Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Δευτέρα, Αυγούστου 08, 2011

Απαντήσεις σε κοσμικές αντιλήψεις περι Ορθοδοξίας

 


undefined



Θα απαντήσουμε σε κάποιες γνώμες, ερωτήσεις που έχουν οι περισσότεροι αδερφοί μας για την Ορθοδοξία την εκκλησία και τους ιερείς. Μήπως έχεις αναφέρει και εσύ αδερφέ μου κάποιες από αυτές τις απόψεις; εδώ είμαστε λοιπόν με αγάπη να απαντήσουμε . . .
Δεν πιστεύω στους παπάδες για αυτό δεν πάω εκκλησία!
Αυτό αγαπητέ είναι λανθασμένο ο ιερέας είναι λειτουργός της θείας λειτουργίας οπότε δεν πάς στην εκκλησία για το πρόσωπο του ιερέα αλλά για την λειτουργία που έκτελεί έχοντας χειροθεσία αγίου πνεύματος μέσο αποστολικής διαδοχής που έδωσε ο Κύριος. Οπότε κάτι τέτοιο μόνο εγωισμό μπορεί να κρύβει.
Οι παπάδες είναι διεφθαρμένοι γιατί να πάω εκκλησία όλοι ίδιοι ειναι!
Δεν ειναι σωστό αυτό αδερφέ μου διότι κρύβει μηδενισμό και καταστροφολογία. Σαφώς οι ιερείς είναι άνθρωποι και αυτοί αμαρτωλοί και ο καθένας κάνει τον αγώνα του οπότε είναι λογικό και στις τάξεις του κλήρου να υπάρχει διαφθορά και άσχημες καταστάσεις. Μην ξεχνάς όμως το εξής : Αναζήτησες τον καλό ιερέα; η τους κρίνεις όλους απο το καναπέ του σπιτιού σου ; Δεν βλέπεις οτι η αντίληψη σου αυτή έχει καθιερώθεί απο το βομβαρδισμό απο τα ΜΜΕ. Ανέφεραν ποτέ για τους ιερείς, μοναχούς αλλά και επισκόπους που κάνουν απίστευτο έργο για τον λαό και τον πλησίον; όχι βέβαια διότι δεν συμφέρει την νέα τάξη η αλήθεια αλλά ο σκοταδισμός. Με την ίδια λογική αν τα παίρνουν κάποιοι γιατροί να μην ξαναπάμε στο νοσοκομείο ή να βάλουμε όλους στο ίδιο καζάνι κάτι τέτοιο όπως καταλαβαίνουμε δεν ειναι σωστό. Και μην ξεχνάμε το εξής κανένας ιερέας δν ζητάει χρήματα και αν ζητάει είναι λάθος και μπορούμε να το αναφέρουμε, εμείς δίνουμε .
Δεν χρειάζεται εκκλησία και μυστήρια αφού πιστεύω
στο Χριστό όλα είναι εντάξει η εκκλησία είναι για τις γιαγιάδες.
Αφου λοιπόν πιστεύεις στο Χριστό όπως λές τότε θα πιστεύεις και αυτά που λέει ο ίδιος αλλά και οι απόστολοι και τέλος στα ιερά ευαγγέλια. Ο καθαρισμός της ψυχής έρχεται διαμέσου των αχράντων και επουρανίων μυστηρίων φυσικά μετά απο κατάλληλη πνευματική προετοιμασία μέσα απο την θεία λειτουργία. Η εκκλησία ειναι το νοσοκομείο της ψυχής μας και ο καθαρισμός απο αυτής απο πάσας μολυσμού αμαρτιών που την διαλύουν.
Δεν γίνεται να είμαστε Ορθόδοξοι Χριστιανοί έχοντα λάβει το ιερό βάφτισμα να πιστεύουμε στο Κύριο αλλά να μην συμμετέχουμε στα μυστήρια διοτι αυτά είναι που αγιάζουν και καθαρίζουν τον άνθρωπο.
Ίδρυση του Μυστηρίου: Ό Χριστός την Μ. Πέμπτη το βράδυ κατά την διάρκεια του Μυστικού Δείπνου, έλαβε έναν άρτο και ένα ποτήρι κρασί και αφού τα ευλόγησε έδωσε στους Μαθητές Του και είπε: Λάβετε, φάγετε και πίετε όλοι σας. Όχι μερικοί. Αυτά που σας δίνω έγιναν τώρα αυτή την στιγμή, ο μεν άρτος Σάρκα μου, ο δε οίνος αίμα δικό μου.Ο Απ. Παύλος αναφέρει (Α΄ Κορ. 11, 23-26) ότι αυτός που καθιέρωσε και παρέδωσε το μυστήριο της Θ. Ευχαριστίας είναι ο ίδιος ο Κύριος τη βραδιά του Μυστικού Δείπνου. Ο Χριστός θέλησε να κοινωνούν οι πιστοί το Σώμα και το Αίμα Του για να θυμούνται τη σταυρική Του θυσία και το λυτρωτικό Του θάνατο. Και αυτό να γίνεται συνεχώς μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία.
Γιατί να εξομολογηθώ είμαι μια χαρά και στην τελική που να πάω να εξομολογηθώ σε παπά ; μα πως είναι δυνατόν; στην τελική πάω στις εικόνες και τα λέω.
Καταρχήν αδερφέ μου, πρωτίστως οι εικόνες δεν μιλούν αλλά και ο Κύριος που πιστεύεις μας έδειξε άλλο δρόμο. Μην ξεχνάμε όλοι έχουμε μολυσμένες καρδιές απο πάθη και αμαρτίες που έχουμε διαπράξει στην ζωή μας. Είτε μικρά είτε μεγάλα αμαρτήματα οπότε χρειαζόμαστε θεραπεία και καθοδήγησης για να καθαρίσουμε μέσα μας. Η εξομολόγηση είναι και όρος για να λάβουμε θεία κοινωνία διότι δεν κάνει να κοινωνούμε ενεξομολόγητοι χωρις να έχουμε λάβει ευχή απο τον πνευματικό μας πατέρα.
Ο Κύριος θέσπισε το μυστήριο της εξομολόγησης λέγοντας στους μαθητές του “Όποιου συγχωρήσετε τις αμαρτίες, θα του συγχωρηθούν και όποιου θα τις κρατήσετε ασυγχώρητες ,θα μείνουν ασυγχώρητες” (Ιωαν 20,23). Οι ιερείς λοιπόν μέσα απο το πετραχήλι και της ευχής της συγχωρήσεως για “σβήνουν” τις αμαρτίες μας για τις οποίες δεν θα κριθούμε στην τελική κρίση. Ο Κύριος θα μπορούσε να βάλει αγγέλους αλλά οι άγγελοι δεν θα μπορούσαν να μας καθοδηγήσουν πνευματικά διότι ειναι αναμάρτητα όντα ενώ οι ιερείς σαν άνθρωποι και αυτοί αμαρτωλοί μπορούν να μα καθοδηγήσουν μέσα απο νουθεσίες κανόνες του Κυριου και των πατέρων. Υπάρχουν πολλά πάθη και αμαρτίες μέσα στην καρδιά μας αλλά ο σκοτισμός της ψυχής μας και το κοσμικό φρόνημα δεν μας επιτρέπουν να τις διακρίνουμε. Σε αυτό βοηθά η ανάγνωση του Ευαγγελίου και των πατέρων ώστε να δούμε τελικά πόσα πάθη μας κατατρώγουν μέσα μας και χειραγωγούν την ζωή και την ψυχή μας σε λανθασμένα μονοπάτια.
Νηστεία και εγκράτεια ; ! Αυτά είναι σκοταδιστικά και συντηρητικά αδύνατον !
Πιστεύω στο Κύριο και αυτό αρκεί.
Όπως είπαμε δεν αρκεί το “απλά πιστεύω” διότι πίστη είναι συμμετοχή και όχι ένας απλός σκεπτικισμός η φαντασία. Ο Κύριος νήστεψε 40 μέρες στην έρημο για να μας δείξει τον δρόμο και η εγκράτεια αναφέρεται και στα ευαγγέλια αφού φυσικά τα πιστεύουμε. Ας το δούμε αρχικά λογικά η νηστεία και η εγκράτεια είναι απο τις μεγαλύτερες μάχες του ανθρώπου είναι και τα δύο πάθη τα ποιο ισχυρά που ιδιαίτερα το θέμα των σαρκικών χρησιμοποιεί όλες τις αισθήσεις για να εγκλωβίσει τον άνθρωπο. Οπότε αν δεν μπορούμε να δώσουμε την μάχη σε αυτά τα εξωτερικά όπως φαίνονται πάθη πως θα πάμε μέσα στην καρδιά μας και σε πάθη ποιο ισχυρά όπως θυμό, κακία, εγωισμό, υπερηφάνεια κλπ. Είναι το στάδιο εκπαίδευσης της πνευματικής μας πειθαρχίας μέσα απο αυτούς τους κανόνες. Πως είναι δυνατόν να σηκώσουμε ένα βάρος 100 κιλών όταν δεν μπορούμε να σηκώσουμε ένα ποτήρι νερό. Οι πνευματικοί νόμοι δεν αλλάζουν μέχρι την νέα και τελευταία έλευσης του Κυριού για την τελική κρίσης ακόμα και στο 3000 μ.χ να φτάσουμε οι πνευματικοί νόμοι για το καθαρισμό των ψυχών μας παραμένει αναλλοίωτος. Αυτές οι πνευματικές νουθεσίες έβγαλαν Αγίους μήν το ξεχνάμε. Για ελπιδοφόρο κλείσιμο να πούμε το εξής : “Τίποτα αδερφέ μου δεν είναι αδύνατον όταν έχεις τον Κύριο μαζί σου”.
Δεν έχω σκοτώσει άνθρωπο οπότε είμαι μια χαρά !.

Μήπως σκοτώνεις τον εαυτό σου κάθε μέρα και δεν το ξέρεις ;
Μην ξεχνάμε ότι η καρδιάς μας έχει εκατοντάδες πάθη που πολλά απο αυτά δεν τα γνωρίζουμε κιόλας. Η Ορθοδοξία και ο Κύριος μας έδειξαν τον δρόμο τον αληθινό για να καθαρίσουμε την ψυχή και την καρδιά μας. Εξομολόγηση και μετάνοια είναι η απόδειξη και η ένδειξη μας για την ειλικρινή και υγειή μεταμέλια των αμαρτιών μας. Έχουμε σκοτώσει την παιδική μας ψυχούλα μέσα μας και αυτό ειναι πολύ οδυνηρό και άσχημο και αυτό καλούμαστε να διορθώσουμε και να το καθαρίσουμε μέσο των μυστηρίων. Δεν είμαστε μια χαρά με αμαρτωλή καρδιά γεμάτοι πάθη , φαντασίες λογισμούς και κινήσεις παθών που μας εκτροχιάζουν από τον καθαρισμό μας και την φώτιση μας με την βοήθεια του Κυρίου.
Ωραία δεν σκότωσες άνθρωπο αλλά για παράδειγμα φωλιάζει ο θυμός , εγωισμός και η κακία μέσα σου με αποτέλεσμα να σκοτώνεις τον εαυτό σου κάθε μέρα.
Ορθοδοξία; Γιατί όχι Προτεστανισμός καθολικισμός κλπ.
Όλοι το ίδιο είναι απλά δρόμοι εξάλλου στον Χριστό πιστεύουν.
Ορθοδοξία, η μόνη αλήθεια!και ιδού το γιατί . . . .
Απλά σε ένα Χριστό που έχουν κομμένο και ραμμένο στα μέτρα τους . Πολλοί θεωρούν πως η Ορθοδοξία είναι μία από τις πολλές «εκκλησίες». Μία «άποψη», δηλαδή, του χριστιανισμού, ή άλλοι θεωρούν την Ορθοδοξία ως μία θρησκεία. Και οι δύο απόψεις είναι παντελώς λανθασμένες. Ορθοδοξία στην κυριολεξία σημαίνει ορθή δόξα, ορθή πίστη. Δεν είναι μία εκ των «εκκλησιών» διότι είναι η ΜΟΝΗ αληθινή Εκκλησία του Χριστού. Αυτό δεν είναι φυσικά αλαζονεία αλλά η ΑΛΗΘΕΙΑ. Αφού ο Κύριος ίδρυσε μόνον μία Εκκλησία πώς μιλούμε εμείς για πολλές; Επίσης, η Ορθοδοξία δεν μπορεί να ονομαστεί θρησκεία διότι η θρησκεία είναι δεισιδαιμονία· προσπαθεί να καλύψει (η κάθε θρησκεία) τις ψυχολογικές ανάγκες του ανθρώπου. Αντίθετα η Ορθοδοξία θεραπεύει τον πάσχοντα ψυχικά άνθρωπο (εννοείται κάθε άνθρωπο) και τον καθιστά άγιο, αυτό είναι η απτή και περίτρανη απόδειξη της αλήθειας Της. Ορθοδοξία. Η Θρησκεία είναι μια χειραγώγηση του ανθρώπου που ξεκινάει απο κάτω (γη) προς τα πάνω (Θεό) ώστε να τον πλησιάσουμε. Η Ορθοδοξία είναι κάτι από πάνω προς τα κάτω Ανάσταση Κυρίου αδέρφια!. Μην ξεχνάμε η Ορθοδοξία έβγαλε Αγίους που Άγιοι ήσαν πρώτα στις συνειδήσεις των ανθρώπων και μετά ανακηρύχτηκαν Άγιοι. Δεν γίνονται Άγιοι με βιογραφικό όπως στο καθολικισμό.  (συμπληρώσεις στην τελευταία παράγραφο σε κείμενο από http://www.impantokratoros.gr/)

Σπύρος Σκουτής
ΠΗΓΗ.LOCKHEART WORLD

Διδάγματα Αγίων

’Αγιος Νήφων
  • Γιατί, πάτερ, ο ιερέας λέει «Τα άγια τοις αγίοις»;
  • Για μας όλους το λέει, παιδί μου. Και σημαίνει: Στα άγια μέλη του Χριστού να προσέλθει όποιος είναι άγιος!
  • Και τι είναι αγιοσύνη πάτερ;
  • Να… ’Αν είσαι ακόλαστος, μην τολμήσεις να γίνεις μέτοχος σε τόσο μεγάλο μυστήριο. ’Αν έχεις έχθρα με κάποιον, μην πλησιάσεις. ’Αν περιγελάς ή βρίζεις ή κατακρίνεις το συνάνθρωπό σου, στάσου μακριά από τη θεία Κοινωνία. Πρώτα εξέτασε τον εαυτό σου, κι άν είσαι ενάρετος πλησίασε. ’Αν όμως δεν είσαι, φύγε!…

Μέγας Αντώνιος:

«Οι πάντες σώζονται, εγώ δε μόνος απόλλυμαι».
«Εγώ ουκέτι φοβούμαι τον Θεόν, αλλ’ αγαπώ Αυτόν».
«Ο Θεός δεν επιτρέπει, μεγαλύτερους πειρασμούς στους σημερινούς ανθρώπους, γιατί είναι ασθενέστεροι από τους παλαιότερους και δεν κάνουν υπομονή».
«Αν θέλη ο άνθρωπος, μπορεί από την ανατολή ως τη δύσι του ηλίου να φθάση στην αγιότητα». (διδάσκοντας τους μαθηράς του την δύμανι της μετανοίας.

’Αγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος:

«Λοιπόν δεν πρέπει να προσεύχεται τινάς εις τον Θεόν χωρίς φόβον, και ευλάβειαν. Και εκείνος οπού δεν έχει φόβον και ευλάβειαν, άς ζητήση πρώτον φώς φόβου Θεού, διά να γνωρίση εις ποίον φοβερόν Θεόν παραστέκεται και προσεύχεται, διά να λάβη εκείνα οπού τον παρακαλεί. Εκείνα δε οπού πρέπει να ζητή κάθε πιστός χριστιανός από τον Θεόν, είναι η πραότης της καρδίας, και η ταπεινοφροσύνη της ψυχής».
«Πως μπορεί να δακρύση εκείνος που υπηρετεί πάντοτε την κοιλία του και που φροντίζει πάντοτε σαν ειδωλολάτρης τι να φάγη και τι να πιή και υποτάσσεται στην κοιλία του σαν σε δέσποινα;»
«Το λοιπόν, εκείνοι, που λέγουν πως δεν είναι δυνατόν να κλαίη και να πενθή κάποιος καθ’ εκάστην νύκτα και ημέρα, βεβαιώνουν και ομολογούν πως είναι γυμνοί από κάθε αρετή. Διότι, αν ίσως οι ’Αγιοι Πατέρες μας λέγουν αποφασιστικά ότι εκείνος που θα κόψη τα πάθη, με κλαυθμό και δάκρυα μπορεί να τα κόψη. Και εκείνος που θέλει να αποκτήση αρετές, με κλαυθμό μπορεί να αποκτήση, είναι φανερό πως εκείνος, που δεν κλαίει κάθε ημέρα, ούτε πάθη μπορεί να κόψη, ούτε αρετές να κατορθώση, και αν τις μεταχειρίζεται, καθώς νομίζει.»
«Το λοιπόν άς μη λέγη κανείς πως είναι αδύνατο να κλαίη κάθε ημέρα. Διότι εκείνος που λέγει πως είναι αδύνατον τούτο, λέγει πως είναι αδύνατον και να μετανοή κανείς κάθε ημέρα.»
«Ειδέ και δεν προετοιμάση αυτά καλώς, είναι φανερόν ότι δεν είναι δυνατόν να κοινωνήση τα άχραντα μυστήρια, ούτε με δάκρυα, ούτε αξίως, και καθώς πρέπει, ούτε να δεχθή μέσα εις τον εαυτόν του τον Βασιλέα και Θεόν και αν μεταλάβη μία φορά τον χρόνον, διότι τα ’Αγια δίδονται τοίς αγίοις, καθώς το λέγουν και το κηρύτουν κάθε ημέρα εις τους άλλους οι ιερείς, φωνάζοντες με μεγάλη φωνή.»
«Το λοιπόν, όταν η σάλπιξ σαλπίση και μας αναστήση από τα μνήματα, εάν δεν έχωμε από την παρούσα ζωή τις ψυχές μας, σαν λαμπάδες αναμμένες προτήτερα, αλλά, ως βρεθούν, ή εντελώς σβησμένες ή να φέγγουν ολίγον και να μέλλουν να σβήσουν κατά τον λόγον του Ευαγγελίου, που μπορούμε να βρούμε τότε έλαιον ή να αναψωμε τις λαμπάδες, που είναι παντελώς σβησμένες ή να προσθέσωμε κάτι σ’ εκείνες, που θα σβήσουν γρήγορα με το να μήν έχουν λάδι; Αλήθεια δεν είναι δυνατόν τότε να βρούμε πουθενά τίποτε. Γι’ αυτό άς επιμεληθούμε από εδώ να ανάψουμε λαμπρώς τις λαμπάδες, δια μέσου της μετανοίας και των δακρύων, για να προϋπαντήσωμε λαμπροί λαμπρώς τον Νυμφίον μας Χριστόν εις την Ανάστασι.»


’Οσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός
«όσα τώ Θεώ πρέπουσι, διδάσκει η αγία Βίβλος τώ ανθρώπω ίνα θέσει θεός αυτός γένηται».
«Οφείλομεν να ευχαριστούμεντον Θεό διότι έδωσε την ασθένεια σαν ένα στεφάνι της υπομονής».
«Ουδέν κρείττον του γνώναι την οικείαν ασθένειαν και αγνωσίαν, ουδέ χείρον του ταύτα αγνοείν»
ΠΕΡΙ ΑΥΤΕΞΟΥΣΙΟΥ
«Kανένας δεν είναι αίτιος της απώλειας, παρά το θέλημα του ανθρώπου. O Θεός είναι αίτιος της σωτηρίας, ο οποίος μας χάρισε τη ζωή και τη μακαριότητα, τη γνώση και τη δύναμη, τον ίδιο τον Eαυτό Tου. Aλλά ούτε και ο διάβολος μπορεί να οδηγήσει με τη βία τον άνθρωπο στην απώλεια, παρά μόνο βάζει στο νού ενθύμηση του κακού. Eμείς όμως, θεληματικά, και με τη γνώμη μας προτιμούμε να κάνουμε το κακό, και δεν μας βιάζει ο υπεράγαθος Θεός, για νά μήν παρακούουμε παρά τη βία και έχουμε βαρύτερη τιμωρία. Oύτε και το αυτεξούσιο μας αφαιρεί, το οποίο καλώς μας χάρισε. Ώστε στο χέρι του ανθρώπου είναι η σωτηρία ή η απώλειά του».
Είναι μέγα φάρμακο σέ παρόμοιες περιστάσεις (Αθυμίας) η προσευχή. Προσπάθησε αδελφέ, έστω και πιέζοντας τον εαυτό σου να τό δοκιμάσης. Βρές κάποιον ήσυχο τόπο. Παραδώσου σέ προσευχή και θά νοιώσεις αμέσως ψυχική αλλαγή.
Αλλά σέ παρόμοιες στιγμές και μία επίσκεψη σέ ένα ερημοκκλήσι μπορεί να έχει ευεργετικά αποτελέσματα. Στην μόνωση και τήν περισυλλογή η ψυχή ξαναβρίσκει τον εαυτό της, ξεκουράζεται, δοκιμάζει γλυκύτητα εσωτερική, ανακουφίζεται. Φάρμακον της ψυχής είναι η μυστική συνομιλία με τον Κύριον. Κάμε το αγαπητέ αναγνώστα και θά γευθείς τους γλυκείς καρπούς.
Αλλά και η μελέτη της Καινής Διαθήκης ή κάποιου πνευματικού βιβλίου μπορεί να αποβεί θεραπευτική της αθυμίας. Οταν προσευχόμεθα, μιλούμε εμείς στο Θεό. Οταν μελετούμε τον λόγο Του, μιλάει ο Θεός σέ εμάς. Μέ τη προσευχή και τή μελέτη γίνεται η πλήρης συνομιλία μας με τον Κύριον.
Κάθισε αδελφέ σέ στιγμές αθυμίας, αν μπορείς μόνος σου στο δωμάτιό σου. Ανοιξε την Καινή Διαθήκη και διάβασε το κομμάτι, που τυχαία θα πέσει στα μάτια σου. Πολλές φορές μια τέτοια τακτική έχει πολύ καλά αποτελέσματα. Μπορεί το κομμάτι, που τυχαία θα πέσει στα μάτια σου, να δίδει απάντηση στο πρόβλημα της στιγμής σου και νά βρείς αμέσως το φάρμακο της αθυμίας σου.
Γενικότερα η μελέτη της αγίας Γραφής ή ενός πνευματικού βιβλίου έχει συχνά πολύ θεραπευτικά αποτελέσματα για τήν απόκτηση καλής ψυχικής διαθέσεως. Αλλά και η επίσκεψη, σέ παρόμοιες στιγμές, σέ κάποιο πνευματικό πρόσωπο μπορεί να αποδειχθεί ευεργετική και πολύ ωφέλιμη.

’Αγιος Φιλόθεος στην φιλοκαλία
«Μνήμη θανάτου είναι μητέρα της προσευχής και των δακρύων.»


’Αγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης
«’Ενα από τα πιο παράξενα … εις τους τωρινούς Χριστιανούς είναι, το να εξομολογούνται τόσες φορές και έπειτα να πίπτουν πάλιν εις τόσας αμαρτίας. Εις το μυστήριον της μετανοίας άν ίσως και είμεθα καλώς διαθετειμένοι και ετοιμασμένοι, όχι μόνον λαμβάνομεν εξ αυτού την αγιαστικήν και καθαρτικήν χάριν…, αλλ’ ακόμη λαμβάνομεν και ενεργητικήν χάριν και δύναμιν και βοήθειαν διά να νικώμεν… εκείνας τας αμαρτίας όπου εξομολογούμεθα με αληθινόν πόνον και συντριβήν της καρδίας μας. ’Οθεν άν οι Χριστιανοί δεν λαμβάνουν καμμίαν ωφέλειαν από το μυστήριον της μετανοίας, τούτο ακολουθεί, διότι αυτοί είναι πολύ ελλειπείς από μίαν τοιαύτην διάθεσιν και ετοιμασίαν».
«Και πριν ή μεταλάβη ο Χριστιανός, και όταν μεταλαμβάνη και ύστερον αφ’ ού μεταλάβη, μεγάλην ωφέλειαν λαμβάνει από τα θεία μυστήρια και εις την ψυχήν και εις το σώμα. Πριν μεταλάβη τις πρέπει να κάμνη την πρέπουσαν προετοιμασίαν, ήτοι, εξομολογείται εις τον πνευματικόν, συντρίβεται, διορθούται, κατανύγεται, αποκτά προσοχήν εις τον εαυτόν του, φυλάττεται από τους εμπαθείς λογισμούς, όσον το δυνατόν, και από πάσαν άλλην κακίαν».



Ιγνάτιος ο Θεοφόρος (1ος αιώνας)
«Καλόν το διδάσκειν, εάν ο λέγων ποιεί».
«Καλόν μοι αποθανείν εις Χριστόν Ιησούν ή βασιλεύειν των περάτων της γης».


Γρηγόριος ο Θεολόγος
«Είναι πιο εύκολο να επηρεασθείς από την κακία παρά να μεταδώσεις αρετή».
«Ας γίνουμε όπως ο Χριστός, εφόσον και ο Χριστός έγινε όπως εμείς. Ας γίνουμε θεοί γι’αυτόν, όπως κι Εκείνος έγινε άνθρωπος για μας. Πήρε το χειρότερο, για να δώσει το καλύτερο. Φτώχεψε, για να πλουτίσουμε εμείς με τη δική Του φτώχεια. Έλαβε μορφή δούλου, για να απολαύσουμε εμείς την ελευθερία. Κατέβηκε για να υψωθούμε. Πειράσθηκε, για να νικήσουμε».
’Αγιος Νεκτάριος:
’Εν ακάθαρτο πνεύμα με μορφή σκύλου, εν άλλο με μορφή γάτας κι ένα τρίτο με μορφή πιθήκου, ήρθαν. Ταλαιπωρήθηκα, αλλά νικήθηκαν εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος».
«Πρόσεξε, παιδί μου, διότι στο δρόμο υπάρχοι τρίβολοι και άκανθαι…».
«Να φτιάξετε (σπανακόπιτα). ’Ομως θέλει τόσο λάδι, τόσο αλεύρι, τόσο υλικό. Μ’ αυτό το υλικό γίνονται τρία φαγητά, με τα οποία περνάμε 3 ημέρες. ’Ας λείπει λοιπόν η σπανακόπιτα».
«Σαν κοπέλα που είσαι, να προσέχεις τα πάντα».

Παναγία των θρύλων και των παραδόσεων

 .
normal_prousiotissa 33.jpg


 Το όνομα της " Παρθένου Μαρίας", το ιερότερο ίσως πρόσωπο της Ορθοδοξίας, συνοδεύεται από ένα μεγάλο αριθμό προσωνυμιών που της έχουν δοθεί, λόγω των ιδιοτήτων της, του χρόνου που γιορτάζει, της θέσης που βρέθηκε η εικόνα της και της τοποθεσίας που βρίσκεται η εκκλησία της.



Λόγω τη τοποθεσίας που βρέθηκε η εικόνα της ή όπου υπάρχει ο ναός της, της δίδονται επίθετα όπως, Παναγία η Σουμελά (στο όρος Μελά), Παναγία η Μελικαρού (στη Σκύρο), Παναγία η Φοδελιώτισσα (στο Φόδελε Ηρακλείου), Παναγία η Θαλασσινή,Ανέμη, (στη Σαμοθράκη, επειδή φυσά δυνατός άνεμος στο ξωκλήσι της)

Στα Δωδεκάνησα πιο γνωστή είναι η Παναγία η Καβουριανή, στη Λέρο. Βρίσκεται κοντά στον οικισμό Ξηρόκαμπος.  Το γραφικό εκκλησάκι ονομάζεται και της Καβουράδαινας, διότι στη θέση που είναι, κατά την παράδοση,  ένας ψαράς που έψαχνε για καβούρια βρήκε μέσα σε σχισμή την εικόνα  της Παναγίας(φωτογραφία). Επίσης, στη Λέρο μέσα στο Κάστρο βρίσκεται το μοναστήρι της Παναγιάς Κυράς.



Για τη μοναδικότητά της ξεχωρίζει η Παναγία του Χάρου στους Λειψούς. Είναι η μοναδική εικόνα της Παναγίας που δεν κρατά το Θείο Βρέφος, αλλά τον Εσταυρωμένο Χριστό. Όσο και αν ακούγεται παράξενο το όνομά της, εδώ και εκατοντάδες χρόνια, ευλογεί το πεντάμορφο νησί.

Η Παναγία του Χάρου  πήρε το όνομά της, από το γεγονός ότι ο νεκρός Χριστός στον σταυρό του μαρτυρίου και ο Χάρος σχετίζονται μεταξύ τους εννοιολογικά. Το μοναστήρι της Παναγίας βρίσκεται ένα χιλιόμετρο έξω από το βασικό οικισμό των Λειψών. Τόσο το εξωμονάστηρο, όσο και η εικόνα χρονολογούνται από το 1600 μ.Χ., όταν έφτασαν στο νησί δύο μοναχοί  από την Πάτμο.

Η Παναγία του Χάρου γιορτάζει στις 23 Αυγούστου (εννιάμερα της Παναγίας) και στους Λειψούς στήνεται μεγάλο πανηγύρι. Από το 1943 μέχρι σήμερα τη θαυματουργή εικόνα κοσμούν τα περιώνυμα "κρινάκια της Παναγίας". Τα λουλούδια τοποθετούνται στην εικόνα την Άνοιξη, στη συνέχεια ξεραίνονται και στη γιορτή της, κατακαλόκαιρο, ανθίζουν βγάζοντας μοσχομυριστά μπουμπούκια!

179962-koukouzelisa.jpg

Στη Νίσυρο μέσα στο κάστρο των Ιπποτών αναγέρθηκε η Παναγία η Σπηλιανή. Το όνομα έλαβε εξαιτίας του φυσικού χώρου του σπηλαίου στο οποίο βρίσκεται από το 1600 μ.Χ. Η Μονή επί τουρκοκρατίας κυκλοφόρησε χάρτινα νομίσματα με ελληνικά γράμματα για τις συναλλαγές των κατοίκων. Ναυτικοί, κάτοικοι του νησιού, προσκυνητές έχουν κάτι να διηγηθούν για τη βοήθεια που έλαβαν από τη Μεγαλόχαρη. Ένα παλιό έθιμο που διατηρείται είναι το «τάξιμο» στην Παναγία. Γυναίκες, οι λεγόμενες «Νιαμερίτισσες»,  από τη Νίσυρο κι αλλού, πηγαίνουν στο Μοναστήρι, 6 Αυγούστου (Μεταμόρφωση του Σωτήρος) ντύνονται στα μαύρα, τρώνε άλαδα φαγητά  και ημερησίως κάνουν τριακόσιες μετάνοιες. Επιστρέφουν στα σπίτια τους ανήμερα της Παναγίας, 15 Αυγούστου.



Ιδιαίτερα γνωστά είναι επίσης τα επίθετα Μεγαλόχαρη και Φανερωμένη. Η δεύτερη προσωνυμία, αποδίδεται σε εικόνες που φανέρωσαν την ύπαρξη τους με κάποιο θαύμα. Πολλές φορές, αυτό γίνεται μέσω κάποιου οράματος, όπως η εμφάνιση της Παναγίας, στη μοναχή Πελαγία και η εν συνεχεία ανεύρεση της εικόνας της στις 30 Ιανουαρίου του 1823.

Στη Λέρο, αφού προσπεράσουμε τη Γούρνα, μεγάλο κόλπο με ρηχά νερά, στη θέση Δρυμώνα υπάρχει το εκκλησάκι της Πναγίας της Γουρλομάτας με αξιόλογες αγιογραφίες.

vatopedi.JPG

Στο Μεσοχώρι της Καρπάθου γιορτάζει στις 8 Σεπτεμβρίου η Παναγία η Βρυσιανή, που πήρε το όνομά της από την τρίκρουνη βρύση που υπάρχει στην αυλή. Τη χάρη της επικαλούνται Καρπάθιοι και Κασιώτες, που την ονομάζουν και Μεσοχωριτούλλα.

Ανατολικά της Καρπάθου μέσα σ ένα ολοπράσινο δάσος που καταλήγει ως τη θάλασσα βρίσκεται το γραφικό μοναστήρι της Λαρνιώτισσας. Είναι αφιερωμένο στην Παναγία και γιορτάζει 8 Σεπτεμβρίου. Το όνομα προέρχεται από τον Λαρνιώτη, ένα ξεροπόταμο που υπήρχε εκεί κοντά.      Στην Κάσο το πανηγύρι της Παναγίας, πάνω από το Εμπορειό,  το Δεκαπενταύγουστο είναι το μεγαλύτερο του νησιού.

Η Ιερά Μονή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, της επιλεγόμενης Κυράς  στον Εμπορειό Νισύρου αποκαλείται και «Καρπαθιά». Η παράδοση αναφέρει ότι κατά τον 16ο αιώνα στάλθηκε από το καρπάθικο μοναστήρι της Κυράς Παναγιάς στην Κωνσταντινούπολη ένα μικρό εικόνισμα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου για να αργυρωθεί. Κατά την επιστροφή, το καράβι συνάντησε μεγάλη τρικυμία και βυθίστηκε. Η θάλασσα έβγαλε το εικόνισμα σε μια περιοχή της Νισύρου που ακόμα και σήμερα ονομάζεται Λαγκαδάκι της Παναγιάς.

Στην Πάτμο η Παναγία η Διασώζουσα, πίσω από τη Μονή του Θεολόγου, η εκκλησία της Παναγιάς του Γράβα στη Χώρα, το κάθισμα της Παναγίας του Απόλου στον Κάμπο, το μοναστήρι της Παναγίας στο Λιβάδι, η Παναγία η Κουμάνα στη Σκάλα είναι μερικές μόνο από τις υπάρχουσες στο νησί. Στην κορυφή της χερσονήσου Γερανού δεσπόζει η Παναγία του Γερανού. Στις 14 Αυγούστου τελείται εσπερινός και την επομένη γίνεται λειτουργία με λαϊκό πανηγύρι που διαρκεί όλη τη νύχτα.

TINOS 0001.jpg

Στους Αρκιούς φημισμένη είναι η Παναγία η Παντάνασσα.

Στο νησάκι Νίμος της Σύμης γιορτάζει η Παναγία της Αποκουής, στην Τήλο η Παναγία η Θεοτόκισσα στο Μεγάλο Χωριό και στα Λιβάδια η Παναγία η Πολίτισσα.

Στην Κάλυμνο οι Παναγίες δίνουν το δικό τους τόνο στη μεγάλη γιορτή του καλοκαιριού. Η Παναγία των Τσουκχουώ(ν), η Παναγία η Κυρα -Ψηλή, η Χαριτωμένη, η Παναγία των Αργινωντών, η Κυρά-Χωστή, η Μυρτιώτισσα, η Γαλατιανή, της Τελένδου, της Ψερίμου και των Βοθυνών είναι οι ναοί που ανοίγουν τις πόρτες τους στους πιστούς που αισθάνονται την ανάγκη ν'; ανάψουν ένα κερί στη χάρη Της. Το ελαιοτριβείο της Παναγίας με τα τσούκχουα (το γνωστό πυρήνα των ελιών)υπήρξε η αιτία για το προσωνύμιο που δόθηκε. Στον Αργινώντα προσφέρονται λουκουμάδες και άλλοι μεζέδες, στους Βοθύνους ψήνονται ρεβύθια στους φούρνους και στην Κυρά Ψηλή μετά τον εσπερινό ακολουθεί γλέντι με μοούρι και τσαμπούνες

Στην Αστυπάλαια εκτός από την Παναγία του Κάστρου, υπάρχει η Πορταϊτισσα. Ιδρύθηκε από τον όσιο Άνθιμο στα μέσα του 18ου αιώνα. Έχει ξυλόγλυπτο εικονοστάσι ντυμένο με λεπτό φύλλο χρυσού.

 Επίσης, υπάρχει  το μοναστήρι της Παναγίας της Βλεφαριώτισσας,Παναγίας της Πουλαριανής  

H Παναγία η Γοργοεπήκοος βρίσκεται κοντά στην ακτή Μιαούλη στην πόλη της Κω. Ο κυρίως ναός χωρίζεται από το Ιερό Βήμα με ένα θαυμάσιας τέχνης ξυλόγλυπτο τέμπλο, ίσως του 18ου αιώνα. Στις τέσσερις γωνίες της στέγης του ναού και στη μία της αψίδας υπάρχουν παλαιοχριστιανικά επιθήματα από διαχωριστικά αμφικιονίσκων με διάκοσμο από σταυρούς. Είναι κτισμένη κατά τον 15ο αιώνα.  
30283_132174173465768_100000195583846_368875_1805086_n.jpgΣτο νησί του Ιπποκράτη υπάρχει η Κοίμηση στην Αντιμάχεια, στη Τζιά καθώς και η Παναγιά η Συντριανή. Την παραμονή της Παναγίας στολίζουν σ';  ένα μεγάλο ταψί το κόλυβο της Παναγίας και συγχρόνως ψάλλουν διάφορα τροπάρια και αυτοσχέδια δίστιχα, με σκοπό μοιρολογιού. Στις γειτονιές οι νοικοκυρές θα φτιάξουν τις «κατίνες», τυρόπιτες κεντημένες στην άκρη με κλειδί και παραγεμισμένες με κρεμμύδι, αυγό και κόκκινο τυρί. (Κόκκινο επειδή το συντηρούν μέσα στο κρασί στο οποίο βάζουν «πιτίκι»-φλοιό πεύκου). Επίσης πλάθουν αυγούλες- ζυμάρι σε σχήμα πουλιού μ'; ένα άσπρο αυγό από πάνω. Επιπλέον κάνουν καιεφτάζυμο ψωμί που το χαράζουν με το μαχαίρι σε μικρά τετράγωνα. Κάθε τετράγωνο σφραγίζεται με «αφιόνι»- καρπός του φυτού μήκων ο υπνοφόρος.
Οι Παναγίες της Δωδεκανήσου έχουν ανοίξει την αγκαλιά τους για να μας δεχτούν κι εφέτος. Σε ορισμένες από αυτές ενέσκηψε με ευλάβεια το σημερινό ρεπορτάζ και τις κατέγραψε όπως διατηρούνται μέσα απ'; το πέρασμα αιώνων και αιώνων.

Οι Παναγίες στη Ρόδο

Η θεϊκή της μορφή, αιώνες τώρα, στολίζει κάθε σπιτικό εικονοστάσι και με το θεόπεμπτο βλέμμα της αγκαλιάζει στοργικά και φιλεύσπλαχνα κάθε άνθρωπο που καταφεύγει στη θεία χάρη της.

Στο Ασκληπιό της Ρόδου ο Ιερός Ναός Κοιμήσεως της Θεοτόκου (φωτογραφία)  είναι του 11ου αιώνα μ.Χ. και στο πανηγύρι που γινόταν οι τσοπάνηδες προσέφεραν στην εκκλησία νωπό τυρί, το οποίο αφού αγιάζονταν το μοίραζε ο παπάς στους πιστούς μετά τον εσπερινό της Ανάστασης. Το ίδιο γινόταν και τον Δεκαπενταύγουστο, αλλά αντί τυρί μοίραζαν σταφύλια.

Στο Μεσαναγρό η Κοίμηση της Θεοτόκου ανεγέρθηκε αρχές του 13ου αιώνα και εκτός από τις αγιογραφίες διασώζεται μεγάλη μαρμάρινη παλιοχριστιανική κολυμπήθρα με επιγραφή.

Στη θέση «Έβγαλες» 4,5 χιλιόμετρα από το Μεσαναγρό υπάρχει η Παναγία η Πλημμυριανή, μοναστηράκι του 17ου αιώνα. Λίγα μέτρα βορειοδυτικά υπάρχει πηγή, το νερό της οποίας περνά κάτω από το μοναστήρι και θεωρείται αγίασμα. 

Στην Κατταβιά η Παναγία η Καθολική οικοδομήθηκε περί τον 10ο αιώνα στα ερείπια πιθανόν μιας παλιότερης, παλαιοχριστιανικής βασιλικής, από την οποία σήμερα διατηρούνται μόνο μερικά αρχιτεκτονικά μέλη.

Η Παναγία η Καθολική στην Κρεμαστή βρίσκεται σε θέση όπου βρισκόταν παλιός ναός, ρυθμού βασιλικής, που χτίστηκε το 1839. Οι ντόπιοι την ονομάζουν και «Μαυρομάτα»  από κάποιο ροδίτη, που ήταν ασκητής στα μέρη εκείνα. και αφιερώνουν χρυσά και ασημένια ομοιώματα γιατί πιστεύουν πολύ στη θαυματουργό της δύναμη.

Στην Κοιλάδα των Πεταλούδων η Παναγία η Καλόπετρα υπάρχει από το 1489. Κατέρρευσε το 1779 και ξανακτίστηκε το 1782 από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη, ηγεμόνα της Μολδοβλαχίας και πρωταγωνιστή της Επανάστασης του 1821. Το μοναστήρι έχει ξυλόγλυπτο τέμπλο με παλαιές εικόνες και δάπεδο βοτσαλωτό. Διασώζονται εκκλησιαστικά βιβλία τυπωμένα το 1745 στη Βέρνη και στη Βενετία.

Στ'; Αφάντου η Παναγία η Καθολική είναι τρίκλιτη βασιλική με ιωνικά κιονόκρανα στο εσωτερικό και  στον Έμπωνα η Κοίμηση της Θεοτόκου είναι η κεντρική εκκλησία. Στην Iαλυσό η εκκλησία της Κοίμησης της Θεοτόκου ιδρύθηκε τον 18ο αιώνα, αλλά το τέμπλο της είναι παλιότερο, ενώ η εκκλησία της Παναγίας στη Φιλέρημοφωτογραφία αριστερά) χτίστηκε από τους Ιππότες στα μέσα του 15ου αιώνα, στη θέση παλιότερης βυζαντινής βασιλικής του 9ου αιώνα. 

Στη Λίνδο η εκκλησία της Παναγίας είναι του 15ου αιώνα με ενδιαφέρουσες αγιογραφίες, έργα του ζωγράφου Γρηγόρη, από τη Σύμη στα 1779, όπως αναφέρει η επιγραφή πάνω από την πόρτα.

DSC00072.JPG

Στο Σκιάδι, 90 χιλιόμετρα από τη Ρόδο, υπάρχει η Παναγία η Σκιαδενή.Αρτέμιδας. Σύμφωνα με την παράδοση η εικόνα της Παναγίας είναι μια από τις τέσσερις που ιστόρησε ο Ευαγγελιστής Λουκάς. Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας υπήρξε από τους σπουδαιότερους λατρευτικούς τόπους της Ρόδου. Λέγεται ότι Τούρκος αξιωματούχος που θέλησε να προσβάλει τους χριστιανούς κάρφωσε με το ξίφος του το εικόνισμα και  τρύπησε το δεξί μάγουλο της Παναγίας, απ'; όπου βγήκε αίμα και νερό. Τότε το χέρι του Τούρκου παρέλυσε και μετά τρεις μέρες, αφού μετάνιωσε, η Παναγία τον θεράπευσε. Η Παναγία η Σκιαδενή πανηγυρίζει 8 Σεπτεμβρίου. Οφείλει το όνομά της στο «σκιάδιον» (=σκιερό, ιερό τοπίο). 

Κλείνοντας με τις Παναγίες της Ρόδου πρέπει ν';  αναφερθεί και η Παναγία Φανερωμένη .  Λέγεται και Λουβιαρίτσα επειδή στα κελιά της έμεναν οι λουβιάρηδες (λεπροί) του νησιού.Τέλος, στις Παναγίες του νησιού μας να προσθέσουμε την Παναγία τη Γαλατούσα, 1 χιλιομ. δυτικά από το Βάττι (αφιερωμένη στις γυναίκες που δεν κατεβάζουν γάλα για τα μωρά τους), την Παναγία την Παραϊλενή στην παραλία της Κρεμαστής και την Παναγία της Παραμυθίας, μεταξύ Αφάντου και Κολυμπίων.

Πάνω από χίλιες είναι οι ονομασίες που έχει η Παναγία. Εκατοντάδες είναι οι παραδόσεις και οι θρύλοι που ο λαός με τη βαθιά και αταλάντευτη πίστη του της έχει αποδώσει. Η καθαγιασμένη οπτασία της ενθαρρύνει κάθε πιστό που παραδίνεται στη θεία δύναμή της.

«Αχ ...;Παναγία μου». Δύο απλές, αλλά τόσο καταλυτικές λέξεις, που αποτελούν αναπόσπαστη ανάγκη της καθημερινότητάς μας. 
Το αλίευσα ΕΔΩ http://1myblog.pblogs.gr/2010/08/662374.html

H προσευχή του Αγίου Όρους χθές και σήμερον*


Αρχιμ. Αιμιλιανού Καθηγουμένου Ι. Μ. Σίμωνος Πέτρας
Κανείς μας δεν αγνοεί, ότι η προσευχή είναι πρωταρχική ανάγκη κάθε ψυχής, δένδρον ζωής, το οποίον τρέφει τον άνθρωπον και τον αφθαρτοποιεί, διότι τον καθιστά κοινωνόν του αϊδίου και αφθάρτου Θεού. Όπως δεν υπάρχει άνθρωπος χωρίς ψυχήν, έτσι και δεν νοείται τις ζωντανός εν Χριστώ άνευ προσευχής.

Η νοερά προσευχή είναι αδιάλειπτος ενέργεια των αγγελικών ταγμάτων, ο άρτος, η ζωή και η γλώσσα των αΰλων αυτών όντων, είναι έκφρασις της αγάπης των προς τον Θεόν. Ούτω και οι μοναχοί, εν σαρκί μιμούμενοι και αγωνιζόμενοι βιούν την αγγελικήν πολιτείαν, ζωπυρούν τον θεϊκόν αυτών έρωτα διά της αδιαλείπτου νοεράς προσευχής.

Διά τούτο, πάλιν και πολλάκις, και μέσα εις την ιστορίαν, βλέπομεν μοναχούς που λησμονούν ακόμη και επί ώρας και ημέρας να φάγουν, ξεχνούν και τον εαυτό τους, αφωσιωμένοι εις την νοεράν ενατένισιν του Κυρίου. Πόσες φορές κτυπούσαν την θύραν αγίων ή ελάλει ο πετεινός και εκείνοι δεν αντελαμβάνοντο τίποτε, διότι ο νους των ευρίσκετο εις μετάρσιον κοινωνίαν μετά του Θεού! Η προσευχή είναι δι’ αυτούς η πνευματικωτέρα άθλησις, που γίνεται αναφορά εις τον Πατέρα και Κτίστην του κόσμου, είναι θαλπωρή της καρδίας των, ανέβασμα εις τα ουράνια. είναι αγκάλιασμα και τρυφερός ασπασμός του μοναχού προς τον Νυμφίον και Σωτήρα των ψυχών μας.

Η Εκκλησία μας ζη με την προσευχήν. ζη με τας προσευχάς των τέκνων της. Βεβαίως υπάρχουν πολλά είδη προσευχής. Αν όμως θελήσωμεν να ίδωμεν ποία είναι η κατ’ εξοχήν προσευχή της Εκκλησίας, που αειρρύτως συντηρεί την πνευματικότητά της «εν παντί καιρώ και πάση ώρα», τότε θα πρέπη να ανατρέξωμεν εις τα φωτοφόρα τέκνα της, τα αποτελούντα την μοναχικήν πολιτείαν. Διότι, όπως λέγει ένας Πατήρ της Εκκλησίας, ο άγιος Ισαάκ, αύτη αποτελεί το «καύχημα της Χριστού Εκκλησίας»1 και εκφράζει το σαρκωμένον και βιωμένον Ευαγγέλιον. Είναι ο μοναχισμός το ιερώτατον θησαυροφυλάκιόν της, εις το οποίον διατηρούνται αλώβητα τα δόγματά της, αληθής η ευσέβεια, ακέραιον το μαρτυρικόν φρόνημα, ανόθευτος η πνευματική παράδοσις, δραστική και σωτήριος η αποστολή της, συνεχές το ηδύμολπον τραγούδι της, με το οποίον προκαλεί και εξυπνά τον ηγαπημένον Χριστόν της και θηρεύει την ολόφωτον περιστεράν, το Πνεύμα το Άγιον, το οποίον εκ του Πατρός εκπορεύεται.

Διά να γνωρίσωμεν δε πώς διατηρεί η Εκκλησία μέσα εις τον μοναχισμόν την προσευχήν της, την θεοπρεπή ταύτην φωνήν της, δεν χρειάζεται να τρέξωμεν μακρυά εις την Ανατολήν και Δύσιν. Εδώ, εις την γειτονιά μας, έχομεν το Άγιον Όρος, την πνευματέμφορον ιεροθήκην των παραδόσεών μας, την θεόρριπτον σανίδα, διά της οποίας διαρκώς σώζονται από τον κλύδωνα της αμαρτίας πολλοί και γεμίζουν την βασιλείαν του Θεού.

Την προσευχήν του Αγίου Όρους ποιος δεν την γνωρίζει; Αποτελείται από μίαν φράσιν μικράν, από μετρημένας τας λέξεις.

Με την βοεράν κραυγήν «Κύριε», δοξολογούμεν τον Θεόν, την ένδοξον μεγαλειότητά Του, τον βασιλέα του Ισραήλ, τον δημιουργόν της ορατής και αοράτου κτίσεως, ον φρίττουσι τα Σεραφείμ και τα Χερουβείμ.

Με την γλυκυτάτην επίκλησιν και πρόσκλησιν «Ιησού», μαρτυρούμεν, ότι είναι παρών ο Χριστός, ο σωτήρ ημών, και ευγνωμόνως τον ευχαριστούμεν, διότι μας ητοίμασε ζωήν αιώνιον. Με την τρίτην λέξιν «Χριστέ», θεολογούμεν, ομολογούντες ότι ο Χριστός είναι αυτός ο Υιός του Θεού και Θεός. Δεν μας έσωσε κάποιος άνθρωπος, ούτε άγγελος, αλλά ο Ιησούς Χριστός, ο αληθινός Θεός.

Εν συνεχεία, με την ενδόμυχον αίτησιν «ελέησόν με», προσκυνούμεν και παρακαλούμεν να γίνη ίλεως ο Θεός, εκπληρών τα σωτήρια αιτήματά μας, τους πόθους και τας ανάγκας των καρδιών μας. Και εκείνο το «με», τί εύρος έχει! Δεν είναι μόνον ο εαυτός μου. είναι άπαντες οι πολιτογραφηθέντες εις το κράτος του Χριστού, εις την αγίαν Εκκλησίαν, είναι όλοι αυτοί που αποτελούν μέλος του ιδικού μου σώματος.

Και, τέλος, διά να είναι πληρεστάτη η προσευχή μας, κατακλείομεν με την λέ­ξιν «τον αμαρτωλόν», εξομολογούμενοι — πάντες γαρ αμαρτωλοί εσμεν — καθώς εξωμολογούντο και όλοι οι Άγιοι και εγίνοντο διά ταύτης της φωνής υιοί φωτός και ημέρας.
Εξ αυτών αντιλαμβανόμεθα, ότι η ευχή εμπεριέχει δοξολογίαν, ευχαριστίαν, θεολογίαν, παράκλησιν και εξομολόγησιν.

Τί να είπωμεν, λοιπόν, αγαπητοί μου, τώρα διά την νοεράν προσευχήν, αφού εις την εποχήν μας, δόξα σοι ο Θεός, παντού γίνεται λόγος περί αυτής και απειράριθμα βιβλία εκδίδονται αναφερόμενα εις την «ευχήν»; Και τα μικρά παιδάκια πλέον την γνωρίζουν και την λέγουν. μικροί και μεγάλοι σώζονται με αυτήν.

Και είναι καλόν τούτο, ακόμη και διά το γεγονός ότι εις την Ανατολήν τα ψευδώνυμα θρησκεύματα και αι απατηλαί «ιεραποστολαί» των επιδεικνύουν την ιδικήν των δήθεν προσευχήν, που είναι όμως ψυχική, ψευδής και δαιμονική. Είμεθα χρεώσται να ανακαλύπτωμεν τον ιδικόν μας αληθή θησαυρόν, την νοεράν προσευχήν, την μνήμην του θείου ονόματος. Ορθώς λέγει ο ψαλμωδός2, ότι το όνομα του Θεού μας δίδει ζωήν. Και τί ωραία που λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης ότι η προσευχή είναι «ως πυρ ευφροσύνης, ως φως ευωδιάζον, Αποστόλων κήρυγμα, ευαγγέλιον Θεού, πληροφορία καρδίας, Θεού επίγνωσις, το του Ιησού αγαλλίαμα, ευφροσύνη ψυχής, έλεος Θεού, ακτίς νοητού ηλίου, χάρις Θεού. Προσευχή εστιν ο Θεός, ο ενεργών τα πάντα εν πάσι»3.

Ναι, μέσα εις τους αιώνας η Εκκλησία διά της ευχής, αφ’ ενός μεν ομιλεί εις τον Θεόν, αφ’ ετέρου δε με αυτήν ενθουσιάζει τα τέκνα της και τα θεοποιεί. Ο απόηχός της γεμίζει ολόκληρον την κτίσιν και η ενέργειά της συνεργεί εις την ανακαίνισιν του κόσμου.
Και τώρα, λοιπόν, τί να είπωμεν διά το θαυμαστόν τούτο δώρημα της θείας Χάριτος, το οποίον έδωσε και εις ημάς;

Δι’ αυτό ας ερμηνεύσωμεν την έννοιαν της ευχής, να ρίψωμεν και μια ματιά εις την ιστορίαν της, να ίδωμεν και μερικάς πνευματικάς προϋποθέσεις αυτής και ωρισμένας κοινωνικάς υποχρεώσεις μας, αναγκαίας διά την προσευχήν.
* * *
Εις την Πάλαιαν Διαθήκην ο Θεός απαιτεί από τους Ισραηλίτας να αγιάζουν το όνομά Του. π.χ. εις τον Ησαΐαν αναφέρει ότι, «δι’ εμέ αγιάσουσι το όνομά μου»4. Οκτακόσια χρόνια προ του Χριστού ο Θεός διά του Προφήτου αυτού λέγει: Θα μου αποδίδουν δόξαν και θα με ομολογούν ως μόνον Άγιον, επικαλούμενοι το άστεκτον και υπερύμνητον όνομά μου. Η θεϊκή αυτή προσφώνησις είναι προσευχή, αγιασμός, δόξα και προσκύνησις του Θεού.

Ακόμη λέγει η Παλαιά Διαθήκη, ότι εν ονόματι αυτού καυχώμεθα5, εξομολογούμεθα Αύτώ6, δι’ Αυτού λυτρούμεθα7, δι’ Αυτού σωζόμεθα8, εν Αυτώ αγαλλιώμεθα9, διότι όπου το όνομα του Κυρίου εκεί και η παρουσία Του.

Και εις την Καινήν Διαθήκην, ο Κύριος εζήτει να κάνωμεν τας αιτήσεις μας προς τον Θεόν εν τω ονόματι Αυτού, του Χριστού10. Ο δε Απόστολος Παύλος, όπως ενθυμείσθε, λέγει, ότι ο Θεός εχάρισεν εις τον Υιόν Του όνομα, το υπέρ παν όνομα, ώστε εν τω ονόματί Του να Τον προσκυνώμεν προσευχόμενοι11. Την δε προ­σευχήν μας την θέλει αδιάλειπτον12.

Ο αποστολικός Πατήρ Ερμάς, θέλων τόσο πολύ να είναι εις τον νουν και εις την καρδίαν μας το όνομα του Ιησού, λέγει, ότι πρέπει να δεθώμεν με το όνομα του Χριστού, ωσάν να το έχωμε φορέσει επάνω μας και δεν το βγάζομε ποτέ13.

Ο Μέγας Βασίλειος εγνώριζε και ωμιλούσε διά την νοεράν προσευχήν, διά των αυτών λέξεων που χρησιμοποιούμεν και σήμερα. και, έλεγεν, ότι είναι η καθολική προσευχή της Εκκλησίας. Και ο ιερός Χρυσόστομος φέρεται λέγων «βοάτε από πρωί έως εσπέρας το Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησον ημάς»14.

Ας μνημονεύσωμεν τώρα σποράδην μερικούς ασκητικούς Πατέρας, οι οποίοι δεν τονίζουν τίποτε άλλο τόσον, όσον συνιστούν μοναδικώς την ευχήν.

Πολύ γνωστή μας είναι η τριάς των αγίων Ιωάννου του της Κλίμακος του ισαγγέλου, Ισαάκ του Σύρου που σε συνεπαίρνει, και του Συμεών του Νέου Θεολόγου του πνευματοδύτου. Αναλύουν την προσευχήν, και δι’ αυτούς που ζουν εις την έρημον και δι’ εκείνους που είναι εις μοναστήρια και δι’ αυτούς που είναι εις τον κόσμον.

Να ενθυμηθώμεν και τους άλλους αετούς, τον όσιον Νείλον τον υπερβάμονα, τους οσίους Βαρσανούφιον και Ιωάννην τους διακριτικωτάτους, τον Διάδοχον Φωτικής τον θαυμάσιον.

Τί να είπωμεν και διά τον Γρηγόριον τον Σιναΐτην, ο οποίος μετέφερε από τα μέρη του Σινά την προσευχήν, την εζωοποίησε και την ανέπτυξεν εις το Άγιον Όρος τον ΙΔ’ αιώνα; Ασφαλώς δε, η προσευχή του Ιησού υπήρχε και προηγουμένως εις το Όρος. αλλ’ αυτός εγύρισε γην και ουρανόν, εις το Όρος και παντού διά να την διαδώση και την κατέστησε προσευχήν καθημερινήν. Βεβαίως, το Όρος και πριν ουδέποτε εστερείτο αθλητών της ευχής, κατά πρώτον ζώντων απομεμονωμένως, διότι ο ησυχασμός προεβλήθη ως η τελειοτέρα οδός πνευματικής ζωής.

Και ποιος δεν γνωρίζει ακόμη τον περίφημον Μάξιμον τον Καυσοκαλυβίτην, τον Γρηγόριον τον Παλαμάν τον παμμέγιστον, όστις συνέθεσεν άριστα την δογματικήν και πρακτικήν περί νοεράς προσευχής ορθόδοξον διδασκαλίαν, τον άγιον Κάλλιστον, τον Ισίδωρον και τον Φιλόθεον τους Πατριάρχας, και άλλους πολλούς, όπως οι Θεόληπτος Φιλαδελφείας, Κάλλιστος και Ιγνάτιος Ξανθόπουλοι κ.ά., οι οποίοι και θεωρητικώς και πρακτικώς έζησαν, εφήρμοσαν και έγραψαν περί της προσευχής;

Ω, τί να ξεχωρίσωμεν από τα τόσα που έγραψε και έζησεν ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, ο νέος αυτός μυσταγωγός εις την προσευχήν και εις το πατερικόν φρόνημα των ανθρώπων και του κόσμου; Το Εγχειρίδιον του και η Φιλοκαλία είναι πλέον κλασσικοί οδηγοί εις όλον τον κόσμον.

Ας υπάγωμεν τώρα και εις μίαν Μονήν.

Γνωρίζομεν ότι εις το Μοναστήρι είναι μία αδιάλειπτος σύναξις της αδελφότητος και ολοκλήρου της καθολικής Εκκλησίας. Δεν θα υπήρχε λόγος να υπήρχαν Μοναστήρια, αν δεν ήσαν, όντως, μία καθ’ ημέραν και κατά νύκτα σύναξις. Δι’ αυτό και το κέντρον της μοναχικής ζωής είναι η καθημερινή λατρευτική ζωή, και μάλιστα η Θεία Λειτουργία.

Εκεί ο μοναχός προσοικειούται και αφομοιώνει το μαρτυρικόν, ασκητικόν και λειτουργικόν φρόνημα της Εκκλησίας μας. Τα λειτουργικά κείμενα τον διαποτίζουν και γίνονται προσωπικά του βιώματα.

Συναθροίζονται οι μοναχοί εις τον Ναόν γνωρίζοντες, ότι δεν είναι μόνοι, αλλά μεθ’ όλων των αγγέλων και των αγίων, δοξάζοντες τον Θεόν και τιμώντες τον Άγιον ή την εορτήν. Η Θεία Ευχαριστία και η όλη λατρευτική συναγωγή τους προσφέρει μίαν βαθείαν αίσθησιν, ότι ο Θεός είναι παρών και αυτοί κοινωνοί Αυτού μυστηριακώς κατά Θείαν ενέργειαν. Και όσον αόρατος είναι ο Θεός, κατ’ αναλογίαν και τόσον αληθεστέρα είναι η μυστική κοινωνία και η εντρύφησις.

Η του Θεού αύτη κοινωνία, εν τη λατρεία, που είναι πρωταρχική, συνεχίζεται εν τω κελλίω και όπου αλλαχού διά της ευχής. Διότι η ευχή δεν είναι απλώς μία προσευχή. Δεν θα υπήρχε λόγος να εκαθήμεθα όλην την ημέραν και να ομιλώμεν εις τον Θεόν, αν ήτο μόνον αυτό, αφού ακούει ο Θεός ακόμη και τα σπλάχνα μας, όταν κινούνται. Καλόν αυτό, αλλ' έτι πλέον είναι η ευχή βρώσις του Χριστού, του αμνού του Θεού του παρόντος εν τη μνήμη και επικλήσει του Θείου και φρικτού και γλυκυτάτου ονόματός Του. Είναι και πόσις μεθυστικού γλεύκους της Χάριτος, που καθιστά τον άνθρωπον μετάρσιον. Όλος ο Χριστός προσλαμβάνεται και ευρισκόμεθα ημείς αντανακλώντες τας ιδιότητας του Θεού, θεοί εκ Θεού θεούμενοι, φωτιζόμενοι και μυστικώς ενεργούμενοι.

Ο μοναχός διά της νοεράς αυτής «λειτουργίας», ως λέγουν οι όσιοι Πατέρες, «αληθώς μάννα διά παντός εσθίει πνευματικόν»15. Τούτο είναι πλήρωσις, «πλείον ώδε» από το «μάννα», που συμβολικώς και προτυπωτικώς έρριχνε ο Θεός εις τους Ισραηλίτας διά να ζήσουν με αυτό. Το ωνόμασαν «μάννα», που σημαίνει: Δεν καταλαβαίνω τί πράγμα είναι αυτό. Έτσι και ημείς ημπορούμεν να λέγωμεν: Τί μεγάλο γεγονός είναι αυτή η ευχή, η μνήμη του Ιησού, αυτή η μυστική μετάληψις του Χριστού μας ανά πάσαν στιγμήν, όπως τότε έπιπτον εξ ουρανού αι νιφάδες του «μάννα» και ο λαός ήσθιε και ηυφραίνετο.

Επομένως βασική προϋπόθεσις νοεράς προσευχής είναι η πίστις ότι αύτη είναι αληθής Θεού κοινωνία και βάθρον θεώσεως διά των θείων ενεργημάτων του απροσλήπτου Κυρίου, όστις δι’ αυτών κατέρχεται εφ’ ημάς και ενούται μεθ’ ημών των αμαρτωλών. Ο ίδιος ο σαρκωθείς Λόγος, ο βασιλεύς των ουρανών, Αυτός που εις το εν δακτυλάκι του ημπορεί να κρατάη όλον τον ντουνιά, Αυτός κρατείται από ημάς! Και εισέρχεται εν ημίν και συνδιατρίβει και εμπεριπατεί μέσα μας. Όπως εις την θάλασσαν της Τιβεριάδος, όταν ήγρευσαν οι Μαθηταί πλήθος ιχθύων, είπεν ο Ιωάννης εις τον Πέτρον «ο Κύριος εστιν», ούτω και ημείς, όταν απλώνωμεν τα δίκτυα της προσευχής, ημπορούμεν να επαναλαμβάνωμεν «ο Κύριος εστι» μετά πλήρους πεποιθήσεως, διότι μας το βεβαιοί η Εκκλησία μας, ότι εκεί υπάρχει Αυτός. Νάτος! Παρών, ο ίδιος ο Θεός!

Διά να φωταγωγήται όμως και να λαμπρύνεται διά της παρουσίας του Κυρίου ο πιστός με την ευχήν, πρέπει να προσέχη ο ίδιος να είναι ο βίος του ανάλογος με την ζωήν που αρμόζει εις τον Θεόν. Αφού θέλει τον Θεόν, πρέπει να ζη θεοπρεπώς. Να επιδιώκη να ξεφύγη μέσα από την ανθρωπίνην μιζέρια και την κακομοιριά, να ενδυναμώνη τον εαυτό του διά της θείας δυνάμεως, να ασκήται, να γίνεται σκεύος χωρητικόν των θείων χαρισμάτων. Ακόμη, να επιθυμή την κάθαρσίν του από πάσης αμαρτίας, πληροφορούμενος από τον λόγον της αληθείας, ότι αυτό είναι κατορθωτόν. Με την έμπρακτον θέλησίν του και την ευδοκίαν του Θεού να φέρεται προς την δυνατήν απάθειαν ο ίδιος, και μάλιστα γινόμενος ολονέν θεοειδέστερος.
* * *
Τώρα έχομεν εν πρόβλημα, προκειμένου να αφιερωθώμεν εις την ευχήν. Είμεθα κεκλεισμένοι μέσα εις τας απασχολήσεις μας, βιαζόμεθα, κουραζόμεθα, απογοητευόμεθα, ζώμεν με το άγχος, δεν κατορθώνομεν να είμεθα ελεύθεροι από λογισμούς, από πάθη, από τρικυμίας. Διά να υπνώσωμεν ταλαιπωρούμεθα, διά να είμεθα χαρούμενοι πρέπει να παίζωμεν κιθάρα ή να εύρωμεν μίαν διασκέδασιν. Δεν είναι ζωή αυτή! Μας κουράζει και δεν μας αφήνει να προσευχώμεθα όσον και όπως θέλομεν.

Δι’ αυτό βεβαιούν οι Πατέρες, ότι οι λόγοι του Θεού είναι που δροσίζουν την ψυχήν16 και ο λόγος του Θεού «ρώννυσι την ψυχήν, καθώς ο οίνος το σώμα»17.

Ο λόγος του Θεού υπάρχει εις την Γραφήν και εις τους αγίους Πατέρας. Όταν μελετώμεν τοιαύτα βιβλία, και μάλιστα, ασκητικών Πατέρων, όταν είμεθα εις την εργασίαν μας προσεκτικοί, όταν κοπιάζωμεν εις την ζωήν μη σπαταλώντες τας δυνάμεις μας, αλλά δίδοντες αυτά εις το καθημερινόν μας καθήκον, όταν ούτω πως η ζωή ημών είναι μία άσκησις καθημερινή, τότε αυτή η άσκησις και η μελέτη προλειαίνουν το έδαφος της ψυχής, ώστε να καθίσταται ικανή να αναβαίνη προς τα άνω.

Διά να προσεύχεσαι, πρέπει να έχης εν στοιχείον, το οποίον είναι ανάγκη να το καλλιεργής. Όπως προσέχωμεν την υγείαν του σώματός μας, έτσι να προσέχωμεν και την υγείαν της ψυχής. Είναι ανάγκη να είμεθα χαρούμενοι. Όταν συνηθίζωμεν να προσευχώμεθα, μας χαρίζεται η χαρά του Χριστού και περισσότερον ακόμη. Αν προσευχόμενος θλίβεσαι, αν βαρυθυμής, κάτι μέσα σου δεν πηγαίνει καλά. Να το κυττάξης, να δώσης προσοχήν, διότι ο χαρακτήρ του ανθρώπου επιδρά πολύ.

Ίδετε τί ωραία που λέγεται περί του αγίου Σάββα του Βατοπαιδινού, όστις υπέστη τα πάνδεινα. ότι ούτος «ην την έντευξιν ιλαρώτατος και την όψιν ήδιστος και χαριέστατος». Εις τας συναναστροφάς του το χαμόγελόν του ήτο φαιδρότατον, γλυκύτατον το πρόσωπόν του και ολόκληρος πλήρης χάριτος. Πόσον μάλλον ήτο εις την αναστροφήν του με τον Θεόν, εις την προσευχήν του ως ήλιος φωτεινός!

Ένας άλλος δε ασκητικός Πατήρ, ο όσιος Νείλος, σημειώνει πολύ όμορφα: «Προσευχή εστι χαράς και ευχαριστίας πρόβλημα»18. Θέλεις να γνωρίσης, εάν η προσευχή σου είναι αληθινή και ταπεινή; Παρατήρησε. προβάλλει η αγαλλίασις, αναδίδεται ευχαριστία εκ καρδίας; Και «όταν παριστάμενος εις προσευχήν, υπέρ πάσαν άλλην χαράν γενήση, τότε αληθώς εύρηκας προσευχήν»19.

Η προσευχή, επομένως, είναι χαροποιός. Οπωσδήποτε όμως θα έχωμεν και τον αγώνα μας κατά της αμαρτίας, κατά των παθών. Ούτε αυτό να μας καταθλίβη, αφού παρεδώσαμεν εις τον Ιησούν Χριστόν την ζωήν μας. Όμως ο άγων είναι αναγκαίος, διά να ευλογήται η ζωή μας. Αν θέλωμεν να το επιτύχωμεν, να μη κρατώμεν εντός ημών καμμίαν πικρίαν εναντίον ετέρου, να μη αναμειγνυώμεθα εις την ζωήν κανενός ανθρώπου, να μη εξαναγκάζωμεν κανένα, να μη πληγώνωμεν, να μη τον στενοχωρώμεν, ούτε να στενοχωρούμεθα από τον άλλον. Να είναι αι κοινωνικαί σχέσεις μας φυσικαί και απλαί. Να νιώθωμεν ότι οι άλλοι, πάντες και εγώ, είμεθα εν και το αυτό, θεωρούντες «ένα εαυτόν μετά πάντων»20, χωρίς, βεβαίως, να αλλοιούμεθα εις το φρόνημα ή να εκτρεπώμεθα εις την ζωήν μας και τας αναστροφάς. Τότε η προσευχή είναι εύκολος. Αρκεί να αφήσωμεν τον Θεόν να εργάζεται μέσα μας, όπως ο χωρικός που σπέρνει και περιμένει την βροχούλα του Θεού.

Ημείς θα ενεργώμεν το ιδικόν μας αγώνισμα, θα μνημονεύωμεν το όνομα του Ιησού, άλλοι με το στόμα, άλλοι με τον νουν, άλλοι με τον νουν εις την καρδίαν, άλλοι όπως τους δίδει η θεία Χάρις, όταν τους επισκέπτεται, οπότε αστράπτει το πνεύμα τους και κραυγάζοντας συναντάει τον Θεόν.

Ασφαλώς αξίζει να δίδωμεν χρόνον πολύν, όσον δυνάμεθα, ώστε να εφαρμόζωμεν το πατερικόν λόγιον «ανάγκασον εαυτόν ευχάς πολλάς ποιήσαι»21, αφήνοντας τα πάντα εις τον Κύριον. Αλλ’ έστω και μίαν ευχήν αν είπωμεν, και τούτο έχει αξίαν μεγάλην. Όπως λέγει ο άγιος Ισαάκ «πάσα ευχή, ην προσφέρεις εν τη νυκτί, πασών των της ημέρας πράξεων έστω εν οφθαλμοίς σου τιμιωτέρα»22. Και γίνεται ακόμη αποδοτικωτέρα, εάν την προσφέρωμεν κατά τας νυκτερινάς ώρας.

Άφησε τα πάντα εις τον Θεόν, μας λέγει ο ίδιος εις κάθε ένα. Κάνε το έργον σου και ο νους σου εις την ευχήν! Και διάλεξε καλόν οδηγόν, χειραγωγόν εις Χριστόν.

Πρέπει όμως να υπογραμμίσωμεν, ότι εις το θέμα της πνευματικής ζωής τα πάντα ενεργεί η Χάρις του Θεού, και, επομένως, ημπορούμεν να είμεθα ήσυχοι.

Το όνομα του Ιησού, η νοερά προσευχή είναι, λέγουν οι άγιοι Πατέρες, μυροδοχείον. Το ανοίγεις, το γέρνεις και χύνεται το μύρον, πληρούται ευοσμίας ο τόπος. Βοάς το «Κύριε Ιησού Χριστέ» και αναδίδεται η ευωδία του Αγίου Πνεύματος, λαμβάνεις «αρραβώνα Θείου Πνεύματος». Διότι «το άγιον Πνεύμα συμπάσχον ημίν επιφοιτά» και «προτρέπεται εις έρωτα πνευματικής προσευχής»23. Και, μάλιστα, προσεύχεται και αυτό, αντί δι’ ημάς που ξεχνούμεθα και αναλαμβάνει τα υστερήματά μας, τας ακαθαρσίας ημών, την πτωχείαν της υπάρξεώς μας. Διότι είμεθα έκαστος ναός του Θεού και όταν προσευχώμεθα γινόμεθα ιερουργοί του μεγάλου μυστηρίου. Δι’ αυτό λέγει πολύ-πολύ όμορφα ένας Πατήρ της Εκκλησίας: «Πάρε ένα θυμιατό να θυμιάσης, διότι ο Χριστός είναι εδώ εις την καρδίαν σου, από την οποίαν ανατέλλει το "Κύριε Ιησού Χριστέ"». Και πάλιν αλλαχού λέγει. «όταν ακούωμεν κανένα θυμιατό να κτυπάη, ας ενθυμούμεθα ότι ναός είμεθα ημείς, και ας νιώθωμεν νοερώς ότι θυμιάζομεν τον Χριστόν, που είναι μέσα εις ημάς, και, έτσι, να προσκυνώμεν ταύτην την σκηνήν του Αγίου Πνεύματος»24.

Σκεφθήτε, μέσα μας είναι η βασιλεία του Θεού, η κατοικία Του, όπου «τον ασώματον εν σώματι περιορίζομεν», δι’ ο και μέσα μας επιτελείται μία «των επουρανίων προσκύνησις»25. Μαζί Του είναι και όλοι οι ομογάλακτοί μας Άγιοι, που εθήλασαν από τον μαστόν του Αγίου Πνεύματος. Είναι ιδικοί μας αδελφοί και φίλοι, που μας περιμένουν, μας αγαπούν και μας καθιστούν μακαρίους, όπως λέγει ο Προφήτης Ησαΐας. «μακάριος ος έχει οικείους εν Ιερουσαλήμ»26, εις τον ουρανόν. Ενθυμείσθαι αυτό που έλεγεν ο Χριστός; «Εισί τινες των ώδε εστηκότων, οίτινες ου μη γεύσωνται θανάτου, έως αν ίδωσι την βασιλείαν του Θεού εληλυθυίαν εν δυνάμει»27. Αυτό εφαρμόζεται και εις ημάς. Το Πνεύμα μας αξιώνει, όταν προσευχώμεθα, να κατανοώμεν τον Θεόν και να ζώμεν τα μυστήρια αυτά. Και φθάνουν οι Άγιοι να γνωρίζουν τον Χριστόν, Αυτόν διά τον οποίον λέγουν, ότι κανείς δεν Τον βλέπει και κανείς δεν Τον ηξεύρει. Και όμως! Διά της προσευχής κατανοούμεν «το απερινόητον και το υπερφαές περιεχόμενον του Θεού μας», αφού η του Πνεύματος Χάρις πάσης πηγής αναβλύζει, δι’ ης και το άρρητον κάλλος του Θεού μας διδάσκει.

Και αν ημείς δεν φθάσωμεν εκεί, πάλιν θα μας φέρη η ευχή ευλογίας, παρηγορίαν, ευχαρίστησιν, συγχώρησιν, σωτηρίαν, «εκάστω ως συμφέρει».
* * *
Τέλος, ας ίδωμεν και πώς βιούται εν Αγίω Όρει η προσευχή.

Λέγει ένας ασκητής αγιορείτης (δεν λέγω το όνομά του, διότι ζη): «Αχ! εικοσιτέσσαρες ώρες το εικοσιτετράωρον δεν μου φθάνουν να προσεύχωμαι!» Νιώθετε, τί προσευχή κάνει αυτός ο άνθρωπος; Αντιλαμβάνεσθε πόσον έχει ηδύτητα, εφ’ όσον τα μάτια του και η καρδιά του νοερώς στρέφονται ολονέν προς τον Θεόν; Όποιος δοκιμάση την γλυκύτητα του Θεού, έτσι θα λέγη και αυτός.

Ναι, προσεύχονται εις το Άγιον Όρος, μέσα εις τα Μοναστήρια και έξω από τα Μοναστήρια. Μορφαί μεγάλαι ανεδείχθησαν τα τελευταία χρόνια, όπως ο Δανιήλ ο Κατουνακιώτης, ο Καλλίνικος ο Ησυχαστής και τόσοι άλλοι.

Ένας ιδικός μας μοναχός, που εκοιμήθη εδώ και ολίγα χρόνια, ο γέρο-Αρσένιος, ο ευλογημένος, ούτε να κοιμηθή δεν ήθελε, αλλά εκρέματο από κάτι σχοινιά — κρεμαστήρας — και προσηύχετο ακουμβών εις εν ξύλον διά να προσεύχεται, όπως και πάμπολλοι μοναχοί έπραττον. Όταν προσηύχετο και έκαμε μετανοίας, κτυπούσε το κεφάλι του εις το πάτωμα. Έλεγεν: «Είμαι αμαρτωλός και δεν θ’ ακούη την προσευχήν μου ο Θεός. ν’ ακούη τουλάχιστον τα κτυπήματα της κεφαλής μου. Η αμαρτία μου είναι τόση, που δεν βγαίνει η ευχή από το λαρύγγι μου». Και είχε μίαν χαράν! Συνεχώς προσηύχετο. Να εβλέπατε το πρόσωπόν του. Αν εβλέπατε πώς εκοιμήθη, θα ελέγατε: «Αλήθεια, μακάριος ο θάνατος ενός οσίου».

Ένας άλλος μοναχός, προσευχόμενος μίαν νύκτα, μέσα εις την ακολουθίαν, ο νους του ξέφυγε και επέταξεν επάνω εις την θάλασσαν, επήγεν εις τα βουνά και εις τα λαγκάδια, αγνάντεψε τα δένδρα, τα λουλούδια, τα ψάρια της θαλάσσης, τα βουνά, τα νησιά, επεσκόπευσε την γην και τον ουρανόν, και είδε και ήκουσεν, ότι όλα δοξολογούν τον Θεόν. Από την ημέραν εκείνην δεν ημπορούσε να σταθή καθόλου. και από τους οξυδρόμους οφθαλμούς του δεν εσταμάτησαν τα δάκρυα. είδε και έλεγεν ότι η άψυχος κτίσις εκχέει τα δάκρυά της με την δοξολογίαν «και εγώ, που έχω ψυχήν, είμαι μέσα εις την αμαρτίαν».

Εις το Άγιον Όρος δεν έλειψαν ποτέ οι ησυχαστικοί και νηπτικοί μοναχοί, αδιακόπως έως σήμερα. Ας μνημονεύσωμεν εδώ και τον άγιον Σιλουανόν, που η ζωή του ήτο διαρκής και αστείρευτος προσευχή.

Τα τελευταία χρόνια ένας άλλος ασκητής, ο Γερο-Ιωσήφ ο Σπηλαιώτης, αφιέρωσε την ζωήν του εις την ευχήν, την οποίαν ερρόφησε βαθειά, την έκανε ισχύν αυτού και την έζησε με εν βίωμα γλυκείας εντρυφήσεως του Παραδείσου. Πολλοί και τώρα είναι πνευματικά του έγγονα.

Από το Όρος μετεδόθη πανταχού η νοερά προσευχή. Απ’ εδώ διέδωσεν ο αγιορείτης Παΐσιος Βελιτσκόφσκι την ευχήν εις τους Σλαύους. Ωσαύτως ο π. Σωφρόνιος, αγιορείτης και αυτός, εις την Ευρώπην.

Επέδρασεν ο Άθως και εις τον Άγιον Αθανάσιον των Μετεώρων, εις τον Ά­γιον Διονύσιον Ολύμπου, που ενέπνευσαν πολλούς άλλους. Δεν αριθμούνται. Συμεών Μονοχίτων, Ιάκωβος ο Γέρων, άγιος Θεωνάς, Κολυβάδες... Η ευχή έτρεξεν εις όλον τον κόσμον. Έτσι εις την Ρωσίαν έχομεν Άγια Όρη! Και εις την Σερβίαν έχομεν Άγια Όρη! Όπου και αν πάη κανείς. Σήμερον έχομεν και εις την Ευρώπην Μοναστήρια από αγιορείτας, οι οποίοι τί άλλο κάνουν, από το να διαδίδουν την νοεράν προσευχήν όσον δύνανται.
* * *
Τί θα ήτο, αγαπητοί μου, η ζωή μας χωρίς την προσευχήν αυτήν;

Και τί είναι ολόκληρος ο κόσμος χωρίς την ευχήν;

Μία καρδιά που δεν έχει την προσευχήν αυτήν, μου φαίνεται, ότι ομοιάζει με μίαν νάυλον σακκούλα, που βάζεις τώρα κάτι μέσα, αλλά που θα σχισθή γρήγορα και θα την πετάξης.

Εκείνο που νοηματίζει την ζωήν όλην και την ύπαρξίν μας, διότι δίδει τον Θεόν, είναι η προσευχή μας.

Λέγουν, ότι θα έλθη η συντέλεια της ζωής, όταν σταματήσουν να προσεύχωνται οι άνθρωποι. Αλλά είναι δυνατόν να σταματήσουν ποτέ να προσεύχωνται; Όχι, διότι πάντοτε θα υπάρχουν οι αγαπώντες τον Κύριον. Και όσον τοιαύται ψυχαί υπάρχουν, δεν θα χαθή ο κόσμος. Η προσευχή η αδιάλειπτος τον ποτίζει μυστικά.

Αντιθέτως κάποτε θα ανακαινισθή ο κόσμος και, όπως έως τώρα συνώδινε και συνωδίνει μετά του ανθρώπου διά την φθοράν της φύσεως, τότε που θα γίνη καινή γη και καινοί ουρανοί, θα συναγάλλεται επί τη αιωνίω ευφροσύνη και δόξη του ανθρωπίνου γένους μέσα εις την θεϊκήν φωτοχυσίαν.

* Ομιλία που εκφωνήθηκε στην αίθουσα της Ι. Μητροπόλεως  Δράμας στις 24-4-1983

1.     Ισαάκ Σύρου, Ασκητικά, Λόγος Ι’
2. Ψαλμ. ρμβ’ 11
3. Γρηγορίου Σιναΐτου, Κεφάλαια πάνυ ωφέλιμα, P.G.150, 1277 και Φιλοκαλία Δ’, κεφ. ριγ’, σελ. 51
4. Ησ. κθ’ 23
5. Σοφ. Σειρ. ν’ 20
6. Σοφ. Σειρ. να’ 1
7. Σοφ. Σειρ. να’ 3
8. Ιωήλ γ’ 5
9. Ψαλμ. πη’ 17
10. Ιωάν. ιε’ 16
11. Φιλιπ. β’ 9-11
12. Α’ Θεσ. ε’ 17
13.    Ερμά, Ποιμήν XVI, 10 (ΒΕΠΕΣ, τόμος 3, σελ. 96)
14.    Αγίου Χρυσοστόμου, Επιστολή προς μοναχούς, P.G. 60, 752
15. Καλλίστου Καταφυγιώτου, Περί βίου θεωρητικού, κεφ. οθ’, P.G. 147, 913 C
16. Αγίου Εφραίμ (Ευεργετινός Β’, υπόθ. ΙΑ', ΣΤ’, σελ. 172)
17. Ιωάννου Δαμασκηνού, Ιερά Παράλληλα, στοιχείον Ο, τίτλ. Ζ’, P.G. 96, 217 Β
18. Οσίου Νείλου Ασκητού, Λόγος περί προσευχής, κεφ. ιε’ (Φιλοκαλία Α’, σελ. 178)
19. ένθ’ ανωτ., κεφ. ρνγ’, σελ. 189
20. ένθ' ανωτ., κεφ. ρκε’, σελ. 187
21. Αββά Ησαΐου, Λόγος Δ’ (έκδοσις Σχοινά 1962, σελ. 48)
22. Αββά Ισαάκ, Λόγος λδ’ Περί μετανοιών (έκδοσις Σπανού, σελ. 147)
23. Οσίου Νείλου Ασκητού, Λόγος περί προσευχής, κεφ. ξγ’ (Φιλοκαλία Α’, σελ. 182)
24. Γρηγορίου Νύσσης, Εις τον βίον του Μωυσέως, (JAEGER τόμ. VII, I, σελ. 94)
25. ένθ’ ανωτ.
26. Ησ. λα’ 9
27. Μάρκ. θ’ 1

ΠΗΓΗ:  “ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ” 1989

Ο κρυφός γελαστός άγιος του Αιγάλεω



Γέροντας Ευμένιος Σαριδάκης: ο άγιος φίλος των λεπρών

Ο π. Ευμένιος γεννήθηκε το 1931 στην Εθιά Μονοφατσίου του νομού Ηρακλείου Κρήτης και ήταν το όγδοο παιδί μιας φτωχής & πιστής οικογένειας. Έγινε μοναχός σε ηλικία 17 χρονών, αγωνίστηκε για την καλλιέγεια της ψυχής του με αγάπη και προσευχή και δοκιμάστηκε σκληρά και από την ασθένεια της λέπρας, αλλά και αργότερα, ενώ ήταν ήδη ιερέας, από δαιμονική επιρροή, με την οποία βασανίστηκε ψυχοσωματικά και ελευθερώθηκε μετά από πολλές προσευχές, αγρυπνίες και εξορκισμούς σε μοναστήρια της Κρήτης, όπως στις μονές Κουδουμά και Παναγίας Καλυβιανής (δες παρακάτω).
Η λέπρα τον έφερε στο Νοσοκομείο Λοιμωδών στην Αγία Βαρβάρα Αθηνών. Εκεί θεραπεύτηκε αλλά, βλέποντας τον ανθρώπινο πόνο, αποφάσισε να παραμείνει στο Νοσοκομείο ως ιερέας, για να βοηθήσει όσο μπορούσε την ανακούφιση των συνανθρώπων του! Εκεί λοιπόν "θα αρχίσει το ποιμαντικό του έργο, που μπροστά του γονατίζουν οι έχοντες θεολογικά πτυχία και εκκλησιαστικά αξιώματα".
Η αγάπη του και ο ασκητικός του αγώνας έφεραν σ' αυτόν τη χάρη του Θεού και ο ταπεινός ιερέας (λειτουργούσε στο ναό των αγίων Αναργύρων Ιατρών Κοσμά & Δαμιανού, μέσα στο Λοιμωδών) έφτασε σε μεγάλο ύψος αγιότητας -το οποίο διατηρούσε κρυφό όσο μπορούσε- και αξιώθηκε να λάβει το προορατικό χάρισμα, να ζήσει υψηλά πνευματικά βιώματα και οράματα και να βοηθήσει πάρα πολλούς ανθρώπους κάθε κοινωνικής τάξης και μορφωτικού επιπέδου, όχι μόνο με τις συμβουλές και την προσευχή του αλλά και με την αγιασμένη παρουσία του. 
Ο Γέροντας αγαπούσε όλο τον κόσμο, κάθε άνθρωπο προσωπικά, και ήταν ένας ιδιαίτερα γελαστός άγιος - το τρανταχτό γέλιο του ήταν ένα από τα χαρακτηριστικά του - όπως και πολλές φορές έβγαινε από το Ιερό, κατά τη λειτουργία, με τα γένια του βρεγμένα από δάκρυα, αφού προσευχόταν για όλους τους πονεμένους και δυστυχισμένους συνανθρώπους μας και είχε προφανώς και το χάρισμα των δακρύων.
Ο παππούλης μας γελούσε, γελούσε πολύ. Γελούσε με εμάς τους ανθρώπους και μας μετέδιδε τη χαρά του. Γελούσε με τους αγίους, με την Κυρία Θεοτόκο, με τους αγγέλους, και μας μετέδιδε πάλι τη χαρά των αγίων, της Κυρίας Θεοτόκου, των αγγέλων, γι’ αυτό, όταν πηγαίναμε εκεί, μπορεί να ήμαστε στενοχωρημένοι και κουρασμένοι ψυχικά ή σωματικά, αλλά φεύγαμε… πετώντας.
Ο π. Ευμένιος γελούσε πολλές φορές και κατά τη διάρκεια των ακολουθιών, μπορεί την ώρα που διάβαζε το ιερό ευαγγέλιο ή όταν εθυμίαζε την Κυρία Θεοτόκο στην «Τιμιωτέρα» [σημαντικό τροπάριο για την Παναγία, που ψάλλεται σε ειδικό σημείο της καθημερινής πρωινής ακολουθίας (όρθρου)] ή την ώρα των παρακλήσεων [παράκληση ή "παρακλητικός κανόνας" = μουσικό + ποιητικό έργο, που αποτελεί προσευχή προς την Παναγία ή προς έναν άγιο (οι χριστιανοί συχνά διαβάζουν παρακλήσεις στο σπίτι τους, αλλά ψάλλονται & στην εκκλησία - δες πολλά δείγματα εδώ)].
[...] «Όποιος τον πλησίαζε, έβλεπε έναν ιερέα, έναν καλόγερο, με έντονη χαρά στο πρόσωπό του. Αυτή η χαρά, πολλές φορές, εκφραζόταν με πολλά γέλια, που αναμιγνύονταν με τα λόγια του ή ξεχύνονταν από τις άκρες των κλειστών χειλιών του, όταν έμενε σιωπηλός. Το καταλάβαινες ότι ήταν γέλια ενός χαριτωμένου ανθρώπου [δηλ. ανθρώπου με θεία χάρη], μιας καρδιάς ξέχειλης από αληθινή, θεία γαλήνη και χαρά, που χυνόταν έξω και δρόσιζε, ξενίζοντας [παραξενεύοντας] τους άλλους.
Ήταν εμφανές ότι ο π. Ευμένιος προσπαθούσε να συγκρατηθεί από ταπείνωση, να μη φανεί αυτή η αγία ιδιαιτερότητα, μα δεν το κατάφερνε πάντοτε.
Όποτε τον επισκεπτόμουν έπαιρνα αυτό το δώρο, τη χαρά δηλαδή και τα «αλλιώτικα» γέλια του, που κυλούσαν ώς την δική μου καρδιά. Όταν φορούσε την ιερατική του στολή και έβγαινε στην Ωραία Πύλη για το «Ειρήνη πάσι» ή θυμίαζε την Παναγία μας στο τέμπλο, το πρόσωπό του, συγκρινόμενα με τα απαστράπτοντα άμφια, έλαμπε περισσότερο. Ιδιαίτερα μπροστά στην Θεοτόκο, στην Τιμιωτέρα ή στους Χαιρετισμούς, την χαιρετούσε πραγματικά πλημμυρισμένος χαρά και γελούσε μόνος αυτός, σαν να του είπε η Θεοτόκος μιαν ευχάριστη είδηση. […]» (βλ. Σίμωνος μοναχού, π. Ευμένιος - Ο κρυφός άγιος της εποχής μας, Αθήνα 2010, 2η έκδ., σελ. 137-146).

Ο Γέροντας Πορφύριος έλεγε για τον Γέροντα Ευμένιο: «Να πηγαίνετε να παίρνετε την ευχή του Γέροντα Ευμένιου, γιατί είναι ο κρυμμένος Άγιος των ημερών μας. Σαν τον Γέροντα Ευμένιο βρίσκει κανείς κάθε διακόσια χρόνια».
Στο Νοσοκομείο Λοιμωδών ευτύχησε να γνωρίσει το λεπρό άγιο μοναχό Νικηφόρο, που, αν και τυφλός από την ασθένειά του, έγινε μεγάλος πνευματικός πατέρας των χριστιανών και δάσκαλος του Γέροντα Ευμένιου.
Τα δύο τελευταία χρόνια της ζωής του τα πέρασε στο Νοσοκομείο «Ευαγγελισμός» και την 23η Μαίου 1999 παρέδωσε το πνεύμα του στον Κύριο και τάφηκε, σύμφωνα με την επιθυμία του, στον τόπο που γεννήθηκε (στην Εθιά).

H προσευχή του Γέροντα ("Και εχάρη ο Θεός")

Η μυστική ζωή του αγίου Γέροντα (=οι προσωπικοί ασκητικοί αγώνες του) δεν είναι ευρύτερα γνωστή. Όμως έχει ιδιαίτερη σημασία η παρακάτω προσευχή του, που περιλαμβάνεται, μαζί με πολλά άλλα στοιχεία για τη ζωή του και μαρτυρίες πολλών ανθρώπων που τον γνώρισαν (και πολλές μαρτυρίες για τα αγιοπνευματικά [=θαυματουργικά] χαρίσματά του), στο εξαιρετικό βιβλίο του Σίμωνος Μοναχού π. Ευμένιος - Ο κρυφός άγιος της εποχής μας, σελ. 133-134 [για το βιβλίο, και αποσπάσματα, κλικ εδώ]. Διηγείται ο μητροπολίτης Μόρφου της Κύπρου Νεόφυτος.
«Ένα πολύ σημαντικό περιστατικό, που θυμούμαι από τον γέροντα Ευμένιο, είναι μία προσευχή του έκανε: "Κύριε Ιησού Χριστέ, θέλω να σώσεις όλους τους ανθρώπους".
"Κι εχάρη ο Θεός", μου έλεγε.
"Και μετά είπα: "Κύριε Ιησού Χριστέ, θέλω να σώσεις όλους τους καθολικούς. Και όλους τους προτεστάντες, Χριστέ μου, θέλω να σώσεις". Κι εχάρη ο Θεός.
"Θέλω να σώσεις και τους μουσουλμάνους και όσους ανήκουν σε όλες τις θρησκείες, και τους αθέους ακόμα θέλω να σώσεις". Κι εχάρη πολύ ο Θεός.
Και του είπα: "Χριστέ μου, θέλω να σώσεις όλους τους απ' αιώνες κεκοιμημένους από Αδάμ μέχρι τώρα". Κι εχάρη ο Θεός πολύ.
Και είπα: "Θεέ μου, θέλω να σώσεις και τον Ιούδα". Και στο τέλος είπα: "Θέλω να σώσεις και τον διάβολο". Κι ελυπήθη ο Θεός".
Του λέω: "Γιατί λυπήθηκε ο Θεός;". "Διότι θέλει ο Θεός και δεν θέλουν αυτοί" μου απάντησε, "δεν υπάρχει ίχνος καλής θελήσεως σωτηρίας στον διάβολο".
"Καλά" του είπα, "πώς κατάλαβεες εσύ πότε ο Θεός χαιρόταν και πότε ελυπήθη;". Και μου λέει: "Άμα η καρδιά σου γίνει ένα με την καρδία του Χριστού, αισθάνεσαι αυτά που αισθάνεται".
Δηλαδή αντιλαμβάνεσαι τι εύρος είχεν η καρδία αυτού του ανθρώπου; Αυτό είναι από τα πιο δυνατά που έχω ακούσει και δεν το έχω ακούσει από κανέναν άλλον. Κι αυτό το καταλάβαινε από την ένταση της Χάριτος. Ανάλογα με τον βαθμό της Χάριτος αντιλαμβανόταν την λύπη ή την χαρά Του, σ' αυτό που ο ίδιος έλεγε ή έκανε».
[Χάρις: η αγαθή ενέργεια του Θεού, που εκπέμπεται σε όλα τα πλάσματα και που ανάλογα με το βαθμό, που ο άνθρωπος ανοίγεται σ' αυτήν (=την επιθυμεί και γίνεται κατάλληλος για να μπει μέσα του, καλλιεργώντας την ταπεινή αγάπη), σώζεται και γίνεται άγιος. Κατά τους αγίους Πατέρες, η Χάρις είναι "άκτιστη", δηλ. αδημιούργητη: εκπέμπεται απευθείας από το Θεό, δεν είναι δημιούργημά Του - κι έτσι, όποιος ανοίγεται και μπαίνει μέσα του η θεία Χάρις, έχει μέσα του τον Ίδιο το Θεό αυτοπροσώπως και όχι ένα δημιούργημα, ενώνεται δηλαδή με το Θεό (θέωση). Σχετικά δες εδώ & εδώ].

Αναφορά σε άλλη προσευχή του Γέροντα, με το ίδιο πνεύμα, δες και στο post μας περί αυτοκτονίας.
 
Η μάχη με τον εχθρό (διάβολο)
Επειδή πολλοί αναγνώστες θα θέλουν κάτι παραπάνω για το θέμα, ας αναφέρουμε επιγραμματικά λίγες πληροφορίες, προερχόμενες από το βιβλίο του π. Σίμωνα, σελ. 60-65.
Το χτύπημα του εχθρού ήρθε όταν, μετά από σειρά δαιμονικών οραμάτων με άγρια θηρία, ο Γέροντας (νέος & άπειρος ιερέας ακόμη, αν και πιστός, γεμάτος αγάπη & αγωνιστής της προσευχής) έπαψε να έχει ενοχλήσεις και ένιωσε ότι "νίκησε το διάβολο" και τον γελοιοποίησε. Η στιγμή εκείνη ήταν μια εγωιστική πτώση σε παγίδα και ο εχθρός τον χτύπησε καθώς κατέβαινε τη σκάλα του Λοιμωδών, αρχικά στο πρόσωπο και στη συνέχεια στην ψυχή. 
Για την περίοδο εκείνη ο Γέροντας είχε πει: "Ήταν ο καιρός που τα δάκρυά μου έκαιγαν το πρόσωπό μου. Ζεματιστά δάκρυα". Η ταλαιπωρία του έπαψε όχι με τη βοήθεια της ψυχιατρικής, αλλά μετά από νηστείες, αγρυπνίες και πολλές επισκέψεις, με τη συντροφιά πιστών φίλων και χωριανών, στα μοναστήρια της Κρήτης. Στην Παναγία του Κουδουμά, κατά τον άγιο Γέροντα, δόθηκε η τελική νίκη κατά του εχθρού, μια νίκη της Παναγίας για χάρη του.
Σημειωτέον ότι η μονή Κουδουμά (νότια νομού Ηρακλείου) είναι μία από τις πιο σημαντικές ορθόδοξες μονές της Κρήτης και πολλοί άγιοι έχουν αναδειχθεί εκεί, όπως οι άγιοι Παρθένιος και Ευμένιος (κοιμήθηκαν αρχές του 20ού αιώνα), Ιωακείμ ο Νάνος, Γεννάδιος ο μετέπειτα ασκητής της Ακουμιανής Γιαλιάς (νομού Ρεθύμνης) κ.λ.π. [για Γεννάδιο και Ιωακείμ δες σχετικό βιβλίο].


Ένα ποίημα αφιερωμένο στο όσιο Γέροντα Ευμένιο Σαριδάκη

Δεν θυμάμαι την ακριβή ημερομηνία.
Με τους αριθμούς άλλωστε δεν τα πάω καλά.
Έχουν πολύ λογική και με κουράζουν.
Μα εκείνο που σίγουρα θυμάμαι
είναι ότι σαν ήρθε το μακάριο λείψανο στο νησί μας
μετά από διήμερο προσκύνημα στην πρωτεύουσα,
ανέβηκα στο χωριό να δω έναν Άγιο.
Δεν είναι δα και τόσο συχνό το φαινόμενο!!!
Όταν πλησίασα κοντά του,
μια λάμψη που έκαιγε κάθε δισταγμό και λογοκρατούσα συνήθεια
φάνηκε ηχηρά στο πρόσωπό του.
Όχι !!!! Δε την έβλεπα μονάχα εγώ.
Ήταν πολλοί εκεί με αναμμένα τα κεριά
και πληγωμένη την καρδιά.
Έλαμπε!!!!!!
Μα η λάμψη αυτή δεν είχε κάτι από αυτή εδώ την κτίση.
Δεν ήταν φως σε δικό μας ουρανό.
Μήτε μορφή από εκείνες που στολίζουν τους τοίχους του χώρου και του χρόνου μας.
Δεν ήταν κορνίζα, για να ξυπνάει την λήθη και την μοναξιά του χωρισμένου.
Ήταν φως εκ φωτός. Λάμψη λαμπρής κοσμημένης.
Μα πιο πολύ από όλα, εκείνο που σταμάτησε της λογικής τους ήχους,
σώπασε και ηρέμησε,
εσώτερες φωνές των απειθών λογισμών μου,
…..τα πόδια τα κουρασμένα του Αγίου.
Ήταν ζεστά και μαλακά σαν την καρδιά του,
κι όμως είχαν περάσει τρεις μέρες που είχε κοιμηθεί !!!





Βίντεο από ΕΔΩ, όπου και πιο αναλυτικό βιογραφικό του Γέροντα, καθώς και μερικές διηγήσεις θαυμάτων του:

Το Ορθόδοξο Παρίσι...



 
Μια χούφτα Ρώσοι εμιγκρέδες κυνηγημένοι από το πραξικόπημα των Μπολσεβίκων. Έφτασαν στο Παρίσι τη δεκαετία του '20. Από διαφορετικούς ο καθένας δρόμους και διαφορετικούς ενδιάμεσους σταθμούς.
Το πρώτο που έκαναν, ήταν να χτίσουν μιαν εκκλησιά. Μικρή, ταπεινή, άλλα ορθόδοξη: μπαίνεις, ακόμα σήμερα, και νομίζεις ότι βρίσκεσαι στο Αγιονόρος. Δίχως ηλεκτρικό, μόνο κεριά και καντήλια, εικόνες μόνο βυζαντινές (στη ρώσικη τεχνοτροπία), όχι θρησκευτική ζωγραφική, όχι ευρωπαϊκές απομιμήσεις. Ατμόσφαιρα κατάνυξης ανθρώπινης κοινότητας, κοινωνίας προσώπων.
Γύρω από την εκκλησιά, σε φτωχικά παραπήγματα, έστησαν μια θεολογική σχολή. Αυτό το ξεχωριστό, το αποκλειστικά δικό τους, είχαν να προσφέρουν στην Ευρώπη: Θεολογία.

Τη σχολή την επάνδρωσε η πρώτη ομάδα εμιγκρέδων - όλοι σχεδόν σπουδαγμένοι σε άλλες επιστήμες: 
Ο Σέργιος Μπουλγκάκωφ, καθηγητής της Πολιτικής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο της Μόσχας - στο Παρίσι ιερέας και καθηγητής της Δογματικής ["Nεκρός": ο οποίος όμως εκτράπηκε σε μια προβληματική θεωρία περί "Σοφίας του Θεού", για την οποία (μαζί με τη βιογραφία του) βλ. στο link πάνω στο όνομά του].
Ο Γεώργιος Φλωρόφσκυ καθηγητής της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Οδησσού – στο Παρίσι ιερέας και καθηγητής Πατρολογίας. 
Ο Βασίλειος Ζενκόφσκυ, καθηγητής Φιλοσοφίας και Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Κιέβου - στο Παρίσι ιερέας και καθηγητής της Φιλοσοφίας στην καινούργια σχολή. 
Ο Κασσιανός Μπεσομπράζωφ, καθηγητής της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Τασκένδης - στο Παρίσι επίσκοπος και Κοσμήτορας της θεολογικής σχολής. (…) 
Νεώτερος ό Βλαδίμηρος Λόσκυ, έφτασε εικοσάχρονος στο Παρίσι, σπούδασε μεσαιωνική φιλοσοφία, αναδείχθηκε ο σημαντικότερος συστηματικός θεολόγος της διασποράς.
Από αυτούς τους ανθρώπους και τα φτωχικά παραπήγματα της σχολής τους ξεκίνησε κάτι σαν επανάσταση: Οι κυνηγημένοι ρώσοι μετανάστες κόμισαν στην Ευρώπη όχι μιαν επιμέρους θεολογική-εκκλησιαστική παράδοση, ιδεολογικά «ορθοδοξότερη» ή βιωματικά πιο «πνευματική», πιο «μυστική». Όχι. Η εκρηκτική τους συμβολή ήταν ότι αντέταξαν στο ευρωπαϊκό αδιέξοδο ρεαλιστική πρόταση ζωής, πρόταση υπαρκτικού νοήματος - ξανάδωσαν σάρκα ζωής στη σκελεθρωμένη γλώσσα του θεολογικού ακαδημαϊσμού και ηθικισμού. Και η περιθωριακή τους παρέμβαση λειτούργησε με τη δυναμική του «κόκκου της σινάπεως», του ελάχιστου σπέρματος του ικανού να τινάξει και βράχο (…)

Η σύγκριση της ρωσικής με την ελληνική παρουσία στο Παρίσι ήταν τραγικά οδυνηρή: Οι Έλληνες μετανάστες δεν είχαν ποτέ διερωτηθεί -ούτε ως σήμερα υποψιάζονται- τί το ξεχωριστό, το αποκλειστικά δικό τους είχαν να κομίσουν στην Ευρώπη, ποια πρόταση, ποια δυναμική ετερότητα θα τους καθιστούσε ενεργητικά μετόχους στα ευρωπαϊκό γίγνεσθαι.
Όσοι Έλληνες διανοούμενοι βρέθηκαν στα Παρίσι, από την επoχή ακόμα του Κοραή και του Ψυχάρη ως τη γενιά του Σβορώνου, του Καστοριάδη, του Αξελού, του Πουλαντζά, του «Ιάνη» Ξενάκη, πάσχιζαν για την ταχύτερη δυνατή εξομοίωση τους με τους γάλλους ομολόγους τους, λογάριαζαν επιτυχία τον πιθηκισμό και τη μίμηση της επιχώριας διανόησης και των προβληματισμών.
Οι υπόλοιποι, η μεγάλη πλειοψηφία της ελληνικής κοινότητας του Παρισιού -πάμπλουτοι επιχειρηματίες, έμποροι, εφοπλιστές, παλαιοί αριστοκράτες της Πόλης ή άλλων μεγαλοαστικών κέντρων του βαλκανικού, μικρασιατικού και αιγυπτιακού Ελληνισμού- συντηρούσαν μια συμπτωματική ελληνικότητα γραφικών παραδόσεων και ευκαιριών κοσμικής συναναστροφής. Είχαν χτίσει, από τις αρχές του αιώνα, μιαν επιδεικτικού πλούτου εξευρωπαϊσμένη εκκλησιά στην πιο αριστοκρατική συνοικία του Παρισιού. Εκεί η λατρεία -με πολυφωνική χορωδία πληρωμένων γάλλων τραγουδιστών της όπερας- ήταν μόνο θρησκευτική παράσταση και αφορμή συνεύρεσης της «καλής κοινωνίας»...


Χρ. Γιανναρά, Τα καθ' εαυτόν
Εκδόσεις Ίκαρος
πηγη Ιστολόγιο ΝΕΚΡΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟΣ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...