Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιες μορφές της Ρωσίας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιες μορφές της Ρωσίας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή, Οκτωβρίου 05, 2012

Η Λιθουανή αγία Οσία Χαριτίνη του Νόβγκοροντ η Λιθουανή (5 Οκτ.)


Προσκυνητής

Η Οσία Χαριτίνα (*) καταγόνταν από την Λιθουανία και προερχόνταν από οικογένεια ευγενών η οποία μετακινήθηκε στην Ρωσία λόγω πολιτικών ταραχών. Στην Ρωσία αποφάσισε να αφιερωθεί στο Θεό και έγινε μοναχή στο Νόβγκοροντ στην Μονή των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου. Μετά από πολλά χρόνια ασκητικής ζωής εκλέχθηκε ηγουμένη. Ήταν πολύ ταπεινή και επιδόθηκε σε σκληρούς ασκητικούς αγώνες. 
Εκοιμήθη στις 5 Οκτωβρίου 1281. Η ημερομηνία εβρέθη σε ταφόπλακα στην μονή. 


(*) "Ν": μάλλον το όνομα είναι Χαριτίνα, αλλά επικρατεί ως "Χαριτίνη" επειδή στη γενική πτώση, στα αρχαία, το -α γίνεται -η και λέμε "της αγίας Χαριτίνης", όπως της αγίας Μαρίνης, Αικατερίνης, Ιουλίτης κ.τ.λ.

Η αρχαία αγία Χαριτίνη (5 Οκτ.)
Κείμενο και εικ. από εδώ

Ἔζησε στὰ χρόνια του Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.). 

Ἦταν χριστιανὴ καὶ δούλη ἑνὸς πλουσίου Ρωμαίου, τοῦ Κλαυδίου. Ὅταν ὁ κόμης Δομέτιος ἔμαθε τὴν πίστη τῆς Χαριτίνης ζήτησε ἀπὸ τὸν Κλαύδιο νὰ τοῦ τὴν στείλει γιὰ νὰ τὴν ἐξετάσει ὁ ἴδιος. Ἡ Ἁγία παρουσιάστηκε στὸν κόμη καὶ χωρὶς νὰ δειλιάσει ὁμολόγησε τὴν ἀληθινὴ πίστη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὁ Δομέτιος ἐξοργισμένος ἀπὸ τὴν ὁμολογία πίστεως τῆς Χαριτίνης διέταξε τὸν βασανισμό της καὶ στὴν συνέχεια ζήτησε νὰ τὴν ρίξουν στὴ θάλασσα δένοντάς της μία πέτρα στὸ λαιμό.

Ὅμως μὲ τὴν βοήθεια τῆς Θείας Χάρης ἡ Ἁγία ἐπέζησε καὶ παρουσιάστηκε μπροστὰ στὸν Δομέτιο γιὰ νὰ τοῦ ἀποδείξει τὴν παντοδυναμία τοῦ Κυρίου. Παραταύτα ὁ Δομέτιος δὲν πείστηκε καὶ ἀπαίτησε τὸν βασανισμό της ξανά.
Μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο ἡ Ἁγία Χαριτίνη παρέδωσε τὸ πνεῦμά της εἰς τὸν Κύριο.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
 
Θείᾳ χάριτι, κραταιωθεῖσα, κράτος ᾔσχυνας, τῆς δυσσεβείας, Χαριτίνη ὑπὲρ φύσιν ἀθλήσασα· ὅθεν χαρίτων πηγὴν ἀδαπάνητον, ὡς γλυκασμὸν ἀναβλύζεις τοῖς κράζουσι. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Δευτέρα, Οκτωβρίου 01, 2012

Άγιος Θεόδωρος Ουσακώφ-Ο ναύαρχος που αγίασε!(+2 Οκτωβρίου)



Εικόνα 3 από 224
Δύο ρώσοι άγιοι είναι γνωστοί με το όνομα Θεώδωρος του Σαναξάρ.Ο 
ένας στις 19 Απριλίου και 21 Φεβρουαρίου και έζησε μεταξύ του 1717-1791.
Ο άλλος ήταν ρώσος ναύαρχος,γεννήθηκε το 1743 κοιμήθηκε το 1817,η
 μνήμη του τιμάται στις 2 Οκτωβρίου ενώ είναι γνωστός και ως 
Άγιος Θεόδωρος Ουσακώφ το οποίο ήταν και το όνομά του.
 Θεωρεῖται ὁ θεμελιωτὴς τοῦ Α΄ Ἑλληνικοῦ Κράτους, 
τῆς Ἑπτανήσου Πολιτείας

* * * * *


 Ο Άγιος Θεόδωρος ο ναύαρχος ήταν διάσημος στην Ρωσία πριν ακόμη
 αγιοποιηθεί.Ήταν εκλεκτός πολεμιστής και ήρωας του ρωσοτουρκικού
 πολέμου(1787-1791)ενώ πολέμησε και τους Γάλλους.Ήταν αήττητος 
χωρίς ποτέ να πληγωθεί.

 Ανακυρήχθηκε άγιος όχι μόνο επειδή ήταν ήρωας.αλλά και επειδή
 έκανε πολλές ελεημοσύνες ενώ το 1807 αποτραβήχθηκε στην Μονή
 Σαναξάρ όπου επιδόθηκε σε ασκητικούς αγώνες.
 Αγιοκατατάχθηκε το 2004 και τιμάται εξίσου με τους αγίους
 ήρωες Αλέξανδρο Νέφσκι και Δημητρίο του Ντον.
Φωτογραφία ΤΕΕΣ Επικοινωνίας Υπηρεσία.  Επίσημη ιστοσελίδα της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας /
Το λείψανο του Αγίου Θεοδώρου Ουσακώφ
 Ὁ Ναύαρχος Θεόδωρος Οὐσακώφ  επαιξε σημαντικὸ ρόλο στὴν ιστορία
 της σύγχρονης Κέρκυρας, ἀλλὰ καὶ γενικότερα τῆς Ἑλληνικῆς Ἱστορίας,
 ἀφοῦ εἶναι ὁ ἐλευθερωτὴς τῆς Ἑπτανήσου ἀπὸ τοὺς Γάλλους κατακτητὲς 
καὶ θεμελιωτὴς τοῦ πρώτου Ἑλληνικοῦ κράτους- τῆς Ἑπτανήσου Πολιτείας
 (1800-1807) – 347 χρόνια μετὰ τὴν ἅλωση τοῦ 1453 τῆς Πόλης
Ἐκκινῶντας ἀπὸ τὴν Μαύρη θάλασσα ὡς στόλαρχος τῆς Μεσογείου μὲ τὰ πλοῖα
 τοῦ στολου (ποὺ δημιούργησε ὁ πρίγκιπας Ποτέμκιν), διαπλέει τὸ Αἰγαῖο καὶ
 στὶς 13 Σεπ 1788 ἐλευθερώνει τὰ Κύθηρα, στὶς 14 Ὀκτ τὴν Ζάκυνθο, 
στὶς 23 Ὀκτ τὴν Κεφαλλονιά, στὶς 1 Ἰαν 1799 τὴν Λευκάδα. 
Τέλος στὶς 21 Φεβ 1799 ἔρχεται ἡ σειρὰ τῆς ἀπελευθέρωσης τῆς 
Κέρκυρας, κάτω ἀπὸ τὶς ἔντονες ἐκδηλώσεις ἐνθουσιασμοῦ τῶν
 Ἑπτανησίων . Μετὰ ἀπὸ ἕνα  χρόνο, τὸ 1800 ἰδρύεται
 ἡ Ἑπτάνησος Πολιτεία, μὲ τὴν βοήθεια καὶ καθοδήγηση τοῦ Ναυάρχου
 συμφιλιώνεται ὁ λαὸς καὶ γνωρίζει νέες καὶ ὄμορφες στιγμὲς μὲ ἐλπίδα
 γιὰ τὸ μέλλον του. Ἐπίσης σημαντικὴ εἶναι καὶ ἡ κίνηση νὰ 
ἐπαναγκατασταθῆ ὁ Ὀρθόδοξος Ἐπίσκοπος στὴν Κέρκυρα,
 εἶχε ἐκδιωχθῆ  γιὰ  αἰῶνες ἀπὸ τοὺς λατίνους καὶ ἀπὸ τοὺς
 ἄθεους γάλλους     
Ρώσοι ναυτικοί καταθέτουν στεφάνι στο μνημέιο που έχει ανεγερθεί προς τιμήν του Αγ.Θεοδώρου Ουσακώφ στο Νέο Φρούριο της Κέρκυρας
Ἡ παρουσία τοῦ Ναυάρχου Θεοδώρου Οὐσακὼφ καὶ τοῦ Ῥωσσικοῦ στόλου 
εἶναι ἐγγύηση γιὰ τὴν διατήρηση τῆς ἀνεξαρτησίας τοῦ Α΄ Ἑλληνικοῦ Κράτους,
 καθὼς οἱ περιπολίες τοῦ Ῥωσσικοῦ Ναυτικοῦ στὴν Μεσόγειο κρατοῦν μακρυὰ 
τοὺς ἐπίδοξους κατακτητὲς ἀπὸ τὴν δύση, ὅπως κρατοῦν ἐπίσης μακρυὰ καὶ τοὺς τουρκαλβανοὺς τοῦ Ἀλῆ πασᾶ.
Στὰ τελευταῖα χρόνια τῆς ζωῆς του ὁ Ὅσιος μονάζει στὴν Ἱ.Μονὴ Σαναξάρ,
 μοιράζοντας τὰ ὑπάρχοντά του σὲ ἀπόρους ναυτικοὺς τῆς Σεβαστουπόλεως.
Δίκαια θεωρεῖται ὁ θεμελιωτὴς τοῦ Α΄ Ἑλληνικοῦ Κράτους, τῆς Ἑπτανήσου
 Πολιτείας καὶ γι’ αὐτὸ τιμᾶται ἀπὸ τοὺς Ἑπτανήσιους καὶ ἰδιαίτερα 
ἀπὸ τοὺς Κερκυραίους.

Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 24, 2012

Ένας νέος Άγιος στην Ορθόδοξης Εκκλησίας.Ο Άγιος Ηλίας της Μακέεβκα




Έναν νέο μεσίτη που θα προσευχεται για εμας προς τον Ουράνιο Πατέρα
 έχουμε από προχθές-22 Σεπτεμβρίου 2012.Στην πόλη Μακεέβκα της Ουκρανίας
 έγινε η αγιοκατάταξη  του μεγαλόσχημου 
μοναχού Ηλία (Ilya Yakovlevich Ganja).

Ο Άγιος αυτός γέροντας μεταξύ των ετών 1937-1946(χρονολογία της 
κοιμήσεώς του)έζησε σε αυτήν την πόλη της Ουκρανίας που βρίσκεται
 στην επισκοπή του Ντόνετσκ.Πριν είχε ζήσει για κάποια χρόνια στην
 Σκήτη του Προφήτη Ηλία στο Άγιον όρος και στην Λαύρα των Σπηλαίων 
απ'όπου τον έδιωξαν οι κομμουνιστές.

схимонах Илия
Έμενε στα σπίτια διάφορων πιστών οι οποιοι θεωρούσαν μεγάλη ευλογία 
να τον φιλοξενουν αφού θαυματουργούσε δια της προσευχής του και
είχε το διορατικό χάρισμα.Οι κομμουνιστικές αρχές ποτέ δεν μπορούσαν 
να τον πιάσουν αφού ήξερε από πριν ότι προκειται να πάνε στην οικία που βρισκόνταν(σ.σ.όπως συνέβη και με την Αγία Ματρώνα της Μόσχας 
την αόμματη).
Κατα τα σκληρά χρόνια του Β Παγκοσμίου Πολέμου είχε προβλέψει ότι στην
 πόλη Μακέεβκα δεν επρόκειτο να γίνει καμία μάχη με τους Γερμανούς 
και ότι δεν θα υποφέρουν πολύ από αυτούς,όπως και έγινε παρότι οι Γερμανοί 
βρισκόνταν σε εκείνη την περιοχή.
 Πάντοτε είχε το ένα μάτι κλειστό.Σε μία φωτογραφία όμως τα άνοιξε και 
τα δύο!Όταν τον ρώτησαν απάντησε ως εξής:«Μπορώ να κοιτάξω τον κόσμο 
και με το ένα μάτι»!
Στις αρχές του 1946 είπε στα πνευματικά του παιδιά ότι δεν θα κάνουν 
Πάσχα μαζί.Πράγματι ο άγιος γέροντας Ηλίας εκοιμήθη την Μεγάλη Τετάρτη 
17 Απριλίου 1946.Η κηδεία του έγινε την Μεγάλη Παρασκευή 1946.
Μετά από 66 χρόνια βρέθηκε το λείψανό του.
Η αγιοποίησή του έγινε στον Καθεδρικό ναό του Αγίου Γεωργίου 
όπου εναπέθεσαν και το άγιο λείψανό του.

ΠΗΓΗΠηγή φώτο /Απόδοση στα ελληνικά proskynitis.blogspot.gr



Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 17, 2012

Μητερούλα Φρόσια.Μία εκπρόσωπος του μυστικού Ρωσικού Μοναχισμού.



16ΣΕΠ
 
Οικοδέσποινα του μικρού σπιτιού όπου φυλάσσονταν τα αντικείμενα του οσίου Σεραφείμ, στην οδό Λιεσνάγια του Ντιβέγιεβο, ήταν η μεγαλόσχημη μοναχή Μαργαρίτα. Όμως επί πολλά έτη κανείς δεν ήξερε ότι είναι μυστική μοναχή και μεγαλόσχημη. Όλοι την ήξεραν ως μητερούλα Φρόσια, παρόλο που ήταν συνομήλικη με τον αιώνα: το 1983, όταν πήγα πρώτη φορά στο Ντιβέγιεβο, η μητερούλα μόλις είχε συμπληρώσει τα 83 χρόνια της.
Ο μυστικός μοναχισμός εμφανίστηκε την εποχή των τελευταίων διωγμών κατά της Εκκλησίας τον 20οαιώνα. Ο μοναχός ή η μοναχή, που είχαν λάβει μυστική κουρά, έμεναν στον κόσμο, φορούσαν συνηθισμένα ρούχα, συχνά δούλευαν σε κοσμικά ιδρύματα, αλλά εκπλήρωναν αυστηρά όλες τις μοναχικές υποσχέσεις. Την κουρά, όπως και το νέο όνομα, έπρεπε να τα ξέρει μόνο ο πνευματικός. Ακόμη και όταν κοινωνούσαν στους κανονικούς ναούς, αυτοί οι αθλητές έλεγαν το κοσμικό τους όνομα.
Μυστικός μοναχός ήταν, για παράδειγμα, ο διάσημος Ρώσος φιλόσοφος και ακαδημαϊκός Αλέξιος Φιοντόροβιτς Λόσεφ. Στην κουρά τον ονόμασαν μοναχό Ανδρόνικο. Συνήθως σε όλες τις φωτογραφίες ο Λόσεφ παρουσιάζεται να φορά ένα παράξενο σκουφάκι και γυαλιά με τεράστιους φακούς. Ο Αλέξιος Φιοντόροβιτς φορούσε τέτοια γυαλιά διότι μετά από αρκετά χρόνια στα στρατόπεδα, στο κανάλι μεταξύ Λευκής και Βαλτικής θάλασσας σχεδόν τυφλώθηκε. Και το παράξενο μαύρο σκουφάκι το φορούσε, όχι επειδή φοβόταν το κρυολόγημα, όπως όλοι νόμιζαν. Ήταν μοναχικός σκούφος, το μοναδικό αντικείμενο από τη μοναχική ενδυμασία, που ο μοναχός Ανδρόνικος επέτρεπε στον εαυτό του να φέρει πάντοτε.
Μετά τον πόλεμο ήρθε νέα περίοδος για την εκκλησιαστική ζωή: άρχισαν ν’ ανοίγουν οι ναοί, τα μοναστήρια. Άρχισε να χάνεται το νόημα της μυστικής κουράς. Και να που τότε επαληθεύτηκε ο γνωστός νόμος που λέει ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται στην αρχή ως τραγωδία και στη συνέχεια σαν φάρσα.
Στα εκκλησιαστικά περιβάλλοντα κυκλοφορούσαν διάφορες ιστορίες, όπως εκείνη για κάποια γυναίκα, που εμφανιζόταν στη Λειτουργία ντυμένη ολόκληρη στα μαύρα, και έσπρωχνε αποφασιστικά το πράο πλήθος των ενοριτών, για να κοινωνήσει πρώτη, διακηρύσσοντας δυνατά το όνομά της: «Μυστική μοναχή Λουκέρια!».
Ο μητροπολίτης Πιτιρίμ διηγόταν ένα ανέκδοτο, που κυκλοφορούσε κι αυτό στους εκκλησιαστικούς κύκλους τη δεκαετία του ’50. Μια μοσχοβίτισσα κυρία πηγαίνει επίσκεψη σε μια γνωστή της. Εκείνη απλώνει στο τραπέζι πασιέντζα. Συγχυσμένη η φιλοξενούμενη ψιθυρίζει: «Μαρία Πετρόβνα! Μαρία Πετρόβνα! Δεν πρέπει να το πω σε κανένα, είναι μεγάλο μυστικό, μεγάλο μυστικό! Αλλά εσάς θα το πω….. Χθες έλαβα μυστική κουρά με το όνομα Κονκόρντια!». Η οικοδέσποινα ατάραχα ακουμπά το χαρτί και απαντά:
«Ε, και; Εγώ είναι ήδη ο δεύτερος χρόνος που έχω λάβει το μεγάλο σχήμα!».
Για τη μητερούλα Φρόσια όλοι νόμιζαν ότι απλά ήταν πρώην δόκιμη στο μοναστήρι. Κι αν οι φιλοπερίεργοι της έκαναν ερωτήσεις για το θέμα του μοναχισμού, η μητερούλα απαντούσε, απολύτως ειλικρινά, ότι κάποτε αξιώθηκε να είναι δόκιμη στη μονή Ντιβέγιεβο.
Αναγκάστηκε να αποκαλύψει το μοναχικό της όνομα μόνο στις αρχές της δεκαετίας του ’90 με την ευλογία της ηγουμένης Σεργίας, της ηγουμένης της αναγεννημένης μονής του Ντιβέγιεβο, όπου μετακινήθηκε η μητερούλα Φρόσια τρία χρόνια πριν τα τέλη της.
Πριν απ’ αυτό ήταν απλά η Φρόσια. Μάλιστα η ίδια η μητερούλα αντιμετώπιζε τον εαυτό της με πολύ σκεπτικισμό κι ενίοτε ακόμη και περιφρονητικά.
Κάποτε στο Τμήμα Εκδόσεων εκδώσαμε ένα πολύ όμορφο εικονoγραφημένο τευχίδιο, αφιερωμένο στον όσιο Σεραφείμ και την ιστορία της μονής Ντιβέγιεβο. Δεν είχε ξαναγίνει τέτοιου είδους έκδοση στη σοβιετική περίοδο. Με την πρώτη ευκαιρία το έφερα στη μητερούλα Φρόσια για να της το δείξω. Ήταν τόσο γυαλιστερό, σύγχρονο, αστραφτερό, έντονα χρωματισμένο, που έμοιαζε από άλλο πλανήτη μέσα στο φτωχικό σπιτάκι της οδού Λιεσνάγια.
Αλλά στη μητερούλα άρεσε πολύ. Άρχισε να κοιτάζει τις εικόνες και να γυρνά τις σελίδες με περιέργεια.
«Αχ, πατερούλη Σεραφείμ!», χτύπησε τα χέρια της, βλέποντας την ωραία εικόνα του οσίου.
«Η μητερούλα Αλεξάνδρα, η τροφός!», αναγνώρισε το πορτραίτο της πρώτης ηγουμένης της μονής Ντιβέγιεβο. Αγάθιας Σεμιόνοβνα Μελγκουνόβα. Η μητερούλα Φρόσια ήξερε άριστα όλη την ιστορία του Ντιβέγιεβο, μια ιστορία που ήταν λίγο μικρότερη των 200 ετών.
«Και αυτός; Ο Νικόλαος Αλεξάντροβιτς! Ο Μοτοβίλωφ!».
Στο τέλος η μητερούλα άνοιξε την τελευταία σελίδα και μπροστά της εμφανίστηκε η δική της φωτογραφία. Για μια στιγμή στερήθηκε το χάρισμα του λόγου. Και ύστερα, χτυπώντας τα χέρια με ειλικρινή αγανάκτηση, αναφώνησε:
«Φροσάκι! Κι εσύ εδώ; Ου, μάτια ξεδιάντροπα!».
Ήδη σ’ εκείνο το πρώτο ταξίδι μου στο Ντιβέγιεβο με τον π. Βονιφάτιο, η μητερούλα Φρόσια με παρεκάλεσε με απόλυτη απλότητα, την ώρα που με αποχαιρετούσε, να ξαναέρθω κοντά τους για να επισκευάσω τη στέγη και την αποθήκη. Υποσχέθηκα να το κάνω οπωσδήποτε και το καλοκαίρι επέστρεψα στο Ντιβέγιεβο, παίρνοντας μαζί δύο φίλους. Εγκατασταθήκαμε στην αποθήκη, στον αχυρώνα, και τη μέρα ασχολούμασταν με την επισκευή ενώ τα βράδια γυρνούσαμε στο κατεστραμμένο μοναστήρι, προσευχόμασταν μ’ αυτές τις εκπληκτικές μοναχές κι ακούγαμε τις αφηγήσεις της μητερούλας Φρόσιας, που για μένα ήταν ασύγκριτες.
Διηγούνταν ιστορίες για το παλιό Ντιβέγιεβο, για το πώς όλες τις δεκαετίες της σοβιετικής εξουσίας το μοναστήρι του Ντιβέγιεβο ζούσε υπό την καθοδήγηση του πατερούλη Σεραφείμ, είτε στις φυλακές, είτε στα στρατόπεδα, ή στις εξορίες΄ ή να, όπως τώρα, γύρω από την κατεστραμμένη μονή. Ήταν φανερό ότι ήθελε να μεταδώσει όλα, όσα φύλαγε στη μνήμη της, για να μην πεθάνουν μαζί της.

Πηγή: σχεδόν άγιοι  (π.Τύχων Σεβκούνωφ)    ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΑΦΗΓΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗ ΡΩΣΙΑ ΤΟΥ ΧΘΕΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΗΜΕΡΑ

Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 10, 2012

῾Ο Μακάριος Θεόδωρος ὁ διὰ Χριστὸν Σαλὸς ἀπὸ τὴν Γεωργία*λα



«ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθείτω μοι».
Σε κάποιο χωριὸ τῆς ᾿Ιβηρίας/Γεωργίας ζοῦσε ἕνας ἁπλοϊκὸς ἄνθρωπος μὲ τὸ ὄνομα Θεόδωρος, τὸν ὁποῖον ὅλοι θεωροῦσαν ἀνόητο ἀκόμη καὶ τρελλό. Δὲν πήγαινε ποτὲ στὴν ᾿Εκκλησία, δὲν φαινόταν ὅμως νὰ ἔχη ἄλλα ἐλαττώματα.
Κάποτε, τὴν ἡμέρα τῆς ῾Υψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, κατὰ τὴν ὁποία πλῆθος πιστῶν συνάγεται στοὺς Ναοὺς γιὰ νὰ προσκυνήση τὸ πάντιμο Ξύλο, σκέφθηκε ὁ Θεόδωρος: «Σήμερα θὰ πάω στὴν ᾿Εκκλησία, γιὰ νὰ ἰδῶ τοὐλάχιστον μία φορὰ στὴν ζωή μου, τί κάνουν ἐκεῖ». ῎Ετσι καὶ ἔγινε: προσκύνησε μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους πιστούς, παρηκολούθησε τὴν Θεία Λειτουγία καὶ συγκινήθηκε ἰδιαιτέρως ἀπὸ τὰ λόγια τοῦ Εὐαγγελίου, «ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθείτω μοι».
Μετὰ τὴν ἀπόλυσι, ἐπισκέφθηκε κάποιον γνωστό του καὶ τὸν ἐρώτησε, τί ἆραγε ἐσήμαιναν τὰ λόγια αὐτά. ᾿Εκεῖνος ἀπάντησε, ἀστειευόμενος: «Αὐτὸ σημαίνει, νὰ πᾶς σὲ ἕνα δάσος, νὰ κόψης ἕνα δένδρο, νὰ φτιάξης ἕναν σταυρό, νὰ τὸν βαστάζης (φέρης) καὶ νὰ βαδίζης πρὸς τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ». «Αὐτὸ εἶναι πολὺ εὔκολο», ἀπάντησε ὁ Θεόδωρος, «καὶ θὰ τὸ κάνω ἀμέσως. Σὲ εὐχαριστῶ, ἀδελφέ μου, γιὰ τὴν καλὴ συμβουλή».
Πράγματι, πῆγε στὸ δάσος καὶ ἔφτιαξε ἕναν μεγάλο σταυρό, τόσο βαρύ, ὥστε τὸν ἔφερε μὲ πολὺ δυσκολία. ῎Αρχισε ἔτσι νὰ βαδίζη, ἐρωτώντας κάθε διαβάτη: «Αὐτὸς εἶναι ὁ δρόμος γιὰ τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ;». Μία τέτοια ἐρώτησις ἔκανε τὸν καθ᾿ ἕνα νὰ νομίζη, ὅτι πρόκειται περὶ τρελλοῦ, καὶ ἀπαντοῦσαν: «Βάδιζε γρήγορα!… Αὐτὸς ὁ δρόμος πάει κατ᾿ εὐθεῖαν στὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ…».
῎Ετσι, ὁ Θεόδωρος ἔσπευδε περισσότερο…
Περιπλανήθηκε πολλὲς ἡμέρες, ξεχνώντας νὰ φάη καὶ νὰ πιῆ. Τελικά, ἔφθασε στὰ σύνορα τῆς ᾿Ιβηρίας καὶ Τουρκίας. ᾿Εκεῖ ἀντίκρυσε ἀπὸ μακρυὰ ἕνα Μοναστήρι καὶ μονολόγησε γεμᾶτος χαρά: «Δόξα τῷ Θεῷ! Μᾶλλον αὐτὴ θὰ εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ»!
῞Οταν ἔφθασε στὸ Μοναστήρι καὶ ἔκανε τὴν συνηθισμένη του ἐρώτησι, κατάλαβαν τὴν ἁπλότητά του καὶ τοῦ ἀπάντησαν: «῾Η Βασιλεία τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι ἀκόμη ἐδῶ, ἀλλὰ εἶναι κοντά, πάρα πολὺ κοντά. Ξεκουράσου λίγο καὶ ἴσως ἄλλοι ταξιδιῶτες θὰ ἔλθουν γιὰ νὰ σὲ συνοδεύσουν, διότι τὸ τελευταῖο τμῆμα τοῦ δρόμου ἕως τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι πολὺ ἐπικίνδυνο».
῾Ο ἁπλοϊκὸς Θεόδωρος συμφώνησε καὶ ἐγκαταστάθηκε στὸν νάρθηκα τοῦ Ναοῦ τῆς Μονῆς, ὅπου ἀπόθεσε καὶ τὸν σταυρό του, γιὰ νὰ μὴ τὸν ἀποχωρισθῆ ποτέ.
῾Ο ῾Ηγούμενος ποὺ εἶχε ἀντιληφθῆ τὴν ἀγάπη καὶ ἁπλότητά του, ἀνέθεσε εἰς αὐτὸν τὴν φροντίδα τοῦ κήπου. ῾Ο Θεόδωρος ἐκτελοῦσε μὲ μεγάλο ζῆλο καὶ εὐλάβεια τὴν διακονία του.
Μία ἡμέρα, κοίταξε τὸν ἐσταυρωμένο Κύριό μας καὶ ἐρώτησε μὲ μεγάλη συντριβὴ καρδιᾶς τὸν ῾Ηγούμενο: «Πάτερ, ποιός εἶναι αὐτὸς ποὺ βαστάζει σταυρὸ ὅπως καὶ ἐγώ; Γιὰ ποιό λόγο εἶναι καρφωμένος στὸν σταυρό του;».
῾Ο ῾Ηγούμενος ἀπάντησε: «Αὐτὸς εἶναι ὁ Κύριος ᾿Ιησοῦς Χριστός», καὶ ἐν συνεχείᾳ τοῦ διηγήθηκε τὴν ζωὴ τοῦ Κυρίου μας. ῎Εκτοτε, ὁ Θεόδωρος αἰσθανόταν ἀδελφικὴ ἀγάπη γιὰ τὸν Χριστό μας, λόγῳ τῆς ὁμοιότητος τῆς ζωῆς του καὶ τοῦ ὡμιλοῦσε μὲ παρρησία.
Μία φορὰ ποὺ τοῦ ἔφεραν φαγητό, σκέφθηκε ὁ μακάριος: «῾Ο ἀδελφός μου Χριστὸς ἔτρωγε, ὅπως καὶ ἐγώ, ὅταν περιφερόταν στὴν γῆ; Θὰ τοῦ ζητήσω νὰ συμμετάσχη, ἂν θέλη, στὸ φτωχικό μου δεῖπνο».
Καθὼς σκεπτόταν ἔτσι, ξαφνικὰ ἄνοιξε ἡ θύρα τοῦ Ναοῦ καὶ ἕνα λαμπρὸ φῶς πλημμύρισε τὴν ᾿Εκκλησία. ῾Η εἰκόνα τοῦ ᾿Εσταυρωμένου ζωντάνεψε καὶ ἐμφανίσθηκε ὁ Κύριός μας ᾿Ιησοῦς Χριστὸς γεμᾶτος δόξα καὶ ὡραιότητα!
῾Ο Χριστός μας ἀπευθύνθηκε στὸν Θεόδωρο μὲ τὰ ἑξῆς λόγια: «῎Ηπια καὶ ἔφαγα ὅταν ἤμουν στὴν γῆ καὶ τώρα ἡ τροφὴ δὲν μοῦ εἶναι ἀναγκαία.
Σύντομα τὸ ἴδιο θὰ συμβῆ καὶ μὲ σένα. Εἶμαι ὁ Υἱὸς ἑνὸς πλουσίου Πατέρα. Γρήγορα θὰ πάω εἰς Αὐτὸν καὶ θὰ σὲ πάρω μαζί μου καὶ θὰ σοῦ δείξω τὴν δόξα Του καὶ θὰ εἶσαι μαζί μου ἐκεῖ αἰωνίως!».
᾿Εν τῷ μεταξύ, ὁ ῾Ηγούμενος καὶ ἡ ᾿Αδελφότης, μὲ τὸν ξαφνικὸ φωτισμὸ τοῦ Ναοῦ, ἔτρεξαν πρὸς τὰ ἐκεῖ. ᾿Εσκέφθησαν, ὅτι ὁ σαλὸς Θεόδωρος εἶχε βάλει φωτιά. ῞Οταν ἔφθασαν στὴν ᾿Εκκλησία, εἶδαν τὸ θαυμαστὸ φῶς καὶ ἄκουσαν τὴν ἢσυχη καὶ γλυκειὰ συνομιλία μεταξὺ τοῦ ἀγνώστου ἀνθρώπου καὶ τοῦ Θεοδώρου. Στὶς ἐρωτήσεις τους, γιὰ τὸ τί συνέβη, ὁ μακάριος ἀπέφυγε νὰ ἀπαντήση καὶ ἔκανε τὸν ἀνήξερο.
Τελικά, ὁ Θεόδωρος ἐφανέρωσε στὸν ῾Ηγούμενο τὴν ἀποκάλυψι.
᾿Εκεῖνος, γεμᾶτος ἔκπληξι, ἔπεσε στὰ πόδια τοῦ μακαρίου καὶ τὸν παρακαλοῦσε: «᾿Αληθῶς, εἶσαι ἀδελφὸς τοῦ Χριστοῦ. ῏Ω ἄνθρωπε τοῦ Θεοῦ! Μεσίτευσε γιὰ νὰ μὲ πάρη μαζί σου στὸν Οἶκο τοῦ Πατρός Του!»
Τὴν νύκτα, ὁ Θεόδωρος μὲ τὴν συνηθισμένη του ἁπλότητα καὶ παρρησία, προσευχήθηκε γιὰ τὸν ῾Ηγούμενο. Τότε, τοῦ ἐμφανίσθηκε πάλι ὁ Χριστὸς καὶ τοῦ εἶπε: «Πρέπει ὁ ῾Ηγούμενος νὰ ἐργασθῆ ἀκόμη ἐκεῖ».
῞Οταν ὁ ῾Ηγούμενος ἔμαθε, τί εἶπε ὁ Κύριός μας, παρεκάλεσε μὲ δάκρυα τὸν Θεόδωρο: «Προσευχήσου στὸν Χριστό, ὁ ῾Οποῖος ἐσταυρώθη γιὰ μᾶς, ἂν καὶ εἶμαι ἀνάξιος τοῦ Οἴκου τοῦ Πατρός Του, νὰ μὲ ἐλεήση χάριν τῆς ῾Υπεραγίας Μητρός Του».
῾Ο μακάριος προσευχήθηκε πάλι στὸν Κύριό μας ᾿Ιησοῦ Χριστό, ὁ ῾Οποῖος τοῦ ἀπάντησε: «Χάριν τῆς Μητρός μου, σὲ σαράντα ἡμέρες θὰ παραλάβω καὶ τὸν ῾Ηγούμενο μαζί σου στὸν Οἶκο τοῦ Πατρός μου».
Μετὰ ἀπὸ αὐτό, ὁ ῾Ηγούμενος καὶ ὁ Θεόδωρος πέρασαν τὶς ἡμέρες τους μὲ προσευχή· ὅταν συμπληρώθηκε ἡ τεσσαρακοστὴ ἡμέρα, ἐκοιμήθησαν καὶ οἱ δύο εἰρηνικά, ἐνῶ εὑρίσκοντο σὲ στάσι προσευχῆς!

Σάββατο, Ιουλίου 21, 2012

Μια αγία ακτιβίστρια της Γαλλίας & νεομάρτυρας: Μαρία Σκόμπτσοβα







«Θαυμαστός ο Θεός, εν τοις αγίοις αυτού».
Η θριαμβευτική αυτή διαπίστωση που κάνει η Εκκλησία κάθε φορά που θυμάται την ζωή των αγίων της, μας υπενθυμίζει και σε μας πως τίποτε άλλο δεν είναι η ζωή του πιστού παρά η αποδοχή της Ζωής του Χριστού, ως ζωής δικής του. Οιάγιοι, οι θαυμαστές αυτές προσωπικότητες των οποίων ολόκληρος ο βίος αποτελεί την σάρκωση του Ευαγγελίου και την διαπίστωση πως τα λόγια του Χριστού είναι δυνατά και εφαρμόσιμα από τον καθένα, είναι αυτοί τελικά που θα μείνουν στην ιστορική διαχρονική μνήμη, όσοι αιώνες ακόμα κι αν περάσουν, όσα δισεκατομμύρια ανθρώπων ακόμα περιπατήσουν στη γη, οι άγιοι και τα έργα τους θα παραμείνουν άσβηστα στη συλλογική μνήμη του κόσμου.
Υπάρχει η διαδεδομένη σε πολλούς εντύπωση πως η Εκκλησία δεν γεννά πια αγίους, πως η αγιότητα είμαι μια ανέφικτη εμπειρία για τον σύγχρονο άνθρωπο, πως οι άγιοι αποτελούν ιστορικές μορφές του παρελθόντος, και μάλιστα του πολύ απώτατου. Καμιά άλλη άποψη δεν είναι όμως πιο ξένη από την αλήθεια. Η ρήση του Κυρίου «γίνετε άγιοι, όπως είναι και ο επουράνιος Πατέρας σας» δεν θα είχε διατυπωθεί αν ήταν αδύνατη.

Η ιστορία του περασμένου αιώνα επιβεβαιώνει την αλήθεια της παραπάνω εντολής: και στον 20ο αιώνα η Εκκλησία γνώρισε πολλές άγιες προσωπικότητες, αληθινούς δηλαδή φίλους του Χριστού που εφάρμοσαν με συνέπεια και αγωνιστικότητα τις εντολές του από αγάπη σ’ Αυτόν και την εικόνα Του, τον άνθρωπο. Η αγιότητα δεν είναι μια υπερφυσική κατάσταση, ούτε μια εξωκοσμική εμπειρία, ούτε τέλος μια ατομική κατάκτηση όπως συμβαίνει στον χώρο των ανατολικών θρησκειών, αλλά η συνέργια Θεού και ανθρώπου για την μεταμόρφωση της καρδιάς του ανθρώπου η οποία γίνεται το αληθινό κατοικητήριο του Θεού, ο όντως ναός Του, αυτός και όχι τα πέτρινα κτίσματα ενός επίγειου ναού.
Μια από τις μορφές λοιπόν που σημάδεψαν την ζωή των ανθρώπων στον αιώνα που πέρασε ήταν η Μαρία Σκόμπτσοβα, ρωσίδα αγωνίστρια του πνεύματος η οποία έζησε μια ζωή απόλυτης θυσιαστικής διακονίας σε πολύ δύσκολους καιρούς.

ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΤΗΣ ΧΡΟΝΙΑ

Γεννήθηκε το 1891 στην Ρίγα της Λετονίας, η οικογένεια της ήταν αριστοκρατικής καταγωγής. Το όνομα της, πριν παντρευτεί, ήταν Ελισαβέτα Πιλένκο.
Οι γονείς της ήσαν πιστοί και ευσεβείς άνθρωποι που της μετέδωσαν από μικρή τα ουσιώδη της πίστης. Ωστόσο, όπως συμβαίνει συχνά, η πίστη για να εδραιωθεί θα περάσει μέσα από την κάμινο και τα βάσανα της αμφιβολίας, για να θυμηθούμε την ανάλογη έκφραση του Ντοστογέφσκυ. Στα 14 της χρόνια θα πεθάνει ο πατέρας της, και η μικρή Ελισαβέτα θα νιώσει την αδικία του θανάτου, άρα και την απουσία του Θεού τον οποίο θεωρούσε πια ως ανύπαρκτο.
Το 1906 μαζί με την χήρα μητέρα της θα μετακομίσουν στην Αγία Πετρούπολη, όπου θα αναμειχθεί με τους κύκλους των διανοουμένων -ήταν άλλωστε εποχή μεγάλων και σημαντικών εξελίξεων στο χώρο της ρώσικης ιντελλιγκέντσια- ιδιαίτερα με τον ποιητή Αλεξάντερ Μπλοκ. Επίσης, όπως τόσοι άλλοι σύγχρονοι της, θα γίνει μέλος αριστερών πολιτικών οργανώσεων, «για να πολεμήσω την αδικία μέσα στον κόσμο» όπως έλεγε αργότερα.
Το 1910 η Λίζα θα παντρευτεί τον Ντμίτρι Κούζμιν-Καράβιεφ, ένα μέλος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, πιο γνωστό ως «Μπολσεβίκοι». Ένας γάμος που έγινε όχι από αγάπη, αλλά από συμπάθεια περισσότερο. Συνέχιζε τις επαφές της με πολιτικούς και πνευματικούς κύκλους, ενώ αν και θεωρούσε τον εαυτό της άθεο, αναζωπυρωνόταν το παλιό της ενδιαφέρον για τον Χριστό, περισσότερο όμως ως ηρωική μορφή. 

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟ ΧΡΙΣΤΟ

«Τινα με λέγουσιν οι άνθρωποι είναι;» [=ποιος λένε οι άνθρωποι ότι είμαι;] ρωτούσε τους μαθητές του ο Ιησούς, και από τότε ως σήμερα έχουν δοθεί αμέτρητοι χαρακτηρισμοί και έχουν σμιλευτεί πάμπολλα πορτραίτα για το ποιος πράγματι ήταν ο Κύριος, η Λίζα δεν ήταν δυνατό να ξεφύγει από τον «κανόνα» αυτό, ειδικά σε μια εποχή ανακατατάξεων όπου γραφόταν καθημερινά η ιστορία.
Ωστόσο, οι παλιές της παιδικές μνήμες δεν την εγκατέλειπαν. Παράλληλα με την συγγραφή ποιημάτων (είχε ήδη εκδώσει 2 ποιητικές συλλογές) αποφάσισε ν’ ασχοληθεί με τις θεολογικές σπουδές: «ο κόσμος περισσότερο ανάγκη έχει τον Χριστό και όχι επαναστατικές θεωρίες». 
Γράφτηκε λοιπόν στην Θεολογική Ακαδημία της Μονής του Αλεξάνδρου Νιέβσκυ στην Αγία Πετρούπολη, αλλά σημαντικά γεγονότα έμελλαν να συμβούν σε λίγο: ο γάμος της θα διαλυθεί το 1913, αλλά τον Οκτώβρη του ίδιου έτους θα γεννηθεί το πρώτο της παιδί. Εμβαθύνοντας στις σπουδές της, παράλληλα όμως με την δική της προσωπική αναζήτηση της πίστης, θα συμπεράνει πως ο χριστιανικός ασκητισμός δεν συνίσταται στον βασανισμό του σώματος, αλλά το ενδιαφέρον για τις ανάγκες των άλλων ανθρώπων, μαζί με το ενδιαφέρον για καλυτέρευση των κοινωνικών συνθηκών. Έτσι στράφηκε προς το μικρό Σοσιαλεπαναστατικό Κόμμα τον οποίο ήταν μακρόθεν των ιδεών του Λένιν.
Τα γεγονότα τρέχουν. Καταδιώκεται από την μπολσεβίκικη εξουσία που προσπαθεί να στεριωθεί στην Ρωσία. Λόγω φιλίας της με την γυναίκα του Λένιν διασώζεται από εκτέλεση. Ωστόσο η καταδίωξη της είναι ανηλεής: αν και εκλέχθηκε δήμαρχος της μικρής πόλης Άναπα, στην Μαύρη Θάλασσα, είναι τα χρόνια του εμφύλιου πολέμου και αυτή τη φορά θα την συλλάβουν οι Λευκοί, οι αντίπαλοι των Μπολσεβίκων. Θα γλυτώσει και πάλι την εκτέλεση , την φορά αυτή χάρη στον Δανιήλ Σκόμπτσοβ ο οποίος ήταν ο δικαστής της. Αργότερα θα τον ερωτευτεί, και το ειδύλλιο θα καταλήξει σε γάμο. Για την Λίζα πλέον η ζωή στη Ρωσία ήταν επικίνδυνη, ο εμφύλιος αιματοκυλούσε όλη την χώρα και οι Μπολσεβίκοι φαινόταν πως είχαν κερδίσει σημαντικά ερείσματα. 

ΣΤΟ ΠΑΡΙΣΙ

Μαζί με την οικογένεια της παίρνουν την πρωτοβουλία να μεταναστεύσουν, για να φτάσουν τελικά μετά από περιπέτειες στο Παρίσι το 1923. Το 1926 είναι χρονιά μεγάλης δοκιμασίας και θλίψης καθώς χάνει την κόρη της από μηνιγγίτιδα. «Ο θάνατος κάποιου αγαπημένου σου προσώπου ανοίγει διάπλατα τις πύλες της αιωνιότητας, ενώ ολόκληρη η φυσική ύπαρξη χάνει την σταθερότητα και την συνοχή της. Οι νόμοι του χθες έχουν καταργηθεί, οι επιθυμίες έχουν σβήσει, η απουσία νοήματος αντικατέστησε το νόημα…..πριν τον μαύρο λάκκο του τάφου, τα πάντα πρέπει να επανεξεταστούν, να συγκριθούν με το ψεύδος και την διαφθορά».
Η Λίζα όλο και πιο πολύ πια θα αφιερωθεί στην μελέτη και την κοινωνική εργασία στο Παρίσι. Έγινε μέλος της Ρωσικής Φοιτητικής Χριστιανικής Κίνησης, έργο που την έφερε σε επαφή με πάμφτωχους ρώσους μετανάστες στις πόλεις και τα χωριά σε όλη την Γαλλία. 
Αναρωτιόταν διαρκώς για την αληθινή της κλίση στη ζωή. Της άρεσε να βοηθά τους αναξιοπαθούντες βλέποντας σ’ αυτούς το αληθινό πρόσωπο του Χριστού, διότι για την Λίζα ο ανθρωπισμός και η φιλευσπλαχνία θεμελιώνονταν όχι σε κάποια κοσμική ηθική αλλά στα ίδια τα λόγια του Χριστού, γι’ αυτό έμεινε στην διακονία αυτή στερεωμένη ως το τέλος. Από την άλλη αναρωτιόταν για το είδος της εργασίας της εντός του εκκλησιαστικού χώρου. Οραματιζόταν ένα διαφορετικό είδος κοινότητας, μοναστικής και αδελφικής συνάμα

ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΜΟΝΑΧΗ

Ο Μητροπολίτης Ευλόγιος γνωρίζοντας τον κοινωνικό ακτιβισμό της Λίζας ανάμεσα στους πρόσφυγες, της πρότεινε να γίνει μοναχή. Η Λίζα συμφώνησε, υπήρχε όμως το πρόβλημα του υφιστάμενου γάμου της. Αν και διαφωνούσε στην αρχή, ο σύζυγος της θα συναινέσει στο εκκλησιαστικό διαζύγιο το 1932. Λίγες εβδομάδες αργότερα στο παρεκκλήσι του Θεολογικού Ινστιτούτου του Παρισιού, στον Αγιο Σέργιο ["Νεκρός": ρωσική θεολογική σχολή στο Παρίσι, με σημαντική προσφορά στη μελέτη της ορθόδοξης πνευματικής κληρονομιάς], θα γίνει η κουρά της, και το νέο της όνομα θα είναι Μαρία
«Μοναχισμός μέσα στον κόσμο», όπως έλεγε η ίδια, θα είναι πια η αποστολή της, κάτι ολότελα διαφορετικό από την μέχρι σήμερα εμπειρία της Εκκλησίας, αλλά ταυτόχρονα ενταγμένο στην πρακτική της «οικονομίας» την οποία επέβαλαν οι καιροί.
Από δω και στο εξής η Μαρία αναλαμβάνει σημαντική δράση. Φτιάχνει ένα μικρό σπίτι που θα γίνει καταφύγιο όλων των κατατρεγμένων του Παρισιού, αλλά ταυτόχρονα και εστία συνάντησης σπουδαίων προσωπικοτήτων. Το 1937 θα φτάσουν να σερβίρονται μέχρι και 120 γεύματα σε απόρους. Παρακαλούσε για το φαγητό των απόρων η ίδια, όλο το Παρίσι άρχισε να γνωρίζει την καλόγρια -ζητιάνα που κάπνιζε. Κατάφερνε όμως να συγκεντρώνει μεγάλες ποσότητες τροφής για όσους είχαν ανάγκη. Ο κάθε άνθρωπος εικονίζει τον Θεό, αυτό ήταν το μόνο της πιστεύω. ["Νεκρός": το "πιστεύω" αυτό είναι γνήσια χριστιανικό, γιατί προϋποθέτει την ύπαρξη του Θεού και τη δημιουργία του ανθρώπου κατά την εικόνα του Θεού, δηλ. όπως γράφει η Παλαιά Διαθήκη].



Ένας άλλος σημαντικός σταθμός υπήρξε η ίδρυση το 1935 της «Ορθόδοξης Δράσης», ενός οργανισμού στον οποίο συμμετείχε η αφρόκρεμα της ρωσικής διανόησης. Χάρη στις δωρεές που ελάμβανε από υποστηρικτές της όχι μόνο στην Γαλλία, αλλά και από χώρες του εξωτερικού, κατόρθωσαν να υλοποιήσουν ένα μεγάλο εύρος σχεδίων όπως την δημιουργία ξενώνων, καταφυγίων, σχολείων, την παροχή βοήθειας στους ανέργους και στους ηλικιωμένους, την έκδοση βιβλίων κλπ. 
Ο μοναχισμός όπως τον αντιλαμβανόταν η Μαρία βρισκόταν σε συμφωνία πνεύματος με όλη την υπερχιλιετή παράδοση και εμπειρία των ασκητών πατέρων και μητέρων, διέφερε μόνο στους τύπους, στην μορφή δράσης. Η Μαρία δεν απομακρύνθηκε από τον κόσμο σωματικά, γιατί ο κόσμος την χρειαζόταν. Είχε όμως απομακρυνθεί από το πνεύμα του κόσμου. Ήταν παρούσα ανάμεσα στους αδελφούς του Χριστού γιατί τούτη ήταν η κλίση της- όμως ο κόσμος δεν την έκανε ποτέ δική του. Παρέπεμπε στα λόγια του Ιωάννη Χρυσοστόμου για την θεία λειτουργία που τελείται μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας επί της Αγίας Τραπέζης. Η Τράπεζα τη φορά αυτή ήταν το σώμα και η καρδιά των ανθρώπων.

ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟΥΣ ΝΑΖΙ - ΒΟΗΘΕΙΑ ΣΕ ΕΒΡΑΙΟΥΣ

Το Παρίσι στις 14 Ιουνίου 1940 θα πέσει στα χέρια των ναζί. Ήταν η σειρά των Εβραίων να δεχτούν την αγάπη της. Για να γλυτώσει πολλούς που κινδυνεύαν με σίγουρο αφανισμό , τους προμήθευε πλαστές βεβαιώσεις ότι είχαν βαπτιστεί χριστιανοί. Ήταν βέβαιη πως σε μια παρόμοια κατάσταση και ο ίδιος ο Χριστός θα έπραττε έτσι. 
Τελικά, και αφού κατάφερε να περιθάλψει δεκάδες Εβραίους στο σπίτι της και να προσφέρει βοήθεια σε πολλά παιδιά τον καιρό της κατοχής, οι ναζί θα την συλλάβουν για να την στείλουν στο στρατόπεδο του Ravensbruck στην Γερμανία όπου έζησε 2 χρόνια κι αυτό χάρη στην ασκητική της ζωή. Ο θάνατος θα βρει την Μαρία τον Μάρτιο του 1945, την Μεγάλη Παρασκευή. Οι λόγοι του θανάτου της διίστανται. Υπάρχουν κάποιοι που την αποδίδουν στις κακουχίες του στρατοπέδου συγκέντρωσης, άλλοι ότι ήταν σ’ αυτούς που επιλέχθηκαν να εκτελεστούν, ενώ υπάρχουν και μαρτυρίες ότι πήρε την θέση ενός άλλου Εβραίου φυλακισμένου για εκτέλεση.

Η ΜΝΗΜΗ ΤΗΣ

Ο θάνατος της όμως δεν ήταν δυνατό να σβήσει την μνήμη της από την Εκκλησία. Οι διασωθέντες του πολέμου που την γνώρισαν θα προκαλέσουν το ενδιαφέρον γύρω από τις ιδέες της και την ανθρωπιστική της συνεισφορά. Λίγο μετά την λήξη του πολέμου δοκίμια και βιβλία θ’ αρχίσουν να γράφονται γι’ αυτή, στα Γαλλικά και τα Ρωσικά. Βιογραφίες δημοσιεύτηκαν, και ρωσικό φιλμ γυρίστηκε το 1982.
Η οσία Μαρία έχει αναγνωριστεί επίσημα ως αγία και τιμάται 20 Ιουλίου στη “Σύναξη Ρώσων αγίων εν Γαλλία Τελειωθέντων”, μαζί με τους: π. Δημήτριο Κλεπίνιν, Γιούρι Σκόπμπτσωφ (γιο της οσίας Μαρίας), Ηλία Φονταμίνσκι και π. Αλέξιο εν Υζίν Σαβοΐας (βλ. Γεωργίου Πιπεράκι, “ΠΑΝΑΓΙΟΝ Ορθοδόξων Αγίων”, εκδ. “Η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος”, Μήλεσι 2006, σελ. 157). 

Ίσως πολλοί να σκανδαλίζονται από το «καινοτομικό» της πνεύμα. Ίσως να είναι αρκετοί ακόμα αυτοί που δεν έχουν πειστεί, δεν έχουν διαπιστώσει υπερφυσικά ασκητικά κατορθώματα, θαύματα κλπ. Όμως δεν είναι ακριβής ο παρακάτω λόγος ενός μεγάλου αγίου, του Σεραφείμ του Σαρώφ; «Το ότι είμαι μοναχός και συ λαϊκός δεν έχει καμιά σημασία, αλλά το ότι και οι δυο μας είμαστε στο φως του Αγίου Πνεύματος. Απέκτησε την ειρήνη και χιλιάδες γύρω σου θα σωθούν». Πραγματικά. Όπως έλεγε και η Μαρία, ο Κύριος δεν θα την ρωτήσει αν έκανε πολλές μετάνοιες κλπ, αλλά αν έθρεψε τον πλησίον της, αυτόν που συναντούσε και είχε την ανάγκη της. Δεν πήγε στην έρημο να μονάσει, και να αγιάσει προφανώς, η Μαρία. Έρημος γι’ αυτήν ήταν η ανθρώπινη καρδιά που διαβιούσε μέσα στα πολλά και σημαντικά προβλήματα του κόσμου.
πηγή

Δευτέρα, Ιουνίου 11, 2012

Οι άγιοι κάτοικοι της Λευκής Λίμνης...



Όσιος Κύριλλος της Λευκής Λίμνης (Μπιέλο Οζέρο - Μπελοζέρσκ)

Αγία Ρωσία, 14ος και 15ος αιώνας

Η , στο Ρωσικό Βορά, είναι ένας τόπος με μεγάλη πνευματική σημασία για τη Ρωσία, αλλά και ολόκληρη την Ορθοδοξία, άρα και για την Ελλάδα και για όλη την ανθρωπότητα.
O άγιος Κύριλλος της Λευκής Λίμνης ανήκει σε μια αλυσίδα αγίων ασκητών της βόρειας Ρωσίας, που περιλαμβάνει μεγάλους πνευματικούς διδασκάλους & αγωνιστές, όπως οι άγιοι Σέργιος του Ραντονέζ, Παύλος της Ομπνόρα, Αντώνιος του Σίγια, Νείλος της Σόρας κ.π.ά.
Φωτο από αυτό το αγγλόφωνο άρθρο για τον άγιο Κύριλλο της Λευκής Λίμνης

Για να αυξήσω το ενδιαφέρον του σύγχρονου αναγνώστη, που τον έχουν φλομώσει στις οικονομολογικές θεωρίες και τον έχουν πείσει πως όλα γίνονται για το χρήμα (ή -ακόμα χειρότερα- πως όλα πρέπει να γίνονται για το χρήμα), πως μόνο από τα οικονομικά ζητήματα εξαρτάται η ευημερία και η πρόοδος ή η δυστυχία και η οπισθοδρόμηση της κοινωνίας, της οικογένειάς του και του ίδιου, να πω πως αυτοί οι άγιοι ήταν σφοδροί πολέμιοι της εκκλησιαστικής περιουσίας και διατήρησαν σκοπίμως τα μοναστήρια τους φτωχά.
Στη Θηβαΐδα του Βορρά (τη συγκονιστική συλλογή βιογραφιών που συνέταξαν ο π. Σεραφείμ Ρόουζ και Γερμανός Ποντμοσένσκι), διαβάζουμε πως: Η μονή του αγίου Σεργίου ήταν τόσο φτωχή, που κάποιες φορές οι μοναχοί δεν είχαν ούτε χαρτί κι έγραφαν σε φλούδες από σημύδα. Ο άγ. Κύριλλος αρνήθηκε επίμονα τη δωρεά μεγάλων κτηματικών εκτάσεων (που περιλάμβαναν ακόμη και ολόκληρα χωριά - δηλ. φέουδα), που ήθελαν να τους προσφέρουν κάποιοι πιστοί Ρώσοι γαιοκτήμονες. Ενώ ο άγ. Νείλος της Σόρας (που κι αυτός είχε ξεκινήσει από το μοναστήρι της Λευκής Λίμνης) έδωσε αγώνα κατά της μοναστηριακής περιουσίας στη Ρωσική Σύνοδο του 1503, και αργότερα -μετά την κοίμησή του- εμφανίστηκε στο όνειρο του εγκληματικού (αλλά και θρησκόληπτου) τσάρου Ιβάν του Τρομερού, που σκόπευε να κάνει μια μεγάλη δωρεά στο μοναστήρι του αγίου, και του απαγόρευσε να το κάνει.
Σου κέντρισα το ενδιαφέρον, αδελφέ; Βέβαια, κακό δεν είναι ο πλούτος στην Εκκλησία, αλλά η φιλαργυρία. Η Εκκλησία χρειάζεται πλούτο όταν τον χρησιμοποιεί για το καλό του λαού, σε περιπτώσεις που το κράτος μοιάζει αδιάφορο ή ανύπαρκτο (όπως τώρα). Για τη σημερινή (2012) Ελλάδα, η Εκκλησία και χρησιμοποιεί τα χρήματά της για το λαό αλλά και πρέπει να διατηρήσει την όποια γη της έχει απομείνει, γιατί, αν την παραχωρήσει στο Κράτος, σύντομα ίσως έχει περάσει σε ξένα χέρια... (ίσως μάλιστα γι' αυτό κάποιοι αγωνίζονται τόσο να την πάρουν). Αλλά φύγαμε απ' το θέμα. Λυπάμαι αν σε σκανδάλισαν αυτές οι σκέψεις.
Ας δούμε μερικά μεγάλα πνεύματα της Λευκής Λίμνης, απ' αυτά που κάνουν τον κόσμο φωτεινό και αγιασμένο.

Δες και: St Kyrill of White Lake. Σημ.: "όσιο" λέμε τον άγιο που ήταν μοναχός.
O όσιος πατήρ ημών Κύριλλος γεννήθηκε στην Μόσχα (1337) από γονείς ευγενείς και ευσεβείς και έλαβε το όνομα Κοσμάς στο άγιο Βάπτισμα. Έμεινε ορφανός και την φροντίδα του ανέλαβε ένας από τους κοντινούς συγγενείς του, ο Τιμόθεος Βελιαμίνωφ, αξιωματούχος στην αυλή του μεγάλου ηγεμόνα Δημητρίου. Αυτός, εκτιμώντας την ευφυΐα και τα μεγάλα προσόντα του προστατευόμενού του, του εμπιστεύθηκε σύντομα την διαχείριση της περιουσίας του. 

Παρά τις τιμές που απολάμβανε, ο Κοσμάς παρέμενε μελαγχολικός, διότι στην καρδιά του είχε ανάψει η αγάπη του αγγελικού βίου, ενώ κανένα μοναστήρι που επισκέφτηκε δεν τολμούσε να τον δεχθεί, φοβούμενο την έναντίωση του ισχυρού Τιμοθέου. Έτσι προσευχόταν κρυφά στον Θεό να τον λυτρώσει από αυτούς τους δεσμούς με τον κόσμο και την ματαιότητά του. 

Μαθαίνοντας την άφιξη στην Μόσχα του μακαρίου Στεφάνου [14 Ιουλ.], ηγουμένου της Μονής Μάχριστσκ, ο Κοσμάς πήγε να τον βρει και του εκμυστηρεύθηκε με δάκρυα τον ιερό πόθο του. Ο Στέφανος τον ενέδυσε με τομοναχικό Σχήμα, δίνοντας του το όνομα Κύριλλος, δεν τον έκειρε όμως [δηλ. δεν τον έκανε μοναχό] και μετέβη να αναγγείλει το νέο στον Τιμόθεο. Εκείνος εξοργισμένος έδιωξε τον άνθρωπο του Θεού με προσβολές· λίγο αργότερα ωστόσο μετανόησε, χάρις στις επιπλήξεις της συζύγου του, ζήτησε συγχώρεση από τον άγιο ηγούμενο και επέτρεψε στον Κύριλλο να ακολουθήσει τον δρόμο που του είχε χαράξει ο Θεός. [..]

Έκανε τέτοιες προόδους δουλαγωγώντας τις ορμές τής σαρκός, ώστε οι αδελφοί τον θεωρούσαν περισσότερο άγγελο, παρά άνθρωπο· και όταν ο άγιος Σέργιοςεπισκεπτόταν το μοναστήρι, πρώτα μετέβαινε στο αρτοποιείο γιά νά συνομιλήσει μαζί του επί θεμάτων πνευματικών. Εν συνεχεία, ο Κύριλλος μετατέθηκε στο μαγειρείο και μπροστά στον πυρωμένο φούρνο επαναλάμβανε στον εαυτό του: «Νά υποφέρεις την φωτιά αυτή γιά νά μήν υποφέρεις το αιώνιο πυρ!» Φοβούμενος, όμως, τον έπαινο τών ανθρώπων, ο μακάριος Κύριλλος άρχισε νά υποκρίνεται σαλότητα [=να κάνει τον παλαβό], αστειευόμενος και γελώντας με κάθε τυχόντα. [...]
Άφού χειροτονήθηκε πρεσβύτερος (ιερέας), ο όσιος συνέχισε τά ταπεινά του καθήκοντα και, όταν ο Θεόδωρος ορίστηκε επίσκοπος Ροστώφ, υποχρεώθηκε παρά την θέλησή του να αναλάβει την ήγουμενία (1390). Παραμένοντας ταπεινόφρων και πράος, όπως και προηγουμένως, δίχως να ελαττώσει την άσκησή του, διοικούσε με σοφία το μοναστήρι και πρόσφερε τις πνευματικές συμβουλές του στους μεγάλους του κόσμου τούτου, όπως και στους ταπεινότερους πιστούς, τους όποιους προσείλκυε σε μεγάλο αριθμό η φήμη του. Διαπιστώνοντας όμως ότι κινδύνευε να απωλέσει το πολυτιμότερο αγαθό του μονάχου, την ησυχία [δηλ. τη δυνατότητα να προσεύχεται απερίσπαστος], παραιτήθηκε του αξιώματος, παρά τις διαμαρτυρίες των αδελφών, και διήγε έγκλειστο βίο στο κελλί του. 

Το αποτέλεσμα όμως ήταν το αντίθετο από εκείνο που ανέμενε και η απόσυρσή του αυτή το μόνο που έκανε ήταν νά του αποφέρει μεγαλύτερη δόξα, η οποία γέννησε τον φθόνο του νέου ηγουμένου. Για τον λόγο αυτό, ο όσιος Κύριλλος αποσύρθηκε για ένα διάστημα σε κοντινή μονή, αφιερωμένη στο Γενέθλιο της Θεοτόκου. Η ψυχή του όμως, διψασμένη για θεωρία [θέα του Θεού] και απερίσπαστη προσευχή, λαχταρούσε να φύγει μακριά από τους ανθρώπους. 

Μία νύχτα, ενώ έλεγε τον Ακάθιστο Ύμνο, η ψυχή του γέμισε κατάνυξη και άκουσε ουράνια φωνή να λέει: «Κύριλλε, αναχώρησε άπό εδώ και πήγαινε στην Λευκή Λίμνη, όπου θα βρεις ανάπαυση, διότι ετοίμασα γιά σένα εκεί τόπο για την σωτηρία σου». 

Κοιτάζοντας έξω είδε φως άπλετο να λάμπει προς τον Βορρά, κατά την Λευκή Λίμνη. Γεμάτος χαρά, πέρασε προσευχόμενος όλη αυτην την νύχτα που ήταν φωτεινότερη από λαμπρό πρωινό. Λίγο αργότερα αναχώρησε προς εκείνη την κατεύθυνση, μαζί μέ τον άγιο Θεράποντα [27 Μαΐου], έναν άπό τους πνευματικούς αδελφούς του που επέστρεφε μετά από διαμονή στην περιοχή της Λευκής Λίμνης. Αφού βρήκε τον τόπο που του υπέδειξε η Θεοτόκος, πάνω σε λόφο που βρισκόταν σε ένα πυκνό και ερημικό δάσος, έμπηξαν εκεί ένα σταυρό και άρχισαν να ζουν βίο ησυχαστικό, απαλλαγμένο από κάθε βιοτική μέριμνα. Σε λίγο καιρό ο Θεράπων αναχώρησε για να ιδρύσει μονή λίγο πιο μακριά.

Ο Κύριλλος, ηλικίας τότε εξήντα ετών, δεν μπόρεσε να απολαύσει την πλήρη ερημία που ποθούσε παρά μόνο για λίγο καιρό, γιατί δύο αγαπητοί σ’ αυτόν μοναχοί της Μονής Σιμονώφ, ο Ζεβεδαίος και ο Διονύσιος, ήλθαν να μείνουν κοντά του, ακολουθούμενοι σε λίγο από τον Ναθαναήλ, ο όποιος και ανέλαβε το διακόνημα του οικονόμου της αδελφότητος. Αν και αρνήθηκε αρχικά να γίνει πνευματικός τους πατέρας, ο όσιος αναγκάστηκε να ενδώσει στις επίμονες παρακλήσεις τους και έτσι οι αδελφοί έκτισαν μικρά κελλιά κοντά στο δικό του. 

Ένας κάτοικος της περιοχής, ο Ανδρέας, τρέφοντας μίσος κατά των μοναχών, προσπάθησε πολλές φορές νά βάλει φωτιά στον φράκτη που περιέβαλλε τά κελλιά των ερημιτών, χάρις όμως στην παρέμβαση τής Παναγίας αυτά δεν έπαιρναν φωτιά. Ο Ανδρέας συναισθάνθηκε την αμαρτία του, ζήτησε συγχώρεση από τον όσιο και λίγο αργότερα έγινε μοναχός. 

Έχοντας κατά νου τά λόγια του Κυρίου: Τον έρχόμενον προς εμέ ού εκβάλω έξω (κατά Ιωάννην, 6, 37), ο όσιος Κύριλλος δεχόταν, παρά τον φλογερό πόθο του για την ησυχία, όσους έδειχναν έτοιμοι νά αντιμετωπίσουν τις δυσχέρειες αυτού του έρημου τόπου από αγάπη για τον Θεό. Από ταπεινά ασκητικά κελλιά, κτίστηκε ένα μοναστήρι που έγινε κοινόβιο, και αργότερα ναός (ξύλινος), αφιερωμένος στην Κοίμηση της Θεοτόκου, με την βοήθεια ξυλοκόπων που έστειλε η Παναγία.
Monastary of St. Cyril of the White Lake
Η μονή του αγ. Κυρίλλου (από εδώ)
Ένας βογιάρος, άπληστος και βίαιος, ο Θεόδωρος, σκεπτόμενος ότι ο πρώην ηγούμενος της Μονής Σιμονώφ θα είχε φέρει μαζί του πολλά πλούτη, έστειλε την νύχτα ληστές να λεηλατήσουν την μονή. Πλησιάζοντας στον άγιο τόπο, οι κακοποιοί είδαν πλήθος από τοξότες που την φύλαγαν άγρυπνοι, ενώ την επόμενη νύχτα υπήρχε εκεί μεγαλύτερο πλήθος ανθρώπων που έμοιαζαν με φοβερούς πολεμιστές. Το έβαλαν στά πόδια τρομοκρατημένοι και διηγήθηκαν τά συμβάντα στον βογιάρο, ο όποιος έστειλε έναν υπηρέτη στο μοναστήρι για να μάθει αν κάποιο σπουδαίο και ισχυρό πρόσωπο είχε φθάσει εκεί με την συνοδεία του. Του απάντησαν ότι εδώ και μία εβδομάδα κανένας επισκέπτης δεν είχε έλθει στην μονή. Ο Θεόδωρος κατάλαβε τότε ότι ο Θεός και οι άγγελοί Του φύλαγαν το μοναστήρι. Μετέβη λοιπόν στον όσιο για να του ομολογήσει το δόλιο σχέδιο του. Ο άγιος Κύριλλος του απάντησε: «Πίστεψε με, Θεόδωρε, δεν έχω τίποτε άλλο παρά μόνο τούτο το σχισμένο ράσο που βλέπεις να φορώ και μερικά βιβλία». [...]

Σε περιόδους φτώχειας, ο όσιος ενθάρρυνε τους αδελφούς να διατηρούν την εμπιστοσύνη τους στον Θεό και τους απαγόρευε να εγκαταλείπουν την μονή προς αναζήτηση πόρων. Μία μόνο φορά τον χρόνο έβγαινε ένας μοναχός για να αγοράσει τά αναγκαια, ενώ αν τους έστελναν ελεημοσύνες, αυτές γίνονταν δεκτές ως δώρα του Θεού. Ο όσιος εξάλλου επαγρυπνούσε γιά την διατήρηση της ησυχίας και της ανεξαρτησίας της μονής, την όποια επιθυμούσε πτωχή· γιά τον λόγο αυτό αρνούνταν τις δωρεές σε κτήματα ή χωριά, έτσι ώστε να μην ταράζει τους μοναχούς του, ούτε να τους γεννά κοσμικές μέριμνες. [...]

Καθώς η φήμη του όσιου Κυρίλλου είχε φθάσει μακριά, οι μεγάλοι του κόσμου τούτου έγραφαν σε αυτόν και δέχονταν ταπεινά τις συμβουλές του για να κυβερνούν τους υπηκόους τους σύμφωνα με τις εντολές του Θεού και να κάνουν ελεημοσύνες για την σωτηρία τους. Στον μεγάλο ηγεμόνα Βασίλειο της Μόσχας έγραφε, λόγου χάριν: «Όπως σέ ένα καράβι το ελάττωμα ενός κωπηλάτη δέν συνιστά μεγάλο κακό, ενώ εκείνο του καπετάνιου θέτει σε κίνδυνο όλο το πλοίο, έτσι και όταν ο ηγεμόνας αμαρτάνει, ζημιώνει όλους τους υπηκόους του».

Η Θηβαϊδα του ΒορράΌταν ο όσιος, σε ηλικία ενενήντα χρόνων, εξαντλημένος από τους ασκητικούς αγώνες, αισθάνθηκε ότι πλησίαζε η ώρα να μεταβεί στην ουράνια πατρίδα του, συγκέντρωσε τους πενήντα τρεις μαθητές του, τους συνέστησε να μην παρεκκλίνουν κατά το παραμικρό από το κοινοβιακό Τυπικό που είχε θεσπίσει, όρισε ως διάδοχό του έναν άνθρωπο ενάρετο, ονόματι Ίννοκέντιο, και κατόπιν αποσύρθηκε στην σιωπή και την προσευχή. Όταν ήταν πια στα τελευταία του και οί αδελφοί έκλαιγαν λέγοντας πως το μοναστήρι θα ερημωνόταν μετά την έκδημία του, τους υποσχέθηκε ότι δεν θα τους εγκατέλειπε και ότι η αδελφότητά τους θα αυξανόταν σημαντικά, υπό τον όρο ότι θά διατηρούσαν την αδελφική αγάπη. Αφού τους ευλόγησε και τους ασπάσθηκε, κοινώνησε των Άχραντων Μυστηρίων και παρέδωσε την ψυχή του στά χέρια του Κυρίου, την 9η Ιουνίου 1427, ενώ προσευχόταν. Αμέσως η όψη του οσίου φωτίστηκε και μία ουράνια ευωδία γέμισε τον τόπο. Τα τίμια λείψανά του επετέλεσαν κατόπιν πλήθος θαύματα στο μοναστήρι του, που έγινε το κέντρο της επονομαζόμενης «Θηβαΐδος του Βορρά». Πολλοί μαθητές του έγιναν ονομαστοί για την αγιότητα του βίου τους και ίδρυσαν μονές που τηρούσαν πιστά το Τυπικό του όσιου Κυρίλλου.

Πηγή: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Εκδόσεις Ινδικτος.
Δες τη βιογραφία του αγίου και στη συγκλονιστική  συλλογή Η Θηβαΐδα του Βορρά, με τις βιογραφίες των αγίων ασκητών της Βόρειας Ρωσίας των τελευταίων αιώνων.
 
Ο όσιος Θεράπων της Λευκής Λίμνης

Ο Όσιος Θεράπων, κατά κόσμον Θεόδωρος, γεννήθηκε το 1337 μ.Χ. στην πόλη Βολοκολάμσκ από την ευσεβή οικογένεια Ποσκόχιν. Οι γονείς του τον ανέθρεψαν με παιδεία και νουθεσία Κυρίου και από την παιδική ηλικία εξεδήλωσε την κλίση και την αγάπη του προς τον μοναχικό βίο. Γι’ αυτό εκάρη μοναχός και εγκαταστάθηκε βόρεια της Λευκής Λίμνης μαζί με τον Όσιο Κύριλλο (τιμάται 9 Ιουνίου), όπου ασκήτεψε ως ερημίτης ασκούμενος στη σιωπή.
Η αγιότητα του βίου του προσείλκυσε γύρω του μαθητές που οργάνωσαν ένα μοναστήρι, το οποίο αργότερα έλαβε το όνομα του Οσίου.
Το 1398 μ.Χ. ο Όσιος ανοικοδόμησε μία ξύλινη εκκλησία αφιερωμένη στο Γενέσιον της Θεοτόκου, ενώ οι μοναχοί τον βοηθούσαν στο έργο αυτό και ασχολούνταν παράλληλα με την αντιγραφή εκκλησιαστικών βιβλίων. Αργότερα, περί το 1500 μ.Χ., στον τόπο αυτό κτίσθηκε πέτρινος ναός φημισμένος για τις αγιογραφίες του, έργα του αγιογράφου Διονυσίου και των υιών του Βλαδιμήρου και Θεοδώρου.
Ο Όσιος από ταπείνωση παραιτήθηκε από την θέση του ηγουμένου της μονής, εμπιστεύθηκε την πνευματική καθοδήγησή του σε έναν από τους πατέρες αυτής και επέστρεψε στον πνευματικό σύμβουλό του, Όσιο Κύριλλο.
Το 1408 μ.Χ. ο πρίγκιπας Ανδρέας Δημητρίεβιτς ζήτησε από τον Όσιο Θεράποντα να ιδρύσει ένα νέο μοναστήρι στην πόλη Μοζάισκ. Εκεί, στο λόφο Λούσχο, ο Όσιος ανήγειρε τη νέα μονή και έλαβε το οφφίκιο του αρχιμανδρίτου από τον Μητροπολίτη Μόσχας Φώτιο (τιμάται 2 Ιουλίου και 27 Μαΐου). Εδώ ο Όσιος ασκήτεψε για δέκα οκτώ χρόνια και κοιμήθηκε με ειρήνη το 1426 μ.Χ.
Το ιερό λείψανό του ενταφιάσθηκε στο βόρειο κλίτος του ναού του Γενεσίου της Θεοτόκου και βρέθηκε το 1514 μ.Χ. Η μνήμη του τιμάται στις 27 Μαΐου.

Ο Όσιος Μαρτινιανός της Λευκής Λίμνης (+12 Ιανουαρίου)



ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΗΣ
Ο Όσιος Μαρτινιανός γεννήθηκε το έτος 1397 μ.Χ. στο χωριό Μπερεζνίκι της επαρχίας Βολογντά της Ρωσίας και ονομαζόταν Μιχαήλ. Από την ηλικία των 13 ετών μόνασε κοντά στον Όσιο Κύριλλο στην Μονή της Λευκής Λίμνης. Μετά από λίγα χρόνια εκάρη μοναχός.
Οι άγιοι Μαρινιανός και Θεράπων

Μετά τον θάνατο του Οσίου Κυρίλλου αποτραβήχθηκε κοντά στην λίμνη Βόγια, εκάτο βέρστια απόσταση από το μοναστήρι. Εκεί σχηματίστηκε μία νέα αδελφότητα και έχτισαν ναό προς τιμήν της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος.
Μετά την αποχώρηση του Οσίου Θεράποντος από την ηγουμενία της Μονής του Αγίου Θεράποντος η αδελφότητα ικέτευσε τον Όσιο Μαρτινιανό να γίνει ηγούμενος.
Όταν ο κνέζης Βασίλι Βασιλίεβιτς εκδιώχθηκε άδικα από τον θρόνο βρήκε παρηγοριά και έναν ζεστό λόγο στον Όσιο Μαρτινιανό. Έτσι όταν επανήλθε στον θρόνο τον κάλεσε κοντά του για να αναλάβει την ηγουμενία της Μονής της Αγίας Τριάδος του Αγίου Σεργίου.
Το 1455 αποχαιρέτησε την αδελφότητα της Λαύρας και επανήλθε στο μοναστήρι του.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...