Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τετάρτη, Μαΐου 11, 2011

Αγίου Κυρίλλου του Θεσσαλονικέως ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΜΕ ΤΟΥΣ ΙΟΥΔΑΙΟΥΣ ΧΑΖΑΡΟΥΣ(Α' ΜΕΡΟΣ)



Εισαγωγικά
       Μετά την αποστολή του Αγίου Κυρίλλου στους Σαρακηνούς και τη διεξαγωγή διαλόγου με αυτούς, ο Άγιος, όπως έχουμε δει σε προηγούμενο τεύχος, μετέβη στον Όλυμπο της Βιθυνίας ασχολούμενος με τα μοναχικά του καθήκοντα. Ωστόσο η Εκκλησία ήταν αδύνατο να μην καλέσει και πάλι τον άγιο αυτόν ασκητή και πεφωτισμένο θεολόγο σε βοήθεια της ιεραποστολικής της δράσεως, για μία εξ ίσου σημαντική αποστολή. οι Χάζαροι, λαός της τουρκικής ομοφυλίας, ο οποίος την περίοδο αυτή κατοικούσε σε περιοχές όμορες με τις αυτοκρατορικές, προς τον Καύκασο, είχε συνάψει παλαιό­τερα στενές σχέσεις με την Αυτοκρατορία προς αντιμετώπιση ενός κοινού εχθρού, των Αράβων. Το 730 ο ηγεμόνας των Χαζάρων, ο Χαγάνος Μπουλάν είχε ασπασθεί τον Ιουδαϊσμό, διαπιστώνοντας ότι οι τρεις μεγάλες μονοθεϊστικές πίστεις της εποχής του, ο Χριστιανισμός, ο Ιουδαϊσμός και ο Μουσουλμανισμός αποδέχονταν ως ιερό βιβλίο την Παλαιά Διαθήκη. ο τωρινός Χαγάνος, πιεζόμενος τόσο από τους Σαρακηνούς όσο και από τους Εβραίους για οριστική αποδοχή μιας από τις δύο πίστεις εκείνων, επιθυμούσε και πάλι να διαφωτισθεί περί της χριστιανικής θρησκείας. για το λόγο αυτό ο Αυτοκράτωρ απέστειλε και πάλι τον «Φιλόσοφο», τον Άγιο Κύριλλο. Η αποστολή αυτή τοποθετείται χρονικά περί το 861 μ.Χ.2.
       Έπειτα από μικρή παραμονή στη Χερσώνα, ο Άγιος εξέμαθε την εβραϊκή γλώσσα, θαυματουργικώς δε και την σαμαρειτική εντός ελαχίστου χρόνου, γεγονός που προσείλκυσε στην πίστη και ένα Σαμαρείτη συνομιλητή του. μετά απ' αυτό ο Άγιος Κύριλλος κατευθύνθηκε προς τον Καύκασο, στην περιοχή των Χαζάρων3.
       Ο διάλογος του Αγίου Κυρίλλου με τους Ιουδαίους που περιστοίχιζαν το Χαγάνο, είναι αρκετά εκτενής. το πρώτο μέρος του παρουσιάζουμε παρακάτω. Είναι αυτονόητο ότι τα επιχειρήματα και των δύο πλευρών στηρίζονται στην Παλαιά Διαθήκη, και μάλιστα στο στενό της κανόνα4, ώστε να υπάρχει κοινή βάση συνεννοήσεως. Τα βασικά θέματα που συζητούνται είναι: Η Αγία Τριάς. Έναντι του ισχυρισμού των Ιουδαίων ότι ο Θεός είναι ένα πρόσωπο, ο Άγιος Κύριλλος προσκόμισε χωρία της Γραφής, που υποδεικνύουν5 ότι ο Θεός είναι Τριάς. Η ενανθρώπηση του Θεού. Οι Ιουδαίοι ισχυρίσθηκαν ότι είναι αδύνατο να περιληφθεί ο Θεός σε ανθρώπινο σώμα, στο σώμα δηλ. της Παρθένου. βάσει αφ' ενός του γεγονότος πως ο άνθρωπος είναι το τιμιώτερο δημιούργημα της κτίσεως, αφ' ετέρου της ανάγκης του ιδίου του ανθρώπου να ανακαινισθεί από την φθορά, ο Φιλόσοφος συνεπέρανε τόσο το δυνατόν όσο και το αναγκαίο της ενανθρωπήσεως του Θεού. Η αρχαιότητα του Μωσαϊκού Νόμου. Οι συνομιλητές του Αγίου επικαλέσθηκαν την αρχαιότητα του Νόμου του Μωυσέως, ώστε να δείξουν πως οι ίδιοι τηρούν την αρχική αποκάλυψη του Θεού, υπονοώντας πως οι Χριστιανοί είναι νεωτεριστές, ακολούθησαν δηλ. νέα πίστη παραμερίζοντας την θεόσδοτη μωσαϊκή. Ο Φιλόσοφος, με εδάφια της Γραφής τους απέδειξε πως η παλαιότερη θεϊκή νομοθεσία δεν είναι η μωσαϊκή, διότι προηγήθηκαν αυτής η εντολή προς τον Αδάμ και η διαθήκη με τον Νώε, η οποία μάλιστα περιλαμβάνει διατάξεις αντίθετες με τον Μωσαϊκό Νόμο. όπως ο Αβραάμ και ο Μωυσής όχι μόνον δεν κατακρίθηκαν από τον Θεό για την εγκατάλειψη των προγενεστέρων νομοθεσιών και την αποδοχή νέων, αλλά αντιθέτως επαινέθηκαν από τον Θεό, ενώ μάλιστα στις παλαιότερες νομοθεσίες δεν αναγγελόταν η αντικατάστασή τους, πολύ περισσότερο οι Χριστιανοί υπήκουσαν στο θέλημα του Θεού υιοθετώντας τη νέα πίστη, εφ' όσον μάλιστα αυτή είχε αναγγελθεί δια μέσου των ιδίων των Προφητών. Ο αναμενόμενος Μεσσίας. Συνδέοντας την παρέλευση του Νόμου με τον ερχομό του Μεσσία, οι Ιουδαίοι ισχυρίσθηκαν ότι, εφ' όσον ο Μεσσίας δεν είχε έλθει ακόμη, δεν έπρεπε να παρέλθει ούτε και η μωσαϊκή πίστη.
απαντώντας ο Άγιος με παράθεση σχετικών προφητειών, τους απέδειξε πως ο αναμενόμενος Μεσσίας είναι ο Ιησούς Χριστός, στο πρόσωπο του Οποίου εκπληρώθηκαν οι μεσσιακές προφητείες.
       Η Εκκλησία, από την αρχή του σωτηρίου έργου της μέχρι και σήμερα, δέχεται τα διασταυρούμενα πυρά δύο εντελώς αντιθέτων κόσμων: αφ' ενός του Ιουδαϊσμού, ο οποίος δεν έπαυσε ποτέ να βλέπει το Χριστιανισμό ως μία αίρεση του παλαιοδιαθηκικού μονοθεϊσμού, στην οποία διαβλέπει ενίοτε και χρώμα ειδωλολατρικό, αφ' ετέρου του παγανιστικού κόσμου, ο οποίος ιδιαίτερα τώρα, κατά την επανεμφάνισή του στο νέο ελληνικό κράτος, κατηγορεί την Εκκλησία για τα συντριπτικά κτυπήματα που επέφερε κατά του εθνισμού και, κατά τα λεγόμενα των νεοπαγανιστών, και κατά του άρρηκτα συνδεδεμένου με αυτόν Ελληνισμού. παραβλέποντας προς το παρόν το νεοπαγανισμό, δεν μπορούμε να μη σταθούμε στον Ιουδαϊσμό. Κατά καιρούς κάνουν τις εμφανίσεις τους μομφές εναντίον των Αγίων Πατέρων, για την διδασκαλία τους κατά του Ιουδαϊσμού, ως προδρόμων του αντισημιτικού μένους6. Για το αν οι πατερικές απόψεις προκάλεσαν ποτέ στο πλήρωμα της μιας Εκκλησίας, της Ορθοδόξου, αντισημιτικό μίσος, δεν θα μπορούσαν να βρεθούν αξιοπιστότεροι μάρτυρες από τους ιδίους τους αρθρογράφους των εβραϊκών «Χρονικών» οι οποίοι συχνά-πυκνά μνημονεύουν ευφήμως την βοήθεια που οι Εβραίοι έλαβαν από τους Έλληνες κατά τους ναζιστικούς διωγμούς. το αντισημιτικό μένος ας το αναζητήσουν στην «εκκλησία» της Ιεράς Εξετάσεως του Παπισμού. Τί έχουν άρα γε να πουν οι κατήγοροι αυτοί για το γεγονός πως η Εκκλησία μας εορτάζει τους αγίους επτά μάρτυρες Μακκαβαίους, οι οποίοι μαρτύρησαν από τους Έλληνες ειδωλολάτρες του Αντιόχου του Επιφανούς χάριν του Μωσαϊκού Νόμου7; Εκεί σίγουρα δεν μπορούν να δουν «αντισημιτικό μένος»! Δεν βλέπουν πως ο χριστιανικός λαός αποδέχθηκε με τιμή την προσωνυμία «νέος Ισραήλ»; Μήπως όλοι οι Άγιοι Απόστολοι αλλά και ο ίδιος ο Κύριος και η Θεοτόκος δεν ήσαν κατά σάρκα Εβραίοι; Καλύτερη απόδειξη για την αγάπη με την οποία η Εκκλησία διατήρησε όλα τα αγαθά στοιχεία του ιουδαϊκού Νόμου αποτελούν οι κατηγορίες των νεοπαγανιστών αρχαιολατρών για εισαγωγή εβραϊκών στοιχείων στο Βυζάντιο εξ αιτίας της Εκκλησίας8 (σημειωτέον ότι οι νεοπαγανιστές αυτοί δεν έχουν την ευρύτητα των αρχαίων ημών προγόνων που συνειδητοποίησαν την ανωτερότητα της χριστιανικής πίστεως έναντι της ελληνικής φιλοσοφίας και την αποδέχθηκαν). Συνεπώς οι λόγοι των Πατέρων δεν θίγουν την φυλή, αλλά την κακή προαίρεση τόσο των απίστων Ιουδαίων του φαρισαϊκού κατεστημένου, όσο και των απίστων εθνικών, ακόμη και των Ελλήνων. Σφοδροτέρους κατηγόρους της ιουδαϊκής σκληροκαρδίας και απιστίας δε μπορεί να βρει κανείς από τους ιδίους τους Ιουδαίους Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης. την ελεγκτική νουθεσία εκείνων ακολουθούν και οι Άγιοι, ως πνευματικοί τους απόγονοι. Θα επιθυμούσαν βέβαια μερικοί Ιουδαίοι να σιωπήσουν οριστικά όσοι επισημαίνουν τα σφάλματα του ιουδαϊκού παρελθόντος, τα οποία οι σημερινοί σιωνιστές συνεχίζουν, προοδοποιώντας την παγκόσμια κυριαρχία του «Μεσσία» που αναμένουν. όμως οι Άγιοι δεν έχουν πνεύμα δειλίας και ανθρωπαρεσκείας, αλλά «δυνάμεως και αγάπης και σωφρονισμού»9. και καθώς αυτοί υβρίζονται ως φυλετιστές, επαληθεύεται απλώς ό,τι ο Κύριος είπε. «έρχεται ώρα κατά την οποία ο καθένας που θα σας φονεύει θα νομίσει ότι προσφέρει λατρεία στο Θεό»10. Βεβαίως και αρκετοί Χριστιανοί, προφανώς μη γνωρίζοντες, θα ήταν πρόθυμοι να απαλειφθούν από τα εκκλησιαστικά λειτουργικά κείμενα όσα λέγονται περί των σταυρωτών του Κυρίου.11 ή διακατέχονται αδίκως από ενοχή έναντι του Ιουδαϊσμού;
εφ' όσον έτσι, λοιπόν, σκέπτονται, επεδίωξαν τουλάχιστον την ταυτόχρονη απάλειψη όσων αντιχριστιανικών στοιχείων περιλαμβάνουν ανάλογα εβραϊκά κείμενα, ανάμεσα στα οποία και βλασφημίες για τον Κύριο και την Θεοτόκο και κατάρες κατά των «αιρετικών Χριστιανών»
       Βεβαίως το σύνθημα της Νέας Εποχής «αγάπησε τον Θεό του πλησίον σου» κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος ανάμεσα σε όσους προτιμούν την πρόσκαιρη εν τω ψεύδει αγάπη των ανθρώπων από την εν αληθεία σωτηρία εκείνων.
ωστόσο η Εκκλησία ακολουθώντας το παράδειγμα του Σωτήρος της θα ελέγχει πάντοτε οιοδήποτε πνεύμα αντιστρατεύεται την αλήθεια, η οποία είναι μόνον ο Χριστός12, και δεχο­μένη τα κτυπήματα θα λέγει μετά του Πρωτομάρτυρος Στεφάνου εν αγάπη, «Κύριε, μη στήσης αυτοίς την αμαρτίαν ταύτην»13.
 
Το κείμενο του διαλόγου
       Αφού επιβιβάστηκε σ' ένα πλοίο, συνέχισε το ταξίδι του για τη χώρα των Χαζάρων14, μέσα από τη Μαιώτιδα Λίμνη15 και την Κασπία Πύλη16 του Όρους Καυκάσου.
       Οι Χάζαροι όμως απέστειλαν προς συνάντησή του ένα άνθρωπο κακοήθη και δόλιο, ο οποίος αρχίζοντας να συνομιλεί με αυτόν, είπε τα εξής: «Πώς συμβαίνει σ' εσάς να έχετε μία τόσο κακή συνήθεια, δηλαδή να διορίζετε πάντοτε αυτοκράτορα από διαφορετικό γένος; Εμείς στο σημείο αυτό ακολουθούμε πάντοτε το γένος»17. Τότε ο Φιλόσοφος του είπε. «Και ο Θεός επίσης αντί του Σαούλ, ο οποίος δεν έπραξε το αρεστόν ενώπιόν Του, εξέλεξε τον Δαυίδ και το γένος του, διότι εκείνος ευαρέστησε σ' Αυτόν»18. Εκείνος τότε του είπε: «Πώς συμβαίνει λοιπόν, ώστε σεις, όταν κρατάτε στα χέρια σας τις Γραφές, να απαγγέλετε όλες τις παραβολές μέσα απ' αυτές, ενώ εμείς δεν κάνουμε έτσι αλλά, χωρίς να καυχώμαστε για τις Γραφές, όπως εσείς, έχουμε όλη τη σοφία στη μνήμη μας, σαν να την έχουμε καταπιεί;» Τότε του είπε ο Φιλόσοφος. «Σου απαντώ ως προς αυτό. Όταν συναντήσεις άνθρωπο γυμνό και σου λέγει "Έχω πολλά ενδύματα και χρυσό", τον πιστεύεις παρ' ότι τον βλέπεις γυμνό;» Εκείνος είπε «Όχι». «Το ίδιο λέω λοιπόν και σ' εσένα. Αφού έχεις καταπιεί όλη τη σοφία, τότε εξήγησέ μας πόσες γενεές υπήρξαν μέχρι τον Μωυσή και πόσα έτη περιέχει κάθε γενεά»; Τότε ο απεσταλμένος δεν μπόρεσε να απαντήσει και έτσι εσιώπησε.
       Όταν ο Φιλόσοφος έφθασε εκεί19 και επρόκειτο να λάβει θέση κοντά στο Χαγάνο για το δείπνο, τον ρώτησαν: «Ποιό είναι το αξίωμά σου για να σε τοποθετήσουμε σε θέση ανάλογη με την τάξη σου;». Ο Φιλόσοφος τότε τους απάντησε: «Είχα ένα πολύ σημαντικό και επιφανή πρόγονο, ο οποίος σύμφωνα με την τάξη του στεκόταν πάντοτε κοντά στον αυτοκράτορα. ωστόσο παραιτήθηκε εκουσίως από την τιμητική θέση που του είχε δοθεί, και για τον λόγο αυτόν εξορίστηκε. Αφότου έφθα­σε σε περιοχή ξένη προς την χώρα του, περιέπεσε σε δυστυχία και εκεί με εγέννησε. Επιζητώντας την παλαιά εκείνη αξία του προπάτορός μου, δεν επιθυμώ να προβάλω άλλη. είμαι, δηλαδή, απόγονος του Αδάμ». «Ξένε, μας ομιλείς αξίως και ορθώς», αποκρίθηκαν εκείνοι. από τότε άρχισαν να του αποδίδουν ακόμη μεγαλύτερη τιμή.
       Ο Χαγάνος έλαβε το ποτήρι του και είπε. «Πίνω στο όνομα του ενός Θεού, ο Οποίος δημιούργησε όλη την κτίση»20. Τότε ο Φιλόσοφος παίρνοντας το δικό του ποτήρι είπε. «Πίνω εις το όνομα του Θεού και του Λόγου Του, δια του Οποίου στερεώθηκαν οι ουρανοί, και του ζωοποιού Πνεύματος, δια του οποίου συγκρατείται όλη η δύναμη των ουρανών»21. Ο Χαγάνος του απάντησε λέγοντας. «Ομιλούμε όλοι με τον ίδιο τρόπο, έχουμε όμως διαφορά μόνο σ' αυτό το σημείο, γιατί εσείς υμνείτε την Τριάδα, εμείς αντιθέτως, ερμηνεύοντας σωστά την Γραφή, υμνούμε τον ένα Θεό». Τότε του είπε ο Φιλόσοφος. «Μα, η Γραφή είναι εκείνη που κηρύττει τον Λόγο και το Πνεύμα. Αν απονέμει κάποιος σε σένα την τιμή, δεν σέβεται όμως τον λόγο και το πνεύμα σου, ενώ αντιθέτως κάποιος άλλος αποδίδει τιμή και στα τρία, ποιος από τους δύο δείχνει περισσότερο σεβασμό;»22 «Αυτός που τιμά και τα τρία». «Συνεπώς και εμείς, απάντησε ο Φιλόσοφος, πράττουμε καλύτερα, διότι δίνουμε εξήγηση σύμφωνα με τα πράγματα, και ακούμε τους Προφήτες. Ο Ησαΐας είπε. "Άκουγέ με Ιακώβ και Ισραήλ, τους οποίους εγώ καλώ. Εγώ είμαι ο πρώτος και εγώ υπάρχω εις τον αιώνα και εγώ υπάρχω τώρα. Και τώρα με απέστειλε ο Κύριος και το Πνεύμα του"»23.
       Αλλά οι Ιουδαίοι, οι οποίοι στέκονταν γύρω τους, είπαν σ' αυτόν: «Πες μας, όμως, πώς μπορεί μία γυναίκα να περιλάβει στο σώμα της το Θεό, τον Οποίον δεν μπορεί ούτε να δει, συνεπώς πολύ περισσότερο να Τον γεννήσει;». Τότε ο Φιλόσοφος έδειξε με το δάκτυλο τον Χαγάνο και τον πρώτο του σύμβουλο και είπε. «Αν κάποιος πει αφ' ενός ότι ο πρώτος σύμβουλος δεν μπορεί να φιλοξενήσει το Χαγάνο, ισχυρισθεί αφ' ετέρου ότι το Χαγάνο μπορεί να τον φιλοξενήσει και να τον τιμήσει ο τελευταίος δούλος, πέστε μου, πώς θα μπορούσε κανείς να χαρακτηρίσει τον άνθρωπο αυτό, παράφρονα ή λογικό;». Είπαν τότε εκείνοι. «Βεβαίως τελείως παράφρονα». Τότε τους είπε ο Φιλόσοφος. «Ποιο είναι το πιο τίμιο σε ολόκληρη την ορατή κτίση;». Εκείνοι απάντησαν «Ο άνθρωπος, εφ' όσον πλάσθηκε κατ' εικόνα του Θεού»24. Τότε ο Φιλόσοφος τους είπε περαιτέρω: «Τότε και σεις, λοιπόν, είστε παράφρονες, διότι ισχυρίζεσθε ότι ο Θεός δεν μπορεί να ενοικήσει στον άνθρωπο. εν τούτοις ο Θεός κρύφθηκε σε βάτο25, σε νεφέλη26, σε θύελλα και καπνό27, όταν αποκαλύφθηκε στον Μωυσή και τον Ιώβ28. Άλλωστε πώς μπορούσε να θεραπεύσει κάποιον άλλον και όχι τον ασθενή; Αφότου το ανθρώπινο γένος περιέπεσε σε διαφθορά, από ποιον θα μπορούσε να ανακαινισθεί, παρά μόνο από τον ίδιο τον Δημιουργό29; Απαντήστε μου! Όταν ο ιατρός επιθυμεί να βάλει στον ασθενή κατάπλασμα αλλά το τοποθετεί πάνω σε ξύλο ή πέτρα επιτυγχάνει μήπως τίποτε με τον τρόπο αυτό30; Όπως είπε δε και ο Μωυσής δια του Αγίου Πνεύματος στην προσευχή του και εξέτεινε τα χέρια του: "Μη μας δείξεις πλέον τον Εαυτό Σου, ο ελεήμων Θεός, σε κεραυνό πάνω στους βράχους και στη φωνή της σάλπιγγος, αλλά είσελθε στην καρδιά μας και άρε τις αμαρτίες μας". έτσι λέγει ο Ακύλας»31.
       Μετά το δείπνο αποχωρίστηκαν προηγουμένως όμως όρισαν ημέρα κατά την οποία θα συζητούσαν για όλα τα θέματα αυτά.
       Αφού έλαβε πάλι θέση ο Φιλόσοφος κοντά στον Χαγάνο είπε· «Είμαι ο μόνος ανάμεσα σας που δεν έχω συγγενείς και φίλους. Εν τούτοις συνομιλούμε όλοι για το Θεό, στα χέρια του Οποίου βρίσκονται τα πάντα, όπως και οι καρδιές μας. Όσοι από μας είναι εύγλωττοι, όταν ομιλούμε πρέπει να μας λέγουν σε τί δεν συμφωνούν και τί δεν αντιλαμβάνονται, ώστε να μπορούν να ερωτούν και εμείς να τους εξηγούμε».
       Τότε απάντησαν οι Ιουδαίοι και είπαν. «Και εμείς δεχόμαστε ότι στις Γραφές υπάρχει ο Λόγος και το Πνεύμα. Εξήγησέ μας ποιον νόμο έδωσε πρώτα ο Θεός στους ανθρώπους τον Μωσαϊκό ή εκείνον που έχετε εσείς;». Ο Φιλόσοφος απάντησε· «Μας κάνετε την ερώτηση αυτή για να ισχυρισθείτε κατόπιν ότι εσείς τηρείτε τον πρώτο νόμο;». «Ακριβώς, διότι ο άνθρωπος πρέπει να τηρεί τον πρώτο νόμο», είπαν εκείνοι. «Αν θέλετε να τηρείτε τον πρώτο νόμο, απάντησε ο Φιλόσοφος, τότε απομακρυνθείτε τελείως και ολοκληρωτικώς από την περιτομή». Εκείνοι ερώτησαν με απορία. «Γιατί το λες αυτό;», και αυτός τους απάντησε: «Εξηγήστε μου σαφώς. ο πρώτος νόμος δόθηκε στην περιτομή ή στην ακροβυστία;». Απάντησαν. «Πιστεύουμε ότι δόθηκε στην περιτομή». Τότε είπε ο Φιλόσοφος. «Ο Θεός μετά την εντολή που δόθηκε στον Αδάμ και μετά την πτώση εκείνου, δεν έδωσε για πρώτη φορά νόμο στον Νώε, τον οποίον νόμο ονόμασε διαθήκη; Είπε, δηλαδή, σ' αυτόν "Και να! Εγώ ανανεώνω την διαθήκη μου με εσάς και τους απογόνους σας, οι οποίοι θα έλθουν μετά από σας, και με όλη τη γη"32· αυτή η διαθήκη περιέχεται σε τρεις εντολές: "Θα μπορείτε να τρώγετε τα πάντα ως λάχανα χόρτου, όσα βρίσκονται στον ουρανό, στη γη και στα νερά"33 και "Πλην όμως δε θα φάγετε κρέας με αίμα, στο οποίο εδράζεται η ζωή του ζώου"34.  Και ακόμη. "Όποιος χύνει αίμα ανθρώπινο θα φονευθεί, έναντι του αίματος που χύθηκε απ' αυτόν"35. Τί λέτε λοιπόν γι' αυτά, εσείς που ισχυρι­σθήκατε ότι τηρείτε την πρώτη εντολή»; Οι Ιουδαίοι αποκρίθηκαν σ' αυτόν: «Εμείς τηρούμε τον πρώτο νόμο του Μωυσή, τον οποίον ο Θεός δεν τον ονόμασε νόμο, αλλά διαθήκη, όπως ακριβώς ο Ίδιος τον ονόμασε εντολή για τους ανθρώπους στον Παράδεισο ενώ για τον Αβραάμ τον ονόμασε με άλλο τρόπο, δηλαδή περιτομή και όχι νόμο36. Διότι μεταξύ νόμου και διαθήκης υπάρχει διαφορά. Και ο δημιουργός, λοιπόν, τα ονόμασε αυτά διαφορετικά». Τότε τους απήντησε ο Φιλόσοφος. «Ως προς αυτό θα σας εξηγήσω αμέσως, το ότι δηλαδή ο νόμος ονομάζεται διαθήκη. Διότι ο Θεός είπε στον Αβραάμ. "Και θα είναι η διαθήκη μου πάνω στη σάρκα σας" (και αυτό το ονόμασε επίσης "σημείο της διαθήκης") "και θα ισχύει μεταξύ εμού και υμών"37. Κατόπιν βοά πάλι προς τον Ιερεμία. "Άκου­σε τους λόγους της διαθήκης αυτής και θα μιλήσεις προς τους Ιουδαίους και προς τους κατοίκους των Ιεροσολύμων και θα τους πεις· αυτά λέγει ο Κύριος ο Θεός του Ισραήλ. είναι καταραμένος ο άνθρωπος ο οποίος δεν θα υπακούσει στους λόγους της διαθήκης αυτής, την οποία διέταξα στους πατέρες σας την ημέρα που τους απομάκρυνα από την Αίγυπτο"»38. Προς αυτό απάντησαν οι Ιουδαίοι. «Κατά τον τρόπο αυτό πιστεύουμε και εμείς επίσης ως ορθό το ότι ο νόμος ονομάζεται και διαθήκη39. Όλοι όσοι τήρησαν τον Μωσαϊκό Νόμο ευαρέστησαν στο Θεό. Και εμείς τηρώντας αυτόν ελπίζουμε ότι ανήκουμε σ' εκείνους. Εσείς όμως καταπατείτε με τα πόδια σας τον νόμο του Θεού, γιατί έχετε εισαγάγει άλλον νόμο». Τότε τους είπε ο Φιλόσοφος. «Εμείς πράττουμε το σωστό. διότι αν ο Αβραάμ δεν αποδεχόταν την περιτομή, άλλα ενέμενε στην διαθήκη του Νώε, δεν θα ονομαζόταν φίλος του Θεού40. το ίδιο και ο Μωυσής, ο οποίος μετά από αυτά κατέγραψε τον Νόμο, αλλά δεν τήρησε τον πρώτο νόμο41. Και εμείς, λοιπόν, ακολουθώντας το παράδειγμα εκείνων, αφού λάβαμε από το Θεό νόμο, παραμένουμε σ' αυτόν, για να μείνει η εντολή του Θεού απαρασάλευτη. Όταν, δηλαδή, έδωσε ο Θεός στον Νώε τον νόμο, δεν του δήλωσε ότι θα έδιδε και άλλον ακόμη, αλλ' αντιθέτως πως αυτός θα έπρεπε να υπάρχει πάντοτε και για όλους τους ανθρώπους42. Και όταν έδωσε στον Αβραάμ την επαγγελία, επίσης δεν του ανήγγειλε ότι θα έδινε στο Μωυσή άλλον νόμο. Πώς συμβαίνει, λοιπόν, να εμμένετε εσείς στον Νόμο, παρ' όλο που ο Θεός κράζει στους λαούς "Θα αλλάξω τον νόμο μου και θα σας δώσω άλλον;"43. Γιατί ο Ιερεμίας το είπε σαφέστατα. "Ιδού έρχονται ημέρες, λέγει ο Κύριος, και θα συνάψω με τον οίκο Ισραήλ και τον οίκο Ιούδα νέα διαθήκη, η οποία δε θα είναι όμοια με τη διαθήκη που εσύναψα με τους πατέρες τους την ημέρα που τους έπιασα από το χέρι και τους έβγαλα από την γη της Αιγύπτου, διότι εκείνοι δεν παρέμειναν στη διαθήκη μου και εγώ τους παραμέλησα, λέγει ο Κύριος. Διότι αυτή είναι η διαθήκη μου που θα συνάψω με τον οίκο Ισραήλ μετά από εκείνες τις ημέρες, λέγει ο Κύριος:
θα δώσω νόμους στη διάνοιά τους και θα τους γράψω πάνω στις καρδιές τους. και θα είμαι γι' αυτούς Θεός, και αυτοί θα είναι για μένα ο λαός
μου"44. Και ο ίδιος ο Ιερεμίας λέγει πάλι αλλού. “Αυτά λέγει ό Κύριος των δυνάμεων σταθήτε στις οδούς και δείτε, και αναζητήστε τις αιώνιες οδούς του Κυρίου και δείτε ποια είναι η αγαθή οδός, και βαδίζετε πάνω σ' αυτήν, και θα βρείτε αγιασμό για τις ψυχές σας. Και είπαν. δεν θα πάμε. "Άκουγε γη. να, εγώ επιφέρω πάνω στο λαό αυτόν κακά, που είναι ο καρπός της αμετανοησίας τους, διότι δεν έδωσαν προσοχή στα λόγια μου και απώθησαν τον νόμο μου "46. Όμως δεν επιθυμώ μόνο με τις λέξεις αυτές, αλλά και επί τη βάσει άλλων αποδείξεων από τις προφητείες να δείξω σαφέστατα ότι ο Νόμος έλαβε τέλος».
       Οι Ιουδαίοι απάντησαν «Κάθε Ιουδαίος γνωρίζει ότι αυτό αληθώς θα συμβεί, ωστόσο ο καιρός του Μεσσία δεν έφθασε ακόμη»47. Τότε ο Φιλόσοφος τους είπε. «Γιατί φέρετε την αντίρρηση αυτή, αν και βλέπετε ότι η Ιερουσαλήμ καταστράφηκε, ότι οι θυσίες σταμάτησαν και συνέβησαν και όλα τα υπόλοιπα, όσα οι προφήτες προφήτευσαν σχετικώς με σας; Ο Μαλαχίας, λόγου χάριν, λέγει σαφέστατα: "δεν ευαρεστούμαι με σας, λέγει Κύριος Παντοκράτωρ, και δε θα δεχθώ θυσία από τα χέρια σας. διότι από την ανατολή του ηλίου μέχρι τη δύση έχει δοξασθεί το όνομά μου στα έθνη, και σε κάθε τόπο προσφέρεται θυμίαμα και θυσία καθαρά στο όνομά μου, γιατί το όνομά μου είναι μέγα στα έθνη, λέγει Κύριος Παντοκράτωρ"»48. «Ό,τι λέγεις σχετικώς, είπαν εκείνοι, ερμηνεύεται ως εξής. δια μέσου ημών θα ευλογηθούν όλα τα έθνη και θα περιτμηθούν στην Ιερουσαλήμ»49. Ο Φιλόσοφος απάντησε. «Ο Μωυσής ομιλεί έτσι ακριβώς. "εάν ολοψύχως υπακούσετε σ' όλες αυτές τις εντολές, τις οποίες εγώ σας δίνω εντολή να εφαρμόζετε, τότε τα σύνορά σας θα είναι από την Ερυθρά Θάλασσα μέχρι τα παράλια του Αντιλιβάνου και από την έρημο μέχρι τον Ευφράτη ποταμό"50, και τα λοιπά. Εμείς, τα έθνη, ευλογηθήκαμε "εν τω σπέρματι του Αβραάμ"51 καθώς καί με αυτόν που προήλθε από την ρίζα του Ιεσσαί, είμαστε ευλογημένοι δι' εκείνου ο Οποίος είναι "προσδοκία εθνών"52 και ονομάσθηκε γι' αυτό φως του κόσμου και όλων των νήσων53. Φωτισθήκαμε με την δόξα του Θεού54, όχι όμως κατά τον νόμο αυτό, ούτε σε κάποια πόλη. Διότι έτσι φωνάζουν οι Προφήτες με έμφαση. Ο Ζαχαρίας λέγει σχετικώς. "Χαίρε σφόδρα, κόρη μου Σιών. ιδού, ο βασιλιάς σου έρχεται. Είναι πράος και κάθεται σε όνο και σε πουλάρι όνου"55. Και παρακάτω. "Και θα καταστρέψει τα όπλα του Εφραίμ και το ιππικό της Ιερουσαλήμ. θα αναγγείλει ειρήνη στα έθνη και θα γίνει άρχοντας από το ένα άκρο της γης ως το άλλο"56. Ο Ιακώβ είπε ότι "δε θα λείψει άρχοντας από τους Ιουδαίους και ηγέτης από τους απογόνους του, ώσπου να έλθουν τα αποταμιευμένα γι' αυτόν ο Οποίος είναι η προσδοκία των εθνών"57. Εφόσον βλέπετε ότι όλα αυτά έλαβαν την συμπλήρωση και εκπλήρωσή τους, ποιον άλλον περιμένετε ακόμη; Διότι και ο Δανιήλ, είπε, αφού διδάχθηκε από άγγελο,«Εβδομήντα εβδομάδες απομένουν μέχρι τον Χριστό, τον Κύριο», δηλαδή τετρακόσια εβδομήντα χρόνια, «για να σφραγισθεί κάθε προφητική όραση και κάθε προφήτης»58. Ποια είναι, κατά την γνώμη σας, η σιδηρά βασιλεία για την οποία μίλησε ο Δανιήλ στο όραμα;»59. Αποκρίθηκαν. «Η ρωμαϊκή βασιλεία»60. τότε τους απήντησε ο Φιλόσοφος. «Και ποιος είναι ο λίθος που προέρχεται από το όρος και δεν κόπηκε από ανθρώπινο χέρι;»61. «Ο Μεσσίας», απάντησαν και συνέχισαν «Αν λοιπόν δεχθούμε, βάσει των προφητών και των άλλων επιχειρημάτων ότι ο Μεσσίας ήδη ήλθε, όπως εσύ ισχυρίζεσαι, πώς τότε συμβαίνει ώστε η ρωμαϊκή βασιλεία να εξακολουθεί να κυριαρχεί;». «Δεν υπάρχει πλέον, απάντησε ο Φιλόσοφος, διότι έδυσε, όπως και οι άλλες βασιλείες, σύμφωνα με την παραβολή της προφητικής εικόνας. Γιατί η βασιλεία μας δεν είναι ρωμαϊκή, αλλά είναι η βασιλεία του Χριστού, καθώς επίσης είπε και ο Προφήτης· "Θα εγείρει ο Θεός του ουρανού βασιλεία, η οποία δε θα καταστραφεί στους αιώνες, και η βασιλεία του δεν θα αφεθεί σε άλλον λαό. θα θρυμματίσει και θα κοσκινίσει όλες τις βασιλείες και η ίδια θα υφίσταται αιωνίως"62. Δεν είναι αυτή η βασιλεία του Χριστού, η οποία τώρα ονομάζεται από το όνομα του Χριστού; Αντιθέτως οι Ρωμαίοι ήταν ειδωλολάτρες. Αλλ' αυτοί κυριαρχούν προερχόμενοι άλλοτε από ένα λαό ή φυλή και άλλοτε από άλλο, στο όνομα του Χριστού, όπως δείχνει και ο Προφήτης Ησαΐας, λέγοντάς μας. "Θα αφήσετε όνομα που θα προκαλεί αηδία στους εκλεκτούς μου, εσάς δε, θα σας φονεύσει ο Κύριος. Σε όσους όμως τον υπηρετήσουν θα δοθεί όνομα καινούργιο, το οποίο θα είναι ευλογημένο στη γη. διότι θα δοξολογήσουν τον αληθινό Θεό που βρίσκεται στους ουρανούς"63. Δεν εκπληρώθηκαν όλες οι προφητείες οι οποίες σαφώς λέχθηκαν για τον Χριστό; Την γέννησή του από Παρθένο, την αναγγέλλει σαφώς ο Η­σαΐας λέγοντας τα παρακάτω: "Ιδού η Παρθένος θα συλλάβει και θα γεννήσει υιό, και θα τον ονομάσεις Εμμανουήλ", το οποίο ερμηνεύεται "Ο Θεός είναι μαζί μας"64. Και ο Μιχαίας είπε. "Και συ Βηθλεέμ, γη του Ιούδα, δεν είσαι ουδαμώς η πιο μικρή μεταξύ των ηγεμόνων των Ιουδαίων. διότι από σένα θα εξέλθει ηγέτης, ο οποίος θα ποιμάνει τον λαό μου τον Ισραήλ. Η αρχή του χρονολογείται στην αρχή της αιωνιότητας. γι' αυτό ο Κύριος θα τους παραδώσει, μέχρι τον καιρό που η έγκυος θα γεννήσει"65. Και ο Ιερεμίας. "Ρωτήστε και μάθετε αν γέννησε αγόρι. διότι είναι μεγάλη η ημέρα εκείνη και δεν υπάρχει άλλη σαν αυτή. ο καιρός είναι κρίσιμος για τους απογόνους του Ιακώβ, και από αυτόν θα σωθούν"66. Και ο Ησαΐας είπε. "Πριν να γεννήσει η γυναίκα που βρισκόταν στις ωδίνες, πριν να έλθει ο πόνος των ωδίνων, ξέφυγε και γέννησε αγόρι"67.
(συνεχίζεται)
Επιμέλεια - Παρουσίαση
Νικόλαος Ζήσης
 

  • 1. Το απόσπασμα από το έργο Βίος Κωνσταντίνου 9.10, Επιστημονική Επετηρίς της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης 12 (1967) σελ. 129-134, απ' όπου και αρκετές αγιογραφικές παραπομπές, τις οποίες επιμελήθηκε ο εκδότης του Βίου, Καθηγητής Ιω. Αναστασίου.
  • 2. Π. Χρήστου, Κύριλλος και Μεθόδιος οι Θεσσαλονικείς φωτισταί των Σλάβων, Θεσσαλονίκη 19882, σελ. 44 εε. Βίος Κωνσταντίνου 8, ένθ' ανωτ., σελ. 127.
  • 3. Βίος Κωνσταντίνου 8, ένθ' ανωτ., σελ. 128.
  • 4. Από τα βιβλία της Π.Δ. που αποδέχεται η Εκκλησία, ο στενός ιουδαϊκός κανόνας δεν περιλαμβάνει τα λεγόμενα «δευτεροκανονικά»: Α' Έσδρας, Τωβίτ, Ιουδίθ, Α', Β', και Γ' Μακκαβαίων, Σοφία Σολομώντος, Σοφία Σειράχ, Βαρούχ και Επιστολή Ιερεμίου.
  • 5. Το ότι η Παλαιά Διαθήκη ομιλεί συνεσκιασμένα περί της θεότητος του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, αποδίδεται από τους Πατέρες στο γεγονός της έλλειψης πνευματικής ωριμότητος των Εβραίων, η οποία θα μπορούσε να μετατρέψει την πίστη τους στην τριαδικότητα του Θεού, σε αποδοχή τριών θεών, δηλ. σε πολυθεΐα. Βλ. π.χ. Αγιου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Εις τους Ψαλμούς 109, 1, PG 55, 266. «Επειδή γαρ εξελθών εμοσχοποίησας και τω Βεελφεγώρ ετελέσθης, και προς δήμον θεών ης επτοημένος, την άνομον εκείνην πολυθεΐαν εισάγων, αναστέλλων σου το νόσημα, προς αντιδιαστολήν των ουκ όντων θεών το Εις έθηκεν, ου προς αθέτησιν του Μονογενούς».
  • 6. Βλ. σχετικό άρθρο περί δήθεν αντισημιτισμού του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Σπ. Καραλη, «Χριστιανικός αντισημιτισμός», Χρονικά, Όργανο του Κεντρικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου της Ελλάδος, τόμ. 18, 135 (Ιαν.-Φεβ. 1995) 3-6. Ερμηνεία των θέσεων του Αγίου και αναίρεση των απόψεων αυτών υπό Ιωάννας Μπουμπα, Ιουδαίοι και Ιουδαϊσμός κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, Θεσσαλονίκη 1998 (διπλωματική εργασία υποβληθείσα στο Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας Α.Π.Θ.).
  • 7. Μαρτύρησαν το 168 π.Χ. Η μνήμη τους τελείται, μαζί με της μητέρας τους Σολομονής και του διδασκάλου τους, Ελεαζάρου, την 1η Αυγούστου.
  • 8. Βλ. τα πρακτικά σχετικής ημερίδας στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών Ελληνισμός-Χριστιανισμός στο Βυζάντιο. Το Βυζάντιο ωφέλησε ή έβλαψε τον Ελληνισμό; εκδ. «Ελεύθερη σκέψις», Αθήνα 1998, σελ. 28. 31 εε. 38. 86.
  • 9. Β' Τιμ. 1, 7.
  • 10. Ιω. 16,2.
  • 11. Βλ. D. Berger, "Jewish-Christian Polemics", The Encyclopedia of Religion 11 (1987) σελ. 389. «The institutional separation of the two religions was furthered when a curse against the minim [σ.σ. εν, τους αιρετικούς, δηλ. τους Χριστιανούς] was inserted into the rabbinic prayer book... In the Talmud itself, clear references to Jesus are exceedingly rare, but those that exit do iclude the assertion that he was a sorcerer who led his followers astray... The various versions of Toledot Jeshu trace Jesus' life from his birth as a result of Mary's liaison with a Roman soldier through his checkered career as a sorcerer and on to his ignominious hanging between two thieves on a massive stalk of cabbage».
  • 12. Ιω. 14, 6. «εγώ ειμι η οδός και η αλήθεια και η ζωή».
  • 13. Πράξ. 7, 60.
  • 14. Οι Χάζαροι την περίοδο της διηγήσεως μας κατείχαν την περιοχή από την Κριμαία ως τον Κάτω Βόλγα και από τον Εύξεινο Πόντο ως την Κασπία Θάλασσα. Π. Χρήστου, ένθ' ανωτ., σελ. 44.
  • 15. Μαιώτις Λίμνη καλείται η Αζοφική Θάλασσα, τμήμα της Μαύρης Θάλασσας που περιβάλλει τη χερσόνησο της Κριμαίας από τα ΒΑ.
  • 16. Κασπία Πύλη του Όρους Καυκάσου ονομάζονται τα στενά μεταξύ του Όρους Καυκάσου και της Κασπίας θάλασσας. Π. Χρήστου, ένθ' ανωτ., σελ. 46.
  • 17. Συνάγεται και από την ιστορία των βασιλέων των Βασιλείων Ισραήλ και Ιούδα στα βιβλία Γ' και Δ' Βασιλειών.
  • 18. Επειδή ο βασιλεύς Σαούλ παρέβη την εντολή του Θεού να μην κρατήσει κανένα από τους Αμαληκίτες αιχμαλώτους στη ζωή, ο προφήτης Σαμουήλ δέχθηκε θεϊκή εντολή να επιτιμήσει τον Σαούλ και να χρίσει αντ' αυτού νέο βασιλέα του Ισραήλ τον Δαυίδ, όπως και έγινε. βλ. Α' Βασ. 15, 9-26. 16, 1-13.
  • 19. Πιθανώτατα στην πόλη Σάρκελ. αργότερα ενδέχεται η αποστολή να οδηγήθηκε και στην τότε πρωτεύουσα της Χαζαρίας, το Σεμέντερ. Π. ΧΡΗΣΤΟΥ, ένθ' ανωτ.  
  • 20. Σύμφωνα με το Δευτ. 6,4. «Άκουε, Ισραήλ. Κύριος ο Θεός ημών Κύριος εις εστι», και το Ζαχ. 14, 9. σύμφωνα επίσης με τα Γέν. 2, 1-7, Ψαλμ. 133, 3, Ησ. 42, 5. 45, 18.
  • 21. Ψαλμ. 32, 6. «τω λόγω Κυρίου οι ουρανοί εστερεώθησαν και τω πνεύματι του στόματος αυτού πάσα η δύναμις αυτών.
  • 22. Η αναφορά στο λόγο και το πνεύμα του ανθρώπου ως σε στοιχεία ενδεικτικά της τριαδικότητος του Θεού δεν είναι τυχαία. στην ανθρωπολογία πολλών αγίων Πατέρων, το «κατ' εικόνα Θεού» του ανθρώπου εντοπίζεται στο τριμερές της ψυχής (νους, λόγος, πνεύμα), το οποίο εικονίζει το τρισυπόστατον της Αγίας Τριάδος. Βλ. Ιερομονάχου Αμφιλοχιου Ραντοβιτς, Το μυστήριον της Αγίας Τριάδος κατά τον Άγιον Γρηγόριον τον Παλαμάν, Ανάλεκτα Βλατάδων 16, εκδ. Πατριαρχικόν Ίδρυμα Πατερικών Μελετών, Θεσσαλονίκη 1973, σελ. 45 εε. Μοναχού Χρυσοστόμου Διονυςιατου, Θεός Λόγος και ανθρώπινος λόγος. Οι ενέργειες της ψυχής στην πατερική ανθρωπολογία, Ιερά Μονή Αγίου Διονυσίου Άγιον Όρος 1998, σελ. 97 εε.
  • 23. Πρβλ. Ησ. 48,12.16.
  • 24. Γεν. 1,26.
  • 25. Έξοδ. 3, 2-6, Πράξ. 7, 30.
  • 26. Έξοδ. 34, 5, Αριθμ. 14, 14.
  • 27. Έξοδ. 19, 16-19, Ιώβ  38, 1. 40, 6.
  • 28. Βεβαίως το επιχείρημα εδώ έχει σημασία για τους αλλοπίστους, οι οποίοι ευρίσκονταν σε άγνοια. ο τρόπος της εμφανίσεως του Κυρίου στις θεοφάνειες της Παλαιάς Διαθήκης διαφέρει από την Ενσάρκωσή Του, καθ' όσον στις θεοφάνειες αποκαλυπτόταν η άκτιστη δόξα Του, ενώ στην ενανθρώπηση ενώθηκε ο Ίδιος υποστατικά με την ανθρώπινη φύση. όπως σημειώνει ο Καθηγητής Αντ. Παπαδόπουλος: «Βέβαια το φως και ο γνόφος η "φωτεινή νεφέλη" και ο "λαμπρινός γνόφος" υπερβαίνουν τον συμβολισμό. στην εμπειρία των θεουμένων είναι η δόξα του Θεού και ο Κύριλλος προφανώς το γνωρίζει. Υπογραμμίζει όμως ότι ο άνθρωπος, ως εικόνα του Θεού, είναι τιμιώτερον από οποιοδήποτε στοιχείο φυσικό, όπως είναι η βάτος, η νεφέλη, για να τονίσει συλλογιστικά το δυνατό της σαρκώσεως του Θεού Λόγου δια της Παρθένου Μαρίας». ΑΝΤ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Μαρτυρία και διακονία της Ορθοδοξίας σήμερα, τόμ. Γ', εκδ. Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1990, σελ. 192ε.      
  • 29. Στην ενανθρώπηση του Κυρίου επαληθεύεται και πάλι ό,τι ο προφήτης Ησαΐας (63, 9) λέγει για τη σωτηρία των Ισραηλιτών στην έρημο, πως δηλ. ο ίδιος ο Κύριος ενήργησε την σωτηρία. «ου πρέσβυς ουδέ άγγελος, αλλ' αυτός ο Κύριος έσωσεν αυτούς δια το αγαπάν αυτούς και φείδεσθαι αυτών. αυτός ελυτρώσατο αυτούς και ανέλαβεν αυτούς και ύψωσεν αυτούς πάσας τας ημέρας του αιώνος». Έτσι ερμηνεύει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Εις το αποστολικόν ρητόν το λέγον «Ου μόνον δε...» 3, PG 51, 160.  
  • 30. Είναι φανερή και στα λόγια του Αγίου Κυρίλλου η χριστολογική και ανθρωπολογική θέση της Εκκλησίας πως ο άνθρωπος δεν δικαιούται μόνο δια των έργων του Νόμου (πρβλ. Ρωμ. 3, 20. Γαλ. 2, 16. 3, 10.), μιας δηλ. εν γένει ηθικής εξωτερικά αλλά αχαρίτωτης ζωής, αλλά από την συμμετοχή του ανθρώπου στη χάρη του Παναγίου Πνεύματος, η οποία κατέστη μεθεκτή λόγω της ένωσης θείας και ανθρωπίνης φύσεως στο ένα Πρόσωπο του Χριστού. η χάρη αυτή απεργάζεται την χριστοποίηση του ανθρώπου, όταν αυτός εφαρμόζει τις εντολές. Η θέση αυτή εκφράζεται περιεκτικά στην φράση του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου «το απρόσληπτον αθεράπευτον, ο δε ήνωται Θεώ τούτο και σώζεται» (Επιστολή 101, PG 37, 181C-184A). ό,τι δηλαδή από την ανθρώπινη φύση δεν προσελήφθη από τον Υιό και Λόγο στην Υπόστασή Του, ώστε να ενωθεί με την θεότητα, δεν είναι δυνατόν να θεραπευθεί από την αμαρτία. Πρβλ. τις σχετικές θέσεις του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου εν Πρωτοπρεσβυτέρου Θ. ΖΗΣΗ, Η σωτηρία του ανθρώπου και του κόσμου, Πατερικά 2, έκδ. Βρυέννιος, Θεσσαλονίκη 1996, σελ. 194εε. επίσης Ν. ΜΑΤΣΟΥΚΑ, Ορθοδοξία και αίρεση, Φιλοσοφική και Θεολογική Βιβλιοθήκη 23, έκδ. Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 19922, σελ. 283.295.       
  • 31. Ο Ακύλας, αποστάτης του Χριστιανισμού, από τον οποίο μεταπήδησε στον Ιουδαϊσμό, εκπόνησε ελληνική μετάφραση της Παλαιάς Διαθήκης, προς αντικατάσταση αυτής των Εβδομήκοντα, περί το 130 μ.Χ. Λείψανα της μεταφράσεώς του σώζονται στα εξαπλά του Ωριγένους. Βλ. ΣΤΑΥΡΟΥ ΚΑΛΑΝΤΖΑΚΗ, Εισαγωγή στην Παλαιά Διαθήκη, εκδ. Π. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 158ε. Το ότι ο Άγιος Κύριλλος παραπέμπει στη μετάφραση του Ακύλα έχει σημασία εκτεινόμενη πέραν της απλής παραθέσεως ενός επιχειρήματος. χρησιμοποιεί ουσιαστικώς χωρίο της εβραϊκής μεταφράσεως που δημιουργήθηκε για να πολεμήσει τη χρησιμοποιούμενη από τους Χριστιανούς μετάφραση των Ο'. Κατά τον Καθηγητή Ιω. Αναστασίου, το χωρίο του Ακύλα, το οποίο δεν μπορέσαμε να εντοπίσουμε στα Εξαπλά, απηχεί τα χωρία Έξοδ. 19, 6. 34, 9 της μεταφράσεως των Ο'.
  • 32. Πρβλ. Γέν. 9, 9.10. «Και ιδού εγώ ανίστημι την διαθήκην μου υμίν και τω σπέρματι υμών μεθ' υμάς και πάση ψυχή ζώση μεθ' υμών.
  • 33. Πρβλ. Γέν. 9, 2.3.
  • 34. Γέν. 9, 4.  «Πλην κρέας εν αίματι ψυχής ου φάγεσθε».  
  • 35. Γέν. 9, 6. «Ο εκχέων αίμα ανθρώπου, αντί του αίματος αυτού εκχυθήσεται, ότι εν εικόνι Θεού εποίησα τον άνθρωπον».
  • 36. Σημείο ερμηνευτικώς δυσχερές με την παρούσα μορφή. οι Ιουδαίοι συνομιλητές του Αγίου θέλουν σαφώς να αποδείξουν την υπεροχή του Νόμου έναντι οιασδήποτε ως τότε θεϊκής νομοθεσίας. Για τον λόγο αυτό θα έπρεπε λογικώς να ισχυρισθούν ότι η έννοια του νόμου υπερέχει αυτής της διαθήκης, εφ' όσον ο Άγιος Κύριλλος ήδη έδειξε ότι οι προς τον Νώε εντολές ονομάσθηκαν διαθήκη. αντιθέτως το κείμενο δεικνύει υπεροχή της έννοιας της διαθήκης έναντι του νόμου. είναι όμως γνωστό ότι ο Θεός ονόμασε τις προς τον Μωυσή εντολές Νόμο (Έξοδ. 24,12). Γι' αυτό προτείνουμε αλλαγή του κειμένου ως εξής: «... τον οποίον ο Θεός δεν τον ονόμασε διαθήκη, αλλά νόμο, όπως ακριβώς» κ.λπ.
  • 37. Πρβλ. Γέν. 9,11. «και περιτμηθήσεσθε την σάρκα της ακροβυστίας υμών, και έσται εις σημείον διαθήκης ανά μέσου εμού και υμών» και Γέν. 9,13· «Περιτομή περιτμηθήσεται ο οικογενής της οικίας σου και ο αργυρώνητος, και έσται η διαθήκη μου επί της σαρκός υμών εις διαθήκην αιώνιον».
  • 38. Βλ. Ιερ. 11, 2-4.
  • 39.     Εδώ οι Ιουδαίοι συνομιλητές του Αγίου Κυρίλλου, αποφεύγουν τεχνηέντως το επιχείρημά του, αναφερόμενοι πλέον όχι στην σχέση νόμου και διαθήκης, αλλά στην εκ του μωσαϊκού νόμου δικαίωση.
  • 40. Πρβλ. Γέν. 15,16, Β' Παραλ. 20, 7, Ησ. 41, 8 και Δ αν. 3, 34 (Ύμνος 11).
  • 41. Έξοδ. 33, 11· «Και ελάλησε Κύριος προς Μωυσήν ενώπιος ενωπίω, ως ει τις λαλήσει προς τον εαυτού φίλον». Είναι φανερόν πως ο Μωυσής δεν ετήρησε τον πρώτο νόμο, που δόθηκε στον Νώε. Π.χ. κατά τον Μωσαϊκό Νόμο δεν επιτρέπεται η βρώση όλων των ειδών των ζώων (Λευϊτ. 11, 1-47 και Δευτ. 14, 3-21).
  • 42. Γέν. 9,16. «και έσται το τόξον μου εν τη νεφέλη, και όψομαι του μνησθήναι διαθήκην αιώνιον ανά μέσον εμού και της γης και ανά μέσον ψυχής ζώσης εν πάση σαρκί, η εστιν επί της γης».  
  • 43. Δεν  ευρίσκεται σ' αυτή την μορφή. Κατά τον Καθηγητή Αναστασίου, απηχεί τα χωρία Ιεζ. 11, 19 και 36, 26.
  • 44. Ιερ. 38, 31-33.
  • 45. Ιερ. 6, 16-18. Οι Πατέρες και οι άλλοι ερμηνευτές ερμηνεύουν το ρητό σε συνάρτηση με την εξάπλωση του Ευαγγελίου στα έθνη και την αποδοχή του από τους ηγεμόνες τους. Πρβλ. Αγιου Ιωάννου του Χρυσόστομου, Εξηγήσεως εις τον Προφήτην Ιερεμίαν τα σωζόμενα 6, PG 64, 828. Θεοδωρητου Κυρου, Ερμηνεία της προφητείας του θείου Ιερεμίου 6,18, PG 81, 545C-548A.
  • 46. Ιερ. 6, 19.
  • 47. Οι Εβραίοι, εφ' όσον δεν αποδέχθηκαν τον Ιησού ως Χριστό, αναμένουν ακόμη τον Μεσσία. Πρβλ. ενδεικτικώς R. J. Zwi Werblowsky, "Jewish Messianism", The Encyclopedia of Religion 9 (1987) σελ. 472-477. Ο αναμενόμενος από τους Εβραίους Μεσσίας είναι ο αναμενόμενος και κυρίως λεγόμενος Αντίχριστος των εσχάτων καιρών, σύμφωνα με τα λόγια του Κυρίου (Ιω. 5,43). «εγώ ελήλυθα εν τω ονόματι του πατρός μου, και ου λαμβάνετέ με. εάν άλλος έλθη εν τω ονόματι τω ιδίω εκείνον λήψεσε». Πρβλ. και Αγιου Ιωάννου του Δαμάσκηνου, Έκδοσις ακριβής της ορθοδόξου πίστεως 4, 26 (99), PG, 94, 1216A-1217C.
  • 48. Μαλ. 10, 11.
  • 49. Σύμφωνα με τα εδάφια Μιχ. 4, 4, Ησ. 2, 2.3.49, 17-23. 60, 1-7, Ιερ. 17, 25 κ.ά.
  • 50. Πρβλ. Δευτ. 11,22. 24.
  • 51. Βλ. Γέν. 22,18.
  • 52. Σύμφωνα με την προφητεία του Πατριάρχου Ιακώβ, Γέν. 49,10.
  • 53. Πρβλ. Ησ. 49, 6 και 24,15.
  • 54. Ησ. 60, 1-3.
  • 55. Πρβλ. Ζαχ. 9, 9. Το χωρίο δεν έχει ακριβώς έτσι στον Προφήτη Ζαχαρία, το παραθέτει όμως έτσι ο Ευαγγελιστής Ματθαίος (21, 5) εν συνδυασμώ με το Ησ. 62, 11, ως απόδειξη της εκπλήρωσης και των δύο προφητειών κατά την θριαμβευτική είσοδο του Κυρίου στα Ιεροσόλυμα. Η λίγο διαφορετική ακέραια μορφή του έχει ως εξής: «Χαίρε σφόδρα, θύγατερ Σιών. κήρυσσε θύγατερ Ιερουσαλήμ. ιδού ο βασιλεύς σου έρχεταί σοι, δίκαιος και σώζων αυτός, πραΰς και επιβεβηκώς επί υποζύγιον και πώλον νέον».
  • 56. Πρβλ. Ζαχ. 9,10. «και εξολοθρεύσει άρματα εξ Εφραίμ και ίππον εξ Ιερουσαλήμ, και εξολοθρεύσεται τόξον πολεμικόν και πλήθος και ειρήνη εξ εθνών. και κατάρξει υδάτων έως θαλάσσης και από ποταμών έως διεκβολών γης».
  • 57. Προφητεία του Πατριάρχου Ιακώβ προς τον υιό του Ιούδα, Γέν. 49, 10. Η  προσδοκία των εθνών, ο Μεσσίας, κατήγετο πράγματι κατά σάρκα από την φυλή του Ιούδα. η Θεοτόκος, από την οποία προήλθε κατά σάρκα ο Κύριος, καταγόταν από την «πατριά Δαυίδ», κατά το Λουκ. 1, 27. (πρβλ. και τα ενισχυτικά 1, 32. 69). σύμφωνα ακόμη με τα στοιχεία των χωρίων Ρουθ 4, 12. 18-22, Α' Βασ. 17, 12 κ.ά. και τις γενεαλογίες των χωρίων Ματθ. 1, 1-16 και Λουκ. 3, 23-38, προκύπτει πως ο Δαυίδ είναι απόγονος του Ιούδα. Άλλωστε, κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο (Υπόμνημα εις τον άγιον Ματθαίον τον ευαγγελιστήν 4, PG 57, 28), υπήρχε έθιμο να συνάπτονται γάμοι μεταξύ προσώπων της ιδίας φυλής, και δη της ιδίας πατριάς. συνεπώς και εκ τούτου αποδεικνύεται ότι η Θεοτόκος, μεμνηστευμένη ούσα με τον εκ της φυλής του Ιούδα καταγόμενο δίκαιο Ιωσήφ, δεν μπορούσε παρά να κατάγεται και αυτή από την φυλή του Ιούδα. Συνεπώς και αυτή η προφητεία του Ιακώβ εκπληρώνεται στον Χριστό.
  • 58. Δαν. 9, 21-24. Η περίφημη προφητεία των εβδομήκοντα εβδομάδων (Δαν. 9, 24-28), την οποία κατέγραψε ο Προφήτης Δανιήλ μετά από όραμα το 538 μ.Χ. Σύμφωνα με αυτήν, η περίοδος που θα παρερχόταν από την έκδοση διατάγματος για την ανοικοδόμηση της Ιερουσαλήμ μέχρι την ολοκλήρωση των αγαθών της εποχής του Αγίου των Αγίων, του Μεσσία, θα περιοριζόταν σε εβδομήκοντα εβδομάδες ετών, δηλ. 490 έτη. από αυτά, τα πρώτα 483 έτη («εβδομάδες επτά και εβδομάδες εξήκοντα δύο») θα παρέρχονταν μέχρι την εμφάνιση του Μεσσία, του Χριστού. Στο μέσον των υπολοίπων επτά ετών, θα γινόταν η παύση των νομικών θυσιών. Πράγματι, από την έκδοση του σχετικού διατάγματος του Αρταξέρξου του Μακρόχειρος, περί το 445 π.Χ. μέχρι την δημόσια εμφάνιση του Κυρίου στη Βάπτιση κατά το δέκατο πέμπτο έτος της ηγεμονίας Τιβερίου Καίσαρος (Λουκ. 3,1), δηλ. το 29 ή 30 μ.Χ., παρήλθαν 475 έτη. Από την υπόλοιπη επταετία το πρώτο ήμισυ καλύπτει την δημόσια δράση του Κυρίου μέχρι και την Σταύρωσή Του το 33 μ.Χ. και την ενδυνάμωση της πρώτης Εκκλησίας, όπως και το δεύτερο ήμισυ («και δυναμώσει διαθήκην πολλοίς, εβδομάς μία»). Η μικρή χρονική διαφορά μεταξύ των 483 και 475 ετών πρέπει να οφείλεται αφ' ενός στον εσφαλμένο προσδιορισμό της χριστιανικής χρονολογίας από τον Διονύσιο τον Μικρό (480-540 μ.Χ.), χρονολογία που χρησιμοποιούμε και σήμερα, λόγω της οποίας η Γέννηση του Χριστού τοποθετήθηκε 6 χρόνια αργότερα, δηλ. συνέβη κανονικώς το 6 π.Χ. με τη σημερινή χρονολογία, αφ' ετέρου στην μη ακριβή γνώση των χρονολογικών προσδιορισμών της βασιλείας Αρταξέρξου του Μακρόχειρος. Οπωσδήποτε η μικρή αυτή φαινομενική διαφορά δεν θίγει επ' ουδενί την αξιοσημείωτη και ακριβή επαλήθευση της προφητείας στο πρόσωπο του Χριστού, και όχι βέβαια κάποιου άλλου ηγέτη των Εβραίων ή του ως Μεσσία αναμενόμενου παρ' αυτών Αντι­χρίστου. Για τα ερμηνευτικά προβλήματα και την επίλυσή τους βλ. Αρχιμ. Ιωηλ Γιαννακοπουλου, Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους Ο', τόμ. Ζ', εκδ. «Λυδία», Θεσσαλονίκη 19864, σελ. 123-131 και Π. Τρεμπελα, Απολογητικαί Μελέται τόμ. Δ', εκδ. «Ο Σωτήρ», Αθήναι 1973, σελ. 278-302.
  • 59. Δαν. 2, 40. «και βασιλεία τετάρτη, ήτις έσται ισχυρά ως σίδηρος. ον τρόπον ο σίδηρος λεπτύνει και δαμάζει πάντα, ούτως πάντα λεπτυνεί και δαμάσει».
  • 60. Η σιδηρά βασιλεία εμφανίζεται μετά από άλλες τρεις βασιλείες. σύμφωνα πάλι με τον Προφήτη Δανιήλ, την τέταρτη βασιλεία θα την ακολουθήσει άλλη βασιλεία. βλ. Δαν. 7, 17.18. «ταύτα τα θηρία τα μεγάλα τα τέσσαρα, τέσσαρες βασιλείαι αναστήσονται επί της γης, και αρθήσονται. και παραλήψονται την βασιλείαν άγιοι Υψίστου και καθέξουσιν αυτήν έως αιώνος των αιώνων». Σύμφωνα με τις επικρατούσες ερμηνευτικές γνώμες, από τις τέσσερεις βασιλείες η πρώτη αντιστοιχεί στη βαβυλωνιακή, η δεύτερη στη μηδο-περσική, η τρίτη στη βασιλεία των διαδόχων του Μ. Αλεξάνδρου και η τέταρτη στη ρωμαϊκή. η κάθε μία κατέστρεφε την προηγούμενη. βλ. Δαν. 2, 38-43. 7, 3-8. 8, 3ε. Η εξέλιξη της τέταρτης βασιλείας θεωρείται από τους Πατέρες ως η βασιλεία του Αντιχρίστου. Βλ. Αρχιμ. Ιωηλ Γιαννακοπουλου, ένθ' ανωτ., σελ. 102.
  • 61. Δαν. 2, 34. 45.
  • 62. Δαν. 2, 44.
  • 63. Όλο το χωρίο, πλην της τελευταίας προτάσεως, που απηχεί τα χωρία Ψαλμ. 2, 4 και Δαν.  3, 17, είναι του Ησαΐα (65, 15. 16). Η προφητεία αυτή αποδεικνύει την εκπλήρωσή της όχι μόνο δια της πνευματικής επικρατήσεως της Εκκλησίας και του ονόματος των χριστιανών, αλλά και δια του πρώτου μέρους της, όπου γίνεται λόγος περί φονεύσεως των Ισραηλιτών. πριν την επικράτηση του Χριστιανισμού, η προφητεία αυτή επαληθεύτηκε με την καταστροφή των Ιεροσολύμων το 70 μ.Χ. από τον Ρωμαίο στρατηγό Τίτο. υπέρ το ένα εκατομμύριο Εβραίοι φονεύθηκαν από τα ρωμαϊκά στρατεύματα και έτσι εκπληρώθηκε ό,τι το 33 μ.Χ. καταράστηκαν για τον εαυτό τους. «το αίμα αυτού εφ' ημάς και επί τα τέκνα ημών» (Ματθ. 27, 25). Βλ. Π. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, Απολογητικαί Μελέται, τόμ. Ε', εκδ. «Ο Σωτήρ», Αθήναι 1973, σελ. 449, όπου και οι σχετικές μαρτυρίες του Ιουδαίου ιστορικού Ιωσήπου.      
  • 64. Βλ. Ησ. 7, 14 και Ματθ. 1, 23. Περί της θεότητος του Μεσσία συνηγορεί και το χωρίο Ησ. 9, 6. «ότι παιδίον εγενήθη ημίν, υιός και εδόθη ημίν, ου η αρχή εγενήθη επί του ώμου αυτού, και καλείται το όνομα αυτού μεγάλης βουλής άγγελος, θαυμαστός σύμβουλος, Θεός ισχυρός, εξουσιαστής, άρχων ειρήνης, πατήρ του μέλλοντος αιώνος». Ως εξουσία (αρχή) του παιδίου επί του ώμου Του, εννοείται, κατά μερικούς Πατέρες, ο Σταυρός που ο Κύριος σήκωσε στον ώμο Του, προς τον Γολγοθά. Βλ. ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ, Εις τα Θεοφάνεια, είτουν γενέθλια του Σωτήρος 2, PG 36, 313B.      
  • 65. Πρβλ. Μιχ. 5, 1.2. «Και συ Βηθλεέμ, οίκος του Εφραθά, ολιγοστός ει του είναι εν χιλιάσιν Ιούδα. εκ σου μοι εξελεύσεται του είναι εις άρχοντα εν τω Ισραήλ, και αι έξοδοι αυτού απ' αρχής εξ ημερών αιώνος. Δια τούτο δώσει αυτούς έως καιρού τικτούσης τέξεται, και οι επίλοιποι των αδελφών αυτών επιστρέψουσιν επί τους υιούς Ισραήλ». Το χωρίο, όπως το παραθέτει ο Βίος του Αγίου Κυρίλλου, είναι στο πρώτο του μέρος κατά την μορφή που το χρησιμοποιεί ο Ευαγγελιστής Ματθαίος (2, 6).     
  • 66. Βλ. Ιερ. 36, 6.7. Από τον πρώτο στίχο παρατίθεται μόνον ένα μέρος.
  • 67. Ησ. 66, 7.
  
"ΘΕΟΔΡΟΜΙΑ"
ΤΡΙΜΗΝΙΑΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΔΙΔΑΧΗΣ

ΤΕΥΧΟΣ 5 . ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ - ΜΑΡΤΙΟΣ 2000

Διάλογος Άγιου Κυρίλλου με Μωαμεθανούς



undefined
  Άγιου Κυρίλλου του Θεσσαλονικέως
Διάλογος με τους Μωαμεθανούς Άραβες[1]
Εισαγωγικά
Οι Θεσσαλονικείς Άγιοι Κύριλλος και Μεθόδιος, οι φωτιστές των Σλάβων, είναι από τις μεγαλύτερες ιεραποστολικές φυ­σιογνωμίες τις οποίες έχει να επιδείξει η εκκλησιαστική μας ιστορία. Όλοι οι σλαβικοί πληθυσμοί των Βαλκανίων που ζουν σή­μερα την εν Χριστώ ζωή στη Μία, στην Ορθόδοξη Εκκλησία, της οποίας αποτελούν πληθυσμιακά και ένα πολύ μεγάλο τμήμα, αποτελούν την «σφραγίδα της εν Κύριω Αποστολής [2] των δύο αδελφών, οι οποίοι, αφού εγκατέλειψαν την εγκόσμιο ζωή και τα λαμπρά αξιώ­ματα στα οποία θα ανέρχονταν, κοσμημένοι όχι μόνο με φυσικά χαρί­σματα και κοσμική μόρφωση, αλλά κυρίως με αρετές και αγιοπνευματικές δωρεές, ανάλωσαν τη ζωή τους στη σωτηρία των εν αγνοία του ευαγγελίου διατελούντων εθνών. Καρπός της προσπάθειας των δύο αυταδέλφων υπήρξε ο εκχριστιανισμός μεγάλων πληθυσμών της Μοραβίας (της περιοχής περί τον ποταμό Μοράβα, κοντά στα νότια σύνορα της σημερινής Τσεχίας), της Βοημίας, της Σλοβακίας, της Πανονίας (Κροατίας), της Νοτίου Πολωνίας και της Λουσατίας (της πε­ριοχής που περιελάμβανε τα σημερινά κράτη της Τσεχίας και Σλοβα­κίας, την Ουγγαρία και τμήματα των ομόρων κρατών)[3]. Οι μαθητές τους, αφ' ότου εξεδιώχθησαν από τον φραγκικό κλήρο, έδρασαν νοτιότερα, στη Σερβία και τη Βουλγαρία[4].
Ο βίος των δύο αδελφών μας διασώζει, πλην της δράσεώς τους στην Μοραβία, και άλλα περιστατικά της ζωής τους, στα οποία διαφαίνε­ται τόσο ο προς Θεό ζήλος τους, ο οποίος και τους οδήγησε στον μοναχικό βίο, όσο και η πλούσια θεολογική και γενική τους κατάρτι­ση. Ο Κύριλλος, κατά κόσμο Κωνσταντίνος, χρημάτισε καθηγητής της Φιλοσοφίας στην ανώτερη Σχολή του Πανεπιστημίου της Μαγναύρας, διαδεχθείς τον Μεγάλο Φώτιο, κατοπινό Πατριάρχη· λόγο της καθηγητικής του αυτής ιδιότητας του δόθηκε και η προσωνυμία «φι­λόσοφος»[5]. Ο Μεθόδιος, κατά κόσμο Μιχαήλ, πριν μεταβεί στον Όλυμπο της Βιθυνίας και ασπαστεί τη μοναχική ζωή, είχε ανέλθει σε αξίωμα της ανώτερης κρατικής υπαλληλίας· είχε διορισθεί διοικητής «Σκλαβηνίας», επαρχίας, δηλαδή, της Αυτοκρατορίας όπου κατοικούσαν σλαβικοί πληθυσμοί[6].

Περί το έτος 855[7] τοποθετείται η πρώτη Αποστολή του Αγίου Κυ­ρίλλου σε αλλοθρήσκους· ο Αυτοκράτορας Μιχαήλ ο Γ' (842-867) απέ­στειλε προς τους Μωαμεθανούς Άραβες αντιπροσωπία με επικεφαλής τον Άγιο, τότε Κωνσταντίνο. Η συνάντηση της αντιπροσωπίας με τους εντεταλμένους του ηγεμόνος Αμερουμνή πιθανότατα έλαβε χώρα στην Βαγδάτη, έδρα του Χαλιφάτου[8]. Τον διάλογο αυτό παρου­σιάζουμε στη συνέχεια. Αργότερα ο Κωνσταντίνος απεστάλη και στους Χαζάρους της Κριμαίας, οι οποίοι ευρίσκονταν σε δίλημμα ως προς την πίστη την οποία θα ασπάζονταν. Τον διάλογο του Αγίου Κυρίλλου με τους Χαζάρους που είχαν ασπασθεί τον Ιουδαϊσμό θα παρου­σιάσουμε, συν Θεό, σε επόμενο τεύχος της «Θεοδρομίας».

Τα μέτρα καταπίεσης. Κατά την άφιξή τους στην Βαγδάτη, οι αυτο­κρατορικοί απεσταλμένοι είδαν δαιμονικές μορφές ζωγραφισμένες έξω από τα σπίτια των Χριστιανών. Η σχεδίαση των δαιμονικών αυτών παραστάσεων ήταν προφανώς μέτρο καταπιέσεως και εξυβρίσεως των Χριστιανών από μέρους των μωαμεθανικών αρχών[9] όμως ο Άγιος Κύ­ριλλος πολύ ευφυώς διετύπωσε την πραγματική κατάσταση· όπου οι δαίμονες είναι ζωγραφισμένοι έξω από τα σπίτια, δεν κατοικούν μέ­σα σ' αυτά, όπως συμβαίνει στα υπόλοιπα, στα μωαμεθανικά. Η επέ­κταση του Μωαμεθανισμού. Για να αποδείξουν την υπεροχή και την αλήθεια του Μωαμεθανισμού, οι Άραβες συζητητές επικαλέστηκαν το γεγονός της μεγάλης διάδοσης του και της παραδειγματικής προ­σήλωσης των πιστών του σ' αυτόν, σ' αντίθεση με τη χαλαρότητα των ηθών και τις διαφοροποιήσεις στη ζωή των Χριστιανών. Ο άγιος Κύριλλος απαντώντας απέδωσε τη διάδοση του Μωαμεθανισμού στην ευκολία των διατάξεών του και στο ότι υπηρετεί τα πάθη των ανθρώ­πων, ρίχνοντάς τους στην άβυσσο. Αντίθετα ο Θεός των Χριστιανών αποτελεί βάθος απροσμέτρητο, και γι' αυτό τον προσεγγίζουν λίγοι και δια πολλών δυσκολιών. Η τριαδικότητα του Θεού των Χριστι­ανών. Στην απόπειρά τους να εξευτελίσουν τη χριστιανική πίστη στην αγία Τριάδα και στην από Παρθένου Γέννηση του Κυρίου, οι Μωα­μεθανοί δέχθηκαν την επιτίμηση του Αγίου Κυρίλλου, ο οποίος χρη­σιμοποίησε φράση του Κορανίου για να δείξει ότι και ο Μωάμεθ είχε τη γνώση του τρόπου αυτού της Γεννήσεως του Χριστού· μετά από αυτό έστρεψαν τη συζήτηση σε πολιτικά θέματα. Πως δικαιολογείται η ύπαρξη στρατού στους Χριστιανούς. Για να φέρουν σε δύσκολη θέση τον Άγιο, οι Μωαμεθανοί προέβαλαν την φαινομενική ασυνέπεια των Χριστιανών, οι οποίοι, ενώ θα έπρεπε να υπακούουν στην εντολή του Χριστού να αγαπούν τους εχθρούς τους και να στρέφουν και το άλλο μάγουλο σε οποίον τους ραπίσει στο ένα[10] , ωστόσο οργανώνουν στρατό για την καταπολέμηση των εχθρών και, στη συγκεκριμένη περίπτωση, των Αράβων. Ο Άγιος Κύριλλος, χωρίς να αρνηθεί την ισχύ της εντολής αυτής, υπενθύμισε την υποχρέωση των Χριστιανών να τηρούν όλες τις εντολές του Χριστού˙ μία από αυτές είναι και να θυσιάζεται κανείς για τους φίλους του˙ αυτό πράττουν και οι στρα­τευόμενοι Χριστιανοί, θυσιάζονται δηλαδή για την ψυχική ωφέλεια των αμάχων, ώστε να μη ζημιωθούν ψυχικά οι τελευταίοι από την αιχμαλωσία και τα άλλα δεινά του πολέμου[11]. Η Χριστιανό-μωαμεθα­νική φιλία. Μετά από όλα αυτά οι εντεταλμένοι του Άραβος ηγεμόνος πρότειναν στον Άγιο Κύριλλο την φιλία μεταξύ Χριστιανών και Μουσουλμάνων με αντάλλαγμα, την καταβολή φόρων από την Αυτο­κρατορία στους Άραβες, σύμφωνα με το παράδειγμα του Χριστού, ο οποίος πλήρωνε φόρους στη ρωμαϊκή εξουσία. Ο Άγιος ανταπάντησε ότι οι Χριστιανοί πληρώνουν, όπως και ο Χριστός, τους καθο­ρισμένους φόρους στη ρωμαϊκή εξουσία[12] ωστόσο φιλία με τους Μω­αμεθανούς δεν μπορεί να υπάρξει, επειδή αυτοί προσπαθούν να αποσπάσουν τους Χριστιανούς από τον βίο που τους υπέδειξε ο Διδά­σκαλος τους. Τα επιτεύγματα των Αράβων. Εντυπωσιασμένοι από τη γενική μόρφωση του Αγίου, οι συνομιλητές του θέλησαν να κά­νουν επίδειξη των τεχνικών επιτευγμάτων τους. Ο Άγιος πράγματι παραδέχθηκε τη σημαντική επιστημονική γνώση που κατείχαν οι Άραβες, αλλά τόνισε πως η δόξα για όλα αυτά ανήκει μόνο στον Θεό, και όχι σε ανθρώπους. Μετά από μία αποτυχημένη απόπειρα δολο­φονίας του, ο Άγιος επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη, λίγο αργότερα δε, ασπάστηκε τη μοναχική ζωή.
Ο Άγιος Κύριλλος μιλάει με τους Μουσουλμάνους ευθαρσώς, όχι μόνο επειδή είναι πεπεισμένος πως κατέχει, ως Χριστιανός, την αλήθεια, αλλά και επειδή ενδιαφέρεται για τη σωτηρία των στην πλάνη ευρισκομένων Μουσουλμάνων. Ωστόσο υπάρχουν σήμερα Χριστια­νοί οι οποίοι πιθανότατα φρονούν πως είναι φιλανθρωπότεροι των Αγίων, και, μη θέλοντας να αποκλείσουν τη σωτηρία των Μου­σουλμάνων, σαν να εξαρτάτο η σωτηρία των Μουσουλμάνων απ' αυτούς, και όχι από την προαίρεση εκείνων και από την επιστροφή τους στην Εκκλησία, πιστεύουν και διατείνονται πως Χριστιανοί και Μωαμε­θανοί πιστεύουμε στον ίδιο Θεό˙ αν όμως ο ίδιος ο Χριστός είπε για την πιο ευσεβή μερίδα των Ιουδαίων, τους Φαρισαίους, πως έχουν πατέρα τον διάβολο, επειδή ψεύδονταν και ήθελαν να τον εξοντώ­σουν[13], ποια περαιτέρω μαρτυρία χρειάζεται για την καταδίκη του Μω­αμεθανισμού ως σατανικού εφευρήματος, ο οποίος έκτος της απιστίας προς τον Χριστό, φέρει και πλήθος άλλων πλανών; Δεν είναι αληθινά τα λόγια του Κυρίου πως κανείς δεν πλησιάζει τον Πατέρα παρά μό­νο μέσω του Χριστού[14]; Μήπως θα πρέπει να θεωρήσουμε κοινό τον αγώνα για θεογνωσία των Αγίων Νεομαρτύρων και των βασανιστών τους Μωαμεθανών; Αν τελικά πιστεύουμε στον ίδιο Θεό και αν ο Παράδεισος νοείται ως αιώνιος ζωή με το Θεού, θα διαιρέσουμε τον Παράδεισο σε δύο «παραρτήματα», ένα άκτιστο για τους θεώμενους Αγίους και ένα κτιστό για τους αιμοβόρους Μουτζαχεντίν του Ισλάμ; Φαίνεται πως εξέλιπε από μερικούς Χριστιανούς το πνευμα­τικό φιλότιμο που θα δημιουργούσε ένα πραγματικό θεοφιλές μίσος εναντίον όχι των Μουσουλμάνων, αλλά της σαρκολατρικής τους θρη­σκείας, χωρίς την οποία ίσως να ήταν Χριστιανοί κάποιοι από τα δισεκατομμύρια Μωαμεθανών του παρελθόντος και τα σημερινά 850 εκατομμύρια (1988) των «πιστών του Αλλάχ».
Το κείμενο του διαλόγου

Τον καιρό εκείνο οι Aγαρηνοί[15], οι οποίοι ονομάζονται και Σαρακηνοί, εξέφεραν βλασφημία εναντίον της μιας θεότητας της Αγίας Τριάδας· είπαν δηλαδή: «Πως είναι δυνατό να πιστεύετε εσείς οι Χριστιανοί σε ένα Θεό, και κατόπιν να τον διαχωρίζετε σε τρεις, λέγοντας πως είναι ένας Πατήρ, ένας Υιός και ένα Άγιο Πνεύμα; Αν μπορείτε να το εξηγήσετε αυτό, τότε στείλτε μας κάποιο ο οποίος να μπορεί να μιλήσει για το θέμα αυτό, και να πεισει και εμάς».
Ο Φιλόσοφος τότε ήταν είκοσι τεσσάρων ετών. Ο αυτοκράτορας συνεκάλεσε τη σύγκλητο, τον κάλεσε και τον είπε: «Φιλόσοφε, ακούς τι λένε οι άθεοι Αγαρηνοί εναντίον της πίστης μας; Επειδή εσύ είσαι υπηρέτης και μαθητής της Αγίας Τριάδος[16] ,πήγαινε και δώσε τους απάντηση· και ο Θεός, ο οποίος φέρνει τα πάντα σε τελειότητα, ο οποίος υμνείται εν Τριάδι, ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα, είθε να χαρίσει δύναμη και χάρη και σ' εσένα και στα λόγια σου. Είθε να σε στέφει σαν δεύτερο Ο Δαβίδ εναντίον του Γολιάθ[17] τον οποίο νίκησε με τρεις λίθους, και να σε φέρει πί­σω κοντά μας, άξιο της βασιλείας των ουρανών».
Όταν τα άκουσε αυτά ο Φι­λόσοφος, είπε: «Ευχαρίστως θα πάω εκεί για χάρη της Χριστιανικής πίστης· άλλωστε τι πολυ­τιμότερο υπάρχει για μένα στον κόσμο αυτόν, από το να πεθαίνω και να ζω για χάρη της Αγίας Τριάδας;». Αφού λοιπόν διόρι­σαν γραμματέα του τον Γεώργιο, τους απέστειλαν. Όταν έφθασαν εκεί, είδαν ότι στην εξωτερική πλευρά της πόρτας των σπιτιών στα οποία κατοικούσαν Χριστια­νοί είχαν ζωγραφιστεί εικόνες δαι­μόνων, οι οποίοι έκαναν μαγείες και μορφασμούς. Ρώτησαν τότε τον Φιλόσοφο: ˙
«Φιλόσοφε, τι ση­μαίνουν τα σχέδια αυτά;» Και εκείνος τους είπε: «Βλέπω πρό­σωπα δαιμόνων και γι αυτό υπο­θέτω ότι μέσα στα σπίτια κατοι­κούν Χριστιανοί· δηλαδή οι δαί­μονες δεν μπορούν να ζήσουν με αυτούς, αλλά βγαίνουν έξω, μακριά τους. Εκεί όμως που δεν υπάρχουν απ' έξω από τα σπίτια  τα σχέδια αυτά, οι δαίμονες συγκατοικούν με τους ανθρώπους μέσα στα σπίτια».
Όταν oι Αγαρηνοί, άνθρωποι σοφοί και πολύ καλοί γνώστες των επιστημών[18], μορφωμένοι στη γε­ωμετρία, στην αστρονομία και σε όλες τις άλλες επιστήμες, κάθισαν στο δείπνο, τον εξέταζαν και τον ρωτούσαν λέγοντας: «Φιλόσοφε, βλέπεις το εξαίσιο θαύμα, το πως, δηλαδή, ο προφήτης Μωάμεθ, αυτός που μας μετέφερε το χαρ­μόσυνο άγγελμα από τον Θεό, μετέστρεψε πολλούς ανθρώπους, και ότι όλοι εμείς τηρούμε τον νόμο του, χωρίς να τον παραβαίνουμε στο ελάχιστο; Εσείς, αντίθετα, που ακλουθείτε τον νόμο του Προφήτη σας, του Χριστού, άλλοι τον τηρείτε με ένα τρόπο και άλλοι με άλλο, και διάγετε όπως ακριβώς αρέσει στον καθένα σας».
Σε αυτά ο Φιλόσοφος απάντησε τα εξής: «Ο Θεός μας μοιάζει με τα βάθη της θαλάσσης. Ο προ­φήτης λέει γι' αυτόν: "την καταγωγή του ποιος μπορεί να την διηγηθεί; επειδή είναι πάνω από την γη η ζωή των".[19] Πολλοί βυθίζονται στο βάθος αυτό για να Τον αναζητήσουν αυτοί στους οποίους δόθηκε η δύναμη της κατανοήσεως λαμβάνουν με τη βοήθειά Του την πληρότητα της συνέσεως, κολυμβούν και επιστρέφουν. Αντιθέτως, από τους ασθενείς, οι οποίοι προσπαθούν να διαπεράσουν την θάλασσαν πάνω σε σάπια πλοία, άλλοι πνίγονται, ενώ άλλοι, αναπνέοντας μετά δυσκολίας, κινούνται προς τα κει με λιποθυμική αδυναμία. Αντιθέτως η δική σας θάλασσα είναι στενή και χωρίς κύματα και γι' αυτό μπορεί καθένας, μικρός ή μεγάλος, να πηδήξει από πάνω της. Γιατί υπάρχουν μόνο ανθρώπινες συνήθειες και ο, τι μπορεί κάθε άνθρωπος να τηρήσει[20]' αλλιώς  τε ο Μωάμεθ δεν σας απαγόρευσε και τίποτε· δεν περιόρισε την οργή και το πάθος[21], αλλά τα επέτρεψε. Σε τι άβυσσο επιθυμεί να σας ρίξει! Ένας λογικός άνθρωπος μπορεί να το κατανοήσει αυτό. Ο Χριστός αντιθέτως ανυψώνει το βαρύ από κάτω προς τα ύψη και διδάσκει τους ανθρώπους μέσω της πίστης και των θείων ενεργειών. Είναι άλλως τε ο  δημιουργός όλων των όντων. Δημιούργησε τον άνθρωπο μεταξύ των αγγέλων και των ζώων[22] διαχωρίζοντάς τον από μεν τα ζώα με τη γλώσσα και τη σκέψη, από δε τους Αγγέλους με την οργή και την επιθυμία· ανάλογα με την πε­ριοχή την οποία ο άνθρωπος προ­σεγγίζει, γίνεται μέτοχος της φύ­σεως των αγγέλων η των ζώων».
Τότε τον ρώτησαν και πάλι: «Πως συμβαίνει ο Θεός σας να τιμάται σε τρία πρόσωπα, αν και είναι μόνο ένας Θεός; Αν το γνω­ρίζεις, εξήγησέ το. Ομιλείτε για Πατέρα, Υιό και Άγιο Πνεύμα. Εφ' όσον λοιπόν έτσι έχει, τότε δώστε Του και μία γυναίκα, για να γεννηθούν απ' αυτόν πολλοί θεοί». Για αυτά απάντησε ο Φι­λόσοφος τα εξής: «Μη λέτε απερίσκεπτα τέτοιες βλασφημίες ενα­ντίον του Θεού, επειδή εμείς καλώς διδαχθήκαμε από τους Πατέρες, τους Προφήτες και τους διδα­σκάλους[23] να δοξάζουμε την Τριά­δα, τον Πατέρα, τον Λόγο και το Πνεύμα, τρεις υποστάσεις σε μία ουσία. Ο Λόγος προσέλαβε μέσα στην Παρθένο σάρκα[24] και γεν­νήθηκε για τη σωτηρία μας, όπως επιβεβαιώνει και ο δικός σας προ­φήτης, ο Μωάμεθ, ο οποίος έγρα­ψε τα εξής: "Στείλαμε το Πνεύμα μας στην Παρθένο και ευδοκή­σαμε να γεννήσει αυτή"[25]. Λοιπόν, σας φέρνω και από αυτά μαρτύρια για την Αγία Τριάδα».
Επειδή πληγώθηκαν πολύ από τα λόγια αυτά, γύρισαν τον λόγο σε άλλα θέματα, λέγοντας: «Τότε τα πράγματα έχουν όπως μας τα λες, ξένε. Αν όμως ο Χριστός είναι ο Θεός σας, γιατί δεν κάνετε αυτό που Εκείνος ορίζει; Στα βιβλία των Ευαγγελίων είναι γραμμένο "Προσεύχεσθε για τους εχθρούς σας˙ ευεργετείτε όσους σας μισούν και σας διώκουν, και προσφέρετε το σαγόνι σας σε όσους σας χτυπούν[26]. Όμως εσείς δεν κάνετε έτσι, αλλά ακονίζεται τα όπλα σας εναντίον εκείνων οι οποίοι πράττουν σε βάρος σας αυτά που προαναφέραμε». Τότε τους είπε ο Φιλόσοφος: «Όταν στον νόμο περιέχονται δύο εντολές, ποιος εκπληρώνει πραγματικά το νόμο; Αυτός που τηρεί την μια εντολή ή αυτός που σέβεται και τις δύο;» Εκείνοι απάντησαν˙ «Αυτός που σέβεται και τις δύο». Τότε τους είπε ο Φιλόσοφος « Ο Θεός είπε: "Προσεύχεσθε για όσους σας αδικούν[27]. Ωστόσο είπε και τα εξής: "Κανείς δεν μπορεί στην παρούσα ζωή να δείξει μεγαλύτερη αγάπη από εκείνον ο οποίος δίνει την ζωή του για χάρη των φίλων του"[28]. Αυτό κάνουμε και μείς χάριν των φίλων, για να μην βλαβεί, μαζί με την σωματική αιχμαλωσία, και η ψυχή τους».
Του είπαν πάλι εκείνοι: «Ο Χριστός πλήρωσε φόρους[29] για τον Εαυτό Του και για τους άλλους. Γιατί, λοιπόν, δεν τον ακολουθείτε και σεις στο θέμα αυτό; Αλλά και όταν εσείς αμύνεσθε, γιατί δεν δίνετε φόρους στον ισχυρό ισμαηλιτικό λαό, χάριν των αδελφών και των φίλων σας; Από σας ζητούμε λίγα, μόνο ένα χρυσό σόλδιον[30]   και έτσι, για όσο χρόνο υπάρχει κόσμος, θα υπάρχει μεταξύ μας φιλία ανώτερη από οπουδήποτε αλλού». Ο Φιλόσοφος απάντησε˙ «Όταν κάποιος περπατά πάνω στα χνάρια τν ποδών του διδασκάλου του και επιθυμεί να προχωρεί ακόμη περισσότερο πάνω στα ίδια χνάρια, όπως εκείνος, αλλά κάποιος άλλος τον συναντά και προσπαθεί να τον απομακρύνει από την πορεία του αυτή, είναι φίλος του ή εχθρός του;» Εκείνοι απάντησαν˙ «είναι εχθρός του». Τότε προσέθεσε ο Φιλόσοφος: «Ποια κυριαρχία υπήρχε όταν ο Χριστός πλήρωσε τους φόρους, η ισμαηλιτική ή η ρωμαϊκή;» «Η ρωμαϊκή», απάντησαν εκείνοι. « Τότε δεν πρέπει να μας περιφρο­νείτε, επειδή τους φόρους μας στους Ρωμαίους τους πληρώνουμε όλοι», είπε εκείνος.
Κατόπιν έθεσαν πολλές άλλες ερωτήσεις, δοκιμάζοντάς τον σε όλα τα πεδία της γνώσεως την οποία και οι ίδιοι κατείχαν. Εκεί­νος τους εξήγησε τα πάντα˙  όταν τους είχε πείσει για όλα τα θέμα­τα, τον είπαν: «Πως είναι δυνατόν να τα γνωρίζεις όλα;» Και εκεί­νος τους απάντησε: «Ένας άνθρωπος πήρε νερό από τη θάλασσα και, μεταφέροντάς το μέσα σ' ένα ασκό, υπερηφανευόταν και έλεγε στους ξένους "Βλέπετε το νερό; Κανείς άλλος δεν έχει εκτός από μένα. Τότε τον πλησίασε ένας άνθρωπος που ζούσε κοντά στη θά­λασσα και του είπε: " Δεν είσαι ματαιόφρονας να υπερηφανεύεσαι για ένα βρωμερό ασκό; Υπάρχει ολόκληρη θάλασσα από νερό" Έτσι ακριβώς κάνετε και εσείς· από σας προήλθαν όλες οι επιστήμες».
Τότε θέλησαν να τον καταπλή­ξουν και του έδειξαν ένα αμπέλι που μόλις φυτεύτηκε, αναπτύχθηκε με μιας και υψώθηκε από το έδαφος. Όταν εκείνος τους εξήγη­σε πως συνέβη αυτό, του έδειξαν όλο τον πλούτο και τα ανάκτορα, τα οποία ήταν διακοσμημένα με χρυσό και ασήμι, με πολυτελείς λίθους και μαργαριτάρια, και του είπαν: «Φιλόσοφε, δες λοιπόν το μεγάλο αυτό θαύμα! Μεγάλη είναι η δύναμη και ο πλούτος του Άμερουμνή, του ηγεμόνος των Σαρα­κηνών». Τότε τους είπε ο Φιλό­σοφος: «Αυτό δεν είναι καθ' όλο αξιοθαύμαστο. Δόξα και ύμνος ανήκει μόνο στον Θεό, ο οποίος δημιούργησε όλα αυτά και τα εδώ σε στους ανθρώπους για παρη­γοριά, επειδή σ' αυτόν ανήκουν και σε κανένα άλλον».
Τότε έστρεψαν πάλι εναντίον του την κακία τους, δίνοντάς του να πιει δηλητήριο. Αλλά ο οικτίρμων Θεός, ο οποίος είπε «Και εάν πιείτε κάτι θανατηφόρο δεν θα σας βλάψει»[31] τον απάλλαξε και από αυτό και τον οδήγησε πίσω στην χώρα τον υγιή.
Μετά από λίγο καιρό απαρνήθηκε τη ζωή αυτή, εγκαταστάθηκε σε κάποιο τόπο και, ελεύθερος από άλλες ασχολίες, πρόσεχε μό­νο τον εαυτό του. Δεν κρατούσε τίποτα για την επόμενη ημέρα, αλλά τα μοίραζε όλα στους πτωχούς, αφήνοντας τη μέριμνα του εαυ­τού του στον Θεό[32], ο οποίος προνοεί για όλους και για κάθε ημέρα.
Ανήμερα κάποιας εορτής, ο υπηρέτης του[33]  γεμάτος αγωνία του είπε: «Δεν έχουμε τα απαραίτητα τρόφιμα για την εορτή». Τό­τε του απάντησε «Αυτός πού χόρ­τασε τους Ισραηλίτες στην έρημο[34], θα δώσει και σε μας τροφή. Πήγαινε και κάλεσε τουλάχιστο πέντε πτωχούς ανθρώπους και πε­ρίμενε τη βοήθεια του Θεού»[35]. Πράγματι, όταν ήλθε η ώρα του γεύματος, κάποιος του έφερε με­γάλη ποσότητα εδεσμάτων κάθε είδους και δέκα χρυσά σολδία˙ για, όλα αυτά εδόξασε τον Θεό.
Μετά από αυτά μετέβη στον Ολυμπο[36], στον αδελφό του Μεθό­διο και, αρχίζοντας την εκεί ζωή του, προσευχόταν αδιαλείπτως στον Θεό, ασχολούμενος μόνο με τα βιβλία.
Επιμέλεια - Παρουσίαση: Νικόλαος Ζήσης
Θεοδρομία, Τριμηνιαία Έκδοση Ορθοδόξου Διαδαχής, Τεύχος 3, Ιούλιος-Σεπτέμβριος 1999.



[1]
. Από τον Βίον Κωνσταντίνου, γραμμένον πρωτοτύπως στην παλαιοσλαβική γλώσσα και μεταφερμένο στα ελληνικά, από γερμανική του μετάφραση, από τον κα­θηγητή Ιω. Αναστασίου. Η ελληνική αυτή μετάφραση δημοσιεύθηκε ολόκληρη στην Επιστημονική Επετηρίδα της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστη­μίου Θεσσαλονίκης 12(1967)118έ.
[2]
Πρβλ. Α Κορ. 9,2.
[3]
  Π. Χρήστου, Κύριλλος και Μεθόδιος οι Θεσσαλονικείς φωτισταί των Σλάβων, Θεσσαλονίκη 19882, σελ. 95ε.
[4]
  Βλ. Φειδα, 3Εκκλησιαστική Ιστορία, τόμ. Β', 'Αθήναι 1994, σελ. 55.

[5]
  Βλ.   Ιω. Αναστασίου, «Η κατάστασις της παιδείας εις το Βυζάντιον κατά την διάρκειαν του Θ' αιώνος», Κυρίλλω καί Μεθοδίω τόμος εόρτιος, τόμ. Β', Θεσσαλονί­κη 1966, σελ. 61.

[6]
  Βλ. Π. Χρήστου, ενθ' άνωτ., σελ. 17.

[7]
  Βλ. Ιω. Αναστασίου, ενθ' άνωτ., σελ. 62. Π. Χρήστου, ενθ. άνωτ., σελ. 29.

[8]
  Πρβλ. Π. Χρήστου, ενθ' άνωτ., σ. 26έξ. Ήδη τό 838 οί Άραβες είχαν καταλά­βει εδάφη τής Μικράς Ασίας μέχρι τήν Άγκυρα καί τό Αμόριο. Βλ. Βλ. Φειδα, Βυ­ζάντιο, Αθήναι 19913, σελ. 94.

[9]
  Πρβλ. Π. Χρήστου, ένθ' άνωτ., σελ. 27.
[10]
   Λουκ. 6,27-29.

[11]
Και στην Καινή Διαθήκη δεν υπάρχει πουθενά απαγόρευση της στρατιωτικής θητείας· όταν κάποιοι στρατιώτες ρώτησαν τον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο τι πρέ­πει να πράξουν για να σωθούν, εκείνος τους απήντησε απλώς να μην αδικούν κανέ­να (. Λουκ. 3,14). Για το ότι είναι επιτρεπτή για τον Χριστιανό η στρατιωτική θητεία, είναι χαρακτηριστική η θέση του Όσιου Μαξίμου του ομολογητού, στο Περί της Εκκλησιαστικής Ιεραρχίας 6,3,2, Pg 4,172Α: Σημείωσε ότι πολλά κωλύεται ο μο­ναχός κάνει, ων οι λαϊκοί την επιτροπήν και εξουσία έχουν το οποίο ο γάμος, και το στρατείες η εμπορίες ομιλείν, και άλλους, εν τους οποίους ο λαϊκός ου κατακρίνεται".

[12]
Ή λέξη «βυζάντιος» στά μεσαιωνικά ελληνικά κείμενα σημαίνει τον κάτοικο της πόλεως του Βυζαντίου, δηλαδή τον Κωνσταντινουπολίτη, διότι στην περιοχή της Πόλης είχε ιδρυθεί από τον Βύζαντα αποικία των Μεγαρέων τον 7ο αί. π.Χ. Οι πολί­τες της Αυτοκρατορίας γενικώς θεωρούσαν τούς εαυτούς τους Ρωμαίους και ονόμα­ζαν την Αυτοκρατορία «Ρωμανία». Γι' αυτό και στην συνείδηση του Γένους ονομα­ζόμαστε «Ρωμηοί» ή «Ρωμαίοι», δηλαδή Έλληνες στην παιδεία, Ορθόδοξοι στην Πίστη και κληρονόμοι της Έλληνο-ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Ό όρος «βυζαντινή αυτοκρατορία» καθιερώθηκε από ξένους ερευνητές που θέλησαν να παρουσιάσουν ως μόνη συνέχεια της πρώτης ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, την «Αγία Ρωμαϊκή Αυτο­κρατορία του Γερμανικού 'Έθνους» του Καρλομάγνου και να εξαφανίσουν την μόνη φυσική συνέχειά της, την ελληνορωμαϊκή αυτοκρατορία. Μέχρι και τις αρχές του αιώνος μας ο Κωστής Παλαμάς αγωνιζόταν υπέρ της διατηρήσεως του ονόματος «Ρωμηός» έναντι του «Έλλην» ή του υβριστικού «Γραικός», με το όποιο μας ονομά­ζουν σήμερα όλοι οι Ευρωπαίοι (Greek, Grieche, Grec κ.λ.π.). Γι' αυτό και ο Άγιος Κύριλλος  αναφέρει πως πληρώνουν φόρους στους Ρωμαίους, δηλ. τις αυτοκρατορικές αρχές. Πρβλ. Ι. Ρωμανίδου, Ρωμηοσύνη,Ρωμανία, Ρούμελη, εκδ. Πουρνάρα, Θες/νίκη 1975, σελ. 18-20.29.47. Του αυτού, Κωστής Παλαμάς και Ρωμηοσύνη, εκδ. Ρωμηοσύνη, Αθήναι 1976, σελ. 9ε. Περί των όρων «Ρωμανία» και «Βυζαντινός» βλ. και G. Ostrogorsky, Ισορία του Βυζαντινού Κράτους, τ. Α', εκδ. Βασιλόπουλος, Αθήνα 1981, σελ. 85
[13]
  Ιωαν. 8,44
[14]
 Ιωαν. 14,6.

[15]
Οι Άραβες, ένεκα και της πολιτιστικής επιδράσεως του Βυζαντίου, ήταν πο­λύ καλοί γνωστές των φυσικών επιστημών, συνετέλεσαν δε αποφασιστικά, διά των κατακτήσεων τους στην Δύση, στο να γίνουν εκεί γνωστά τα συγγράμματα του Αρι­στοτέλους. Βλ. Κ. Γιαννακοπουλου, Μεσαιωνικός Δυτικός Πολιτισμός, εκδ. Κυρομάνος, Θεσσαλονίκη 1993, σελ. 200-208.

[16]
Ο αυτοκράτωρ, ο οποίος υπήρξε και συμμαθητής του Αγίου Κυρίλλου, γνώριζε οπωσδήποτε τα πολλά προσόντα του τελευταίου. Λέγεται ότι ο Άγιος Κύριλλος ήδη από τα δεκατέσσερά του χρόνια γνώριζε από μνήμης όλα τα συγγράμματα του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου. Βλ. Π. Χρήστου, ε.α. σελ. 18.
[17]
. Α' Βας. 17,40.

[18]
Οι Άραβες, ενεκα και τής πολιτιστικής επιδράσεως τοΰ Βυζαντίου, ήταν πο­λύ καλοί γνωστές των φυσικών επιστημών, συνετέλεσαν δέ αποφασιστικά, διά τών κατακτήσεων τους στήν Δύση, στό νά γίνουν εκεί γνωστά τά συγγράμματα τοΰ 'Αρι­στοτέλους. Βλ. Κ. Γιαννακοπουλου, Μεσαιωνικός Δ ντικός Πολιτισμός, εκδ. Κυρο- μάνος, Θεσσαλονίκη 1993, σελ. 200-208.

[19]
Ήσ. 53, 8.

[20]
  Τα βασικά καθήκοντα των Μουσουλμάνων περιορίζονται στα εξής: 1) Να προ­σεύχονται γονατιστοί πέντε φορές την  ημέρα προς την ανατολή, 2)να πιστεύουν στην μοναδικότητα του Θεού, 3) να δίνουν ελεημοσύνη, 4) να νηστεύουν κατά το Ραμαζάνι και 5) τουλάχιστον άπαξ της ζωής τους να τελούν προσκύνημα στην Μέκκα. Βλ. Κ. Γιαννακοπουλου, ενθ' άνωτ., σελ. 192.

[21]
  Για την σαρκολατρία των Μωαμεθανών είναι χαρακτηριστικά όσα λέγει ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός· αναφέρει το γεγονός της πολυγαμίας των Μου­σουλμάνων (επιτρεπτές έως τέσσερεις γυναίκες και έως χίλιες παλλακίδες) και την δι­ευκόλυνση της μοιχείας και της αιμομιξίας, παραλείποντας, λόγω αιδούς, να αναφέρει την αισχρότητα των λεπτομερειών του Κορανίου. Βλ. Περί αιρέσεων 101, PG 94, 769BC. Στο ίδιο κεφάλαιο, στην εισαγωγή (αυτόθι, PG 94, 764Α) ο  Άγιος Ίω. ο Δα­μασκηνός διατυπώνει ένα ενδιαφέροντα χαρακτηρισμό για την Μωαμεθανική θρη­σκεία* «Υπάρχει επίσης και ή λαοπλάνος θρησκεία των Ισμαηλιτών, πού διατηρείται μέχρι τώρα και είναι πρόδρομος του 'Αντίχριστου».

[22]
  Ψαλμ. 8, 6-8* «ήλάττωσας αυτόν βραχύ τι παρ' αγγέλους, δόξη και τιμή έστε- φάνωσας αυτόν, και κατέστησας αυτόν επί τα έργα των χειρών σου* πάντα υπέταξας  υποκάτω των ποδών αυτού, πρόβατα και βόας άπασας, έτι δε και τα κτήνη του πεδί­ου, τα πετεινά του ουρανού και τούς ιχθύας της θαλάσσης, τα διαπορευόμενα τρίβους θαλασσών».

[23]
  Οι Προφήτες, οι Πατέρες και οι διδάσκαλοι* είναι άλλη μία μορφή της διατύ­πωσης του Συνοδικού της Ορθοδοξίας «Οι Προφήται ως είδον, οί Απόστολοι ως εδίδαξαν, ή Εκκλησία ως παρέλαβεν, οι Διδάσκαλοι ως εδογμάτισαν». Υπάρχει θαυ­μαστή ενότητα στην διδασκαλία όλων των αγίων πνευματικών μας προπατόρων* εάν καταργηθεί ένας κρίκος από την αλυσίδα αυτή των Προφητών, των Αποστόλων και των Πατέρων της Εκκλησίας υπάρχει κίνδυνος να παρερμηνευθεί η σωτηριολογία της Εκκλησίας. Γιατί ή ενότητα και αλληλουχία που διέπει την διδασκαλία των Προ­φητών, Αποστόλων και Πατέρων είναι έργο του Θεού, ο όποιος δίδαξε δι' όλων αυτών των αγίων Πρβλ. Αγ. Γερμανού ΚΠολεως, Περί όρον ζωής 5, PG 98, 100Β· «Ό γάρ λαλήσας πάλαι έν τοις προφήταις, ό αυτός καί έν άποστόλοις τήν χάριν ενήρ­γησε, καί διά τών άγιων Πατέρων έδίδαξεν».

[24]
  Ο όρος «σαρξ» στήν θεολογική ορολογία, δεν σημαίνει απλώς το ανθρώπινο σώμα, όπως συνήθως στην νεοελληνική γλώσσα, άλλα όλο τον άνθρωπο, ψυχή και σώμα (Πρβλ. Π. Δημητροπουλου, «Σάρξ», Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαί­δεια 10[1965], στ. 1177). Γι7 αυτό, λέγοντας πώς ό Υιός και Λόγος «εγένετο σάρξ» (Τω. 1,14), δεν εννοούμε πώς προσέλαβε μόνο σώμα, άλλα όλη την ανθρώπινη φύση, σώμα και ψυχή, έγινε άνθρωπος.

[25]
  Κοράνιον 19,17.

[26]
  Πρβλ. Ματθ. 5,44. Λουκ. 6, 27-29
[27]
  Λουκ. 6,27-29.
[28]
  Ιωαν. 15,13.

[29]
  Ματθ. 22, 21. Μάρκ. 12,17. Λονκ. 20, 25. Πρβλ. Ρωμ. 13, 7

[30]
  Σολδίον: άπό τό λατιν. Solidus* χρυσό νόμισμα πού καθιερώθηκε άπό τόν Μ. Κωνσταντίνο.

[31]
  Μαρκ. 16,18.
[32]
  Κατά τό ψαλμικό: «επίρριψον επί Κύριον τήν μέριμνάν σου, καί αυτός σε διαθρέψει» (Ψαλμ. 54, 23).
[33]
Πρέπει να υποθέσουμε ότι κάποιος υπηρέτης του 'Αγίου αποφάσισε να τον ακολουθήσει στην μοναχική ζωή, διότι απαγορεύεται οι μοναχοί να διατηρούν προ­σωπικούς τους υπηρέτες.
[34]
  Έξοδ. 16, 4.13.14.

[35]
Στήν περίπτωση του Αγίου Κυρίλλου βλέπουμε την εφαρμογή αυτού πού συμ­βουλεύει ο Άγιος Ιωάννης ό Χρυσόστομος· «άκουσε τον Θεό στις εντολές του για να σε ακούσει και αυτός στις προσευχές σου» (Εις άδριάντας 15,5, PG 49,162). Ό Άγιος Κύριλλος τήρησε την εντολή του Κυρίου για την φιλοξενία των πτωχών (Λουκ. 14, 12-14) και περιμένει με βεβαιότητα την φροντίδα του ιδίου του Κυρίου γι' αυτούς. Στην περίοδο της Ρωμανίας ήταν τόσο έντονη η
συναίσθηση της ευλογίας πού φέρ­νει ή φιλοξενία των κληρικών και των πτωχών, ώστε και οι ίδιοι οι αυτοκράτορες συ­γκαλούσαν τα λεγόμενα «κλητόρια γεύματα», στα όποια στην πρώτη θέση παρεκά- θηντο κληρικοί και μοναχοί, στην δεύτερη τράπεζα οι επαίτες και οι πτωχοί, και σε τρίτη τράπεζα, τελευταίοι, το αυτοκρατορικό ζεύγος και οι αξιωματούχοι της αυλής· το τυπικό αυτό ακλουθούσε και ό πρώτος Χριστιανός ηγεμών των Ρώσων, ό Άγιος Βλαδίμηρος. Βλ. σχετικώς Βλ. Φειδα, 3Εκκλησιαστική Ιστορία, ενθ' άνωτ., σελ. 252.
[36]
Στον Όλυμπο της Βιθυνίας στη Μικρά Ασία, όπου υπήρχε μεγάλο μοναστι­κό κέντρο της Αυτοκρατορίας.

11 Μαΐου Συναξαριστής

Μωκίου Ἱερομάρτυρα, Ἐβελλίου Μάρτυρα, Ἀνθίμου καὶ Σισινίου Ἱερομαρτύρων, τῶν Ἁγίων Μαρτύρων Μαξίμου, Βάσσου καὶ Φαβίου, Ἁρμοδίου Μάρτυρα, Διοσκούρου τοῦ Νέου, Ἐγκαίνια τῆς Κωνσταντινουπόλεως, Κυρίλλου καὶ Μεθοδίου Ἰσαποστόλων, τῶν Ἁγίων Κλήμεντος, Σάββα, Ἀγγελαρίου, Γοράσδου καὶ Ναοὺμ τῶν Θαυματουργῶν, τῶν Ἁγίων Ὁσιομαρτύρων Ὀλυμπίας καὶ Εὐφροσύνης, Σοφρωνίου τοῦ Ἐγκλείστου, Νικοδήμου Ἀρχιεπισκόπου, Ἰωσὴφ Ἱερομάρτυρα, Ἀργυρίου τοῦ Ἐπανομίτου, Χριστοφόρου ἐκ Γεωργίας, Θεοφυλάκτου Ἐπισκόπου, Ἀλεξάνδρου Ἱερομάρτυρα.



Ὁ Ἅγιος Μώκιος ὁ Ἱερομάρτυρας
 


Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Μώκιος καταγόταν ἀπὸ τὴ Ρώμη καὶ γεννήθηκε ἀπὸ γονεῖς εὔπορους καὶ εὐσεβεῖς, τὸν Εὐφράτιο καὶ τὴν Εὐσταθία. Ἀγαπώντας τὸν ἱερατικὸ βίο, ἐπιδόθηκε ἀπὸ μικρὴ ἡλικία στὴ σπουδὴ τῶν ἱερῶν γραμμάτων καὶ χειροτονήθηκε ἱερέας τῆς Ἐκκλησίας στὴν Ἀμφίπολη τῆς Θρᾴκης.
Ὡς ἱερεὺς δίδασκε μὲ θερμὸ ζῆλο του εἰδωλολάτρες νὰ ἐγκαταλείψουν τὴν πλάνη τους καὶ νὰ προσέλθουν στὴν ἀληθινὴ πίστη τοῦ Χριστοῦ.
Μία ἡμέρα, ὅταν ὁ ἀνθύπατος Λαοδίκιος ἐπρόκειτο νὰ θυσιάσει στὸ θεὸ Διόνυσο, προσῆλθε ὁ Μώκιος καὶ μπροστὰ σὲ ὅλους ἀνέτρεψε τὸν βωμὸ καὶ διασκόρπισε τὰ θυμιάματα.
Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ συνελήφθη καὶ ἀφοῦ κρεμάσθηκε καὶ γδάρθηκε μὲ σιδερένια νύχια στὸ πρόσωπο καὶ στὰ πλευρά, τέθηκε πάνω σὲ φωτιά. Παρέμεινε ὅμως ἀβλαβὴς καὶ ρίχθηκε δέσμιος στὴ φυλακή. Ἀργότερα ὑποβλήθηκε σὲ νέα ἀνάκριση καὶ ὑπέστη πιέσεις ἀπὸ τὸ νέο ἀνθύπατο Μάξιμο νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα.
Ἀρνήθηκε νὰ ὑπακούσει καὶ ὑποβλήθηκε σὲ νέα σκληρότερα βασανιστήρια. Τὸν ἔδεσαν πάνω σὲ τροχὸ καὶ καταμωλωπίσθηκε καὶ στὴν συνέχεια τὸν ἔριξαν στὰ θηρία. Ἀλλὰ καὶ πάλι ἐξῆλθε ἀβλαβής. Μπροστὰ στὰ θαύματα αὐτὰ ὁ λαὸς ζήτησε τὴν ἀπελευθέρωση τοῦ Ἁγίου, ὁ ἀνθύπατος ὅμως ἀπέστειλε αὐτὸν στὴν Ἡράκλεια καὶ ἀπὸ ἐκεῖ ἀπεστάλη ἀπὸ τὸν ἄρχοντα Φιλιππήσιο στὸ Βυζάντιο, ὅπου τὸ 288 μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοὺ (284-305 μ.Χ.), ὑπέστη τὸν διὰ ἀποκεφαλισμοῦ θάνατο.

Ἀργότερα ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος ἀνήγειρε πρὸς τιμὴν τοῦ Ἁγίου Μωκίου μεγαλοπρεπῆ
ναό, στὸν ὁποῖο κατέθεσε καὶ τὰ ἱερὰ λείψανα αὐτοῦ. Στὸ ναὸ αὐτὸν γινόταν αὐτοκρατορικὴ προσέλευση κατὰ τὴν Μεσοπεντηκοστή.  Στὸ ναό, ἐπίσης, φυλασσόταν τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου Σαμψῶν τοῦ Ξενοδόχου.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικός.
Χριστῷ ἱερουργῶν, ἱερεὺς ὢν τῆς δόξης, θυσίαν λογικήν, καὶ ὁλόκληρον θῦμα, ἀθλήσεως ἄνθραξι, σεαυτὸν προαενήνοχας, ὅθεν Μώκιε, διπλῶ στεφάνω σὲ στέφει, ὁ δοξάσας σε, ὡς δοξασθεῖς σοῦ τοὶς ἄθλοις, Χριστὸς ὁ φιλάνθρωπος.




Ὁ Ἅγιος Ἐβέλλιος ὁ Μάρτυρας

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ἐβέλλιος μαρτύρησε στὴν πόλη Πίζα τῆς Ἰταλίας, ἐπὶ αὐτοκράτορα Νέρωνος (54-68 μ.Χ.).



Οἱ Ἅγιοι Ἄνθιμος καὶ Σισίνιος οἱ Ἱερομάρτυρες καὶ οἱ σὺν αὐτῶ Διόκλητος καὶ Φλωρέντιος οἱ Μάρτυρες

Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος ἦταν πρεσβύτερος καὶ μαρτύρησε στὴ Ρώμη. Ἐνῷ οἱ διῶκτες του ἀρχικὰ τὸν ἔριξαν στὸν Τίβερη ποταμό, ἐκεῖνος μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ διασώθηκε καὶ μετὰ τελειώθηκε διὰ ξίφους.
Ὁ Ἅγιος Σισίνιος ἦταν διάκονος καὶ μαρτύρησαν μαζὶ μὲ τοὺς μαθητὲς τοῦ Ἁγίου Ἀνθίμου, Διόκλητο καὶ Φλωρέντιο, στὴν πόλη Ὄσιμο, κοντὰ στὴν Ἀγκόνα, ἐπὶ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοὺ (284-305 μ.Χ.).




Οἱ Ἅγιοι Μάξιμος, Βάσσος καὶ Φάβιος οἱ Μάρτυρες

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Μάξιμος, Βάσσος καὶ Φάβιος μαρτύρησαν στὴ Ρώμη, ἐπὶ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοὺ (284-305 μ.Χ.).




Ὁ Ἅγιος Ἁρμόδιος ὁ Μάρτυρας

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ἁρμόδιος εἶναι ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστὲς καὶ τὰ Μηναῖα. Ἡ μνήμη του ἀναφέρεται σὲ Κώδικα τοῦ 11ου αἰῶνα μ.Χ. τῆς μονῆς Κρυπτοφέρρης στὴ Ρώμη.




Ὁ Ἅγιος Διόσκορος ὁ Νέος

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Διόσκορος ἢ Διοσκορίδης ὁ Νέος καταγόταν ἀπὸ τὴ Σμύρνη. Ἀφοῦ συνελήφθη ἀπὸ τὸν ἄρχοντα τῆς πόλεως καὶ ἀρνήθηκε νὰ ἀποκηρύξει τὸν Χριστό, ρίχθηκε στὴ φυλακή. Ἐμμένοντας στὴν πίστη του, ἀποκεφαλίσθηκε καὶ ἔτσι ἔλαβε τὸν ἁμαράντινο στέφανο τοῦ μαρτυρίου.




Μνήμη τῶν ἐγκαινίων τῆς Κωνσταντινουπόλεως

Στὶς 11 Μαΐου τοῦ 330 μ.Χ. τελέσθηκαν τὰ ἐγκαίνια τῆς Κωνσταντινουπόλεως, τῆς πόλεως τῆς Θεοτόκου, μία ποὺ κατὰ τὸ ἀρχαῖο ἔθος «τᾶς πόλεις μετὰ τὴν κτίσιν καθαίρειν εἴθιστο». Ὁ ἑορτασμὸς τότε κράτησε ἐπὶ σαράντα ἡμέρες καὶ διασώθηκε μέχρι σήμερα στὸ Μηνολόγιο τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἡ λιτὴ γιὰ τὴν γενέθλια ἡμέρα τῆς Πόλεως ξεκινοῦσε ἀπὸ τὴν περιοχὴ τοῦ Φόρου καὶ συνεχιζόταν μέχρι τὴν Μεγάλη Ἐκκλησία.
Ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου ἄρχισε ἡ ἀνέγερση τοῦ ναοῦ τῆς Ἁγίας Σοφίας σὲ ρυθμὸ βασιλικῆς, ποὺ τότε, προφανῶς λόγω τοῦ μεγέθους του, ὀνομαζόταν Μεγάλη Ἐκκλησία. Τὰ ἐγκαίνια ὅμως τοῦ ναοῦ αὐτοῦ ἔγιναν μετὰ τὴν κοίμησή του, στὶς 15 Φεβρουαρίου τοῦ 360 μ.Χ., ὁπότε καὶ ἐπίσημα ὀνομάσθηκε Ἁγία Σοφία.
Τὰ ἔργα τῆς πρώτης φάσεως ἀνοικοδομήσεως τῆς Πόλεως ἐπὶ μεγάλου Κωνσταντίνου στοίχισαν, κατὰ τὸν Κωδινό, 60.000 λίτρες χρυσοῦ.
Ἡ συγκεκριμένη ἡμέρα τῆς τελέσεως τῶν ἐγκαινίων τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἐπιλέχθηκε σκόπιμα, γιατί συνέπιπτε μὲ τὴν ἡμέρα τῆς μνήμης τοῦ μαρτυρίου τοῦ Ἁγίου Μωκίου, ὁ ὁποῖος ἦταν καὶ ὁ πολιοῦχος τοῦ Βυζαντίου.
Μεταγενέστερες παραδόσεις, ποὺ καταγράφονται εἴτε σὲ χρονογραφήματα εἴτε σὲ ἁγιολογικὲς παραστάσεις, ἀλλὰ καὶ σὲ αὐτὴ ἀκόμα τὴν ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας μας, θέλουν τὸν Μέγα Κωνσταντῖνο νὰ προσφέρει τὴν πόλη του στὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος β’.
Τῆς Θεοτόκου ἡ πόλις, τὴ Θεοτόκη προσφόρως, τὴν ἑαυτῆς ἀνατίθεται σύστασιν ἐν αὕτῃ γὰρ ἐστήρικται διαμένειν, καὶ δι' αὐτῆς περισῴζεται καὶ κραταιούται, βοώσα πρὸς αὐτὴν χαῖρε ἡ ἐλπὶς πάντων τῶν περάτων τῆς γῆς.




Οἱ Ἅγιοι Κύριλλος καὶ Μεθόδιος οἱ Ἰσαπόστολοι καὶ Φωτιστὲς τῶν Σλάβων
Οἱ Ἅγιοι Κύριλλος καὶ Μεθόδιος, κατὰ κόσμον Κωνσταντῖνος καὶ Μιχαήλ, ἦταν τέκνα τοῦ δρουγγάριου – στρατιωτικοῦ διοικητοῦ Λέοντος καὶ γεννήθηκαν στὴν Θεσσαλονίκη. Εἶχαν δὲ ἄλλα πέντε ἀδέλφια.
Ὁ Κωνσταντῖνος ἦταν ὁ μικρότερος καὶ εἶχε μεγάλη ἐπιμέλεια στὰ γράμματα.
Παιδὶ ἀκόμη, εἶχε διαβάσει τὰ ἔργα τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καὶ εἶχε γράψει ὕμνο πρὸς τιμήν του. Τὰ χαρίσματά του τὰ πρόσεξε ὁ λογοθέτης Θεόκτιστος καὶ τὸν ἔστειλε στὴν σχολὴ τῆς Μαγναύρας, ὅπου μὲ τὴν καθοδήγηση τοῦ Λέοντος τοῦ Μαθηματικοῦ καὶ τοῦ ἱεροῦ Φωτίου σπούδασε βασικὰ φιλοσοφία. Διέπρεψε στὶς σπουδές του καὶ ἀρχικὰ διορίσθηκε χαρτοφύλακας (ἀρχιγραμματέας) τοῦ Πατριαρχείου καὶ ἀργότερα καθηγητὴς τῆς φιλοσοφίας στὴ σχολὴ τῆς Μαγναύρας.
Ὁ Μιχαὴλ ἀκολούθησε τὴν σταδιοδρομία τοῦ πατέρα τους. Ἔγινε στρατιωτικὸς καὶ ἀνέλαβε τὴν διοίκηση τῆς περιοχῆς τῶν πηγῶν τοῦ Στρυμόνος, δηλαδὴ στὰ σημερινὰ σύνορα Βουλγαρίας καὶ Σερβίας, ὅπου καὶ γνώρισε καλὰ τοὺς Σλάβους.
Παρὰ τὴν ἐπιτυχημένη σταδιοδρομία καὶ τῶν δυὸ ἀδελφῶν, βαθιὰ τοὺς συγκλόνιζε ὁ ζῆλος γιὰ τὴν πνευματικὴ ζωή. Εἶχαν μοναστικὴ κλίση, ἀλλὰ πίστευαν στὴ μαρτυρικὴ διακονία τῆς κλίσεώς τους αὐτῆς, γιὰ νὰ σωθοῦν καὶ ἄλλες ψυχές.
Ὁ 9ος αἰῶνας μ.Χ., ὅταν καὶ ἔλαμψαν οἱ Ἅγιοι, εἶναι μία μεγάλη ἐποχὴ τοῦ Βυζαντίου. Χαρακτηρίζεται ἀπὸ ἀκμὴ στὴν πολιτικὴ καὶ στρατιωτικὴ δύναμη καὶ ἀπὸ ἄνθηση στὴν οἰκονομία, στὰ γράμματα, στὶς τέχνες. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἀνατολῆς ἀνασυγκροτεῖται μετὰ τὴν τρικυμία τῆς εἰκονομαχίας. Τὸ πρόβλημα τῆς εἰκονομαχίας, νά μπορεῖ ἡ φύση τοῦ Θεοῦ, ἡ θεία καὶ ἡ ἀνθρώπινη, νὰ παρασταθεῖ εἰκονικά, ἔχει ἐπιλυθεῖ.
Τὰ ρήγματα ὅμως ἀπὸ τὶς ἐκκλησιαστικὲς  καὶ πολιτικὲς συγκρούσεις μεταξὺ Δύσεως καὶ Ἀνατολῆς γίνονται βαθύτερα. Τὰ ἐγκόσμια συμφέροντα, οἱ ἀνταγωνισμοὶ γιὰ τὴν πνευματικὴ καὶ πολιτικὴ ἐξουσία διασποῦν τὴν μέχρι τότε ἑνιαία Χριστιανικὴ Οἰκουμένη σὲ δυὸ παράλληλους κόσμους, τὸ Βυζαντινὸ καὶ τὸ Φραγκικό. Οἱ διαφορὲς εἶναι ὁρατὲς στὰ μέσα τοῦ 9ου αἰῶνα μ.Χ., ὅταν ἀνέκυψε τὸ θέμα τοῦ ἐκχριστιανισμοῦ τῶν Σλάβων τῆς Δύσεως. Σὲ αὐτὴν τὴν ἀντιδικία μπλέκονται οἱ δυὸ Θεσσαλονικεῖς ἀδελφοί.
Ἀρχικὰ ὁ Κωνσταντῖνος ἀναπτύσσει ἱεραποστολικὸ ἔργο μεταξὺ τῆς Τουρκικῆς φυλῆς τῶν Χαζάρων. Ἡ μεγάλη ὅμως εὐκαιρία δίνεται τὸ καλοκαῖρι τοῦ 862 μ.Χ., ὅταν φθάνει στὴν Κωνσταντινούπολη πρεσβεία τοῦ ἡγεμόνος  τῶν Μοραβῶν Ραστισλάβου, ποὺ τὸ ἔθνος του κατοικοῦσε ἀπὸ τὴ Βοημία μέχρι τὰ Καρπάθια καὶ τὸ Δούναβη.
Ὁ Ραστισλάβος ζητᾷ ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Μιχαὴλ ἕναν Ἐπίσκοπο καὶ δάσκαλο, γιὰ νὰ τοὺς διδάξει στὴ γλῶσσα τους τὴν ἀληθινὴ πίστη καὶ νὰ προσέλθουν καὶ ἄλλοι στὸν Χριστό. Εἶχαν βαπτισθεῖ πολλοί, ἀλλὰ καὶ οἱ βαπτισμένοι ἀπὸ τοὺς Λατίνους ἱεραποστόλους ἀγνοοῦσαν τόν Χριστιανισμό, ὅσο καὶ οἱ ἀβάπτιστοι, ἀφοῦ οἱ Λατῖνοι, συνεπεῖς στὴν παράδοσή τους, τοὺς ἐπέβαλαν τὴν γνώση τοῦ Εὐαγγελίου στὰ λατινικὰ καὶ τὴν λατρεία πάλι στὰ λατινικά, δηλαδὴ σὲ μία γλῶσσα ποὺ ἀγνοοῦσαν.
Ὁ αὐτοκράτορας Μιχαὴλ προσκαλεῖ τὸν φιλόσοφο Κωνσταντῖνο νὰ ἀναλάβει αὐτὴν τὴν ἀποστολὴ πρὸς τοὺς Μοραβούς.
Τὸ ἔργο τὸ δέχεται ὁ Κωνσταντῖνος ὑπὸ τὴν προϋπόθεση τῆς δημιουργίας γραφῆς στὴ γλῶσσα τῶν Μοραβῶν. Μετὰ ἀπὸ μελέτες φτιάχνει τὸ λεγόμενο γλαγολιτικὸ (ὄχι τὸ κυριλλικό) ἀλφάβητο καὶ ἀρχίζει τὴν μετάφραση τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τῆς Βυζαντινῆς Λειτουργίας, καθὼς καὶ ἄλλων βιβλίων.
Τὴν ἄνοιξη τοῦ 863 μ.Χ., ὁ Κωνσταντῖνος παίρνει τὸν ἀδελφό του Μιχαήλ, ποὺ εἶχε γίνει μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Μεθόδιος, καὶ φθάνει στὴν αὐλὴ τοῦ Ραστισλάβου.
Ἡ ἐργασία τους διαρκεῖ τρία χρόνια. Ἔκαναν σπουδαῖες μεταφράσεις, εἰσήγαγαν τὴν βυζαντινὴ παράδοση τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας στὴ Μοραβία. Ἄνοιξαν τοὺς πολιτιστικοὺς ὁρίζοντες τοῦ εὐαγγελιζόμενου λαοῦ. Ἔγιναν οἱ πραγματικοὶ φωτιστές του.
Μὲ ἀφετηρία τὴν ἀρχὴ ὅτι κάθε λαὸς ἔχει τὸ δικαίωμα νὰ λατρεύει τὸν Θεὸ στὴ μητρική του γλῶσσα, οἱ ἅγιοι ἀδελφοὶ συγκρότησαν γραπτὴ σλαβικὴ γλῶσσα, μετέφρασαν τὰ λειτουργικὰ βιβλία στὴ γλῶσσα αὐτή, καθιέρωσαν τὴν σλαβικὴ ὡς λειτουργικὴ γλῶσσα, ἔγραψαν καὶ πρωτότυπα ἔργα καὶ κατέστησαν διδάσκαλοι δεκάδων μαθητῶν γιὰ τὴν ἐπάνδρωση τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας μὲ διακόνους καὶ πρεσβυτέρους, ἄριστους γνῶστες τῆς λειτουργικῆς παλαιοσλαβικῆς γλώσσας.
Ἡ διείσδυση ὅμως αὐτὴ ἐνόχλησε τοὺς Φράγκους καὶ τὴ Ρώμη ποὺ ἄρχισαν νὰ ὑποσκάπτουν ἀδιάκοπα τὴν ἱεραποστολικὴ ἐργασία τους.
Ἡ θέση ἡ δική τους, καθὼς καὶ τῶν συνεργατῶν τους μοναχῶν, ἔγινε δύσκολη, ὅταν στὴν Πόλη τὴν ἐξουσία κατέλαβε ὁ Βασίλειος ὁ Β’, ποὺ ξαναέφερε στὸν θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως ὡς Πατριάρχη τὸν Ἰγνάτιο καὶ ἐπανασύνδεσε τὸ Βυζάντιο μὲ τὴν Ἐκκλησία τῆς Ρώμης. Τὸ 866 μ.Χ. καὶ οἱ Βούλγαροι εἶχαν συνδεθεῖ μὲ τὴν Ρώμη. Ἔτσι ἡ ἱερποστολὴ ἀπομονώθηκε ἀπὸ τὶς ρίζες της καὶ ἀναγκάσθηκε νὰ ἔλθει σὲ συνδιαλλαγὴ μὲ τοὺς Λατίνους.
Στὶς ἀρχὲς τοῦ 868 μ.Χ., ὁ Κωνσταντῖνος καὶ ὁ Μεθόδιος φθάνουν στὴ Ρώμη κομίζοντας τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ ἱεραποστόλου Κλήμεντος, ποὺ εἶχε μαρτυρήσει στὴ χώρα τῶν Χαζάρων. Προσπαθοῦν νὰ τακτοποιήσουν τὶς διαφορές τους μὲ τοὺς Λατίνους ἱεραποστόλους ἐνώπιον τοῦ Πάπα Ἀνδριανοῦ Β’. Ἡ μόρφωση καὶ ἡ εὐσέβεια τῶν δυὸ ἀδελφῶν κατέπληξε τοὺς Ρωμαίους κληρικούς. Ὁ Πάπας ἀναγνώρισε τὸ ἔργο τους πανηγυρικά, ἀλλὰ ἐπεδίωξε νὰ τὸ ἀποσυνδέσει ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ νὰ τὸ προσεταιρισθεῖ.
Ὁ Πάπας Ἀνδριανὸς παρέλαβε ἀπὸ τοὺς ἱεραποστόλους τὰ σλαβικὰ βιβλία, τὰ εὐλόγησε, τὰ ἀπέθεσε στὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Μαρίας, τὸν ἀποκαλούμενο Φάτνη καὶ τέλεσε μὲ αὐτὰ τὴν Θεία Λειτουργία. Στὸ σημεῖο αὐτὸ πρέπει νὰ ὑπογραμμισθεῖ ὅτι ὁ Πάπας ἀπέθεσε τὰ σλαβικὰ βιβλία στὴν Ἁγία Τράπεζα καὶ τὰ πρόσφερε ὡς ἀφιέρωμα στὸ Θεό.
Ἔδωσε μάλιστα ἐντολὴ σὲ δυὸ Ἐπισκόπους, τὸν Φορμόζο καὶ τὸν Γκόντριχον, νὰ προχωρήσουν στὴ χειροτονία τῶν μαθητῶν τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου καὶ Μεθοδίου, τῶν μελλοντικῶν κληρικῶν τῶν Σλάβων στὴ μητρική τους γλῶσσα. Καὶ μετὰ ταῦτα δόθηκε ἡ ἄδεια σὲ αὐτούς, τοὺς νεοχειροτόνητους κληρικούς, νὰ τελέσουν τὴ θεία λειτουργία σλαβιστὶ στοὺς ναοὺς τοῦ Ἁγίου Πέτρου, τῆς Ἁγίας Πετρωνίλλας καὶ τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου.
Ὁ Πάπας καταδίκασε ἀκόμη τοὺς πιστοὺς ποὺ ἀντιδροῦσαν στὴν λειτουργικὴ χρήση τῆς σλαβικῆς γλώσσας καὶ τοὺς ἀποκάλεσε Πιλατιανοὺς καὶ Τριγλωσσίτες. Μάλιστα ὑποχρέωσε ἕναν Ἐπίσκοπο, ποὺ ὑπῆρξε ὀπαδὸς τοῦ Τριγλωσσισμοῦ, νὰ χειροτονήσει τρεῖς ἱερεῖς καὶ δυὸ ἀναγνῶστες ἀπὸ τοὺς Σλάβους μαθητὲς τῶν δυὸ Ἁγίων ἀδελφῶν.
Καὶ τὸ ἐπιστέγασμα τῆς λειτουργικῆς πανδαισίας σλαβιστὶ συνδέθηκε μὲ τὸν Ἀπόστολο τῶν ἐθνῶν Παῦλο. Οἱ Σλάβοι μαθητὲς – κληρικοὶ λειτουργοῦσαν τὴν νύχτα πάνω στὸν τάφο τοῦ μεγάλου διδασκάλου τῶν ἐθνικῶν, τοῦ Παύλου. Καὶ μάλιστα εἶχαν ὡς συλλειτουργοὺς τους τὸν Ἐπίσκοπο Ἀρσένιο, δηλαδὴ ἕναν ἀπὸ τοὺς ἑπτὰ ἐπισκόπους συμβούλους τοῦ Πάπα, καὶ τὸν Ἀναστάσιο τὸν Βιβλιοθηκάριο. Ἡ πράξη αὐτὴ δὲν ἦταν τυχαία.
Εἶχε συμβολικὸ χαρακτῆρα. Συνέδεε καὶ παραλλήλιζε τὸ ἔργο τῶν Ἁγίων Κυρίλλου καὶ Μεθοδίου μὲ τοὺς ἱεραποστολικοὺς ἄθλους τοῦ Παύλου. Σημειωτέον ὅτι ὁ ναὸς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου βρισκόταν ἔξω ἀπὸ τὰ τείχη τῆς πόλεως.
Καὶ συνεπῶς ἡ μετάβαση καὶ ἡ τέλεση Λειτουργίας σὲ αὐτὸν σλαβιστὶ καὶ μάλιστα  ἐπάνω στὸν τάφο τοῦ Ἀποστόλου δὲν ἀποτελοῦσε πράξη ρουτίνας, ποὺ ἀπέβλεπε ἁπλῶς στὴν τέλεση ὁρισμένων λειτουργιῶν στὴ σλαβικὴ γλῶσσα. Ἦταν ἡ πανηγυρικὴ ἔγκριση τῆς σλαβικῆς ὡς λειτουργικῆς γλώσσας ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο τῶν ἐθνῶν καὶ τῆς ἀκροβυστίας.
Στὸ διάστημα τῆς παραμονῆς τους στὴ Ρώμη, ὁ Κωνσταντῖνος ἀρρωσταίνει βαριά. Προαισθάνεται τὸ τέλος του καὶ ζητᾷ νὰ πεθάνει ὡς μοναχός. Κείρεται μοναχὸς καὶ ὀνομάζεται Κύριλλος. Στὶς 4 Φεβρουαρίου τοῦ 869 μ.Χ. ὁ πύρινος ἱεραπόστολος, ποὺ ἄναψε τὴν φωτιὰ τῆς πίστεως καὶ τοῦ πολιτισμοῦ στὸ σλαβικὸ κόσμο, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη. Ὁ Μεθόδιος θέλει νὰ μεταφέρει τὸ σκήνωμά του στὴ Θεσσαλονίκη, ἀλλὰ ὁ Πάπας Ἀνδριανὸς δὲν τὸ ἐπιτρέπει καὶ τὸν θάβει στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Κλήμεντος, ὅπου μέχρι καὶ σήμερα δείχνεται ὁ τάφος του.
Στὴ συνέχεια, ὁ Μεθόδιος χειροτονεῖται ἀπὸ τὸν Πάπα Ἀρχιεπίσκοπος Σιρμίου, γιὰ νὰ ἐγκατασταθεῖ στὴν Παννονία. Ἡ Ρώμη ἐπιδέξια οἰκειοποιεῖται  τὸ ἱεραποστολικὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας  Κωνσταντινουπόλεως.
Ἡ ζωὴ ὅμως τοῦ Μεθοδίου, ὡς Ἀρχιεπισκόπου, περιπλέκεται στοὺς ἀνταγωνισμοὺς τῶν Λατίνων καὶ τῶν Φράγκων Ἐπισκόπων, στὶς δολοπλοκίες τῶν ἡγεμόνων καὶ τῶν ἀρχόντων καὶ γίνεται μαρτυρική. Τὸν φυλακίζουν δυόμιση χρόνια σὲ μοναστῆρι τοῦ Μέλανος Δρυμοῦ καὶ μόλις τὸ 873 μ.Χ. ὁ Πάπας Ἰωάννης Η’ τὸν ἐλευθερώνει καὶ τὸν ἀποκαθιστᾷ. Ἡ λατρεία ὅμως στὰ σλαβονικὰ ἀπαγορεύεται καὶ μόνο τὸ κήρυγμα ἐπιτρέπεται.  Τὸ 885 μ.Χ., στὴ Μοραβία, ὁ Μεθόδιος παραδίδει τὸ πνεῦμα του μέσα σὲ ἕνα κλίμα ἀντιδράσεων καὶ ρᾳδιουργιῶν. Εἶχε ὅμως προετοιμάσει διακόσιους νέους ἱεραποστόλους. Αὐτοὶ ξεχύθηκαν στὴν Ἀνατολικὴ Εὐρώπη, διέδωσαν καὶ στερέωσαν τὴν Ὀρθοδοξία στὰ σλαβικὰ Ἔθνη. Ἦταν τέτοια δὲ ἡ δύναμη καὶ τὸ ρίζωμα τοῦ ἔργου τους, ὥστε οὔτε ἡ λαίλαπα τῆς Οὐνίας τοῦ 6ου αἰῶνα μ.Χ. κατόρθωσε νὰ ἐξανεμίσει τὸ θεολογικὸ καὶ πολιτισμικὸ ἔργο τῶν δυὸ Ἰσαποστόλων ἀδελφῶν, τοῦ Κυρίλλου καὶ τοῦ Μεθοδίου.
Κατὰ τὴν ἐξόδιο ἀκολουθία τοῦ Ἁγίου Μεθοδίου ἀναρίθμητος λαός, ἀφοῦ συγκεντρώθηκε, τὸν συνόδευσε μὲ λαμπάδες καὶ θρήνησε τὸν ἀγαθὸ διδάσκαλο καὶ ποιμένα. Ἄνδρες καὶ γυναῖκες, μικροὶ καὶ μεγάλοι, πλούσιοι καὶ φτωχοί, ἐλεύθεροι καὶ δοῦλοι, χῆρες καὶ ὀρφανά, ξένοι καὶ ντόπιοι, ἀσθενεῖς καὶ ὑγιεῖς, ὅλοι τὸν συνόδευσαν, γιατί ἔδινε τὰ πάντα σὲ ὅλους, γιὰ νὰ τοὺς κερδίσει.
Ἡ ἱεραποστολικὴ πορεία τους, παρὰ τὰ τόσα θρησκευτικὰ καὶ πολιτιστικὰ ἐπιτεύγματά της γιὰ ὁλόκληρο τὸ Βορρᾶ, δὲν μᾶς εἶναι γνωστὴ ἀπὸ τοὺς Βυζαντινούς. Ἂν καὶ ἐργάσθηκαν ὅσο λίγοι γιὰ τὴν δόξα τῆς Ὀρθοδοξίας, ἄργησαν οἱ Ἑλληνόφωνες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες νὰ τοὺς περιλάβουν στὸν κατάλογο τῶν ἐκλεκτῶν τοῦ Θεοῦ Ἁγίων. Τὴ ζωὴ καὶ τὴ δράση τους τὴ μαθαίνουμε ἀπὸ σλαβικὲς καὶ λατινικὲς πηγὲς καὶ ἀπὸ δυὸ παλαιοσλαβονικὲς βιογραφίες.
Οἱ δυὸ Ἅγιοι ἀνεδείχθησαν ἄξιοι μιμητὲς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου σὲ πολλοὺς τομεῖς τοῦ βίου καὶ τῆς δράσεώς τους. Καταρχᾶς ἐντάσσονται μέσα στὸ σχέδιο τῆς Θείας Οἰκονομίας. Καὶ μετὰ τὴν ἔλευση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ στὴ γῆ ἡ Θεία Οἰκονομία ἐκφράζεται κατὰ τὸν καλύτερο τρόπο μὲ τὴ φράση τοῦ Ἀποστόλου Παύλου «ὃς πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθήναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθείν», τὴν ὁποία ἐπαναλαμβάνει ὁ βιογράφος τοῦ Ἁγίου Μεθοδίου, τὸν ὁποῖο ὁ Θεὸς ἀνέστησε ὡς διδάσκαλο στοὺς καιρούς του χάριν τοῦ Σλαβικοῦ γένους, γιὰ τὸ ὁποῖο ποτὲ κανεὶς ποτὲ δὲν εἶχε ἐνδιαφερθεῖ.
Ὁ Ἅγιος Μεθόδιος μιμήθηκε τὸν Ἀπόστολο Παῦλο στὴν περιφρόνηση τῶν κινδύνων, ἰδίως στὰ ταξίδια καὶ τὶς περιπλανήσεις του. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ βιογράφος του σημειώνει ὅτι σὲ ὅλα τὰ ταξίδια του ὁ Μεθόδιος περιέπεσε σὲ πολλοὺς κινδύνους, ποὺ προκλήθηκαν ἀπὸ τὸν κακὸ ἐχθρὸ (τὸ διάβολο). Κινδύνευσε στὶς ἐρήμους ἀπὸ τοὺς λῃστές, στὴ θάλασσα ἀπὸ τρικυμίες, στὰ ποτάμια ἀπὸ θανάσιμους κινδύνους καὶ ἔτσι ἐκπληρώθηκε σὲ αὐτὸν ὁ λόγος τοῦ Ἀποστόλου: «Κινδύνοις λῃστῶν, κινδύνοις ἐν θαλάσσῃ, κινδύνοις ποταμῶν, κινδύνοις ἐν ψευδαδέλφοις, ἐν κόπῳ καὶ μόχθω, ἐν ἀγρυπνίαις πολλάκις, ἐν λιμῷ καὶ δίψῃ» καὶ σὲ ὅλα τὰ παθήματα, τὰ μνημονευόμενα ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο. Καὶ ὀφείλουμε νὰ ὑπογραμμίσουμε ὅτι στὸ σχόλιο αὐτὸ δὲν ὑπάρχει κάτι τὸ ὑπερβολικό, ἂν ἀναλογισθοῦμε τὰ ταξίδια του στὴν Κριμαία, τὴ Χαζαρία καὶ τὴ χώρα τῶν Φούλλων, τὴ μετάβασή του στὴ Μοραβία, τὸ ταξίδι στὴ Ρώμη μέσῳ Παννονίας καὶ Βενετίας, τὴν ἐπιστροφὴ στὴν Παννονία καὶ τὴ Μοραβία, τὴ σύλληψή του ἀπὸ τοὺς Φράγκους, τὴ δίκη καὶ καταδίκη του, τὴ φυλάκισή του ἐπὶ δυόμισι ἔτη, τὴν ἀπελευθέρωσή του, τὶς συκοφαντίες σὲ βάρος του, τὴ μετάβασή του στὴ Ρώμη καὶ τὴν Κωνσταντινούπολη.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τὴ ὑπερμάχω.
Τῶν Ἀποστόλων εἰσδεξάμενοι τὴν ἔλλαμψιν, τῶν Σλάβων ὤφθητε φωστῆρες καὶ διδάσκαλοι, τὸν τῆς χάριτος κηρύξαντες πάσι λόγον. Ἀλλ' ὦ Κύριλλε παμμάκαρ καὶ Μεθόδιε πάσης βλάβης ἐκλυτρώσασθε καὶ θλίψεως τοὺς κραυγάζοντας, χαίροις ζεῦγος μακάριον.




Οἱ Ἅγιοι Κλήμης, Σάββας, Ἀγγελάριος, Γοράσδος καὶ Ναοὺμ οἱ Θαυματουργοὶ Ἰσαπόστολοι

Οἱ Ἅγιοι Κλήμης, Σάββας, Ἀγγελάριος, Γοράσδος καὶ Ναοὺμ ἦταν συνεργάτες καὶ βοηθοὶ τῶν Ἁγίων Ἰσαποστόλων Κυρίλλου καὶ Μεθοδίου. Ἔζησαν καὶ ἔδρασαν κατὰ τὸν 9ο αἰῶνα μ.Χ.
Οἱ Ἅγιοι Ἀγγελάριος, Ναοὺμ καὶ Κλήμης ᾖλθαν στὴ Βουλγαρία, ὅπου καὶ κοιμήθηκαν ὀσιακὰ μετὰ ἀπὸ τὶς μύριες διώξεις καὶ κακουχίες τῶν Φράγκων κληρικῶν καὶ τῶν Γερμανῶν στρατιωτῶν.
Τὸν Ἅγιο Γοράσδο, ποὺ συνέχισε τὸ ἔργο τῶν Ἁγίων Κυρίλλου καὶ Μεθοδίου, λίγο πρὶν τὴν κοίμησή του, τὸν βλέπουμε νὰ ἀγωνίζεται μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Κλήμη ἐναντίον τῶν Φράγκων ὑποστηρικτῶν τοῦ filioque ἢ τῆς «υἱοπατρικῆς αἱρέσεως». Τὴ μετέπειτα ἱεραποστολική του δράση δὲν μποροῦμε νὰ τὴν ἐλέγξουμε ἀπόλυτα. Οἱ ὑποθέσεις εἶναι δυό: ἡ μὲν πρώτη ποὺ τὸν θέλει νὰ ἐργάζεται στὴ νότια Πολωνία, ὅπου τελεῖται ἡ μνήμη του στὶς 17 Ἰουλίου. Ἡ δεύτερη θεωρεῖ ὅτι ἐργάζεται στὸ Βεράτι τῆς Ἀλβανίας, ὅπου κατὰ τὸν Ρῶσο ἱστορικὸ Γολθβίνσκιυ στὴν πόλη αὐτὴ ὑπάρχει μονὴ πρὸς τιμὴν τοῦ Ἁγίου Γοράσδου.  Στὸν καθεδρικὸ ναὸ τῆς Παναγίας στὴν πόλη αὐτὴ ὑπάρχει μία λειψανοθήκη, ποὺ μαρτυρεῖ τὴ φύλαξη τῶν ἱερῶν λειψάνων τῶν Ἁγίων, πρωτίστως δὲ τῶν Ἁγίων Γοράσδου καὶ Ἀγγελαρίου.
Τὸ 1742 μ.Χ. ἐκδόθηκε στὴ Μοσχόπολη τῆς Μακεδονίας «Ἀκολουθία τῶν ἁγίων ἐπταρίθμων, ποιηθεῖσα παρὰ τοῦ ἐν ἱερομονάχοις Γρηγορίου Μοσχοπολίτου», στὴν ὁποία βέβαια ἀναγράφεται ὅτι ἡ μνήμη τῶν Ἁγίων Ἰσαποστόλων Κυρίλλου καὶ Μεθοδίου καὶ τῶν σὺν αὐτοὶς ἑορτάζεται στὶς 17 Ἰουλίου. Ἐπίσης, στὸ χειρόγραφο 201 τῆς μονῆς Παντελεήμονος τοῦ Ἁγίου Ὄρους οἱ Ἅγιοι μνημονεύονται στὶς 26 Νοεμβρίου, ὡς ἀκολούθως: «ἐν μηνὶ Νοεμβρίου 26 μνήμη τῶν ἁγίων καὶ δικαίων ἰσαποστόλων, θεοφόρων πατέρων, Κυρίλλου, Μεθοδίου, Γοράσδονος, Κλήμεντος, Ναοὺμ καὶ Σάββα».




Οἱ Ἁγίες Ὀλυμπία καὶ Εὐφροσύνη οἱ Ὁσιομάρτυρες

Οἱ Ὁσίες Ὀλυμπία ἢ Ὀλυμπιὰς καὶ Εὐφροσύνη ἔζησαν τὸν 13ο αἰῶνα μ.Χ. Ἡ Ἁγία Ὀλυμπία γεννήθηκε ἀπὸ εὐσεβεῖς καὶ φιλόθεους γονεῖς, οἱ ὁποῖοι κατάγονταν ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη. Ὁ πατέρας της ἦταν ἱερέας καὶ ἡ μητέρα της θυγατέρα ἱερέως.
Ἡ οἰκογένεια τῆς Ἁγίας ἔφυγε ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη καὶ κατοίκησε στὴν Πελοπόννησο. Σὲ ἡλικία δέκα ἐτῶν ἡ Ὀλυμπία ἔχασε τοὺς γονεῖς της καὶ οἱ οἰκεῖοι της τὴν ἔστειλαν στὴ μονὴ τῶν Καρυῶν τῆς Θέρμης Λέσβου, τὴ σημερινὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Ραφαήλ, στὴν ὁποία ἦταν ἡγούμενη ἡ θεία της, μοναχὴ Δωροθέα. Ἐκεῖ, σὲ ἡλικία δεκαεννέα ἐτῶν ἡ Ἁγία ἐκάρη μοναχὴ καὶ σὲ ἡλικία εἰκοσιπέντε ἐτῶν, ὅταν ἡ θεία της πέθανε, ἔγινε ἡγούμενη.
Μετὰ παρέλευση δέκα ἐτῶν, τὸ 1235, πειρατὲς ἐπιτέθηκαν κατὰ τῆς μονῆς. Οἱ μοναχὲς διασκορπίσθηκαν καὶ ὅσες δὲν πρόλαβαν νὰ φύγουν, τὶς κακοποίησαν. Ἡ ἡγουμένη Ὀλυμπία καὶ ἡ μοναχὴ Εὐφροσύνη βασανίσθηκαν ἀνηλεῶς. Τὴν Εὐφροσύνη, ἀφοῦ τὴν κρέμασαν σὲ δένδρο, τὴν ἔκαψαν. Τὴν Ὀλυμπία τὴν ἔκαψαν σὲ ὅλο τὸ σῶμα μὲ λαμπάδες, διαπέρασαν τὰ αὐτιά της μὲ πυρωμένη σιδερόβεργα καὶ τέλος, τὴν κάρφωσαν σὲ ξύλο μὲ εἴκοσι καρφιά.
Ἔτσι οἱ δυὸ Ἁγίες εἰσῆλθαν  στὴ χαρὰ τοῦ οὐράνιου Νυμφίου τους.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὁσίως μονάσασα τῶν Καρυῶν τὴ Μονὴ ἐν ταύτῃ ἐνήθλησας, τῶν πειρατῶν τὴ χειρὶ κτανθεῖσα, θεόληπτε  ὅθεν ἄρτι γνωσθεῖσα, ἐπινεύσει τὴ θεία, ἔδειξας Ὀλυμπία, τὴν σὴν ἄθλησιν πάσι, διὸ σὲ ὁσιομάρτυς Χριστοῦ μακαρίζομεν.




Ὁ Ὅσιος Σωφρόνιος ὁ Ἔγκλειστος
Ἡ Ἐκκλησία τιμᾷ τὴν μνήμη τοῦ Ὁσίου Σωφρονίου στὶς 11 Μαρτίου, ὅπου καὶ ὁ Βίος του.




Ὁ Ἅγιος Νικόδημος Ἀρχιεπίσκοπος Σερβίας

Ὁ Ἅγιος Νικόδημος, Ἀρχιεπίσκοπος Σερβίας, ἦταν ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Χιλανδραρίου τοῦ Ἁγίου Ὄρους καὶ χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος τὸ 1316. Τὸ 1319 μετέφρασε τὸ Τυπικὸ τοῦ Ἁγίου Σάββα τοῦ Ἠγιασμένου τῆς Ἱερουσαλὴμ στὴ Σλαβονικὴ γλῶσσα καὶ ἀπαίτησε νὰ χρησιμοποιεῖται ἀνελλιπῶς στὴν Ἐκκλησία τῆς Σερβίας.
Ὁ Ἅγιος Νικόδημος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1324.




Ὁ Ἅγιος Ἰωσὴφ ὁ Ἱερομάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Ἰωσήφ, πρῶτος Μητροπολίτης Ἀστραχάν, γεννήθηκε στὸ Ἀστραχὰν τὸ 1579. Ἐκάρη μοναχὸς καὶ ἔγινε ἡγούμενος τῆς μονῆς Ἁγίας Τριάδος Ἀστραχὰν σὲ ἡλικία πενήντα δυὸ ἐτῶν.
Τὸ 1656 ἐξελέγη Μητροπολίτης Ἀστραχάν.
Στὶς 11 Μαΐου τοῦ 1672 καὶ κατὰ τὴν διάρκεια μία ἐπαναστάσεως τῶν κατοίκων τῆς πόλεως, ὁ Ἅγιος Ἰωσὴφ τελειώθηκε μαρτυρικά. Τὸ μαρτύριό του καταγράφηκε μὲ λεπτομέρεια ἀπὸ δυὸ αὐτόπτες μάρτυρες, ἱερεῖς τοῦ καθεδρικοῦ ναοῦ τοῦ Ἀστραχάν, τὸν π. Κύριλλο καὶ τὸν π. Πέτρο.
Οἱ ἱερεῖς πῆραν τὸ τίμιο λείψανο τοῦ Ἱερομάρτυρα, τὸ ἔνδυσαν μὲ ἀρχιερατικὰ ἄμφια καὶ τὸ τοποθέτησαν σὲ ἕνα ἑτοιμασμένο μνημεῖο. Τὴν ἑπόμενη ἡμέρα, μετὰ τὴν τέλεση τῆς Πανυχίδος, τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου μεταφέρθηκε  στὸ παρεκκλῆσι καὶ παρέμεινε ἄταφο γιὰ ἐννέα ἡμέρες. Τὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου Ἱεράρχου τοποθετήθηκαν μέσα σὲ μνημεῖο καὶ ἐπιτελοῦσαν θαύματα σὲ ἐκείνους ποὺ προσέτρεχαν μὲ πίστη.
Ὁ Ἅγιος Ἰωσὴφ ἁγιοποιήθηκε στὴν Σύνοδο τῆς Ρωσικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας κατὰ τὸν Ἀπρίλιο τοῦ 1918.




Ὁ Ἅγιος Ἀργύριος ὁ Ἐπανομίτης ὁ Νεομάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Ἀργύριος γεννήθηκε τὸ 1788 στὴν Ἐπανωμὴ τῆς Θεσσαλονίκης ἀπὸ τὸν Ἀστέριο καὶ τὴ Βασιλική, τὸ γένος Ντουγιούδη. Σὲ νεαρὴ ἡλικία ᾖλθε στὴν Θεσσαλονίκη, ὅπου προσλήφθηκε ἀπὸ κάποιον ράπτῃ ὡς ὑπηρέτης.
Κατὰ τὶς ἡμέρες ἐκεῖνες κάποιος Χριστιανὸς ἀπὸ τὴ Σοχὸ βρισκόταν κλεισμένος στὴ φυλακὴ τοῦ πασᾶ τῆς Θεσσαλονίκης γιὰ κάποιο ἔγκλημα ποὺ εἶχε κάνει. Μὴν ἔχοντας νὰ πληρώσει τὰ χρήματα ποὺ τοῦ ζητοῦσε ὁ πασάς, τὸν ἀπειλοῦσε ὅτι θὰ τὸν κρεμάσει. Μπροστὰ στὴν ἀπειλὴ τοῦ θανάτου ὁ φυλακισμένος ἀποφάσισε νὰ ἀλλαξοπιστήσει. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ χαροποίησε τοὺς Ἀγαρηνούς, οἱ ὁποῖοι ἀμέσως τὸν ἔβγαλαν ἀπὸ τὴν φυλακὴ καὶ τὸν πῆγαν σὲ ἕνα καφενεῖο στὴν τοποθεσία Ταχτάκαλα μὲ σκοπὸ νὰ τὸν μυήσουν στὴ μουσουλμανικὴ θρησκεία.
Ὁ Ἀργύριος, ποὺ εἶχε πληροφορηθεῖ τὸ γεγονός, εἰσῆλθε καὶ αὐτὸς στὸ καφενεῖο καὶ ἄρχισε νὰ τὸν ἐλέγχει γιὰ τὸ παράπτωμά του καὶ ταυτοχρόνως νὰ τὸν παρακινεῖ, γιὰ νὰ ἐπιστρέψει καὶ πάλι στὴν Ὀρθόδοξη πίστη. Ἡ στάση του αὐτὴ προκάλεσε τόσο πολὺ τοὺς Γενίτσαρους, ποὺ ὅρμησαν ἐπάνω του καὶ ἄρχισαν νὰ τὸν γρονθοκοποῦν τόσο ἄγρια, ὥστε θὰ τὸν σκότωναν, ἐὰν δὲν ἀνέστελλε τὴν ὀργή τους ἡ ἐλπίδα μήπως καὶ μπορέσουν νὰ τὸν προσελκύσουν στὴν δική τους πίστη. Προσπάθησαν, λοιπόν, ἀπειλώντας τὸν ὅτι θὰ τὸν σκοτώσουν, νὰ τὸν ἀναγκάσουν νὰ ἀλλαξοπιστήσει. Σὰ βροντὴ ἀκούσθηκε ἡ φωνὴ τοῦ Νεομάρτυρα: «Εἶμαι Χριστιανὸς καὶ δὲν ἀρνιέμαι τὴν πίστη μου. Δόξα καὶ τιμή μου ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ. Ἐπιθυμία μου εἶναι νὰ ἀποθάνω γιὰ τὴν πίστη καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ».
Οἱ Ἀγαρηνοὶ τότε ὁδήγησαν τὸν Ἀργύριο στὸν κριτή, ἐνώπιον τοῦ ὁποίου προσπάθησαν καὶ πάλι νὰ τὸν μεταπείσουν μεταχειριζόμενοι πότε ἀπειλὲς καὶ πότε κολακεῖες καὶ ὑποσχέσεις γιὰ δῶρα καὶ ἀξιώματα. Μετὰ ἀπὸ δυὸ ἡμέρες, οἱ Γενίτσαροι, ἐπανέλαβαν καὶ πάλι τὶς προσπάθειές τους, χωρὶς ὅμως ἀποτέλεσμα. Ζήτησαν λοιπὸν ἀπὸ τὸν κριτὴ νὰ διατάξει τὴν ἐκτέλεσή του. Αὐτὸς ὅμως, βλέποντας ὅτι ὁ Ἀργύριος δὲν εἶχε διαπράξει κάποιο ἀδίκημα ἄξιο θανάτου, προσπάθησε νὰ κατευνάσει τὴν ὀργὴ τῶν ἐξαγριωμένων Τούρκων καὶ νὰ τοὺς πείσει πὼς δὲν εἶναι δίκαιο νὰ σκοτώσουν ἕναν ἀθῷο ἄνθρωπο. Ἐκεῖνοι ταράχθηκαν καὶ ἐξαγριώθηκαν ἐναντίον του καὶ ἔτσι ὁ κριτὴς διέταξε τὴν διὰ ἀπαγχονισμοῦ θανάτωσή του.
Ἔτσι, σὲ ἡλικία μόλις δεκαοκτὼ ἐτῶν, τὸ 1806 καὶ ἡμέρα Παρασκευή, ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Ἀργύριος ὁδηγήθηκε σὲ ἕνα τόπο λεγόμενο Καμπᾶν (σημερινὸ Καπάνι), στὴν κεντρικὴ ἀγορὰ τῆς πόλεως, ὅπου καὶ ἀπαγχονίσθηκε καὶ ἐπισφράγισε τὴν ὁμολογία του στὸν Χριστὸ μὲ τὴ θυσία τοῦ αἵματός του.




Ὁ Ὅσιος Χριστόφορος ἐκ Γεωργίας

Ὁ Ὅσιος Χριστόφορος ἦταν μοναχὸς στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ στὴν ἔρημο τοῦ Δαβιδγκαρέτζι, τὴ «Θηβαΐδα τῆς Γεωργίας». Ἀφοῦ ἀσκήτεψε θεοφιλῶς, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1871.












Ὁ Ἅγιος Θεοφύλακτος Ἐπίσκοπος Σταυρουπόλεως
Ὁ Ἅγιος Θεοφύλακτος, κατὰ κόσμον Θεόδωρος Γκουμπίν, γεννήθηκε σὲ ἱερατικὴ οἰκογένεια στὸ χωριὸ Μάκοβετς, κοντὰ στὴν Ταρούσσα, τῆς ἐπαρχία Καλούγκα. Τὸ 1838 σπούδασε στὸ θεολογικὸ σεμινάριο τῆς Καλούγκα καὶ ἀργότερα εἰσῆλθε στὴ θεολογικὴ ἀκαδημία τῆς Μόσχας. Στὶς 8 Μαρτίου 1842 ἐκάρη μοναχὸς καὶ ἔλαβε τὸ ὄνομα Θεοφύλακτος. Στὶς 15 Μαρτίου τοῦ ἰδίου ἔτους χειροτονήθηκε διάκονος καὶ στὶς 28 Ἰουνίου πρεσβύτερος.
Ἀφοῦ δίδαξε σὲ διάφορες θεολογικὲς σχολές, ἐξελέγη στὶς 10 Φεβρουαρίου 1863 Ἐπίσκοπος Σταυρουπόλεως. Ἀναδείχθηκε ἀληθινὸς ποιμένας καὶ διέπρεψε στὸν ἀσκητικό του βίο.
Ὁ Ἅγιος Θεοφύλακτος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1872.




Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἀρχιεπίσκοπος Χάρκωβ

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Ἀλέξανδρος, κατὰ κόσμον Θεοφάνεβιτς Πετρόφσκιυ, γεννήθηκε στὴν πόλη Λοὺκ τῆς περιοχῆς τῆς Βολυνίας τὸ 1851. Ἀφοῦ ὁλοκλήρωσε τὶς σπουδές του στὸ τμῆμα Νομικῆς, μετὰ τὸν θάνατο τῆς μητέρας του παραδόθηκε σὲ μία ζωὴ ἔκλυτη. Μία ἡμέρα τοῦ παρουσιάσθηκε στὸν ὕπνο ἡ νεκρή του μητέρα, ποὺ ὁ νέος τὴν ἀγαποῦσε πάρα πολὺ καὶ τοῦ ζήτησε νὰ ἀλλάξει ζωὴ καὶ νὰ μπεῖ σὲ μοναστῆρι. Ὁ Ἀλέξανδρος ὑπάκουσε στὴν αἴτησή της, ἄφησε τὸν κόσμο καὶ ἔγινε μοναχός.
Μετὰ τὴν ἐπανάσταση τοῦ 1917 ὁ ἀρχιμανδρίτης Ἀλέξανδρος μαζὶ μὲ ἄλλους ἱερωμένους τῶν ὁποίων οἱ ἐκκλησίες εἶχαν κλείσει, βρῆκε καταφύγιο στὴ γυναικεία μονὴ τοῦ Κοζέλσκινσκιυ, στὴν ἐπαρχία τῆς Πολτάβα. Ἐξαιτίας τῶν διωγμῶν πενήντα μοναχὲς ἐγκατέλειψαν τὸ μοναστῆρι καὶ ἐγκαταστάθηκαν στὶς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ Πσέλ, ὅπου ἵδρυσαν μία σκήτη. Ὁ Ἀλέξανδρος ἦταν ὁ ἐξομολόγος τους. Μὲ τὸ κλείσιμο ὅλων τῶν μοναστηριῶν καὶ τὶς ἐκκλησίες ἐκείνης τῆς περιοχῆς, ἡ σκήτη παρέμεινε τὸ μοναδικὸ κέντρο ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, προσελκύοντας ἕνα μεγάλο ἀριθμὸ πιστῶν μὲ τὴν εὐκαιρία τῶν διαφόρων τελετῶν. Τὸ 1932 ἡ σκήτη λεηλατήθηκε ἀπὸ τὶς σοβιετικὲς ἀρχές. Μετὰ ἀπὸ αὐτὴ τὴν καταστροφὴ ὁ ἀρχιμανδρίτης Ἀλέξανδρος χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος τοῦ Οὐμὰνκ καὶ συνενώθηκε μὲ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱεραρχία τῆς ὁποίας ἠγεῖτο ὁ Μητροπολίτης Σέργιος Σταρογκορόντσκιυ. Τὸ 1933 μεταφέρθηκε στὴ θέση τῆς Βινίτσα καὶ τὸ 1937 στὴν ἀρχιεπισκοπὴ τοῦ Χάρκωβ.
Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος γρήγορα κέρδισε τὴν στοργὴ καὶ τὴν ἐκτίμηση τῶν πιστῶν τοῦ ποιμνίου του. Ἡ κοινωνικότητα, ἡ ζωντάνια καὶ τὸ μειλίχιο ὕφος του συνοδεύονταν ἀπὸ τὴν ἱκανότητα νὰ ἐπιλύει μὲ ἁπλότητα καὶ σοφία τὶς διαμάχες καὶ νὰ παρακινεῖ τοὺς ἐνορῖτες στὴν πίστη καὶ στὴ χριστιανικὴ ζωὴ κατὰ τὴ διάρκεια τῶν διώξεων.
Κατὰ τὸ 1930 οἱ ἐκκλησίες τοῦ Χαρκώβ, ποὺ εἶχαν ἐναπομείνει, ἦταν σὲ μεγάλο βαθμὸ στὰ χέρια τῶν ἱερέων ποὺ καθοδηγοῦνταν ἀπὸ τὴν «Ἀναδιοργάνωση» (Obnovlency) ἢ τὴν Αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας. Μονάχα ἡ ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Νικολάου στὴ Λυσάγια Γκόρα, ἕνα μακρινὸ προάστιο τῆς πόλεως, ἀνῆκε στὴν κοινότητα τῆς Ὀρθόδοξης Ρωσικῆς Ἐκκλησίας. Ἐδῶ, χάρη στὸν ποιμαντικὸ ζῆλο τοῦ Ἁγίου Ἀλεξάνδρου, ἐξελισσόταν μία ζωντανὴ ἐκκλησιαστικὴ δραστηριότητα. Κάθε ἑβδομάδα οἱ ἱερὲς Ἀκολουθίες τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀλεξάνδρου συγκέντρωναν χιλιάδες ἀνθρώπων καὶ κάθε Κυριακὴ ἡ Θεία Κοινωνία διαρκοῦσε ἀρκετὲς ὧρες. Ἐπίσης, πάντοτε τὴν Κυριακή, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος βάπτιζε δεκάδες ἀνθρώπων (μερικὲς φορὲς μέχρι καὶ ἑκατὸν εἴκοσι).
Ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἀφύπνιση τῶν κατοίκων τοῦ Χάρκωβ καὶ ὁ ἐνθουσιασμὸς τοῦ Ἀρχιεπισκόπου προκάλεσαν τὴν ἀποδοκιμασία τῶν ἀρχῶν. Στὶς 28 Ἰουλίου 1938 ὁ Ἅγιος συνελήφθη καὶ στὶς 17 Ἰουνίου 1939 καταδικάσθηκε ἀπὸ τὸ στρατοδικεῖο σὲ δεκαετῆ φυλάκιση μὲ τὴν κατηγορία τῆς «ἀντιεπαναστατικῆς προπαγάνδας». Στὶς 5 Ἰανουαρίου 1940 αὐτὴ ἡ καταδίκη ἀποσύρθηκε καὶ ἡ περίπτωση τοῦ Ἀλεξάνδρου τέθηκε σὲ συμπληρωματικὴ ἔρευνα. Ἀλλὰ ὁ Ἀρχιεπίσκοπος δὲν ἄντεξε τὴν διάρκεια  τῆς προφυλακίσεώς του καὶ πέθανε στὶς 24 Μαΐου τοῦ 1940 στὸ ἀναρρωτήριο τῆς φυλακῆς. Μέσα ἀπὸ μεγάλες δυσκολίες καὶ κινδύνους, οἱ πιστοὶ κατόρθωσαν νὰ βγάλουν ἀπὸ τὴν φυλακὴ τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου καὶ νὰ τὸ ἐνταφιάσουν μυστικὰ στὸ κοιμητήριο Ζαλγιούτνσκιυ τοῦ Χάρκωβ. Ἔκτοτε ὁ τάφος τοῦ Ἁγίου Ἀλεξάνδρου ἔγινε τόπος ἱεροῦ προσκυνήματος καὶ γιὰ πολλὰ χρόνια οἱ πιστοὶ τοῦ Χάρκωβ συνέχισαν νὰ ἐναποθέτουν στὸν τάφο του λουλούδια.
Τὸ 1993, ἡ Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Οὐκρανικῆς Ἐκκλησίας (Πατριαρχεῖο Μόσχας) ἐπεκύρωσε τὴν τοπικὴ τιμὴ τοῦ Ἁγίου Ἀλεξάνδρου ἐντὸς τῶν ὁρίων τῆς Οὐκρανίας. Ἡ ἑορτὴ τοῦ Ἁγίου τελεῖται, ἐπίσης, τὴν ἡμέρα ποὺ ἀφιερώθηκε στὴ μνήμη τῶν Νεομαρτύρων τῆς Σλομπόντσκαγια Οὐκρανίας, τὴν 9η Μαΐου.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...