Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιες μορφές της Ρωσίας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιες μορφές της Ρωσίας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη, Μαρτίου 17, 2022

Αγία Αλυπία του Κιέβου: "Αὐτός δέν θά εἶναι πόλεμος, ἀλλά ἐκτέλεση λαῶν γιά τή σάπια κατάστασή τους"

 


Γεννήθηκε το 1910 στην περιοχή της Πένζα, και βαπτίσθηκε με το όνομα της αγίας μάρτυρος Αγάθης, της οποίας την εικόνα έφερε όλη της τη ζωή στην πλάτη της. Η μητέρα της ήταν πολύ ευσπλαχνική και ελεήμων. Ήταν φορές, που έβαζε κάθε είδους τρόφιμα στην ποδιά της και της έλεγε να τα πάει στους φτωχούς του χωριού τους.

Η Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917 άλλαξε ανελέητα τη ζωή της. Η ίδια επέζησε με θαυμαστό τρόπο. Το 1918 οι γονείς της πυροβολήθηκαν ενώ αυτή έλειπε από το σπίτι. Παρά τη βαθειά θλίψη της, όλη τη νύχτα η οκτάχρονη κοπέλα διαβάζε το Ψαλτήρι για τους νεκρούς γονείς της. Το ορφανό φιλοξενήθηκε για λίγο στη θεία της. Μετά από σπουδές στο σχολείο για δύο μόνο χρόνια, πήγε να “περιπλανηθεί” στα ιερά μέρη …πήρε το σταυρό της και ακολούθησε τον Χριστό, έτοιμη να υποφέρει γι΄αυτόν. Έγινε εντελώς σιωπηλή και αφοσιώθηκε τελείως στην προσευχή. Ζούσε με ό,τι της έστελνε ο Θεός, και ήταν φορές που περνούσε τη νύχτα στην ύπαιθρο.

Οι σκληρές δοκιμασίες δεν σκλήρυναν την συμπονετική καρδιά της, αλλά την έκαναν ακόμα πιο φιλεύσπλαχνη. Η απέραντη ανθρώπινη θλίψη ώθησε το κορίτσι να προσεύχεται συνεχώς για τους πονεμένους και βασανισμένους. Η περιπλάνηση της ζωή της την είχε διδάξει να είναι ευγνώμων στον Θεό και στους ανθρώπους για το παραμικρό καλό: για την μέρα που πέρασε, για μια ήσυχη νύχτα, για μια γουλιά νερό, για τα ψίχουλα από το γεύμα κάποιου, για έναν καλό λόγο και μια φιλική συμπεριφορά. Το δώρο της ευγνώμονος αγάπης, η μάτουσκα το είχε σε όλη της τη ζωή. Γερόντισσα πια ευχαριστούσε έναν άνθρωπο ακόμη και για μια καλή σκέψη που έκανε για αυτήν.

Κατά τα χρόνια της απιστίας και των διωγμών, συνελήφθη και πέρασε δέκα χρόνια φυλακή, παρά τις δύσκολες συνθήκες κράτησης, προσπαθούσε να κρατήσει τη νηστεία και την αδιάλειπτη προσευχή.

Θαυματουργή απελευθέρωση από τη φυλακή, από τον Αποστόλο Πέτρο

Στη φυλακή όπου κρατήθηκε, υπήρχαν πολλοί ιερείς. Κάθε βράδυ, έπαιρναν 5-6 ανθρώπους και δεν ξαναγύριζαν. Τέλος, όταν έμειναν μόνο τρεις φυλακισμένοι στο κελί: ένας ιερέας, ο γιος του και η μάτουσκα, ο ιερέας είπε στον γιο του: “Ας ψαλλουμε την κηδεία μας, σήμερα την αυγή θα μας πάρουν “. Μετά από αυτό, ο ιερέας είπε ότι η μάτουσκα θα ζήσει. Η μάτουσκα παρέμεινε μόνη, η πόρτα άνοιξε ήσυχα μέσα στην φυλακή, κι ο Απόστολος Πέτρος μπήκε μέσα και από την πίσω πόρτα την οδήγησε στη θάλασσα όπου την διέταξε να πάει κατά μήκος της ακτής. Για την υπόλοιπη ζωή της δεν σταμάτησε να τον ευχαριστεί για την απελευθέρωσή της, τον θεωρούσε προστάτη της και στον ναό η θέση της ήταν πάντα στην εικόνα των ιερών αποστόλων Πέτρου και Παύλου. Περπάτησε χωρίς φαγητό και νερό για 11 ημέρες. Σκαρφάλωσε σε τεράστια βράχια, χτύπησε, έπεσε, σηκώθηκε, ξανάπεσε… Αλλά ο Κύριος την βοήθησε. Της έμειναν βαθιά σημάδια στα χέρια της, τα οποία μετά έδειχνε.

Η περιπλάνηση άρχισε ξανά, αλλά ο Κύριος προστάτευε την εκλεκτή Του.

Η μητέρα μας προσπαθούσε πάντοτε να μην προκαλέσει τη δίωξη των αρχών. Η ασκήτρια ήταν πάντα μοναχική, αθέατη, ταπεινή, δεν άκουγε τίποτα και δεν κατέκρινε κανέναν. Κανείς δεν γνώριζε για τις προσευχές της, αλλά κάθε εργασία της την εκτελούσε προσεκτικά και ευσυνείδητα. Δεν είχε ποτέ ένα καταφύγιο, και ποτέ δεν είχε ασφαλές σπίτι. Αν κατάφερνε να βρει ένα καταφύγιο κάπου για να περάσει τη νύχτα, προσπαθούσε να μην επιβαρύνει τους οικοδεσπότες σε τίποτα, παντού διατηρούσε την καθαριότητα και την τάξη, ακόμα και στις πιο φτωχές συνθήκες. Η μητέρα μας πάντα ήταν πολύ λιτή.

Ο Αρχιμανδρίτης Κρονίδης ηγούμενος του μοναστηριού της Πετσέρσκαγια Λαύρας έκανε την μοναχική της κουρά και την ονόμασε Αλυπία, προς τιμή του οσίου Αλυπίου του εικονογράφου της Λαύρας.

Για τρία χρόνια έζησε στην κουφάλα ενός δένδρου υπομένοντας με ανδρεία κάθε δυσκολία. Μόνο η αδιάλειπτη προσευχή του Ιησού την παρηγορούσε, την ενίσχυε και την θέρμαινε. Έμεινε εκεί όσο ζούσε ο γέροντας της Κρονίδης. Στην Πετσέρσκαγια Λαύρα έμεινε περίπου 15-20 χρόνια.

Μετά το κλείσιμο της Κίεβο-Πετσέρσκαγια Λαύρα, το 1961 η ευλογημένη Αλυπία ξεκίνησε ξανά τη μακρόχρονη περιπλανώμενη ζωή της.

Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της δοκιμασίας της το Αγιο Πνεύμα, της ενίσχυε την πίστη και την αφοσίωσή της στο θέλημα του Θεού, που υπάκουα δέχθηκε από το χέρι του Κυρίου. Η μητέρα δεν ζήτησε ποτέ βοήθεια και προστασία από τους ανθρώπους, ζήτησε βοήθεια και προστασία μόνο από τον Θεό. Η πίστη και η εμπιστοσύνη της ήταν τόσο ισχυρή ώστε μόνο να άκουγες, με τι παιδική απλότητα έλεγε το Θεό, «Πατέρα!» Και εισακούονταν αμέσως οι προσευχές της, χωρίς καμμία αμφιβολία, πάνω απ ‘όλα ο Πατέρας ήταν γι’ αυτήν – ο πιο στενός οικείος, ο πιο αγαπημένος , ο προστάτης της.

Με τον καιρό, πήγε κι έμεινε σε ένα μικρό σπίτι κοντά στην περιοχή Goloseevskaya. Οι ντόπιοι, που γνώριζαν για τα θαύματα με τις προσευχές της, πήγαιναν συνέχεια ζητώντας τις προσευχές της για βοήθεια, θεραπεία ή μια συμβουλή. Αλλά το σπίτι στο οποίο ζούσε κατέρρευσε και ήταν ξανά στο δρόμο.

Τέλος, μέσα από τις προσπάθειες μιας πιστής γυναίκας, βρέθηκε ένα νέο σπίτι – στην οδό Zatevakhin. Εδώ, σε ένα μικρό δωμάτιο που είχε ξεχωριστή είσοδο, η μητέρα έζησε τα τελευταία εννέα χρόνια της ασκητικής της ζωής – από το 1979 έως το 1988.

Η Σταρίτσα γνώριζε πάντα πόσοι άνθρωποι και με ποιες ανάγκες έρχονταν και για όλους τους προετοίμαζε ένα γεύμα. Πολλοί κατά τη διάρκεια του γεύματος λάμβαναν θεραπεία από τις ασθένειές τους. Επίσης, θεράπευε τους αρρώστους και με μια δική της αλοιφή, η οποία ήταν τόσο θαυματουργή που όλοι πίστευαν ότι η θεραπευτική δύναμη της δεν ήταν στην ίδια την αλοιφή, αλλά στις άγιες προσευχές της. Κατά κανόνα, οι επισκέπτες έφευγαν χαρούμενοι και … θεραπευμένοι, αν και δεν μπορούσαν να το καταλάβουν αμέσως. Η μάτουσκα έλεγε ένα λόγο σε όλους και αυτός γινόταν κατανοητός μόνο από τον άνθρωπο στον οποίο απευθυνόταν αυτός.

Στη μητέρα Αλυπία έρχονταν όχι μόνο πιστοί, αλλά και αθεϊστές και κομμουνιστές με  δύσκολα προβλήματα και σοβαρές ασθένειες. Κι όλους τους βοηθούσε με την αγάπη και την προσευχή της , στρέφοντάς τους προς τον Χριστό. Μόνο ο Θεός ξέρει πόσους ανθρώπους έσωσε από την καταστροφή και την απόγνωση, πόσους θεράπευσε, πόσες οικογένειες έσωσε από την διάλυση.

Τον Απρίλιο του 1988 κρατούσα, λέει η συνοδός-φίλη της Μαρία, το Ημερολόγιο της Εκκλησίας και η Μητέρα ρωτάει: “Κοίτα τι μέρα είναι στις 30 Οκτωβρίου.” Κοίταξα και είπα: “Κυριακή”. Επανέλαβε: “Κυριακή”. Μετά το θάνατό της, συνειδητοποιήσαμε ότι τον Απρίλιο η μητέρα μας γνωστοποίησε την ημέρα του θανάτου της που από έξι μήνες πριν αυτήν ήδη γνώριζε. Και μια άλλη φορά είπε: «Θα φύγω όταν αρχίσουν οι παγετοί και πέσει το πρώτο χιόνι ».

Μια εβδομάδα πριν από το θάνατό της συγκεντρώθηκαν στο κελί της πάλι τα πνευματικά της παιδιά. Απευθύνθηκε σε όλους λέγοντας: Συγχώρεσέ με! Συγχώρεσέ με! Συγχώρεσέ με!

Μετά γύρισε προς τον Θεό:

– Συγχώρεσέ με! Συγχώρεσέ με! Συγχώρεσέ με! Συγχώρεσέ με! Και έκανε το σημείο του σταυρού.

Άρχισε να κλαίει η πιστή διακόνισσα της, αλλά της φώναξε:”Μην κλαις, θα είμαστε για πάντα μαζί!” Είπε: “Πάντα να έρχεστε στον τάφο μου και όταν έχετε θλίψη και όταν έχετε χαρά, να λέτε τα πάντα σαν να είμαι ζωντανή, και ο Κύριος θα σας ακούει και θα σας βοηθάει!” Το βράδυ του Σαββάτου, στις 16/29 Οκτωβρίου, ήταν πολύ άρρωστη.

Την επόμενη μέρα, στις 17/30 Οκτωβρίου 1988, έπεσε το πρώτο χιόνι και άρχισε ο πρώτος παγετός. Όλοι προσευχόταν. Η μητέρα τους ευλόγησε όλους, εκτός από μία γυναίκα, να πάνε στην έρημο Κιτάγιεβο , και να προσευχηθούν γι ‘αυτήν στους τάφους της Μοναχής Δοσιθέας και του οσίου Θεοφίλου του δια Χριστόν σαλού.

Στη κοίμησή της, ήταν φωτεινή, σαν να κοιμόταν. Το πρόσωπό της ήταν ήρεμο και ιλαρό. Η κηδεία της έγινε την 1η Νοεμβρίου στην Εκκλησία της Ανάληψης της Μονής Φλωρόβσκι, όπου συγκεντρώθηκαν πολλοί άνθρωποι. Η θλίψη που ένοιωσαν όσοι την αγαπούσαν διαλύθηκε από μια ήσυχη χαρά, γεμάτη πίστη και ελπίδα. Όλοι ένιωθαν ότι αυτό ήταν θρίαμβος της πίστης μας, δεν ήταν θάνατος, αλλά μια νίκη πάνω του.

Είπε ένα πνευματικό της παιδί μετά την κοίμηση της: Είδα τη Μάτουσκα σε ένα όνειρο να είναι στα λείψανα του Οσίου Ζήνωνος του Νηστευτή της Μεγάλης Λαύρας του Κιέβου (30 Ιανουαρίου), με εξέπληξε το γεγονός ότι η μητέρα ήταν εδώ και εκείνη μου απάντησε: «Είμαι σε όλα τα Ιερά Σπήλαια».

Κάθε μέρα εκατοντάδες άνθρωποι έρχονται στον τάφο της. Την ημέρα της μνήμης της Μητέρας Αλυπίας, τεράστιες ουρές πιστών σχηματίζονται σε αυτόν. 

Η ανακομιδή των ιερών λειψάνων της αγίας μητέρας Αλυπίας έγινε το πρωί της 5/18 Μαΐου 2006.

***

Έλεγε ο πατήρ Μεθόδιος Demeevskoy Finkevich για τη μάτουσκα Αλυπία:

– Ήταν μια ενσάρκωση της καλοσύνης και της ευγένειας. Προσεύχομαι σε αυτήν ακόμη και για μικρά πράγματα.

Μεταξύ των πνευματικών της  παιδιών ήταν  ο πρώην επίσκοπος της Tulchin και Bratslav Ιππόλυτος (Khil’ko), όπου του προείπε ότι θα γίνει επίσκοπος.

Κατά τα χρόνια του πολέμου με το Αφγανιστάν, όσοι στρατιώτες ζήτησαν τις προσευχές της δεν στάλθηκαν στο Αφγανιστάν και έτσι απέφυγαν τον θάνατο.

Τις αποκαλύφθηκε ότι στις 26 Απριλίου 1986 θα γίνει ατύχημα στον πυρηνικό σταθμό του Τσερνομπίλ. Και η μητέρα Αλυπία προειδοποίησε τους ανθρώπους πολύ πριν από την τραγωδία ότι η γη θα καεί, ότι θα «δηλητηριαστούν» η γη και το νερό.

“Κάτω από το έδαφος καίγεται, Σβήστε τη φωτιά!” Έλεγε η ευλογημένη. “Μην αφήνετε το φυσικό αέριο!” Κύριε! Τι θα συμβεί τη Μεγάλη Εβδομάδα!

Αλλά κανείς δεν την καταλάβαινε. Πάνω από μισό χρόνο, η ευλογημένη γυναίκα παρέμεινε σε έντονη προσευχή για τη σωτηρία της γης και των ανθρώπων από μια τρομερή καταστροφή. Μια ημέρα πριν από το ατύχημα, η μητέρα μας περπατούσε στους δρόμους και φώναζε:

– Κύριε! Λυπήσου τα μωρά, μη καταστρέψεις τους ανθρώπους!

Οι άνθρωποι που ήρθαν σ ‘αυτήν εκείνη την ημέρα, τους συμβούλευε:” Κλείστε τις πόρτες και τα παράθυρα καλά, θα υπάρξει πολύ αέριο. “

Ο Κύριος αποκάλυψε στην γερόντισσα τον πνευματικό λόγο της τραγωδίας του Τσερνομπίλ, αλλά δεν μπορούσε να αποτρέψει εντελώς την οργή του Θεού από τους ανθρώπους που την προκάλεσαν.

Όταν συνέβη το ατύχημα και άρχισε ο πανικός, ειδικά στο Κίεβο και στις πόλεις και τα χωριά κοντά στη ζώνη των 30 χιλιομέτρων, η μητέρα Αλυπία δεν έφυγε από το σπίτι. Αυτή, ως στοργική μητέρα, προέτρεψε όλους να ηρεμήσουν, να στραφούν στον Θεό και να στηριχθούν στη βοήθεια και το έλεός Του. Η μακαρία κάλεσε τους ανθρώπους να στραφούν στον Σταυρωμένο Κύριο Ιησού Χριστό και να θυμούνται τη δύναμη του Σταυρού Του, που νίκησε τον θάνατο.

Την ρώτησαν: Να φύγουμε;

Είπε: όχι. Όταν ρωτήθηκε τι να κάνουν με τα τρόφιμα, είπε: “Πλύντε τα, προσευχηθείτε λέγοντας το ” Πάτερ ημών” και το ” Θεοτόκε Παρθένε “, σταυρώστε τα και φάτε και θα είναι καθαρά” …

Η μητέρα ευλόγησε να καλύψουν τα σπίτια κάνοντας το σημείο του Σταυρού και να συνεχίσουν να ζουν μέσα, να σταυρώνουν το φαγητό και να το τρώνε χωρίς φόβο.

– Πώς να πιούμε ραδιενεργό γάλα; Την ρώτησαν με φόβο.

– Να το σταυρώνετε – απάντησε η μητέρα μας – και δεν θα έχει ακτινοβολία.

Σε αυτές τις φοβερές ημέρες, η μάτουσκα στήριζε πολλούς και τους συγκρατούσε από τον πανικό και την απελπισία και τους οδηγούσε στο Θεό.

Η μητέρα προειδοποίησε τα πνευματικά παιδιά της και για μια άλλη καταστροφή, ένα “πνευματικό Τσερνομπίλ”: τη μελλοντική  διαίρεση του ”Φιλαρέτου” στην Ουκρανία. Προέβλεψε κι έπειθε τους επισκέπτες της ότι έπρεπε να ανήκουν μόνο στην κανονική Ορθόδοξη Εκκλησία. 

Ο Αλεξέι Α. θυμάται: “Όταν είδε τη φωτογραφία του Φιλαρέτου, είπε: ” Δεν είναι δικός μας “. Αρχίσαμε να τις εξηγούμε ότι αυτός είναι ο Μητροπολίτης μας, νομίζοντας ότι δεν τον ξέρει, αλλά και πάλι η ίδια σταθερά επαναλάμβανε: «Δεν είναι δικός μας.» Τότε δεν καταλαβαίναμε την έννοια των λέξεών της, και τώρα μας εκπλήσσουν, πόσα χρόνια πριν η μητέρα είχε προβλέψει τα πάντα ».

Ο Ν.Τ. θυμάται: «Είμασταν στη μάτουσκα, και μιλάγαμε. Η σόμπα έκαιγε, κάποιος της έδειξε ένα περιοδικό στο οποίο υπήρχε μια μεγάλη φωτογραφία του Mητροπολίτη Φιλαρέτου Denisenko. Η μητέρα άρπαξε το περιοδικό, το πέταξε με τα δύο δάχτυλα και φώναξε: “Ου, ου, ου, πόση θλίψη θα φέρει στους ανθρώπους, πόσο κακό θα κάνει. Λύκος με ένδυμα προβάτου! Στη σόμπα, στη σόμπα! “. Άρπαξε το περιοδικό και το έριξε στη σόμπα. Όταν συνήλθε από την σύγχυση, κάθισε σιωπηλά, και άκουγε τη σόμπα, που καίγονταν το περιοδικό. Είπα στη μητέρα: “Και τι θα συμβεί;” Η μητέρα χαμογέλασε με το μεγάλο παιδικό χαμόγελο της και είπε: “Ο Βλαντιμίρ θα είναι, ο Βλαντιμίρ!”. Και όταν υπήρξε διάσπαση στην εκκλησία μας, εμείς χωρίς καμία αμφιβολία και δισταγμό ακολουθήσαμε αυτή που η μητέρα μας έδειξε ενάμιση χρόνο πριν τον θάνατό της και σχεδόν πέντε χρόνια πριν από τα γεγονότα ».

Προέβλεψε όλα τα επόμενα δεινά και τον επερχόμενο πόλεμο. Δεν θα είναι πόλεμος, αλλά εκτέλεση λαών για τη σάπια κατάσταση τους. Τα νεκρά σώματα θα είναι σαν βουνά, και κανείς δεν θα τα παίρνει για να τα θάψει. Οι άνθρωποι θα τρέχουν από τόπο σε τόπο. Ο πόλεμος θα ξεκινήσει από του Πέτρου και Παύλου – στις 12 Ιουλίου, την ημέρα των πρωτοκορυφαίων Μεγάλων Αποστόλων. Τα βουνά και οι λόφοι θα διαλυθούν, θα ισοπεδωθούν. Οι άνθρωποι θα τρέχουν από τόπο σε τόπο. Ο Κύριος τους δικούς του δεν θα επιτρέψει να πεθάνουν • τους πιστούς θα τους κρατάει και μόνο με αντίδωρο. Θα υπάρχουν πολλοί μάρτυρες που θα μαρτυρήσουν και άνευ αίματος για την Ορθόδοξη πίστη. 

«Το μέλλον του κόσμου κρύβεται από τους ανθρώπους. Ποιος γνωρίζει τις οδούς και τους τρόπους του Κυρίου; Είναι ο Ένας – ο Δημιουργός όλων των δημιουργημάτων, μπορεί να αλλάξει τα πάντα σε μια στιγμή».

«Μας είπε για ολόκληρη την καταστροφή του κόσμου», θυμάται ο LA. Cherednichenko, «μας μίλησε για περίπου μια ώρα, ακούγαμε προσεκτικά, αλλά όλα διέφυγαν από τη μνήμη μας, παρέμειναν μόνο δύο ή τρεις φράσεις, ως οδηγός στο σκοτάδι». Η προφητευμένη ημερομηνία έναρξης του πολέμου μπορεί να μην αντιστοιχεί στη κοινή χρονολογία, καθώς η μητέρα Αλυπία ένα χρόνο πριν από το θάνατό της το 1988, άρχισε να ζει σύμφωνα με ένα μόνο σε αυτή κατανοητό ημερολόγιο, το οποίο ονόμαζε Ιερουσαλημίτικο.

Η εορτή των αγίων Πέτρου και Παύλου σημειώνεται στο ημερολόγιό της το φθινόπωρο.

Κάθε ανθρώπινη δυστυχία και θλίψη προκαλούσε πάντα μεγάλη συμπόνια στην ψυχή της γερόντισσας. Η επιθυμία της να τους βοηθήσει όλους εκφράστηκε όχι μόνο με εντατικές προσευχές, αλλά και με το να υποβάλει το γεροντικό, ταλαιπωρημένο σώμα της σε στερήσεις. Έτσι, κατά τη διάρκεια μιας ξηρασίας, όχι μόνο δεν έτρωγε φαγητό, αλλά δεν έπινε και νερό, ακόμη και στον καύσωνα.

Κάποτε, η ευλογημένη, ικετεύοντας τον Κύριο να βρέξει, δεν έτρωγε ούτε έπινε για δύο εβδομάδες. Και όταν έριξε μια δυνατή νεροποντή, η μητέρα Αλυπία με μεγάλη χαρά πήγαινε γύρω από το σπίτι, σηκώνοντας τα χέρια της προς τον ουρανό .

– Δόξα τω Θεω! Βροχή! Φώναζε δυνατά.

– Δόξα τω Θεω! Βροχή! Η συγκομιδή! Η συγκομιδή! Η συγκομιδή!

Ακόμα η μητέρα ενίσχυε τον αγώνα της και στις περιπτώσεις που τα πνευματικά της παιδιά προσέβαλλαν τον Θεό με την ανυπακοή τους.

Τα τελευταία εννέα χρόνια της ζωής της, έζησε στο Γκοζοσεέβο. Εδώ αποκαλύφθηκαν πλήρως τα μεγάλα πνευματικά της χαρίσματα . Το δώρο της προόρασης και διόρασης, που της χάρισε ο Κύριος, να διαβάζει τις καρδιές των ανθρώπων που έρχονταν σε αυτήν, σαν ανοιχτό βιβλίο, της ίασης αλλά πάνω απ ‘όλα – το δώρο της αγάπης. Κατανοούσε τη γλώσσα των ζώων και των πουλιών. Προειδοποιούσε τους ανθρώπους για κινδύνους, βοηθούσε να αποφευχθούν προβλήματα και πειρασμοί ή προστάτευε από επικείμενη καταστροφή. Έτσι, μια μέρα προσευχόταν όλη τη νύχτα στα γόνατα να σωθεί μια κοπέλα που βρισκόταν στα χέρια ενός σαδιστή σε μια άγνωστη πόλη, παρακαλούσε τον Κύριο να σώσει τη ζωή του κοριτσιού. Ήταν και είναι μια ανεξάντλητη πηγή θαυμάτων.

Απολυτίκιον Ήχος πλ. δ’

Εν σοι Μήτερ, ακριβώς διεσώθη το κατ’ εικόνα• λαβούσα γαρ τον Σταυρόν, ηκολούθησας τω Χριστώ, και πράττουσα εδίδασκες, υπεροράν μεν σαρκός, παρέρχεται γαρ• επιμελείσθαι δε ψυχής, πράγματος αθανάτου• διό και μετά Αγγέλων συναγάλλεται, οσία Αλυπία, το πνεύμα σου.

πηγή

Κυριακή, Ιουλίου 19, 2020

Η ΑΝΑΡΧΙΚΗ ΑΓΙΑ ΜΟΝΑΧΗ ΠΟΥ ΦΛΕΓΟΤΑΝ ΝΑ ΑΝΑΚΟΥΦΙΣΕΙ ΤΑ ΒΑΣΑΝΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΚΑΙ ΓΙΑΥΤΟ ΟΙ ΝΑΖΙ ΤΗΝ ΕΚΑΨΑΝ!

OΣΙΑ ΜΗΤΕΡΑ ΜΑΡΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΙΣΙΟΥ (ΜΑΡΙΑ ΣΚΟΜΠΤΣΟΒΑ).
ΜΙΑ ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΗ ΣΤΟΥΣ ΜΟΝΤΕΡΝΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ. 





Η Μητέρα Μαρία Σκόμπτσοβα απεβίωσε την Μεγάλη Παρασκευή του έτους 1945, στο στρατόπεδο συγκεντρώσεως τουRavensbrück, κοντά στο Βερολίνο. Το «έγκλημα» αυτής της Ορθόδοξης μοναχής και Ρωσίδας πρόσφυγος ήταν η προσπάθειά της να σώζει Εβραίους και άλλους που εδιώκοντο από τους Ναζί στην υιοθετημένη πόλη της, το Παρίσι, όπου το 1932 είχε ιδρύσει έναν οίκο φιλοξενίας. Η ακόλουθη μελέτη γράφτηκε το 1937 και ανακαλύφθηκε το 1996 από την ΕλένηKlepinin-Arjakovsky, στο αρχείο του S. B. Pilenko. Το Ρωσικό κείμενο δημοσιεύθηκε το καλοκαίρι του 1998 από το περιοδικό «ΒΕΣΤΝΙΚ» που έχει την έδρα του στο Παρίσι, Φύλλο Νο.176 (II-III 1997), σελ. 5-50, και είναι επίσης αναρτημένο στην ιστοσελίδα Άγιος Φιλάρετος της Μόσχας, στο: http://www.stphilaret.org/types.html. 



ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΒΙΟΥ 


Όταν, την Μεγάλη Τεσσαρακοστή του 1932, ο Μητροπολίτης Ευλόγιος δέχθηκε τους μοναχικούς όρκους της Ελισαβέτας Σκόμπτσοβα στην εκκλησία του Αγίου Σεργίου στο Παρίσι, πολλοί σκανδαλίσθηκαν. Στο κάτω-κάτω, αυτή η γυναίκα ήταν δύο φορές διαζευγμένη, είχε αποκτήσει ένα νόθο παιδί από άλλον άνδρα, είχε αριστερές πολιτικές συμπάθειες και γενικά, όπως και να το εξέταζε κανείς, ήταν μοναδική περίπτωση. Κατά την ομολογία της, έλαβε το όνομα Μαρία σε ανάμνηση της Αγίας Μαρίας της Αιγυπτίας, μιας πόρνης που έγινε ερημίτισσα και άκρως ασκητική. Ως θρησκευόμενο πρόσωπο, η Μητέρα Μαρία συνέχισε να σκανδαλίζει, σαν γνήσια «δια Χριστόν Σαλή». Το «αγγελικό σχήμα» της ήταν συνήθως γεμάτο λεκέδες από τα λίπη της κουζίνας και τις μπογιές από το εργαστήρι της. Σύχναζε σε μπαράκια αργά την νύχτα. Φαινόταν να έχει ελάχιστη υπομονή με τις μακροσκελείς Ορθόδοξες λειτουργίες, και τις αυστηρές και συχνές νηστείες έμοιαζε να τις θεωρεί βαρύ φορτίο. Και – τι φρίκη! – κάπνιζε και δημοσίως, φορώντας το ράσο! 


Γόνος ευκατάστατης οικογένειας της καλής κοινωνίας το 1871 στη Λετονία, της είχε δοθεί το όνομα Ελισαβέτα Πιλένκο. Ο πατέρας της απεβίωσε όταν εκείνη ήταν στην εφηβεία, και έκτοτε ενστερνίστηκε τον αθεϊσμό. Το 1906 η μητέρα της πήρε την οικογένεια στην Αγία Πετρούπολη. Εκεί συνδέθηκε με ριζοσπαστικούς κύκλους διανοουμένων. Το 1910 παντρεύτηκε ένα Μπολσεβίκο ονόματι Ντιμίτρι Κουζμίν-Καράβιεφ. Κατά το διάστημα αυτό της ζωής της ασχολήθηκε ενεργά με τους λογοτεχνικούς κύκλους και έγραψε αρκετή ποίηση. Το πρώτο της βιβλίο, «Σκυθικά Θραύσματα», ήταν μια συλλογή ποιημάτων αυτής της περιόδου. Μέχρι να έρθει το 1913, ο γάμος της με τον Ντιμίτρι είχε τελειώσει. Μέσω της μελέτης της ανθρώπινης φύσης τού Ιησού, άρχισε να έλκεται πίσω στον Χριστιανισμό. Μετακόμισε – τώρα πλέον με την κόρη της την Γκαϊάνα – στον Νότο της Ρωσίας, όπου αυξήθηκε και η θρησκευτική της προσήλωση. Το 1918, μετά την Επανάσταση των Μπολσεβίκων, εξελέγη Αντιδήμαρχος της πόλεως Ανάπα στην Νότια Ρωσία. Όταν ο Λευκός Στρατός κατέλαβε την Ανάπα, ο Δήμαρχος έφυγε εσπευσμένα και εκείνη έγινε Δήμαρχος της πόλεως. Ο Λευκός Στρατός την δίκασε επειδή είχε υπάρξει Μπολσεβίκα. Όμως ο δικαστής ήταν ένας παλιός της καθηγητής, ο Δανιήλ Σκόμπτσοβ, και έτσι απαλλάχθηκε. Σύντομα οι δυο τους ερωτεύθηκαν και παντρεύτηκαν. Σύντομα όμως άρχισε πάλι να αλλάζει το πολιτικό ρεύμα. Για να αποφύγει τον κίνδυνο, η Ελισαβέτα, ο Δανιήλ, η Γκαϊάνα και η μητέρα της Ελισαβέτα, Σοφία, έφυγαν από την χώρα. Η Ελισαβέτα ήταν έγκυος στο δεύτερο παιδί της. Ταξίδεψαν πρώτα στην Γεωργία (όπου γεννήθηκε ο γιος της ο Γιούρι) και μετά στην Γιουγκοσλαβία (όπου γεννήθηκε η κόρη της Αναστασία). Τελικά έφθασαν στο Παρίσι το 1923. Σύντομα η Ελισαβέτα αφιερώθηκε σε θεολογικές σπουδές και κοινωνικά έργα. Το 1926, η Αναστασία πέθανε από γρίπη – γεγονός που ράγισε την καρδιά της οικογένειας. Την Γκαϊάνα την έστειλαν σε σχολείο του Βελγίου, εσώκλειστη. Σύντομα μετά, ο γάμος του Δανιήλ και της Ελισαβέτα άρχισε να διαλύεται. Ο Γιούρι κατέληξε να ζει με τον Δανιήλ, ενώ η Ελισαβέτα μετακόμισε στο κέντρο του Παρισιού, για να εργασθεί πιο άμεσα με εκείνους που είχαν περισσότερη ανάγκη. Ο επίσκοπός της την ενθάρρυνε να δώσει τους μοναχικούς όρκους για να γίνει μοναχή. Το 1932, με την έγκριση του Δανιήλ Σκόμπτσοβ, εγκρίθηκε η «Εκκλησιαστική Πράξη χωρισμού», και τελικά πήρε τους μοναχικούς όρκους. Το όνομα που πήρε στην κουρά της ήταν Μαρία. Αργότερα, έστειλαν τον π. Δημήτριο Κλεπίνιν να γίνει προϊστάμενος του ιδρύματος εκείνου. 


Στα γραπτά της η Μητέρα Μαρία εκφράζει εκείνο που προσπαθούσε να βιώσει. Έχοντας πάρει τους μοναχικούς όρκους – που τους θεωρούσε ένα μέσον για να προσηλωθεί αμετάκλητα στην κλήση της μέσα στην Εκκλησία – ενοικίασε ένα κτίριο που έγινε το μοναστήρι της, και καταφύγιο για τους απόβλητους της κοινωνίας. Ήταν ένας τόπος με πόρτα ανοιχτή για τους πρόσφυγες, τους ενδεείς και τους μοναχικούς. Σύντομα έγινε και κέντρο για πνευματική και θεολογική συζήτηση. Για την Μητέρα Μαρία, αυτά τα δυο στοιχεία – διακονία των φτωχών και θεολογία – πήγαιναν χέρι-χέρι. Ένας παρατηρητής είχε περιγράψει αυτό το «μοναστήρι» ως «ένα περίεργο πανδαιμόνιο: ‘…έχουμε νεαρά κορίτσια, τρελούς, εξόριστους, άνεργους εργάτες, και, αυτή τη στιγμή, την χορωδία της Ρωσικής Όπερας και την Γρηγοριανή χορωδία του Dom Malherbe, ενός ιεραποστολικού κέντρου, και τώρα, έχουμε και λειτουργίες μέρα-νύχτα στο παρεκκλήσι….’ Το Μοναστήρι φιλοξενούσε ομιλίες και συζητήσεις, με ομιλητές από το Ινστιτούτο του Αγίου Σεργίου. Οι πολύ έντονες πνευματικές πεποιθήσεις της Μητέρας Μαρίας δεν την εμπόδισαν να οργανώνει και σε μεγάλη κλίμακα. Ίδρυσε ένα σανατόριο για στερημένους ανθρώπους που υπέφεραν από φυματίωση, και υπήρξε καθοριστικός παράγοντας για την εκκίνηση της «Orthodox Action» (Ορθόδοξη Δράση), μια οργάνωση με πολλαπλές αγαθοεργίες. 


Όταν τα Γερμανικά στρατεύματα κατέλαβαν το Παρίσι, το μοναστήρι της Μητέρας Μαρίας έγινε καταφύγιο για διωχθέντες Εβραίους, μέχρι να βρεθούν διαδρομές διαφυγής για αυτούς. Σε όσους το ζητούσαν, τους προμήθευε με πλαστά πιστοποιητικά Βαπτίσεως. Οι Ναζί κάποτε ανακάλυψαν τι γινόταν. Η Μητέρα Μαρία, ο γιος της Γιούρι, ο προϊστάμενος Ιερέας του παρεκκλησίου και ο λαϊκός διαχειριστής τέθηκαν υπό κράτηση και τους έστειλαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Μόνο ο λαϊκός επιβίωσε. Όσοι γνώρισαν την Μητέρα Μαρία στα στρατόπεδα ήσαν μάρτυρες του κουράγιου, της ελπίδας και της αισιοδοξίας που μετέδιδε στους άλλους, κάτω από τις χειρότερες δυνατόν συνθήκες. Η ημερομηνία και οι συνθήκες του θανάτου της δεν είναι βέβαιες. Υπάρχουν αναφορές πως το όνομά της εμφανίσθηκε σε κατάλογο εκείνων που οδηγήθηκαν στους θαλάμους αερίων την 31η Απριλίου 1945, και πως η ίδια είχε προσφερθεί να πάρει την θέση μιας νεαρής Πολωνής, όμως αυτό δεν έχει επιβεβαιωθεί πλήρως. 


Η Μαρία Σκόμπτσοβα ανήκει όντως σύμφωνα με την παράδοση σε εκείνους τους «δια Χριστόν Σαλούς», οι οποίοι καλούν την Εκκλησία να στραφεί προς την πραγματική Της αποστολή, οι οποίοι απογυμνώνουν όλες τις παραισθήσεις και πλάνες, οι οποίοι αποτελούν ένδειξη αντίφασης σε ό,τι αποκαλείται ανθρώπινη σύνεση και ανθρώπινη «ευπρέπεια». Μας προκαλεί, μέσα στην αδιαφορία μας και την ατομική μας ευχαρίστηση, στα ημίμετρά μας και την στείρα ευσέβεια. Σφυροκοπά με βαρειά την -δυστυχώς επικρατούσα- αναζήτηση προσωπικής εκπλήρωσης, αρμονίας, ειρήνης και ικανοποίησης μέσα από την θρησκεία. Αλλά δεν θα ήταν Ορθόδοξη, αν ο θάνατος και το μαρτύριο είχαν τον τελευταίο λόγο˙ διότι, επειδή ακριβώς κατέβηκε στην Κόλαση και άφησε τον Εαυτό της να χαθεί ανάμεσα στους άθεους, η Ζωή νίκησε το κράτος του θανάτου. Όπου εισήλθε η Ζωή, εκεί δεν μπορεί πλέον να εισέλθει ο θάνατος. Μέσα από Τάφο ακτινοβολεί η δόξα της Αναστάσεως. 


Η Αγιότητα της Μητέρας Μαρία αναγνωρίστηκε με πράξη της Αγίας Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου την 16η Ιανουαρίου 2004. Η αγιοκατάταξη της Μητέρας Μαρία, μαζί με τον π. Δημήτριο, τον Γιούρι και τον Ηλία Φονταμίνσκυ τελέσθηκε στον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Αλεξάνδρου Νέβσκυ στο Παρίσι την 1 και 2 Μαίου 2004. Εορτάζεται η μνήμη τους την 20η Ιουλίου. 


«Ανοίξτε τις πόρτες σας στους αστέγους κλέφτες, καταστρέψτε κάθε άνεση, ακόμη και την μοναχική άνεση»








Οι συνθήκες σήμερα γκρεμίζουν στις καρδιές μας ό,τι είναι σταθερό, ώριμο, φωτοστεφανωμένο από τους αιώνες και κρατημένο με ευλάβεια μέσα μας.

«Οι μοναχές διακρίνονται από μεγάλη προσωπική ευσέβεια και η κάθε μοναχή προσπαθεί να βρει το Θεό, ίσως ακόμη και την αγιότητα. Αλλά ως αυθεντικοί οργανισμοί, ως ολότητες…είναι απλώς ανύπαρκτες. Η σημασία αυτών των παραμεθόριων μονών είναι αναμφισβήτητη: διασφαλίζουν ηθικές αρχές, συντηρούν τη μεγάλη κληρονομιά του παρελθόντος, το πολύτιμο θησαυροφυλάκιο της τελετουργικής μεγαλοπρέπειας και της παράδοσης…χαρακτηρίζονται ως μονές «αστικές»: κανείς εκεί μέσα δεν έχει ιδέα για το ότι ο κόσμος καίγεται. Δεν υπάρχει κανένα ενδιαφέρον για τη μοίρα του κόσμου…Χρειάζεται ένας νέος τύπος μοναχισμού…ένας δρόμος ούτε εσωστρεφής, ούτε ασφαλής…μακριά από συνθήκες «άνεσης και ζεστασιάς».

«Στις περισσότερες περιπτώσεις ο όρκος της αγνότητας…φέρνει στη μοναχική ζωή ανθρώπους που δεν έχουν δική τους οικογένεια, που δεν έχουν χτίσει προσωπική ζωή και που δεν έχουν αντιληφθεί σε ποιο βαθμό η απόλυτη ανεξαρτησία της προσωπικής ζωής είναι εντελώς ασύμβατη με το εσχατολογικό πνεύμα του μοναχισμού…

Η ανάγκη να χτίσεις μια οικογένεια…είναι ανάγκη να χτίσεις μια φωλιά, να οργανώσεις και να σχηματίσεις μια προσωπική ζωή…Ένα εξαιρετικά περίεργο φαινόμενο έχει επιτελεστεί και οι θεμελιώδεις αξίες της μοναχικής ζωής έχουν σταδιακά αλλάξει…».

 «Ανοίξτε τις πόρτες σας στους άστεγους κλέφτες, αφήστε τον έξω κόσμο να περάσει και να γκρεμίσει το υπέροχο λειτουργικό σας σύστημα, ταπεινώστε τον εαυτό σας. 

‘Όσο κι αν το κάνετε αυτό, μπορείτε, νομίζετε, η κένωση του εαυτού σας να συγκριθεί με αυτή του Χριστού; Δεχτείτε τον όρκο της πενίας σε όλη του τη συντριπτική αυστηρότητα: καταστρέψτε κάθε άνεση, ακόμη και μοναχική άνεση…Οι συνθήκες σήμερα γκρεμίζουν στις καρδιές μας ό,τι είναι σταθερό, ώριμο, φωτοστεφανωμένο από τους αιώνες και κρατημένο με ευλάβεια μέσα μας. Μας βοηθούν πραγματικά (είναι πλεονέκτημα να ζεις ανάμεσα σε ερείπια) μας εξωθούν να δεχτούμε τον όρκο της πενίας, να μην αναζητάμε κανόνες, αλλά αντίθετα να επιζητούμε την αναρχία των δια Χριστόν σαλών, μη ζητώντας το μοναχικό εγκλεισμό, αλλά την απόλυτη απουσία και του πιο ανεπαίσθητου εμπόδιου που μπορεί να χωρίσει την καρδιά από τον κόσμο και τις πληγές του»[1].

[1] (Παρουσίαση του βιβλίου του Σεργκέι Χάκελ: Μαρία Σκομπτσόβα, μια «δια Χριστόν σαλή» στους μοντέρνους καιρούς. εκδ. ΑΚΡΙΤΑΣ. Μετάφρ. Νίκη Ι. Τσιρώνη).





Μία αγία με ολόκληρη ζωή «αντισυμβατικής αγιότητας» και ολοκαυτώματος για τον αδελφό σε κάθε επίπεδο…

“Δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι κάθε Χριστιανός καλείται να προσφέρει κοινωνική εργασία[….]Καλείται να οργανώσει την προσωπική ζωή των εργαζομένων, να προσφέρει στους ηλικιωμένους, να χτίσει νοσοκομεία, να ενδιαφερθεί για τα παιδιά, να πολεμήσει την εκμετάλλευση, την αδικία, την ανάγκη και την ανομία[…]. Οι ασκητικοί κανόνες είναι απλοί από αυτήν την άποψη, δεν επιτρέπουν παρεκβάσεις[…]για μυστικιστικές πτήσεις, συχνά περιορίζονται σε απλούς καθημερινούς στόχους και ευθύνες.(1939, Pravoslavnoe Delo, σσ.37-38).

Η Μητέρα Μαρία είχε την δική της Λειτουργία «πέρα από τα σύνορα του ναού «μια Λειτουργία που προεκτεινόταν από την εκκλησία στον κόσμο». Εκείνοι που σχολίαζαν την απουσία της από τις ακολουθίες δε λάμβαναν υπόψη τους την επιμονή της στην ρήση:

«μέσα στην βαρετή, εργάσιμη ημέρα και τους , κάποιες φορές, κοινότοπους , ασκητικούς κανόνες που αφορούν στην συμπεριφορά μας απέναντι στις υλικές ανάγκες του πλησίον μας υπάρχει επίσης η εγγύηση της πιθανής κοινωνίας μας με τον Θεό.»

Η «ευσέβεια» μπορούσε να εξοργίσει και να θλίψει βαθειά την Μητέρα Μαρία. Όταν έμαθε ότι η Μητέρα Ευδοκία, μάζευε χρήματα στην εκκλησία για να αγοραστούν λειτουργικά βιβλία, θύμωσε πολύ. Ήταν δικαιολογημένη μια τέτοια δαπάνη σε εποχή ανεργίας και δυστυχίας; «Αυτό που με θλίβει περισσότερο από όλα είναι ότι ακόμη και με τους κοντινούς μου ανθρώπους αισθάνομαι να μας χωρίζει ένα τείχος , ακόμη και στα πιο στοιχειώδη πράγματα» έγραφε στο σημειωματάριο της. «Ευσέβεια, ευσέβεια, ευσέβεια, αλλά που η αγάπη που μετακινεί όρη; Όσο προχωρώ τόσο περισσότερο δέχομαι μέσα μου ότι αυτό είναι το μέτρο όλων των πραγμάτων. Όλα τα υπόλοιπα δεν είναι παρά κάποια υποχρεωτική εξωτερική πειθαρχία»


Οι δια Χριστόν σαλοί ήταν οι άγιοι της ελευθερίας


Οι δια Χριστόν σαλοί ήταν οι άγιοι της ελευθερίας. Η ελευθερία μας καλεί, ενάντια σ’ όλο τον κόσμο, ενάντια όχι μόνο στους ειδωλολάτρες, αλλά και σε πολλούς που αρέσκονται να λέγονται Χριστιανοί, να αναλάβουμε το έργο της Εκκλησίας σ’ αυτό το δρόμο ο οποίος είναι και ο πιο δύσκολος. Και θα γίνουμε σαλοί δια Χριστόν, γιατί γνωρίζουμε όχι μόνο τη δυσκολία αυτού του δρόμου, αλλά και την απέραντη ευτυχία του να νιώθουμε το χέρι του Θεού σε ό,τι κάνουμε.


Υπάρχουν δύο τρόποι για να ζήσεις


Εντελώς νόμιμα και αξιοπρεπώς μπορείς να περπατάς πάνω στη γη: να μετράς, να ζυγίζεις και να προγραμματίζεις για το μέλλον. Aλλά είναι εξίσου δυνατό να περπατάς επί των υδάτων. Τότε είναι αδύνατο να μετράς και να προγραμματίζεις το μέλλον. Το μόνο πράγμα που είναι απαραίτητο είναι να πιστεύεις διαρκώς. Μια στιγμή ολιγοπιστίας κι αρχίζεις να βυθίζεσαι.



Θυμίαμα εύοσμο - Aγία Μαρία Σκομπτσόβα:η μετουσίωση της αγάπης






Tην τελευταία μέρα του Mαρτίου του 1944, μια μικρή στήλη καπνού από την κατάμαυρη καμινάδα του στρατοπέδου του Pάβεσμπουργκ, ανεβαίνει ελεύθερη στον ουρανό μαζί με άλλες πολλές, εκείνη η πρώτη, η σταθερά γοργή, ήταν της Mητέρας Mαρίας Σκομπτσόβα. «Θυμίαμα εύοσμο», περνάει στη δοξασμένη αιωνιότητα.

Πριν την αγιοποίησή της είχε γίνει πόλος έλξης των πάσης ανάγκης και φροντίδας Pώσων εμιγκρέδων, και όχι μόνο, στο προπολεμικό Παρίσι. H Rue de la Lurmel, στο κέντρο του Παρισιού, γίνεται ο δρόμος της αγάπης για τον άνθρωπο, το καταφύγιο των πεινασμένων, των αστέγων, για πολλά χρόνια, μέχρι τα μέσα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.

Mένει ανεξίτηλη η προσωπικότητά της Aγίας σε όσους μελετούν το συναξάρι της και γίνεται παράδειγμα προς μίμηση στους δικούς μας καιρούς, από τους οποίους απουσιάζει παγερά η αγάπη, το τεράστιο έργο που έκανε με λίγα ψίχουλα, αλλά λαχτάρα και πόθο για τον συνάνθρωπο πάσης ηλικίας, φύλου και θρησκεύματος. 

Σήμερα, το σκηνικό μεταφέρεται στη πόλη Βικτώρια του Kαναδά. Σε ένα πάρκο μεγάλο, στην πλευρά που βλέπει στον κεντρικό δρόμο, βλέπουμε φουριόζο τον διάκονο Kέιβιν να αρπάζει μια μεγάλη σακούλα γεμάτη σάντουιτς από το αυτοκίνητο και να τα φέρνει κοντά στα άλλα αντικείμενα, στη ρίζα ενός μεγάλου δέντρου. Κάποιοι άλλοι κουβαλούν το μεγάλο τραπέζι και άλλοι δύο τοποθετούν όλες τις προμήθειες με γρήγορες κινήσεις επάνω. Φρέσκα φρούτα κομμένα και ολόκληρα κομμάτια σοκολάτας, χυμοί φρούτων διάφοροι.

«Δεν προλαβαίνουμε να τα τοποθετήσουμε όλα, γιατί άνθρωποι μαζεύονται, τρέχοντας από όλα τα σημεία του πάρκου», λέει ο διάκος.

«Bλέπω τον Άντονι, που με χαιρετάει από την απέναντι πλευρά του πάρκου. Mόλις έχει βγει από το σταθμό του τρένου, έρχεται κατ’ ευθείαν στο τραπέζι. Πιο πέρα λίγο, ο Nτόναλντ, αδύνατος, καθαρός, πάντα ευγενικός, όποτε μας συναντά, θέλει να μας χαιρετά διά χειραψίας, θα έρθουν και άλλοι πολλοί ακόμα», μας λέει με χαρά ο Kέιβιν.

Δυο-τρεις άλλοι, κοντά στο φορτηγάκι του εφοδιασμού, ετοιμάζουν επιπλέον σάντουιτς με φυστικοβούτυρο, άλλοι δύο τα βάζουν σε τσάντες. Ήδη οι πρώτες δέκα τσάντες εξαφανίστηκαν.

«Mόλις πάρουν και την καθιερωμένη σούπα θα σκορπίσουν μέσα και έξω από το πάρκο», λέει η Aνίτα, εθελόντρια, πρώην άστεγη.

«Πάντα ζητούν μια επιπλέον τσάντα για κάποιον φίλο» λέει ο Θωμάς, ο οδηγός του μικρού φορτηγού.

H μαμά Nτι δεν έχει έρθει ακόμα. Δεν έρχεται κάθε Σάββατο. Δεν ξέρω τίποτα γι’ αυτήν. Tην έχω δει μόνο μία φορά. Mια γυναίκα γύρω στα πενήντα, με πολύ ψιλή και σιγανή φωνή, που πρέπει να βάλεις το αυτί σου στο στόμα της, για να την ακούσεις. Tα μαλλιά της δεν είναι γκρίζα και είναι μάλλον αδύνατη. Έχασε το μοναδικό περιουσιακό της στοιχείο, το σπίτι της, γιατί το πήραν οι τράπεζες από τα χρέη του γιου της, που επιπόλαια χρησιμοποιούσε τις πιστωτικές του κάρτες και τώρα δουλεύει σε πλοία, χαμένος για χρόνια. Aναφέρεται σε αυτήν, ο διάκος και δείχνει να ανησυχεί πραγματικά.

Πάει μισός χρόνος από τότε που άρχισαν τα σαββατιάτικα σάντουιτς. Ένας φούρνος τούς δίνει τα ξερά του ψωμιά και εκείνοι τα ψήνουν και τα χρησιμοποιούν ανάλογα.

Kάθε Παρασκευή βράδυ συγκεντρώνονται όλα στο Kέντρο «Aγία Mαρία Σκομπτσόβα». Tο απόγευμα του Σαββάτου συναντιούνται στο «Δέντρο», στο Xάρι Γκριν, στη Bικτώρια , στη Bρεττανική Kολούμπια.

Tρεις άνθρωποι επινόησαν τα σάντουιτς και ένας από αυτούς, ο ιερέας Iωάννης Hainsworth, ο διάκος Kέιβιν Mίλλερ και ο Έντουαρντ.

O Έντουαρντ ζούσε στους δρόμους χρόνια, ναρκομανής, άστεγος, πριν καθαριστεί και βρεί το Θεό, πάνε τώρα από τότε επτά χρόνια. Όταν ένα ρωμαιοκαθολικό βιβλιοπωλείο του έκανε πίστωση, με ανταλλαγή την επισκευή ενός κομπιούτερ, αυτός διάλεξε να διαβάσει την Oρθόδοξη Aγία Γραφή. «Έχει πιο πολλά βιβλία απ’ όσα έχω ποτέ δει», είπε αστειευόμενος. Tα περιεχόμενα τον γοήτευσαν. Mέσω ηλεκτρονικών μηνυμάτων άρχισε αλληλογραφία με δύο ορθόδοξους ιερείς, που τον συμβούλεψαν να έρθει σε επαφή με τον τοπικό ιερέα, τον π. Iωάννη.

Συναντήθηκαν οι δυο τους για καφέ και μίλησαν. O Έντουαρντ συνάντησε τον διάκονο Kέιβιν και οι τρεις μαζί κουβέντιασαν πολλές-πολλές φορές. Kάποια στιγμή βαπτίστηκε ο Έντουαρντ και μπήκε πλέον στην Oρθόδοξη πίστη. O π. Iωάννης και ο Eδουάρδος έχουν ένα βαθύ ενδιαφέρον για την κοινωνία των πτωχών και των αστέγων.


«Πάντα ήθελα να κάνω κάτι για τους δρόμους», εξηγεί ο π. Iωάννης: «Όλα άρχισαν το 2003. Ήταν τότε που έβαλα όλες μου τις δυνάμεις για την ενορία». Δεν είχε αναφέρει ότι είχε ιδρύσει μια νέα ενορία, των Aγίων Πάντων, το 2002, οργανωμένη ιεραποστολή στο Πανεπιστήμιο και δημιουργία μιας κατασκήνωσης νέων. «Πάντα στο νου μου ήταν να αρχίσω να γεμίζω τσάντες με πράγματα για τους αστέγους. Kαι έτσι, μετά τη λειτουργία, την ημέρα της γιορτής του Aγίου Nικολάου, ξεκινήσαμε δειλά -δειλά».

O Έντουαρντ ήξερε τους δρόμους. Aυτός οδηγούσε και βρήκαμε ανθρώπους, μίλησαν και επιστρατεύθηκαν οικειοθελώς.

«Kαι να! Mια μέρα, το βιβλίο της αγίας Mαρίας Σκομπτσόβα και του «Σπιτιού φιλοξενίας», που είχε ιδρύσει το 1932, έρχεται να μας επιβεβαιώσει τα σχέδια που είχαμε στο νου. Προσευχηθήκαμε σε αυτήν, πριν πάρουμε την τελική απόφαση να βγούμε στο δρόμο. Θαύματα απανωτά άνοιξαν το δρόμο γι’ αυτήν τη δραστηριότητα. Bρέθηκε ένας διώροφος σταύλος για τη λειτουργία του οποίου βοήθησαν πολλοί. Πράγματι, λειτούργησε ως τόπος συνάντησης, επαφής και προετοιμασίας των γευμάτων και των βοηθημάτων».

O π. Iωάννης διάβασε, όταν βρισκόταν στη Σκωτία, ένα βιβλίο της αγίας Mαρίας Σκομπτσόβα, με τίτλο: «Bασικά κείμενα». O διάκονος Kέιβιν τη συνάντησε στο παιδικό βιβλίο του Tζιμ Φόρεστ: «Σιωπηλή σαν πέτρα: Mητέρα Mαρία». Tο αγόρασε και το διάβαζε επί ένα χρόνο στα δύο του παιδιά. 

H Mητέρα Mαρία έγραφε: «H αγάπη είναι ένα πολύ επικίνδυνο πράγμα: Kάποιες φορές πρέπει να πέφτει στα πιο χαμηλά επίπεδα του ανθρώπινου πνευματικού επιπέδου, πρέπει να εκτίθεται στην ασκήμια, στη βία, στη δυσαρμονία».

O ένας τη συνέστησε στον άλλο και έτσι οι άνθρωποι που έρχονταν τακτικά σε όλες τις συνάξεις και τα γεύματα έμαθαν για αυτήν, την αγάπησαν τόσο, που ένοιωθαν πως ήταν κοντά τους. Tα σαββατιάτικα σάντουιτς είναι το πρώτο βήμα, το επόμενο, εκτός από τα καθημερινά γεύματα, το ξέρει ο Θεός και η Aγία, που μεσιτεύει για μας». Aυτά είπε ο π. Iωάννης, με πλήρη συναίσθηση των υποχρεώσεων του απέναντι στον ολοένα αυξανόμενο αριθμό ανθρώπων, που χορταίνουν την πείνα του σώματος και της ψυχής μέσα από τον ιερό σκοπό που έβαλαν οι άνθρωποι αυτοί, ακολουθώντας τα χνάρια μιας μπροστάρισας γυναίκας, η οποία αφού πρώτα έλεγξε το καθεστώς της χώρας της, ξενιτεύτηκε και ρίχτηκε στην ανάπαυση του συνανθρώπου, μέχρι την ημέρα που οι φλόγες της αφιλίας και του μίσους την έστειλαν στον Oυράνιο Πατέρα μας, ως θυμίαμα εύοσμο εις τους αιώνες...

Στάση ζωής σε μια μόνιμη Σταυροαναστάσιμη πορεία.

Kαλή Ανάσταση!

Πέμπτη, Φεβρουαρίου 23, 2017

Πτυχές από τον βίο του γέροντα Κυρίλλου,πνευματικού των ρώσων πατριαρχών

Αποτέλεσμα εικόνας για СТАРЦЫ. АРХИМАНДРИТ КИРИЛЛ (ПАВЛОВ)
Εκοιμήθη εν Κυρίω σήμερα,21 Φεβρουαρίου 2017,και σε ηλικία 98 ετών ο πατήρ Κύριλλος Παβλώφ,ηγούμενος της Λαύρας της Αγ.Τριάδος  του Αγίου Σεργίου του Ράντονεζ.
Ήταν πνευματικός πατέρας τόσο του Πατριάρχη Μόσχας Αλεξίου του Β',όσο και των προκατόχων του Αλεξίου του Α΄και Ποίμενος.Ήταν όμως και πνευματικός καθοδηγητής χιλιάδων ορθοδόξων μοναχών και λαϊκών απ'όλες τις κοινωνικές ταξεις και θεωρούνταν ως ένας εν ζωή άγιος.

Το μπλογκ μας παρουσιάζει κάποιες πτυχές από τον βίο του μεγάλου αυτού σύγχρονου γέροντος

Αποτέλεσμα εικόνας για СТАРЦЫ. АРХИМАНДРИТ КИРИЛЛ (ПАВЛОВ)
Το κατά κόσμον όνομα του π.Κυρίλλου ήταν Ιβάν Ντιμιτρίεβιτς και γεννήθηκε σε μία οικογένεια χωρικών στο Κασίμωφ της Ρωσίας.Μέχρι τα δώδεκά του χρόνια έζησε υπό την επήρρεια του αδελφού του ο οποίος ήταν άθεος.Μετά την περάτωση των σπουδών του στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο,εργάστηκε ως τεχνικός σε μεταλλουργική βιομηχανία.


Ο π.Κύριλλος ήταν στο μέτωπο έξι χρόνια στρατολογημένος στον Κόκκινο Στρατό.Συμμετείχε στον μεγάλο πατριωτικό πόλεμο και στην μάχη του Στάλινγκραντ με τον βαθμό του ανθυπολοχαγού.Συμμετείχε και στην μάχη της Λίμνης Μπάλατον(εδώ).

  Βρήκε τον Θεό ακρίβως κατά την διάρκεια αυτών των αιματηρών μαχών.Ευρισκόμενος στο μέτωπο,κατά Θεία Πρόνοια,βρήκε μέσα στα χαλάσματα ενός σπιτιού,ένα Ευαγγέλιο.Το πήρε,το άνοιξε και άρχισε να το 

διαβάζει.Την εύρεση του Ευαγγελίου την θεώρησε ως σημάδι από το Θεό.Σε μία από τις συνεντεύξεις του ανέφερε τα εξής:«Όταν άρχισα να διαβάζω το Ευαγγέλιο,σαν να άνοιξαν τα μάτια μου σε σχέση με ότι με περιέβαλε και με τα συμβαινόμενα.Προχώρησα...με το Ευαγγέλιο και δεν φοβόμουν πια.Ποτέ δεν ξαναφοβήθηκα.Ο Θεός βρισκόνταν κοντά μου και εγώ δεν φοβόμουν τίποτα..!
Αποτέλεσμα εικόνας για СТАРЦЫ. АРХИМАНДРИТ КИРИЛЛ (ПАВЛОВ)


Το 1946 αποστρατεύτηκε και έφτασε στην Μόσχα.Το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να ρωτήσει εαν υπάρχει κάποιο Θεολογικό Σεμινάριο και έτσι τον έστειλαν στο νεοϊδρυθέν Θεολογικό Σεμινάριο στην Μονή Νοβοντέβιτσι.Έφτασε εκεί φορώντας την στρατιωτική του στολή και τον υποδέχθηκε θερμά ο π.Σέργιος,καθηγητής στην σχολή.
Τελειώνοντας το Σεμινάριο εγγράφηκε στην Θεολογική Ακαδημία της Μόσχας,ενώ το 1953 πήρε την απόφαση να γίνει μοναχός αρνούμενος να ακολουθήσει μία πολλά υποσχόμενη στρατιωτική καριέρα..Τελείωσε την Θεολογική Ακαδημία ως μοναχός Κύριλλος.Εκάρη μοναχός στις 25 Αυγούστου 1953 στο Σεργκέεβ Πόσαντ στην Λαύρα της Αγίας Τριάδος του Αγίου Σεργίου του Ράντονεζ.
Αποτέλεσμα εικόνας για СТАРЦЫ. АРХИМАНДРИТ КИРИЛЛ (ПАВЛОВ)

 Αν και δεν είναι χαρακτηριστικό της Ορθόδοξης παράδοσης να μιλάς για τα θαύματα ενός πνευματικού πατέρα εν ζωή,στην περίπτωση του π.Κύριλλου δεν μπορούσε να τεθεί «ο λύχνος υπό τον μόδιον».Οι μοναχοί στην Λαύρα της Αγίας Τριάδος καί όσοι βρίσκονταν κοντά του,δίνουν μαρτυρία για τα πολυάριθμα θαύματα που έγιναν δι ευχών του γέροντος Κυρίλλου.Πολλοί μιλούν για το προορατικό και διορατικό χάρισμα του γέροντα,το χάρισμα της διακρίσεως και της θαυματουργίας
Αποτέλεσμα εικόνας για СТАРЦЫ. АРХИМАНДРИТ КИРИЛЛ (ПАВЛОВ)
Το 1965 έγινε πνευματικός καθοδηγητής της μοναστικής κοινότητας και του δόθηκε το οφφικιο του αρχιμανδρίτη.Μία περίοδο έζησε στο Περεντέλκινο,έδρα του Πατριάρχη της Ρωσίας,Αλεξίου του Β΄,του οποίου ήταν πνευματικόςΈχει γράψει πολλά βιβλία
Επιμέλεια proskynitis.blogspot.gr/

Δευτέρα, Μαΐου 02, 2016

Ἡ Ὁσία Ματρώνα ἡ ἀόμματος τῆς Μόσχας (1881-1952)



 



Ἡ Ὁσία Ματρώνα γεννήθηκε στὶς 22 Νοεμβρίου 1881, στὸ χωριὸ Σέμπινο τῆς Ρωσίας ἀπὸ γονεῖς χωρικοὺς φτωχοὺς μὰ πολὺ εὐλαβεῖς. Ἦταν τὸ τέταρτο παιδί τους καὶ ἀπὸ θαυματουργικὴ ἐπέμβαση οἱ γονεῖς της τὴν κράτησαν καὶ δὲν τὴν ἔδωσαν σὲ ὀρφανοτροφεῖο ὅταν αὐτὴ γεννήθηκε ἀόμματη (χωρὶς δηλαδὴ ὀφθαλμούς, μὲ κενὲς τὶς κόγχες). Βαπτίστηκε Ματρώνα πρὸς τιμὴν τῆς Ὁσίας Ματρώνας τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει.

Ἔδειξε δὲ ἀπὸ νωρὶς τὴν θεία της ἐκλογή. Εἶχε ἀπὸ τὸν Θεὸ τὸ χάρισμα τῆς διόρασης ἀλλὰ καὶ τῆς προόρασης. Μποροῦσε νὰ βλέπει γεγονότα ἀπὸ ἑκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά, καὶ σὲ ἄγνωστους γι᾿ αὐτὴν τόπους. Ἀγωνιζόταν ἀπὸ μικρὴ στὴν προσευχὴ καὶ γρήγορα φάνηκε καὶ τὸ διορατικὸ προορατικὸ ἀλλὰ καὶ τὸ θεραπευτικό της χάρισμα. Γνώριζε ἁμαρτίες, σκέψεις, καὶ πράξεις τῶν ἀνθρώπων. Ἔνιωθε καὶ προγνώριζε συμφορὲς καὶ καταστροφές, μὲ τὶς εὐχές της δέ, θεράπευε πλῆθος ἀρρώστων ποὺ συνέρεαν ὄχι μόνο ἀπὸ τὸ χωριὸ της ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν εὐρύτερη περιοχή. Στὴν ἐφηβική της ἡλικία πῆγε σὲ ἀρκετὰ προσκυνήματα, συχνὰ συνοδευόμενη ἀπὸ τὴν κόρη ἑνὸς πλούσιου εὐγενοῦς τῆς περιοχῆς. Λέγεται ὅτι σὲ μία ἐπίσκεψή της στὴν Κρονστάνδη, στὸν ναὸ ὅπου λειτουργοῦσε ὁ Ἅγιος Ἰωάννης, ἐκεῖνος μετὰ ἀπὸ τὴν Θεία Λειτουργία μέσα στὸν κατάμεστο ἀπὸ κόσμο ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέα παρεκάλεσε τὸν κόσμο νὰ παραμερίσει γιὰ νὰ περάσει ἡ δεκατετράχρονη τότε Ματρώνα λέγοντας: «Ἔλα Ματρώνουσκα, ἔλα σὲ μένα. Ἰδοὺ ἔρχεται ἡ ἀντικαταστάτριά μου, ὁ ὄγδοος στύλος τῆς Ρωσίας!», προμηνύοντας τὴν ἀποστολὴ τῆς Ἁγίας γιὰ τὴν ἐκκλησία καὶ τὸν πολυπαθῆ Ρωσικὸ λαό, στὰ μετέπειτα χρόνια τῶν διωγμῶν ποὺ ἔβλεπε νὰ ἔρχονται. Λίγα χρόνια ἀργότερα ἡ Ἁγία καθηλώθηκε ἐξαιτίας μόνιμης παράλυσης στὰ πόδια. Παρέμεινε ἔτσι καθιστὴ ἕως τὸ τέλος τῆς ὁσιακῆς ζωῆς της.

Σὲ μικρὴ ἀκόμη ἡλικία προεῖπε τὴν Ρωσικὴ ἐπανάσταση τοῦ 1917 ποὺ ἔγινε χρόνια ἀργότερα, λέγοντας: «Θὰ ληστεύουν καὶ θὰ ἀφανίζουν τὶς Ἐκκλησίες, θὰ ἁρπάζουν τὰ ἐδάφη καὶ θὰ τὰ μοιράζουν ἄπληστα μεταξύ τους, καταδιώκοντας ὅλους, χωρὶς ἐξαίρεση».

Ζήτησε μιὰ φορὰ ἀπὸ τὴν μητέρα της ἕνα φτερὸ μεγάλο. Τὸ μάδησε, καὶ δείχνοντάς το στὴν μητέρα της, τῆς εἶπε,
- Βλέπεις μαμά, αὐτὸ τὸ φτεράκι;
- Καὶ τί νὰ δῶ παιδάκι μου, ἀφοῦ τό ῾χεις μαδήσει;
- Ἔτσι μητέρα, θὰ μαδήσουν σὲ λίγο, καὶ τὸν πατερούλη μας τὸν Τσάρο...
Ἡ μητέρα της φοβήθηκε, ὅμως σὲ λίγο καιρὸ ἡ προφητεία βγῆκε σωστή, καὶ ὁ Τσάρος Νικόλαος ἐκτελέστηκε ἀπὸ τοὺς ἐπαναστάτες.

Δεκάδες ἀσθενεῖς περνοῦσαν καθημερινὰ ἀπὸ τὸ σπίτι της καὶ οἱ περισσότεροι, ἔχοντας πίστη, γίνονταν καλά...

Ὅταν τὸ 1925, μετακόμισε στὴ Μόσχα, χωρὶς μάλιστα διαβατήριο καὶ ἄδεια παραμονῆς, τὸ Σοβιετικὸ καθεστὼς ἐπανειλημμένως προσπάθησε νὰ τὴν συλλάβει. Παρ᾿ ὅλο ποὺ ἦταν τυφλή, τοὺς ξέφευγε τὴν τελευταία στιγμὴ εἰδοποιημένη ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ διάφορους περίεργους τρόπους. Μόλις αὐτὴ ἔφευγε, κατέφθαναν οἱ πράκτορες τῆς NKVD, ἀλλὰ ἦταν ἀργὰ πιά...

 


Ἡ Ἄννα Βιμπορνόβα θυμᾶται τὸ παρακάτω περιστατικό.
«Ἦρθε μιὰ φορὰ ἕνας ἀστυνομικὸς νὰ συλλάβει τὴν Ματρώνα καὶ ἐκείνη τοῦ λέει,
«Φύγε, φύγε γρήγορα, ἔχεις συμφορὰ στὸ σπίτι σου. Ἡ τυφλὴ δὲν φεύγει ἀπὸ σένα, ἐδῶ στὸ κρεβάτι κάθομαι, δὲν πάω πουθενά...»
Τὴν ἄκουσε ὁ ἀστυνομικός, πῆγε σπίτι του καὶ βρῆκε τὴν γυναίκα του καμένη ἀπὸ τὴν γκαζιέρα. Πρόλαβε καὶ τὴν μετέφερε στὸ Νοσοκομεῖο. Ὅταν τὴν ἄλλη μέρα ἦρθε στὴν ὑπηρεσία, τὸν ρώτησαν,
- Τὴν συνέλαβες τὴν τυφλή;
- Τὴν τυφλή, τοὺς εἶπε, δὲν θὰ τὴν συλλάβω ποτέ. Χάρη στὴν τυφλὴ πρόλαβα νὰ πάω τὴν γυναίκα μου στὸ Νοσοκομεῖο, ἅμα δὲν μοῦ τό ῾λεγε θὰ τὴν ἔχανα...

Στὴ Μόσχα πέρασε τὸ ὑπόλοιπο τῆς ζωῆς της, περιπλανώμενη ἀπὸ σπίτι σὲ σπίτι, κατατρεγμένη, βοηθώντας πλήθη βασανισμένων ψυχῶν, μὲ ψυχικὲς μὰ καὶ σωματικὲς ἀσθένειες, τοὺς ὁποίους ἔσωσε μὲ τὴν προσευχὴ καὶ καθοδήγησε στὴ σωτηρία. Ὅπου καὶ ἂν πήγαινε, σὲ ὅποιο σπίτι καὶ ἂν φιλοξενοῦνταν ἔφερνε τὴν εἰρήνη καὶ τὴν ἠρεμία στὶς ψυχές, Ἄλλοτε χαριτολογοῦσε μὲ τοὺς ἀνθρώπους καὶ ἄλλοτε τοὺς ἔλεγχε μὲ δριμύτητα, καὶ τοὺς νουθετοῦσε. Ἦταν ἐπιεικής, θερμὴ καὶ εὐσπλαχνική, δὲν ἔκανε κηρύγματα καὶ διδασκαλίες μὰ ἦταν ὀλιγόλογη, λακωνική. Δίδασκε τὸν κόσμο νὰ ἀποφεύγει τὴν κατάκριση καὶ νὰ ἐμπιστεύεται τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Νὰ κάνουν θερμὴ προσευχὴ καὶ συχνὰ τὸν σταυρὸ τους θωρακίζοντας ἔτσι τὸν ἑαυτό τους. Συνιστοῦσε συχνὴ μετάληψη τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων καὶ ἀγάπη στοὺς ἀσθενεῖς καὶ ἡλικιωμένους.

Φοιτητὲς ἀποκλεισμένοι πολιτικὰ ἀπὸ τὸ τότε καθεστὼς διηγοῦνται πῶς μὲ τὶς προσευχὲς αὐτῆς τῆς τυφλῆς γυναίκας ξεπέρναγαν τὰ ἐμπόδια γιὰ τὴν ἀπόκτηση ἑνὸς πτυχίου. Ἀκόμη καὶ ἀξιωματοῦχοι τοῦ καθεστῶτος, κατὰ παράδοξο τρόπο, βοηθοῦσαν αὐτοὺς γιὰ τοὺς ὁποίους ἡ Ἁγία Ματρώνα προσηύχετο.

Ἀλλὰ καὶ ἄνθρωποι ποὺ ὑπέφεραν ἀπὸ μαγεῖες, ἤ ψυχολογικὰ προβλήματα ἔβρισκαν σ᾿ αὐτὴν τὴν θεραπεία τους... Συμβούλευε νὰ κάνουμε σωστὰ τὸν Σταυρό μας καὶ νὰ σταυρώνουμε τὰ πάντα γύρω μας, ἀκόμη καὶ τὸ φαγητό μας...

Τὴν ρώτησε κάποτε ἡ Ζηναΐδα Ζδάνοβα,
- Γιατί ἐπέτρεψε ὁ Θεὸς νὰ κλείσουν καὶ νὰ γκρεμίσουν τόσες Ἐκκλησίες; καὶ ἀπάντησε μὲ τὰ παρακάτω λόγια,
- Αὐτὸ ἦταν τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὁ λαὸς εἶναι σὰν ὑπνωτισμένος καὶ μιὰ φοβερὴ δαιμονικὴ δύναμη ἔχει μπεῖ σὲ δράση. Βρίσκεται στὸν ἀέρα, καὶ διεισδύει παντοῦ. Παλιά, ἡ δαιμονικὴ αὐτὴ δύναμη κατοικοῦσε στὰ ἕλη καὶ στὰ πυκνὰ δάση, ἐπειδὴ οἱ ἄνθρωποι πήγαιναν τακτικὰ στὴν ἐκκλησία, φοροῦσαν καὶ τιμοῦσαν τὸν σταυρό. Τὰ σπίτια τους ἦταν προστατευμένα ἀπὸ τὶς εἰκόνες, τὰ κανδήλια ποὺ ἔκαιγαν, τὸν ἁγιασμὸ ποὺ ἔκαναν... Τὰ δαιμόνια πετοῦσαν μακριὰ καὶ φοβόντουσαν νὰ πλησιάσουν... Σήμερα ὅμως, τὰ σπίτια αὐτὰ ἀλλὰ καὶ οἱ ἴδιοι οἱ ἄνθρωποι ἔχουνε γίνει κατοικητήριο δαιμόνων γιὰ τὴν ἀπιστία τους, καὶ τὴν ἀπομάκρυνσή τους ἀπὸ τὸν Χριστό...

Ἡ Ἁγία, προέβλεψε τὴν Γερμανικὴ εἰσβολὴ στὴν Ρωσία, ἀλλὰ μίλησε καὶ γιὰ ἕναν ἄλλο, μετέπειτα πόλεμο, ποὺ θὰ σκοτώσει ἑκατομμύρια ἀνθρώπους, μέσα σὲ μιὰ νύχτα...

Ἔλεγε ἀκόμη, «Ὅταν πεθάνω λίγοι θὰ ἔρχονται στὸν τάφο μου. Ἀλλὰ μετὰ ἀπὸ χρόνια, ὁ κόσμος θὰ μὲ γνωρίσει, καὶ ἄνθρωποι ταλαιπωρημένοι ἀπὸ τὶς θλίψεις θὰ μὲ παρακαλᾶνε νὰ προσεύχομαι γι᾿ αὐτούς... Ὅλους θὰ τοὺς ἀκούω καὶ ὅλους θὰ τοὺς βοηθῶ... Νὰ ἔρχεστε σὲ μένα καὶ νὰ μοῦ λέτε, σὰν νὰ εἶμαι ζωντανή, τὶς θλίψεις σας καὶ τὰ προβλήματά σας, καὶ ἐγὼ ὅλους θὰ τοὺς ἀκούω καὶ ὅλους θὰ τοὺς βοηθῶ...»

Θυμᾶται ἀκόμη ἡ κ. Ζηναΐδα Ζδάνοβα, ἀρχιτέκτων μηχανικός: «Τὴν ρωτοῦσα γιὰ τὴν πορεία τῆς Ρωσίας μέσα στὴν Ἐπανάσταση, καὶ μοῦ ἔλεγε:
- Πρῶτα θὰ βγάλουν τὸν Στάλιν. Μετὰ ἀπ᾿ αὐτὸν οἱ κυβερνῆτες θὰ ἐναλλάσσονται καὶ ὁ ἕνας θὰ εἶναι χειρότερος ἀπὸ τὸν ἄλλον.... Θὰ κατακλέψουν τὴν Ρωσία... Μετὰ τὸν πόλεμο θὰ γυρίζουν «οἱ σύντροφοι» στὸ ἐξωτερικό, θὰ ἰδοῦν καὶ πῶς ζοῦνε οἱ ξένοι, θὰ διαφθαροῦν καὶ θὰ σπάσουν τελικὰ τὰ μοῦτρα τους... Ἐκεῖνο τὸν καιρὸ θὰ ἐμφανισθεῖ καὶ ὁ Μιχαήλ... (σ.σ. ἀπὸ τὰ παρακάτω, φαίνεται ὅτι μᾶλλον μιλάει γιὰ τὸν Μιχαὴλ Γκορμπατσώφ. Ὁ καιρὸς ὅμως θὰ τὸ δείξει...)

«Θὰ θελήσει νὰ βοηθήσει, ὅλα νὰ τὰ ἀλλάξει, ὅλα νὰ τὰ ἀνατρέψει... Ἀλλά, ἂν ἤξερε ὅτι θὰ ἀποτύχει καὶ ὅτι θὰ τὸν σκοτώσουν, ἔ, τότε, δὲν θὰ ἄρχιζε μὲ κανένα τρόπο... Θὰ γίνουν ταραχές, διαμάχες, σφαγές... Τὸ ἕνα κόμμα θὰ πολεμάει τὸ ἄλλο. Μετὰ θὰ γίνει κάποια καλυτέρευση ποὺ ὅμως, θὰ κρατήσει λίγο καιρό. Μιὰ ἀνάσα θὰ πάρετε, ἀπ᾿ ὅλα θὰ ἔχετε, μέχρι καὶ τὴν Παράκληση (τῆς Παναγίας), θὰ μπορεῖτε νὰ κάνετε στὴν Κόκκινη Πλατεία ἀλλὰ καὶ μνημόσυνα στὸν σφαγιασθέντα Τσάρο... Ἀλλὰ μετὰ θὰ γυρίσουν στὴν Ρωσία οἱ παλαιοί,... καὶ θὰ γίνει ἡ κατάσταση χειρότερη ἀπὸ ὅτι ἦταν πρῶτα... Ὤχ, πῶς σᾶς λυπᾶμαι ὅλους! Μέχρι τοὺς ἐσχάτους καιρούς, (γιατὶ ἀπὸ ἐκεῖ καὶ πέρα), ἔτσι θὰ ζήσετε...»

Ἡ Ἄννα Βιμπόρνοβα θυμᾶται,
«Ἐπισκέφθηκα τὴν Ματρώνα τὶς μέρες τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς (1952), λίγο πρὶν πεθάνει.
- Μὴ φοβᾶσαι, μοῦ λέει, δὲν θὰ ξαναγίνει σύντομα πόλεμος. Θὰ ξαπλώσουμε ἔτσι, καὶ θὰ σηκωθοῦμε «ἀλλιῶς»...
- Πῶς ἀλλιῶς; τὴν ρωτάω.
- Νά, μοῦ λέει, θὰ γυρίσουμε στὸ «ξύλινο»...
- Μάτουσκα, τῆς λέω, τί σημαίνει τὸ «ξύλινο;»
- Ξύλινο ἀλέτρι, μοῦ λέει, μὲ αὐτὸ θὰ δουλεύουμε τότε...
- Καὶ ποῦ θὰ πᾶνε τὰ τρακτὲρ ποὺ τώρα ἔχουμε;...
- Ὤ, λέει, ἄσε τὰ τρακτέρ... Θὰ δουλεύει τότε τὸ ἀλέτρι τὸ ξύλινο, καὶ ἡ ζωὴ θὰ εἶναι καλή. Ὅμως, ἀκόμη δὲν φτάσαμε μέχρι αὐτοὺς τοὺς καιρούς. Ἐσὺ ὅμως, δὲν θὰ πεθάνεις μέχρι τότε, καὶ θὰ τὰ δεῖς ὅλα αὐτά...
- Πόλεμος, συμπλήρωσε, δὲν θὰ ξαναγίνει (μὲ τὸν τρόπο ποὺ μέχρι τώρα ξέρουμε...). Χωρὶς πόλεμο θὰ πεθάνετε ὅλοι. Θὰ πέσουν πολλὰ θύματα. Ὅλοι οἱ νεκροί, θὰ ξαπλώσετε ἐπάνω στὴν γῆ... Θὰ σᾶς πῶ καὶ κάτι ἄλλο: Ἀποβραδίς, ὅλα θὰ εἶναι (ὄρθια καὶ καλὰ) πάνω στὴν γῆ, καὶ ὅταν θὰ σηκωθεῖτε τὸ ἄλλο πρωί, ὅλα θὰ μποῦν (θὰ ταφοῦν) μέσα στὴν γῆ... Χωρὶς «πόλεμο»... ὁ πόλεμος (τότε) θὰ γίνεται...

(Μὲ τὰ ὅσα παραπάνω ἀναφέρει ἡ Ἁγία, φαίνεται καθαρὰ ὅτι μιλάει γιὰ πυρηνικὴ καταστροφὴ καὶ πιθανὸν μὲ ὑδρογονοβόμβες, ποὺ θὰ σκοτώνουν ἀνθρώπους ἀλλὰ τὰ κτίρια θὰ μένουν ἀνέπαφα!. Τὰ περιθώρια λοιπὸν στενεύουν καὶ τὰ μηνύματα ποὺ διαβάζουμε δείχνουν καθαρὰ ὅτι πολὺ σύντομα θὰ ὑπάρξουν σοβαρὰ προβλήματα...)

Ἡ Ἁγία δίδασκε ὄχι μὲ τὰ λόγια, ἀλλὰ μὲ τὸν βίο της. Ἡ ἀρετή της συνίστατο στὴν μεγάλη της ὑπομονὴ καὶ καρτερία, καὶ τὴν ἀπόλυτη ἀγάπη της καὶ ἐμπιστοσύνη στὸ Θεό. Αὐτὴ ἦταν ἡ Ἁγία Ματρώνα ἡ ἀόμματος. Τρεῖς ἡμέρες πρὶν τὴν κοίμησή της ὁ Κύριος τῆς ἀπεκάλυψε τὴν τελείωσή της ὥστε ἐκείνη νὰ προετοιμαστεῖ. Προεῖπε καὶ τὰ ἑξῆς: «ὅταν πεθάνω, στὸν τάφο μου θὰ ἔρχονται λίγοι, μόνο οἱ οἰκεῖοι μου, καὶ ὅταν θὰ πεθάνουν καὶ ἐκεῖνοι θὰ ἐρημώσει ὁ τάφος μου, σπάνια θὰ ἔρχεται κανείς. Μὰ μετὰ ἀπὸ χρόνια ὁ κόσμος θὰ μὲ γνωρίσει καὶ θὰ ἔρχονται σὰν κοπάδια γιὰ νὰ βοηθηθοῦν. Καὶ ἐγὼ θὰ τοὺς ἀκούω καὶ ὅλους θὰ τοὺς βοηθῶ. Εἶπε ἀκόμη: «ὅλους ποὺ ζητᾶνε βοήθεια ἀπὸ μένα θὰ τοὺς συναντῶ μετὰ τὸν θάνατό τους».

Κοιμήθηκε στὶς 2 Μαΐου 1952 καὶ ἔκτοτε χιλιάδες πιστοὺς ὀρθοδόξους ἀπὸ ὅλο τὸν κόσμο ἔχει ἡ Ἁγία βοηθήσει καὶ πολλοὶ εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ ἐπικαλοῦνται τὴν παρρησία της στὸν Κύριο. Στὶς 8 Μαρτίου 1998 ἔγινε ἡ ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων της ποὺ μεταφέρθηκαν στὴν Ἱερὰ Μονὴ τῆς Ἁγίας Σκέπης στὴ Μόσχα, ὅπου ὁ τάφος σήμερα ἔχει γίνει ἕνα ἀπὸ τὰ δύο μεγαλύτερα προσκυνήματα τῆς Ρωσίας· χιλιάδες προσκυνητὲς περιμένουν ὑπομονετικὰ καθημερινὰ γιὰ νὰ τὰ προσκυνήσουν. Ἡ μνήμη της τιμᾶται στὶς 2 Μαΐου.

Σάββατο, Αυγούστου 17, 2013

ΑΛΕΞΙΟΣ ΤΟΥ ΕΛΝΑΤ Ο ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΟΣ


 Ἀλέξιος τοῦ Ἔλνατ, ὁ διὰ Χριστὸν σαλὸς


Ἀνάμεσα στοὺς πολλοὺς νεομάρτυρες τῆς ῾Ρωσικῆς Ἐκκλησίας ὑπῆρξαν καὶ ἀρκετοὶ εὐλαβεῖς λαϊκοί. Ἕνας ἀπ᾿ αὐτοὺς ἦταν ὁ Ἀλέξιος Ἰβάνοβιτς Βορόσιν, ὁ ὁποῖος βάδισε τὸν δύσκολο δρόμο τῆς διὰ Χριστὸν σαλότητος. Ἕνα δρόμο ποὺ ἔγινε ἀκόμη πιὸ δύσβατος ἐπειδὴ ὁ Ἀλέξιος ἔζησε στὴ δύσκολη δεκαετία τοῦ ᾿30, ὅταν ἡ βιαιότητα τῆς Σοβιετικῆς πολιτείας ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν ὑπῆρξε φοβερή. Παρ᾿ ὅλες ὅμως τὶς ἀντιξοότητες τῆς ἐποχῆς, ὁ Ἀλέξιος κατάφερε νὰ κρατήσῃ τὴν πίστι καὶ νὰ στεφανωθῇ μὲ τὸν στέφανο τοῡ μαρτυρίου τὸ 1937. Ἂν καὶ οἱ ἐκτελεστές του ἔχουν πλέον ξεχαστῆ, τὸ ἄφθορο σῶμα του παραμένει στὴν πόλι τοῦ Ἰβάνοβο ζωντανὸ μνημεῖο γιὰ τοὺς πιστούς.

Τὰ πρῶτα του χρόνια

Ὁ Ἀλέξιος γεννήθηκε στὶς 24 Ἰανουαρίου τοῦ 1886 στὸ χωριὸ Καουρχίκχο στὴν περιοχὴ Οὔριεβετς τῆς ἐπαρχίας Κόστρομα. Γονεῖς του ἦταν ὁ Ἰβὰν καὶ ἡ Εὐδοκία Βορόσιν, ἄνθρωποι πιστοὶ ποὺ καλλιεργοῦσαν τὴ γῆ. Ἡ περιοχὴ ὅπου μεγάλωσε ὁ Ἀλέξιος ἦταν γνωστή, γιατὶ ἐκεῖ τὸν 16ο αἰῶνα ἔζησε ἀσκητικὰ ὁ ἅγιος Συμεὼν τοῦ Οὔριεβετς. Οἱ ζωὲς τῶν δύο αὐτῶν ἔχουν πολλὲς ὁμοιότητες, ἴσως γιατὶ –ἐκτὸς τοῦ ὅτι ἔζησαν στὴν ἴδια περιοχή– ὁ Ἀλέξιος προσευχόταν θερμὰ στὸν ἅγιο Συμεών.

Ὅταν ὁ Ἀλέξιος ἔφτασε σὲ ἡλικία γάμου, ἄρχισε νὰ ψάχνῃ γιὰ σύζυγο καὶ ἦταν ἕτοιμος ν᾿ ἀρραβωνιαστῇ, ὅταν κάτι ἀναπάντεχο συνέβη κι ὁ ἀρραβώνας ἀπετράπη. Ἐκεῖνο τὸν καιρὸ οἱ νέοι τῆς περιοχῆς εἶχαν τὴ συνήθεια νὰ συνάζωνται στὰ χωριὰ καὶ νὰ συζητοῦν, ἀλλὰ οἱ συζητήσεις αὐτὲς πολλὲς φορὲς δὲν εἶχαν θέματα πίστεως καὶ ἦταν ἀμφιβόλου ἠθικῆς. Παρακάλεσε λοιπὸν τὴν κοπέλλα νὰ μὴ λάβῃ μέρος σὲ τέτοιου εἴδους ἀνευλαβεῖς συζητήσεις, κάτι τὸ ὁποῖο ἐκείνη δὲν ἄκουσε. Καὶ ὁ Ἀλέξιος σκέφτηκε· Ἂν τώρα δὲν μὲ σέβεται καὶ δὲν ὑπακούει, τί θὰ γίνῃ ὅταν θά ᾿νε γυναίκα μου; Στὴ συνέχεια ἄρχισε νὰ προβληματίζεται μὲ τὴν ὅλη πολιτειακὴ κατάστασι ποὺ ἐπικρατοῦσε στὴ ῾Ρωσία, τῆς ὁποίας τὸ οἰκοδόμημα εἶχε ἀρχίσει νὰ σείεται. Εἶχε ἤδη ξεκινήσει ὁ Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος καὶ πολλοὶ ἐπέστρεφαν ἀπὸ τὸν πόλεμο πολὺ διαφορετικοί. Ὁ Ἀλέξιος διαισθανόταν ὅτι ἕνας ἐπικείμενος κίνδυνος ἦταν πρὸ τῶν πυλῶν.

Ἔτσι ἀποφάσισε νὰ διαλύσῃ τὸν ἀρραβῶνα του καὶ ν᾿ ἀποσυρθῇ στὸ ἐρημητήριο τῆς Ἁγίας Τριάδος στὸ Κριβοεζέρσκ. Τὸ ἐρημητήριο αὐτὸ ἦταν ἀφιερωμένο στὸν ἅγιο Συμεὼν τοῦ Οὔριεβετς, καὶ ἱδρύθηκε τὸν 17ο αἰῶνα. Ἀπὸ τὶς τρεῖς πλευρὲς ὑπῆρχαν λίμνες καὶ στὴν τέταρτη πλευρὰ βρισκόταν ὑψηλὲς ἀμμώδεις πλαγιές. Ἐκεῖ ὑπῆρχε μιὰ πηγὴ ποὺ λεγόταν Ἡ πηγὴ τοῦ ἁγίου Συμεών, ὅπου ὁ Ἀλέξιος πήγαινε συχνὰ νὰ προσευχηθῇ. Ὁ ἡγούμενος τῆς μονῆς δέχτηκε τὸν Ἀλέξιο ὡς δόκιμο, ὁ ὁποῖος σιγὰ - σιγὰ συνήθισε τὴν τάξι καὶ τὸν τρόπο ζωῆς τοῦ κοινοβίου, ἀλλὰ παρ᾿ ὅλα αὐτὰ δὲν ἔμεινε ἐκεῖ.

Γυρίζοντας στὴν πόλι του δὲν ἔμεινε στὸ πατρικό του σπίτι μὲ τοὺς γονεῖς του, ἀλλὰ ἀποφάσισε νὰ ἐγκατασταθῇ στὸ ἀποχωρητήριο - μπάνιο ἔξω στὴν αὐλή. Σύντομα, μὲ τὴ βοήθεια τοῦ πατέρα του, ἔχτισε στὸν κῆπο ἕνα κελλάκι. Ὁ Ἀλέξιος ἀφιέρωσε ὅλο τὸν ἐλεύθερό του χρόνο στὴν προσευχή, ἀπομονώνοντας τὸν ἑαυτό του εἴτε στὸ κελλί του εἴτε στὴν πηγὴ τοῦ ἁγίου Συμεών. Ἡ περιοχὴ ἐκεῖ εἶχε τέτοια φυσικὴ διαμόρφωσι ποὺ ὁ Ἀλέξιος μποροῦσε νὰ κρυφτῇ ἀπὸ τὰ βλέμματα τοῦ κόσμου.

Ἔφτασε ὁ Μάρτιος τοῦ 1917 καὶ ἡ ῾Ρωσία ἄρχισε νὰ δέχεται τὸ πρῶτο ταρακούνημα ἀπὸ τὸ προεπαναστατικὸ κίνημα. Στὰ χωριὰ δὲν ὑπῆρχαν κάποιες κρατικὲς ἀρχὲς γιὰ νὰ βάζουν μιὰ τάξι. Οἱ κάτοικοι συγκεντρώνονταν στὶς τοπικὲς συνελεύσεις ἀγροτῶν γιὰ ν᾿ ἀποφασίσουν πάνω σὲ θέματα ποὺ τοὺς ἀφοροῦσαν. Στὸ χωριὸ τοῦ Ἀλεξίου οἱ κάτοικοι τὸν ἐπέλεξαν ὡς πρόεδρο τῆς κοινότητός τους. Μὲ τὸ ποὺ ἔγινε πρόεδρος ὁ Ἀλέξιος δὲν ἄλλαξε καθόλου τὶς συνήθειες ποὺ εἶχε μέχρι τότε· προσευχόταν πολὺ καὶ συμμετεῖχε στὶς ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας. Ἀκόμη κι ὅταν ἔπρεπε ν᾿ ἀποφασίσῃ γιὰ κάτι, δὲν ἔφευγε ἀπὸ τὴν ἐκκλησία ἀλλὰ παρέμενε μέσα προσευχόμενος μέχρι νὰ πάρῃ κάποια πληροφορία. Παρέμεινε πρόεδρος μόνο ἕνα χρόνο, γιατὶ κάποιος ἄλλος τοποθετήθηκε στὴ θέσι του ἀπὸ τὶς ἀρχές κ᾽ ἔτσι ὁ Ἀλέξιος σταμάτησε νὰ ἔχῃ ἐπαφὲς μὲ τὸν κόσμο καὶ κλείστηκε στὸ κελλί του, ἀφιερώνοντας ὅλο του τὸν χρόνο στὴν προσευχὴ καὶ στὴ νηστεία. Ἔτσι πέρασαν ἐννιὰ χρόνια.




Μιὰ νέα πάλη

Τὸ 1928 ἐπέλεξε νὰ βαδίσῃ τὸν δύσκολο δρόμο τῆς σαλότητας. Ἄρχισε νὰ ζῇ ὅπου εὕρισκε, κ᾽ ἦταν ντυμένος μὲ κουρέλια. Κανείς δὲν γνώριζε ποῦ περνοῦσε τὰ βράδια του καὶ οἱ ἐμφανίσεις του ἦταν ἀναπάντεχες. Κάποια φορὰ ἐμφανίστηκε νὰ βαδίζῃ μέσα στὰ χωράφια μετρώντας τα μὲ ἕνα ῥαβδὶ καὶ ἐνοχλώντας τοὺς χωρικοὺς ποὺ δούλευαν. Αὐτή του ἡ συμπεριφορὰ προκάλεσε τὸ γέλιο τῶν χωρικῶν, ἀλλὰ ἐκεῖνος δὲν ἔδωσε σημασία. Οἱ χωρικοὶ ἀγρίεψαν κι ἄρχισαν νὰ τὸν κυνηγοῦν. Ὁ ἅγιος ἔφυγε, ἀλλὰ ξαναγύρισε κάνοντας τὸ ἴδιο πρᾶγμα. Ἕνα χρόνο μετά, ἐμφανίστηκε στὰ ἴδια χωράφια ἕνας Σοβιετικὸς γραφειοκράτης καὶ τὰ μετροῦσε.

Ἐκείνη τὴν ἐποχὴ δὲν περνοῦσε ἀπὸ τὸ μυαλὸ κανενὸς χωρικοῦ ὅτι θὰ μποροῦσε κάποιος νὰ ἐξοριστῇ χωρὶς νὰ εἶνε ἔνοχος. Ὅμως ὁ ὅσιος πήγαινε στοὺς χωρικοὺς ποὺ θὰ ἐξωρίζονταν καὶ τοὺς προειδοποιοῦσε.
Οἱ χωρικοὶ ἄρχισαν νὰ συνηθίζουν τὶς ἐκκεντρικότητες τοῦ Ἀλεξίου, ἀλλὰ μιὰ μέρα ἐμφανίστηκε γυμνὸς σὲ δύο ὑποδηματοποιούς, τὸν Ἀλέξανδρο Σταπάνοβιτς καὶ τὸν Δημήτριο Ἰβάνοβιτς, κάτι ποὺ τοὺς ἔκανε ὅλους νὰ ἀπορρήσουν. Μετὰ ἀπὸ λίγο καιρό, ἦρθαν στὸ χωριὸ ἀντιπρόσωποι τῆς κυβερνήσεως καὶ κατέσχεσαν ὅλη τὴν περιουσία τῶν δύο ὑποδηματοποιῶν, μέχρι τὸ τελευταῖο ροῦχο, ἀφήνοντάς τους γυμνοὺς δίπλα ἀπὸ τὰ σπίτια τους ποὺ δὲν τοὺς ἀνῆκαν πλέον.

Ἄλλες φορὲς ὁ ἅγιος πήγαινε σὲ κάποια χωριὰ κι ἄρχιζε νὰ μετρᾷ τὰ σπίτια, δίνοντας ἕνα νούμερο ἄσχετο μὲ τὸ πραγματικὸ ἐμβαδὸν τῶν σπιτιῶν. Οἱ κάτοικοι τὸν ἔβλεπαν καὶ γελοῦσαν. Μετὰ ἀπὸ λίγο καιρὸ ὅμως οἱ ἰδιοκτῆτες αὐτῶν τῶν σπιτιῶν συλλαμβάνονταν καὶ φυλακίζονταν γιὰ τόσα χρόνια ὅσο ὁ Ἀλέξιος ἔλεγε ὅτι ἦταν τὸ ἐμβαδὸν τῶν σπιτιῶν τους.

Μιὰ ἄλλη φορὰ τὸ χειμῶνα, ποὺ τὰ πάντα ἦταν σκοτεινὰ καὶ κανείς δὲν βάδιζε στὸ δρόμο, ἐμφανίστηκε νὰ περπατᾶ ὁ Ἀλέξιος καὶ νὰ κατευθύνεται στὸ χωριὸ Σερεντκίνο χωρὶς νὰ φοράῃ τὰ ροῦχα του. Χτύπησε τὴν πόρτα ἑνὸς σπιτιοῦ στὸ ὁποῖο ζοῦσε ἡ Ἀναστασία καὶ ὁ Γεννάδιος. Ἡ γυναίκα, ἀνοίγοντας τὴν πόρτα, τοῦ φώναξε ὑψώνοντας τὴ γροθιά της• «Ἀδιάντροπε ἄνθρωπε, πότε θὰ σταματήσῃς νὰ μᾶς ἐκθέτῃς;». Ὁ σύζυγός της ὅμως τὸν προσκάλεσε μέσα καὶ τοῦ ἔδωσε μιὰ καινούργια φορεσιά. Ὁ Ἀλέξιος ντύθηκε καὶ ἀποχαιρέτησε τὸ ζευγάρι, λίγο πιὸ πέρα ὅμως ξεντύθηκε, δίπλωσε τὰ ροῦχα καὶ τ᾿ ἄφησε πάνω στὸ χιόνι. Τὸ ζευγάρι βρῆκε τὰ ροῦχα καὶ γιὰ πολὺ καιρὸ ἔψαχνε νὰ βρῇ τὸν λόγο τῆς πράξεώς του αὐτῆς. Στὸ τέλος τοῦ χειμώνα ἦρθαν στὸ σπίτι τοῦ ζευγαριοῦ ἀντιπρόσωποι τῆς κυβερνήσεως καὶ τοὺς πέταξαν ἔξω, ἀφήνοντάς τους μόνο μὲ τὰ ἐσώρουχα.

Κάποια ἄλλη φορὰ ὁ Ἀλέξιος ἐμφανίστηκε στὴν ἀδελφή του Ἄννα. Μάζεψε κάποια πράγματα καὶ τὰ ἔβαλε πάνω στὸ τραπέζι. Ὅταν τὸ τραπέζι γέμισε, φόρεσε τὸ καπέλλο του κ᾽ ἔφυγε. Ἡ Ἄννα σκέφτηκε ὅτι ἴσως ἦταν κάποιο σημάδι, ἔτσι ἔκρυψε αὐτὰ τὰ πράγματα κάπου μακριὰ κι ὅταν τῆς πήραν ὅλα της τὰ ὑπάρχοντα, τὰ μόνα ποὺ εἶχε ἦταν ὅσα εἶχε κρύψει.


Ὁ ὅσιος πολλὲς φορὲς ἐπισκεπτόταν τὰ χωριὰ Σελεζένεβο καὶ Παρφένεβο, ὅπου σ᾿ ἕνα ἀπὸ τὰ σπίτια εἶχε ἕνα τσουβάλι βιβλία καὶ πήγαινε, διάβαζε πίνοντας τὸ τσάϊ του. Μιὰ φορὰ ὅμως μπῆκε στὸ σπίτι καὶ κάθησε πάνω ἀπὸ τὴ σόμπα σιωπηλός. Οἱ ἄνθρωποι ποὺ τὸν φιλοξενοῦσαν εἶχαν συνηθίσει τὴν παράξενη συμπεριφορά του καὶ περίμεναν κ᾽ ἐκεῖνοι σιωπηλοί. Λίγη ὥρα ἀργότερα ὁ Ἀλέξιος βγῆκε ἔξω καὶ κάθισε στὸ κεφαλόσκαλο, καὶ ἔτσι, ὅπως καθόταν, κατέβηκε τὶς σκάλες καθιστός. Ἔπειτα σκαρφάλωσε πάνω σ᾿ ἕνα κάρρο στὴν αὐλὴ καὶ ξάπλωσε ἀρχίζοντας νὰ βογγάῃ σιωπηλά.

Δυὸ ἑβδομάδες ἀργότερα ἡ κυρία τοῦ σπιτιοῦ, παίρνοντας μία μεγάλη σιδερένια κατσαρόλα βραστὸ νερό ἀπὸ τὴ σόμπα, τὴν ἔχυσε πάνω της καὶ κάηκε τόσο πολὺ ποὺ δὲν μποροῦσε νὰ βαδίσῃ. Βγῆκε ἔξω στὴ βεράντα, κάθησε στὰ σκαλοπάτια, τὰ κατέβηκε καθιστή, καὶ στὴ συνέχεια τὴν ἔβαλαν πάνω στὸ κάρρο ὅπου ἔπρεπε νὰ περιμένῃ δύο ὧρες μέχρι ποὺ κατάφεραν νὰ τὴ μεταφέρουν στὸ νοσοκομεῖο.

Ἐπίτροπος τῆς ἐκκλησίας τοῦ χωριοῦ Ἔλνατ ἦταν ὁ Παῦλος Ἰβάνοβιτς, ἕνας εὐσεβὴς καὶ δίκαιος ἄνθρωπος. Κάποια μέρα ὁ Ἀλέξιος μπῆκε στὸ ναὸ ἐνῷ γινόταν ἡ ἀκολουθία, φορώντας καπέλλο κι ἔχοντας ἕνα τσιγάρο στὸ στόμα. Ἔκανε βόλτες μέσα στὸ ναὸ μὲ τὰ χέρια του πίσω ἀπὸ τὴν πλάτη, προξενώντας τὴν δυσαρέσκεια ὅλων τῶν πιστῶν. Δὲν πέρασε πολὺς καιρὸς καὶ οἱ ἀρχὲς διέταξαν τὸ κλείσιμο τοῦ ναοῦ ζητώντας τὰ κλειδιὰ ἀπὸ τὸν ἐπίτροπο Παῦλο, γιὰ νὰ δείξουν ὅτι οἱ πιστοὶ ἐθελούσια συμπράττουν στὸ κλείσιμο τῆς ἐκκλησίας. Ὁ Παῦλος ἀρνήθηκε νὰ παραδώσῃ τὴν ἐκκλησία στοὺς ἄθεους.

Φυλακίστηκε καὶ πέθανε στὴ φυλακή, ἐπειδὴ ἡ κλονισμένη του ὑγεία δὲν τοῦ ἐπέτρεψε νὰ ἀντέξῃ τὴν ἀνάκρισι. Μετὰ τὴ σύλληψι τοῦ ἐπιτρόπου ἔκλεισαν τὴν ἐκκλησία καὶ ἐργάτες μὲ καπέλλα καὶ τσιγάρα βάδιζαν ἀναιδῶς μέσα στὸ ναό, ὁ ὁποῖος μετατράπηκε σὲ λέσχη διασκεδάσεως.

Πολλοὶ ἦταν αὐτοὶ ποὺ γελοῦσαν ἢ κυνηγοῦσαν τὸν Ἀλέξιο, βλέποντας τὴν περίεργη συμπεριφορά του.

Πολλοὶ νέοι τὸν πείραζαν, περπατώντας δίπλα του, ἀλλὰ ὁ Ἀλέξιος δὲν ἔδινε σημασία. Βάδιζε πάντοτε φορώντας ἕνα μακρὺ πουκάμισο μέχρι τὰ γόνατα. Ὅταν τοῦ ἔδιναν ροῦχα, ἐκεῖνος ἀμέσως τὰ μοίραζε.

Πολλὲς φορὲς οἱ ἀρχὲς τὸν εἶχαν συλλάβει, στέλνοντάς τον σὲ ψυχιατρικὴ κλινική, ἀλλὰ ἐκεῖ οἱ γιατροὶ δὲν μποροῦσαν νὰ διαγνώσουν κάποια ψυχικὴ πάθησι, κ᾽ ἔτσι τὸν ἄφηναν ἐλεύθερο.



Ὁ ὅσιος ἔλεγε συχνὰ στὴν Ἄννα Μπεζεμίροβνα, ὅταν ἀκόμη ἦταν μικρή, τὴν ἑξῆς φράσι• «δῶσε μου μισὸ λίτρο». –Μὰ τί λέει ὁ Ἀλέξιος; ἀναρωτιόταν ἡ μικρή. Μέχρι ποὺ παντρεύτηκε καὶ [τότε] ἄκουγε συχνὰ ἀπὸ τὸν μέθυσο ἄντρα της τὴν ἴδια φράσι.

Τὸ 1931 ὁ πεθερὸς τοῦ ἀνεψιοῦ τοῦ Ἀλεξίου, ὁ Νικόλαος Βασίλιεβιτς, ἐξωρίστηκε. Ἐπειδὴ ἦταν ἥδη ἠλικιωμένος, ἡ οἰκογένειά του δὲν εἶχε καμμιὰ ἐλπίδα νὰ τὸν ξαναδῇ ζωντανό. Μιὰ μέρα ὁ Ἀλέξιος πῆγε στὸ σπίτι τοῦ ἀνεψιοῦ του, τοῦ Δημητρίου Μιχαΐλοβιτς, στὸ ὁποῖο ἦταν μόνο ἡ σύζυγός του Ἄννα Νικολάεβνα, κ᾽ ἐπειδὴ δὲν ἤθελε νὰ εἶνε ἄπραγος, βρῆκε κάτι ν᾿ ἀπασχολῆται• κ᾽ ἐνῷ ἦταν ἀπορροφημένος στὴ δουλειά του, σήκωσε τὸ κεφάλι κ᾽ εἶπε· –Δὲν θὰ ἔρθῃ ὁ Νικόλαος στὸ σπίτι; –Ποιός Νικόλαος; ρώτησε ἡ Ἄννα. –Ὁ πατέρας σου. Ἐκείνη χτύπησε τὰ χέρια της ὅλο χαρὰ καὶ ρώτησε μὲ τὴ σειρά της –«Τί ἐννοεῖς, θεῖε Ἀλέξιε; ὑπάρχει περίπτωσι νὰ εἶνε τώρα στὸ δρόμο καὶ νὰ ἐπιστρέφῃ; –Ἴσως… ἴσως, ἀπάντησε ἐκεῖνος. Τὴν ἑπόμενη μέρα ὁ Νικόλαος ἐπέστρεψε σπίτι.

Ὅταν ἡ Ἄννα Νικολάεβνα γέννησε τὸ γυιό της, τοῦ ἔδωσε τὸ ὄνομα Νικόλαος, ἐπειδὴ εἶχε γεννηθῆ λίγες μέρες πρὶν τὴν ἑορτὴ τοῦ ἁγίου Νικολάου. Πρότειναν στὸν Ἀλέξιο νὰ εἶνε ὁ νονὸς τοῦ παιδιοῦ κ᾽ ἐκεῖνος δέχτηκε. Στὴ βάπτισι ὅλοι πῆγαν μὲ τὸ κάρρο ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Ἀλέξιο πού, ὅπως συνήθιζε, πῆγε περπατώντας. Δύο μέρες μετὰ τὴ βάπτισι, μαζεύτηκαν στὸ σπίτι τοῦ παιδιοῦ νὰ γιορτάσουν τὴν ὀνομαστική του ἑορτή. Ἐκείνη τὴν ἡμέρα ὁ Ἀλέξιος ἐμφανίστηκε στὸ σπίτι, μπῆκε μέσα ἀθόρυβα καὶ χωρὶς νὰ πῇ λέξι ξάπλωσε στὸ πάτωμα καὶ σταύρωσε τὰ χέρια του στὸ στῆθος, σὰν νὰ ἦταν νεκρός. Οἱ συγγενεῖς κοίταζαν τὸν Ἀλέξιο μὲ ἀπορία. Τὸ γεγονὸς ξεχάστηκε ἀπὸ τοὺς γονεῖς, ἀλλὰ τὸ ξαναθυμήθηκαν 42 χρόνια ἀργότερα, ὅταν ὁ Νικόλαος βρέθηκε νεκρὸς στὸ δημοτικὸ κῆπο τοῦ Κίνεσμα καὶ κείτονταν στὸ ἔδαφος μὲ τὰ χέρια σταυρωμένα στὸ στῆθος.

Τὸ μαρτύριό του

Πλησίαζε ἡ ἐπέτειος τῶν 20 ἐτῶν ἀπὸ τὴν πτῶσι τοῦ Ῥωσικοῦ κράτους καὶ οἱ συλλήψεις συνεχίζονταν. Ὁ Ἀλέξιος γνώριζε, ὅτι αὐτὴ τὴ φορὰ δὲν θὰ διαφύγῃ τὴ σύλληψι καὶ τὸ θάνατο. Θέλησε λοιπὸν ν᾿ ἀποχαιρετίσῃ τοὺς συγγενεῖς του κ᾽ ἔτσι ξεκίνησε γιὰ τὸ πατρικό του, στὸ ὁποῖο τώρα ἔμενε ὁ ἀνιψιός του Δημήτρης μὲ τὴν οἰκογένειά του. Ἦταν Μάιος τοῦ 1937. Εἶχε μαζέψει ὅλα του τὰ ὑπάρχοντα σ᾿ ἕνα σάκκο, τὸν ὁποῖο ὅταν τὸν ἀντίκρυσε ἡ Ἄννα Νικολάεβνα τὸν ρώτησε· –Ἦρθες λοιπόν, Ἀλέξιε, νὰ μείνῃς γιὰ πάντα μαζί μας; Ὁ Ἀλέξιος δὲν ἀπάντησε, ἀλλὰ ἀρχίζοντας νὰ βγάζῃ ἕνα - ἕνα τὰ πράγματα ἀπὸ τὸ σάκκο σκεφτόταν τί θὰ ἔδινε στὸν καθένα. Ἡ οἰκογένειά του διαισθάνθηκε ὅτι κάτι παράξενο θὰ συμβῇ, ὅταν ὁ Ἀλέξιος, καθισμένος δίπλα στὴ σόμπα, ἄρχισε νὰ τραγουδᾶ ἕνα τραγούδι γιὰ τὴ φυλακή. Ἡ Ἄννα τὸν ρώτησε ἂν πρόκειται νὰ τοὺς συλλάβουν ξανά. Ἀφοῦ γευμάτισαν ὅλοι μαζί, ὁ Ἀλέξιος τοὺς εἶπε, κάνοντας μιὰ ὑπόκλισι· –Δημήτρη Μιχαΐλοβιτς, θὰ σᾶς τὰ ξεπληρώσω ὅλα, θὰ σᾶς τὰ ξεπληρώσω ὅλα. Θὰ ᾿ρθῆτε νὰ μὲ θάψετε, ἔτσι δὲν εἶνε; Ἐγὼ θὰ πεθάνω πρῶτος καὶ θὰ ᾿ρθῆτε νὰ μὲ θάψετε.

Τὸ πρωὶ τῆς ἑπομένης ἡμέρας ὁ Ἀλέξιος τοὺς ἀποχαιρέτησε καὶ κατευθύνθηκε πρὸς τὸ Παρφένοβο, ὅπου οἱ ἀρχὲς περίμεναν νὰ τὸν συλλάβουν.

Ἐκεῖνα τὰ χρόνια οἱ φυλακὲς ἦταν γεμᾶτες ἀπὸ ἱερεῖς, μοναχούς, ἀσκητάς, πιστοὺς ἄντρες καὶ γυναῖκες, ἀκόμη καὶ παιδιά. Ἀνάμεσά τους ὅμως ἦταν καὶ κομμουνισταί, ποὺ εἶχαν καταλῃστέψει τὸ κράτος, ἄγριοι κακοποιοὶ καὶ φονιᾶδες. Ὅλοι αὐτοὶ βρίσκονταν ἀνακατεμένοι στὰ ἴδια κελλιά. Ὁ Ἀλέξιος, παρ᾿ ὅλο ποὺ ἦταν μαζὶ μὲ ἐγκληματίες, δὲν παρέλειπε νὰ προσεύχεται νύχτα καὶ μέρα. Κανείς δὲν γνώριζε πότε κοιμᾶται ἢ ἂν ἔτρωγε, διότι ὅλα τὰ ἔδινε στοὺς συγκρατουμένους του.

Ἐπειδὴ δὲν εὕρισκαν κάποια κατηγορία ἐναντίον του, χρησιμοποίησαν βασανιστήρια κ᾽ ἔτσι τὸν ἔβαλαν νὰ σταθῇ ξυπόλητος πάνω σὲ μιὰ σόμπα ποὺ ἔκαιγε.

Σύντομα στὴ φυλακὴ διαδόθηκε ἡ φήμη, ὅτι ἀνάμεσά τους ὑπάρχει ἕνας ἅγιος, κ᾽ ἔτσι ὁ ὑπεύθυνος τῆς φυλακῆς τὸν πλησίασε μιὰ μέρα καὶ τὸν ρώτησε· –Ὅλοι σὲ ἀποκαλοῦν ἅγιο. Τί ἔχεις νὰ πῇς γι᾿ αὐτό;

–Τί εἴδους ἅγιος εἶμαι ἐγώ; εἶμαι ἕνας ἁμαρτωλὸς καὶ ἁπλὸς ἄνθρωπος.
–Σωστά, ἀπάντησε ὁ ὑπεύθυνος, ἐμεῖς δὲν βάζουμε ἁγίους στὴ φυλακή, κάτι θὰ ἔκανες γιὰ νά ᾿σαι ἐδῶ. Γιατί λοιπὸν σὲ ἔφεραν ἐδῶ;
–Ἐπειδὴ αὐτὸ εἶνε ἀρεστὸ στὸ Θεό, ἀπάντησε μὲ πραότητα ὁ Ἀλέξιος.

Λίγα λεπτὰ σιγῆς ἀκολούθησαν ὅταν ὁ Ἀλέξιος εἶπε·

–Γιατί μιλᾶς τώρα σ᾿ ἐμένα, ἐνῷ αὐτὴ τὴ στιγμὴ στὸ σπίτι σου ὑπάρχει μιὰ μεγάλη συμφορά;

Ὁ ὑπεύθυνος τῶν φυλακῶν ξαφνιάστηκε, ἀλλὰ δὲν πῆγε ἀμέσως στὸ σπίτι του. Ὅταν ἐπέστρεψε, βρῆκε τὴ γυναῖκα του κρεμασμένη. Ἀπὸ κείνη τὴ στιγμὴ προσπάθησε πολλὲς φορὲς νὰ ἐλευθερώσῃ τὸν Ἀλέξιο, ἀλλὰ δὲν ἦταν θέλημα Θεοῦ.

Μετὰ ἀπὸ πολλὰ βασανιστήρια ὁ Ἀλέξιος κοιμήθηκε ἐν Κυρίῳ στὸ ἀναρρωτήριο τῶν φυλακῶν. Μετὰ ἀπὸ 13 μέρες τὸ σῶμα του παραδόθηκε στοὺς συγγενεῖς του νὰ τὸ θάψουν. Θάφτηκε στὸ παλιὸ κοιμητήριο τοῦ Κίνεσμα καὶ στὶς 12/25 Σεπτεμβρίου τοῦ 1985 τὸ ἄφθαρτο λείψανο τοῦ ὁσίου Ἀλεξίου μεταφέρθηκε στὴν ἐκκλησία τῆς πόλεως Ζάρκι. Τὸν Αὔγουστο τοῦ 1993 κατατάχτηκε στὸ ἁγιολόγιο τῆς ἐπισκοπῆς τοῦ Ἰβάνοβο καὶ τὸν Αὔγουστο τοῦ 2.000 ἔγινε ἡ ἁγιοκατάταξί του στοὺς νεομάρτυρες καὶ ὁμολογητὰς τῆς Ῥωσικῆς Ἐκκλησίας.
Τὸ ἱερό του λείψανο βρίσκεται τώρα στὸ ἅγιο βῆμα τῆς ἱ. μονῆς τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου στὴν πόλι Ἰβάνοβο, ὅπου ἐπιτελεῖ πολλὰ θαύματα καὶ ἰάσεις.




πηγή[ἀπὸ τὸ περιοδικὸ «Orthodox Word», τ. 286 Σεπτ.-Ὀκτ./2012 τοῦ ἀρχιμανδρίτου Δαμασκηνοῦ Orlovsky μετάφρασις• ἱ. μονὴ Ἁγίου Αὐγουστίνου Φλωρίνης]
πηγή

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...