Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τρίτη, Φεβρουαρίου 28, 2012

Ένας άθεος στο ίδιο τραπέζι με το Χριστό






Από εδώ.


Ο Τιμόθεος Ουίλσον είχε την παρακάτω συνέντευξη με τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη του Σουρόζ π. Αντώνιο Μπλουμ (Anthony Bloom).
Τ.Ο.: Πότε γίνατε Χριστιανός; Υπήρξε στη ζωή σας καμιά συγκεκριμένη στιγμή μεταστροφής;

Α.Μπλούμ: Αυτό έγινε σε διάφορα στάδια. Μέχρι τα μέσα της εφηβικής μου ηλικίας ήμουνα ένας άπιστος και επιθετικά αντιεκκλησιαστικός. Δεν γνώριζα το Θεό, δεν νοιαζόμουνα γι’ Αυτόν και μισούσα καθετί σχετικό με την ιδέα του Θεού. 

Τ.Ο.: Και όλα αυτά, παρά τα «πιστεύω» του πατέρα σας;

Α.Μπλούμ: Ναι, γιατί μέχρι τα δεκαπέντε μου χρόνια η ζωή μας ήταν πολύ δύσκολη. Δεν ζούσαμε όλοι κάτω από την ίδια στέγη. Εγώ ήμουνα εσωτερικός σε ένα σχολείο που ήταν πολύ αυστηρό, βίαιο θα έλεγα. Όλα τα μέλη της οικογένειας μου ζούσαν σε διαφορετικά σημεία του Παρισιού. Μόνο όταν έγινα περίπου δεκατεσσάρων χρόνων συγκεντρωθήκαμε όλοι κάτω από την ίδια στέγη και αυτό ήταν μια πραγματική ευτυχία, μια ευλογία. Ήταν κάπως ασυνήθιστο να σκεφτεί κανείς ότι, σε κάποιο σπίτι μιας συνοικίας του Παρισιού, μπορούσε να βρει μια τέλεια ευτυχία, και όμως αυτό συνέβαινε. Τότε για πρώτη φορά, μετά την επανάσταση, αποκτούσαμε σπίτι.
Πρέπει όμως να πω πως, πριν από όλα αυτά, συνέβηκε κάτι που με είχε προβληματίσει πάρα πολύ. Ήμουνα περίπου έντεκα χρόνων, όταν με έστειλαν σε μια κατασκήνωση αγοριών. Εκεί συνάντησα έναν ιερέα που θα ήταν περίπου τριάντα χρόνων. Κάτι απ’ αυτόν τον άνθρωπο μου τράβηξε την προσοχή. Είχε αγάπη που την σκορπούσε στον καθένα από μας. Αυτή δε η αγάπη του δεν είχε σχέση με το αν είμαστε καλοί, και δεν άλλαζε όταν είμαστε κακοί. Μπορούσε να μάς αγαπάει χωρίς προϋποθέσεις. Ποτέ πριν στη ζωή μου δεν είχα συναντήσει κάτι τέτοιο. Είχα φίλους που μ’ αγαπούσαν στο σπίτι, αλλά αυτό το έβρισκα φυσικό. Τέτοιο είδος αγάπης δεν είχα συναντήσει ποτέ. Την εποχή εκείνη δεν προσπάθησα να δώσω καμιά εξήγηση σ’ αυτό. Απλά βρήκα σ’ αυτόν τον άνθρωπο κάτι που με προβλημάτιζε και ταυτόχρονα μου άρεσε πολύ. Μόνο μετά από χρόνια, όταν πια ήρθα σε επαφή με το Ευαγγέλιο, σκέφτηκα πως αυτός ο άνθρωπος, αγαπούσε με μια αγάπη που ήταν πέρα από τον ίδιο. Δηλαδή μοιραζόταν μαζί μας τη θεία αγάπη. Ή, αν προτιμάτε, η αγάπη ήταν τόσο βαθιά και πλατιά, με τέτοια ανοίγματα ώστε, μπορούσε να αγκαλιάσει όλους μας, είτε μέσα από τον πόνο είτε μέσα από τη χαρά, αλλά πάντα μέσα στην ίδια και μοναδική αγάπη. Αυτή η εμπειρία, νομίζω, ήταν η πρώτη βαθιά πνευματική εμπειρία που είχα.

Τ.Ο.: Τι έγινε μετά από αυτό;

Α.Μπλουμ: Τίποτε. Γύρισα στο σχολείο όπου ήμουνα εσωτερικός και όλα συνεχίστηκαν όπως πριν, μέχρι την στιγμή που βρεθήκαμε όλοι κάτω από την ίδια στέγη. Ζώντας με την οικογένειά μου, όπως είπα, γεύτηκα την πλήρη ευτυχία, αλλά τότε συνέβηκε κάτι το τελείως απροσδόκητο. Ξαφνικά ανακάλυψα ότι η ευτυχία, αν δεν έχει κάποιο σκοπό, γίνεται ανυπόφορη. Δεν μπορούσα, λοιπόν, να δεχτώ μια άσκοπη ευτυχία. Για να ξεπεράσεις τις δυσκολίες και να υποφέρεις τα βάσανα αποβλέπεις σε κάτι που είναι πέρα από αυτά. Εγώ όμως δεν έβρισκα κάποιο νόημα, ούτε πίστευα σε κάτι, γι’ αυτό η ευτυχία μου φαινόταν ανούσια. Έτσι αποφάσισα πως έπρεπε να δώσω στον εαυτό μου μια προθεσμία- ένα χρόνο τουλάχιστο – να ανακαλύψει αν η ζωή είχε ή όχι κάποιο νόημα. 
Αν στο διάστημα αυτού του χρόνου δεν θα έβρισκα κανένα νόημα ζωής, είχα αποφασίσει να μη συνεχίσω να ζω, να αυτοκτονήσω. 


Ο Μητροπολίτης Anthony Bloom, 1914-2003 (από εδώ)

Τ.Ο.: Και πώς βγήκατε από αυτήν την κατάσταση της άσκοπης ευτυχίας;

Α.Μπλουμ: Άρχισα να ψάχνω για κάποιο άλλο νόημα ζωής πέρα από κείνο που μπορούσα να βρω μέσα στις σκοπιμότητες. Το να σπουδάζει κανείς να γίνει χρήσιμος στη ζωή ήταν κάτι που δεν με συγκινούσε καθόλου. Όλη η ζωή μου μέχρι τώρα είχε συγκεντρωθεί σε άμεσους σκοπούς και ξαφνικά όλα αυτά βρέθηκαν άδεια, χωρίς κανένα νόημα. Ένιωσα μέσα μου κάτι το δραματικό και καθετί γύρω μου μού φαινόταν μικρό και ανόητο.
Πέρασαν μήνες και τίποτε στον ορίζοντα, νόημα δεν φάνηκε πουθενά! Μια μέρα της Μεγάλης Σαρακοστής- ήμουνα τότε μέλος της Ρωσικής οργάνωσης νέων στο Παρίσι- ένας από τους υπεύθυνους οργάνωσης με πλησίασε και μου είπε: «Καλέσαμε κάποιον ιερέα να σάς μιλήσει. Έλα και συ στη συγκέντρωση». Εγώ απάντησα με έντονη αποδοκιμασία ότι δεν θα πήγαινα να τον ακούσω. Δεν είχα ανάγκη την Εκκλησία. Δεν πίστευα στο Θεό. Δεν ήθελα να χάσω τον καιρό μου με κάτι τέτοια. Ο υπεύθυνος χειρίστηκε αρκετά έξυπνα το θέμα. Μου εξήγησε ότι όλα τα μέλη της ομάδας μας είχαν αντιδράσει ακριβώς με τον ίδιο τρόπο και θα ήταν πολύ άσχημο αν, ούτε ένας, δεν παρακολουθούσε την όμιλία του.
«Μην προσέχεις», είπε ο υπεύθυνος, «δεν με ενδιαφέρει αυτό, μόνο έλα, κάθισε εκεί, για μια τυπική παρουσία». Ε! μέχρι σ’ αυτό το σημείο, ήμουνα πρόθυμος να φανώ νομοταγής στη νεανική μας οργάνωση. Έτσι πήγα στην ομιλία και έμεινα μέχρι το τέλος. Δεν είχα σκοπό να προσέξω. Τα αυτιά μου όμως έπιαναν μερικές φράσεις που με αγανακτούσαν περισσότερο. 
Ο Χριστός και ο Χριστιανισμός παρουσιάστηκαν μπροστά μου τόσο διαφορετικά απ’ ότι εγώ πίστευα, που ήθελα βαθύτατα να τα αποκρούσω.Όταν τελείωσε η ομιλία έτρεξα στο σπίτι με έντονη την επιθυμία να ελέγξω αν ήταν αλήθεια όλα αυτά που είπε ο ομιλητής. Ρώτησα τη μητέρα μου αν είχε ένα Ευαγγέλιο να μου δώσει. Ήθελα πολύ να διαπιστώσω αν το Ευαγγέλιο θα συμφωνούσε με την τερατώδη εντύπωση που μου δημιούργησε η ομιλία.Δεν περίμενα τίποτα καλό από την ανάγνωση αυτή και έτσι μέτρησα τα κεφάλαια των τεσσάρων Ευαγγελίων, ώστε να είμαι σίγουρος ότι διαβάζω το συντομότερο. Δεν ήθελα να χάσω άδικα το χρόνο μου. Άρχισα, λοιπόν, να διαβάζω το Ευαγγέλιο του Μάρκου.
Ενώ διάβαζα τα πρώτα κεφάλαια του κατά Μάρκον Ευαγγελίου και πριν φτάσω στο τρίτο κεφάλαιο, ξαφνικά, συνειδητοποίησα ότι, στην άλλη άκρη του γραφείου μου, υπήρχε κάποιος. Η βεβαιότητα ότι αυτός ο «Κάποιος» ήταν ο Χριστός που στεκόταν εκεί παράμερα, ήταν τόσο έντονη ώστε ποτέ έως τώρα δεν με έχει εγκαταλείψει.
Το γεγονός αυτό υπήρξε πραγματικά η αποφασιστική μου καμπή. Αφού ο Χριστός ήταν ζωντανός και εγώ είχα ζήσει την Παρουσία του, μπορούσα να πω με βεβαιότητα ότι αυτό που το Ευαγγέλιο έλεγε για τη Σταύρωση του Προφήτη της Γαλιλαίας, ήταν αλήθεια και ότι ο εκατόνταρχος είχε δίκαιο όταν είπε: «Αληθώς Υιός Θεού εστί». Μέσα, λοιπόν, στο φως της Ανάστασης μπορούσα να διαβάσω με βεβαιότητα την ιστορία του Ευαγγελίου, ξέροντας πολύ καλά ότι καθετί έκρυβε μέσα του αλήθεια. Και αυτό, γιατί το απίστευτο γεγονός της Ανάστασης ήταν για μένα πιο βέβαιο από κάθε άλλο γεγονός της ιστορίας. Την ιστορία πρέπει να την πιστέψω, την Ανάσταση την έμαθα από προσωπικό γεγονός.
Καθώς βλέπετε, δεν ανακάλυψα το Ευαγγέλιο αρχίζοντας από την αρχή με το αρχικό μήνυμα του Ευαγγελισμού και δεν ξετυλίχθηκε μπροστά μου σαν μια ιστορία την οποία κανείς μπορεί να πιστέψει ή όχι. Η αλήθεια του Ευαγγελίου, για μένα, άρχισε με ένα γεγονός που παραμέρισε όλα τα προβλήματα απιστίας, ακριβώς γιατί ήταν μια άμεση και προσωπική εμπειρία.

Τ.Ο.: Αυτή η τόσο έντονη εμπειρία που είχατε, παρέμεινε σε όλη σας τη ζωή; Δεν υπήρξε κάποια εποχή που να αμφιβάλλετε για την πίστη σας;

Α.Μπλουμ: Βεβαιώθηκα απόλυτα ότι ο Χριστός είναι ζωντανός και ότι μερικά πράγματα υπάρχουν αναμφίβολα. Φυσικά δεν πήρα σε όλα απαντήσεις, αλλά έχοντας ζήσει αυτή τη μεγάλη εμπειρία, ήμουν πια βέβαιος ότι μπροστά μου υπήρχαν απαντήσεις, οραματισμοί, δυνατότητες. Αυτό ακριβώς σημαίνει για μένα πίστη. Από τη μια, δηλαδή, να μην αμφιβάλλει κανείς έτσι που να έχει μέσα του σύγχυση και περιπλοκές, από την άλλη όμως να διερωτάται με σκοπό να ανακαλύψει το πραγματικό νόημα της ζωής. Να έχεις, δηλαδή, αυτό το είδος της αμφιβολίας που σε κάνει να θέλεις να ρωτάς, να ανακαλύπτεις όλο και περισσότερο, να θέλεις διαρκώς να ερευνάς. 


Μητροπολίτης Αντώνιος Μπλούμ
Ο Μητροπολίτης του Σουρόζ, Αντώνιος Μπλούμ, γεννήθηκε στη Λωζάνη της Ελβετίας στις 19 Ιουνίου 1914. Τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε στη Ρωσία και στην Περσία. Ο πατέρας του ήταν μέλος του Αυτοκρατορικού Διπλωματικού Σώματος της Ρωσίας. Η μητέρα του ήταν αδελφή του σκηνοθέτη Αλεξάνδρου Σκριάμπιν.
Η οικογένεια του υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει την Περσία στη διάρκεια της επανάστασης και ήρθε στο Παρίσι όπου ο Μητροπολίτης Αντώνιος σπούδασε. Πήρε το πτυχίο της Φυσικής, της Χημείας και της Βιολογίας. Κατόπιν έγινε διδάκτωρ της Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού.
Στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου πολέμου υπηρέτησε σαν αξιωματικός στο Γαλλικό στρατό μέχρι την πτώση της Γαλλίας. Στη συνέχεια εργάστηκε σαν χειρουργός σε ένα Νοσοκομείο του Παρισιού και πήρε μέρος στην Αντίσταση.
Το 1943 εκάρει μοναχός, ενώ ταυτόχρονα εξασκούσε και το έργο του γιατρού στο Παρίσι. Το 1948 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και το 1949 πήγε στην Αγγλία σαν Ορθόδοξος Εφημέριος του Συνδέσμου: «Άγιος Αλβανός και Άγιος Σέργιος». Το 1950 διορίστηκε εφημέριος στην Ορθόδοξη ενορία του Ρωσικού Πατριαρχείου στο Λονδίνο. Το 1958 χειροτονήθηκε Επίσκοπος και το 1962 Αρχιεπίσκοπος αναλαμβάνοντας την ποιμαντική ευθύνη της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας στη Μεγάλη Βρετανία και στην Ιρλανδία. Το 1963 ορίσθηκε Έξαρχος του Πατριαρχείου Μόσχας στη Δυτική Ευρώπη, και το 1966 πήρε το βαθμό του Μητροπολίτου.
Ο Μητροπολίτης Αντώνιος πήρε ενεργό μέρος τόσο στις διεκκλησιαστικές όσο και στις Οικουμενικές δραστηριότητες. Ήταν μέλος της αντιπροσωπείας της Ρωσικής Εκκλησίας στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών στο Νέο Δελχί το 1961 και στη Γενεύη το 1966.
Για την ιστοσελίδα της Μητρόπολης Σουρόζ, ο δρόμος περνάει από εδώ.

Από το βιβλίο: «Μάθε να προσεύχεσαι» 
Αρχιεπισκόπου Anthony Bloom 
Εκδ. Η Έλαφος

Κάτι τύποι με μαύρα που ζουν στον κόσμο τους – Μήπως ψάχνεις το ίδιο μ’ αυτούς;




Ξέρω κάτι τύπους που φοράνε μόνο μαύρα κι ασχολούνται συνεχώς με το θάνατο. Ο θάνατος τούς απασχολεί τόσο πολύ, που έχουν πάντα ραμμένη στα ρούχα τους μια ζωγραφισμένη νεκροκεφαλή.
Δεν ξυρίζονται, δεν κουρεύονται, δεν κάνουν κανονικό μπάνιο, πλένονται μόνο για λόγους υγιεινής· εκεί που μένουν είναι μάλλον αδύνατο να βρεις καθρέφτη. Δε μένουν στα σπίτια τους, αλλά ζουν σε μικρά δωμάτια, συνήθως μέσα σε αρχαία κτίρια, που τα συντηρούν και τα περιποιούνται. Τις νύχτες μαζεύονται και ψάλλουν χωρίς ν’ ανάβουν ηλεκτρικό φως, κρατώντας μόνο αναμμένα κεριά. Καίνε και αρωματικά λιβάνια, ενώ μερικές νύχτες περιφέρονται ψάλλοντας με τα κεριά τους στα δάση.
Καλλιεργούν μόνοι τους το φαγητό τους. Έχουν τεράστιες περιόδους που δεν τρώνε κρέας, ενώ οι πιο προχωρημένοι απ’ αυτούς δεν τρώνε κρέας ποτέ, αλλά μένουν μάλιστα μέσα στα δάση, σε καλύβες ή σπηλιές, μερικοί και σε χαράδρες, κι εκεί έρχονται σε άμεση επαφή με τα πλάσματα της γης. Όλα τα πλάσματα της γης τ’ αγαπάνε και πολλοί φτάνουν στο σημείο να μπορούν και να επικοινωνήσουν μαζί τους.
Ανάμεσά τους είναι πολλοί μορφωμένοι, που διαβάζουν με τις ώρες ερευνώντας παμπάλαιους τόμους αρχαίας σοφίας, αλλά μετά σκάβουν και ποτίζουν τη γη δίπλα στους αγράμματους. Υπάρχουν τέτοιοι και άντρες και γυναίκες, αν και οι πιο προχωρημένοι έχουν ξεπεράσει ακόμα κι αυτή τη διάκριση…
Δεν έχουν ανάγκη κανέναν από τον «πολιτισμένο κόσμο» και είναι ελεύθεροι. Είναι ελεύθεροι όμως, όχι γιατί δεν έχουν ανάγκη κανέναν, αλλά επειδή τους αγαπούν όλους· επειδή μας αγαπούν όλους. Είναι δίπλα μας, νοιάζονται για μας, αλλά εμείς δεν τους βλέπουμε. Εσύ έχεις δει ποτέ κάτι τύπους που φοράνε μόνο μαύρα κι έχουν πάντα ραμμένη στα ρούχα τους μια ζωγραφισμένη νεκροκεφαλή;

Αν θες να δεις μερικούς, κάνε κλικ εδώ και εδώ.
Το όνομά τους είναι «ορθόδοξοι μοναχοί».

Στη γενιά μας πολλοί έφηβοι φοράνε πάντα μαύρα και λατρεύουν ν’ ασχολούνται με το θάνατο. Το κάνουν αυτό, άλλοι γιατί πενθούν κι άλλοι γιατί είναι οργισμένοι. Πενθούν, γιατί δεν αισθάνονται να λαμβάνουν αυτό που κάθε άνθρωπος έχει πιο πολύ ανάγκη: τη γλυκιά θετική ενέργεια της αγάπης· και είναι οργισμένοι, γιατί αισθάνονται να πνίγει τα πάντα η σκοτεινή ενέργεια της αδιαφορίας, της υποκρισίας, της αδικίας, του εγωισμού. Και οι δύο καταστάσεις είναι καταστάσεις πόνου.
Δε χρειάζεται να περιγράψω τα συμπτώματα αυτού του πόνου· οι ίδιοι οι νέοι τα ξέρουν, τα βιώνουν στο πετσί τους, και «οι άλλοι» τα βλέπουν καθημερινά σ’ αυτό που τους φαίνεται πολιτισμική παρακμή, νεανική υποκουλτούρα, αλλά στην πραγματικότητα είναι αντίδραση στον πόνο, το πένθος και την οργή. Η νεανική κουλτούρα είναι μια κουλτούρα αντίδρασης, με το ντύσιμο, το μακιγιάζ, τη μουσική, το χορό, τα θεάματα, τους κώδικες επικοινωνίας. Δε θα πω άλλα.
Οι έφηβοι λοιπόν ντύνονται στα μαύρα και ενδιαφέρονται για το θάνατο, γιατί αγαπούν τη ζωή, αλλά δεν ξέρουν πού θα τη βρουν – αφού τα πάντα γύρω τους κατακλύζονται από το σκοτάδι – και μένει μόνο απελπισία και πόνος. Οι ορθόδοξοι μοναχοί ντύνονται στα μαύρα και ενδιαφέρονται για το θάνατο, γιατί κι αυτοί αγαπούν τη ζωή και ξέρουν πού θα τη βρουν. Η δική τους κουλτούρα οδηγεί σε ελπίδα και φως. Περνάνε από παρόμοιους δρόμους, που όμως βγάζουν σε διαφορετική κατεύθυνση.

Κάθοδος στον Άδη της αγάπης

Γι’ αυτό το λόγο πιστεύω, φίλε μου, φίλη μου, πως ζητάς τα ίδια πράγματα με τους μοναχούς: αγάπη, δικαιοσύνη, ειλικρίνεια και φως. Και για να τα βρεις, είσαι πρόθυμος να κατεβείς μέχρι τον πιο σκοτεινό Άδη – το ίδιο κι αυτοί! Γι’ αυτό και η ενασχόληση με το θάνατο, γι’ αυτό και οι ζωγραφισμένες νεκροκεφαλές, γι’ αυτό η μεγάλη εξοικείωση με τα ιερά λείψανα.
Η αγάπη είναι ο ένας Άδης: όταν αγαπάς, πονάς· πρώτον, επειδή πολλοί σε προδίδουν και σ’ απογοητεύουν· δεύτερον, επειδή βλέπεις γύρω σου πολύ πόνο και τον κολλάς κι εσύ, αφού πονάνε οι άλλοι (ο πλησίον) κι εσύ αγαπάς τους άλλους, αγαπάς τον πλησίον.
Γι’ αυτό, η αγάπη χρειάζεται αγώνα, αλλιώς θα σβήσει, δε θ’ αντέξει. Και οι μοναχοί γίνονται μοναχοί, ακριβώς για να δώσουν αυτό τον αγώνα. Και τον δίνουν, κατεβαίνοντας πρώτα σ’ έναν άλλο Άδη, που λέγεται μετάνοια.
Δεν πρόκειται καθόλου για γλυκανάλατα κλάματα και παράπονα· η μετάνοια, αυτό που λέμε έτσι, είναι κάτι εντελώς διαφορετικό: σταύρωση του παλιού εαυτού μας, με τα πάθη και τα ελαττώματά του, για ν’ αναστηθεί ένας νέος εαυτός, γεμάτος αγάπη και φως. Μια σταύρωση που δε σε σκοτώνει, αλλά σε αναζωογονεί, σε ανασταίνει – όπως η σταύρωση του Χριστού. Γι’ αυτό λέγεται Άδης, και ο ορθόδοξος μοναχός κατεβαίνει σ’ αυτό τον Άδη (είναι βέβαια δύσκολο να σταυρώσεις τις αρνητικές σου πλευρές, γιατί τις έχεις συνηθίσει, έχουν κολλήσει πάνω σου και κάνουν πάρτι) για ν’ ανεβεί στον παράδεισο της συνύπαρξης με όλους τους ανθρώπους και με όλα τα όντα!
«Η αγάπη αυτή δεν έχει όρια· δεν ερωτά: ποιος είναι άξιος και ποιος δεν είναι; αλλ’ αγαπά τους πάντες: αγαπά φίλους και εχθρούς, αγαπά αμαρτωλούς και κακούργους, δεν αγαπά όμως τις αμαρτίες τους και τα εγκλήματά τους· ευλογεί εκείνους που καταριούνται και ως ήλιος φωτίζει και τους πονηρούς και του αγαθούς (Ματθ. 5, 45-46). […] Η αγάπη του Χριστού είναι πάντοτε παν-αγάπη» (άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς, καθηγητής του πανεπιστημίου Βελιγραδίου (Σερβία), 1894-1979).
Και ποια είναι η θέση του Χριστού σ’ αυτή την ιστορία; Το λέει ένας από τους πιο άγιους μοναχούς που έζησαν στο Αιγαίο τα τελευταία χρόνια, ο γέρονταςΑμφιλόχιος Μακρής της Πάτμου:
«Αγάπησε τον Ένα για να σε αγαπήσουν όλοι. Θα σε αγαπούν όχι μόνο οι άνθρωποι, αλλά και τα ζώα, διότι βγαίνοντας η Θεία Χάρη προς τα έξω ηλεκτρίζει και μαγνητίζει ό,τι βρει μπροστά της. Αλλά όχι μόνο θα σε αγαπούν, θα σε σέβονται κιόλας, διότι στο πρόσωπο το δικό σου θα εικονίζεται το αγνό παρθενικό πρόσωπο εκείνου που θ’ αγαπάς και θα λατρεύεις».
Και ο μεγάλος Ρώσος άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ λέει: 
«Βρες την ειρήνη και χιλιάδες άνθρωποι θα ειρηνεύσουν μαζί σου».

Στον κόσμο τους

Οι μοναχοί ζουν στον κόσμο τους, που είναι διαφορετικός από τον κοινό κόσμο. Αυτό φαίνεται καθαρά από τις έντονες ή και σκληρές αντιδράσεις της οικογένειας, που κάποιο μέλος της, γιος ή κόρη, ανακοινώνει την απόφαση να γίνει μοναχός ή μοναχή. Η οικογένεια βυθίζεται στο πένθος, τον εκβιάζουν συναισθηματικά («αν το κάνεις, θα πεθάνω» κ.τ.λ.), του μιλούν βίαια, τον κυνηγούν στα μοναστήρια, όπου πιθανόν έχει καταφύγει για να γλιτώσει από τον ψυχολογικό πόλεμο, σέρνουν το θέμα στα ΜΜΕ συκοφαντώντας τα μοναστήρια ότι κάνουν δήθεν πλύση εγκεφάλου, «προσηλυτισμό» κ.τ.λ.!…
Φυσικά υπάρχουν κι εξαιρέσεις, αλλά και οι αντιδράσεις δε γίνονται όλες σε όλες τις περιπτώσεις. Ο κανόνας όμως είναι κάπως έτσι.
Άρα ο μοναχός έχει ξεφύγει από τον κόσμο. Έχουν δίκιο οι δικοί του να πολεμούν τόσο την απόφασή του; Όχι, γιατί η επιλογή του –εκτός από το ότι είναι δική του, άρα πρέπει να γίνει σεβαστή– είναι μια επιλογή που οδηγεί στην αγιότητα, στην αιώνια ζωή, στο Φως, στο Χριστό, το Θεό. Κατά καιρούς έχουν υπάρξει και υπάρχουν κακοί καλόγεροι ή ακόμη και διεστραμμένοι, που όντως κάνουν πλύση εγκεφάλου και προσηλυτισμό. Αυτό είναι μια πληγή στο σώμα της Εκκλησίας, που έχει επισημανθεί πάρα πολλές φορές από τους πραγματικά σοφούς και συνετούς (και αγίους) μοναχούς. Όμως ο τρόπος, με τον οποίο γίνεται κάποιος μοναχός στην Ορθοδοξία, είναι τέτοιος, που (όταν λειτουργεί σωστά), προστατεύει τον άνθρωπο από το να χάσει το δρόμο του! Γι’ αυτό, το σωστό είναι όλα να γίνονται με αγάπη, όχι με φόβο – οι δικοί του και οι φίλοι του να του συμπαραστέκονται, όχι να τον πολεμούν και να τον πληγώνουν.
Οι μοναχοί λοιπόν ζουν στον κόσμο τους, όπως και πολλοί έφηβοι ζουν στον κόσμο τους και ο κόσμος δεν τους αποδέχεται. Ο μοναχός γίνεται ξένος προς τον κόσμο, όχι γιατί «μισεί τον κόσμο», αλλά για να μάθει να αγαπάει όλο τον κόσμο. Έτσι, μετατρέπει την απόρριψή του από τον κόσμο σε αγάπη για τον κόσμο και τελικά σε ένωση με τον κόσμο (όχι όμως με την κακία του κόσμου, που αυτήν ναι, τη «μισεί», δε μισεί όμως τους κακούς, που αυτούς τους αγαπά – αλλά διαχωρίζει τον άνθρωπο από τις πράξεις του, όπως διδάσκουν οι άγιοι διδάσκαλοι της Ορθοδοξίας) και σε σωτηρία του κόσμου, που είναι η συνέπεια της δικής του σωτηρίας, δηλαδή της κάθαρσης της καρδιάς του.
Τι περιέχει ο κόσμος των μοναχών;
Η απάντηση σε μία πρόταση είναι: περιέχει ένα προσεχτικό και μεθοδικό αγώνα για να καθαριστεί η πνευματική καρδιά του ανθρώπου από τα πάθη και να εγκατασταθεί μέσα της η αγνή, ακατανίκητη και ανιδιοτελής αγάπη προς το Θεό, τους ανθρώπους και όλα τα όντα.
Μήπως κάποιος νομίζει ότι δε χρειάζεται ένα τέτοιο αγώνα, γιατί ήδη «τους αγαπάει όλους»; Αυτό θα το διαπιστώσει, αν είναι σε θέση να βλάψει τα συμφέροντά του για χάρη του συνανθρώπου του και να συγχωρήσει τον εχθρό του, εκείνον που προσπαθεί να του κάνει (ή του έχει ήδη κάνει) κακό, βάζοντας πάνω απ’ όλα τον αδελφό του (το συνάνθρωπό του), όποιος κι αν είναι, ό,τι κι αν έχει κάνει, ό,τι κι αν του έχει κάνει! Και αυτό είναι εύκολο να το λες, αλλά για να το πράξεις (απλά για να το θελήσεις) χρειάζεται αγώνας.
Να μερικά χριστιανικά λόγια, που οι άγιοι και πολλοί χριστιανοί τα κάνουν πράξη, αλλά πολύς κόσμος θυμώνει φοβερά όταν τ’ ακούει, γιατί δεν τα αντέχει:
«Ακούσατε ότι ειπώθηκε στους προγόνους σας “θα αγαπήσεις τον πλησίον σου και θα μισήσεις τον εχθρό σου”. Εγώ όμως σας λέω, αγαπάτε τους εχθρούς σας, ευλογείτε εκείνους που σας καταριούνται, κάντε καλό σ’ εκείνους που σας μισούν και προσεύχεστε υπέρ εκείνων που σας βρίζουν και σας καταδιώκουν. Έτσι θα γίνετε παιδιά του Πατέρα σας του εν τοις ουρανοίς, που ανατέλλει τον ήλιο Του σε πονηρούς και αγαθούς και βρέχει σε δίκαιους και άδικούς. Γιατί, αν αγαπάτε εκείνους που σας αγαπούν, τι καλό κάνετε; Αυτό δεν κάνουν κι οι τελώνες; Κι αν χαιρετάτε μόνο τους φίλους σας, τι ιδιαίτερο κάνετε; Αυτό δεν κάνουν κι οι τελώνες; Εσείς όμως να είστε τέλειοι, όπως κι ο Πατέρας σας είναι τέλειος» (Ιησούς Χριστός, στο κατά Ματθαίον 5, 43-48).
«Άνθρωπε, γιατί μισείς τον αμαρτωλό; Τις αμαρτίες του να μισείς και να προσεύχεσαι γι’ αυτόν, για να γίνεις μιμητής του Χριστού, που δεν αγανακτούσε κατά των αμαρτωλών, αλλά προσευχόταν υπέρ αυτών. Δε βλέπεις πώς έκλαψε υπέρ της Ιερουσαλήμ; Ή μήπως κι εμείς σε πολλά δεν ξεγελιόμαστε απ’ το διάβολο; Γιατί λοιπόν να μισούμε εκείνον, που ξεγελάστηκε από τον εχθρό, όπως κι εμείς; Γιατί, άνθρωπε, μισείς τον αμαρτωλό; Μήπως τάχα γιατί δεν είναι δίκαιος, σαν εσένα; Και πού είναι η δικαιοσύνη σου, αν δεν έχεις αγάπη; Γιατί δεν κλαις μάλλον γι’ αυτόν, αλλά τον καταδιώκεις; Υπάρχουν μερικοί, που από την ανοησία τους οργίζονται, νομίζοντας πως είναι διακριτικοί στα έργα των αμαρτωλών…» (άγιος Ισαάκ ο Σύρος (=Σύριος), 7ος αιώνας μ.Χ., Λόγοι).
«Η ψυχή δεν μπορεί να έχει ειρήνη, αν δεν προσεύχεται για τους εχθρούς. Χωρίς τη χάρη του Θεού, δε μπορούμε ν’ αγαπούμε τους εχθρούς μας. Το Άγιο Πνεύμα όμως εμπνέει την αγάπη, και τότε η ψυχή λυπάται ακόμη και τους δαίμονες… Σας ικετεύω, δοκιμάστε. Αν κάποιος σας προσβάλει ή σας ατιμάσει ή σας πάρει κάτι από τα υπάρχοντά σας ή και αν καταδιώκει την Εκκλησία ακόμη, προσευχηθείτε στον Κύριο λέγοντας: “Κύριε, όλοι είμαστε πλάσματά Σου. Λυπήσου τους πλανημένους δούλους Σου και κάλεσέ τους σε μετάνοια”… Αν δεν έχεις αγάπη, τουλάχιστον μην τους διαβάλλεις και μην τους καταριέσαι - και τότε καλύτερο θα είναι. Αν όμως κάποιος σκέφτεται το κακό για τους εχθρούς του, σημαίνει μάλλον πως κάποιο πονηρό πνεύμα εισήλθε στην καρδιά του και της φέρνει κακούς λογισμούς» (άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, 1866-1938).
Ο κόσμος, είπαμε, θυμώνει πολύ όταν ακούει τέτοια λόγια, γιατί δεν τ’ αντέχει. Ε λοιπόν, σκοπός τού να γίνει κάποιος μοναχός, είναι να μάθει όχι μόνο να τα αντέχει, αλλά και να τα κάνει πράξη! Αυτό τον λυτρώνει· αυτό λυτρώνει και τους ανθρώπους γύρω του· αυτό τον ενώνει με το Χριστό και με όλους τους ανθρώπους και όλα τα πλάσματα· αυτό είναι όλο.
 
Σύγχρονος αγιορείτης ασκητής (από εδώ)
Πού το πάω;

Αυτά που γράφω για τους μοναχούς, δεν εννοούν καθόλου ότι σε προσκαλώ να γίνεις μοναχός. Πολλοί άνθρωποι, και σήμερα αλλά και στις παλιές εποχές, βρήκαν αυτή την ειρήνη, αυτό το φως και την αγάπη, στο σπίτι τους, κάνοντας οικογένεια και έχοντας τις καθημερινές τους ασχολίες. Επειδή όμως οι μοναχοί έχουν μετατρέψει αυτή την αναζήτηση σε επιστήμη, η μελέτη της σοφίας τους ή έστω μερικές γνώσεις για τους τρόπους τους, πιστεύω πως θα συναντήσουν και θ’ απαντήσουν τις ανησυχίες σου. Άλλωστε και οι μαυροντυμένοι έφηβοι είναι κι αυτοί μοναχοί – και οι μοναχοί δεν είναι μόνοι, δε ζουν μόνοι, αλλά σε κοινωνίες (μοναστήρια), μέσα στις οποίες εξασκούνται στο να αγαπούν. Ονομάζονται «μοναχοί» επειδή δεν έχουν σύζυγο, όχι επειδή «ζουν μόνοι τους». Δε ζουν μόνοι τους· μόνο οι πιο προχωρημένοι και άγιοι μπορεί να απομονώνονται, για να προσεύχονται με απόλυτη ησυχία για όλο τον κόσμο. Άλλωστε όλοι οι άνθρωποι κάποιες στιγμές απομονωνόμαστε, και μάλιστα εκείνοι στην ουσία δεν απομονώνονται ποτέ, γιατί η προσευχή τους τούς ενώνει με όλους τους ανθρώπους, και (ή μάλλον επειδή τους ενώνει πρώτα απ’ όλα) με τον Άνθρωπο που αγάπησε πιο πολύ από τον καθένα, τον Ιησού Χριστό. Αυτή είναι και η διαφορά της προσευχής από τη γιόγκα και το διαλογισμό κάθε είδους.
Μοναχοί των μπαρ και των σκοτεινών δρόμων, και μοναχοί των μοναστηριών: δυο παράλληλοι δρόμοι, από ανθρώπους ζωντανούς και ζεστούς, με φλεγόμενη καρδιά, που αναζητούν τους ίδιους θησαυρούς, τους μεγαλύτερους θησαυρούς του σύμπαντος. Πολλοί μοναχοί των μοναστηριών ήταν προηγουμένως μοναχοί των δρόμων. Και βρήκαν αυτό που ήθελαν, αυτό που τους ενώνει με όλους και με όλα και θεραπεύει τις πληγές που μένουν μέσα στην κοινωνία ανοιχτές.

Παίξε όπως είσαι!

Τι να κάνω τώρα; Να αρχίσω να πηγαίνω εκκλησία; Να εξομολογούμαι; Να μεταλαβαίνω κ.τ.λ.;
Ας πούμε ότι, γι’ αρχή, ναι, είναι τόσο απλό. Για τη σημασία αυτού του πράγματος δες το άρθρο «Συνεργείο διάσωσης και επισκευών».
Είπες πως είσαι άθεος; Δεν «πιστεύεις στο Θεό»; Δεν πειράζει. Πολλοί απ’ αυτούςήταν άθεοι. Εκείνος τους δέχεται όλους, άσχετα αν «Τον πιστεύουν» ή όχι.
Έχεις κάνει πράγματα, για τα οποία ντρέπεσαι; Το ίδιο και πολλοί απ’ αυτούς και, σε κάποιο βαθμό, όλοι οι άνθρωποι. Άλλωστε, γι’ αυτό μας καλεί, για να γιατρέψει την ψυχή μας από το βάρος των κακών μας πράξεων, όσο κακές κι αν είναι:
«Θυμάμαι τι μου συνέβη, όταν για πρώτη φορά με αληθινή συντριβή για τις αμαρτίες μου πήγα για εξομολόγηση. Όλη η ζωή που έζησα ορθώθηκε μπροστά μου ως αδικία από την αρχή ώς το τέλος. Όταν συνάντησα τον ιερέα, δεν μπορούσα να μιλήσω καθόλου από τη θλίψη, τα δάκρυα, τον καρδιακό πόνο, αλλά μόνον έκλαιγα.
»Και πιστέψτε με, πριν ακόμη αρχίσω να μιλώ για τις αμαρτίες μου, ο Ίδιος ο Κύριος “εξήλθε προς συνάντησίν μου” και έπεσε στον τράχηλό μου και με καταφίλησε, και ήμουν γι’ Αυτόν αγαπητός, χωρίς να περιμένει από μένα πότε θα πω “συγχώρησον”, όπως και στην παραβολή ο άσωτος είπε “Πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν Σου”, όταν ήδη ο Πατέρας τον δέχτηκε στην αγκαλιά Του.
»Κατηγορούσα τον εαυτό μου για όλα. Ο Κύριος όμως δεν πρόφερε ούτε ένα λόγο μομφής· μόνο χαιρόταν “ότι ο υιός αυτός απολωλώς ην και ευρέθη, νεκρός ην και ανέστη”. Τι νύχτα ήταν εκείνη! Μου είναι αδύνατο να τη διηγηθώ. Πόσο μας αγαπά ο Κύριος!» (άγιος Σωφρόνιος του Έσσεξ, 1896-1993).
Μήπως είσαι βαμμένος, χτενισμένος και ντυμένος έτσι, που νομίζεις πως δεν είσαι καλοδεχούμενος στην εκκλησία; Έλα όπως είσαι, γιατί σημασία έχει η καρδιά σου, όχι η εμφάνισή σου· η καρδιά σου, που ίσως είναι οργισμένη ή πονεμένη, όπως οι καρδιές πολλών από εκείνους που ξεκίνησαν βάφοντας το πρόσωπό τους σα νεκροκεφαλή, πέρασαν μέσα απ’ τον Άδη της αγάπης και κατέληξαν στην ανάσταση του παραδείσου –εννοώ φυσικά ξεκινώντας εδώ, στη γη, όχι «μετά θάνατον». Ο παράδεισος αυτός βέβαια, σύμφωνα με τη διδασκαλία του Χριστού και τις εμπειρίες των χριστιανών, αρχίζει εδώ και συνεχίζεται μετά θάνατον. Πολλοί έχουν ξεκινήσει για να τον πλησιάσουν από πολύ μακριά, από διάφορους δρόμους, ίσως όμοιους με τους δικούς σου (και σχετικά βίντεο). Ή και ακόμα πιο μακριά, «από το σκοτάδι του μίσους».
Αν ένας Ινδιάνος έγινε δεκτός με χαρά στην Ορθοδοξία χωρίς ν’ απαρνηθεί τα έθιμα των προγόνων του (όπως και χιλιάδες άλλοι Ινδιάνοι), παρά μόνο ό,τι ερχόταν σε αντίθεση με την αγάπη του Χριστού, αν κανίβαλοι έγιναν δεκτοί,σταματώντας βέβαια τον κανιβαλισμό, όπως και Αφροαμερικάνοιμέλη συμμοριών και φυλακισμένοι [1], δεν υπάρχει κανείς που να μοιάζει έτσι, ώστε να μην τον δεχτεί ο Χριστός, να μην τον δεχτεί η Ορθοδοξία, να μην τον δεχτώ και να μην τον χαιρετίσω σαν αδερφό εγώ, ο ορθόδοξος χριστιανός.
Ελπίζω μόνο να είναι ειλικρινής· τότε θα μπορέσει ν’ αρχίσει τον αγώνα, που θα τον οδηγήσει σε αυτό που ψάχνει.
Γιατί, να μην ξεχάσω να το ξαναπώ, ο Χριστός υποσχέθηκε αγώνα, όχι άνεση· πρώτα σταυρό (το σταυρό της αγάπης και της μετάνοιας), και μετά ανάσταση· προσπάθεια που συχνά ακροβατεί στα χείλη της αβύσσου, όχι την ξεκούραστη ασφάλεια κάποιου καναπέ. Αλλιώς, η υπόσχεσή του θα ήταν ψεύτικη και αυτό που θα πρόσφερε δε θα είχε καμιά αξία.
Άλλος είναι αυτός που «προσφέρει» ανέσεις, απολαύσεις και δύναμη χωρίς κόπο, χωρίς μετάνοια, χωρίς αγάπη, όχι ο Χριστός. Ο Ίδιος ο Χριστός αρνήθηκε αυτές τις «προσφορές», όταν Του τις έδειξε ο εχθρός (ο διάβολος) – η ιστορία είναι γραμμένη στα ευαγγέλια, π.χ. κατά Ματθαίον, κεφ. 4, 1-11.
Νομίζω πως είπαμε ήδη πολλά. Η συνέχεια θα δοθεί με έρευνα και μελέτη για όποιον αναζητά με ειλικρίνεια και πάθος τη ζωή και το Φως και δεν του αρέσει καθόλου ο θάνατος και το σκοτάδι, και, ακόμη κι αν έχει μπλεχτεί στα δίχτυα τους, θέλει να βγει. Για όποιον είναι στ’ αλήθεια έξω από το κατεστημένο ή και αντίπαλος του κατεστημένου. Για όποιον το θέλει και τολμάει να κάνει το πρώτο βήμα. Δεν είναι μόνος. Δεν είσαι μόνος.

Για τον ενδιαφερόμενο, μια μικρή βιβλιοθήκη:
Μανώλη Μελινού, Πείρα Πατέρων (σειρά αναφερόμενη στη σοφία των σύγχρονων Αγιορειτών μοναχών και ερημιτών). Βλ. και εδώ.
Ιερομόναχου Δαμασκηνού, π. Σεραφείμ Ρόουζ, Η ζωή και τα έργα του, εκδ. Μυριόβιβλος (πώς ένας σύγχρονος Αμερικάνος, άθεος και αμαρτωλός, κατέληξε ορθόδοξος ασκητής και άγιος στα δάση της Καλιφόρνιας).
Κυριάκου Μαρκίδη, καθηγητή κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Μέην (ΗΠΑ),ΤριλογίαΤαξίδι με τον λέονταΤο Όρος της σιωπήςΔώρα της ερήμου, εκδ. Διόπτρα.
Διονυσίου Φαρασιώτη, Οι γκουρού, ο νέος και ο γέροντας Παΐσιος, εκδ. Παναγόπουλος (η περιπέτεια ενός νέου από την Ορθοδοξία στον Ινδουισμό και η κατάληξή της).
Γέροντα Σωφρόνιου ΣαχάρωφΟ άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, έκδ. Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας.
π. Πήτερ Γκίλκουιστ, Καλώς ήρθατε στο σπίτι σας, εκδ. Ακρίτας (2000 άνθρωποι ερεύνησαν για την αυθεντική και πρωταρχική μορφή του χριστιανισμού και για το αν υπάρχει πουθενά σήμερα).
Πέτρου Μπότση (μετάφραση-επιμέλεια), Η Θηβαΐδα του Βορρά (μεγάλοι ασκητές στα ρωσικά δάση ζουν την περιπέτεια της αγιότητας τους τελευταίους αιώνες).
πηγή

ΕΛΑ ΟΠΩΣ ΕΙΣΑΙ !




Μήπως ο τρόπος που ντύνεσαι ή χτενίζεσαι, ή όπως έχεις στολίσει το σώμα σου, σε κάνει να πιστεύεις πως δεν έχεις θέση κοντά στο Χριστό και μέσα στην εκκλησία;
Όχι. Όπως κι αν είσαι ντυμένος ή χτενισμένος, όπως κι αν έχεις στολίσει το σώμα σου, ο Χριστός σε περιμένει. Η θέση σου ΕΙΝΑΙ μέσα στην εκκλησία, κοντά Του, άσχετα από την εξωτερική σου εμφάνιση.


Τις μεγάλες αυτές βραδιές, που βήμα βήμα μας πηγαίνουν στο Γολγοθά και στην Ανάσταση (μα και κάθε Κυριακή, κάθε γιορτή), σου κλείνω ραντεβού στην εκκλησία - δίπλα στις εικόνες των αγίων, στο καντήλι και στο κερί, μπροστά στην εικόνα του Χριστού και της Παναγίας, δηλαδή τις φωτογραφίες τους (ας πούμε), που στρέφουν την καρδιά μας σ' Εκείνους και που ο ίδιος ο Χριστός και η ίδια η Παναγία μάς τις έχουν κάνει παράθυρα για να μπαίνουν στη ζωή μας πολύτιμες ακτίνες της θείας χάρης, δηλ. τις αγαθής ενέργειας του Θεού, που γιατρεύει τις πληγές και σιγά σιγά μεταμορφώνει τον άνθρωπο σε άγιο.


Σε καλώ στην εκκλησία, όχι για να ρίξεις ένα ευρώ στο παγκάρι για να πάρεις κερί - δεν έχω να κερδίσω τίποτα απ' αυτό. Μη ρίξεις λεφτά, πάρε μόνο το κερί σου. Έλα στην εκκλησία για τον εαυτό σου, όχι για τον παπά ή για μένα. Για το Χριστό και τον εαυτό σου και για όλους εκείνους που αγαπάς, και για εκείνους που αγαπάνε εσένα, που σίγουρα θα υπάρχουν.
Στην εκκλησία που θα πας, αν βρεθεί κάποιος αδύναμος στην ψυχή και σε λοξοκοιτάξει (ή αν κάποιος έρθει και σου πει "μα πώς είσαι ντυμένος έτσι, τι σκουλαρίκια είν' αυτά" κ.τ.λ.) μη θυμώσεις. Αν δεις ότι σου μιλάει με αγάπη, συζήτησέ το μαζί του. Αν δεις ότι σου μιλάει με εμπάθεια, ξέρεις τι να του απαντήσεις. "Έχω τέτοια εμφάνιση, αλλά ήρθα γιατί με περίμενε ο Χριστός, και ξέρω πως η εξωτερική μου εμφάνιση δεν πρέπει να είναι λόγος να μένω μακριά Του".

Ο Σέρβος ποδοσφαιριστής Ματέγια Κέζμαν πανηγυρίζει στο γήπεδο, με τα τατουάζ του και τη φανέλα με την ορθόδοξη εικόνα του Χριστού (λεπτομέρειες εδώ).

Και καλά, πρέπει νά 'ρθω στην εκκλησία για να βρω το Χριστό; Και να ρισκάρω και να μου την πει κάθε σκουριασμένο μυαλό; Ο Χριστός τι είπε; Αγαπάτε αλλήλους. Αφού η καρδιά μου είναι γεμάτη αγάπη, τι νά 'ρθω στην εκκλησία;
Μα ακριβώς επειδή η καρδιά σου είναι γεμάτη αγάπη, όπως λες, το σωστό είναι νά 'ρθεις στην εκκλησία - εκεί είμαστε όλοι εμείς. Αφού μας αγαπάς, δε θέλεις να είσαι μαζί μας;
Εκεί είναι η προσευχή όλων εμάς για όλο τον κόσμο, για όλους τους ανθρώπους, ακόμα και για εκείνους που αγαπάς - άρα εκεί είναι η θέση σου. Κι αν είσαι τόσο πικραμένος, που δεν έχεις κάποιους ν' αγαπάς, ακόμα πιο πολύ είναι εκεί η θέση σου, γιατί ακριβώς τέτοιες πληγές γιατρεύονται εκεί και δυναμώνει η αγάπη μέσα στο περιβόλι της καρδιάς μας.
Γιατί η εκκλησία δεν είναι ένας τόπος, όπου πάμε για να "πείσουμε το Θεό πως είμαστε δικοί του και να μας βάλει στον παράδεισο" (για να Τον γλείψουμε, δηλ.), αλλά ένας τόπος όπου πάμε τη συντριμμένη καρδιά μας για επισκευή, για να φύγουν από μέσα της τα πάθη (οι αρνητικές δυνάμεις και οι εξαρτήσεις μας, ψυχικές και σωματικές, ολόκληρος ο κακός παλιός εαυτός μας) και να γίνουμε ένας νέος άνθρωπος, ενωμένος με αγάπη με όλο τον κόσμο.
Φυσικά, αυτό δε γίνεται απ' τη μια μέρα στην άλλη. Αλλά για ν' αρχίσει να γίνεται, κάνε το πρώτο βήμα και έμπα μέσα!

Ο άγ. Γεώργιος με σκουλαρίκι - τοιχογραφία από ιστορικό + θαυματουργό ναό της Παναγίας του 14ου αιώνα στο χωριό Πλατάνια νομού Ρεθύμνης (δήμος Αμαρίου).

Μήπως έχεις κάνει επιλογές ή πράξεις (ή κάνεις ακόμα πράξεις) που σ' έχουν απομακρύνει απ' το Χριστό και την εκκλησία;
ΕΛΑ ΟΠΩΣ ΕΙΣΑΙ! Ο Χριστός σε καλεί για να σε ξεκουράσει και να σε γιατρέψει, όχι για να σε κρίνει. Κι αν κάνεις πράγματα που είναι ενάντια στο θέλημά του (πράγμα που το ξέρεις, γι' αυτό και δεν πλησιάζεις), θα σου δείξει το δρόμο να τα σταματήσεις.
Για σένα σταυρώθηκε, για σένα αναστήθηκε, για σένα ήρθε στο Γη. Δεν υπάρχει τίποτα που μπορεί να σε χωρίσει απ' αυτόν, καμιά αμαρτία, καμιά επιλογή. Αρκεί το πρώτο βήμα, και θ' ανοιχτεί μπροστά σου ένας ολόκληρος δρόμος (ανηφορικός ίσως, αλλά πανέμορφος και ολοφώτεινος) που θα σε οδηγήσει κοντά Του, ΑΝ φυσικά ΤΟ ΘΕΛΕΙΣ!...


Μια τελευταία λεπτομέρεια, στο γιατί είναι καλό ν' αναζητήσεις το Χριστό -το Θεό, την Αγάπη- στην εκκλησία, κι όχι μόνος-μόνη σου, στο δωμάτιό σου, όταν χαμηλώνεις τα φώτα και μπορείς να προσευχηθείς.

Παίρνω ένα κομμάτι απ' αυτό το post, που σε καλώ να το διαβάσεις ολόκληρο, γιατί ίσως μιλάει ακριβώς για ΣΕΝΑ:

Εκτός από την προσωπική προσευχή, κρίνεται απαραίτητη η συμμετοχή του ανθρώπου στη θεία λειτουργία και τις άλλες τελετές που γίνονται στο ναό. Η συμμετοχή αυτή ονομάζεται εκκλησιασμός, δηλαδή συνάντηση με τους άλλους, γιατί εκκλησία = συγκέντρωση. Για την ακρίβεια, η έκφραση «πάω στην εκκλησία» δε σημαίνει πάω στο ναό, αλλά πάω να συναντήσω τους υπόλοιπους χριστιανούς, που έχουν συγκεντρωθεί στο ναό – γι’ αυτό έχει επικρατήσει να λέμε το ναό «εκκλησία», δηλαδή συγκέντρωση.
Ο εκκλησιασμός είναι απαραίτητος για δύο λόγους:
α) διότι στο ναό δε γίνεται απλώς προσευχή, αλλά τελούνται και τα μυστήρια, με κυριότερο τη θεία Μετάληψη˙ παντού μπορώ να προσευχηθώ, αλλά μόνο στην εκκλησία μπορώ να μεταλάβω˙ 
 
β) διότι στο ναό θα συναντήσω τους συνανθρώπους μου, τους αδελφούς μου, και θα προσευχηθώ στο Θεό μαζί μ’ αυτούς˙ εκεί θα βρω και τους εχθρούς μου ή εκείνους που περιφρονώ ή αντιπαθώ, για να τους συγχωρήσω μέσα στην καρδιά μου, δηλαδή να τους κάνω χώρο να μπουν (συν+χωρώ = βρίσκομαι στον ίδιο χώρο μ’ εσένα, και ο χώρος αυτός είναι η καρδιά μου)˙ εκεί θα προσευχηθώ γι’ αυτούς που βαφτίζονται ή παντρεύονται, ώστε να έχουν τη χάρη του Θεού στη ζωή τους, και για τους νεκρούς που κηδεύονται ή μνημονεύονται (στα μνημόσυνα), για την ανάπαυση της ψυχής τους… Αυτό σημαίνει ότι, κι αν δεν καταλαβαίνω τα λόγια της τελετής, λόγω της αρχαίας γλώσσας ή ενός κακόφωνου ψάλτη, έχει μεγάλη σημασία να προσευχηθώ εκείνη την ώρα μέσα στο ναό, μαζί με τους άλλους, ακόμη κι αν κανείς άλλος εκτός από μένα δεν προσεύχεται˙ ας προσευχηθώ εγώ, με ταπείνωση, για όλους.
Χωρίς τον εκκλησιασμό, δεν υπάρχει χριστιανική Εκκλησία, αλλά μόνο δυστυχισμένα πρόσωπα, που παλεύουν με τη μοναξιά τουςκαι δεν πρόκειται να σωθούν ποτέ, γιατί σωτηρία δεν είναι να «πείσω» το Θεό πως είμαι δικός Του άνθρωπος, εξασφαλίζοντας μια θεσούλα στον παραδείσιο κήπο, αλλά να ενωθώ μ’ Αυτόν διά της αγάπης, πράγμα που σημαίνει και ένωση με τους συνανθρώπους μου.
Ο γυμνός ασκητής της αιγυπτιακής ερήμου άγιος Ονούφριος (από εδώ).
Είναι φυσικό ότι, αν δεν έχω όρεξη να συγχωρήσω τον αδελφό μου ή να προσευχηθώ για τους άλλους, δεν έχω και διάθεση να πάω στο ναό. Επομένως, πηγαίνω μόνο σε ξωκλήσια, όπου δε βλέπω κανέναν και «ανάβω το κερί μου» μόνο για τον εαυτό μου ή για κείνους με τους οποίους είμαι δεμένος συναισθηματικά (τα «αγαπημένα μου πρόσωπα», σύζυγο, παιδιά φίλους, ευεργέτες –στην ουσία προεκτάσεις του εαυτού μου), ή πάω στο ναό για κοινωνικούς λόγους, για να δω κόσμο και να με δουν, να επιδείξω τον πλούτο μου ή την ομορφιά μου ή να διασκεδάσω βλέποντας με μισό μάτι τους άλλους. Αυτές είναι οι παρενέργειες του εκκλησιασμού, που οφείλονται στην ανεπάρκεια και την ανωριμότητα των χριστιανών, ιερέων και λαϊκών, και καλό είναι να μη γίνονται δικαιολογία για να μην πηγαίνουμε στην εκκλησία. Και πάλι, είναι δικαίωμά μας να μην πάμε ποτέ, αλλά είναι σπουδαιότερο δικαίωμά μας να πάμε και να ενωθούμε με το Θεό και τους αδελφούς μας σ’ εκείνο το ευλογημένο περιβάλλον.
Ας έχουμε υπόψιν ότι σε όλο τον κόσμο, κάθε Κυριακή και εορτή, τελείται μόνο μία λειτουργία, απλωμένη σε όλους τους ορθόδοξους ναούς της Γης. Η λειτουργία αυτή ενώνεται με την ουράνια λειτουργία, που τελείται μυστικά στον ουρανό, από τους αγγέλους και τους αγίους. Κατά την έναρξη της λειτουργίας, τελείται η «αγία προσκομιδή», όπου ο ιερέας σχηματίζει με μερίδες από το πρόσφορο (το ψωμί της θείας Μεταλήψεως) το σύμβολο της παγκόσμιας Εκκλησίας πάνω στο δισκάριο, από το οποίο κατόπιν θα μπει στο άγιο ποτήριο και, με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, θα γίνουν όλοι αυτοί –άγγελοι, άγιοι, η Παναγία, ο Χριστός, οι ζωντανοί και οι νεκροί– το Σώμα του Χριστού, το Οποίο θα κοινωνήσουμε, όταν κοινωνήσουμε, ενώνοντας τον εαυτό μας μ’ εκείνους.
Ταρσώ, η "τρελή" αγία, μία από τους πιο αντισυμβατικούς τύπους του κόσμου, τους "διά Χριστόν σαλούς" (ανακάλυψέ τους εδώ & εδώ).

Οι φίλοι σου ίσως δεν είναι στην εκκλησία. Ίσως είναι σε μπαρ, σε κλαμπάκια, ή ακόμα και σε πορνεία ή σε στέκια μαφιόζων ή εμπόρων ναρκωτικών... Μπορεί νακάνουν πιάτσα ή να βαράνε ενέσεις, και μπορεί να θες να πας κι εσύ κοντά τους.
Έλα στην εκκλησία πρώτα... Μίλησε στο Χριστό γι' αυτούς. Μίλησε και στον παπάγι' αυτούς...
Κι όταν θα βρίσκεις χρόνο, στα διαλείμματα της δουλειάς σου (ΟΠΟΙΑ κι αν είναι) ή πέφτοντας να κοιμηθείς, πες ένα "Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με τον αμαρτωλό", για σένα ΚΑΙ για τους φίλους και για όλους αυτούς, για τους οποίους νοιάζεσαι.
Δεν είσαι ορθόδοξος χριστιανός; ΔΕΝ πειράζει, έλα στην εκκλησία. Εγώ βέβαια θα σου πρότεινα να γίνεις ορθόδοξος (για λόγους που αναφέρονται εδώ και αλλού) αλλ' αυτό είναι ένα άλλο θέμα. Προς το παρόν, έχω να σου πω μόνο αυτό: έλα στην Εκκλησία, ο Χριστός είναι για όλους. Σταυρώθηκε και για σένα, κι ας μην Τον ξέρεις˙ κυρίως για σένα σταυρώθηκε, που δεν Τον ξέρεις. ΕΛΑ ΟΠΩΣ ΕΙΣΑΙ. Θα βρεις το δρόμο μετά. Είσαι μουσουλμάνος; Προτεστάντης; Μάρτυρας του Ιεχωβά; Ράστα; Αναρχικός; Άθεος; ΕΛΑ ΟΠΩΣ ΕΙΣΑΙ, δεν έχω να σε ρωτήσω τίποτα.
Άνθρωποι από πολύ πιο μακριά έχουν βρει το δρόμο προς το Φως και την Αγάπη, το δρόμο το λιγότερο ταξιδεμένο, το δρόμο Του. Μπορεί να μη θέλεις να τον βρεις τελικά, μπορεί να πιστεύεις πως είσαι καλά έτσι, δε μπορώ να σε κρίνω. Μόνο έλα. Στην πορεία θα τα πείτε οι δυο σας και μπορεί να εκπλαγείς, δεν το ξέρω.
Τίποτ' άλλο δεν έχω να σου πω. Σε περιμένουμε.
Καλή Ανάσταση.


Τρεις ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ αγίες που αξίζει να τις γνωρίσεις: Από αριστερά προς τα δεξιά εικονίζονται η αγία Μαρία Σκόμπτσοβα (ορθόδοξη ακτιβίστρια της Γαλλίας, πρώην άθεη, έντονα πολιτικοποιημένη, που θανατώθηκε από τους ναζί), η τυφλή & περιθωριακή αγία της Μόσχας Ματρώνα και η γερόντισσα ΓαβριηλίαΠαπαγιάννη ["γερόντισσα"= πνευματική δασκάλα, ασχέτως ηλικίας], που πήγε στην Ινδία κ.α. να υπηρετήσει τους φτωχούς και τους λεπρούς ως νοσοκόμα και φυσιοθεραπεύτρια (η εικόνα από εδώ - αρχική πηγή Misha).

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...