Στὴν πόλη τῶν Πατρῶν, καὶ συγκεκριμένα στὴν περιοχὴ Ριγανόκαμπος ὑπῆρχε ἀπὸ τὸν 10ο αἰώνα τρίκλιτη ξυλόστεγος Βασιλικὴ ἀφιερωμένη στὴν Μεγαλομάρτυρα τοῦ Χριστοῦ Εἰρήνη μὲ τρίκογχο ἱερὸ Βῆμα, Διακονικὸ καὶ Νάρθηκα, ποὺ διατηρήθηκε σὲ λειτουργικὴ χρήση μέχρι τὸν 17ο αἰώνα. Αὐτὸς ὁ Ναὸς ἦλθε καὶ πάλι στὴν ἐπιφάνεια τὸ Δεκέμβριο τοῦ 1984 μετὰ ἀπὸ ἀνασκαφὴ σὲ οἰκόπεδο τῆς περιοχῆς τοῦ Ριγανοκάμπου προκειμένου νὰ πέσουν τὰ θεμέλια ἰδιόκτητης κατοικίας. Τὴν ἀνασκαφὴ πραγματοποίησε γιὰ λογαριασμὸ τῆς 6ης ἐφορίας Βυζαντινῶν Ἀρχαιοτήτων ποὺ ἑδρεύει στὴν Πάτρα ἡ ἔγκριτος Ἀρχαιολόγος κ. Ἀφέντρα Μουτζάλη ἡ ὁποία καὶ δημοσίευσε τὰ πορίσματά της γιὰ τὰ πιὸ πάνω εὑρήματα σὲ ἐπιστημονικὰ περιοδικά.
Ὁ Ἱερὸς αὐτὸς Ναὸς ἦταν σταυροπηγιακός, δηλαδὴ ἀνῆκε στὴν πνευματικὴ δικαιοδοσία τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως, καὶ κατεῖχε ὡς πολυτιμότατο θησαυρὸ τὴν Τίμια Κάρα τῆς Ἁγίας Μεγαλομάρτυρος Εἰρήνης. Ἁγίας μὲ θαυμαστὸ βίο καὶ μεγάλη ἱεραποστολικὴ δράση, ποὺ ἔζησε τὸν 4ο αἰώνα καὶ μαρτύρησε στὴ Μαγεδὼ τῆς Περσίας.
Αὐτὴ ἡ Ἁγία Κάρα, ὅπως ἀναφέρεται σὲ ἱστορικὰ στοιχεῖα τῆς ἐποχῆς ἐκείνης ἀποτελοῦσε μέρος τοῦ πολύτιμου «Θησαυροῦ τῶν Πατρῶν» καὶ φυλασσόταν σὲ αὐτὴ τὴν «ἐπιφανὴ Πόλιν» μέχρι τὴν περίοδο ποὺ οἱ Φράγκοι ἅλωσαν τὸ Βυζάντιο καὶ ἀργότερα τὴν Πόλη τῶν Πατρῶν.
Ἔτσι στὴν περίοδο τῆς Φραγκοκρατίας (1204-1430), πολλοὶ θησαυροὶ ἀνεκτιμήτου ὑλικῆς ἢ πνευματικῆς ἀξίας, φυγαδεύτηκαν στὴν Δύση γιὰ νὰ παραμένουν μέχρι σήμερα ἀναμένοντας τὴν ἐπιστροφή τους, μετὰ ἀπὸ μακροχρόνιες καὶ ἐπίπονες πολλὲς φορὲς προσπάθειες, στὰ οἰκεῖα -ἀλλὰ καὶ μὴ- μέρη ἀπ᾿ ὅπου φυγαδεύθηκαν ἀντικανονικῶς.
Ἀπ᾿ αὐτὴ λοιπὸν τὴν κατακτητικὴ λαίλαπα τῶν Φράγκων δὲν γλίτωσε καὶ τὸ Λείψανο τῆς Ἁγίας Εἰρήνης. Ὁ τότε Λατίνος Ἀρχιεπίσκοπος τῶν Πατρῶν Ἀντέλμος, ποὺ δικτατορικὰ ἐπεβλήθη ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τῆς Ῥώμης, ἀφοῦ προηγουμένως ἐξεδίωξαν τὸν κανονικὸ Ὀρθόδοξο Μητροπολίτη τῆς Πάτρας, ἔστειλε ὡς «δῶρο» στὴν Μονὴ Hautecombe τῆς Σαβοΐας, πέραν τῶν ἄλλων «λαφύρων» καὶ τὴν Κάρα τῆς Ἁγίας Μάρτυρος Εἰρήνης. Τὸ «δωρητήριο» δὲ ἔγγραφο, μὲ ἡμερομηνία 5 Μαρτίου 1231, σώζεται μέχρι σήμερα καὶ ἀποτελεῖ ἀδιάψευστο τεκμήριο γιὰ τὴν ἀφαίρεση τοῦ Λειψάνου ἀπὸ τὸν φερώνυμο τῆς Ἁγίας Ναό.
Ὅλα αὐτὰ ἀνασύρθηκαν ἀπὸ τὸ «ἐρμάριο» τοῦ παρελθόντος ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ ἦρθε στὴν ἐπιφάνεια ἡ ὕπαρξη τοῦ ἱστορικοῦ αὐτοῦ Ναοῦ τῆς Ἁγίας μας κι ἀπετέλεσαν τὴν ἀφορμὴ γιὰ νὰ συνδεθεῖ ἡ περιοχὴ τοῦ Ριγανοκάμπου καὶ πάλι μὲ τὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας. Σὲ πρώτη φάση στὶς ἄμεσες ἐπιδιώξεις τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Πατρῶν κυροῦ Νικοδήμου Βαλληνδρᾶ καὶ τοῦ πιστοῦ Λαοῦ ἦταν νὰ ἐγερθεῖ νέος Ναὸς πρὸς τιμὴν τῆς Μεγαλομάρτυρος Εἰρήνης πολὺ κοντὰ στὸ μέρος ποὺ βρέθηκε ἡ τρίκλιτη Βασιλικὴ τοῦ 10ου αἰώνα, ἀφοῦ ἡ Βασιλικὴ αὐτὴ μετὰ τὴν ἀρχαιολογικὴ μελέτη δὲν ἀξιοποιήθηκε.
Ὁ νέος Ναὸς θεμελιώθηκε στὶς 5 Μαΐου τοῦ 1994, ἡμέρα τῆς μνήμης τῆς Ἁγίας μας, παρουσία τῶν πολιτικῶν, δημοτικῶν καὶ στρατιωτικῶν Ἀρχῶν τῆς πόλεως τῶν Πατρῶν, ἀλλὰ καὶ πλήθους πιστῶν. Ἐπίσημα γίνεται κανονικὴ ἐνορία τὸν Αὔγουστο τοῦ 1999, σύμφωνα μὲ τὸ φύλλο τῆς Κυβερνήσεως, καὶ γιὰ πρώτη φορὰ λειτουργεῖ ὡς ἐνορία στὶς 3 Ὀκτωβρίου 1999. Τὰ ἐγκαίνια τῆς Ἁγίας Τραπέζης τοῦ Ναοῦ πραγματοποιοῦνται δύο χρόνια ἀργότερα στὶς 30 Σεπτεμβρίου 2001 ὑπὸ τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Πατρῶν Νικοδήμου. Σὲ δεύτερη φάση θεωρήθηκε ἀναγκαῖο νὰ γίνουν προσπάθειες μὲ τὴν συνεργασία τοῦ Μητροπολίτου Νικοδήμου καὶ τοῦ τότε Δημάρχου Πατρέων κ. Εὐάγγελου Φλωράτου νὰ ἐπανέλθει ἡ κάρα τῆς Ἁγίας στὸν Ναό, ὥστε ἡ Πόλη τῶν Πατρέων νὰ ἐπανακτήσει τοὺς ἰδιαίτερους δεσμοὺς ποὺ εἶχε ἀπὸ παλιὰ μὲ τὴν Ἁγία Εἰρήνη.
Μπροστὰ λοιπὸν σ᾿ αὐτὴ τὴν νέα προοπτικὴ ὁ Μητροπολίτης καὶ Δήμαρχος μέσῳ τῆς πρεσβείας τοῦ Βατικανοῦ, ποὺ ἑδρεύει στὸ Παλαιὸ Ψυχικὸ στὴν Ἀθήνα, ἦλθαν σὲ ἐπαφὴ μὲ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Βατικανοῦ. Οἱ προσπάθειες αὐτὲς ξεκίνησαν τὸ 2001, καὶ μετὰ ἀπὸ ἕνα χρόνο καὶ συγκεκριμένα τὸν Μάιο τοῦ 2002 εἶχαν σὰν ἀποτέλεσμα νὰ ὑπάρξει ἐπίσημη συνάντηση στὴν Πρεσβεία τοῦ Βατικανοῦ μὲ τὸν Πρέσβη τοῦ Βατικανοῦ Ἀρχιεπίσκοπο Σίνας Paul Tavet στὴν ὁποία συμμετεῖχαν ὁ ἐκπρόσωπος τοῦ Μητροπολίτου, ὁ Δήμαρχος καὶ ὁ Ἐφημέριος του Ἱεροῦ Ναοῦ.
Σ᾿ αὐτὴ τὴν συνάντηση καὶ μετὰ ἀπὸ ἑκατέρωθεν ἐπεξηγήσεις ὁ Πρέσβης τοῦ Βατικανοῦ ἐξέφρασε τὴν θετικὴ ἄποψη τοῦ τότε Πάπα Ῥώμης Ἰωάννου Παύλου Β´ νὰ προχωρήσουν πλέov ἐπίσημα οἱ μέχρι ἑνὸς βαθμοῦ ἀνεπίσημες, ἀπὸ πλευρᾶς ἀλληλογραφίας, συνεννοήσεις, οὕτως ὥστε μετὰ τὴν ὁμόφωνη συγκατάθεση τοῦ Ἀρχιεπισκόπου τοῦ Chambery Laurent Ulrich. στὴν πνευματικὴ δικαιοδοσία τοῦ ὁποίου ὑπάγεται ἡ Μονὴ Hautecombe, τοῦ Ἡγουμένου τῆς Μονῆς Hautecombe Olivier Turbat ἀλλὰ καὶ τοῦ Γενικοῦ ἡγουμένου τοῦ Τάγματος Laurent fabre, στὸ ὁποῖο Μοναχικὸ Τάγμα ἀνήκουν οἱ πατέρες τῆς Μονῆς, νὰ δοθεῖ ἡ ἔγκριση γιὰ νὰ ἐπιστραφεῖ ἡ Κάρα τῆς Ἁγίας Εἰρήνης στὴν Πόλη τῶν Πατρῶν καὶ μάλιστα στὸν Ναὸ τῆς Ἁγίας Εἰρήνης.
Ἀφοῦ τελικὰ ἡ ἔγκριση ἐδόθη, ἡ ἐπίσημη ἀλληλογραφία ὁλοκληρώθηκε καὶ ῥυθμίστηκαν τὰ διαδικαστικὰ τῆς ἐπιστροφῆς τοῦ Ἱεροῦ Λειψάνου, ὁρίστηκε δὲ ὡς ἡμέρα τῆς ἐπιστροφῆς τῆς Τιμίας Κάρας τῆς Ἁγίας Εἰρήνης ἡ 5η Ὀκτωβρίου ἔτους 2002.
Μπροστὰ λοιπὸν σ᾿ αὐτὸ τὸ μεγάλης σημασίας καὶ σπουδαιότητας γεγονὸς γιὰ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν Πόλη τῶν Πατρὼν καὶ ὄχι μόνον, ἔγινε ἐπίσημη συνάντηση ἐκπροσώπων τῶν Ἐκκλησιαστικῶν, Δημοτικῶν, Στρατιωτικῶν καὶ Ἀστυνομικῶν Ἀρχῶν, ὅπου καὶ συστήθηκαν οἱ λεπτομέρειες τῆς ὑποδοχῆς τῆς Τιμίας Κάρας.
Ἀναμφίβολα, ἕνα τέτοιο γεγονὸς ποὺ σχετίζεται μὲ τὴν ἐπαναφορὰ τοῦ Ἱεροῦ Λειψάνου στὴν πόλη καὶ στὴν Ἐκκλησία τῆς Πάτρας μετὰ ἀπὸ 771 χρόνια, συγκίνησε καὶ χαροποίησε σύσσωμη τὴν Πατραϊκὴ κοινωνία ἡ ὁποία μὲ κατάνυξη καὶ μὲ τὸv πρέποντα σεβασμὸ καρτεροῦσε τὴν εὐλογημένη ἡμέρα τοῦ Σαββάτου τῆς 5ης Ὀκτωβρίου 2002 γιὰ νὰ ὑποδεχθεῖ τὴν Κάρα τῆς Ἁγίας Εἰρήνης ἡ ὁποία καὶ παρέμενε στὸν τόπο ποὺ ἀνῆκε, μιᾶς καὶ ἔφυγε σὲ πολὺ δύσκολες γιὰ τὸν Ἑλληνισμὸ ἱστορικὲς στιγμές.
Μία τέτοια ὑποδοχή, ποὺ ὄφειλε ὁ Πατραϊκὸς Λαὸς νὰ πραγματοποιήσει, δὲν μποροῦσε νὰ εἶναι ἄλλη ἀπὸ τὴν ὑποδοχὴ ποὺ γίνεται καὶ τὴν τιμὴ ποὺ ἀπονέμεται σὲ ἀρχηγοὺς κρατῶν.
Πράγματι τὸ ἀπόγευμα τῆς 5ης Ὀκτωβρίου 2002. μὲ τίς καμπάνες κατὰ μῆκος τῆς διαδρομῆς νὰ ἠχοῦν, τὸ Ἱερὸ Λείψανο διασχίζει τὴν πόλη τῶν Πατρών, συνοδευόμενο ἀπὸ ὁμάδα περιπολικῶν καὶ πομπὴ αὐτοκινήτων. Πραγματοποιεῖται ἐπίσημη ὑποδοχὴ στὴν περιοχὴ «Σύνορα» τῆς Ἄνω Πόλεως μὲ ἐπίσημη δοξολογία, ἀλλὰ καὶ προσφωνήσεις ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη, τὸν Δήμαρχο καὶ τὸν Καθολικὸ ἐπίσκοπο τοῦ Chambery ὁ ὁποῖος ἦταν ὁ ἐπικεφαλῆς πενταμελοῦς συνοδευτικῆς ἐπιτροπῆς τῶν Λατίνων.
Ἡ τελευταία πράξη τῆς ὑποδοχῆς πραγματοποιεῖται στὴν περιοχὴ τοῦ Ῥιγανοκάμπου ὅπου καὶ λιτανεύεται τὸ Ἱερὸ Λείψανο κατὰ μῆκος τῶν ὁρίων τῆς ἐνορίας καὶ παραδίδεται πλέον μόνιμα ἀπὸ τὰ χέρια τῶν Λατίνων στὰ χέρια τοῦ ἐφημερίου του Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίας Εἰρήνης Αρχιμανδρίτου π. Εἰρηναίου Σωτηροπούλου. Ἱερὸ ρίγος, ἀσυγκράτητη συγκίνηση καὶ ἐνθουσιασμὸς διακατέχει τὶς ψυχὲς ὅλων τῶν κατοίκων, καὶ ὄχι μόνο. Τόσο ὅλοι οἱ ἐπίσημοι ἐκπρόσωποι τῶν ἀρχῶν, τὸ πλῆθος τοῦ ἱερατείου, οἱ χιλιάδες τῶν παρευρισκομένων πιοτῶν, ὅσο καὶ τὰ στρατιωτικὰ ἀγήματα καὶ τὰ σχολεῖα τὰ ὁποῖα πλαισίωσαν τὴν λιτάνευση, σιγοέψαλαν τὸ ἀπολυτίκιο τῆς Ἁγίας ἐνδόξου Μεγαλομάρτυρος Εἰρήνης. Γιὰ τὶς ἑπόμενες σαράντα ἡμέρες καθημερινὲς θεῖες λειτουργίες ἀλλὰ καὶ παρακλήσεις θὰ ὁδηγήσουν χιλιάδες πιστῶν στὸ κατώφλι τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ καὶ ἐνώπιόν του Ἁγίου Λειψάνου γιὰ νὰ προσευχηθοῦν.
Ἤδη αὐτὸς ὁ μικρὸς Ναὸς σὲ μία προαστιακὴ ἐνορία ἔχει γίνει γνωστὸς γιὰ τὴν μεγάλη εὐλογία τὴν ὁποία φέρει κι ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τὴν τόνωση καὶ τὴν παρηγοριὰ γιὰ τὴν συνέχιση τῶν ἔργων του, μὲ πρῶτο τὴν ὁλοκλήρωση τῆς ἁγιογραφήσεις του.
Τὸν Ἀπρίλιο τοῦ 2004 τὸ Ἱερὸ Λείψανο ταξίδεψε στὴν μαρτυρικὴ Μεγαλόνησο τὴν Κύπρο καὶ ἐτέθη σὲ δεκαήμερο προσκύνημα στὸ Ναὸ Ἁγίας Εἰρήνης Περβολιῶν Λάρνακας. Ἐκεῖ ἡ συγκυρία τῆς παρουσίας τῆς Τιμίας Κάρας μὲ τὴν διεξαγωγὴ τοῦ τόσο σημαντικοῦ δημοψηφίσματος γιὰ τοὺς ἀδελφοὺς Κυπρίους γιὰ τὸ σχέδιο Ἀνᾶν, τόνωσε καὶ ἀνακούφισε τὴν ἀγωνία τοῦ πιστοῦ λαοῦ. Ταυτόχρονα δημιουργήθηκε ἕνας ἄῤῥηκτος πνευματικὸς σύνδεσμος μὲ τὸν ἐκεῖ ἐφημέριο καὶ τοὺς κατοίκους τῆς ἐκεῖ περιοχῆς, μερικοὶ ἀπὸ τοὺς ὁποίους ἔχουν φροντίσει νὰ ἐπισκεφτοῦν τὴν πόλη μας καὶ τὸν Ναὸ τοῦ Ῥιγανοκάμπου.
Ἡ Ἀποστολικὴ πόλη τῶν Πατρῶν μετὰ τὴν ἐπιστροφὴ τῆς Τιμίας Κάρας τοῦ πολιούχου τῆς Ἁγίου Ἀνδρέου καὶ τοῦ Σταυροῦ τοῦ μαρτυρίου τοῦ πρωτοκλήτου τῶν Ἀποστόλων σεμνύνεται πλέον ἀπὸ τὸ 2002 καὶ μὲ τὴν Τιμία Κάρα τῆς Ἁγίας ἐνδόξου Μεγαλομάρτυρος Εἰρήνης. Οἱ κάτοικοι τῆς συνοικίας τοῦ Ῥιγανοκάμπου εἶδαν τὸ ὄνειρο τόσων ἐτῶν νὰ γίνεται πραγματικότητα μετὰ ἀπὸ μία μεγάλη καὶ ἱστορικὴ προσπάθεια. Καὶ ὅλοι μαζὶ εὔχονται διὰ πρεσβειῶν τῆς Ἁγίας, τὴν ὁποία καθημερινὰ ἐπικαλοῦνται, νὰ ἐπικρατήσει σὲ ὅλο τὸν κόσμο ἡ Θεία Εἰρήνη ἡ τόσο ἀναγκαία στὴν σύγχρονή μας ζωή.