Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Μαΐου 28, 2011

Κυριακή του Τυφλού π.'Άγγελος Σπυρόπουλος

undefinedΤο ερώτημα των μαθητών προς το Χριστό μπροστά στον εκ γενετής τυφλό είναι εύλογο: «διδάσκαλε, ποιος αμάρτησε και γεννήθηκε αυτός τυφλός, ο ίδιος ή οι γονείς του;»
Οι μαθητές τού Κυρίου είχαν ανατραφεί με το πνεύμα τής Παλαιάς Διαθήκης και είχαν διδαχθεί πως το κακό έρχεται ως τιμωρία από τον ίδιο το Θεό.
Η αντίληψη αυτή ήταν εσφαλμένη, γιατί ήδη οι Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης κήρυτταν με σαφήνεια ότι ο Θεός είναι «απείραστος κακών». Είχε όμως επικρατήσει.
Αργότερα ο Απ. Παύλος, μαθητής και ο ίδιος του Μωσαϊκού Νόμου, υπογράμμισε ότι «ο καθένας μας μπαίνει στον πειρασμό από τη δική του αμαρτία».
Γιατί ο Θεός στο πρόσωπο τού Θεανθρώπου Χριστού αποκαλύφθηκε ως αγάπη, που φθάνει μέχρι και τη δική του σταυρική θυσία.
Οι μαθητές στη σημερινή ευαγγελική περικοπή, όπως και πολλοί άνθρωποι σύγχρονοι μας, αναρωτιούνται: ποιος φταίει; ποιος έκανε το σφάλμα και πληρώνει τώρα ο τυφλός ή και οποιοσδήποτε που πάσχει;
Είναι αλήθεια, αδελφοί, ότι οι ασθένειες, οι παθήσεις, η φθορά και η σήψη οφείλονται στην αμαρτία. Όπως γράφουν τα ιερά βιβλία και τα κατανοούν οι άγιοι του Θεού διαμέσου των αιώνων, ο άνθρωπος είναι πλασμένος για να ζει, για να μη γνωρίζει το θάνατο.
Η κοινωνία με το Θεό, την πηγή της ζωής, και η ελεύθερη αποδοχή του θελήματος του τον καθιστά κατά χάριν άφθαρτο και αθάνατο.
Η αμαρτία των πρωτοπλάστων είναι η απομάκρυνση από την ίδια τη ζωή. Ο Αδάμ και η Εύα αρνήθηκαν το Θεό και προτίμησαν τη φθορά και το θάνατο.
Συχνά οι περισσότεροι έχουμε την τάση να κατηγορούμε το Θεό για τις αρρώστιες, τις ειδικές ή και τις συνηθισμένες παθήσεις που υποφέρουμε. Λησμονούμε ότι το θέλημα του Θεού είναι αγαθό. Μας διαφεύγει ότι ο ίδιος είναι φιλάνθρωπος και πολυεύσπλαχνος και δεν διστάζει να κάνει τα πάντα για τον άνθρωπο, μέχρι που τού χαρίζει τη μετοχή στην ατελεύτητη σταυροαναστάσιμή του Παρουσία.
Ο Θεός δεν είναι τιμωρός μήτε κριτής. Είναι θεραπευτής. Γι' αυτό και η απάντηση του Κυρίου προς τους μαθητές είναι ορθή και κοφτή. «Ούτε αυτός αμάρτησε ούτε οι γονείς του, αλλά γεννήθηκε τυφλός, για να φανερωθεί η δύναμη των έργων του Θεού πάνω σ' αυτόν». Δηλαδή, για να γίνει το θαύμα.
Ήταν θαύμα που ανέβλεψε ο τυφλός! Θαύμα είναι και η θεραπεία, που χαρίζει η ιατρική επιστήμη και όλοι οι ερευνητές, οι οποίοι εργάζονται με υπομονή και επιμονή για τη θεραπεία των ασθενειών.
Ο Θεός, αδελφοί, επιτρέπει τον πόνο. Δεν τον καταργεί. Για να παιδαγωγούνται οι ασθενείς, οι συγγενείς τους ακόμη και η ίδια η κοινωνία και να θυμούνται μέσα στον πόνο και τη θλίψη τη φιλανθρωπία και το έλεος του Θεού.
Όμως, αδελφοί μου, η ευαγγελική περικοπή δεν μας λέγει μόνο για το θαύμα αυτό, μας μιλάει και για κάτι ακόμα, μας μιλάει για την συκοφαντία των Φαρισαίων.
Διότι τυφλός δεν ήταν ο άνθρωπος αυτός, ο λεγόμενος ο εκ γενετής τυφλός, αλλά όλοι αυτοί που έβλεπαν χωρίς να βλέπουν. Αυτοί που νόμιζαν ότι το να βλέπει κανείς με τα χοϊκά μάτια είναι το υπέρτατο αγαθό, τους διαψεύδει ο τυφλός όταν τους λέγει ότι: αν και ήμουν τυφλός τώρα άρτι βλέπω.
Έχουμε σκεφτεί μήπως και εμείς σήμερα κάνουμε ότι έκαναν οι Φαρισαίοι της ευαγγελικής περικοπής; Μήπως σήμερα η γλώσσα μας κρύβει θανατηφόρο δηλητήριο, που όταν εκτοξευθεί δολοφονεί υπολήψεις, τραυματίζει ψυχές, γκρεμίζει έργα αγαθά; «η κόνηασαν γλώσσαν αυτών ωσεί όφεως, ιός ασπίδων υπό τα χείλη αυτών» όπως μας αναφέρει ο ψαλμωδός;
Αγαπητοί μου αδελφοί, ζούμε σε μια κρίσιμη εποχή, που οι συκοφάντες πληθαίνουν και είναι υπεύθυνοι για όλα αυτά τα κοινωνικά και πνευματικά δεινά που αντιμετωπίζουμε στις μέρες μας, αλλά, αδελφοί μου, δεν είναι μόνο αυτοί υπεύθυνοι.
Υπεύθυνοι είμαστε και εμείς που ακούμε τα λόγια τους. Δυστυχώς όλοι μας, λίγο πολύ, έχουμε μια φοβερή αδυναμία: η αδυναμία αυτή είναι ότι με ευχαρίστηση ανοίγουμε τα αυτιά μας σε οτιδήποτε κακό ή σκανδαλιστικό ή ακόμη σεξιστικό, για το καλό, κλείνουμε τα αφτιά μας και λέμε δεν το ακούσαμε.
Αδελφοί μου, με τον τρόπο αυτό δίνουμε την δυνατότητα στους συκοφάντες να κάνουν την εγκληματική δουλειά τους, που συχνά χωρίς να το θέλουμε, γινόμαστε συνεργάτες τους σε ηθικές και όχι μόνο καταστροφές.
Αδελφοί μου, ζούμε όπως σας προ είπα, σε μια κρίσιμη εποχή.
Οι συνθήκες της ζωής μάς οδηγούν σε αντιθέσεις και συγκρούσεις ιδεολογικές, οικονομικές, ακόμη και θρησκευτικές με το συνάνθρωπο.
Όμως όσο μεγάλες και αν είναι οι αντιθέσεις μας, όσο βίαιες οι συγκρούσεις μας, δεν πρέπει να χάνουμε τα στοιχεία της ανθρωπιάς και να καταντούμε θηρία.
Ο πραγματικός άνθρωπος δεν καταδέχεται ποτέ να χρησιμοποιήσει το όπλο των δειλών, των υπανθρώπων, τη συκοφαντία, για να νικήσει τον αντίπαλό του. Διότι ξέρει πως μια τέτοια νίκη είναι ήττα για το νικητή, για το σύνολο.
Ας προσέξουμε, λοιπόν, και ας προσπαθούμε να αποφεύγουμε την τακτική των παλιών και συγχρόνων Φαρισαίων. Ας κρατήσουμε τον εαυτό μας μακριά από τη φοβερή μάστιγα της συκοφαντίας, αν θέλουμε να μη χάσουμε την ανθρωπιά μας.
Ας παύσουμε λοιπόν να εθελοτυφλούμε και να βαδίζουμε προς την άβυσσο της καταστροφής.
Με τον Χριστό καθοδηγητή δεν έχουμε να φοβηθούμε το σκότος των ημερών, ο Χριστός, μάς χαρίζει το άκτιστο φως που φωτίζει τον δρόμο για να βλέπουν τα μάτια της ψυχής μας, όπως ακριβώς έκανε με τον τυφλό της ευαγγελικής περικοπής. Αμήν!!!

Κυριακή του Τυφλού

(Ιωάννη κεφ. θ'-στ’)
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Ο Κύριος μας φανερώνει με το σημερινό θαύμα ότι είναι ο αληθινός Θεός, που χαρίζει και πάλι το φως στο δυστυχισμένο άνθρωπο. Συνάμα όμως μας βοηθάει να καταλάβουμε ότι αυτός  Θεός είναι το «φως του κόσμου» (Ιω. η' 12). Αυτό το φως μας θυμίζει το Άγιο Πνεύμα, που θα το δεχτούμε στην Εκκλησία μετά από δέκα πέντε περίπου μέρες από σήμερα.
«Τω καιρώ εκείνω παράγων ο Ιησούς είδεν άνθρωπον τυφλόν εκ γενετής. Και ηρώτησαν αυτόν οι μαθηταί αυτού λέγοντες; ραββί, τις ήμαρτεν, ούτος η οί γονείς αυτού, ίνα τυφλός γεννηθή; Απεκρίθη ο Ιησούς- ούτε ούτος ήμαρτεν ούτε οι γονείς αυτού, αλλ' ίνα φανερωθή τα έργα του Θεού εν αυτώ. Εμέ δε εργάζεσθαι τα έργα του πέμψαντός με έως ήμέρα εστίν έρχεται νύξ ότε ουδείς δύναται εργάζεσθαι. Όταν εν τω κόσμω, φως ειμί του κόσμου. Ταύτα ειπών έπτυσε χαμαί και εποίησε πηλόν εκ του πτύσματος, και επέχρισε τον πηλόν επί τους οφθαλμούς του τυφλού και είπεν αυτώ· ύπαγε νίψαι εις την κολυμβήθραν του Σιλωάμ, ό ερμηνεύεται απεσταλμένος.

Απήλθεν ούν και ενίψατο, και ήλθε βλέπων. Οι ούν γείτονες και οι θεωρούντες αυτόν το πρότερον ότι τυφλός ην, έλεγον ούχ ούτος εστίν ο καθήμενος και προσαιτών; άλλοι έλεγον ότι ούτος εστίν άλλοι δε ότι όμοιος αυτώ εστίν. Εκείνος έλεγεν ότι εγώ ειμί. Έλεγον ούν αυτώ· πώς ανεώχθησάν σου οι οφθαλμοί; απεκριθη εκείνος και είπεν άνθρωπος λεγόμενος Ιησούς πηλόν εποίησε και επέχρισε μου τους οφθαλμούς και είπέ μοι· υπαγε εις την κολυμβήθραν του Σιλωάμ και νίψαι· απελθών δε και νιψάμενος ανέβλεψα.
Είπον ούν αυτώ· που εστίν εκείνος; λέγει· ουκ οίδα. Άγουσιν αυτόν προς τους Φαρισαίους, τον ποτέ τυφλόν. Ην δε σάββατον ότε τον πηλόν εποίησεν ο Ιησούς και ανέωξεν αύτού τους οφθαλμούς. Πάλιν ούν ήρώτων αυτόν και οι Φαρισαίοι πώς ανέβλεψεν. ο δε είπεν αυτοίς· πηλόν επέθηκέ μου επί τους οφθαλμούς, και ενιψάμην, και βλέπω. Έλεγον ούν εκ των Φαρισαίων τινές· ούτος ο άνθρωπος ουκ εστί παρά του Θεού, ότι το σάββατον ου τηρεί. Άλλοι έλεγον πώς δύναται άνθρωπος αμαρτωλός τοιαύτα σημεία ποιείν; και σχίσμα ην εν αυτοίς.
Λέγουσι τω τυφλώ πάλιν συ τι λέγεις περί αυτού, ότι ήνοιξέ σου τους οφθαλμούς; ο δε είπεν ότι προφήτης εστίν. Ουκ επίστευσαν ούν οι Ιουδαίοι περί αυτού ότι τυφλός ην και ανέβλεψεν, έως ότου εφώνησαν τους γονείς αυτού του αναβλέψαντος και ηρώτησαν αυτούς λέγοντες· ούτος εστίν ο υιός υμών, όν υμείς λέγετε ότι τυφλός εγεννήθη; πώς ούν άρτι βλέπει; απεκρίθησαν δε αυτοίς οι γονείς αυτού και είπον οίδαμεν ότι ούτος εστίν ο υιός ημών και ότι τυφλός εγεννήθη. Πώς δε νυν βλέπει ουκ οίδαμεν αυτός ηλικίαν έχει, αυτόν ερωτήσατε, αυτός περί εαυτού λαλήσει. Ταύτα είπον οι γονείς αυτού, ότι εφοβούντο τους Ιουδαίους· ήδη γαρ συνετέθειντο οι Ιουδαίοι ίνα, εάν τις αυτόν ομολογήση Χριστόν, αποσυνάγωγος γένηται. Δια τούτο οι γονείς αυτού είπον ότι ηλικίαν έχει, αυτόν ερωτήσατε. Εφώνησαν ούν εκ δευτέρου τον άνθρωπον ός ην τυφλός, και είπον αυτώ· δός δόξαν τω Θεώ· ημείς οίδαμεν ότι ο άνθρωπος ούτος αμαρτωλός εστίν.

Απεκρίθη ούν εκείνος και είπεν ει αμαρτωλός εστίν ουκ οίδα· εν οίδα, ότι τυφλός ων άρτι βλέπω. Είπον δε αυτώ πάλιν τι εποίησέ σου; πώς ήνοιξέ σου τους οφθαλμούς; Άπεκρίθη αυτοίς· είπον υμίν ήδη, και ουκ ηκούσατε· τι πάλιν θέλετε ακούειν; μη και υμείς θέλετε αυτού μαθηταί γενέσθαι; ελοιδόρησαν αυτόν και είπον συ ει μαθητής εκείνου· ημείς δε του Μωυσέως εσμέν μαθηταί. Ημείς οίδαμεν ότι Μωυσή λελάληκεν ο Θεός· τούτον δε ουκ οίδαμεν πόθεν εστίν.
Απεκρίθη ο άνθρωπος και είπεν αυτοίς· εν γαρ τούτω θαυμαστόν εστίν, ότι υμείς ουκ οίδατε πόθεν εστί, και ανέωξέ μου τους οφθαλμούς. Οίδαμεν δε ότι αμαρτωλών ο Θεός ουκ ακούει, αλλ' εάν τις θεοσεβής ή και το θέλημα αυτού ποιή, τούτου ακούει. Εκ του αιώνος ουκ ηκούσθη ότι ηνοιξέ τις οφθαλμούς τυφλού γεγεννημένου. Ει μη ην ούτος παρά Θεού, ουκ ηδύνατο ποιείν ουδέν. Απεκρίθησαν και είπον αυτώ· εν αμαρτίαις συ εγεννήθης όλος, και συ διδάσκεις ημάς; και εξέβαλον αυτόν έξω. Ήκουσεν ο Ιησούς ότι εξέβαλον αυτόν έξω, και ευρών αυτόν είπεν αυτώ· συ πιστεύεις εις τον υιόν του Θεού; απεκρίθη εκείνος και είπε: και τίς εστί, Κύριε, ίνα πιστεύσω εις αυτόν; Είπε δε αυτώ ο Ιησούς- και εώρακας αυτόν και ο λαλών μετά σου εκείνος εστίν. ο δε έφη· πιστεύω, Κύριε· και προσεκύνησεν αυτώ. 
Εκείνο τον καιρό, καθώς περνούσε ο Ιησούς, είδε έναν άνθρωπο που είχε γεννηθεί τυφλός. Τότε τον ρώτησαν οι μαθητές του και του λέγουν διδάσκαλε, ποιύς αμάρτησε, αυτός η οι γονείς του, για να γεννηθεί τυφλός; Αποκρίθηκε ο Ιησούς· ούτε αυτός αμάρτησε ούτε οι γονείς του, αλλά γεννήθηκε τυφλός για να φανερωθούν σ' αυτόν τα έργα του Θεού. Εγώ πρέπει να εργάζομαι τα' έργα εκείνου που με έστειλε, ως που ακόμη είναι ημέρα· έρχεται νύχτα όπου κανένας δεν μπορεί να εργάζε ται. Όταν είμαι στον κόσμο, φως εί· μαι του κόσμου. Αφού είπε αυτά έφτυσε χάμω και με το σάλιο έκαμε λάσπη και έβαλε τη λάσπη πάνω στα μάτια του τυφλού και του είπε: πήγαινε να νιφτείς στη δεξαμενή του Σιλωάμ, που στα ελληνικά θέλει να πει «απεσταλμένος».
Πήγε λοιπόν και νίφτηκε και ήλθε βλέποντας. Ο γειτόνοι του λοιπόν και εκείνοι που τον έβλεπαν και ήξεραν πως πρώτα ήταν τυφλός, έλεγαν αυτός δεν είναι που καθόταν και ζητιάνευε; Αλλοι έλεγαν πως αυτός είναι· άλλοι πως κάποιος όμοιος του· εκείνος έλεγε πως εγώ είμαι· του έλεγαν λοιπόν πώς ανοίχτηκαν τα μάτια σου; Αποκρίθηκε εκείνος και είπε· ένας άνθρωπος που λέγεται Ιησούς έκαμε λάσπη και έβαλε πάνω στα μάτια μου και μου είπε: πήγαινε στη δεξαμενή του Σιλωάμ και νίψου. Πήγα λοιπόν και νίφτηκα και είδα το φως μου.
Του είπαν: που είναι εκείνος; Λέγει· δεν ξέρω. Παίρνουν τον άλλοτε τυφλό και τον πηγαίνουν στους Φαρισαίους. Ήταν δε Σάββατο όταν έκαμε τη λάσπη ο Ιησούς και άνοιξε τα μάτια του τυφλού. Ρωτούσαν λοιπόν πάλι οι Φαρισαίοι τον άλλοτε τυφλό, πώς είδε το φως του· και αυτός τους είπε· έβαλε λάσπη πάνω στα μάτια μου και νίφτηκα και βλέπω. Έλεγαν λοιπόν μερικοί από τους Φαρισαίους· αυτός ο άνθρωπος δεν είναι από το Θεό, γιατί δε φυλάει την αργία του Σαββάτου. Άλλοι έλεγαν πώς μπορεί άνθρωπος αμαρτωλός να κάνει τέτοια θαύματα; Έτσι χωρίστηκαν οι γνώμες μεταξύ τους.
Λέγουν πάλι στον τυφλό. Συ τι λες γι' αυτόν τον άνθρωπο; Γιατί τα δικά. σου μάτια άνοιξε. Και αυτός είπε πως; είναι προφήτης. Δεν πίστεψαν λοιπόν οι Ιουδαίοι γι' αυτόν πως ήταν τυφλός και είδε το φως του, μέχρι που φώναξαν τους γονείς του και τους ρώτησαν λέγοντας τους1 αυτός είναι ο γιος οας, που λέτε πως γεννήθηκε τυφλός; Πώς λοιπόν τώρα βλέπει; Τους αποκρίθηκαν οι γονείς του και είπαν ξέρουμε πως αυτός είναι ο γιος μας και πως γεννήθηκε τυφλός. Πώς όμως τώρα βλέπει δεν ξέρουμε η ποιος του άνοιξε τα μάτια δεν ξέρουμε· ο ίδιος είναι σε ηλικία, τον ίδιο να ρωτήσετε ο ίδιος θα πει για τον εαυτό του. Αυτά είπαν οι γονείς ταυ, επειδή φοβούνταν τους Ιουδαίους· γιατί είχαν κάνει κιόλας συμφωνία οι Ιουδαίοι, ώστε αν κανείς ομολογήσει το Χριστό, να τον διώξουν από τη Συναγωγή. Γι' αυτό οι γονείς του είπαν πως ο ίδιος έχει ηλικία, και να ρωτήσουν τον ίδιο. Για δεύτερη λοιπόν φορά φώναξαν τον άνθρωπο που ήταν τυφλός και του είπαν. Να δοξάζεις το Θεό· εμείς ξέρουμε πως αυτός ο άνθρωπος είναι αμαρτωλός.
Εκείνος απάντησε και είπε. Αν  είναι αμαρτωλός δεν ξέρω. ένα ξέρω, πως πριν ήμουν τυφλός και εδώ και λίγη ώρα βλέπω. Του είπαν πάλι' και τι σου έκαμε; Με ποιο τρόπο σου άνοιξε τα μάτια; Εκείνος τους απάντησε: λίγο πριν σας είπα και δκν ακούσατε; τι πάλι θέλετε να ακούτε; Μήπως θέλετε και σεις να γίνετε μαθητές του; Εκείνοι γέλασαν μαζί του και είπαν εσύ είσαι μαθητής εκείνου· εμείς είμαστε μαθητές του Μωυσή. Εμείς ξέρουμε πως ο Θεός μίλησε στο Μωυσή, γι' αυτόν όμως εδώ δεν ξέρουμε από πού είναι.
Ο άνθρωπος απάντησε και είπε· εσείς δεν ξέρετε από πού είναι και αυτό είναι περίεργο, και όμως αυτός μου άνοιξε τα μάτια. Ξέρουμε πως ο Θεός δεν ακούει τους αμαρτωλούς, αλλά ακούει εκείνους που τον σέβονται και κάνουν το θέλημα του. Από τότε που κτίστηκε ο κόσμος δεν ακούστηκε πως άνοιξε κανείς τα μάτια ενός ανθρώπου που γεννήθηκε τυφλός. Δε θα μπορούσε vm κάνει τίποτα τέτοιο, αν δεν ήταν αυτός ο άνθρωπος από το Θεό. Του απάντησαν και είπαν εσύ είσαι βουτηγμένος μέσα στις αμαρτίες και τώρα διδάσκεις εμάς; Και τον έβγαλαν έξω. Ο Ιησούς άκουσε πως τον έβγαλαν έξω και του είπε, όταν τον βρήκε· συ πιστεύεις στον υιό του Θεού; Εκείνος απάντησε και είπε· Και ποιος είναι, Κύριε, για να πιστέψω; Ο δε Ιησούς του είπε· και τον είδες και αυτός που σου μιλεί αυτός είναι. Και είπε αυτός· πιστεύω, Κύριε, και τον προσκύνησε. 
 Γ' ΑΝΑΛΥΣΗ - ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ
1. Όταν είδαν οι μαθητές το γεννημένο τυφλό, ρώτησαν τον Κύριο: «Ποιος αμάρτησε αυτός η οι γονείς του για να γεννηθεί τυφλός;» Ο Ιησούς τους απάντησε: «Ούτε αυτός αμάρτησε ούτε οι γονείς του. Γεννήθηκε τυφλός για να φανερωθούν σ' αυτόν τα έργα του Θεού». Το έργο του Θεού, είναι η απαλλαγή των ανθρώπων από το σκοτάδι της αμαρτίας και η προσφορά του φωτός, που είναι ο Χριστός, ο Σωτήρας του κόσμου. Μόλις είδε ο κόσμος τη θαυματουργική θεραπεία του τυφλού χωρίστηκε σε δυο ομάδες. Άλλοι έλεγαν πως αυτός που έγινε καλά, είναι ο τυφλός, που πριν τον έβλεπαν να ζητιανεύει. Άλλοι πάλι έλεγαν πως δεν είναι αυτός, αλλά κάποιος όμοιος του. Οι Φαρισαίοι άρχισαν τις ανακρίσεις. Τον ρωτούσαν και τον ξαναρωτούσαν να τους πει με ποιο τρόπο έγινε καλά. Οι Φαρισαίοι ήθελαν να δυσφημήσουν τον Κύριο. Και ο θεραπευθείς τυφλός απαντούσε, πως άνθρωπος αμαρτωλός ποτέ δεν μπορεί να κάνει, αυτό που έκανε σε μένα ο Ιησούς.
2. Στη συνέχεια οι Φαρισαίοι θέλησαν να φοβήσουν τους γονείς του τυφλού. Τους ανάκριναν και αυτοί απάντησαν πως αυτός είναι ο τυφλός γιος τους, αλλά για περισσότερες πληροφορίες καλό θα ήταν να ρωτούσαν τον ίδιο, που άλλωστε έχει και την κατάλληλη ηλικία. Στο τέλος ο τυφλός ομολογούσε με σταθερότητα την πίστη του στο Χριστό και τον αναγνώρισε με την πίστη του ότι είναι ο αληθινός Θεός. Και σήμερα υπάρχουν πολλοί εχθροί του Χριστού. Κατηγορούν την Εκκλησία μας και ταλαιπωρούν τους ανθρώπους. Είναι οι διάφοροι αιρετικοί και άθεοι. Είναι οι ψευτοπροφήτες, που όμως παρουσιάζονται σαν πρόβατα. Και εμείς χρειαζόμαστε να ομολογούμε την πίστη μας στο Χριστό και να μην υπολογίζουμε κανέναν απολύτως. Όταν εμείς το θέλουμε, τότε ο Κύριος μας γεμίζει με δύναμη και θάρρος. Δεν έχει σημασία, αν είμαστε ακόμα μικροί στην ηλικία. Όταν η ψυχή του παιδιού φωτίζεται από το Χριστό, τότε παίρνει δύναμη και γίνεται ο δάσκαλος των μεγάλων.
3. Ο Κύριος δέχτηκε την προσκύνηση του τυφλού, γιατί μ' αυτό μας φανέρωσε πως είναι ο ίδιος ο Θεός. Τέτοια είναι η δύναμη της πίστεως. Οδηγεί τον κάθε άνθρωπο στην κοινωνία του με το Θεό. Την ίδια λατρεία και δοξολογία προσφέρουμε και εμείς κάθε Κυριακή στην Εκκλησία. Μας αξιώνει ο Θεός να ομολογούμε: «Εις άγιος, εις Κύριος, Ίησοΰς Χριστός, είς δόξαν Θεού Πατρός. Αμήν».
Δ' ΔΙΔΑΓΜΑ:
« Σύ πιστεύεις ε/ς τον υίόν του Θεού; Πιστεύω, Κύριε· και προσ-εκύνησεν αυτώ.» (Ιωάννη κεφ. θ' στίχοι 35-38).
II' ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΚΚΛ. ΡΗΤΟΡΩΝ
« Ο τυφλός έδειξε καθαρά τη βαθιά αγάπη του για την αλήθεια και την ακλόνητη πίστη του στον Ιησού Χριστό. Άραγε εμείς, έχουμε το θάρρος να υπερασπίσουμε την αλήθεια; Γι' αυτό και ο Χριστός πάντα ρωτά τον καθένα μας: «Πιστεύεις στον Υιό του Θεού;» (ΙΩΑΝΝΗ ΚΑΛ-ΤΕΚΗ, Πρωινά ραδιοφωνικά μηνύματα, Αθήναι 1971, σελ. 109).

Κυριακή του Τυφλού-Πρωτ. Στυλιανός Θεοδωρογλάκης

«Οὔχ οὗτος ἤμαρτε οὔτε οἱ γονεῖς αὐτοῦ, ἀλλ’ ἴνα φανερωθεῖ τό ἔργο τοῦ Θεοῦ ἐν αὐτῷ».
.
Οἱ θλίψεις καί οἱ στεναχώριες δέν ἔρχονται πάντοτε στή ζωή μας ὡς τιμωρία τῶν ἁμαρτιῶν μας. Γιά τοῦτο καί ὀφείλουμε νά μήν κατακρίνουμε τούς ἄλλους ὡς μεγάλους ἁμαρτωλούς ἐπειδή θλίβονται στή ζωή τους.
Ὁ Χριστός καλεῖ τούς μαθητές του νά προσέξουν ὄχι τά αἴτια τῆς πάθησης τοῦ ἐκ γενετῆς τυφλοῦ, ἀλλά τό σκοπό πού ἐπέτρεψε ὁ Θεός τοῦτο γιά νά φανερωθεῖ τό ἔργο του, ἔργο παντοδυναμίας καί ἄπειρης ἀγαθότητας.
Ἡ θεραπεία τοῦ τυφλοῦ εἶναι πιά χειροπιαστή φανέρωση τῆς δυνάμεως τοῦ Θεοῦ πού χρησιμοποιεῖται ὑπέρ τοῦ ἀνθρώπου.
Ὁ Χριστός ἔρχεται στόν κόσμο ὄχι νά γίνει ἀποδεκτός ὡς ἐπίσημος ἀπεσταλμένος μέ τελετές καί φιέστες, ἀλλά γιά νά ἐπιτελέσει ἔργο θαυμαστό καί μεγάλο, τή λύτρωση καί τή σωτηρία τοῦ κόσμου καί τοῦ ἀνθρώπου.
Τό θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ ἐκ γενετή τυφλοῦ ἀποτελεῖ ἐπίσης σύμβολο πνευματικοῦ φωτισμοῦ πού ὁ Χριστός ὡς φῶς τοῦ κόσμου μεταδίδει.
«Ὁ λαός ὁ καθήμενος ἐν σκότει εἶδε φῶς μέγα». Ἐξάλλου ἡ θεραπεία τοῦ τυφλοῦ εἶναι κάτι ἁπλό, τό πιό σύνθετο καί δύσκολο εἶναι ἡ θεραπεία τοῦ ἀνθρώπου πού βρίσκεται βουτηγμένος στό ἠθικό σκοτάδι. Ἔτσι ἐνῶ τά πράγματα πηγαίνουν πολύ καλά γιά τόν ἐκ γενετή τυφλό βρίσκει τό φῶς τῶν ὀφθαλμῶν, κάποιοι ἄλλοι μένουν στό δικό τους σκοτεινό κόσμο οἱ ὁποῖοι καί ἀμφισβητοῦν τό θαῦμα καί ξεκινοῦν τίς ἀνακρίσεις. Σ’ αὐτό τόν σκοτεινό κόσμο δέν βρίσκεται μόνον ἡ ἄρχουσα Ἰουδαϊκή τάξη, βρίσκονται συνάμα οἱ γείτονες, οἱ γνωστοί ἀκόμα καί οἱ γονεῖς τοῦ τυφλοῦ.
Κανένας δέ συμμερίζεται τήν χαρά τοῦ τυφλοῦ γιά τήν ἀποκατάσταση τῆς ὑγείας του καί ὄχι μόνον ἀλλά κατασκευάζουν κατηγορίες κατά τοῦ Ἰησοῦ. Εἶναι ἄθεος γιατί δέν τηρεῖ τήν ἀργία τοῦ Σαββάτου. Οἱ ἴδιοι οἱ γονεῖς τοῦ ἀρνοῦνται νά βεβαιώσουν ὅτι ὁ τυφλός πού θεραπεύτηκε εἶναι τό παιδί τούς ἐπειδή φοβοῦνται μή χάσουν τή θέση τούς στό συνέδριο.
Ὅμως ἐκεῖ πού περισσεύει ἡ ἁμαρτία πλεονάζει ἡ χαρά τοῦ Θεοῦ. Ὁ τυφλός δέν ξαναβρῆκε μόνο τό φυσικό του φῶς, κυριολεκτικά ἀναγεννᾶται καί τώρα μέ τά μάτια τῆς ψυχῆς τοῦ βλέπει αὐτά πού δέν μποροῦν νά δοῦν οἱ ἀνοικτομάτηδες νομοδιδάσκαλοι τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου. Ἔχει ὁμολογήσει δημοσίως τόν Χριστό ὡς προφήτη καί εἶναι ἕτοιμος καί γιά ἄλλα μεγαλύτερα ἅλματα ἀναγνώρισης τοῦ Θεοῦ ὡς Θεοῦ ἀληθινοῦ.
Τά μηνύματα τοῦ ἁγίου εὐαγγελικοῦ ἀναγνώσματος πού ἀκούσαμε σήμερα ἐδῶ στή λειτουργία τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας εἶναι πολλά καί μεγάλα ξεχωριστῆς σημασίας γιά ὄλου μας.
Οἱ ἁμαρτίες μας δέν ἐμποδίζουν τό Θεό νά βρίσκεται κοντά μας, πολύ περισσότερο δέν ἐμποδίζουν ἐμᾶς νά βρισκόμαστε κοντά στό Θεό.
Οἱ ἀσθένειες, τό κακό γενικότερα ἀκόμα καί ὁ θάνατος δέν ἔρχονται πότε ἀπό τό Θεό ὡς τιμωρία γιά τίς ἁμαρτίες μας. Ὁ Θεός δέν εἶναι τιμωρός ἀλλά πατέρας γεμάτος στοργή, ἔγνοια καί ἀγάπη γιά ὅλους μας.
Οἱ σκοπιμότητες τά, τά συμφέροντα, ὁ καιροσκοπισμός εἶναι καταστάσεις πού ἔχουν καθαρό δαιμονικό χαρακτήρα καί οἱ ὁποῖες ὄχι μόνο δέν ἑνώνουν, διχάζουν καί ἀποστασιοποιοῦν τούς ἀνθρώπους ἀκόμα καί τούς πιό κοντινούς μας, τούς πιό κολλητούς μας, γονεῖς, συγγενεῖς, γείτονες, γνωστοί. Οἱ γονεῖς τοῦ τυφλοῦ μας δίνουν δυστυχῶς αὐτό τό ὀδυνηρό μάθημα πού τόσο εὔκολα ἀρνοῦνται τήν ταυτότητα τοῦ παιδιοῦ τους.
Ὁ μεγάλος κίνδυνος εἶναι ὁ φανατισμός καί ἡ ἐσωστρέφεια, καταδικάζουν ὄλους τούς ἄλλους ἀναίτια καί ἀνεύθυνα καί ὑπερτιμοῦν καί ἐξυψώνουν τόν ἑαυτό τούς δήλ. τό ἐγώ τους, πιό πάνω ἀπό ὅλους καί τόν ἴδιο τό Θεό. Οἱ νομοδιδάσκαλοι τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου βρίσκονται σέ αὐτή τήν ἀπομόνωση ἀπό τό Θεό καί τόν κόσμο καί τήν τακτική τους συνεχίζουν οἱ ψευτοευσεβηστές καί αἱρετικοί, γενικότερα οἱ ἐχθροί του Θεοῦ δήλ. οἱ ἐχθροί του ἀνθρώπου.
Τό μεγάλο μήνυμα στό ὁποῖο θέλουμε νά μείνουμε εἶναι ἡ συμπεριφορά τοῦ Χριστοῦ. Βλέπει τόν τυφλό. Δέν τόν ξεπερνᾶ. Τόν προσεγγίζει. Τοῦ χαρίζει τό φῶς του, τόν ζωογονεῖ, τόν φωτίζει, τόν ἀναγεννᾶ. Ἡ ἀγάπη καί ἡ στοργή τοῦ Θεοῦ πάντοτε σέ κάθε περίσταση λειτουργοῦν

Πρωτ. Στυλιανός Θεοδωρογλάκης

Κυριακή του Τυφλού-Χριστιανική Φοιτητική Δράση

Ευαγγέλιο Κυριακής: Ιωάν. θ΄ 1-38
1 Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, παράγων ὁ Ἰησοῦς εἶδεν ἄνθρωπον τυφλὸν ἐκ γενετῆς. 2 καὶ ἠρώτησαν αὐτὸν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· ραββί, τίς ἥμαρτεν, οὗτος ἢ οἱ γονεῖς αὐτοῦ, ἵνα τυφλὸς γεννηθῇ; 3 ἀπεκρίθη  Ἰησοῦς· οὔτε οὗτος ἥμαρτεν οὔτε οἱ γονεῖς αὐτοῦ, ἀλλ’ ἵνα φανερωθῇ τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ ἐν αὐτῷ. 4 ἐμὲ δεῖ ἐργάζεσθαι τὰ ἔργα τοῦ πέμψαντός με ἕως ἡμέρα ἐστίν· ἔρχεται νὺξ ὅτε οὐδεὶς δύναται ἐργάζεσθαι. 5 ὅταν ἐν τῷ κόσμῳ ᾦ, φῶς εἰμι τοῦ κόσμου. 6 ταῦτα εἰπὼν ἔπτυσε χαμαὶ καὶ ἐποίησε πηλὸν ἐκ τοῦ πτύσματος, καὶ ἐπέχρισε τὸν πηλὸν ἐπὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς τοῦ τυφλοῦ 7 καὶ εἶπεν αὐτῷ· ὕπαγε νίψαι εἰς τὴν κολυμβήθραν τοῦ Σιλωάμ, ὃ ἑρμηνεύεται ἀπεσταλμένος. ἀπῆλθεν οὖν καὶ ἐνίψατο, καὶ ἦλθε βλέπων.
8 Οἱ οὖν γείτονες καὶ οἱ θεωροῦντες αὐτὸν τὸ πρότερον ὅτι τυφλὸς ἦν, ἔλεγον· οὐχ οὗτός ἐστιν ὁ καθήμενος καὶ προσαιτῶν; 9 ἄλλοι ἔλεγον ὅτι οὗτός ἐστιν· ἄλλοι δὲ ὅτι ὅμοιος αὐτῷ ἐστιν. ἐκεῖνος ἔλεγεν ὅτι ἐγώ εἰμι. 10 ἔλεγον οὖν αὐτῷ· πῶς ἀνεῴχθησάν σου οἱ ὀφθαλμοί; 11 ἀπεκρίθη ἐκεῖνος καὶ εἶπεν· ἄνθρωπος λεγόμενος  Ἰησοῦς πηλὸν ἐποίησε καὶ ἐπέχρισέ μου τοὺς ὀφθαλμοὺς καὶ εἶπέ μοι· ὕπαγε εἰς τὴν κολυμβήθραν τοῦ Σιλωὰμ καὶ νίψαι· ἀπελθὼν δὲ καὶ νιψάμενος ἀνέβλεψα. 12 εἶπον οὖν αὐτῷ· ποῦ ἐστιν ἐκεῖνος; λέγει· οὐκ οἶδα.
13  Ἄγουσιν αὐτὸν πρὸς τοὺς Φαρισαίους, τόν ποτε τυφλόν. 14 ἦν δὲ σάββατον ὅτε τὸν πηλὸν ἐποίησεν ὁ  Ἰησοῦς καὶ ἀνέῳξεν αὐτοῦ τοὺς ὀφθαλμούς. 15 πάλιν οὖν ἠρώτων αὐτὸν καὶ οἱ Φαρισαῖοι πῶς ἀνέβλεψεν. ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· πηλὸν ἐπέθηκέ μου ἐπὶ τοὺς ὀφθαλμούς, καὶ ἐνιψάμην, καὶ βλέπω. 16 ἔλεγον οὖν ἐκ τῶν Φαρισαίων τινές· οὗτος ὁ ἄνθρωπος οὐκ ἔστι παρὰ τοῦ Θεοῦ, ὅτι τὸ σάββατον οὐ τηρεῖ. ἄλλοι ἔλεγον· πῶς δύναται ἄνθρωπος ἁμαρτωλὸς τοιαῦτα σημεῖα ποιεῖν; καὶ σχίσμα ἦν ἐν αὐτοῖς. 17 λέγουσι τῷ τυφλῷ πάλιν· σὺ τί λέγεις περὶ αὐτοῦ, ὅτι ἤνοιξέ σου τοὺς ὀφθαλμούς; ὁ δὲ εἶπεν ὅτι προφήτης ἐστίν. 18 οὐκ ἐπίστευσαν οὖν οἱ  Ἰουδαῖοι περὶ αὐτοῦ ὅτι τυφλὸς ἦν καὶ ἀνέβλεψεν, ἕως ὅτου ἐφώνησαν τοὺς γονεῖς αὐτοῦ τοῦ ἀναβλέψαντος 19 καὶ ἠρώτησαν αὐτοὺς λέγοντες· οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς ὑμῶν, ὃν ὑμεῖς λέγετε ὅτι τυφλὸς ἐγεννήθη; πῶς οὖν ἄρτι βλέπει; 20 ἀπεκρίθησαν δὲ αὐτοῖς οἱ γονεῖς αὐτοῦ καὶ εἶπον· οἴδαμεν ὅτι οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς ἡμῶν καὶ ὅτι τυφλὸς ἐγεννήθη· 21 πῶς δὲ νῦν βλέπει οὐκ οἴδαμεν, ἢ τίς ἤνοιξεν αὐτοῦ τοὺς ὀφθαλμοὺς ἡμεῖς οὐκ οἴδαμεν· αὐτὸς ἡλικίαν ἔχει, αὐτὸν ἐρωτήσατε, αὐτὸς περὶ ἑαυτοῦ λαλήσει. 22 ταῦτα εἶπον οἱ γονεῖς αὐτοῦ, ὅτι ἐφοβοῦντο τοὺς  Ἰουδαίους· ἤδη γὰρ συνετέθειντο οἱ  Ἰουδαῖοι ἵνα, ἐάν τις αὐτὸν ὁμολογήσῃ Χριστόν, ἀποσυνάγωγος γένηται. 23 διὰ τοῦτο οἱ γονεῖς αὐτοῦ εἶπον ὅτι ἡλικίαν ἔχει, αὐτὸν ἐρωτήσατε. 24 ἐφώνησαν οὖν ἐκ δευτέρου τὸν ἄνθρωπον ὃς ἦν τυφλός, καὶ εἶπον αὐτῷ· δὸς δόξαν τῷ Θεῷ· ἡμεῖς οἴδαμεν ὅτι ὁ ἄνθρωπος οὗτος ἁμαρτωλός ἐστιν. 25 ἀπεκρίθη οὖν ἐκεῖνος καὶ εἶπεν· εἰ ἁμαρτωλός ἐστιν οὐκ οἶδα· ἓν οἶδα, ὅτι τυφλὸς ὢν ἄρτι βλέπω. 26 εἶπον δὲ αὐτῷ πάλιν· τί ἐποίησέ σοι; πῶς ἤνοιξέ σου τοὺς ὀφθαλμούς; 27 ἀπεκρίθη αὐτοῖς· εἶπον ὑμῖν ἤδη, καὶ οὐκ ἠκούσατε· τί πάλιν θέλετε ἀκούειν; μὴ καὶ ὑμεῖς θέλετε αὐτοῦ μαθηταὶ γενέσθαι; 28 ἐλοιδόρησαν αὐτὸν καὶ εἶπον· σὺ εἶ μαθητὴς ἐκείνου· ἡμεῖς δὲ τοῦ Μωϋσέως ἐσμὲν μαθηταί. 29 ἡμεῖς οἴδαμεν ὅτι Μωϋσεῖ λελάληκεν ὁ Θεός· τοῦτον δὲ οὐκ οἴδαμεν πόθεν ἐστίν. 30 ἀπεκρίθη ὁ ἄνθρωπος καὶ εἶπεν αὐτοῖς· ἐν γὰρ τούτῳ θαυμαστόν ἐστιν, ὅτι ὑμεῖς οὐκ οἴδατε πόθεν ἐστί, καὶ ἀνέῳξέ μου τοὺς ὀφθαλμούς. 31 οἴδαμεν δὲ ὅτι ἁμαρτωλῶν ὁ Θεὸς οὐκ ἀκούει, ἀλλ’ ἐάν τις θεοσεβὴς ᾖ καὶ τὸ θέλημα αὐτοῦ ποιῇ, τούτου ἀκούει. 32 ἐκ τοῦ αἰῶνος οὐκ ἠκούσθη ὅτι ἤνοιξέ τις ὀφθαλμοὺς τυφλοῦ γεγεννημένου. 33 εἰ μὴ ἦν οὗτος παρὰ Θεοῦ, οὐκ ἠδύνατο ποιεῖν οὐδέν. 34 ἀπεκρίθησαν καὶ εἶπον αὐτῷ· ἐν ἁμαρτίαις σὺ ἐγεννήθης ὅλος, καὶ σὺ διδάσκεις ἡμᾶς; καὶ ἐξέβαλον αὐτὸν ἔξω. 35  Ἤκουσεν ὁ  Ἰησοῦς ὅτι ἐξέβαλον αὐτὸν ἔξω, καὶ εὑρὼν αὐτὸν εἶπεν αὐτῷ· σὺ πιστεύεις εἰς τὸν υἱὸν τοῦ Θεοῦ; 36 ἀπεκρίθη ἐκεῖνος καὶ εἶπε· καὶ τίς ἐστι, Κύριε, ἵνα πιστεύσω εἰς αὐτόν; 37 εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ  Ἰησοῦς· καὶ ἑώρακας αὐτὸν καὶ ὁ λαλῶν μετὰ σοῦ ἐκεῖνός ἐστιν. 38 ὁ δὲ ἔφη· πιστεύω, Κύριε· καὶ προσεκύνησεν αὐτῷ.

Ο Τυφλός βλέπει

Η δειλία των γονέων

Κάποιο Σάββατο ο Κύριος στην Ιερουσαλήμ συνάντησε έναν άνθρωπο που είχε γεννηθεί τυφλός. Και αφού έφτιαξε πηλό με το σάλιο του, έχρισε με τον πηλό τα μάτια του τυφλού. Δοκιμάζοντας όμως την πίστη του, δεν τον θεράπευσε αμέσως, αλλά του είπε: «Πήγαινε, νίψε στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ». Κι ο τυφλός υπάκουσε αμέσως. Και το θαύμα έγινε! Όσοι όμως τον έβλεπαν κατόπιν υγιή απορούσαν: «Δεν είναι αυτός ο τυφλός που ζητιάνευε;». Άλλοι έλεγαν «αυτός είναι», άλλοι όμως έλεγαν «είναι κάποιος που του μοιάζει». Εκείνος όμως τους διαβεβαίωνε ότι είναι ο ίδιος. Κι αυτοί έκπληκτοι απορούσαν: «Πώς θεραπεύτηκαν τα μάτια σου;». Κι εκείνος με θάρρος εξηγούσε, πώς έγινε το θαύμα.
Κι όταν κατόπιν τον οδήγησαν στους Φαρισαίους, άρχισε μία νέα ανάκριση: «Πώς βρήκες το φως σου;». Κι ενώ εκείνος τους εξήγησε, οι Φαρισαίοι δεν ήθελαν να το παραδεχθούν. Κάποιοι μάλιστα έλεγαν για τον Κύριο: «Αυτός δεν είναι απεσταλμένος του Θεού, διότι δεν τηρεί την αργία του Σαββάτου». Άλλοι όμως απαντούσαν: «Πώς είναι δυνατόν ένας άνθρωπος αμαρτωλός να κάνει τέτοια μεγάλα θαύματα;». Κι άρχισαν πάλι να εξετάζουν τον τυφλό: «Εσύ τι λες γι’ αυτόν;». Κι αυτός τους είπε: «Εγώ λέω ότι είναι προφήτης».
Οι Φαρισαίοι όμως επιμένουν στην άρνηση. Γι’ αυτό φωνάζουν τους γονείς του και τους ρωτούν: «Αυτός είναι ο γυιος σας που λέτε ότι γεννήθηκε τυφλός; Και πώς τώρα βλέπει;». Οι γονείς όμως φοβισμένοι μήπως τους διώξουν από τη Συναγωγή απάντησαν: «Αυτός είναι ο γυιος μας και πράγματι τυφλός γεννήθηκε. Πώς όμως τώρα βλέπει, δεν ξέρουμε. Ώριμη ηλικία έχει, ρωτήστε τον.».
Οι γονείς λοιπόν αποφεύγουν να δώσουν σαφή απάντηση για το θαύμα. Φοβούνται και τρέμουν καθώς βλέπουν τους Φαρισαίους να μιλούν με θυμό και απειλές, για να τους εκφοβίσουν. Κι απαντούν μόνο στις δύο πρώτες ερωτήσεις τους. Στην τρίτη σιωπούν, ενώ ήταν βέβαιοι για το θαύμα και όφειλαν να απαντήσουν από ευγνωμοσύνη προς τον Κύριο που θεράπευσε το παιδί τους. Αλλά αυτοί τρομοκρατημένοι άφησαν τον γυιο τους μόνο του να σηκώσει το βάρος των απειλών των Φαρισαίων.
Η ιστορία αυτή επαναλήφθηκε πολλές φορές μέσα στην πορεία της Εκκλησίας. Το ίδιο συμβαίνει και στις μέρες μας, που τόσο μεγάλη πολεμική γίνεται εναντίον του Χριστού και της Εκκλησίας μας. Οι συκοφαντίες και οι κατηγορίες πολλές, οι έμμεσες απειλές ύπουλες και ο φόβος κάνει πολλούς να φοβούνται να πουν την αλήθεια για πολλά θέματα πίστεως, να δειλιάζουν να πάρουν θέση και μάλιστα ενώπιον ανθρώπων που κατέχουν κάποια μεγάλη θέση στην κοινωνία· για να μην εκτεθούν, για να μην κινδυνεύσει η σταδιοδρομία τους, για να τα έχουν καλά με όλους. Έτσι προδίδουν το πιστεύω τους και καταπατούν τη συνείδησή τους. Όσους φοβόμαστε να ομολογήσουμε αυτό που πιστεύουμε και να υπερασπιστούμε την Εκκλησία μας, θα μας αρνηθεί κι ο Κύριος κατά την φοβερή ημέρα της κρίσεως.

Η ομολογία του πρώην τυφλού

Οι Ιουδαίοι αναστατωμένοι φώναξαν και πάλι τον πρώην τυφλό και του είπαν: «Δόξασε τον Θεό, ομολογώντας ότι πλανήθηκες. Ο άνθρωπος που σε θεράπευσε είναι αμαρτωλός, αφού καταλύει την αργία του Σαββάτου».
Εκείνος όμως με παρρησία και θάρρος απάντησε: «Εάν ο άνθρωπος αυτός είναι αμαρτωλός δεν ξέρω. Ξέρω όμως πολύ καλά ότι ενώ ήμουν τυφλός, τώρα βλέπω».
Κι αυτοί ξαναρωτούν: «Πώς σου άνοιξε τα μάτια;». Κι εκείνος ακόμη πιο θαρρετά απαντά: «Λίγο πριν σας το είπα και δεν θελήσατε να το παραδεχθείτε. Γιατί τώρα θέλετε ν’ ακούσετε πάλι τα ίδια; Μήπως θέλετε κι εσείς να γίνετε μαθητές του; Κι έπειτα ο Θεός δεν ακούει τους αμαρτωλούς. Αλλά και ποτέ δεν ακούσθηκε, από τότε που έγινε ο κόσμος, ότι θεράπευσε κάποιος μάτια ανθρώπου που είχε γεννηθεί τυφλός».
Εκείνοι τώρα εξαγριωμένοι του λένε: «Εσύ γεννήθηκες βουτηγμένος στην αμαρτία και διδάσκεις εμάς;». Και τον έδιωξαν. Βρήκε όμως ο Κύριος τον πρώην τυφλό και του είπε: «Εσύ πιστεύεις στον Υιό του Θεού;». «Και ποιος είναι, Κύριε, για να τον πιστεύσω;», αποκρίθηκε εκείνος. Είπε τότε σ’ αυτόν ο Ιησούς: «Αυτός που σου μιλάει, εκείνος είναι». «Πιστεύω, Κύριε», απαντά με ειλικρίνεια ο πρώην τυφλός. Και Τον προσκύνησε ως Υιό του Θεού.
Είναι πραγματικά αξιοθαύμαστη η ομολογία του πρώην τυφλού. Η παρρησία του εκδηλώνεται ολοένα και πιο θαυμαστή. Ομολογεί αρχικώς γεμάτος ευγνωμοσύνη στους γνωστούς το θαύμα. Και, όταν οδηγείται μπροστά στους τυφλωμένους από την κακία Φαρισαίους, δεν κάμπτεται από τις απειλές τους και την ασφυκτική τους πίεση. Περιγράφει και πάλι το θαύμα και ομολογεί χωρίς να φοβάται ότι ο Ιησούς είναι προφήτης. Κι όταν οι Φαρισαίοι απαιτούν να ομολογήσει ότι πλανήθηκε, αυτός ακάθεκτος επιμένει στην αλήθεια. Και τελικά προτιμά να φύγει μακριά τους, μένοντας σταθερός στην ομολογία του, ό,τι κι αν αυτό θα του κοστίσει.
Και μας διδάσκει ο άνθρωπος αυτός, ο πρώην τυφλός, να ομολογούμε κι εμείς την αλήθεια με θάρρος, με ενθουσιασμό και καύχηση, όπου και όταν μας το ζητάει αυτό ο Κύριος. Και γιατί να το κάνουμε αυτό; Διότι ο Χριστός μας άνοιξε τα τυφλά μάτια της ψυχής, μας έμαθε να ζούμε, να πορευόμαστε, να ελπίζουμε. Γεμάτοι ευγνωμοσύνη λοιπόν κι εμείς να ομολογούμε τον ευεργέτη μας. Είναι προτιμότερο να μείνουμε απομονωμένοι ομολογώντας την αλήθεια, παρά να είμαστε φίλοι όλου του κόσμου συμβιβασμένοι με το ψέμα. Και ο Χριστός θα μας ευλογήσει. Θα μας ομολογήσει ως παιδιά του αγαπημένα και θα μας καταστήσει πολίτες της Βασιλείας του.

Αρχιμανδρίτης Ιωήλ Κωνστάνταρος - Κυριακή Τυφλού

                      Κυριακή του Τυφλού
              (Ιωαν. Θ΄ 1-38)

           

Μελετώντας κανείς τα θαύματα του Κυρίου Ιησού, αφ’ ενός συγκινείται από την αγάπη Του και συγκλονίζεται από την παντοδυναμία Του, αφ’ ετέρου εκπλήσσεται από την κακία και την ψυχική διαστροφή των Φαρισαίων της τότε, αλλά και της κάθε εποχής.
Η θεραπεία του εκ γενετής τυφλού που θα ακούσουμε την Κυριακή στους Ιερούς μας Ναούς, είναι πολύ χαρακτηριστική.
Αφού ο Ιησούς ξεκαθαρίζει το θέμα στους μαθητές του, ότι ούτε ο άνθρωπος αυτός είναι η αιτία, ούτε οι γονείς του που γεννήθηκε τυφλός, ενεργεί με την Θεϊκή του παντοδυναμία την θαυμαστή θεραπεία. Ο πρώην τυφλός, μετά την επίχριση του πηλού στα μάτια του και το νίψημό του στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ, καθίσταται εντελώς υγιής στο σώμα και αναγεννημένος στην ψυχή.
Και ενώ οι γείτονες και οι γνωστοί του απορούσαν και θαύμαζαν και ο ίδιος διαβεβαίωνε ότι «εγώ είμαι ο πρώην τυφλός», εξηγώντας τον υπερφυσικό τρόπο της θεραπείας του, κάνουν και πάλι την εμφάνισή τους οι Φαρισαίοι. «Ούτος ο άνθρωπος ουκ έστι παρά του Θεού, ότι το Σάββατον ου τηρεί» (Ιωαν. Θ΄ 16). Αυτός ο άνθρωπος δεν είναι από το Θεό, διότι δεν τηρεί το Σάββατο. Αλλά πώς πάλι μπορεί άνθρωπος αμαρτωλός να πραγματοποιεί τέτοια θαύματα; Ακούγεται σοβαρός τώρα ο αντίλογος.
Το θέμα έλαβε διαστάσεις, με αποτέλεσμα να κληθούν και οι γονείς του πρώην τυφλού για να καταθέσουν τη μαρτυρία τους. Δυστυχώς όμως οι γεννήτορές του φάνηκαν «ανθρωπάκια» και από τον φόβο και τη δειλία που τους χαρακτήριζε, «ρίχνουν το μπαλάκι» και πάλι στο παιδί τους, για να γλυτώσουν οι ίδιοι τον χαρακτηρισμό του «αποσυνάγωγου».
Πρόκειται για τους ανθρώπους που τους βρίσκουμε σε κάθε εποχή και σε κάθε τόπο, που ενώ γνωρίζουν την αλήθεια προσώπων και καταστάσεων, για να στερούνται «αρετής και τόλμης», για να μη χάσουν «τη θεσούλα τους» και να μη μειωθεί η «τιμή τους», όχι απλώς κλείνουν το στόμα τους, αλλά και αν το ανοίξουν, βαπτίζουν τη γλώσσα τους στο φάρυγγα του φιδιού για να «χαντακώσουν» τον συνάνθρωπό τους, που λογικά θα περίμενε την υποστήριξή τους.
Βέβαια ο θεραπευμένος τώρα πρώην τυφλός, όχι απλώς δεν τα χάνει μέσα στο αλλοπρόσαλλο κλίμα της τρομοκρατίας και της δειλίας που επικρατεί στην ατμόσφαιρα, αλλά μετα παρρησίας, τόσο την πρώτη, όσο και την δεύτερη φορά που τον φώναξαν να απολογηθεί, ομολογεί το γεγονός της θεραπείας αλλά και την πίστη του στον Ιησού. Φτάνει μάλιστα στο σημείο, ακόμα και να ειρωνευθεί το συνέδριο των Φαρισαίων αφ’ ενός με την φράση του «μη και υμείς θέλετε αυτού μαθηταί γενέσθαι;» (Ιωάν. Θ΄ 27) Δηλ. μήπως και εσείς θέλετε να γίνετε μαθητές Του; και αφ’ ετέρου τους ελέγχει με τα καυστικά του λόγια: «...εν γαρ τούτο θαυμαστόν εστίν, ότι υμείς ουκ οίδατε πόθεν εστί, και ανέωξέ μου τους οφθαλμούς» (Ιωάν. Θ΄ 30) Δηλ. εδώ βεβαίως είναι το απορίας άξιον, ότι εσείς δεν ξέρετε από πού είναι, και όμως μου άνοιξε τα μάτια.
Με δυο λόγια, τους αντιμετωπίζει με τέτοια ψυχική διάθεση που φανερώνεται η ελευθερία, το θάρρος, η πίστις αλλά και η περιφρόνισις στις στρεψοδικίες που προσπαθούν να εδράσουν οι διεστραμμένοι Φαρισαίοι στο νόμο του Θεού...
Το ότι τελικώς «εξέβαλον αυτόν έξω» (Ιωάν. Θ΄ 34), τον πέταξαν δηλ. έξω από τη συναγωγή, τούτο είναι η πλέον εναργός απόδειξις που πιστοποιεί ότι ο άνθρωπος είχε πιστέψει στον Ιησού και παρέμενε ασυμβίβαστος.
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός φίλοι μου, ότι όχι πριν, αλλά αφού χαρακτηρίστηκε αποσυνάγωγος, ο υγιής τώρα στους αισθητούς και πνευματικούς οφθαλμούς συνάνθρωπός μας, δέχεται την επίσκεψη εκ μέρους του Ιησού.
Οπωσδήποτε, στο αποκορύφωμα της χαράς του μετά την θεραπεία του, θα αισθανόταν την αγωνία πού και πώς θα γνωρίσει τον ευεργέτη του. Και έρχεται η ευλογημένη αυτή συνάντηση, την κατάλληλη στιγμή. Όταν ουσιαστικά τον αρνούνται οι ίδιοι οι γονείς του, όταν το σαπισμένο θρησκευτικό κατεστημένο του Ισραήλ τον απορρίπτει για την ελευθερία της γνώμης του, όταν φαίνεται ότι μένει εντελώς μόνος, τότε ακριβώς του αποκαλύπτεται ο ίδιος ο Ιησούς.
Φαίνεται ότι για να αισθανθούμε την παρουσία του Ιησού στη ζωή μας, είναι ανάγκη να αρνηθούμε συνειδητά, πρόσωπα και καταστάσεις, τα οποία είναι αντίθετα με Τον Ίδιο και το πανάγιον θέλημά Του. Να είμαστε βέβαιοι ότι αν ο πρώην τυφλός είχε φοβηθεί το θράσος και υποχωρήσει μπροστά στην κακία των Φαρισαίων. Αν είχε υποταχθεί δουλικώς «για λόγους υπακοής» στα όσα του υπέβαλε το συνέδριο. Αν είχε χάσει την ελεύθερη προσωπικότητα που του χάρισε η θεραπεία. Ε, ναι, δεν θα δεχόταν αυτή την άμεση και προσωπική επίσκεψη του Ιησού.
Ουσιαστικά τούτο είναι το ζητούμενο. Τί είδους επικοινωνία έχουμε αναπτύξει στη ζωή μας με τον ίδιο τον Ιησού. Ανεξαρτήτως του αν είναι κανείς υγιής ή όχι. Ανεξαρτήτως του αν μπορεί ή όχι με τα μάτια του σώματος να χαίρετε την υλική δημιουργία, το ζητούμενο λοιπόν είναι, βρίσκεται σε κατάσταση ώστε να αισθάνεται με τους οφθαλμούς της ψυχής του την παρουσία του Χριστού;
Ας το ομολογήσουμε ξεκάθαρα αγαπητοί μου. Όσο θα βασανιζόμαστε για να συμβιβάσουμε τα ασυμβίβαστα στην καθημερινότητα, όσο θα αγωνιούμε μέσα στην καρδιά μας για να συνυπάρξουν η Χάρις του Θεού και η πονηρία του κόσμου και όσο θα φοβόμαστε να διαρρήξουμε τους δεσμούς με οποιαδήποτε μορφή προσωπικού πάθους, κοινωνικής αδικίας ή νοσηρής πνευματικότητας, να είμαστε βέβαιοι ότι το μόνο που θα γευόμαστε τελικώς, θα είναι η πικρία της κοσμικής απορρίψεως και ιδιαίτερα η στέρησις της Θεϊκής παρουσίας.
Είθε να επιτρέψουμε στον δημιουργό των οφθαλμών και στον κατασκευαστή των καρδιών να ρυθμίσει τον εσωτερικό μας άνθρωπο, ώστε ο νους να βλέπει και να ζει την μοναδική προσωπικότητα του Κυρίου Ιησού, η καρδιά μας να φλέγεται από τη δική Του αγάπη και με τη θέλησή μας να γινόμαστε έτοιμοι την κάθε στιγμή, ώστε να απορρίπτουμε ο,τιδήποτε ζητά να μας αποκόψει από το Θεναδρικό του πρόσωπο.
Αμήν.           
      

Το παιδί,το θαύμα και ο γέροντας Πορφύριος


Μεσημέρι, δύο η ώρα, βρίσκομαι στην Πλατεία Αγίων Αναργύρων Αθηνών. Είμαι σταματημένη στο φανάρι προς Αθήνα. Με πλησιάζει ένας κύριος. -Μενίδι, σας παρακαλώ, πάμε; -Όχι! του απάντησα, δεν προλαβαίνω. Όντως δεν προλάβαινα, γιατί τρεις η ώρα έπρεπε να παραδώσω το ταξί στον Πειραιά.
 Ο κύριος στεκόταν μπροστά μου περιμένοντας να περάσει άλλο ταξί. Κάτι μέσα μου μου έλεγε να τον εξυπηρετήσω. Του έκανα νόημα να έρθει. Μόλις μπήκε στο ταξί αναφώνησε: «-Δεν είναι δυνατόν!» Και παίρνει τη φωτογραφία του Γέροντα Πορφυρίου στα χέρια του και τη φιλάει. Την στιγμή εκείνη έχει ανάψει το φανάρι και έστριβα το τιμόνι προς Μενίδι. Ήθελα να του πάρω από τα χέρια τη φωτογραφία, μα όταν τον είδα με τι λαχτάρα τον κοιτούσε, ντράπηκα για τη σκέψη μου.
-Τον γνωρίσατε, με ρώτησε.
-Όχι, από τα βιβλία του τον γνώρισα και τον αγαπώ πάρα πολύ.
-Θέλεις, κοπέλα μου, να σου πω πώς τον γνώρισα εγώ;
-Και βέβαια θέλω, του είπα με χαρά.
-Άκου η γυναίκα μου ήταν άρρωστη βαριά, είχε καρκίνο- οι γιατροί μάς έδωσαν τρεις μήνες το πολύ ζωή. Εκείνη τη χρονιά ο γιος μου ο μεγάλος τελείωνε το Λύκειο. Και μας ανακοίνωσε πως έχει κανονίσει με άλλα δέκα παιδιά, συμμαθητές του, να πάνε στο Άγιο Όρος για μια εβδομάδα. Είπαμε εντάξει. Τα παιδιά έφυγαν. Στο μεταξύ η γυναίκα μου χειροτέρεψε. Ο γιατρός που την παρακολουθούσε μας είπε πως το τέλος ήταν κοντά. Τον ρωτήσαμε με αγωνία: «-Γιατρέ, τι μπορούμε να κάνουμε, να της δώσουμε λίγη ζωή ακόμη;» «-Θα κάνουμε ένα χειρουργείο ακόμη και ο Θεός βοηθός!» μας απάντησε. Εγώ συμφώνησα, η γυναίκα μου όμως αντέδρασε, γιατί ήθελε να περιμένουμε να γυρίσει το παιδί.


Ο γιος μου γύρισε τόσο ευτυχισμένος, τόσο χαρούμενος, που έτσι δεν τον είχαμε δει ποτέ. Μας διηγιόταν πόσο όμορφα ήταν εκεί, πόσο εγκάρδια τους υποδέχθηκαν οι μοναχοί, πόση γαλήνη ένιωσαν μεσ' στην ψυχή τους. Τόσο πολύ ένιωσε την παρουσία του Θεού, που είχε ξεχάσει πως η μητέρα του ήταν άρρωστη. Τη θυμήθηκε, όταν παρουσιάστηκε μπροστά τους ο Γέρων Πορφύριος. Μας είπε για τον Γέροντα Πορφύριο θαυμαστά πράγματα, που μας φαίνονταν απίστευτα.
-Συγγνώμη, αυτά που λέτε πότε γίνανε; τον διέκοψα.
-Πριν δυο χρόνια.
-Α, πρόσφατα! Λοιπόν, για πέστε μου.
-Όλα τα παιδιά καθόντουσαν κάτω από ένα δένδρο, μιλούσανε και γελούσανε, όταν ξαφνικά είδανε έναν καλόγερο να τα πλησιάζει. Σηκώθηκαν, του φίλησαν το χέρι και ο Γέροντας άρχισε να τους μιλάει προσφωνώντας κάθε παιδί με το όνομά του. Όπως καταλαβαίνεις, τα παιδιά απόρησαν, πού ήξερε τα ονόματά τους και τα οικογενειακά τους. Στο γιος μου είπε: «-Πες της μαμάς σου να μην κάνει χειρουργείο, είναι καλά!» «-Την ξέρετε;» «-Την ξέρω, όλους σας ξέρω!» «-Ποιος είστε;» τον ρώτησε. «-Είμαι ο Γέροντας Πορφύριος», είπε και έφυγε.
Στο γυρισμό από το Άγιο Όρος, σταμάτησαν στην Ουρανούπολη, σε ένα φαρμακείο να πάρουν ασπιρίνες, γιατί τους πείραξε η θάλασσα και ζαλίστηκαν. Μπαίνοντας στο φαρμακείο είδαν την εικόνα του Γέροντα Πορφυρίου και είπαν: «-Να ο Γέροντας Πορφύριος που είδαμε στο Άγιο Όρος!» Μόλις το άκουσε η φαρμακοποιός, σάστισε. «-Συγγνώμη, παιδιά, είδατε αυτόν τον Γέροντα στο Άγιο Όρος;» «-Ναι, τώρα από εκεί ερχόμαστε.» «-Είστε σίγουροι;» «-Βέβαια είμαστε σίγουροι, αφού μιλήσαμε μαζί του.
Και μάλιστα απορήσαμε πού ήξερε τα ονόματά μας και τα οικογενειακά μας. Όταν τον ρωτήσαμε ποιος είναι, μας είπε πως ήταν ο Γέροντας Πορφύριος». «-Παιδιά, είμαι σίγουρη ότι τον είδατε, όμως... Μην τρομάξετε μ' αυτό που θα σας πω... Ο Γέροντας πέθανε πριν πέντε χρόνια!» Τα παιδιά έπαθαν σοκ! «-Αδύνατον!» της είπαν, «αφού μιλήσαμε!»
Και εγώ και η γυναίκα μου πιστέψαμε πως κάποιον άλλον είδαν, που τον έλεγαν κι αυτόν Πορφύριο και του έμοιαζε. Άλλωστε όλοι οι καλόγεροι μοιάζουν μεταξύ τους. «-Δεν με πιστεύετε, ε; Τέλος πάντων, εμένα μου είπε να μη πας για χειρουργείο, είσαι καλά», είπε το παιδί στη μητέρα του.
Σε δύο μέρες μπήκαμε στο νοσοκομείο. Την επομένη το πρωί θα γινόταν το χειρουργείο. Η ώρα του χειρουργείου έφτασε και, ενώ εγώ περίμενα απ' έξω με αγωνία, ξαφνικά, βλέπω τη γυναίκα μου να βγαίνει. Έτρεξα κοντά της: «-Τι έγινε;» «-Δεν κάνω χειρουργείο, είμαι καλά!» Από πίσω της βγήκε και ο γιατρός. «-Τι έγινε, γιατρέ;» «-Δεν ξέρω, δεν θέλει να χειρουργηθεί!» «-Σας είπα, είμαι καλά!» «-Κορίτσι μου, τρελάθηκες;» Την πήρα αγκαλιά και προσπαθούσα να την πείσω, πως πρέπει να γίνει η εγχείρηση. «-Σου είπα νιώθω καλά, κάντε μου εξετάσεις και θα δείτε ότι είμαι καλά, το νιώθω!» «-Ωραία!» είπε ο γιατρός, «ας μην την πιέσουμε, αφού νοιώθει καλά.» «- Δεν με πιστεύετε; Ωραία! Κάντε μου εξετάσεις για να πειστείτε.»
Πράγματι έγιναν οι εξετάσεις. Την επομένη μέρα μας ήρθαν και οι απαντήσεις.
Εδώ ο κύριος πήρε μια βαθιά ανάσα.
-Τι έδειξαν οι απαντήσεις;
-Πως ποτέ δεν την άγγιξε η αρρώστια! Οι γιατροί να βλέπουν τις παλιές εξετάσεις και τις καινούργιες και να έχουν τρελαθεί! Δεν μπορεί, θα πρέπει να μπερδεύτηκαν με άλλες, θα ξανακάνουμε αύριο, έλεγαν απορημένοι.
Ωστόσο ήρθε ο γιος μου, που βλέποντας τους γιατρούς μπερδεμένους με τις εξετάσεις, μου λέει.
-Γιατί δεν πιστεύεις αυτά που μου είπε ο Γέροντας Πορφύριος στο Άγιο Όρος;
Τότε πετιέται ένας γιατρός:
-Τι είπες; Ο Γέροντας Πορφύριος τι σου είπε;
-Πως η μαμάς μου είναι καλά και να μην κάνει χειρουργείο!
Ο γιατρός έβγαλε από την τσέπη του τη φωτογραφία του Γέροντα Πορφυρίου.
-Αυτόν είδες, αγόρι μου, στο Άγιο Όρος;
-Ναι, Αυτόν!
-Οι εξετάσεις είναι σωστές! Η γυναίκα σας είναι καλά, μπορείτε να φύγετε και τώρα μάλιστα! Ετοιμαστείτε!
Στη γυναίκα μου οι γιατροί είχαν δώσει τρεις μήνες το πολύ ζωή. Έχουν περάσει δυο χρόνια και είναι μια χαρά, πιο καλά από ότι ήταν πριν την αρρώστια. Γι' αυτό αγαπούμε πάρα πολύ τον Γέροντα Πορφύριο. Έχουμε πάει και στο Μοναστήρι του πολλές φορές. Και όποτε έχουμε δυσκολίες, εκείνος μας στηρίζει.
Η αφήγηση του κυρίου για ένα ακόμη θαύμα του Γεροντάκου μου, μου έδωσε μεγάλη χαρά. Το μόνο που ψέλλισα, καθώς κατέβαινε ο κύριος, ήταν «ευχαριστώ!»
ΒΙΒΛ. ΤΑΞΙΔΕΥΟΝΤΑΣ ΣΤΑ ΤΕΙΧΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ . ΠΟΡΦΥΡΙΑ ΜΟΝΑΧΗ./agioritis

Πνευματικές εμπειρικές συμβουλές γύρω από τους πειρασμούς και τις θλίψεις


Του Αγίου Ισαάκ του Σύρου
* Όπως πλησιάζουν τα βλέφαρα το ένα το άλλο, έτσι και οι πειρασμοί είναι κοντά στους ανθρώπους. Και αυτό το οικονόμησε ο Θεός να είναι έτσι, με σοφία, για να έχουμε ωφέλεια. για να κρούεις δηλ. επίμονα, εξαιτίας των θλίψεων, τη θύρα του ελέους του Θεού και για να μπει μέσα στο νου σου, με το φόβο των θλιβερών πραγμάτων, ο σπόρος της μνήμης του Θεού, ώστε να πας κοντά του με τις δεήσεις, και να αγιασθεί η καρδιά σου με τη συνεχή ενθύμησή του. Και ενώ εσύ θα τον παρακαλείς, αυτός θα σε ακούσει...
* Ο πορευόμενος στο δρόμο του Θεού πρέπει να τον ευχαριστεί για όλες τις θλίψεις που τον βρίσκουν, και να κατηγορεί και να ατιμάζει τον αμελή εαυτό του, και να ξέρει ότι ο Κύριος, που τον αγαπά και τον φροντίζει, δε θα του παραχωρούσε τα λυπηρά, για να ξυπνήσει το νου του, αν δεν έδειχνε κάποια αμέλεια. Ακόμη μπορεί να επέτρεψε ο Θεός κάποια θλίψη, διότι ο άνθρωπος έχει υπερηφανευθεί, οπότε ας το καταλάβει και ας μην ταραχθεί κι ας βρίσκει την αιτία στον εαυτό του, ώστε το κακό να μη γίνει διπλό, δηλ. να υποφέρει και να μη θέλει να θεραπευθεί. Στο Θεό που είναι η πηγή της δικαιοσύνης, δεν υπάρχει αδικία. Αυτό να μην περάσει από το νου μας.
* Μην αποφεύγεις τις θλίψεις, διότι βοηθούμε νος απ' αυτές μαθαίνεις καλά την αλήθεια και την αγάπη του Θεού. Και μη φοβηθείς τους πειρασμούς, διότι μέσα από αυτούς βρίσκεις θησαυρό. Να προσεύχεσαι να μην εισέλθεις στους ψυχικούς πειρασμούς όσο για τους σωματικούς, να ετοιμάζεσαι να τους αντιμετωπίσεις με όλη τη δύναμή σου, γιατί χωρίς αυτούς δεν μπορείς να πλησιάσεις το Θεό. Μέσα σ' αυτούς εμπεριέχεται η θεία ανάπαυση. Όποιος αποφεύγει τους σωματικούς πειρασμούς, αποφεύγει την αρετή.
* Χωρίς πειρασμούς η πρόνοια του Θεού για τον άνθρωπο δε φανερώνεται, και είναι αδύνατο, χωρίς αυτούς, να αποκτήσεις παρρησία στο Θεό, και να μάθεις τη σοφία του αγίου Πνεύματος και, ακόμη, δε θα μπορέσει να στεριωθεί μέσα στην ψυχή σου ο θεϊκός πόθος. Προτού να έρθουν οι πειρασμοί, ο άνθρωπος προσεύχεται στο Θεό σαν ξένος. Από τότε όμως που θα εισέλθει σε πειρασμούς για την αγάπη του Θεού, και δεν αλλάξει γνώμη, έχει το Θεό, να πούμε, υποχρεωμένο απέναντί του, και ο Θεός τον λογαριάζει για γνήσιο φίλο του. Διότι πολέμησε και νίκησε τον εχθρό του, για να εκπληρώσει το θέλημα του Θεού.
* Ο Θεός δεν δίνει μεγάλο χάρισμα χωρίς να προηγηθεί μεγάλος πειρασμός γιατί ανάλογα με την σφοδρότητα των πειρασμών ορίσθηκαν τα χαρίσματα από τη σοφία του Θεού, την οποία όμως δεν καταλαβαίνουν συνήθως οι άνθρωποι. Από το μέγεθος των μεγάλων θλίψεων που σου στέλνει η πρόνοια του Θεού, καταλαβαίνεις πόση τιμή σου κάνει η μεγαλοσύνη του. Διότι ανάλογη με τη λύπη που δοκιμάζεις είναι και η παρηγοριά που δέχεσαι.
* Αν με ρωτήσεις ποια είναι η αιτία για όλα αυτά, σου απαντώ: Η αμέλεια σου. γιατί δε φρόντισες να βρεις τη γιατρειά τους. Η γιατρειά όλων αυτών είναι μία, και μ' αυτή ο άνθρωπος βρίσκει αμέσως στην ψυχή του την παρηγοριά που ποθεί. Και ποια λοιπόν είναι αυτή η γιατρειά; Είναι η ταπεινοφροσύνη της καρδιάς. Χωρίς αυτήν είναι αδύνατο να χαλάσεις το φράχτη των πειρασμών. απεναντίας μάλιστα βρίσκεις ότι οι πειρασμοί είναι ισχυρότεροι και σε εξουθενώνουν....
* Κατά το μέτρο της ταπεινοφροσύνης, σου δίνει ο Θεός και τη δύναμη να υπομένεις τις συμφορές σου. Και κατά το μέτρο της υπομονής σου, το βάρος των θλίψεών σου γίνεται ελαφρό και, έτσι, παρηγοριέσαι. Και όσο παρηγοριέσαι, τόσο η αγάπη σου προς το Θεό αυξάνει. Και όσο αγαπάς το Θεό, τόσο μεγαλώνει η χαρά που σου χαρίζει το άγιο Πνεύμα. Ο εύσπλαχνος Πατέρας μας, θέλοντας να βγάλει σε καλό τους πειρασμούς των πραγματικών του παιδιών, δεν τους παίρνει, παρά τους δίνει τη δύναμη να τους υπομείνουν. Όλα αυτά τα αγαθά (την παρη­γοριά, την αγάπη, τη χαρά) τη δέχονται οι αγωνιστές ως καρπό της υπομονής, για να φτάσουν οι ψυχές τους στην τελειότητα. Εύχομαι ο Χριστός και Θεός μας να μας αξιώσει με τη χάρη του να υπομένουμε την πίκρα των πειρασμών για την αγάπη του και με ευχαριστίες της καρδιάς μας. Αμήν.
* * *
* Οι άγιοι δείχνουν έμπρακτα την αγάπη τους στο Θεό με όσα υποφέρουν για το όνομά του, όταν δηλ. τους στέλνει στενοχώριες, χωρίς όμως να απομακρύνεται απ' αυτούς, γιατί τους αγαπά. Απ' αυτή την πάσχουσα αγάπη τους αποκτά η καρδιά τους παρρησία, ώστε να ατενίζουν προς αυτόν ελεύθερα και με την πεποίθηση ότι θα εισακουσθούν τα αιτήματά τους και θα εκπληρωθούν. Μεγάλη είναι η δύναμη της προσευχής που έχει παρρησία. Γι' αυτό αφήνει ο Θεός τους αγίους του να δοκιμάσουν κάθε λύπη, για να αποκτήσουν πείρα και να βεβαιωθούν για τη βοήθειά του και για το πόσο προνοεί και νοιάζεται γι' αυτούς. Έτσι, αποκτούν σοφία και σύνεση από τους πειρασμούς, για να μη γίνουν αμαθείς, καθώς θα τους λείπει η πνευματική άσκηση και στο καλό και στο κακό, και για να αποκτήσουν, από τη δοκιμασία τους, τη γνώση όλων των πραγμάτων που χρειάζονται. γιατί, αλλιώς, θα παρασυρθούν από άγνοια και θα γίνουν καταγέλαστοι από τους δαίμονες. Διότι, αν γυμνάζονταν μόνο στα καλά και δεν είχαν την εμπειρία της πάλης με το κακό, θα πήγαιναν στον πόλεμο εντελώς άπειροι....
* Ο άνθρωπος δεν μπορεί να γευθεί και να εκτιμήσει το καλό, αν προηγουμένως δε δοκιμάσει την πίκρα από τους πειρασμούς....
* Οι άνθρωποι τότε έρχονται σε αληθινή επίγνωση, όταν ο Θεός τους στερήσει τη δύναμή του και τους κάνει να συναισθανθούν την ανθρώπινη αδυναμία, και τη δυσκολία που προκαλούν οι πειρασμοί, και την πονηριά του εχθρού, και με ποιον αντίπαλο έχουν να παλέψουν, και πόσο ασθενής είναι η ανθρώπινη φύση τους, και πώς τους φυλάει η θεϊκή δύναμη, και πόσο προχώρησαν και προόδευσαν στην αρετή, και ότι χωρίς τη δύναμη του Θεού είναι ανίσχυροι μπροστά σε οποιοδήποτε πάθος. Κι αυτό το κάνει ο Θεός, για να αποκτήσουν, από όλες αυτές τις αρνητικές εμπειρίες, αληθινή ταπείνωση, και να πλησιάσουν κοντά του, και να περιμένουν τη βέβαιη βοήθειά του, και να προσεύχονται με υπομονή. Και όλα αυτά από που θα τα μάθουν, παρά από την πείρα των πολλών θλίψεων τις ο ποίες επιτρέπει ο Θεός και δοκιμάζουν; Αλλά και πίστη σταθερή αποκτά κανείς από τους πειρασμούς καθώς βεβαιώνεται για τη θεϊκή βοήθεια, που πολ λές φορές βρίσκει στον αγώνα του....
* Οι αγωνιστές, λοιπόν, πειράζονται για να αυξήσουν τον πνευματικό τους πλούτο. οι αμελείς, για να φυλαχθούν απ' ό, τι τους βλάπτει. οι κοιμισμένοι, για να ξυπνήσουν. οι απομακρυσμένοι, για να πλησιάσουν στο Θεό. και οι φίλοι του Θεού, για να εισέλθουν στον άγιο οίκο του με παρρησία. Ένας γιος, άβγαλτος στη ζωή, δεν μπορεί να διαχειρισθεί τον πλούτο του πατέρα του και να βοηθηθεί απ' αυτόν. Γι' αυτό λοιπόν, στην αρχή στέλνει δυσκολίες και βάσανα ο Θεός στα παιδιά του και, μετά, τους φανερώνει τι τους χαρίζει. Δόξα τω Θεώ που, με πικρά φάρμακα, μας χαρίζει την απόλαυση της πνευματικής υγείας.
* Είναι κανείς που δε στενοχωριέται και δεν κουράζεται, ενόσω γυμνάζεται; Και είναι κανείς, στον οποίο να μη φαίνεται πικρός ο καιρός, που πίνει το φαρμάκι των πειρασμών και των θλίψεων; Χωρίς, λοιπόν, να περάσει απ' αυτό το στάδιο δεν μπορεί να αποκτήσει ισχυρή κράση. Αλλά και η υπομονή στους πειρασμούς δεν είναι δική μας. Πώς μπορεί, αλήθεια, ο άνθρωπος, ένα πήλινο αγγείο, να βαστάζει μέσα του το νερό, αν δε το κάνει στέρεο η θεϊκή φωτιά; Αν σκύψουμε το κεφάλι, τότε ό, τι καλό και ωφέλιμο ζητήσουμε από το Θεό στην προσευχή μας με ταπείνωση, με διαρκή πόθο και με υπομονή, όλα θα μας τα δώσει.
* Όπως τα μικρά παιδιά τρομάζουν από τα φοβερά θεάματα, και τρέχουν και πιάνονται από τα φορέματα των γονέων τους, και ζητούν τη βοήθειά τους, έτσι και η ψυχή: όσο στενοχωριέται και θλίβεται από το φόβο των πειρασμών, προστρέχει και κολλάει στο Θεό, και τον παρακαλεί με ακατάπαυτες δεήσεις. Και όσο οι πειρασμοί πέφτουν επάνω της, ο ένας μετά τον άλλο, τόσο και παρακαλεί περισσότερο. Αλλά όταν σταματήσουν και ξαναβρεί την ανάπαυσή της, συνήθως χάνει την επαφή της με την πραγματικότητα και απομακρύνεται από το Θεό.
* Οι θλίψεις και οι κίνδυνοι θανατώνουν την ηδυπάθεια, ενώ η καλοπέραση και η αδιαφορία την τρέφουν. Γι' αυτό και ο Θεός και οι άγιοι Άγγελοι χαίρονται στις θλίψεις και στις στενοχώριες μας, ενώ ο διάβολος και οι συνεργάτες του χαίρονται όταν τεμπελιάζουμε και καλοπερνούμε.
* Άφησε λοιπόν τη φροντίδα σου στο Θεό, και σε όλες τις δυσκολίες σου κατάκρινε τον εαυτό σου, ότι εσύ ο ίδιος είσαι ο αίτιος για όλα...
* Όλες οι λυπηρές περιστάσεις και οι θλίψεις, αν δεν έχουμε υπομονή, μας διπλο-βασανίζουν. Για τί ο άνθρωπος με την υπομονή του διώχνει την πίκρα των συμφορών, ενώ η μικροψυχία γεννά την απελπισία της κόλασης. Η υπομονή είναι μητέρα της παρηγοριάς.είναι μια δύναμη ψυχική, που γεννιέται από την πλατιά καρδιά. Αυτή τη δύναμη ο άνθρωπος δύσκολα τη βρίσκει πάνω στις θλίψεις του, αν δεν έχει τη θεία χάρη, που την αποκτά με την επίμονη προσευχή και με δάκρυα.

* * *


Οσίου Μάρκου του Ασκητού
* Οι θλίψεις προξενούν στους ανθρώπους τα αγαθά, ενώ με την κενοδοξία και τις ηδονές προξενούνται τα κακά.
Οι κατηγορίες των ανθρώπων προξενούν λύπη στην καρδιά, γίνονται όμως αφορμή καθαρισμού σε αυτόν που υπομένει.
Εάν τυχόν ζημιώθηκες, κατηγορήθηκες και καταδιώχθηκες από κάποιον, μη σκέπτεσαι το πα­ρόν, αλλά βλέπε στο μέλλον. και τότε θα αντιληφθείς ότι αυτά σου έχουν προξενήσει πολλά καλά, όχι μόνο στην εδώ ζωή, αλλά και στην μέλλουσα και χωρίς τέλος....
*
 Όπως στους αρρώστους είναι ωφέλιμα τα πι κρά φάρμακα, έτσι και στους κακότροπους ανθρώπους. άλλους τους οδηγούν οι δοκιμασίες σε υγεία ψυχής και άλλους ετοιμάζει η αρρώστια για μετάνοια.
Όλα τα θλιβερά που σου συμβαίνουν στην πρόσκαιρη αυτή ζωή να τα συγκρίνεις με τα αγαθά της αιώνιας ζωής και δε θα σε βρει ποτέ αμέλεια στον αγώνα αυτής της ζωής....
Αυτός που αποφεύγει θεληματικά τις θλίψεις, για την αλήθεια, θέλοντας και μη θα παιδευθεί σκληρά από την Θεία Πρόνοια.
Είναι μεγάλη αρετή η υπομονή στις διάφορες δοκιμασίες που θα μας έλθουν και παράλληλα η αγάπη σε εκείνους που μας μισούν....
Αρετή χωρίς θλίψη είναι αδόκιμος επειδή έγινε χωρίς στενοχώρια.
Στις θλίψεις επαναπαύεται ο Θεός, στις ανέσεις ο διάβολος που είναι ο αίτιος των κακών. Οι πειρασμοί πάντα ωφελούν αρκεί να τους υπομένουμε με καρτερία και με δοξολογία προς τον Θεό.
Να αποφεύγεις τον πειρασμό με την υπομονή και με την προσευχή. Και αν θέλεις να αντισταθείς στον πειρασμό χωρίς αυτές, ο πειρασμός θα έλθει σκληρότερος κατεπάνω σου.

* * *
Αρχιμ. Επιφανίου Θεοδωροπούλου †1989
Γεγονότα που φαίνονται τώρα ως συμφορές, αργότερα αποδεικνύονται ευλογίες Θεού.Εάν δεν υπήρχαν οι θλίψεις, δεν θα αναζητούσαμε τον Παράδεισο.
* Τις θλίψεις πρέπει να τις δεχόμαστε όπως δεχόμαστε την ταλαιπωρία μιας χειρουργικής επεμ­βάσεως, προκειμένου να εξασφαλίσουμε την υγεία μας. Ο πόνος ταπεινώνει τον άνθρωποκαι όσο αυτός ταπεινώνεται, τόσο πλησιάζει τον Θεό.* Στις μεγάλες θλίψεις μόνο ο Θεός μπορεί να παρηγορήσει. Γι' αυτό, το καλύτερο είναι η προσευχή και όχι τόσο οι λόγοι παρηγοριάς.

* - Ερώτησις: Γέροντα, γιατί επιτρέπει ο Θεός να υποφέρουν από φρικτές αρρώστιες δίκαιοι και ενάρετοι άνθρωποι;
* - Απάντησις: Για να καθαρισθούν και από τα ελάχιστα ίχνη των παθών τους και για να πάρουν μεγαλύτερο στεφάνι στον ουρανό. Εξάλλου αφού στον Υιό Του τον αγαπητό επέτρεψε να υποφέρει και να πεθάνει επί του Σταυρού, τί να πούμε για τους ανθρώπους, οι οποίοι, όσο άγιοι κι αν είναι, έχουν ρύπους και κηλίδες από αμαρτίες;
* «Η μεγαλύτερη άσκησης είναι να υπομένουμε αγόγγυστα όλα όσα έρχονται επάνω μας μέσα σ' αυτή την κοιλάδα του κλαυθμώνος. Ο δε απομείνας εις τέλος, ούτος σωθήσεται».
* «Εάν υπομείνεις την θλίψη με μακροθυμία, μαρτυρείς την πιστότητά σου στον Χριστό, την αφοσίωσή σου στον Σωτήρα και την αγάπη σου σ' Αυτόν, ο Οποίος ανεστήθει εκ των νεκρών και μας καλεί πλησίον Του».* «Μην αφήνετε σε καμία περίπτωση την θλίψη να σας κυρίευση...Η κατάθλιψης είναι ο δήμιος που σκοτώνει την πνευματική ενεργητικότητα, που είναι αναγκαία για την υποδοχή του Αγίου Πνεύματος μέσα στην καρδιά. Ένας καταθλιμμένος άνθρωπος χάνει την δυνατότητα να προσεύχεται και είναι νεκρός για τους πνευματικούς αγώνες».
* Με απόλυτη εμπιστοσύνη να αναφωνούμε και να ζούμε το«Εαυτούς και αλλήλους και πάσαν την ζωήν ημών Χριστώ τω Θεώ παραθώμεθα».

"Λυτρωτικά εφόδια για την σωστή αντιμετώπιση των θλίψεων"
Εκδόσεις «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»

Ο άπιστος γιατρός-Ένα θαύμα του Αι-Γιάννη του Ρώσου

Στην Λίμνη της Ευβοίας ζούσε και εργαζόταν ένας γιατρός που ονομαζόταν Μαντζώρος. Σαν γιατρός ήταν πολύ καλός, αλλά δεν πίστευε στο Χριστό και μάλιστα δεν ήθελε να ακούει συζητήσεις σχετικές με την θρησκεία και την ψυχή. Καταφερόταν εναντίον της θρησκείας και οι απόψεις του ήταν σκληροπυρηνικές στο θέμα του Χριστιανισμού.
Αρρώστησε λοιπόν και μάλιστα πολύ σοβαρά. Η επάρατος νόσος είχε πλησιάσει τον άπιστο γιατρό που με φρικτούς πόνους κατάλαβε την έλευσή του. Μέσα σε αφόρητους πόνους μεταφέρθηκε στο Νοσοκομείο της Χαλκίδας. Εκεί , λόγω της σοβαρότητας της ασθένειάς του, δεν μπορούσαν να τον νοσηλεύσουν . Τον έστειλαν λοιπόν στην Αθήνα στη κλινική «Παντοκράτωρ», που βρίσκεται στην οδό Γ΄ Σεπτεμβρίου. Εκεί υποβλήθηκε σε ακτινολογικές και χημικές εξετάσεις , οι οποίες έδειξαν ότι η επάρατος νόσος είχε προσβάλει το παχύ έντερο του γιατρού. Όταν όλη η ζωή του γιατρού ήταν στρωμένη κοινωνικά και μπορούσε να λέει και να κάνει με ευκολία ότι ήθελε ο γιατρός ήταν απόλυτος στον λόγο του για τον Χριστό και τους Αγίους. Όλα ήταν ένα καλοστημένο ψέμα για τον άπιστο γιατρό. Η μόνη αλήθεια ήταν η αμαρτία και η ασωτεία. Εκεί κατέφευγε όταν εμφανίζονταν στη ζωή του μαύρα μικρά συννεφάκια. Αλλά τώρα, τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Τα μαύρα σύννεφα που είχαν επισκιάσει για καιρό τώρα τη ζωή του δεν μπορούσε να τα διώξει με την προσφιλή του μέθοδο που δεν ήταν άλλη από την αμαρτία.
- «Στο παντοδύναμο Θεό , να ελπίζεις μόνο συνάδελφε»
Αυτή ήταν η διάγνωση-έκκληση των συναδέλφων του, που του εξηγούσαν, με αυτό τον σκληρό λόγω επαγγέλματος λόγο. Και ο ίδιος όμως, λόγω του επαγγέλματός του είχε αντιληφθεί , ότι η φλόγα της ελπίδας κόντευε να σβήσει. Οι γιατροί λοιπόν του Νοσοκομείου του είπαν ότι αν συμφωνούσε και ο ίδιος θα μπορούσε να εγχειρισθεί την επόμενη μέρα. Συμφώνησε λοιπόν με γνώμονα την ιατρική γνώση που και ο ίδιος είχε. Αλλά τα λόγια των συναδέλφων του: «Στον παντοδύναμο να ελπίζεις, συνάδελφε», τον οδήγησαν παραμονή της εγχείρησης , σε μια αυθόρμητη προσευχή, που έβγαινε μέσα από την ψυχή του. παρακαλούσε τον Θεό, όχι μόνον να τον κάνει καλά, αλλά να τον συγχωρέσει κιόλας για την απιστία που είχε δείξει τόσα χρόνια.
Την ώρα της προσευχής κάποιος χτύπησε την πόρτα κι τον διέκοψε. Ήταν ένας όμορφος νεαρός, ο οποίος σπρώχνοντας με τα χέρια του την πόρτα μπήκε μέσα στο δωμάτιο του γιατρού και ακολούθησε ο πιο κάτω διάλογος:
- «Τι έχεις;».
- «Είμαι πολύ άρρωστος».
- «Δεν έχεις τίποτε».
- «Μα τι λες, Χριστιανέ μου. Έχω καρκίνο στο έντερο στο τελευταίο στάδιο και αύριο εγχειρίζομαι. Καταλαβαίνεις τι μου συμβαίνει;».
- «Δεν έχεις τίποτα πια. Σ’ έκανα καλά».
- «Μα καλά δεν ντρέπεσαι έναν άρρωστο; Με ειρωνεύεσαι κιόλας;».
- «Είμαι ο Άγιος Ιωάννης ο Ρώσος. Αφού, επιμένεις, κάνε αύριο την εγχείρηση και θα πειστείς ότι δεν έχεις τίποτε».
Ο νεαρός εξαφανίστηκε. Ο γιατρός όμως γεμάτος αγωνία χτυπούσε το κουδούνι για να ρωτήσει τις νοσοκόμες μήπως και είδαν το νεαρό αυτό, που είχε βγει από το δωμάτιό του. Μάταια όμως γιατί καμία από τις νοσοκόμες δεν είδε τίποτα. Την επόμενη μέρα ο άρρωστος γιατρός εισήχθη στο χειρουργείο για την επέμβαση. Οι γιατροί έτοιμοι για την εγχείρηση ακούνε ξαφνικά τον γιατρό να τους λέει ότι δεν χρειάζεται εγχείριση και ότι είναι καλά στην υγεία του.
- «Με θεράπευσε ο Άγιος Ιωάννης ο Ρώσος».
- «Μα τι είναι αυτά που μας λες;». Στον 20ο αιώνα είμαστε συνάδελφε τι είναι αυτά που λες;». «Τα έχει χαμένα ο συνάδελφος» μονολογούσαν οι γιατροί του Νοσοκομείου, ενώ επέμειναν να γίνει η εγχείριση, λόγω μειωμένου καταλογισμού του ασθενούς. Τον νάρκωσαν λοιπόν για την επέμβαση και όταν τον άνοιξαν ο όγκος δεν υπήρχε. Είχε κάνει το θαύμα του ο Άγιος και οι γιατροί απορούσαν , κοιτάζοντας ο ένας τον άλλον. Ο γιατρός ήταν τελείως καλά. Αυτά τα διηγήται ο ίδιος ο γιατρός παντού, όπου κι αν βρίσκεται.

Από το βιβλίο: «ΒΙΟΙ ΟΡΘΟΔΞΩΝ ΑΓΙΩΝ 9
Ο ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΡΩΣΟΣ».ΕΚΔΟΣΕΙΣ: ΕΝΘΕΟΣ ΒΙΟΣ/eisdoxantheou-gk

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΪΣΙΟΣ – Η αμαρτία φέρνει τις συμφορές

 
undefined Έρριξες φάρμακο για τις κάμπιες;
- Έρριξα, Γέροντα.
- Τόσες καλόγριες ούτε μια κάμπια δεν μπορείτε να σκοτώσετε! Στην Κατοχή, όταν είχε πέσει ακρίδα, είχαν βγάλει εδώ στην Χαλκιδική την Αγία Ζώνη από την Μονή Βατοπεδίου και η ακρίδα έπεφτε σύννεφα-σύννεφα στην θάλασσα. Στην Ήπειρο, θυμάμαι, ηταν σαν το χιόνι. Κάναμε όλοι προσωπική εργασία· με τα σεντόνια την μαζεύαμε και μετά την πετούσαμε. Ήταν και η πείνα…, μην τα ρωτάς! Τα σιτάρια είχαν ξαναδώσει, αλλά είχαν σακατευθή.
Οι ακρίδες, οι πόλεμοι, η ανομβρία, οι αρρώστιες είναι μάστιγα. Όχι ότι ο Θεός θέλει να παιδαγωγήση έτσι τον άνθρωπο, αλλά είναι συνέπεια της απομακρύνσεως του ανθρώπου από τον Θεό. Όλα αυτά συμβαίνουν, γιατί ξεφεύγει ο άνθρωπος από τον Θεό. Έρχεται η οργή του Θεού, για να θυμηθή ο άνθρωπος τον Θεό και να ζητήση βοήθεια. Δεν είναι ότι ο Θεός τα κανονίζει έτσι και βγάζει μια διαταγή να έρθη κάποια συμφορά στον άνθρωπο, αλλά ο Θεός βλέπει μέχρι πού θα φθάση η κακία των ανθρώπων και ότι δεν θα αλλάξουν, και γι’ αυτό επιτρέπει να συμβή μια συμφορά, για να συνετισθούν. Όχι ότι τα κανόνισε έτσι ο Θεός.
Στον Ιησού του Ναυή (Ι. Ναυή 13,1-2 και Κριτ. 3,1-4) είχε πει ο Θεός να μην εξαφανίσουν μια φυλή, τους Φιλισταίους, γιατί αυτή θα ήταν μάστιγα για τους Εβραίους, όταν θα ξεχνούσαν τον Θεό. Όταν λοιπόν οι Εβραίοι απομακρύνονταν από τον Θεό, είχε δικαιώματα ο διάβολος και έβαζε τα «ξαδέρφια» του, τους Φιλισταίους, και ορμούσαν στους Εβραίους. Έπαιρναν τα παιδιά των Εβραίων και τα χτυπούσαν πάνω στην πέτρα, για να τα σκοτώσουν. Κάποτε όμως πού οι εχθροί ήρθαν, χωρίς να φταίνε οι Ισραηλίτες, πολέμησε γι’ αυτούς ο Θεός. Έρριξε χαλάζι σαν πέτρες (Ι. Ναυή 10, 11.) και τους εξόντωσε, γιατί τότε οι Ισραηλίτες δικαιούνταν την θεία επέμβαση.
Πόσες υποσχέσεις είχε δώσει ο Θεός για τον Ναό του Σολομώντος, και όμως πόσες φορές κάηκε, ρήμαξε. Όταν ξέφευγε ο λαός του Ισραήλ, οι Προφήτες φώναζαν-φώναζαν οι Ισραηλίτες τίποτε! Ανέπαυαν τον λογισμό τους: «Αφού, όταν έκτισε ο Σολομών τον Ναό, έδωσε τόσες ευλογίες ο Θεός και είπε ότι από έδώ θα ευλογούνται και θα άγιάζωνται όλοι οι άνθρωποι (Γ΄Βασ.9,1-9), άρα θα μείνουν όλα αυτά, και τα τείχη μας και ο Ναός μας. Τέτοια υπόσχεση έδωσε ο Θεός»! Ό Θεός έδωσε τέτοια υπόσχεση, αλλά εφόσον και οι Ισραηλίτες θα ζούσαν σωστά. Είχε δώσει Χάρη στον Ναό του Σολομώντος, αλλά, όταν οι Ισραηλίτες δεν τηρούσαν τις εντολές, επέτρεπε και καιγόταν η καταστρεφόταν ο Ναός και, όταν μετανοούσαν, πάλι τον έχτιζαν. Όταν λ.χ. ξέφυγαν επί βασιλέως Σεδεκίου, έρχεται ο Ναβουχοδονόσορ, βάζει φωτιά στον Ναό του Σολομώντος, γκρεμίζει και τα τείχη, τους δένει και τους πηγαίνει στην Βαβυλώνα αιχμάλωτους (Δ΄Βασ. 24 κ.έ.). Φυσικά, πήγαν και αυτοί πού δεν έφταιγαν αλλά αυτοί εΐχαν καθαρό μισθό. Οι άλλοι πού έφταιγαν πολύ, ξόφλησαν. Όσοι έφταιγαν λίγο και ταλαιπωρήθηκαν, είχαν και λιγάκι μισθό. Όταν ένας γίνεται αιτία να έρθη η οργή του Θεού και να ταλαιπωρηθούν και άλλοι πού δεν έφταιγαν, ακόμη και μισθό να έχουν, αυτό είναι εγκληματικό, γιατί οι άλλοι θα κληρονομούσαν την Ουράνια Βασιλεία χωρίς να βασανισθούν, ενώ τώρα βασανίζονται.
Πρέπει να ξέρουμε ότι οι πιστοί πού τηρούν τις εντολές του Θεού δέχονται την Χάρη του Θεού, και ο Θεός -πώς να πή κανείς;- είναι υποχρεωμένος να τους βοηθάη μέσα σ΄ αυτά τα δύσκολα χρόνια. Στην Αμερική είχα ακούσει πώς παρουσιάσθηκε μια νέα αρρώστια (ο Γέροντας εννοεί το έιτζ), ειπώθηκε τον Νοέμβριο του 1984. Πολλοί πού ζουν μια αφύσικη, αμαρτωλή ζωή, μολύνονται από αυτήν και πεθαίνουν. Τώρα έμαθα ότι παρουσιάσθηκε και έδώ αυτή η αρρώστια. Βλέπετε, δεν καταστρέφει ο Θεός τους ανθρώπους· μόνοι τους εξαφανίζουν το σόι τους και καταστρέφονται. Δεν είναι δηλαδή ότι τους τιμωρεί ο Θεός, αλλά την τιμωρία την δημιουργούν μόνοι τους με την αμαρτωλή ζωή τους. Και βλέπει κανείς να έξαφανίζωνται εκείνοι οι άνθρωποι πού δεν έχει νόημα η ζωή τους.
- Γέροντα, γιατί δεν βρίσκεται το φάρμακο του καρκίνου; Δεν επιτρέπει ο Θεός η οι άνθρωποι δεν επικαλούνται την θεία βοήθεια;
- Το κακό είναι ότι και να βρεθή το φάρμακο για τον καρκίνο, θα βγή άλλη αρρώστια. Ήταν η φυματίωση· βρήκαν το φάρμακο για την φυματίωση, παρουσιάσθηκε τώρα αυτή. Και αν βοηθήση σ’ αυτή, θα βγή άλλη αρρώστια. Οι ίδιοι οι άνθρωποι θα γίνουν αιτία να παρουσιασθή κάποια άλλη μετά, και δεν έχει τελειωμό!
Πηγή: Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου,”Με πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο, Λόγοι Α’” Κεφάλαιο 6ο , σελ. 112-116/Έκδοσις Ιερόν Ησυχαστήριον «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος», Σουρωτή Θεσσαλονίκης, 1998

Μαρωνείας Δαμασκηνός "Εξαντλήθηκε η υπομονή μας…"

 

maroneias damaskinosΤην έντονη αντίδρασή του για την πρόσφατη περιοδεία της συζύγου του Τούρκου Πρωθυπουργού Ταγίπ Ερντογάν – Εμινέ Ερντογάν στη Ροδόπη, εξέφρασε ο Σεβ. Μητροπολίτης Μαρωνείας κ. Δαμασκηνός.
Ο Μητροπολίτης Κομοτηνής μεταξύ άλλων δήλωσε: «Η σύζυγος του πρωθυπουργού της Τουρκίας επέλεξε τας ημέρας τιμής της γενοκτονίας του Ελληνισμού του Πόντου δια να πραγματοποίηση επί σκεφιν εις την περιοχή μας και μάλιστα δια να συμμετάσχη εις τον εορτασμό της περιτομής του τέκνου του υιού του γνωστού εξτρεμωτού παράγοντα της μουσουλμανικής μειονότητας Σαδίκ Αχμέτ ώσης και ο ίδιος δεν αφίσταται της γραμμής του πατρός του».
«Επί πλέον επεδόθη εις την άσκησην προπαγάνδας των ανθελληνικών θέσεων της Τουρκίας περί τουρκικής μειονότητας κ.λ.π. Ταύτα δε συνιστούν απαράδεκτον πρόκλησιν εις βάρος της ελληνικής Πολιτείας και του ελληνικού ορθόδοξου πληθυσμού της περιοχής μας», πρόσθεσε ο κ. Δαμασκηνός.
Ο γηραιός Ιεράρχης, σε άλλο σημείο τόνισε: «Διερμηνεύοντες τα αισθήματα του ποιμνίου της καθ ημάς ιεράς Μητροπόλεως διαμαρτυρόμεθα εντονότατα και καλούμε τας αρμοδίας ελληνικός αρχάς να προβούν ας τας ενδεδειγμένος εντός των πλαισίων του διεθνούς δικαίου ενεργείας προς αποσόβηση τοιούτων απαραδέκτων προκλητικών ενεργειών επί του ελληνικού εδάφους της Θράκης».
«Υπογραμμίζομεν ότι κατά το παρελθόν ας παρόμοιας περιστάσεις ενεργήσαμεν πυροσβεστικώς αλλ' όμως ήδη έχει εξαντληθεί η υπομονή ημών και ως εκ τούτου δεν δυνάμεθα να συνεχίσωμεν την τακτική αυτήν», ανέφερε κλείνοντας ο Μητροπολίτης Κομοτηνής.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...