Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τρίτη, Νοεμβρίου 08, 2016

Ή φωνή της νεκρής μητέρας









Την ιστορία μάς αφηγήθηκε ό άντισυνταγματάρχης Παύλος Φ. καί έχει ως έξης: «Τραυματίστηκα στο Παράσνισκι Κλιοΰτς (στήν εκβολή του Ντρίνα στο Σάββα) την ημέρα της εορτής της Αγίας Παρασκευής στις 14 Οκτωβρίου του 1914. Οι Αυστριακοί μέ συνέλαβαν καί μέ οδήγησαν στο Γκρέντιγκ του Σάλτσμπουργκ. Υπήρχαν εκεί αρκετοί φυλακισμένοι από μάς τους Σέρβους. 


Την επόμενη χρονιά στις 6 Νοεμβρίου του 1915 διάβαζα κάτι στο κρεβάτι καί στις 11:30 έσβησα τό φώς. Ξαφνικά ακούω τή φωνή της μητέρας μου: “Παύλε, Παύλε!”. Αμέσως αναγνώρισα τή φωνή της μητέρας μου. Ρώτησα τό φίλο μου στο ίδιο δωμάτιο, αν κι αυτός άκουσε κάποια φωνή καί μου απάντησε πώς όχι. Την επομένη αφηγήθηκα αυτή την εμπειρία στον Σρέτα Τέρζιτς (σήμερα στρατηγό) καί τό Λάζαρο Μίτροβιτς (σήμερα προϊστάμενο οικονομικών) καί έκπληκτοι μου είπαν: Πράγματι υπάρχει κάτι ανώτερο! - Πέρασαν μερικοί μήνες. Κάποια μέρα μέ ρώτησε ό λοχαγός Γιόρνταν Νίκιτς: “Παύλο, πώς λένε τή μητέρα σου;” Αυτή ή ερώτηση ήταν σα μαχαιριά. Του λέω: γιατί μέ ρωτάς; Τίποτα, είπε, έτσι ρώτησα. Δεν ήθελε να μου πει την αλήθεια εκείνο τό βράδυ. Την επομένη μου έδωσε ένα πακέτο καί στο πακέτο είχε την εφημερίδα «Πράβντα». Στήν εφημερίδα διάβασα τό θλιβερό νέο ότι ή μητέρα μου απεβίωσε στις 6 Νοεμβρίου του 1915, δηλαδή τή νύχτα που άκουσα καθαρά τή φωνή της».

 ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ. ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ . ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΧΡΟΕΣ

Αγίου Νεκταρίου Ο σκοπός τής ζωής μας είναι ο αγιασμός και η θέωσις «Τοις αγίοις τοις εν τη γη αυτού εθαυμάστωσεν ο Κύριος».

«Τοις αγίοις τοις εν τη γη αυτού εθαυμάστωσεν ο Κύριος».

Σήμερα η Εκκλησία μας αδελφοί μου τιμά και γιορτάζει τη μνήμη ενός μεγάλου Αγίου, του Αγίου Νεκταρίου, επισκόπου Πενταπόλεως του θαυματουργού. Με τον Άγιο Νεκτάριο συνεχίζεται η παράδοσις της στρατιάς των αγίων και στην εποχή μας. Είναι ο Άγιος των ημερών μας. Η δε παράδοσις των αγίων μας, - των αγίων της Ορθοδόξου Εκκλησίας, - μας αποκαλύπτει ένα μεγάλο πλήθος από αγίους, που μπόρεσαν είτε με τα φοβερά μαρτύρια που υπέστησαν, είτε με την άσκησή τους στις σκήτες, στας ερήμους, στα βουνά, στις σπηλιές και στις οπές της γης, είτε με την οσιακή τους ζωή και τους πνευματικούς αγώνες μέσα στον κόσμο και μέσα στις πόλεις, για την αγάπη και την πίστη του Χριστού, να φορούν μέχρι το τέλος της ζωής των, το Σταυρικό ένδυμα της αγιότητος και να κάμουν θαύματα και θαύματα με τις πρεσβείες τους. Και το πρώτο παράδειγμα το έχουμε σήμερα μπροστά μας με τον Άγιο Νεκτάριο που εκοιμήθη οσιακώς στις εννέα Νοεμβρίου του χίλια εννιακόσια είκοσι (1920). Πολλές φορές έχουμε ομιλήσει και στο παρελθόν δια τον βίον αυτού.

Θα περάσουμε όμως εις άλλες πνευματικές καταστάσεις. Στα ογδόντα χρόνια που μεσολάβησαν από την κοίμηση του Αγίου Νεκταρίου μέχρι των ημερών μας, αγιοποιήθηκαν και πολλοί ακόμη. Ας πούμε μερικούς εξ αυτών. Ο Άγιος Παναγής Μπασιάς στην Κεφαλονιά, ο Άγιος Νικόλαος ο Πλανάς στην Βουλιαγμένη, ο Άγιος Αρσένιος ο Καπαδόκης του οποίου τα ιερά λείψανα βρίσκονται στην Σουρωτή Θεσσαλονίκης, ο Άγιος Σάββας στην Κάλυμνο, ο Άγιος Νικόδημος στο Άγιον Όρος, ο Άγιος Σιλουανός και αυτός στο Άγιον Όρος, οι Άγιοι της Μυτιλήνης Ραφαήλ, Νικόλαος και Ειρήνη, ο όσιος Εφραίμ της Νέας Μάκρης, η Αγία Φιλοθέη η Αθηναία και πολλοί πολλοί άλλοι ακόμη.

Υπάρχουν επίσης αδελφοί μου και αρκετοί άλλοι όσιοι άνδρες και γυναίκες που τα σημεία της ζωής των που άφησαν με το πέρασμά τους ήταν πολύ φανερά, πολύ σημαδιακά. Και ίσως αύριο ή μεθαύριο και αυτοί, αν το θέλει ο Θεός, να αγιοποιηθούν από την Εκκλησία μας. Ας πούμε μερικούς εξ αυτών που πιστεύω οι περισσότεροι να σας είναι γνωστοί. Ο μοναχός και ερημίτης πατήρ Ιωσήφ ο Σπηλαιώτης και παππούς ημών, - λέω παππούς διότι είναι ο γέροντας του γέροντός μου - , ο πατήρ Πορφύριος Μπαϊρακτάρης, ο πατήρ Γεώργιος Καρσλίδης από τη Σίψα Δράμας, ο πατήρ Ιάκωβος Τσαλίκης στον Όσιο Δαβίδ Ευβοίας, ο πατήρ Φιλόθεος Ζερβάκος από την Πάρο, ο πατήρ Αμφιλόχιος από την Πάτμο, ο πατήρ Γερβάσιος Παρασκευόπουλος από την Πάτρα, ο πατήρ Δημήτριος Γκαγκαστάθης από τα Τρίκαλα, και πάρα πολλοί ακόμα επώνυμοι και ανώνυμοι των οποίων τα ονόματα είναι γραμμένα στον ουρανό με χρυσά γράμματα.

Όλοι αυτοί οι σύγχρονοι αγωνισταί του πνεύματος χριστιανοί μου, αλλά και τα εκατομμύρια όμως των αγίων όλων των αιώνων, μας βεβαιώνουν ότι μπορούμε και μείς να περπατήσουμε τον δρόμον αυτόν της σωτηρίας και αγιότητος. Οι ευχές που κάνουμε και που με αυτές παρακαλούμε για παραδείγματος χάρη στην ευχή «Ο εν παντί καιρώ» λέμε «τας ψυχάς ημών αγίασον, τα σώματα άγνισον, τους λογισμούς διόρθωσον, τας εννοίας κάθαρον». Αυτό το «Ο εν παντί καιρώ και πάση ώρα εν ουρανώ και επί γης προσκυνούμενος», το λέμε και στο μικρό και στο μεγάλο Απόδειπνο, και στο Μεσονυχτικό και στον Όρθρο. Και στις ώρες, Πρώτη, Τρίτη, Έκτη, Ενάτη, και σε πολλές άλλες ευκαιρίες ιερών ακολουθιών. Και στη Θεία Λειτουργία με την ευχή του Τρισαγίου Ύμνου θερμοπαρακαλούμε εμείς οι λειτουργοί, οι ιερείς, όπως όλοι οι χριστιανοί αγιαστούν και στην ψυχή και στο σώμα. Τα αναλύσαμε αυτά όταν κάναμε και τα κηρύγματα για την Θεία Λειτουργία και υπάρχουν τώρα συγκεντρωμένα στο βιβλίο. «Αγίασον ημών τας ψυχάς και τα σώματα, και δος ημίν – δώσε σε όλους μας – εν οσιότητι λατρεύειν Σοι, πάσας τας ημέρας της ζωής ημών». Δηλαδή «με καθαρά πλέον ζωή να Σε λατρεύομε κάθε μέρα σε ολόκληρη τη ζωή μας».

Άρα ο προορισμός μας είναι η σωτηρία, είναι όμως ο αγιασμός, είναι και η θέωση. Αυτός είναι ο προορισμός μας, αυτός είναι και ο δικός σου προορισμός, και ο δικός σου εκεί πίσω, και ο δικός σου, και ο δικός σου και ο δικός μου. Ο αγιασμός. Η καθαρή όμως ζωή θέλει αγώνες. Θέλει πρώτα απ’ όλα και πάνω απ’ όλα υπομονή, πολλή υπομονή. Την έχουμε; Θέλει μεγάλη καρδιά για να μπορεί να συγχωρεί όλους και όλα. Την έχουμε; Θέλει πολύ προσοχή, μεγάλη προσοχή στα μάτια και στη γλώσσα, στα μάτια ιδιαιτέρως μπροστά στο διαβολοκούτι - που έχουμε από τρία τέσσερα στα σπίτια μας - αλλά και στην πρόκληση έξω της κοινωνίας. Η καταστροφή του χριστιανού σήμερα είναι η άσχημη γλώσσα του, η γκρίνια και η κατάκρισις. Ανδρόγυνα χωρίζουν εξαιτίας της γλώσσας. Σπίτια διαλύονται εξαιτίας της γλώσσας. Αδέλφια αλληλομισούνται εξαιτίας της γλώσσας και των κληρονομικών διαφορών. Νύφες και πεθερές ή αν θέλετε πεθερές και νύφες αλληλοτρώγονται εξαιτίας της γλώσσας και η μία κάνει μάγια στην άλλη. Άρα η γλώσσα θέλει φερμουάρ και τσιρότο από το φαρμακείο.

Ο αγιασμός θέλει ακόμα καθημερινή μετάνοια και συντριβή, γιατί είμεθα όλοι μας αμαρτωλοί. Αυτό σημαίνει ότι ο Θεός δεν θα μας κρίνει γιατί είμεθα αμαρτωλοί, είμεθα και είμεθα αμαρτωλοί, αφού άπαντες γαρ πταίομεν και ο Θεός ήλθε αμαρτωλούς σώσαι αλλά θα μας κρίνει - όπως είπαμε και την περασμένη Κυριακή - γιατί δεν μετανοούμε. Θυμάστε τι είπε ο Θεός σε κείνη την ψυχή και βαριά άρρωστη, που την πήρε από το κρεβάτι του πόνου για να την μεταφέρει στον ουρανό και να της δείξει όλους τους ανθρώπους, τους επί γης ανθρώπους, χριστιανούς και μη, και να τους ρωτάει «θέλετε να μετανοήσετε;» και κείνοι με μια φωνή απαντούσαν «όχι, δεν θέλουμε να μετανοήσουμε».

Όχι λοιπόν και μείς, δεν μετανοούμε ειλικρινά και αληθινά. Ψευτομεταμέλεια έχουμε. Αληθινή μετάνοια όμως όχι. «Μετανοείτε», φωνάζει ο Κύριος. «Μετανοείτε, ήγγικε γαρ η Βασιλεία των Ουρανών». «Μετανοείτε», αλλού, και «πιστεύετε τω Ευαγγελίω», «μετανοείτε και τας εντολάς τας εμάς τηρήσατε». «Μετανοείτε και μακροθυμείτε προς πάντας». «Μετανοείτε και αδιαλείπτως προσεύχεσθε», «μετανοείτε και αλλήλων τα βάρη βαστάζετε». «Μετανοείτε και δος δόξα και τιμή και προσκύνηση και ευχαριστία τω Πατρί και τω Υιώ και τω Αγίω Πνεύματι».

Αν σήμερα μετανοήσουμε αληθινά, θα το δει αυτό μέσα στις καρδιές μας ο Θεός, διότι Αυτός ετάζει καρδίας και νεφρούς και διότι Αυτός διότι αυτός είναι ο Παντογνώστης. Αν λέω δει ότι σήμερα, αυτή τη στιγμή, μετανοούμε ειλικρινά, και το φωνάζουμε από μέσα μας και το πιστεύουμε, αμέσως θα μας βεβαιώσει: «Αληθώς σοι λέγω, σήμερον μετ’ εμού έση εν τω Παραδείσω». Σήμερα μαζί μου στον Παράδεισο. Αυτό θα μας πει. Και μείς θα το βεβαιωθούμε αυτό, θα το βιώσουμε, σαν κατάσταση αλήθειας και φωτός μέσα στις καρδιές μας, γιατί, γιατί η Βασιλεία του Θεού εντός ημών εστί.

Αδελφοί μου, ο αγιασμός τα θέλει όλα, ο Θεός τα θέλει όλα, όλα τα θέλει, γι’ αυτό φωνάζει και λέγει, «Αγαπάτε Κύριον τον Θεόν ημών εξ όλης ψυχής και εξ όλης καρδίας και εξ όλης διανοίας και εξ όλης ισχύος. Και με το σώμα και με την ψυχή και με το νου και με την καρδιά και με τις αισθήσεις και με τα πάντα. Ο Θεός δεν είναι ψιλικατζής. Ο Θεός τα θέλει όλα. Ή τα δίνομε όλα ή τίποτα.
Ας μην όμως τρομάζουμε απ’ αυτό που λέμε «όλα στο Θεό», γιατί αυτό επιτυγχάνεται μαζί με το Χριστό και από τον Χριστό. «Άνευ εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν». Τίποτα δεν μπορείτε να κάνετε χωρίς εμένα, γι’ αυτό «αιτείτε και δοθήσεται υμίν, ζητείτε και ευρήσετε υμίν».
Θα ζητούμε έλεος και θα μας δίνει μετάνοια,
θα ζητούμε έλεος και θα μας δίνει πίστη.
Θα ζητούμε έλεος και θα μας δίνει υπομονή και αγάπη.
Θα ζητούμε έλεος και θα μας συγχωρεί.
Θα ζητούμε έλεος και θα μας αγιάζει.
Τι άλλο θέλομε;

Και το καυτό ερώτημα; Ζητάμε το έλεος του Θεού; Το πρωί, το μεσημέρι και το βράδυ; Και μάλιστα με δάκρυα στα μάτια; Κάνουμε καθαρή προσευχή; Προσέχουμε τη γλώσσα μας; Συγχωρούμε; Υπομένουμε; Νηστεύουν οι αισθήσεις μας; Αγρυπνά ο νους μας; Έχουμε ήσυχη τη συνείδηση μας όταν το βράδυ πέφτομε στο κρεβάτι για να κοιμηθούμε;
Λέμε τα μεν, που είναι θετικά για μας, γιατί απορρέουν από την άπειρη αγάπη που έχει ο Θεός για όλους μας και για τον καθένα χωριστά.
Λέμε όμως και τα ξινά, δηλαδή τα λάθη μας, τις παραλείψεις μας, και τα κουσούρια μας για να διορθωθούμε, γι’ αυτό απευθύνομαι πρώτα στον εαυτό μου και λέω:
«Τι θα γίνει επιτέλους με μένα τον παπα-Στέφανο; Τι θα γίνει; Πότε θα βάλω επιτέλους μια καινούργια αρχή»;
Εγώ λοιπόν ο αμαρτωλός και ανάξιος παπάς αρχίζω από σήμερα, από τώρα, από τούτη τη στιγμή. Εσείς πότε θα αρχίσετε; Ο Θεός μας περιμένει όλους, ο καιρός δεν μας περιμένει. Διότι εγγύς ο Κύριος και ο θάνατος ακόμα πιο κοντά.

Ο Θεός θέλει να μας σώσει. Ο Θεός θέλει να μας κάνει αγίους. Εμείς το θέλουμε; Αν ναι, ας το δείξουμε με τα έργα μας, με τις πράξεις μας,

Αμήν

π. Σαράντης Σαράντος - Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος καὶ τὸ βίωμα τῆς Ὀρθοδοξίας


(Ἀπὸ ὁμιλία τοῦ π. Σαράντη Σαράντου στοὺς Ἱεροσπουδαστὲς τῆς Ριζαρείου, 1989)

Πραγματικὰ ὁ Ἅγιος Νεκτάριος ἐβίωσε σὲ ὅλα καὶ μὲ ὅλα τὰ μέρη τῆς ὑπάρξεώς του τὴν Ὀρθοδοξία μας, τὴν ὁποία καὶ ἑρμήνευσε καὶ ἐξέφρασε προσωπικὰ καὶ δυναμικὰ στὸ καθολικὸ πλήρωμα τῶν Ὀρθοδόξων ἀδελφῶν καὶ γενικότερα στὴν Οἰκουμένη.

Εἶναι τόσο πλούσια ἡ προσωπικότητά του, τόσο βαθειά, τόσο μεγαλειώδης, συνδυασμένη μὲ θεϊκὴ πραγματικὰ ἁπλότητα, ποὺ θά ῾πρεπε ὁ φτωχὸς δικός μας ἀνθρώπινος λόγος νὰ ἀργήσει. Καὶ μάλιστα λόγος ποὺ προέρχεται ἀπὸ χείλη ἀδέξια, ἰσχνόφωνα καὶ κακόηχα σὰν τὰ δικά μου. Συγχωρῆστε μου λοιπὸν τὴν θρασύτητα καὶ ἐπιτρέψτε μου νὰ χρησιμοποιήσω τὸν συμβατικὸ λόγο γιὰ ὠφέλεια ὅλων μας καὶ γιὰ τὴν κατὰ δύναμιν τιμὴ πρὸς τὸν Ἅγιο τοῦ αἰῶνα μας.

Θεμέλιο σ᾿ αὐτὴν τὴν προσλαλιὰ ἂς εἶναι τὸ παρακάτω ὑπαρκτὸ περιστατικὸ ἀπὸ τὴ ζωὴ τοῦ Ἁγίου.

Μετὰ ἀπὸ κάποιες περιπέτειες ποὺ μεθόδευσε στὴ ζωή του ὁ μισόκαλλος, βρίσκεται ὁ Ἅγιος, σὰν ἱεροκήρυκας Χαλκίδος, ἐπίσκοπος ὄντας, στὸ μικρὸ νησὶ τῆς Σκιάθου, γιὰ νὰ λειτουργήσει καὶ νὰ κηρύξει. Φιλοξενεῖται ἀπὸ βραδὺς σ᾿ ἕνα ἁπλὸ δωματιάκι τοῦ νησιοῦ. Περνᾶνε οἱ ὦρες τῆς νύχτας καὶ τὸ φῶς τοῦ δωματίου του δὲν σβήνει. Κάποιοι περίεργοι βρίσκουν τὸν τρόπο νὰ κρυφοκοιτάξουν. Βλέπουν τὸν Ἅγιο Ἐπίσκοπο νὰ κάνει ἐδαφιαῖες μετάνοιες καὶ κάτι νὰ ψελλίζει. Τὸ φῶς ἔσβησε, ὅταν ξεκίνησε γιὰ τὴν πρωϊνὴ ἀκολουθία καὶ τὴν Θεία Λειτουργία.

Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἀδελφοί, λέει πάρα πολλά. Βάση στὴ ζωή του ὁ Ἅγιος ἀπὸ τὰ νεανικά του χρόνια εἶχε αὐτὸ ποὺ ὅλοι οἱ πατέρες καὶ ἅγιοι εἶχαν, τὴ νηπτικὴ ἐργασία, τὴν προσεκτικὴ φροντίδα τοῦ ἐσωτερικοῦ κόσμου τοῦ ἀνθρώπου, τῆς ἀθανάτου καὶ θεοεικέλου ψυχῆς. Μολονότι ἐπίσκοπος, πεπειραμένος στὰ πνευματικά, κάποιας ἡλικίας, ὅμως δὲν ἀντικαθιστᾷ μὲ τίποτα τὴν ἀγαπημένη του πνευματικὴ ἐργασία γιὰ τὴν προσωπική του ἕνωση μὲ τὸν ἐν Τριάδι Θεό. Δόξα τῷ ἐν Τριάδι Θεῷ γιὰ τέτοιους ἀνθρώπους ποὺ ἀναδεικνύει σὲ ὅλες τὶς ἐποχὲς καὶ τοὺς ἔχει μαζὶ ἴσως καὶ μὲ ἄλλους ἀφανεστέρους, δείγματα τῆς Ὀρθοδόξου πνευματικότητος, ποὺ ἀληθινὰ ὄζει (μυρίζει) ἀγάπη Χριστοῦ.

Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος γεννήθηκε τὴν 1η Ὀκτωβρίου τοῦ 1846 στὴ Συληβρία τῆς Θρᾴκης. Σὰν παιδὶ καὶ σὰ νέος ἦταν πολὺ φιλομαθὴς καὶ ἰδιαίτερα ὅπως οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες, ἀγάπησε τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ γλῶσσα καὶ τὰ Πατερικὰ κείμενα. Τὸ βιβλίο ποὺ ὁ ἴδιος ἐξέδωσε «Λογίων θησαύρισμα» εἶναι ἀκριβὲς ἀπόσταγμα τῶν Πατερικῶν Μελετῶν στὶς ὁποῖες ἀπὸ μικρὸς ἀφιερωνόταν. Ἀπ᾿ αὐτὸ τὸ ἀνθολόγιο τῶν πολυτίμων μελετῶν του φαίνεται ἡ νηπτικὴ ἐργασία καὶ ἡ δυνατὴ ἔφεση ποὺ εἶχε στὰ βάθη του γιὰ τὸν Θεὸ καὶ ἡ δίψα του γιὰ τὴν τελειότητα τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς.

Ἀπὸ πολὺ νωρὶς συγκεκριμενοποίησε τὸν οὐράνιο πόθο του καὶ τὸν ταύτισε μὲ τὴ μοναχικὴ ζωή. Τὸ 1876 ἐκάρη μοναχὸς στὴ Νέα Μονὴ τῆς Χίου μὲ τὸ ὄνομα Λάζαρος ἀπὸ Ἀναστάσιος Κεφαλᾶς. Ἀπὸ τὰ στοιχεῖα τῆς Ἱερᾶς Μονῆς φαίνεται καθαρὰ ὅτι ἔμεινε τρία χρόνια πραγματικά, ἀσκούμενος στὴ μοναχικὴ καὶ μοναδικὴ, ὅπως ἀναφέρεται ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Πατέρες μας, πολιτεία. Ἡ ἄσκηση τοῦ παρθενικοῦ βίου τὸν ἔκανε προσηνῆ ἐπειδὴ συνδύασε τὴν τραχύτητα τῆς ἀσκήσεως μὲ τὴν ἄκρα ταπείνωση. Γι᾿ αὐτὸ ἔγινε ἀγαπητὸς ἀπὸ τὴ λοιπὴ μοναστικὴ ἀδελφότητα, προτάθηκε γιὰ χειροτονία καὶ προχειρίσθηκε διάκονος τὸ 1877 σὲ ἡλικία ὥριμη καὶ σύμφωνη μὲ τοὺς Θεοπνεύστους ἱεροὺς κανόνες,τριάντα ἑνὸς δηλαδὴ ἐτῶν, μὲ τὸ ὄνομα Νεκτάριος. Μὲ ἄδεια καὶ εὐλογία τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τῆς μετανοίας του συμπληρώνει τὶς γυμνασιακές του σπουδὲς στὴν Ἀθήνα, κατόπιν στὴν Ἀλεξάνδρεια τῆς Αἰγύπτου, κοντὰ στὸν Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας Σωφρόνιο καὶ πάλι στὴν Ἀθήνα, ὅπου μετὰ ἀπὸ εὐδόκιμες θεολογικὲς σπουδὲς τὸ 1885 ἐκατατάχθηκε στοὺς πτυχιούχους τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τῆς ὁποίας ὑπῆρξε καὶ ὑπότροφος. Τὸ ἑπόμενο ἔτος 1886 χειροτονεῖται πρεσβύτερος καὶ Ἀρχιμανδρίτης στὴν Ἀλεξάνδρεια ἀπὸ τὸν ἴδιο Πατριάρχη Σωφρόνιο, κοντὰ στὸν ὁποῖο ὑπηρέτησε σὰν ἱεροκήρυκας καὶ γραμματέας τοῦ Πατριαρχείου καὶ Πατριαρχικὸς ἐπίτροπος στὸ Κάϊρο. Ἕνα χρόνο ἀργότερα τὸ 1889 χειροτονεῖται Μητροπολίτης τῆς πάλαι ποτὲ διαλαμψάσης Μητροπόλεως Πενταπόλεως ἀπὸ τὸν ἴδιο Πατριάρχη Σωφρόνιο.

Αὐτὴ τὴν ἐπέτειο τῶν ἑκατὸ χρόνων ἀπὸ τῆς χειροτονίας του σὲ ἐπίσκοπο τιμᾶμε καὶ γιορτάζουμε σήμερα.

Γιατί ἰδιαίτερα αὐτὴν τὴν ἐπέτειο ἐξαίρουμε;

Γιατὶ καὶ ὁ ἅγ. Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος καὶ ὁ μεγάλος Θεολόγος Νικόλαος Καβάσιλας ὑποστηρίζουν ὅτι ὁ ἐπίσκοπος εἶναι ζωντανὴ εἰκόνα τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ καὶ ζωντανὸς φορέας ὅλης της Χριστιανικῆς Παραδόσεως.Ἴσως σὲ μερικὲς περιπτώσεις ἀμφιβάλλουμε γιὰ τὰ ὑποστηριζόμενα ἀπὸ τοὺς ἁγίους, γιατὶ δὲν βλέπουμε πάντοτε σαρκωμένες αὐτὲς τὶς ἀρετὲς στὰ Ἐπισκοπικὰ πρόσωπα. Στὴν περίπτωση ὅμως τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου ταυτίσθηκε ἡ ἀληθινὴ χριστιανικὴ ζωὴ καὶ τὸ ποιμαντικὸ ἀρχέτυπο μὲ τὸ πρόσωπό του. Οἱ λειτουργίες του, τὰ κηρύγματά του, ἡ φροντίδα του γιὰ τὴν εὐπρέπεια καὶ διακόσμηση τῶν Ἱερῶν Ναῶν, τὸ προσωπικό, ποιμαντικὸ καὶ ἀνθρωπιστικὸ ἐνδιαφέρον, ἡ συμπάθεια στοὺς καχεκτικοὺς στὴν πίστη καὶ στὴν ἠθικὴ, οἱ διοικητικές του ἱκανότητες καὶ ἰδιαίτατα ὁ ἄμεμπτος βίος κατάφερναν νὰ συγκρατοῦν τὸ θεσμὸ τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὰ λογικὰ πρόβατα στὴ μάνδρα τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ποιότητα τῆς Χριστιανικῆς ψυχῆς του καὶ ἡ Χριστιανικὴ διαύγεια τῶν φρονημάτων τοῦ φαίνεται ὁλοκάθαρα στοὺς ἄδικους διωγμούς του. «Εἰ ἐμὲ ἐδίωξαν καὶ ὑμᾶς διώξουσιν» δὲν εἶπε ὁ Κύριος; Ἀφανεῖς ἀντίχριστες δυνάμεις κατάφεραν νὰ μεθοδεύσουν ἔτσι κάποιες συκοφαντίες, ὥστε νὰ ἀπολυθεῖ ἀπὸ τὶς Ἐκκλησιαστικὲς ἀρχὲς τῆς Ἀλεξανδρείας καὶ νὰ παυθεῖ ἀπὸ τὴ θέση του. Καμιὰ σαφὴς κατηγορία ἀλλὰ καὶ καμιὰ ἀκύρωση τῶν συκοφαντιῶν. Σὰν ἐλεύθερος ἄνθρωπος καὶ ἀθῷος διαμαρτύρεται γιὰ τὴν ἀδικία ἀλλὰ καὶ οἱ ἐπιστολὲς –διαμαρτυρίες πρὸς τὸν Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας Σωφρόνιο, λίγο ἀργότερα πρὸς τὸν Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας Φώτιο καὶ πρὸς τὸν Πατριάρχη Ἰωακεὶμ τὸν Γ´ εἶναι γεμάτες ἐκκλησιαστικὸ ἦθος ποὺ σπάνια συναντᾶμε.

Ἄνθρωπος ψημένος στὴ μοναχικὴ ἄσκηση καὶ στοὺς κανόνες ταπεινοφροσύνης, δὲν μποροῦσε παρὰ αὐτὸ τὸ ἦθος νὰ ἀποκτήσει τῶν Μεγάλων Πατέρων, ποὺ εἴτε τοὺς ἔβριζαν εἴτε τοὺς ἐγκωμίαζαν, τὸ ἴδιο αἰσθάνονταν καὶ ἀνεξίκακα ἀντιδροῦσαν.

Οὐδεὶς ἀδοκίμαστος εὐδόκιμος.

Ἀξίζει κανεὶς νὰ διαβάσει καὶ μόνο αὐτὲς τὶς ἐπιστολὲς γιὰ νὰ προσεγγίσει αὐτὸν τὸν πολύτιμο ἀδάμαντα τῆς Ὀρθοδοξίας. Μικρὲς ἐπιστολὲς γραμμένες μὲ σαφήνεια, γλωσσικὴ ἀρτιότητα, τέλεια νοήματα, λέξεις ἱεροπρεπεῖς καὶ κατάμεστες ἀπὸ σεβασμὸ στὸ πρόσωπο ποὺ ἀπευθύνεται καὶ τὸ ὁποῖο τὸν ἀδίκησε. Δὲν βρίσκεις ἴχνος δηκτικότητας νὰ ὑπολανθάνει. Κρατᾷ τὸν πόνο του σὲ καθαρὰ πνευματικὸ ἐπίπεδο. Αὐτὲς οἱ ἐπιστολὲς ἀποπνέουν τὸ ἄρωμα τῆς ἀπαθοῦς καὶ χαριτωμένης ψυχῆς του, ποὺ προετοιμάζεται ἔκδηλα ἀπὸ τὸν Ἐσταυρωμένο Κύριο γιὰ τὴ μέλλουσα τιμὴ καὶ παγκόσμια δόξα ποὺ τοῦ χάρισε. Ἡ ποιότητα τῆς ψυχικῆς καλλιεργείας του ἐπιβεβαιώνεται καὶ ἀπὸ τὸ ποιμαντικὸ ἔργο του στὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων καὶ τὴν ἀνάλογη ποιμαντικὴ ἐν Χριστῷ ἀγωγή, ποὺ τοὺς προσέφερε.

Πάνω ἀπὸ ἐννιακόσιοι πιστοὶ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τοῦ Καΐρου συνέταξαν μία διαμαρτυρία καὶ συνάμα ἀποχαιρετιστήριο γράμμα πρὸς τὸν Ἅγιο Πενταπόλεως ποὺ δημοσιεύθηκε στὴν ἐφημερίδα «Μεταρρύθμισις» τῆς Ἀλεξάνδρειας. Μέσα σ᾿ αὐτὸ τὸ γράμμα φαίνεται γιὰ ἄλλη μιὰ φορὰ ἀπὸ ἄλλη σκοπιὰ, ἀπὸ τὴ σκοπιὰ τῶν λαϊκῶν, ὁ πραότατος καὶ εἰρηνικὸς χαρακτῆρας τοῦ Ἁγίου. Στὸ δημοσίευμα αὐτὸ δὲν ὑποφώσκει ἴχνος ἐμπαθείας ἢ φανατισμοῦ κατὰ τῶν ἀδικησάντων ἐκκλησιαστικῶν ἀνδρῶν τὸν Ἅγιο Πενταπόλεως.

Πόσο ταπεινὰ καὶ χριστοκεντρικὰ θὰ εἶχε ἐργασθεῖ ὁ Ἅγιος στὴν Ἄμπελο τοῦ Κυρίου, ὥστε νὰ μεταφυτεύει καὶ στοὺς ἄλλους τὸν ἀληθινὸ τρόπο Χριστιανικῆς ζωῆς, τῆς Θεανθρώπινης ζωῆς ποὺ ὁ ἴδιος βίωνε.

Ἀπὸ τὴν ἐπιστολὴ αὐτὴ τῶν λαϊκῶν του Καίρου φαίνεται ἡ μεγάλη ἐν Χριστῷ ἀγάπη ποὺ τοῦ εἶχαν, φαίνεται διάφανα ἡ ἐν Χριστῷ ἡγετικὴ φυσιογνωμία τοῦ Ἁγίου, ἀλλὰ τελικὰ ἡ ὑπακοὴ (αὐτὸ εἶναι τὸ γνήσιο ἐκκλησιαστικὸ χριστιανικὸ φρόνημα) καὶ τοῦ Ἁγίου καὶ τῶν πνευματικῶν του τέκνων στὶς ἀποφάσεις τῆς Μητέρας Ἐκκλησίας. Ἦταν βαθὺς καὶ ὄχι ἐπιπόλαιος καὶ ὑποπτευόταν ὅτι πίσω ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη ἀδικία κρύβονται μεγαλεπίβολα, μὰ ἀνεξιχνίαστα θεϊκὰ σχέδια. Καὶ κατάφερε αὐτήν του τὴ νοοτροπία νὰ μεταβιβάσει ζωντανὰ στὸ λαὸ τοῦ Καΐρου, πρᾶγμα ποὺ διακρίνεται μὲ ἐνάργεια πρὸς τὸ τέλος τῆς ἐπιστολῆς–διαμαρτυρίας.

Ἴσως οἱ βουλὲς τοῦ Θεοῦ ἔχουν διαφορετικὲς προοπτικές.

Ἐπιτρέψτε μου νὰ ἐπιμείνω λίγο ἀκόμη σ᾿ αὐτὴν τὴν κρίσιμη καμπὴ τῆς ζωῆς του. Ἂν ὁ Ἅγιος ἔπαιρνε κάποια ἄλλη διαφορετικὴ στάση, καταλάβαινε μὲ τὸν σώφρονα λογισμὸ ποὺ τοῦ εἶχε χαρίσει ἡ Ὀρθόδοξη μοναχικὴ νηπτικὴ ἄσκηση, καταλάβαινε ὅτι κατάστρεφε ὅ,τι ὡραιότερο, ὅ,τι πιὸ θεανθρώπινο εἶχε μεταγγίσει στὶς ψυχὲς τῶν πνευματικῶν τοῦ τέκνων.

Σὰν ἀληθινὸς Λειτουργὸς τοῦ Ὑψίστου προτιμᾷ νὰ ἀδικεῖται παρὰ νὰ καταστρέψει στὰ μάτια καὶ στὶς ψυχὲς τῶν πιστῶν τὴν εἰκόνα τῆς Ἀρχιερωσύνης, χτυπώντας τοὺς ἄλλους ἀρχιερεῖς ποὺ τὸν ἀδίκησαν.

Παρακαλῶ πολὺ ὅλους μας νὰ ἐγκύψουμε μὲ πολλὴ εὐλάβεια σ᾿ αὐτὴν τὴν πτυχὴ τῆς ζωῆς τοῦ Ἁγίου Πενταπόλεως καὶ στὴν θεανδρικὴ στάση του γιατὶ καθένας μας ἔχει ἢ ἐνδέχεται νὰ ἔχει πικρίες συκοφαντικὲς στὸ μετερίζι ἀπὸ τὸ ὁποῖο μάχεται.

Στὴ συνέχεια γιὰ ἕνα ἔτος ταλαιπωρήθηκε «φυτοζωῶν», λέει ὁ βιογράφος του ἅγιος πρ. Παραμυθίας Τίτος Ματθαιάκης, ζητώντας στὴν Ἀθήνα ἐργασία καὶ μὴ βρίσκοντας. Ἐπὶ τέλους στὶς 15 Φεβρουαρίου 1891 διορίσθηκε ἱεροκήρυκας τοῦ Νομοῦ Εὐβοίας, σπάνιο φαινόμενο στὰ χρονικὰ τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδὴ Ἐπίσκοπος νὰ διορίζεται ἁπλὸς ἱεροκήρυκας. Ὅμως δέχθηκε καὶ ἐργάσθηκε διόμιση χρόνια ἀκάματα πνευματικά, ἀγάπησε τὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ καὶ ἀγαπήθηκε. Πάλι δυσκολίες καὶ μετάθεση στὸ Νομὸ Φθιώτιδος καὶ Φωκίδος. Ἀξίζει καὶ πάλι νὰ τονισθεῖ ἡ κρυστάλλινη ποιότητα τοῦ ποιμαντικοῦ του λειτουργήματος ποὺ ἐκφράζει τὸ ἀποχαιρετιστήριο γράμμα τοῦ Δημάρχου Κυμαίων Καρυστίας πρὸς τὸν Ἅγιο.

Ὁ Κύριος ὅμως ἀφοῦ τὸν προετοίμασε μὲ τὴν θλίψη καὶ τὸν διωγμό, ἀφοῦ τοῦ ἔκλεισε τὶς ἄλλες πόρτες, τοῦ ἄνοιξε τὴν ὑψηλὴ καὶ μεγάλη προοπτικὴ τοῦ Διευθυντῆ τῆς Ριζαρείου Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς. Μὲ Βασιλικὸ Διάταγμα διορίσθηκε τὴν 1η Μαρτίου τοῦ 1894 καὶ ἔμεινε σ᾿ αὐτὴν τὴν περίοπτη θέση μέχρι τὸ 1908, ἀπὸ τὴν ὁποία παραιτήθηκε, ὅπως ὁ ἴδιος γράφει στὴν αἴτησή του πρὸς τὸ Δ.Σ. γιὰ λόγους ὑγείας.

Δεκατέσσερα ὁλόκληρα χρόνια ἐργάσθηκε συστηματικὰ ὁ Ἅγιος στὸ θερμοκήπιο τῶν Ἱερατικῶν κλήσεων. Ὅ,τι ἱερότερο, ὅ,τι θεανθρωπινότερο, ὅ,τι χριστοευγενέστερο, ὅ,τι οὐράνιο εἶχε κατακτήσει μὲ τὴν ἄσκησή του καὶ μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, μὲ πολὺ ζῆλο τὸ ἀποτύπωσε στὶς ψυχὲς τῶν Ἱεροσπουδαστῶν του. Πίστευε ὅτι τὸ νεοσύστατο μετὰ τὸν τουρκικὸ ζυγὸ ἔθνος θὰ μπορέσει νὰ ὀρθοποδήσει καὶ πνευματικὰ νὰ μεγαλουργήσει, ἂν οἱ ποιμένες αὐτοῦ τοῦ τόπου τραφοῦν μὲ τὸν ἐπιούσιο Ἄρτο τῆς Ὀρθοδόξου Θεολογίας καὶ ποτισθοῦν μὲ τὰ ἀστείρευτα νάματα τῆς Ὀρθοδόξου Εὐσεβείας. Πετύχαινε πραγματικὰ νὰ μεταλαμπαδεύσει στὶς ψυχὲς τῶν Ἱεροσπουδαστῶν ὅλη τὴν χριστοφλόγα τῆς ψυχῆς του, μὲ τὸν πιὸ ἐκλεκτὸ τρόπο, τὴν ἐν Χριστῷ ἀγάπη, ποὺ εἶναι τὸ πιὸ δυνατὸ φίλτρο. Αὐτὸ μπορεῖ νὰ συγκινήσει τὸ νέο καὶ νὰ βάλει σὲ συναγερμὸ καὶ κινητοποίηση ὅλα τὰ ψυχοδυναμικά του γιὰ ἐγκόσμια καὶ ὑπερκόσμια δημιουργία.

Ὁ πρωτοπρεσβύτερος παπα-Νικόλας Μυλωνᾶς καὶ ὁ Οἰκονόμος Θεμιστοκλῆς Παπακωνσταντίνου ποὺ τὸν εἶχαν δάσκαλο ἐπαληθεύουν τὴν ἄριστα παιδαγωγικὴ συμπεριφορά του πρὸς τὰ νεαρὰ βλαστάρια. Ποτὲ δὲν εἴχαμε δεῖ τὸ εἰρηνικὸ καὶ χαρίεν πρόσωπό του νὰ ἀλλοιώνεται ἀπὸ τὶς νεανικὲς ἀταξίες.

Εἶχε μία ἀπεριόριστη ἐσωτερικὴ ἀνεκτικότητα καὶ μεγαλοψυχιὰ λέγουν, μὲ τὴν ὁποία κατόρθωσε νὰ διορθώσει τὶς ἀνωριμότητες τῶν νέων χωρὶς νὰ τραυματίσει τὸ ψυχολογικὸ πεδίο. Καὶ κάποιος ἄλλος μαθητής του ἔλεγε μὲ θαυμασμὸ γιὰ τὸν Ἅγιο, ὅτι ἀνεχόταν ἀκόμη καὶ νὰ κοροϊδεύεται μερικες φορὲς καὶ μολονότι διαισθανόταν πὼς τοῦ λένε ψέμματα δὲν ἐπενέβαινε βίαια, αὐταρχικά, πιεστικά, γιὰ νὰ διορθώσει τὸν ἁμαρτάνοντα. Αὐτὴ ἡ ἀγάπη καὶ ἡ ἐκτίμηση πρὸς τὰ ἀνώριμα ἀκόμα παιδιὰ, τὰ ἔφερνε λίγο ἀργότερα σὲ αὐτοσυναίσθηση τοῦ σφάλματος, σὲ μετάνοια καὶ ὁριστικὴ καὶ εἰλικρινῆ διόρθωση. Ἤδη ἀπὸ τὸν καιρὸ τῆς τριετοῦς μοναστικῆς ἀσκήσεώς του στὴν Ἱερὰ Μονὴ τῆς χώρας τῆς Χίου, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν περισσὴ ἐμπειρία του ἀπὸ τὴν διακονία του στὸ λεπτὸ καὶ εὐαίσθητο ἔργο τοῦ πνευματικοῦ εἶχε διαπιστώσει πόσο εὔθραυστος εἶναι ὁ ψυχολογικὸς παράγοντας σὲ κάθε ἄνθρωπο καὶ πόσο ἀποφασιστικὸ ρόλο παίζει στὴν ὁλοκλήρωση τῆς προσωπικότητας καὶ στὸν ἁγιασμό της. Εἶχε κατέβει, ὅπως λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης, ὁ συγγραφέας τῆς Κλίμακος, εἶχε κατέβει στὰ βάθη τῆς ψυχῆς, γνώριζε πολὺ καλὰ τὶς ἀντιδράσεις της καὶ ἰδιαίτερα τὴν καταστροφὴ ποὺ προξενοῦν τὰ πάθη καὶ οἱ κακίες τῶν μεγαλυτέρων στὴν ἀνέλιξη καὶ ἀνάπτυξη τῶν νεωτέρων.Καὶ ἤθελε αὐτὸς ὁ μακάριος ἄνδρας, νὰ μὴν πληγώσει, νὰ μὴν τσαλαπατήσει, νὰ μὴν σταυρώσει μὲ τιμωρίες τὰ παιδιά του ἀλλὰ νὰ τὰ ἀνυψώσει, νὰ τὰ ἀναπτερώσει, νὰ τὰ ἐμψυχώσει μὲ τὴ μέθη τῆς δικῆς του ἐν Χριστῷ ἀγάπης. Εἶχε βιώσει βέβαια αὐτὸ ποὺ λέγει ὁ πρύτανις τῶν ἀσκητῶν πατέρων ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος, ὅτι ἡ ἀγάπη εἶναι μέθη ψυχῇς καὶ ἔχει τὴν δύναμη νὰ μεθύσει καὶ τοὺς γύρω.

Κάποιος ἄλλος μαθητής του, ὁ Ν. Λούβαρης, θυμᾶται ὅτι προτιμοῦσε ὁ ἴδιος νὰ ὑποβάλλεται σὲ ἀσκήσεις, γιὰ παράδειγμα σὲ νηστεία, γιὰ νὰ μὴν τιμωρήσει τὸ ἀνώριμο εὔθραυστο βλαστάρι, τὸν ἱερὸ σπουδαστή του, ὅταν ἡ διάκριση, ποὺ ἄφθονη εἶχε, τὸν πληροφοροῦσε, ὅτι ἡ τιμωρία θὰ δημιουργήσει ἀπωθημένη ἐμπάθεια ἢ ψυχολογικὰ τραύματα. Καὶ δὲν πρέπει ἕνας ποιμένας, ἕνας ταγὸς νὰ κατατρύχεται ἀπὸ ψυχολογικὰ προβλήματα, ποὺ μπερδεύουν τοὺς γύρω του, καὶ ἐξουθενώνουν τὶς ψυχὲς καὶ δὲν τὶς ὁδηγοῦν στὴν ἐλευθερία «ᾗ Χριστὸς ἡμᾶς ἠλευθέρωσε». Ἀνελάμβανε ὁ ἅγιος του Θεοῦ, ὁ θεόπνευστος αὐτὸς παιδαγωγὸς πάνω του τὸ βάρος τῆς ἁμαρτίας τῶν παιδῶν του, γιὰ νὰ ἀνοίγει μπροστὰ τοὺς ὁ δρόμος τῆς προκοπῆς καὶ τῆς δημιουργίας καὶ ὄχι τῆς μιζέριας καὶ τῆς μικροψυχίας.

Πιθανῶς νὰ ὑπῆρξαν καὶ περιπτώσεις ποὺ ὁ ἅγιος νὰ μεταχειρίσθηκε καὶ τὴν παιδαγωγικὴ μέθοδο τῆς αὐστηρότητας, ὅταν οἱ περιστάσεις τὸ ἀπαιτοῦσαν. Κυριαρχοῦσε πάνω ἀπὸ ὅλα ἡ Ποιμαντική της ἀγάπης, τῆς καλωσύνης καὶ τῆς πατρικῆς ἐπισκοπῇς, θὰ λέγαμε γενναιοψυχίας.

Ὁ Ἰ. Φ. Κωνστανταράκης, μαθητὴς τοῦ ἁγίου Νεκταρίου, ἀναφέρει ὅτι οἱ ἱεροσπουδαστὲς εἶχαν νύχτα καὶ μέρα ἐνώπιόν τους ἕνα ἀρχέτυπο τελείου καὶ ὁλοκληρωμένου ἀνθρώπου.

Ἦταν φίλεργος καὶ πολυγραφότατος.

Ἔγραφε θεολογικὲς μελέτες.

Συνέθετε ὕμνους στὴν Κυρία Θεοτόκο ποὺ ὅταν τοὺς ἔψαλε, μεταρσιωνόταν καὶ μετέφερε πνευματικὸ ἐνθουσιασμὸ στοὺς μαθητές του.

Τὸ κήρυγμά του ἦταν πολὺ ἐποικοδομητικὸ καὶ στὸ ναὸ τῆς Σχολῆς καὶ σὲ πολλοὺς ἄλλους ποὺ τὸν καλοῦσαν.

Ἡ Λειτουργία του ἦταν μυσταγωγία καὶ συναγερμὸς ὅλου τοῦ ἐκκλησιάσματος πρὸς τὸν ἐν Τριάδι Κύριο.

Πρὸς τοὺς ἑτερόδοξους συμπεριφερόταν μὲ εὐγένεια καὶ καλωσύνη χωρὶς νὰ κρύβει κανένα σημεῖο τῆς Ὀρθοδόξου ὁμολογίας του.

Παράλληλα σημειώνει ὁ Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, ὁ μετέπειτα ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν, ποὺ τὸν διαδέχθηκε στὴν Διεύθυνση τῆς Σχολῆς, ἐνδιαφέρθηκε ὁ ἅγιος Νεκτάριος γιὰ τὸν κῆπο τῆς Σχολῆς, γιὰ τὴν εὔρυθμη λειτουργία ὅλων τῶν συνεργείων της, γιὰ τὴν ἀπρόσκοπτη Διεύθυνση καὶ τὸ ὅλο πολιτιστικὸ κλίμα της. Δὲν ἦταν δυνατὸ ὁ ἄνθρωπος ποὺ εἶχε ταξινομήσει παραδεισιακὰ τὰ ἐσωτερικὰ πνευματικά του ζητήματα, δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ μὴν ἐκφράσει αὐτήν του τὴν ἐσωτερική του χριστοαρμονία καὶ νὰ μήν τὴν ἀπεικονίσει ταπεινὰ ἀπὸ ὅλα του τὰ ἀγαπημένα πρόσωπα, σ᾿ ὅλα τὰ πράγματα γύρω του καὶ σ᾿ ὅ,τι ἄγγιζε.

Ἀποκορύφωμα καὶ ἀποκρυστάλλωμα τῆς ὅλης του ποιμαντικῆς δραστηριότητας ὑπῆρξε ἡ ἀνασύσταση τῆς Γυναικείας Ι. Μονῆς τῆς Ἁγίας Τριάδος, στὴν Αἴγινα. Ὅλο του τὸν μισθὸ ποὺ ἔπαιρνε ἀπὸ τὴν Ῥιζάρειο τὸν διέθετε γιὰ νὰ κτισθεῖ ἡ ἐρειπωμένη Ἱερὰ Μονὴ καὶ γιὰ νὰ συντηροῦνται οἱ μοναχὲς τῆς ἀδελφότητας.

Ἐνδιαφερόταν νὰ γίνει ἕνα ὡραῖο ἐκκλησιαστικὸ οἰκοδόμημα, ὅπως καὶ ἔγινε, γιὰ νὰ στεγάσει ἕνα ἱερὸ ἡσυχαστήριο καὶ φροντιστήριο Ὀρθοδόξου μοναστικῆς εὐσεβείας. Εἶχε ἀγαπήσει μὲ πάθος ἀπαθὲς, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης, τὴν φιλανθρωπία καὶ χαιρόταν νὰ ξοδεύει τὸν μισθό του, τόσο γι᾿ αὐτὸ τὸν σκοπὸ ὅσο καὶ γιὰ περιπτώσεις φτωχῶν ἀνθρώπων, ποὺ τοῦ ζητοῦσαν βοήθεια. Ἦταν ἀχόρταγος στὸ νὰ δίνει, τόσο ποὺ μερικὲς φορὲς δὲν εἶχε τὰ ναῦλα του, γιὰ νὰ ἐπισκεφθεῖ τὴ μοναστικὴ ἀδελφότητα τῆς Ἁγίας Τριάδος ποὺ παρακολουθοῦσε πνευματικὰ καὶ τὴν καθοδηγοῦσε, ἐνῷ παράλληλα ἦταν διευθυντὴς στὴ Ριζάρειο.

Τὶς ἡμέρες τῶν διακοπῶν τοῦ Πάσχα, τῶν Χριστουγέννων καὶ τοῦ καλοκαιριοῦ ἔμενε στὴν ἱερὰ Μονὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ προσπαθοῦσε ἐφαρμόζοντας τοὺς αὐστηροὺς ἀσκητικοὺς ὅρους τοῦ Μ. Βασιλείου, νὰ ὀργανώσει φιλόθεα καὶ φιλάνθρωπα τὴν ἐσωτερικὴ ζωὴ τῆς ἀδελφότητας.

Εὐτυχῶς ποὺ μᾶς ἔχουν διασωθεῖ 136 ἐπιστολὲς τοῦ Ἁγίου, ποὺ ἔστελνε ἀπὸ τὴν Ριζάρειο στὴ μοναστικὴ ἀδελφότητα τῆς Ἁγίας Τριάδος. Μέσα σὲ αὐτὴ διακρίνεται ἡ λαμπρότητα καὶ ἡ ὡραιότητα τοῦ παρθενικοῦ του χαρίσματος ποὺ αὔξησε ὁ Χριστὸς ἑκατονταπλάσια μέσα του μὲ σύμφωνη τὴν ἀγαθὴ προαίρεσή του.

Ἐπίσης διακρίνεται ἡ πνευματικὴ, ἡ ἐν Χριστῷ ἀγάπη τοῦ ἁγίου πρὸς τὰ πνευματικά του τέκνα, τὶς μοναχές, μέσα στὶς ψυχὲς τῶν ὁποίων, ὅπως ὁ θεῖος Παῦλος, θέλησε νὰ μορφώσει τὸν Χριστὸ καὶ τὴ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ. Πρότυπό του στὴ φιλανθρωπία εἶχε τὸν ἅγιο Νικόλαο ποὺ ἀπὸ μικρὸς εἶχε ἀγαπήσει καὶ τὸν εἶχε προστάτη του.

Ὁ π. Θεόκλητος Διονυσιάτης τονίζει στὸ ὡραιότατο βιβλίο του «ὁ ἅγιος Νεκτάριος ὁ θαυματουργός» ὅτι μέσα στὶς ἐπιστολὲς αὐτὲς φαίνεται ἡ μεγάλη διάκριση ποὺ εἶχε ὁ ἅγιος. Σὲ κάθε μιὰ μοναχὴ δίνει τὶς κατάλληλες γι᾿ αὐτὴν ὁδηγίες, σεβόμενος τὰ προσωπικὰ ὅρια ἀντοχῆς της καὶ ἀνοίγοντάς της τὸν κατάλληλο δρόμο ποὺ θὰ ὁδηγήσει αὐτὴν πρὸς τὸν Σωτῆρα Χριστό, χωρὶς νὰ ἰσοπεδώνει τὸ πρόσωπο.

Ἤξερε πολὺ καλὰ αὐτὸς ὁ βαθυνούστατος ἐπίσκοπος πόσο σημαντικὸς εἶναι ὁ ρόλος τῆς γυναίκας μέσα στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Γι᾿ αὐτὸ χωρὶς νὰ ὑποτιμᾷ τὸ Μέγα Μυστήριο τοῦ γάμου, λέγει ὁ π. Θεόκλητος, ὅμως προσπαθεῖ νὰ καταρτίσει ἄριστα τὴ γυναικεία προσωπικότητα στὴν εὐσέβεια καὶ στὴν ἐν Χριστῷ ζωή, γιὰ νὰ ἔχει ἡ κοινωνία, τὰ δείγματα ἔστω, τῆς ἀληθινῆς χριστιανικῆς ζωῆς, σαρκωμένης στὰ πρόσωπα τῶν μοναζουσῶν. Μέσα σε αὐτὲς τὶς ἐπιστολὲς μποροῦν καὶ οἱ σημερινὲς Χριστιανὲς νὰ σπουδάσουν τὸ γνήσιο χριστιανικὸ φεμινιστικὸ κίνημα, ποὺ συνοψίζεται στὴν ἐν Χριστῷ ὑπακοή, στὸ ὑπάκουο κλίμα της καὶ στὴν ἀτμόσφαιρά της.

Καὶ στ᾿ ἀλήθεια πέτυχε ὁ ἅγιος τοῦ Θεοῦ νὰ φυτεύσει καὶ μετὰ τὴν παραίτησή του ἀπὸ τὴν Ριζάρειο, μένοντας κοντά τους, νὰ καταρτίσει τὴ μοναστικὴ αὐτὴ ἄμπελο τῆς ἱερᾶς Μονῆς τῆς Ἁγίας Τριάδος, ποὺ ἡ ζωὴ καὶ ἡ ἀκτινοβολία της συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Τὸ καλοκαῖρι τοῦ 1898 ἔκανε περιοδεία προσκυνηματικὴ στὸ Ἅγιον Ὄρος. Πῆρε εὐλογίες ἀπὸ τὸ Περιβόλι τῆς Παναγίας, ἔδωσε ὅμως καὶ ἀπὸ τὸ ταμεῖο τῶν δικῶν του θησαυρῶν στοὺς μοναχοὺς ποὺ μὲ πολλὴ χαρὰ τὸν καλοδέχθηκαν καὶ ξεχωριστὰ τίμησαν ἐπίσημα τὸν ταπεινόφρονα ἱεράρχη. Ἡ ἐπικοινωνία του μὲ ἁγίους μοναχοὺς, ὅπως τὸν π. Δανιὴλ Κατουνακιώτη, τὸν συνέδεσε πνευματικὰ μὲ τὸ Ἅγιον Ὄρος, ἔτσι ὥστε ἐπιστρέφοντας στὸν κόσμο, νὰ εἶναι ἕνας ἁγιορείτης ἐκτὸς Ἁγίου Ὄρους καὶ μέσα στὴν ὑπακοὴ τῆς δικῆς του, ἂς ποῦμε δικῆς του, μονῆς.

Ἀφήσαμε μία πτυχὴ τῆς ζωῆς του τελευταία. Σκόπιμα. Γιὰ νὰ τὴν τονίσουμε. Βέβαια ἀπὸ ὅσα μέχρι τώρα ἔχουμε ἀναφέρει διαφαίνεται ὁλοκάθαρα.

Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος ἦταν ἕνας χαρισματοῦχος πνευματικός.

Αὐτόπτης μάρτυς μοῦ ἀνέφερε ὅτι τὸν εἶδε νὰ εἰσέρχεται στὸ ἱερὸ βῆμα, νὰ φορᾷ τὸ πετραχῆλι του καὶ νὰ πηγαίνει νὰ κατασπάζεται τὸν ἐσταυρωμένο καὶ νὰ κλαίει. Μετὰ ἀπὸ αὐτὴν τὴ μυσταγωγικὴ καὶ κατανυκτικὴ προετοιμασία προσφερόταν νὰ βοηθήσει στὸ Μυστήριο τῆς Ἱ. Ἐξομολογήσεως ὄχι μόνο τὶς μοναχὲς ποὺ πρωτύτερα ἀναφέραμε, ὄχι μόνο τους ἱεροσπουδαστές του, ἀλλὰ καὶ τὸν κοσμάκη ποὺ συνέρρεε γιὰ νὰ ἀποθέσει τὸν βαρὺ κλοιὸ καὶ φόρτο τῆς ἁμαρτίας.

Ἰκανότατος στὸν ποιμαντικὸ διάλογο, ἀμέσως ἀποσποῦσε τὴν ἐμπιστοσύνη τοῦ ἐξομολογουμένου. Πρόσωπο μὲ πρόσωπο ὁ πνευματικὸς πατέρας μὲ τὸν πνευματικὸ υἱὸ ἢ τὴν πνευματικὴ θυγατέρα, μποροῦσε μὲ τὴν δύναμη τοῦ Τελεταρχικοῦ καὶ ζωοποιοῦ Πνεύματος καὶ μὲ τὴν ἀπάθεια τῆς ἄσπιλης καὶ ἀμόλυντης ψυχῆς του, νὰ ἀνασπᾷ ἀπὸ τὴν ἄβυσσο τὸ ναυαγημένο καράβι, ὅπως σοφότατα περιγράφει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης. Μέσα στὸ κλίμα τῆς ἐν Χριστῷ θερμῆς καὶ ἁπλῆς ἀγάπης, μποροῦσε μοναδικὰ νὰ ἐκφρασθεῖ καὶ εἰλικρινὰ νὰ ἐξαγορευθεῖ ὁ ἁμαρτωλὸς καὶ φιλόστοργα νὰ ἐμφυσήσει τὴν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ τὴν ἄφεση ὁ χαρισματοῦχος πνευματικὸς Πατήρ.

Τέλος ἡ ἀγαθὴ Πρόνοια τοῦ Θεοῦ οἰκονόμησε ἔτσι τὴ ζωὴ τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου, ὥστε παραιτούμενος ἀπὸ τὴν Ριζάρειο νὰ ἀποσυρθεῖ στὴν Ἱερὰ Μονὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος, νὰ βοηθήσει ἀποφασιστικὰ στὴν ὀργάνωση τοῦ Κοινοβίου τῆς μέχρι τὸ 1920 ὁπότε καὶ παρέδωσε νικηφόρα τὴν ἁγία ψυχή του στὸν Κύριο.

Μὲ μία τόσο πλούσια καὶ ἐκλεκτὴ ποιμαντικὴ προσφορὰ μάνιασε ὁ δαίμονας τῆς συκοφαντίας. Ἄνθρωποι μικρόψυχοι, ἐξ ἰδίων κρίνοντες τὰ ἀλλότρια, κολλημένοι σὰ στρείδια στὰ πάθη τῆς ἀνηθικότητας, πρόβαλαν τὸν ἀβυσσαλέο ψυχικὸ ρύπο τοὺς στὸ πρόσωπο τοῦ ἁγίου. Τοὺς ἦταν ἀδιανόητος ὁ παρθενικὸς τρόπος ζωῆς, ὁ τρόπος ποὺ ὁ νέος Ἀδάμ, ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, ἐγκαινίασε μὲ τὸ παρθενικὸ πρόσωπό του στὴ νέα δική του δημιουργία, στὴν Ἐκκλησία του. Ἔπλασαν λοιπὸν μύθους, ἀπὸ τὸ βορβορῶδες ὑλικὸ ποὺ τοὺς χορήγησε ὁ μισόκαλλος καὶ προσπάθησαν νὰ σπιλώσουν, τὸν ἄσπιλο. Μαζί τους μπλέχθηκαν καὶ κάποιοι ἄλλοι «ἐκκλησιαστικοὶ ταγοί» ποὺ σὰν ἀφελεῖς καὶ ἀδόκιμοι στὴν κατὰ Χριστὸ ζωὴ, παρασύρθηκαν στὶς δεινὲς συκοφαντίες.

Ἀρνητικὸ ἦταν καὶ τὸ κοινωνικὸ-πολιτικὸ κλίμα τῆς ἐποχῆς ποὺ μισοῦσε τὰ μοναστήρια, ἐπηρεασμένο ἀπὸ βαυαρικὸ ἐπιτελεῖο ποὺ εἶχε ἐγκατασταθεῖ στὴν Ἑλλάδα καὶ προσπαθοῦσε νὰ τὴν «ἐκπολιτίσει». Δὲν μποροῦσαν μὲ κανένα τρόπο νὰ χωνέψουν πὼς ὁ Διευθυντὴς τῆς Ριζαρείου καταντᾷ στὸν καλογερικὸ τρόπο ζωῆς. Ἑβδομήντα δυὸ χρονῶν ἄνθρωπος πλέον ὁ Ἅγιος καὶ συκοφαντεῖται ἄσχημα. «Οὗτος τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν φέρει καὶ περὶ ἡμῶν ὀδυνᾶται», λέγει ὁ προφήτης Ἡσαΐας γιὰ τὸν Κύριό μας. Τὰ ἴδια συμβαίνουν καὶ στὸν Ἅγιο.

Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, ὑποστηρίζουν ὅτι τὸ ἀφορητότερο μαρτύριο γιὰ ἕναν ἀθῷο εἶναι ἡ συκοφαντία. Καὶ τὴν ἐπιτρέπει ὁ Κύριος στοὺς δικούς του γιὰ μείζονα τελείωση καὶ οὐράνια δόξα.

«Ὡστόσο ἡ χάρη πληθαίνει πάνω του καὶ ἐπαληθεύεται μὲ τὰ ποικίλα θαύματα ποὺ τελοῦνται μὲ τὰ ἁγιασμένα χέρια του καὶ τὶς διάπυρες εὐχές του. Ὁ ἴδιος ὅμως σωματικὰ κάμπτεται. Μία χρόνια προστατίτιδα ποὺ εἶχε, ἐπιδεινώνεται, γιὰ λίγο θεραπεύεται ἀπὸ τὴν Παναγία τὴν Χρυσολεόντισσα στὴν Αἴγινα ποὺ προσκύνησε, ἀλλὰ καὶ πάλι βάρυνε. Μεταφέρθηκε στὴν Ἀθήνα, στὸ νοσοκομεῖο Ἀρεταίειο, σὰν ἁπλὸς μοναχός, ἔμεινε δυὸ μῆνες καὶ ἐνῷ τὸν ἑτοίμαζαν οἱ γιατροὶ γιὰ ἐγχείρηση, παρέδωσε τὸ πνεῦμα τοῦ τὴ νύχτα στὶς 8 Νοεμβρίου 1920.

Ὁ Ἅγιος τοῦ αἰῶνα μας, ὅπως πετυχημένα τὸν ἀπεκάλεσε ὁ λογοτέχνης Σῶτος Χονδρόπουλος, στὰ τελευταῖα του ρίζωσε στὴν Ἱερὰ Μονὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος σάν Ἐλαία κατάκαρπος καὶ σὰν τὸ δένδρο τὸ πεφυτευμένον παρὰ τὰς διεξόδους τῶν ὑδάτων ὃ τὸν καρπὸν αὐτοῦ δώσει.

Καὶ ἔδωσε ἀναρρίθμητους καρποὺς στὴν Ἐκκλησία καὶ στὸ ἔθνος μας. Καὶ ἀπὸ ἐκεῖ μεταπήδησε στὴ ζωὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος ποὺ τόσο εἶχε λαχταρήσει.

Κάποιοι ὀνομάζουν τὸν Ἅγιο Νεκτάριο, Χρυσόστομο τοῦ αἰῶνα μας, τόσο γιὰ τὴν πολυσχιδῆ προσωπικότητά του, ὅσο καὶ γιὰ τὸ πλούσιο καὶ πολύμορφο ἔργο του.

Δὲν εἶναι καθόλου ὑπερβολικὸ νὰ συμφωνήσουμε μὲ αὐτὸν τὸν ὑψηλὸ χαρακτηρισμὸ καὶ τὴν ἐκλεκτὴ παρομοίωση, γιατὶ πράγματι ὁ Ἅγιος Νεκτάριος ὁλοκληρώθηκε σὲ μία καθολικὴ προσωπικότητα. Μολονότι μοναχὸς ἀρχικὰ καὶ ἀσκητής, μὲ αὐστηροὺς περιορισμοὺς καὶ μοναστικοὺς κανόνες, ὅμως τόσο πολὺ διευθύνθηκε ἡ προσωπικότητά του, ὥστε νὰ φθάσει στὰ μέτρα τῶν Μεγάλων Ἁγίων καὶ μάλιστα τὰ Χρυσοστομικά.

Ὁ Ἅγιος ἀφοῦ ἔλυσε ὁριστικὰ τὸ ὑπαρξιακό του πρόβλημα ἀνοίχθηκε μὲ τὴν σῴζουσα χάρη τοῦ ἐν Τριάδι Θεοῦ στὸν μεγάλο γάμο τῆς Ἐκκλησίας. Ξεκινώντας ἀπὸ τὸν Μοναχισμὸ ἔφθασε στὸν τελικὸ προορισμό, Θεανθρώπινο προορισμὸ ποὺ εἶναι ἡ ἕνωση μὲ τὸν Θεὸ καὶ τὴν ἐν Χριστῷ ἀδελφότητα.

Κατάκτησε χαρακτηριστικὰ καὶ βίωσε τὸν μυστικὸ Γάμο τῆς ψυχῆς του μὲ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, στὴν ὁποία καὶ ὁλόψυχα καὶ ἀφιερώθηκε.

Λειτουργὸς μὲ φλόγα πύρινη, φιλοστοργικότατος καὶ διακριτικότατος πνευματικὸς Πατὴρ, ὑψιπέτης Θεολόγος, συγγραφέας ὄχι κοινός, θεόπνευστος,ἱεροκήρυκας, παιδαγωγὸς ἄριστος, θαυματουργὸς καὶ ἐν ζωῇ καὶ μετὰ θάνατον, κοινωνικὸς ἐργάτης καὶ βαθὺς καὶ ἀκαταπόνητος. Καλλιεργητὴς ἱερατικῶν κλήσεων καὶ τὸ κυριώτερο, θεόπτης τοῦ ἀκτίστου θαβωρίου φωτός, προσέφερε ἄπειρες εὐεργεσίες στὸ Ὀρθόδοξο Νεοελληνικὸ ἔθνος μας. Δυνατὸ πρότυπο γιὰ ὅλους μας, κληρικοὺς καὶ λαϊκοὺς καθηγητὲς καὶ ἱεροσπουδαστὲς, τὸν τιμᾶμε, Αὐτὸν τὸν ἔνθεο θεράποντα τοῦ Χριστοῦ καὶ ἐξαιτούμεθα τὶς διάπυρες εὐχές του πρὸς τὸν Κύριο.

Γιὰ νὰ δώσει προφητικὴ καὶ Τριαδικὴ Ἱερωσύνη κατ᾿ εἰκόνα καὶ ὁμοίωσιν τοῦ Ἁγίου Ἱεράρχου, Λαὸ μὲ φωτόμορφα καὶ θεοφώτιστα τέκνα τῆς ζωντανῆς Ἑλληνορθοδόξου Ἐκκλησίας.

Καὶ τὸ κυριώτερο, τὴ νέα γενιὰ παραλαμβάνουσα μετὰ φόβου Θεοῦ καὶ ἀγάπης, τὴν ὁλοζώντανή μας Θεανθρώπινη παράδοση, μὲ τὶς πανάγιες εὐχὲς τοῦ ἐν ἁγίοις ἐνδόξου πατρὸς ἡμῶν Νεκταρίου ἐπισκόπου Πενταπόλεως τοῦ θαυματουργοῦ.

Αγίου Νεκταρίου Ο βίος καί τά βιώματα τού Αγ. Νεκταρίου

Η εκκλησία μας σήμερα τιμά αδελφοί μου, πανηγυρικά τιμά τη μνήμη του Αγίου Νεκταρίου, Επισκόπου Πενταπόλεως του θαυματουργού.
Ασκήτευσε στην Αίγινα και το 1920 ίδρυσε την Ιερά Μονή, τη γνωστή σημερινή Ιερά Μονή της Αγίας Τριάδος.
Από μικρός ο Άγιος υπήρξε αγνός και καθαρός.
Στις σπουδές του άριστος μαθητής, φοιτητής, ακαδημαϊκός, και στη προσωπική του ζωή όσιος.
Στη μοναχική που καθιέρωσε, υπήρξε μάρτυς του πόνου, και του αναιμάκτου μαρτυρίου της συνειδήσεως.
Σαν διδάσκαλος και ιεροκήρυκας υπήρξε προφήτης και απόστολος.
Μέσα στην ιεροσύνη και ως διάκονος και ως πρεσβύτερος, και ως επίσκοπος υπήρξε μια συνεχή προσφορά θυσίας, προς τον αμαρτωλό άνθρωπο.
Ύστερα από τον άδικο κατατρεγμό του, και την εξορία του από την Αλεξάνδρεια, εδώ στην Ελλάδα, κατάφερε με την δύναμη και τη Χάρη του Χριστού μας, να διδάξει στη πατρίδα μας την αληθινή βιωματική μυστική ζωή της ορθοδόξου εκκλησίας, δηλαδή να ξεχωρίσει από τον παρωχημένο σκοταδισμό και τις δυσειδαιμονίες της εποχής του, την ατόφια διδασκαλία τη μυστική, της εκκλησίας της ορθοδόξου.
Να αναγεννήσει λίγο το πνεύμα του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, και να ξαναφέρει στην επιφάνεια τα θέματα περί προσευχής.
Αφού ξεχώρισε ο Άγιος κατά πρώτον λόγον τον άνθρωπο, από τον χριστιανό άνθρωπο,
- εννοείται βέβαια με τα κηρύγματα και τα γραπτά του κείμενα – κατόπιν ζωγράφισε τον χριστιανό.
Πώς είναι με το κάθε πάθος χωριστά, και πως είναι όταν κοσμείται από τις αρετές του Θεού.
Και τέλος δίδει και τον χριστιανό, που κατακτάται ολόκληρος από τη θεία χάρη.
Όλα αυτά περιγράφονται άριστα σε ένα βιβλίο του, που το κυκλοφόρησε ως «Γνώθι σ’αυτόν».
Είναι αυτό που έλεγε ο Απόστολος Παύλος και το οποίον είπε και το σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα, «Ζώ δε ουκέτι εγώ, Ζεί δε εν εμοί Χριστός».

Στην καρδιά μας, όχι ο άνθρωπος που αγαπάμε, σύζυγος, παιδιά, γονείς, αδέλφια, αλλά ο ΧΡΙΣΤΟΣ.
Πρώτα ο Χριστός και ύστερα ο αγαπημένος ή η αγαπημένη.
Αγάπη στον πρώτον, τον Θεόν, εξ όλης ψυχής, καρδίας, ισχύος, διανοίας, αλλά και αγάπη στον δέυτερον ως σεαυτόν, δηλαδή να τον αγαπάς όπως τον εαυτόν σου και τίποτα περισσότερο.
Στην καρδιά μας ο Χριστός και όχι ο χρυσός.

Η προτεραιότητα, μας συμβουλεύει ο Άγιος Νεκτάριος, είναι ο Χριστός, το Άγιον θέλημά Του, η εκκλησία και τα μυστήριά της, και ύστερα ακολουθούν οι κοσμικές γνώσεις, η καριέρα, το επάγγελμα, και να προχωρήσουμε λίγο παρακάτω στην αμαρτωλή εξουσία και δύναμη, στις επιστήμες, στον αμαρτωλό πλούτο, στην παλικαριά, στην πρωτιά, στην διεστραμμένη τέχνη, στην τελειομανία και τόσα άλλα που μας απομακρύνουν απ' το Χριστό.
Και όταν βασιλεύσει ο Χριστός και η ειρήνη στην καρδιά μας, τότε την πλούσια αυτή ευλογία, απλόχερα την δίνουμε στον άνδρα μας, στη γυναίκα μας, στα παιδιά μας, στους γονείς μας και στον κάθε πλησίον.
Αυτόν τον πλούτον, της θείας χάριτος, που έχει και κοσμεί τη καρδιά μας, ΕΥΚΟΛΑ εμείς την μοιράζομε, τη δίνουμε, η την μοιραζόμαστε αν θέλετε, με τον σύντροφο της ζωής μας, και την οικογένειά μας και με τον κάθε συνάνθρωπό μας.
Σε ασύγκριτο βαθμό, τον σκορπούσε αυτόν τον πνευματικό πλούτο, της θεία χάριτος, ο Άγιος Νεκτάριος, στο πλήρωμα της εκκλησίας, πολύ δε περισσότερον ως διευθυντής της Ριζαρείου Σχολής, στους σπουδαστές της, καθώς αργότερα και στις μοναχές της Ιεράς Μονής Αγίας Τριάδος
που ίδρυσε ο ίδιος στην Αίγινα.

Χριστιανοί μου,
η ζωή του Αγίου Νεκταρίου από τότε που έγινε επίσκοπος Πενταπόλεως, ήτο γεμάτη πίκρες, φθόνους, συκοφαντίες, προδοσίες, εξορίες, κατατρεγμούς, πειρασμούς και θλίψεις, και αρρώστιες πολλές.
Διαβάστε το βίο, κυκλοφορούν σε πολλά φυλλάδια και θα τον δείτε και θα θαυμάσετε.
Αλλά και η ΥΠΟΜΟΝΗ του όμως, ήτο απροσμέτρητος, Ιώβειος, αγόγγυστος, και Αγία, γι αυτό και ήτο όλος φώς, και όλος δόξα, και αυτό το φώς δεν ήτο ένας απλός φωτισμός του νου.
Αλλά άκτιστον ουράνιον φώς, που τον κάλυπτε ορατά ολόκληρον, και τον γέμιζε από ειρήνη, αγάπη, δόξα και δύναμη πίστεως, αυτήν που χρειαζόμαστε, στις δύσκολες ημέρες που έρχονται, όποιες κι αν είναι αυτές.
Το άκτιστον φώς, ως ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, πηγάζει μέσα από τις ΚΑΘΑΡΕΣ καρδιές, διότι μέσα σ’ αυτήν βασιλεύει ο Χριστός, ΕΝΤΟΣ ΗΜΩΝ η βασιλεία του Θεού, βεβαιώνει ο ίδιος ο Κύριος στην Αγία Γραφή, όπου ο Χριστός εκεί και το ανέσπερον, άκτιστον φώς, όπου ο Χριστός εκεί και ο Παράδεισος, εκεί και η βασιλεία Του.
Στον Άγιο Νεκτάριο, καρδιά και νους, ήταν ένα πράγμα, γι αυτό, επαναλάμβανε συχνά, «ζεί δε εν εμοί Χριστός, ζώ δε ουκέτι εγώ, ζεί δε εν εμοί Χριστός».

Όταν το 1962 μ' αξίωσε ο Θεός και πήγα για πρώτη φορά στον Άγιο Νεκτάριο, μόλις είχε αγιοποιηθεί, πρίν ένα χρόνο, δύο, συνάντησα εκεί, μια μοναχή Θεοδώρα, η οποία μάλιστα μας είχε και η ίδια, αγιογραφήσει τον Άγιο Νεκτάριο, όπως ακριβώς ήταν, όπως ήταν, -την έχουμε αυτήν την εικόνα, -
εκείνη η ευλογημένη ψυχούλα η μοναχή, μου εκμυστηρεύτηκε κάτι, αχ πάτερ μου λέει,
"Τι απέραντη ουράνια και ακατάληπτη ευτυχία, με καταλαμβάνει σε κάθε Θεία Λειτουργία του Αγίου, όταν βεβαιώνεται, ότι ακουμπάει η ψυχή μου, πνευματικά ακουμπάει η ψυχή μου στο στήθος του Χριστού, μέσω του Αγίου, ως άλλος αγαπημένος μαθητής απόστολος και Ευαγγελιστής του Κυρίου, Ιωάννης… "
Και ρώτησα εγώ, "και πώς γίνεται αυτό", -μεσάνυχτα εγώ τότε από τέτοια πράγματα-, να, μας έμαθε να λέμε και το Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με.
Όταν λοιπόν από τις πολλές φορές που το λέγω στη Θεία Λειτουργία, χωρίς να το καταλάβω, από μόνο του το κεφάλι μου γέρνει αριστερά, και σκύβει σκύβει και ακουμπά προς το μέρος της καρδιάς, όπως ακριβώς, διδάσκεται και η εφαρμογή, η πρακτική εφαρμογή της νοεράς προσευχής.
Και άλλοτε το βιώνω, το ίδιο πράγμα νοιώθω δηλαδή εκείνη τη στιγμή που γέρνει, το κεφάλι μου προς το μέρος της καρδιάς, γέρνει η ψυχή μου και ακουμπά στο στήθος του Κυρίου.
Και άλλοτε αυτό το βιώνω, στη Θεία Κοινωνία όταν επιστρέφω στη θέση μου.

Για κοιτάξτε τώρα ένα παράξενο πράγμα, την Κυριακή του Αγίου Δημητρίου, μια ψυχή από σάς, -είναι εδώ,- δε λέω άνδρας γυναίκα, λέω μόνο μια ψυχή, μετά τον καθαγιασμό των Τιμίων Δώρων, είδε λοιπόν γύρω μας, εδώ μέσα στο ναό, να παρευρίσκονται, -η ψυχή εννοεί,- όχι τα μάτια, όχι τα σωματικά μάτια, η ψυχή ένοιωσε την ώρα που έλεγε την ευχή και είχε κλειστά τα μάτια, ότι γέμισε από τους Αποστόλους, τον Πέτρο, τον Παύλο, τον Ιωάννη, τον Ιάκωβο, τον Ανδρέα και άλλους.
Επίσης τον Άγιο Νεκτάριο, τον Άγιο Νικόλαο, τον Άγιο Ιωάννη το Χρυσόστομο, τον Μέγα Βασίλειο, τον Άγιο Χαράλαμπο, και άλλους πολλούς. Επίσης τον Άγιο Γεώργιο, πρώτα βέβαια τον Άγιο Δημήτριο, ήταν και του Αγίου Δημητρίου, τον Άγιο Στέφανο, τον Άγιο Μηνά, τον Άγιο Αρτέμιο και άλλους …
Εκατομμύρια μαρτύρους, μαζί με την Αγία Βαρβάρα, την Αγία Αικατερίνη την Αγία Παρασκευή, την Αγία Ειρήνη και άλλους και άλλους και άλλους …
Επίσης αισθάνθηκε και ολόκληρον τον αόρατο κόσμο, των αγγέλων και αρχαγγέλων, Χερουβείμ και Σεραφείμ, Θρόνων και Κυριοτήτων, και πάνω από όλους την Υπεραγία Θεοτόκο.
Εκείνη τη στιγμή, είδε να φεύγουν από δω μπροστά, κάτι παιδάκια, τα οποία τα αναγνώρισε γιατί ήταν εδώ καθισμένα, Ήταν η Λυδία της Ξένιας, ήταν ο Στέφανος ο δικός μου και ο Μηνάς, ήταν ο Μιχαλάκης του κυρίου Κώστα, και της Θυμίας, ήταν ο Τιμόθεος του κυρίου Λευτέρη, ήταν η Δήμητρα, -πού είναι η Δήμητρα;- , ήταν η Γεωργία της κυρίας Νίκης, ήταν μια Μαρία και άλλοι.
Τα οποία φύγαν όλα μαζί άνοιξε ο χώρος των ανδρών, εν μέσω των αποστόλων πήγαν στο θρόνο του Κυρίου, όπου εκάθητο ο Κύριος και έπεσαν στην αγκαλιά Του.
Τα παιδιά έπεσαν στην αγκαλιά Του, τα παιδάκια, τα άκακα, κάτω από δύο χρονών,
Δε θα θυμώνετε…
Αχ χριστιανοί μου πόσο θάθελα όλοι και εμείς, και σείς και μείς οι λειτουργοί του Υψίστου που σήμερα είμαστε τρείς, ο πατής Παναγιώτης, ο πατήρ Αντώνιος και εγώ ο βρωμερός, και ο καθένας χωριστά, να ένοιωθε, να ζήσει, να ζούσε, να βίωνε, με τρόπο καθαρά πνευματικό και ακατάλυπτο – ΟΧΙ ΜΕ ΤΟ ΜΥΑΛΟ – όχι με το νού, όχι με φαντασίες, όχι με ψευδοφάνιες,
όχι με ψευδοκαταστάσεις και ανατριχιάσματα, όχι, αλλά με ουράνια θεωρία, να μπορεί να βλέπει με τα μάτια της ψυχής του, την καρδιά του, να ακουμπά, στο θεανθρώπινο στήθος του Κυρίου μας, εδώ.
Και στη συνέχεια να καταφιλά, όπως εκείνα τα παιδάκια, που ακουμπούσαν στο στήθος Του, πώς όλα μαζί δεν ξέρω, και ύστερα άρχισαν να του φιλούν τα χεράκια και τα πόδια τα πανάχραντα του Κυρίου,
να μπορούσαμε και μείς νοερά, να το κάνομε αυτό όπως τόκανε στην πραγματικότητα και ο Μέγας Παϊσιος.
Θα αισθανόμασταν τότε ανέκφραστη μακαριότητα, "τι ευτυχία Θεέ μου" θα λέγαμε,
Δεν τα βιώνουμε όμως …
Να γιατί εκκλησιαζόμεθα, να γιατί εκκλησιαζόμαστε, Φύγαν όλοι οι νεαροί στην ηλικία των 14, 15, 16,
Τι πάς εκκλησία, αφού δε καταλαβαίνεις, πώς θα καταλάβει το ξερό σου το κεφάλι;
Αφού δε προσεύχεσαι.
Αφού σε όλη τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας, δε λές Χριστέ μου ελέησέ με, βοήθησέ με το σκοτισμένο μου μυαλό!
Σάμπως το λένε οι γονείς για τα παιδιά;
Εδώ βιώνουμε την ανθρώπινη τραγωδία μας, την αμαρτωλότητά μας, αλλά βιώνουμε όμως και την ελπίδα της σωτηρίας μας.

Αυτά πρόσφερε ο Άγιος Νεκτάριος σε κάθε Λειτουργία, στην Αγία Τριάδα στην Αίγινα, και όταν ο Άγιος λειτουργούσε, δεν συνέβαιναν μόνο αυτά που μου είπε και μου αποκάλυψε η αδελφή Θεοδώρα και το βρήκα ύστερα από 48 χρόνια αυτό το πράγμα γραμμένο σε ένα τριμμένο χαρτί, αλλά και στο Χερουβικό Ύμνο και στον καθαγιασμό των Τιμίων Δώρων, έμπαινε ολόκληρος μέσα σε ένα φώς, τόσο φώς που δεν τον έβλεπε η γερόντισσα Μαγδαληνή που ήταν διάκονος τότε του Αγίου Νεκταρίου σύμφωνα με την μαρτυρία.

Φοβερόν το μυστήριον, και όλο αυτό το μεγαλείο της αποκαλύψεως της θείας λαμπρότητος,
εισέρχεται μυστικά στις καρδιές όλων μας όσων τις έχουν ανοικτές.
Από τα απροσπέλαστα εκείνα μυστήρια των ουρανίων Θείων Λειτουργιών του Αγίου Νεκταρίου, είθε ο Άγιος να δίδει, να δωρίζει σε όλους εμάς που εκκλησιαζόμαστε σε κάθε ναό της χώρας, μετά φόβου Θεού, πίστεως, αγάπης, υπομονής και ταπεινού φρονήματος, λίγες στιγμές Θεέ μου, λίγες, λίγες, λίγες στιγμές, λίγα δευτερόλεπτα, μας φτάνουν, λίγα δευτερόλεπτα, έστω και πέντε, να μας χαρίσει τη θεία μακαριότητα που ζούσε εκείνος, μπροστά στην Αγία Τράπεζα όταν έκανε ή όταν έκανε προσευχή, με τη βεβαιωμένη ελπίδα ότι θα τύχουμε όλοι μας, την σωτηρία μας, δυνάμει του θείου ελέους και της Σταυρικής Του Θυσίας,

Αμήν. 

Δευτέρα, Νοεμβρίου 07, 2016

Αγιε Αγγελε, ο εφεστώς της αθλίας μου ψυχής και ταλαιπώρου μου ζωής, μη εγκαταλίπης με τον αμαρτωλόν...




Αγιε Αγγελε, ο εφεστώς της αθλίας μου ψυχής και ταλαιπώρου μου ζωής, μη εγκαταλίπης με τον αμαρτωλόν, μηδέ αποστής απ'εμού δια την ακρασίαν μου. Μη δώης χώραν τω πονηρώ δαιμόνι κατακυριεύσαι μου τη καταδυναστεία του θνητού τούτου σώματος. Κράτησον της αθλίας και παρειμένης χειρός μου, και οδήγησόν με εις οδόν σωτηρίας. Ναι, Αγιε Αγγελε του Θεού, ο φύλαξ και σκεπαστής της αθλίας μου ψυχής και του σώματος, πάντα μοι συγχώρησον, όσα σοι έθλιψα πάσας τα ημέρας της ζωής μου, και ει τι ήμαρτον την σήμερον ημέραν. Σκέπασόν με εν τη παρούση νυκτί και διαφύλαξόν με από πάσης επηρείας του αντικειμένου, ίνα μη εν τινι αμαρτήματι παροργίσω τον Θεόν. Και πρέσβευε υπέρ εμού προς τον Κύριον, του επιστηρίξαι με εν τω φόβω Αυτού, και άξιον αναδείξαι με δούλον της Αυτού αγαθότητος. αμήν

Άγιος Νεκτάριος: ο Άγιος της στοργής και της συγνώμης


Δεν θα παύση η Αγία του Χριστού Ορθόδοξος Εκκλησία, να αναδεικνύη αγίους έως της συντελείας του αιώνος. Χαίρει η Εκκλησία διά τους νεοφανείς αγίους, εξαιρέτως δε, διά το νέκταρ το γλυκύτατον της εναρέτου ζωής, το πολύτιμον σκεύος των δωρεών του Παναγίου Πνεύματος, τον Θεοφόρον Ιεράρχη, τον Άγιον Νεκτάριον επίσκοπον, Πενταπόλεως.Ο Άγιος του Θεού, γεννήθηκε την 1 Οκτωβρίου του 1846 στην Σηλυβρία της Ανατολικής Θράκης κι έλαβε το όνομα Αναστάσιος. Οι γονείς του ήταν ο Δημοσθένης Κεφάλας κι η Μαρία Κεφαλά. Η μητέρα του ήταν πολύ ευσεβής και όταν ο Άγιος ήταν πέντε ετών του δίδαξε τον ν' ψαλμό του Δαβίδ. Όταν ο Αναστάσιος έφθανε στον στίχο "διδάξω ανόμους τας οδούς σου" τον επαναλάμβανε πολλές φορές, σαν να ήξερε πόσο καθοριστικός θα ήταν ο ρόλος του αργότερα.
Για λόγους οικονομικούς αφού τελείωσε το Δημοτικό και το Σχολαρχείο στην πατρίδα του, έφυγε σε ηλικία δεκατεσσάρων χρονών για την Κωνσταντινούπολη, και προσελήφθη ως υπάλληλος σε συγγενικό κατάστημα με μόνη αμοιβή στέγη και τροφή. Παρά τις δύσκολες συνθήκες βρίσκει καταφύγιο στη μελέτη, τη μόνιμη στη ζωή του συντροφιά και, μάλιστα, όσα από τα ρητά τα θεωρούσε ωφέλιμα για τους αγοραστές του, τα σημείωνε στα περιτυλίγματα του καπνού. Αργότερα εργάστηκε ως παιδονόμος στο Αγιοταφικό Μετόχι της Πόλης, όπου διευθυντής ήταν ο θείος του. Αγαπούσε και συμμετείχε σχεδόν κάθε ημέρα στις εκκλησιαστικές ακολουθίες. Ο πόθος διά την Μοναχική Πολιτεία ήταν διακαής.
Το 1868 σε ηλικία είκοσι ετών φεύγει από την Πόλη και μεταβαίνει στην Χίο και υπηρετεί ως γραμματοδιδάσκαλος στο Λιθί, έως το 1873, όπου προσέρχεται στην Νέα Μονή και μετά από τριετή δοκιμασία λαμβάνει στις 7 Νοεμβρίου 1876 το αγγελικό σχήμα με το όνομα Λάζαρος. Στις 15 Ιανουαρίου (ημέρα της βαπτίσεώς του) το 1877 χειροτονείται διάκονος από τον μητροπολίτη Χίου, Γρηγόριο και μετονομάζεται σε Νεκτάριο. Στην Χίο φοιτά στο Γυμνάσιο, αλλά ο σεισμός του 1881 τον αναγκάζει να έρθει στην Αθήνα, όπου στο Βαρβάκειο δίνει τις απολυτήριες εξετάσεις, ως κατ' οίκον διδαχθείς και παίρνει το απολυτήριο.Το 1881 ταξιδεύει στην Αλεξάνδεια, όπου συναντά τον πατριάρχη Σωφρόνιο, ο οποίος τον παροτρύνει να σπουδάσει στο πανεπιστήμιο, κάτι που γίνεται εφικτό με την οικονομική υποστήριξη των αδελφών Χωρέμη. Το 1882 πήρε την υποτροφία του κληροδοτήματος Α.Γ. Παπαδάκη. Πήρε το πτυχίο του τον Οκτώβριο του 1885 με βαθμό "καλώς".
Στις 23 Μαρτίου του 1886 χειροτονείται πρεσβύτερος από τον Αλεξανδρείας Σωφρόνιο. Στις 6 Αυγούστου του ιδίου έτους χειροθετείται Μέγας Αρχιμανδρίτης και Πνευματικός και τοποθετείται στην Πατριαρχική Αντιπροσωπεία Καΐρου. Εργάζεται συνεχώς με ζήλο και αυταπάρνηση. Η Εκκλησία της Αλεξανδρείας τον αμείβει με το ύπατο αξίωμα. Στις 15 Ιανουαρίου του 1889 χειροτονείται μητροπολίτης Πενταπόλεως, στον Άγιο Νικόλαο Καΐρου (ο οποίος ανακαινίστηκε ριζικώς υπό του Αγίου), από τον Πατριάρχη Σωφρόνιο, τον πρώην Κερκύρας Αντώνιο και τον Σιναίου Πορφύριο. Ως μητροπολίτης συνέχισε να ασκεί τα ίδια καθήκοντα, χωρίς μάλιστα να πληρώνεται, λόγω της δεινής οικονομικής κατάστασης του Πατριαρχείου. Έλαβε ενεργό μέρος για τις εκδηλώσεις της 50ετηρίδος της αρχιερατείας του ευεργέτη και προστάτη του Πατριάρχη, που έμελλε να γίνει διώκτης του. Με μεγάλη ταπείνωση δέχτηκε το αξίωμα της αρχιερωσύνης και είναι αξιοσημείωτο να αναφέρωμεν τι έλεγε προς τον Κύριο: "Κύριε διατί με ανύψωσες εις τοσούτον μέγα αξίωμα; Εγώ σου εζήτησα να γίνω μόνον Θεολόγος κι όχι Μητροπολίτης. Εκ νεαράς ηλικίας Σου εζήτησα να γίνω ένας απλός εργάτης του Θείου Λόγου Σου, και Συ, Κύριε, τώρα με δοκιμάζεις με τόσα πράγματα. Αλλ' υποτάσσομαι, Κύριε, εις το θέλημα Σου, και δέομαι: καλλιέργησε εντός μου την ταπεινοφροσύνην και τον σπόρον των λοιπών αγίων αρετών, δι' ων τρόπων γνωρίζεις, και αξίωσόν με να ζήσω πάσας τας επί γης ημέρας μου συμφώνως προς τους λόγους του μακαρίου Παύλου, όστις λέγει: "Ζω Δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός". Και ο Κύριος εισάκουσε τη δέηση του ταπεινού Ιεράρχου. Οι αρετές του Αγίου διεδόθηκαν παντού και όλοι μιλούσαν με θαυμασμό για το θησαυρό που τους χάρισε ο Θεός. Όμως ο δημιουργός της κακίας, ο διάβολος, δεν άργησε να κάνει την εμφάνισή του. Πράγματι κάποιοι φιλόδοξοι κληρικοί που είχαν εισχωρήσει στο περιβάλλον του ενενηντάχρονου Πατριάρχη διέβαλαν τον Άγιο ότι δήθεν ξεσηκώνει το λαό και επιδιώκει να αναλάβει τον Θρόνο της Αλεξανδρείας. Μάλιστα υπαινίχθησαν και ηθικές παρεκτροπές του δικαίου Νεκταρίου. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την παύση του Αγίου από τη Διεύθυνση του Πατριαρχικού Γραφείου και … του επέτρεπαν να λαμβάνει μέρος τροφής εν τη κοινή τραπέζη μετά των ιερέων και να διαμένει στο οίκημα της Πατριαρχικής Επιτροπείας. Μετ' ολίγον αποπέμπεται από την Αίγυπτο με την αιτιολογία "μη δυνειθείς να εξοικειωθή προς το κλίμα της Αιγύπτου". Μάταια ζήτησε να συναντήσει τον Πατριάρχη. Οι πιστοί εθλίβησαν που στερήθησαν τον "συμπαθέστατον των Αρχιερέων και τον αγαθώτατον και δραστηριώτατον των κληρικών".
Εδέχθη ο θείος πατήρ την αδικίαν ταύτην και πικρή δοκιμασία εν πολλή ευχαριστία προς τον Κύριον και ανεχώρησε από την Αίγυπτο κι ήλθε στην Αθήνα το 1889, χωρίς χρήματα και απογοητευμένος αναζητώντας εργασία, αδυνατώντας να πληρώσει ακόμη και τα ενοίκια στην Νεάπολη (Εξάρχεια). Μετά από αγώνες καταφέρνει να πάρει μία θέση ιεροκήρυκος στην Εύβοια. Τον Ιούλιο του 1893 μετατίθεται στην νομό Φθιωτοφωκίδος όπου εργάζεται ακάματα για μόλις έξι μήνες, αφήνοντας άριστες εντυπώσεις. Τον Μάρτιο του 1894 αναλαμβάνει τη διεύθυνση της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής. Εργάζεται με ζήλο Θεού για την εμφύτευση του ιερού ζήλου της ιεροσύνης στους ιεροσπουδαστές του, αλλά και την επαγγελματική τους αποκατάσταση, την αναμόρφωση του αναλυτικού προγράμματος της σχολής, ακόμη και για την καλυτέρευση του φαγητού και την άθληση. Κατάφερε να χορηγούνται τέσσερις υποτροφίες κάθε χρόνο για μαθητές προερχόμενους από τη Μικρά Ασία. Το κυριότερο είναι ότι αποτελεί για αυτούς ένα ζωντανό παράδειγμα. Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στη λατρευτική ζωή και ανέδειξε ως λατρευτικό κέντρο το ναό του Αγίου Γεωργίου της Ριζαρείου και τη σχολή πνευματικό ίδρυμα προσκαλώντας επιστήμονες να δίνουν διαλέξεις. Η προσευχή του ήταν το σημαντικότερο λίπασμα για την άνθηση της σχολής. Παράλληλα ασκούσε και λειτουργικό, κηρυκτικό, εξομολογητικό και φιλανθρωπικό έργο. Σχετίζεται με τον παπα-Πλανά και παίρνει μέρος στις αγρυπνίες στο εκκλησάκι του Αγίου Ελισαίου όπου έψαλαν οι Παπαδιαμάντης και Μωραϊτίδης. Τον Ιούλιο του 1898 επισκέπτεται για πρώτη φορά το Άγιο Όρος. Διέμεινε για ένα μήνα και επισκέφτηκε τα κυριότερα μοναστήρια και σκήτες. Συνδέθηκε ιδιαίτερα με τον Γέροντα Δανιήλ με τον οποίο διατήρησε μία πολύχρονη φιλία. Επίσης συνεδέθη με τον π. Ιερώνυμο Σιμωνοπετρίτη ο οποίος αργότερα διαδέχθηκε τον Άγιο Σάββα της Καλύμνου στην πνευματική καθοδήγηση της μονής στην Αίγινα. Το επόμενο καλοκαίρι (Αύγουστος 1898) ταξίδεψε στην Κωνσταντινούπολη και την γενέτειρά του Σηλυβρία. Είχε την ευκαιρία να προσκυνήσει την εικόνα της Παναγίας της Σηλυβριανής και τους τάφους των γονέων του. Το 1904 έγινε πραγματικότητα η επιθυμία του για ίδρυση γυναικείας μοναστικής αδελφότητος, αρχικά αποτελουμένης από τέσσερις αδελφές. Ο Άγιος δεν έπαυε να τις κατευθύνει πνευματικά, να τις στηρίζει ηθικά και οικονομικά. Στις 7 Φεβρουαρίου του 1908 υπέβαλε την παραίτησή του από τη διεύθυνση της Ριζαρείου λόγω ασθενείας.
Αφοσιώνεται στην καθοδήγηση των μοναχών, στην ανοικοδόμηση της μονής, στη συγγραφή και στην πνευματική και οικονομική στήριξη των αδυνάτων κατοίκων του. Οι δοκιμασίες όμως δεν σταμάτησαν. Για ποικίλους λόγους η επίσημη αναγνώριση της μονής δεν ήλθε παρά μόνο όταν ο Άγιος είχε κοιμηθεί. Επιπλέον, κατηγορήθηκε για ανηθικότητα από τη μητέρα μίας κοπέλας που κατέφυγε στη μονή να μονάσει. Όλες αυτές τις δοκιμασίες τις βίωνε με απόλυτη εμπιστοσύνη στο Θεό και είναι χαρακτηριστικό πως μία από τις προσφιλείς ασχολίες του ήταν η φιλοτέχνηση σταυρών στους οποίους έγραφε "Σταυρός μερίς του βίου μου".        Η υγεία του Αγίου ήταν πάντα εύθραυστη. Από τις αρχές του 1919 η πάθηση του προστάτη άρχισε να επιδεινώνεται. Μετά από παράκληση των μοναχών εισάγεται στις 20 Σεπτεμβρίου στο Αρεταίειο νοσοκομείο των Αθηνών, όπου νοσηλεύτηκε για πενήντα ημέρες. Την Κυριακή 8 Νοεμβρίου του 1920, προς το μεσονύκτιο παρέδωσε πλήρης ουρανίου γαλήνης την μακαρία ψυχή του εις χείρας Θεού ζώντος, τον οποίο αγάπησε εκ νεότητος και δι' όλου του βίου εδόξασεν, σε ηλικία 74 ετών. Το τίμιο λείψανο του Αγίου ευωδίαζε και ευώδες μύρον έκβλυζε από το πρόσωπό του. Αυθημερόν μεταφέρθηκε στην Αίγινα, στο Μοναστηράκι του κι εψάλη η εξόδιος ακολουθία και ετάφη εν συρροή κλήρου και λαού.
Ο τάφος του ανοίχτηκε επανειλημμένα κατά τα επόμενα χρόνια και για είκοσι και πλέον έτη το σώμα του ήταν σώον και αδιάφθορον, εκχέον την άρρητον ευωδίαν της αγιότητος ως μυροθήκη του Αγίου Πνεύματος. Αλλ' ύστερον διελύθη, κρίμασιν οις οίδεν ο Θεός, ως διελύθησαν πολλά αδιάφθορα λείψανα αγίων. Στις 2 Σεπτεμβρίου του 1953 έγινε η ανακομιδή των χαριτόβρυτων λειψάνων του, υπό του Μητροπολίτη Ύδρας Προκοπίου, παρισταμένων και άλλων κληρικών, μοναχών και πλήθους λαού. Μια άρρητη ευωδία πλημμύρισε την περιοχή. Το 1961 έγινε η επίσημος αναγνώρισις του Αγίου από το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
"Μέγας ο Κύριος ημών και της μεγαλοσύνης Αυτού ουκ έσται πέρας, ο δοξάζων τους δοξάσαντας αυτού" ως αψευδώς επηγγήλατο. Όντως ο Άγιος Νεκτάριος είναι ο Άγιος του αιώνος μας, ο γλυκύς, ο πράος, ο ανεξίκακος, ο ταπεινός και διά τούτο έλαβε και λαμβάνει τόση χάρη από τον Κύριος της Δόξης. Ο συμπαθής Άγιος να παρέχει ενί εκάστω, εν παντί και πάντοτε την πατρική και σωστική αντίληψίν του και βοήθειαν. Αμήν.

Πηγή:εδώ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...