Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μέγας Αντώνιος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μέγας Αντώνιος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη, Ιανουαρίου 16, 2013

Κύριε, θέλω να σωθώ, αλλά δε μ' αφήνουν ούτε στιγμή ήσυχο οι λογισμοί μου.



Φωτογραφία: Υπομονή.(Μέγας Αντώνιος
Ο Θεός δεν επιτρέπει, έλεγε ο Μέγας Αντώνιος, μεγάλους πειρασμούς στους σημερινούς ανθρώπους, γιατί είναι ασθενέστεροι από τους παλαιότερους και δεν κάνουν υπομονή.»
  Όταν ο Μέγας Αντώνιος ήταν ακόμη πολύ νέος στην ηλικία κι αρχάριος στην άσκηση, έπεσε σε ακηδία. Αγωνιζόταν ολομόναχος βαθιά στην έρημο, δεν είχε οδηγό κι οι λογισμοί άρχισαν να του φέρνουν σύγχυση. Δεν έχασε όμως την εμπιστοσύνη του στο Θεό. Γονάτισε και προσευχήθηκε μ'; αυτά τα λόγια:
 "Κύριε, θέλω να σωθώ, αλλά δε μ'; αφήνουν ούτε στιγμή ήσυχο οι λογισμοί μου. Δεν έχω άλλον από Σε, Κύριέ μου, να με διδάξει τι να κάνω. Μη θελήσεις ποτέ να με αφήσεις." Η προσευχή τον ανακούφισε. Αμέσως πήρε και την απάντηση που ζητούσε.
 Μόλις σηκώθηκε είδε στην άλλη άκρη του κελιού του έναν άλλο Αντώνιο, καθισμένο σε σκαμνί να πλέκει ψαθί. Στάθηκε σαστισμένος και τον παρακολουθούσε. Σε λίγο τον είδε ν'; αφήνει το εργόχειρο και να προσεύχεται με τα χέρια υψωμένα στον ουρανό. Ύστερα ξανακάθισε στο εργόχειρο και πάλι σηκώθηκε για προσευχή. Στο τέλος στράφηκε στον ίδιο τον Αντώνιο και του υπέδειξε:
  "Κάνε κι εσύ το ίδιο και θα σωθείς. Κι έγινε άφαντος!" Τότε κατάλαβε ο Αντώνιος πως ο Θεός του έστειλε τον Άγγελό του να τον διδάξει. Πήρε θάρρος και δόθηκε στην άσκηση με μεγάλη υπομονή και προθυμία.Υπομονή.(Μέγας Αντώνιος
Ο Θεός δεν επιτρέπει, έλεγε 
ο Μέγας Αντώνιος, μεγάλους 
πειρασμούς στους σημερινούς 
ανθρώπους, γιατί είναι ασθενέστεροι
 από τους παλαιότερους και 
δεν κάνουν υπομονή.»
Όταν ο Μέγας Αντώνιος ήταν 
ακόμη πολύ νέος στην ηλικία 
κι αρχάριος στην άσκηση, έπεσε
 σε ακηδία. Αγωνιζόταν ολομόναχος 
βαθιά στην έρημο, δεν είχε οδηγό κι 
οι λογισμοί άρχισαν να του φέρνουν σύγχυση. 
Δεν έχασε όμως την εμπιστοσύνη του
 στο Θεό. Γονάτισε και προσευχήθηκε 
μ'; αυτά τα λόγια:
"Κύριε, θέλω να σωθώ, 
αλλά δε μ'; αφήνουν ούτε στιγμή
 ήσυχο οι λογισμοί μου. 
Δεν έχω άλλον από Σε,
 Κύριέ μου, να με διδάξει τι να κάνω. 
Μη θελήσεις ποτέ να με αφήσεις." 
Η προσευχή τον ανακούφισε. Αμέσως πήρε και την απάντηση που ζητούσε.
Μόλις σηκώθηκε είδε στην άλλη άκρη του κελιού του έναν άλλο Αντώνιο, 
καθισμένο σε σκαμνί να πλέκει ψαθί. Στάθηκε σαστισμένος και τον 
παρακολουθούσε. Σε λίγο τον είδε ν'; αφήνει το εργόχειρο και να 
προσεύχεται με τα χέρια υψωμένα στον ουρανό. Ύστερα ξανακάθισε 
στο εργόχειρο και πάλι σηκώθηκε για προσευχή. Στο τέλος στράφηκε 
στον ίδιο τον Αντώνιο και του υπέδειξε:
"Κάνε κι εσύ το ίδιο και θα σωθείς. Κι έγινε άφαντος!" Τότε κατάλαβε ο 
Αντώνιος πως ο Θεός του έστειλε τον Άγγελό του να τον διδάξει.
 Πήρε θάρρος και δόθηκε στην άσκηση με μεγάλη υπομονή και προθυμία.

Διάλογος του Μεγάλου Αντωνίου μετά του Δαίμονος!




















Ὅταν ὁ Μέγας Ἀντώνιος ἠσκήτευεν εἰς τὴν ἔρημον, νὰ καὶ ἔρχεται ὁ 
Δαίμων τὰ μεσάνυκτα, καὶ τοῦ ἐκτύπησε τὴν πόρτα διὰ νὰ τοῦ ἀνοίξῃ. 
Ἐσηκώθη λοιπὸν ὁ Μέγας Ἀντώνιος, καὶ ἀφοῦ ἄνοιξε τὴν πόρτα του, 
βλέπει ἔξαφνα ἄνθρωπον ἀλλόκοτον καὶ ἔστεκεν ἔξω. 

Λέγει του ὁ Ἅγιος "Ποῖος εἶσαι ὁποῦ μοῦ κτυπᾶς τὰ μεσάνυκτα τὴν 
πόρταν, καὶ τὶ θέλεις";

Λέγει του ὁ μιαρὸς Δαίμων "Ἐγὼ εἶμαι ὁ Δαίμων".

Καὶ λέγει πρὸς αὐτὸν ὁ Ἅγιος "Πῶς ἦλθες, παγκάκιστε ἐδῶ";
Καὶ λέγει πρὸς αὐτὸν ὁ Δαίμων "Ἦλθα νὰ σοῦ εἰπῶ πῶς μάχονται οἱ
 καλόγηροι καὶ λοιποὶ Χριστιανοί, ὑβριζόμενοι κατὰ πᾶσαν ὥραν, 
καὶ πῶς τοὺς κοσμικοὺς γυρίζω εὔκολα εἰς τὸ θέλημά μου". 

Λέγει του ὁ Ἅγιος "Παγκάκιστε, διατὶ κάμνεις αὐτό";

Λέγει του ὁ Δαίμων "Ἐγὼ φθονῶ τοὺς καλογήρους, διότι 
ὁ αὐθέντης μου ὁ Ἑωσφόρος ἔχει πολὺν φθόνον εἰς αὐτούς, 
ἐπειδὴ μέλλει ὁ Θεὸς ν΄ἀποκαταστήσῃ τὸ Τάγμα τῶν Ἀγγέλων
 ὁποῦ ἐξέπεσεν ἀπὸ ἡμᾶς, καὶ νὰ κάμῃ Ἀγγέλους ἀπὸ τοὺς καλοὺς 
Ἱερεῖς καὶ τοὺς ταπεινοὺς Μοναχούς, καὶ διὰ τοῦτο ἔχομεν
 τόσον φθόνον εἰς αὐτούς".

Λέγει του ὁ Ἅγιος "Ἐπειδὴ ἦλθες ἐδῶ, ὦ Δαίμων, ὁρκίζω σὲ εἰς τὸν Θεὸν 
τοῦ παντὸς τὸν κτίσαντα τὰ πάντα, νὰ σταθῇς αὐτοῦ ἕως οὗ νὰ 
ὁμολογήσῃς ὅλα ὅσα πράττεις".

Λέγει του ὁ Δαίμων "Διατὶ μὲ ἔδεσες Ἀντώνιε, ἐγὼ ἤλθα νὰ σοῦ πῶ 
τὸ καύχημά μου μόνον τό πῶς μάχονται οἱ μοναχοὶ καὶ λοιποὶ 
χριστιανοί, καὶ σὺ μὲ ἔδεσες";

Λέγει ὁ Ἅγιος "Εἶπέ μοι τὰ ἔργα τῶν Δαιμόνων, τὶ κάμνωσιν εἰς 
τοὺς Μοναχοὺς καὶ λοιποὺς χριστιανούς".

Λέγει του ὁ Δαίμων "Ἄκουσον Ἀντώνιε ἡμεῖς εἴμεθα πρῶτα ἄγγελοι
 καὶ ὁ Ἑωσφόρος, ὁ πρῶτος μας, ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνειαν ἐξέπεσε,
 διότι ἠθέλησε νὰ στήσῃ τὸν θρόνον του ἐπάνωθεν τοῦ Θεοῦ, συλλογιζόμενος
 δὶς τὸν ἑαυτὸν του νὰ γίνη ὅμοιος μὲ τὸν Θεόν. 
«Καὶ ἔσομαι ὁμοίως τῷ Ὑψίστῳ». Καὶ μόλις τὸ ἐσυλλογίσθη, παρευθὺς 
ἔπεσε κάτω εἰς τὰ καταχθόνια τοῦ ᾅδου, ἀκολουθοῦντες αὐτὸν καὶ ἡμεῖς, 
καὶ ἐξ αἰτίας τούτου, ἀπὸ ἄγγελοι ἐγείναμεν δαίμονες, καὶ διὰ τοῦτο ἔχομεν
 τὸν φθόνον εἰς τοὺς μοναχοὺς καὶ τοὺς ὀρθοδόξους χριστιανούς,
 καὶ τοὺς πειράζομεν. Ἀλλὰ ἄλλο δὲν μας θανατώνει περισσότερον
 ἀπὸ τὴν προσευχήν, τὴν νηστείαν καὶ τὴν ταπείνωσιν ὁποῦ κάμνουν 
οἱ μοναχοὶ καὶ λοιποὶ ὀρθόδοξοι χριστιανοί- διὰ τοῦτο καὶ ἡμεῖς πασχίζομεν
 κατὰ πολλὰ διὰ νὰ τοὺς κάμωμεν οὔτε νὰ προσεύχωνται οὔτε νὰ νηστεύωσιν, 
ἀλλὰ νὰ ἀμελῶσι καὶ νὰ ὑπερηφανεύωνται, καὶ ἄλλοι νὰ λέγωσιν 
ὅτι εἶναι εὔμορφοι, ἐνῶ εἶναι ἄσχημοι, καὶ ἄλλοι ὅτι εἶναι προκομμένοι
 καὶ δὲν γνωρίζουν οὔτε τὰ ἄλφα, καὶ βάνωμεν πολλὴν ἔχθραν ἀνάμεσον 
τοῦ ἑνὸς καὶ τοῦ ἄλλου διὰ νὰ μαλώνουν, καὶ ἐξ΄αἰτίας τούτου πηγαίνωμεν
 ἀπὸ τόπον εἰς τόπον, καὶ ἄλλους κάμνωμεν νὰ ἀρνῶνται τὸν Χριστόν, 
καὶ ἄλλους νὰ ἀφίνουν τὴν μοναχικὴν ζωὴν καὶ νὰ γίνωνται κοσμικοί, 
καὶ μ΄αὐτὸν τὸν τρόπον τοὺς πέρνομεν μαζί εἰς τὴν αἰώνιον κόλασιν. 
Ἀλλ' ἄκουσε καὶ τοῦτο, Ἅγιε τοῦ Θεοῦ. Ὅτι ἄλλο δὲν μᾶς πειράζει οὔτε ἡ 
προσευχή, οὔτε ἡ νηστεία, ὅσον ἡ ταπείνωσις. Καὶ αὐτὴν τὴν βλέπομεν 
εἰς πολλοὺς μοναχοὺς καὶ εἰς ὀλίγους κοσμικούς, ἀλλὰ αὐτοὺς τόσον 
πολὺ σπουδάζωμεν νὰ τοὺς σείρωμεν εἰς τὸν ἑαυτὸν μας, ὅσον 
τὸ σκουλίκι ὁποῦ βόσκει εἰς τὶ δένδρον καὶ πασχίζει νὰ τὸ ξηράνη
 καὶ νὰ τὸ καταντήση ἄχρηστον εἰς τὸ νὰ κάμῃ καρπὸν ὥστε νὰ 
βαλθῇ εἰς τὴν φωτιάν. Τέτοιας λογῆς λοιπὸν πασχίζομεν καὶ ἡμεῖς
 ὥστε νὰ ξηράνωμεν τὴν καρδία αὐτῶν ὁποῦ πράττουσι τὰ ἔργα τοῦ 
Θεοῦ. Ὕστερον νὰ τοὺς ῥίξωμεν εἰς τὴν αἰώνιον κόλασιν.

Λέγει του ὁ Ἅγιος "Ἀμὴ τοὺς κοσμικοὺς διατὶ τοὺς πειράζετε";

Λέγει του ὁ Δαίμων - ἐπειδὴ καὶ ὁ Χριστὸς διὰ τὸν Ἀδὰμ ἔῤῥιψε τὸν
 πρῶτον μας, καὶ ἔχομεν πολὺν φθόνον εἰς αὐτούς, βλέπεις δὲ καὶ 
ἐτοῦτα τὰ μαχαίρια ὁποῦ ἔχω εἰς τὴν ζῶσίν μου. Ὅλα δι' αὐτοὺς 
τὰ ἔχω, καὶ ὅταν μεθύσωσιν ἀπὸ τὸ κρασὶ τοὺς βάνω εἰς μάχην
 πολλὴν καὶ ἀπὸ λόγον εἰς λόγον πιάνονται, καὶ ἐγὼ ἀναμαζώνω 
τους καὶ σφάζονται, καὶ ὄχι ἐγὼ μοναχός μου, ἀλλὰ καὶ οἱ λοιποί μου ἀδελφοί.

Λέγει του ὁ Ἅγιος "Καὶ ποῦ εἶναι οἱ ἀδελφοί σου";

Λέγει του ὁ Δαίμων "Εἰς κάποιον τόπον γίνεται πανήγυρις καὶ
 πηγαίνουν ἐκεῖ διὰ νὰ κάμουν σκάνδαλα".

Λέγει του ὁ Ἅγιος "Καὶ πῶς λέγουν τὰ ὀνόματά των";

Λέγει του ὁ Δαίμων "Τὸν ἕνα τὸν λέγουν Κενόδοξον, 
ἤγουν τῆς κενοδοξίας, καὶ τὸν ἄλλον Θυμώδη, ἐπειδὴ θυμώνει 
τοὺς ἀνθρώπους καὶ δέρνονται, κάμνοντας καὶ ἀλλὰ πολλότατα
 κακά, δηλαδὴ νὰ πηγαίνωσιν εἰς τὰ κριτήρια, νὰ ἐξοδεύωσι τὸν βίον
 τους, ἔχοντες καὶ ἡμεῖς ἀπὸ αὐτοὺς πολὺ διάφορον τουτέστι μερδικόν, 
μόνον ἐκείνους ἔχομεν ἐχθροὺς ὁποῦ δὲν ἀφίνουν τοὺς ἄλλους νὰ 
πηγαίνουν εἰς τοὺς Κριτάς, διὰ τοῦτο καὶ ἡμεῖς ἐκείνους ὁποῦ δὲν 
κάμνουν τὸ θέλημα μας πολλὰ τοὺς πολεμοῦμεν, ἀλλὰ δὲν κάμνωμεν 
τίποτε, καὶ ὅταν ὑπάγωμεν εἰς τὸν πρῶτον μας πολὺ μᾶς μαλώνει καὶ 
ὑβρίζει. Διὰ τοῦτο παρακαλῶ σε, νὰ μὲ ἀφήσῃς νὰ ὑπάγω, ὅτι πολὺν
 καιρὸν ἔκαμα ἐδῶ, καὶ ἄργησα, καὶ πλέον μὴ μὲ ἐρωτᾷς, διότι πολὺ 
θέλει μὲ παιδεύσει ὁ αὐθέντης μου.

Λέγει του ὁ Ἅγιος, τόσους χρόνους ἔχετε, παγκάκιστοι ἐχθροί, 
ὁποῦ πειράζετε τὸν κόσμον καὶ ἀκόμη δὲν ἐχορτάσατε; Ἀμὴ πάλιν
 ὁρκίζω σε, εἰς τὸν Παντοδύναμον Θεὸν νὰ μοῦ εἰπῇς τὴν ἀλήθειαν 
εἰς ὅ,τι σὲ ἐρωτήσω.

Τότε λέγει του ὁ Δαίμων: "Ἀντώνιε, διατὶ μὲ ἔδεσες περισσότερον, 
ὁποῦ ἐγὼ βιάζομαι; πηγαίνω διατὶ πολὺν καιρὸν ἄργησα ἐδῶ ὁποῦ
 ἕως τώρα ἤθελα γυρίσει εἰς τὸ θέλημά μου πολλοὺς ἀνθρώπους, 
ἀλλὰ σὺ δὲν μὲ ἀφίνεις, καὶ ὅταν ὑπάγω μὲ μαλώνει ὁ αὐθέντης μου, 
ἐρῶτα με λοιπὸν ὀγρήγορα, διότι ὅλοι μου οἱ ἀδελφοὶ ὑπάγουν μὲ
 κανίσκια εἰς τὸν αὐθέντην μας τὸν πρῶτον, καὶ δὲν ἔχω μὲ τὶ νὰ 
ὑπάγω κ΄ἐγώ, ἐπειδὴ μὲ κατέστησες ἄμοιρον τῆς χάριτός μου, 
καὶ μὲ μαλώνουν οἱ ἀδελφοί μου ὁποῦ πηγαίνουν εἰς τὰ πανηγύρια.

Λέγει του ὁ Ἅγιος "Ποῖον εἶναι τὸ μεγαλήτερον σκάνδαλον ὁποῦ δίδετε 
ἐσεῖς οἱ δαίμονες εἰς τοὺς ἀνθρώπους;"

Λέγει του ὁ Δαίμων "Κενοδοξίαν καὶ εἰς τοῦτο ἐγὼ πιάνω καὶ τοὺς 
δαιμονίζω, διὰ νὰ πιασθοῦν ἕνας μὲ τὸν ἄλλον, ἔπειτα φθάνει καὶ ὁ
 θυμώδης ὁ μεγαλύτερός μου ἀδελφὸς καὶ τοὺς δίδει διπλῆν τὴν 
κενοδοξίαν καὶ τότε πιάνωμεν καὶ τοὺς ἀνακατώνομεν πολλά, 
καὶ οὕτω κάμνουν τὸ θέλημα μας καὶ τότε ὑπάγωμεν εἰς τὸν
 αὐθέντην μας, καὶ αὐτὸς πολὺ μᾶς χαίρεται, καὶ μᾶς ἀξιώνει 
εἰς μεγαλητέραν τιμήν".

Λέγει του ὁ Ἅγιος "Ἀμὴ πῶς δὲν φοβεῖσθε τὸν Θεόν, 
ἀλλὰ τολμᾶτε καὶ κάμνετε σκάνδαλα εἰς τοὺς χριστιανούς;"

Λέγει του ὁ Δαίμων: "Ἀντώνιε, ἡμεῖς ἔχομεν ἀπὸ τὸν Θεὸν
 θέλημα, καὶ ὅ,τι θελήσωμεν κάμνωμεν, ἀφινοντὰς μας καὶ

 οἱ Ἄγγελοί του νὰ πράξωμεν ὅ,τι θέλωμεν καὶ ἡ παραχώρησις 
αὕτη δίδεται εἰς ἡμᾶς, διὰ νὰ δοκιμάζωνται οἱ πιστοὶ ἀπὸ τοὺς 
ἀπίστους• διατὶ ὅσοι ἔχουν πίστιν σταθερὰν δὲν κάμνουν 
τὰ θελήματα μας, διὰ τοῦτο πηγαίνουμεν καὶ εἰς τὰ τραπέζια 
ὁποῦ ἔχουν παιγνίδια, καὶ κανένας δὲν μας ἐμποδίζει, 
καὶ χαιρόμεθα καὶ ἡμεῖς μαζί μὲ αὐτούς, καὶ γίνονται ἰδικοὶ 
μας ὑπηρέται, καὶ ἀφίνοντες τὸν Θεὸν λατρεύουν ἡμᾶς ἀγκαλὰ 
καὶ πολλαὶς φοραῖς μᾶς ὑβρίζουν, ἀλλ´ ὅταν πίνουν τὸ κρασὶ
 μὲ τὰ παιγνίδια, πάλιν κάμνουν τὸ θέλημα μας".

Λέγει του ὁ Ἅγιος ὁρκίζω σε εἰς τὸν Θεὸν νὰ μὲ εἰπῇς καὶ τοῦτο 
"Δηλ. τὴν Κυριακὴν τὶ κάμνετε εἰς τοὺς χριστιανούς;"

Λέγει του ὁ Δαίμων "Ἡμεῖς καθόλου δὲν ἀναπαυόμεθα ὅλον τὸν καιρόν,
 οὔτε παύομεν τὰ σκάνδαλα, μόνον εἰς αὐτὰ εὑρισκόμεθα παντοτεινά, 
καὶ τὴν Κυριακὴν κάμνομεν πολλὰ εἰς τοὺς χριστιανοὺς καὶ ἄλλους κάμνομεν 
νὰ ῥάπτουν, ἄλλους νὰ πραγματεύωνται, ἄλλους νὰ γελοῦν, ἄλλους νὰ 
τραγωδώσι, καὶ εἰς τὰς γυναίκας, ἄλλας νὰ τὶς κάμνωμεν νὰ κεντῶσιν, 
ἄλλας νὰ πραγματεύονται τὴν Κυριακήν, κάμνομεν τοὺς ἄνδρας καὶ 
τὰς γυναίκας νὰ πολυκοιμῶνται καὶ νὰ μὴ πηγαίνουν εἰς τὴν ἐκκλησίαν,
 τοὺς δίδομεν πόνον εἰς τὴν κεφαλὴν ἢ εἰς ἄλλο μέρος τοῦ κορμίου,
 διὰ νὰ εὐρίσκουν πρότασιν, νὰ λέγωσι πῶς δὲν ἠμποροῦν νὰ ὑπάγουν
 εἰς τὴν ἐκκλησίαν, καὶ τὸν χειμῶνα τοὺς δίδομεν ζέσταν, καὶ τὸ 
καλοκαίριον γλυκύτητα εἰς τὸν ὕπνον καὶ βάρος εἰς τὴν κεφαλὴν 
διὰ νὰ μὴ σηκωθοῦν νὰ ὑπάγουν εἰς τὴν ἐκκλησίαν, καὶ οὕτω κάμνουν
 καὶ αὐτοὶ τὰ θέλημα μας. Ἐκεῖνοι ὅμως ὁποῦ γυρίζουν εἰς θεογνωσίαν,
 φεύγωμεν ἀπ΄αὐτοὺς καὶ πηγαίνομεν εἰς ἐκείνους ὁποῦ κάμνουν τὸ 
θέλημα μας, νὰ ἔχουν καὶ νὰ κρατοῦν τὸν βίον τους σιμά των ὡς νὰ 
δουλεύουν τὰς Κυριακὰς καὶ τὰς ἑορτὰς νὰ μὴν τιμοῦν.

Ἐκεῖνοι ὅμως ὁποῦ τιμοῦν τοὺς ἁγίους, παρακαλοῦν καὶ οἱ Ἅγιοι
 δι αὐτοὺς τὸν Θεόν, καὶ συγχωροῦνται αἱ ἁμαρτίαι των, καὶ 
ξαναφεύγουν ἀπὸ ἡμᾶς, καὶ ἡμεῖς θρηνοῦμεν πῶς τοὺς ἐχάσαμεν, 
διατὶ δὲν κάμνουν πλέον τὸ θέλημα μας, καὶ διὰ τοῦτο ὁ πρῶτος μας, 
πολλὰ συγχίζεται καὶ θλίβεται δι' αὐτούς, τότε δὲ κάμνει σύναξιν 
μεγάλην εἰς ὅλους τοὺς Δαίμονας καὶ πολλὰ πολλὰ τοὺς μαλώνει 
καὶ τοὺς ὑβρίζει, πῶς δὲν ἠμπόρεσαν νὰ κάμουν σκάνδαλα εἰς τοὺς 
χριστιανούς, τοὺς ἐορτάζοντας τὰς Κυριακάς, διὰ τοῦτο μαλώνει 
ἡμᾶς καὶ τότε πηγαίνομεν καὶ ἡμεῖς καὶ τοὺς ἀνακατώνομεν καὶ 
οὕτω κάμνουν πάλιν τὸ θέλημα μας, καὶ ἐπιστρέφομεν εἰς τὸν αὐθέντην
 μας, καὶ μᾶς χαίρεται κατὰ πολλάς, καὶ μᾶς ἀξιόνει εἰς περισσοτέραν 
τιμήν, καὶ πάλιν στέλλει καθ' ἕναν ἀπὸ ἡμᾶς εἰς διαφόρους ὑπηρεσίας, 
δηλαδὴ ἄλλους εἰς τὴν θάλασσαν νὰ παρακινοῦν τοὺς ναύτας νὰ πνίγουν 
τοὺς ἐπιβάτας διὰ νὰ πάρουν τὸν βίον τοὺς ἂν ἔχουν, ἄλλους εἰς τὰ 
ποτάμια, καὶ πάλιν στέλλει τὸν ἔξαρχον μὲ ἑκατὸν πεντήκοντα Δαίμονας 
νὰ ταράσσουν τὴν θάλασσαν διὰ νὰ κινδυνεύουν τὰ καράβια, 
καὶ νὰ ἀγανακτοῦν οἱ ναῦται καὶ νὰ ὑβρίζουν τὴν πίστιν τους, καὶ νὰ 
λέγουν πολλὰς ἄλλας βλασφημίας, ἄλλους διὰ νὰ φονεύουν τοὺς ἀνθρώπους, 
καὶ ἄλλους εἰς τὰ παιγνίδια διὰ νὰ κάμουν σκάνδαλα νὰ μαλώνουν καὶ νὰ ὑβρίζωνται 
ἕνας τὸν ἄλλον ἄνθρωπον, οἱ ὁποῖοι ἀπὸ ὁλίγον εἰς ὁλίγον πιάνονται καὶ
 δέρνονται καὶ ἔτζι κάμνουν τὸ θέλημα μας, δίδοντες εἰς αὐτοὺς πολὺν θυμὸν
 διὰ νὰ χάνουν τὸν μισθὸν τους ἀπὸ τὸν Ἅγιον ὁποῦ ἐορτάζουν, καὶ ἄλλοι 
πάλιν δαίμονες εἰσχωροῦν εἰς ἀνδρόγυνα καὶ κάμνουν πολλὴν μάχην,
 καὶ ἄλλοι εἰς ἐκείνους ὁποῦ ἔχουν περισσὸν βίον, διὰ νὰ σκληρύνουν, 
τὰς καρδίας τῶν καὶ νὰ μὴ λυπῶνται τοὺς πτωχοὺς διόλου, ἀλλὰ μόνον 
νὰ παίρνουν τῶν πτωχῶν τὸ ἀμπέλι, ἢ τὸ χωράφι, καὶ διὰ τοῦτο σπουδάζομεν 
πολὺ νὰ μὴ λυπῶνται οἱ πλούσιοι τοὺς πτωχούς".

Τότε λέγει του ὁ Ἅγιος "Ὁρκίζω σὲ εἰς τὸν Θεὸν τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, 
νὰ μοῦ εἰπῇς καὶ τοῦτο τὶ ἔχετε ἐσεῖς οἱ δαίμονες μὲ τοὺς πτωχούς;"

Λέγει του ὁ Δαίμων "Ἡμεῖς ἀπὸ τοὺς πτωχοὺς διάφορον δὲν ἔχομεν, 
παρὰ ἀπὸ ἐκείνους ὁποῦ κλέπτουν, ἐπειδὴ καὶ αὐτοὶ εἶναι ἰδικοὶ μας δοῦλοι 
ἀλλὰ ἀπὸ ἐκείνους ὁποῦ φυλάττουν τὴν πίστιν τους διάφορον δὲν ἔχομεν."

Λέγει του ὁ Ἅγιος "Ἀμὴ ἐκείνους ὁποῦ δίδουν τὰ ἀργύρια τους μὲ
 τὸ διάφορον πῶς τοὺς ἔχετε;"

Λέγει του ὁ Δαίμων "Αὐτοὶ εἶναι ἰδικοὶ μας φίλοι."

Λέγει του ὁ Ἅγιος "Ἀμὴ ἐκείνους ὁποῦ μαντεύουν πῶς τοὺς ἔχετε;"

Λέγει του ὁ Δαίμων "Αὐτοὶ εἶναι ὡσὰν μανάδες μας, ἐπειδὴ πλανοῦν 
τὸν κόσμον, καὶ ἔρχεται πρὸς ἡμᾶς καὶ ἔχομεν πολὺ διάφορον ἀπὸ αὐτούς, 
διατὶ ἀφίνουν τὸν Θεόν, καὶ κάμνουσι τὸ ἰδικὸν μας θέλημα, ἐπειδὴ κάμνουν
 τὸν ἑαυτόν τους διὰ Θεὸν καὶ προσκαλοῦν ἡμᾶς διὰ νὰ δώσωμεν εἰς τὸν
 ἄρρωστον τὴν ὑγείαν του, καὶ τότε ὁ μαντατοφόρος Δαίμων στέλλει
 δώδεκα ὑπηρέτας νὰ κάμουν φαντασίαν, πῶς ἀπὸ τὴν μαντείαν ἐσηκώθη
 ὁ ἄρρωστος, καὶ εὐθύς, ὁ μαντατοφόρος Δαίμων γράφει εἰς τὸ κατάστιχον
 του ἐκείνους ὁποῦ κάμνουν τὴν ἁμαρτίαν καὶ τὸ θέλημα του, διὰ τοῦτο 
καὶ ὁ αὐθέντης μας πολλὰ τοὺς χαίρεται, καὶ τοὺς ἀξιόνει εἰς μεγαλητέραν τιμήν.

Λέγει του ὁ Ἅγιος "Ἐκείνους ὁποῦ δὲν τιμοῦν τὴν ἁγίαν Κυριακὴν πῶς τοὺς ἔχετε;"

Λέγει του ὁ Δαίμων "Ὡσὰν οἱ γονεῖς τὰ παιδία των - διατὶ ἡμέραν Κυριακὴν
 μᾶς ἅρπαξεν ὁ Χριστὸς ὅσους εἴχαμεν εἰς τὴν κόλασιν."

Λέγει του ὁ Ἅγιος "Διατὶ ἐβάλλατε τοὺς Ἑβραίους καὶ τὸν ἐσταύρωσαν;"

Λέγει του ὁ Δαίμων "Δὲν τὸ ἠξεύραμεν ὅτι ἦτον ὁ Θεός, ἀμὴ ἐνομίζαμεν αὐτὸν
 διὰ Προφήτην καὶ ἠπατήθημεν. Διότι τὰς βουλὰς τοῦ Θεοῦ κανεὶς δὲν τὰς ἠξεύρει. 
Λοιπὸν παρακαλῶσε Ἀντώνιε, ἄφησέ με νὰ ὑπάγω, διότι πολὺ ἄργησα, 
καὶ πλέον μὲ τοὺς ἀδελφούς μου δὲν θὰ ἔχω ἀνάπαυσιν."

Λέγει του ὁ Ἅγιος, "Ζῇ Κύριος ὁ Θεός μου, δὲν σὲ ἀφίνω ἂν δὲν μοῦ εἰπῇς 
ἀκόμη τὰς πανουργίας τῶν δαιμόνων."

Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Δαίμων λέγει πρὸς τὸν Ἅγιον 
"Πολὺ κακὸν ἔκαμες εἰς ἐμέ, Ἀντώνιε, καὶ μὲ ἀργοπορεῖς κάθοντάς 
με ἐδῶ ἀδιαφόρευτον. Καὶ κατὰ πολλὰ ζημιώνομαι, χάνοντας 
καὶ τὴν ὑπόληψίν μου ἀπὸ τὸν αὐθέντην μου."

Λέγει του ὁ Ἅγιος εἶπέ μοι καὶ τοῦτο "Αὐτοὺς ὁποῦ δὲν ἀγαποῦν 
ἕνας τὸν ἄλλον, πῶς τοὺς ἔχετε";

Λέγει ὁ Δαίμων "Ἐδικοὶ μας κουμπάροι εἶναι, διότι καὶ ἡμεῖς ἀγάπην 
ἀναμεταξὺ μας δὲν ἔχομεν, καὶ ἐκεῖ ὁποῦ εὑρίσκεται ἡ ἀγάπη δὲν
 ἠμποροῦμεν νὰ ἐμβῶμεν εἰς αὐτοὺς διὰ νὰ ἐνεργήσωμεν ὅλα ἐκεῖνα 
ὁποῦ θέλομεν καὶ ἀρέσουν τοῦ αὐθεντὸς μας, διότι ὁ Θεὸς δὲν ἐπιθυμεῖ
 περισσότερον ἄλλο ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, εἰμὴ τὴν ἀγάπην, διὰ τοῦτο
 καὶ ἐκεῖνοι ὁποῦ ἔχουν τὴν ἀγάπην πρὸς τοὺς γειτόνους των, στεκόμεθα
 μακρὰν ἀπὸ αὐτούς.

Λέγει του ὁ Ἅγιος "Ἀμὴ αὐτοὺς ὁποῦ δίδουν ἐλεημοσύνην εἰς τοὺς πτωχοὺς
 πῶς τοὺς ἔχετε";

Λέγει του ὁ Δαίμων "Πολλαῖς μαχαιριαῖς ἐμπήγουν εἰς τὴν καρδίαν μας
 ὅλοι ἐκεῖνοι ὁποῦ λυποῦνται τοὺς πτωχούς, διότι εὐσπλαγχνίζεται καὶ αὐτοὺς
 ὁ Θεός, καὶ ἅμα δώσουν τὴν ἐλεημοσύνην εἰς τοὺς πτωχοὺς σβύνονται ἀπὸ
 τὸ κατάστιχον τῶν γραμμάτων μας αἱ ἁμαρτίαι των, καὶ ἡμεῖς χάνομεν τὸν 
κόπον μας, καὶ δὲν ἔχομεν ἀπὸ αὐτοὺς ποσῶς διάφορον."

Λέγει του ὁ Ἅγιος "Ἀμὴ ἐκείνους ὁποῦ κρατοῦν τὸ δίκαιον τῶν πτωχῶν, 
πῶς τοὺς ἔχετε;"

Λέγει του ὁ Δαίμων "Αὐτοὶ εἶνε τραπεζῖται ἐδικοὶ μας, ἐπειδὴ αὐτοὶ 
ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος πέρνουν τὸ δίκαιον τῶν πτωχῶν, καὶ ἀπὸ τὸ ἄλλο 
τὸ ἁρπάζομεν ἡμεῖς, καὶ διὰ τοῦτο ποτέ τους δὲν χορταίνουν,
 καὶ εἰς αὐτὸ χαιρόμεθα πολὺ• ἀλλὰ δὲν ἤξευρα πῶς ἔχεις νὰ μὲ 
κρατήσῃς ἐδῶ τόσον καιρόν, ἀλλὰ ἤθελα νὰ φύγω μακρὰν 
ἀπὸ ἐσένα ὥσπερ δαίμων".

Λέγει του ὁ Ἅγιος "Καὶ ἐγὼ θαυμάζω πῶς ἐσεῖς οἱ δαίμονες κάμνετε 
τόσον κακὸν εἰς τὸν κόσμον"

Λέγει του ὁ Δαίμων "Διὰ τοῦτο μᾶς ἐκαταράσθη ὁ Θεός, 
διὰ νὰ μὴν ἔχωμεν κανένα καλόν, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν καλωσύνην ν΄ἀπέχωμεν 
πάντοτε καὶ διὰ τοῦτο ἐργαζόμεθα κάθε λογῆς κακὸν εἰς τὸν κόσμον,
 ὡς καὶ εἰς τοὺς βασιλεῖς, καὶ εἰς τοὺς πατριάρχας, καὶ εἰς τοὺς μητροπολίτας
 καὶ εἰς τοὺς ἱερεῖς καὶ μοναχοὺς καὶ ὁσίους καὶ εἰς τοὺς πτωχοὺς καὶ πλουσίους, 
καὶ εἰς ὅλους δίδομεν σχεδὸν τὴν φιλαργυρίαν, τὴν μάχην, τὴν ζηλίαν, 
τὸν φθόνον καὶ ὅλα τὰ ἐπίλοιπα κακά, καὶ ὡς ἐκ τούτου γίνονται φίλοι μας.
 Καὶ τὶ νὰ σὲ εἰπῶ, Ἀντώνιε, αἱ τέχναι μας εἶναι ἀμέτρηται."

Λέγει του ὁ Ἅγιος "Ἀμὴ εἰς τὰ παιδία τὶ κάμνετε ἐκεῖ ὁποῦ παίζουν;"

Λέγει του ὁ Δαίμων "Ἐκεῖ ἔχομεν ἡμεῖς τὴν χάριν μας καὶ κάμνομεν πολλὰς 
τέχνας διὰ νὰ σφαγοῦν ἢ νὰ ἐβγάλουν τὰ ὀμμάτια τους, ἢ νὰ τσακίσουν τὰ χέρια 
τοὺς καὶ τὰ ποδάρια τοὺς, καὶ ἀλλὰ πολλὰ κακὰ ἐργαζόμεθα διὰ νὰ θυμώνεται 
τὸ ἕνα κατὰ τοῦ ἄλλου, καὶ νὰ πηγαίνουν οἱ γονεῖς των εἰς τὰ κριτήρια καὶ εἰς 
τοὺς αὐθεντάδες νὰ ἐξοδιάζουν τὸ βίον τους καὶ νὰ χαλοῦν τὰ ὑπάρχοντα 
τους καὶ νὰ τὰ φθείρουν τοῦ κακοῦ, ἐπειδὴ αὐτὸ εἶναι διάφορον ἐδικόν μας
 ὁποῦ ἔχωμεν καὶ ἀπὸ τὰ δύο μέρη."

Λέγει του ὁ Ἅγιος "Ἀμὴ εἰς τὸν διδάσκαλον, ὁποῦ μανθάνει 
τὰ παιδία ἱερὰ γράμματα, ὑπάγετε καὶ ἐκεῖ νὰ κάμνετε σκάνδαλα;"

Λέγει του ὁ Δαίμων "Εἰς αὐτὰ ὑπάγομεν, ἀμὴ στεκόμεθα ἀπὸ μακράν, 
διότι κρατοῦν τὰ βιβλία καὶ διαβάζουν τὰ γράμματα, μὲ τὰ ὁποῖα 
πολλά μᾶς κατακρίνουν καὶ μᾶς κατηγοροῦν, διὰ τοῦτο δὲν ὑπάγωμεν
 σιμά των, παρ΄ὅταν παύσουν καὶ δὲν διαβάζουν, τότε ὑπάγωμεν
 κοντά των καὶ βάνωμεν εἰς αὐτὰ πολλοὺς λογισμοὺς διὰ νὰ μισοῦν 
τὸ γράμματα, διὰ νὰ μὴ διαβάζουν, ὥστε νὰ μισοῦν τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ, 
καὶ νὰ κάμνουν τὸ θέλημα μας, διατὶ διαβάζοντας πολλὰ ἀπὸ αὐτὰ τὰ
 παιδία γυρίζουν εἰς θεογνωσίαν καὶ ἔχουμεν πολλὴν ἀδικίαν ἀπὸ αὐτά,
 καὶ διὰ τοῦτο σπουδάζομεν νὰ κάμνουν τὸ θέλημα μας βάνοντας εἰς αὐτά,
 μεγάλας παιδεύσεις καὶ τιμωρίας, καὶ τότε τὰ γράφομεν εἰς τὸ κατάστιχον
 μας, συντρίβοντες ἀπὸ αὐτὰ τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ ἐπειδὴ ὅσοι ἀναγινώσκουν
 τὰ γράμματα πολλὰ μᾶς ὑβρίζουν, καὶ διὰ τοῦτο κάμνομεν τὰ παιδία 
νὰ μισοῦν τὰ γράμματα, καὶ νὰ μὴ θέλουν νὰ τὰ ἰδοῦν, κάμνοντες καὶ τοὺς
 γονεῖς των νὰ γίνωνται ἀμελεῖς καὶ νὰ μὴν τὰ παιδεύουν εἰς τὰ γράμματα"
 ἐπειδὴ διὰ τῶν ἱερῶν γραμμάτων δοξάζεται ὁ Θεὸς διὰ τὴν πολλὴν χάριν 
ὁποῦ ἔχουν.

Ταῦτα ἄκουσας ὁ Ἅγιος παρὰ τοῦ Δαίμονος, εἶπεν εἰς αὐτὸν 
«Ἐπιτιμήσει σὲ Κύριος ὁ Θεός, διάβολε, εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον, 
τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τῆς ἀγγέλοις αὐτοῦ». 
Καὶ παρευθὺς ἔγεινεν ἄφαντος ὁ Δαίμων ἀπ´ αὐτόν. 

Καὶ μείνας ὁ Ἅγιος ἐκστατικὸς ἐκείνην τὴν ὥραν, εἶπε "Θεὲ Παντοκράτωρ 
καὶ Κύριε τοῦ ἐλέους, ὁ ποιήσας τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν καὶ τὴν θάλασσαν 
καὶ πάντα τὰ ἐν αὐτοῖς, αὐτὸς δεσπότα φιλάνθρωπε, ἐλευθέρωσόν με ἀπὸ 
τὰς χεῖρας τοῦ παμπόνηρου διαβόλου" καὶ ποιήσας προσευχὴν ὁ Ἅγιος 
ὕπνωσεν ὁλίγον. Προσελθὼν λοιπὸν Ἄγγελος Κυρίου εἶπε πρὸς αὐτὸν "
Ἀντώνιε, εἶδες τὸν πονηρὸν δαίμονα;" Ναί, εἶδα αὐτὸν ἀπεκρίθη
 ὁ Ἅγιος -ἀμὴ ποῖος εἶσαι ὁποῦ μοῦ συντυχαίνεις; Λέγει του ὁ Ἄγγελος 
"Ἐγὼ εἶμι ὁ Ἀρχάγγελος Γαβριὴλ καὶ ἤλθα νὰ σοῦ εἰπῶ νὰ γράψεις τὰς 
πανουργίας τῶν δαιμόνων καὶ νὰ τὰς φανέρωσης εἰς τὸν Κόσμον".

Ἔξυπνος δὲ γενόμενος ὁ ὅσιος, ἐνεθυμήθη τὰ λόγια τοῦ Ἀγγέλου, 
καὶ εὐχαριστήσας τὸν Θεόν, εἶπεν "Εὐχαριστῶ σοι Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ 
ὁ Θεὸς τῶν Δυνάμεων, ὁποῦ ἔστειλας τὸν Ἄγγελόν σου λέγοντάς μου
 νὰ γράψω τὰς πανουργίας τῶν δαιμόνων, πῶς αὐτοὶ κάμνουσι φθόνους,
 φόνους, μάχας καὶ ζηλοφθονίας μεταξὺ τῶν Χριστιανῶν καὶ ἐνεργοῦν 
εἰς αὐτοὺς νὰ ἐχθρεύωνται ἕνας τὸν ἄλλον, νὰ μὴν τιμοῦν τὴν ἁγίαν 
Κυριακήν, ὁποῦ ἔγεινεν ἡ ἀνάστασις τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος 
ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ"

Διὰ τοῦτο τέκνα μου ἀγαπητὰ ἐν Χριστῷ, παρακαλῶ νὰ ἀκούσητε ταύτην
 μου τὴν νουθεσίαν, καὶ νὰ ἀπέχητε ἀπὸ κάθε λογῆς παιγνίδια καὶ ἀτοπήματα,
 ἐπειδὴ αὐτὰ χαίρονται νὰ βλέπουν οἱ πονηροὶ δαίμονες, ὁποῦ προξενοῦν 
εἰς τοὺς ἀνθρώπους ἀμέτρητα σκάνδαλα, καὶ νὰ παρακαλῆτε τὸν Θεὸν νὰ
 σᾶς ἐλευθερώσῃ ἀπὸ ὅλα τὰ κακὰ καὶ τὰς ἐνέδρας τοῦ μιαροῦ ἐχθροῦ μας, 
δαίμονος, καὶ νὰ ἔχωμεν τὸν Θεὸν βοηθὸν μας, οὗ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς \
τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Δευτέρα, Ιανουαρίου 14, 2013

Μέγας Ἀντώνιος - Παραινέσεις, περὶ Ἤθους καὶ Χρηστῆς Πολιτείας


1. Η ΛΟΓΙΚΗ ΤΗΣ ΘΕΟΣΕΒΕΙΑΣ

Οἱ ἄνθρωποι καταχρηστικὰ λέγονται λογικοί. Δὲν εἶναι λογικοὶ ὅσοι ἔμαθαν ἁπλῶς τὰ λόγια καὶ τὰ βιβλία τῶν ἀρχαίων σοφῶν, ἀλλ᾿ ὅσοι ἔχουν τὴ λογικὴ ψυχὴ καὶ μποροῦν νὰ διακρίνουν ποιὸ εἶναι τὸ καλὸ καὶ ποιὸ τὸ κακὸ καὶ ἀποφεύγουν τὰ πονηρὰ καὶ βλαβερὰ στὴν ψυχή, τὰ δὲ ἀγαθὰ καὶ ψυχωφελῆ, τὰ ἀποκτοῦν πρόθυμα μὲ τὴ μελέτη καὶ τὰ ἐφαρμόζουν μὲ πολλὴ εὐχαριστία πρὸς τὸν Θεό. Αὐτοὶ μόνοι πρέπει νὰ λέγονται ἀληθινὰ λογικοὶ ἄνθρωποι.

2. Ο ΑΛΗΘΙΝΑ ΛΟΓΙΚΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ

Ὁ ἀληθινὰ λογικὸς ἄνθρωπος ἕνα μόνο ζῆλο ἔχει: νὰ πείθεται καὶ νὰ ἀρέσει στὸ Θεὸ τῶν ὅλων.
Σ᾿ αὐτὸ καὶ μόνον πρέπει νὰ ἐκπαιδεύει τὴν ψυχή του, ὥστε ν᾿ ἀρέσει στὸ Θεό, εὐχαριστώντας γιὰ τὴν τόσο μεγάλη Του πρόνοια καὶ ρύθμιση τῶν ὅλων, ὁτιδήποτε κι᾿ ἂν τοῦ τύχη στὴ ζωή του.
Γιατὶ εἶναι ἄτοπο, τοὺς μὲν Ἰατρούς, ποὺ μᾶς δίδουν καὶ πικρὰ καὶ δυσάρεστα φάρμακα, νὰ τοὺς εὐχαριστοῦμε γιὰ τὴν ὑγεία τοῦ σώματός μας, πρὸς τὸν Θεὸν δὲ νὰ εἴμαστε ἀχάριστοι, γιὰ τὰ πράγματα ποὺ μᾶς φαίνονται δυσάρεστα καὶ δύσκολα καὶ νὰ μὴν γνωρίζομε, ὅτι ὅλα γίνονται ὅπως πρέπει καὶ πρὸς τὸ συμφέρον μας κατὰ τὴν Πρόνοιά Του.
Ἡ γνώσις (τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ) καὶ ἡ πίστη στὸ Θεό, εἶναι ἡ σωτηρία καὶ ἡ τελειότης τῆς ψυχῆς.

3. ΟΙ ΜΕΓΙΣΤΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΜΑΣ

Τὴν ἐγκράτεια, τὴν ἀνεξικακία, τὴν σωφροσύνη, τὴν καρτερία, τὴν ὑπομονὴ καὶ τὰ ὅμοιά τους, τὶς ἔχουμε πάρει σὰν μέγιστες καὶ ἐνάρετες δυνάμεις ἀπὸ τὸ Θεό. Αὐτὲς ἀντιπαρατάσσονται καὶ ἀντιστέκονται καὶ βοηθοῦν σὲ ὅλες ἐκεῖνες τὶς δυσκολίες ποὺ προέρχονται ἐκεῖθεν (ἀπὸ τὸν ἀντικείμενων ἐχθρὸ - τὸν διάβολο).
Ἐὰν τὶς γυμνάζομε καὶ τὶς ἔχομε πρόχειρες τὶς δυνάμεις αὐτές, τότε πιὰ τίποτε δὲν φαίνεται νὰ μᾶς γίνεται δύσκολο ἢ ὀδυνηρὸ ἢ ἀφόρητο, γιατὶ ἀναλογιζόμαστε πὼς ὅλα εἶναι ἀνθρώπινα καὶ νικῶνται ἀπὸ τὶς (παραπάνω) ἀρετὲς ποὺ ἔχομε μέσα μας.
Αὐτὸ δὲν τὸ σκέπτονται οἱ ψυχικὰ ἀνόητοι. Διότι οὔτε κἂν λογαριάζουν πὼς ὅλα γίνονται καλὰ καὶ ὅπως πρέπει πρὸς τὸ συμφέρον μας, γιὰ νὰ λάμψουν τελείως οἱ ἀρετὲς καὶ νὰ στεφανωθοῦμε (βραβευθοῦμε) ἀπὸ τὸ Θεό.

4. Η ΕΠΙΘΥΜΙΑ ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΣ

(Θὰ εἶσαι πνευματικὸς ἄνθρωπος), ὅταν λογαριάζεις γιὰ φαντασία καὶ μόνον καὶ μάλιστα ὀλιγοχρόνια τὴν ἀπόκτηση χρημάτων καὶ τὴν ἄφθονη χρησιμοποίησή τους καὶ ὅταν γνωρίζεις ὅτι ἡ ἐνάρετη καὶ ἀρεστὴ στὸ Θεὸ πολιτεία διαφέρει πολὺ ἀπὸ τὸν πλοῦτο.
Ὅταν τὸ μελετᾶς αὐτό, ἀσφαλῶς καὶ τὸ διατηρεῖς στὴ μνήμη σου, δὲν θὰ στενάξεις, δὲν θὰ θρηνήσεις καὶ δὲν θὰ κατηγορήσεις κανέναν, ἀλλὰ γιὰ ὅλα θὰ εὐχαριστήσεις τὸ Θεό, βλέποντας τοὺς χειρότερους ἀπὸ σένα νὰ στηρίζονται στὰ λόγια καὶ στὰ χρήματα.
(Ἔχε ὑπ᾿ ὄψη σου, ὅτι τὰ χρήματα) εἶναι τὸ χειρότερο πάθος τῆς ψυχῆς, καθὼς καὶ ἡ ἐπιθυμία, ἡ δόξα καὶ ἡ ἄγνοια.

5. ΤΙ ΚΑΝΕΙ Ο ΛΟΓΙΚΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ

Ὁ λογικὸς ἄνθρωπος ἐξετάζοντας τὸν ἑαυτό του, δοκιμάζει ποιὰ πράγματα τοῦ πρέπουν καὶ τὸν συμφέρουν, ποιὰ εἶναι ζητήματα τῆς ψυχῆς καὶ ὠφέλιμα καὶ ποιὰ ξένα πρὸς τὴν ψυχή. Ἔτσι ἀποφεύγει ὅσα βλάπτουν τὴν ψυχή, διότι τοῦ εἶναι ξένα καὶ τὸν χωρίζουν ἀπὸ τὴν ἀθανασία.

6. ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΤΗΣ ΕΥΤΥΧΙΑΣ Η ΜΕΤΡΙΑ ΖΩΗ

Ὅσον μετριότερα ζεῖ κανείς, τόσο εὐτυχέστερος εἶναι (εὐδαίμων), γιατὶ δὲν φροντίζει γιὰ πολλά, γιὰ δούλους, γεωργοὺς καὶ ν᾿ ἀποκτήσει ζῷα.
Διότι ὅταν προσηλωνόμαστε σ᾿ αὐτὰ καὶ περιπέσομε ἀργότερα στὶς δυσχέρειες ποὺ τὰ ἐπακολουθοῦν, κατηγοροῦμε τὸ Θεὸ (ὡς αἴτιον).
Ἀπὸ τὴν αὐθαίρετη αὐτὴ ἐπιθυμία μας (τὸν πλοῦτο), ποτίζεται ὁ θάνατος καὶ ἔτσι πλανημένοι μένομε στὸ σκοτάδι τῆς ἁμαρτωλῆς ζωῆς, χωρὶς νὰ μποροῦμε νὰ ἀναγνωρίσουμε τοὺς ἑαυτούς μας.

7. ΔΥΣΚΟΛΗ ΑΛΛΑ ΚΑΤΟΡΘΩΤΗ Η ΑΡΕΤΗ

Πρέπει νὰ μὴ λέμε ὅτι δὲν εἶναι δυνατὸν στὸν ἄνθρωπο νὰ ἐπιτύχει ἐνάρετο βίο, ἀλλὰ μόνον ὅτι δὲν εἶναι εὔκολο. Οὔτε εἶναι εὔκολο νὰ τὸ ἀντιληφθοῦν αὐτὸ οἱ τυχόντες ἄνθρωποι. Συμμετέχουν σὲ ἐνάρετη ζωὴ ὅσοι εἶναι εὐσεβεῖς καὶ ἔχουν νοῦν θεοφιλῆ (ποὺ σκέπτονται ὅπως ἀρέσει στὸ Θεό). Γιατὶ ὁ κοινὸς νοῦς, εἶναι κοσμικὸς (σκέπτεται κατὰ τὸ θέλημα τοῦ ἀνθρώπου) καὶ εὐμετάβολος, ποὺ παρέχει νοήματα ἀγαθὰ καὶ κακά, ἀφοῦ ἐπηρεάζεται ἀπὸ τὰ φυσικὰ πράγματα καὶ ρέπει πρὸς τὴν ὕλη.
Ἐνῷ ὁ θεοφιλὴς νοῦς, τιμωρεῖ τὴν κακία τὴν ὁποία ἐνσωματώνονται αὐτοπροαίρετα οἱ ἄνθρωποι ἀπὸ ρᾳθυμία.

8. ΟΙ ΑΠΑΙΔΕΥΤΟΙ

Οἱ ἀγράμματοι καὶ ἀκαλλιέργητοι ἄνθρωποι, θεωροῦν τὰ λόγια γελοῖο πρᾶγμα καὶ δὲν θέλουν νὰ τ᾿ ἀκοῦνε, ἐπειδὴ ἐλέγχεται ἡ ἀγραμματοσύνη τους καὶ θέλουν νὰ εἶναι ὅλοι ὅμοιοί τους.
Κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο καὶ ὅσοι ζοῦν καὶ συμπεριφέρονται ἀκόλαστα, φροντίζουν (νὰ ἀποδείξουν) ὅτι ὅλοι εἶναι χειρότεροί τους, νομίζοντας πὼς ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν κακῶν θὰ ἐπιτύχουν τὸ ἀκατηγόρητο γιὰ τοὺς ἑαυτούς των.
Ἡ ἄτονη (χαλαρὴ καὶ νωθρή) ψυχή (τους) θολώνει ἀπὸ τὴν κακία ποὺ περιλαμβάνει ἀσωτία, ὑπερηφάνεια, ἀπληστία, ὀργή, προπέτεια, λύσσα, φόνο, ὀδυρμό, φθόνο, πλεονεξία, ἁρπαγή, πόνο, ψεῦδος, ἡδονή, ὀκνηρία, λύπη, δειλία, ἀρρώστια, μίσος, κατηγορία, ἀδυναμία, πλάνη, ἄγνοια, ἀπάτη, λήθη Θεοῦ.
Μὲ τέτοια καὶ παρόμοια (κακίες) τιμωρεῖται ἡ ἄθλια ψυχὴ ποὺ χωρίζει τὸν ἑαυτό της ἀπὸ τὸ Θεό.

9. ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΑΡΕΤΗΣ

Αὐτοὶ ποὺ λένε ὅτι θέλουν νὰ ζήσουν τὴν ἐνάρετη καὶ εὐλαβῆ καὶ ἔνδοξη ζωή, δὲν πρέπει νὰ κρίνονται ἀπὸ τὸ πλαστὸ ἦθος (ἐξωτερικὴ συμπεριφορά), οὔτε ἀπὸ τὴν ψεύτικη πολιτεία, ἀλλὰ νὰ κρίνονται ἀπὸ τὰ ἴδια τὰ ἔργα τους, ὅπως οἱ τεχνίτες, ζωγράφοι καὶ ἀνδριαντοπλάστες, διότι αὐτὰ δείχνουν θετικὰ τὴν ἐνάρετη καὶ θεοφιλῆ πολιτεία τους καὶ ἀπὸ τὸ ἐὰν ἀποστρέφονται σὰν παγίδες ὅλες τὶς πονηρὲς ἡδονὲς (πράγμα ποὺ δείχνει ἀρνητικὰ τὴν ἐνάρετη πολιτεία τους).

10. Ο ΠΛΟΥΣΙΟΣ ΚΑΙ ΕΥΓΕΝΗΣ

Ἀπ᾿ αὐτοὺς ποὺ σκέπτονται σωστά, θεωρεῖται κακότυχος ὁ πλούσιος καὶ εὐγενής, ὅταν δὲν ἔχει καλλιέργεια ψυχικὴ καὶ ὅλες του βίου τὶς ἀρετές.
Ὅπως (ἀντίθετα) ὁ φτωχὸς καὶ τυχὸν δοῦλος θεωρεῖται εὐτυχής, ἂν εἶναι στολισμένος μὲ παίδευση (τῆς ψυχῆς) καὶ μὲ ἀρετὴ τοῦ (βίου.)
Ὅπως περιπλανῶνται οἱ ξένοι στοὺς δρόμους, ἔτσι καταστρέφονται καὶ χάνονται, πλανεμένοι ἀπὸ τὶς ἐπιθυμίες καὶ ὅσοι δὲν δείχνουν ἐπιμέλεια γιὰ ἐνάρετη ζωή πηγή

Αγίου Αθανασίου: «Απόσπασμα από τον βίο και πολιτεία του Οσίου Πατρός ημών Αντωνίου»


Κάποτε λοιπόν δύο φιλόσοφοι ήλθαν προς αυτόν, ειδωλολάτρες, που νόμιζαν ότι μπορούν να ελέγξουν τον Αντώνιο. Ήταν στο όρος το έξω. Ο Αντώνιος κατάλαβε ποιοί άνθρωποι είναι όταν τους είδε και εξήλθε προς αυτούς και είπε με διερμηνέα: “Γιατί τόσο πολύ κοπιάσατε να έλθετε, ω φιλόσοφοι, προς ανόητο άνθρωπο;” Όταν είπαν αυτοί ότι δεν είναι ανόητος, αλλά και πολύ φρόνιμος, είπε προς αυτούς: “Αν μεν προς ανόητο ήλθατε, περιττός ο κόπος σας. Αν όμως θεωρείτε ότι είμαι φρόνιμος, να γίνετε όπως είμαι εγώ. Επειδή πρέπει να μιμούμαστε τα καλά. Και αν μεν εγώ ερχόμουν προς εσάς, τότε θα εμιμόμουν εσάς. Αν όμως εσείς (ήλθατε) προς εμένα, να γίνετε όπως εγώ. Επειδή είμαι Χριστιανός. Αυτοί θαυμάζοντας ανεχώρησαν επειδή έβλεπαν και τους δαίμονες να φοβούνται τον Αντώνιο.
Όταν άλλοι από αυτούς τον συνάντησαν προς το όρος το έξω και νόμισαν ότι θα τον χλευάσουν επειδή δεν είχε μάθει γράμματα, είπε προς αυτούς ο Αντώνιος: “Εσείς τι λέτε; Ποιό είναι πρώτο, ο νους ή τα γράμματα; και ποιό είναι αίτιο ποίου, ο νους των γραμμάτων, ή τα γράμματα του νου;” Όταν αυτοί απάντησαν ότι πρώτος είναι ο νους και αυτός είναι ο εφευρέτης των γραμμάτων, τους είπε ο Αντώνιος: “Σε όποιον λοιπόν ο νους υγιαίνει, σε αυτόν δεν είναι αναγκαία τα γράμματα”. Με αυτό και τους παρόντες και αυτούς εξέπληξε. Απήλθαν λοιπόν θαυμάζοντας, επειδή τόση πολλή σύνεση έβλεπαν σε αγράματο άνθρωπο. Και επειδή δεν είχε άγριο το ήθος, λόγω του ότι ανατράφηκε στο όρος και εκεί εγέρασε, αλλά ήταν γεμάτος χάρη και κοινωνικός. Και τον λόγο τον είχε νοστιμίσει με το θείο αλάτι, έτσι ώστε κανείς δεν τον φθονούσε, αλλά να χαίρονται με αυτόν, όλοι όσοι έρχονταν προς αυτόν. Μετά από αυτά έτυχε να έλθουν πάλι μερικοί από αυτούς. Κι ήταν από αυτούς που οι ειδωλολάτρες θεωρούσαν σοφούς. Και απαιτούσαν λόγο από αυτόν λόγο περί της πίστης μας στον Χριστό. Και επεχείρησαν να μιλήσουν για το κήρυγμα του Θείου Σταυρού και ήθελαν να χλευάσουν. Ο Αντώνιος λυπήθηκε την άγνοιά τους, έλεγε με διερμηνέα, που καλώς διερμήνευε: “Τι είναι καλύτερο; Να ομολογούμε τον Σταυρό ή μοιχείες και δολοφονίες παιδιών να προσάπτετε σε αυτούς που ονομάζετε θεούς; Επειδή το πρώτο που λέμε εμείς είναι απόδειξη ανδρείας και γνώρισμα καταφρονήσεως θανάτου, ενώ τα δικά σας είναι ασέλγειας πάθη. Έπειτα τι είναι καλύτερο να λέμε, ότι ο Λόγος του Θεού δεν μεταβλήθηκε, αλλά παραμένοντας ο Ίδιος, για την σωτηρία και την ευεργεσία των ανθρώπων, έλαβε σώμα ανθρώπινο, έτσι ώστε να κοινωνήσει την ανθρώπινη φύση και να κάνει τους ανθρώπους να κοινωνήσουν την θεία και νοερή φύση, ή να εξομοιώνετε τον Θεό με άλογα ζώα, και για αυτό να σέβεστε τετράποδα κι ερπετά και ομοιώματα από ανθρώπους; Επειδή αυτά είναι τα σεβάσματα σε εσάς τους σοφούς. Και πως τολμάτε να μας χλευάζετε εμάς επειδή λέμε ότι ο Χριστός φανερώθηκε σαν άνθρωπος, όταν εσείς λέτε ότι η ψυχή χωρίστηκε από τον ουρανό, και λέτε ότι πλανήθηκε η ψυχή και έπεσε από την αψίδα των ουρανών σε σώμα, και μακάρι σε ανθρώπινο, και όχι και σε τετράποδα και σε ερπετά να έρχεται και να πέφτει. Επειδή η δική μας πίστη λέει την παρουσία του Χριστού λόγω της της σωτηρίας των ανθρώπων. Εσείς όμως πλανάσθε όταν λέτε για ψυχή αγέννητη (αδημιούργητη). Και εμείς πιστεύουμε στο δυνατό και φιλάνθρωπο της Πρόνοιας, ότι και αυτό δεν ήταν αδύνατο στον Θεό, όμως εσείς, λέτε ότι η ψυχή είναι εικόνα του Νου, και της
προσάπτετε πτώσεις και μυθολογείτε ότι είναι μεταβλητή. Και λοιπόν λόγω της ψυχής και τον νουν τον θεωρείτε τρεπτό. Επειδή
όποια είναι… ’ρα λοιπόν είναι άξιος χλεύης τούτος (ο Σταυρός) ή μάλλον αυτά που καταργήθηκαν από αυτόν και αποδείχτηκαν αδύναμα; Επειδή και τούτο είναι αξιοθαύμαστο: ότι τα δικά σας ουδέποτε εδιώχθηκαν, αλλά σε κάθε πόλη τιμώνται από τους ανθρώπους, ενώ οι (πιστοί) του Χριστού διώκονται και περισσότερο τα δικά μας από τα δικά σας ανθούν και πληθαίνουν. Και τα δικά σας, αν και τιμώνται και προφυλάσσονται, καταστρέφονται, αλλά η πίστη και διδασκαλία του Χριστού, αν και χλευάζεται από εσάς και πολλές φορές εδιώχθηκε από τους βασιλείς, έχει γεμίσει την οικουμένη. Επειδή πότε (άλλοτε) εξέλαμψε έτσι η θεογνωσία; Και πότε φανερώθηκε έτσι η σωφροσύνη και η αρετή της παρθενίας; Και πότε περιφρονήθηκε έτσι ο θάνατος παρά τότε που πραγματοποιήθηκε ο Σταυρός του Χρ
ιστού; Για τούτο κανείς δεν αμφιβάλλει όταν βλέπει τους μάρτυρες για τον Χριστό να περιφρονούν τον θάνατο και όταν βλέπει τις παρθένες (μοναχές) της Εκκλησίας για τον Χριστό να φυλάνε καθαρά και αμόλυντα τα σώματα.

 πηγή

Δευτέρα, Νοεμβρίου 19, 2012

Τα ψάρια και οι μοναχοί - Μ. Αντώνιος


Όπως ακριβώς τα ψάρια , όταν μείνουν πολύ χρόνο στην ξηρά , ψοφούν , έτσι και οι μοναχοί , που καθυστερούν να επιστρέψουν στο κελί τους ή περνούν τον καιρό τους μαζί με κοσμικούς , χάνουν την  πνευματική ηρεμία τους . Πρέπει , λοιπόν , όπως το ψάρι στη θάλασσα , έτσι κι εμείς να βιαζόμαστε να γυρίσουμε στο κελί , μήπως , αργοπορώντας έξω , ξεχάσουμε την επαγρύπνηση της ψυχής.


                            Ο  ΜΕΓΑΣ  ΑΝΤΩΝΙΟΣ 

Κυριακή, Νοεμβρίου 18, 2012

Από το βίο του Αγίου Αντωνίου


πηγή



Κάποια μέρα, στις τρεις το απόγευμα, ο άγιος, Αντώνιος ετοιμαζόταν να φάει. Καθώς σηκώθηκε να προσευχηθεί, ένιωσε τον εαυτό του ν' αρπάζεται νοερά και το περίεργο είναι ότι, ενώ στεκόταν, έβλεπε την ψυχή του σαν να έχει βγει από το σώμα και να οδηγείται από κάποιους στον αέρα. Έπειτα έβλεπε άλλους, φοβερούς και μοχθηρούς, να στέκονται στον αέρα και να θέλουν να εμποδίσουν τη διάβασή του. Εκείνοι όμως πού τον οδηγούσαν αντιδικούσαν μ' αυτούς πού ζητούσαν λόγο, μήπως ήταν υπεύθυνη απέναντί τους για κάτι. και ενώ ήθελαν να κάνουν έλεγχο της ζωής του από τον καιρό πού γεννήθηκε, οι οδηγοί του Αγίου Αντώνιου τούς εμπόδιζαν, λέγοντας:- ο Κύριος του έσβησε όλες τις αμαρτίες από τη γέννησή του. Μπορείτε να λογαριάσετε μόνο όσα έπραξε αφότου έγινε μοναχός και αφιερώθηκε στό Θεό.
Τότε, επειδή τον κατηγορούσαν χωρίς να μπορούν ν' αποδείξουν τις κατηγορίες, ο δρόμος του έγινε ελεύθερος και ανεμπόδιστος και αμέσως είδε την ψυχή του να επιστρέφει, κι ένιωσε να συνέρχεται και να γίνεται πάλι ο 'Αντώνιος, όπως ήταν πρώτα.
Ξέχασε τότε να φάει και πέρασε την υπόλοιπη μέρα κι όλη τη νύχτα με στεναγμούς και προσευχές. Έμενε εκστατικός, καθώς
 αναλογιζόταν με πόσους έχουμε να παλέψουμε και με τι κόπους πρέπει κανείς να περάσει την εναέρια διάβαση (ώσπου να φτάσει στον ουρανό). και σκεφτόταν ότι αυτό εννοούσε ο απόστολος Παύλος όταν έλεγε, «κατά τον άρχοντα της εξουσίας του αέρος» (Έφ. 2:2). Γιατί ή εξουσία του εχθρού αυτή είναι να πολεμάει και να προσπαθεί να εμποδίσει όσους περνούν από τον εναέριο αυτό δρόμο. Συμβούλευε λοιπόν συνεχώς: "Φορέστε την πανοπλία του θεού, για να μπορέσετε ν' αντισταθείτε την πονηρή μέρα, ώστε να καταντροπιαστεί ο εχθρός, αφού δεν θα έχει να πει κανένα κακό εναντίον μας" (Έφ. 6:13. τι τ. 2:8).


Τετάρτη, Νοεμβρίου 14, 2012

Ο τρόπος γνώσεως του Θεού





Σ` εκείνον που γνωρίζει να διακρίνει τι είναι το αγαθόν
 και ποιο είναι το κακό , δεν του επιτρέπεται να κρίνει
 τους αγαθούς και κακούς . Διότι ο άνθρωπος που
 γνωρίζει τον Θεόν , είναι αγαθός · κι αν δεν είναι
 αγαθός , τίποτα δεν γνωρίζει , ούτε θα μάθει ποτέ
 τίποτα. Διότι το αγαθόν είναι τρόπος γνώσεως του Θεού.


                                                                  

 Άγιος Αντώνιος 

ο Μέγας

 

 

                                                              Ο ΜΕΓΑΣ  ΑΝΤΩΝΙΟΣ  

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...