Ὁ Ἅγιος Διονύσιος ὀ ἕν Ὀλύμπω
Ὁ Ὅσιος Διονύσιος γεννήθηκε στὸ χωριὸ Πλατίνα τῆς Θεσσαλικῆς ἐπαρχίας Φαναρίου, καὶ ἀνατράφηκε ἀπὸ παιδὶ μὲ εὐσέβεια ἀπὸ τοὺς γονεῖς του, Νικόλαο καὶ Θεοδώρα. Τὴ νεανική του ἡλικία πέρασε μὲ σωφροσύνη καὶ καθαρότητα, ἀγωνιζόμενος νὰ ἐπαναφέρει στὸ δρόμο τοῦ Θεοῦ, ὅσους νέους ἔβλεπε νὰ παρασύρονται ἀπὸ τὰ ῥεύματα τῶν παθῶν. Μετὰ τὸν θάνατο τῶν γονέων του πῆγε στὰ μοναστήρια τῶν Μετεώρων καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου χειροτονήθηκε διάκονος καὶ κατόπιν πρεσβύτερος.
Ἔπειτα ἐπισκέφθηκε τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ ὁ ἐκεῖ Πατριάρχης, ἐκτιμῶντας τὴν μεγάλη του ἀρετή, θέλησε νὰ τὸν κάνει διάδοχό του. Ὁ Ὅσιος ὅμως ἐπέστρεψε στὸ ἡσυχαστήριό του, στὸν Ἄθω. Ὕστερα ἀπὸ καιρὸ οἱ κάτοικοι τῆς Βεροίας θέλησαν νὰ τὸν κάνουν Μητροπολίτη τους.
Ἐκεῖνος, ἀποφασισμένος νὰ μὴ δεχτεῖ ποτὲ ἀρχιερατικὸ ἀξίωμα, ἔφυγε καὶ ἔμενε στὸν Ὄλυμπο, ὅπου ἔκτισε ναὸ στὸ ὄνομα τοῦ προφήτη Ἠλία. Ἀπὸ ἐκεῖ χάριζε πλούσια τὴν ἀγάπη καὶ τὴν ἐλεημοσύνη του στοὺς κατοίκους τῶν γύρω περιοχῶν, καὶ ἔτσι ἅγια τελείωσε τὴν ζωή του.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τοῦ Ὀλύμπου οἰκήτωρ Πιερίας ἀγλάισμα, καὶ τῆς ἐπωνύμου Μονῆς σου ἱερὸν περιτείχισμα, ἐδείχθης Διονύσιε σοφέ, βιώσας ὥσπερ Ἄγγελος ἐν γῇ, καὶ παρέχεις τὴν ταχεῖαν σου ἀρωγήν, τοὶς εὐλαβῶς κραυγάζουσιν δόξα τῷ δεδωκότι σοὶ ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ θαυμαστώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργούντι διὰ σοῦ πάσιν ἰάματα.
Ἅγιος Κλήμης ἐπίσκοπος Ἀγκύρας καὶ ὁ Ἅγιος Ἀγαθάγγελος
Ὁ πατέρας τοῦ Κλήμη ἦταν εἰδωλολάτρης. Πέθανε, ὅμως, νωρὶς καὶ ἡ ἀνατροφὴ τοῦ Κλήμη ἔγινε μὲ ὅλη τὴν χριστιανικὴ ἐπιμέλεια, ἀπὸ τὴν εὐσεβέστατη μητέρα του. Ὅταν μεγάλωσε, ἡ παιδεία του, ἡ φιλανθρωπία του καὶ οἱ ἄλλες φημισμένες ἀρετές του τὸν ἀνέδειξαν ἐπίσκοπο τῆς πατρίδας του Ἀγκύρας. Τὸ μεγάλο ἀξίωμα δὲν τὸν ἔκανε νὰ πέσει στὴ μεγάλη παγίδα τῆς ἀλαζονείας, Ἀντίθετα, ἀνέπτυξε περισσότερο τὴν ἐνεργητικότητά του, γιὰ νὰ ἀνταποκριθεῖ στὶς πνευματικὲς καὶ ὑλικὲς ἀνάγκες τοῦ ποιμνίου του.
Ἐκεῖνο, ὅμως, ποὺ πρέπει νὰ προσέξουμε ἰδιαίτερα στὸν ἐπίσκοπο Κλήμη, εἶναι ὅτι φρόντιζε πατρικὰ γιὰ τὰ ὀρφανὰ καὶ τοὺς φτωχούς. Παρηγοροῦσε τοὺς πάσχοντες, μὲ ἰδιαίτερη προσοχὴ ἔπαιρνε στὴν Ἐκκλησία παιδιὰ ἐγκαταλελειμμένα καὶ ἔκθετα, φροντίζοντας ὄχι μόνο γιὰ τὴν συντήρησή τους, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν κατήχηση καὶ βάπτισή τους. Ὅλα αὐτά μας δίνουν τὸ δικαίωμα νὰ ποῦμε ὅτι ἡ πίστη του ἦταν ζωντανή, μὲ ἔργα. Διότι «ἡ πίστις, ἐὰν μὴ ἔργα ἔχει, νεκρά ἐστι καθ᾿ ἑαυτήν». Ἡ πίστη, δηλαδή, ἂν δὲν ἔχει σὰν καρπὸ ἔργα ἀρετῆς, εἶναι ἀπὸ τὴν ῥίζα της νεκρή.
Ὁ Θεός, ὅμως, θέλησε νὰ δοκιμάσει τὸν Κλήμη καὶ ἀπὸ τὸ καμίνι τοῦ μαρτυρίου. Ἐπὶ βασιλείας Διοκλητιανοῦ, λοιπόν, βασανίζεται φρικτὰ καὶ τὰ ὑπομένει ὅλα καρτερικότατα, μέχρι ποὺ τὸν ἀποκεφαλίζουν, ἐπισφραγίζοντας, ἔτσι, μὲ τὸ μαρτύριο τὴν μεγάλη καὶ ζωντανή του πίστη.
Ὁ δὲ Ἀγαθάγγελος καταγόταν ἀπὸ τὴν Ῥώμη καὶ ἔγινε χριστιανὸς ἀπὸ τὸν ἅγιο Κλήμεντα, τὸν ὁποῖο ἀκολούθησε. Συμμερίστηκε μάλιστα τὶς περιπέτειές του καὶ τὰ βασανιστήριά του, καὶ πέθανε μαζί του μὲ ἀποκεφαλισμό.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Κλῆμα ὁσιότητος, καί στέλεχος ἀθλήσεως, ἄνθος ἱερώτατον, καί καρπός ὡς θεόσδοτος, τοῖς πιστοῖς πανίερε, ἡδύτατος ἐβλάστησας. Ἀλλ᾽ ὡς Μαρτύρων σύναθλος, καί ἱεραρχῶν σύνθρονος, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὡς ἀγαθῶν ἀγγελιῶν προμηθέα, τῆς πρὸς ἠμᾶς τοῦ Ἰησοῦ εὐσπλαχνίας, χαρμονικῶς ὑμνοῦμεν σὲ Μαρτύρων στέρρεσυ γὰρ Ἀγαθάγγελε, ἐναθλήσας νομίμως, στάσεως ἠξίωσαι τῆς Ἀγγέλων ἀζίως, μεθ' ὧν πρεσβεύοις πάντοτε Χριστῷ, πάσης ρυσθήναι, ἠμᾶς περιστάσεως.
Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τῆς ἀμπέλου γέγονας, τίμιον κλῆμα, τοῦ Χριστοῦ πανεύφημε, Κλήμη πολύαθλος ὀφθείς, σύν τοῖς συνάθλοις τε ἔκραζες· Χριστός, Μαρτύρων φαιδρόν ἀγαλλίαμα.
Ὁ Οἶκος
Υἱὸς φωτὸς ἀναδειχθείς, Θεοῦ συγκληρονόμος, ὡς Ἠλιοὺ ὁ θεῖος, τὸν Ἀχαὰβ ἤλεγξεν, οὕτω καὶ σύ, Κλήμη σοφέ, Βασιλεῖς ἀνόμους, καὶ Τυράννους ἀπηνεῖς, Ἑλλήνων τοὺς πρωτεύοντας, ἐν λόγῳ καὶ ἀληθείᾳ ἐνίκησας, καὶ προσάγεις θῦμα τῷ Κυρίῳ νῦν τὰ πλήθη τῶν εἰς Χριστὸν πιστευσάντων. Διὸ κοινωνὸν τῆς σῆς μαρτυρίας Ἀγαθάγγελον εὑρών, πόλεις ἐναθλῶν συνώδευσας φαιδρῶς κραυγάζων· Χριστέ, Μαρτύρων φαιδρὸν ἀγαλλίαμα.
Κάθισμα
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τοῦ μαρτυρίου ἀληθῶς τῇ δρεπάνῃ, κατατεμνόμενος σοφὲ Ἱεράρχα, ὡς καρποφόρος ἄμπελος ἐξήνθησας, βότρυας περκάζοντας, καὶ σταλάζοντας γλεῦκος, θείας ἐπιγνώσεως, καὶ ἀθλήσεως Πάτερ· ἐξ ὧν μετέχων πᾶς τις εὐσεβῶς, καταγλυκαίνει ψυχῆς αἰσθητήρια.
Ὁ Ὅσιος Εὐσέβιος
Ἦταν κλεισμένος μέσα σ᾿ ἕνα κελὶ πολὺ μικρὸ καὶ σκοτεινό, ἐπειδὴ δὲν εἶχε κανένα παράθυρο, καὶ ἐκεῖ σκληραγωγοῦσε μὲ διάφορες ἀσκήσεις τὸ σῶμα του. Ὕστερα ἀπὸ συνεχῆ παρακίνηση ἑνὸς πνευματικοῦ του ἀδελφοῦ, τοῦ Ἀμμιανοῦ, πῆγε σὲ μοναστήρι γιὰ νὰ δεχτεῖ τὴν προστασία καὶ τὴν ἡγουμενία τῶν ἀδελφῶν. Ἐκεῖ ζοῦσε μὲ πραότητα, ταπεινοφροσύνη καὶ πολλὴ ἄσκηση. Ἔτρωγε κάθε τρεῖς ἢ τέσσερις ἡμέρες. Εἶχε σιδερένια ζώνη στὴ μέση του καὶ βαρεῖα ἁλυσίδα στὸ λαιμό του.
Ὅταν κάποιος τὸν κατηγόρησε γι᾿ αὐτό, ὁ Εὐσέβιος ἀπάντησε: «Τὸ κάνω αὐτὸ γιὰ νὰ ἀποφύγω τὶς παγίδες τοῦ διαβόλου, ποὺ προσπαθεῖ νὰ μὲ στερήσει ἀπὸ μεγάλα πράγματα. Δηλαδὴ τὶς ἀρετές, τὴν σωφροσύνη καὶ τὴν δικαιοσύνη. Γι᾿ αὐτὸ λοιπὸν καὶ ἐγώ, ἔστησα πόλεμο ἐναντίον του μ᾿ αὐτὰ τὰ μικρὰ κακοπαθήματα, διότι ἂν μὲ νικήσει δὲν θὰ ὑπερηφανευθεῖ πολύ, ἂν ὅμως νικηθεῖ ἀπὸ μένα, θὰ εἶναι γιὰ γέλια, ἐπειδὴ οὔτε στὰ μικρὰ μπόρεσε νὰ μὲ νικήσει».
Ἔτσι λοιπὸν θεάρεστα ἀφοῦ ἔζησε ὁ Ὅσιος Εὐσέβιος, παρέδωσε εἰρηνικὰ τὴν ψυχή του στὸν Κύριο.
Ὁ Ὅσιος Μαϋσιμᾶς ὁ Σύρος.
Οἱ γραμματικές του γνώσεις ἦταν μέτριες. Διακρίθηκε ὅμως, γιὰ τὴν πολὺ ἐνάρετη ζωή του. Ἡ ἐξωτερική του ἐμφάνιση ἦταν μᾶλλον ἄσχημη. Καὶ ὅμως, ἐνῷ ὁ ἴδιος ντυνόταν μὲ παλιὰ φορέματα, τὰ φιλάνθρωπα ἔργα του ἦταν πλούσια καὶ ἀμέτρητα. Τὸ κελλί του ἔμενε πάντοτε ἀνοικτὸ γιὰ τοὺς φτωχοὺς καὶ τοὺς ξένους, ἐφοδιαζόμενος δὲ μὲ σιτάρι καὶ λάδι, μοίραζε σ᾿ ὅσους ἀπ᾿ αὐτοὺς εἶχαν ἀνάγκη.
Ὅταν κάποτε πληροφορήθηκε ὅτι ὁ ἄρχοντας τῆς κωμοπόλεώς τους καταπίεζε τοὺς γεωργούς, δὲν δίστασε νὰ παρουσιασθεῖ μπροστὰ στὸν ὑπερήφανο καὶ λαμπροφορεμένο ἐκεῖνο ἐγωιστὴ μὲ τὰ φτωχικά του ῥοῦχα, καὶ νὰ τοῦ δώσει μαθήματα δικαιοσύνης καὶ εὐγενείας.
Ἔτσι μὲ τέτοιες ἅγιες ἀσχολίες τελείωσε τὴν θεοφιλὴ ζωή του.
(Ἡ μνήμη του ἐπαναλαμβάνεται καὶ στὶς 13 Φεβρουαρίου σὰν Μαϊουμᾶς).
Ὁ Ὅσιος Σαλαμανής ὁ Ἡσυχαστής
Φίλος της ἐρημικῆς ζωῆς, ἔστησε τὸ κελλί του πέραν τοῦ ποταμοῦ Εὐφράτη στὸ χωριὸ Καπερσανά. Ὁ ἐκεῖ ἐπίσκοπος, πληροφορήθηκε γιὰ τὴν ἀρετή του καὶ πῆγε ὁ ἴδιος καὶ τὸν συνάντησε, γιὰ νὰ τὸν πείσει νὰ δεχτεῖ τὴν ἱεροσύνη. Ἀλλ᾿ ὁ Ὅσιος ἀρνήθηκε καὶ ἀρκέστηκε στὴν ἥσυχη προσευχὴ καὶ μελέτη του καὶ στὰ καλά, ποὺ ἔκανε παρηγορῶντας καὶ ὁδηγῶντας διάφορες ψυχές, ποὺ προσέρχονταν σ᾿ αὐτόν.
------------------------------------------------------------------------------
Ὁ Ἅγιος Ἀχόλιος ἢ Ἀσχολίας ἐπίσκοπος Θεσσαλονίκης
Ὁ Ἅγιος αὐτὸς ἔδρασε τὰ ἔτη 360-383 καὶ ἦταν γνωστὸς γιὰ τὶς ἀρετές του. Ἐβάπτισε τὸν αὐτοκράτορα Θεοδόσιο, ὁ ὁποῖος ἐξαιτίας του ἐξέδωσε τὸ 380 τὸ περίφημο διάταγμα (Edictum) τῆς Θεσσαλονίκης.
Ἔλαβε μέρος στὴ Β´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο.
Ὁ Μέγας Βασίλειος τὸν ἀποκαλεῖ φωστῆρα τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἐπὶ τῆς ἀρχιερατείας του ἡ Θεσσαλονίκη ἦταν κέντρο τῆς χριστιανοσύνης.
Οἱ Ἅγιοι Δύο Μάρτυρες οἱ ἐν τῷ Παρίῳ
Μαρτύρησαν ἀφοῦ τοὺς ἔριξαν μέσα σ᾿ ἕνα λάκκο, στὴν πόλη Πάριον. Αὐτὴ ἦταν πόλη παραθαλάσσια με λιμάνι, μεταξὺ Κυζίκου καὶ Λαμψάκου, πού, κατὰ τὸν Μελέτιο, κτίστηκε ἀπὸ τοὺς κατοίκους τοῦ νησιοῦ Πάρος, ὁπότε ἀπ᾿ αὐτοὺς ὀνομάστηκε Πάριον.
Ὁ Ἅγιος Γεννάδιος ὁ ἐν Κοστρόμᾳ, ὁ Λιθουανός
Ὁ Ὅσιος Γεννάδιος γεννήθηκε στήν πόλη Κοστρόμα τῆς Λιθουανίας καί ἦταν υἱός εὐσεβούς καί εὐγενοῦς οἰκογενείας. Τό ὄνομά του ἦταν Γρηγόριος καί ἀπό τήν παιδική ἠλικίας ἔδειξε μεγάλη ἀγάπη πρός τήν λειτουργική ζωή τῆς Ἐκκλησίας.
Ἐπειδή στήν περιοχή πού μεγάλωσε, πλεόναζε τό ρωμαιοκαθολικό στοιχεῖο, ἠθέλησε νά ἐγκαταλείψει τή γενέτειρά του καί νά πάει νά ζήσει στή γειτονική Ρωσία. Ἔτσι ἔφτασε στή Μόσχα, ὄπου γνώρισε ἕναν ἄλλο νέο, τόν Θεοδῶρο, μέ τήν ἴδια φλογερή ἀγάπη για τό μοναχικό βίο. Μαζί πήγαν νά συμβουλευτοῦν τόν Ἅγιο Ἀλέξανδρο τοῦ Σβέρ (βλέπε 30 Αὐγούστου), ὀ ὁποῖος τόν μέν Γρηγόριο ἔστειλε στή μονή τοῦ Κομέλση, ἐνῶ τόν Θεοδῶρο πίσω στόν κόσμο.
Στή μονή τοῦ Κομέλση ὀ Γρηγόριος ἔγινε ὀ πιο ἀφοσιωμένος μαθητῆς τοῦ Ἁγίου Κορνηλίου (βλέπε 19 Μαΐου) καί ἐκάρη μοναχός μέ τό ὄνομα Γεννάδιος. Τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στόλιζαν τήν ὑπαρξη τοῦ νέου μοναχοῦ.
Πρός τό τέλος τοῦ βίου τοῦ ὀ Ἅγιος Κορνήλιος πῆρε μαζί του τόν Ὅσιο Γεννάδιο καί ἴδρυσαν μια νέα μονή στήν Κοστρόμα, τή μονή Λιουμπεμώφ. Ἐκεῖ ἔζησε ὁ Ὅσιος τόν ὑπολοιπο χρόνο τῆς ζωῆς του μέ εἰρήνη καί ἄσκηση. Ὁ Θεός τόν ἀξίωσε νά κάνει θαύματα καί νά ἔχει τό προορατικό χάρισμα. Ὁ Τσάρος Ἰβᾶν τόν εὐλαβεῖτο πολύ καί τόν ἔκανε παιδαγωγό τῆς θυγατέρας του.
Ὁ Ὅσιος Γεννάδιος κοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό ἔτος 1565 μ.Χ.
Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Ἡ ἐν Ὀρθοδοξίᾳ Ἡνωμένη Εὐρώπη» τοῦ Γ.Ε. Πιπεράκη,Ἔκδ. Ἑπτάλοφος, Ἀθῆναι 1997.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά