Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μητροπολίτης Βεροίας Ναούσης και Καμπανίας Παντελεήμων. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μητροπολίτης Βεροίας Ναούσης και Καμπανίας Παντελεήμων. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 25, 2022

Κυριακή Απόκρεω (παραβολή της Κρίσεως)

 «Δεύτε οι ευλογημένοι του πατρός μου, κληρονο­μη­σατε την ητοιμα­σμένην υμίν βα­σιλείαν από κατα­βο­­λης κόσμου».

Για την κληρονομία μιάς βασιλείας ο λόγος στο ση­μερινό ευαγγελικό ανά­γνω­σμα. Όχι μιάς επίγειας βασιλείας, αλλά μιάς ουρά­νιας. Μιάς θείας βασιλείας την οποία καλούμεθα όλοι να κληρονομήσουμε στο μελ­λον. Της βασιλείας του Χρι­στού που ομολογούμε στο Σύμβολο της πίστεως ότι δεν έχει τέλος. Της βα­σι­λείας στην οποία θα εισ­ελ­θουμε μετά από μία κρι­ση. Μέλλουσα και αυτή, την οποία όμως προσδο­κού­­­­με και περιμένουμε μα­ζι με την δεύτερη παρουσία του Χρι­στού στη γη, όπως ομολογούμε και πάλι στο Σύμβολο της πι­στεως· «και πάλιν ερχόμενον κρι­ναι ζω­ντας και νε­κρούς», «ου της βασι­λείας ουκ έσται τέλος». Μιάς βασιλείας την οποία ήδη από αυτή τη ζωή ευ­λογούμε­, εφόσον αρχίζου­με κάθε θεία Λειτουργία με τη φράση «ευλογημένη η βα­σιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος».

Παρότι όμως καθη­με­ρινά επαναλαμβάνουμε στις κατ’ ιδίαν προσευχές μας ή ακούμε στις ακολουθίες της Εκκλησίας μας αυτή την ομολογία και την εκ­φραση της ελπίδος της μελ­­λού­σης ζωής, παρ’ όλα αυ­τα δεν συνει­δη­το­ποιού­με πολλές φορές ότι η δεύτερη εν­δοξη έλευση του Χριστού στον κόσμο ει­ναι μία πραγ­ματικότητα ενώπιον της οποί­ας θα βρεθούμε κάποτε όλοι.

Αυτή, λοιπόν, την πραγ­μα­τικότητα της μελλούσης Κρίσεως όρισαν οι άγιοι και θεο­­φόροι Πατέρες να μας υπενθυμίζει η Εκ­κλησία μας με το ευαγγελικό ανά­γνω­σμα την Κυρια­κη της Απόκρεω, μία Κυ­ρια­κη πριν από την αρχή της Αγίας και Με­γάλης Τεσσα­ρα­κο­στης, αφενός για να μας αφυ­πνίσει από τον λη­θαργο της καθημε­ρι­νο­τη­τος και να μας παρακινήσει προς τα έργα εκείνα τα οποία θα μας κάνουν να βρεθούμε κατά την ημέρα της Κρίσεως στην θέση των ευλογημένων του Θεού, και αφετέρου για να παρη­γο­­ρήσει τις ψυ­χες μας που πολλές φορές συνθλίβο­ν­ται μέσα στα προ­βλήματα και τις δυ­σκολίες του πα­ρόντος κόσμου, τις οποίες καλού­μεθα να υπομεί­νου­με ως συνέ­πειες της πτω­σεως μας και της εξώσεώς μας από τον παράδεισο, την οποία θα μας υπεν­θυ­μίσει η Εκκλησία μας την επό­μενη Κυρια­κη.

Δεν επιθυμεί, ασφαλώς, η Εκκλησία μας να μας φο­βίσει με το ευαγγε­λικό ανά­­­γνω­σμα της μελλούσης Κρίσεως, όπως ορι­σμένοι νομίζουν, αλλά επιδιώκει να μας υποδείξει τον δρόμο που θα πρέπει να βα­δι­σου­με στην επίγεια ζωή μας, έτσι ώστε η μέλλουσα Κρίση να γίνει και για μας η δίοδος προς την αιώνια και μακαρία ζωή της βα­σιλείας του Θεού. Και ο δρόμος αυτός που μας υποδεικνύει ο Χριστός ση­μερα δεν είναι δύσκολος και πολύπλοκος, είναι απλός και εφαρμόσιμος από όλους μας, όπως είναι πάντοτε οι εντολές του Θεού.

Ένα πράγμα μας ζητά μόνο και αυ­το θέτει ως κριτήριο της σωτηρίας μας. Είναι η αγάπη, η αγάπη προς τον πλησίον, η αγάπη προς τον άνθρω­πο, η αγά­πη που εκπηγάζει από μια άλλη αγάπη, την αγά­πη προς τον Θεό.

Αυτή η εντολή της αγά­πης, από την οποία, κατά τη διαβεβαίωση του ίδιου του Χριστού, «όλος ο νόμος και οι προφήται κρέμαν­ται», και η εφαρ­μογή της θα είναι που θα διαχωρίσει τους ανθρώπους κατά την ημέρα της Κρίσεως. Και όσους θα την ε­χουν εφαρ­μόσει θα τους θέσει εκ δε­ξιών του Πατρός, ενώ ο­σους δεν την έχουν εφαρ­­μο­σει θα τους στερήσει τη δυνατό­τητα να ζήσουν αι­ω­νίως την ευφροσύνη της βασιλείας του Θεού.

Ας μη ξενίζει, αδελφοί μου, το γεγονός ότι μία και μόνη εντολή, η εντο­λη της αγά­πης, θα είναι το κρι­τήριο της σωτη­ρίας ή της καταδίκης μας· δεν θα ήταν δια­φο­ρετικά δυνατό, εφό­σον ο Θεός είναι η απόλυτη αγάπη, και χωρίς την αγά­πη κα­νείς δεν μπορεί να βρεθεί δίπλα του. Το δια­πι­στώνουμε και από το ευαγ­γελικό ανά­γνωσμα της πε­ρα­σμένης Κυρια­κης, της Κυ­ριακής του Ασώτου. Ποιος ήταν ο λο­γος για τον οποίο στερή­θηκε ο πρεσβύ­τε­ρος υιός, ο συνετός και συνεπής, ο ερ­γατικός και υπά­κουος, και τη χαρά και την εορτή που ετοίμασε ο φιλεύσπλαγ­χνος πατέρας του; Ήταν η έλλειψη αγά­πης, ειλικρινούς και ανι­διο­τελούς, προς τον άσωτο αδελφό του. Και έτσι εκεί­νος, που κατασπατάλησε την πατρική περιου­σία, από­λαυσε την πατρική αγκα­λιά, ενώ ο πιστός υιός έμεινε εξαιτίας της ελλεί­ψεως αγάπης μακρυά της. Γιατί τίποτε δεν έχει πε­ρισ­σότερη αξία στα μάτια του Θεού και τίποτε δεν περιμένει από εμάς περισ­σο­τερο παρά να ζούμε με την αγάπη και να ασκούμε τα έργα της αγάπης. Ζητά από μας να δείχνουμε εμ­πρα­κτα την αγάπη μας προς όλους τους αδελφούς ανεξαιρέ­τως, γιατί μόνο έτσι μιμούμεθα τον ίδιο τον Θεό, που βρέχει επί δι­καίους και αδί­κους και συγ­χωρεί τους πάντες. Ζη­τα από μας να δείχνουμε εμ­πρακτα την αγάπη μας προς όλους, γιατί στα προ­σωπα των αδελ­φων μας απεικονίζεται το ίδιο το πρόσωπο του Θεού, εφόσον μας έχει πλα­σει κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσίν του. Ζη­τα από εμάς ο Θεός να δεί­χνουμε αγά­πη, γιατί μόνο έτσι θα μπορέσουμε να απο­λαύσουμε την ατελεύ­τη­τη ηδονή των αγαθών της βασιλείας του, τα οποία δημι­ούρ­γησε για μας, γιατί μόνο έτσι θα μπο­ρέσουμε να ακούσουμε και εμείς κατά την ημέρα της Κρι­σεως τη φωνή του Χρι­στού «δεύτε πάντες οι ευ­λο­γημένοι του πατρός μου, κληρονομήσατε την ητοι­μα­σμένην υμίν βασιλείαν από καταβολής κόσμου».

Κυριακή, Νοεμβρίου 26, 2017

Ο Γέρων Ιάκωβος Τσαλίκης

Αν θελήσει κανείς να αναζητήσει ένα απτό παράδειγμα για την παρουσία του Αγίου Πνεύματος, που εορτάσαμε χθες, στην εποχή μας, ασφαλώς δεν θα βρει καλύτερο παράδειγμα από την πνευματοφόρο ζωή και τη θαυμαστή πορεία των συγχρόνων Γερόντων.
Για όποιους είχαν την ευλογία να ζήσουν μαζί τους, να τους γνωρίσουν από κοντά ή έστω να διαβάσουν για τον βίο και τα ασκητικά παλαίσματά τους, για τις θλίψεις και τις δοκιμασίες που υπέμειναν, αλλά και τη χάρη του Θεού που πλημμύριζε την ύπαρξή τους, ακόμη και αν εκείνοι την έκρυβαν επιμελώς για να αποφύγουν τον πειρασμό της υπερηφανείας, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι μορφές τους έχουν εκπληκτικές ομοιότητες με εκείνες των παλαιών ασκητών και Οσίων για τους οποίους διαβάζουμε στα Συναξάρια και στο Γεροντικό, στο Λειμωνάριο του Ιωάννη Μόσχου και στους βίους των μεγάλων Οσίων Πατέρων των περασμένων αιώνων.
Ασφαλώς αυτό δεν πρέπει να μας ξενίζει, γιατί στην πραγματικότητα δεν θα μπορούσε να είναι και διαφορετικά, εφόσον το Άγιο Πνεύμα το οποίο «όλον συγκροτεί τον θεσμόν της Εκκλησίας» και του οποίου καρπός είναι η αγιότης, δεν αλλάζει διά μέσου των αιώνων· «ην μεν αεί και έστι και έσται», όπως ακούσαμε στους ύμνους της χθεσινής εορτής. Αλλά ούτε και η αγιότης μεταβάλλεται στο πέρασμα των χρόνων, γιατί αγιότης είναι η κατά το δυνατόν ομοίωση του ανθρώπου με τον Θεό, που είναι αιώνιος και αναλλοίωτος. Αγιότης είναι η αληθινή φύση του ανθρώπου την οποία καταστρέφει η αμαρτία και συσκοτίζει το κακό και η δέσμευση του ανθρώπου σ’ αυτό. Και αυτή την αληθινή φύση του ανθρώπου, όπως πλάσθηκε από τον Θεό, αποκαλύπτουν οι Άγιοι με τον καθημερινό τους αγώνα. Γι’ αυτό και, παρότι έχουν ζήσει σε διαφορετικές εποχές και κάτω από διαφορετικές συνθήκες, δεν διαφέρουν ως προς τα χαρακτηριστικά της ζωής τους.
Αυτήν ακριβώς την παρήγορη και ελπιδοφόρα πραγματικότητα μας υπενθυμίζουν οι «Σύγχρονες μορφές της Εκκλησίας» μας τις οποίες η Ιερά Μητρόπολη Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας προβάλλει κάθε χρόνο στο πλαίσιο των εκδηλώσεων των «Παυλείων», θέλοντας να διακηρύξει την αλήθεια του μηνύματος του ιδρυτού της, ουρανοβάμονος και Πρωτοκορυφαίου Αποστόλου Παύλου, ότι «Ιησούς χθες και σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνας» (Εβρ. 13, 8).
Σε μία τέτοια σύγχρονη οσιακή μορφή είναι αφιερωμένη και η σημερινή Εσπερίδα, σε ένα Γέροντα τόσο σύγχρονό μας, που θα μπορούσε να ζει ακόμη ανάμεσά μας, αφού γεννήθηκε το 1920 και κοιμήθηκε το 1991. Η σύγχρονη μορφή που προβάλλει, λοιπόν, η Ιερά Μητρόπολή μας απόψε είναι αυτή του π. Ιακώβου Τσαλίκη, του Ηγουμένου της Ιεράς Μονής του Οσίου Δαβίδ του Γέροντος στην Εύβοια.
Δεν ήταν μόνο η καταγωγή του από το Λιβίσι της Μικράς Ασίας που τον έκανε να μοιάζει τόσο πολύ με τις οσιακές μορφές που άκμασαν επί αιώνες στα αγιασμένα εκείνα χώματα, ήταν ο προσωπικός του αγώνας, η άσκηση, η υπομονή, η υπακοή, η ταπείνωση, η προσευχή την οποία είχε καθημερινό βίωμα από την παιδική του ηλικία, που είλκυσαν τη χάρη του Θεού και τον ανέδειξαν Γέροντα πνευματοφόρο με μυστικές και ουράνιες εμπειρίες, με θεία χαρίσματα που εκείνος τα θεωρούσε συνηθισμένα, αλλά όσοι μπορούσαν να τα αντιληφθούν κατανοούσαν το πνευματικό ύψος στο οποίο είχε ανέλθει με τη χάρη του Θεού ο Γέροντας.
Προσωπικά δεν είχα τη χαρά να τον γνωρίσω, θα ήθελα όμως να αναφέρω ένα συγκινητικό περιστατικό που συνδέεται με το προορατικό χάρισμα του Γέροντα και το οποίο μου διηγήθηκε ο Πανοσιολογιώτατος Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Σαγματά, Αρχιμανδρίτης π. Νεκτάριος Αντωνόπουλος (νυν Σεβ. Μητροπολίτης Αργολίδος).
Πριν από μερικά χρόνια, κάποιοι Έλληνες αποφάσισαν να δωρήσουν στην Ιερά Μητρόπολη Συμφερουπόλεως στην Κριμαία μια νέα λάρνακα για τα χαριτόβρυτα λείψανα του Αγίου Λουκά του ιατρού και θαυματουργού. Επισκέφθηκαν, λοιπόν, ένα χρυσοχόο στην Αθήνα και του ζήτησαν να αναλάβει την κατασκευή. Ο χρυσοχόος τους είπε ότι δεν μπορεί να αναλάβει την κατασκευή της, λόγω στενότητος χρόνου, αλλά τελικά υποχώρησε στις παρακλήσεις τους και υποσχέθηκε ότι θα προσπαθήσει να την ολοκληρώσει εντός της προθεσμίας που είχαν θέσει.
Έτσι και έγινε: Ο τεχνίτης άρχισε την κατασκευή και από την ημέρα εκείνη δεν μπήκε ούτε ένας άνθρωπος στο εργαστήριό του, ώστε εργαζόμενος απερίσπαστος κατόρθωσε να την ολοκληρώσει εγκαίρως. Η λάρνακα μεταφέρθηκε στη Συμφερούπολη και εντυπωσίασε τόσο πολύ τον Μητροπολίτη, ώστε στο τέλος της Ακολουθίας θέλησε να ευχαριστήσει επισήμως τους δωρητές. Τους κάλεσε, λοιπόν, μπροστά στην Ωραία Πύλη και τους ευχαρίστησε για τη μεγάλη προσφορά τους προς τον Άγιο. Ζήτησε όμως μαζί με αυτούς να ευχαριστήσει και τον χρυσοχόο ο οποίος την είχε κατασκευάσει. Όταν εκείνος ανέβηκε στον σολέα, ο Μητροπολίτης τον συνεχάρη για την υψηλή καλλιτεχνική ποιότητα της λάρνακος, τον έδειξε στο εκκλησίασμα και είπε «αυτός ο άνθρωπος έχει χρυσά χέρια». Ο τεχνίτης αισθάνθηκε άσχημα, κιτρίνισε, έχασε τον κόσμο γύρω του, και ενώ το εκκλησίασμα και οι κληρικοί τον επευφημούσαν, αυτός είχε σκύψει το κεφάλι και δεν έλεγε. Αφού τελείωσαν οι προσφωνήσεις και οι τιμητικές εκδηλώσεις, όλοι ρώτησαν τον χρυσοχόο τι του είχε συμβεί και είχε αντιδράσει με αυτό τον περίεργο τρόπο. Και τότε εκείνος τους διηγήθηκε μια σύντομη ιστορία.
Πριν από χρόνια του είχαν ζητήσει από τη μονή του Οσίου Δαβίδ στην Εύβοια να τους κατασκευάσει μία κανδήλα. Πράγματι την κατασκεύασε και την πήγε στο Μοναστήρι του Οσίου. Όταν την είδε ο Ηγούμενος, ο π. Ιάκωβος Τσαλίκης, ευχαριστήθηκε πολύ από το αποτέλεσμα και του είπε· «παιδί μου, θα έρθει μία ήμερα που θα σε δείξουν στον κόσμο και θα πουν ότι έχεις χρυσά χέρια». Και αυτό ακριβώς συνέβη εκείνη την ημέρα στη Συμφερούπολη. Όταν ο χρυσοχόος άκουσε τον Μητροπολίτη Λάζαρο να του λέει ενώπιον κλήρου και λαού ότι έχει χρυσά χέρια, του ήρθαν αμέσως στον νου τα λόγια του Γέροντα και δεν μπορούσε να πιστεύσει αυτό που ζούσε.
Το περιστατικό αυτό είναι ένα από τα πολλά που αφηγούνται όσοι γνώρισαν τον μακαριστό π. Ιάκωβο Τσαλίκη. Ένα από αυτά που αποδεικνύουν ότι η Χάρη του Θεού ζει και ενεργεί πάντοτε μεταξύ των ανθρώπων. Ένα από αυτά που αποδεικνύουν την αλήθεια του ευαγγελικού λόγου «έδωκεν αυτοίς εξουσίαν τέκνα Θεού γενέσθαι» (Ιωάν. 1, 12). Αλλά αυτή την εξουσία οι Άγιοι δεν την κρατούν για τον εαυτό τους, αντίθετα μάλιστα τη χρησιμοποιούν για να διακονούν τους ανθρώπους, για να τους συμβουλεύουν και να τους καθοδηγούν με το προορατικό τους χάρισμα στον δρόμο της σωτηρίας, για να τους ενισχύουν την πίστη, για να θεραπεύουν τις σωματικές και ψυχικές τους ασθένειες, όπως έκανε και ο π. Ιάκωβος Τσαλίκης. Δεν θεράπευε τις δικές του ασθένειες, αλλά των ανθρώπων που τον πλησίαζαν, γιατί ο ίδιος είχε αποδεχθεί για τον εαυτό του την παρήγορη διαβεβαίωση του Χριστού προς τον Απόστολο Παύλο και προς όλους τους εκλεκτούς δούλους του, «αρκεί σοι η χάρις μου· η γαρ δύναμίς μου εν ασθενεία τελειούται» (Κορινθ. Β’, 12, 9). Γι’ αυτή τη δύναμη που είχε μέσα του ο μακαριστός Γέροντας και γι’ αυτή την «εξουσία» που μετέβαλε σε διακονία, θα μας μιλήσουν απόψε οι τρεις εξέχοντες ομιλητές μας που τον γνώριζαν και συνεδέοντο προσωπικά μαζί του.

Πηγή: Σύγχρονες Οσιακές Μορφές, Έκδοσις Ιεράς Μητροπόλεως Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας, 2017, σ. 389-393

Κυριακή, Μαΐου 01, 2016

Ποιμαντορική Εγκύκλιος ΠΑΣΧΑ Μητροπολίτη Παντελεήμονα

Ἡ φωνή τοῦ ἀγγέλου ἠχεῖ καί πάλι ἀπόψε μεταδίδοντας σέ ὅλους μας τό μήνυμα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου. Ἀκοῦμε καί ἐμεῖς τή φωνή του νά ἀπευθύνει τό χαρμόσυνο ἄγγελμα καί σέ μᾶς, πού σάν τίς Μυροφόρες γυναῖκες καί σάν τούς μαθητές καί ἀποστόλους του, ἤρθαμε γιά νά τοῦ προσφέρουμε τά μύρα τῆς ἀγάπης μας.
«Δράμετε καί τῷ κόσμῳ κηρύξατε ὡς ἠγέρθη ὁ Κύριος».
Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι γεγονός. Ἡ νέκρωση τοῦ θανάτου εἶναι πραγματικότητα. Ἡ σωτηρία καί ἡ λύτρωση τοῦ ἀνθρωπίνου γένους εἶναι ἡ νέα ἀλήθεια πού κυριαρχεῖ στόν κόσμο. Καί ὅπως ὅλα τά μεγάλα καί σπουδαῖα γεγονότα ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά τά ζήσει καί νά τά πανηγυρίσει παρά μόνο κοινοποιώντας τα καί σέ ἄλλους, ὅσο τό δυνατό περισσότερους, ἀνθρώπους· γι᾽ αὐτό καί ὁ ἄγγελος ἀπευθύνει καί σέ μᾶς τήν προτροπή: «Δράμετε καί τῷ κόσμῳ κηρύξατε ὡς ἠγέρθη ὁ Κύριος.
Κανείς δέν μπορεῖ νά σταθεῖ ἀδιάφορος ἀπέναντι στό κοσμοϊστορικό γεγονός τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Σωτῆρος. Ὅσοι δέν θέλουν νά τό πιστεύ­σουν, ὅσοι ἀρνοῦνται νά δοῦν τό κενό μνημεῖο καί νά δεχθοῦν τό μήνυμα τοῦ ἀγγέλου, αὐτοί «ἐκλείπουν ὡσεί καπνός», ἐξαφανίζονται καί ἀπο­μακρύνονται σάν τούς στρατιῶτες πού φύλασσαν τόν τάφο τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά δέν θέλησαν νά πιστεύσουν ὅτι ἐξῆλθε τοῦ τάφου ἀναστημένος. Ὅσοι δέν θέλουν νά πιστεύσουν ὅτι ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἀνέτρεψε τά δεδομένα τῆς ἱστορίας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους· ὅσοι δέν θέλουν νά παρα­δεχθοῦν ὅτι ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ νίκησε ὁριστικά τόν θάνατο πού εἶχε εἰσέλθει διά τῆς ἁμαρτίας στόν κόσμο καί εἶχε καταστήσει ὑπόδουλό του τόν ἄνθρωπο, δέν ἀντέχουν τή χαρά. Δέν μποροῦν νά αἰσθανθοῦν τήν ἀγαλλίαση. Δέν μποροῦν νά νιώσουν τό φῶς τοῦ ἐκ τάφου Ἀναστάντος Κυρίου νά πληροῖ τή ψυχή τους καί τή ζωή τους.
Ὑπάρχουν ὅμως καί ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι σάν τούς μαθητές τοῦ Χριστοῦ, καί τίς μυροφόρες, σάν τά δισεκατομμύρια τῶν ἀνθρώπων πού ἀνά τούς αἰῶνες πίστευσαν στό θαῦμα τῆς Ἀναστάσεως, πού δέν ἀνα­ζη­τοῦν ἄλλες ἀποδείξεις, πού δέν δυσπιστοῦν στό γεγονός, ἀλλά μέ ἀνοικτή καρδιά τό ἀποδέχονται καί τό ζοῦν.maxresdefault
Εἴμαστε ὅλοι ἐμεῖς, ἀδελφοί μου, πού αὐτή τήν ὥρα «θανάτου ἑορτά­ζομεν νέκρωσιν, Ἅδου τήν καθαί­ρεσιν, ἄλλης βιοτῆς, τῆς αἰωνίου, ἀπαρ­χήν· καί σκιρτῶντες ὑμνοῦμεν τόν αἴ­τιον». Εἴμαστε ὅλοι ἐμεῖς πού ἀκοῦμε ἀπόψε τήν προτροπή τοῦ ἀγγέλου πρός τίς μαθήτριες τοῦ Κυρίου: «δρά­μετε καί τῷ κόσμῳ κηρύξατε ὡς ἠγέρ­θη ὁ Κύριος».
Ἐμεῖς δέν ἀποχωροῦμε ἀπογοητευμένοι ἀπό τό κενό μνημεῖο. Δέν ἀπο­χωροῦμε κατῃσχυμμένοι, γιατί ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ματαίωσε τά σχέ­διά μας ἤ ἀκύρωσε τήν ὑπόστασή μας. Ὁ δικός μας προορισμός προσ­διο­ρί­ζεται ἀπό τόν λόγο τοῦ ἀγγέλου: «δράμετε καί τῷ κόσμῳ κηρύξατε ὡς ἠγέρθη ὁ Κύριος». Ἀποστολή μας εἶναι νά μεταφέρουμε τό μήνυμα τῆς Ἀνα­στάσεως, νά μεταφέρουμε τό φῶς τοῦ Ἀναστάντος Κυρίου στόν κό­σμο. Γιατί τό ἀναστάσιμο μήνυμα δέν ἀπευθύνεται μόνο σέ ὁρισμένους, δέν ἀπευθύνεται μόνο σέ λίγους. Ἀπευθύνεται καί ἀφορᾶ κάθε ἄνθρωπο. Τό ἀναστάσιμο μήνυμα εἶναι αὐτό πού περιμένει ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος, πού ἀντιμετωπίζει τόν φόβο καί τήν ἀγωνία γιά τό αὔριο· πού ἀντιμετω­πίζει τήν ἀπογοήτευση καί τήν ἀπαισιοδοξία γιά ὅσα συμβαίνουν γύρω μας· πού ἀντιμετωπίζει τό σκότος τῆς ἀμφιβολίας καί τῆς ἀπιστίας, τή ψυχρότητα ἑνός κόσμου ἀπό τόν ὁποῖο λείπει ἡ ἀγάπη, ἡ ἀλληλεγγύη, τό ἐνδιαφέρον καί ἡ φροντίδα γιά τόν πλησίον.
Τό ἀναστάσιμο μήνυμα εἶναι αὐτό πού ἀναγεννᾶ τόν ἄνθρωπο καί τοῦ χαρίζει ἐλπίδα καί προοπτική, πού τοῦ χαρίζει φῶς ἀνέσπερο στή ζωή του καί πλημμυρίζει τή ψυχή του μέ τή χαρά τῆς Ἀναστάσεως.
Ἄς σπεύσουμε, λοιπόν, ἀδελφοί μου, νά γίνουμε καί ἐμεῖς ἀγγελιο­φό­ροι τοῦ χαρμοσύνου μηνύματος τῆς Ἀναστάσεως μαζί μέ τούς ἀποστόλους του καί τίς μυροφόρες γυναῖκες γιά νά τό αἰσθανθοῦμε ἀκόμη ἰσχυρότερο νά γεμίζει τή ψυχή μας καί τή ζωή μας.
Διάπυρος πρός τόν Ἀναστάντα Κύριον εὐχέτης
† Ὁ Βεροίας, Ναούσης καί Καμπανίας Παντελεήμων

Πέμπτη, Απριλίου 28, 2016

ΠΟΙΜΑΝΤΟΡΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ



«Καί εἴδομεν αὐτόν, καί οὐκ εἶχεν εἶδος, οὐδέ κάλλος, ἀλλά τό εἶδος αὐτοῦ ἄτιμον καί ἐκλεῖπον παρά πάντας τούς υἱούς τῶν ἀνθρώπων».
Ὀκτώ αἰῶνες πρίν ἀπό τήν ἡμέρα τῆς Σταυρώσεως τοῦ Κυρίου τό προφητικό ὄμμα τοῦ Ἡσαΐου βλέπει τόν Χριστό ἐπί τοῦ Σταυροῦ, καί ἡ θεοκίνητη γλῶσσα του περιγράφει μέ συγκλονιστικό τρόπο αὐτό πού τά μάτια τῆς ψυχῆς του βλέπουν.

«Καί εἴδομεν αὐτόν, καί οὐκ εἶχεν εἶδος, οὐδέ κάλλος, ἀλλά τό εἶδος αὐτοῦ ἄτιμον καί ἐκλεῖπον παρά πάντας τούς υἱούς τῶν ἀνθρώπων». Τόν εἴδαμε καί ἡ μορφή του δέν εἶχε κάλλος, ἀλλά εἶχε ἐμφανῆ τά σημάδια τῆς ἀτιμώσεως καί τῆς περιφρονήσεως τῶν υἱῶν τῶν ἀνθρώπων.
Καί ὄντως ἔτσι συνέβη. Ὁ Χριστός ἦλθε στή γῆ γιά νά σώσει τόν ἄνθρω­πο. Ἦλθε ἀπό ἀγάπη καί εὐσπλαγχνία καί ἀντιμετώπισε τήν ἄρνηση καί τό μίσος. Ἐκεῖνος εὐεργέτησε τούς ἀνθρώπους, καί ἐκεῖνοι τοῦ προσέφεραν «ἀντί τοῦ μάνα χολήν, ἀντί τοῦ ὕδατος ὄξος». Προτίμησαν νά ὁδηγή­σουν τόν Χριστό στόν Σταυρό, στόν πιό ἐπώδυνο καί ἀτιμωτικό θά­νατο, ἀντί τοῦ Βαραββᾶ. Προτίμησαν νά δοῦν ἐξουθενωμένο νά σηκώνει τόν Σταυρό τοῦ μαρτυρίου Ἐκεῖνον πού θεράπευσε τίς ἀσθένειες καί ἀνέ­στησε τούς νεκρούς τους. Προτίμησαν νά δοῦν μέ ἀλλοιωμένη τή μορφή του ἀπό τόν πόνο Ἐκεῖνον πού ἤθελε νά ἀποκαταστήσει τήν ἀλλοιωμένη ἀπό τήν ἁμαρτία δική τους μορφή καί ψυχή.
Καί ὅμως Αὐτός πού δέν ἔχει «εἶδος», πού δέν ἔχει «κάλλος», Αὐτός πού σήκωσε χθές τόν Σταυρό τοῦ μαρτυρίου καί ἀνέβηκε καρτερικά στόν λόφο τοῦ Γολγοθᾶ, Αὐτός πού ὑπέμεινε τήν ὀδύνη καί τήν ταπείνωση τῆς Σταυρώσεως καί πρόλαβε ἐπάνω στόν Σταυρό νά ἀνοίξει μέ ἕνα «μνή­σθη­τι» τήν πύλη τοῦ Παραδείσου στόν εὐγνώμονα ληστή, Αὐτός τοῦ ὁποίου τό νεκρό σῶμα θά δοῦμε σέ λίγο νά κατεβάζει ἀπό τόν Σταυρό ὁ Ἰωσήφ ὁ ἀπό Ἀριμαθαίας, γιά νά προσφέρει τήν ὀφειλόμενη τιμή στόν ἀτιμασθένα ἀπό τήν κακία τῶν ἀνθρώπων Θεάνθρωπο, δέν θά παραμείνει ἐπί πολύ χω­ρίς «εἶδος» καί χωρίς «κάλ­λος». Θά ἀναστεῖ «καί αὖθις ἐκ τοῦ τάφου ὡραῖος» καί θά συναναστήσει μαζί του ὅσους δέν πίστευσαν ὅτι ὁ Σταυρός καί ὁ θάνατος θά τόν νικήσει καί θά τόν ἐξαφανίσει. Θά συναναστήσει μαζί του ὅσους θά πιστεύσουν ὅτι αὐτός εἶναι ὁ νικητής τοῦ θανάτου καί δέν θά ἐπηρεασθοῦν ἀπό τήν προ­σωρινή ἀλλοίωση τῆς μορφῆς του καί τήν ἀτιμωτική συμπεριφορά τῶν ἐχθρῶν του.
«Καί εἴδομεν αὐτόν, καί οὐκ εἶχεν εἶδος, οὐδέ κάλλος, ἀλλά τό εἶδος αὐτοῦ ἄτιμον καί ἐκλεῖπον παρά πάντας τούς υἱούς τῶν ἀνθρώπων».
Οἱ λόγοι τοῦ προφήτου Ἡσαΐα θά μποροῦσαν νά ἐπαναληφθοῦν, ἀδελ­φοί μου, καί σήμερα. Γιατί εἶναι πολλοί ἐκεῖνοι πού κακοποιοῦν τή μορφή τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι πολλοί ἐκεῖνοι πού ἐπιχειροῦν νά τήν παραμορφώ­σουν, νά τήν ἐξευτελίσουν, νά τήν ἀτιμάσουν, εἴτε ἐπιτιθέμενοι ἐναντίον του εἴτε ἐπιτιθέμενοι ἐναντίον τῶν ἀνθρώπων, τούς ὁποίους ὁ Χριστός ὀνό­μασε ἀδελφούς του. Καί εἶναι πολλοί οἱ τρόποι πού χρησιμοποιοῦν. Εἶναι ἡ ἄρνηση τῆς ὑπάρξεώς του καί τῆς θυσίας του ὑπέρ τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι ἡ ἀμφισβήτηση τῆς ἀληθείας τῆς διδασκαλίας του μέ τό ἐπιχείρημα ὅτι εἶναι ξεπερασμένη καί δέν ἰσχύει πλέον. Εἶναι ἡ προσβολή καί ἡ βεβήλωση τῆς παναγίας μορφῆς του μέ λόγους καί πράξεις, μέ συκο­φα­ντίες καί βλασφημίες.
Συγχρόνως ὅμως εἶναι καί ἡ προσβολή καί ἡ βεβή­λωση τῶν εἰκόνων του, τῶν ἀνθρώπων. Ἡ ἀδιαφορία γι᾽ αὐτούς καί γιά τή ζωή τους. Οἱ πό­λεμοι πού τούς καταστρέφουν, οἱ ταλαιπωρίες καί τά μαρτύρια ἐξαιτίας τῆς πίστεώς τους, ἡ ἐξαθλίωση πού τούς δημιουργεῖ ἡ ἀνέχεια καί ἡ προσφυγιά, ὅλα ὅσα προσβάλλουν καί παραμορφώνουν τό ἀνθρώπινο πρό­σωπο, στερώντας του τήν ἐλευθερία καί τή δυνατότητα νά ἔχει μέλλον καί προοπτική.
Ὅλοι ὅμως αὐτοί, οἱ ὁποῖοι σάν τούς Ἰουδαίους τῆς ἐποχῆς τοῦ Χριστοῦ νομίζουν πώς μποροῦν καί πάλι νά τόν θανατώσουν καί νά τόν ἐξαφα­νίσουν γιά νά μήν εἶναι ἐμπόδιο στά ἄνομα σχέδιά τους, πλανῶνται, ἀδελ­φοί μου. Γιατί μπορεῖ ὁ Χριστός ἤ οἱ ἀδελφοί του νά βρίσκονται προσω­ρινά χωρίς «εἶδος» καί χωρίς «κάλλος», νά δοκιμάζονται καί νά ἀτιμά­ζο­νται, νά ὑποφέρουν καί νά διασύρονται, νά ταλαιπωροῦνται καί νά συκο­φαντοῦνται, ἀλλά αὐτό δέν εἶναι μόνιμο· γιατί ὁ Χριστός σταυρώθηκε καί γι᾽ αὐτούς. Σταυρώθηκε καί γιά ὅσους ὑποφέρουν. Σταυρώθηκε καί γιά ὅσους διώκονται καί πονοῦν, γιά ὅσους ὁ πόνος καί ἡ ὀδύνη τούς ἔχουν ἀλλοιώσει τό «εἶδος» καί ἐξαφανίσει τό «κάλλος». Σταυρώθηκε γιά νά ἄρει καί τόν δικό τους πόνο καί τόν δικό μας πόνο. Γιά νά τόν νεκρώσει καί νά τόν θανατώσει γιά πάντα, ἀναγεννώντας τή μορφή μας καί τήν ὕπαρξή μας μέ τόν θάνατο καί τήν Ἀνάστασή του.
Μία προϋπόθεση μόνο ὑπάρχει, ἀδελφοί μου. Νά τόν ἀναγνωρίσουμε ὡς Σωτήρα καί Λυτρωτή μας. Νά σταθοῦμε κάτω ἀπό τόν Σταυρό του ὄχι σάν τούς στρατιῶτες, ἀλλά εὐλαβικά σάν τόν ἠγαπημένο μαθητή του, τόν Ἰωάννη, σάν τόν Ἰωσήφ καί τόν Νικόδημο, σάν τίς Μυροφόρες, σάν τόν εὐγνώμονα ληστή καί νά τόν παρακαλέσουμε νά ἀξιώσει καί ἐμᾶς τῆς Ἀνα­στάσεώς του καί τῆς βασιλείας του.

Διάπυρος πρός τόν δι᾽ ἡμᾶς Σταυρωθέντα Κύριον εὐχέτης
† Ὁ Βεροίας, Ναούσης καί Καμπανίας Παντελεήμων

Κυριακή, Απριλίου 20, 2014

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ 2014 Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης καὶ Καμπανίας Παντελεήμων



† ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ
ἐλέῳ Θεοῦ Ἐπίσκοπος καὶ Μητροπολίτης
τῆς Ἱερᾶς καὶ Ἀποστολικῆς Μητροπόλεως Βεροίας, Ναούσης καὶ Καμπανίας
πρὸς τὸν ἱερὸν κλῆρον καὶ τὸν εὐσεβῆ λαὸν
τῆς καθ’ ἡμᾶς θεοσώστου Ἐπαρχίας.

Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,

«Χριστός γάρ γήγερται, εφροσύνη αώνιος».
Ατό θά διακηρύξει μέ πόλυτη βεβαιότητα σέ λίγο, δελφοί μου, θεόπνευστος ποιητής το κανόνος τς ναστάσεως. «Χριστός γάρ γήγερται, εφροσύνη αώνιος».


Διαρκής ναζητητής τς χαρς νθρωπος, διότι πλάσθηκε πό τόν Θεό γιά νά ζε μέσα στήν χαρά το κήπου τς δέμ, τήν ναζητοσε καί τήν πιδίωκε πάντοτε. Τήν ναζητοσε καί τήν πιδίωκε, διότι ζωή καί τά προβλήματα τς καθημερινότητος το τήν πέκλεπταν καί το τήν φαιροσαν. Διότι κακία συσκότιζε τή λάμψη της καί μείωνε τή διάρκειά της. Διότι ξάρτηση πό τά δεσμά τς μαρτίας δέν το πέτρεπε νά τήν πολαύσει σο θά θελε. Διότι διάβολος, πό φθόνο γιά τή χαρά πού ζοσε νθρωπος καί διος εχε χάσει πομακρυνόμενος πό τόν Θεό, προσπαθοσε μέ κάθε τρόπο νά το τήν στερήσει. μως ατά νήκουν στό παρελθόν. νήκουν στήν ποχή πρίν πό τήν νάσταση το Χριστο. Διότι «Χριστός γήγερται, εφροσύνη αώνιος».
Καί ατό συμβαίνει, διότι νάσταση το Χριστο δέν εναι να πλό γεγονός, δέν εναι μία νάσταση νθρώπου, σάν ατές πού ναφέρονται μεταξύ τν θαυμάτων το Χριστο. δική Του νάσταση λλάζει τήν στορία το κόσμου. λλάζει τή ροή της. Διότι δική του νάσταση σηματοδοτε τή συντριβή το θανάτου, σηματοδοτε τή διάλυση το δου, σηματοδοτε τή λύτρωση το νθρώπου πό τά δεσμά τς μαρτίας. κλείπει, λοιπόν, ατία τς λύπης το νθρωπίνου γένους. κλείπει ατία τς δυστυχίας. κλείπει θρνος το δάμ καί τς Εας ξω τς πύλης το παραδείσου. Μέ τήν νάσταση το Χριστο πανέρχεται χαρά, πανεγκαθίσταται εφροσύνη. χι προσωρινά λλά μόνιμα. χι πρόσκαιρα λλά αώνια. Διότι Χριστός εναι πηγή τς χαρς. Χριστός εναι ατία τς εφροσύνης. Διότι ατός εναι λευθερωτής μας πό τήν μαρτία καί τίς συνέπειές της.
Νά, γιατί πρώτη λέξη το ναστημένου Χριστο πρός τίς μυροφόρες γυνακες καί τούς μαθητές Του εναι τό «Χαίρετε». Διότι χαρά εναι σύμφυτη μέ τήν παρουσία Του. Εναι τό θεο δρο Του πρός τούς νθρώπους. Καί δική Του χαρά δέν εναι σάν ατή πού χαρίζει κόσμος, πού κλείπει ς καπνός καί τήκεται ς κηρός. Εναι σωτερική καί διαρκής. Εναι νεπηρέαστη πό τίς ξωτερικές συνθκες, πό τά προβλήματα καί τά γχη τς καθημερινότητος, πό τίς δυσκολίες καί τίς ντιξοότητες. Δέν τά ξαφανίζει, δέν τά φαιρε πό τή ζωή μας, διότι εναι σύμφυτα μέ τήν μεταπτωτική φύση το νθρώπου, λλά μς κάνει νά τά ντιμετωπίζουμε πό διαφορετική προοπτική· μς πιτρέπει νά τά ξιολογομε μέ διαφορετικό τρόπο· μς κάνει νά μήν πογοητευόμεθα πό ατά, διότι πιστεύοντας στήν νάσταση, πιστεύοντας στόν Χριστό, χουμε τή χαρά το Χριστο, «ν οδείς αρει φ μν», χουμε τή χαρά τήν ποία κανείς δέν μπορε νά μς φαιρέσει, πως μς βεβαιώνει διος Χριστός. Καί δέν μπορε νά μς τήν φαιρέσει, γιατί χαρά το Χριστο, χαρά τς ναστάσεως εναι χαρά πνευματική, εναι χαρά τς ψυχς μας, εναι χαρά λης τς κτίσεως πού συστέναζε καί συνώδινε μαζί μας, ξαιτίας το κακο καί τς μαρτίας πού εχε εσέλθει στόν κόσμο. Εναι εφροσύνη αώνιος.
Ατή τήν αώνιο εφροσύνη τς ναστάσεως ς οκειοποιηθομε καί μες, δελφοί μου, σπεύδοντας νά συναντήσουμε τόν δι μς ναστάντα Χριστό. ς Το νοίξουμε τήν καρδιά μας γιά νά τήν συναναστήσει μαζί Του καί γιά νά μς χαρίσει τή δική Του χαρά καί αώνια εφροσύνη. Καί ς παύσουμε νά ναζητομε τήν χαρά σέ κείνους πού δέν μπορον νά μς τήν προσφέρουν. «Χριστός γάρ γήγερται, εφροσύνη αώνιος».

Διάπυρος πρός τόν δι μς ναστάντα Κύριον εχέτης

Ὁ Μητροπολίτης




† Ὁ Βεροίας, Ναούσης καὶ Καμπανίας Παντελεήμων

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...