Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Δημήτριος Αθανασίου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Δημήτριος Αθανασίου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο, Δεκεμβρίου 08, 2012

Ένα μικρό αφιέρωμα στην εορτή της Συλλήψεως της Αγ.Άννης.


πηγή

 επιμέλεια πρωτ.Δημητρίου  Αθανασίου
Σύμφωνα με το προαιώνιο σχέδιο του Θεού, ο οποίος επιθυμούσε να ετοιμάσει ένα πάναγνο κατοικητήριο για να κατασκηνώσει μαζί με τους ανθρώπους, δεν επετράπη στον Ιωακείμ και την Άννα να αποκτήσουν απογόνους. Και οι δύο είχαν φθάσει σε προχωρημένη ηλικία και είχαν μείνει στείροι – συμβολίζοντας την ανθρώπινη φύση, στρεβλωμένη και αποξηραμένη από το βάρος της αμαρτίας και του θανάτου -, δεν έπαυσαν ωστόσο να παρακαλούν τον Θεό να τους λυτρώσει από το όνειδος της ατεκνίας. Όταν ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, ο Θεός έστειλε τον Αρχάγγελο Γαβριήλ στον Ιωακείμ που είχε αποσυρθεί σε ένα βουνό και στην Άννα που θρηνούσε την δυστυχία της στον κήπο τους, για να τους αναγγείλει ότι επρόκειτο σύντομα να εκπληρωθούν στο πρόσωπό τους οι πάλαι προφητείες και ότι θα γεννούσαν τέκνο που προοριζόταν να καταστεί η αυθεντική Κιβωτόςτης καινής Διαθήκης, η θεία Κλίμαξ, η άφλεκτος Βάτος, το αλατόμητον Όρος, ο ζωντανός Ναός όπου θα κατοικούσε ο Λόγος του Θεού <1>.
ιωακειμ και αννα 4jpg
Την ημέρα αυτή, με την σύλληψη της Αγίας Άννης, τερματίζεται η στειρότητα της ανθρώπινης φύσης, που χωρίσθηκε από τον Θεό δια του θανάτου· και με την υπέρ φύσιν τεκνοποίηση αυτής που είχε μείνει στείρα έως την ηλικία κατά την οποία δεν μπορούν πλέον φυσιολογικά να τεκνοποιήσουν οι γυναίκες, ο Θεός ανήγγειλε και επιβεβαίωσε το πλέον υπερφυές θαύμα της ασπόρου συλλήψεως και την αμώμου γεννήσεως του Χριστού από τα σπλάγχνα της Υπεραγίας Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας.
Παρότι εγεννήθη από θεία επέμβαση, η Παναγία προήλθε από σύλληψη μέσω συνευρέσεως ανδρός και γυναικός κατά τους νόμους της ανθρώπινης φύσης μας, της πεπτωκυίας και δέσμιας της φθοράς και του θανάτου μετά το προπατορικό αμάρτημα (βλ. Γέν. 3,16) <2>. Σκεύος εκλογής, τίμιος Ναός που προετοίμασε ο Θεός πρό των αιώνων, η Θεοτόκος είναι η πλέον αγνή και τέλεια αντιπρόσωπος της ανθρωπότητας, αλλά δεν βρίσκεται εκτός της κοινής κληρονομίας και των συνεπειών του αμαρτήματος των πρωτοπλάστων. Ακριβώς όπως έπρεπε, για να μας λυτρώσει ο Χριστός από το κράτος του θανάτου δια του εκουσίου Σταυρικού Του θανάτου (βλ. Εβρ. 2,14), να γίνει ο σαρκωθείς Λόγος του Θεού όμοιος με τον άνθρωπο στα πάντα πλην της αμαρτίας, εξίσου απαραίτητο ήταν η Μητέρα Του, στα σπλάγχνα της οποίας ο Λόγος του Θεού ενώθηκε με την ανθρώπινη σάρκα, να είναι σε κάθε τι όμοια με εμάς, υποκείμενη στην φθορά και στον θάνατο, μή τυχόν και θεωρηθεί ότι η Λύτρωση και η Σωτηρία δεν μας αφορούν απολύτως και εξ ολοκλήρου, εμάς του απογόνους του Αδάμ. Η Θεοτόκος εξελέγη μεταξύ των γυναικών όχι τυχαίω τω τρόπω, αλλά γιατί ο Θεός είχε προβλέψει προαιωνίως ότι θα ήταν σε θέση να διαφυλάξει τελείως την αγνότητά της ώστε να Τον δεχθεί μέσα της. Και ενώ συνελήφθη και γεννήθηκε όπως όλοι μας, αξιώθηκε να καταστεί κατά σάρκα Μητέρα του Υιού του Θεού και κατά πνεύμα μητέρα όλων μας. Γλυκύτατη και φιλεύσπλαγχνος, είναι σε θέση να μεσιτεύει υπέρ ημών ενώπιον του Υιού της, ώστε να μας χαρίσει Εκείνος το μέγα έλεος.
Ακριβώς όπως ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός είναι ο καρπός της παρθενίας της, η Υπεραγία Θεοτόκος ήταν καρπός της σωφροσύνης του Ιωακείμ και της Άννας. Ακολουθώντας αυτήν την οδό της αγνότητος και εμείς, μοναχοί και σώφρονες χριστιανοί, κάνουμε να γεννηθεί και να μεγαλώσει μέσα μας ο Σωτήρας Χριστός.
ΠΗΓΗ.ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΘΗΣΑΥΡΙΣΜΑΤΑ
ΣΥΝΤΟΜΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΕΟΡΤΗΣ
Πώς καθιερώθηκε η εορτή.
Σύμφωνα με τον καθηγητή Γ.Φίλια”Τὰ αἴτια καὶ οι χρονικοὶ παράμετροι τοῦ ἡμερολογιακοῦ καθορισμοῦ εἶναι ἀδύνατον νὰ διερευνηθοῦν πλήρως. Θὰ ἀναμείνουμε, μᾶλλον, τὰ δεδομένα καθορισμοῦ τῆς ἑορτῆς τοῦ Γενεσίου τῆς Θεοτόκου (8 Σεπτεμβρίου), ἐκ τῆς ὁποίας προφανῶς καθορίστηκε ἡ κατὰ ἐννέα μῆνες ἐνωρίτερον (περίοδος κυήσεως) ἡμερομηνία τῆς 9ης Δεκεμβρίου. Οἱ πρῶτες μαρτυρίες τελέσεως τῆς ἑορτῆς τῆς Συλλήψεως ἀνάγονται στὰ τέλη τοῦ 7ου- ἀρχὲς τοῦ 8ου αἰ.. Ἔκτοτε, ἡ ἑορτὴ διαδόθηκε εὐρύτατα, μὲ ἀποκορύφωμα τὸ 12ο αἰ., ὅταν ἐπὶ αὐτοκράτορος Μανουὴλ Κομνηνοῦ ἔλαβε ἐπίσημο κρατικὸ χαρακτήρα.
Ποιοί Εκκλησιαστικοί συγγραφείς ασχολήθηκαν με την εορτή.
Τὸ ἀρχαιότερο ἐγκώμιο τῆς ἑορτῆς εἶναι “ὁ Λόγος εἰς τὴν Σύλληψιν τῆς Ἁγίας Ἄννης” τοῦ Ἰωάννου μοναχοῦ καὶ πρεσβυτέρου Εὐβοίας (8ος αἰ.)(. Στὸ κείμενο αὐτὸ ἐξιστοροῦνται τὰ σχετικὰ μὲ τὴν ἀτεκνία τοῦ Ἰωακεὶμ καὶ τῆς Ἄννας, μὲ τὴν ἀπόρριψη τῶν δύο ἀπὸ τὸ θρησκευτικὸ περιβάλλον τους λόγῳ τῆς ἀτεκνίας τους, μὲ τὴ θερμὴ προσευχὴ τοῦ καθενὸς σὲ διαφορετικὸ τόπο, καθὼς καὶ μὲ τὴν πληροφόρηση τοῦ Θεοῦ ὅτι ἡ προσευχή τους εἰσακούστηκε. Ἡ ἐγκωμιαστικὴ Ὁμιλία ὁλοκληρώνεται μὲ τὴν ἐπισήμανση τοῦ Πρωτευαγγελίου τοῦ Ἰακώβου, ὅτι μετὰ τὴν ἐξαγγελία τοῦ Θεοῦ ἡ Ἄννα συνέλαβε τη Θεοτόκο διὰ τῆς φυσιολογικῆς βιολογικῆς ὁδοῦ.
Παρόμοιες πληροφορίες παρέχει στοὺς Λόγους του περὶ τῆς ἑορτῆς τῆς Συλλήψεως ὁ Γεώργιος Νικομηδείας (†860), καθὼς καὶ ὁ Ἰάκωβος Μοναχὸς (†1099). Τὰ γεγονότα περὶ τῆς Συλλήψεως τῆς Θεοτόκου ἐμπλουτίζει ὁ μοναχὸς Ἐπιφάνιος (†1015), ὁ ὁποῖος ὅμως παραθέτει ἐλεγχόμενες πληροφορίες (ὅπως τὰ σχετικὰ μὲ τὴν ὀνοματοδοσία τῆς Θεοτόκου κατὰ τὴν ἐξαγγελία τῆς Συλλήψεως).
Ὁ Εὐθύμιος Κωνσταντινουπόλεως (†917) ἀποκαλεῖ τὴν ἑορτὴ τῆς Συλλήψεως ὡς «πρώτη ἀπ᾿ὅλες τὶς ὑπόλοιπες», ὡς «πρόξενο τῆς σωτηρίας» μας καὶ ὡς «πάταξη» τοῦ «ὄφεως», ὑπὸ τὴν ἔννοια τῆς ἀναιρέσεως τῶν ἐπιπτώσεων τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος. Ὁ ἴδιος ἀναφέρεται στὸν ἐπὶ τῆς ἐποχῆς του ἑορτασμὸ τῆς Συλλήψεως, μαρτυρώντας περὶ «χαριστηρίων φωνῶν» οἱ ὁποῖες προέρχονται ἀπὸ «κατώδυνες καὶ πνευματοφόρες ψυχὲς».
Εορτολογικό περιεχόμενο της εορτής-Συναξάριο.
Σύμφωνα με το προαιώνιο σχέδιο του Θεού, ο οποίος επιθυμούσε να ετοιμάσει ένα πάναγνο κατοικητήριο για να κατασκηνώσει μαζί με τους ανθρώπους, δεν επετράπη στον Ιωακείμ και την Άννα να αποκτήσουν απογόνους. Και οι δύο είχαν φθάσει σε προχωρημένη ηλικία και είχαν μείνει στείροι – συμβολίζοντας την ανθρώπινη φύση, στρεβλωμένη και αποξηραμένη από το βάρος της αμαρτίας και του θανάτου -, δεν έπαυσαν ωστόσο να παρακαλούν τον Θεό να τους λυτρώσει από το όνειδος της ατεκνίας. Όταν ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, ο Θεός έστειλε τον Αρχάγγελο Γαβριήλ στον Ιωακείμ που είχε αποσυρθεί σε ένα βουνό και στην Άννα που θρηνούσε την δυστυχία της στον κήπο τους, για να τους αναγγείλει ότι επρόκειτο σύντομα να εκπληρωθούν στο πρόσωπό τους οι πάλαι προφητείες και ότι θα γεννούσαν τέκνο που προοριζόταν να καταστεί η αυθεντική Κιβωτός της καινής Διαθήκης, η θεία Κλίμαξ, η άφλεκτος Βάτος, το αλατόμητον Όρος, ο ζωντανός Ναός όπου θα κατοικούσε ο Λόγος του Θεού <1>. Την ημέρα αυτή, με την σύλληψη της Αγίας Άννης, τερματίζεται η στειρότητα της ανθρώπινης φύσης, που χωρίσθηκε από τον Θεό δια του θανάτου· και με την υπέρ φύσιν τεκνοποίηση αυτής που είχε μείνει στείρα έως την ηλικία κατά την οποία δεν μπορούν πλέον φυσιολογικά να τεκνοποιήσουν οι γυναίκες, ο Θεός ανήγγειλε και επιβεβαίωσε το πλέον υπερφυές θαύμα της ασπόρου συλλήψεως και την αμώμου γεννήσεως του Χριστού από τα σπλάγχνα της Υπεραγίας Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας.
Παρότι εγεννήθη από θεία επέμβαση, η Παναγία προήλθε από σύλληψη μέσω συνευρέσεως ανδρός και γυναικός κατά τους νόμους της ανθρώπινης φύσης μας, της πεπτωκυίας και δέσμιας της φθοράς και του θανάτου μετά το προπατορικό αμάρτημα (βλ. Γέν. 3,16). Σκεύος εκλογής, τίμιος Ναός που προετοίμασε ο Θεός προ των αιώνων, η Θεοτόκος είναι η πλέον αγνή και τέλεια αντιπρόσωπος της ανθρωπότητας, αλλά δεν βρίσκεται εκτός της κοινής κληρονομίας και των συνεπειών του αμαρτήματος των πρωτοπλάστων. Ακριβώς όπως έπρεπε, για να μας λυτρώσει ο Χριστός από το κράτος του θανάτου δια του εκουσίου Σταυρικού Του θανάτου (βλ. Εβρ. 2,14), να γίνει ο σαρκωθείς Λόγος του Θεού όμοιος με τον άνθρωπο στα πάντα πλην της αμαρτίας, εξίσου απαραίτητο ήταν η Μητέρα Του, στα σπλάγχνα της οποίας ο Λόγος του Θεού ενώθηκε με την ανθρώπινη σάρκα, να είναι σε κάθε τι όμοια με εμάς, υποκείμενη στην φθορά και στον θάνατο, μη τυχόν και θεωρηθεί ότι η Λύτρωση και η Σωτηρία δεν μας αφορούν απολύτως και εξ ολοκλήρου, εμάς του απογόνους του Αδάμ. Η Θεοτόκος εξελέγη μεταξύ των γυναικών όχι τυχαίω τω τρόπω, αλλά γιατί ο Θεός είχε προβλέψει προαιωνίως ότι θα ήταν σε θέση να διαφυλάξει τελείως την αγνότητά της ώστε να Τον δεχθεί μέσα της . Και ενώ συνελήφθη και γεννήθηκε όπως όλοι μας, αξιώθηκε να καταστεί κατά σάρκα Μητέρα του Υιού του Θεού και κατά πνεύμα μητέρα όλων μας. Γλυκύτατη και φιλεύσπλαγχνος, είναι σε θέση να μεσιτεύει υπέρ ημών ενώπιον του Υιού της, ώστε να μας χαρίσει Εκείνος το μέγα έλεος.
Ακριβώς όπως ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός είναι ο καρπός της παρθενίας της, η Υπεραγία Θεοτόκος ήταν καρπός της σωφροσύνης του Ιωακείμ και της Άννας. Ακολουθώντας αυτήν την οδό της αγνότητος και εμείς, μοναχοί και σώφρονες χριστιανοί, κάνουμε να γεννηθεί και να μεγαλώσει μέσα μας ο Σωτήρας Χριστός.
Πηγή: “Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας”, υπό ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου, εκδ. Ίνδικτος (τόμος τέταρτος – Δεκέμβριος, σ. 93-95)-Βιβλίο-Η ΥΠΕΡΕΥΛΟΓΗΜΕΝΗ.
Θ8θ7Θ2
Μηνύματα από την Εορτή.
Το πρώτο που τονίζει η ακολουθία της εορτής, η οποία και αυτή στηρίζεται σε πηγές πέραν της Καινής Διαθήκης – δείγμα, είχαμε πει σε ανάλογο προβληματισμό άλλης εορτής για την Παναγία, της ελευθερίας της ίδιας της Εκκλησίας να προσλαμβάνει υλικό και έξω από την Αγία Γραφή, όταν βλέπει ότι είναι αληθινό – το πρώτο λοιπόν που τονίζει είναι το γεγονός ότι η σύλληψη και η γέννηση ενός παιδιού δεν είναι θέμα μόνον των γονιών του. Πολλά ζευγάρια, και μάλιστα χωρίς να έχουν ιδιαίτερο ιατρικό πρόβλημα, αδυνατούν να τεκνοποιήσουν, με αποτέλεσμα να θλίβονται, να αγχώνονται, να προσπαθούν να εξεύρουν διάφορες λύσεις προς υπέρβασή του. Για την πίστη της Εκκλησίας μας, η σύλληψη και η γέννηση είναι θέμα συνεργασίας του ζεύγους και της ίδιας της ενέργειας του Θεού. «Ο Θεός διανοίγει την μήτραν της γυναικός» μας διδάσκει ο λόγος του Θεού, που σημαίνει ότι ο άνθρωπος ως ζεύγος προσφέρει τον εαυτό του και ο Θεός ενεργοποιεί και μεταποιεί την προσφορά αυτή, ώστε να υπάρξει η καρποφορία. Δεν έχει σημασία αν έχει επίγνωση αυτής της πραγματικότητας τις περισσότερες φορές ο άνθρωπος. Η ενέργεια του Θεού λειτουργεί, έστω και κατά τρόπο ανεπίγνωστο από πολλούς, όπως αντιστοίχως συμβαίνει και με την ίδια την ύπαρξη του ανθρώπου και του κάθε όντος επί γης, που η ενέργεια του Θεού τα φέρνει σε φως και τα διακρατεί, είτε υπάρχει η πίστη σ’ Αυτόν είτε όχι. «Ο γαρ Θεός εστίν ο διδούς πάσι ζωήν και πνοήν και τα πάντα», κατά τον λόγο του αποστόλου Παύλου στους Αθηναίους στον Άρειο Πάγο.
Η ατεκνία λοιπόν ενός ζεύγους εξαρτάται και από το θέλημα του Θεού, που σημαίνει λειτουργεί εν προκειμένω κάποιο συγκεκριμένο σχέδιο του Ίδιου, το οποίο συνήθως το ζεύγος αδυνατεί να το κατανοήσει παρά μόνον μετά από μικρό ή μεγάλο χρονικό διάστημα. Η επίγνωση όμως της συνεργείας αυτής, Θεού και ανθρώπου, για ένα τόσο μεγάλο έργο: τον ερχομό στον κόσμο ενός παιδιού, μπορεί να ενεργοποιήσει την προσευχή του ανθρώπου, την εκζήτηση από Αυτόν της χάρης Του, ώστε να «μεταβάλει» ακόμη και αυτό το σχέδιό Του. Και πράγματι, όχι λίγες φορές, ο Θεός μεταστρέφεται, υπακούοντας στο αίτημα των ανθρώπων, και δίνει τη χάρη της καρποφορίας στη γυναίκα και την υπέρβαση επομένως της ατεκνίας της.
Τον προβληματισμό αυτό τον βλέπουμε, όπως είπαμε, έντονα και στη συγκεκριμένη εορτή της συλλήψεως της αγίας Άννης. Άτεκνο το άγιο ζεύγος του Ιωακείμ και της Άννης, δεν χάνει όμως την ελπίδα του στον Θεό. Και μάλιστα σε εποχή για τους Ιουδαίους,  που η ατεκνία θεωρείτο μέγα όνειδος, ντροπή, αφού αποδείκνυε ότι το συγκεκριμένο ζεύγος δεν μπορούσε να θεωρηθεί μέσον ερχομού του Μεσσία στον κόσμο. Και γι’ αυτό αποδύεται σε προσευχή. Η δραματική ένταση των ύμνων εν προκειμένω φτάνει στο απώγειό της: «Αδωναΐ Σαβαώθ, το της απαιδίας οίδας όνειδος∙ αυτός την οδύνην μου, της καρδίας διάλυσον, και τους της μήτρας, καταρράκτας διάνοιξον, και την άκαρπον, καρποφόρον ανάδειξον». (Κύριε των Δυνάμεων, γνωρίζεις την ντροπή της απαιδίας. Συ λοιπόν διάλυσε την οδύνη της καρδιάς μου και διάνοιξε τους καταρράκτες της μήτρας και ανάδειξέ με, εμένα που είμαι άκαρπη, καρποφόρο).  Και η προσευχή της εισακούεται. Ο Θεός επιβλέπει επί το άγιο ζεύγος. «Πάλαι προσευχομένη πιστώς, Άννα η σώφρων και Θεώ ικετεύουσα, Αγγέλου φωνής ακούει, προσβεβαιούντος αυτή, την των αιτουμένων θείαν έκβασιν». (Παλαιά καθώς προσευχόταν με πίστη η Αννα η σώφρων και ικέτευε τον Θεό, ακούει φωνή Αγγέλου, που την βεβαίωνε ότι ο Θεός θα πραγματοποιήσει τις προσευχές της). «Υπήκουσε της Άννης Θεός τους στεναγμούς και προσέσχε Κύριος δεήσει τη αυτής». (Υπάκουσε ο Θεός τους στεναγμούς της Άννας και πρόσεξε ο Κύριος τη δέησή της).
Το γεγονός της επέμβασης του Θεού, που τη στείρωση την κάνει καρπογονία, το προσλαμβάνει ο υμνογράφος για να το διευρύνει και επί πνευματικού επιπέδου: πέρα από το ότι κάνει αναδρομή στο παρελθόν για να δείξει αντίστοιχες καταστάσεις της Παλαιάς Διαθήκης – «Συ ο τη Σάρρα δους ποτέ εν γήρα βαθυτάτω…υιόν τον μέγαν Ισαάκ∙ συ ο διανοίξας την στειρεύουσαν νηδύν της Άννης, Παντοδύναμε, μητρός Σαμουήλ του προφήτου σου» (Συ, παντοδύναμε, που έδωσες κάποτε σε βαθύτατο γήρας στη Σάρρα υιό, τον μέγα Ισαάκ, συ που διάνοιξες τη στείρα κοιλιά  της Άννας, της μητέρας του προφήτου σου Σαμουήλ) – θεωρεί ότι ο Θεός, όπως παλιά, όπως τώρα με την Άννα, κατεξοχήν όμως μετά τον ερχομό Του στον κόσμο, μπορεί την άνυδρη και χωρίς χάρη ανθρώπινη φύση να την μεταβάλει και να της δώσει τη δροσιά που πρέπει, ώστε να καρποφορήσει.«Η του κόσμου σήμερον χαρά, λόγω προκηρύττεται, και μητρικάς οδύνας εις ευφρόσυνον χαρμονήν μεθίστησι, και πολύτεκνον την της φύσεως στείρωσιν έσεσθαι μηνύει, έργοις τοις της χάριτος πληθύνουσαν». (Η χαρά του κόσμου σήμερα προκηρύσσεται με λόγο και αλλάζει τις μητρικές οδύνες σε χαρά ευφροσύνης, και φανερώνει ότι η στείρωση της φύσης θα γίνει καρποφόρα, που πληθαίνει με τα έργα της χάρης). Κι αυτό σημαίνει ότι εμείς που ζούμε πια μετά Χριστόν, σε οποιαδήποτε κατάσταση ξηρασίας και αν βρισκόμαστε, πνευματική ή ηθική, αν στραφούμε με πίστη στον Θεό, θα δούμε τη θαυματουργική επέμβασή Του. Ο Θεός θα διανοίξει τις πόρτες της καρδιάς μας, ώστε να πλημμυρίσουμε από την παρουσία της χάρης Του. Αρκεί να υπομένουμε και να επιμένουμε.
Κι είναι περιττό βεβαίως και να σημειώσουμε ότι η σύλληψη της αγίας Άννης αποτελεί εορτή της Εκκλησίας μας όχι πρωτίστως για να δείξει το αποτέλεσμα της υπομονής και της επιμονής στη δέηση του Θεού, αλλά διότι με τη σύλληψή της αυτή μπαίνουν οι βάσεις για τη γέννηση Εκείνης, η οποία σαν νέος ουρανός θα έφερνε τον κόσμο τον ήλιο Χριστό, τον Σωτήρα του κόσμου. Με την προοπτική του ερχομού του Κυρίου φωτίζεται και αυτή η εορτή, συνεπώς είναι μία ακόμη αφορμή δοξολογίας του αγίου ονόματός Του. «Ο νέος ουρανός, εν κοιλία της Άννης τεκταίνεται Θεού παντουργού επινεύσει∙ εξ ου και επέλαμψεν ο ανέσπερος ήλιος, κόσμον άπαντα φωταγωγών ταις ακτίσι της Θεότητος» (Ο νέος ουρανός, δηλαδή η Παναγία,  με τη θέληση του παντουργού Θεού φτιάχνεται στην κοιλιά της Άννας. Από αυτόν τον ουρανό έλαμψε δυνατά και ο ανέσπερος ήλιος, δηλαδή ο Χριστός, που δίνει φως σε όλον τον κόσμο με τις ακτίνες της θεότητας).
Η Άσπιλλη Σύλληψη της Θεοτόκου και η Ορθόδοξη Εκκλησία
Η Μαρία γεννήθηκε ως απλός άνθρωπος, όπως όλοι οι έλκοντες την καταγωγή από τον Αδάμ παρά την αντίθετη άποψη της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Η Δυτική Εκκλησία ανήγαγε σε δόγμα την αποκαλούμενη «άσπιλο» σύλληψη της Θεοτόκου. Με το δόγμα όμως αυτό θίγεται συνολικά το πλαίσιο προετοιμασίας και της προσωπικής πορείας της Παρθένου προς την τελείωση για την υποδοχή του Θεού. Επίσης αποδυναμώνεται η ισχύς του προτύπου αγιότητος που η ίδια οικοδόμησε, αφού λογικά πλέον ο τέλειος δεν χρειάζεται να τελειωθεί. Αυτό που φαίνεται καθαρά στα κείμενα της Αγίας Γραφής είναι ότι «η Θεοτόκος εξ επαγγελίας προέρχεται· άγγελος γαρ καταμηνύει της γενησομένης την σύλληφιν», Έπρεπε έτσι να γίνει, αφού επρόκειτο για τη μέλλουσα κατά σάρκα λοχεύτρια του μόνου και τέλειου Θεού.
Στην Παλαιά Διαθήκη οι προφήτες προανήγγειλαν την έλευση του Μεσσία από το γένος Δαυίδ, πράγμα που υποδηλώνει την καταγωγή της Παρθένου από το ανθρώπινο γένος: «Ώμοσεν κύριος τω Δαυίδ αλήθειαν και ου μη αθετήσει αυτήν. Εκ καρπού της κοιλίας σου θήσομαι επί τον θρόνον σου». Στην Καινή Διαθήκη οι Ευαγγελιστές και οι Απόστολοι επιβεβαιώνουν έμμεσα ή άμεσα αυτά που προείπαν οι προφήτες για την «κατά σάρκα» γέννηση του Ιησού Χριστού και για το «κέρας σωτηρίας» από τον οίκο Δαυίδ, από όπου προήλθε η Παρθένος Μαρία. Ο Ιωάννης Χρυσόστομος στο υπόμνημά του στον Ευαγγελιστή Ματθαίο, αναφερόμενος στην καταγωγή του Ιησού από το γένος Δαυίδ, διερευνά έμμεσα μέσω του μνηστήρα Ιωσήφ την καταγωγή της Μαρίας, αφού οι Ιουδαίοι δεν συνήθιζαν να γενεαλογούν τις γυναίκες. Αφού λοιπόν ο Ιωσήφ καταγόταν από τη φυλή Ιούδα και το γένος Δαυίδ, και με δεδομένη την ιουδαϊκή πρακτική των κλειστών γάμων, η Παρθένος Μαρία καταγόταν από το ίδιο με εκείνον γένος .
 Ο Ιωάννης Δαμασκηνός και άλλοι Πατέρες συνδέουν τη γέννηση τής Παρθένου με την ευλογία των άτεκνων γονέων της Ιωακείμ και Άννας. Χαρακτηριστικά γράφει ότι «ο αγαθός Θεός επιδών και κατοικτειρήσας της οικείας χειρός το πλαστούργημα, και τούτο βουληθείς ανασώσασθαι, λύει την της χάριτος στείρωσιν, φημί της θεόφρονος, και τίκτει παίδα». Με τη δυνατή πίστη και την ελπίδα στον Θεό ο Ιωακείμ και η Άννα υπέμειναν καρτερικά τη δοκιμασία της ατεκνίας που την εποχή εκείνη εθεωρείτο όνειδος κυρίως για τη γυναίκα. Με θαυμαστή πραότητα, αγαθά έργα και δάκρυα ικεσίας κατόρθωσαν να υπερβούν τη θλίψη, τις επικρίσεις και το χλευασμό εκ μέρους των ιερέων, αρχιερέων και των συγγενών τους για την ατεκνία. Η ζωή τους, παρά τη βασιλική καταγωγή, υπήρξε αθόρυβη, σεμνή και άκρως ταπεινή, μακριά από κάθε υψηλοφροσύνη ή κοινωνικές διεκδικήσεις, αφού ήταν συντεταγμένη καθόλα με το θείο θέλημα. Γι’ αυτό και ο κοινός βίος τους παραμένει πάντοτε οδηγός αληθινής σωφροσύνης και μελέτημα των προσόντων της αυθεντικής συζυγίας.
Η Άννα ήταν στείρα, αλλά όχι και άτεκνη. Ο ίδιος ο Θεός την προόρισε πριν από πολλές γενεές να γίνει μητέρα της Παρθένου, εκείνης που θα προσέφερε σάρκα για την ενανθρώπηση του Υιού και Λόγου του. Είναι χαρακτηριστικό το Τροπάριο που αναφέρεται ειδικά στη σύλληψη της Παρθένου Μαρίας: «Όθεν ο της κτίσεως εβλάστησε, Κτίστης εν δούλου μορφή».  Ο Ανδρέας Κρήτης αποκαλεί τήν Άννα «θεόφρονα» και την μακαρίζει ως ρίζα της ζωής, αφού γέννησε «παρ’ ελπίδα και εξ επαγγελίας παρθενόφυτον άνθος». Θα πρέπει να αγάλλεται ολόκληρη η κτίση, γιατί «γυνή…της σωτηρίας άρτι την απαρχήν εισκεκόμικε· και η πάλαι κατάκριτος, εδείχθη Θεόκριτος» .
 Από τους μητρικούς κόλπους της αγίας Άννας αρχίζει να διαφαίνεται η ελπίδα για τη σωτηρία και λύτρωση του γένους που ολίσθησε στην πτώση και βυθίστηκε στην απόγνωση. Με τη σύλληψη όμως της Παρθένου καταλύεται η οδύνη της λύπης και τη θέση της διαδέχεται η παρηγοριά που δεν έχει πλέον τέλος· και αυτό γιατί ήδη άρχισε η αναζήτηση του χαμένου ανθρώπου και η αποκάλυψη της ευσπλαχνίας του Θεού για την ανάκληση αυτού, που έπλασε κατ’ εικόνα του, στο αρχέγονο αξίωμα και κάλλος. Με τη γέννηση της Παρθένου Μαρίας, ο Ιωακείμ και η Άννα ελευθερώθηκαν από τον ονειδισμό της ατεκνίας και πέρασαν από την κατάσταση της θλίψεως στην προοπτική της χάριτος, σε μια νέα ζωή, πλήρη χαράς και ευφροσύνης.
ΠΗΓΕΣ:.Ιστολόγιο ΑΚΟΛΟΥΘΕΙΝ-Ευτυχίας Γιούλτση, «Η Παναγία πρότυπο πνευματικής τελειώσεως», εκδ. Π. Πουρναρά, Θεσ/νίκη, σ. 65-68, 73-76)

Δευτέρα, Νοεμβρίου 19, 2012

Το θεολογικό περιεχόμενο και η υμνογραφία της εορτής των Εισοδίων της Θεοτόκου.

πηγή

Αφιέρωμα στην Εορτή των Εισοδίων.Μέρος Β
                                                                                                  πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου.
Θεολογικό περιεχόμενο της εορτής.
————————————————————————————————
Ως προς τον θεολογικό της περιεχόμενο, το νόημα της εορτής των Εισοδίων έχει πολυδιάστατο χαρακτήρα με πλούσιες θεολογικές, σωτηριολογικές, εκκλησιολογικές και ηθικές προεκτάσεις:
α) Η παραμονή της Παρθένου στον ναό κατέχει σημαντική θέση στη ζωή της αφού αποτελεί μία περίοδο καθάρσεως και πνευματικής προετοιμασίας, έτσι ώστε να καταφέρει να ενωθεί με την άκτιστη θεότητα, όταν θα ερχόταν το πλήρωμα του χρόνου. Έπρεπε να πραγματοποιηθεί αυτό «διά τό άκοινώνητον τῆς ἁμαρτίας, τό διαυγές τηρηθῆναι ἀγίασμα»(Γεώργιος Νικομηδείας).
Στον ναό η Παρθένος «πρός ὑποδοχήν τοῦ Λόγου ἐξευτρεπίζεται»(Γ.Νικομηδείας) , «ὅπως γέννηται ναός ἡγιασμένος»(Ιωσήφ υμνογράφος). Έτσι η είσοδος της Θεοτόκου στον Ναό αποτελεί προοίμιο και προαναφώνηση του Ευαγγελισμού(Ι.Φουντύλης).
β) Η είσοδος της Θεοτόκου στον ναό και η εγκατοίκηση της σ΄ αυτόν είναι απολύτως φυσική (παρά τις αυστηρές απαγορεύσεις του ιουδαϊκού νόμου) μιάς και ήταν η αγία των αγίων, αυτή που έγινε με την σειρά της ναός και άχραντο κατοικητήριο του Θεού, «Ἰδοῦ ἡ σκηνή τοῦ θεοῦ μετά τῶν ἀνθρώπων»(Αποκ.21,3).
γ) Παράλληλα η είσοδός της ανοίγει τον δρόμο σ΄ όλο το ανθρώπινο γένος για την άνοδο και είσοδό του στα ουράνια και αληθινά Άγια των Αγίων, δίνοντας μας έτσι ο Θεός αξιόπιστα ενέχυρα για την μετέπειτα συμφιλίωση όλων των ανθρώπων μαζί του(Θεοφύλακτος Βουλγαρίας). Έτσι το ανθρώπινο γένος βρήκε στο πρόσωπο της Παναγίας τον τέλειο εκπρόσωπό του για την απαραίτητη συγκατάθεση και συνέργειά του στο μυστήριο της Θείας Οικονομίας(Ε.Γιούλτση).
δ) Όντας προορισμένη η Παναγία «έκ κοιλίας μητρός» δεν έπρεπε ν΄ ακολουθήσει την συνηθισμένη πορεία των άλλων παιδιών της εποχής της και ν΄ αναλωθεί σ΄ άλλες δραστηριότητες(Αγ.Γρηγόριος Παλαμάς), γι ΄ αυτό πόθησε την ολοκληρωτική αφιέρωση στον Θεό και την παραμονή της μέσα στην κατοικία του. Επίσης, επειδή η ί δια επρόκειτο να γίνει η ζωντανή κατοικία του Παμβασιλέα, δεν έπρεπε να είναι σε κοινή θέα, αλλά όπως ο Υιός της ήταν ως άνθρωπος και ως Θεός αθέατος, έτσι και η Παρθένος: ενώ ήταν ορατή πριν εισέλθει στον ναό, απ΄ την στιγμή που κατοίκησε στο άβατο και θείο έδαφος, παρέμενε αθέατη. Αυτός ο παραλληλισμός του βίου της Παρθένου μέσα στον ναό με τον βίο του υιού της και σωτήρα της συναντάται συχνά στους Πατέρες(Ε.Γιούλτση).
ε) Τέλος, σύμφωνα με τον καθηγητή Ι. Φουντούλη, η εορτή αυτή έχει και μία εκκλησιολογική-θεολογική διάσταση. Η Θεοτόκος είναι ο τύπος της Εκκλησίας, όλων των μελών που την αποτελούμε και που δια της σαρκώσεως του Θεού Λόγου σ΄ αυτήν και απ΄ αυτήν γί ναμε ναοί του Θεού του ζώντος, επίγεια κατά χάριν σκηνώματα του επουρανίου Θεού..
Η υμνογραφία των Εισοδίων
Όλα αυτά τα θεολογικά νοήματα που εκτέθηκαν παραπάνω αποκρυσταλλώνονται υμνολογικά και λατρευτικά με θαυ- μαστό τρόπο στην ακολουθία του Εσπερινού και Όρθρου της 21η ς Νοεμβρίου1 καθώς και στον Κανόνα και τα προεόρτια τροπάρια της προηγουμένης ημέρας2. Σε όλο αυτό το υμνολογικό υλικό κυριαρχεί ο χαρμόσυνος τόνος καθώς καλούνται ο ουρανός, η γη, οι άγγελοι και οι άνθρωποι να συμμετάσχουν στην χαρά αυτή. Η εορτή έχει παγκόσμιο και ουράνιο χαρακτήρα γιατί μέσω της Εισόδου της Παρθένου στον Ναό αρχίζει η
πραγματοποίηση των προαιώνιων βουλών του Θεού για την σωτηρία των ανθρώπων.
Συχνά αναφέρονται οι γονείς της θεομήτορος, ο Ιωακείμ και η Άννα, ενώ τονίζεται ότι οι Προφήτες δια συμβόλων και ει κόνων μίλησαν για τα Εισόδια. Στο κέντρο της υμνογραφίας βρίσκεται η Θεοτόκος η οποία υμνείται ως μητέρα του Θεού, άμωμη και αγνή. Η εορτή αποτελεί αφορμή εγκωμίων προς την Θεοτόκο και εξαίρεται ο ρόλος τον οποίο διαδραμάτισε στην απολύτρωση του ανθρωπίνου γένους: η Παρθένος αναδείχθηκε αγιασμένος ναός του Θεού και κατοικητήριό του και συνεπώς βρίσκεται στον αντίποδα του νομικού ναού ο οποίος εξαφανίσθηκε, ενώ η Θεοτόκος ζει στην συνείδηση των Χριστιανών «εἰς
τόν αἰώνα». Άλλο πρόσωπο το οποίο εξαίρεται είναι ο Αρχιερέας ο οποίος ταυτίζεται απ΄ τους υμνογράφους με τον Ζαχαρία, τον πατέρα του Ιωάννη του Προδρόμου. Αναφέρονται επίσης οι λαμπαδηφόροι παρθένοι , οι οποίες συνώδευσαν την Θεοτόκο κατά την προσέλευσή της στον Ναό.
Από τα παραπάνω λοιπόν παρατηρούμε ότι οι υμνογράφοι της εορτής γνωρίζουν καλά την ιστορία του Πρωτευαγγελίου.
Οι Υμνογράφοι της Εορτής.
α) Γεώργιος Νικομηδείας: Με το όνομά του παραδίνονται στο Μηναίο τα τροπάρια της Λιτής και το προεόρτιο Δοξαστικό των Αίνων. Θεωρείται ότι συνέβαλλε πιο πολύ απ΄ όλους στην διαμόρφωση της ακολουθίας καθώς είναι σχεδόν βέβαιο ότι και τα τροπάρια της εορτής που δεν φέρουν όνομα συνθέτη είναι ποιήματα του. Σ΄ αυτό συμφωνεί και ο Christ ο οποίος τον θεωρεί ως ποιητή όλων των Ιδιομέλων της εορτής (20 και 21 Νοεμβρίου). Ο ίδιος ερευνητής υποστηρίζει ότι ο πρώτος Κανόνας της εορτής πρέπει ν΄ αποδοθεί όχι στον Γεώργιο Νικομηδείας, αλλά σε κάποιον άλλο υμνογράφο με το όνομα αυτό(Π.Τρεμπέλα-Εκλογή).
β) Λέων ο Μαΐστωρ (ή Σοφός) :Συνθέσεις του αποτελούν το Δοξαστικό και το «Καί νῦν» της Λιτής, καθώς και το Δοξαστικό των Αίνων.
γ) Σέργιος ο Αγιοπολίτης: Ποιητής του Δοξαστικού και του «καί νῦν» των Αποστίχων του Εσπερινού.
δ) Ιωσήφ ο Υμνογράφος (ή Ξένος) : με το όνομα Ιωσήφ μας παραδίνεται ο προεόρτιος Κανόνας της 20η ς Νοεμβρίου
ε) Βασίλειος Πηγοριώτης ή Παγουριώτης: είναι ο συνθέτης του δευτέρου Κανόνα της εορτής.
 Περιγραφή της Υμνολογίας της Εορτής
Η Υμνολογία της εορτής αφορά στις ακολουθίες του Εσπερινού και του Όρθρου της κυριωνύμου ημέρας (21ης Νοεμβρίου), καθώς και της προηγούμενης προεορτίου ημέρας. Η ακολουθία της 21η ς Νοεμβρίου, στην οποία θα επικεντρωθεί και η παρούσα υμνολογική εξέταση, είναι φυσικά πλήρης και, εάν τύχει καθημερινή μέρα, ψάλλεται χωρίς την χρήση της Παρακλητικής. εάν τύχει Κυριακή, η Αναστάσιμη ακολουθία
προηγείται της εορτής.
Ακολουθία Μικρού Εσπερινού
Περιλαμβάνει Στιχηρά σε ήχο Α’ κατά τον Πρόλογο «Τῶν οὐρανίων ταγμάτων» τα οποία καταλήγουν σε Δοξαστικό μελοποιημένο σε ήχο πλ. Δ’ . Εις τον Στίχο ψάλλονται Προσόμοια σε ήχο Β’ κατά το «Οἶκος τοῦ Εύφραθά» και η ακολουθία κλείνει με το Απολυτίκιο της εορτής «Σήμερον τῆς εύδοκίας».
Ακολουθία Μεγάλου Εσπερινού
α) Στιχηρά σε ήχο Α, Προσόμοια στον πρόλογο «Ὥ τοῦ παραδόξου θαύματος».
Είναι χαρακτηριστικό ότι όλα τα Στιχηρά των Εσπερινών των Θεομητορικών εορτών έχουν συντεθεί κατά το πρώτο Στιχηρό του Εσπερινού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. αυτό φανερώνει και την μερική εξάρτηση των ακολουθιών των υπολοίπων Θεομητορικών εορτών απ΄ αυτή. Και τα τρία Στιχηρά αρχίζουν με τη λέξη «Σήμερον», τονίζοντας έτσι τον παρόντα λειτουργικό χρόνο και την τέλεση του εορταζομένου θέματος όχι ως ανάμνηση, αλλά ως πραγματικό ενεστωτικό γεγονός.
Ακολουθούν άλλα τρία Στιχηρά σε ήχο Δ’ κατά
το «Ὡς γενναίον έν μάρτυσιν» που μας θυμίζουν τ΄ αντίστοιχα Στιχηρά της Κοιμήσεως. Εδώ αναφέρονται όλα τα πρόσωπα που συνθέτουν το σκηνικό των Εισοδίων, καθώς και ο βασικός συμβολισμός της εορτής: η Παρθένος εισήχθη στον ναό τον νομικό για ν΄ αναδειχθεί ναός αγιασμένος του Θεού15.
β) Δοξαστικό Στιχηρών, Ιδιόμελο σε ήχο πλ. Δ’ . Αναφέρονται εδώ και τα δύο γεγονότα, της παραμονής δηλαδή της Παναγίας στα Άγια των Αγίων και της ανατροφής της από χέρι αγγέλου, τα οποία η Βυζαντινή παράδοση τα δέχεται ως πραγματοποιημένα.
γ) Ιδιόμελα της Λιτής, συνθέσεις του Γεωργίου Νικομηδεί ας και στο τέλος το Δοξαστικό σε ήχο πλ. Α΄, ποίημα του Λέο- ντος Μαΐστορος. Τα Ιδιόμελα του Γεωργίου Νικομηδείας τα βρί σκουμε και ως προεόρτια Δοξαστικά στην ακολουθία της προηγούμενης ημέρας. Τα δύο απ΄ αυτά μας παραδίνονται την 20η Νοεμβρίου χωρίς συνθέτη, γεγονός που ενισχύει την εκτίμηση ότι όλες οι ανώνυμες συνθέσεις της εορτής είναι ουσιαστικά ποιήματα του παραπάνω υμνογράφου.
Στη συνέχεια το Δοξαστικό του Λέοντος μας αποδίδει σε υπερθετικό βαθμό την χαρμόσυνη και ευφρόσυνη ατμόσφαιρα της εορτής: αφού αρχίζει με την φράση «ἐπέλαμψεν ἡμέρα χαρ- μόσυνος», στην συνέχεια αναφέρεται στην αιτία της χαράς («ἐν ναῶ ἁγίῳ προσάγεται») κάνοντας ένα ρητορικό τέχνασμα («πρό τόκου παρθένος, και μετά τόκον παρθένος»). Παρακάτω παρακινεί όλα τα πρόσωπα της εορτής να μετάσχουν σ΄ αυτό το πανηγύρι και τέλος καλεί όλους τους λαούς να χαρούν «ὅΤι Νἠνέῳξεν ἡμῖν τήν οὐρανῶν βασιλείαν».
δ) Τα Απόστιχα σε ήχο πλ. Α΄ , προσόμοια στο «Χαίροις άσκητικῶν».
Ο πανηγυρικός τόνος συνεχίζεται κι εδώ, καθώς και η αναφορά στα βασικά πρόσωπα της εορτής (Ζαχαρίας, Ιωακείμ και Άννα, λαμπαδηφόρες παρθένες και φυσικά η ίδια η Παναγία). Στο μεν πρώτο Στιχηρό βασικό πρόσωπο είναι ο Ζαχαρίας ο οποίος προφητεύει την λύτρωση του Ισραήλ και την γέννηση του Θεού Λόγου απ΄ την Παρθένο. Στο δεύτερο η Άννα παρουσιάζεται να παραδίδει το τέκνο της ως «ἀνάθημα και εὐώδες θυμίαμα» στο Θεό για να ετοιμασθεί να γίνει «τοῦ Ἰησοῦ κατοικητήριον». Τέλος στο τρίτο, η Παναγία και οι γεννήτορές της σκιρτούν και χορεύουν για τα ακατάληπτα μυστήρια που αξιώθηκαν να γευθούν («…Ἰωακείμ τε, καί ἠ Ἄννα  χορεύοντες.. .», «ἥτις περιχορεύουσα, εἰς θεία σκηνώματα…») .
Αυτό που μπορούμε να παρατηρήσουμε και στα τρία είναι η τελική αναφορά τους στο νόημα που έχει η Είσοδος της Παναγίας στον ναό ως προετοιμασία για την ύψιστη αποστολή να γίνει κατοικητήριο του ίδιου του Θεού Λόγου «τοῦ παρέχοντος τῷ κόσμῳ τό μέγα ἔλεος».
ε) το Δοξαστικό των Αποστίχων σε ήχο πλ. Β’, ποιήμα Σεργίου Αγιοπολίτου.
Ο στενός δεσμός της τιμής προς την Θεοτόκο με την απ΄ αυτήν γέννηση του Σωτήρος Χριστού (κι όχι ανεξάρτητα απ΄ αυτήν) τονίζεται και σ΄ αυτό το Ιδιόμελο (την προεκλεχθεῖσαν.. .εἰς κατοικητήριο τοῦ Παντάνακτος Χριστοῦ, …τήν μητέρα τοῦ θεοῦ γενομένην»). Επίσης καταδεικνύεται και
η στενή σχέση της εορτής των Εισοδίων με την άλλη μεγάλη Θεομητορική εορτή του Ευαγγελισμού αφού ο υμνογράφος μας καλεί «τό χαῖρε σύν τῷ Ἀγγέλῳ ἐκβοήσωμεν. ..»
στ) Απολυτίκιο σε ήχο Δ’ του οποίου το μέλος ταυτίζεται μ΄ αυτό του Απολυτικίου του Ευαγγελισμού. Εδώ ο υμνογράφος υπενθυμίζει τον εισαγωγικό χαρακτήρα της εορτής, ως προοίμιο για την χαρμόσυνη αγγελία που θα της ανακοινωθεί απ΄ τον Αρχάγγελο κατά τον Ευαγγελισμό.
Ακολουθία του Όρθρου
Περιλαμβάνει τα παρακάτω:
α) Καθίσματα: το πρώτο σε ήχο Α’ κατά το «Τόν τάφον σου Σωτήρ», το δεύτερο σε ήχο Δ’ κατά το «Κατεπλάγη Ἰωσήφ» και το τρίτο, μετά τον Πολυέλαιο, σε ήχο πλ.Δ’ κατά το προοίμιο του Ακαθίστου ύμνου «Τό προσταχθέν μυστικῶς».
Εδώ πρέπει ν΄ αναφέρουμε και το Μεσώδιο κάθισμα σε ήχο Δ’ και πάλι
προς τον Πρόλογο «Κατεπλάγη Ἰωσήφ», το οποίο αναφέρεται στην προφητική ρήση του Δαυΐδ απ ΄ το βιβλίο των Ψαλμών «Άπενεχθήσονται τῷ Βασιλεῖ παρθένοι ὁπίσω αὐτῆς».
β) Το Ιδιόμελο μετά τον Πεντηκοστό ψαλμό σε ήχο Β’ .
γ) Ο πρώτος Κανόνας σε ήχο Δ’ , ποιήμα «του κυρίου Γεωργίου» με ακροστοιχίδα. Τα τροπάρια έχουν συντεθεί κατά τους ειρμούς του Κανόνα του Ακαθίστου ύμνου «Ἀνοίξω τό στόμα μου» τους οποίους τους συναντούμε ως μελωδικά και μετρι κά πρότυπα και στους Κανόνες των υπολοίπων Θεομητορικών εορτών. Αυτό δείχνει και την ισχυρή επίδραση που είχε η ακολουθία του Ακαθίστου ύμνου στην μεταγενέστερη Θεομητορική υμνογραφία, καθώς και τον πολύ δημοφιλή χαρακτήρα των ειρμών που μελοποίησε ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός. Όσον αφορά τον συνθέτη, όπως λέχθηκε και πριν, αν και το όνομα Γεώργιος παραπέμπει στον Γεώργιο Νικομηδείας εντούτοις
μάλλον πρόκειται για άλλον Γεώργιο. Ως προς το περιεχόμενό του αξιοσημείωτο είναι ότι στην η’ ωδή περιέχεται ένας διάλο- γος μεταξύ της Άννας και του Ζαχαρία, ο οποίος απαντάται και στην η’ ωδή του προεορτίου Κανόνα του Ιωσήφ. Αυτό το στοιχείο, καθώς και η χρήση των ίδιων ακριβώς ειρμών δείχνει και την αλληλεπίδραση του ενός από τον άλλον. Επίσης να σημειωθεί και η χρήση εφυμνίου στην Θ’ ωδή, στο τέλος του κάθε τροπαρίου, καθώς και η χρήση ειδικών στίχων ανάμεσα σ΄ αυτά.
δ) Διαφορετικό μετρικό πρότυπο και ήχο έχει ο δεύτερος Κανόνας της εορτής. είναι ποιήμα του «κυρίου Βασιλείου» του Πηγοριώτη και έχει συντεθεί σε ήχο Α’ κατά τους ειρμούς πουαρχίζουν με το «Ωδήν ἐπινίκιον».
Τα πρόσωπα του σκηνικού των Εισοδίων εναλλάσσονται σχεδόν σε κάθε ωδή καθώς και η αναφορά παλαιοδιαθητικών συμβόλων και Προφητών (κατάσκιον όρος, κιβωτός, πύλη αδιόδευτος, Ησαΐας, Δαυΐδ, Αββακούμ). Ακόμη στην Θ’ Ωδή γίνεται αισθητό το σκηνικό της άλλης μεγάλης εορτής του Ευαγγελισμού η οποία συνδέεται στενά με αυτή των Εισοδίων. Ακόμη πρέπει ν΄ αναφερθεί ότι οι Καταβασίες που ψάλλονται στο τέλος της κάθε Ωδής είναι αυτές της εορτής των Χριστουγέννων, οι οποίες μας ανοίγουν και την προεόρτιο περίοδο της μεγάλης αυτής Δεσποτικής εορτής.
ε) Μετά το Εξαποστειλάριο ακολουθούν τα Στιχηρά των Αίνων σε ήχο Α’ κατά τον πρόλογο «Τῶν οὐρανίων ταγμάτων».
Τονίζεται εδώ με επιμονή η πίστη της Εκκλησίας ότι η Παναγία εισήχθη στον ναό γιατί επρόκειτο να γίνει η ίδια ναός του Θεού και ότι με την βιοτή της μέσα σ΄ αυτόν «προεμνηστεύθη τῷ πνεύματι» και γεύτηκε τους καρπούς του.
στ) Στη συνέχεια, το Δοξαστικό των Αίνων σε ήχο Β’, ποίημα του Λέοντος Μαΐστορος. Αφού προβάλλει το εορταζόμενο γεγονός («τῷ ναῷ προσάγεται», «είς τά Ἅγια τῶν Ἁγίων εἰσάγεται») και την τέλεσή του στον παρόντα χρόνο («Σήμερον») καταλήγει με τον χαιρετισμό που της απηύθυνε ο Άγγελος κατά τον Ευαγγελισμό («χαῖρε.. . εὐλογημένη»)
ζ)  Το Κοντάκιο και τον Οίκο της εορτής τα οποία στην σημερινή λειτουργική πράξη αναγι νώσκονται προ του Συναξαρίου, ανάμεσα στην Στ’ και Ζ΄ Ωδή.
Αξιοσημείωτο είναι το πρώτο πρόσωπο στο οποίο είναι γραμμένος ο Οίκος καθώς και η κατάληξη και των δύο με το ίδιο εφύμνιο, πρακτική συνηθέστατη στην σύνθεση του Κοντακίου και του Οίκου. Το ίδιο εφύμνιο υπάρχει και στο τέλος του προεόρτιου Κοντακίου και Οίκου της 20ης του ιδίου μηνός.

Ιστορικά στοιχεία της εορτής των Εισοδίων της Θεοτόκου.



18ΝΟΕ
Aφιέρωμα στην Εορτή των Εισοδίων της Θεοτόκου-Μέρος Α
Επιμέλεια:πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου..
Η εορτή των Εισοδίων της Θεοτόκου είναι μία απ΄ τις λεγόμενες μεγάλες Θεομητορικές εορτές (μαζί με τις εορτές του Γενεθλίου, Ευαγγελισμού και της Κοιμήσεως της Θεοτόκου) και θεωρείται απ΄ τις πιο σημαντικές λόγω του πολυδιάστατου της σημασίας και του συμβολισμού της.
Συναξάριο Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτη.
Το Συναξάριο της 21ης Νοεμβρίου, όπως καταγράφεται απ΄ τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη, αναφέρεται με λεπτομέρεια στο θέμα της εορτής:
«Η Σύναξις της Παναγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένουΜαρίας, ότε αφιερώθη και ανετέθη εν τω ναώ, ούσα τριετής, παρά Ίωακείμ και Άννης των γεννητόρων αυτής. Η εν τω ναώ της θεομήτορος είσοδος εορτήν τοις ευσεβέσιν ειργάσατο θαυμαστήν και παγκόσμιαν, εκ ταύτης της υποθέσεως λαβούσαν άφορμήν».
Ένδον τρέφει σε Γαβριήλ Nαού Kόρη, Ήξει δε μικρόν και το χαίρε σοι λέξων.
Bη Iερόν Mαρίη τέμενος παρά εικάδι πρώτη.
+ H εις τον νομικόν Nαόν της κυρίας Θεοτόκου Eίσοδος, επροξένησεν εις τους Oρθοδόξους Xριστιανούς εορτήν θαυμαστήν και παγκόσμιον. Eπειδή και έγινεν αύτη με παράδοξον τρόπον, και είναι ένα προοίμιον του μεγίστου και φρικτού μυστηρίου της ενανθρωπήσεως του Θεού Λόγου. Tο οποίον διά μέσου της Θεοτόκου έμελλε να γένη εις τον κόσμον. Έλαβε δε την αφορμήν η εορτή των Eισοδίων διά την υπόθεσιν ταύτην. H παναοίδιμος Άννα, επειδή όλην σχεδόν την ζωήν της επέρασε στείρα χωρίς να γεννήση παιδίον, τούτου χάριν παρεκάλει τον Δεσπότην της φύσεως ομού με τον άνδρα της Iωακείμ, να χαρίση εις αυτούς τέκνον. Kαι αν επιτύχουν του ποθουμένου, ευθύς να αφιερώσουν εις τον Θεόν το γεννηθέν παιδίον. Kαι λοιπόν εγέννησε παραδόξως την πρόξενον γενομένην της σωτηρίας του γένους των ανθρώπων, την καταλλαγήν και φιλίωσιν του Θεού μετά των ανθρώπων, την αιτίαν της αναπλάσεως του πεσόντος Aδάμ, και της τούτου εγέρσεως και θεώσεως. Aυτήν λέγω την Yπεραγίαν και Δέσποιναν Θεοτόκον Mαρίαν. Όθεν όταν αύτη έγινε τριών χρόνων, επήραν αυτήν οι γονείς της, και επρόσφεραν κατά την σημερινήν ημέραν εις τον Nαόν. Kαι πληρούντες τας υποσχέσεις οπού έκαμαν, αφιέρωσαν την θυγατέρα αυτών εις τον χαρισάμενον ταύτην Θεόν. Kαι παραδίδουσιν αυτήν εις τους ιερείς, και μάλιστα εις τον τότε Aρχιερέα Ζαχαρίαν. O οποίος ταύτην παραλαβών, έμβασε μέσα εις το ενδότατον του Nαού, όπου μόνος ο Aρχιερεύς μίαν φοράν τον χρόνον εισήρχετο. Kαι τούτο εποίησε κατά βούλησιν Θεού, όστις έμελλε μετά ολίγον να γεννηθή εξ αυτής, διά την διόρθωσιν και σωτηρίαν του κόσμου. Eκεί λοιπόν η Παρθένος διέμεινε χρόνους δώδεκα, τρεφομένη μεν ξενοπρεπώς από τον Aρχάγγελον Γαβριήλ με τροφήν ουράνιον. Aξιουμένη δε της του Θεού εμφανείας, έως ότου επλησίασεν ο καιρός του θείου Eυαγγελισμού, και των ουρανίων και υπερφυσικών εκείνων μηνυμάτων. Tα οποία εμήνυον, ότι ο Θεός ευδόκησε να σαρκωθή από αυτήν φιλανθρώπως, διά να αναπλάση τον φθαρέντα κόσμον υπό της αμαρτίας. Tότε γαρ η Θεοτόκος εξελθούσα από τα Άγια των Aγίων, παρεδόθη εις τον μνήστορα Iωσήφ1, ίνα εκείνος υπάρχη φύλαξ και μάρτυς της παρθενίας αυτής. Kαι ίνα υπηρετήση, τόσον εις τον άσπορον τόκον της, όσον και εις την φυγήν την εις Aίγυπτον, και εις την απ’ εκείνης επάνοδον εις γην Iσραήλ. (Όρα τον εις τα Eισόδια λόγον του Δαμασκηνού, ομοίως όρα και εις τον Mηνιάτην και εις την Σάλπιγγα.)
Ο χρόνος καθιέρωσης της εορτής.
Ο χρόνος καθιέρωσής της στο ορθόδοξο εορτολόγιο δεν είναι δυνατόν να καθορισθεί με βεβαιότητα. Πάντως στην Δύση θεωρείται βέβαιο ότι θεσπίστηκε νωρίτερα, ενώ στην Ανατολή καθυστέρησε να καθιερωθεί 3 επειδή ο πυρήνας της προέρχεται απ΄ τις διηγήσεις των Αποκρύφων Ευαγγελίων. Η θέσπιση της εορτής στις 21 Νοεμβρίου φαίνεται ότι συνδέεται με τα εγκαίνια του ναού που έχτισε στα Ιεροσόλυμα ο αυτοκράτορας Ιουστινι ανός. Πρόκειται για τον ναό της «Αγίας Μαρίας της νέας» ή της «Νέας Εκκλησίας», που χτίστηκε στην κορυφή του λόφου Μορία, δίπλα στην νότια πλευρά του Ναού του Σολομώντα, τα εγκαίνια του οποίου τελέστηκαν το 543 μ.Χ5. Η εορτή λοιπόν καθιερώθηκε αρχικά ως εορτή των εγκαινίων του ναού. Όταν όμως αυτός μετατράπηκε σε τζαμί, μετά την κατάληψη των Ιεροσολύμων από τον χαλίφη Ομάρ το 637 μ.Χ., εξέπεσε η εορτή των εγκαινίων με αποτέλεσμα να ενισχυθεί η εορτή των Εισοδίων, με την οποία ήταν συνδεδεμένος ο Ναός. Άλλωστε σ΄ αυτό συνετέλεσε, σύμφωνα με τονκαθηγητή Ι. Φουντούλη, και η τοποθεσία όπου ήταν χτισμένος ο ναός, δηλαδή στο σημείο όπου πριν βρίσκονταν τα «Άγια των Αγίων», γεγονός που συνέδεσε τη διήγηση του «Πρωτευαγγελίου» με την εορτή των εγκαινίων. Με αυτόν τον τρόπο διαδόθηκε η εορτή στο χριστιανικό κόσμο ως μνήμη της εισόδου της Παναγίας στα «Άγια των Αγίων», και όχι ως εορτή των εγκαινίων, που είχε καθαρά τοπικό χαρακτήρα.
Η εορτή επεκτάθηκε σε ολόκληρο το Βυζάντιο κατά τον 8ο αιώνα, αφού προηγουμένως καθιερώθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Για πρώτη φορά μαρτυρείται ο εορτασμός των Εισοδίων στην πρωτεύουσα σε δύο λόγους του Γερμανού Α’ Κωνσταντινουπόλεως (640) . Αυτοί αποτέλεσαν πρότυπο για άλλους μεταγενέστερους λόγους, όπως για παράδειγμα για την ομιλία στα Εισόδια του Ταρασίου Κωνσταντινουπόλεως, αλλά και πηγή έμπνευσης για την εικονογραφική αποτύπωση της σκηνής της εισόδου και της διαμονής της στον Ναό. Μεγάλη είναι και η συμβολή του Γεωργίου Νικομηδείας (9ο ς αι. ) στον οποίο οφείλεται μεγάλο μέρος της υμνογραφίας της εορτής, καθώς και τρεις λόγοι του. Κατά το 10ο αιώνα η εορτή αναφέρεται στο «Τυπικό  της Μεγάλης Εκκλησίας» και στο «Μηνολόγιο» του Βασιλείου Β’, ενώ κατά το 12ο αιώνα η εορτή καθιερώθηκε με αυτοκρατορικό διάταγμα από το Μανουήλ Α’ Κομνηνό το 1166 ως επίσημη αργία, ως «απράκτου», «ὅτι τά εἰς τόν ναόν Εἰσόδια τῆς Θεομήτορος ἐν ταύτῃ πανηγυρίζονται».
Ο Βίος της Θεοτόκου, εκτός απ΄ τις αφηγήσεις των κανονικών Ευαγγελίων για τον Ευαγγελισμό, την επίσκεψη στην Ελισάβετ και τα άλλα περιστατικά της ζωής της που άμεσα συνδέονται με τον βίο και το έργο του Κυρίου, δεν μας είναι γνωστός παρά μόνο απ΄ τις διηγήσεις των Αποκρύφων. αυτά τα κεί μενα ανέλαβαν να συμπληρώσουν τα υπάρχοντα κενά τα σχετικά με την ζωή της Θεοτόκου, την παιδική ηλικία του Κυρίου και άλλα περιστατικά απ΄ τον βίο και το έργο του. Ειδικότερα η διήγηση της Εισόδου της Υπεραγίας Θεοτόκου στον ναό περιέχεται καταρχήν στο Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου, το οποίο θεωρείται ένα απ΄ τα αρχαιότερα και σημαντικότερα κείμενα της Απόκρυφης γραμματείας. Επίσης η ίδια διήγηση βρίσκεται και στο «Ευαγγέλιον του Ψευδο-Ματθαίου» που συντάχθηκε κατά τον 8ο-9ο αιώνα στα λατινικά, καθώς επίσης και στο «Ευαγγέλιο του Ψευδο-Θωμά» που χρονολογείται μεταξύ 4ο υ και 6ου αιώνα και το οποίο είναι άγνωστο στην Ανατολή.
Όσον αφορά το Πρωτευαγγέλιο, αυτό μάλλον γράφτηκε στο τέλος του 2ου αιώνα στην Αίγυπτο και σώζεται σε πάπυρο του 5ο υ αιώνα (Pap. Bodmerv) και σε πολλά μεταγενέστερα χει ρόγραφα. Ο τίτλος του είναι: «γέννησις Μαρίας τῆς Ἁγίας Θεοτόκου καί ὑπερενδόξου Μητρός Ἰησοῦ Χριστοῦ»16 ή «τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Ἰακώβου, ἀρχιεπισκόπου Ἰεροσολύμων, τοῦ ἀδελφοθέου, διήγησις περί τῆς γεννήσεως τῆς Παναγίας Θεοτόκου και ἀειπαρθένου Μαρίας»  ή «Ἰστορία Ίακώβου τοῦ ἀδελφοθέου, εἰς τήν γέννησιν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου». Ο τιτλος «Πρωτευαγγέλιον Ιακώβου» βασίζεται σε φράση που υπάρχει στο τέλος του κειμένου: «ἐγώ δέ ὁ Ίάκωβος ὁ γράψας τήν ἱστορίαν ταύτην…» και οφείλεται στον G. Postel που μετέφρασε το κείμενο κατά τον 16ο αιώνα απ΄ τα ελληνικά στα λατινικά.
Επίσης με το θέμα της εορτής των Εισοδίων ασχολείται διεξοδικά και ο μοναχός Επιφάνιος (4ο ς αιώνας) 20, ο οποίος κατά κάποιο τρόπο ακολουθεί την διήγηση του Πρωτευαγγελίου βασιζόμενος και στην μέχρι της εποχής του παράδοση και πίστη της Εκκλησίας.
Η διήγηση των Εισοδίων  από το Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου.
ΚΕΦ.Ζ’
1. Τῇ δέ παιδί προσετίθεντο οἱ μῆνες αὐτῆς. Ἐγένετο δέ διετής ἡ παῖς καί εἶπεν Ἰωακείμ τῇ Ἄννᾳ. «Άνάξωμεν αὐτήν έν τῷ ναῷ Κυρίου, ὅπως ἀποδῶμεν τήν ἐπαγγελίαν ἤν ἐπῆγγειλάμεθα, μηπως άποστείλῃ ὁ Δεσπότης έφ’ ἡμᾶς καί ἀπρόσδεκτον γένηται τό δῶρον ἠμῶν». Καί εἶπεν Ἄννα. «’Αναμείνωμεν τό τρίτον ἔτος, ὅπως μή ζητήσῃ ἡ παῖς πατέρα ἤ μητέρα». Καί εἶπεν Ἰωακείμ. «Άναμείνωμεν».
2. Καί ἐγένετο τριετής ἡ παῖς καί εἶπεν Ἰωακείμ. «Καλέσατε τάς θυγατέρας τῶν Ἑβραίων τάς ἀμιάντους καί λαβέτωσαν ἀνά λαμπάδα καί ἔστωσαν καιόμενα, ἵνα μή στραφῇ ἡ παῖς εἰς τά ὀπίσω καί αἰχμαλωτισθῇ ἡ καρδία αὐτῆς ἐκ ναοῦ Κυρίου». Και ἐποίησαν οὕτως, ἔως ἀνέβησαν ἐν τῷ ναῷ Κυρίου. Και ἐδέξατον αὐτήν ὁ ίερεύς1 καί φιλήσας ηὐλόγησεν αύτήν καί εἶπεν:
«Ἐμεγάλυνεν Κύριος τό ὄνομά σου έν πάσαις ταῖς γενεαῖς, ἐπί σοί «ἐπ’ έσχάτου τῶν ἡμερῶν φανερώσει Κύριος τό λύτρον αὐτοῦ τοῖς υἱοῖς Ἰσραήλ».
3. Καί ἐκάθισεν αὐτήν έπί τρίτου βαθμοῦ τοῦ θυσιαστηρίου και ἐπέβαλεν Κύριος ὁ Θεός χάριν ἐπ’ αὐτήν καί κατεχόρευσεν τοῖς ποσίν αὐτῆς καί ἠγάπησεν αὐτήν πᾶς οἶκος Ἰσραήλ.
ΚΕΦ. Η’
1. Καί κατέβησαν οἱ γονεῖς αὐτῆς θαυμάζοντες καί αἰνοῦντες τόν δεσπότην Θεό, ὅτι οὐκ ἐπεστράφη ἡ παῖς εἰς τά ὀπίσω. Ἦν δέ Μαριάμ ἐν τῷ ναῷ Κυρίου ὡς περιστερά νεμομένη και ἐλάμβανεν τροφήν ἐκ χειρός ἀγγέλου.
Η διήγηση αυτή του Πρωτευαγγελίου δεν είναι πρωτότυπη αλλά έχει τον πυρήνα της στην παλαιοδιαθητική διήγηση για τη γέννηση του Σαμουήλ από την Άννα και τον Ελκανά –με την οποία έχει πολλά κοινά σημεία -όπως επίσης δευτερευόντως και με την διήγηση για τη γέννηση του Ισαάκ απ΄ τον Αβραάμ και τη Σάρρα. Όσον αφορά την ιστορικότητα της, η οποία έχει αμφισβητηθεί λόγω της αποκρύφου προέλευσής της, σε καμμία περίπτωση δεν πρέπει να τη θεωρήσουμε ως μύθο καθαρής φαντασίας αλλά ως ιστορία, έστω και με μυθιστορηματική μορφή.
Ειδικότερα, ο αρχικός πυρήνας του Πρωτευαγγελίου ανάγεται στα μέσα του 2ου αιώνα και είναι ο πλέον αξιόπιστος ιστορικά. Η κατά τον 4ο αιώνα μεταγενέστερη επεξεργασία και διεύρυνση του, που θεωρείται από τη επιστήμη αναμφισβήτητη, είναι που δημιουργεί τις αμφιβολίες. Όσον αφορά τα Εισόδια της Θεοτόκου πρέπει να δεχτούμε ως περιεχόμενη στον πρώτο πυρήνα του Ευαγγελίου την αφιέρωση της Θεοτόκου στον ναό απ΄ τους γονείς της, τον Ιωακείμ και την Άννα.
Ενδιαφέρουσα επίσης είναι για την εορτή των Εισοδίων η διήγηση του μοναχού Επιφανίου. Κατ΄ αυτόν, όταν η Παρθένος γίνεται τριών ετών οδηγείται από τους γονείς της στον Ναό. Μετά απ΄ αυτό αναχωρεί και οδηγείται και πάλι σε ηλι κία επτά ετών και τότε αφιερώνεται στον Θεό. Μετά απ΄ τον θάνατο του Ιωακείμ σε ηλικία 80 ετών, η Άννα εγκαταλείπει την Ναζαρέτ, έρχεται στα Ιεροσόλυμα και ζει μαζί με την Μαρία. Μετά από δύο χρόνια πεθαίνει και αυτή σε ηλικία 72 ετών.
Η Μαρία, ορφανή πλέον, δεν απομακρύνεται απ΄ τον Ναό.
Όποτε απαιτείται επισκέπτεται την Ελισάβετ, η οποία κατοικεί κοντά στον Ναό. Μαθαίνει τα Εβραϊκά, και ασχολείται με τις Θείες Γραφές διακρινόμενη για την φιλομάθεια και την εργατικότητά της.
Ως προς την σύνεση και την σοφία, απ΄ την παιδική Της ηλικία ξεχώριζε ανάμεσα στους συνομηλίκους της. Ο Επιφάνιος επίσης μιλάει για καθορισμένο τόπο στον Ναό, στον οποίο παρέμεναν οι παρθένοι ορισμένο διάστημα κάθε μέρα και κατόπιν επέστρεφαν στις κατοικίες τους. Η Μαρία από ανάγκη παρέμενε στον Ναό, φύλαγε το θυσιαστήριο και υπηρετούσε το Ιερατείο. Και ολοκληρώνει την διήγησή του ο Επιφάνιος δίνοντας μία εξωτερική και εσωτερική περιγραφή της Παναγίας.
Σημειώσεις.
Στο πρωτοευαγγέλιο δεν κατονομάζεται ο ιερέας που υποδέχθηκε την παρθένο στο ναό. Στη βυζαντινή παράδοση ταυτίζεται ο ιερέας αυτός με τον Ζαχαρία, πατέρα του Ιωάννη του Προδρόμου. Εξαίρεση αποτελεί ο μοναχός Επιφάνιος, ο οποίος λέγει ότι ο ιερέας που υποδέχθηκε την Θεοτόκο ήταν ο Οδαέ και Βαραχίας ο πατέρας του Ζαχαρία.
Αλλά  και η πληροφορία της διαμονής και διατροφής της Μαρίας στον ναό ελέγχεται  ιστορικά  όπως και η κατά τη βυζαντινή παράδοση είσοδός της στο Άδυτο ή στα Άγια των Αγίων, όπου μόνος ο Αρχιερεύς εισήρχετο «ἄπαξ του ἑνιαυτοῦ».
( Επιφανίου, Λόγος περί του Βίου, PG 120, 122Α, Τσάμη
Θεομητορικόν, σσ. 22-23 και Καραβιδόπουλου, Απόκρυφα, σσ.60-61.
Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης σημειώνει τα εξής για το θέμα αυτό.
Kαι τούτο δε σημειούμεν, ότι ουκ ορθώς γράφει Mελέτιος ο Aθηνών ότι ήτον τόπος χωρισμένος εις τον Nαόν, οπού μόναι αι παρθένοι έμενον και συν αυταίς έμενε και η Θεοτόκος. Kαι αι μεν άλλαι παρθένοι εξήρχοντο μετά την απόλυσιν και επήγαινον εις τον οίκον αυτών. Mόνη δε η Θεοτόκος επροσκαρτέρει εις τον Nαόν. Oυ γαρ εις τον οίκον των παρθένων, αλλ’ εις αυτά τα Άγια των Aγίων εισήλθεν η Θεοτόκος κακεί έμενε τρεφομένη υπό Aγγέλου. Kαι αγκαλά τούτο εφαίνετο άτοπον να εισέλθη γυνή εις το ενδότατον του Nαού, το φαινόμενον όμως αυτό άτοπον εδιώρθωσεν ο Ζαχαρίας. Eίπε γαρ εις τον λαόν, ότι ο Θεός δείχνει εις το έμπροσθέν του κρεμάμενον λογείον, πως θέλει να έμβη η Παρθένος μέσα εις αυτά τα Άγια των Aγίων. Kαι ούτως έπεισε τον λαόν, και έστερξαν να εμβάση την Παρθένον εκεί. Oύτως ο Θεοφύλακτος Bουλγαρίας γράφει εν τω εις τα Eισόδια λόγω του, λύων θαυμασίως το παρά τισι φαινόμενον άτοπον της εις τα Άγια εισόδου της Θεοτόκου. Aφ’ ου όμως η Kυρία Θεοτόκος εγέννησε τον Kύριον, εσυναρίθμησε ταύτην ο Ζαχαρίας ταις εν τω Nαώ προσκαρτερούσαις παρθένοις, ως Παρθένον ούσαν και μετά τόκον, διό και εφονεύθη. Ως λέγει ο Mέγας Bασίλειος εν τω εις την Xριστού γέννησιν λόγω.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Κυριακή, Νοεμβρίου 18, 2012

Ιστορικές εικόνες της ” Πρόσφυγος ” Παναγίας στον Ελλαδικό χώρο. 18 ΝΟΕ πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου.



Τα δύο μεγάλα ιστορικά γεγονότα της Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού(1919) και της Μικρασιατικής καταστροφής(1922) έγιναν αφορμή να μεταφερθούν ιερές Θεομητορικές εικόνες από τον Πόντο και την Μικρά Ασία στην Ελλάδα.Μερικές από αυτές αναφέρονται παρακάτω.
Παναγία Σουμελά.
Η Μονή Παναγίας Σουμελά ή Μονή Σουμελά, είναι ένα πασίγνωστο χριστιανικό ορθόδοξο μοναστήρι κοντά στην Τραπεζούντα, σύμβολο επί 16 αιώνες του Ποντιακού Ελληνισμού.
Σύμφωνα με την παράδοση, το 386 οι Aθηναίοι μοναχοί Bαρνάβας και Σωφρόνιος οδηγήθηκαν στις απάτητες βουνοκορφές του Πόντου μετά από αποκάλυψη της Παναγίας, με σκοπό να ιδρύσουν το μοναχικό της κατάλυμα. Eκεί, σε σπήλαιο της απόκρημνης κατωφέρειας του όρους, σε υψόμετρο 1063 μέτρα, είχε μεταφερθεί από αγγέλους η ιερή εικόνα της Παναγίας της Aθηνιώτισσας, την οποία, πάντα κατά την παράδοση, εικονογράφησε ο Eυαγγελιστής Λουκάς.
Oι μοναχοί Bαρνάβας και Σωφρόνιος έκτισαν με τη συμπαράσταση της γειτονικής μονής Bαζελώνα κελί και στη συνέχεια εκκλησία μέσα στη σπηλιά, στην οποία είχε μεταφερθεί θαυματουργικά η εικόνα.
Mε ενέργειες του πρωθυπουργού της Eλλάδας Eλευθερίου Bενιζέλου, το 1930, όταν στα πλαίσια της προωθούμενης τότε ελληνοτουρκικής φιλίας ο Tούρκος πρωθυπουργός Ισμέτ Ινονού επισκέφτηκε την Αθήνα, δέχτηκε μια αντιπροσωπεία να πάει στον Πόντο και να παραλάβει τα σύμβολα της ορθοδοξίας και του ελληνισμού.
Tο 1930 ζούσαν μόνο δύο καλόγεροι του πανάρχαιου ιστορικού μοναστηριού. O υπέργηρος Iερεμίας στον Λαγκαδά της Θεσσαλονίκης, ο οποίος αρνήθηκε να πάει λόγω και της προχωρημένης ηλικίας του και  γιατί δεν ήθελε να ξαναζήσει τις εφιαλτικές σκηνές της τουρκικής βαρβαρότητας και ο Aμβρόσιος Σουμελιώτης, προϊστάμενος στην εκκλησία του Aγίου Θεράποντα της Tούμπας στη Θεσσαλονίκη. Aπό τον μοναχό Iερεμία έμαθε ο Aμβρόσιος την κρύπτη των ανεκτίμητων κειμηλίων. Στις 14 Οκτωβρίου έφυγε ο Aμβρόσιος, εφοδιασμένος με ένα κολακευτικό συστατικό έγγραφο της τουρκικής πρεσβείας για την Kωνσταντινούπολη και από εκεί για την Tραπεζούντα, με προορισμό την Παναγία Σουμελά. Λίγες μέρες αργότερα επέστρεφε στην Aθήνα όχι μόνο με τα σύμβολά μας, αλλά και με τον Πόντο, όπως είχε γράψει τότε ο υπουργός Προνοίας της κυβέρνησης του Eλευθερίου Bενιζέλου Λεωνίδας Iασωνίδης: «Eν Eλλάδι υπήρχαν οι Πόντιοι, αλλά δεν υπήρχεν ο Πόντος. Mε την εικόνα της Παναγίας Σουμελά ήλθε και ο Πόντος».
H εικόνα φιλοξενήθηκε για 20 χρόνια στο Bυζαντινό Mουσείο της Aθήνας. Πρώτος ο Λεωνίδας Iασωνίδης πρότεινε το 1931 τον επανενθρονισμό της Παναγίας Σουμελά σε κάποια περιοχή της Eλλάδας.,
Πράγματι, το 1951 ο Kρωμναίος οραματιστής και κτήτωρ Φίλων Kτενίδης έκανε πράξη την επιθυμία όλων των Ποντίων, με τη θεμελίωση της Νέας Παναγίας Σουμελά στις πλαγιές του Βερμίου στην Καστανιά της Βέροιας.
Παναγία η Μηχανιώτισσα.
Η Νέα Μηχανιώνα συνδέεται άρρηκτα με την Παναγία Φανερωμένη, στην οποία οφείλει και την μεγάλη φήμη της. Είναι ο νέος τόπος, τον οποίο «ηρετίσατο εις κατοικίαν εαυτής», όταν, μετά την φοβερή Μικρασιατική καταστροφή, οι ξεριζωμένοι Μηχανιώτες της Χερσονήσου της Κυζίκου εγκαταστάθηκαν, ως πρόσφυγες, εδώ, φέρνοντας μαζί τους ό,τι πιο ιερό είχαν, την Αγία και Θαυματουργό Εικόνα της Παναγίας Φανερωμένης, η οποία ήταν γι΄αυτούς πάντοτε «εν ταις θλίψεσι βοηθός» και «εν τοις κινδύνοις ρύστις και προστάτις εν τοις πειρατηρίοις .»
.Παναγία η Βουρλιώτισσα.
Η Παναγία η επονομαζόμενη Βουρλιώτισσα της οποίας ο ιερός Ναός βρίσκεται στην συμβολή της ομώνυμης οδού με την οδό Βρυούλων, τιμάται ως πολιούχος της Νέας Φιλαδέλφειας, μιας αμιγώς προσφυγικής μητρόπολης. Ο εορτασμός της Ιεράς Θαυματουργού εικόνας της Θεοτόκου της Οδηγήτριας, η οποία φυλάσσεται ως πολύτιμο θησαύρισμα από το έτος 1927, οπότε και μεταφέρθηκε από τα μαρτυρικά Βουρλά της Μικράς Ασίας, πραγματοποιείται την πρώτη Κυριακή του μήνα Οκτωβρίου όπως άλλωστε έχει ήδη αποφασιστεί από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος, μετά από πρόταση του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου κ.κ Κωνσταντίνου.
Ο χώρος που βρέθηκε το εικόνισμα της Παναγίας, ήταν έρημος και γεμάτος βουρλιές, γι’ αυτό και τα Βουρλά πήραν το όνομά τους, διότι ο τόπος τριγύρω είχε πολλές βουρλιές. Ενας βοσκός που έβοσκε εκεί το κοπάδι του, έβλεπε τις νύχτες να φέγει ανάμεσα στα χόρτα, κάποιο φως, αλλά και την ημέρα έβλεπε κάποιο πρόβατο να πηγαίνει προς τα κει και να χάνεται μέσα στη πυκνή βλάστηση.
Το παρακολούθησε ο βοσκός και τότε ανακάλυψε ότι εκεί έτρεχε ένα μικρό ποταμάκι σαν Αγίασμα, αλλά υπήρχε και μια εικόνα, θαυμαστής τέχνης. Ο βοσκός γονάτισε, σταυροκοπήθηκε και πήρε την εικόνα. Το γεγονός μαθεύτηκε και οι Χριστιανοί με ευλάβεια, έχτισαν καταρχήν μικρή εκκλησία για να φυλάξουν το μικρό εικόνισμα και την ονόμασαν Εύρεση.
Το 1689, ανεγέρθη τρίκλιτος ναός που ξεχώριζε διότι το τέμπλο του, ξύλινο, σκαλισμένο, ήταν ιδιαίτερης καλλιτεχνικής αξίας. Οι εικόνες του ήταν όλες ασημοσκεπασμένες με αργυρόχρυσα καντήλια. Αριστερά της ωραίας πύλης, στο τέμπλο, ήταν θρονισμένη η θαυματουργός εικόνα της Παναγίας της Βουρλιώτισσας. Η εικόνα παρίστανε την Παναγία την Οδηγήτρια και ήταν πολύ παλιά με φθαρμένα τα χαρακτηριστικά των προσώπων με έντονα τα σημάδια από το διάβα των χρόνων.
Λέγεται ότι η εικόνα είχε ζωγραφιστεί από τον Αγιο Λουκά. Σε Βουρλιώτικη εφημερίδα το 1873, γράφει ότι ήταν βυζαντινών χρόνων και επειδή μόλις διακρινόταν τα χαρακτηριστικά του προσώπου, οι Τούρκοι την αποκαλούσαν Καρά – Παναγία, δηλαδή Μαύρη – Παναγιά. Όλο το εικόνισμα ήταν σκεπασμένο, με ασημένιο κάλυμμα, έξοχης τέχνης, ενώ τα χέρια και τα φωτοστέφανα της Παναγίας και του Χριστοιύ, ήταν σκεπασμένα με φύλλο χρυσού. Είχαν δε πρόσθετα στέφανα, όπου πάνω ήταν πολύτιμα πετράδια. Πάνω δε στο στέμμα της Παναγίας, υπήρχαν δέκα διαμαντόπετρες, μεγάλης αξίας. Για τη θαυματουργή αυτή εκόνα μιλούσαν όχι μόνο στη Σμύρνη αλλά και σε όλη τη Μικρή Ασία. Μάλιστα, και οι Τούρκοι λένε πως τους έκανε θαύματα η Παναγία. Το δεκαπενταύγουστο σύρρεε στα Βουρλά, πληθώρα προσκυνητών. Ξεκινούσαν τις παραμονές από τις πόλεις και τα χωριά, με αραμπάδες και με καΐκια από τα Καράμπουρνα και τις Φώκεες.
Η ακτοπλοϊκή εταιρεία Σμύρνης, έβαζε έκτακτα δρομολόγια με τα καραβάκια της προς τη σκάλα των Βουρλών. Το 1853 εφημερίδα της Σμύρνης γράφει: “Το μικρό καραβάκι “Μπουρνόβας” μεταφέρει διαρκώς προσκυνητές προς τα Βουρλά”. Τρεις μέρες κρατούσε το πανηγύρι. Ήταν παρόμοιο με της Παναγίας της Τήνου. Οι πιστοί έπαιρναν βαμβάκι με το οποίο έτριβαν το πρόσωπο τη Παναγίας και σταύρωναν ό,τι ήθελαν να γίνει καλά. Αλλά το κρατούσαν και πάνω τους σαν φυλακτό.
Το δεκαπενταύγουστο του 1822, ενώ τελούνταν η θεία λειτουργία, ένα νέφος μπήκε στο ναό, σαν μια νεφέλη, και πήγε προς την εικόνα της Παναγίας, όπου είδαν να βγαίνει φωτιά αφού πρώτα ακούστηκε μια φωνή να λέει: “Φωτιά! Φωτιά! και μετά να εξαφανίζεται η νεφέλη. Μετά από λίγες μέρες, κάηκαν τα Βουρλά και μαζί και η εκκλησία της Παναγίας της Βουρλιώτισσας.
Στο σημείο  που βρέθηκε η εικόνα  φτιάχτηκε ένα μικρό εκκλησάκι της Ευρέσεως και δίπλα η μεγάλη εκκλησία όπου μέσα εκεί φυλασσόταν η εικόνα. Το 1922 μετά τις 15 Αυγούστου, οι Τούρκοι μπήκαν στα Βουρλά και τα κατέστρεψαν. Βεβήλωσαν, έκλεψαν και στο τέλος έκαψαν την εκκλησία. Άγνωστο πως και από ποιον η εικόνα βρέθηκε στην Νέα Φιλαδέλφεια.
Σώζεται  επίσης και η εξής ιστορία :
Ένας Βουρλιώτης ονόματι Παναγιώτης είχε αμφιβολίες για το αν αυτή είναι η εικόνα. Το βράδυ στον ύπνο του φανερώθηκε η Παναγία λέγοντάς του: Παναγιώτη παιδί μου γιατί δεν με πιστεύεις, είμαι η Βουρλιωτίνα .
Η Εικόνα της Παναγίας υπέστη φθορές από ακόμα μία φωτιά η οποία συνέβη την παραμονή της εισβολής των Τούρκων στην Κύπρο και ανήμερα της επετείου των εγκαινίων της εκκλησίας. Το ασημένιο κάλυμμα τοποθετήθηκε στη Φιλαδέλφεια ως ευγνωμοσύνη προς την Παναγία τους από μία Βουρλώτισσα η οποία πήρε κάποιο σεβαστό ποσό από το ταμείο ανταλλαξίμων μετά την καταστροφή.
Έχει επιτελέσει πληθώρα θαυμάτων και αποτελεί πόλο έλξης για τους Χριστιανούς, Μικρασιάτες και μη.
Παναγία η Γρηγορούσα
Μεταξύ των αρχαιολογικών χώρων της Βιβλιοθήκης του Αδριανού και της Ρωμαϊκής Αγοράς βρίσκεται ο ναός των Ταξιαρχών (Αρχάγγελοι Μιχαήλ και Γαβριήλ), ο οποίος ανοικοδομήθηκε εκ βάθρων το 1852. Αλλά και ο νεότερος ναός, εγγεγραμμένος σταυροειδής μετά τρούλου (με αξιοσημείωτη εικονογράφηση του επταννήσιου αγιογράφου Δ. Πελεκάση), υπέστη με τη σειρά του εκτεταμένη ανακαίνιση το 1922.
Το 1945 αφιερώθηκε στο ναό η μικρασιατική εικόνα της Παναγίας της Γρηγορούσας και το 1948 αναγνωρίστηκε ως προσκύνημα.
Παναγία Γουμερά
Βρίσκεται βόρεια και σε μικρή απόσταση από την Κοινότητα Μακρυνίτσας, στις νότιες υπώρειες του όρους Μπέλλες. Η επωνυμία της «Παναγία Γουμερά» αποτελεί ανάμνηση ομώνυμης μονής που υπήρχε σε περιοχή του Πόντου από το 10ο αιώνα.
Η μονή Γενεθλίου της Θεοτόκου κτίστηκε το 1971 από τον εδρεύοντα στην Αθήνα σύλλογο «Παναγία Γουμερά», αποτελούμενο από πρόσφυγες του Πόντου και συγκεκριμένα από την περιοχή της «Παναγίας Γουμερά». Οι πρόσφυγες μετέφεραν από τη μονή του Πόντου παλαιό ευαγγέλιο, φορητή εικόνα της Θεοτόκου και κειμήλια εναποκείμενα σήμερα στη νέα ομώνυμη μονή. Το καθολικό της μονής είναι μονόκλιτη βασιλική με τρούλο.
Γοργοεπήκοος Μάνδρα Αττικής.
Γύρω στα 1800 κάποιος μοναχός από το Άγιον Όρος ξεκίνησε να πάει στη Μικρά Ασία όπου υπήρχαν μετόχια αγιορείτικα, φέρνοντας μαζί του και αγιογραφημένες εικόνες για να τις πουλήσει. Μια από αυτές τις εικόνες, ποιος ξέρει με πόσες νηστείες και προσευχές αγιογραφημένη, ήταν της Παναγίας της επονομαζόμενης Γοργοεπηκόου. Την εικόνα αγόρασε στη Σμύρνη μια οικογένεια ευσεβής, που με τα χρόνια την έδινε πολύτιμη κληρονομιά σε κάθε πρωτότοκο. Έτσι ήρθε και στα χέρια της Ιφιγένειας.
Πρώτο γνωστό θαύμα
Μία μέρα του 1907, όταν η Ιφιγένεια Αναπλιώτου ἠταν βρέφος στην κούνια, όπως της διηγούντο οι γονείς της. συνέβη το έξης θαυμάσιο: Οι γονείς γευμάτιζαν στον κάτω όροφο του σπιτιού τους, όταν από τον επάνω όροφο, πού ήταν η κούνια με το παιδί, ακούστηκε ένας δυνατός θόρυβος πού όλοι ξαφνιάστηκαν, ιδίως η μητέρα της Ελευθερία, που φώναξε τρομαγμένη  μήπως της απήγαγαν το παιδί, και αμέσως έτρεξαν να δουν τί συμβαίνει. Και αυτό που αντίκρισαν ήταν κάτι το απίστευτο. Η εικόνα μόνη της είχε κατέβει από το εικονοστάσι, που ήταν στο ίδιο δωμάτιο, και είχε σταθεί όρθια στο κιγκλίδωμα της κούνιας, ενώ το βρέφος κοιμόταν ήσυχο και αμέριμνο.Τρόμαξαν, σάστισαν, έτρεξαν και φώναξαν τον ιερέα και έκαναν μια κατανυκτική παράκληση στην Παναγία και με δέος την έβαλαν πάλι στο εικονοστάσι. Αυτό το θαυμάσιο γεγονός το γιόρταζαν  την ίδια μέρα κάθε χρόνο, στις 8 Σεπτεμβρίου, κάνοντας αγρυπνία στο σπίτι τους.
Όταν το 1922 έγινε η Μικρασιατική καταστροφή και ο διωγμός, η οικογένεια της Ελευθερίας κατόρθωσε να περάσει στη Μυτιλήνη. Μέσα στα ελάχιστα πράγματα που μπόρεσαν, όπως όλοι, να πάρουν μαζί τους, πρώτη ήταν η εικόνα αυτή της Παναγίας.Στη Μυτιλήνη όπου εγκαταστάθηκαν  η μητέρα της Ιφιγένειας, Ελευθερία, κάθε 8η Σεπτεμβρίου γιόρταζε την Παναγία εις ανάμνησιν του μεγάλου θαύματός της στη Σμύρνη.
Φλεγόμενη και μη καιόμενη
Μια χρονιά. 8 Σεπτεμβρίου, θα γιόρταζαν την Παναγία και όπως πάντα η Ελευθερία κατέβασε την εικόνα να την περιποιηθεί. Με πολλή ευλάβεια την καθάρισε και έτριψε το φωτοστέφανο της να γυαλίσει με αμμωνία, χωρίς να ξέρει φυσικά, ότι προκαλούσε φθορά στην εικόνα, που υπάρχει ως τώρα. Αφού την τακτοποίησε, την ακούμπησε στο τραπέζι που ήταν ακριβώς κάτω από το εικονοστάσι, όπου υπήρχαν και θρησκευτικά βιβλία.Κάποια στιγμή, που βρισκόταν σε άλλο δωμάτιο, φύσηξε δυνατός αέρας από το ανοικτό παράθυρο και σήκωσε το πετσετάκι που ακουμπούσε το αναμμένο καντήλι στο εικονοστάσι. Πήρε φωτιά μια άκρη, έπεσε ένα αναμμένο κομμάτι στο τραπέζι άναψαν τα βιβλία, κάηκε το τραπέζι και στη στιγμή μεταδόθηκε η φωτιά σ΄ όλο το δωμάτιο. Η Ελευθερία, καίτοι κάπως βαρήκοη λόγω της ηλικίας της, άκουσε κάποιους χτύπους. Απορώντας τί να είναι, βγήκε στη πόρτα, αλλά δεν είδε κανέναν. Οι χτύποι όμως συνεχίζονταν πιο έντονα, και τότε ανέβηκε επάνω και μόλις άνοιξε την πόρτα του δωματίου, πετάχτηκαν φλόγες και καπνοί. Ζαλίστηκε, δεν μπορούσε να αναπνεύσει και με κόπο μπόρεσε να φωνάξει τους γειτόνους να σβήσουν τη φωτιά. Όταν τελικά μπόρεσε να μπει στο δωμάτιο, και έψαχνε με τα μάτια μέσα να διακρίνει κάτι στις φλόγες, που ακόμα κρατούσαν. Θεέ μου μεγαλοδύναμε, τί ήταν αυτό που αντίκρισε Η εικόνα της Παναγίας, ανάμεσα στις φλόγες και στους καπνούς την κοίταζε από μακρυά, χαμογελαστή, με κείνο το γλυκύτατο της μειδίαμα, ανέγγιχτη από τη φωτιά, και από τους καπνούς ώστε να λάμπει έτσι όπως την είχε γυαλίσει η ίδια. Οι φλόγες την είχαν σεβαστεί, και μήτε ίχνος καπνού την είχε αμαυρώσει.Όλη η οικογένεια φύλαγαν και αυτό το θαύμα σαν πολύτιμο μαργαριτάρι στην καρδιά τους.
Η δημιουργία της Μονής.
Τέσσερις Μοναχές ξεκίνησαν να κτίσουν ένα Μοναστήρι  Ησυχαστήριο. Μια μέρα (Ιανουάριο του 1965), ήρθαν στην Αθήνα, και έμεναν προσωρινά στο πατρικό σπίτι μιας εξ΄ αυτών, που ήταν εξοχικό, στα Μελίσσια. Εκεί, εκτελούσαν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα, και συγχρόνως έψαχναν, για έναν κατάλληλο τόπο, για να κτίσουν σιγά-σιγά το Μοναστήρι τους. Τέλος, βρήκαν έναν τόπο στο Καπανδρίτι, τους άρεσε, και έδωσαν και μια προκαταβολή. Η σκέψη τους ήταν, να παραγγείλουν στο Άγιον Όρος μια Εικόνα της Παναγίας της Γοργοεπηκόου, στο όνομα της οποίας θα αφιέρωναν το Μοναστήρι. Μια μέρα  ήρθε να τις επισκεφθεί μια γυναίκα. Η Ιφιγένεια Αναπλιώτου. Αφού έμεινε αρκετά μαζί τους, σηκώθηκε να φύγει, λέγοντας:- Πρέπει να πηγαίνω, γιατί έχω να περάσω από την εκκλησία, να πάρω μια Εικόνα μου, που την πήγα για τους «Χαιρετισμούς».Ξέρετε, μαθεύτηκε πως είναι πολύ θαυματουργή, και μου ζήτησαν να την πάω, να την προσκυνήσουν. Αλλά την ξύνουν οι γυναίκες, και φοβάμαι, πως θα μου την αλλοιώσουν. Μετά, τους διηγήθηκε, ότι την έφερε άπ’ τη Σμύρνη. Ότι ήταν Εικόνισμα οικογενειακό, και από γενιά σε γενιά, ερχόταν πάντα στο πρώτο παιδί της οικογενείας, και τελευταία, ήρθε στα χέρια της….- Σε ποια Χάρη της Παναγίας είναι η Εικόνα; Ρώτησαν εκείνες πολύ συγκινημένες - Είναι η Παναγία, η Γοργοεπήκοος, απάντησε η γυναίκα.- Ω, γλυκεία αγαλλίαση, κι ω, τρυφερή λαχτάρα, που πλημμύρισε την καρδιά, των τεσσάρων αφοσιωμένων Μοναχών.- Και μεις, στην Γοργοεπήκοο θα αφιερώσουμε το Μοναστήρι μας, είπαν. Δεν μας την δίνεις την Εικόνα; Αρνήθηκε ευγενικά, και κείνες δεν επέμεναν. Αυτά, έγιναν στα μέσα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Προς το Πάσχα, τους στέλνει ένα μήνυμα, ότι θα τους δώσει την Εικόνα, όταν θα κτίσουν το μοναστήρι. Είπε ακόμα, πως και κείνη πάντα ονειρευόταν να της κτίσει μία εκκλησία, αλλά δεν είχε την οικονομική δυνατότητα.Φαντάζεστε τη χαρά όλων, και πόσες ευχαριστίες έκαναν στην Παναγία, και στη Θεία Οικονομία οι Μοναχές, κατασυγκινημένες.Από τότε, πέρασαν μερικοί μήνες. Τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς, το 1965, την παρακάλεσαν να τους δώσει, για λίγο, την Εικόνα, για να βγάλουν μερικές φωτογραφίες της, γιατί θα έκαναν την πρώτη τους υπαίθρια Λειτουργία, στο Καπανδρίτι. Την έδωσε ευχαρίστως και όταν πήγαν να την επιστρέψουν τους είπε:« Κρατήστε την»…Από κείνη την ευλογημένη ώρα, το Εικόνισμα της Υπεραγίας Θεοτόκου, της Γοργοεπηκόου, βρίσκεται στα χέρια τους, και με την χάρη της και τη δύναμή της, κτίστηκε η Ιερά Μονή Μάνδρας.
πηγή: Χρυσούλας Χατζηγιαννιού, Η Κυρία Γοργοεπήκοος: Από την αιματωβαμένη Σμύρνη στα βουνά της Μάνδρας,  έκδοσις Ε΄, Ιεράς Κοινοβιακής Μονής «Παναγίας της Γοργοεπηκόου», Μάνδρα Αττικής, 2002.
Παναγία η Σκουπιώτισσα. Νέα Ρόδα Χαλκιδικής
Τα Νέα Ρόδα είναι παραθαλάσσιος οικισμός του νομού Χαλκιδικής..
Βρίσκεται στο στενότερο σημείο της χερσονήσου του Άθω και βρέχεται από τη θάλασσα από δύο πλευρές. Κύρια ασχολία των κατοίκων του χωριού είναι η γεωργία , η αλιεία και ο τουρισμός. Απέχει 6 χιλιόμετρα από την Ιερισσό. Κύριος ναός είναι ο ναός της Θεοτόκου και του Αγ. Νικολάου, στον οποίο βρίσκεται θαυματουργή εικόνα της Παναγίας, που μεταφέρθηκε από τους πρώτους κάτοικους, πρόσφυγες από τα Σκοπιά της νήσου Αλώνης, της θάλασσας του Μαρμαρά.
Η Παναγία της Άγκυρας.
18ος αι.
Η εικόνα από την έκθεση με τα κειμήλια των ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ από τον Πόντο και την Μικρά Ασία..
Τέλος στις εικόνες της ¨πρόσφυγος” Παναγίας συμπεριλαμβάνονται και οι εξής.
α.Η Παναγία η Περαμιώτισσα (Ν.Πέραμος Καβάλα)
β.Η Παναγία η Φανερωμένη Ν.Ηρακλείτσας.
γ.Η Παναγία η Φανερωμένη Ν.Αρτάκης στην Εύβοια.
για τις οποίες γίνεται αναφορά σε προηγούμενο άρθρο

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...