Ὁ Ὅσιος Ἰσίδωρος ὁ Πηλουσιώτης
«Ἱερατικῆς καὶ ἀσκητικῆς πολιτείας κανών», «τῆς ἡμετέρας αὐλῆς μοῦσαν».
Εἶναι χαρακτηρισμοὶ ποὺ ἀπέδωσε ὁ Μέγας Φώτιος στὸν ὅσιο Ἰσίδωρο, γιὰ τὴν ἄριστη θεολογική του κατάρτιση, τὸ φιλοσοφικό του νοῦ, τὴν ἀσκητική του ἐγκράτεια, τὴν τόλμη καὶ τὴν ἄμεμπτη ἰδιωτική του ζωή.
Ὁ Ὅσιος γεννήθηκε στὴν Αἴγυπτο, περίπου τὸ 360, καὶ πέθανε τὸ 440. Ἔκανε μεγάλες καὶ καλὲς σπουδές. Ἐργάστηκε στὴν ἀρχὴ σὰν κατηχητὴς καὶ δάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας Ἀλεξανδρείας. Μετά, ὅμως, ἀποσύρθηκε σ᾿ ἕνα μοναστήρι κοντὰ στὸ Πηλούσιο, γι᾿ αὐτὸ ὀνομάστηκε καὶ Πηλουσιώτης. Ἀργότερα, τὸν ἀξιώνει ὁ Θεὸς καὶ γίνεται Ἱερέας καί, ἔπειτα, πανηγυρικά, ἡγούμενος στὸ μοναστήρι του.
Ἡ πολυμάθεια ἔδωσε στὸν Ἰσίδωρο τέτοιο κῦρος καὶ φήμη, ὥστε νὰ θεωρεῖται αὐθεντία στὶς ἑρμηνεῖες δύσκολων ἁγιογραφικῶν χωρίων καὶ στὴ λύση ἀποριῶν. Ἂν ἤθελε, ἔπαιρνε ἄνετα τὸ ἀρχιερατικὸ ἀξίωμα. Ἀρνεῖται, ὅμως, προτιμῶντας τὸ μοναστήρι, μὲ τὸ σκεπτικὸ ὅτι θὰ πρόσφερε περισσότερα στὴν Ἐκκλησία μὲ τὸ λόγο καὶ τὰ συγγράμματά του.
Πράγματι, σῴζονται σήμερα 2012 ἐπιστολές του. Ἐκεῖνο, ὅμως, ποὺ κάνει ἐντύπωση, εἶναι ἡ ἰδέα τοῦ Ἰσιδώρου γιὰ τοὺς μοναχοὺς καὶ τὰ μοναστήρια. Πίστευε ὅτι τὰ μοναστήρια ἔπρεπε νὰ εἶναι ὁπλισμένα μὲ ὅλα τὰ ἐφόδια τῶν θρησκευτικῶν καὶ θεολογικῶν γνώσεων. Καὶ νὰ εἶναι οἱ μεγάλοι προμαχῶνες τῆς πίστης, ἀπ᾿ ὅπου θὰ βγαίνουν οἱ θερμότεροι καὶ σοφότεροι ἀπολογηταὶ καὶ συνήγοροί της.
Ἀπολυτίκιο.
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Σοφίᾳ κοσμούμενος, παντοδαπεῖ εὐκλεῶς, τοῖς λόγοις ἐκόσμησας, τὴν Ἐκκλησίαν Χριστοῦ, Ἰσίδωρε Ὅσιε· σὺ γὰρ δι’ ἐγκρατείας, σεαυτὸν ἐκκαθάρας, πράξει καὶ θεωρίᾳ, διαλάμπεις ἐν κόσμῳ· δι’ ὧν μυσταγωγούμεθα, Πάτερ τὰ κρείττονα.
Κοντάκιο.
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐωσφόρον ἄλλον σε ἡ Ἐκκλησία, εὑραμένη ἔνδοξε, ταῖς τῶν σῶν λόγων ἀστραπαῖς, λαμπρυνομένη κραυγάζει σοι· χαίροις παμμάκαρ θεόφρον Ἰσίδωρε.
Μεγαλυνάριον.
Ἔρωτι σοφίας διαπρεπής, ἀποδεδειγμένος, καταλάμπεις πᾶσαν τὴν γῆν, ἐκ τοῦ Πηλουσίου, τῶν λόγων τὰς ἀκτῖνας, ὥσπερ πυρσὸς ἐκπέμπων, Πάτερ Ἰσίδωρε.
Ὁ Ὅσιος Νικόλαος ὁ Ὁμολογητής ὁ Στουδίτης
Γεννήθηκε στὴν Κυδωνιὰ τῆς Κρήτης τὸ ἔτος 792, καὶ ἐκεῖ διδάχτηκε τὰ πρῶτα γράμματα. Κατόπιν οἱ γονεῖς του τὸν ἔστειλαν στὴν Κωνσταντινούπολη κοντὰ στὸ θεῖο του Θεοφάνη, ποὺ ἦταν μοναχὸς στὴν περίφημη Μονὴ τοῦ Στουδίου, τῆς ὁποίας καὶ αὐτὸς ἔγινε μοναχός. Ἐκεῖ ὁ Νικόλαος βρῆκε τὴν εὐκαιρία νὰ μορφωθεῖ στὰ ἑλληνικὰ καὶ θρησκευτικὰ Γράμματα, ἔγινε δὲ καὶ ἕνας ἀπὸ τοὺς καλύτερους ταχυγράφους τῆς ἐποχῆς του.
Οἱ καιροὶ ὅμως ἦταν πολὺ ταραγμένοι ἀπὸ τὸ σάλο τῆς Εἰκονομαχίας, καὶ ἡ Ἱερὰ Μονὴ Στουδίου, ποὺ ἦταν προμαχῶνας τοῦ ἀγῶνα ὑπὲρ τῶν ἁγίων Εἰκόνων, ὁ ἡγούμενος καὶ οἱ μοναχοί της, ὑπέστησαν διώξεις, φυλακίσεις, ἐξορίες καὶ πολλὲς ἄλλες στερήσεις.
Τὴν ἴδια βέβαια τύχη εἶχε καὶ ὁ Νικόλαος, γι᾿ αὐτὸ καὶ ἐπονομάσθηκε Ὁμολογητής. Ὅταν ἔπαψε ἡ θύελλα τῆς Εἰκονομαχίας, στὶς 19 Ἀπριλίου 847, ὁ Νικόλαος ἐξελέγη ἡγούμενος τῆς Μονῆς του. Τὸ 850 ὅμως παραιτήθηκε. Τὸ 859 ἵδρυσε τὸ μονύδριο τοῦ Κονωροβίου, μὲ σχέδιο νὰ καταρτίσει νέους μοναχοὺς κατὰ τὸ πνεῦμα καὶ τὶς παραδόσεις τῆς Μονῆς Στουδίου.
Ὁ Καῖσαρ Βάρδας, ὅμως, τὸν ἀνάγκασε νὰ αὐτοεξορισθεῖ σὲ διάφορους τόπους (Ἱστορικὲς πῆγες ἀναφέρουν ὅτι εἶχε πρόβλημα πνευματικῆς ἐπικοινωνίας μὲ τὸν ἱερὸ Φώτιο), γιὰ νὰ ἐπανέλθει τὸ 867 σὰν ἡγούμενος, καὶ νὰ τὸν καλέσει ὁ Θεὸς κοντά Του στὶς 4 Φεβρουαρίου τοῦ 868.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θεῖον βλάστημα, τῆς Κυδωνίας, καὶ ὑπόδειγμα, ὁσίου βίου, ἀνεδείχθης Στουδῖτα Νικόλαε· καὶ τοῦ Χριστοῦ τὴν Εἰκόνα σεβόμενος, ὀμολογίας ἀγῶσι διέπρεψας. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθε ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Ἐκ Κυδωνίας ὡς φωστὴρ λαμπρὸς ἀνέτειλας Καὶ Ἐκκλησίας καταυγάζεις τὰ πληρώματα Τῇ στερρᾷ ὁμολογίᾳ σου Θεοφόρε. Τῆς Εἰκόνος τοῦ Χριστοῦ γὰρ τὴν προσκύνησιν Τοῖς ἀγῶσί σου καὶ πόνοις κατετράνωσας. Ὅθεν κράζομεν, χαίροις Πάτερ Νικόλε.
Μεγαλυνάριον
Χαίροις Κυδωνίας θεῖος βλαστὸς, καὶ Μονῆς Στουδίου, τύπος ἔμπνους πρὸς ἀρετήν· τῆς ὁμολογίας, τὸ θεῖον χαῖρε στόμα, Νικόλαε παμμάκαρ, Κρητῶν ἀγλάϊσμα.
Ὁ Ἅγιος Ἀβράμιος Ἱερομάρτυρας ἐπίσκοπος Ἀρβὴλ της Περσίας
Μαρτύρησε τὸν 5ο αἰῶνα μ.Χ. Ἦταν ἐπίσκοπος κάποιας Περσικῆς πόλης ποὺ ὀνομαζόταν Ἀρβήλ, τὰ ἀρχαία Ἄρβηλα, πόλη τῆς Ἀσσυρίας (Μεσοποταμίας· βρισκόταν γύρω στὰ 90 χιλ. νοτιονατολικὰ τῆς Μοσσούλης κοντὰ στὰ Ἴρακινοπερσικα σύνορα. Τώρα ἀνήκει στὸ Ἰρὰκ καὶ ὀνομάζεται Ἐρμπίλ).
Ὅταν ἔγινε ὁ διωγμὸς στὴν Περσία ἐναντίον τῶν χριστιανῶν, ὁ Ἀβράμιος συνελήφθη ἀπὸ τὸν ἀρχιμάγο του βασιλιᾶ Ἀδερφορᾶ. Αὐτὸς προσπάθησε νὰ τὸν ἀναγκάσει νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστὸ καὶ νὰ προσκυνήσει τὸν ἥλιο. Ὁ Ἀβράμιος ὄχι μόνο δὲν ἀρνήθηκε τὸν Χριστό, ἀλλὰ τοῦ εἶπε ὅτι θὰ ἐργάζεται συνεχῶς γιὰ τὴν διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου. Τότε μετὰ ἀπὸ σκληρὰ βασανιστήρια, τὸν ἀποκεφάλισαν σ᾿ ἕνα χωριὸ ποὺ λεγόταν Θελμᾶ καὶ ἔτσι ἔλαβε ἀπὸ τὸν Κύριο τὸ ἀμάραντο στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.
Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ἐπίσκοπος Εἰρηνουπόλεως
Ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς 318 Θεοφόρους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας στὴν Οἰκουμενικὴ Σύνοδο τῆς Νικαίας.
(Ἡ Εἰρηνούπολη, πόλη Βυζαντινή, ἦταν κοντὰ στὸν Σάρο ποταμὸ τῆς Τραχείας Κιλικίας).
Ὁ Ὅσιος Ἰάσιμος ὁ Θαυματουργός
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ὁ Ἅγιος Θεόκτιστος
Μαρτύρησε διὰ ἀποκεφαλισμοῦ.
Ὁ Ὅσιος Νικήτας «ὁ ἐν τοῖς Πυθίοις»
Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστές. Μνημονεύεται στὸ Βυζαντινὸ Ἑορτολόγιο τοῦ Γεδεῶν (σελ. 69), σὰν ἀσκητὴς ὅσιος, ποὺ ἀσκήτευσε (ἄγνωστο πότε) «ἐν Πυθίοις» (τὸ σημερινὸ Κουρί).
Ὁ Ἅγιος Ἰωσὴφ ὁ Χαλεπλής
Καταγόταν ἀπὸ τὸ Χαλέπιο καὶ οἱ Τοῦρκοι, ἐπειδὴ ἦταν εὐσεβής, τὸν συκοφάντησαν ὅτι δῆθεν εἶπε θὰ γίνει Τοῦρκος. Μπροστὰ στὶς ὑποσχέσεις καὶ τὶς κολακεῖες τοῦ κριτῆ, ὁ Ἰωσὴφ παρέμεινε ἀμετάθετος στὴν πίστη του καὶ μὲ θάῤῥος ἤλεγξε τὴν μουσουλμανικὴ θρησκεία. Ἀφοῦ ἀποδείχθηκε ἀκλόνητος καὶ ἀμετάπειστος στὶς ἀπόπειρες τῶν Τούρκων νὰ τὸν ἀλλαξοπιστήσουν, δέχτηκε τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου μὲ ἀποκεφαλισμὸ στὶς 4 Φεβρουαρίου 1686.
Ὁ ὑπ᾿ ἀριθ. 2142 (129) κώδικας τοῦ XΝΙΙΙ αἰ. τῆς Μονῆς Ἐσφιγμένου του Ἁγίου Ὄρους, ἐδάφ. 23, ἀναφέρει τὸ μαρτύριο τοῦ Ἁγίου στὶς 17 Φεβρουαρίου.
Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ Κορίνθιος
Ὁρισμένες ἁγιολογικὲς πηγὲς ἀναφέρουν τὴν μνήμη του 4 Φεβρουαρίου. Ὅμως, βλέπε κυρίως μνήμη τοῦ ἁγίου αὐτοῦ στὶς 14 Φεβρουαρίου.
Οἱ Ὅσιοι Ἀβραὰμ καὶ Κόπρις
Οἱ Ὅσιοι Πατέρες Ἀβραὰμ καὶ Κόπρις ἀσκήτεψαν περὶ τὸ 1485 στὴ μονὴ Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος Πετσένγκα – Γκραζοβέσκ. Κοιμήθηκαν μὲ εἰρήνη καὶ τὰ ἱερὰ λείψανά τους μεταφέρθηκαν στὴν κωμόπολη Βλαντιμίρσκο τῆς Πετσένγκα, στὴν περιοχὴ Βολογκντὰ τῆς Ρωσίας.
Οἱ Ὅσιοι Εὐάγριος καὶ Σίος
Οἱ Ὅσιοι Εὐάγριος καὶ Σίος τοῦ Μγκβιμέλι ἔζησαν στὴν Γεωργία τὸν 6ο αἰώνα μ.Χ.
Ὁ Ὅσιος Εὐάγριος ἀρχικὰ ἦταν δούκας τοῦ Ζιχαντίνι καὶ ἀρχηγὸς τοῦ μεγαλύτερου κράτους στὴν αὐλὴ τοῦ βασιλείου τοῦ Κάρτλι (Δυτικὴ Γεωργία). Στὴν συνέχεια ἔγινε ἕνας ἀπὸ τοὺς πρώτους γεωργιανοὺς μαθητὲς τοῦ Ἁγίου Σίου καὶ μετέπειτα ἡγούμενος τῆς μονῆς ποὺ ἵδρυσε ὁ τελευταῖος.
Ὁ Ὅσιος Εὐάγριος ἐσκόπευε νὰ γίνει μοναχὸς ὅταν, πηγαίνοντας σὲ ἕνα κυνήγι, ἔγινε θεατὴς ἑνὸς θαύματος: εἶδε ἕνα περιστέρι νὰ φέρνει τροφὴ στὸν ἐρημίτη Ἅγιο Σίο. Αὐτὸς ἀρχικὰ ἦταν ἀντίθετος στὴ ἀπόφαση τοῦ Εὐάγριου, ἐπειδὴ ἦταν πολὺ βιαστική. Ὁ Εὐάγριος ὅμως, ἐπέμενε καὶ τελικὰ ὁ Ἅγιος Σίος τοῦ παρήγγειλε νὰ ἐπιστρέψει σπίτι, νὰ τακτοποιήσει ὅλες τὶς ὑποθέσεις του, νὰ ἀποχαιρετήσει τοὺς δικούς του καὶ ἔπειτα νὰ πάει στὶς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ Μτκβάρι καὶ νὰ βάλει μέσα στὸ νερὸ ἕνα μπαστούνι ποὺ ὁ ἴδιος θὰ τοῦ ἐδώριζε. Ἐὰν ὁ ποταμὸς ἐστέγνωνε μπροστὰ στὰ μάτια τοῦ Εὐάγριου, αὐτὸ θὰ ἦταν ἕνα θεϊκὸ σημάδι γιὰ νὰ ξεκινήσει τὸν μοναχικὸ βίο, διαφορετικὰ ὁ φιλόδοξος μοναχὸς θὰ ἔπρεπε νὰ ἐγκαταλείψει τὸν σκοπό του. Ὁ Εὐάγριος ἔπραξε μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο καί, κατὰ τὴν θεία βούληση, παρέμεινε μὲ τὸν Ἅγιο Σίο.
Ἔκτοτε ὁ ἀριθμὸς τῶν ἀσκητῶν γύρω τους ἄρχισε νὰ πολλαπλασιάζεται καὶ κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο ἐγεννήθηκε τὸ μοναστήρι. Ὁ Εὐάγριος μὲ δικά του ἔξοδα ἀγόρασε γιὰ τὴν ἀδελφότητα τὸ χωριὸ Σαλτέμπα μαζὶ μὲ τὰ προσαρτημένα ἐδάφη.
Μετὰ ἀπὸ λίγο χρονικὸ διάστημα, ὁ Ἅγιος Σίος, μὲ τὴν εὐλογία τοῦ πνευματικοῦ του πατέρα, ἀπομονώθηκε σὲ σπήλαιο καὶ ὅρισε τὸν Ὅσιο Εὐάγριο ἡγούμενο τῆς μοναστικῆς ἀδελφότητος.
Ἡ μνήμη τῶν Ὁσίων ἑορτάζεται καὶ στὶς 4 Ἰανουαρίου, ὅπως καὶ στὶς 9 Μαΐου.
Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ὁ Πρίγκηπας
Ὁ Ἅγιος Γεώργιος (Βσεβολόντοβιτς) ἐγεννήθηκε τὸ ἔτος 1189 στὴ Ρωσία καὶ ἦταν υἱὸς τοῦ μεγάλου πρίγκηπα Βσέβολοντ. Διαδέχθηκε τὸν ἀδελφό του Κωνσταντίνο καὶ ἔγινε μέγας ἡγεμόνας τοῦ Βλαδιμὶρ καὶ τῆς Σουζδαλίας, λίγο πρὶν τὴν μάχη τοῦ Κάλκα, κατὰ τὴν ὁποία οὁ Μογγόλοι τοῦ Μπατοῦ Χὰν κατέστρεψαν τὸ Ρωσικὸ στρατό.
Ἡ βασιλεία του διέρρευσε μέσα ἀπὸ ἐμφύλιους σπαραγμοὺς καὶ ἀγῶνες, καθὼς καὶ πολέμους κατὰ τῶν Μογγόλων, οἱ ὁποῖοι εἶχαν εἰσβάλει στὴ Ρωσία καὶ ἐλεηλάτησαν τὴ Μόσχα, τὴ Σουζδαλία καὶ τὸ Βλαδιμίρ. Πράγματι, τὸ ἔτος 1223, τὰ μογγολικὰ στρατεύματα εἰσέβαλαν στὴ χῶρα τῆς Ρωσίας, ἐνίκησαν τοὺς διαιρεμένους Ρώσους ἡγεμόνες καὶ ἐπέστρεψαν στὴν Ἀσία.
Ὁ Ἄγιος Γεώργιος ἐφονεύθηκε στὴ μάχη τὴν ὁποία συνῆψε μὲ τοὺς Μογγόλους στὸν ποταμὸ Σίτα στὶς 4 Μαρτίου 1238. Ὁ Ἐπίσκοπος Κύριλλος ἐνταφίασε τὸ σκήνωμά του στὸν καθεδρικὸ ναὸ τοῦ Ροστὼβ καὶ δύο χρόνια αργότερα τὸ μετέφερε μὲ εὐλάβεια καὶ ἐπισημότητα στὸ ναὸ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου Βλαδιμίρ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά