Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τετάρτη, Οκτωβρίου 12, 2011

ΑΡΧΑΙΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ: ΑΣΠΟΝΔΟΣ ΕΧΘΡΟΣ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΚΑΙ ΑΝΕΛΕΗΤΟΣ ΔΙΩΚΤΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΩΝ!

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητού

       
Η δίκη του Σωκράτη
       Ζούμε δυστυχώς στην εποχή της απόλυτης πνευματικής σύγχυσης, της οποίας  μια από τις κυριότερες εκφάνσεις της είναι η πρωτοφανής και χυδαία παραχάραξη της ιστορίας. Προκειμένου να στηριχτούν και να διαδοθούν τα αποκρυφιστικά διδάγματα της διαβόητης «Νέας Εποχής του Υδροχόου» επιχειρείται μια άνευ προηγουμένου διαστρέβλωση των ιστορικών γεγονότων του παρελθόντος, όπου παρουσιάζεται η όποια θρησκευτική και πνευματική σαθρότητα και πρωτογονισμός, ως «φωτεινό ορόσημο», ως «πολιτισμικό επίτευγμα», ως «επιστημονική πρόοδος» κλπ. Την πρωτοπορία στην ιστορική παραχάραξη κατέχουν οι αρχαίες παγανιστικές θρησκείες, σε παγκόσμιο επίπεδο, των οποίων παραβλέπεται το σκοτεινό και αποτρόπαιο παρελθόν, και παρουσιάζονται ως «λαμπρές θρησκείες», που «κατάργησε δια της βίας ο Χριστιανισμός προκειμένου να εδραιωθεί ο ίδιος και να φέρει το πνευματικό σκοτάδι και τη δυστυχία στην ανθρωπότητα»! Τόσο απλά! ....
      Είμαστε υποχρεωμένοι όμως μέσα σε αυτή την πρωτόγνωρη κατάσταση να δίνουμε λόγο αληθή για αυτές τις απίστευτες ιστορικές παραχαράξεις, να παραθέτουμε τα γνήσια στοιχεία, ώστε να περιθωριοποιούμε αυτές τις δολιότητες, οι οποίες στρέφονται κυρίως κατά της αγίας μας Εκκλησίας, που βρίσκεται στο στόχαστρο του ερεβώδους νεοεποχίτικου αποκρυφισμού.         
       Σύγχρονοι «αρχαιολάτρες», παραμερίζοντας όλα τα στοιχεία, τα οποία ορίζουν την αρχαία θρησκεία ξεκάθαρα ως εχθρό της επιστήμης και της προόδου, διαδίδουν πως η ίδια η επιστήμη είναι προϊόν της αρχαίας θρησκείας! Τίποτε δεν είναι πιο ψευδές από αυτό, διότι, όπως θα αποδείξουμε στη συνέχεια, η αρχαιοελληνική θρησκεία υπήρξε, από τη φύση της και καθ’ όλη την ιστορική της πορεία, σαφώς εχθρός της επιστήμης και της προόδου, αφού δίδασκε ακριβώς τα αντίθετα απ’ ότι αποδείκνυε και δίδασκε η επιστήμη. Και το χειρότερο, δεν έμενε στην θεωρητική αντιπαράθεση, αλλά έπαιρνε ενεργή εχθρική στάση απέναντι στις επιστημονικές γνώσεις, στην επιστημονική έρευνα και στους ίδιους τους επιστήμονες, με συγκεκριμένες πρακτικές και διώξεις.
       Εδώ δε θα ασχοληθούμε με τη σκοτεινή της ανατολίτικη (ινδοευρωπαϊκή) προέλευση, με την επικράτηση με σφαγές και δηώσεις στον ελληνικό χώρο, με τον απόλυτο πρωτογονισμό της, τον παραλογισμό της, τη φρικτή δεισιδαιμονία που έσπειρε και διατηρούσε στους άτυχους λατρευτές της, τα μαντεία (βλέπε καφετζούδες της εποχής), το βάρβαρο λατρευτικό τυπικό με τις αμέτρητες ζωοθυσίες και το χειρότερο τις πάμπολλες καταγραμμένες ανθρωποθυσίες ως το τέλος της αρχαιότητας, τη διάδοση της ανηθικότητας, μέσω του βακχισμού, την εμετική «ιερή πορνεία», το απόλυτα ανήθικο (σε όλους τους τομείς) παράδειγμα που έδινε η «θεϊκή κοινωνία» στους ανθρώπους, κλπ. Εδώ θα ασχοληθούμε με την απίστευτη πολεμική της κατά της επιστήμης και τον ανελέητο διωγμό και το θάνατο αγνώστου αριθμού φιλοσόφων, επιστημόνων, καλλιτεχνών, ποιητών, συγγραφών κλπ. Θα αποδείξουμε με στοιχεία και ονόματα επιστημόνων τη σκοταδιστική και εγκληματική της δράση, καθ’ όλη τη διάρκεια της αρχαιότητας, ευελπιστώντας ότι έτσι αποστομώσουμε αρκούντως τους επαγγελματίες παραχαράκτες της ιστορίας! 
       Εξετάζοντας τη φύση της αρχαίας θρησκείας διαπιστώνουμε ότι ήταν απόλυτα πανθεϊστική. Ο υλικός κόσμος θεωρούνταν έμψυχος και ένθεος. Δίδασκε ότι ο ήλιος, η σελήνη και τα αστέρια ήταν «θεοί»! Ο ηλιακός δίσκος λατρευόταν ως πραγματικός «θεός» (Υπερίων, Φοίβος), το ίδιο η σελήνη (Εκάτη, Άρτεμις) καθώς και οι άλλοι πλανήτες! Ο πλανήτης μας, η γη, θεωρούνταν ζωντανή «θεά» και λατρευόταν ως η Ρέα, Δήμητρα, Γαία, κλπ. Στα βυζαντινά χρόνια ο θρησκομανής και ανεδαφικός
Ιουλιανός (361-363), κάθε πρωί προσευχόταν και θυσίαζε στον ήλιο! Έγραψε μάλιστα και έργο με τίτλο: «Εις Βασιλέα Ήλιον», παρ’ όλο ότι η επιστήμη της εποχής του είχε αποφανθεί σαφέστατα ότι ο ήλιος είναι άψυχη ύλη! Τα μετεωρολογικά και τα άλλα φυσικά φαινόμενα πιστευόταν ως θεϊκές ενέργειες. Οι άνεμοι πιστευόταν ότι προερχόταν από το ασκί του Αιόλου και πάντα σύμφωνα με τη θέληση του «θεού». Τα ηφαίστεια προκαλούσαν οι θαμμένοι Τιτάνες και τα υπόγεια εργαστήρια του Ηφαίστου, τα κύματα της θάλασσας και τους σεισμούς προκαλούσε η τρίαινα του Ποσειδώνα, τους κεραυνούς τους εκτόξευε ο Δίας, κλπ. Τα φυσικά φαινόμενα τα ονόμαζαν «διοσημίες», δηλαδή σημάδια του Δία, τα οποία φανέρωναν τη θέληση του «θεού». Είναι γνωστές οι απίστευτες δεισιδαίμονες φοβίες των αρχαίων μπροστά στα φυσικά φαινόμενα, καθ’ ότι σε αυτά «έβλεπαν» τη μήνη των «θεών»! Υπήρχε σε κάθε πόλη «ειδικό» ιερατείο, οι λεγόμενοι πυθαϊστές, οι οποίοι είχαν ως απασχόληση να μελετούν τα μετεωρολογικά φαινόμενα και να ερμηνεύουν τη θέληση των «θεών». Ολόκληρη η πόλη εξαρτιόταν από την ερμηνεία εκείνων των άθλιων και αργόσχολων σκοταδιστών της θρησκείας!  Δεν υπήρχαν λοιπόν φυσικοί νόμοι στη φύση για τη θρησκεία, αλλά κρυμμένοι «θεοί» και «δαίμονες» που έκαναν γνωστή την παρουσία τους, ή τη θέλησή τους μέσω των φυσικών φαινομένων!   
       Η ιστορία (όχι η παραχαραγμένη) είναι ο αψευδής μάρτυρας μιας φρικιαστικής κατάστασης στους απώτερους χρόνους, όταν η επιστήμη και ο ορθός λόγος ήταν άγνωστα και τα πάντα κανόνιζε ο θρησκευτικός πρωτογονισμός και το μαύρο και ανελέητο ιερατείο της θρησκείας.  Με το διάβα του χρόνου όμως η ανάπτυξη του πνεύματος και της θετικής και επιστημονικής σκέψεως άρχισε να κλονίζεται και σταδιακά να περιορίζεται η επιρροή της σκοταδιστικής θρησκείας, με τα αντιεπιστημονικά και παράλογα δόγματά της. Τα πρώτα σπέρματα του ορθολογισμού τα συναντάμε στον Όμηρο, όπου φωτεινές και τολμηρές προσωπικότητες άρχισαν να αμφισβητούν το θεολογικό σκοταδισμό και την πνευματική ομηρία  της θρησκείας. Τρανό παράδειγμα ο θρυλικός Οδυσσέας, ο οποίος κυνηγημένος από τους «θεούς» και τα απίστευτα τερτίπια τους, χάραξε τη δική του αυτόνομη από αυτούς πορεία και έφτασε στον προορισμό του, γελοιοποιώντας τους οικτρά! Ο υπέροχος τρωικός ήρωας Έκτωρ παραβλέπει τη μοιρολατρική αναμονή της ήττας από τους «θεούς» και προτιμά τον αγώνα για την ελευθερία της πατρίδας του με το περίφημο: «εις οιωνός άριστος, αμύνεσθαι περί πάτρης»!
      Ύστερα από μια μακρά περίοδο πνευματικής αφύπνισης μια μερίδα σοφών ανθρώπων με οδηγό τον ορθό λόγο και την παρατήρηση διαπίστωσαν πως στη φύση κυριαρχεί ο νόμος του αιτιατού. Πως τα πάντα μέσα σε αυτή λειτουργούν βάσει σταθερών φυσικών νόμων και ό,τι αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας είναι αποτελέσματα φυσικών αιτιών. Έτσι η μεταφυσική ερμηνεία της φύσεως, που δίδασκε η αρχαία θρησκεία, καταδείχτηκε παράλογη και άρχισε η αμφισβήτηση αυτής της ίδιας της θρησκείας, ως γενεσιουργός αιτία σκοταδισμού και πλάνης.  
        Η πνευματική επανάσταση άρχισε στην Ιωνία, χάρις στο ευνοϊκό πολιτικό και κοινωνικό κλίμα, που επικρατούσε εκεί τον 6ο π.Χ. αιώνα και εντεύθεν. Μακριά από τα θρησκευτικά σκοταδιστικά κέντρα της μητροπολιτικής Ελλάδος και τον φανατισμό των όχλων, μπόρεσαν οι Ίωνες σοφοί να απαγκιστρωθούν από τους ασφυκτικούς βρόγχους του θρησκευτικού κατεστημένου και να σκεφτούν ελεύθερα, με οδηγό τον ορθό λόγο και την έρευνα. «Το ανήσυχον και ερευνητικόν Ελληνικόν πνεύμα, έγραψε ο ερευνητής Γρ. Ανδρουτσόπουλος, επειδή δεν ικανοποιείτο εκ των ανθρωπομόρφων θεών της λαϊκής θρησκείας, ως διέπλασεν αυτούς η φαντασία των ποιητών Ομήρου και Ησιόδου, ήσκησαν ενωρίτατα αμέσως η εμμέσως σφοδράν πολεμικήν κατά του ανθρωπομορφισμού και της ειδωλολατρίας» (Γρ. Ανδρουτσόπουλου, Ο Ελληνισμός Υποφήτης του Χριστιανισμού, εν Αθήναις 1973, σελ.9).
       Οι μεγάλοι εκείνοι άνδρες, οι οποίοι έβαλαν τα «θεμέλια της νεωτέρας επιστήμης» (H.G.Wells,Παγκόσμιος Ιστορία,σελ.250), «έχτιζαν σε έδαφος λιγότερο παιδιάστικο από εκείνο που μπορούσε να προσφέρει η ανθρωπομορφική θεωρία
του Ομήρου. Είχαν υψωθεί πάνω από την λαϊκή δεισιδαιμονία και είχαν δώσει βάρος στον τρόπο που εξελισσόταν ο κόσμος και στη διάφορη μοίρα των ανθρώπων» έγραψε ο μεγαλύτερος μελετητής της αρχαίας θρησκείας, σουηδός καθηγητής M.Nilsson, (Ιστορία της αρχαίας ελληνικής θρησκείας, Αθήνα 1977, σελ.238). «Στην Ιωνία ο ανθρωπομορφισμός του Ομήρου είχε σπάσει την πίστη στο υπερφυσικό και είχε στρώσει το δρόμο για μια εξήγηση της φύσης που βασιζόταν σε φυσικά αίτια» (αυτόθι,σελ.278).
      Οι αλλόκοτοι μύθοι περί των «θεών», οι οποίοι αποτελούσαν τη «θεολογία» της αρχαίας θρησκείας και την πίστη του λαού, προκαλούσαν στους μορφωμένους προγόνους μας αηδία, αγανάκτηση και χλεύη. Εν μέσω άγριων διωγμών και δολοφονιών, διατράνωναν τη φωνή τους κατά της πιο πρωτόγονης και απάνθρωπης θρησκείας, η οποία κατ’ αυτούς ήταν ολέθρια για το λαό. Ο αείμνηστος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Β. Ιωαννίδης έγραψε πως: «οι διανοούμενοι και οι φιλόσοφοι εθνικοί ουδεμίαν πίστιν έτρεφον προς τους θεούς της μυθολογίας και κατεπολέμουν παντιοτρόπως την πίστιν του λαού εις αυτούς, δι’ επιχειρημάτων … οι Κυνικοί και οι Στωικοί φιλόσοφοι εχλεύαζον την πίστιν των πολλών ότι δια θυσιών και προσφορών εξηυμενίζοντο οι θεοί, ενώ κατ’ αυτούς η εσωτερική κάθαρσις μόνον δέον να διακρίνη τον αληθώς ευσεβή» (Β. Ιωαννίδη, Ο μυστικισμός του αποστόλου Παύλου, σελ.80).  Ο καθηγητής Ευάγγελος Θεοδώρου έγραψε πως «οι φιλόσοφοι εκλόνισαν εκ θεμελίων την λαϊκήν πολυθεϊστικήν πίστιν» (Θ.Η.Ε.,τομ.9,στ.66). Ο σουηδός καθηγητής Μ. Nilsson τονίζει εμφαντικά πως, «Η πνευματική ανάπτυξη της Ελλάδος έφερε στο φως τα ελαττώματα των θεών της και της θρησκείας της» (M.Nilsson,όπου ανωτ.σελ.277). Γι’ αυτό και προσπάθησαν είτε να απαγκιστρωθούν από αυτή είτε να την βελτιώσουν. Δεν έφθασαν βεβαίως στην πλήρη αλήθεια, αλλά αναμφίβολα την άγγιξαν.
     Πρώτοι οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι άρχισαν να αμφισβητούν την αρχαία θρησκεία. Ο καθηγητής Πανεπιστημίου Π. Παναγιώτου έγραψε πως: «Αυτοί βάλθηκαν ν’ ακουμπήσουν με τρόπο ότι γινόταν θετικότερο, τα μεγάλα αινίγματα του κόσμου: Ποια είναι η προέλευσή του, ποια είναι η ουσία και το νόημά του, ποιος είναι ο σκοπός και ποιο το παρελθόν και το μέλλον του. Και αφήνοντας τους θεούς στη μακαριότητα ή τις αυθαίρετες επιδιώξεις των, προσπαθώντας ακόμη, να εξοστρακίσουν, όσο γινόταν, τους παραλογισμούς τις αδικαίωτες πίστεις και τις μαγικές πράξεις που επηρεάζουν την πορεία των γεγονότων, και τις σχετικές ανακοπτικές κάθε προόδου φοβίες, έδωσαν ο καθένας των ή τουλάχιστον, προσπάθησαν να διαμορφώσουν κοσμολογικές θεωρίες, που αποτέλεσαν πηγές επιστημονικών ρευμάτων και προσανατολισμών για αιώνες κατόπιν» (Π. Παναγιώτου, Εισαγωγή στο Περί Ουρανού του Αριστοτέλη, εκδ. Νέα Σύνορα, Αθήνα 1989, σελ.59).  
       Οι στωικοί επίσης φιλόσοφοι «Από την αρχή δε συμπαθούσαν τη λαϊκή θρησκεία, και θα μπορούσε να γίνει μια ωραία ανθολογία από επιθέσεις τους εναντίον των εξωτερικών μορφών της λατρείας: ναών, αγαλμάτων των θεών, μύθων και προσευχών» (M.Nilsson,μν.έργο,σελ.304). «Αναγνώριζαν ένα θεό μόνο με την πλήρη και ατόφια έννοια, αυτή την πρωταρχική αρχή» (M.Nilsson,μν.έργο,σελ.304). Γι’ αυτούς «Η υπέρτατη αρχή έγινε ο μόνος
πραγματικός θεός. Αυτό φαίνεται καθαρά στον λεγόμενο Δία των Στωικών» (M.Nilsson,μν.έργο,σελ.305).
       Περισσότερο από αυτούς οι σοφιστές (Πρωταγόρας, Γοργίας, Πρόδικος, Ιππίας, Αντιφών) αμφισβήτησαν την αρχαία θρησκεία. Κατά τον καθηγητή Μ. Φαράντο «η σοφιστική πολεμική δεν ασκεί κριτικήν μόνον κατά θεσμών τινών της λαϊκής θρησκείας, ως έπραττεν η φιλοσοφία και ο Ξενοφάνης, αλλά πλήττει αυτήν ταύτην την καρδίαν αυτής, απορρίπτοντας την ύπαρξιν των θεών» (Μ.Φαράντου,
Το Περί Θεού Ερώτημα,τομ.ΙΙ,1,σελ.150). Ο αείμνηστος καθηγητής της φιλοσοφίας της θρησκείας Ν. Λούβαρις έγραψε: « Η σοφιστική διαφώτισις είχε διδάξει ότι ο κόσμος των θεών ουδέν άλλο είναι ειμή αντανάκλασις ανθρωπίνων αναγκών και ανθρωπίνων θεσμών και διατάξεων» (ΜΕΕ,τομ.ΙΑ΄,σελ.721). «Κατά την ορθολογιστικήν αντίληψιν των σοφιστών η θρησκεία στηρίζεται επί σκοπίμου υπολογισμού» (ΜΕΕ,τομ.ΙΑ΄,σελ.271. Ο μέγιστος ιστορικός του 20ου αιώνος Άρνολντ Τόυμπη έγραψε πως οι ψυχές των Ελλήνων βρισκόταν «απελπιστικώς χαμέναι μέσα εις μίαν πνευματικήν ερημίαν (γι’ αυτό) … προχωρούσαν διαρκώς περαιτέρω εις την οδόν του σκεπτικισμού»  (Σπουδή της Ιστορίας, μετ. Ν. Παπαρρόδου, Αθήναι 1962,σελ.455).
      Αυτή η λαμπρή ανατολή της επιστήμης δεν έγινε χωρίς την σφοδρή αντίδραση της θρησκείας, όπως προαναφέραμε. Όταν οι επιστήμονες αποφάνθηκαν ότι τα ουράνια σώματα είναι υλικές μάζες και τα μετεωρολογικά φαινόμενα φυσικές διεργασίες, ή πως οι «θεοί» δε μπορεί να είναι τέτοιοι που τους προβάλλει η θρησκεία, και τους πιστεύει και λατρεύει ο λαός, φανατικοί ειδωλολάτρες αντέδρασαν δυναμικά και τους κατήγγειλαν ως ασεβείς και άθεους! Οι μεγάλοι Ίωνες φιλόσοφοι δεινοπάθησαν από το ιερατείο και τον δεισιδαίμονα ειδωλολατρικό όχλο, όταν προσπάθησαν να απομυθοποιήσουν την φύση και να εξηγήσουν ότι ο υλικός κόσμος διέπεται από φυσικούς νόμους και πως η φύση του θείου είναι μία και εντελώς διάφορη της φύσεως των εκατοντάδων ή και χιλιάδων «θεών» της «πατρώας θρησκείας». Έτσι δεν ήταν μόνο σκοταδιστική και αντιεπιστημονική η αρχαιοελληνική θρησκεία, αλλά και απόλυτα αντιδραστική! Έτσι «Οι εξηγήσεις των φυσικών φιλοσόφων παρουσιάσθηκαν σαν αντίπαλες των θρησκευτικών ιδεών και η διαμάχη έγινε πραγματική» (M.Nilsson, όπου ανωτ, σελ.279). Ο μεγάλος Αναξαγόρας (490-427) καταδικάστηκε, όπως θα δούμε, σε θάνατο από το φανατικό και σκοταδιστικό ειδωλολατρικό ιερατείο των Αθηνών, διότι δίδασκε πως τα ουράνια σώματα είναι υλικές μάζες και όχι «θεοί» και πως με τη διδασκαλία του τάρασσε την ησυχία των «αθανάτων» (Διογ.Λαέρτ.ΙΙ,7)!
      Οι πολιτικές, πολιτιστικές και οικονομικές συνθήκες που ακολούθησαν μετέφεραν το μεγάλο πνευματικό κίνημα των Ιώνων φιλοσόφων στην Αθήνα του 5ου αιώνα. Οι σωκρατικοί και οι σοφιστές θα συνεχίσουν τη μεγάλη παράδοση του ιωνικού διαφωτισμού. Θα αμφισβητήσουν σοβαρά την αυθεντία της σκοταδιστικής θρησκείας και η σύγκρουση θα γίνει αναπόφευκτη. Τα μεγάλα δημιουργικά πνεύματα της εποχής απελευθερωμένα από τον σκοταδισμό, την δεισιδαιμονία και την στατική και άκριτη πίστη της θρησκείας των μαζών, άνοιξαν το δρόμο της προόδου και της ορθής σκέψεως. Αυτό όμως δεν έγινε χωρίς αντίδραση. Το ιερατείο, οι μάντεις, οι μάγοι και οι άλλοι παράγοντες της θρησκείας, η οποία έπαιζε σπουδαίο ρόλο στη ζωή των πόλεων, έγειραν πραγματικό διωγμό εναντίον όσον δεν έσκυβαν το κεφάλι δουλικά στις παράλογες και σκοταδιστικές τους πίστεις και δεισιδαίμονες πράξεις. Διότι έτσι θίγονταν τα συμφέροντά τους από το άδειασμα και την ερήμωση των πολυπληθών ανά την Ελλάδα «ιερών» της θρησκείας.  Έτσι η αρχαιοελληνική θρησκεία όχι μόνο δεν δημιούργησε πολιτισμό και επιστήμη, όπως διαδίδουν οι
 ανιστόρητοι «αρχαιολάτρες», αλλά καταδίωξε άγρια τους πραγματικούς δημιουργούς του πολιτισμού και της επιστήμης!
      Όμως πριν προχωρήσουμε στις ατέλειωτες και φρικτές εγκληματικές πράξεις της αρχαίας θρησκείας εναντίων των σοφών και των επιστημόνων, θεωρούμε απαραίτητο να κάνουμε μια σοβαρή επισήμανση. Οι διάφοροι αρχαιόπληκτοι «ειδικοί» ιστορικοί επιχειρούν να μας πείσουν ότι τις διώξεις περί αθεΐας στην αρχαία Αθήνα τις έκανε η Πολιτεία και πως η θρησκεία ήταν αμέτοχη! Τίποτε δεν είναι πιο ψευδές από αυτό! Φρικτή διαστρέβλωση της ιστορικής πραγματικότητας! Βεβαίως τις διώξεις τις πραγματοποιούσε η Πολιτεία, αλλά κατ’ απαίτηση πάντοτε της θρησκείας! Το παντοδύναμο ιερατείο και όλα τα πολυπληθή παράσιτα της θρησκείας: μάντεις, μάγοι, θεραπευτές, μητραγύρτες, καθαριστές μιασμάτων, θαυματοποιοί, πυθαϊστές, ορφεοτελεστές, κλπ   είχαν τρομερή και απόλυτη επιρροή στις δεισιδαίμονες μάζες και κατά συνέπεια μπορούσαν όχι απλά να επηρεάζουν πολιτικές επιλογές, αλλά και να τις επιβάλλουν. Για το λόγο αυτό οι φαύλοι πολιτικοί ήταν οι μόνιμοι εντολοδόχοι τους. Τρανταχτή απόδειξη αυτών είναι το γεγονός ότι οι διώξεις γινόταν σχεδόν πάντα κατ’ απαίτηση του διαβόητου αθηναίου ιερέα και μάντη Διοπείθη. Αυτός παρακολουθούσε με το πολυπληθές αργόσχολο «ιερό» συνεργείο του τα λόγια, τα γραπτά και τις πράξεις των επιστημόνων και των φιλοσόφων και όπου έκρινε ότι θίγεται η θρησκεία, τους κατάγγειλε στις αρχές και δρομολογούνταν η απηνή δίωξή τους!      
      Η αρχή έγινε (τουλάχιστον από όσα γνωρίζουμε) με τη φρικτή δολοφονία του μεγαλύτερου μυθοποιού όλων των εποχών Αίσωπου (7ος π. Χ. αιώνας) από το σκοτεινό ιερατείο των Δελφών. Ο άτυχος άνδρας, επειδή ήλεγξε τις απάτες του ψευτομαντείου και τους ανόητους και χαλκευμένους χρησμούς, οι απατεώνες ιερείς του έστησαν δόλια πλεκτάνη, του έβαλαν κρυφά στις αποσκευές του το «ιερό χρυσό κύπελλο» του «θεού». Στη συνέχεια τον συνέλαβαν, του απάγγειλαν την κατηγορία της ιεροσυλίας και της κλοπής και τον καταδίκασαν στην ποινή του θανάτου, τον γκρέμισαν από τους βράχους των Φαιδριάδων λίθων. Ο μεγάλος Αίσωπος, ο μέγιστος μυθοποιός όλων των εποχών, είναι ένας από τους πάμπολλους μάρτυρες του ανθρωπίνου πνεύματος, σκοτωμένος από την σκοταδιστική αρχαιοελληνική θρησκεία, το μαύρο ιερατείο του «φωτεινού» δελφικού «ιερού»! Δεν είναι ο μόνος! 
      Αυτή αγνόησε επιδεικτικά τον Ξενοφάνη τον Κολοφώνιο (570-480), το μέγα φιλόσοφο και ιδρυτή της Ελεατικής Σχολής, διότι αποφάνθηκε ότι ο Θεός είναι ένας και ότι η αντίληψη περί των ολυμπίων «θεών» είναι απαράδεκτη, όπως τη διατύπωσαν ο Όμηρος και ο Ησίοδος (Ξεν.απ.11) και φυσικά όπως τους δίδασκε η θρησκεία. «Ανατείνων προς τους ουρανούς διεκήρυττεν εις εστιν ο Θεός» (Αριστ.Περί Ρητορικής,1399b5). Διακήρυξε ευθαρσώς πως «Εις Θεός εν τε θεοίσι και ανθρώποις μέγιστος, ούτε δέμας θνητοίσιν όμοιος, ούτε νόημα, ούλος ορά, ούλος δε νοεί, ούλος δε τ’ ακούει» (απ.23). «Το Εν είναι φησί τον Θεόν… είναι αΐδιον και ένα» (Α30.33). Επίσης τόνιζε πως όσοι λένε ότι οι «θεοί» γεννιούνται ασεβούν το ίδιο με όσους λένε ότι πεθαίνουν! Ο Ξενοφάνης διαγιγνώσκει τις ασθενείς πλευρές του ανθρωπομορφισμού και στρέφεται κατ’ αυτού (ΘΗΕ,τομ.5,στ.598). Στηλιτεύοντας τον ανεπίτρεπτο ανθρωπομορφισμό τόνισε πως τα βόδια, οι ίπποι και οι λέοντες αν είχαν τη δυνατότητα να παραστήσουν το θεό θα του έδιναν τις δικές τους μορφές (ΜΕΕ,τομ.Ι΄,σελ.149)! Ο μεγάλος φιλόσοφος τόλμησε να διακηρύξει πως «Πάντα θεοίσ’ ανέθηκεν Όμηρός θ’ Ησίοδός τε, όσσα παρ’ ανθρώποισιν ονείδεα και ψόγος εστιν, κλέπτειν μοιχεύειν τε και αλλήλους απατεύειν» (απ.11), θεωρώντας απαράδεκτες τις ανηθικότητες που είχαν αποδώσει οι ποιητές στους «θεούς».  Ο W.Nestle, έγραψε για τις ριζοσπαστικές ιδέες του Ξενοφάνη πως «ουχί οι άνθρωποι είναι δημιούργημα των θεών, αλλ’ οι θεοί είναι
δημιουργία των ανθρώπων» (Vom Mythos zum Logos,σελ.88). Σύμφωνα με τον καθηγητή Μ. Φαράντο ο Ξενοφάνης  «εδημιούργησεν εποχήν εις την ιστορίαν της περί Θεού εννοίας» (Μ.Φαράντου, Το Περί Θεού Ερώτημα,τομ.ΙΙ,1,σελ.98). Ο  H. Frankel έγραψε πως «Ο Ξενοφάνης οδηγείται στην ιδέα ενός Θεού»  (Xenophanesstudien σελ.335). Ο Ξενοφάνης είναι το βάθρο πάνω στο οποίο οικοδομήθηκε ο τάφος της αρχαίας θρησκείας, είναι ο πρώτος εκθεμελιωτής της!   Όταν άρχισε να γίνεται επικίνδυνος εξορίστηκε! Τον μεγάλο αυτό άνδρα το ίδιο υποτιμούν και οι σύγχρονοι «αρχαιολάτρες» διότι παραμένει ο μεγάλος κόλαφος της πλάνης τους.   
     Αυτή παραγκώνισε τον Εμπεδοκλή τον Ακραγαντινό (483-424), ο οποίος όρισε την πνευματική και υπερκοσμική φύση του ενός Θεού (Νου). Απέρριψε εντελώς τις παχυλές περί «θεών» αντιλήψεις της εποχής του και προσηλώθηκε στην πνευματική θεώρηση του Θεού. Ο μεγάλος αυτός άνδρας επέδρασε τα μέγιστα με τις μονοθεϊστικές του απόψεις στους σοφιστές και ιδιαίτερα στο Σωκράτη.
       Εξόρισε τον Πυθαγόρα το Σάμιο (570-490) από την πατρίδα του τη Σάμο. Όπως είναι γνωστό ο σπουδαίος σοφός ήταν για το ιερατείο του δωδεκαθέου αιρετικός, διότι είχε ασπασθεί τον ορφισμό. Το 532 κατέφυγε στον Κρότωνα της Ιταλίας, όπου ίδρυσε την περίφημη φιλοσοφική σχολή του. Αλλά και εκεί δε βρήκε ησυχία. Το φανατικό ιερατείο και ο μισαλλόδοξος όχλος έκαναν συχνά επιθέσεις στη σχολή. Στα τέλη της ζωής του αποκαμωμένος από τις επιθέσεις κατέφυγε στο Μεταπόντιο, όπου και πέθανε πικραμένος.   
       Περιφρόνησε επιδεικτικά τον Θαλή τον Μιλήσιο (640-546), όπως και όλους τους άλλους Ίωνες φιλοσόφους, διότι απομυθοποίησαν τη φύση και τα φυσικά φαινόμενα και εξέφρασαν  διαφορετική γνώμη για το θείον. Τους χαρακτήρισαν συλλήβδην ασεβείς και αθέους, επειδή δεν θέλησαν να υποταχθούν στις δικές τους θρησκευτικές αφέλειες και γελοιότητες. Ο Θαλής, ίσως το πιο δυνατό μυαλό του ανθρωπίνου πνεύματος, όρισε το θείον ως «Νουν του κόσμου Θεόν» (Πλουτ. Περί Αρεσκόντων Φιλοσόφοις Α΄6,ΘΗΕ,τομ.6,100). Χαρακτήριζε τον ένα Θεό ως «πρεσβύτατον των όντων, αγέννητον γαρ… μήτε αρχήν έχον μήτε τελευτήν» (Διογ. Λαέρτ. Θαλής 9), στηλιτεύοντας την ανόητη πίστη της αρχαίας θρησκείας περί γεννήσεως και θανάτου των «θεών». Σε αντίθεση με την πίστη της αρχαίας θρησκείας και των συγχρόνων μας παγανιστών περί αυθυπαρξίας του κόσμου, δίδασκε πως «κάλλιστον κόσμος, ποίημα Θεού» (και όχι «θεών»), (αυτόθι). Τέλος σύμφωνα με τον Πλούταρχο «Ο Θαλής γεώδη (εθεώρει)… τα άστρα» (Πλουτ. Περί αρεσκ. Φιλοσοφ. Β΄13) και όχι «θεούς», όπως δίδασκε η θρησκεία και οι ιερείς.
      Το σκοταδιστικό θρησκευτικό κατεστημένο καταδίωξε άγρια τον Αναξαγόρα τον Κλαζομένιο (490-427), όπως αναφέραμε, και παρ’ ολίγο να τον σκοτώσει, με νόμο που εισηγήθηκε στην αθηναϊκή βουλή ο  αρχιερέας και ψευτομάντης Διοπείθης (Πλουτ.Περικλ.17), διότι δίδασκε ότι τα ουράνια σώματα είναι γη και διότι καταδίκασε τις ανόητες και μοιρολατρικές οιωνοσκοπίες, μαντείες και μαγγανείες της θρησκείας (Διογ. Λαέρτ. ΙΙ,7). Ουσιαστικά διώχτηκε διότι υπήρξε σαφέστατα ο «εισηγητής πνευματοκρατικής νοολογικής θεωρήσεως» του θείου (ΘΗΕ,2,533). Ο Αναξαγόρας «άφηνε καθαρά να διαφαίνεται ότι δεν υπήρχαν «θεοί», αλλά ένα και μόνον πνεύμα, που εμψύχωνε τον κόσμο: ο Νους» (H.G.Wells,όπου ανωτ.σελ.255)! Γλίτωσε το θάνατο χάρις στις μεγάλες παρεμβάσεις του Περικλή και άλλων φωτισμένων ανδρών των Αθηνών!
       Το 430 π.Χ. ξέσπασε μεγάλος διωγμός των αντιφρονούντων της θρησκείας. Κύριος στόχος υπήρξαν οι πυθαγόρειοι της Μεγάλης Ελλάδος. Ο μεγάλος δάσκαλος Φιλόλαος διώχτηκε άγρια, μαζί με άλλους επιφανείς φιλοσόφους. Οι δάσκαλοι και σοφοί πυθαγόρειοι κρύφτηκαν στην οικία του Μίλωνος. Οι φανατικοί διώκτες,
 κρυμμένοι πίσω από τη στολή των δημοκρατικών, τους  ανακάλυψαν και τους έβαλαν φωτιά. Απανθρακώθηκαν άγρια και μαρτυρικά όλοι τους εκτός τον Άρχιππο και τον Λύσι, οι οποίοι κατόρθωσαν να σωθούν και να καταφύγουν στη Θήβα! Αυτή είναι μια από τις μεγαλύτερες κακουργίες της αρχαίας θρησκείας, η οποία έχει «πνιγεί» κυριολεκτικά από την διδασκόμενη ιστορία! Λίγο αργότερα ο πυθαγόρειος φιλόσοφος Ίππασος (460-490) διώχτηκε και θανατώθηκε άγρια από τους ομοπίστους του, με την κατηγορία ότι κοινοποίησε την «ιερή» πυθαγόρεια διδασκαλία!  
       Ο Ζήνων ο Ελεάτης (488-400) διώχθηκε άγρια από τον θρησκομανή τύραννο Διοδήμονα, για τις «αιρετικές» του δοξασίες. Αφού υπέστη αφόρητες διώξεις, στο τέλος καταδικάστηκε και υπέστη μαρτυρικό θάνατο!
       Ο μέγας τραγικός ποιητής Αισχύλος (525-456) κατηγορήθηκε το 468 πως αποκάλυψε και βεβήλωσε τα Ελευσίνια μυστήρια. Για να αποφύγει το λιντσάρισμα μέσα στο θέατρο του Διονύσου από τους ιερείς και τον μαινόμενο ειδωλολατρικό όχλο αρπάχτηκε ως ικέτης από το βωμό του θεάτρου!  Ταλαιπωρήθηκε αφάνταστα και αποδήμησε στη Σικελία για να αποφύγει το θάνατο από το μένος των φανατικών ειδωλολατρών κατηγόρων του (ΜΕΕ,τομ.Β΄,σελ.875)! Η πραγματική αιτία της δίωξής του ήταν διότι στάθηκε κριτικός, μέσα από τα αθάνατα έργα του, στις απαράδεκτες θρησκευτικές πίστεις στους «θεούς» και απέναντι στην «θεϊκή» αυθαιρεσία! Δε του συγχώρεσαν ποτέ την προφητική του ρήση στο αθάνατο έργο του «Προμηθεύς Δεσμώτης», ότι ο Δίας θα χάσει το θεϊκό του θρόνο από το γιο της παρθένου, όπως και τελικά έγινε!
      Ο μεγάλος Σωκράτης (469-499) καταδικάστηκε σε θάνατο και ήπιε το κώνειο, διότι «θεούς ους   η πόλις νομίζει ου νομίζων, έτερα δε δαιμόνια  καινά» (εισάγων). Δηλαδή  αρνήθηκε την «πατρώα θρησκεία» και δίδασκε στους νέους νέα θρησκεία, σαφώς μονοθεϊστική, απαύγασμα υψηλής σκέψεως. Ο μεγάλος φιλόσοφος με την περί της αναζητήσεως της αλήθειας δεν άφηνε περιθώρια για παραδεδομένες πίστεις και ιδιαίτερα τις παράλογες θρησκευτικές μυθοπλασίες. Εκκινούσε από την αρχή «εν οίδα, ότι ουδέν οίδα», θέτοντας σε πλήρη αμφισβήτηση κάθε τι που δήθεν ήταν αλήθεια. Ο θεός «Παν» στον οποίο απέδιδε λατρεία, δεν είχε καμιά σχέση με το γνωστό τερατόμορφο και σεξομανή «θεό» της αρχαίας θρησκείας, αλλά αντιπροσώπευε τον μοναδικό ένα αληθινό πνευματικό Θεό του Παντός! Το σκοταδιστικό ιερατείο διείδε την επανάσταση του πνεύματος, που εγκαινίασε ο περιπλανώμενος σοφός, την υποσκάπτοντας τα θεμέλια του σαθρού θρησκευτικού τους οικοδομήματος και τον κίνδυνο των προνομίων τους και γι’ αυτό τον θανάτωσαν, μέσω της πολιτικής εξουσίας, την οποίαν είχαν ως υποχείριό τους! Μόνο και μόνο επειδή η αρχαία θρησκεία καταδίκασε το μεγαλύτερο σοφό όλων των εποχών, ουδείς θα έπρεπε να τρέφει την παραμικρή συμπάθεια προς αυτήν! 
      Ο μέγας σοφιστής Πρωταγόρας (480-411), ένα από τα πιο δυνατά μυαλά του ανθρωπίνου πνεύματος, καταδιώχτηκε άγρια, διότι τόλμησε να ορίσει την υπερβατική φύση του Θεού. Τόλμησε να διακηρύξει το αυτονόητο: ότι το θείον δεν μπορεί να γίνει αντικείμενο αισθητής παρατήρησης από τον πεπερασμένο άνθρωπο. Αυτό που μπορούμε να κατανοήσουμε για το θείον, δεν είναι η ουσία του, αλλά η δική μας υποκειμενική αντίληψη, προϊόν ψευδαισθήσεων, για εκείνο. Ο μεγάλος άνδρας ξευτελίστηκε δημόσια και κάηκαν  τα βιβλία του στην αγορά, εν μέσω αποδοκιμασιών, ύβρεων και κατάρων από το φανατικό ιερατείο και το μισαλλόδοξο όχλο (Φιλόστρατου, Βίοι Σοφιστών Ι΄, 10,3). Ο ίδιος κατόρθωσε να φύγει κρυφά, για να γλιτώσει το θάνατο. Πλέοντας προς τη Σικελία, το πλοίο ναυάγησε και ο μεγάλος φιλόσοφος πνίγηκε, προς αφάνταστη ανακούφιση και τέρψη των ιερέων της Αθήνας!
        Ο Αλκιβιάδης (5ος αιών), ένας από τους πιο ελευθερόφρονες ανθρώπους της ιστορίας, διώχτηκε και ταλαιπωρήθηκε αφάνταστα. Του αποδόθηκε η κατηγορία  ότι
πρωτοστάτησε στον αποκεφαλισμό κάποιων από τις πολυάριθμες «Ερμές Κεφαλές», τους «αργούς λίθους», που αναφέρει ο Παυσανίας (VII 12,4), και «λιπαρούς λίθους» που χαρακτήριζε ο Θεόφραστος. Τα φετιχιστικά αυτά σύμβολα αποτελούσαν εστίες καλλιέργειας μαύρης δεισιδαιμονίας. Στην πραγματικότητα διώχτηκε επειδή καταφερόταν κατά της δεισιδαιμονίας της θρησκείας και καλούσε τους πολίτες σε αποκήρυξη της. Ο θρησκομανής Πυθόνικος κατάγγειλε τον μεγάλο άνδρα ως ιερόσυλο, ότι  διακωμώδησε τα άκρως σκοταδιστικά Ελευσίνια Μυστήρια (Ανδρ.Περί Μυστηρίων 11. Πλουτ.Αλκιβ.19).
        Ο Λεωγόρας ο Αθηναίος, πατέρας του ονομαστού ρήτορα Ανδοκίδη (5ος αιών) παραπέμφθηκε σε δίκη με την κατηγορία της συμμετοχής του στον αποκεφαλισμό των «Ερμών Κεφαλών» και της διακωμώδησης των Μυστηρίων. Με μανία όμως καταδιώχτηκε και ο ίδιος ο Ανδοκίδης. Το 415 κατηγορήθηκε και παραπέμφθηκε σε δίκη για την ίδια αιτία. Ίσως δημεύτηκε η τεράστια περιουσία του και στον ίδιο με ψήφισμα του θρησκόληπτου Ισοτιμίδη απαγορεύτηκε να συμμετέχει σε οποιαδήποτε
 θρησκευτική πράξη (αφορισμός). Το 400 κατηγορήθηκε ύστερα από συκοφαντία άλλου θρησκόληπτου του Κηφίσιου ότι παρέβη το ψήφισμα και παραπέμφθηκε εκ νέου σε δίκη. Με τον περίφημο λόγο του «Περί Μυστηρίων» αντικρούει τις κατηγορίες σε βάρος του και προσπαθεί να πείσει ότι οι θρησκόληπτοι κατήγοροί του είναι εχθροί των πραγματικών συμφερόντων της πόλεως. Η απόφαση του δικαστηρίου ήταν θάνατος (Εγκυκλ.Πάπυρος – Λαρούς, τομ.9,σελ.83-85)!
     Ο Κινησίας ο Αθηναίος (450-390), ονομαστός ποιητής διθυράμβων, διώχτηκε άγρια, διότι αρνήθηκε δημόσια τη θρησκεία και κατακεραύνωνε με σθένος την δεισιδαιμονία, που επικρατούσε στο λαό. Δε δίσταζε μάλιστα να επιτίθεται σε ναούς, βωμούς και αγάλματα και να τα καταστρέφει από αγανάκτηση για την ανείπωτη δεισιδαιμονία και τον σκοταδισμό, που επικρατούσε στο λαό (ΜΕΕ,τομ.ΙΔ΄,σελ.42).
       Ο Πρόδικος τον Κείος (5ος αιών), μέγας σοφιστής και δάσκαλος της ρητορικής, καταδικάστηκε σε θάνατο με κώνειο, επειδή άσκησε κριτική στις δεισιδαίμονες πράξεις της (Λεξ. Σούδα).
        Ο μέγας Πλάτων (428-347) βρισκόταν μόνιμα υπό την καχυποψία του σκοταδιστικού ιερατείου και του δεισιδαίμονος και φανατικού όχλου, διότι υπήρξε ο πιο πιστός μαθητής του μεγάλου αντιρρησία της αρχαίας θρησκείας Σωκράτη! Αναγκάστηκε μάλιστα να φύγει από την Αθήνα, διότι δεν άντεχε την καταπίεση της απίστευτης θρησκευτικής μισαλλοδοξίας. Πουλήθηκε μάλιστα και ως δούλος από φανατικούς Σπαρτιάτες δωδεκαθεϊστές. Και όταν επέστρεψε στην Αθήνα ουδέποτε ο μεγάλος σοφός συμβιβάστηκε με την λαϊκή θρησκεία και τα απαράδεκτα δρώμενά της. Ο άδικος θάνατος του αγαπημένου του δασκάλου Σωκράτη από τους παράγοντες της θρησκείας είχε γεμίσει την ψυχή του με αποστροφή προς αυτή και αγανάκτηση προς τους εκπροσώπους της ιερείς! Είναι γνωστό πως σαφέστατα όρισε την έννοια του θείου ως μία αρχή, ως το «όντως ον», διότι δεν δεχόταν τα ηλίθια δόγματα περί των «θεών». Είναι γνωστό πως ουδέποτε αναφέρεται ότι είχε λάβει μέρος σε δημόσια θρησκευτική εκδήλωση και πως είχε απαγορεύσει στην Ακαδημία του κάθε θρησκευτική εκδήλωση! Στο έργο του «Πολιτεία» εξοβέλισε κυριολεκτικά το Όμηρο και τον Ησίοδο, ως λίαν επιβλαβή αναγνώσματα για την διαπαιδαγώγηση των νέων, λόγω των ανηθικοτήτων που προσάπτουν στους θεούς, τις οποίες μπορούν να μιμηθούν! Όταν αναφέρεται στα έργα του για τους «θεούς», σε καμιά περίπτωση δεν δέχεται την πραγματική τους ύπαρξη, αλλά τη συμβολική τους παρουσία.
      Ο μεγάλος Αριστοτέλης (384-322) υπήρξε σφοδρός αντίπαλος της αρχαίας θρησκείας, συνεχίζοντας την μακρά παράδοση των επιστημόνων και φιλοσόφων. Ουδέποτε μπόρεσε ο μεγάλος σοφός να συγχρονισθεί με τις παράλογες θρησκευτικές αντιλήψεις της. Το ιερατείο κατόρθωσε να τον κατηγορήσει για αθεϊσμό και να τον
καταδικάσει σε θάνατο. Ποτέ δεν του συγχώρεσε ότι είχε εκφράσει μονοθεϊστική πίστη, ως το «πρώτον κινούν ακίνητον» (1072Β,30) και επειδή είχε αποφανθεί πως «περί των μυθικών σοφιζομένων ουκ άξιον μετά σπουδής σκοπείν» (Μεταφυσικά Β 1000α 18-19). Είχε διακηρύξει πως η καταγωγή των «θεών» «μυθικώς ήδη προσήκται προς την πειθώ των πολλών και προς την εις τους νόμους και το συμφέρον χρήσιν» (Μεταφ.Λ΄8,1074Β 3). Τα περί «θεών» λεγόμενα και νομιζόμενα έλεγε: δεν είναι ούτε αγαθά, ούτε αληθή, αλλά τυχαία (Ποιητ.1460)! Για να αποφύγει τη θανατική καταδίκη το 322 αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Αθήνα και να καταφύγει κρυφά και εσπευσμένα στην Χαλκίδα (ΘΗΕ,τομ.5,στ.613).
        Ο θρησκόληπτος Αγνωνίδης το 319 έσυρε στα δικαστήρια για ασέβεια προς τους «θεούς»  τον Θεόφραστο τον Εφέσιο (372-287), διάδοχο του Αριστοτέλη στο «Λύκειο», υποκινούμενος από το ιερατείο, (ΘΗΕ,τομ.6,στ.415), επειδή καταφέρθηκε κατά των ανόητων και πρωτόγονων ζωοθυσιών και της ανείπωτης δεισιδαιμονίας της αρχαιοελληνικής θρησκείας. Ο μεγάλος άνδρας στηλίτευσε με σθένος την δεισιδαιμονία των συνανθρώπων του, έγραψε μάλιστα και έργο «Περί δεισιδαιμονίας» στο οποίο περιγράφει τη ζοφερή κατάσταση που επικρατούσε στις ημέρες του (ΜΕΕ,τομ.Ι’,σελ.147 και ΘΗΕ,τομ.5,σελ.604). Θεωρήθηκε σοβαρός κίνδυνος για την πόλη από τους ιερείς, επισείοντας δήθεν την μήνη των «θεών» κατά των πολιτών, λόγω της ασέβειας του φιλοσόφου! Με τέτοιες ενέργειες τρομοκρατούσαν τον κόσμο και τον κρατούσαν όμηρο των σκοτεινών τους συμφερόντων! 
         Ο Αρίστιππος ο Κυρηναίος ( 5ος αιών) έγινε στόχος του ειδωλολατρικού όχλου, διότι αρνήθηκε κάθε πίστη μεταφυσική και δίδασκε πως καμιά γνώση, εκτός του αισθητού κόσμου, έχει αξία. Ο πρωτοπόρος σοφός κατανόησε πως το ανθρώπινο μυαλό είναι δεκτικό των εμπειριών που διοχετεύονται σ’ αυτό μέσω των αισθήσεων. Ό,τι δεν περνά μέσα από αυτές είναι αυθαίρετη υποκειμενική πίστη. Εν προκειμένω η αρχαία θρησκεία ήταν εξ’ ολοκλήρου μια αυθαίρετη υποκειμενική σύλληψη, προϊόν οργιώδους φαντασίας των ποιητών. Ο μεγάλος αυτός άνδρας με τη στάση του αυτή άνοιξε το δρόμο για την συνειδητοποίηση της απόλυτης υπερβατικότητας του Θεού.  
         Ο Αντισθένης (414-360), ο περίφημος ιδρυτής της σχολής των Κυνικών, έγινε στόχος των θρησκόληπτων και του ιερατείου, διότι θεωρούσε την πολυθεΐα απλώς συμβατική, και φυσική μόνον την μονοθεΐα και διότι πίστευε στον ένα και μόνο Θεό (Cicero de Nat.Deor.II,13). Είναι ίσως ο πρώτος σαφής μονοθεϊστής φιλόσοφος, διότι απαγκίστρωσε την έννοια του Θεού από τις φιλοσοφικές εικόνες.  
        Ο πλατωνικός ρήτορας και σοφιστής Κριτίας (460-404), κατηγορήθηκε για ασέβεια από το σκοταδιστικό και αντιδραστικό ιερατείο και δεινοπάθησε για τους ελέγχους του προς την δεισιδαίμονα θρησκεία και τις παράλογες και βλαπτικές πρακτικές της για το λαό και την πρόοδο. Η Ευγλωττία και προπαντός τα λογικά και επιστημονικά επιχειρήματα του σοφού άνδρα είχαν γίνει μόνιμο άγχος των ιερέων της Αθήνας  (ΜΕΕ,τομ.ΙΕ΄,σελ.238).
       Ο περίφημος μαθηματικός Θεόδωρος ο Κυρηναίος (4ος αιών) καταδικάστηκε σε θάνατο «επί ασεβεία», διότι δεν συμφωνούσε με τις γελοιότητες της αρχαιοελληνικής θρησκείας (Διογ.Λαέρτ. ΙΙ,101-102). Τον ονόμασαν μάλιστα και «άθεο» και τον χαρακτήρισαν εχθρό της πόλεως! Μην ξεχνάμε πως οι αντιδραστικοί ιερείς των Αθηνών κατόρθωσαν να περάσουν την εξωφρενική άποψη ότι όποιος δεν πίστευε στην θρησκεία εκείνων ήταν εχθρός της πόλεως. Πλήθος ανθρώπων έχασαν τη ζωή τους ή ταλαιπωρήθηκαν επειδή δεν έσκυβαν δουλικά το κεφάλι στους αδίστακτους ιερείς της πιο αντιδραστικής και παράλογης θρησκείας της ιστορίας! Ο μαθηματικός Θεόδωρος ήταν ένας από αυτούς.    
       Καταδικάστηκε ακόμα σε θάνατο ο φιλόσοφος Διαγόρας ο Μήλιος (5ος αιών), διότι αμφισβήτησε την ύπαρξη των ολυμπίων «θεών» και επειδή περιφρονούσε τα σκοταδιστικά μυστήρια (Αριστοφ.Όρνιθες,1073), μέσω των οποίων κρατούσαν οι αδίστακτοι ιερείς  πνευματικά όμηρο το λαό. Επικηρύχτηκε μάλιστα το κεφάλι του με ένα τάλαντο! Μέχρι και προγραφές οργάνωναν οι αχρείοι και άθλιοι ιερείς των ειδώλων! Ιδού τι είδους «αξίες» κληροδότησε η αρχαία θρησκεία στην ανθρωπότητα! 
     Καταδικάστηκε επίσης ο φιλόσοφος Στείλπων ο Μεγαρεύς για ασέβεια προς τους «θεούς» και εξορίστηκε, καθώς και ο Βίων ο Κυνικός.
        Καταδιώχθηκε άγρια ο περίφημος Διογένης ο Κυνικός (4ος αιών) και διατελούσε σε έναν μόνιμο εξευτελισμό, κατά παρότρυνση του ιερατείου, διότι μέμφονταν τις δεισιδαίμονες αναθηματικές επιγραφές (Διογ. Λαέρτ.6,59) και διότι λοιδορούσε με κριτική διάθεση  τα απόλυτα σκοταδιστικά Ελευσίνια Μυστήρια, τα οποία με απατηλές τεχνικές και πνευματιστικά στοιχεία, υποδούλωναν τον κόσμο και τον βύθιζαν σε μια αφάνταστη παραζάλη και σε έναν εσαεί νοσηρό υποκειμενισμό σε μια διαρκή επικίνδυνη ψευδαίσθηση. Πρώτα εξορίστηκε από την πατρίδα του τη Συκεώνα και πουλήθηκε ως δούλος. Στην Αθήνα περιφρονούσε επιδεικτικά τις ανόητες θρησκευτικές τελετές και την δεισιδαιμονία του λαού. Ουδέποτε έλαβε μέρος σε θρησκευτική εκδήλωση, διότι το μεγάλο εκείνο μυαλό κατανόησε απόλυτα την ανυπαρξία των «θεών» και της σαθρότητας της θρησκείας.  Ο μεγάλος φιλόσοφος με τον αιώνιο κυνισμό του είχε πει ότι ήταν παράλογο να έχει καλλίτερη τύχη μετά θάνατον ο κλέφτης Παταικίων από τον Επαμεινώνδα, μόνο και μόνο γιατί είχε μυηθεί στα Ελευσίνια Μυστήρια (M.Nilsson,όπου ανωτ.σελ.224)! «Διογένης δε ακούσας τι τοιούτον, τι λέγεις; Έφη, κρείττονα μοίραν έξει Παταικίων ο κλέπτης αποθανών ή Επαμεινώνδας ότι μεμύηται» (Πλουτ. Ηθικά 6,22. Διογ. Λαερτ.6,39). Το σκοταδιστικό ιερατείο του «ιερού» της Ελευσίνας έγραψε στα μαύρα κατάστιχά του τον μεγάλο σοφό άνδρα!  
         Ο μεγάλος τραγικός ποιητής Ευριπίδης (480-406), καταδιώχθηκε και υπέστη πλείστες ταλαιπωρίες, διότι αποφάνθηκε ότι «δεν υπάρχουν θεοί» και ότι οι γελοίες και απαράδεκτες περί θεών διηγήσεις είναι «ποιητών δύστηνοι λόγοι» (Ευρ.Ηρακλ.Μαιν.1346). Μάλιστα είχε πει ο φωτεινός αυτός άνδρας πως «ει οι θεοί εισί κακοί, ουκ εισί θεοί» (Ευρ.Βαλερ.23), αγανακτώντας από τις κακίες και τα πάθη του πανθέου της αρχαίας θρησκείας. Τα  αθάνατα έργα του είναι μια αγωνιώδης προσπάθεια να ξυπνήσει τους συγχρόνους του από το βαθύ πνευματικό λήθαργο, που τους κρατούσε η σκοταδιστική θρησκεία. Έθεσε στο περιθώριο την επιρροή των «θεών» στη ζωή των ανθρώπων και εξήρε την ανθρώπινη προσπάθεια. Με οδηγό τον ορθό λόγο και την καλλιέργεια των αρετών μπορεί ο άνθρωπος να μεγαλουργήσει, ξέχωρα από την ανήθικη βιωτή των «θεών», την οποία καταδείκνυε για παράδειγμα προς αποφυγή! Ο μεγάλος ποιητής πέθανε εξόριστος και με τραγικό τρόπο στη Μακεδονία.
        Ο Διογένης ο Απολλώνιος (5ος αιών) μια φωτεινή πραγματικά μορφή της αρχαίας Ελλάδος, διώχτηκε και αυτός και καταδικάστηκε για ασέβεια. Είχε αρνηθεί ευθαρσώς την θρησκεία του δωδεκαθέου και κάθε άλλη μορφή της και προσηλώθηκε σε μια μονοθεϊστική αρχή δικής του εμπνεύσεως, την οποία συμβατικά ονόμαζε «αέρα», και την οποία ονόμαζε «λογικό ον, άπειρη και αγέννητη». Χαρακτήριζε την αρχή αυτή ως «Μέγα και ισχυρόν και αϊδιον και αθέατον και πολλά ειδός», πανομοιότυπες ιδέες και διδασκαλίες περί Θεού, με την χριστιανική διδασκαλία (ΜΕΕ,τομ.Θ΄,σελ.379)!  
        Ο φιλόσοφος Σπεύσιππος (395-334) καταγγέλθηκε διότι ζητούσε να ανατρέψει την πίστη στους ανύπαρκτους «θεούς» και ότι επιχειρούσε να απελευθερώσει τον δύσμοιρο λαό  από τις δεισιδαιμονίες της θρησκείας (ΜΕΕ,τομ.ΚΒ΄231). Είναι ο
πρώτος που άσκησε δριμύτατη κριτική στην αστρολατρεία και στην αστρολογία της εποχής του, ως χυδαία μορφή ειδωλολατρίας. Ο μεγάλος άνδρας αψήφησε την πολεμική του ιερατείου και προσπάθησε να δημιουργήσει μια νέα θρησκευτική κατάσταση.       
       Περιφρονήθηκε ο Επίκουρος (341-270), ιδρυτής της ηδονιστικής σχολής των Επικουρείων,   διότι εξέφρασε την αντίθεσή του στην θρησκευτική πίστη των πολλών (Σενέκ. Επιστ.29,10) και διότι δίδασκε πως η πίστη στους «θεούς» είναι αποτέλεσμα φόβου. Ο μαθητής του Λουκρίτιος έλεγε πως ο μεγαλύτερος ευεργέτης της ανθρωπότητας θα είναι αυτός που θα καταργήσει τη θρησκεία (της εποχής του)! Ας σημειωθεί πως η σχολή των Επικουρείων ήταν μια από τις σφοδρότερες αντιπάλους της θρησκείας και ασκούσαν δριμύτατη κριτική κατ’ αυτής. Το ίδιο περιφρονήθηκε και ο μεγάλο ατομικός επιστήμονας Δημόκριτος (460-351) διότι αρνήθηκε την οντότητα των «θεών», ή μετέτασσε αυτούς στο επέκεινα (Cicero De Deor.I,120).
       Το σκοταδιστικό θρησκευτικό κατεστημένο δυσφόρησε επιδεικτικά εναντίον του πατέρα της ιατρικής Ιπποκράτη (460-375),διότι απομυθοποίησε την ιατρική επιστήμη από τις προλήψεις της δεισιδαίμονος θρησκείας. Ο σοφός ιατρός είχε καταδικάσει δριμύτατα τα μαγικά μέσα, που χρησιμοποιούσαν οι μάγοι και οι θεραπευτές ιερείς και οι άλλοι τσαρλατάνοι της θρησκείας. Είναι ο πρώτος που απέσπασε την ιατρική από τα «ασκληπιεία», δηλαδή από τα χέρια των ιερέων, των μάγων και των άλλων αγυρτών της θρησκείας και την ανήγαγε σε επιστήμη. Αποφάνθηκε ο μεγάλος επιστήμων ιατρός πως οι ασθένειες δεν είναι «θεόσταλτες», αλλά ανάγονται σε φυσικές αιτίες, η οποίες αν ανακαλυφθούν μπορούν να οδηγήσουν στην ίαση. Αυτό βεβαίως δεν έγινε χωρίς αντίδραση, τα «ασκληπιεία» ήταν μια από τις κυριότερες πηγές άγριας εκμετάλλευσης των αφελών λατρευτών της αρχαίας θρησκείας από το αδίστακτο ιερατείο.  Στο περίφημο βιβλίο του «Περί Ιερής Νόσου» αποδεικνύει ότι η επιληψία δεν είναι «θεϊκή μανία» όπως δίδασκε το ιερατείο, αλλά φυσική νόσος (ΘΗΕ,τομ.6,στ.988)! Αξίζει να αναφέρουμε τον καταλυτικό ρόλο του Ιπποκράτη κατά τον φοβερό λοιμό, που έπληξε την πολιορκημένη Αθήνα από του Σπαρτιάτες, στα χρόνια του Πελοποννησιακού πολέμου. Ενώ στο ιερατείο και στο θρησκόληπτο πλήθος διαδραματιζόταν σκηνές αλλοφροσύνης από την αφάνταστη δεισιδαιμονία και τις προλήψεις, αποδίδοντας το θανατικό στους «θεούς», ο μεγάλος επιστήμων ιατρός επισήμανε την φυσική αιτία της λοιμώδους νόσου και εργάστηκε αποφασιστικά για την αντιμετώπισή της!    
        Ο μέγας αστρονόμος Αρίσταρχος ο Σάμιος (320-250), ο θεμελιωτής του ηλιοκεντρικού συστήματος, καταγγέλθηκε από τον Κλεάνθη το στωικό ως ασεβής, επειδή δίδασκε ότι η γη και οι πλανήτες κινούνται γύρω από τον ήλιο και πως τα ουράνια σώματα είναι γη. Ο μεγάλος σοφός και επιστήμων αγωνίστηκε με σθένος να περιορίσει τη λατρεία των ουράνιων σωμάτων, τα οποία η θρησκεία υποδείκνυε ως «θεούς». Σε εκείνη την εποχή ανάγονται τα ονόματα των πλανητών (Δίας, Ερμής, Άρης, Ποσειδών, κλπ), τους οποίους λάτρευαν ως «θεούς»! Αγνοούμε την κατάληξη της δίκης (ΜΕΕ,τομ.Ε΄,σελ.496)!
        Ο μέγιστος αστρονόμος όλων των εποχών Ίππαρχος ο Βιθύνιος (190-120 π.Χ.) δεν τολμούσε να εκφράσει δημόσια τις επιστημονικές του απόψεις, φοβούμενος το σκοταδιστικό ιερατείο και τους δεισιδαίμονες λάτρεις της θρησκείας. Δεν τολμούσε να δημοσιοποιήσει τα συγγράμματά του, διότι ήξερε πως τον περίμενε η τύχη του Αναξαγόρα και τα επιστημονικά βιβλία του τα περίμενε η τύχη των συγγραμμάτων του Πρωταγόρα: η πυρά! Τα έργα του δημοσιεύθηκαν μετά το θάνατό του!
         Το θρησκευτικό κατεστημένο των Αθηνών, το οποίο είχε απλώσει τα πλοκάμια του επικίνδυνα στην αθηναϊκή κοινωνία των κλασικών και μετέπειτα χρόνων, καταδίωξε και έσυρε στα δικαστήρια την Ασπασία και τον Περικλή, για ασέβεια,
 τους πραγματικούς δημιουργούς του κλασσικού πολιτισμού, επειδή η φωτισμένη εκείνη γυναίκα ζήτησε την απελευθέρωση της γυναικών από την ατιμωτική περιφρόνησή τους και την απαγκίστρωση της κοινωνίας από την μαύρη δεισιδαιμονία (ΜΕΕ,τομ.Ε΄,846). Ο φίλος και συνεργάτης του Περικλή Δάμων εξορίστηκε και αυτός, (H.G.Wells,όπου ανωτ.σελ.255). Απορούμε, πώς είναι δυνατόν οι σύγχρονοι λάτρεις της θρησκείας, η οποία σκότωσε τον δημιουργό του κλασικού πολιτισμού, να επαίρονται ότι η θρησκεία τους «δημιούργησε τον παγκόσμιο πολιτισμό»; Ασφαλώς πρόκειται για θράσος και καθαρή πνευματική τυμβωρυχία! 
       Το σκοταδιστικό και αντιδραστικό ιερατείο πέτυχε την καταδίκη του μεγαλυτέρου καλλιτέχνη όλων των εποχών, του Φειδία (5ος αιών), ενός από τους πρωταγωνιστές του αρχαιοελληνικού πολιτισμικού θαύματος! Με την κατηγορία της ασέβειας και ιεροσυλίας σύρθηκε στα δικαστήρια και ταλαιπωρήθηκε αφάνταστα. Καταδικάστηκε και υποχρεώθηκε να πιει το κώνειο στη φυλακή και να πεθάνει άδοξα, εκείνος που δοξάζουν οι αιώνες για την απαράμιλλη τέχνη του! Κατ’ άλλους εξορίστηκε στην Ολυμπία και ξαναδικάστηκε και εκτελέστηκε εκεί (ΜΕΕ,τομ.ΚΓ΄875)! Αγνοήθηκε εντελώς η καλλιτεχνική του προσφορά, προς την ανθρωπότητα και προς την ίδια την αρχαία θρησκεία και έχασε τη ζωή του οικτρά!. 
        Θύμα άγρια καταδίωξης έπεσε και περίφημη μαία και ιατρός Αγνοδίκη (4ος π. Χ. αιών) μαθήτρια του ονομαστού ιατρού Ηρόφιλου. Καταγγέλθηκε και σύρθηκε στα δικαστήρια, με την ψεύτικη κατηγορία της μοιχείας. Ουσιαστικά διώχτηκε διότι η ανδροκρατούμενη αρχαία θρησκεία θεωρούσε απαράδεκτο μια γυναίκα να εκπορθεί ανδροκρατικές ενασχολήσεις. Η γυναίκα κατ’ αυτήν ήταν κατώτερη από τον άνδρα, προορισμένη αποκλειστικά για το γυναικωνίτη ή το πορνείο!   
          Η αρχαία θρησκεία, τέλος, καταδίωξε απηνώς τους σοφιστές, οι οποίοι τόλμησαν να αμφισβητήσουν την αυθεντία της και να κριτικάρουν τις σκοταδιστικές και επιβλαβείς για το λαό πρακτικές της. Αυτή καταδίωξε άγρια τους κυνικούς φιλοσόφους οι οποίοι με τον χαρακτηριστικό κυνισμό τους ασκούσαν κριτική στις απαράδεκτες διδασκαλίες της για το θείον και τις παράλογες τελετουργίες της. Το ίδιο καταδίωξε με μανία τους στωικούς, επικούρειους και σκεπτικούς φιλοσόφους επειδή επιχειρούσαν να απαγκιστρώσουν το λαό από τη σκοτοδίνη της ειδωλολατρίας. Άλλοι διωγμένοι, ή φονευμένοι αναφέρονται οι: Ανάξαρχος ο Αβδηρίτης, Καλλισθένης ο Ολύνθιος,  ο Δημήτριος ο Κυνικός, ο Μουσώνιος Ρούφος, ο Θεόδοτος ο Σάμιος και πάμπολλοι άλλοι.
       Το κέντρο της αρχαιοελληνικής θρησκείας, το δελφικό «ιερό», όπως και όλα τα «ιερά», πρωτοστατούσε στην αγυρτεία, στο σκοταδισμό, και στο διωγμό φωτεινών και ελευθεροφρόνων  ανθρώπων, όπως για παράδειγμα το θάνατο του Αισώπου, που προαναφέραμε. Το εκεί μαύρο ιερατείο στεκόταν απόλυτα αρνητικό απέναντι σε κάθε ορθολογική ιδέα και επιστημονική καινοτομία. Αφήνουμε κατά μέρος το απίστευτο εύρος της πιο μαύρης δεισιδαιμονίας που καλλιεργούσε με τη μαντική και τους πιο εξωφρενικούς χρησμούς που έδινε στους άτυχους ζητητές. Η θέληση των «θεών» που (υποτίθεται) διαμήνυε ήταν απόλυτα παράλογη. Είναι καταγραμμένες χιλιάδες περιπτώσεις φρικτών ανθρωποθυσιών, οι οποίες πραγματοποιούνταν ύστερα από χρησμό του ψευτομαντείου των Δελφών, ως δήθεν θέληση των «θεών»! Αποκορύφωμα όμως του σκοταδισμού και της οπισθοδρομικότητας του «ιερού»
 υπήρξε ο χρησμός προς τους κατοίκους της Κνίδου στην περίοδο των περσικών πολέμων. Όπως μας πληροφορεί ο Ηρόδοτος, τους συμβούλεψε να μην οχυρώσουν την πόλη τους, σκάβοντας ισθμό, προκειμένου να αποκρούσουν την περσική εισβολή, διότι (άκουσον, άκουσον) ήταν ασέβεια προς τους «θεούς» να αλλάξουν τη μορφή  του εδάφους, «Ισθμόν δε μη πυργούτε μηδ’ ορύσσετε΄ Ζευς γαρ κ΄ έθηκε νήσον, ει γ΄ εβούλετο» (Ηροδ.Ι,174) με αποτέλεσμα να μη γίνουν οχυρωματικά έργα και να
πέσει η πόλη στους βάρβαρους ανατολίτες, με τραγικά αποτελέσματα για τους πολίτες! Για να λύσουμε την περιέργεια των αναγνωστών για την αιτία του χρησμού αυτού, αναφέρουμε παρενθετικά, πως σύμφωνα με τη μαρτυρία του Ηροδότου, το δελφικό «ιερό» κατά τους περσικούς πολέμους ήταν με το μέρος των Περσών! Όλοι οι χρησμοί του, την περίοδο αυτή, είναι παρακίνηση για υποταγή των Ελλήνων στους ασιάτες βάρβαρους εισβολείς, κάτι που δε μάθαμε ποτέ στο σχολείο!
        Αυτά  είναι ελάχιστα σταχυολογημένα δείγματα από τις άπειρες και διαχρονικές κακουργίες της αρχαίας ελληνικής θρησκείας κατά του λαού, της επιστήμης και του Έθνους. Η αρχαία θρησκεία ήταν από τη φύση της απάνθρωπη, διότι θεωρούσε a priori τον άνθρωπο εχθρό των «μακάριων και αθάνατων θεών»! Ζητούσε δια των σκοτεινών ιερέων της τυφλή υποταγή των ανθρώπων στα «θελήματα» των «θεών». Ζητούσε αναγκαστική λατρεία των «θεών», την οποία επέβαλαν δια της πολιτικής εξουσίας. Όσοι δε συμμορφώνονταν καταγγέλλονταν από τους ιερείς ότι κινούσαν τη μήνη των «θεών» και ως εκ τούτου θεωρούνταν ως εχθροί των πόλεων. Οι ιερείς δίδασκαν πληθώρα ηλιθίων μύθων, σύμφωνα με τους οποίους ανύπαρκτα (μυθικά) πρόσωπα του παρελθόντος, που αμέλησαν να αποδώσουν λατρεία στους «θεούς», τιμωρήθηκαν παραδειγματικά από αυτούς! Ας διαβάσει κάποιος τα «καμώματα» της Αρτέμιδος, της Αφροδίτης και του Απόλλωνα για την αμέλεια της λατρείας τους! Η ελευθερία ήταν άγνωστη έννοια για την αρχαία θρησκεία, κι ας λένε οι λογίς αρχαιόπληκτοι ότι στην αρχαία Ελλάδα υπήρχε ανεξιθρησκία και πως η αρχαία θρησκεία είχε ανεκτικότητα σε όποιους την αρνούνταν! Αυτή την «ανεξιθρησκία και την ανεκτικότητα» της αρχαίας θρησκείας την είδαμε με την εμφάνιση του Χριστιανισμού, στους ποταμούς των αιμάτων, στα έντεκα τα εκατομμύρια μάρτυρες της χριστιανικής πίστεως για τριακόσια χρόνια! Αλλά αυτό θα το αφήσουμε για προσεχή εργασία μας, να αναιρέσουμε μια ακόμη φρικτή ιστορική κακοποίηση.
       Τι έχουν να απαντήσουν οι εκούσιοι διαστροφείς της ιστορικής αλήθειας «αρχαιολάτρες» και μη, για όλες αυτές τις διώξεις των επιστημόνων και φιλοσόφων; Επιμένουν στην κακόβουλη και ανιστόρητη άποψή τους, πως η αρχαία θρησκεία είναι «η μητέρα της επιστήμης» και «το βάθρο του παγκόσμιου πολιτισμού»;   Εμμονή τους πάντως σ’ αυτή την (συνειδητή ή ασυνείδητη) ψευδαίσθηση, το μόνο που καταφέρνει είναι να κάνει  τα κόκαλα όλων των προαναφερόμενων επιφανών προγόνων μας, να τρίζουν από αγανάκτηση, αλλά και από οίκτο για το κατάντημα των λίγων θορυβοποιών «νεοεθνικών», οι οποίοι θέλουν να νεκραναστήσουν το πιο πρωτόγονο θρησκευτικό μόρφωμα της ιστορίας, το οριστικά νεκρό, εδώ και χίλια επτακόσια χρόνια! Αυτό που έθαψαν οι σοφοί μας πρόγονοι με τη γραφίδα τους και το έσβησαν οριστικά με αίμα τους! Αν βεβαίως το επιθυμούν, ας ακολουθούν το τυμπανιαίο αυτό θρησκευτικό μόρφωμα, πρωτόγονο, απάνθρωπο, ανθελληνικό, εχθρό της επιστήμης και της προόδου, είναι δικαίωμά τους! Ας πιστεύουν, ότι τα φυσικά φαινόμενα και τα αστέρια είναι «θεοί» και ας τα λατρεύουν, όπως δίδασκε η αρχαία θρησκεία, και δέχεται η πλειοψηφία των νεοπαγανιστών, οι οποίοι ταυτίζουν τις φυσικές δυνάμεις με τους «θεούς» τους, τους οποίους, για τούτο, ονομάζουν «φυσικούς θεούς»! Είναι και αυτό αναφαίρετο δικαίωμά τους!  Δεν έχουν όμως το δικαίωμα να διαστρεβλώνουν την ιστορία και να κακοποιούν την ιστορική επιστήμη, αυτό λέγεται θράσος! Δεν έχουν επίσης το δικαίωμα να επικαλούνται τα απειράριθμα θύματα της αρχαίας θρησκείας, τους σοφούς προγόνους μας, προκειμένου να στηρίξουν (ιστορικά και ηθικά) το εγχείρημά τους, διότι αυτό λέγεται πνευματική τυμβωρυχία!

Ο πολιτικός Καποδίστριας, μάρτυρας της Ρωμηοσύνης


Πρωτοπρ. Γεώργιος Δ. Μεταλληνός

1. Η αποστολή του Κυβερνήτου ως άρσις Σταυρού
Στις 2 Απριλίου 1827 η Γ΄ Εθνική Συνέλευση των Ελλήνων ψήφισε τον Καποδίστρια πρώτο Κυβερνήτη της ελευθέρας μικράς Ελλάδος.
Και εκείνος, έχοντας συνείδηση –ως διπλωμάτης καριέρας– της περιπέτειας, στην οποία εκούσια στρατευόταν, έγραφε στον πιστό φίλο του Εϋνάρδο: «Είμαι αποφασισμένος να άρω τον ουρανόθεν επικαταβαίνοντά μου σταυρόν»1. Με προφητική ενόραση διέβλεπε, ότι η ανάληψη της αποστολής του Κυβερνήτου της Ελλάδος, δεν ήταν παρά μαρτυρική πορεία και θυσία. Δεν μπορούσε όμως να αρνηθεί την πρόσκληση της Πατρίδος. Την συγκατανευσή του έβλεπε ως «οφειλήν εις ιεράν υπόθεσίν» της2. Το μέγεθος όμως της θυσίας του ήταν εις θέση να εκτιμήσουν οι άλλοι. Έτσι, ο αυστριακός διπλωμάτης και ιστορικός Πρόκες Όστεν σημειώνει στην ιστορία του, ότι, όπως ήταν τότε η Ελλάδα, πιθανώτερο ήταν να στηρίξει ο Καποδίστριας την Ελλάδα, παρά η Ελλάδα τον Καποδίστρια3. Και πράγματι, ο Καποδίστριας αποτελεί μοναδική περίπτωση –ίσως όχι μόνο στην Ελληνική ιστορία– πολιτικού, που αρνήθηκε κάθε «χρηματικήν χορηγίαν», δια να μη επιβαρύνει το δημόσιο Ταμείο4. Δεν ζήτησε, ούτε πήρε τίποτε από την Πατρίδα, αλλά έδωσε τα πάντα στην Πατρίδα!

Το έθνος προσέβλεψε με εμπιστοσύνη στον μεγάλο αυτόν Έλληνα πολιτικό, γνωστό ήδη στην Ευρώπη και τον κόσμο, και στήριξε σ’ αυτόν τις ελπίδες του. Υπακούοντας στο κέλευσμα του άλλου μάρτυρα της ελευθερίας μας Ρήγα Βελεστινλή: «και της Πατρίδος, ένας να γένη αρχηγός», δεν στράφηκε σε κανένα ξένο, ούτε καν ζήτησε Ευρωπαίο βασιλέα, αλλά εφάρμοσε το γραφικό: «Εκ των αδελφών σου καταστήσεις επί σεαυτόν άρχοντα, ου δυνήση καταστήσαι από σεαυτόν άνθρωπον αλλότριον ότι ουκ αδελφός σου έστιν» (Δευτ. 17, 15). Ως εκλεκτός του Έθνους ήλθε να κυβερνήσει ο Καποδίστριας, δια να μεταβάλει το χάος, που επικρατούσε στην Ελλάδα, σε τάξη, δημιουργώντας από αυτό κράτος σύγχρονο και βιώσιμο. Κατανοώντας δε την εκλογή του, ως του «ενός ανδρός αρχήν», θέλησε μεν να συγκεντρώσει στα χέρια του όλες της εξουσίες, αλλά, κατά τη δική μας τουλάχιστον εκτίμηση, όχι λόγω των απολυταρχικών φρονημάτων του –διότι ήταν φύση δημοκρατική και λαϊκή–αλλά για να μπορέσει να πραγματώσει τους στόχους του, που ήταν η σύγκραση των συγχρόνων Ευρωπαϊκών πολιτειολογικών δεδομένων με την παράδοση του Γένους, την ελληνορθοδοξία. Ο Καποδίστριας ήθελε σύγχρονο κρατικό μηχανισμό, αλλά μέσα στο σκεύος της ρωμαίικης παραδόσεως. Έτσι δεν άργησε να έλθει σε σύγκρουση με τις δυνάμεις εκείνες, εγχώριες και ξένες, που επεδίωκαν τον εξευρωπαϊσμό της μικρής Ελλάδος, την αποσύνδεσή της, δηλαδή, από τον κορμό της υπόλοιπης ρωμηοσύνης, που εκφραζόταν με το Οικουμενικό Πατριαρχείο ως Εθναρχία, και την πολιτική και πολιτιστική σύνδεσή της με την υπόλοιπη Ευρώπη, για να δεθεί τελικά στο άρμα της Δυτικής διπλωματίας.

2. Η Ρωμαίικη γραμμή πλεύσεώς του ενοχλεί
Ο Καποδίστριας, ως πολιτικός σπουδασμένος στη Δύση (Πάντοβα), ασκημένος στα Δυτικά ανακτοβούλια, και συνεπώς Ευρωπαίος, έγινε δεκτός αρχικά από τις Μεγάλες Δυνάμεις, μολονότι συγκρατημένα από μερικές, όπως η Αγγλία. Παρακολουθούσαν όμως την εκδίπλωση του προγράμματος του, για να διαπιστώσουν τους άδηλους στόχους του. Όταν, έτσι, διαπιστώθηκε ρωμαίικη –ελληνορθόδοξη δηλαδή– γραμμή πλεύσεώς του, επιστρατεύθηκαν όλα τα διατιθέμενα από τη διπλωματία μέσα για την εξόντωσή του. Η Αγγλία, κυρίως, οργάνωσε μυστική εκστρατεία εναντίον του, χρησιμοποιώντας τα εντός της Ελλάδος όργανά της. Τα αρχεία του Foreign Office και του Colonial Office (στο Kew Gardens του Λονδίνου) προσφέρουν πληθώρα στοιχείων, που αποκαλύπτουν την κίνηση των νημάτων της αντικαποδιστριακής δημαγωγίας από τα Αγγλοκρατούμενα Επτάνησα5.
Όσο περνούσε ο καιρός, τόσο πιο ενοχλητικός γινόταν ο Καποδίστριας για την φράγκικη και μόνιμα αντιστρατευόμενη την Ορθοδοξία Ευρώπη. Θρεμμένος με τις ελληνορθόδοξες παραδόσεις της Κυπρίας μητέρας του (Αδαμαντίας), ήταν δεμένος με την Ορθοδοξία και το εκκλησιαστικό σώμα, βλέποντάς το ως κιβωτό σύνολης της ζωής και, συνεπώς, ως «περιέχον» και την πνευματική και την πολιτική ζωή του Έθνους/Γένους. Το γεγονός μάλιστα, ότι δυο από τις αδελφές του έγιναν ορθόδοξες μοναχές, τί άλλο φανερώνει από την εκκλησιαστικότητα της οικογενείας του; Έτσι, και αν ακόμη κατά την παραμονή του στην Ευρώπη, ως ευφυής και ικανός διπλωμάτης, κατόρθωνε να συγκαλύπτει το αληθινό φρόνημά του, όταν ανέλαβε τα ηνία της ανοργάνωτης ελληνικής πολιτείας, δεν είχε λόγο να αποκρύψει τους αληθινούς στόχους του. Ήδη η πρώτη προκήρυξή του προς τον ελληνικό λαό άρχιζε με τη φράση: «Εάν ο Θεός μεθ’ ημών, ουδείς καθ’ ημών».
Ήταν γνωστή, άλλωστε, η αντίθεση του Καποδίστρια προς την Γαλλική Επανάσταση (1789) και κυρίως τις αντιθρησκευτικές αρχές της. Και αυτό δεν φαίνεται να το λαμβάνουν σοβαρά υπ’ όψιν όλοι εκείνοι που επιμένουν, ότι υπήρξε «τέκτων κανονικός»6, χωρίς βέβαια επάρκεια στοιχείων, λησμονώντας, ότι ως διπλωμάτης ο Καποδίστριας συναναστρεφόταν τους πάντας, αλλά δεν έπαυσε ποτέ να ανήκει ολόκληρος στην Ορθοδοξία, η οποία διεκδικεί «μοναδικότητα» και «αποκλειστικότητα» στη συνείδηση και ζωή του ανθρώπου. Όπως επίσης δεν λαμβάνεται υπ’ όψιν και η αρνητική στάση του απέναντι στη Μασονία και κάθε μυστική οργάνωση κατά τη διάρκεια της ασκήσεως της εξουσίας του7. Ο Καποδίστριας έβλεπε ζυμωμένη την ύπαρξη του Έθνους με την Ορθοδοξία, την ζωτική πνοή και αναστάσιμη δύναμή του: «Η χριστιανική θρησκεία (ως Ορθοδοξία), έλεγε, «εσυντήρησεν εις τους Έλληνας και γλώσσαν και πατρίδα και αρχαίας ενδόξους αναμνήσεις και εξαναχάρισεν εις αυτούς την πολιτικήν ύπαρξιν, της οποίας είναι στύλος και εδραίωμα»8.

3. Το εκκλησιαστικό φρόνημα στην πολιτική του Καποδίστρια
Το εκκλησιαστικό φρόνημα του υπαγόρευσε και σύνολη την πολιτική του. Και αυτό φαίνεται κατά εξοχήν στην εκπαιδευτική και εκκλησιαστική πολιτική του. Ακολουθώντας την παράδοση του αγίου Κοσμά του Αιτωλού, θεωρούσε και αυτός την παιδεία αχώριστη από την εκκλησιαστική ζωή και απέκρουε την μονομερή ανάπτυξη του πνεύματος χωρίς την χριστιανική διάπλαση της καρδίας. «Τα άθεα γράμματα» ήταν και για τον Καποδίστρια –όπως και για τους λαϊκούς διδάχους του ΙΘ΄ αιώνος– Φλαμιάτο και Παπουλάκο, αναίρεση της ελληνορθόδοξου παραδόσεως και, συνεπώς, δεν είχαν θέση στην ζωή του ελληνικού έθνους. Μία από τις βασικότερες εναντίον του κατηγορίες, που διετύπωναν οι προτεστάντες Μισσιονάριοι, οι οποίοι επέπεσαν στην Ελλάδα αμέσως μετά την Επανάσταση για την εκφράγκευσή της– ήταν ότι τα σχολεία του Καποδίστρια είχαν μοναστηριακή οργάνωση και συνεδύαζαν καθημερινά παιδεία και λατρεία, προσφέροντας ως αναγνώσματα στην τράπεζα Βίους Αγίων!
Την μόνιμη δυσπιστία απέναντί του όλων των Δυτικών –που από το πρόσχημα του φιλελληνισμού εργάζονταν για την αποορθοδοξοποίηση και εκφράγκευση των Ελλήνων– δείχνει ένα γράμμα του Korck (επί Βαυαρών θα αναλάβει την διεύθυνση του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος) στους δυτικούς προϊσταμένους του: «Ο Καποδίστριας έδωσε μεν στον Anderson την άδεια να ιδρύσει σχολεία, κάτι που ήταν για –όλους μία ευνοϊκή απόδειξη των φιλελευθέρων φρονημάτων του. Αλλά κατά την συζήτηση μας φάνηκε να κατέχεται από ανησυχία, ώστε να περιορίσει την άδεια που παραχωρούσε, με το να επιμένει έντονα στο να μη επιτραπεί να διδάσκεται τίποτε σ’ αυτά τα σχολεία χωρίς να έχει λάβει προηγουμένως γνώση η Κυβέρνηση»9.
Ο ίδιος ο Korck μας πληροφορεί, ότι ο Καποδίστριας προέβαλλε συχνά αντιρρήσεις στην κυκλοφορία προτεσταντικών φυλλαδίων, που προσέβαλλαν τη θρησκευτική παράδοση του λαού10. Εξ άλλου, ο Καποδίστριας έγραφε στον αμερικανό μισσιονάριο Rufus Anderson, ότι «οι Έλληνες θα δέχονταν ευχαρίστως σχολεία και άλλα, βιβλία, εικόνες, και τέλος κάθε τι, που δεν θα τους αποσπούσε ή δεν θα υπονόμευε την πίστη τους στην Εκκλησία του Έθνους τους»11.
Επεδίωξε, μάλιστα, να λάβει δάνειο από την μεγάλη αμερικανική ιεραποστολική Εταιρεία A.B.C.F.M., που είχε καταρτίσει εκπαιδευτικό πρόγραμμα για την Ελλάδα,
«για να οργανώσει δικό του σύστημα εθνικής παιδείας». Η Εταιρεία, βέβαια, παρά την διατυμπανιζόμενο φιλελληνισμό της, απέρριψε την πρότασή του12, διότι σκοπός της ήταν να εισαγάγει τον Προτεσταντισμό στην Ελλάδα μέσω της παιδείας, όπως και έγινε άλλωστε. Ο Καποδίστριας, λόγω της εσωτερικής καταστάσεως και της διεθνούς θέσεως της Ελλάδος, ούτε να αποκρούσει τους δυτικούς μπορούσε, ούτε να αρνηθεί την προσφορά τους, λόγω της ελλείψεως, άλλωστε, μέσων. Προσπαθούσε όμως να τους κρατεί υπό τον έλεγχό του13. Στο αρχείο του συνεργάτου του, Ανδρέα Μουστοξύδη (στην Κέρκυρα), επισημάναμε πολλές αποδείξεις για αυτή την πολιτική και των δύο αυτών Κερκυραίων.

4. Παιδεία και Εκκλησία, συνέχεια του Έθνους
Η εκπαιδευτική πολιτική του Καποδίστρια έβαινε παράλληλα προς την ευρύτερη εκκλησιαστική πολιτική του14. Παιδεία και Εκκλησία ήταν τα βασικά ενδιαφέροντά
του, για την πνευματική συνέχεια του Έθνους, όπως και η δικαιοσύνη, για την εκσυγχρονισμένη οργάνωσή του. Φρόντισε για την ανακαίνιση των ερειπωμένων εκκλησιών, για την μόρφωση του Κλήρου, ιδρύοντας εκκλησιαστική σχολή στον Πόρο15, σχεδίαζε δε ακόμη και την ίδρυση «Εκκλησιαστικής Ακαδημίας», και συνέστησε ειδικό Υπουργείο, την «Γραμματείαν των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίου Παιδείας», που, όπως ο ίδιος εξηγούσε, «συνηνώθησαν δύο υπηρεσίαι αχώριστοι, και προς ένα συντρέχουσαι σκοπόν, την ηθικήν των πολιτών μόρφωσιν, ήτις είναι η βάσις της κοινωνικής και πολιτικής του έθνους ανορθώσεως»16. Ο Καποδίστριας θεμελιώνει, έτσι, την συνύπαρξη «Παιδείας και Εκκλησίας» (όχι: Θρησκευμάτων), σε ένα Υπουργείο, για την παράλληλη πολιτική διακονία, δύο περιοχών, που παραδοσιακά συνδέονται μεταξύ τους αδιάρρηκτα στη ζωή του Γένους. Είναι χαρακτηριστικό για την διακρίβωση της νοοτροπίας των, ότι ο Κοραής είχε προτείνει την σύνδεση Εκκλησίας και Αστυνομίας!
Ο χαρακτηρισμός του Καποδίστρια ως «του πρώτου και τελευταίου Κυβερνήτου, που αγάπησε και ενδιεφέρθη ειλικρινώς δια την Εκκλησίαν της Ελλάδος»17 δεν είναι υπερβολή. Πιστεύοντας στην αναγεννητική αποστολή και δύναμη του Κλήρου, εργάσθηκε για την πνευματική άνοδο και την σχολική κατάρτισή του. Είναι ο μόνος πολιτικός μας, ο οποίος ενδιαφέρθηκε ειλικρινά για την αξιοποίηση, και όχι απλώς την «δήμευση» και απαλλοτρίωση, της εκκλησιαστικής περιουσίας. Αξιοποίηση υπέρ της ιδίας της Εκκλησίας (μισθοδοσία του κλήρου και συντήρηση του Εκκλησιαστικού σχολείου). Αποπειράθηκε, επίσης, να καταπολεμήσει την υπάρχουσα αταξία του Εκκλησιαστικού βίου, τις καταχρήσεις ολίγων Κληρικών και να επιβάλει τον περιορισμό του Κλήρου στα εκκλησιαστικά έργα του, αλλά και την τήρηση Εκκλησιαστικών λογιστικών βιβλίων, χωρίς όμως, στο τελευταίο αυτό, επιτυχία.


5. Το Βαυαρικό Αυτοκέφαλο.
Η Ορθοδοξία το Μέλλον του Ελληνισμού και όχι η Ευρώπη.
Το σημαντικότερο όμως μέρος της Εκκλησιαστικής πολιτικής του, που συνιστούσε την μεγαλύτερη πρόκληση για τους δικούς μας Ευρωπαϊστές και τις Μεγάλες Δυνάμεις, ήταν η προσπάθειά του να αποκαταστήσει τις σχέσεις της Ελλαδικής Εκκλησίας με την πνευματική της Μητέρα, το Οικουμενικό Πατριαρχείο, που ήταν ακόμη και Εθναρχικό του Ελληνισμού Κέντρο18. Με την έκρηξη της εθνεγερσίας, όπως ήταν φυσικό, διεκόπη η επικοινωνία της Εκκλησίας της Ελλάδος με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, χωρίς όμως η διακοπή αυτή, καθ’ όλη την διάρκεια του Αγώνος, να λάβει τον χαρακτήρα πραξικοπηματικής ανεξαρτητοποιήσεως. Τα δικαιώματα του Οικουμενικού Πατριαρχείου ούτε απορρίφθηκαν ποτέ, ούτε και λησμονήθηκαν. Αντίθετα η Γ΄ Εθνική Συνέλευση –αυτή που εξέλεξε και τον Καποδίστρια ως Κυβερνήτη– διεκήρυξε:
«Επειδή πάντες ημείς [...] ουκ εγνωρίσαμεν άλλην μητέρα, ειμή την Μεγάλην Εκκλησίαν, ούτε άλλον Κυριάρχην, ειμή τον Πατριάρχην Κωνσταντινουπόλεως, καθ’ α και ο μεγαλόφρων αυτής Πατριάρχης Γρηγόριος προ ολίγων χρόνων εθυσιάσθη υπέρ της Ιεράς ημών Πίστεως και υπέρ πατρίδος, δια τούτο ουκ εφείται ημίν αποσπασθήναι απ’ αυτής και αποσκιρτήσαι». Ο κύκλος όμως των Διαφωτιστών, με πρώτο τον Κοραή, ποτισμένος από το δυτικό πνεύμα και προσκολλημένος στην δυτική αρχή των εθνοτήτων και στις δυτικογενείς προκαταλήψεις για το Βυζάντιο και τη Ρωμηοσύνη, έγινε ο προπαγανδιστής της αυτονομήσεως της Ελλαδικής Εκκλησίας από το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Στο σημείο όμως αυτό πρέπει να λεχθεί, ότι οι Έλληνες Ευρωπαΐζοντες ευθυγραμμίζονταν με την πολιτική την Μεγάλων Δυνάμεων για το νεότευκτο Ελληνικό Κράτος, αλλά και όλη την «καθ’ ημάς Ανατολή». Η πολιτική αυτή μπορεί να συνοψισθεί στα ακόλουθα: λύση του Ανατολικού ζητήματος με τη δημιουργία μικρών εθνικών βαλκανικών κρατών, σε μόνιμη σύγκρουση ή αντίθεση μεταξύ τους, για την εμπόδιση κοινού αγώνος εκ μέρους των προς ανασύσταση της αυτοκρατορίας της Ρωμανίας/Βυζαντίου.
Ο διαμελισμός της Ευρωπαϊκής Τουρκίας συνδέθηκε με την δικαιοδοσιακή συρρίκνωση του Οικουμενικού Πατριαρχείου, με τη δημιουργία εθνικών Εκκλησιών, και σ’ αυτό βοηθούσε η εξάπλωση του εθνικού και, κατά ουσίαν εθνικιστικού, πνεύματος στους λαούς της Βαλκανικής. Οι Έλληνες θα έχουμε το θλιβερό προνόμιο να ηγηθούμε το 1833 σε αυτήν την προσπάθεια αποσυνθέσεως της Ρωμαϊκής Εθναρχίας.
Ο Καποδίστριας γνώριζε καλά τα σχέδια αυτά. Ως ενσυνείδητα όμως Ρωμηός–Ορθόδοξος, γνώριζε, ότι υπήρχε κίνδυνος, η διακοπή του δογματικού και κανονικού δεσμού της Ελλάδος με το Οικουμενικό Πατριαρχείο να προκαλέσει κυριολεκτικά διάλυση του Ελληνισμού, ελευθέρου και αλυτρώτου. Εξ άλλου, ήταν και βαθύς γνώστης της σημασίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου για τον Ελληνισμό και την Ορθόδοξη οικουμένη, –όπως αποδεικνύει η σχετική αλληλογραφία του. Άλλωστε, ήδη το 1819, ευρισκόμενος στην Κέρκυρα, είχε εκδώσει επώνυμα Υπόμνημα, υποστηρίζοντας την αναβολή της επαναστάσεως και τη θεμελίωση της Φιλικής Εταιρείας «ουχί επί της αρχής της εθνότητος, αλλά από της ευρείας και ζώσης Ορθοδόξου Εκκλησίας»19. Τι άλλο δείχνει αυτό από την θέληση του Καποδίστρια να αναστηθεί «το ρωμαίικο», το οποίο συνεχιζόταν με την Εθναρχική υπόσταση του Οικουμενικού Πατριαρχείου; Με την Ορθοδοξία και όχι την Ευρώπη συνέδεε ο Καποδίστριας το μέλλον του Ελληνισμού.
Δεν είναι περίεργο, λοιπόν, ότι ο Κυβερνήτης συνήψε αλληλογραφία με τον Οικουμενικό Πατριάρχη Κωνστάντιο τον Α΄ (1830-1834), με σκοπό να ρυθμισθεί η σχέση της Εκκλησίας της Ελλάδος με την Μητέρα Εκκλησία μέσα στο πνεύμα της Ορθοδόξου παραδόσεως και της ιστορικοκανονικής τάξεως. Στη συνάφεια δε αυτή είναι ενδεικτική των προθέσεων και του φρονήματος του Καποδίστρια μία πολύτιμη μαρτυρία του Κ. Οικονόμου, που δημοσιεύσαμε ήδη20. Ο Οικονόμος, στενός φίλος του Ρέοντος και Πραστού και μετέπειτα Κυνουρίας Διονυσίου, από τον οποίο θα έλαβε ασφαλώς τις σχετικές πληροφορίες, αναφέρει, ότι ο Καποδίστριας ανέθεσε στον Διονύσιο ειδική αποστολή στην Πόλη, για να διευθετηθεί το ταχύτερο το εκκλησιαστικό πρόβλημα της Ελλάδος, «ίνα μη, όπως έλεγε (ο Καποδίστριας), πέσει η υπόθεσις εις Φράγκων χείρας, και τότε εχάθημεν»! Μέσα στη φράση αυτή κλείνεται η προφητική πρόβλεψη του Καποδίστρια για το βαυαρικό αυτοκέφαλο και τις επιπτώσεις του στη ζωή του Έθνους μας, αλλά και στην όλη πορεία του Ελληνισμού.
Αυτό ακριβώς όμως δεν ήθελε η Ευρωπαϊκή πολιτική. Την ομαλοποίηση των σχέσεων της ελευθέρας Ελλάδος με το Οικουμενικό Πατριαρχείο και την συνέχιση της ενότητος του Ρωμαίικου, που μπορούσε να οδηγήσει στην ανάσταση του Βυζαντίου/Ρωμανίας, δηλαδή της Ορθόδοξης Αυτοκρατορίας. Ενώ ο Ρέοντος και Πραστού Διονύσιος ετοιμαζόταν για την μετάβασή του στη Πατριαρχείο, οι δολοφονικές σφαίρες έκοβαν τη ζωή του Κυβερνήτη και ματαίωναν τους σκοπούς του. Οι δυνάμεις εκείνες, που τροφοδοτούσαν και κατηύθυναν την εναντίον του αντιπολίτευση, όπλισαν και τα χέρια των αφελών δολοφόνων του. Όπως, συνήθως, συμβαίνει στην ιστορική πορεία ημών των Ελλήνων, οι προσωπικές δυσαρέσκειες και αντιθέσεις, ενισχυόμενες από τις επιβουλές των ξένων, μεγιστοποιούν τις οποιεσδήποτε υπερβάσεις και αστοχίες, χάνοντας τη συνείδηση της καθολικότητας και του ουσιώδους και εν προκειμένω του μεγάλου έργου του Κυβερνήτη.

6. «Οι Έλληνες θα κατανοήσουν την θυσίαν μου»!
Το τραγικό στην περίπτωση του Καποδίστρια είναι, ότι, βέβαιος για τον εθνωφελή χαρακτήρα του επιτελουμένου έργου του, δεν πίστευε, ότι θα βρεθούν αδελφοί του Έλληνες, που θα θελήσουν να τα καταστρέψουν: «Οι Έλληνες γράφει, δεν θα φθάσουν ποτέ μέχρι του σημείου να με δολοφονήσουν. Θα σεβασθούν την λευκή κεφαλή μου [...]. άλλωστε είμαι αποφασισμένος να θυσιάσω την ζωήν μου δια την Ελλάδα και θα την θυσιάσω. Εάν οι Μαυρομιχαλαίοι θέλουν να με δολοφονήσουν, ας με δολοφονήσουν. Τόσον το χειρότερον δια αυτούς. Θα έλθη κάποτε η ημέρα, κατά την οποίαν οι Έλληνες θα εννοήσουν την σημασίαν της θυσίας μου»21.
Λόγια προφητικά, αλλά συνάμα και ενδεικτικά της ολοκληρωτικής αφοσιώσεως του ερημίτη πολιτικού στη διακονία της Πατρίδος και του Γένους. Στις 27 Σεπτεμβρίου 1831 έφυγε από το ταπεινό Κυβερνείο του Ναυπλίου, για να λειτουργηθεί, όπως έκανε σε όλη τη ζωή του, ως πιστός ορθόδοξος. Το γεγονός, ότι τα φονικά βόλια τον βρήκαν λίγο μετά της 6.30 το πρωΐ, δεν πρέπει να μείνει απαρατήρητο. Δεν ήταν ο πολιτικός των δοξολογιών και των πανηγύρεων. Ήταν ένας Ρωμηός, όπως όλος ο απλός και ευσεβής Λαός, για το καλό του οποίου ανάλωνε τη ζωή του. Και για αυτό μαζί με το λαό από τον Όρθρο συμμετείχε στη σύναξη του εκκλησιαστικού σώματος. Η δολοφονία του ανέκοψε την πορεία του Έθνους για την ολοκλήρωσή του μέσα στα όρια της Ελληνορθόδοξης παραδόσεώς του. Επηρέασε όμως δυσμενώς και την πορεία όλης της Ορθόδοξης Ανατολής, ανατρέποντας τα σχέδια για την Ρωμαίικη αποκατάστασή της.
Ο πιστός φίλος του Καποδίστρια Εϋνάρδος μπόρεσε να συνειδητοποιήσει πολύ ενωρίς τη σημασία της δολοφονίας του αληθινού Πατέρα της Ελληνικής Πατρίδος: «Ο θάνατος του Κυβερνήτου –έγραφε– είναι συμφορά δια την Ελλάδα, είναι δυστύχημα δι’ όλην την Ευρώπην [...]. Το λέγω με διπλήν θλίψιν: ο κακούργος, όστις εδολοφόνησε τον κόμητα Καποδίστρια, εδολοφόνησε την πατρίδα του». Το είπαμε όμως παραπάνω: Το δολοφονικό χέρι κατευθυνόταν από τις δυνάμεις εκείνες, που ενήργησαν στη δολοφονία, ως ηθικοί αυτουργοί, πραγματοποιώντας έτσι τον σκοπό τους: την ανακοπή και ανατροπή ενός μεγάλου πατριωτικού έργου, που ερχόταν σε αντίθεση με τα συμφέροντά τους.

Σημ. Συντάξεως: Η αρίθμηση των ενοτήτων έγινε από τον συγγραφέα και οι τίτλοι τέθηκαν από εμάς, βάσει του περιεχομένου των ενοτήτων.
Υποσημειώσεις
1. Ι. Α. Καποδίστρια, Επιστολαί, Αθήναι, 1841, τομ. Α΄, σ. 102.
2. Στο ίδιο, σ. 135, 137 κ.ά.
3. Βλ. Ε. Γ. Πρωτοψάλτη, Ο Καποδίστριας ως θρησκευτική προσωπικότης, περιοδ. ΑΝΑΠΛΑΣΙΣ, αρ. 248, Δεκέμβριος 1976, σ. 3.
4. Ελ. Κούκκου, Ιωάννης Καποδίστριας, ο άνθρωπος – ο αγωνιστής, περιοδ. ΑΝΑΠΛΑΣΙΣ, ό.π., σ. 10.
5. Κατά την έρευνα, που κάμαμε εκεί, το καλοκαίρι του 1982, συγκεν¬τρώσαμε ένα αριθμό σχετικών εγγράφων, που έχουμε παρουσιάσει και παρου¬σιάζουμε σε διάφορες ευκαιρίες.
6. Βλ. Παν. Γ. Κρητικού, Ο Ιω. Καποδίστριας τέκτων κανονικός, Ο
Ερανιστής 3 (1965), σ. 124-144.
7. Ν. Ι. Φιλιπποπούλου, Ελληνικός Αντιμασσονισμός, Αθήναι 1972, σ. 14.
8. Ε. Πρωτοψάλτη, ό.π., σ. 4.
9. Γρ. Korck από 20.11.1829 στην Church Missionary Society του Λονδίνου, στου Γ. Δ. Μεταλληνού, Το ζήτημα της Μεταφράσεως της Αγ. Γραφής εις την Νεοελληνικήν,κατά την ΙΘ΄ αιώνα, Αθήναι 2004, σ. 397.
10. Στο ίδιο.
11. James F. Clarke, Bible Societies; American missionaries and the national revival of Bulgaria, N. York 1971, σ. 232.
12. Στο ίδιο.
13. Γ. Δ. Μεταλληνού, Το ζήτημα της Μεταφράσεως της Αγ. Γραφής εις την Νεοελληνικήν, κατά την ΙΘ΄ αιώνα, Αθήναι 2004, σ.399 ε. Πρβλ. του
Ιδίου, Παράδοση και αλλοτρίωση, Αθήνα 2001, σ. 279 ε.
14. Βλ. Α. Γερομίχαλου, Ίδρυσις και Διοίκησις της Εκκλησίας της
Ελλάδος, στην ΕΕΘ-ΣΠΘ, αρ. 11 (1967), σ. 346 ε.ε. Ε. Κωνσταντινίδου, Ιω. Καποδίστριας και η εκκλησιαστική του πολιτική, Αθήναι 1977. Charles A Frazee,
Ορθόδοξος Εκκλησία και Ελληνική Ανεξαρτησία, 1821-1852. Αθήνα 1987, σ. 97 ε.ε.
15. Βλ. Ι. Κωνσταντινίδου, Ο Ιω. Καποδίστριας θεμελιωτής της εκκλησιαστικής εκπαιδεύσεως, ΑΝΑΠΛΑΣΙΣ, ό.π., σ. 20-24.
16. Γεν. Εφημ. της Ελλάδος, 1829, αρ. 73, 74.
17. ΑΝΑΠΛΑΣΙΣ, ό.π., σ. 1.
18. Για τα παρακάτω βλ. Γ. Δ. Μεταλληνού, Το Ελλαδικό Αυτοκέφαλο. Προϋποθέσεις και συνέπειες, στο: Παράδοση και Αλλοτρίωση, ό.π., σ. 227 ε.ε.
19. Χρ. Παπαδοπούλου, Η Εκκλησία Κωνσταντινουπόλεως και η Μεγάλη Επανάστασις του 1821, ΘΕΟΛΟΓΙΑ, ΚΑ (1950), σ.316.
20. Κων. Οικονόμος προς Τιτώφ (στον τιμητικό Τόμο του καθηγ. Κων. Μπόνη).
21.Επιστολαί, ό.π., τ. Δ΄ , σ. 300 ε.
πηγή

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...