Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τετάρτη, Ιουνίου 04, 2014

Αρχιμ. Ισίδωρος, Καθηγ. Ι. Μ. Βαρλαάμ: Ο σύγχρονος Μετεωρίτικος Μοναχισμός ως μαρτυρία Χριστού


Εισήγηση στο Πανελλήνιο Μοναστικό Συνέδριο
Ά­για Με­τέ­ω­ρα 12-14 Σε­πτεμ­βρί­ου 2000
Ό­ταν οι πρώ­τοι Α­γι­ο­με­τε­ω­ρί­τες α­σκη­τές έ­κτι­ζαν τις τα­πει­νές κα­λύ­βες τους στούς α­πό­κο­σμους βρά­χους η με­τέ­βαλ­λαν τις σκο­τει­νές σπη­λι­ές σε κατανυκτι­κούς να­ΐ­σκους, δεν θα εί­χαν πο­τέ φαν­τα­σθή ό­τι θε­με­λί­ω­ναν μια λαμ­πρή Μο­να­στι­κή πο­λι­τεί­α, που έ­μελ­λε να α­να­δεί­ξη χο­ρεί­α ο­σί­ων, να γί­νη ι­σχυ­ρός προ­μα­χώ­νας της Ορ­θο­δο­ξί­ας και του Ελ­λη­νι­σμού, να δι­α­λα­λη­θή στα πέ­ρα­τα της Οι­κου­μέ­νης και να προ­σελ­κύ­η ό­λο και πε­ρισ­σό­τε­ρους
θαυμα­στές της α­πό κά­θε γω­νιά της γης. Κι ό­ταν οι ό­σιοι Κτί­το­ρες των Μονών μας οι­κο­δο­μού­σαν με ά­με­τρες θυ­σί­ες τα Πε­ρί­λαμ­πρα Κα­θο­λι­κά και τα ευ­τρέ­πι­ζαν με μο­να­δι­κές τοι­χο­γρα­φί­ες, ό­ταν δη­μι­ουρ­γού­σαν για τις ανάγ­κες των Α­δελ­φο­τή­των τους τα κα­λαί­σθη­τα κτι­ρια­κά συγ­κρο­τή­μα­τα η πλού­τι­ζαν τις μο­να­στη­ρια­κές βι­βλι­ο­θή­κες με α­νε­κτί­μη­τα χει­ρό­γρα­φα, ποι­ός θα μπο­ρού­σε να προ­σμε­τρή­ση το βά­ρος της κλη­ρο­νο­μιάς που θ' ά­φη­ναν; Μιας κλη­ρο­νο­μιάς που φέ­ρει έ­κτυ­πη τη σφρα­γί­δα της ο­λο­κλη­ρω­τι­κής αφοσι­ώ­σε­ώς τους στον Θε­ο και των ι­σο­βί­ων μό­χθων τους.

Οι πρώ­τες γρα­πτές μαρ­τυ­ρί­ες της ι­στο­ρί­ας των Α­γί­ων Με­τε­ώ­ρων ανάγονται στον εν­δέ­κα­το η κα­τ' άλ­λους στον δέ­κα­το αι­ώ­να, ε­πο­χή κα­τά την ο­ποί­α συγ­κρο­τεί­ται η Σκή­τη της Δού­πια­νης, με κέν­τρο Λα­τρεί­ας το μικρο Κυ­ρια­κό της, τον να­ο της Πα­να­γί­ας, που σώ­ζε­ται μέ­χρι και σή­με­ρα. Εξέ­χου­σα φυ­σι­ο­γνω­μί­α ο «Πρώ­τος» της Σκή­της Νεί­λος ο Θε­ο­φι­λής, κτί­ζει τον 14ο αι­ώ­να,  πλην της Δού­πια­νης, και άλ­λες τρεις Μο­νές.
Ο 14ος αι­ώ­νας εί­ναι η πε­ρί­ο­δος της πρώ­της με­γά­λης κτι­το­ρι­κής δημιουργίας στην Θη­βα­ΐ­δα των Στα­γών. Ο ό­σιος Α­θα­νά­σιος ο Με­τε­ω­ρίτης ι­δρύ­ει την ε­πο­χή αυ­τή την Μο­νή του Με­γά­λου Με­τε­ώ­ρου και θε­με­λιώ­νει με το «Τυ­πι­κό» του, που α­πε­τέ­λε­σε πρό­τυ­πο και για τις υ­πό­λοι­πες Μο­νές, τον κοι­νο­βια­κό τρό­πο ζω­ής. Οι Ό­σιοι Θε­ο­φά­νης και Νε­κτά­ριος οι Α­ψα­ρά­δες, κτί­το­ρες του Βαρ­λα­άμ, εί­ναι οι με­γά­λες α­σκη­τι­κές μορφές, που σφρα­γί­ζουν με την α­γι­ό­τη­τα της ζω­ής τους και με την κτι­το­ρι­κή τους δρα­στη­ρι­ό­τη­τα την ε­πο­χή της με­γα­λύ­τε­ρης ακ­μής των Με­τε­ώ­ρων, τον 16ο αι­ώ­να, κα­τά την ο­ποί­α οι Μο­νές φθά­νουν τις εί­κο­σι τέσ­σε­ρες, χω­ρίς να υ­πο­λο­γί­ζον­ται στον α­ριθ­μό αυ­τό οι κα­λύ­βες και τα μι­κρά ασκη­τή­ρια. Την άν­θη­ση αυ­τή, που συνε­χί­ζε­ται και τον 17ο αι­ώ­να, α­κολου­θεί η φθί­νου­σα πο­ρεί­α του 18ου και 19ου αι­ώ­νος, ό­ταν οι ε­πι­δρομες των Τούρ­κων κα­τα­κτη­τών, ο χρό­νος και η φύ­ση ε­ρη­μώ­νουν στα­διακα τις πε­ρισ­σό­τε­ρες Μο­νές. Τα δι­α­σω­θέν­τα με­γά­λα Μο­να­στή­ρια, α­κολου­θών­τας α­να­πό­φευ­κτα τις ε­θνι­κές μας πε­ρι­πέ­τει­ες, διέρ­χον­ται, κα­τά την Γερ­μα­νι­κή Κα­το­χή και στα με­τέ­πει­τα εί­κο­σι πε­ρί­που χρό­νια, πε­ρί­ο­δο με­γά­λης δο­κι­μα­σί­ας. Οι­κο­νο­μι­κές δυ­σχέ­ρει­ες, Α­δελ­φό­τη­τες με ε­λά­χιστους Μο­να­χούς, κτί­ρια ε­τοι­μόρ­ρο­πα α­πό την φθο­ρά του χρό­νου και α­πό τούς βομ­βαρ­δι­σμούς των Γερ­μα­νών, συν­θέ­τουν την με­τα­πο­λε­μι­κή ει­κό­να της άλ­λο­τε ακ­μαί­ας Μο­να­στι­κής Πο­λι­τεί­ας.
Η δά­δα, ό­μως, του α­σκη­τι­κού ι­δε­ώ­δους και μέ­σα σ' αυ­τόν τον δει­νό χειμώνα δεν έ­σβη­σε. Οι λί­γοι η­λι­κι­ω­μέ­νοι Μο­να­χοί δι­α­τη­ρούν με θαυ­μα­στή αυ­τα­πάρ­νη­ση την α­σκη­τι­κή πα­ρά­δο­ση, πε­ρι­μέ­νον­τας καρ­τε­ρι­κά την ευλογη­μέ­νη ώ­ρα που η Α­γί­α Λι­θό­πο­λη θα πε­ρι­βαλ­λό­ταν την πα­λιά της αίγλη.
Και η ώ­ρα ήλ­θε. Οι πρε­σβεί­ες των ο­σί­ων Κτι­τό­ρων έ­φε­ραν Μη­τρο­πο­λί­τη Τρίκ­κης και Στα­γών τον α­πό Λη­μνου κυ­ρό Δι­ο­νύ­σιο, α­σκη­τι­κό και φιλομόνα­χο ι­ε­ράρ­χη, ο ο­ποί­ος με­ρι­μνά με α­ξι­ο­θαύ­μα­στο ζή­λο να επανδρωθούν οι Μο­νές, για να συν­τε­λε­σθή το θαύ­μα της πνευ­μα­τι­κής και κτι­ρια­κής α­να­γεν­νή­σε­ως. Η εγ­κα­τά­στα­ση, το έ­τος 1961, στην Μο­νή Βαρλαάμ της Συ­νο­δεί­ας του μετέπειτα Σε­βα­σμι­ω­τά­του Μη­τρο­πο­λί­του Πειραι­ώς κ.κ. Καλ­λι­νί­κου, δι­α­κρι­τι­κού και πο­λυ­δρά­στου Ι­ε­ράρ­χου, με κτιτορι­κό έρ­γο στην Μο­νή, ο­ρο­θε­τεί την α­παρ­χή μιας νέ­ας λαμ­πρής περιόδου στην ι­στο­ρί­α του Α­γι­ο­με­τε­ω­ρι­κού Μο­να­χι­σμού.
Με­λος ε­πί­λε­κτο της Α­δελ­φό­τη­τος αυ­τής και σε­μνό καύ­χη­μα της μετέ­ω­ρης Μο­να­στι­κής Πο­λι­τεί­ας ο ση­με­ρι­νός σε­πτός Προ­κα­θή­με­νος της Ελ­λα­δι­κής Εκ­κλη­σί­ας κ.κ. Χρι­στό­δου­λος, ο ο­ποί­ος λαμ­πρύ­νει και ευ­λο­γεί με την παρουσί­α του και το Μο­να­στι­κό τού­το Συ­νέ­δριο. Με τον πλού­το των θεοσδό­των χα­ρι­σμά­των του και την ευ­παρ­ρη­σί­α­στη τόλ­μη της α­ρετής του,δί­δει, στούς τω­ρι­νούς κρί­σι­μους για την  Εκ­κλη­σί­α και το  Έ­θνος μας και­ρούς, πο­λυ­μέ­τω­πους σκλη­ρούς α­γώ­νες υ­πέρ των ι­ε­ρών και των ο­σί­ων μας.
Δυ­ο α­κό­μη ε­κλε­κτοί βλα­στοί της Μο­νής Βαρ­λα­άμ α­πό την ί­δια Συ­νοδεί­α, ο μα­χη­τι­κός Μη­τρο­πο­λί­της Κα­λα­βρύ­των και Αι­γι­α­λεί­ας κ.κ. Αμβρό­σιος και ο μει­λί­χιος Ά­γιος Κι­τρους και Κα­τε­ρί­νης κ.κ. Α­γα­θό­νι­κος, μαρ­τυ­ρούν την αδιάκο­πη ευ­ερ­γε­τι­κή πα­ρου­σί­α των Α­γί­ων Με­τε­ώ­ρων σε ό­λους τούς το­μείς του εκ­κλη­σι­α­στι­κού και ε­θνι­κού μας βί­ου, πα­ρου­σί­α που δεν λεί­πει ού­τε στις πιο δύ­σκο­λες στιγ­μές της ι­στο­ρί­ας τους.
Με τα ορ­γα­νω­μέ­να σή­με­ρα Μο­να­χι­κά Κοι­νό­βια α­να­βι­ώ­νει και γνωρί­ζει μια νέ­α άν­θη­ση πά­νω στούς ι­ε­ρούς βρά­χους η ι­σάγ­γε­λη πο­λι­τεί­α. Πι­στοί στις υπο­θή­κες των ο­σί­ων Πα­τέ­ρων τους οι ση­με­ρι­νοί Α­γι­ο­με­τεω­ρί­τες Μο­να­χοί και προ­ση­λω­μέ­νοι στην μα­κραί­ω­νη α­σκη­τι­κή πα­ρά­δοση, δί­δουν πολυτρόπως την μαρ­τυ­ρί­α του Χρι­στού. Ο ά­πει­ρος σε­βα­σμός και η α­γά­πη τους προς την α­τί­μη­τη πνευ­μα­τι­κή και πο­λι­τι­στι­κή κλη­ρο­νο­μιά των κα­τά πνεύ­μα προ­γό­νων τους, η α­φο­σί­ω­ση στην υ­ψη­λή α­πο­στο­λή τους, η φιλοκαλί­α και ο ζή­λος τους α­περ­γά­ζον­ται το ση­με­ρι­νό α­να­στηλω­τι­κό θαύμα που με­τα­μορ­φώ­νει την κτι­ρια­κή ει­κό­να των Μο­νών. Με ι­ε­ρό δέ­ος και ευ­λά­βεια για τα έρ­γα των χει­ρών των κτι­τό­ρων, με σε­βασμο στην παράδο­ση και στο φυ­σι­κό πε­ρι­βάλ­λον, με προ­σω­πι­κούς κόπους και θυ­σί­ες, ε­πί σα­ράν­τα ο­λό­κλη­ρα χρό­νια, συν­τη­ρούν, α­να­και­νίζουν και αναστηλώνουν, σώ­ζον­τας έ­τσι α­πό τον α­φα­νι­σμό τα πα­λαι­ά κτί­σμα­τα και δί­νον­τας για αι­ώ­νες ζω­η στα α­πα­ρά­μιλ­λα αρ­χι­τε­κτο­νι­κά μνη­μεί­α.
Ε­κεί­νο, ό­μως, που βα­ραί­νει πε­ρισ­σό­τε­ρο στούς ώ­μους μας εί­ναι η ευ­θύ­νη για την πνευ­μα­τι­κή κλη­ρο­νο­μιά μας, την σώ­ζου­σα και α­γι­ά­ζου­σα Παράδοση του Ορ­θο­δό­ξου Α­να­το­λι­κού Μο­να­χι­σμού, που φθά­νει σ' εμας δια των ο­σί­ων Με­τε­ω­ρι­τών Πα­τέ­ρων. Αυ­τήν κυ­ρί­ως την κλη­ρο­νομια αγωνι­ζό­μα­στε να δι­α­φυ­λά­ξου­με και να με­τα­δώ­σου­με α­νό­θευ­τη στις επόμενες γε­νι­ές. Εί­ναι το βά­ρος των α­ρε­τών του ο­σί­ου Α­θα­να­σί­ου του Μετεωρίτου, ε­νός εκ των με­γά­λων νη­πτι­κών πα­τέ­ρων της ε­πο­χής του· εί­ναι η α­γι­α­σμέ­νη βι­ο­τή ό­λων των κτι­τό­ρων μας, εί­ναι ο φι­λό­θε­ος ζή­λος, η φιλάδελ­φη δι­ά­θε­ση προ­σφο­ράς και η μέ­χρις αυ­το­θυ­σί­ας φι­λο­πα­τρί­α ό­λων των α­γι­ο­με­τε­ω­ρι­τών πα­τέ­ρων, που α­νέ­δει­ξαν την θε­ό­κτι­στη Λι­θό­πο­λή μας σε θε­μα­το­φύ­λα­κα των θρη­σκευ­τι­κών και ε­θνι­κών μας α­ξι­ών.
Οι βρά­χοι των Α­γί­ων Με­τε­ώ­ρων, που εί­δαν στα πρό­σω­πα των ο­σίων μας το κάλ­λος και την ευ­πρέ­πεια της ει­κό­νος του Θε­ού, εί­ναι για τούς σημερινούς ε­νοί­κους τους το Θα­βώρ της προ­σω­πι­κής τους μεταμορφώσεως. Με την α­πο­τα­γή του κό­σμου, που, ως εκ­ζή­τη­ση του Θε­ού και θυ­σί­α των τερ­πνών της ζω­ής, α­πο­τε­λεί μια τρα­νή μαρ­τυ­ρί­α Χρι­στού, εισέρ­χε­ται ο Με­τε­ω­ρί­της Μο­να­χός στο στά­διο των α­σκη­τι­κών αγωνισμάτων, ό­που νυ­χθη­με­ρόν «πυ­κτεύ­ει, υ­πο­πιά­ζει και δου­λα­γω­γεί» εαυτον, για να φθά­ση στην ε­σω­τε­ρι­κή κα­θα­ρό­τη­τα και να δε­χθή την έλλαμψη του α­κτί­στου φω­τός της Τρι­α­δι­κής Θε­ό­τη­τος. Α­κο­λου­θών­τας στα ί­χνη των πα­τέ­ρων του, ε­λεύ­θε­ρος α­πό τα δε­σμά της υ­λι­κής προ­σπα­θεί­ας, πορεύ­ε­ται την ο­δό του μαρ­τυ­ρί­ου της συ­νει­δή­σε­ως, α­πεκ­δύ­ε­ται το δι­κό του θέ­λη­μα, α­γνεύ­ει για την α­γά­πη του Χρι­στού και βρί­σκει μέ­σα στούς κόπους του την α­νά­παυ­ση της ει­ρή­νης του Θε­ού. Κα­τω α­πό το στορ­γι­κό βλέμ­μα των Α­γί­ων μας και μέ­σα στούς ί­διους χώ­ρους,  στούς ο­ποί­ους ε­κεί­νοι κέρδισαν τον ου­ρα­νό, δί­δει α­δι­ά­κο­πα την μαρ­τυ­ρί­α του Χρι­στού και συ­νε­χί­ζει την μο­να­χι­κή πα­ρά­δο­ση, α­σκού­με­νος στις α­ρε­τές της παρθε­νί­ας, της ακτημο­σύ­νης και της υ­πα­κο­ής, στη νη­στεί­α, στην α­γρυ­πνί­α, στην αδιάλειπτη νο­ε­ρά προ­σευ­χή. Στούς να­ούς, που ά­γι­ες χεί­ρες οι­κοδό­μη­σαν και γε­νι­ές α­τέ­λει­ω­τες Μο­να­χών λά­τρευ­σαν τον Κυ­ριο, προσφέ­ρει με τούς ίδιους ύ­μνους τη δι­κή του λα­τρεί­α· στα κελ­λιά, που πο­τίσθη­καν α­πό άφθονους α­σκη­τι­κούς ι­δρώ­τες, εκ­ζη­τεί, με γο­νυ­κλι­σί­ες και κομ­βο­σχοί­νια, με πε­ρι­συλ­λο­γή και δά­κρυ­α με­τα­νοί­ας, το έ­λε­ος του Θεού.
Στο Πο­τή­ριο της Ζω­ής, που δεν έ­παυ­σε να προ­σφέ­ρε­ται α­δι­ά­κο­πα μέ­σα στούς αι­ώ­νες, στο πε­τρα­χή­λι του Πνευ­μα­τι­κού, στην ι­ε­ρή υ­μνω­δί­α που δεν σί­γη­σε πο­τέ και στα νά­μα­τα της α­είρ­ρο­ης πα­τε­ρι­κής δι­δα­σκαλί­ας, διασώζεται και με­τα­φέ­ρε­ται α­πό γε­νιά σε γε­νιά γνή­σια η ορ­θοδο­ξη ασκητική πνευ­μα­τι­κό­τη­τα στα Ά­για Με­τέ­ω­ρα. Πνευ­μα­τι­κό­τη­τα, την ο­ποί­α η ε­ξω­τε­ρι­κή ει­κό­να, ό­πως δι­α­μορ­φώ­νε­ται α­πό τα ση­με­ρι­νά δε­δομέ­να, κά­νει α­θέ­α­τη σ' έ­να ε­πι­πό­λαι­ο βλέμ­μα και σε μια α­βα­σά­νι­στη κρί­ση.
Με ρε­α­λι­σμό, με συγ­κα­τά­βα­ση στις α­παι­τή­σεις των και­ρών και με υψη­λό αίσθη­μα ευ­θύ­νης αν­τι­με­τω­πί­ζει η Μο­να­στι­κή μας Πο­λι­τεί­α την συγχρο­νη πραγ­μα­τι­κό­τη­τα. Το μο­να­δι­κό φυ­σι­κό κάλ­λος της ό­λης α­γι­ο­με­τεω­ρι­κής περι­ο­χής, η ι­στο­ρί­α, τα αρ­χι­τε­κτο­νι­κά μνη­μεί­α και οι κει­μη­λια­κοί μας θησαυ­ροί προ­σελ­κύ­ουν πλή­θη ε­πι­σκε­πτών α­πό ό­λο τον κό­σμο, η δε πνευμα­τι­κή α­κτι­νο­βο­λί­α, τα ά­για λεί­ψα­να και η χά­ρη των θαυ­μα­τουρ­γών α­γί­ων κα­θι­στούν τα Με­τέ­ω­ρα έ­να παγ­κό­σμιο ορ­θό­δο­ξο προ­σκύ­νη­μα. Η νέ­α αυ­τή δι­ά­στα­ση ε­πι­φορ­τί­ζει τούς ση­με­ρι­νούς Με­τε­ω­ρί­τες με μια ε­πί πλέ­ον ευ­θύ­νη. Την ευ­θύ­νη της ι­ε­ρα­πο­στο­λής μέ­σα στα Μο­να­στή­ρια τους, που γίνον­ται άμ­βω­νες και στέλ­λουν το μή­νυ­μα του Ευ­αγ­γε­λί­ου στα πέρα­τα της Οι­κου­μέ­νης. Η πα­ρου­σί­α και μό­νο του μο­να­χού εί­ναι έ­να ζωντα­νό κή­ρυγ­μα ό­χι μό­νο για τον προ­σκυ­νη­τή, αλ­λά και για τον αλ­λό­πι­στο η τον αλ­λό­δο­ξο ε­πι­σκέ­πτη. Ζώ­σα ει­κό­να και μαρ­τυ­ρί­α Χρι­στού, ε­νερ­γεί σε πολ­λές ψυ­χές την κα­λή αλ­λοί­ω­ση, με τη χά­ρη του Θε­ού που α­κτι­νο-βο­λεί στο πρό­σω­πο, στο λό­γο και στη συμ­πε­ρι­φο­ρά του.
Δεν αμ­φι­σβη­τού­με την α­ξί­α της η­συ­χί­ας, ως ση­μαν­τι­κού πα­ρά­γον­τος πνευμα­τι­κής ζω­ής. Και στα Με­τέ­ω­ρα --ό­σο κι αν φαί­νε­ται πα­ρά­δο­ξο-- μπορού­με να την δι­α­σφα­λί­σου­με κα­τά έ­να με­γά­λο μέ­ρος. Η αυ­στη­ρή τήρηση του ω­ρα­ρί­ου ε­πι­σκε­πτών, το ο­ποί­ο δεν υ­περ­βαί­νει το έ­να τέ­ταρ­το του ει­κο­σι­τε­τρα­ώ­ρου, μας ε­ξα­σφα­λί­ζει πολ­λές και τις κα­λύ­τε­ρες ώ­ρες για την λα­τρεί­α και την α­το­μι­κή μας προ­σευ­χή. Η δυ­να­τό­τη­τα ε­ναλ­λα­γής των δι­α­κο­νη­τών στα με­γα­λύ­τε­ρα κοι­νό­βια και η ε­ναλ­λα­κτι­κή λύ­ση του λα­ϊ­κού προ­σω­πι­κού στα ο­λι­γά­ριθ­μα, κα­θώς ε­πί­σης και το κλεί­σι­μο των Μο­νών μί­α η και δύ­ο φο­ρές την ε­βδο­μά­δα μας πα­ρέ­χουν υ­πρρ­δι­πλά­σιες η­μέ­ρες ησυχίας. Κι αυ­τό μό­νο για τούς θε­ρι­νούς μή­νες, δι­ό­τι η χειμε­ρι­νή πε­ρί­ο­δος εί­ναι κα­τά κα­νό­να η­συ­χα­στι­κή. Έ­χου­με δε και το πλε­ονέ­κτη­μα της μη διανυκτε­ρεύ­σε­ως ε­πι­σκε­πτών στις Μο­νές, λό­γω στε­νό­τη­τος χώ­ρου και λόγω των κον­τι­νών α­πο­στά­σε­ων της Κα­λαμ­πά­κας και του Κα­στρα­κί­ου, όπου υ­πάρ­χει πλη­θώ­ρα ξε­νο­δο­χεί­ων.
Η αί­σθη­ση του χρέ­ους προς την πα­ρα­κα­τα­θή­κη των πα­τέ­ρων μας μας επιβάλ­λει την θυ­σί­α, εν μέ­ρει, της πο­θη­τής για κά­θε μο­να­χό η­συ­χί­ας και μας ε­πι­βα­ρύ­νει με πε­ρισ­σό­τε­ρο κό­πο. Ο χώ­ρος αυ­τός, ο κα­θι­ε­ρω­μέ­νος ε­πί μί­α και πλέ­ον χι­λι­ε­τί­α στη λα­τρεί­α του Θε­ού, τέ­τοι­ος πρέ­πει να παρα­μεί­νη μέ­χρι της συν­τε­λεί­ας του αι­ώ­νος. Και η μό­νη εγ­γύ­η­ση για την δι­α­φύ­λα­ξη του ασκη­τι­κού και λα­τρευ­τι­κού χα­ρα­κτή­ρος του εί­ναι η μο­ναχι­κή πα­ρου­σί­α.
Η α­να­γνώ­ρι­ση α­πό την Εκ­κλη­σί­α της Ελ­λά­δος της ι­ε­ρό­τη­τος της ό­λης αγιομε­τε­ω­ρι­κής πε­ρι­ο­χής και η νο­μο­θε­τι­κή κα­το­χύ­ρω­σή της, το έ­τος 1995, α­πό την Ελ­λη­νι­κή Πο­λι­τεί­α την πε­ρι­φρου­ρεί α­πό τούς έ­ξω­θεν προερχομένους κιν­δύ­νους και α­πο­τε­λεί, ως εκ τού­του, μέ­γα ευ­ερ­γέ­τη­μα, για το ο­ποί­ο εί­με­θα πάν­το­τε ευ­γνώ­μο­νες. Αλ­λά ο σω­τή­ριος αυ­τός νό­μος, ό­πως και η προ­στα­σί­α της U­N­E­S­CO, η ο­ποί­α συμ­πε­ρι­έ­λα­βε τα Με­τέ­ω­ρα στα διατη­ρη­τέ­α μνη­μεί­α της Αν­θρω­πό­τη­τος, και κά­θε άλ­λο προ­στα­τευ­τι­κό μέτρο, στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, μό­νο με την πα­ρου­σί­α των Μο­να­χών μπορει να τε­λε­σφο­ρή­ση.
Αν και η ευ­λο­γη­μέ­νη Μο­να­στι­κή μας πο­λι­τεί­α δεν προ­σφέ­ρε­ται για αναχωρη­τι­σμό και τε­λεί­α η­συ­χί­α, δεν υ­στε­ρεί δι­ό­λου σε προ­ϋ­πο­θέ­σεις πνευμα­τι­κής τε­λει­ώ­σε­ως. Δεν εμ­πο­δί­ζει κα­νείς τον ση­με­ρι­νό Με­τε­ω­ρί­τη Μονα­χό να ο­μο­λο­γή α­δι­ά­κο­πα Χρι­στόν στο στά­διο της μαρ­τυ­ρι­κής υπακοής και να φθά­ση στην έ­νω­ση με τον Θε­ο, κα­ταρ­ρί­πτον­τας, «το μεσότοι­χον του ι­δί­ου θε­λή­μα­τος». Κα­τά τον Ά­γιο Γρη­γό­ριο τον Σι­να­ΐ­τη, ο μο­να­χός που α­σκεί την υ­πα­κο­ή, «πάν­τα τα πά­θη υ­φ' εν πε­ρι­έ­κο­ψε· και δια της υ­πα­κο­ής και την η­συ­χί­αν κα­τώρ­θω­σε, τον Χρι­στόν ευ­ρών». Ασφαλέστερη και δο­κι­μώ­τε­ρη θε­ω­ρεί ο Ά­γιος Ι­ω­άν­νης της Κλί­μα­κος την αρετή που α­πο­κτά­ται δια της υ­πα­κο­ής, α­πό αυ­τήν, η ο­ποί­α καλ­λι­ερ­γεί­ται στην η­συ­χί­α. «Η μεν εξ η­συ­χί­ας κα­τορ­θου­μέ­νη του σώ­μα­τος α­πά­θεια, κόσμω πολ­λά­κις πλη­σι­ά­ζου­σα, ουκ α­σά­λευ­τος έ­μει­νεν· η δε εξ υ­πα­κο­ής προσγι­νο­μέ­νη, παν­τα­χού δό­κι­μος και α­κρά­δαν­τος».
Η υ­πα­κο­ή εί­ναι για τον Με­τε­ω­ρί­τη Μο­να­χό α­σπί­δα προ­στα­σί­ας στην καθημε­ρι­νή του δι­α­κο­νί­α, η ζων­τα­νή πα­ρου­σί­α των Α­γί­ων ε­νί­σχυ­ση στούς πει­ρα­σμούς, και η μνή­μη του Θε­ού με την α­δι­ά­λει­πτη νο­ε­ρά προσευ­χή, την ο­ποί­α μπο­ρεί να δι­α­τη­ρή και μέ­σα στο θό­ρυ­βο των ε­πι­σκεπτών, το εντρύφη­μα και η α­γαλ­λί­α­ση της ψυ­χής του. 
Η έν­το­νη λα­τρευ­τι­κή ζω­η με την α­νελ­λι­πή τέ­λε­ση των δι­α­τε­ταγ­μέ­νων Ακολου­θι­ών και την συ­χνή Θεί­α Λει­τουρ­γί­α, οι α­γρυ­πνί­ες, η κα­τά μό­νας προ­σευ­χή, η με­λέ­τη, η συμ­με­το­χή στα Μυ­στή­ρια, η ε­ξα­γό­ρευ­ση των λογισμών, η νη­στεί­α και κά­θε μέ­σο που προ­σφέ­ρει η Α­γί­α μας Εκ­κλη­σί­α προς α­για­σμόν, με την προ­σω­πι­κή συμ­βο­λή της τη­ρή­σε­ως του νου και του ε­σω­τε­ρι­κού α­γώ­νος, εί­ναι και για μας πο­ρι­σμός Θεί­ας Χα­ρι­τος. Μέσα σ' αυτήν την α­τμό­σφαι­ρα της προ­σευ­χής και μέ­σα στην χά­ρη του Θεού, ό­λες οι δρα­στη­ρι­ό­τη­τες, α­κό­μη και οι υ­λι­κές, προσ­λαμ­βά­νουν για τον Με­τε­ω­ρί­τη, ό­πως και για κά­θε Μο­να­χό, πνευ­μα­τι­κές δι­α­στά­σεις. Έ­τσι, η δι­α­κο­νί­α των επι­σκε­πτών, κα­τά την ο­ποί­α «Χρι­στός κα­ταγ­γέ­λεται»­, δια της ξε­να­γή­σε­ως και της ό­λης πα­ρου­σί­ας του Μο­να­χού, κα­θώς και το πο­λύ­πλευ­ρο έρ­γο των Μο­νών μας δεν α­πο­τε­λεί πα­ρέκ­κλι­ση α­πό τον βα­σι­κό σκο­πό της α­πο­τα­γής του κό­σμου, αλ­λά μια άλ­λη έκ­φρα­ση α­γά­πης προς τον Θε­ο και τον συνάνθρω­πο, έ­να ε­πί πλέ­ον μέ­σον α­γιασμου και συ­νε­πώς μια α­κό­μη μαρτυρί­α Χρι­στού.
Χρι­στός ο­μο­λο­γεί­ται και Χρι­στός μορ­φώ­νε­ται στις ψυ­χές τό­σων και τό­σων πι­στών που έρ­χον­ται να α­πο­θέ­σουν στο πε­τρα­χή­λι των ση­με­ρινων Μετεωρι­τών πνευ­μα­τι­κών πα­τέ­ρων το βά­ρος των α­μαρ­τι­ών τους. Χρι­στός με­τα­δί­δε­ται στο πλή­θος των φι­λα­κο­λού­θων που προ­σέρ­χον­ται στις Αγρυπνί­ες και στις Θεί­ες Λει­τουρ­γί­ες και γί­νον­ται τα Μο­να­στή­ρια μας κέντρα και πρό­τυ­πα εκ­κλη­σι­α­στι­κής ζω­ής.
Μια ση­μαν­τι­κή, ε­πί­σης, προ­σφο­ρά των Α­γί­ων Με­τε­ώ­ρων στην Εκκλη­σί­α είναι η εκ­παί­δευ­ση νέ­ων ι­ε­ρέ­ων στις αν­δρώ­ες Μο­νές, ό­που, εκτός α­πό την εκ­μά­θη­ση της λει­τουρ­γι­κής πρά­ξε­ως και τά­ξε­ως, με­τα­δί­δεται στούς ι­ε­ρείς η ευ­λά­βεια και ο ζή­λος της λα­τρευ­τι­κής ζω­ής.
Μαρ­τυ­ρί­α Χρι­στού εί­ναι και το πο­λυ­σχι­δές κοι­νω­νι­κό και φι­λαν­θρωπι­κό έργο των Μο­νών που ε­κτεί­νε­ται και πέ­ραν των ο­ρί­ων της Ελ­λη­νικης Επικρα­τεί­ας. Η α­νέ­γερ­ση να­ών στην Κα­λαμ­πά­κα και στην Αλ­βα­νί­α, η ανοικο­δό­μη­ση πνευ­μα­τι­κού κέν­τρου στην Κα­λαμ­πά­κα, η πα­ρο­χή οικονομικής βο­η­θεί­ας στην Σερ­βί­α και στις άλ­λες εμ­πε­ρί­στα­τες Χώ­ρες των Βαλ­κα­νί­ων, η α­φα­νής πο­λύ­πλευ­ρη, κα­θη­με­ρι­νή, θα μπο­ρού­σα­με να πού­με, φι­λαν­θρω­πι­κή προ­σφο­ρά, κα­θώς και η ε­νί­σχυ­ση του έρ­γου της Ε­ξω­τε­ρι­κής Ι­ε­ρα­πο­στο­λής εί­ναι πε­ρίσ­σευ­μα α­γά­πης και καρ­πός συ­νε­χών α­σκη­τι­κών κό­πων.
Προ­σή­λω­ση στην ορ­θό­δο­ξη πα­ρά­δο­ση, νή­φου­σα εκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κή συ­νεί­δη­ση και ο­μο­λο­για­κό φρό­νη­μα μαρ­τυ­ρεί και η ε­νερ­γός συμ­με­το­χή των Μο­νών μας στούς α­γώ­νες της Εκ­κλη­σί­ας για την προ­ά­σπι­ση των δι­καί­ων της και για την δι­α­φύ­λα­ξη της α­κε­ραι­ό­τη­τος της Πι­στε­ως. Οι θεσεις μας στο πρόβλη­μα της εκ­κλη­σι­α­στι­κής πε­ρι­ου­σί­ας, της Συμ­φω­νί­ας Σεν­γκεν, του ηλεκτρο­νι­κού φα­κελ­λώ­μα­τος, της δι­α­γρα­φής του θρη­σκεύμα­τος α­πό τα δελ­τί­α ταυ­τό­τη­τος και σε ό­λα τα φλέ­γον­τα σύγ­χρο­να ζητή­μα­τα, θέ­σεις, οι ο­ποί­ες εκ­φρά­σθη­καν με ψη­φί­σμα­τα, με έκ­δο­ση φυλλα­δί­ων και βι­βλί­ων και με κά­θε άλ­λο πρό­σφο­ρο μέ­σο, θε­με­λι­ω­μέ­νες στον α­ναλ­λοί­ω­το α­γι­ο­γρα­φι­κό και α­γι­ο­πα­τε­ρι­κό λό­γο, α­πη­χούν πι­στά την γνώ­μη της Εκ­κλη­σί­ας μας.
Η πα­ρά­δο­ση συ­νε­χί­ζε­ται στα Με­τέ­ω­ρα και με την ε­πί­δο­ση των Μονα­χών στις εκ­κλη­σι­α­στι­κές τέ­χνες. Με ι­δι­αί­τε­ρη ε­πι­μέ­λεια καλ­λι­ερ­γεί­ται η προσιδιάζου­σα στην μο­να­χι­κή ι­δι­ό­τη­τα τέ­χνη της α­γι­ο­γρα­φί­ας και η Βυζαντι­νή Μου­σι­κή, η ο­ποί­α α­νυ­ψώ­νει το ε­πί­πε­δο της λα­τρευ­τι­κής ζω­ής. Η πα­ρα­σκευ­ή θυ­μι­ά­μα­τος και α­γνού κε­ριού, α­πα­ραι­τή­των για τις λει­τουργι­κές α­νάγ­κες, δεν λεί­πει α­πό τις ε­να­σχο­λή­σεις τους, δια δε της συγγρα­φι­κής δραστη­ρι­ό­τη­τος ε­πι­τε­λεί­ται έρ­γο ευ­αγ­γε­λι­σμού ψυ­χών και προ­α­γω­γής του γλωσ­σι­κού και πνευ­μα­τι­κού ε­πι­πέ­δου.
Το πο­λύ­μο­χθο και πο­λύ­πλευ­ρο έρ­γο των τε­λευ­ταί­ων δε­κα­ε­τι­ών στα Ά­για Με­τέ­ω­ρα, με ι­δι­αί­τε­ρη μέ­ρι­μνα, ε­κτός α­πό τις α­να­στη­λώ­σεις, στην ι­στό­ρη­ση να­ών και στην συν­τή­ρη­ση των χει­ρο­γρά­φων, δι­έ­σω­σε και α­νέδει­ξε τούς ατί­μη­τους θη­σαυ­ρούς της κλη­ρο­νο­μιάς μας και εί­ναι μια μαρτυ­ρί­α Χρι­στού ό­χι μό­νο για τούς πρω­τερ­γά­τες Μο­να­χούς, αλ­λά και για ό­σους ήλ­θαν αρωγοί στούς κό­πους μας. Εκ­φρά­ζου­με και α­πό τη θέ­ση αυ­τή θερ­μές ευχαρι­στί­ες προς τα πρό­σω­πα που στη­ρί­ζουν τις προ­σπάθει­ές μας και κα­τά πρώ­τον λό­γον στον Σε­βα­σμι­ώ­τα­το Μη­τρο­πο­λί­τη μας Στα­γών και Μετεώρων κ.κ. Σε­ρα­φείμ για την ποι­μαν­τι­κή μέ­ρι­μνα, την συμ­πα­ρά­στα­ση και την δι­α­κρι­τι­κή του α­γά­πη. Πι­στεύ­ου­με ό­τι η άρ­ση του προ­σω­πο­πα­γούς χα­ρα­κτή­ρος της Μη­τρο­πό­λε­ώς μας θα εί­ναι ευ­ερ­γε­τι­κή για τα Ά­για Μετέωρα και την ό­λη πε­ρι­ο­χή. Στο τε­ρά­στιο α­να­στη­λω­τι­κό έρ­γο συμ­βάλ­λει ου­σι­α­στι­κά το εν­δι­α­φέ­ρον, η δι­ά­κρι­ση και η α­γα­στή συ­νερ­γα­σί­α του Προϊστα­μέ­νου της 7ης Ε­φο­ρεί­ας Βυ­ζαν­τι­νών Αρ­χαι­ο­τή­των κ. Λα­ζά­ρου Δεριζι­ώ­τη, δια δε της κα­τα­γρα­φής και με­λέ­της των χει­ρο­γρά­φων, κατεγράφη ευ­γνω­μό­νως το ό­νο­μα του α­ει­μνή­στου Νι­κο­λά­ου Βε­η και του δι­α­δό­χου του Ελ­λο­γι­μω­τά­του Κα­θη­γη­τού του Ι­ο­νί­ου Πα­νε­πι­στη­μί­ου κ. Δημη­τρί­ου Σο­φια­νού στην ι­στο­ρί­α της Α­γί­ας Λι­θο­πό­λε­ως.  
Ε­πι­κλεί­ον­τας, πα­ρα­κα­λώ, Μα­κα­ρι­ώ­τα­τε, εύ­χε­σθε η ζω­η­φό­ρος ορ­θοδο­ξη ασκη­τι­κή πα­ρά­δο­ση να μα­κραί­νη την χο­ρεί­α των Με­τε­ω­ρι­τών Α­γίων και η ου­ρα­νο­γεί­των α­γι­ό­τε­κνη Λι­θό­πο­λή μας να πα­ρα­μέ­νη «ου­ρα­νού αν­τί­τυ­πον», που θα «δι­η­γεί­ται δό­ξαν Θε­ού» «εις πά­σαν την γην». 
Ά­για Με­τέ­ω­ρα 12-14 Σε­πτεμ­βρί­ου 2000- Μετεωρίτικοι Αντίλαλοι
πηγή  το είδαμε εδώ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...