Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κοσμάς ο Αιτωλός Διδαχές. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κοσμάς ο Αιτωλός Διδαχές. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη, Μαΐου 28, 2014

Διδαχὴ B΄ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ



Ἡ παραβολὴ τοῦ σπορέως

«Ἰδοὺ ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τὸν σπόρον αὐτοῦ. Καὶ ἐν τῷ σπείρειν αὐτὸν ὁ μὲν ἔπεσε παρὰ τὴν ὁδόν, καὶ κατεπατήθη, καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ κατέφαγον αὐτό· καὶ ἕτερον ἔπεσεν εἰς τὴν πέτραν, καὶ φυέν, ἀνατείλαντος τοῦ ἡλίου διὰ τὸ μὴ ἔχειν ἰκμάδα ἐξηράνθη· καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἀναμέσον τῶν ἀκανθῶν καὶ ἔπνιξαν αὐτό· καὶ ἄλλο ἔπεσεν εἰς τὴν ἀγαθὴν γῆν καὶ φυὲν ἐποίησεν ὃ μὲν τριάκοντα, ὃ δὲ ἑξήκοντα, ὃ δὲ ἑκατόν. Ταῦτα λέγων ἐφώνει· ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν, ἀκουέτω». Γράφει ὁ ἅγιος ἀπόστολος καὶ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος εἰς τὸ ἅγιον καὶ ἱερὸν Εὐαγγέλιον: Ἦτο ἕνας γεωργὸς καὶ ἐβγῆκεν ἀπὸ τὸ σπίτι του, ἐπῆρε σπόρον καὶ ἐπήγαινε νὰ σπείρη εἰς τοὺς ἀγρούς του. Καὶ ἐκεῖ ὁποὺ ἔσπερνεν, ἄλλος σπόρος ἔπεσεν εἰς τὴν ὁδόν, ἄλλος εἰς τὴν πέτραν, ἄλλος εἰς τὰς ἀκάνθας καὶ ἄλλος εἰς τὴν καλὴν γῆν. Ἐκεῖνος ὁ σπόρος ὁποὺ ἔπεσεν εἰς τὴν ὁδὸν δὲν ἐφύτρωσε, διότι ἡ γῆ ἦτο σκληρὰ καὶ καταπατημένη καὶ ἦλθον τὰ πετεινὰ καὶ τὸν ἔφαγον καὶ ἔμεινεν ἡ ὁδὸς ἄκαρπος. Ἄλλος σπόρος ἔπεσεν εἰς τὴν πέτραν, εἶχεν ὀλίγον χῶμα, ἐφύτρωσεν, ἀλλ᾿ εὐθὺς ὁποὺ ἐβγῆκεν ὁ ἥλιος, ὡς μὴ ἔχων ρίζαν ἐξηράνθη καὶ ἔμεινεν ἄκαρπος καὶ αὐτὸς ὁ σπόρος. Ἄλλος ἔπεσεν ἀνάμεσα εἰς τὰ ἀγκάθια, ἐφύτρωσε καὶ αὐτός, ἀλλ᾿ ἐβγῆκαν καὶ τὰ ἀγκάθια καὶ τὸν ἔπνιξαν καὶ αὐτόν. Ἐκεῖνος ὁποὺ ἔπεσεν εἰς τὴν καλὴν γῆν ἐκαρποφόρησε. Π.χ. ἔσπειρεν ἕνα κιλὸν καὶ ἔκαμε ἑκατόν. Ἄλλος ἔπεσεν εἰς κατωτέραν γῆν καὶ ἔκαμεν ἑξήκοντα, ἄλλος εἰς ἔτι κατωτέραν καὶ ἔφερε τριάκοντα.


Ἡ ἑρμηνεία τῆς παραβολῆς

Μοῦ φαίνεται ὅτι ἐκαταλάβατε αὐτὴν τὴν παραβολήν. Ἀλλὰ διὰ νὰ ἐννοήσητε καλύτερα, λέγομεν καὶ τὰ ἀκόλουθα καὶ προσέχετε νὰ ἀκούσητε τοὺς λόγους τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου. Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς καὶ Θεὸς ἔχει πολλὰ καὶ διάφορα ὀνόματα. Λέγεται Θεός, Υἱὸς Θεοῦ, Υἱὸς ἀνθρώπου, σοφία, ζωή, ἀνάστασις καὶ γεωργός. Ὁ Κύριος λοιπὸν ἐβγῆκεν ἀπὸ τὸν οἶκόν Του, δηλαδὴ ἀπὸ τοὺς πατρικοὺς κόλπους, διὰ τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας· κατεδέχθη ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ ἐσαρκώθη εἰς τὴν κοιλίαν τῆς Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ Ἀειπαρθένου Μαρίας, τέλειος Θεὸς καὶ τέλειος ἄνθρωπος· ὅλος μέσα εἰς τὴν κοιλίαν τῆς Θεοτόκου καὶ ὅλος πανταχοῦ παρών. Καὶ καθὼς ἕνας ἄνθρωπος ἠμπορεῖ νὰ εἶνε ὁ νοῦς του ὅλος εἰς τὴν πόλιν καὶ ὅλος εἰς τὸν οἶκον του, καὶ πάλιν ὅλος ὁ νοῦς του νὰ εἶνε μέσα εἰς τὸ κεφάλι του, ὁ ἄνθρωπος ὁποὺ εἶνε πλάσμα τοῦ Θεοῦ ἔχει αὐτὸ τὸ χάρισμα, καὶ ὁ Θεὸς δὲν δύναται νὰ εἶνε ὅλος εἰς τοὺς οὐρανούς, καὶ ὅλος εἰς κάθε μέρος; Οὕτως ἐβγῆκεν, ἀδελφοί μου, ὁ Κύριος ἀπὸ τὸν οἶκόν του καὶ ἐπῆρε σπόρον νὰ σπείρη τὰ χωράφια του, τὰς καρδίας τῶν ἀνθρώπων. Ποίος εἶνε ὁ σπόρος; Τὸ ἅγιον Ἐευαγγέλιον, τὸ νὰ πιστεύωμεν καὶ νὰ βαπτιζώμεθα εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρός, τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καὶ νὰ ἔχωμεν τὴν ἀγάπην εἰς τὸν Θεὸν καὶ εἰς τοὺς ἀδελφούς μας. Ποία εἶνε ἡ ὁδός; Εἶνε ὁ ὑπερήφανος ἄνθρωπος, ὁποὺ εἶνε σκληρὰ καὶ καταπατημένη ἡ καρδία του ἀπὸ τὰς βιωτικὰς μερίμνας· ἀκούει τὸν λόγον, ἀλλὰ δὲν ἐμβαίνει εἰς τὴν καρδίαν του, καὶ ἔρχονται οἱ δαίμονες καὶ παίρνουν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, καὶ μένει ἄκαρπος ἤγουν χωρὶς ψυχικὴν ὠφέλειαν. Πέτρα εἶνε ἡ καρδία ἐκείνου ὁποὺ ἀκούει τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν δέχεται μετὰ χαρᾶς, μὰ ἔχει ὀλίγην εὐλάβειαν εἰς τὸν Χριστόν, καὶ ἅμα τοῦ ἔλθη ὁ πειρασμός, τὸν ἀρνεῖται καὶ πηγαίνει μὲ τὸν διάβολον. Ἄκανθαι εἶνε ἐκεῖνος ὁποὺ ἀκούει τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, καὶ ὕστερον ἔρχονται τὰ πονηρὰ πάθη καὶ τὸν πνίγουν, καὶ μένει καὶ αὐτὸς ἄκαρπος. Ἡ καλὴ γῆ εἶνε ὁ τέλειος ἄνθρωπος, ὅστις ἔφερεν ἑκατόν, ὁ μεσαῖος ἑξήκοντα καὶ ὁ κατώτερος τριάκοντα.

Μὰ τὸ κεκρυμμένον νόημα τῆς παραβολῆς δὲν τὸ ἐννοήσατε, καὶ πρέπει εἰς ἕκαστον μέρος νὰ εἴπωμεν ἀπὸ ἕνα παράδειγμα.


Παραδείγματα πρὸς κατανόησιν τῆς παραβολῆς


Μανασσής, ὁ βασιλεὺς τῶν Ἑβραίων

Τὸν παλαιὸν καιρὸν ἦτο ἕνας βασιλεὺς τῶν Ἑβραίων λεγόμενος Μανασσής, ὁ ὁποῖος τοὺς ἐβασάνιζε μὲ πολλὰ παιδευτήρια. Τὸν ἐσυμβούλευαν οἱ προφῆται καὶ διδάσκαλοι νὰ κυβερνᾶ τὸν λαὸν μὲ πραότητα, ἀλλ᾿ αὐτὸς δὲν ἤκουε τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, δὲν μετενόησε. Βλέπων ὁ Θεὸς τὴν κακήν του γνώμην τί κάμνει; Σηκώνει ἕνα βασιλέα ἀπὸ τὴν ἀνατολὴν καὶ τὸν πολεμεῖ καὶ τὸν παίρνει σκλάβον, καὶ τὸν κλειδώνει μέσα εἰς ἕνα καζάνι διὰ νὰ τὸν κάψη. Τί κάμνει ἐκεῖ ὁ Μανασσής, μέσα εἰς τὸ χάλκωμα; Ἐνεθυμήθη τὰς ἁμαρτίας του, ἔκλαυσε, παρεκάλεσε τὸν Θεὸν νὰ τὸν ἐλευθερώση καὶ πλέον δὲν ἁμαρτάνει. Βλέπων ὁ Θεὸς τὴν καλήν του γνώμην ἤκουσε τὴν μετάνοιάν του, ἐδέχθη τὰ δάκρυά του καὶ ἔστειλεν ἕνα ἄγγελον καὶ τὸν ἐλευθερώνει ἀπὸ ἐκεῖνον τὸν κίνδυνον.Ὕστερον ἐπώλησε τὰ πράγματά του καὶ τὰ ἔδωσεν ἐλεημοσύνην καὶ ὑπῆγε καὶ ἀσκήτευεν εἰς ὅλην του τὴν ζωὴν μὲ νηστείας, ἀγρυπνίας, προσευχάς, καὶ ἐπῆγεν εἰς τὸν παράδεισον νὰ χαίρεται πάντοτε. Ἀνίσως, ἀδελφοί μου, καὶ εἶνε κανεὶς ἀπὸ σᾶς καὶ εἶνε σκληροκάρδιος ὡσὰν τὸν Μανασσῆ καὶ ἐνθυμηθῆ τὰς ἁμαρτίας του καὶ μετανοήση καὶ κλαύση, ἂς εἶνε βέβαιος ὅτι δέχεται τὴν μετάνοιάν του καθὼς τοῦ Μανασσῆ.


Πέτρος ὁ Ἀπόστολος

Νὰ εἴπωμεν δὲ καὶ διὰ τὴν πέτραν· ἔχομεν πολλά, ἀλλὰ μόνον ἕνα παράδειγμα θὰ εἴπωμεν, τοῦ ἀποστόλου Πέτρου. Τὴ Μεγάλη Πέμπτη τὸ ἑσπέρας ἠξεύροντας ὁ Κύριος ὡς καρδιογνώστης Θεὸς ὅλα τὰ μέλλοντα, καὶ μάλιστα τὴν καρδίαν τῶν Ἑβραίων καὶ τοῦ Ἰούδα, ἐκάθησε καὶ ἐδίδαξε τοὺς Ἁγίους Ἀποστόλους πολλὰ καὶ διάφορα νοήματα. Μεταξὺ τῶν ἄλλων τοὺς εἶπε καὶ τοῦτον τὸν λόγον: Νὰ ἠξεύρετε ὅτι ἕνας ἀπὸ σᾶς θὰ μὲ πωλήση εἰς τοὺς Ἑβραίους διὰ τριάντα φλωρία, καὶ θὰ μὲ περιγελάσουν οἱ Ἑβραῖοι, θὰ μὲ ὑβρίσουν, θὰ μὲ δείρουν καὶ θὰ μὲ σταυρώσουν. Ὅμως μὴ λυπεῖσθε, διότι ἐγὼ θέλω νὰ σταυρωθῶ, διὰ νὰ σταυρώσω τὴν ἁμαρτίαν καὶ τὸν διάβολον, καὶ νὰ δώσω ζωὴν εἰς τοὺς ἀνθρώπους, καὶ τὴν τρίτην ἡμέραν ν᾿ ἀναστηθῶ καὶ νὰ χαροποιήσω ὑμᾶς καὶ τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν, καὶ νὰ φαρμακώσω τὸν ἅδην καὶ τοὺς Ἑβραίους καὶ μάλιστα τὸν διάβολον. Μάθετε δὲ καὶ τοῦτο, μαθηταί μου, ὅτι τότε θὰ μὲ ἀφήσετε ὅλοι καὶ θὰ φύγετε. Ἀπεκρίθη ὁ Πέτρος καὶ λέγει: Κύριε, ὅλοι καὶ ἂν σὲ ἀρνηθοῦν, ἐγὼ δὲν σὲ ἀρνοῦμαι ποτέ. Τοῦ λέγει ὁ Κύριος: Καλά, Πέτρε· ὁ καιρὸς θέλει τὸ δείξει. Λέγει ὁ Πέτρος: Ὄχι, Κύριε, μὴ γένοιτο νὰ σὲ ἀρνηθῶ ποτέ. Λέγει τοῦ ὁ Κύριος: Ἐσὺ ὁποὺ λέγεις ὅτι μὲ ἀγαπᾶς, θὰ μὲ ἀρνηθῆς ἀπόψε· πρὶν λαλήση ὁ πετεινὸς δίς, θὰ μὲ ἀρνηθῆς τρίς. Διότι καλύτερα ἤξευρεν ὁ Κύριος τὴν καρδίαν τοῦ Πέτρου παρὰ ὁ ἴδιος. Πάλιν λέγει ὁ Πέτρος: Ὄχι, Κύριε· ὅλοι ἂν σὲ ἀρνηθοῦν, ἐγὼ δὲν σὲ ἀρνοῦμαι. Τοῦ λέγει ὁ Κύριος: Τὸ σιτάρι ὅταν τὸ πυρώση ὁ ἥλιος, τότε φαίνεται πῶς εἶνε ριζωμένον, ἂν δὲν ξηρανθῆ. Ὁμοίως καὶ κάθε χριστιανός· ὅταν τοῦ ἔλθη πειρασμὸς καὶ δὲν ἀρνηθῆ τὸν Χριστόν, τότε εἶνε ἀληθὴς χριστιανός.


Ἦλθεν ἡ ὥρα, παρεδόθη ὁ Κύριος θεληματικῶς εἰς τοὺς Ἰουδαίους· εὐθὺς ἔφυγον οἱ ἀπόστολοι, καθὼς εἶπεν ὁ Κύριος· ἐπῆραν οἱ Ἑβραῖοι τὸν Χριστὸν καὶ τὸν ἐπήγαν εἰς τὰ παλάτια τοῦ Ἄννα καὶ Καϊάφα καὶ ἤρχισαν νὰ τὸν ἐξετάζουν πόθεν εἶνε. Ἐπῆγεν ὁ Πέτρος καὶ ἵστατο μακρόθεν διὰ νὰ ἴδη τὰ πάθη τοῦ Χριστοῦ μας. Ἔρχεται ἕνας Ἑβραῖος καὶ λέγει τοῦ Πέτρου: Καὶ σὺ μαζὶ μὲ τὸν Χριστὸν εἶσαι; Ἀπεκρίθη ὁ Πέτρος: Ὄχι, δὲν τὸν γνωρίζω τί ἄνθρωπος εἶνε. Ἀκούετε, ἀδελφοί μου, τί ἔκαμεν ὁ Πέτρος; Ἠρνήθη τὸν Χριστὸν καὶ ὑπῆγεν μὲ τὸν διάβολον. Πρωτύτερα ἔστεκε νὰ ἰδῆ τί κάμνουν τοῦ Χριστοῦ· ὕστερον ἐκοίταζε τὴν πόρταν νὰ φύγη. Ἔρχεται καὶ ἄλλος καὶ λέγει τοῦ Πέτρου: Καὶ σὺ μαζὶ μὲ τὸν Χριστὸν εἶσαι; Λέγειν πάλιν ὁ Πέτρος: Δὲν ἠξεύρω τί μου λέγεις. Ὅταν ἐζύγωσε κοντὰ εἰς τὴν πόρταν νὰ φύγη, τὸν πιάνει καὶ ἄλλος Ἑβραῖος καὶ τοῦ λέγει: Καὶ σὺ μαθητής του εἶσαι; Λέγει ὁ Πέτρος: Νὰ ἔχω τὸ ἀνάθεμα ἂν τὸν ἠξεύρω αὐτὸν τὸν ἄνθρωπον. Ἀκούετε, ἀδελφοί μου, ὅτι ἐκεῖνος, ὅστις ἔλεγεν ὅτι χύνει τὸ αἷμα του διὰ τὴν ἀγάπην τοῦ Χριστοῦ, τώρα τὸν ἀρνεῖται; Καὶ καθὼς ἠρνήθη τὸ τρίτον, ὢ τοῦ θαύματος! ἐλάλησεν ὁ πετεινός, καθὼς εἶπεν ὁ Κύριος. Ἀκούσας ὁ Πέτρος τὸν πετεινὸν ἐνεθυμήθη τὸν λόγον τοῦ Κυρίου, καὶ ἐξελθῶν ἔξω ἔκλαυσε μὲ μαῦρα δάκρυα, καὶ εἰς ὅλην του τὴν ζωήν, ὅταν ἤκουε τὸν πετεινόν, ἔκλαιεν ἐνθυμούμενος τὴν ἄρνησιν.

Ἐσταυρώθη ὁ Κύριος, ἀνέστη τὴν τρίτην ἡμέραν, ἐφανερώθη εἰς τὰς μυροφρους καὶ τὰς λέγει: Ὑπάγετε καὶ εἴπατε εἰς τοὺς Ἀποστόλους καὶ εἰς τὸν Πέτρον ὅτι ἀνέστην, καὶ τοὺς περιμένω εἰς τὴν Γαλιλαίαν. Διατὶ ἐξεχώρισε τὸν Πέτρον; διὰ νὰ μάθη ὅτι ἐδέχθη τὴν μετάνοιάν του ὁ Κύριος καὶ τὸν ἐσυγχώρησεν. Ἐπῆγαν οἱ Ἀπόστολοι εἰς τὸν Χριστὸν καὶ ἔλαβον τὴν χάριν τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Ἐπῆγε καὶ ὁ Πέτρος, ἀμὴ ἔστεκε σκυθρωπός. Τοῦ λέγει ὁ Κύριος; Πέτρε, μὲ ἀγαπᾶς; Καὶ τὸν ἠρώτησε τρεῖς φοράς, εἰς διόρθωσιν τῶν τριῶν ἀρνήσεων, καὶ τὸν ἐπανέφερεν εἰς τὴν πρώτην του ἀξίαν.

Ἔπειτα διῆλθε δύσιν καὶ ἀνατολὴν καὶ ἔκαμε χιλιάδας χριστιανούς. Τὸν συνέλαβεν ἕνας βασιλεὺς τῆς Ρώμης καὶ τοῦ ἔλεγε ν᾿ ἀρνηθῆ τὸν Χριστὸν καὶ νὰ προσκυνήση τὰ εἴδωλα. Ὁ δὲ Πέτρος τοῦ λέγει: Δὲν τὸν ἀρνοῦμαι. Ὅθεν τὸν ἐσταύρωσε μὲ τὸ κεφάλι κάτω καὶ παρέδωκε τὴν ἁγίαν του ψυχὴν εἰς χείρας τοῦ Χριστοῦ μας καὶ ἐπῆγεν εἰς τὸν παράδεισον.


Ὁσία Μαρία ἡ Αἰγυπτία

Νὰ εἴπωμεν καὶ διὰ τὰ ἀγκάθια. Ἡ ὁσία Μαρία ἀπὸ δώδεκα χρονῶν κορίτσι ἔπεσεν εἰς τὰς χείρας τοῦ διαβόλου· ἡμέραν καὶ νύκτα εὐρίσκετο εἰς τὴν ἁμαρτίαν. Τὴν ἐφώτισεν ὁ ἐλεήμων Θεὸς καὶ φεύγει ἀπὸ τὸν κόσμον καὶ πηγαίνει εἰς τὴν ἔρημον. Ἐκεῖ ἀσκήτευον σαράντα χρόνους, καὶ ἐκαθαρίσθη καὶ ἔγινε σὰν ἄγγελος. Θέλων ὁ Κύριος νὰ τὴν ἀναπαύση ἔστειλεν ἕνα ἅγιον ἀσκητὴν Ζωσιμᾶν νὰ τὴν ἐξομολογήση καὶ νὰ τὴν μεταλάβη τὰ Ἄχραντα μυστήρια. Καὶ ὕστερον παρέλαβε τὴν ἁγίαν της ψυχὴν εἰς τὸν παράδεισον νὰ χαίρεται μὲ τοὺς ἀγγέλους. Ἀνίσως καὶ εἶνε κανένας ἀπὸ σᾶς ὡσὰν τὴν ὁσίαν Μαρίαν, αὐτὴν τὴν ὥραν νὰ κλαύση καὶ μετανοήση, τώρα ὁποὺ ἔχει καιρόν, καὶ ἂς εἶνε βέβαιος ὅτι θὰ σωθῆ καθὼς καὶ ἡ ὁσία Μαρία.


Ἁγία Παρασκευή

Νὰ εἰποῦμεν καὶ διὰ τὴν καλὴν γῆν. Ἡ ἁγία Παρασκευὴ ἦτο δώδεκα χρονῶν κόρη ἀπὸ γένος εὐγενικόν. Μείνασα ὀρφανὴ ἐμοίρασεν ὅλην της τὴν περιουσίαν εἰς τοὺς πτωχούς, καὶ μὲ αὐτὰ ἠγόρασεν τὸν παράδεισον. Καὶ μετεχειρίζετο ὡς φτιασίδια τὰ δάκρυα, ἐνθυμουμένη τὰς ἁμαρτίας της. Ὡς σκουλαρίκια εἶχε τὰ ὦτα της ἀνοικτὰ διὰ ν᾿ ἀκούη τὰς Ἁγίας Γραφάς. Ὡς κορδόνι εἶχε τὰς πολλὰς νηστείας, ὁποὺ ἔκαμνον τὸν λαιμόν της καὶ ἔλαμπεν ὡς ἥλιος. Ὡς δακτυλίδια τοὺς κόμβους τῶν δακτύλων της ἀπὸ τὰς πολλὰς μετανοίας ὁποὺ ἔκαμνεν. Ὡς χρυσοῦν ζωνάριον τὴν παρθενίαν ὁποὺ ἐφύλαξεν εἰς ὅλην της τὴν ζωήν. Ὡς φόρεμα τὴν ἐντροπὴν ὁποὺ εἶχε εἰς τὸν ἑαυτόν της καὶ ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ ὁποὺ τὴν ἐσκέπαζεν. Ἔτσι ἐστολίζετο ἡ Ἁγία. Ἀνίσως καὶ εἶνε κανένα κορίτσι καὶ θέλη νὰ στολίζεται, ἂς στοχασθῆ τί ἔκαμνεν ἡ Ἁγία, νὰ κάμνη καὶ ἐκείνη, ἂν θέλη νὰ σωθῆ.Ἔτσι, ἀδελφοί μου, ἡ ἁγία Παρασκευὴ ἔμαθε γράμματα καὶ ἔγινε σοφώτατη. Καὶ διὰ τὴν καθαρότητά της τὴν ἠξίωσεν ὁ Θεὸς καὶ ἔκαμνε καὶ θαύματα. Ἰατρευε τυφλούς, κωφούς· ἀνέστηνε νεκρούς. Δυὸ Ἑβραῖοι, τέκνα τοῦ διαβόλου, βλέποντες τὴν Ἁγίαν νὰ κάμνη θαύματα, τὴν ἐφθόνησαν καὶ τὴν διέβαλον εἰς τὸν βασιλέα Ἀντωνίνον ὡς χριστιανήν. Τὴν κράζει λοιπὸν ὁ βασιλεὺς καὶ τῆς λέγει ν᾿ ἀρνηθῆ τὸν Χριστὸν καὶ νὰ προσκυνήση τοὺς θεούς, νὰ τὴν κάμνη βασίλισσαν. Λέγει του ἡ Ἁγία: Ἐγὼ δὲν εἶμαι ἀνόητη ὡσὰν ἐσένα, νὰ ἀρνηθῶ τὸν Χριστόν μου καὶ νὰ ὑπάγω εἰς τὸν διάβολον· ν᾿ ἀφήσω τὴν ζωὴν καὶ νὰ ὑπάγω εἰς τὸν θάνατον. Ἄμποτε νὰ ἄφηνες καὶ σὺ τὸ σκότος καὶ νὰ ἤρχεσο εἰς τὸ φῶς. Ἀκούετε, ἀδελφοί μου, ἕνα κορίτσι νὰ ὁμιλῆ μὲ τοιαύτην παρρησίαν ἐμπρὸς εἰς ἕνα βασιλέα; Ὅστις ἔχει τὸν Χριστὸν μέσα εἰς τὴν καρδίαν του, δὲν φοβεῖται ὅλον τὸν κόσμον. Ἀνίσως θέλωμεν καὶ ἡμεῖς νὰ μὴ φοβούμεθα μήτε ἀνθρώπους μήτε δαίμονας, νὰ ἔχωμεν τὸν Θεὸν εἰς τὴν καρδίαν μας. Λέγει ὁ βασιλεὺς τῆς Ἁγίας: Σοῦ δίδω τρεῖς ἡμέρες διορίαν· ἂν δὲν μοῦ ὑπακούσης, θὰ σὲ θανατώσω. Λέγει του ἡ ἁγία: Βασιλεῦ, ἐκεῖνο ὁποὺ θέλεις νὰ κάμης εἰς τρεῖς ἡμέρας, κᾶμε τὸ τώρα, διότι ἐγὼ δὲν ἀρνοῦμαι τὸν Χριστόν μου. Τότε προστάζει ὁ βασιλεὺς καὶ ἄναψαν μίαν μεγάλην πυρκαϊὰν καὶ βάνουν ἕνα καζάνι γεμάτο πίσσαν καὶ θειάφι καὶ βράζει καλά. Βλέπουσα ἡ Ἁγία τὸ καζάνι ἐχαίρετο, ὅτι ἔμελλε ν᾿ ἀναχωρήση ἀπὸ τοῦτον τὸν ψεύτικον κόσμον καὶ νὰ ὑπάγη εἰς ἐκεῖνον τὸν ἀληθινὸν καὶ αἰώνιον. Προστάζει ὁ βασιλεὺς νὰ βάλουν τὴν ἁγίαν εἰς τὸ καζάνι διὰ νὰ καῆ. Ἡ Ἁγία ἔκαμε τὸν σταυρόν της καὶ ἐμβαίνει μέσα. Περιμένει δυὸ - τρεῖς ὥρας ὁ βασιλεὺς καὶ βλέπων ὁποὺ δὲν καίεται ἡ Ἁγία της λέγει: Παρασκευὴ διατὶ δὲν καίεσαι; Λέγει του ἡ Ἁγία: Διότι ὁ Χριστὸς ἐδρόσισε τὸ νερὸ καὶ δὲν καίομαι. Λέγει της ὁ βασιλεύς: Ραντισόν με καὶ ἐμὲ διὰ νὰ ἴδω, καίει; Ἐπῆρεν ἡ Ἁγία μὲ τὰς δυό της χείρας καὶ τοῦ ρίπτει εἰς τὸ πρόσωπον καὶ εὐθύς, ὢ τοῦ θαύματος! ἐτυφλώθη καὶ ἐγδάρθη τὸ πρόσωπόν του. Φωνάζει ὁ βασιλεύς: Μέγας ὁ Θεὸς τῶν χριστιανῶν καὶ εἰς αὐτὸν πιστεύω καὶ ἐγώ· καὶ ἔβγα νὰ μὲ βαπτίσης. Ἐβγῆκεν ἡ Ἁγία καὶ τὸν ἐβάπτισε μὲ ὅλον του τὸ βασίλειον. Ἔπειτα τὴν ἀπεκεφάλισεν ἄλλος βασιλεὺς καὶ ὑπῆγεν εἰς τὸν παράδεισον νὰ χαίρεται πάντοτε. Αὐτὴ ἡ Ἁγία ἔκαμε τὰ ἑκατὸν κατὰ τὸν λόγον τοῦ Κυρίου.


Ἕνα ζεῦγος Ἁγίων (Ἀνδρόνικος - Ἀθανασία)

Νὰ εἴπωμεν καὶ δι᾿ ἐκεῖνον ὁποὺ ἔφερε τὰ ἑξήκοντα. Εἰς 9 τοῦ Ὀκτωβρίου ἑορτάζει ἡ Ἐκκλησία μας τὸν ἅγιον Ἀνδρόνικον μὲ τὴν σύζυγόν του Ἀθανασίαν. Τοὺς εἶχε χαρίσει ὁ ἅγιος Θεὸς δυὸ παιδία ἀρσενικά, καὶ μίαν ἡμέραν ἀπέθανον καὶ τὰ δυό. Κλαίουσα ἡ Ἀθανασία διὰ τὰ τέκνα της, ἔρχεται ἄγελος Κυρίου καὶ τῆς λέγει: Τὰ τέκνα σου χαίρονται εἰς τὸν παράδεισον καὶ θὰ τὰ ἀπολαύσης εἰς τὴν Δευτέρα Παρουσίαν, καὶ μὴ λυπεῖσαι. Καὶ ἔτσι τὴν ἐπαρηγόρησε. Λέγει ἡ Ἀθανασία τοῦ Ἀνδρονίκου: Ἀφέντη, χιλιάδες ἄνδρες καὶ γυναῖκες ἐφύλαξαν παρθενίαν εἰς ὅλην των τὴν ζωήν. Ἡμεῖς ὑπανδρευθήκαμεν καὶ ἀπελαύσαμεν τὰ σωματικά. Δὲν γινόμεθα καλόγηροι νὰ κάμωμεν καὶ τὰ ψυχικά, νὰ ὑπάγωμεν καὶ εἰς τὸν παράδεισον; Ἀπεκρίθη καὶ ὁ εὐλογημένος Ἀνδρόνικος καὶ τῆς λέγει: Ἂς γίνη, ἀδελφή μου, τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἀπ᾿ ἐκείνην τὴν ὥραν ἔζων ὡς ἀδελφοί(33). Ἐμοίρασαν τὴν περιουσίαν των, ἐπῆγαν καὶ οἱ δυὸ εἰς μοναστήριον καὶ ἔγιναν καλόγηροι καὶ ἔζησαν μὲ νηστείας καὶ σκληραγωγίας καὶ ἐπῆγαν εἰς τὸν παράδεισον. Αὐτοὶ ἔκαμον τὰ ἑξήκοντα, διότι ἔκαμον πρῶτον τὰ σωματικὰ καὶ δεύτερον τὰ ψυχικά. Αὐτοὶ βέβαια εἶνε κατώτεροι ἀπὸ τὴν Ἁγίαν Παρασκευήν. Ἀνίσως καὶ θέλη κανένας ἀπὸ σᾶς νὰ κάμη τὰ ἑξήκοντα, ἂς ἀγωνίζεται ὡσὰν τὸν ἅγιον Ἀνδρόνικον καὶ τὴν ἁγίαν Ἀθανασίαν καὶ σώζεται.


Ὁ πολύτεκνος Ἰωάννης

Πάλιν ἂν δὲν ἠμπορῆτε νὰ κάμετε τὰ ἑξήκοντα, μιμηθῆτε ἐκεῖνον ὁποὺ ἔκαμε τὰ τριάκοντα. Εἰς τὴν ἀνατολὴν ἦτο ἕνας ἄνθρωπος ἱερεύς, τὸ ὄνομα Ἰωάννης, ὑπανδρευμένος. Εἶχεν εἴκοσι παιδία. Μίαν ἡμέραν ὑπῆγεν ἕνας Δεσπότης εἰς τὸ σπίτι τοῦ παπᾶ, βλέπει τὰ παιδία καὶ ἐρωτᾶ τίνος εἶνε. Ἰδικά μου, λέγει ὁ παπάς. Τότε λέγει ὁ Δεσπότης: Πόσους χρόνους εἶσαι ὑπανδρευμένος; Δεκαοκτώ, λέγει ὁ παπάς. Τότε λέγει ὁ Δεσπότης: Διὰ δεκαοκτὼ χρόνους ἔχεις 20 παιδία; Ἐσὺ πρέπει νὰ καθαιρεθῆς. Λέγει του ὁ παπάς: Νὰ ἐξομολογηθῶ, Δεσπότη μου, καὶ ἂν τὸ εὕρης εὔλογον, ἂς γίνη ὁ ὁρισμὸς τοῦ Θεοῦ. Ἤρχισεν ὁ παπὰς καὶ λέγει: Ἐγώ, Δεσπότη μου, ἔμαθα γράμματα Ἑλληνικά, ἔγινα δεκαοκτῶ χρονῶν ἀναγνώστης, εἰκοσιπέντε διάκονος καὶ τριάκοντα ἱερεὺς χωρὶς νὰ δώσω κἂν ἕνα ἄσπρο. Κατὰ τοὺς θείους νόμους ὑπανδρεύτηκα. Πρῶτον ἐξωμολογηθήκαμε μὲ τὴν παπαδιά μου, ἐπήγαμεν εἰς τὴν ἐκκλησίαν καὶ ἐστεφανωθήκαμεν, ἔπειτα ἐκοινωνήσαμε τὰ Ἄχραντα Μυστήρια καὶ μετὰ τρεῖς ἡμέρας ἐσμίξαμεν. Καὶ ὡσὰν ἐγκαστρώθη, ἐχωρίσαμεν ἕως ὁποὺ ἐγέννησεν. Ἐσαράντισε, καὶ τότε πάλιν ἐσμίξαμεν, καὶ πάλιν ἐχωρήσαμεν, καὶ μὲ τέτοιον τρόπον ἐκάμαμε εἴκοσι τέκνα, πανιερώτατε. Λέγει ὁ Δεσπότης: Συγχωρημένος καὶ εὐλογημένος νὰ εἶσαι· νὰ κάμης πενήντα καὶ ἑκατὸν τέκνα. Ἔτσι ὁ εὐλογημένος Ἰωάννης ἔμαθε τὰ τέκνα του γράμματα, τὰ ἐπαίδευσε μὲ νουθεσίας καλάς, καὶ ἐπέρασεν ἐδῶ καλὰ καὶ ἐπῆγεν εἰς τὸν παράδεισον. Αὐτὸς ἔκαμε τὰ τριάκοντα. Θέλεις καὶ σύ, ἀδελφέ μου, νὰ κάμης τὰ τριάκοντα; Μιμήσου τὸν παπὰ Ἰωάννην τώρα ὁποὺ ἔχεις καιρὸν (34). Αὐτὴ εἶνε ἡ ἐξήγησις τῆς παραβολῆς. Ὁδὸς εἶνε οἱ Ἑβραῖοι, οἱ ὁποῖοι εἶνε διὰ τὴν κόλασιν. Πέτρα εἶνε οἱ ἀσεβεῖς. Καὶ καλὴ γῆ εἶνε οἱ εὐσεβεῖς καὶ ὀρθόδοξοι χριστιανοί, οἱ ὁποῖοι σώζονται. Ἀλλὰ πῶς σώζονται; Ὁ καθένας καθὼς ἔπραξεν· ἂν δηλαδὴ ἔκαμε καλά, πηγαίνει εἰς τὸν παράδεισον· ἂν κακά, πηγαίνει εἰς τὴν κόλασιν.

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 30, 2013

Ό,τι θέλετε να το ζητάτε από τον Θεό


Τον καιρό εκείνον ήταν ένας άνδρας και ελέγετο Ιωακείμ, είχε και μίαν γυναίκα και ελέγετο Άννα. Καλός και ο άνδρας, καλή και η γυναίκα, από βασιλικόν γένος και οι δύο, μα πλέον καλύτερα η γυναίκα. Ευρίσκονται πολλές γυναίκες οπού είναι καλύτερες και από τους άνδρες. Αν ίσως και θέλετε οι άνδρες να είσαστε καλύτεροι από τις γυναίκες, πρέπει να κάμνετε και έργα καλύτερα από εκείνες, ει δε και οι γυναίκες κάμνουν καλύτερα έργα καί πηγαίνουν στον παράδεισο και ημείς οι άνδρες κάνομε κακά έργα και πηγαίνομε στην κόλαση, τι μας ωφελεί οπού είμαστε άνδρες;Καλύτερα να μην είχαμε γεννηθεί στον κόσμο...

Ο Ιωακείμ και η Άννα άνοιξαν το σπίτι τους και το είχαν ξενοδοχείο και όπου πτωχός, κουτσός, τυφλός, στο σπίτι του Ιωακείμ καί της Άννας επήγαιναν και αναπαύονταν. Έτσι πρέπει και η ευγένειά σας να είσαστε φιλόξενοι, διατί με την φιλοξενία, οπού κάμνετε στους πτωχούς, μετ' εκείνην αγοράζετε τον παράδεισο. Δεν έκαμε παιδιά ο Ιωακείμ και η Άννα. Ως φρόνιμοι και γνωστικοί οπού ήταν, εκατάλαβαν πως ένας είναι ο Θεός, οπού δίνει παιδιά και παίρνει. Επαρακάλεσαν τον πανάγαθο Θεό να τους χαρίσει ένα παιδί αρσενικό ή θηλυκό και να το αφιερωθούνε στον Θεό. Βλέποντας ο πανάγαθος Θεός την καλή τους γνώμη, τους ευλόγησε και εγέννησαν την Δέσποινα την Θεοτόκο και την έβγαλαν Μαρία.

Καθώς ο Ιωακείμ και η Άννα εζητούσαν παιδί από τον Θεό και όχι από άνθρωπο, έτσι και η ευγένειά σας ό,τι θέλετε να ζητήσετε, από τον Θεό να ζητάτε και όχι από άνθρωπο. Ο διάβολος έβγαλε πολλά τέκνα και θυγατέρας, και έρχεται ένας και σε λέγει: Δώσ' μου εμένα ένα γρόσι ή δύο καί εγώ να σου δώσω βότανα να κάμεις αρσενικά, να σε δώσω φυλακτά να μαντεύσεις, να γοητεύσεις, να ιδείς την τύχη σου, την μοίρα σου, το ριζικό σου καί άλλα τοιαύτα. Εκείνα οπού ενομοθέτησαν οι Άγιοι Πατέρες και όσα είναι της Εκκλησίας μας, είναι καλά και άγια, και ψυχικά και σωματικά και όσα γίνονται έξω της Εκκλησίας μας, είναι όλα του διαβόλου. Και ο διάβολος κάμνει πολλές φορές και θαύματα κατά φαντασίαν, διά να τον πιστεύετε. Και να φεύγετε αυτά, διατί βάνετε φωτιά και καίγεσθε καί ψυχικά και σωματικά. Και αν θέλεις να ιδείς την τύχη σου ή την μοίρα σου, σήκω κομμάτι αυγή καί πήγαινε στην εκκλησία και κοίταξε τους τάφους των αποθαμένων τι είναι. Στοχάσου και είπε: Δεν ήταν και εκείνοι οι άνθρωποι ωσάν και εμένα και απέθαναν; Έτσι μέλλω να πεθάνω και εγώ αύριο και να μην αποτολμήσω να κάμω αυτά τα διαβολικά καμώματα, διατί χάνομαι και αφανίζομαι, και λέγει ο νόμος πως όποιος κάμνει αυτά ή παρακινεί άλλους, είκοσι χρόνους να μην μεταλάβει.


Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός

Τοῦ ἁγίου ΚΟΣΜΑ τοῦ Αἰτωλοῦ Γιά τήν Ἐξομολόγηση


Εδῶ ὁποῦ ἦλθα, χριστιανοί μου, ἔλαβα μίαν χαράν μεγάλην, μά ἔλαβα καί μίαν λύπην μεγάλην. Χαράν μεγάλην ἔλαβα βλέποντας τήν καλήν σας γνώμην, τήν καλήν σας μετάνοιαν, λύπην ἔλαβα στοχαζόμενος τήν ἀναξιότητά μου, πώς δέν ἔχω καιρόν νά σᾶς ἐξομολογήσω ὅλους ἕνα πρός ἕνα, νά μοῦ εἰπῆ τό παράπονό του ὁ καθένας, νά τοῦ εἰπῶ καί ἐγώ ἐκεῖνο ὁποῦ μέ φωτίση ὁ Θεός. Θέλω καί ἀγαπῶ, ἀμά δέν ἠμπορῶ, παιδιά μου. Καθώς ἕνας πατέρας εἶναι ἄρρωστος, πηγαίνει τό παιδί του νά τό παρηγορήση, ἐκεῖνος μήν μπορώντας τό διώχνει, μά πῶς τό διώχνει; Μέ τήν καρδίαν καμμένην. Θέλει νά τό παρηγορήση, μά δέν ἠμπορεῖ. Πατέρας ἀνάξιος εἶμαι ἐγώ. Πνευματικά παιδιά μου εἴσαστε ἡ εὐγενεία σας. Τώρα ἔρχεται ἕνας νά ἐξομολογηθῆ εἰς τοῦ λόγου μου νά μοῦ εἰπῆ τό παράπονόν του, νά τοῦ εἰπῶ καί ἐγώ ἐκεῖνο ὁποῦ μέ φωτίση ὁ Θεός. Ἐγώ μήν ἠμπορώντας τόν διώχνω, μά πῶς τόν διώχνω; Τόν διώχνω καί καίεται ἡ καρδία μου καθώς ὁ πατέρας μέ τό παιδί του. Τί νά σᾶς κάμω; Μά πάλιν, νά μήν ὑστερηθῆτε παντελῶς, σᾶς λέγω ἐγώ παραμικρόν. Ὅταν θέλετε νά ἰατρεύσετε τήν ψυχή σας, τέσσαρα πράγματα σᾶς χρειάζονται. Κάνομέ τε ἕνα παζάρι; Ἀπό τόν καιρόν ὁποῦ ἐγεννηθήκετε ἕως τώρα ὅσα ἁμαρτήματα ἐκάμετε νά τά πάρω ὅλα εἰς τόν λαιμόν μου καί ἡ εὐγενεία σας νά μοῦ πάρετε τέσσαρες τρίχες. Βαρύ νά ἀσηκώσετε τέσσαρες τρίχες ἀπό αὐτά τά γένεια καί νά σᾶς πάρω ἐγώ ὅλα σας τά ἁμαρτήματα; Καί τί νά τά κάμω; Ὡστόσον ἔχω μίαν καταβόθρα καί τά ρίχνω ὅλα μέσα ὡσάν χωνευτήρι. Ποία εἶναι ἡ καταβόθρα; Εἶναι ἡ εὐσπλαγχνία τοῦ Χριστοῦ μας.
Πρώτη τρίχα εἶναι ὅταν θέλετε νά ἐξομολογᾶσθε τό πρῶτον θεμέλιον εἶναι αὐτό ὁποῦ εἴπαμε, νά συγχωρᾶτε τόν ἐχθρόν σας. Τό κάμνετε;
‒ Τό κάμνομεν, ἅγιε τοῦ Θεοῦ.
Ἐπήρετε τήν πρώτην τρίχα. Δευτέρα τρίχα εἶναι νά εὑρίσκετε πνευματικόν καλόν, γραμματισμένον, σοφόν, ἐνάρετον, εὐλαβῆ νά ἐξομολογᾶσθε. Καί νά ἐξομολογᾶσαι καί νά εἰπῆς ὅλα σου τά ἁμαρτήματα. Νά ἔχης ἑκατό ἁμαρτίες καί εἰπῆς τίς ἐνενῆντα ἐννέα εἰς τόν πνευματικόν καί μίαν νά μή φανερώσης, ὅλες ἀσυγχώρητες μένουν. Καί ὅταν κάνης τήν ἁμαρτίαν, τότε πρέπει νά ἐντρέπεσαι, ἀλλά ὅταν ἐξομολογᾶσαι, νά μήν ἔχης καμμίαν ἐντροπήν.
Μία γυναῖκα ἐπῆγε νά ἐξομολογηθῆ εἰς ἕνα ἀσκητήν. Ὁ ἀσκητής εἶχεν ἕνα ὑποτακτικόν ἐνάρετον. Λέγει τοῦ ὑποτακτικοῦ του ὁ ἀσκητής: πήγαινε παρέκει νά ἐξομολογήσω τήν γυναῖκα. Ὁ ὑποτακτικός ἐμάκρυνεν ἕως ὁποῦ ἔβλεπε, μά δέν ἤκουε τίποτε. Ἐξομολόγησε τήν γυναῖκα, ἔφυγε. Ὕστερα ἔρχεται ὁ ὑποτακτικός καί λέγει: «Γέροντά μου, εἶδα ἕνα παράδοξον θαῦμα: ἐκεῖ πού ἐξομολογοῦσες τήν γυναῖκα ἔβλεπα ὁποῦ ἔβγαιναν μέσα ἀπό τό στόμα της ὀφίδια μικρά. Βλέπω καί κρεμιέται ἕνα μεγάλο. Ἔκανε νά ἔβγη καί πάλιν ἐτραβήχθη εἰς τά ὀπίσω.» Λέγει ὁ ἀσκητής: «Πήγαινε νά τήν κράξης νά ἔλθη ὀπίσω ὀγλήγορα.» Πηγαίνοντας ὁ ὑποτακτικός τήν εὗρεν ἀποθαμένην. Γυρίζει ὀπίσω καί τό λέγει τοῦ γέροντός του. Αὐτός μήν ἠμπορώντας νά καταλάβη τό θαῦμα ἐπαρακάλεσε τόν Θεόν νά τοῦ φανερώση ἡ γυναῖκα ἐσώθη ἤ ἐκολάσθη; Καί φαίνεται ἐμπρός του μία ἀρκούδα μαύρη καί λέγει τοῦ ἀσκητή: «Ἐγώ εἶμαι ἐκείνη ἡ ταλαίπωρος γυναῖκα, ὁποῦ ἐξομολογήθηκα καί δέν σοῦ ἐφανέρωσα ἕνα θανάσιμον ἁμάρτημα ὁποῦ εἶχα κάμει καί διά τοῦτο ὅλα μου τά ἁμαρτήματα ἔμειναν ἀσυγχώρητα καί μέ ἐπρόσταξεν ὁ Κύριος νά πηγαίνω εἰς τήν Κόλασιν νά καίωμαι πάντοτε.» Καί ἐνταυτῷ ἔγινε μία βρῶμα ὡσάν καπνός καί ἐχάθη ἀπ᾽ ἔμπροσθέν του.
Διά τοῦτο, χριστιανοί μου, ὅταν ἐξομολογᾶσθε, νά λέγετε ὅλα σας τά ἁμαρτήματα παστρικά καί καλά. Καί πρῶτον νά εἰπῆς τοῦ πνευματικοῦ σου: «Πνευματικέ μου, ἐγώ θέ νά κολαστῶ, διατί δέν ἀγαπῶ τόν Θεόν καί τούς ἀδελφούς μου μέ ὅλην μου τήν καρδίαν καί μέ ὅλην μου τήν ψυχήν ὡσάν τόν ἑαυτόν μου.» Καί νά εἰπῆς ἐκεῖνο πού σέ τύπτει τό συνειδός σου ἤ ἐφόνευσες ἤ ἐπόρνευσες ἤ ἐμοίχευσες ἤ ὅρκον ἔκαμες ἤ εἶπες ψεύματα ἤ τόν πατέρα σου ἤ τήν μητέρα σου δέν ἐτίμησες ἤ ἀδελφός τόν ἀδελφόν ἤ γείτονας τόν γείτονα ἤ γυναῖκα τόν ἄνδρα ἤ ἄλλο κακόν ὁποῦ νά ἔκαμες. Βαρύ εἶναι νά τό κάμης αὐτό;
‒ Ὄχι, ἅγιε διδάσκαλε.
Ἰδού ἐπῆρες τήν δευτέραν τρίχα. Ἡ τρίχα ἡ τρίτη εἶναι φυσικά ὡσάν ἐξομολογηθῆς θέ νά σέ ἐρωτήση ὁ πνευματικός νά σοῦ εἰπῆ: «Διατί, παιδί μου, νά κάμης αὐτά τά ἁμαρτήματα;» Ἐσύ νά προσέχης νά μήν κατηγορήσης ἄλλον, ἀλλά τοῦ λόγου σου καί νά εἰπῆς: «Αὐτά τά ἔκαμα ἀπό τό κακόν μου κεφάλι, ἀπό τήν κακήν μου προαίρεσιν.» Βαρύ εἶναι νά κατηγορήσης τοῦ λόγου σου;
‒ Ὄχι.
Λοιπόν ἐπῆρες καί τήν τρίτην τρίχα. Ἔχομεν τήν τετάρτην. Ὅταν σέ δώση ἄδειαν ὁ πνευματικός σου καί ἀναχωρήσης, νά ἀποφασίσης μέ στερεάν γνώμην, μέ στερεάν ἀπόφασιν καλύτερα νά χύσης τό αἷμα σου, μά εἰς ἄλλην φοράν ἁμαρτίαν νά μή κάμης. Τό κάμνεις καί αὐτό;
‒ Μάλιστα.
Ἐπῆρες καί τήν τετάρτην τρίχα. Αὐτά τά τέσσαρα εἶναι τά ἰατρικά σου καθώς εἴπαμε καί ὄχι ἄλλα. Τό πρῶτον εἶναι νά συγχωρᾶτε τούς ἐχθρούς σας. Τό δεύτερο νά ἐξομολογᾶσθε παστρικά καί καλά. Τό τρίτο νά κατηγορᾶτε τοῦ λόγου σας. Τό τέταρτο νά ἀποφασίζετε νά μή κάμετε ἁμαρτίαν. Καί ἄν ἠμπορεῖτε νά ἐξομολογᾶσθε κάθε ἡμέραν, καλόν καί ἅγιον εἶναι. Εἰδέ καί δέν ἠμπορεῖτε καθ᾽ ἡμέραν, ἄς εἶναι μία φορά τήν ἑβδομάδα καί μία φορά τόν μῆνα ἤ τό ὀλιγώτερον τέσσαρες φορές τόν χρόνον. Καί νά συνηθίζετε τά παιδιά σας ἀπό μικρά, διά νά συνηθίζουν εἰς τόν καλόν δρόμον, νά ἐξομολογοῦνται.
Ἰδού ὁπού σᾶς ἐξομολόγησα ὅλους παρρησίᾳ, διά νά μήν ὑστερηθῆτε. Αὐτά ὁπού σᾶς εἶπα εἶναι τά ἰατρικά σας εἰδέ ἐκεῖνο ὁπού δίνουν οἱ πνευματικοί, σαρανταλείτουργα, μετάνοιες, νηστεῖες καί ἄλλα, δέν εἶναι ἰατρικά, ἀλλά διά νά μήν τύχη καί ξεπέσετε ἄλλην φοράν εἰς τήν ἁμαρτίαν σᾶς τά δίδουν καί ὅποιος τά βάλη μέσα εἰς τήν καρδίαν του αὐτά τά τέσσαρα, νά ἀποθάνη ἐκείνη τήν ὥραν, σώνεται. Εἰδέ χωρίς αὐτά τά τέσσαρα χίλιες χιλιάδες καλά νά κάμη ὁ ἄνθρωπος, ἄν ἀποθάνη, εἰς τήν Κόλασιν πηγαίνει.

πηγή


ΚΟΣΜΑ ΤΟΥ ΑΙΤΩΛΟΥ
ΔΙΔΑΧΕΣ
Ἰωάννου Β. Μενούνου
Ἐκδ. «ΤΗΝΟΣ»

Γονείς! Δίδετε Χριστιανικά Ονόματα εις τα Παιδιά σας (Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός)




Καθώς ο Ιωακείμ και η Άννα δεν επροτίμησαν το αρσενικόν από το θηλυκόν, έτσι και η ευγενία σας να μην προτιμάτε τα αρσενικά παιδιά σας από τα θηλυκά, διατί όλα τα πλάσματα του Θεού είνε. Καθώς ο Ιωακείμ και η Άννα έβγαλαν την Θεοτόκον το όνομα με νόημα Μαρία, ομοίως και η ευγενία σας, όταν βαπτίζετε τα παιδιά σας, να τα εβγάνετε εις το όνομα των Αγίω ,οπού έχουμε νόημα. Μαρία θέλει να ειπή Κυρία, ωσάν οπού έμελλεν η Θεοτόκος να γίνη βασίλισσα του ουρανού και της γης και πάσσης νοητής και αισθητής κτίσεως, να παρακαλή δια τας αμαρτίας μας. Νικόλαος το όνομα λέγεται εκείνος οπού ενίκησε τούς λαούς, τούς δαίμονας, τα πάθη. Γεώργιος λέγεται γεωργημένον φυτόν, στολισμένον με καρπούς, με αρετάς χριστιανικάς. Παρασκευή λέγεται εκείνη που ετοιμάσθη δια τον Χριστόν.
Και εκείνην την ημέραν, οπού είνε ο άγιος του παιδιού σου, αν θέλης να κάμης κούρμπανο  να εορτάσης τον άγιον, πως πρέπει να κάμης , εγώ σε λέγω. Γινεται το κούρμπανο θεϊκόν, γίνεται και διαβολικόν.
Θεϊκόν κούρμοπανον είνε· τώρα θέλεις να δώσης τρία γρόσια να πάρης ένα πρόβατο· δόσε το ένα γρόσι του παπά σου να σου διαβάση τόσες Λειτουργίες, το άλλο γρόσι πάρε κερί , λιβάνι και λάδι και σύρ’ τα εις την εκκλησίαν να τα κάψουν εμπρός εις τον άγιον και το άλλο γρόσι μοίρασέ το με το χέρι σου κρυφά ελεημοσύνην, να μη σε ξ0οεύρη κανένας. Αυτό είνε το θεϊκό κούρμπανο. Και να διαβάσης το συναξάρι του αγίου  να ακούη το παιδί σου. Και να του ειπής: Ακούεις , παιδί μου, τι έκαμνεν ο άγιός σου; Έτσι να κάμης και συ. Ακούοντας το παιδίον τέτοια θαύματα ζηλεύει και λέγει; Αχ , πότε να γίνω και εγώ ωσάν τον άγιόν μου!
Διαβολικόν κούρμπανο είνε να πάρης ένα πρόβατο , να το μαγειρέψης και να κράξης τούς φίλους σου , τούς συγγενείς σου, να τρώγετε , να πίνετε , να μεθάτε , να ξερνάτε ωσάν τούς σκύλους. Αυτό είνε το διαβολικόν κούρμπανο.

Από τις διδαχές του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού

πηγή

ΠΩΣ ΚΑΙ ΓΙΑΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΤΕ ΤΟ ΣΗΜΕΙΟ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ -ΑΓΙΟΥ ΚΟΣΜΑ ΤΟΥ ΑΙΤΩΛΟΥ -5 διδαχη



«Ακούσατε, Χριστιανοί μου.

Το άγιο Ευαγγέλιο μας λέγει: Η Αγία Τριάς δοξάζεται στον ουρανό από του Αγίους Αγγέλους πιο πολύ και πιο καλά από ό,τι εδώ στη γη από εμάς.

Τι πρέπει λοιπόν να κάμεις;

Σμίγεις τα τρία δάκτυλα του δεξιού χεριού σου, και μη μπορώντας να ανεβείς στον ουρανό να ενωθείς με τους Αγγέλους να προσκυνήσεις και να δοξολογήσεις την Αγία Τριάδα, βάνεις το χέρι σου στο κεφάλι σου, που είναι επάνω και στρογγυλό και συμβολίζει τον ουρανό, και λέγεις: καθώς σεις οι Άγγελοι δοξάζετε την Αγία Τριάδα, έτσι και εγώ ο ανάξιος δούλος της, την Αγία Τριάδα προσκυνώ.

Και καθώς αυτά τα τρία δάκτυλα είναι τρία και ξεχωριστά και ενωμένα, έτσι και ο Θεός, είναι και τρία πρόσωπα και ένας Θεός.

Κατεβάζεις μετά το χέρι στην κοιλιά σου και λέγεις: Σε προσκυνώ και Σε λατρέυω, Κύριέ μου, ότι κατεδέχθεις και σαρκώθηκες στην κοιλία της Υπεραγίας Θεοτόκου για την σωτηρία μας·

Το βάνεις στον δεξιό σου ώμο και λέγεις: Σε παρακαλώ, Χριστέ μου, να με συγχωρήσεις και να με βάλεις στα δεξιά Σου με τους δικαίους.

Βάνοντάς το δε στον αριστερό σου ώμο λέγεις: Σε παρακαλώ, Κύριέ μου, μη με βάλεις με τους αμαρτωλούς στα αριστερά.

Έπειτα κύπτοντας κάτω στη γη λέγεις: Σε δοξάζω, Θεέ μου, Σε προσκυνώ και σε λατρέυω, γιατί όπως μπήκες Συ στον τάφο για μας, έτσι θα μπω κι εγώ.

Έπειτα σηκώνεσαι όρθιος, φανερώνοντας έτσι την Ανάσταση, και λέγεις: Σε δοξάζω, Κύριε και Σωτήρα μου, Σε προσκυνώ και Σε λατρεύω. Γιατί αναστήθηκες από τους νεκρούς για να μας χαρίσεις την αιώνια ζωή.

Αυτό σημαίνει ο Πανάγιος Σταυρός».


Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, 5η διδαχή

Δευτέρα, Νοεμβρίου 18, 2013

Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός: «Η θερμή πίστη Μετακινεί Όρη, συντρίβει τον Εωσφόρο, Νικά τους Απίστους»


ΔΙΗΓΗΣΗ ΑΓΙΟΥ ΚΟΣΜΑ ΤΟΥ ΑΙΤΩΛΟΥ
Ἡ Θερμὴ Πίστις Μετακινεῖ Ὄρη, Συντρίβει τὸν Ἑωσφόρον, Νικᾶ τοὺς Ἀπίστους


Ἦτον ἕνας βασιλεὺς εἰς τὴν Αἴγυπτον καὶ εἰς τὴν Ἀλεξάνδρειαν ἦτο Πατριάρχης, τὸ ὄνομά του Ἰωακείμ, ἁγιώτατος ἄνθρωπος, καλός, εὐλαβής, σοφός. Ὁ βασιλεὺς ἐκεῖνον τὸν ἠγάπησε περισσῶς καὶ κοντὰ εἰς τὴν ἀγάπην ὁποὺ τὸν εἶχεν ὁ βασιλεὺς ἐβγῆκεν ἕνας Ἑβραῖος καὶ ἔγινεν Τοῦρκος καὶ κοντὰ ὁποὺ ἐτούρκεψε ἔγινε καὶ βεζίρης. Λέγει ὁ Ἑβραῖος πρὸς τὸν βασιλέα: Βασιλέα μου πολυχρονεμένε, τί τὸν ἀγαπᾶς τόσον τὸν Πατριάρχην αὐτόν; Καὶ ὁ βασιλεύς ἀποκρίνεται πρὸς τὸν τρισκατάρατον τὸν Ἑβραῖον καὶ τὸν λέγει: Ἐπειδὴ ὁ Πατριάρχης εἶνε καλὸς ἄνθρωπος, εὐλαβής, σοφός, καὶ διὰ τοῦτο τὸν ἀγαπῶ. Λέγει πάλιν ὁ Ἑβραῖος πρὸς τὸν βασιλέα: Βασιλέα μου, ἐπειδὴ λέγεις ὅτι τὸν ἀγαπᾶς τὸν Πατριάρχην, κράξε τον νὰ ἔλθη εἰς τὸ παλάτιόν σου καὶ νὰ ἔλθω καὶ ἐγὼ νὰ συνομιλήσωμεν μαζὶ μὲ αὐτόν, καὶ νὰ ἰδῆς πῶς θὰ τὸν κάμω νὰ μείνη ἀναπολόγητος. Ἔπειτα κράζει ὁ βασιλεὺς τὸν Ἰωακείμ. Καὶ ἦλθεν ὁ Ἰωακεὶμ εἰς τὸ παλάτιον καὶ ἤρχισεν ὁ Ἑβραῖος νὰ φιλονικῆ μὲ τὸν Πατριάρχην. Λέγει ὁ Ἑβραῖος: 

- Πατριάρχη, δὲν λέγει ὁ Χριστὸς εἰς τὸ Εὐαγγέλιον ὅτι ὅποιος ἀπὸ σᾶς τοὺς χριστιανοὺς ἔχει πίστιν, νὰ σηκώνη τὰ βουνὰ ἀπὸ τὸν τόπον τους; Λοιπὸν ἐπρόσταξεν ὁ βασιλεὺς τὸν Πατριάρχην νὰ σηκώση ἕνα βουνὸν ἀπὸ τὸν τόπον του καὶ τότε νὰ πιστεύσουν εἰς αὐτόν. 
Καὶ λοιπὸν τί κάνει ὁ εὐλογημένος Πατριάρχης; Προστάζει καὶ συνάζει τοὺς εὐλογημένους τοὺς χριστιανοὺς καὶ κάνει δέησιν εἰς τὸν Ἅγιον Θεὸν τρεῖς ἡμέρας καὶ τρεῖς νύκτας· καὶ ἔπειτα τελειώνοντας ὁ Πατριάρχης καὶ οἱ χριστιανοὶ τὴν δέησίν τους καὶ ἄρχισεν ὁ Πατριάρχης νὰ θυμιάζη τὸ βουνὸν ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖον ἦτο μεγάλο ἕως ἓξ ὥρας τοῦ μάκρους. 

Καὶ τοῦ λέγει τοῦ βουνοῦ ὅτι ἐγὼ ὁ ἀνάξιος δοῦλος τοῦ Χριστοῦ μου σὲ προστάζω, βουνόν, νὰ σηκωθῆς ἀπὸ αὐτοῦ καὶ νὰ ἔλθης εἰς τὴν Αἴγυπτον. Καὶ ὢ τοῦ θαύματος! ἐκόπηκε τὸ βουνὸν ἐκεῖνο καὶ ἔγινεν εἰς τρία εἰς τιμὴν τῆς Αγίας Τριάδος καὶ ἐκίνησε καὶ ἦλθε κατεπάνω εἰς τὴν Αἴγυπτον. Ἔπειτα φωνάζει ὁ βασιλεὺς τὸν Πατριάρχην καὶ τοῦ λέγει: Διὰ τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, Πατριάρχη, πρόσταξε τὸ βουνὸν νὰ σταθῆ νὰ μὴ μᾶς πλακώση. Καὶ εὐθὺς ὁ Πατριάρχης ἔτρεξε μετὰ θερμῶν δακρύων καὶ ἐπρόσταξε τὸ βουνὸν καὶ ἐστάθη ἐπάνω εἰς τὴν Αἴγυπτον. Καὶ τὸ βουνὸν ἐκεῖνο τὸ ὀνομάζουν ἕως σήμερον Ντουρντᾶς. Καὶ εἰς αὐτὸ τὸ θαῦμα ἐπίστευσαν λαὸς πολύς, χιλιάδες ἕξ. 
Λέγει δὲ πάλιν ὁ τρισκατάρατος Ἑβραῖος τοῦ βασιλέως: 
- Βασιλέα μου, ἤξευρε ὅτι οἱ χριστιανοὶ λέγουν εἰς τὴν γλώσσαν τους στάσου, βουνόν... καὶ ἐπίστευσαν πάλιν ἕξ χιλιάδες (70). Λέγει καὶ ἄλλον λόγον ὁ Ἑβραῖος τὸν βασιλέα: Βασιλέα μου, ἤξευρε καὶ ἐτοῦτο· ὅτι οἱ χριστιανοὶ λέγουν πὼς λέγει τὸ Εὐαγγέλιόν τους πὼς ὅποιος ἔχει πίστιν νὰ πίη ἕνα ποτήρι φαρμάκι καὶ δὲν ἀποθαίνει (71). Καὶ ἔπειτα ὁ βασιλεὺς πρόσταξε τὸν Ἑβραῖον καὶ κάμνει ἕνα ποτήρι φαρμάκι, ὁποὺ δὲν εὑρίσκονταν χειρότερον εἰς τὸν κόσμον. Καὶ πάλιν λέγει ὁ Ἑβραῖος ἄλλον λόγον τοῦ βασιλέα: Βασιλέα μου, ἤξευρε καὶ ἐτοῦτο, ὅτι οἱ χριστιανοὶ ἔχουν τὸν σταυρὸν καὶ σταυρώνουν τὸ πικρὸν καὶ γίνεται γλυκόν. Πρέπει λοιπὸν νὰ προστάξετε τὸν Πατριάρχην, ὅταν θὰ τοῦ δώσῃς τὸ φαρμάκι νὰ τὸ πίη, νὰ μὴ κάμη τὸν σταυρόν του οὔτε ἀπάνω του οὔτε ἀπάνω εἰς τὸ ποτήριον. Καὶ ἔπειτα ἐπῆρεν ὁ βασιλεὺς τὸ ποτήριον εἰς τὸ χέρι του καὶ τὸ ἔδωσε τοῦ Πατριάρχη καὶ τοῦ τοῦ λέγει: Νὰ ἐτοῦτο τὸ ποτήριον· νὰ τὸ πίης καὶ νὰ μὴ κάμης τὸν σταυρόν σου οὔτε ἐπάνω σου οὔτε εἰς τὸ ποτήριον. Καὶ ὁ εὐλογημένος Πατριάρχης θέλησε νὰ τοὺς γελάση καὶ νὰ τοὺς πομπεύση εἰς τὸν κόσμον διὰ νὰ τοὺς κάμη μασκαράδες. Τότε λέγει τοῦ βασιλέα: Βασιλέα μου, καλά με προστάξατε νὰ τὸ πίω ἐτοῦτο τὸ ποτήριον, μὰ δὲν μὲ εἶπες πόθεν νὰ τὸ πίω τὸ ποτήριον. Καὶ κάμνει μὲ τὸ χέρι του ἀπὸ τὸ πλευρὸν καὶ ἀπὸ κάτω καὶ ἀπὸ ἐπάνω καὶ εὐθὺς ἔπιε τὸ ποτήριον. Καὶ ὁ πανάγαθος Θεὸς εὐθὺς ἄνοιξέ του μίαν τρύπαν εἰς τὴν δεξιὰν πλευρὰν καὶ ἐχύθη τοῦ ποτηρίου τὸ φαρμάκι καὶ ἔμεινεν ἄβλαβος. Καὶ ἔπειτα μέσα εἰς ἐκεῖνο τὸ ποτήριον ἔμεινε παραμικρὸν καὶ τὸ ἐξέπλυνε καὶ λέγει τὸν βασιλέα: Βασιλέα μου πολυχρονεμένε, ἐγὼ ἔπια τὸν καρπόν, πρόσταξε τὸν Ἑβραῖον νὰ πίη καὶ αὐτὸς καὶ ἐὰν δὲν ἀποθάνη, νὰ πιστεύσωμεν εἰς αὐτόν. Καὶ ὁ τρισκατάρατος Ἑβραῖος δὲν ἤθελε νὰ τὸ πίη. Καὶ τὸν ἐπίεσεν ὁ βασιλεὺς μεγάλως καὶ τὸ ἔπιεν τὸ ποτήριον ὁ Ἑβραῖος καὶ ἔσκασεν ὁ τρισκατάρατος καὶ ἐπῆγεν εἰς τὴν αἰώνιον κόλασιν καὶ καίεται μαζὶ μὲ τὸν τρισκατάρατον διάβολον. Καταλαμβάνετε λοιπόν, παιδιά μου, τί δύμαμιν ἔχει ὁ πανάγιος Σταυρός. Ὅμως μὲ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ τὸ ὄνομα νὰ πηγαίνετε εἰς τὸν παράδεισον.


 πηγή

Κυριακή, Οκτωβρίου 06, 2013

Ο ΣΟΦΟΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ

15Του Αγίου Κοσμά Αιτωλού

Ένας άρχοντας πλούσιος εθησαύριζε κατά πολλά, ποτέ δεν ήθελε μήτε να εξομολογηθεί μήτε ελεημοσύνη να κάμει. Είχεν ένα υιόν έως δέκα χρονών. Ήλθε καιρός και αρρώστησε ο άρχοντας εκείνος. Του έλεγον οι ιδικοί του να εξομολογηθεί, να κάμη δια την ψυχήν του τίποτε, αυτός τους έλεγεν: Άς είναι καλά το παιδί μου, εκείνο έχει να κάμη δια την ψυχήν μου. Όλος με τον διάβολον ήτο, και η γνώμη του δεν ήλλαζεν.

Εις τον τόπον εκείνον ήτο ένας πνευματικός ενάρετος. Πηγαίνει και ξυρίζει τα γένεια του, ενδύεται φορέματα κοσμικά και πηγαίνει εις το σπίτι του πλουσίου. Κτυπά εις την πόρταν, βγαίνουν και τον ερωτούν τι γυρεύει. Απεκρίθη πως είναι ξένος άνθρωπος και έτυχα εδώ, λέγει, εις την χώραν σας, έμαθα πως είναι ο άρχοντας της χώρας άρρωστος και ήλθα να τον ιδώ και εγώ, επειδή είμαι ιατρός. Ευθύς τον εδέχθησαν. Ήσαν όλοι οι συγγενείς του γύρω του και τον επαράστεκαν. Τους λέγει: Πως είναι ο άρρωστος; Απεκρίθη ο άρρωστος και του λέγει: Αχαμνά είμαι, αφέντη. Λέγει ο ιατρός: Τι σου λέγουν οι ιατροί της χώρας σας; Λέγει ο άρρωστος: Με λέγουν πως είμαι αχαμνά δια τον θάνατον. Τον πιάνει από το χέρι και του λέγει ο πνευματικός ιατρός: Και εγώ το λέγω ότι πεθαίνεις. Μα ανίσως και ευρίσκετο ένα ιατρικόν οπού γνωρίζω, δεν απέθνησκες. Του λέγει: Τι ιατρικόν είναι εκείνο οπού χρειάζεται να εύρωμεν; Καμώνεται πως δεν ηξεύρει και ερωτά: Έχει κανένα παιδί; Του είπαν πως μόνον ένα έχει. Του λέγει ο πνευματικός: Να μη λυπάσαι, το ιατρικόν σου ευρέθη. Εγώ σου υπόσχομαι πώς δεν αποθνήσκεις.

Γυρεύει να του δώσουν ένα φλυτζάνι νερό και αλεύρι. Τα ανακατώνει και καμώνεται πώς και κάτι άλλο ιατρικόν βάνει μέσα και λέγει: Τώρα το ιατρικόν είναι έτοιμον, μόνον χρειάζεται να έλθη το παιδί σου εδώ, να του σπάσω το δάκτυλόν του το μικρόν με το βελόνι, να στάξει τρεις σταλαγματιές αίμα, να σου το δώσω να το πίης και ευθύς να γίνης καλά. Το παιδί έπαιζε με τα άλλα παιδία. Στέλλουν ευθύς και του λέγουν: Έλα, παιδί μου, οπού ήλθεν ένας ιατρός να κάμη τον πατέρα σου καλά. Το παιδί ήθελε να παίξη, όμως το έφεραν. Καθώς το βλέπει ο ιατρός του λέγει: Έλα, παιδί μου, να σου σπάσω το μικρόν δάκτυλον μ’ ένα βελόνι, να στάξη τρεις σταλαγματιές αίμα εδώ μέσα οπού έχω κάτι ιατρικόν, να δώσω να το πίη ο πατέρας σου, να γίνει ευθύς καλά. Λέγει το παιδί: Ετρελλάθηκα ή επαλάβωσα να χαλάσω εγώ το δάκτυλόν μου; Λέγει ο ιατρός: Εις σε, παιδί μου, κρέμαται ή να ζήση ή ν’ αποθάνη. Δεν βλέπεις πόσα εσύναξε να σου αφήσει; Λέγει το παιδί: Ζήση δεν ζήση, εγώ δεν χαλώ το χέρι μου. Και έφυγε.

Λέγει ο ιατρός του άρχοντος: Εγώ είμαι ο πνευματικός της χώρας και το έκαμα τούτο, δια να σου δείξω πώς από το παιδί σου μη ελπίζης τίποτε δια την ψυχήν σου να σου κάμη. Τότε σηκώνεται ο άρρωστος. Εγώ, λέγει, εκόλασα την ψυχήν μου δια το παιδί μου, να του αφήσω πολλά, και εκείνο δεν το εβάσταξε η καρδιά του να δώση τρείς σταλαγματιές αίμα δια την ζωήν μου;
Καλά λέγεις, πνευματικέ μου. Ευθύς γυρεύει τα δευτέρια του, τας ομολογίας του και τα ξεσχίζει. Εμοίρασεν όλα του τα πράγματα, δεν άφησε τίποτε, και το παιδί του το κατέστησε πάμπτωχον, και εκέρδισε τον παράδεισον να χαίρεται πάντοτε.

Τώρα όσοι έχετε παιδιά, μη ελπίζετε και λέγετε, πως είναι καλό το παιδί μου και εκείνο έχει να φροντίσει δια την ψυχήν μου. Ό,τι κάμνει ο άνθρωπος μόνος του, εκείνο ευρίσκει εις την άλλην ζωήν. 

Σάββατο, Αυγούστου 24, 2013

ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ : Η ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΣ ΤΟ ΓΛΥΚΥ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΚΗΡΥΓΜΑ





ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ Διδαχή Α'
 Ἡ Ἁγία Τριάς
Τὸ γλυκὺ τῆς Ὀρθοδοξίας κήρυγμα
Πρέπον καὶ εὔλογον εἶνε, χριστιανοί μου, καθὼς μανθάνομεν ἀπὸ τὸ ἅγιον Εὐαγγέλιον καὶ ἀπὸ τὰς θείας Γραφάς, ν᾿ ἀρχίζωμεν τὴν διδασκαλίαν μας ἀπὸ τὸν Θεόν, καὶ ὅταν τελειώσωμεν, νὰ εὐχαριστήσωμεν τὸν Θεόν· ὄχι πὼς εἶμαι ἄξιος ν᾿ ἀναφέρω τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ μου, ἀλλὰ ὁ Θεὸς καταδέχεται διὰ τὴν εὐσπλαγχνίαν του.


Ἀφήνομεν λοιπόν, ἀδελφοί μου, τὰς φλυαρίας τῶν ἀσεβῶν, τῶν αἱρετικῶν, τῶν ἀθέων, καὶ λέγομεν μόνον ὅσα τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἐφώτισε τοὺς ἁγίους Προφήτας, Ἀποστόλους καὶ Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ μᾶς ἔγραψαν, καὶ πάλιν ὄχι ὅλα νὰ τὰ εἰποῦμεν, διότι δὲν εἶνε δυνατόν· θέλομεν χρόνους καὶ καιρούς· ἀλλὰ μερικὰ ὁποὺ φαίνονται ἀναγκαιότερα· καὶ ὅστις εἶνε φιλομαθής, ἂς ζητήση νὰ μάθη καὶ τὰ ἐπίλοιπα. Ὁ πανάγαθος λοιπόν, ἀδελφοί μου, καὶ πολυέλεος Θεὸς εἶνε ἕνας, καὶ ὅποιος λέγει ὅτι εἶνε πολλοὶ θεοί, εἶνε διάβολος. Εἶνε δὲ καὶ Τριάς, Πατήρ, Υἱὸς καὶ Ἅγιον Πνεῦμα· μία φύσις, μία δόξα, μία βασιλεία, ἕνας Θεός. Εἶνε δὲ ἀκατάληπτος, Κύριος ἀνερμήνευτος, παντοδύναμος, ὅλος φῶς, ὅλος χαρά, ὅλος εὐσπλαγχνία, ὅλος ἀγάπη. Δὲν ἔχομεν κανένα παράδειγμα νὰ παρομοιάσωμεν τὴν Ἁγία Τριάδα, ἐπειδὴ καὶ δὲν εὑρίσκεται ἄλλο εἰς τὸν κόσμον. Μὰ διὰ νὰ λάβη παραμικρὴν βοήθειαν ὁ νοῦς μας, φέρνουν μερικὰ παραδείγματα οἱ θεολόγοι τῆς Ἐκκλησίας. Σιμὰ εἰς τὰ ἄλλα μᾶς φέρνουν καὶ τὸν ἥλιον. Ὁ ἥλιος ἠξεύρομεν ὅλοι πὼς εἶνε ἕνας, ἕνας εἶνε καὶ ὁ Θεός· καὶ καθὼς ὁ ἥλιος φωτίζει τοῦτον τὸν κόσμον τὸν αἰσθητόν, οὕτω καὶ ἡ Ἁγία Τριάς, ὁ Θεός, φωτίζει τὸν νοητόν. Εἴπομεν, ἀδελφοί μου, πῶς ὁ ἥλιος εἶνε ἕνας, μὰ εἶνε καὶ τρία μαζί· ἔχει ἀκτίνας, ὁποὺ ἔρχονται εἰς τὰ ὄμματά μας ὡσὰν γραμμαί, ὡσὰν κλωσταί· ἔχει καὶ φῶς, ὅπου ἐξαπλώνεται εἰς ὅλον τὸν κόσμον. Μὲ τὸν ἥλιον ὁμοιάζομεν τὸν ἄναρχον Πατέρα, μὲ τὰς ἀκτίνας τὸν συνάναρχον Υἱόν, καὶ μὲ τὸ φῶς τὸ ὁμοούσιον Πνεῦμα. Εἶνε καὶ ἄλλος τρόπος νὰ καταλάβετε τὴν Παναγίαν Τριάδα. Πῶς; Νὰ ἐξομολογηθῆτε καθαρά, νὰ μεταλάβετε τὰ Ἄχραντα Μυστήρια μὲ φόβον καὶ μὲ εὐλάβειαν, καὶ τότε θὰ σᾶς φωτίση ἡ χάρις τοῦ Παναγίου Πνεύματος νὰ καταλάβετε καλύτερα.

Αὐτὴν τὴν Παναγίαν Τριάδα ἡμεῖς οἱ εὐσεβεῖς καὶ ὀρθόδοξοι χριστιανοὶ δοξάζομεν καὶ προσκυνοῦμεν· αὐτὸς εἶνε ὁ ἀληθινὸς Θεός, καὶ ἔξω ἀπὸ τὴν Ἁγίαν Τριάδα ὅσοι λέγονται θεοὶ εἶνε δαίμονες. Καὶ ὄχι μόνον ἡμεῖς πιστεύομεν, δοξάζομεν, προσκυνοῦμεν τὴν Ἁγίαν Τριάδα, ἀλλὰ ὡσὰν τὰ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ, καὶ ὡσὰν τὴν ἄμμον τῆς θαλάσσης, Προφῆται, Ἀπόστολοι, Μάρτυρες, Ἀσκηταὶ ἔχυσαν τὸ αἷμα των διὰ τὴν ἀγάπην τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ ἠγόρασαν τὸν παράδεισον καὶ χαίρονται πάντοτε (19). Ὁμοίως ἄνδρες καὶ γυναῖκες ἠρνήθησαν τὸν κόσμον, ἐπῆγαν εἰς τὰς ἐρήμους καὶ ἀσκήτευον εἰς ὅλην των τὴν ζωήν, καὶ ἐπῆγαν εἰς τὸν παράδεισον. Ἐπίσης ἄνδρες καὶ γυναῖκες ἔζησαν μέσα εἰς τὸν κόσμον μὲ σωφροσύνην καὶ παρθενίαν, μὲ νηστείας, προσευχάς, ἐλεημοσύνας, μὲ ἔργα καλά, καὶ ἐπέρασαν καὶ ἐδῶ καλὰ καὶ ἐπῆγαν εἰς τὸν παράδεισον νὰ χαίρωνται πάντοτε.

Ἡ πανταχοῦ παρουσία τοῦ Θεοῦ
Δὲν εὑρίσκεται τόπος ὁποὺ νὰ λείπη ὁ Θεός. Πρέπει καὶ ἡμεῖς οἱ εὐσεβεῖς χριστιανοί, ὅταν θέλωμεν νὰ κάμωμεν καμμίαν ἁμαρτίαν, νὰ στοχαζώμεθα ὅτι ὁ Θεὸς εἶνε μέσα εἰς τὴν καρδίαν μας, εἶνε πανταχοῦ παρὼν καὶ μᾶς βλέπει· νὰ ἐντρεπώμεθα τοὺς Ἀγγέλους, τοὺς Ἁγίους, καὶ μάλιστα τὸν ἄγγελον, τὸν φύλακα τῆς ψυχῆς μας, ὁποὺ μᾶς βλέπει. Ἀπὸ ἕνα μικρὸν παιδίον ἐντρεπόμεθα, ὅταν θὰ κάμωμεν τὴν ἁμαρτίαν, καὶ πῶς νὰ μὴν ἐντρεπώμεθα ἀπὸ τόσους Ἁγίους καὶ Ἀγγέλους;


Ἀγαπᾶτε τὸν Θεόν
Ὁ πανάγαθος καὶ πολυέλεος Θεός, ἀδελφοί μου, ἔχει πολλὰ καὶ διάφορα ὀνόματα· λέγεται καὶ φῶς, καὶ ζωή, καὶ ἀνάστασις. Ὅμως τὸ κύριον ὄνομα τοῦ Θεοῦ μας εἶνε καὶ λέγεται ἀγάπη. Πρέπει ἡμεῖς, ἀνίσως καὶ θέλωμεν νὰ περάσωμεν καὶ ἐδῶ καλά, νὰ πηγαίνωμεν καὶ εἰς τὸν παράδεισον, καὶ νὰ λέγωμεν τὸν Θεόν μας ἀγάπην καὶ πατέρα, πρέπει νὰ ἔχωμεν δυὸ ἀγάπας· ἀγάπην εἰς τὸν Θεόν μας, καὶ εἰς τοὺς ἀδελφούς μας. Φυσικόν μας εἶνε νὰ ἔχωμεν αὐτὰς τὰς δυὸ ἀγάπας· παρὰ φύσιν εἶνε νὰ μὴ τὰς ἔχωμεν. Καὶ καθὼς ἕνα χελιδόνι χρειάζεται δυὸ πτερούγας διὰ νὰ πετᾶ εἰς τὸν ἀέρα, οὕτω καὶ ἡμεῖς χρειαζόμεθα αὐτὰς τὰς δυὸ ἀγάπας, διότι χωρὶς αὐτῶν εἶνε ἀδύνατον νὰ σωθῶμεν. Καὶ πρῶτον ἔχομεν χρέος νὰ ἀγαπῶμεν τὸν Θεόν μας, διότι μας ἐχάρισε τόσην γῆν μεγάλην ἐδῶ νὰ κατοικῶμεν πρόσκαιρα, τόσες χιλιάδες φυτά, βρύσες, ποταμούς, θάλασσας, ἀέρα, ἡμέραν, νύκτα, οὐρανόν, ἥλιον κ.λπ. Ὅλα αὐτὰ διὰ ποῖον τὰ ἔκαμεν, εἰμὴ δι᾿ ἡμᾶς; Τί μᾶς ἐχρεώστει; Τίποτε. Ὅλα χάρισμα· μᾶς ἔκαμεν ἀνθρώπους, δὲν μᾶς ἔκαμε ζῶα· μᾶς ἔκαμεν εὐσεβεῖς ὀρθοδόξους χριστιανούς, καὶ ὄχι ἀσεβεῖς αἱρετικούς· ἂν καὶ ἁμαρτάνωμεν χιλιάδες φορὲς τὴν ὥραν, μᾶς εὐσπλαγχνίζεται ὡσὰν πατέρας καὶ δὲν μᾶς θανατώνει νὰ μᾶς βάλη εἰς τὴν κόλασιν, ἀλλὰ περιμένει τὴν μετάνοιάν μας μὲ τὰς ἀγκάλας ἀνοικτάς, πότε νὰ μετανοήσωμεν, νὰ παύσωμεν ἀπὸ τὰ κακά, καὶ νὰ κάμωμεν τὰ καλά, νὰ ἐξομολογηθῶμεν, νὰ διορθωθῶμεν, νὰ μᾶς ἐναγκαλισθῆ, νὰ μᾶς βάλη εἰς τὸν παράδεισον νὰ χαιρώμεθα πάντοτε.


Τώρα λοιπὸν τοιοῦτον γλυκύτατον Θεὸν καὶ Δεσπότην δὲν πρέπει καὶ ἡμεῖς νὰ τὸν ἀγαπῶμεν, καὶ ἂν τύχη ἀνάγκη, νὰ χύσωμεν καὶ τὸ αἷμα μας χιλιάδες φορὲς διὰ τὴν ἀγάπην του, καθὼς τὸ ἔχυσε καὶ Ἐκεῖνος διὰ τὴν ἀγάπην μας; Ἕνας ἄνθρωπος σὲ κράζει εἰς τὸν οἶκον του καὶ θέλει νὰ σὲ φιλεύση ἕνα ποτήρι κρασί, καὶ πάντοτε εἰς ὅλην σου τὴν ζωὴν θὲ νὰ τὸν ἐντρέπεσαι καὶ τὸν τιμᾶς· καὶ τὸν Θεὸν δὲν πρέπει νὰ τιμᾶς καὶ νὰ ἐντρέπεσαι, ὁποὺ σοῦ ἐχάρισε τόσα καλὰ καὶ ἐσταυρώθηκε διὰ τὴν ἀγάπην σου; Ποῖος πατέρας ἐσταυρώθηκε διὰ τὰ παιδιά του καμμίαν φοράν; Καὶ ὁ γλυκύτατός μας Ἰησοῦς Χριστὸς ἔχυσε τὸ αἷμά του καὶ μᾶς ἐξηγόρασεν ἀπὸ τὰς χείρας τοῦ διαβόλου. Τώρα δὲν πρέπει καὶ ἡμεῖς νὰ ἀγαπῶμεν τὸν Χριστόν μας; Ἡμεῖς ὄχι μόνον δὲν τὸν ἀγαπῶμεν, ἀλλὰ τὸν ὑβρίζομεν καθ᾿ ἡμέραν μὲ τὰς ἁμαρτίας ὁποὺ κάμνομεν. Ἀμὴ ποίον θέλετε νὰ ἀγαπῶμεν, ἀδελφοί μου; Νὰ ἀγαπῶμεν τὸν διάβολον, ὁποὺ μᾶς ἔβγαλεν ἀπὸ τὸν παράδεισον καὶ μᾶς ἔφερεν εἰς τὸν κατηραμένον τοῦτον κόσμον καὶ παθαίνομεν τόσα κακά; Καὶ ἔχει προαίρεσιν ὁ διάβολος, ἂν ἠδύνατο αὐτὴν τὴν ὥραν νὰ μᾶς θανατώση ὅλους καὶ νὰ μᾶς βάλη εἰς τὴν κόλασιν, τὸ ἔκαμνε. Τώρα σᾶς ἐρωτῶ, ἀδελφοί μου, νὰ μοῦ εἰπῆτε ποίον πρέπει, νὰ μισοῦμεν τὸν διάβολον, τὸν ἐχθρόν μας, ἢ ν᾿ ἀγαπῶμεν τὸν Θεόν μας, τὸν ποιητήν μας, τὸν πλάστην μας; - Ναί, ἅγιε τοῦ Θεοῦ. - Πολὺ καλὰ τὸ λέγετε, νὰ ἔχω τὴν εὐχὴν σας, καὶ ἐγὼ τὸ λέγω, μὰ καὶ ὁ Θεὸς χρειάζεται στρῶμα διὰ νὰ καθίση· ποίον δὲ εἶνε; Ἡ ἀγάπη. Ἂς ἔχωμεν λοιπὸν καὶ ἡμεῖς τὴν ἀγάπην εἰς τὸν Θεὸν καὶ εἰς τοὺς ἀδελφούς μας, καὶ τότε ἔρχεται ὁ Θεός μας καὶ μᾶς χαροποιεῖ, καὶ μᾶς φυτεύει εἰς τὴν καρδίαν μας τὴν ζωὴν τὴν αἰώνιον, καὶ περνοῦμεν καὶ ἐδῶ καλὰ καὶ πηγαίνομεν καὶ εἰς τὸν παράδεισον νὰ εὐφραινώμεθα πάντοτε.


Ἀγαπᾶτε τὸν πλησίον
Ἡμεῖς ὄχι μόνον δὲν ἔχομεν τὴν ἀγάπην, ἀλλὰ ἔχομεν τὸ μίσος καὶ τὴν ἔχθραν εἰς τὴν καρδίαν μας καὶ μισοῦμεν τοὺς ἀδελφούς μας· ἔρχεται ὁ πονηρὸς διάβολος καὶ μᾶς πικραίνει καὶ βάνει τὸν θάνατον εἰς τὴν ψυχήν μας καὶ περνοῦμεν καὶ ἐδῶ κακά, καὶ πηγαίνομεν εἰς τὴν κόλασιν καὶ καιόμεθα πάντοτε.
Φυσικόν μας εἶνε ν᾿ ἀγαπῶμεν τοὺς ἀδελφούς μας· διότι εἴμεθα μιᾶς φύσεως, ἔχομεν ἕνα βάπτισμα, μίαν πίστιν, τὰ Ἄχραντα Μυστήρια μεταλαμβάνομεν, ἕνα παράδεισον ἐλπίζομεν ν᾿ ἀπολαύσωμεν. Καλότυχος ἐκεῖνος ὁ ἄνθρωπος ὁποὺ ἀξιώθηκε καὶ ἔλαβεν εἰς τὴν καρδίαν του αὐτὰς τὰς δυὸ ἀγάπας, εἰς τὸν Θεόν, καὶ εἰς τοὺς ἀδελφούς του. Διότι ὅποιος ἔχει τὸν Θεὸν εἰς τὴν καρδίαν του, ἔχει πάντα τὰ ἀγαθά, καὶ ἁμαρτίαν δὲν ὑποφέρει νὰ κάμη· καὶ ὅστις δὲν ἔχει τὸν Θεὸν εἰς τὴν καρδίαν, ἔχει τὸν διάβολον, καὶ κάμνει πάντα τὰ κακὰ καὶ ὅλας τὰς ἁμαρτίας. Χίλιας χιλιάδας καλὰ νὰ κάμνωμεν, ἀδελφοί μου, νηστείας, προσευχάς, ἐλεημοσύνας, καὶ τὸ αἷμα μας νὰ χύσωμεν διὰ τὸν Χριστόν μας, καὶ δὲν ἔχωμεν αὐτὰς τὰς δυὸ ἀγάπας, ἀλλὰ ἔχωμεν τὸ μίσος καὶ τὴν ἔχθραν εἰς τοὺς ἀδελφούς μας, ὅλα ἐκεῖνα τὰ καλὰ ὁποὺ ἐκάμαμεν εἶνε τοῦ διαβόλου καὶ εἰς τὴν κόλασιν πηγαίνομεν. Μὰ καλὰ, λέγετε, ἐκεῖ μὲ ἐκείνην τὴν ὀλίγην ἔχθραν ὁποὺ ἔχομεν εἰς τοὺς ἀδελφούς μας, ἔχοντας τόσα καλὰ καμωμένα, εἰς τὴν κόλασιν πηγαίνομεν; Ναί, ἀδελφοί μου, διότι ἐκείνη ἡ ἔχθρα εἶνε φαρμάκι τοῦ διαβόλου· καὶ καθὼς βάνομεν μέσα εἰς ἑκατὸν ὀκάδας ἀλεύρι ὀλίγον προζύμι, καὶ ἔχει τόσην δύναμιν καὶ ἀνακουφίζει ὅσον ζυμάρι καὶ ἂν εἶνε, ἔτσι εἶνε καὶ ἡ ἔχθρα· ὅλα ἐκεῖνα τὰ καλὰ ὁποὺ ἐκάμαμεν, τὰ γυρίζει καὶ τὰ κάμνει φαρμάκι τοῦ διαβόλου (20). 


Ἐδῶ, χριστιανοί μου, πῶς πηγαίνετε; Ἔχετε τὴν ἀγάπην ἀνάμεσόν σας; Ἀνίσως καὶ θέλετε νὰ σωθῆτε, κανένα ἄλλο πράγμα νὰ μὴ ζητήσετε ἐδῶ εἰς τὸν κόσμον ἀπὸ τὴν ἀγάπην. Εἶνε ἐδῶ κανένας ἀπὸ τὴν εὐγένιάν σας ὁποὺ νὰ ἔχη αὐτὴν τὴν ἀγάπην εἰς τοὺς ἀδελφούς του; Ἂς σηκωθῆ ἐπάνω νὰ μοῦ τὸ εἰπῆ, νὰ τὸν εὐχηθῶ καὶ ἐγώ, νὰ βάνω καὶ τοὺς χριστιανοὺς νὰ τὸν συγχωρήσωσι, νὰ λάβη μίαν συγχώρησιν, ὁποὺ νὰ ἔδινεν χιλιάδες φλωρία δὲν τὴν εὕρισκεν. -Ἐγώ, ἅγιε τοῦ Θεοῦ, ἀγαπῶ τὸν Θεὸν καὶ τοὺς ἀδελφούς μου. -Καλά, παιδί μου, ἔχε τὴν εὐχήν. Πῶς σὲ λέγουν τὸ ὄνομά σου; -Κωστα. -Τί τέχνη κάμνεις; -Πρόβατα φυλάγω. -Τὸ τυρὶ ὅταν τὸ πωλῆς τὸ ζυγιάζεις; -Τὸ ζυγιάζω. 



-Ἐσύ, παιδί μου, ἔμαθες νὰ ζυγιάζης τὸ τυρί, καὶ ἐγὼ νὰ ζυγιάζω τὴν ἀγάπην. Τὸ ζύγι ἐντρέπεται τὸν αὐθέντην του; -Ὄχι. -Τώρα νὰ ζυγιάσω καὶ ἐγὼ τὴν ἀγάπην σου, καὶ ἂν εἶνε σωστὴ καὶ δὲν εἶνε ξύγκικη, τότε νὰ σὲ εὐχηθῶ καὶ ἐγώ, νὰ βάλω καὶ ὅλους τοὺς χριστιανοὺς νὰ σὲ συγχωρήσωσι. Πῶς νὰ σὲ καταλάβω, παιδί μου, πῶς ἀγαπᾶς τοὺς ἀδελφούς σου; Ἐγὼ τώρα ἐδῶ ὁποὺ περιπατῶ καὶ διδάσκω εἰς τὸν κόσμον, λέγω πὼς τὸν κὺρ - Κωστα τὸν ἀγαπῶ ὡσὰ τὰ μάτια μου· μὰ ἐσὺ δὲν τὸ πιστεύεις· θέλεις νὰ μὲ δοκιμάσῃς πρῶτον, καὶ τότε νὰ μὲ πιστεύσῃς. Ἐγὼ ἔχω ψωμὶ νὰ φάγω, ἐσὺ δὲν ἔχεις· ἀνίσως καὶ σοῦ δώσω κομμάτι καὶ σέ, ὁποὺ δὲν ἔχεις, τότε φανερώνω πὼς σὲ ἀγαπῶ. Ἀμὴ ἐγὼ νὰ φάγω ὅλο τὸ ψωμὶ καὶ ἐσὺ νὰ πεινᾶς, τί φανερώνω; Πὼς ἡ ἀγάπη ὁποὺ ἔχω εἰς σὲ εἶνε ψεύτικη. Ἔχω δυὸ ποτήρια κρασὶ νὰ πίω, ἐσὺ δὲν ἔχεις· ἀνίσως καὶ δώσω καὶ σὲ ἀπ᾿ αὐτὸ καὶ πίης, τότε φανερώνω πὼς σὲ ἀγαπῶ. Ἀμὴ ἀνίσως καὶ δὲν σοῦ δώσω, εἶνε κάλπικη ἡ ἀγάπη. Εἶσαι λυπημένος· ἀπέθανεν ἡ μήτηρ σου, ὁ πατήρ σου· ἀνίσως καὶ ἔλθω νὰ σὲ παρηγορήσω, τότε εἶνε ἀληθινὴ ἡ ἀγάπη μου. Ἀμὴ ἀνίσως σὺ κλαίης καὶ θρηνῆς καὶ ἐγὼ τρώγω, πίνω καὶ χορεύω, ψεύτικη εἶνε ἡ ἀγάπη μου. Τὸ ἀγαπᾶς ἐκεῖνο τὸ φτωχὸ παιδί; -Τὸ ἀγαπῶ. -Ἂν τὸ ἠγάπας, τοῦ ἔπαιρνες ἕνα ὑποκάμισο ὁποὺ εἶνε γυμνό, νὰ παρακαλῆ καὶ ἐκεῖνο διὰ τὴν ψυχήν σου. Δὲν εἶνε ἔτσι, χριστιανοί μου; Μὲ ψεύτικην ἀγάπην δὲν πηγαίνομεν εἰς τὸν παράδεισον. Τώρα σὰν θέλης νὰ κάμης τὴν ἀγάπην μάλαμα, πάρε καὶ ἔνδυσε τὰ φτωχὰ παιδιά, καὶ τότε νὰ βάλω νὰ σὲ συγχωρήσωσι. Τὸ κάμνεις τοῦτο; Τὸ κάμνω. Χριστιανοί μου, ὁ Κωστας ἐκατάλαβε, πὼς ἡ ἀγάπη ποὺ εἶχεν ἕως τώρα ἦτο ψεύτικη, καὶ θέλει νὰ τὴν κάμη μάλαμα, νὰ ἐνδύση τὰ πτωχὰ παιδιά. Ἐπειδὴ καὶ τὸν ἐπαιδεύσαμεν, σᾶς παρακαλῶ νὰ εἰπῆτε διὰ τὸν κὺρ Κωστα τρεῖς φοράς: Ὁ Θεὸς συγχωρῆσοι καὶ ἐλεῆσοι αὐτόν.  

Παρασκευή, Αυγούστου 23, 2013

Ο ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΡΓΙΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ





Πρέπει καί ἡμεῖς, ἀδελφοί μου, νά χαιρώμεθα πάντοτε, μά περισσότερον τήν Κυριακήν, ὁπού εἶνε ἡ Ἀνάστασις τοῦ Χριστοῦ μας. 

Διότι Κυριακήν ἡμέραν ἔγινεν ὁ Εὐαγγελισμός τῆς Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καί Ἀειπαρθένου Μαρίας. 

Κυριακήν ἡμέραν μέλλει ὁ Κύριος νά ἀναστήση ὅλον τόν κόσμον.

Πρέπει καί ἡμεῖς νά ἐργαζώμεθα τάς ἕξ ἡμέρας διά ταῦτα τά μάταια, γήϊνα καί ψεύτικα πράγματα, καί τήν Κυριακήν νά πηγαίνωμεν εἰς τήν ἐκκλησίαν καί νά στοχαζώμεθα τάς ἁμαρτίας μας, τόν θάνατον, τήν κόλασιν, τόν παράδεισον, τήν ψυχήν μας ὁπού εἶνε τιμιωτέρα ἀπό ὅλον τόν κόσμον, καί ὄχι νά πολυτρώγωμεν, νά πολυπίνωμεν καί νά κάμνωμεν ἁμαρτίας. 

Oὔτε νά ἐργαζώμεθα καί νά πραγματευώμεθα τήν Κυριακήν. 
    
Ἐκεῖνο τό κέρδος ὁπού γίνεται τήν Κυριακήν εἶνε ἀφωρισμένο καί κατηραμένο, καί βάνετε φωτιά καί κατάρα εἰς τό σπίτι σας καί ὄχι εὐλογίαν καί ἤ σέ θανατώνει ὁ Θεός παράκαιρα, ἤ τήν γυναίκα σου, ἤ τό παιδί σου, ἤ τό ζῶον σου ψοφᾷ, ἤ ἄλλον κακόν σου κάμνει.

Ὅθεν, ἀδελφοί μου, διά νά μή πάθετε κανένα κακόν, μήτε ψυχικόν μήτε σωματικόν, ἐγώ σᾶς συμβουλεύω νά φυλάγετε τήν Κυριακήν, ὡσάν ὁπού εἶνε ἀφιερωμένη εἰς τόν Θεόν. 

Ἐδῶ πῶς πηγαίνετε, χριστιανοί μου; 

Τήν φυλάγετε τήν Κυριακήν; 

Ἄν εἶσθε χριστιανοί, νά τήν φυλάγετε. 

Ἔχετε ἐδῶ πρόβατα; Τό γάλα τῆς Κυριακῆς τί τό κάμνετε; Ἄκουσε, παιδί μου· νά τό σμίγης ὅλο καί νά τό κάμνης ἑπτά μερίδια· καί τά ἕξ μερίδια κράτησέ τα διά τόν ἑαυτόν σου, καί τό ἄλλο μερίδιον τῆς Κυριακῆς, ἄν θέλης, δῶσέ το ἐλεημοσύνην εἰς τούς πτωχούς ἤ εἰς τήν Ἐκκλησίαν, διά νά εὐλογήση ὁ Θεός τά πράγματά σου. 

Καί ἄν τύχη ἀνάγκη καί θέλης νά πωλήσης πράγματα φαγώσιμα τήν Κυριακήν, ἐκεῖνο τό κέρδος μή τό σμίγεις εἰς τήν σακκούλα σου, διότι τήν μαγαρίζει, ἀλλά δῶσέ τα ἐλεημοσύνην, διά νά σᾶς φυλάγη ὁ Θεός.

Πέμπτη, Αυγούστου 22, 2013

Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς καὶ τὰ γράμματα

Παπαδόπουλος Σπυρίδων (Θεολόγος)



Σὲ μιὰ ἐπιστολή του πρὸς τοὺς κατοίκους τῆς Χειμάρρας ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς ἔγραφε:

«Εὐγενέστατοι ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, οἱ κατοικοῦντες τὴν χώραν Χειμάρραν, ἀσπάζομαι καὶ παρακαλῶ τὸν Ἅγιον Θεὸν διὰ τὴν ψυχικὴν καὶ σωματικήν σας ὑγείαν.

Ἐγώ, ἀδελφοί μου, ὡς δοῦλος ἀνάξιος Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν περιερχόμενος καὶ διδάσκων τοὺς χριστιανοὺς τὸ κατὰ δύναμιν μὲ ἄδειαν τῶν κατὰ τόπους ἀρχιερέων, ἦλθαν καὶ ἐδῶ εἰς τὴν χώραν σας καὶ βλέπων ὅτι δὲν ἔχετε σχολεῖον νὰ διαβάζουν τὰ παιδιὰ σας χωρὶς πληρωμὴν ἐπαρακίνησα τοὺς χριστιανοὺς καὶ ἔδωκαν τὸ κατὰ δύναμιν καὶ προαίρεσιν διὰ τὸ σχολεῖον σας. Πρέπει ἡ εὐγενία σας πάντες νὰ βοηθᾶτε πάντοτε τὸ σχολεῖον σας ἐξ ἰδίων πόρων ἤ κοινῶς ἀπὸ τὴν χώραν ἤ καὶ ἀπὸ βακούφια (ἐκκλησιαστικὰ κτήματα), διὰ νὰ λάβετε παρὰ Θεοῦ τὸν μισθὸν καὶ τιμὴν παρὰ τῶν ἀνθρώπων» (1)

Μέσα ἀπὸ πρόγραμμα τῶν σχολικῶν ἐκδηλώσεων κατέχει ἰδιαίτερη θέση ἡ γιορτὴ τῶν Γραμμάτων. Εἶναι, μποροῦμε νὰ ποῦμε, ἡ καθ' αὐτὸ γιορτὴ τοῦ σχολείου διότι ἀναφέρεται στὸ οὐσιαστικὸ ἔργο του καὶ στὸ ρόλο ποὺ πρέπει νὰ διαδραματίζει στὴν κοινωνία.

Ἡ γιορτὴ τῶν Γραμμάτων συνδέεται μὲ τὴ μνήμη τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν Βασιλείου τοῦ Μεγάλου, Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καὶ Ἰωάννη τοῦ Χρυσοστόμου. Οἱ τρεῖς τοῦτοι μεγάλοι φωστῆρες τῆς οἰκουμένης θεωροῦνται ὡς ἐκπρόσωποι τῶν γραμμάτων καὶ συνεπῶς τὰ γράμματα ἤ ἡ παιδεία καλύτερα καταξιώνονται μέσα στὸ πνεῦμα τους. Μὲ τοὺς Τρεῖς Ἱεράρχες ἡ παιδεία πῆρε πραγματικὰ τὴ σωστή της κατεύθυνση κι ὁ Ὀρθόδοξος Ἑλληνικὸς λαὸς μπολιάστηκε, γιὰ ἕνα μεγάλο χρονικὸ διάστημα τουλάχιστο, μέσα σ' αὐτὸ τὸ πνεῦμα. Γι’ αὐτὸ καὶ μεῖς σήμερα, ἂν θέλουμε νἄμαστε συνεπεῖς μὲ τοὺς ἑαυτούς μας, ὡς Ἕλληνες Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, καὶ νὰ γιορτάζουμε πραγματικὰ τούτη τὴ γιορτή, ἀποδίδοντας τὸ ἀληθινὸ καὶ οὐσιαστικὸ νόημά της πρέπει νὰ μιλοῦμε καὶ νὰ ζοῦμε μέσα σ' αὐτὸ τὸ πνεῦμα.

Ἐπειδὴ γιὰ τοὺς Τρεῖς Ἱεράρχες λίγο - πολὺ ὅλοι γνωρίζουμε, θ’ ἀναφερθῶ σήμερα στὴ σχέση ἑνὸς νεώτερου Ἁγίου τῆς Ἐκκλησίας μας μὲ τὰ γράμματα μιὰ καὶ κινεῖται στὰ πλαίσια ἐκείνων. Πρόκειται γιὰ τὸν Ἅγιο ποὺ μνημονεύσαμε στὴν ἀρχὴ παραθέτοντας μέρος ἀπὸ μιὰ ἐπιστολή του, δηλαδὴ τὸν Κοσμᾶ τὸν Αἰτωλό. Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς εἶναι μία γιγαντιαία μορφὴ ποὺ ἔπαιζε καθοριστικὸ ρόλο τὴν πορεία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους. Γιὰ ἀρκετὰ χρόνια ὅμως βρισκόταν στὸ περιθώριο τῆς ζωῆς τοῦ Ἔθνους ἀλλὰ τελευταία ξαναγίνεται ὁλοένα καὶ πιὸ γνωστὴ ἡ προσωπικότητά του καὶ ἐκτιμᾶται ἡ σωτήρια προσφορά του. Ἡ σχέση του μὲ τὰ γράμματα ἀποτελεῖ ἕνα μεγάλο κεφάλαιο τῆς Ἁγίας ζωῆς του γι’ αὐτὸ καὶ τὸν ἐπέλεξα ὡς θέμα τῆς ὁμιλίας.

Λίγα λόγια γιὰ τὴ ζωή του. Γεννήθηκε τὸ 1714 στὸ χωριὸ Μεγάλο Δέντρο τῆς Αἰτωλίας, δηλαδὴ ἔζησε κατὰ τὴν Τουρκοκρατία. Ἔμαθε τὰ πρῶτα γράμματα σ' ἕνα χωριὸ τῆς Ναυπακτίας καὶ στὴ συνέχεια σπούδασε ἀνώτερα γράμματα. Τέλος πῆγε στὴν Ἀθωνιάδα Σχολὴ τοῦ Ἁγίου Ὅρους καὶ παρακολούθησε φιλολογία, φυσικὲς ἐπιστῆμες καὶ φιλοσοφία. Τὸν συγκινοῦσε ὅμως ἰδιαίτερα ἡ Μοναχικὴ ζωὴ γι' αὐτὸ μετὰ τὶς σπουδὲς πῆγε στὴν ἱερὰ Μονὴ Φιλόθεου κι ἔγινε Μοναχός. Ἐκεῖ ἀφιερώθηκε σὲ ἔντονη ἄσκηση, μελέτη καὶ προσευχὴ κι ἔτσι ἀνέβαινε σταθερὰ τὴ σκάλα τῆς Ἁγιότητας. Ὅμως, ὅπως μᾶς πληροφορεῖ ὁ βιογράφος του, «εἶχε πολὺν πόθον νὰ ὠφελήσει καὶ τοὺς ἀδελφούς του χριστιανοὺς ἀπ' αὐτὰ ποὺ ἔμαθε» (2). Κάτω ἀπὸ τὸν Τοῦρκο κατακτητὴ ὑπῆρχε πολλὴ ἀμορφωσιὰ κι ὁ λαὸς μποροῦσε νὰ γίνει ἕρμαιο ξενόφερτων ρευμάτων καὶ ἰδεολογιῶν καὶ νὰ χάσει τὴν πίστη του. Αὐτὰ τὰ γνώριζε ὁ Κοσμᾶς καὶ πονοῦσε ἀλλὰ δὲν ξεκινοῦσε μόνος. Ἤθελε νὰ εἶναι ἑτερόκλητος κι ὄχι αὐτόκλητος. Περίμενε τὸ κάλεσμα τοῦ Θεοῦ ποὺ δὲν ἄργησε νὰ ἔλθει. Ἀφοῦ πέρασε ἀπὸ τὸ καμίνι τῶν δοκιμασιῶν, ἀφοῦ καθάρθηκε, φωτίστηκε καὶ ἁγιάστηκε, μποροῦσε τώρα νὰ φωτίσει, νὰ ἁγιάσει τοὺς ἄλλους. Ἄλλωστε στὴν Ὀρθοδοξία αὐτὸ συνέβαινε πάντοτε. Μιὰ μέρα ἀνοίγοντας τὴν Καινὴ Διαθήκη ἔπεσε τὸ βλέμμα του στὸ χωρίο νὰ μὴ ζητᾶ κανένας μόνο τὸ συμφέρο τὸ δικό του ἀλλὰ καὶ τὸ συμφέρο τοῦ ἀδελφοῦ του. Αὐτὸ τὸ θεώρησε σὰν κλήση ἀπὸ τὸ Θεὸ (3).

Γιὰ νὰ βεβαιωθεῖ ἀνάφερε τοὺς λογισμούς του στὸν Ἡγούμενο καὶ σ' ἄλλους πνευματικοὺς Γέροντες. Ὅλοι τοὔδωσαν τὴν εὐχὴ καὶ εὐλογία τους. Πηγαίνει στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ συμβουλεύεται τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη. Αὐτὸς μὲ χαρὰ δίδει τὴν εὐλογία του καὶ ἔγγραφη ἄδεια γιὰ τὸ κήρυγμα. Ἔτσι ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς, ἀφοῦ κλήθηκε ἀπὸ τὸ Θεό, ἄρχισε τὸ τεράστιο ἔργο τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους. Ὄργωσε κυριολεκτικὰ σχεδὸν ὅλο τὸν Ἑλληνικὸ χῶρο διδάσκοντας γιὰ τὴν Ἁγία Τριάδα, τὸ Χριστὸ τὴν Ἐκκλησία, τὴ Μετάνοια.

Ἂς ἀφήσουμε τὸ βιογράφο του νὰ μᾶς δώσει μιὰ ἀμυδρὴ εἰκόνα τῆς δράσης του. «Καὶ ὅπου ἂν ἐπήγαινεν ὁ τρισμακάριστος, ἐγίνετο μεγάλη σύναξις τῶν χριστιανῶν, καὶ ἤκουαν μετὰ κατανύξεως καὶ εὐλαβείας τὴν χάριν καὶ γλυκύτητα τῶν λόγων του, καὶ ἀκολούθως ἐγίνετο καὶ μεγάλη διόρθωσις καὶ ὠφέλεια ψυχική. Ἦτο δὲ ἡ διδαχὴ του ἁπλουστάτη ὡσὰν ἐκείνη τῶν ἁλιέων. Ἦτο γαλήνιος καὶ ἡσύχιος, ὁποὺ ἐφαίνετο καθολικὰ νὰ εἶναι γεμάτος ἀπὸ τὴν χάριν τοῦ ἱλαροῦ καὶ ἡσύχου Ἁγίου Πνεύματος. Ἀλλὰ καὶ ὁ Θεὸς ἄνωθεν συνήργει καὶ ἐβεβαίωνε τὰ λόγια του μὲ σημεῖα καὶ θαύματα, καθὼς ποτε διὰ τῶν τοιούτων θαυμάτων ἐβεβαίωνε καὶ τὸ κήρυγμα τῶν ἱερῶν Ἀποστόλων του.(4)

Ὥστε οὐσιαστικὰ ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς κήρυττε τὴ μετάνοια καὶ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου. Ἀλλὰ ἀπ' ὅπου περνοῦσε ἐνδιαφερόταν καὶ γιὰ τὰ γράμματα, τὴ μόρφωση τοῦ λαοῦ. Θεωροῦσε τὴν παιδεία, μεταξὺ ἄλλων σὰν «προϋπόθεση ἀναγεννήσεως τοῦ ἔθνους καὶ τὴν ἵδρυση σχολείων σὰν τὸ βασικότερο καὶ σπουδαιότερο ἔργο ὑποδοχῆς ποὺ θὰ φέρει στὸν κατάλληλο καιρὸ τὸ «ποθούμενο» δηλαδὴ τὴ λευτεριὰ ἀπὸ τοὺς Τούρκους». Συχνὰ ἀκουόταν ὁ πιὸ κάτω διάλογος.

— Ἔχετε σχολεῖο ἐδῶ εἰς τὴν χώραν σας διὰ νὰ διαβάζουν τὰ παιδιά;

— Δὲν ἔχομεν ἅγιε τοῦ Θεοῦ.

— Νὰ μαζευτῆτε ὅλοι νὰ κάμετε ἕνα σχολεῖο καλόν, νὰ βάλετε καὶ ἐπιτρόπους νὰ τὸ κυβερνοῦν, νὰ βάνουν Δάσκαλον, νὰ μαθαίνουν ὅλα τὰ παιδιὰ γράμματα, πλούσια καὶ πτωχά... διότι, χωρὶς σχολεῖον περιπατοῦμεν εἰς τὸ σκότος.(5)

Ἄλλοτε πάλι ζητοῦσε σὰν χάρη τὴν ἵδρυση σχολείου: «Ὡσὰν θέλετε, ἔλεγε, χαρίσατέ μου καὶ ἕνα σχολεῖο ἐδῶ εἰς τὴν χώραν σας νὰ μανθάνουν γράμματα τὰ παιδιὰ σας» (6)

Ἔτσι μὲ τὶς ἐνέργειες τοῦ Ἁγίου λειτούργησαν 10 σχολεῖα Μέσης Ἐκπαιδεύσεως καὶ περίπου 200 κατώτερα. Ἕνα πραγματικὰ τεράστιο ἔργο ἂν ἐπιπλέον λάβουμε ὑπ' ὄψη τὶς τότε συνθῆκες καὶ ἰδιαίτερα τὴ σκλαβιά. Γι’ αὐτὸ ὁ Ἅγιος χαρακτηρίστηκε ὡς «Διδάσκαλος τοῦ Γένους», «Μεγάλος Διδάχος», «ὁ Ἅγιος τῶν Σχολείων». Ἀκόμα γράφτηκε καὶ τοῦτο: «Ἕνας αὐτὸς ἀνεπλήρωσε τὴν ἔλλειψιν Ὑπουργείου Παιδείας κατὰ τοὺς χρόνους τῆς Τουρκοκρατίας» (7)

Καιρὸς ὅμως ν' ἀρθοῦμε στὸ πιὸ οὐσιαστικὸ θέμα: Ποιὰ γράμματα, ποιὰ παιδεία συνιστοῦσε ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς; Νομίζω εἶναι βασικώτατο ἐρώτημα ποὺ πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ ξεκαθαρίσουμε. Γιὰ νὰ κατανοήσουμε ὅμως καλύτερα τὰ πράγματα πρέπει νὰ ξεκινήσουμε ἀπὸ ἕνα ἄλλο ἐρώτημα: Πῶς ἔβλεπε τὸν ἄνθρωπο ὁ Ἅγιος, ποιὰ ἀξία τοῦ ἀπέδιδε;

Ἀκολουθώντας τὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς δίδασκε ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι δημιούργημα τοῦ Θεοῦ. Ἀποτελεῖται ἀπὸ σῶμα ποὺ εἶναι ὑλικὸ στοιχεῖο καὶ ἀπὸ ψυχὴ ποὺ εἶναι πνευματικὴ καὶ ἀθάνατη. Ὁ Θεὸς ἔβαλε τὸν ἄνθρωπο στὸν Παράδεισο γιὰ νὰ ζεῖ αἰώνια μαζί του ἀλλὰ μὲ τὸ προπατορικὸ ἁμάρτημα ὁ ἄνθρωπος ἔχασε τὴν αἰώνια ζωή· ἔχασε τὴν κοινωνία μὲ τὸ Θεό. Ὁ Κύριος σπλαχνίστηκε τὸ ἀνθρώπινο γένος, ἐνανθρωπήθηκε καὶ μὲ τὴν ὅλη ζωὴ του μᾶς ἔσωσε.

Εἰδικώτερα ἀναφερόμενος στὸν προορισμὸ τοῦ ἀνθρώπου ἔλεγε: «Ἠμεῖς, χριστιανοί μου, δὲν ἔχομεν ἐδῶ πατρίδα. Διὰ τοῦτο καὶ ὁ Θεὸς μᾶς ἔκαμε μὲ τὸ κεφάλι ὀρθούς, καὶ μᾶς ἔβαλε τὸν νοῦν εἰς τὸ ἐπάνω μέρος, διὰ νὰ στοχαζώμεθα πάντοτε τὴν οὐράνιον βασιλείαν, τὴν ἀληθινὴν πατρίδα μας (8).

Ἀλλοῦ τονίζοντας ποιὰ πράγματα ἔχουν τὴν πραγματικὴ ἀξία στὸν ἄνθρωπο δίδασκε: «Τοῦτο σᾶς λέγω καὶ σᾶς παραγγέλλω κἄν ὁ οὐρανὸς νὰ κατεβῆ κάτω, κἄν ἡ γῆ νὰ ἀνεβῇ ἐπάνω, κἄν ὅλος ὁ κόσμος νὰ χαλάσῃ, καθὼς μέλλει νὰ χαλάσῃ, σήμερον, αὔριον, νὰ μὴ σᾶς μέλη τί ἔχει νὰ κάμη ὁ Θεός. Τὸ κορμὶ σας ἂς τὸ καύσουν, ἂς τὸ τηγανίσουν· τὰ πράγματά σας ἂς σᾶς τὰ πάρουν· μὴ σᾶς μέλλει· δώσατέ τα· δὲν εἶναι ἰδικά σας. Ψυχὴ καὶ Χριστὸς σᾶς χρειάζονται. Αὐτὰ τὰ δύο ὅλος ὁ κόσμος νὰ πέσῃ, δὲν ἠμπορεῖ νὰ σᾶς πάρῃ, ἐκτὸς καὶ τὰ δώσετε μὲ τὸ θέλημά σας. Αὐτὰ τὰ δύο νὰ τὰ φυλάγετε, νὰ μὴ τὰ χάσετε» (9).

Συνεπῶς, μὲ δυὸ λόγια, ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ἔβλεπε τὸν ἄνθρωπο ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ καὶ προορισμό του νὰ ὁμοιωθεῖ καὶ νὰ ζήσει αἰώνια μαζὶ μὲ τὸ Δημιουργό. Εὔκολα τώρα μποροῦμε νὰ διαπιστώσουμε τὴν παιδεία ποὺ συνιστοῦσε. Ἄλλωστε μίλησε τόσο ξεκάθαρα γι' αὐτὸ τὸ θέμα ποὺ δὲν μποροῦν νὰ ὑπάρξουν παρερμηνεῖες. Ἤθελε, ὁ Ἅγιος, παιδεία Χριστοκεντρικὴ ποὺ νὰ ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο στὴν ἐκκλησία καὶ τὸ Θεό, ποὺ νὰ ἀποβλέπει στὴ θέωση καὶ σωτηρία(10). Δηλαδὴ παιδεία ποὺ νὰ ἐξυπηρετᾶ ἀληθινὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸ κυριώτερο νὰ τὸν ὁδηγεῖ στὸν προορισμό του. Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς μιλοῦσε καθαρὰ καὶ εἰλικρινὰ στὸ λαό, δὲν ἤθελε νὰ τὸν ξεγελᾶ. Τοὔλεγε τὴν ἀλήθεια γι’ αὐτὸ καὶ πέτυχε. Ἔτσι καὶ στὸ θέμα τῶν γραμμάτων δὲν ἐνδιαφερόταν γιὰ μία ἁπλὴ μόρφωση ἀλλὰ γιὰ τὰ γράμματα ἐκεῖνα ποὺ θὰ βοηθοῦσαν τὸν ἄνθρωπο νὰ βρεῖ τὸ σωστὸ προσανατολισμὸ στὴ ζωή του. Ἂς ἀκούσουμε μερικὲς σκέψεις του.

«Καὶ διὰ τοῦτο πρέπει νὰ στερεώνετε σχολεῖα Ἑλληνικά, ἔλεγε, νὰ φωτίζωνται οἱ ἄνθρωποι· διότι διαβάζοντας τὰ ἑλληνικὰ τὰ ηὕρα ὁπού λαμπρύνουν καὶ φωτίζουν τὸν νοῦν τοῦ μαθητοῦ ἀνθρώπου. Καθὼς φωτίζει ὁ ἥλιος τὴν γῆν, ὅταν εἶναι ξαστεριὰ καὶ βλέπουν τὰ μάτια μακρυά, ἔτσι βλέπει καὶ ὁ νοῦς τὰ μέλλοντα· ἀποικάζουν (ἀντιλαμβάνονται) ὅλα τὰ καλὰ καὶ τὰ κακά, φυλάγονται ἀπὸ κάθε λογῆς κακὸν καὶ ἁμαρτίαν· διατὶ τὸ σχολεῖον ἀνοίγει τὴν ἐκκλησίαν, μανθάνομεν τί εἶνε ὁ Θεός, τί εἶνε ἡ Ἁγία Τριάς, τί εἶνε ὁ ἄγγελος, τί εἶνε ἡ ἀρετή, τί εἶνε οἱ δαίμονες, τί εἶνε ἡ κόλασις. Τὰ πάντα ἀπὸ τὸ σχολεῖο τὰ μανθάνομεν» (11).

Ἀλλοῦ πάλι δίδασκε: «Καὶ ἂν δὲν ἐμάθετε οἱ πατέρες, νὰ σπουδάζετε τὰ παιδιά σας, νὰ μανθάνουν τὰ ἑλληνικά, διότι καὶ ἡ Ἐκκλησία μας εἶνε εἰς τὴν Ἑλληνικήν. Καὶ ἂν δὲν σπουδάσης τὰ Ἑλληνικά, ἀδελφέ μου, δὲν ἠμπορεῖς νὰ καταλάβεις ἐκεῖνα ὁπού ὁμολογεῖ ἡ Ἐκκλησίας μας. Καλύτερον, ἀδελφέ μου, νὰ ἔχης ἑλληνικὸν σχολεῖον εἰς τὴν χώραν σου, παρὰ νὰ ἔχης βρύσες καὶ ποτάμια· καὶ ὡσὰν μάθης τὸ παιδί σου γράμματα, τότε λέγεται ἄνθρωπος. Τὸ σχολεῖον ἀνοίγει ἐκκλησίας· τὸ σχολεῖον ἀνοίγει τὰ μοναστήρια»(12).

Νομίζω, τὰ κείμενα ποὺ παραθέσαμε μιλοῦν μόνα τους καὶ δὲν χρειάζονται σχόλια.

Τὸ παιδευτικὸ ἔργο τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ ἔχει τεράστια σημασία γιὰ πολλοὺς καὶ διάφορους λόγους. Κατ’ ἀρχὴν ἀφύπνισε τοὺς ὑπόδουλους καὶ ἀμόρφωτους Ραγιάδες. Ἔπειτα μέσω τῆς παιδείας ἔδωσε σ' αὐτὸν τὸν ἐγκαταλελειμένο λαὸ τὴν ὀρθὴ πορεία ζωῆς, τὴν πορεία πρὸς τὸ Θεό. Ἀκόμα αὐτὸ τὸ ἔργο τοῦ Ἁγίου ἔχει μιὰ προφητικὴ διάσταση γιὰ τὸ Ἑλληνικὸ Ἔθνος. Ὅπως εἶναι γνωστὸ ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς εἶχε τὸ προφητικὸ χάρισμα. Πολλὲς προφητεῖες του ἐκπληρώθηκαν κι ἄλλες περιμένουν τὴν ἐκπλήρωσή τους. Μήπως λοιπὸν τὸ προφητικό του βλέμμα διαπίστωνε τὴ διαστροφὴ ποὺ θὰ ὑφίστατο ἡ παιδεία στὸ ἐλεύθερο Ἑλληνικὸ κράτος μετὰ τὴν ἀπελευθέρωση καὶ γι’ αὐτὸ προσπάθησε νὰ ζυμώσει τὸ λαὸ μὲ τὸ Ἑλληνορθόδοξο πνεῦμα; Ἂν ναί, τότε ἐπαληθεύθηκε ἄλλη μιὰ φορά. Καὶ ἐξηγοῦμαι καλύτερα.

Πρὶν ἀπὸ τὴν ἐπανάσταση τοῦ 1821 στὴ ψυχὴ τοῦ ἔθνους συνταιριάζονταν, κατὰ ἕνα μέρος, κλασσικὸς πολιτισμὸς καὶ ὀρθόδοξη γραμματεία. Αὐτὰ ἀποτελοῦσαν τὸ βάθρο τοῦ Ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ. Ἰδιαίτερα ἡ Ὀρθοδοξία ὑπῆρξε τὸ δένδρο ποὺ γύρω του ἀναπτύχθηκε τὸ ἔθνος δύο σχεδὸν χιλιάδες χρόνια (13).

Μετὰ τὴν Ἐπανάσταση ἡ ζωὴ τοῦ Ἔθνους ἄρχισε νὰ νοθεύεται. Πολλοὶ διανοούμενοι ποὺ τὰ χρόνια του ἀγώνα ἀναπαύονταν στὰ Εὐρωπαϊκὰ σαλόνια καὶ ἀκόμα οἱ Βαυαροί, βρῆκαν τὴν εὐκαιρία νὰ φέρουν στὸ Ἑλλαδικὸ κρατίδιο τὴν Εὐρωπαϊκὴ διανόηση, μιὰ διανόηση ἐντελῶς ξένη πρὸς τὴν παράδοση τοῦ τόπου. Ἔτσι ὁ μέχρι χτὲς ταπεινὸς ραγιὰς ποὺ εἶχε κρατηθεῖ τέσσερις αἰῶνες στὴ ζωὴ μὲ τὸ κρασὶ τῆς Ρωμηοσύνης καὶ τὸ ψωμὶ τῆς Ὀρθοδοξίας, ἔβγαινε τώρα στὴν ἐλευθερία γιὰ νὰ μάθει πὼς στὴν καινούργια πορεία τοῦ ἔθνους δὲν θὰ εἶχαν πέραση οἱ παλιοὶ καὶ δοκιμασμένοι του θησαυροί. Γιὰ νὰ γίνει «ἄνθρωπος» ἔπρεπε ν' ἀκολουθήσει τὴ Δύση, νὰ γίνει Εὐρωπαῖος. Ἔτσι γίνεται μιὰ ἀπόπειρα ἀπογύμνωσής του, ἕνας βιασμὸς ἀλλοτρίωσής του ἀπ' ὅτι εἶχε κρυφὸ καμάρι τόσους αἰῶνες.

Δηλαδὴ πρέπει νὰ ἀναγνωρίσουμε ὅτι ἡ παιδεία, μετεπαναστατικὰ στηρίχθηκε μονόπλευρα στὰ κλασσικὰ γράμματα, καὶ μάλιστα ὅπως τὰ ἔβλεπε ἡ Εὐρώπη, παραμερίζοντας τὴ Χριστιανικὴ γραμματεία δηλαδὴ τὴν Ὀρθοδοξία. Ὡς πρότυπα τῶν ὀργανωτῶν τῆς παιδείας γίνονται οἱ Εὐρωπαῖοι κλασσικιστὲς(14). Βέβαια μ' αὐτὰ δὲν θέλω νὰ ὑποτιμήσω τὴν κλασσικὴ γραμματεία, οὔτε ὅμως ἐπιτρέπεται νὰ στηριχθοῦμε μόνο σ' αὐτὴ παραμερίζοντας τὴν Ὀρθοδοξία. Ὅπως σημειώνει ὁ φιλόλογος Βασίλειος Λαούρδας «ἀπὸ τὴν κλασσικὴ γραμματεία ὁ νέος Ἕλληνας θὰ διδαχθεῖ τὴν ὀμορφιὰ τῆς ἐλεύθερης ψυχῆς, τὸ ἦθος τοῦ πολίτη, τὴ συνείδηση τῆς ἐθνικῆς ἑνότητας. Ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη γραμματεία θὰ διδαχθῆ τὸ λόγο τοῦ ἐνσαρκωθέντος Θεοῦ. Ἀνάμεσα στοὺς δύο αὐτοὺς κόσμους, τὸν κόσμο ποὺ ψάχνει γιὰ τὴν ἀλήθεια καὶ τὸν κόσμο ποὺ ἔχει βρεῖ τὴν ἀλήθεια ὑπάρχουνε σημεῖα ἕνωσης καὶ σημεῖα χωρισμοῦ (15). Νομίζω μὲ τὴν τελευταία σκέψη ξεκαθαρίζονται τὰ πράγματα καὶ μπαίνουν στὴ σωστή τους βάση. Ἡ διευκρίνιση γιὰ τὸν κόσμο ποὺ ψάχνει νὰ βρεῖ τὴν ἀλήθεια καὶ γι’ αὐτὸν ποὺ τὴν βρῆκε καὶ τὴν κατέχει δίδει τὴ σωστὴ ἀξιολόγηση. Δυστυχῶς αὐτὸ παραγνωρίστηκε μετεπαναστατικά.

Σ' αὐτὴ τὴν τάση ἀποπροσανατολισμοῦ τοῦ Ἑλληνισμοῦ καὶ κυρίως ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση ἀντέδρασαν ἀρκετοί. Μεταξὺ αὐτῶν κι ἕνας φωτισμένος μοναχός, γνωστὸς μὲ τὸ ὄνομα Παπουλάκος ποὺ μὲ τὸ κήρυγμά του ξεσήκωσε μιὰ εἰρηνικὴ ἐπανάσταση. Ὁ Παπουλάκος σύγκρινε ἀκριβῶς τὶς νέες τάσεις μὲ τὴ διδασκαλία τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ καὶ παρουσίαζε τὴ διαφορά. «Ὁ πατέρας τοῦ Ἔθνους», ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς μᾶς ὁρμήνεψε νὰ μαθαίνουμε γράμματα, ἀλλὰ μᾶς δίδαξε νὰ ἀκονίζουμε τὸ μυαλό μας στὸ ἀκόνι τοῦ Χριστοῦ»(16), ἔλεγε ὁ Παπουλάκος σ' ἀντίθεση τῆς νέας καταστάσεως. Νὰ γιατί εἶπα προηγουμένως ὅτι τὸ παιδευτικὸ ἔργο τοῦ Ἁγίου εἶχε Προφητικὴ διάσταση.

Σήμερα ποὺ γίνεται τόσος λόγος γιὰ τὴν παιδεία καὶ γενικώτερα γιὰ τὴν πορεία τοῦ Ἑλληνισμοῦ νομίζω ἀξίζει τὸν κόπο νὰ ἀκούσωμε τὴ φωνὴ τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ. Μιὰ φωνὴ ποὺ εἶναι ἀποτέλεσμα προσωπικῶν βιωμάτων καὶ ἐμπειριῶν ἀλλὰ καὶ ἄνωθεν φωτισμοῦ, μιὰ φωνὴ ἀλήθειας καὶ γνησιότητας ποὺ ἐπισφραγίστηκε μὲ τὸ μαρτυρικὸ θάνατο τοῦ Ἁγίου.

Τελειώνω μὲ μία σκέψη τοῦ συγγραφέα Κώστα Σαρδελῆ. «Ἂν τὸ ἔθνος δὲν βιώσει τὸ πνεῦμα τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ καὶ τῶν ἄλλων προδρομικῶν μορφῶν τῆς μεγάλης ἐκείνης ἐποχῆς, εἶναι καταδικασμένο σὲ πνευματικὸ θάνατο. Ἡ ἐλπίδα ποὺ ἀπομένει σὲ μένα εἶναι ὁ λαός μας. Αὐτὸς ποὺ ὕψωσε τὸν ταπεινό του Διδάχο ὥς τὴν ἁγιότητα, θὰ ὑψώσει καὶ τὸ Γένος μας στὸν ἀληθινό του προορισμὸ μέσα στὸ σημερινὸ κόσμο (17).


ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
(1) Ἐπ. Αὐγ. Ν. Καντιώτου, Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ἔκδ. 4η, Ἀθῆναι 1971. σ. 307-308
(2) Αὐτόθι σ. 52
(3) Αὐτόθι σ. 53
(4) Αὐτόθι σ. 54-55
(5) Αὐτόθι σ. 114 -115
(6)«Κοινωνία», Ἔτος ΚΓ' Ἰουλ. — Σεπτ. 1980, Τεῦχος 3, σ, 281
(7) Αὐτόθι σ. 281
(8) Ἐπ. Αὐγ. Ν. Καντιώτου, ἔνθ. ἀν. σ. 117
(9) Αὐτόθι, σ. 177
(10) Πρβλ. Κώστα Σαρδελῆ, Ὁ προφήτης τοῦ Γένους, ἐκδ. Ἀστέρος, σ. 46-48
(11) Ἐπ. Αὐγ. Ν. Καντιώτου, ἔνθ. ἀν σ. 269-270
(12) Αὐτόθι σ.188
(13) Πρβλ. Βασιλείου Λαούρδα, Θέματα Παιδείας, β' ἔκδ. Θεσ, 1979,β . 14, 15.
(14) Πρβλ. Αὐτόθι σ. 14
(15) Αὐτόθι σ. 17
(16) Αὐτόθι σ. 12
(17) Παράδοση, Τεῦχος 18-20, σ.20
πηγή

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...