Η
ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
ΕΝΑΝΤΙ
ΤΩΝ ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΣΕΩΝ
Χρίστου
Βασιλειάδη
Θεολόγου - Φιλολόγου πρ.
Εκπαιδευτικού
H Εκκλησία της Ελλάδος πρωτοαντιμετώπισε το
θέμα των Μεταμοσχεύσεων όχι συστηματικά, ούτε ολοκληρωμένα, άλλ' αποσπασματικά
και περιστασιακά. Το 1971, κάποιος Χριστιανός υπέβαλε ερώτημα
προς την Ιερά Σύνοδο, για το εάν είναι επιτρεπτό να αφήσει, με διαθήκη, δωρεάν
τα μάτια του, μετά το θάνατό του.
Η Νομοκανονική Επιτροπή
της Ιεράς Συνόδου, κατόπιν μελέτης, εισηγήθηκε στις 3 Μαΐου τού
1971, ότι αυτή η πράξη της δωρεάς οργάνων για
Μεταμόσχευση είναι πράξη θεάρεστη, εφόσον δε γίνεται επί χρήμασι.
Τη γνωμοδότηση αυτήν επικύρωσε η Αγία και Ιερά Σύνοδος με την ύπ' αριθμ.
397 /17-6-1971 απόφασή της.
Το 1983,
δεύτερος πιστός υπέβαλε αίτηση-ερώτηση, για το εάν επιτρέπεται να
διαθέσει μετά θάνατον το σώμα του στην Επιστήμη, για σκοπούς ανθρωπιστικούς.
Κατόπιν εισήγησης της Νομοκανονικής Επιτροπής, η Ιερά Σύνοδος απάντησε την
9/6/1983 καταφατικώς στον ερωτήσαντα
Χριστιανό, θέσασα όμως ως όρο, μετά το θάνατον του, να τού ψαλεί πρώτον
η νεκρώσιμος Ακολουθία και μετά να παραδοθεί το νεκρό σώμα του στην
Επιστήμη.
Την πρωτοχρονιά τού
1985, ο τότε Προκαθήμενος της Ελλαδικής Εκκλησίας,
Σεραφείμ, θέσας μάλιστα υπό την αιγίδα του την Πανελλήνιο Ένωση
Προσφοράς Ζωής (Π.Ε.ΠΡΟ. ΖΩ.), απηύθυνε προς το Χριστεπώνυμον πλήρωμα της
Εκκλησίας της Ελλάδας, το επί τω νέω έτει 1985 μήνυμά του, με το οποίο
ανακοίνωνε, ότι προσφέρει κι' ο ίδιος, μετά θάνατον, τους νεφρούς και
τους οφθαλμούς του και προέτρεψεν κληρικούς και λαϊκούς, ως
εξής:
«Ας δώσουμε οι
κληρικοί το παράδειγμα, αλλά και ο καθένας ας εμπιστευθεί τα μέλη του (μάτια,
νεφρά) για τη σωτηρία συνανθρώπων μας. Κι ενώ μια ζωή τελειώνει, μια άλλη
σώζεται. Και φεύγει ο πόνος κι η αγωνία και χαρίζουμε, μετά το θάνατό μας, τη
γαλήνη σε κάποιον, που υποφέρει και απελπισμένα αναζητάει τη σωτηρίαν».
(Μήνυμα τού Μακαρ. Αρχ/που Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Σεραφείμ δια το Νέον
Έτος 1985).
Ποιόν όμως
αντίκτυπο είχε και ποια εντύπωση δημιούργησε αυτό το Μήνυμα; Κατά
τινάς, θεωρήθηκε ως η «επισφράγιση της θέσεως της Ελλαδικής Εκκλησίας
έναντι των Μεταμοσχεύσεων», (Ευαγγ. Κ. Μαντζουνέα, Αι Μεταμοσχεύσεις
εις την Ελλαδικήν Ορθόδοξον Εκκλησίαν εξ επόψεως κοινού και εκκλησιαστικού
δικαίου, Αθήναι 1985, σελ. 50).
Επίσης:
«Η απόφαση δε, τού Αρχ/που Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Σεραφείμ να
γίνει δωρητής σώματος είναι ένα μήνυμα αγάπης, αλλά ταυτόχρονα δείχνει, ότι η
Εκκλησία έχει σαφή θέση και διαμορφωμένη άποψη πάνω σ' αυτό το ζωτικό θέμα, όπως
είναι η Δωρεά Σώματος» (περιοδ. «Στρατιωτικά Χρονικά»,
Οκτ.-Νοεμ.-Δεκ. 1986, σελ. 45).
Επί πλέον, υπεγραμμίσθη,
ότι η Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία χαρακτηρίζει τη Δωρεά Σώματος: «Υψίστη
Χριστιανική αρετή» («Στρατιωτικά Χρονικά», Οκτ.-Νοεμ.-Δεκ. 1986, σελ.
45). Επιπροσθέτως σημειώνουμε, ότι στο Μήνυμά του ο Αρχ/πος
Σεραφείμ είχε
πει και τα εξής: «Το δόσιμο αυτό, είναι
δόσιμο Αγάπης κι' ευλογείται και χαριτώνεται από το Χριστό».
Επί των ανωτέρω, έχουμε,
πρώτον, να παρατηρήσουμε, ότι ο Αρχ/πος Σεραφείμ, τελικά, δεν αξιώθηκε να
δωρήσει τους νεφρούς του, διότι ακριβώς από ασθένεια και πλήρη καταστροφή των
νεφρών του, πέθανε. Έπειτα δε, ως προς τις αναφερθείσες αποφάσεις της Ιεράς
Συνόδου προς τους ερωτήσαντας Χριστιανούς περί τού πρακτέου, παρατηρούμε, ότι
η Σύνοδος επέτρεψε μεν τη δωρεάν μετά θάνατο, εις όλους όμως είναι
γνωστόν, ότι η Ιερά Σύνοδος δεν εννοούσε θάνατο τον «εγκεφαλικό», αλλά
το «χωρισμό της ψυχής από το σώμα».
Ο διάδοχος τού Σεραφείμ,
Αρχ/πος Αθηνών και πάσης Ελλάδας κ. Χριστόδουλος, ήδη ως
Μητροπολίτης Δημητριάδος είχε ασχοληθεί επισταμένως με το ζήτημα των
Μεταμοσχεύσεων σε πέντε, από όσο ξέρουμε, εργασίες του, τις εξής: 1) «Ηθικά
προβλήματα εκ των Μεταμοσχεύσεων», 1980. 2) «Οι Μεταμοσχεύσεις από Χριστιανική
άποψη», Βόλος 1987. 3) «Διαθρησκειακή θεώρηση των Μεταμοσχεύσεων», Αθήναι 1991.
4) «Εγκεφαλικός ή Καρδιακός θάνατος», Αθήναι 1992. 5) «Το δικαίωμα σ' ένα
αξιοπρεπή θάνατο», Αθήναι 1994.
Θα εκθέσουμε δι' ολίγων τις απόψεις τού
Μακαριωτάτου κ. Χριστοδούλου, για τη θέση
της Ορθόδοξης Εκκλησίας έναντι των Μεταμοσχεύσεων:
1) Στο χώρο τού
Χριστιανισμού, έχουμε ορισμένους κανόνες της αρχαίας Εκκλησίας,
οι οποίοι, γενικότερα, καταδικάζουν τον αυτοακρωτηριασμό, εκτός
εάν πρόκειται περί ακρωτηριασμού για λόγους θεραπευτικούς και για τη σωτηρία τού
υπολοίπου σώματος και της ζωής. Προφανέστατα, οι σύγχρονές μας Μεταμοσχεύσεις
δεν εμπίπτουν στις περί ακρωτηριασμού απαγορεύσεις της Εκκλησίας, έφ' όσον, εξ
άλλου, τότε δεν εγίνοντο Μεταμοσχεύσεις, ώστε να είχε λάβει θέση η Εκκλησία,
τότε.
2) Κατά τον Αρχ/πον κ.
Χριστόδουλο, επειδή η ζωή μας, όπως και το σώμα μας, είναι δώρα εκ μέρους τού
Θεού προς εμάς, δεν δικαιούμεθα, κατ' αρχήν, να τα δωρήσουμε, εκτός εάν
πρόκειται να σώσουμε κάποιον, οπότε η πράξη μας αυτή αποτελεί αυτοθυσία και
ηρωισμό.
3) Η «δωρεά
οργάνων», από ζώντα δότη, δεν πρέπει να θέτει σε κίνδυνο τη δική μας
ζωή, διότι τότε πρόκειται περί αυτοκτονίας, η οποία και
απαγορεύεται.
4) Όπως, ενώ
είμαστε κατά της αυτοκτονίας, όμως, τιμάμε τους ήρωες, που θυσιάζουν τη
ζωή τους χάριν υψηλότερων αγαθών, έτσι δεχόμεθα να γίνεται «δωρεά
οργάνων», χάριν της σωτηρίας τού δέκτη, σαν πράξη «υψηλόφρων» και
«ηρωική».
5) Ο Μακαριώτατος,
προσπαθεί να θεμελιώσει την έναντι των Μεταμοσχεύσεων στάση τού
Χριστιανού, στα εξής εδάφια εκ της Καινής Διαθήκης: α) «Μείζονα ταύτης
αγάπην ουδείς έχει, ίνα τις την ψυχήν αυτού θη υπέρ των φίλων
αυτού» (Ιωάν. ιε', 13). Και το: «Μαρτυρώ γαρ υμίν, ότι, ει δυνατόν,
τους οφθαλμούς υμών εξορύξαντες αν εδώκατέ μοι» (Γαλ. δ', 15).
Περαιτέρω, ο Αρχ/πος κ.
Χριστόδουλος αναφέρει και υποστηρίζει, ότι τους κανόνες, που διετύπωσε η
Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία με σειράν αποφάσεών της, «σαν ορθόδοξοι δεν
θα είχαμε αντίρρηση να τους προσυπογράψουμε» (Διαθρησκειακή
θεώρηση των Μεταμοσχεύσεων, σελ. 15).
Σαν τέτοιες δε
αρχές αναφέρει και τις εξής:
I) Απαιτείται πλήρης,
αβίαστη και συνειδητή συγκατάθεση τού δωρητή.
II) Από ζωντανό δότη
επιτρέπεται μόνον αφαίρεση ενός εκ των διδύμων οργάνων τού σώματος, ώστε να μη
τεθεί σε κίνδυνο η ζωή τού δότη και έφ' όσον το έτερο όργανο είναι
υγιές.
III) Απαγορεύεται κάθε
μεταμόσχευση, που αλλοιώνει την ψυχική ή την βιολογική υπόσταση, είτε τού δότη,
είτε τού δέκτη.
IV) Η αφαίρεση οργάνων
από μόλις τελευτήσαντες δότες, πρέπει να γίνεται με τρόπο, που να διασώζει το
σεβασμό προς το ανθρώπινο σώμα.
V) Το δικαίωμα στη ζωή
προηγείται τού δικαιώματος στη σωματική ακεραιότητα. Δηλαδή, έπ' ουδενί λόγω
επιτρέπεται να θυσιασθεί μια ζωή, για να διορθωθεί μια άλλη (αυτόθι, σελ.
15).
Εξ άλλου, για την Αχίλλειον πτέρνα των
Μεταμοσχεύσεων, τον «εγκεφαλικό θάνατο», ο Μακαριώτατος
σημειώνει: «Η Εκκλησία δεν θεωρεί ηθικό να επισπεύδεται ο θάνατος
τού ενός, για να σωθεί η ζωή τού άλλου» (αυτόθι, σελ. 17). Και·
«Ο άνθρωπος, που δεν έχει πια εγκέφαλο εν λειτουργία, δεν σημαίνει,
ότι έπαυσε να ζει και να υπάρχει. Ο εις κώμα ασθενής δεν μπορεί να εκφρασθεί,
διότι δεν διαθέτει πλέον τα κατάλληλα όργανα» (αυτόθι, σελ.
17).
Κατωτέρω δε
λέγει:
«Εμείς, ως εκπρόσωποι
της Εκκλησίας, βλέπουμε τη δωρεά οργάνων για μεταμοσχεύσεις ως πράξη αγάπης.
Και προσευχόμαστε να επικρατήσει και στα ευρύτερα στρώματα τού λαού η συνείδηση
αυτού τού χρέους. Παράλληλα, όμως, πρέπει... να καταλήξει η
επιστήμη στη γενικά αποδεκτή θεωρία για την επέλευση και διαπίστωση τού
θανάτου, ώστε να αποφεύγονται στο μέλλον τα προβλήματα, που από αυτή την άποψη
εξακολουθούν να υπάρχουν στον τομέα των Μεταμοσχεύσεων» (αυτόθι, σελ.
18).
Άπ' τους δύο τελευταίους
Αρχιεπισκόπους, Σεραφείμ και Χριστόδουλο, ο δεύτερος εμφανίζεται ως ο
περισσότερο θεωρητικός και συστηματικός σε θέματα Μεταμοσχεύσεων στις συγγραφές
του, που αναφέραμε ήδη. Θα πρέπει, όμως, να ομολογήσουμε, ότι δεν είναι σαφής με όσα γράφει,
άφ' ενός περί «αυτοκτονίας» και, άφ' ετέρου περί «θυσίας της
ζωής». Πότε συμβαίνει το ένα και πότε το άλλο; Επίσης
παρατηρούμε, ότι με το νυστέρι του χαϊδεύει το απόστημα και δεν το σπάζει. Έτσι,
π.χ., προτρέπει τον
ελληνικό λαό να γίνει «δωρητής σώματος», χωρίς, όπως κι ο ίδιος παραδέχεται
(αυτόθι, σελ. 18), να έχει διευκρινισθεί άπ' την Ιατρική Επιστήμη ομόφωνα, πότε
πεθαίνει ο άνθρωπος και, εάν ο «εγκεφαλικός θάνατος» είναι ήδη
ο οριστικός, τελεσίδικος βιολογικός θάνατος. Τον προσδιορισμό αυτόν, -κι εδώ
είναι το τραγελαφικό, - τον ζητάει ο Αρχιεπίσκοπος άπ' τους γιατρούς, αλλά, με
τη σειρά τους, και οι γιατροί τον ζητούν άπ' την Εκκλησία.
Έτσι, ο μεν Αρχιεπίσκοπος
γράφει: «Πρέπει... να καταλήξει η Επιστήμη στη γενικά αποδεκτή θεωρία για
την επέλευση και διαπίστωση τού θανάτου, ώστε να αποφεύγονται στο μέλλον τα
προβλήματα». Και με τη σειράν του, π.χ., ο κ. Αθανάσιος Αβραμίδης,
καρδιολόγος - Επίκουρος Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών, αρθρογράφων τονίζει:
«Και θα τον βοηθούσε η Εκκλησία [τον ιατρό], αν τού ξεκαθάριζε τις θέσεις
της ως προς το "που εδράζεται το κέντρο της ζωής, στην καρδιά ή στον εγκέφαλο;".
Άλλα και πότε όχι αποβιώνει, αλλά "ξεψυχά" ένας άνθρωπος»! (Πειραϊκή
Εκκλησία, Οκτ. 1999, σελ. 26-27).
Θα πρέπει, εξ άλλου, να
παρατηρήσουμε, ότι ο
«εγκεφαλικός θάνατος» έρχεται «κουτί» στον Παπισμό, ο οποίος,
ως γνωστό, δίνει το προβάδισμα στη διάνοια, στη νόηση, στη λογική μέσα στη
Θεολογία, εις βάρος της καρδιακής Θεολογίας, την οποίαν εκπροσωπεί η
Ορθοδοξία.
Γι' αυτόν το λόγο, δεν είναι
δυνατόν σαν Ορθόδοξοι να «προσυπογράψουμε», όπως θέλει ο Μακαριώτατος κ.
Χριστόδουλος τις απόψεις των Παπικών για τις Μεταμοσχεύσεις.
(Χριστοδούλου Παρασκευαΐδη μητροπ. Δημητριάδος, Διαθρησκειακή θεώρηση των
Μεταμοσχεύσεων, σελ.15).
Η Παπική, δηλαδή, εκδοχή
περί τού ανθρώπου είναι βασικά η θεώρησή του κυρίως σα διάνοιας, νόησης,
λογικής, των οποίων κύριο κέντρο και όργανο θεωρούν τον εγκέφαλο.
Και αφού, κατά τους
Παπικούς, εν τω εγκεφάλω έγκειται το κέντρον της ζωής και το
ουσιώδες τού ανθρώπου, και μόνον η απώλεια τού οργάνου αυτού, θα μπορεί να
σημαίνει και τον αληθινό, πραγματικό, τελεσίδικο οριστικό, πλήρη βιολογικό
θάνατον τού ανθρώπου!
Για το ότι δε ο
Παπισμός δίνει θεολογική διάσταση στον «εγκεφαλικό θάνατον», παραθέτομε δύο
περαιτέρω σημεία εκφραστικά και αποδεικτικά αυτού τού ισχυρισμού
μας:
α) Στις 2 Ιουλίου 1990, οι γερμανοί παπικοί
επίσκοποι στη «Δήλωσή» τους εξηγούσαν τους λόγους, για τους οποίους τάχθηκαν
υπέρ της αποδοχής τού νέου κριτηρίου θανάτου, δηλαδή τού «εγκεφαλικού θανάτου»:
«Η κατάσταση, είπαν, τού εγκεφαλικού θανάτου αντιστοιχεί για το
Πρόσωπο, άφ' ενός μεν στην απώλεια κάθε είδους ικανότητας, άφ' ετέρου στην
απώλεια της συντονιστικής λειτουργίας τού εγκεφάλου και, επομένως, στην απώλεια
της ενοποιού τού σώματος Αρχής» (Δήλωση γερμανών επισκόπων,
ένθα ανωτ., σελ. 29-31).
Δηλαδή, μάλλον
ταυτίζουν τον εγκέφαλο με την «ενοποιό τού σώματος Αρχήν», που για μας είναι η
ψυχή κι όχι ο εγκέφαλος, ο οποίος είναι απλώς όργανο της ψυχής και όχι, πάντως,
«Αρχή».
β) Ο πάπας Ιωάννης-Παύλος ο 2ος
προσκάλεσε τους διανοούμενους ρωμαιοκαθολικούς να εμβαθύνουν με τη σκέψη πάνω
στο ζήτημα τού θανάτου.
Κατά δε τον Ποντίφηκα,
«αυτή η σκέψη πρέπει να παραιτηθεί άπ' την προσπάθεια να δώσει ένα «ορισμό
τού θανάτου» και, επί πλέον, πρέπει αυτή να δείξει, ότι το νέο κριτήριο,
ο «εγκεφαλικός θάνατος», είναι συμβατός με τις ποικίλες Χριστιανικές
Ανθρωπολογίες» (Ρ. Verspieren, Les criteres de la mort», εν:
G. Hottois,
M.H. Parizeau,
Les mots de
la bioethique, De
Boeck Universite,
Bruxelles 1993, p.p.
104-109).
Ιδού, λοιπόν, ότι
ο ίδιος ο Πάπας δε θεωρεί το ζήτημα απλώς ιατρικό, αλλά δίδει θεολογικές -
ανθρωπολογικές διαστάσεις σ' αυτό το κριτήριο θανάτου, στον «εγκεφαλικό θάνατο»
και, άρα, δεν είναι άνευ σημασίας και τυχαίο το γεγονός της αποδοχής, εκ μέρους
τού Παπισμού, αυτού τού κριτηρίου θανάτου. Θεωρεί, δηλαδή, τον «εγκεφαλικό
θάνατο» «συμβατό με τις ποικίλες Χριστιανικές
Ανθρωπολογίες».
Εδώ ακριβώς έγκειται και η
σημασία της παρατηρήσεώς μας και της έμμονής μας εις την «ορθόδοξη
ανθρωπολογία», δια την οποία «Αρχή» είναι η ψυχή, ο δε εγκέφαλος, όργανό
της και όχι, πάντως, «Αρχή».
Από Ορθοδόξου, λοιπόν,
πλευράς, παρατηρούμε, ότι η πατερική θεολογία και ανθρωπολογία δεν υπήρξε
εγκεφαλοκεντρική, αλλά καρδιοκεντρική, όπως
φαίνεται και από τις εξής παραθέσεις εκ των Πατέρων:
Λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο
Παλαμάς: «Τού γαρ μεγάλου Μακαρίου τη της χάριτος ενεργεία διδαχθέντος
και ημάς διδάσκοντος είναι τον νουν εν τη καρδία και τους λογισμούς πάντας της
ψυχής, ως εν οργάνω, τού δε Νύσσης μη είναι εντός τού σώματος τούτον, ως
ασώματον, ημείς εις εν τα δοκούντα διαφέρειν ταύτα συνάγοντες αμφότερα και μη
εναντίως έχοντα δεικνύντες, ει και μη ένδον εστί, φαμέν, κατά τον Νύσσης
Γρηγόριον ως ασώματος ο νους, αλλά και εντός εστίν, αλλ' ουκ εκτός τού σώματος,
ως συνημμένος τούτω και πράττω σαρκικώ οργάνω τη καρδία χρώμενος αφράστως κατά
τον μέγα Μακάριον...». (Αγ. Γρηγόριος ο Παλαμάς, «Υπέρ των Ιερώς
ησυχαζόντων, Λόγος β). Και: «Εν τη καρδία, ως εν
οργάνω, το λογιστικόν -ημών είναι επιστάμεθα ακριβώς ου παρ' ανθρώπου τούτο
διδαχθέντες, αλλά παρ' αυτού τού πλάσαντος τον άνθρωπον, εκ γαρ της
καρδίας εξέρχονται, φησίν, λογισμοί, εκεί γαρ έστιν ο νους και πάντες οι
λογισμοί της ψυχής. Ούκ ούν η καρδία ημών έστι το τού λογισμού ταμείον»
(Αγ. Γρηγορίου τού Παλαμά, Λόγος υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων,
Φιλοκαλία, τόμ. δ', σ. 124).
Ο δε Αγιος
Νικόδημος ο Αγιορείτης, παρατηρεί τα εξής άκρως διαφωτιστικά: «Η
ουσία της ψυχής, ως είδος ούσα τού σώματος, αν όχι ως εν αγγείω περιέχεται,
ασώματος γαρ· άλλ' όμως, ως εν οργάνω και οχήματι, ευρίσκεται εν τω
μεσαιτάτω της καρδίας και εν τω κατά το μεσαίτατον απειλικρινημένω και
καθαρωτάτω πνεύματι, τω μεσιτεύοντι μεταξύ σώματος και νοός».
Και:
«Ήταν τύχη να πέση τις
από τόπου υψηλού και πτωματισθή, τότε γαρ η ψυχή συστέλλεται μεν όλη εις το
κέντρον και θάλαμόν της, την καρδίαν, δια να φυλαχθή εκεί, και μετά της ουσίας
αυτής ενούται και δυνάμεως, ώστε δύναται τις να είπη, ότι τότε ο άνθρωπος
εκείνος ζει μόνον κατά την καρδίαν κατά δε τα άλλα μέλη τού σώματος είναι
νεκρός» (Αγ. Νικόδημου τού Αγιορείτη, Συμβουλευτικόν Εγχειρίδιον).
Αυτά τα λίγα πατερικά προς το παρόν έπ' αυτού τού σημείου.
Ο κόσμος, πάντως, θέλει να ξέρει καθαρά
και ξάστερα, και το δικαιούται, αφού σ' αυτόν απευθύνονται όλοι για να
γίνει «δωρητής σώματος». Θα είναι, λοιπόν, ζωντανός, ή όντως νεκρός,
όταν τού αφαιρούν τα όργανα; Ή, μήπως, θα τον αποτελειώσουν,
προηγουμένως, στο χειρουργικό τραπέζι, για να τού ξεριζώσουν, στη συνέχεια,
π.χ. την καρδιά; Κι' αν μεν γίνεσαι «δωρητής σώματος», επειδή δεν
ξέρεις, ότι θα είσαι ζωντανός μέχρι να σε αποτελειώσουν οι χειρουργοί, αυτό
βέβαια είναι όχι απλώς ανήθικο εκ μέρους των ιατρών, αλλά και
εγκληματικό.
Κι' η Εκκλησία, με τη
σειράν της, πρέπει να το γνωρίζει αυτό και ασφαλώς να το καταδικάζει και μάλιστα
σαν φόνο που διαπράττουν χείρες χειρουργών.
Αν, πάλιν, ο «δωρητής
σώματος» ξέρει, ότι θάναι ακόμα ζωντανός, μέχρι να τον αποτελειώσουν, για
να τού αφαιρέσουν την καρδιά και, για πολλούς και διάφορους λόγους, το εγκρίνει,
τότε, πάλιν, αυτό δεν αποτελεί ιδιόμορφο αυτοκτονία, που απλώς
εκτελεστικό της όργανο γίνεται ο χειρουργός;
Ανεξήγητη, επίσης, είναι και η
στάση εκπροσώπων της Εκκλησίας απέναντι στο «δωρητή τού σώματος».
Αν, δηλαδή, υποθέσουμε, ότι τα όργανά τού αφαιρούνται μετά ένα πραγματικό
θάνατο, η πράξη αυτή τού δωρητή είναι, λοιπόν, τόσο ηρωική και μεγαλόψυχη και
γενναιόδωρη, ώστε να ωραιοποιείται, να μεγαλύνεται, να εξυμνείται και να
εκθειάζεται ως πράξη αγάπης, αυτοθυσίας και ως «υψίστη Χριστιανική αρετή»;
Αδυνατούμε, ειλικρινώς, να εννοήσουμε τι είδους αυτοθυσία και ηρωισμός και πράξη
χριστιανικής αγάπης μπορεί να είναι η συναίνεσή σου, να διατεθούν, μετά τον
πραγματικό σου θάνατον, τα όργανά σου, γι' αυτόν τον σκοπόν! Θα ήταν, βέβαια,
ηρωισμός και αυτοθυσία, εάν ο δωρητής, όντας και ζωντανός και υγιέστατος,
διέθετε, π.χ., ένα εκ των διδύμων οργάνων του (π.χ. ένα νεφρό), εν όσω, δηλαδή,
ζει... και υγιαίνει.
Χαρακτηριστικό, επί τού προκειμένου, είναι, ότι η
ίδια η Π.Ε.-ΠΡΟ.ΖΩ., που διαφημίζει τις Μεταμοσχεύσεις, τις λανσάρει και με την
εξής φράση: «Γίνε δωρητής σώματος! Η δωρεά σώματος είναι μία πράξη χωρίς
πολιτική ή θρησκευτική τοποθέτηση». Δηλαδή, διαψεύδει τους εκκλησιαστικούς,
που την θεωρούν «Υψίστη Χριστιανικήν πράξη». Ταυτόχρονα δε η
Π.Ε.ΠΡΟ.ΖΩ. απευθύνεται στην Εκκλησία, προκειμένου η τελευταία να παροτρύνει
τους πιστούς της, εν ονόματι της χριστιανικής αγάπης, λέγοντας τους, ότι η δωρεά
τού σώματος είναι «υψίστη χριστιανική
αρετή»!!!
Από το
βιβλίο: ΠΟΙΕΣ ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΣΕΙΣ; Φάκελλος
"Μεταμοσχεύσεις". Οι νόμιμες δολοφονίες εν ονόματι της ζωής ή η νομιμοποίηση της
Ευθανασίας;- Χρίστου
Βασιλειάδη Θεολόγου - Φιλολόγου πρ. Εκπαιδευτικού