπους που πιστεύουν.
Δύσκολο, τολμηρό και συνάμα επικίνδυνο το έργο των Μυροφόρων προσώπων. Πολύ εύστοχα ο Ευαγγελιστής Μάρκος χρησιμοποιεί τη λέξη «τολμήσας» για την πράξη του Ιωσήφ. Χρειαζόταν πραγματική τόλμη για να παρουσιαστεί κάποιος σαν ακόλουθος ενός προσώπου, του Ιησού, που είχε καταδικαστεί σαν εχθρός του Μωσαϊκού νόμου, αλλά και του Ρωμαίου αυτοκράτορα. Αλλά και οι Μυροφόρες γυναίκες χρειαζόντουσαν τόλμη γιατί, πέραν από τα πιο πάνω, είχαν να αντιμετωπίσουν και άλλα εμπόδια όπως, την παρουσία στρατιωτών, τη μεγάλη πέτρα της εισόδου του μνήματος, καθώς και το σκοτάδι.
Τη στιγμή, λοιπόν, που οι ίδιοι οι Μαθητές του Ιησού (εκτός του Ιωάννη), τον είχαν εγκαταλείψει, χρειαζόταν πραγματική τόλμη για να αντιπαραταχθεί κάποιος στη θρησκευτική και πολιτική εξουσία, Ιουδαϊκή και Ρωμαϊκή αντίστοιχα. Μια τόλμη που στο εξής θα αντικαταστήσει την δειλία και το φόβο και που θα γίνει ένα από τα κύρια γνωρίσματα των ακολούθων του Ιησού. Οι Μαθητές, που για οκτώ μέρες μετά την Ανάσταση του Ιησού εξακολουθούσαν να «ήταν συγκεντρωμένοι με κλειστές πόρτες, επειδή φοβούνταν τις ιουδαϊκές αρχές» (Ιωάν. κ’ 19 και 26), εις το εξής και ιδιαίτερα μετά την Πεντηκοστή θα εμφανιστούν δημόσια υπερασπιζόμενοι τον Ιησού και την Ανάσταση Του. Τώρα πια ομολογούν με βεβαιότητα όχι μόνο για την Ανάσταση του Ιησού, αλλά και πως «από κανέναν άλλο δεν μπορεί να προέλθει η σωτηρία ούτε υπάρχει άλλο πρόσωπο κάτω από τον ουρανό δοσμένο στους ανθρώπους με το οποίο να μπορούμε να σωθούμε» (Πραξ. δ΄ 12).
Το νέο πνεύμα που θα κυριαρχήσει στο εξής στη ζωή των ακολούθων του Ιησού θα το εκφράσει ο Απόστολος Παύλος: «Τι, λοιπόν, μπορεί να μας χωρίσει από την αγάπη του Χριστού για μας; Μήπως τα παθήματα, οι στενοχώριες, οι διωγμοί, η πείνα,
~ 39 ~
η γύμνια, οι κίνδυνοι, ή ο μαρτυρικός θάνατος»; Για να καταλήξει με βεβαιότητα στο συμπέρασμα «πως ούτε θάνατος ούτε ζωή ούτε άγγελοι ούτε άλλες ουράνιες δυνάμεις ούτε παρόντα ούτε μέλλοντα ούτε κάτι άλλο… είτε στον ουρανό, είτε στον Άδη, ούτε κανένα άλλο δημιούργημα θα μπορέσουν ποτέ να μας χωρίσουν από την αγάπη του Θεού για μας, όπως φανερώθηκε στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού του Κυρίου μας» (Ρωμ. η΄ 35 και 38-39).
Το θεμέλιο, λοιπόν, του νέου τρόπου ζωής και συμπεριφοράς, είναι η συνειδητοποίηση της αγάπης του Θεού προς εμάς, όπως εκφράστηκε δια του Ιησού Χριστού και της σταυρικής του θυσίας. Και η δική μας αγάπη, προς Αυτόν είναι απάντηση στη δική του αγάπη «γιατί εκείνος πρώτος μας αγάπησε» Και η αγάπη είναι το αντίδοτο του φόβου. Μια αγάπη όμως η οποία δεν απευθύνθηκε μόνο στο Θεό αλλά και το συνάνθρωπο και η οποία στο εξής θα αλλάξει την εικόνα της ανθρωπότητας. Για το σκεπτικό αυτού του νέου τρόπου ζωής και αυτής της αγάπης μιλά ο Απόστολος της αγάπης ο Ιωάννης: «Ο Θεός είναι αγάπη και ο όποιος ζει μέσα στην αγάπη ζει μέσα στο Θεό, κι ο Θεός μέσα σ’ αυτόν. Έτσι καταλαβαίνουμε πως η αγάπη έχει ολοκληρωθεί μέσα μας … Όποιος αγαπάει δε φοβάται. Η τέλεια αγάπη διώχνει το φόβο. Γιατί ο φόβος σχετίζεται με την τιμωρία κι όποιος φοβάται την τιμωρία, δείχνει πως δεν έχει φτάσει στην τέλεια αγάπη. Εμείς αγαπάμε το Θεό, γιατί εκείνος πρώτος μας αγάπησε. Αν κάποιος πει «αγαπώ το Θεό», μισεί όμως τον αδελφό του, είναι ψεύτης. Γιατί, πραγματικά, αυτός που δεν αγαπάει τον αδελφό του, τον οποίο βλέπει, πως μπορεί να αγαπάει το Θεό τον οποίο δεν βλέπει; Αυτή την εντολή μας έδωσε ο χριστός: Όποιος αγαπάει το Θεό πρέπει να αγαπάει και τον αδελφό του» (Ιωάν. Α΄, δ΄ 16-21).
Αυτή η αγάπη και αυτός ο νέος τρόπος ζωής υλοποιήθηκε από τα πρώτα κιόλας χριστιανικά χρόνια. Κατά τις «Πράξεις των Αποστόλων» «όλοι όσοι πίστεψαν είχαν μια καρδιά και μια ψυχή. Κανείς δε θεωρούσε ότι κάτι από τα υπάρχοντα του ήταν δικό του, αλλά όλα τα είχαν κοινά… κι ο Θεός έδινε σε όλους πλούσια τη χάρη του. Δεν υπήρχε κανείς ανάμεσα τους που θα στερείται τα απαραίτητα. Γιατί όσοι είχαν χωράφια ή σπίτια τα πωλούσαν και έφερναν το αντίτιμο αυτών που πουλούσαν, και το έθεταν στη διάθεση των Αποστόλων. Απ’ αυτό δινόταν στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του» (Πραξ. δ΄ 32-25). (Πρωτοστατεί μάλιστα στην προσπάθεια αυτή ο Ιωσής, λευίτης από την Κύπρο που οι Απόστολοι τον ονόμασαν Βαρνάβα, όνομα που μεταφράζεται «Ο άνθρωπος της παρηγοριάς». (Πραξ. δ΄ 36-37).
Αδελφοί μου με αφετηρία το θάνατο και την Ανάσταση του Χριστού, τα Μυροφόρα πρόσωπα που τιμούμε σήμερα με την όλη στάση τους έγιναν συνδιαμορφωτές ενός καινούργιου κόσμου, θεμελιωμένου στο θάρρος και την αγάπη. Άντρες και γυναίκες έδρασαν δυναμικά και ισότιμα αποδεικνύοντας με τις πράξεις τους, ότι δεν υπάρχει ανώτερο και κατώτερο φύλο. Ανώτερος ή κατώτερος κρίνεται ο κάθε ένας ξεχωριστά με τις αποφάσεις και τις πράξεις του, είτε αυτός είναι άντρας, είτε αυτή είναι γυναίκα. Γιατί με τη δύναμη της πίστης τους όλοι αναδείχθηκαν νικητές, ξεπερνώντας διαδοχικά όλα τα εμπόδια. Για τούτο και σήμερα, πέρα από την τιμή που τους απονέμουμε μας καλούν να τους μιμηθούμε. Δυσκολίες υπάρχουν. Αυτές οι δυσκολίες μπορεί να είναι διαφορετικές σε κάθε εποχή, άρα διαφορετικές και στην εποχή μας. Όμως το χριστιανικό καθήκον παραμένει το ίδιο ανεξάρτητα τις δυσκολίες ή τις εποχές. Εμείς είμαστε έτοιμοι γι’ αυτό το καθήκον; Ας ευχηθούμε νάναι θετική η απάντηση μας. Αμήν.
Θεόδωρος Αντωνιάδης