Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιες μορφές στον σύγχρονο κόσμο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιες μορφές στον σύγχρονο κόσμο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή, Νοεμβρίου 09, 2018

Άγιος Νεκτάριος: Έλαμψε με το έργο του – Γιατί θεωρείται ο Άγιος της Αίγινας

νεκτάριος

Ο Άγιος της Αίγινας, ο Άγιος Νεκτάριος, ο ταπεινός ιεράρχης, μοναχικός και παρόλα αυτά προσηνής, έδειχνε από μικρός την αγάπη του για το Χριστό και την ιεραποστολική του κλίση, ενώ έγινε παράδειγμα ανιδιοτελούς προσφοράς και αγάπης στους πονεμένους συνανθρώπους της εποχής του.
Ο Άγιος Νεκτάριος από μικρός έφτιαχνε τεχνητούς άμβωνες, μιλούσε για το Χριστό στα παιδιά της ηλικίας του και στο συσκευαστήριο μαζί με τον καπνό που πουλούσε, κάθε φορά έδινε και ένα μικρό χαρτάκι, με κάποια ευαγγελική ρήση που μιλούσε για μετάνοια και σωτηρία.
Αρχικά χειροτονήθηκε διάκονος με το όνομα Νεκτάριος, το 1889 χειροτονήθηκε επίσκοπος Πενταπόλεως Λιβύης και αργότερα διορίστηκε ιεροκήρυκας σε διάφορα μέρη της Ελλάδας.
Το 1894 διορίστηκε διευθυντής της Ριζαρείου σχολής και έκανε πράξη τον ουσιαστικό ρόλο του παιδαγωγού με το παράδειγμά του. Κάποτε όταν μαθητές ήρθαν στα χέρια, ο ίδιος αντί να τους τιμωρήσει, αυτοτιμωρήθηκε, θεωρώντας εαυτόν υπαίτιο, με ασιτία 3 ημερών.
Άλλοτε, βρέθηκε ξυπόλητος ενώπιον των μαθητών να αγορεύει, διότι εισερχόμενος στην αίθουσα είδε ένα φτωχό, ο οποίος τον παρακάλεσε, αν μπορούσε να τον βοηθήσει ώστε να αποκτήσει παπούτσια, καθότι δεν είχε, και εκείνος έδωσε τα δικά του. Άλλοτε, σε μια διαμάχη μεταξύ των επιστατών για το ποιος ήταν υπεύθυνος καθαριότητας των αποχωρητηρίων, ο ίδιος έλυσε τη διαφορά τους, καθαρίζοντάς τες.
Στην Αίγινα εγκαταστάθηκε το 1908, σε ένα παλαιό μοναστήρι στη θέση Ξάντος και στάθηκε στους ανθρώπους του νησιού σαν αδελφός, βοηθός, συμπαραστάτης, οδηγός και συνοδοιπόρος της ζωής αφήνοντας την τελευταία του πνοή το 1920.
Μάλιστα όταν χωρικοί τον επισκέφτηκαν ζητώντας του να λειτουργήσει και να δεηθεί στον Θεό να βρέξει, διότι είχε 3 χρόνια να βρέξει στο νησί, το έκανε και την ίδια μέρα άρχισε να βρέχει. Αυτό και άλλα θαύματά του, εκλείφθηκαν ως θεϊκά σημάδια από τους Αιγινίτες, με αποτέλεσμα να θεωρούν Άγιο τον Νεκτάριο, ακόμα και εν ζωή.
Η μνήμη του εορτάζεται σήμερα 9 Νοεμβρίου. Μυστήριο θεωρείται ότι το λείψανο του Αγίου παρά τις 3 ταφές και εκταφές παρέμεινε αναλλοίωτο για περισσότερο από 30 χρόνια.

Κυριακή, Δεκεμβρίου 24, 2017

Τα Χριστούγεννα του παπά Τύχωνα (πνευματικός Γέρων του Οσίου Παϊσίου)


Τα Χριστούγεννα του παπά Τύχωνα 
(πνευματικός Γέρων του Οσίου Παϊσίου)

εγώ (,) το γουρουνόπουλο 
και τα Χριστούγεννα τού παπα Τύχωνα
Σοφία Ντρέκου

Κάθε Χριστούγεννα ο Γέροντας θα οικονομούσε μια ρέγκα, για να πέραση όλες τις χαρμόσυνες ήμερες του Δωδεκαημέρου με κατάλυση ιχθύος.

Την δε ραχοκοκαλιά της ρέγκας δεν την πετούσε, αλλά την κρεμούσε με μια κλωστή και, όποτε ήταν καμιά Δεσποτική ή Θεομητορική εορτή και είχε κατάλυση ιχθύος, έβραζε λίγο νερό σ' ένα κονσερβοκούτι, βουτούσε την ραχοκοκαλιά δυο -τρεις φορές στο νερό, για να πάρη λίγη μυρωδιά, και μετά έριχνε λίγο ρύζι.

Έτσι έκανε κατάλυση και κατηγορούσε και τον εαυτό του ότι τρώει και ψαρόσουπες στην έρημο!

Την ραχοκοκαλιά αυτή την κρεμούσε πάλι στο καρφί και για άλλη κατάλυση, μέχρι πού άσπριζε πια και τότε την πετούσε.

Ένα μικρό απόσπασμα από το αφιέρωμά μας στον παπα-Τύχων,
πνευματικός Γέρων του Οσίου Παϊσίου του Αγιορείτου. 




Αλλά όμως ψάχνοντας το παραπάνω θέμα στο διαδίκτυο, έπεσα στην ανάρτηση του αγαπημένου αδελφού Misha Sarov «Για την απλή και ήσυχη ζωή συν πάσι τοις αγίοις...»(Δημοσιεύτηκε: 25 Δεκ 2010) ο οποίος, το 2010 που πληκτρολόγησε το θέμα του, διαβάστε με πόσο εξαιρετική παρουσίαση και με τρόπο πνευματικό, ταπεινό το παρουσίασε, στο εκλεκτό κι ένα από τα σημαντικά ενδιαφέροντα ορθόδοξα ιστολόγια του αχανούς διαδικτύου. Γιατί η περιγραφή ενός θέματος και αυτοκριτική μας, κάνει την διαφορά αγαπημένοι μου αναγνώστες της «αέναης επΑνάστασης» στην παρουσίαση μιας ανάρτησης από την απλή αντιγραφή-επικόλληση στο διαδίκτυο.
εγώ (,) το γουρουνόπουλο 
και τα Χριστούγεννα τού παπα Τύχωνα
Γράφει ο Misha Sarov

Σε λίγη ώρα, μεταξύ συγγενών και φίλων, θα κατασπαράξω το βρέφος γουρουνόπουλο για να τιμήσω το αιδέσιμον της μεγάλης εορτής των Χριστουγέννων...


Θα «κυοφορήσω» λιπαρά και ευώδη φαγητά για να τιμήσω, υποτίθεται, Αυτόν που ετέχθη ανάμεσα στην κόπρο των άλογων ζώων...

Έξυπνος, σπουδαγμένος και οιηματίας γαρ, δε μπορώ να χαρώ αλλιώς αυτές τις μέρες. Εξάλλου πώς μπορούν να χαρούν τις «καταστηματικές ηδονές» του Επίκουρου, όσοι έχουν για θεό την κοιλιά τους;

«Κάθε Χριστούγεννα ό Γέροντας θα οικονομούσε μια ρέγκα,
για να πέραση όλες τις χαρμόσυνες ήμερες 
του Δωδεκαημέρου με κατάλυση ιχθύος.
Την δε ραχοκοκκαλιά της ρέγκας δεν την πετούσε,
αλλά την κρεμούσε με μια κλωστή καί, όποτε ήταν
καμιά Δεσποτική ή Θεομητορική εορτή καί είχε κατάλυση ιχθύος,
έβραζε λίγο νερό σ' ένα κονσερβοκούτι, βουτούσε
την ραχοκοκκαλιά δυό-τρεΐς φορές στο νερό,
για να πάρη λίγη μυρωδιά, καί μετά έριχνε λίγο ρύζι.
Έτσι έκανε κατάλυση καί κατηγορούσε καί τον εαυτό του
ότι τρώει καί ψαρόσουπες στην έρημο!
Την ραχοκοκκαλιά αυτή την κρεμούσε πάλι στο καρφί
καί για άλλη κατάλυση, μέχρι πού άσπριζε πια καί τότε την πετούσε»

(Μοναχού Παϊσίου Άγιορείτου, Αγιορείται Πατέρες καί Αγιορείτικα, έκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος, Σουρωτή Θεσσαλονίκης, σ. 22). www.sophia-ntrekou.gr

Kαι η απορία θα παραμείνει: ξεδιψά η ψυχή με την χοληστερίνη και τα τριγλυκερίδια;
O παπα Τύχωνας περνούσε μίζερα και κακομοίρικα Χριστούγεννα;

Κυριακή, Νοεμβρίου 26, 2017

Ο Γέρων Ιάκωβος Τσαλίκης

Αν θελήσει κανείς να αναζητήσει ένα απτό παράδειγμα για την παρουσία του Αγίου Πνεύματος, που εορτάσαμε χθες, στην εποχή μας, ασφαλώς δεν θα βρει καλύτερο παράδειγμα από την πνευματοφόρο ζωή και τη θαυμαστή πορεία των συγχρόνων Γερόντων.
Για όποιους είχαν την ευλογία να ζήσουν μαζί τους, να τους γνωρίσουν από κοντά ή έστω να διαβάσουν για τον βίο και τα ασκητικά παλαίσματά τους, για τις θλίψεις και τις δοκιμασίες που υπέμειναν, αλλά και τη χάρη του Θεού που πλημμύριζε την ύπαρξή τους, ακόμη και αν εκείνοι την έκρυβαν επιμελώς για να αποφύγουν τον πειρασμό της υπερηφανείας, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι μορφές τους έχουν εκπληκτικές ομοιότητες με εκείνες των παλαιών ασκητών και Οσίων για τους οποίους διαβάζουμε στα Συναξάρια και στο Γεροντικό, στο Λειμωνάριο του Ιωάννη Μόσχου και στους βίους των μεγάλων Οσίων Πατέρων των περασμένων αιώνων.
Ασφαλώς αυτό δεν πρέπει να μας ξενίζει, γιατί στην πραγματικότητα δεν θα μπορούσε να είναι και διαφορετικά, εφόσον το Άγιο Πνεύμα το οποίο «όλον συγκροτεί τον θεσμόν της Εκκλησίας» και του οποίου καρπός είναι η αγιότης, δεν αλλάζει διά μέσου των αιώνων· «ην μεν αεί και έστι και έσται», όπως ακούσαμε στους ύμνους της χθεσινής εορτής. Αλλά ούτε και η αγιότης μεταβάλλεται στο πέρασμα των χρόνων, γιατί αγιότης είναι η κατά το δυνατόν ομοίωση του ανθρώπου με τον Θεό, που είναι αιώνιος και αναλλοίωτος. Αγιότης είναι η αληθινή φύση του ανθρώπου την οποία καταστρέφει η αμαρτία και συσκοτίζει το κακό και η δέσμευση του ανθρώπου σ’ αυτό. Και αυτή την αληθινή φύση του ανθρώπου, όπως πλάσθηκε από τον Θεό, αποκαλύπτουν οι Άγιοι με τον καθημερινό τους αγώνα. Γι’ αυτό και, παρότι έχουν ζήσει σε διαφορετικές εποχές και κάτω από διαφορετικές συνθήκες, δεν διαφέρουν ως προς τα χαρακτηριστικά της ζωής τους.
Αυτήν ακριβώς την παρήγορη και ελπιδοφόρα πραγματικότητα μας υπενθυμίζουν οι «Σύγχρονες μορφές της Εκκλησίας» μας τις οποίες η Ιερά Μητρόπολη Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας προβάλλει κάθε χρόνο στο πλαίσιο των εκδηλώσεων των «Παυλείων», θέλοντας να διακηρύξει την αλήθεια του μηνύματος του ιδρυτού της, ουρανοβάμονος και Πρωτοκορυφαίου Αποστόλου Παύλου, ότι «Ιησούς χθες και σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνας» (Εβρ. 13, 8).
Σε μία τέτοια σύγχρονη οσιακή μορφή είναι αφιερωμένη και η σημερινή Εσπερίδα, σε ένα Γέροντα τόσο σύγχρονό μας, που θα μπορούσε να ζει ακόμη ανάμεσά μας, αφού γεννήθηκε το 1920 και κοιμήθηκε το 1991. Η σύγχρονη μορφή που προβάλλει, λοιπόν, η Ιερά Μητρόπολή μας απόψε είναι αυτή του π. Ιακώβου Τσαλίκη, του Ηγουμένου της Ιεράς Μονής του Οσίου Δαβίδ του Γέροντος στην Εύβοια.
Δεν ήταν μόνο η καταγωγή του από το Λιβίσι της Μικράς Ασίας που τον έκανε να μοιάζει τόσο πολύ με τις οσιακές μορφές που άκμασαν επί αιώνες στα αγιασμένα εκείνα χώματα, ήταν ο προσωπικός του αγώνας, η άσκηση, η υπομονή, η υπακοή, η ταπείνωση, η προσευχή την οποία είχε καθημερινό βίωμα από την παιδική του ηλικία, που είλκυσαν τη χάρη του Θεού και τον ανέδειξαν Γέροντα πνευματοφόρο με μυστικές και ουράνιες εμπειρίες, με θεία χαρίσματα που εκείνος τα θεωρούσε συνηθισμένα, αλλά όσοι μπορούσαν να τα αντιληφθούν κατανοούσαν το πνευματικό ύψος στο οποίο είχε ανέλθει με τη χάρη του Θεού ο Γέροντας.
Προσωπικά δεν είχα τη χαρά να τον γνωρίσω, θα ήθελα όμως να αναφέρω ένα συγκινητικό περιστατικό που συνδέεται με το προορατικό χάρισμα του Γέροντα και το οποίο μου διηγήθηκε ο Πανοσιολογιώτατος Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Σαγματά, Αρχιμανδρίτης π. Νεκτάριος Αντωνόπουλος (νυν Σεβ. Μητροπολίτης Αργολίδος).
Πριν από μερικά χρόνια, κάποιοι Έλληνες αποφάσισαν να δωρήσουν στην Ιερά Μητρόπολη Συμφερουπόλεως στην Κριμαία μια νέα λάρνακα για τα χαριτόβρυτα λείψανα του Αγίου Λουκά του ιατρού και θαυματουργού. Επισκέφθηκαν, λοιπόν, ένα χρυσοχόο στην Αθήνα και του ζήτησαν να αναλάβει την κατασκευή. Ο χρυσοχόος τους είπε ότι δεν μπορεί να αναλάβει την κατασκευή της, λόγω στενότητος χρόνου, αλλά τελικά υποχώρησε στις παρακλήσεις τους και υποσχέθηκε ότι θα προσπαθήσει να την ολοκληρώσει εντός της προθεσμίας που είχαν θέσει.
Έτσι και έγινε: Ο τεχνίτης άρχισε την κατασκευή και από την ημέρα εκείνη δεν μπήκε ούτε ένας άνθρωπος στο εργαστήριό του, ώστε εργαζόμενος απερίσπαστος κατόρθωσε να την ολοκληρώσει εγκαίρως. Η λάρνακα μεταφέρθηκε στη Συμφερούπολη και εντυπωσίασε τόσο πολύ τον Μητροπολίτη, ώστε στο τέλος της Ακολουθίας θέλησε να ευχαριστήσει επισήμως τους δωρητές. Τους κάλεσε, λοιπόν, μπροστά στην Ωραία Πύλη και τους ευχαρίστησε για τη μεγάλη προσφορά τους προς τον Άγιο. Ζήτησε όμως μαζί με αυτούς να ευχαριστήσει και τον χρυσοχόο ο οποίος την είχε κατασκευάσει. Όταν εκείνος ανέβηκε στον σολέα, ο Μητροπολίτης τον συνεχάρη για την υψηλή καλλιτεχνική ποιότητα της λάρνακος, τον έδειξε στο εκκλησίασμα και είπε «αυτός ο άνθρωπος έχει χρυσά χέρια». Ο τεχνίτης αισθάνθηκε άσχημα, κιτρίνισε, έχασε τον κόσμο γύρω του, και ενώ το εκκλησίασμα και οι κληρικοί τον επευφημούσαν, αυτός είχε σκύψει το κεφάλι και δεν έλεγε. Αφού τελείωσαν οι προσφωνήσεις και οι τιμητικές εκδηλώσεις, όλοι ρώτησαν τον χρυσοχόο τι του είχε συμβεί και είχε αντιδράσει με αυτό τον περίεργο τρόπο. Και τότε εκείνος τους διηγήθηκε μια σύντομη ιστορία.
Πριν από χρόνια του είχαν ζητήσει από τη μονή του Οσίου Δαβίδ στην Εύβοια να τους κατασκευάσει μία κανδήλα. Πράγματι την κατασκεύασε και την πήγε στο Μοναστήρι του Οσίου. Όταν την είδε ο Ηγούμενος, ο π. Ιάκωβος Τσαλίκης, ευχαριστήθηκε πολύ από το αποτέλεσμα και του είπε· «παιδί μου, θα έρθει μία ήμερα που θα σε δείξουν στον κόσμο και θα πουν ότι έχεις χρυσά χέρια». Και αυτό ακριβώς συνέβη εκείνη την ημέρα στη Συμφερούπολη. Όταν ο χρυσοχόος άκουσε τον Μητροπολίτη Λάζαρο να του λέει ενώπιον κλήρου και λαού ότι έχει χρυσά χέρια, του ήρθαν αμέσως στον νου τα λόγια του Γέροντα και δεν μπορούσε να πιστεύσει αυτό που ζούσε.
Το περιστατικό αυτό είναι ένα από τα πολλά που αφηγούνται όσοι γνώρισαν τον μακαριστό π. Ιάκωβο Τσαλίκη. Ένα από αυτά που αποδεικνύουν ότι η Χάρη του Θεού ζει και ενεργεί πάντοτε μεταξύ των ανθρώπων. Ένα από αυτά που αποδεικνύουν την αλήθεια του ευαγγελικού λόγου «έδωκεν αυτοίς εξουσίαν τέκνα Θεού γενέσθαι» (Ιωάν. 1, 12). Αλλά αυτή την εξουσία οι Άγιοι δεν την κρατούν για τον εαυτό τους, αντίθετα μάλιστα τη χρησιμοποιούν για να διακονούν τους ανθρώπους, για να τους συμβουλεύουν και να τους καθοδηγούν με το προορατικό τους χάρισμα στον δρόμο της σωτηρίας, για να τους ενισχύουν την πίστη, για να θεραπεύουν τις σωματικές και ψυχικές τους ασθένειες, όπως έκανε και ο π. Ιάκωβος Τσαλίκης. Δεν θεράπευε τις δικές του ασθένειες, αλλά των ανθρώπων που τον πλησίαζαν, γιατί ο ίδιος είχε αποδεχθεί για τον εαυτό του την παρήγορη διαβεβαίωση του Χριστού προς τον Απόστολο Παύλο και προς όλους τους εκλεκτούς δούλους του, «αρκεί σοι η χάρις μου· η γαρ δύναμίς μου εν ασθενεία τελειούται» (Κορινθ. Β’, 12, 9). Γι’ αυτή τη δύναμη που είχε μέσα του ο μακαριστός Γέροντας και γι’ αυτή την «εξουσία» που μετέβαλε σε διακονία, θα μας μιλήσουν απόψε οι τρεις εξέχοντες ομιλητές μας που τον γνώριζαν και συνεδέοντο προσωπικά μαζί του.

Πηγή: Σύγχρονες Οσιακές Μορφές, Έκδοσις Ιεράς Μητροπόλεως Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας, 2017, σ. 389-393

Κυριακή, Ιουνίου 04, 2017

Πέτρος μοναχός ( Πετράκης) Κατουνακιώτης (1891-1958)

Ο κατά κόσμον Γεώργιος Λαγιός γεννήθηκε το έτος 1891 στη Λήμνο. Φαίνεται ότι νέος δε βοηθήθηκε πνευματικά γι′ αυτό έπινε και μεθούσε...


Αυτά γράφονται, όπως τα διέσωσαν παλαιοί γνώριμοί του, για να εξηγηθούν και κατανοηθούν κάποιες ιδιαίτερες μοναχικές του ασκήσεις. 
 
Αλλά ο καλός Θεός που είδε την καλή του προαίρεσηέδωσε μετάνοια φλογερή στην απλή και σπάνια ψυχή του και ήρθε να μονάσει στο Άγιον Όρος το έτος 1908.

Οι ησυχαστικές του αναζητήσεις και η φήμη του μεγάλου ησυχαστού, παπα-Δανιήλ Αγιοπετρίτου, οδήγησαν τα βήματά του στην πιο απομονωμένη και ησυχαστική περιοχή, στο Κελί που ασκήτευσε ο Άγιος Πέτρος ο Αθωνίτης, ο πρώτος και μεγαλύτερος Αθωνίτης Ησυχαστής...
 
Υποτάχθηκε στον παπα-Δανιήλ, τον οποίον προσπαθούσε να ακολουθεί στους αγώνες του και να του κάνει καλή υπακοή...Μετά από παρατεταμένη δοκιμή έγινε μοναχός το έτος 1926 με το όνομα Πέτρος. Έμαθε από τον αγιασμένο Γέροντά του την πρακτική καλογερική και μυήθηκε απ” αυτόν τα μυστικά της ησυχίας, της νήψεως, τους εγκλεισμού και της αδιαλείπτου νοεράς προσευχής, τα οποία κράτησε μέχρι θανάτου.

Βιώνοντας βαθιά τη μετάνοια για τα εν γνώσει και αγνοία αμαρτήματα της νεανικής του ζωής ζήτησε και έλαβε ευλογία από το Γέροντά του επί τρεις μήνες να μην πιεί νερό, για να συγχωρήσει ο Θεός τις οινοποσίες του. 
 
Έτρωγε φαγητό και χόρτα βέβαια, αλλά δεν ήπιε νερό επί τρεις μήνες!

Ήταν πρόθυμος και γενναίος στους ασκητικούς αγώνες και με τη μεγάλη απλότητα που τον διέκρινε έκανε τελεία υπακοή στο Γέροντά του. Η καλή αρχή, το πνευματικό θεμέλιο που έθεσε, προοιμίαζε και τη μετέπειτα φωτεινή πορεία του. Όταν εκοιμήθη ο παπα-Δανιήλ, περίπου το 1929, για λίγα χρόνια έζησε με τους παραδελφούς του. Κάποιος από αυτούς βγήκε στον κόσμο.

Οι άλλοι απεβίωσαν και φαίνεται ότι δυσκολευόταν μόνος του. Ήρθαν και τα δύσκολα χρόνια της Κατοχής και της πείνας˙ έτσι αναγκάστηκε το 1940 να αφήσει το Κελί της μετανοίας του και να πάρει ένα ξηροκάλυβο στη Μικρά Αγία Άννα. 
 
Βρίσκεται πάνω από την Καλύβη του Απ. Θωμά, χαμηλότερα από το δρόμο που οδηγεί στα Κατουνάκια και δε φαίνεται γιατί είναι μέσα στο βράχο. Έχει δύο μικρά και χαμηλά κελάκια.Μία εσωτερική πόρτα οδηγεί στο βράχο όπου υπάρχει μία σπηλιά αρκετά ευρύχωρη με ένα άνοιγμα για φωτισμό. Εδώ απομονωνόταν ο Γέροντας για περισσότερη ησυχία.

Αυτό ήταν το πνευματικό του εργαστήριο, η πνευματική του κυψέλη, το «γλυκό Κατούνι του», που γι′ αυτόν ήταν επίγειος παράδεισος, αφού γευόταν το μέλι της ησυχίας και το μάννα του ουρανού. Γι′ αυτό δεν του έκανε καρδιά να βγαίνει από το καλύβι του, να συναναστρέφεται και να μιλά με άλλους.
 
Ο μικρόσωμος, αγράμματος και φτωχός «Πετράκης» ήταν ησυχαστής σε μεγάλα μέτρα. Είχε την αδιάλειπτη προσευχή, έβλεπε συχνάτο Άκτιστο Φως και ζούσε από αυτή τη ζωή παραδεισένιες καταστάσεις.

Διηγήθηκε ο γέρων Γεράσιμος ο Υμνογράφος: «Γνώρισα το γερω-Πέτρο (Πετράκη) τον Κατουνακιώτη. Ήταν όντως άγιος μοναχός. Έκανε πολλή προσευχή και μεγάλη άσκηση. Μια φορά την εβδομάδα μαγείρευε και έτρωγε κάθε μέρα από αυτό.

Μια φορά ήρθε στο Κελί μας αλλοιωμένος στη όψη˙ κλαίγοντας μου είπε ότι το βράδυ προσευχόμενος περικυκλώθηκε από λευκό άπλετο φως και γέμισε ευωδία το κελί του. 
 
Ο ίδιος αισθάνθηκε ανέκφραστη μακαριότητα, γλυκύτητα και ειρήνη. Δεν γνώριζε αν βρισκόταν στο κελί του. Ρωτούσε να μάθει τι είναι αυτό που του συνέβη.
 
Μου είπε: «Εσύ είσαι μορφωμένος, ξέρεις γράμματα, να μου πεις μήπως είναι πλάνη του Σατανά, μήπως είναι τίποτε κακό;».
 
 Όλα όσα μου έλεγε ήταν της χάριτος˙ καθώς τα διηγείτο είχε βγει εκτός εαυτού και σε μια στιγμή ξαφνικά το πρόσωπό του έλαμψεκαι εγώ τα” χασα.
 
Δε μιλούσα και τον άφησα να λέει. Δεν τον διέκοψα καθόλου. Αποτύπωνα και έλεγχα όσα έλεγε. Δε διέκρινα κανένα σημείο πλάνης. Ύστερα του είπα να δοξάζει τον Θεόν που αξιώθηκε να δει αυτά, γιατί όλα είναι από τον Θεό και δεν είναι πλάνη. Φεύγοντας με παρακάλεσε να μην τα πω πουθενά και να παρακαλώ το Θεό να τον ελεήσει για να μην πλανηθεί. Ο γερω-Πέτρος ήταν της νοεράς προσευχής. Πολύ ταπεινός και απλός μοναχός.

Φαίνεται πως αυτό το γεγονός του συνέβη τότε για πρώτη φορά, γιατί στη συνέχεια ζούσε πολλές τέτοιες καταστάσεις, όπως απεκάλυψε στο γέροντα Παΐσιο. Έβλεπε συχνά το Άκτιστο Φως, είχε αείρροα δάκρυα που συνόδευαν την αδιάλειπτη προσευχή του και είχε ξεπεράσει τα τυπικά.

Τον ρώτησε κάποιος Γέροντας αν κάνει κανόνα και ακολουθία και απάντησε: «Ούτε κανόνα ούτε ακολουθία κάνω. Μόλις δύσει ο ήλιος τρώγω, κάνω το Απόδειπνο και κοιμάμαι δύο ώρες. Όταν ξυπνήσω, και όταν έχει ήδη νυχτώσει, αρχίζω τα κομποσχοίνια. Στο δεύτερο-τρίτο κομποσχοίνι έρχονται τα δάκρυα και μέχρι το πρωί δεν ξέρω πού βρίσκομαι. Το καλοκαίρι αρχίζω την αγρυπνία το βράδυ και όταν βγει ο ήλιος, τότε συνέρχομαι και μπαίνω μέσα». (Πιθανότατα ηρπάζετο σε θεωρία).

Για αυτό ζούσε έγκλειστος και δεν ήθελε να μιλά, «εγκοπήν γλυκύτητος Θεού λαβείν μη βουλόμενος». Για να μη χάσει την επικοινωνία του με τον Θεόν, απέφευγε τις συναναστροφές. «Ο αγαπών την ομιλίαν την μετά του Χριστού αγαπά γενέσθαι μοναστικός». Τον επισκέπτονταν οι πατέρες και χτυπούσαν την εξώπορτα, αυτός όμως άνοιγε λίγο το παραθυράκι και ρωτούσε ποιός είναι και τι θέλει. Αν του πήγαιναν τρόφιμα, τους έλεγε να τα αφήσουν έξω. Δεν έβγαινε να τα πάρει μέχρι που σάπιζαν. Αυτό το έκανε για να βλέπουν οι πατέρες τα σαπισμένα τρόφιμα και να μην του ξαναφέρουν.

Τον ρώτησε κάποιος γιατί δε βγαίνει. «Άμα βγω έξω, θα πούμε λόγια περίσσια», απάντησε. Ήταν ακτήμων. Μια-δυο φορές το χρόνο έβγαινε για να δώσει το εργόχειρό του, τα κομποσχοίνια, και να προμηθευτεί το παξιμάδι του.
                                                                              
 
Έκανε κάθε μέρα ενάτη και λάδι δεν έτρωγε σχεδόν όλο το χρόνο. Η συνηθισμένη τροφή του ήταν τσάι με παξιμάδι. Έκανε και έκτακτα τριήμερα. Έλεγε στον παπα-Διονύσιο τον Μικραγιαννανίτη όταν ήταν νέο καλογέρι: «Για να μείνεις στην έρημο, θα πρέπει να είσαι καλός μάγειρας. Θα μαγειρεύεις φασόλια την Κυριακή και θα τρως μέχρι την Τρίτη. Την Τετάρτη θα βάλεις λίγο νεράκι και θα τα βράζεις, την Πέμπτη θα βάλεις λίγη ντοματούλα, την Παρασκευή λίγο αλατάκι και νερό, το Σάββατο θα βάλεις και λίγο χυλό από αλεύρι, και την Κυριακή άλλο φαγητό. Έτσι με ένα φαγητό περνάς όλη την εβδομάδα».

Κάποτε είχε χιονίσει και τον έβλεπε ο παπα-Διονύσιος από απέναντι να πηγαινοέρχεται ξυπόλυτος πάνω στο χιόνι. Ύστερα τον ρώτησε γιατί το έκανε αυτό, και του εκμυστηρεύτηκε ότι είχε σαρκικό πόλεμο και βγήκε ξυπόλυτος στο χιόνι για να πολεμήσει την πύρωση.

Ο γερω-Πέτρος είχε χάρισμα να βλέπει πράγματα που θα συνέβαιναν μελλοντικά. Κάποια μέρα πήρε πληροφορία και πήγε στον τότε Γέροντα της Καλύβης του Αγίου Χαραλάμπους στη Νέα Σκήτη και του είπε: «Γέροντα, έρχεται ο λύκος να φάει το προβατάκι σου, το ξέρεις; Το καλογέρι σου δεν πάει καλά. Το παρακολουθείς; Πρόσεξέ το, γιατί θα φύγει και θα πετάξει″.

Όντως το καλογέρι ήταν πνιγμένο στους λογισμούς και σχεδίαζε να φύγει. Ο γερω-Πέτρος από τη Μικρά Αγία Άννα το έβλεπε αλλά δυστυχώς παρά την προσπάθεια του Γέροντά του έφυγε στον κόσμο και παντρεύτηκε.

Ζούσε τελείως απερίσπαστα. Ανέβαινε τα καλοκαίρια στον Άθωνα με την πρόφαση να μαζεύει τσάι, αλλά στην πραγματικότητα ησύχαζε και επεδίδετο στη νοερά και αδιάλειπτη προσευχή, και στη θεωρία. Δεν είχε πολλές επικοινωνίες.

Προσπαθούσε να ζει στην αφάνεια, γι′ αυτό δε διασώζονται πολλά στοιχεία από τη ζωή του. Αλλά, όπως λένε οι Άγιοι Πατέρες, αρκεί πολλές φορές και ένας λόγος, για να φανερώσει όλη την πνευματική κατάσταση και την εσωτερική εργασία του μοναχού. Αν δοκιμάσει κανείς ένα ρακοπότηρο κρασί καταλαβαίνει όλη την ποιότητα του κρασιού ενός μεγάλου βαρελιού. Και ο γερω-Πέτρος, απ' τα λίγα στοιχεία που υπάρχουν, φαίνεται ότι ήταν προχωρημένος στην ευχή. 
 
Ήταν μοναχός της ευχής, της εσωτερικής εργασίας. Μοναχός βιαστής, πραγματικός ασκητής που συνδύαζε πράξη και θεωρία.Όλοι οι πατέρες που τον γνώρισαν εκφράζονται γι′ αυτόν με τα καλύτερα λόγια. «Ήταν ο καλύτερος της περιοχής», «πραγματικός μοναχός», «αγιότατο Γεροντάκι″.

Και ο γερω-Παΐσιος έλεγε ότι απ' όσους ασκητές γνώρισε ο γερω-Πέτρος ήταν σε ανώτερα μέτρα, γι′ αυτό ήθελε να γίνει υποτακτικός του.

 
 
Ο παπα-Ευφραίμ ο Κατουνακιώτης είχε πολλή ευλάβεια στο γερω-Πέτρο και είπε γι′ αυτόν: «Σου άφηνε μια γλυκύτητα μέσα σου, όταν τον συναντούσες και σε μιλούσε αυτός ο άνθρωπος. Ποτέ δε φάνηκε σε αγρυπνίες και ποτέ δεν προξένησε σκάνδαλο. Μια ζωή στο Άγιον Όρος και να είναι ειρηνικός με όλους, μεγάλο κατόρθωμα».

Ο γερω-Πέτρος, όταν συναντούσε Πατέρες στο δρόμο, δεν έλεγε τον καθιερωμένο χαιρετισμό «ευλογείτε», αλλά το εξής βαθυστόχαστο: «Πατέρες, φεύγουμε» (δηλαδή πεθαίνουμε).

Είχε μεγάλη λεπτότητα. Απέφευγε να διανυκτερεύει σε Κελιά, για να μην επιβαρύνει τους πατέρες, αλλά και για να μη χάνει ο ίδιος την ησυχία του και παραβαίνει το τυπικό του. Μια φορά ο γερω-Ιωακείμ ο Καρυώτης από τη Βατοπεδινή Καλύβη της Αναλήψεως τον πίεσε να διανυκτερεύσει στο Κελί του, αλλά δε δέχθηκε. Ξεκίνησε με τα πόδια για τη Δάφνη. Στο δρόμο νύχτωσε, άρχισε να βρέχει και διανυκτέρευσε σε μια κουφάλα καστανιάς.

Όταν προαισθάνθηκε ότι πλησιάζει η κοίμησή του, έφυγε από το Κελάκι του στη Μικρά Αγία Άννα και πήγε στη μετάνοιά του, στον Άγιο Πέτρο, ν' αφήσει τα κόκαλά του εκεί, όπου ξεκίνησε την καλογερική του. 
 
Έζησε εκεί μερικούς μήνες και εκοιμήθη το έτος 1958 την ημέρα της μνήμης του Αγίου Πέτρου του Αθωνίτου του οποίου είχε το όνομα και προς τιμήν του οποίου ετιμάτο ο ναός της Καλύβης. 
 
Όταν εκοιμήθη, τα μόνα πράγματα που βρέθηκαν στο κελί του ήταν λίγο παξιμάδι σ” ένα καλάθι και μισό μπουκάλι λάδι για το καντήλι. 
 
Ούτε κρεβάτι ούτε στρώμα είχε.

Την ευχή του να έχουμε. Αμήν.

Από την ασκητική και ησυχαστική Αγιορείτικη παράδοση, Εκδόσεις Ιερόν Ησυχαστήριον «Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος» σελ. 64-72. - anavaseis.blogspot

Σάββατο, Φεβρουαρίου 04, 2017

Γερόντισσα Μητροδώρα η έγκλειστη


Βιογραφικά Η Μητροδώρα γεννήθηκε στις 28-8-1928 στο χωριό Λάσα της Επαρχίας Πάφου της Κύπρου. Ήταν δευτερότοκη από έξι αδέλφια της οικογενείας Νικολάου Νεάρχου και Αθηνάς.

Από μικρή είχε μία χάρη επάνω της και διακρινόταν για την αθωότητά της. Ήταν τελείως απονήρευτη. Είχε βαρυκοΐα από νέα. Η αθωότητά της σε συνδυασμό με την βαρυκοΐα της έδωσαν το «πιστοποιητικό» της χαζής, πράγμα που την βόλευε για να κινείται άνετα και όπως ήθελε.
Έλεγε στην ξαδέλφη της Γεωργία: «Με είχαν για χαζή. Οι γονείς μου ήθελαν να με παντρέψουν, εγώ δεν ήθελα να παντρευτώ. Έπαιζα τέλεια την χαζή και δεν παντρεύτηκα». Ο δρόμος της αγαμίας ήταν επιδίωξη της συνειδητή.

Αφού εκοιμήθησαν οι γονείς της και αποκαταστάθησαν τ’ αδέλφια της, η Μητροδώρα έμεινε μόνη της σ’ ένα μεγάλο πετρόκτιστο σπίτι. Η αυλή περιβαλλόταν από μανδρότοιχο που είχε ύψος τρία μέτρα περίπου. Κανείς δεν μπορούσε να μπή, αλλά ούτε και να δή το σπίτι. Είχε μία μεγάλη μεταλλική πόρτα από χοντρή λαμαρίνα (ξωπόρτι). Μόνο στην γνωστή της γιαγιά Ανδρονίκη άνοιγε, όταν χτυπούσε πολύ δυνατά και συνθηματικά την πόρτα.
Όλα μέσα στο σπίτι της ήταν παλαιά, αλλά ήταν χαριτωμένα και σαν να υμνούσαν τον Θεό. Στην αυλή είχε λίγες κότες, μία κατσίκα δεμένη με δύο κατσικάκια και αρκετά περιστέρια που μπαινόβγαιναν στο σπίτι της μέσα τρώγοντας ανενόχλητα από ένα σακκί κριθάρι. «Μου αρέσουν και λυπούμαι να τα ξεκάνω», έλεγε. Το καλοκαίρι είχε και τα χελιδόνια συντροφιά. Είχε ανοιχτό το παράθυρο για να μπαινοβγαίνουν, και έβαζε χαρτιά για να μή λερώνουν. Κοιμόταν τα βράδια όλοι μαζί κάτω από την ίδια σκεπή.



Εκεί μέσα ζούσε σαν έγκλειστη βασίλισσα η Μητροδώρα, ντυμένη με μαύρα ρούχα και με μαύρο μαντήλι στο κεφάλι της που την έκανε να φαίνεται γριά. Είχε πρόσωπο φωτεινό και πολύ γλυκό, πιο πολύ και από ένα μωρό. Ήταν στολισμένη με δύο αθώα ματάκια που σε κοιτούσαν όλο αθωότητα και έπαιζαν παιδικά, συνοδευόμενα με ένα γλυκό χαμόγελο. Γι’ αυτό ήταν ελκυστική σαν μαγνήτης και επιζητούσαν οι γυναίκες την συντροφιά της, αλλά αυτή προτιμούσε να μένη μόνη της με τον Θεό και τα ζώα της στην εγκλείστρα της.
Στο ανάστημα ήταν μέτρια και κάπως γεμάτη. Έγερνε προς την αριστερή πλευρά, γιατί είχε πέσει από μια σκάλα και ο σπόνδυλός της έπαθε σοβαρή βλάβη. Για να σταθή όρθια, έπρεπε να ακουμπά το αριστερό χέρι στο γόνατό της. Αλλά παρά την σωματική της αναπηρία έκανε πολλές μετάνοιες. Όταν πονούσε ο σπόνδυλος της, έλεγε: «Πονώ, αλλά δεν γίνεται, πρέπει να πονούμε».


Το τυπικό της

Το καθημερινό τυπικό της ήταν κυρίως η μελέτη της Αγίας Γραφής και πνευματικών βιβλίων. Η Αγία Γραφή της από την συνεχή χρήση είχε διαλυθή και φαινόταν σαν ένα μάτσο φύλλα. Κοιμόταν πολύ λίγο. Ξενυχτούσε μελετώντας. Ύστερα ξεκουραζόταν και ξυπνούσε νωρίς και πάλι άρχιζε την μελέτη. Όταν ξημέρωνε φρόντιζε τα ζώα της και ύστερα πάλι διάβαζε. Γύρω στις 10 π.μ. περίπου πήγαινε στην Εκκλησία που ετιμάτο στην Υπαπαντή. Ο ιερέας την αγαπούσε και της είχε δώσει κλειδιά του ναού για ν’ ανάβη τα καντήλια. Πήγαινε λοιπόν στην Εκκλησία την ώρα που οι δρόμοι ήταν άδειοι και δεν την έβλεπε κανείς. Αν συναντούσε κάποιον, έλεγε «Καλημέρα», έσκυβε προφασιζόμενη ότι δεν ακούει και προχωρούσε. Εκλειδώνετο μέσα, άναβε τα καντήλια και έμενε πολλές ώρες προσευχόμενη. Σε ερώτηση τι κάνει τόσες ώρες στην Εκκλησία απάντησε χαμογελώντας: «Μετανοιάζω και προσεύχομαι».

Ύστερα γύριζε στο σπίτι της. Καθ’ οδόν περνούσε μερικές φορές από ένα κατάστημα, αγόραζε κάτι που της ήταν απαραίτητο, και πάλι κλειδωνόταν στο σπίτι της. Ένιωθε άβολα μέσα σε κόσμο και ειδικά όταν καταλάβαινε ότι την πρόσεχαν. Προσπαθούσε τότε σκύβοντας το κεφάλι της να κρυφτή πίσω από κάποια γνωστή της. Έλεγε «όταν πάω στην Εκκλησία και έχη κόσμο στον δρόμο, κλείνω τα μάτια μου να μή βλέπω και να μην ακούω τίποτε». Τόσο πολύ πρόσεχε η Μητροδώρα. Ήταν έγκλειστη, αλλά ήταν και νηπτική (προσεκτική).
Την ρώτησαν γιατί δεν πάει και αυτή στους Αγίους Τόπους, όπως πάνε πολλοί Κύπριοι. Απάντησε: «Όχι, γυιέ μου. Δεν θέλω να πάω για να μην δώ και ακούσω άλλα πράγματα· για να μην γυρίζει ο νους μου και στο τέλος χάσω και τον Χριστό μου. Καλά είμαι έτσι».

Υπήρχε ένα πεζούλι που εκάθοντο ηλικιωμένες γυναίκες. Ήταν ο τόπος που συγκεντρώνοντο και έλεγαν τα νέα του χωριού. Όταν πίεζαν πολύ την Μητροδώρα να καθήση και αυτή μαζί τους, καθόταν για λίγο παράμερα χωρίς να μιλά. Αυτό όμως σπάνια γινόταν και το έκανε παρά την θέλησή της για να μην τις στενοχωρήση.

 Μία φορά ένας γνωστός της είδε την Μητροδώρα με το φωτεινό πρόσωπο της να κάθεται μαζί τους και παραξενεύτηκε. Αυτή του έκανε νόημα, σκούπισε με το χέρι της το στόμα, εννοώντας ότι δεν μιλά και αποφεύγει έτσι την κατάκριση. Και όταν ύστερα την ρώτησε γιατί δεν ανοίγει όταν χτυπούν στο σπίτι της, απάντησε: «Οι γυναίκες κάθονται μου λέει η μία για την άλλη. Δεν είναι καλό αυτό και έχει κόλαση (είναι εφάμαρτο). Γι’ αυτό και έγώ δεν ανοίγω. Με έχουν για χαζή, αλλά καλύτερα».

Προτιμούσε την ησυχία και τον εγκλεισμό γιατί εύρισκε χρόνο να προσεύχεται και να διαβάζη. Όλη την ημέρα και τη νύχτα διάβαζε. Βιβλία της προμήθευε γνωστός της και απορούσε πως τα διάβαζε τόσο γρήγορα. Κάποτε της πήγε τα Ασκητικά του Αββά Ισαάκ του Σύρου, αλλά είχε ενδοιασμό μήπως δεν μπόρεση να το καταλάβη και δεν της αρέση. Όταν το διάβασε, είπε ότι αυτό ήταν το καλύτερο βιβλίο και της άρεσε πιο πολύ απ’ όλα τα άλλα.
Όταν την πρωτογνώρισε ο π. Θεοδόσιος, την ρώτησε μεταξύ άλλων αν εξομολογήται. Τότε άρχισε να κλαίη γοερά και να λέη: 
«Τους λέω, γυιέ μου, να με πάρουν (για εξομολόγηση) και δεν με παίρνουν. Μου λένε ότι δεν έχω τίποτε, ότι δεν χρειάζεται, αλλά εγώ θέλω να εξομολογηθώ γιατί είμαι αμαρτωλή, πολύ αμαρτωλή», και συνέχισε να κλαίη, να τραβά τα ρούχα του π. Θεοδοσίου και να τον παρακαλή: 
«Πάρε μου, γυιέ μου, πάρε μου. Θα κάνεις μεγάλο ψυχικό». 
Πράγματι την πήρε και εξωμολογήθηκε στον ηγούμενο της Αγίας Μονής π. Αθανάσιο, νύν Μητροπολίτη Λεμεσού. Στον δρόμο για το Μοναστήρι είπε: «Η Παναΐα μας είναι πολλά θαυματουργή. Εψές επήγα και εγονάτισα και έκλαια και λαλώ της “Παναγούλα μου, πέψε ένα πλάσμα να με πάρη να εξομολογηθώ”. Άδε έπεψε εσένα».

Αφού εξωμολογήθηκε, ο π. Αθανάσιος είπε ότι η Μητροδώρα είναι πολύ χαριτωμένος άνθρωπος.
Χαιρόταν πολύ όταν ερχόταν η Κυριακή και πήγαινε στην Λειτουργία. Επειδή το χωριό της ήταν μικρό και δεν εγίνοντο συχνά ακολουθίες και Λειτουργίες, πολλές φορές πλήρωνε τον ιερέα για να κάνη Αρτοκλασία και Λειτουργία.

Γνωστοί της την έπαιρναν στην Αγία Μονή κάθε Παρασκευή βράδυ που γινόταν αγρυπνία. Η χαρά της Μητροδώρας ήταν μεγάλη. Όταν ήταν γιορτή και είχε Λειτουργία και στο χωριό της, αυτή μόλις γύριζε από την αγρυπνία, έπαιρνε το κλειδί, άνοιγε την Εκκλησία, άναβε τα καντήλια και περίμενε προσευχόμενη να ‘ρθούν ο ιερέας και οι ψάλτες. Όταν της έλεγαν ότι δεν είναι ανάγκη να ξαναπηγαίνη για Λειτουργία, αφού ήταν στην αγρυπνία, δεν το εδέχετο λέγοντας: «Να λειτουργή η Εκκλησία και εγώ να μένω σπίτι μου;».
Κοινωνούσε τακτικά. Πολλοί της έλεγαν ότι δεν χρειάζεται να κοινωνή τόσο συχνά. Της είπε και ένας άλλος Πνευματικός να μην κοινωνή συχνά και αναστατώθηκε. Έλεγε σε κάποιον το παράπονο της: «Δεν μπορώ να πάω στην Λειτουργία, να βγή ο Χριστός και να μην κοινωνήσω, θα ‘ρθώ σπίτι και θα κλαίω. Με την θεία Κοινωνία αγιάζεσαι, αγιάζεται το κορμί σου. Δεν γίνεται να μή κοινωνήσω». Και συνέχισε να κοινωνή με την ευλογία του Πνευματικού της, με καλή προετοιμασία και πολλή ευλάβεια. Μερικές φορές έλεγε: «Όταν κοινωνήσης, ύστερα δεν πεινάς». Γι’ αυτό, όταν κοινωνούσε αργούσε πολύ να φάη, γιατί δεν αισθανόταν πείνα.

Κάποια γειτόνισσα της σε μεγάλη ηλικία, έχοντας και εγγόνια, έμεινε έγκυος και ήθελε να κάνη έκτρωση. Πήγε στην Μητροδώρα για να την συμβουλευτή. Μόλις το άκουσε άρχισε να κλαίη και να την παρακαλή να κράτηση το βρέφος. Της έλεγε: «θα πάς να γίνης φόνισσα; Να σκοτώσης το μωρό; Γέννα το και φέρτο να το μεγαλώσω. Μήν το σκοτώσης». Η γυναίκα κατανύχθηκε, το κράτησε και το μωρό έγινε μία χαριτωμένη κοπέλλα. Η Μητροδώρα την κρατούσε και την πρόσεχε μέχρι να πάη σχολείο.

Εμπειρίες χάριτος
Όταν εξωμολογήθηκε και της διάβασε την ευχή ο Πνευματικός, ευωδίασε ολόκληρη. Ήταν η ίδια ένα άγιο λείψανο που ευωδίαζε. Στο σπίτι της τις νύχτες έβλεπε φως. Γέμιζε το δωμάτιο της φως. Όταν την ρωτούσε γνωστός της γι’ αυτές τις υπερφυσικές εμπειρίες της, εκρύπτετο και απαντούσε ότι δεν είναι καλό να τα λέμε αυτά.

Ήταν κάποτε στην Αγία Μονή που είναι σε μεγάλο υψόμετρο, στην αγρυπνία του αγίου Χαραλάμπους. Το κρύο ήταν τσουχτερό και η θερμοκρασία αρκετούς βαθμούς κάτω από το μηδέν. Όλοι κρύωναν, αλλά η Μητροδώρα ήταν ζεστή, τα χέρια της έκαιγαν. «Όταν εκκλησιαστής, ύστερα δεν κρυώνεις», είπε σε αυτόν που την ρώτησε γιατί αυτή δεν κρυώνει.
Στο δωμάτιο που κοιμόταν, στην Ανατολική γωνία είχε το καντηλάκι της, και οι δύο τοίχοι ήταν γεμάτοι με εικόνες Αγίων, τις οποίες αγόραζε από μικρή παρά την αντίδραση της μητέρας της. Για το καντηλάκι της έλεγε ότι το έχει συνέχεια αναμμένο και ότι τα βράδια, όταν τελειώνη το λάδι σαν να την φωνάζη κάποιος «ξύπνα, Μητροδώρα, το καντήλι θα σβήσει», αμέσως ξυπνά και μόλις το προλαβαίνει. Βάζει λάδι και ποτέ δεν σβήνει.
Κάποιος γνωστός της είδε στο σπίτι της ένα αντικείμενο και του άρεσε. Χωρίς καθόλου να εκδηλωθή, αυτή το διαισθάνθηκε και φεύγοντας του το έδωσε ως δώρο με πολύ χαριτωμένο τρόπο.
Στην δυτική πλευρά του σπιτιού της είχε έναν τοίχο ξηρολιθιά που γκρεμίστηκε, και από εκεί έβγαιναν οι κότες της έξω. «Τί να κάνω», έλεγε, «αφού δεν έχω κανένα να μου φτιάξη τον τοίχο. Βάζω τον σταυρό μου και λέω “ελα δύναμίς σου, Θεέ μου και Παναΐα μου” και αρπάζω μία πέτρα μεγάλη και την βάζω στον τοίχο. Την κοιτάω ύστερα και λέω: “Θεέ μου, μα εγώ την έβαλα; Πόση δύναμη μου έδωσες;”». Με αυτό τον τρόπο έβαλε όλες τις πέτρες και έκτισε τον τοίχο, αυτή που ούτε μισό κουβά νερό να σηκώση δεν μπορούσε, γιατί είχε σπασμένο σπόνδυλο. Τα διηγείτο αυτά με πολλή απλότητα και συγκίνηση.
Είχε πολλά δάκρυα και όταν μιλούσε για πνευματικά θέματα έκλαιγε.
Συχνά έλεγε ότι η Παναγία μας είναι θαυματουργή. Όταν την ρώτησε έμπιστο της πρόσωπο αν είδε καμμία φορά την Παναγία, χαμογέλασε και δεν απάντησε. Στην επιμονή του είπε, «ναί». Μετά την ξαναρώτησε: «Μία φορά ή πολλές;», και απάντησε, «πολλές».

Δοκιμασίες
Εϊναι νόμος πνευματικός οι θλίψεις να σφραγίζουν την ζωή των ηγαπημένων υπό του Κυρίου. Φυσικά και η Μητροδώρα δεν μπορεί να αποτελέση εξαίρεση. Ιδίως στα τελευταία χρόνια της πέρασε μεγάλους πειρασμούς. Έτσι ήθελε ο Θεός· να την δοκιμάση για να λάμψη περισσότερο η αρετή της.
Ο πρώτος πειρασμός που για χρόνια την βασάνιζε ήταν τα περιουσιακά. Έξ αιτίας αυτών άργησε να γίνη μοναχή, ενώ το ήθελε από μικρή. Μερικοί διέδιδαν ότι ο παπάς θα κάνει την Μητροδώρα μοναχή και θα φάνε την περιουσία της τα Μοναστήρια. Η καημένη έκλαιγε και δεν ήξερε τι να κάνη.
Την Μητροδώρα, οι απλοί άνθρωποι του χωριού την εκτιμούσαν, γιατί επληροφορούντο εσωτερικά για την ζωή της, και από αφέλεια και απερισκεψία διέδιδαν ότι είναι αγία ή ότι ζή σαν καλόγρια. Ο Θεός, φαίνεται, για να την προστατέψη από τον πόλεμο της υπερηφάνειας, επέτρεψε ενώ πήγαινε στην Εκκλησία και την χτύπησε με τα κέρατα μία κατσίκα της γειτόνισσας και την έρριξε κάτω. Χτύπησε άσχημα και έκανε πολύν καιρό να συνέλθη.
Μετά από αυτό και ενώ δεν είχε γίνει ακόμη καλά, επληρώθη κυριολεκτικά σ’ αυτήν ο ψαλμικός λόγος: «Εδοκίμασας ημάς ο Θεός, επύρωσας ημάς… έθου θλίψεις επί τον νώτον ημών…». Ένα βράδυ, ενώ ήταν αναμμένο το τζάκι, κάθησε κοντά για να ζεστάνη την πλάτη της, και χωρίς να καταλάβη πήρε φωτιά. Χρειάσθηκε να μείνη αρκετό καιρό στο Νοσοκομείο, γιατί το κάψιμο ήταν πολύ, και με τα ρούχα έβγαινε και το δέρμα της. Πονούσε πολύ, αλλά δεν έλεγε τίποτε.
Και η τελευταία δοκιμασία της ήταν ο καρκίνος. Πονούσε και ο γιατρός διέγνωσε καρκίνο στο στομάχι. Ήδη ήταν προχωρημένη η νόσος. Έμεινε στο κρεββάτι, άρχισε να χάνη βάρος και είχε πόνους ανυπόφορους.

Μοναχική κουρά και κοίμηση
Οι γνωστοί της που την έβλεπαν να σβήνη σιγά-σιγά, την προέτρεψαν να πάρη το μοναχικό σχήμα που επιθυμούσε. Ήδη είχαν τακτοποιηθή και τα περιουσιακά και ο δρόμος ήταν ανοιχτός. Δέχτηκε και έγινε η κουρά της στις 8 Οκτωβρίου 2000, παραμονή του αγίου Ανδρόνικου και Αθανασίας, στην Μονή του αγίου Ηρακλειδίου. Οι μοναχές και η Γερόντισσα ήθελαν να την κρατήσουν στο Μοναστήρι για ευλογία εξ αιτίας της αρετής της, αλλά αυτή ζήτησε να πάη στο σπίτι της, στην εγκλείστρα της, όπου αγωνίστηκε όλη την ζωή της, και να ταφή στο κοιμητήρι του χωριού της.

Οι τελευταίες μέρες της ήταν γεμάτες χαρά αλλά και πόνο. Ο πόνος ήταν τόσο μεγάλος που έπνιγε την χαρά.
Την τελευταία μέρα κυριολεκτικά σπαρταρούσε από τους πόνους, κουνούσε συνέχεια τα χέρια και τα πόδια της και γύριζε στο κρεββάτι. Της έκαναν Ευχέλαιο, την κοινώνησαν μετά έπαυσαν οι πόνοι και ησύχασε τελείως. Το πρωί της επομένης ημέρας πάλι την κοινώνησαν και ύστερα έγειρε το κεφάλι της ήρεμα και πέταξε η ψυχή της για τον ουρανό στις 2 Νοεμβρίου το έτος 2000, σε ηλικία 71 ετών.
Πριν ακόμη αρρωστήση η Μητροδώρα, ο π. Θεοδόσιος της είχε πει μεταξύ σοβαρού και αστείου, να τον ειδοποίηση, όταν θα πεθάνη. Του το υποσχέθηκε και τήρησε την υπόσχεση της. Την ημέρα που εκοιμήθη είδε όνειρο ο π. Θεοδόσιος ότι ήταν στο σπίτι της με πολύ κόσμο και άκουσε την γιαγιά να φωνάζη:
«Πέστε στον παπά ότι θα πεθάνω». Την ίδια ώρα χτύπησε το τηλέφωνο και τον ειδοποίησαν ότι η γερόντισσα Μητροδώρα μόλις είχε κοιμηθή.Αιωνία της η μνήμη. Αμήν. 

Πηγή: Ασκητές μέσα στον κόσμο, τόμος Β, έκδοση Ιερού Ησυχαστηρίου «Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος», σ. 224 – 234, Μεταμόρφωσης Χαλκιδικής, 2012

Δευτέρα, Ιανουαρίου 09, 2017

Επίσκοπος Λογγίνος-Πατέρας 400 παιδιών!Μία συνέντευξη που αγγίζει την ψυχή!

Αποτέλεσμα εικόνας για parintele mihail jar
 Δεν είναι ακαδημαικός,ούτε εφευρέτης,ούτε εξωγήινος.Είναι εθνικός ήρωας στην Ουκρανία παρότι είναι Ρουμάνος.Γιατί;Επειδή είναι ΑΝΘΡΩΠΟΣ.
 Είναι 50 ετών και έχει 400 παιδιά.Τα 33 από αυτά τα έχει υιοθετήσει,ενώ έχει την κηδεμονία των υπόλοιπων.Τα μεγαλώνει σε δύο μοναστήρια.Στο Μπαντσένι και στο Μποιάν.
Πρόκειται για τον επίσκοπο Λογγίνο.Τον γνωρίσατε πρώτη φορά μέσα από την ταινία «ΤΟ ΦΡΟΥΡΙΟ».Όταν γυρίστηκε η ταινία ήταν ο ιερομόναχος Μιχαήλ(Ζαρ).
Ξέρω ότι αυτή η ταινία άγγιξε πολλές ψυχές.Ξέρω πως άγγιξε τις ευαισθητες χορδές πολλών.Είναι μία ταινία για αγγέλους και αγίους ή αλλιώς για αγάπη και χριστιανική ομολογία.Είναι για την ψυχή μία δοκιμασία.Η παρουσία του Θεού σε αυτό το μοναστήρι είναι έντονη,τα θαύματα καθημερινά.

Σας παρουσιάζω λοιπόν μία συνέντευξη του επίσκοπου Λογγίνου,εξίσου συγκινητική που ίσως βοηθήσει να αναθεωρήσουμε πολλά.

Αποτέλεσμα εικόνας για parintele mihail jar
-Δοκίμασα πολλά στη ζωή μου αλλά όλοι οι δρόμοι με οδήγησαν στην εκκλησία,στην πίστη,στον Θεό.Εαν θα μου έλεγε κάποιος όταν έμεινα ορφανός και μόνος σε αυτόν τον κόσμο,πήγαινε στο μοναστήρι να γίνεις μοναχός,να υπηρετήσεις τον Κύριο,θα πήγαινα.Ο Θεός όμως μου έδωσε άλλον σταυρό,άλλον δρόμο,για να περάσω από πολλά βάσανα και θλίψεις και να φτάσω εκεί που βρίσκομαι σήμερα.Επειδή όταν έμεινα μόνος μου σε αυτόν τον κόσμο...

-Σε ποιά ηλικία;
-Στα δεκαέξι μου.Ήμουν μικρός και φιλάσθενος.Εργαζόμουν πολύ.Μία μέρα πήγαινα σχολείο και μία μέρα άρμεγα τις αγελάδες στην φάρμα για να μπορώ να ζήσω..Την νύχτα φύλαγα τις αγελάδες στην φάρμα,καθάριζα, και το πρωί πήγαινα στο σχολείο.Όλα τα παιδιά έφευγαν από κοντά μου επειδή μύριζα κοπριά,εγώ όμως είχα μέσα μου ειρήνη...Και έτσι άρχισε η ζωή μου.Θυμάμαι όμως τον μεγαλύτερο πόνο μου...
 Βγαίνοντας στο κατώφλι του σπιτιού μου και βλέποντας να βγαίνει ο καπνός από τις καμινάδες των γειτόνων,ρωτούσα τον Θεό:
«Θεέ μου,γιατί δεν έχω και εγώ ξύλα για να ανάψω φωτιά;Και πήγαινα,έβαζα όλα τα μαξιλάρια όπως τότε που κοιμόμουν με την μητέρα-η μητέρα ήταν άρρωστη και ήταν πολύ δύσκολα-και έβαζα τα μαξιλάρια πάνω στην σόμπα,ντυνόμουν,σκεπάζομουν με το πουπουλένιο πάπλωμα και ήμουν πολύ ευτυχισμένος εκεί κοντά στην μητέρα μου.
 Έτσι συνέχισα και όταν δεν την είχα.Μόνο που μου έλειπε η μητέρα και κοιμόμουν αγκαλιά με τα ρούχα της και την φωτογραφία της.Έτσι κοιμήθηκα πολλά χρόνια,η ψυχή μου όμως σχιζόνταν από την νοσταλγία της μητέρας μου.Επειδή σαν εκείνην δεν είχα κανέναν.
 Και όταν πεινούσα,πάλι ρωτούσα τον Θεό:
«Κύριε,γιατί δεν έχω τουλάχιστον ένα κομμάτι ψωμί;»Αφού δεν έχω ξύλα,τουλάχιστον να έχω ψωμί!Αφού μου πήρες την μανούλα,Κύριε,τουλάχιστον δώσε μου κάτι απ'όλα αυτά!»
Αλλά ο Θεός δεν μου απαντούσε τότε,επειδή δεν ήταν η στιγμή να μου απαντήσει,αλλά μου απαντάει σήμερα.Εαν είχα τότε απ'όλα,δεν θα είχαν αυτά τα τετρακόσια παιδια σήμερα,αυτά που έχουν.

-Πώς ξεπεράσατε αυτό το γεγονός που σας σημάδεψε,τον θάνατο της μητέρας σας;
-Διάβαζα όλο το βράδυ προσευχές,επειδή είχα μέσα μου έναν φόβο όταν νύχτωνε.Ήμουν μόνος στο σπίτι,διάβαζα προσευχές και έβαζα το βιβλίο κάτω από το μαξιλάρι.Μέχρι να κοιμηθώ όμως έβρεχα το μαξιλάρι με τα δάκρυά μου.Μου ήταν πολύ δύσκολο!Όμως αισθανόμουν και κάτι σαν ανακούφιση...δεν λέω ότι είδα κάτι,αλλά αισθανόμουν σαν να βρισκόμουν υπό την φροντίδα κάποιου.Αυτό είπε και η μητέρα πριν πεθάνει,ήταν τα τελευταία της λόγια:«Δεν έχω σε ποιόν να σε αφήσω,εαν σε αφήσω σε εκείνο το μέρος ή κάπου αλλού  δεν θα σου φερθούν καλά,γι αυτό σε αφήνω στα χέρια του Θεού.Αυτός θα σε φροντίζει!

Αποτέλεσμα εικόνας για parintele mihail jar
-Πότε σκεφτήκατε να πάτε στο μοναστήρι;Πώς σας ήλθε η ιδέα να ξεκινήσετε το μοναστήρι στο Μπαντσένι;
 Εγώ πέρασα πολλά στη ζωή μου.Παντρεύτηκα,είχα οικογένεια,είχα τρία παιδιά-ή θα έλεγα την έχω και σήμερα,πνευματική οικογένεια.Είχα μία ζωή ήσυχη,ήμουν ιερέας,λειτουργούσα...όμως στην καρδιά μου είχα πόθο να πάω στο μοναστήρι.

Όταν έβλεπα μοναχούς ή μοναχές στα μοναστήρια ή έρχονταν σε εμάς ή όταν ήλθαν οι καλύτεροι καιροί για την χώρα,οι ευλογημένοι....Ο πατέρας Υάκινθος ερχόνταν σε εμάς και όταν πέθανε,όλο το χωριό έτρεχε για να δει πως είναι ένας μοναχός.Ο πόθος ήταν μεγάλος,αλλά δεν ήξερα ότι ο καθένας θα μπορούσε να πάει στο μοναστήρι να αγαπήσει τον Θεό.Σκέφτηκα ότι εκεί πηγαίνουν άνθρωποι εκλεκτοί.Όταν ήμουν στο μοναστήρι και κυμάτιζαν από τον αέρα οι μανδύες των μοναχών,όταν περνούσαν από κοντά μου,εμένα μου φαίνονταν πως με νανουρίζουν,τόσο καλά αισθανόμουν.
Έπειτα αποφασίσαμε με την πρεσβυτέρα-είχαμε ήδη τρία παιδια-να υπηρετήσουμε τον Θεό με πιο σκληρή άσκηση,να μην κοιτάμε τα του σώματος αλλά τα της ψυχής.Ένα ολόκληρο βράδυ συζητήσαμε και είχαμε την ίδια σκέψη:Να υιοθετήσουμε ορφανά.
 Σίγουρα πήγαμε μαζί με την πρεσβυτέρα στο ορφανοτροφείο.Κοιτάγαμε,και όλο τρυγυρνούσαμε γύρω από ένα άρρωστο παιδί.
Μου λέει τότε:
-Τι όλο τριγυρίζεις κοντά του;Τόσα παιδιά υγιή βρίσκονται εδώ!Γιατί δεν κοιτάς τα άλλα;
Λέω τότε;«Ναί, πάμε στα άλλα παιδιά».Πάλι κοντά του όμως τριγυρνούσα και έλεγα:«Κοίτα το καημένο,δεν έχει κανέναν.Ποιός θα το βοηθήσει,ποιός θα το ταϊσει,ποιός θα το πλύνει;....και τελικά έτσι αποφασίσαμε και πήραμε τα δύο πρώτα παιδιά.

Αποτέλεσμα εικόνας για parintele mihail jar
-Σε ποιάν ηλικία παντρευτήκατε και πότε μπήκατε στο μοναστήρι;
-Παντρεύτηκα 22 ετών,25 ετών χειροτονήθηκα και έπειτα το 1997 εγώ και η πρεσβυτέρα γίναμε μοναχοί-η πρεσβυτέρα μου είναι τώρα η μοναχή Σαλώμη.Τα παιδιά μας είναι όλα παντρεμένα,έχουμε και εγγονάκια,εμείς όμως συνεχίσαμε να υπηρετούμε τον Θεό από αυτόν τον δρόμο.Η μοναχή Σαλώμη ασχολείται πιο πολύ με τα παιδιά που έχουν Εϊτζ,μαζί με τις μοναχές απο την Μονή Μποιάν.

-Πόσες μοναχές ζουν εκεί;
-Εκατόν τριάντα μοναχές,οι οποίες φροντίζουν τα παιδιά

****



Δεν σκεφτηκα ποτέ ότι μπορει να έχω τόσα παιδια

-Θυμάστε όταν πήρατε το πρώτο παιδί και το πήγατε στο μοναστήρι;
-Τα πρώτα παιδιά τα πήρα στο μοναστήρι το 1991-92.Έπειτα πήρα δύο αδελφάκια που και αυτά τα υιοθέτησα.
 Ανυπομονούσα να γυρίσω στο σπίτι,να τους κάνω το μπάνιο τους,πολύ μου αρέσει να κάνω μπάνιο στα παιδιά και να τα βάζω για ύπνο.Ότι έκανε η μητέρα μου,ήθελα να κάνω και εγώ:να τα φιλήσω και να τα αγκαλιάσω.
Εγώ ρωτούσα το βράδυ την μητέρα μου:«Μαμά,με ποιόν θα κοιμηθείς;Ήμασταν τέσσερα παιδιά.Εγώ επειδή ήμουν το μικρότερο και η μητέρα μου έλεγε:«με εσένα».Έτσι και εγώ,όταν με ρωτούσαν:«Πατέρα,με ποιόν θα κοιμηθείς;»εγώ τους έλεγα:«Με εσάς»Αυτή ήταν η ευτυχία μας,επειδή μπορούσα να τα χαϊδέψω και ν απαλύνω τον πόνο τους.

-Και συνεχίσατε στο μοναστήρι.Από εκεί τα πήρατε στο μοναστήρι.Έπειτα,όλο πήρατε και πήρατε...
 -Όλους θα τους έπαιρνα σπίτι.Σίγουρα δεν σκέφτηκα ποτέ ότι θα έχω κάποτε τόσα παιδιά.

-Τετρακόσια!
 -Ναι.Και πάλι λίγα είναι.Πιο πολλά θα ήθελα,έχουμε την δυνατότητα.Δεν πρέπει μόνο να τα πάρεις αλλά να τους δείξεις και γονική στοργή.Σε εμάς δεν είναι όπως στα κρατικά,που τα κρατάνε μέχρι τα 18 τους.Τα παιδιά είναι δικά μας για όλη τους τη ζωή.Παντρεύτηκαν,τους κάναμε σπίτια...

-Έχετε παιδιά τόσο μεγάλα που ήδη παντρεύτηκαν;!
 -Ναι,πολλά παιδιά παντρεύτηκαν,τώρα έχουμε από αυτά και εγγόνια.Όλο και πολλαπλασιάζονται και κάθε χρόνο φτιάχνουνε 10-20 σπίτια.Συνεχίζουμε.Μας δώρησαν γη,θα φτιάξουμε εκεί σπίτια για τα παιδιά...Να τα μεγάλωσεις και να τα πετάξεις μετά στον δρόμο;Δεν πάει.Εαν τους δώσεις ένα σπιτάκι,μία δουλίτσα,τότε και αυτά με την σειρά τους θα συνεχίσουν να κάνουν το καλό,έτσι όπως τα μάθαμε εμείς.

 -Σεβασμιώτατε πατέρα Λογγίνε.Δεν αποφύγατε να πάρετε κοντά σας παιδιά με αναπηρίες και με Έιτζ.Γιατί το κάνατε αυτό;.Δεν θα σας ήταν πιο εύκολο να πάρετε παιδιά υγιή-εγκαταλελειμένα,αλλά υγιή-και να τα μεγαλώσετε;
  -Το σκέφτηκα και πολλοί με τρόμαζαν λέγοντάς μου πως θα είναι πολύ δύσκολα.Τότε αλήθεια μου ήταν δύσκολο.Τώρα όμως δεν μου είναι καθόλου δύσκολο,επειδή είμαστε πολλοί μοναχοί στο μοναστήρι.

-Πόσοι είστε;
-Ογδόντατρεις.Και αυτοί στην συνέχεια θα σηκώσουν τον σταυρό που σήκωσα και εγώ.Βρίσκονται δίπλα μου,με βοηθούν πολύ,όπως και οι μοναχές από το γυναικείο μοναστήρι που έφτιαξα εκεί που ήταν η ενορία μου.Εκεί υπάρχει θαυματουργή εικόνα της Παναγίας(Μποϊαν),μπροστά στην οποία θεραπεύτηκαν πολλά παιδιά.Δεν φοβήθηκα και δεν φοβάμαι ούτε τώρα,επειδή όταν πήρα τα παιδιά,εκείνα διάλεξαν εμένα και όχι εγώ τα παιδιά

-Πώς;
-Όταν έμπαινα εκεί,άπλωναν όλα τα χέρια τους και μου έλεγαν ''Μαμά!''.Δεν με έλεγαν πατέρα,με έλεγαν μαμά.Υπήρχαν άρρωστα παιδιά που δεν τα έπαιρνε κανένας.Έπαιρναν όλοι τα υγιή.Μάχη γινόνταν.Εγώ έπαιρνα όλα εκείνα τα παιδιά που δεν έπαιρνε κανένας.Έπαιρνα 10-15 την φορά.Είμαι όμως πολύ ευτυχισμένος!Δεν μπορώ να εκφράσω πόση χαρά έχω στην ψυχή που ό Θεός μου έδωσε έλεος και οικτιρμό.

***
Αποτέλεσμα εικόνας για parintele mihail jar
Και εσύ φοβάσαι;Δεν θα με πάρεις;

  - Πότε αποφασίσατε να πάρετε παιδιά με Έιτζ;Πώς το αποφασίσατε;
  -Η πρώτη περίπτωση ήταν ένα κοριτσάκι.Πήγα στο ορφανοτροφείο-έφερνα γάλα κάθε πρωί.Ο γιατρός εκεί μου είπε:«Θέλεις να δεις ένα παιδί με Έϊτζ;»
Είπα:«Θέλω να δω.Δεν είδα ποτέ μου»Και μπήκα.Τέσσερις πόρτες πέρασα μέχρι να φτάσω στο παιδί αυτό και ήταν μόνο του.Ήταν δύο ή τριών μηνών.Ήταν κόκκινη από το κλάμα.Έκλαιγε,σταματούσε και ξανά έκλαιγε,αλλά κανείς δεν την άκουγε.Πότε-πότε έμπαινε η νοσοκόμα,την τάιζε,την άλλαζε και έτσι τελείωναν όλα.Δεν υπήρχε κανείς να μείνει κοντά της,να την φροντίσει.
Τότε εγώ έβαλα τα χέρια πίσω στην πλάτη,βλέποντας τους γιατρούς πως φυλάγονταν.Το έκανα μην τυχόν την αγγίξω και μολύνω τα άλλα παιδιά.

-Σκεφτήκατε τα παιδιά,όχι τον εαυτό σας.
  -Τα παιδιά σκέφτηκα,μήπως τα μολύνω με κάτι.Έφυγα και οδηγούσα μόνος το αυτοκίνητο.Προχωρώντας στον δρόμο,ενώ είχα φτάσει κοντά στο μοναστήρι-και μη νομίσει κάποιος πως δεν ξέρω τι μου συνέβη-εμφανίστηκε το παιδί εκείνο μπροστά στο αυτοκίνητο...Σαν να ήταν στον αέρα το κοριτσάκι εκείνο και μου χαμογελούσε από το κρεβατάκι της.Είχε πονέσει η ψυχή μου όταν την αντίκρυσα και μου φάνηκε σαν να μου λέει«Και εσύ με φοβάσαι;Δεν θα με πάρεις;»
Μείωσα ταχύτητα και άρχισε να με πονάει το κεφάλι.Μόλις έφτασα στο μοναστήρι άφησα το αυτοκίνητο και πήγα στο δάσος να περπατήσω,αισθανόμουν ένα βάρος..Ξαφνικά,βλέπω μπροστά στα μάτια μου εκείνο το κοριτσάκι.«Δεν φοβάμαι.Θα σε πάρω»της λέω.Όλα τότε εξαφανίστηκαν,ακόμη και ο πονοκέφαλος.
Πήγα στο μοναστήρι και παρακάλεσα τους μοναχούς:«Ετοιμάστε ένα όμορφο δωμάτιο, με νερό,θα πάω αύριο να την φέρω».
Το βράδυ εκείνο έφερα τα πιο ωραία έπιπλα.Παρακάλεσα κάποιους φίλους μου να μου φέρουν το πιο όμορφο κρεβάτι για το πιο δυστυχισμένο πλάσμα.Να δείτε όμως το κορίτσι.Ένας άγγελος είναι..!

***

Το πρώτο θαύμα.«Εαν δεν ακούσεις,αύριο θα πεθάνει»

-Πόσων ετών είναι τώρα;
-Είναι 12 ετών,αλλά μόνο στην αγκαλιά μου κάθεται.Όταν με βλέπει φωνάζει:''Πατέρα'',και τους παραμερίζει όλους για να φτάσει πρώτη κοντά μου.
 Έτσι μικρούλα λοιπόν την πήρα.Κατά τρόπο θαυμαστό από τις 2 εως τις 4 το πρωί, όταν στο μοναστήρι κάνουμε Θεία Λειτουργία ποτέ δεν κοιμάται.Ξυπνούσε,την είδα μία φορά στην εκκλησία-αν και δεν επιτρέπεται.Όταν έβλεπε άλλα παιδιά έτρεμε,τόσο πολύ ήθελε να παίξει μαζί τους,αλλά δεν την αφήναμε να έλθει σε επαφή με τα άλλα παιδιά.

-Φοβόσασταν μήπως μολύνει τα άλλα παιδιά;
-Όχι,το είχαν απαγορεύσει οι γιατροί.Μας είπαν να κοιμάται χωριστά,να τρώει μόνη της.

-Απομονωμένη;
-Ναι,πλήρως απομονωμένη.Στην εκκλησία όμως κυκλοφορούσε ελεύθερα.Εμείς οι μεγάλοι την παίρναμε αγκαλιά και την φιλούσαμε αφού δεν υπήρχε κάτι να φοβηθούμε,αλλά για να μην υπάρξει πρόβλημα με τους άλλους.Και το βράδυ λοιπόν τριγυρνούσε στον ναό,πήγαινε κοντά στον κάθε μοναχό και τραβούσε το κομποσχοίνι και χαμογελούσε στον καθένα.Δύο ώρες,όσο κρατούσε η Θεία Λειτουργία.
Μία φορά φώναξα κάπως πιο αυστηρά:«Τα παιδιά τέτοιαν ώρα πρέπει να κοιμούνται.Γιατί είναι στην εκκλησία;»Ποτέ δεν ήθελε να κοιμηθεί εκείνη την ώρα και με το έλεος του Θεού θεραπεύτηκε!
Ένας ιερομόναχος που πολύ την αγαπούσε,ο πατήρ Σιλουανός μου έλεγε:
«Δεν μπορείτε να κάνετε κάτι για να μην πεθάνει;»
Εμείς περιμέναμε ότι θα πεθάνει,μέρα παρά μέρα.Εαν όχι σήμερα,αύριο.Έτσι μας έλεγαν οι γιατροί.Αυτό επειδή είχε μία βαριά μορφή Έίτζ,4ου βαθμού,δεν ξέρω πως το λένε εδώ στην Ρουμανία.
Εγώ είπα ότι δεν μπορώ να κάνω τίποτα και έδειξα τον ουρανό.Ο π.Σιλουανός τότε άρχισε να κλαίει και μαζί του έκλαιγα και εγώ και... ο ελεήμων Θεός την θεράπευσε.Όταν έκαναν αναλύσεις στο παιδί,είδαν ότι δεν είχε πια τίποτα.

Αποτέλεσμα εικόνας για maica domnului boian
Η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας του Μποϊαν

-Είναι το μόνο παιδί, από τα τετρακόσια, στο οποίο έγινε κάποιο θαύμα;
-Έχουμε ογδόντα δύο παιδιά με Έϊτζ και θεραπεύτηκαν επτά.

-Ήταν θαύμα Θεού;Είστε πεπεισμένος;
-Ναι,είμαι πεπεισμένος ότι ήταν θαύμα Θεού.Κανείς δεν μπορούσε να κάνει κάτι άλλο.Εμείς δεν αποκλείουμε την ιατρική,δεν είμαστε ενάντια.Άλλωστε παίρνω τα φάρμακα που μου έδωσαν οι γιατροί για την καρδιά.Μάλιστα τα παιδιά με Έϊτζ ξέρουν πως είμαι άρρωστος σαν εκείνα και ότι παίρνουμε τα ίδια φάρμακα.Θέλω να τους δώσω θάρρος.

-Τους είπατε ότι έχετε Έϊτζ;
-Όχι,τους είπα ότι είμαι άρρωστος σαν και εκείνα.Να πω πω ψέματα δεν μπορώ,αλλά τους είπα:«Κοιτάχτε τα φάρμακά μου.Έχω και κόκκινα και άσπρα και έγχρωμα»,επειδή κάποιος έπιασε ένα από τα μεγαλύτερα παιδια με 'Είτζ,έναν 11χρονο και του είπε:
«Εσύ ξέρεις τι αρρώστια έχεις;Αυτό και αυτό».
Εκείνο τότε άρχισε να κλαίει δυνατά και να φωνάζει:«Γιατί με έφερε η μαμά μου σε αυτόν τον κόσμο;Δεν θέλω να ζήσω πια».
Τότε οι αδελφές μου είπαν:«Ελάτε επειδή είναι πολύ στενοχωρημένος,δεν τρώει και όλο κλαίει».
Πήγα εκεί και του είπα:«Σεργκέι και εγώ είμαι άρρωστος σαν εσένα,κοίτα,παίρνω χάπια και φάρμακα.Πρέπει όμως να πιστεύουμε,για να πάνε όλα καλά.Τι αδέλφια είμαστε αν θυμώνεις έτσι;Εγώ περίμενα να είσαι δυνατός να με βοηθήσεις και εμένα,και τώρα...»
 Άρχισε τότε να γελάει και είπε:«Πατέρα,εγώ σε αγαπώ!Δεν θα ξανακλάψω ποτέ!»
Και από τότε το παιδί είναι εύθυμο.Με τον καιρό όμως πρέπει να τους πούμε την αλήθεια,για να μην το κάνει κάποιος ξένος και τους προκαλέσει πόνο.
 Δεν ξέρω...Είναι τόσο όμορφα και τόσο καλόψυχα...Εαν κάποτε τα επισκεφτείτε θα δείτε ότι αυτά τα παιδιά είναι λες και κατέβηκαν από τον ουρανό.Φαίνεται όμως ο πόνος στην καρδιά τους.Φαίνεται!

***


Αποτέλεσμα εικόνας για parintele mihail jar


Αφήστε τον να πεθάνει ήσυχα,δεν έχουμε τι να του κάνουμε!

Είχαμε ένα άλλο παιδί με δύο καρκίνους.Το βράδυ, όταν έπαιρνε την τελευταία του πνοή το παιδί αυτό,ήλθαν όλοι οι γιατροί,κοίταξαν και είπαν:
«Αφήστε τον να  πεθάνει ήσυχα,δεν έχουμε τι να του κάνουμε».
Ήταν δύο ετών και ζύγιζε έξι κιλά,ανέδυε μία μυρωδιά έντονη,ήταν σε άσχημη κατάσταση.
 Τον πήρα στην αγκαλιά μου και άρχισα να κλαίω δυνατά.Το λυπόμουν τόσο πολύ που είπα:«Να ήταν εδώ η μαμά..!».Στον μεγάλο πόνο μόνο η μητέρα μπορεί να απαλύνει τον πόνο.Ο καθένας είχε ή έχει μητέρα και ξέρουμε πως όταν πονάμε,εαν εκείνη κολλήσει τα χείλη της στο μέτωπό μας ή μας αγκαλιάσει,ξεχνούμε τα πάντα.
  Μέσα σε αυτόν τον πόνο,έκλαιγα με το παιδί αγκαλιά και σκέφτηκα:εαν ήταν η μαμά του εδώ να τον αγκαλιάσει, θα του ήταν πιο εύκολο ακόμη και να πεθάνει.
Αλλά ο Θεός έκανε το θαύμα Του.Τον πήγα μπροστά στην εικόνα της Παναγίας του Μποϊάν και όπως τον κρατούσα αγκαλιά τον έβαλα μπροστά στην εικόνα.Δεν ήταν κανείς εκεί και άρχισα να προσεύχομαι:
«Παναγία μου,δεν έχει κανέναν σε αυτόν τον κόσμο.Είναι ένα ορφανό.Εαν μπορείς βοήθησέ το!»
Το παιδί άρχισε να αναπνέει ξανά αφού μέχρι τότε ανέπνεε δύσκολα.Άρχισε να κουνάει τα χέρια του,το κεφαλάκι,τα πόδια...το πρωί μάλιστα άρχισε να τρώει.Τώρα είναι δόκιμος στο μοναστήρι μας,Ιωάννη τον λένε.

Αποτέλεσμα εικόνας για episcop longhin jar
-Πώς ''μοιράζεστε''στα παιδιά;
 -Με ένα φιλί.Τα αγκαλιάζω.Πιο πολύ όμως κλαίω όταν δεν τα βλέπω.Στα άρρωστα παιδιά,όταν μπαίνω και βλέπω τον πόνο,όταν βλέπω αυτά που δεν έχουν πόδια,χέρια,που κάθονται μόνο στο κρεβάτι-υπάρχουν αρκετά παιδιά σε αυτήν την κατάσταση-μου έρχεται να κλάψω,αλλά δεν μπορώ επειδή πρέπει να τα ενισχύσω,τους χαμογελάω πάντοτε.Αν δω κάποιον που θέλει να κλάψει,του το απαγορεύω.Για τα παιδιά,επειδή πρέπει να βλέπουν ότι όλοι είμαστε ευτυχισμένοι και σηκώνουμε τον σταυρό μας.
Σίγουρα ο Θεός εργάζεται στην καρδιά τους.Ο Θεός στέλνει κάτι το ξεχωριστό σε αυτά τα παιδιά.Δεν λέω ότι δεν υπάρχουν προβλήματα,αλλά σε εμάς όλα,δεν ξέρω γιατί,σκεπάζονται με μία θεϊκή αγάπη,με κάτι το ουράνιο,που μας δίνει αυτή την δύναμη.Δεν ξέρω πως βρίσκω τόση δύναμη-σίγουρα από το Θεό-για να δώσω σε όλα την ίδια αγάπη.

***
Αποτέλεσμα εικόνας για episcop longhin jar


Δεν επιθύμησα ποτέ να γίνω επίσκοπος

-Σας μένει καιρό να κάνετε τον κανόνα σας;Τώρα είσαστε βοηθός επισκόπου.Τα καταφέρνετε.Πιστεύω ότι τώρα παλεύετε πιο πολύ με τον χρόνο.
 -Σίγουρα είναι πολύ πιο δύσκολα.Δεν επιθύμησα ποτέ να γίνω επίσκοπος,πρώτον επειδή είμαι ανάξιος και δεύτερον πρέπει να αφιερώνω πολύ χρόνο στα παιδιά.Πολλές φορές δεν κοιμάμαι τη νύχτα.Πρέπει να έχουμε φαγητό και ρούχα εγκαίρως.Επίσης να έχουμε ζέστη,φάρμακα,νοσοκομεία.Πολλά παιδιά τα εγχειρίσαμε στο εξωτερικό,στην Γερμανία και σε άλλες χώρες,είναι πολύ δύσκολο.Τώρα είμαι ακόμη πιο απασχολημένος.Ο Θεός με το έλεός Του με βοηθάει να μην αφήσω κάτι στην άκρη.

-Καταφέρνετε να τους δείτε όλους καθημερινά;
-Εαν βρίσκομαι εδώ,προσπαθώ να τους δω όλους.Τελευταία όμως τους βλέπω λιγότερο συχνά και αυτό με κάνει να υποφέρω.Αυτό με κάνει να μην κοιμάμαι την νύχτα,να είμαι ανήσυχος,ακόμη και να κλαίω.Για ποιό λόγο;Επειδή δεν μπορώ να δω τα παιδιά μου αφού με στέλνουν σε άλλα μέρη.Να τώρα έλειψα μία εβδομάδα στην Σύνοδο.Πηγαίνω για Θείες Λειτουργίες σε άλλες αρχιεπισκοπές και έτσι λείπω πάλι δύο-τρεις μέρες και πονάει η ψυχή μου



-Σκέφτεστε πως ίσως είναι καλά για εκείνα τώρα,ξέροντας πως έχουν τώρα έναν πατέρα-αρχιερέα;Δεν είναι μικρό πράγμα
-Δεν μπορώ να απαντήσω επειδή δεν αισθάνομαι ακόμη επίσκοπος.Και δεν ξέρω αν θα το αισθανθώ ποτέ.Μην αμαρτάνω όμως,η Θεία Χάρη παραμένει Θεία Χάρις...παρακάλεσα την Σύνοδο να μην με κάνουν επίσκοπο αλλά αποφάσισαν ερήμην μου,και τώρα που πήγα μου είπαν:«Τι, εσύ τα βάζεις με την Σύνοδο και την Εκκλησία;»και αναγκάστηκα να πάω.
Δεν το αισθάνομαι όμως επειδή είναι κάτι πολύ υψηλό για εμένα,δεν μπορώ να το εννοήσω ακόμη.
Εγώ όμως παρέμεινα πατέρας,έμεινα κοντά στους χριστιανούς μου,όπως ήμουν είμαι,ακόμη κι αν είμαι επίσκοπος ή ιερέας,έχω ευθύνη μπροστά στον Θεό και όλοι είμαστε το ίδιο.Όταν θα βρεθούμε ενώπιον του Θεού θα δώσουμε λόγο για το τι κάναμε σε αυτήν την ζωή.Πιστεύω ότι για εμάς τους αρχιερείς θα είναι πιο δύσκολο να απαντήσουμε μπροστά στον Κύριο.

-Είστε σχεδόν πενήντα ετών.Μετανοιώνετε για κάτι;
-Μετανοίωνω που μπορούσα να κάνω περισσότερα και δεν έκανα.Δεν μπόρεσα να γίνω κοινωνός του πόνου πολλών ανθρώπων.
Για πολλά χρόνια ασχολήθηκα με το χτίσιμο εκκλησιών σε διάφορα χωριά,με την βοήθεια των ανθρώπων.Ήμουν απασχολημένος και δεν είχα χρόνο να ακούσω τον πόνο του λαού.Έπρεπε καλύτερα να κάνω για τον Θεό επειδή η ζωή αυτή περνάει γρήγορα,σύντομα θα φύγουμε από εδώ.Ευχαριστώ τον Θεό για την κάθε ημέρα που ζω,αφού αισθάνομαι αρκετά άρρωστος.Έπαθα τρία εμφράγματα και κουράζομαι ευκολότερα τώρα.Όταν μπορούμε να κάνουμε κάτι,τότε να το κάνουμε.Το κάθετι στον καιρό του για να μην περνάει μάταια.Ο Θεός δεν θα μας κρίνει για τις αμαρτίες μας αλλά για το καλό που μπορούσαμε να κάνουμε και δεν κάναμε.


Από το περιοδικό ''Lumea monahilor''τεύχος 83/2014
Επιμέλεια/Μετάφραση, π.Γεώργιος Κονισπολιάτης-proskynitis.blogspot.

το είδαμε εδώ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...