Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιος Θεοφάνης Ο Έγκλειστος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιος Θεοφάνης Ο Έγκλειστος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή, Δεκεμβρίου 30, 2018

Αντιμετώπιση ενός αιρετικού

Επιστολή του Οσίου Θεοφάνους του Εγκλείστου
Η επιστολή αυτή δημοσιεύεται στο βιβλίο «Απάνθισμα επιστολών» τον Οσίου Θεοφάνους του Εγκλείστου, έκδοση της Ιεράς Μονής Παρακλήτου. Το περιοδικό «Διάλογος» με τις ευλογίες της Ιεράς Μονής, αναδημοσιεύει σε συνέχειες την επιστολή τον Οσίου που έχει θέμα της την αντιμετώπιση ενός αιρετικού, διότι την θεωρεί χρήσιμη για τους φίλους της στην Ελλάδα και στο εξωτερικό που παίρνουν το περιοδικό μας και είναι οι πολλαπλασιαστές του εξαιρετικά αναγκαίου έργου της ενημέρωσης των πιστών της Εκκλησίας μας, ώστε να αποφεύγουν τις παγίδες της πλάνης του εχθρού του ανθρώπου.
Με πολλή ευχαρίστησι αναλαμβάνω να σας απαντήσω, ή σωστότερα, να συζητήσω μαζί σας τα όσα αναφέρετε στην αξιόλογη επιστολή σας. Κι εγώ, πριν μου γράψετε, κάτι είχα ακούσει, αλλά δεν είχα δώσει ανάλογη προσοχή. Τώρα όμως βλέπω ότι στη περιοχή σας αρχίζει ν’ ανάβη μια πυρκαγιά και γι’ αυτό σπεύδω να σας απαντήσω ό,τι ο Θεός με φωτίσει.
Α’. Γράφετε: «Μας εμφανίσθηκε κάποιος κήρυκας της πίστεως που φαίνεται ευγενής και περιέρχεται τα σπίτια όχι μόνο των πλουσίων, αλλά και των φτωχών, διαβάζει το Ευαγγέλιο, το ερμηνεύει, διδάσκει την πίστι στον Χριστό και παρακινεί στην μετάνοια. Κοντά μου κατοικεί ένας φτωχός βιβλιοδέτης. Στο σπίτι του έρχεται αυτός ο κήρυκας και συγκεντρώνει αρκετό κόσμο. Πήγα κι εγώ δύο φορές εκεί. Ακούγεται μάλιστα ότι και σε άλλα μέρη κηρύττει και συγκεντρώνει πολύ κόσμο».
Ας σταματήσουμε το γράμμα σας στο σημείο αυτό. Καθαρά φαίνεται εδώ ότι ο νέος αυτός κήρυκας της πίστεως, δεν είναι κήρυκας της Εκκλησίας. Πώς διδάσκει την πίστι στον Χριστό χωρίς να έχη αναγνωρισθή σαν ιεροκήρυκας από την Εκκλησία; Αυτό είναι γεγονός πρωτάκουστο! Έπρεπε να συλλογισθήτε ότι κάτι ύποπτο συμβαίνει εδώ και να τηρήσετε τον εαυτό σας σε επιφυλακή. Συμπεριφερθήκατε έτσι; Δούλεψε καθόλου η κρίσις σας ερευνώντας, εάν είναι σωστά αυτά που ακούτε, ή εάν οδηγούν σε καλό; Να τι έπρεπε εξ αρχής να κάνετε.
Λέτε στην συνέχεια ότι διδάσκει πίστι στον Χριστό και ομιλεί διαρκώς από τα Ευαγγέλια. Αυτό ακριβώς θα έπρεπε να σας κάνη πιο προσεκτικό. Γιατί σας διδάσκει πίστι στον Χριστό; Μήπως είσθε τάταρος ή μογγόλος; Εσείς από παιδί πιστεύετε στον Χριστό και ζήτε μέσα στους κόλπους της αγίας Ορθοδόξου Εκκλησίας κατά το παράδειγμα όλων των αγίων, που δοξάσθηκαν από τον Θεό. Όταν λοιπόν άρχισε να διδάσκη περί πίστεως στον Χριστό σε σας που ήδη πιστεύετε, θα έπρεπε να σκεφθητε ότι η δική του πίστις πιθανόν να είναι διαφορετική από την δική σας, την πίστι δηλαδή της Εκκλησίας μας.
Όταν άρχισε να σας προτρέπη να πιστεύετε στον Χριστό, έπρεπε να τον ρωτούσατε:
–  Γιατί μας το λες αυτό; Μήπως είμαστε αβάπτιστοι;
Και όμως κανένας σας δεν διαμαρτυρήθηκε. Λέγοντάς σας να πιστεύετε στον Χριστό, σας θεώρησε απίστους. Και σεις το ακούσατε με απάθεια, σαν να ήσασταν πραγματικά άπιστοι.
Εάν κηρύττη διαφορετική πίστι και σεις συνεχίζετε να τον ακούτε, τότε μαζί μ’ αυτόν μειώνετε την προηγούμενη πίστι σας, κατακρίνετε την αγία μας Εκκλησία και όλους όσους σώθηκαν και σώζονται στους κόλπους της. Αυτό είναι το δεύτερο λάθος σας, μεγαλύτερο από το πρώτο!
Ενώ ζούσατε ήσυχα και ειρηνικά και φροντίζατε για την σωτηρία σας, έρχεται κάποιος και αρχίζει να σας κηρύττη:
– Γνωρίζετε κάτι; Ο Χριστός πέθανε για την σωτηρία μας. Να πιστεύετε σ’ Αυτόν, να μετανοήτε και έτσι θα σωθήτε.
Και σεις σαν ν’ ακούτε κάτι το πρωτάκουστο και ασυνήθιστο, προσκολλάσθε σ’ αυτόν, έτοιμος ν’ αφήσετε την Εκκλησία σας, τους ποιμένες σας και όλα όσα προηγουμένως τιμούσατε σαν μέσα αγιασμού.
Πολύ περίεργο αυτό! Μήπως δεν κοινωνούσατε το άχραντο Σώμα και το τίμιο Αίμα του Κυρίου; Μήπως στον Χριστό δεν καταφεύγατε με τις προσευχές σας και σ’ Αυτόν και μόνο δεν στηρίζατε την ελπίδα της σωτηρίας σας; Λοιπόν τι το ιδιαίτερο, τι το νέο, που να μην το έχετε στον νου και στην καρδιά σας, σας αναγγέλλει αυτός ο άγνωστος ξένος;
Σας λέει: «Ο Χριστός σταυρώθηκε για σας. Πρέπει να πιστεύετε σ’ Αυτόν για να σωθήτε». Μήπως αυτό δεν ομολογήτε κάθε μέρα στο σύμβολο της πίστεως; «Πιστεύω … και εις ένα Κύριον, Ιησούν Χριστόν … τον δι’ ημάς τους ανθρώπους και διά την ημετέραν σωτηρίαν κατελθόντα εκ των ουρανών και σαρκωθέντα εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της παρθένου και ενανθρωπήσαντα. Σταυρωθέντα τε υπέρ ημών … ». Το ίδιο ομολογείτε ψάλλοντας στην εκκλησία: «Ο μονογενής Υιός… σταυρωθείς τε, Χριστέ ο Θεός… σώσον ημάς», ή: «Φως ιλαρόν αγίας δόξης… Υιέ Θεού, ζωήν ο διδούς…», ή: «Νυν απολύοις… ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν σου…».
Η Θ. Λειτουργία ολόκληρη, τι άλλο είναι παρά μια ανάμνησις ή επανάληψις με την αναίμακτη θυσία, της αιματηρής θυσίας που έγινε στον Γολγοθά για την σωτηρία μας;
Εάν συμφωνήτε μ’ αυτά, τότε τι νέο ακούτε από τα χείλη του ξένου και είσθε έτοιμος ν’ αφήσετε όλα τα προηγούμενα και ν’ ακολουθήσετε τα ίχνη του, χωρίς καλά – καλά να ξέρετε πού θα σας οδηγήση, γνωρίζοντας ωστόσο ασφαλώς ότι ο δρόμος που ακολουθήσατε ως τώρα είναι ο πραγματικός;
Αυτό είναι ακατανόητο! Μοιάζετε σαν να ψάλλετε έναν ύμνο σε μια αρμονική χορωδία και ξαφνικά να σταματάτε, προσέχοντας την ξεχωριστή φωνή ενός αγνώστου που μπήκε απρόσκλητος στην χορωδία σας. Καθόλου δεν σας απασχολεί, εάν έκανε καλά αυτός ο ξένος που άρχισε να ψάλλη, ούτε εάν κάνατε καλά εσείς που σιωπήσατε.
Οι δόκιμοι ψάλτες λένε ότι το να ξεχωρίζη μια φωνή σε μια χορωδία είναι κάτι το αντικανονικό. Και όσοι θαυμάζουν την φωνή αυτή καταδικάζουν τον εαυτό τους αποδεικνύοντας ότι δεν έχουν καλλιτεχνική ευαισθησία. Μ’ αυτούς μοιάζετε τώρα και σεις όσον αφορά το θέμα της σωτηρίας σας.
Μέχρι τώρα φροντίζατε με επιμέλεια την σωτηρία σας, ειρηνικά και ήσυχα, μαζί με τους άλλους αδελφούς. Ξαφνικά εμφανίσθηκε αυτός ο ξένος και άρχισε να τονίζη και να επαναλαμβάνη μία από τις τόσες διδασκαλίες της Εκκλησίας μας. Και σεις, στρέψατε την προσοχή σας σ’ αυτόν. Εντυπωσιασθήκατε και φαίνεσθε έτοιμος να τα εγκαταλείψετε όλα και να τον ακολουθήσετε. Καθόλου δεν σκεφθήκατε εάν φέρεται σωστά αυτός και εάν φέρεσθε σωστά και σεις. Όσοι έκτιμούν το εργο της σωτηρίας θα σας χαρακτηρίσουν σαν άγευστο της πνευματικής ζωής.
Θα έπρεπε ακούγοντας τα πρώτα του λόγια ν’ απομακρυνθήτε αμέσως από κοντά του, ενώ σεις συνδεθήκατε μαζί του και συνδέεστε ολοένα και περισσότερο.
Β’. Γράφετε: «Ομιλεί διαρκώς για τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό και για την σωτηρία θυσία Του.
Ομιλεί μ’ ενθουσιασμό. Τον ακούμε ευχάριστα και ολοένα μας ελκύει».
Άραγε ξεχωρίσατε αν είναι Ορθόδοξος ή ετερόδοξος; Ή σκεφθήκατε ότι αφού ομιλεί ρωσικά, ρώσος θα είναι. Αφού ομιλεί για τον Σωτήρα Χριστό, και μάλιστα μ’ ενθουσιασμό, ασφαλώς δικός μας θα είναι, στην αλήθεια θα βρίσκεται και την αλήθεια θα κηρύττη. Ελκυσθήκατε με όλα αυτά και πέσατε στην απάτη.
Μπορεί να είναι ρώσος, αλλά δεν έχει την ρωσική πίστι. Ήταν Ορθόδοξος, αλλά ξέπεσε από την Ορθοδοξία. Είναι αιρετικός! Μπορεί να κηρύττη την εν Χριστώ σωτηρία, αλλά όχι όπως μας την δίδαξε ο ίδιος ο Χριστός και οι άγιοι απόστολοι. Μπορεί να ομιλή μ’ ενθουσιασμό, αλλά αυτό δεν μαρτυρεί να την άλήθεια των λόγων του. Μάλλον αποδεικνύει ότι είναι ολόψυχα δοσμένος στην κακοδοξία του και αγωνίζεται γι’ αυτή, σαν να είναι η μόνη αλήθεια ένα συνονθύλευμα από αιρέσεις και πλάνες.
Άραγε όλα αυτά είναι άγνωστα σε σας; Και μήπως σεις δεν γνωρίζετε τίνος μαθητής είναι; Σύμφωνα με τον δάσκαλο, κρίνετε και τον μαθητή. Ασφαλώς θα γνωρίζετε ότι ήλθε κάποτε ένας αγγλικανός και άρχισε να περιοδεύη από σπίτι σε σπίτι και να εξαπατά με τα κηρύγματά του μερικούς δικούς μας, κυρίους και κυρίες, που δεν βάδιζαν σταθερά στον δρόμο της αληθείας.
Απ’ αυτούς τους απατημένους ξεπρόβαλε και ο σημερινός κήρυκάς σας, που τώρα συνεχίζει το έργο της απάτης του αγγλικανού. Πηγαίνει παντού και προσπαθεί να οδηγήση στην πλάνη και άλλους. Ό,τι λοιπόν πιστεύει κι αυτός. Έχουν κι οι δύο ξεκόψει από την κρυστάλλινη αλήθεια του Θεού και βρίσκονται στον τέταρτο βαθμό της πτώσεως στο ψέμα και στο σκοτάδι, στην κακοδοξία και στην αίρεσι.
Δεν θα σας εξηγήσω αναλυτικά αυτή την πτώσι, αλλά συνοπτικά θα εκθέσω την ιστορική πορεία της.
Ήταν στην αρχή μια Εκκλησία με μια, αληθινή, πίστι. Ήλθε όμως ο πειρασμός. Ο πάπας με τις σοφιστίες του ξέπεσε από την Εκκλησία και την πίστι. Αυτός είναι ο πρώτος βαθμός της πτώσεως στο ψέμα και στο σκοτάδι.
Από τους ρωμαιοκαθολικούς ή παπικούς γεννήθηκαν οι διαματρυρόμενοι ή προτεστάντες, οι οποίοι με άλλες σοφιστείες πλανήθηκαν και ξέπεσαν από τον παπισμό. Αυτός είναι ο δεύτερος βαθμός της πτώσεως στο ψέμα και στο σκοτάδι.
Από τους προτεστάντες γεννήθηκε η αγγλικανική σοφιστεία. Είναι ο τρίτος βαθμός της πτώσεως στο ψέμα και στο σκοτάδι.
Από την αγγλικανική σοφιστεία γεννήθηκε επί τέλους και αυτός που παρέσυρε τον κήρυκά σας μαζί με άλλους και κατάφερε να τους οδηγήση στην πλάνη. Όλοι αυτοί βρίσκονται στον τέταρτο βαθμό της πτώσεως στο ψέμα και στο σκοτάδι.
Στον βαθμό αυτό βρίσκεται λοιπόν ο αιρετικός κήρυκάς σας και γυρίζει από σπίτι σε σπίτι και αποπλανά τους Ορθοδόξους. Είναι γνήσιος μαθητής του αγγλικανικού που μας ήλθε προηγουμένως, εάν φυσικά δεν πρόσθεσε και νέες σοφιστείες δικές του, οπότε θα βρίσκεται σε κάποιον πέμπτο βαθμό πτώσεως στο ψέμα και στο σκοτάδι. Αυτός είναι ο κήρυκας που τόσο εκτιμάτε! Να τον χαίρεσθε!
Η αλήθεια του Θεού, η ακέραιη και καθαρή και σωτήρια αλήθεια, δεν βρίσκεται ούτε στους παπικούς ούτε στους προτεστάντες ούτε στους αγγλικανούς ούτε στον κήρυκά σας. Βρίσκεται μονο στην μία, αληθινή Εκκλησία, την Ορθόδοξη. Είναι γεγονός ότι όλοι οι άλλοι, ενώ βρίσκονται στην πλάνη, πιστεύουν ότι αυτοί κατέχουν την αλήθεια. Η αλήθεια όμως βρίσκεται μακρυά απ’ αυτούς.
Οι παπικοί που πρώτοι αποσχίσθηκαν από την Εκκλησία, θεωρούν ότι αποκλειστικά με το μέρος τους είναι η αλήθεια.
Οι προτεστάντες που κατηγόρησαν την χρεωκοπία των παπικών σε πολλά σημεία, αντί να επιστρέψουν στην αλήθεια, απομακρύνθηκαν περισσότερο από τους παπικούς. Δεν θεμελίωσαν την καινούργια τους πίστι πάνω στην αλήθεια του Θεού, αλλά πάνω στις αιρετικές σοφιστείες τους. Όσο κι αν ισχυρίζονται ότι κατέχουν την αλήθεια, βρίσκονται πολύ μακρυά απ’ αυτή.
Στους Άγγλους δεν άρεσε ο γερμανικός προτεσταντισμός και οικοδόμησαν δικό τους, στα μέτρα τους, σύμφωνα με τις δικές τους απόψεις και όχι σύμφωνα με τις αιώνιες αλήθειες που αποκάλυψε ο Θεός. Απομακρύνθηκαν ακόμη πιο πολύ από την σωστή πίστι, προσπαθώντας να την προσεγγίσουν με ανθρώπινα μέσα.
Και στον αγγλικανισμό και στον προτεσταντισμό ξεφύτρωσαν αργότερα πολλές παραφυάδες. Τα σχίσματα και οι αιρέσεις πολλαπλασιάσθηκαν. Κάθε νέα παραφυάδα καυχιόταν ότι επιτέλους βρήκε την αλήθεια. Στην πραγματικότητα όμως βυθιζόταν περισσότερο στο ψέμα και στο σκοτάδι. Αναζητούσαν όλοι την αλήθεια όχι εκεί που ο αληθινός Θεός την τοποθέτησε, αλλά στις δικές τους σοφιστείες. Γι’ αυτό δεν ανακάλυψαν την αλήθεια, αλλά εγκολπώθηκαν διάφορες σκιές της αλήθειας. Στις σκιές θεμελίωσαν την ομολογία πίστεώς τους, το πιστεύω τους. Ανάμεσα σ’ αυτές τις σκιές βρίσκεται και το περιεχόμενο του κηρύγματος που τώρα σας ελκύει, όπως μου γράφετε.
Ενώ λοιπόν στην Δύσι πολλαπλασιαζόταν η αίρεσις και διαρκώς ξεφύτρωναν ποικίλες κακοδοξίες, περισσότερο ή λιγώτερο πλανεμένες, στην Ανατολή παρέμενε αμετάβλητη στην πίστι της η Ορθοδοξία, η αληθινή Εκκλησία που σαν θησαυροφυλάκιο περιέχει την θεία αλήθεια.
Η Ορθοδοξία πιστεύει και περιφρουρεί την αλήθεια που ανήγγειλε ο ίδιος ο Θεός και φύτεψαν οι άγιοι απόστολοί Του. Εμείς οι Ορθόδοξοι χριστιανοί, τα τέκνα της αληθινής Εκκλησίας, διατηρούμε την θεόσδοτη και μόνη Αλήθεια και μένουμε ασάλευτοι στην πίστι μας. Ενώ πέρασαν τόσοι αιώνες, διατηρήθηκε αλώβητη και αναλλοίωτη η αλήθεια στους κόλπους της Ορθοδοξίας και έφθασε μέχρι σε μας, όπως κηρύχθηκε από τον Θεό και τους αγίους αποστόλους Του.
Στέκεται η αγία μας Εκκλησία στην αλήθεια, γι’ αυτό στεκόμαστε και μείς σ’ αυτή. Χρεωστούμε ευγνωμοσύνη στον Κύριο που ευδόκησε να γεννηθούμε στους κόλπους της αληθινής, Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Ενώ σεις από μικρός γαλουχηθήκατε με την αιωνόβια αλήθεια, ο ψευδοκήρυκάς σας μόλις χθές διδάχθηκε την πλάνη. Ωστόσο αυτός δεν διστάζει παντού να διακηρύττη την κακοδοξία του, ενώ σεις χωρίς καμία διάκρισι στραφήκατε προς αυτόν και κινδυνεύετε ν’ αποκοπήτε από την αγία Εκκλησία και από την αλήθεια του Θεού. Η αλήθεια αυτή ζούσε στην πίστι των πατέρων μας, των πάππων και προπάππων μας, όλων γενικά των ρώσων από την ημέρα που φωτίσθηκαν, την εποχή του ισαποστόλου Αγίου Βλαδιμήρου, εδώ και χίλια περίπου χρόνια.
Πόσους και πόσους αγίους δεν ανέδειξε η αγία Εκκλησία μας, που δέονται υπέρ ημών ενώπιον του Κυρίου! Πόσοι και πόσοι δεν ευαρέστησαν στον Θεό και δεν πλημμύρισαν με την Θ. Χάρι, όπως φανερώνουν τα άφθαρτα λείψανά τους που είναι σκορπισμένα σε όλη την ρωσική γη! Και ξαφνικά έρχεται αυτός ο ψευδοκήρυκάς σας, που μόλις χθες πλανήθηκε στο ψέμα και βυθίστηκε στο σκοτάδι, και προσπαθεί να σας αποσπάση από την αγία αυτή χορεία…
Αλλά ας πάμε ακόμη πιο πέρα. Η ίδια ομολογία πίστεως και ο ίδιος δρόμος σωτηρίας ακολουθείται και από τους Έλληνες, από τους οποίους λάβαμε το φως της Ορθοδοξίας. Μελετήστε την ιστορία τους και διά μέσου πολλών αιώνων θα φθάσετε μέχρι των Οικουμενικών Συνόδων που υποστήριξαν και επιβεβαίωσαν τα δόγματα της πίστεώς μας, την οικουμενική αλήθεια.
Μελετηστε την ιστορία των Συνόδων που συγκροτήθηκαν μέχρι τον Μ. Κωνσταντίνο και παντού θ’ αντιληφθήτε την ίδια αλήθεια να εγκολπώνεται από αναρίθμητα πλήθη πιστών και να βασιλεύη στα πέρατα της οικουμένης.
Ας προχωρήσουμε ακόμη πιο πέρα. Μελετήστε τους αιώνες των διωγμών μέχρι την εποχή των αγίων αποστόλων. Θα διαπιστώσετε και εκεί την ίδια ομολογία πίστεως και τον ίδιο δρόμο της σωτηρίας, που και μεις τώρα ακολουθούμε. Και αυτό που δίδασκαν οι άγιοι απόστολοι, το παρέλαβαν από τον Κύριο. Και ό,τι έλεγε και έκανε ο Υιός, το έλεγε και το έκανε σύμφωνα με την εντολή του Πατρός μέσα στο μυστήριο της Αγ. Τριάδος.
Να από που ξεκινά η πίστις μας! Να που είναι η πηγή της! Να πώς ανέβλυσε από τα βάθη της θεότητος! Να πώς έρρεε διά μέσου των αιώνων και έφθασε μέχρι σε μας! Και αυτή την θεία και αιωνόβια πίστι ήσασταν έτοιμος να την πετάξετε και να την αντικαταστήσετε με το ψέμα, το οποίο διαλαλεί ο ψευδοκήρυκάς σας, που μόλις χθές εξαπατήθηκε! Υπάρχει σ’ αυτό καμιά λογική;
Γ’. Αντιλαμβάνομαι τις αντιδράσεις τόσο τις δικές σας, όσο και των συνακροατών σας: «Μα τι ψέμα κηρύττει; Αυτός την αλήθεια αναγγέλλει, την εν Χριστώ σωτηρία διδάσκει, το Ευαγγέλιο ευαγγελίζεται».
Σταθήτε λίγο. Μη βιάζεστε στις αντιδράσεις σας. Ας βάλουμε τα πράγματα στην θέσι τους: Επιτρέπεται να μιλάμε για τον Ιησού Χριστό θολά και ύπουλα; Επιτρέπεται να διδάσκουμε τον σωτήριο δρόμο και να οδηγούμε τους ακροατές στην καταστροφή; Αυτό δεν έκαναν πάντα οι αιρετικοί; Πόσες και πόσες διδασκαλίες δεν υπήρχαν που διέστρεφαν την αλήθεια και πριν από τον αιρεσιάρχη Άρειο, αλλά πολύ περισσότερο και μετά από αυτόν… Όλες αυτές αποδοκιμάσθηκαν από την Εκκλησία και αναθεματίσθηκαν. Αναρίθμητες αιρέοεις εμφανίσθηκαν στην Δύσι. Όλες όμως απορρίφθηκαν από την Ορθοδοξία, παρ’ όλο που κηρύττουν τον Σωτήρα Χριστό! Επομένως δεν πρέπει να συμπεραίνουμε ότι εφ’ όσον κάποιος κηρύττει τον Χριστό, οπωσδήποτε είναι αξιόπιοτος, αλλά πρέπει να εξετάζουμε, εάν σωστά κηρύττη την αλήθεια για τον Χριστό.
Μεταξύ σας όμως κανείς δεν κοπίασε να κάνη αυτή την έρευνα, αλλά μόλις ακούσατε από τα χείλη του το γλυκύτατο όνομα του Κυρίου, αμέσως απερίσκεπτα σταθήκατε στο πλευρό του. Κανείς σας δεν υποψιάσθηκε ότι αυτό το προσκυνητό όνομα είναι στα χείλη του πλανεμένου σαν δόλωμα, για να παραπλανήση και να οδηγήση στην καταστροφή τις απλοϊκές ψυχές σας.
Δεν διαβάσατε στο Ευαγγέλιο τα προειδοποιητικά λόγια του Κυρίου: «Προσέχετε δε από των ψευδοπροφητών, οίτινες έρχονται προς υμάς εν ενδύμασι προβάτων, έσωθεν δε είσι λύκοι άρπαγες»; (Ματ-θ. 7, 15).
Μη φαντασθήτε ότι ο Κύριος εννοεί εδώ εκείνους που δεν γνωρίζουν το όνομά Του. Όχι. Εννοεί ακριβώς αυτούς που καλύπτονται με το όνομά Του, οδηγώντας στην πλάνη. Αυτό φαίνεται από τα αμέσως επόμενα λόγια Του: «Πολλοί ερούσί μοι εν εκείνη τη ημέρα, Κύριε, Κύριε, ου τω σω ονόματι προεφητεύσαμεν;» (Ματθ. 7, 22). Βλέπετε; Κηρύττουν τον Χριστό και ο ίδιος ο Χριστός μας προτρέπει να φυλαγώμαστε απ’ αυτούς. Και κατά την ημέρα της κρίσεως θα τους πη: «Ουδέποτε έγνων υμάς, αποχωρείτε απ’ εμού οι εργαζόμενοι την ανομίαν» (Ματθ. 7, 23).
Ο Κύριος με αυτά τα λόγια θέλει να μας φανερώση ότι ουδέποτε τους αναγνωρίζει σαν γνήσιους κήρυκές Του, όσο κι αν οι ίδιοι πιστεύουν ότι είναι. Στο κήρυγμά τους ο Κύριος δεν βλέπει τον εαυτό Του, αλλά κάποιον άλλο Χριστό, όχι εκείνον τον αληθινό που θυσιάστηκε για την σωτηρία μας εδώ στην γη.
Βλέπετε ότι είναι δυνατόν κάτω από το όνομα του Κυρίου να μην κηρύσσεται ο Κύριος. Πώς λοιπόν εσείς χωρίς διάκρισι προσκολληθήκατε στον ψευδοδιδάσκαλό σας, επειδή κάλυπτε με το όνομα του Χριστού την πλάνη του; Νομίζετε ότι δεν αναφέρονται και σ’ αυτόν τα λόγια: «Πολλοί γαρ ελεύσονται επί τω ονόματί μου… και πολλούς πλανήσουσι»; (Ματθ. 24, 5).
Μου δίνετε το δικαίωμα με την στάσι σας αυτή να στρέψω προς σας τον ελεγκτικό λόγο του αποστόλου Παύλου, που απηύθυνε στους Κορινθίους: «Ηρμοσάμην γαρ υμάς ενί ανδρί, παρθένον αγνήν παραστήσαι τω Χριστώ, φοβούμαι δε μήπως, ως ο όφις Εύαν εξηπάτησεν εν τη πανουργία αυτού, ούτω φθαρή τα νοήματα υμών από της απλότητος της εις τον Χριστόν, ει μεν γαρ ο ερχόμενος άλλον Ιησούν κηρύσσει ον ουκ εκηρύξαμεν… καλώς ανείχεσθε» (Β’ Κορινθ. 11, 2-4).
Και τώρα ό,τι φοβόταν ο απόστολος για τους Κορινθίους συνέβη σε σας. Ήλθε ο ψευδοδιδασκάλος, άρχισε να κηρύττη άλλον Ιησού και σεις προσκολληθήκατε σ’ αυτόν!
Θα μου πήτε: «Όχι δεν κηρύττει άλλον Ιησού. Ό,τι λέει το παίρνει από το Ευαγγέλιο και διδάσκει με τα λόγια του Ευαγγελίου. Διαρκώς επαναλαμβάνει ότι ο Χριστός πέθανε για μας και εάν πιστεύουμε θα σωθούμε. Πώς είναι δυνατόν να υπάρχη ψέμα και απάτη σ’ αυτό;».
Είναι άλήθεια ότι αυτά τα λόγια αποτελούν έναν ευχάριστο ευαγγελισμό. Ποιος θερμός χριστιανός είναι δυνατόν να μη τα προσέξη; Είναι όμως εξ ίσου αλήθεια ότι στα ευαγγελικά αυτά λόγια είναι δυνατόν να εγκεντρισθή το ψέμα και η απάτη.
Ας προσέξουμε τον Απόστολο Παύλο που έγραφε προς τους Γαλάτες: «Θαυμάζω ότι ούτω ταχέως μετατίθεσθε από του καλέσαντος υμάς εν χάριτι Χριστού εις έτερον ευαγγέλιον» (Γαλάτ. 1, 6).
Οι Γαλάτες ειλικρινά πίστεψαν στον σωτήρα Χριστόν και ολόψυχα δέχθηκαν την ευχάριστη αγγελία της σωτηρίας. Ήσαν τόσο ευγνώμονες στον απόστολο Παύλο, ο οποίος τους ωδηγούσε στην αλήθεια, που ήσαν έτοιμοι και τα μάτια τους να βγάλουν για χάρι του. Όταν όμως απομακρύνθηκε από κοντά τους, ήλθαν κάποιοι δοκησίσοφοι και άρχισαν να τους κηρύττουν και αυτοί το Ευαγγέλιο, την χαρμόσυνη είδησι της εν Χριστώ σωτηρίας, όχι καθαρή, αλλά αναμεμειγμένη με το ψέμα. Οι Γαλάτες δεν πήραν στα σοβαρά το θέμα, ελκύσθηκαν από το κήρυγμα του Ευαγγελίου τους, τους θεώρησαν ευαγγελιστές και έπεσαν στα δίχτυα της πλάνης. Τα λόγια τους ήσαν ελκυστικά, εφ’ όσον το Ευαγγέλιο κήρυτταν, το αποτέλεσμά τους όμως ήταν καταστρεπτικό. Τόσο ύπουλο είναι το ψέμα, που καλύπτεται κάτω από τα ιερά και γλυκύτατα ονόματα!
Ο Απόστολος Παύλος, όταν πληροφορήθηκε την κατάστασί τους, έγραψε σαν νόμο αμετάθετο για όλες τις εποχές την εξής φράσι: Έάν ημείς ή άγγελος εξ ουρανού ευαγγελίζηται υμίν παρ’ ο ευηγγελισάμεθα υμίν, Ανάθεμα έστω» (Γαλάτ. 1, 8). Και για να το τυπώσουν καλύτερα μέσα τους επανέλαβε: «Και άρτι πάλιν λέγω· ει τις υμάς ευαγγελίζεται παρ’ ο παρελάβετε, ανάθεμα έστω» (Γαλάτ. 1,9).
Βλέπετε λοιπόν, ότι υπάρχει Ευαγγέλιο και υπάρχει και ευαγγελισμός, του οποίου οι κήρυκες αναθεματίζονται, και μάλιστα από τον απόστολο Παύλο!
Εσείς όμως λησμονήσατε την περίπτωσι αυτή και μόλις εμφανίσθηκε κάποιος διδάσκαλος με το Ευαγγέλιο στο χέρι, εμπιστευθήκατε σ’ αυτόν, χωρίς να σκεφθήτε ότι έχετε ορθόδοξη πίστι και σωστά αγωνίζεσθε για την σωτηρία σας. Μοιάσατε ακριβώς με τους τότε Γαλάτες. Είναι δίκαιο λοιπόν ν’ αποδώση κανείς και σε σας τον ελεγκτικό αποστολικό λόγο: «Ω ανόητοι Γαλάται, τις υμάς εβάσκανε τη αληθεία μη πείθεσθε;» (Γαλ. 3, 1).
Δ’. Μου γράφετε ότι διαβάζει και διδάσκει μέσα από το Ευαγγέλιο. Ασφαλώς το άγιο Ευαγγέλιο και όλη η Καινή Διαθήκη είναι η πλέον πιστή πηγή, ο πραγματικός οδηγός της χριστιανικής ζωής, ο ασφαλής φάρος της σωστής πορείας προς την σωτηρία. Όσοι σώζονται, από την Καινή Διαθήκη αντλούν την γνώσι για το πώς θ’ αγωνισθούν για την σωτηρία τους.
Αλλά δεν είναι εύκολο για τον καθένα που διαβάζει το Ευαγγέλιο να το κατανοή πλήρως και να βαδίζη έτσι ασφαλώς στον δρόμο της σωτηρίας. Μπορεί κάποιος να διαβάζη το Ευαγγέλιο, αλλά να το ερμηνεύη λανθασμένα. Γι’ αυτόν το Ευαγγέλιο αποτελεί όργανο καταστροφής! Και δεν τον απαλλάσσει από τον έλεγχο και την καταδίκη του για την άγνοια της αληθείας το γεγονός ότι κρατά στο χέρι το Ευαγγέλιο, καθώς και το ότι το μελετά.
Θα σας αναφέρω ένα παράδειγμα:
Έχουμε ένα κομμάτι πολύτιμο ύφασμα. Έρχεται ένας έμπειρος και εκλεκτός ράπτης, το κόβει και ράβει ένα ωραίο φόρεμα. Μπορεί όμως να έρθει ένας ανίδεος και κακόγουστος ράπτης, να το κόψη και να ράψη ένα τερατούργημα που ούτε το σώμα θα καλύπτη ούτε από τους καιρούς θα προοτατεύη, δηλαδή θα καταστρέψη το πολύτιμο ύφασμα.
Το ίδιο συμβαίνει και με τους διαφόρους κήρυκες του Ευαγγελίου. Μπορεί κάποιος να το διαβάζη και να το ερμηνεύη με τέτοιο τρόπο που ν’ ατιμάζη τον ατίμητο θησαυρό. Να το κηρύττη με τέτοιο τρόπο που να οδηγή στην πλάνη ο οδηγός αυτός της σωτηρίας.
Και αυτό γιατί; Γιατί δεν γνωρίζει καλά το δρόμο της σωτηρίας. Δεν γνωρίζει ορισμένες προϋποθέσεις της σωτηρίας ή μάλλον μερικά σημεία της πνευματικής πορείας, όπως π.χ. την πίστι, την τήρηση των εντολών, την απόκτησι της θ. Χάριτος κ.τ.λ. Στο Ευαγγέλιο τα σημεία αυτά δεν αναφέρονται συγκεντρωμένα, αλλά έχουν καταγραφή σε διάφορα χωρία. Για να βαδίση όμως κανείς ασφαλώς τον δρόμο της σωτηρίας πρέπει να γνωρίζη όλα αυτά τα σημεία.
Σ’ αυτό πολλοί σκοντάφτουν. Αρχίζει κάποιος να συγκεντρώνη διάφορα αγιογραφικά χωρία, που σχετίζονται άμεσα με την σωτηρία και αποτελούν βασικές προϋποθέσεις της, στρέφει μετά την προσοχή του σ’ ένα ή σε δύο απ’ αυτά, τ’ απομονώνει απ’ όλη την Αγ. Γραφή και φωνάζει: «Βρήκα, βρήκα τον δρόμο της σωτηρίας!».
Με τον τρόπο αυτό ο ένας διακηρύττει: «Πίστευε και θα σωθής». Ο δεύτερος αποφαίνεται: «Απόκτησε την θ. Χάρι και τίποτε άλλο δεν χρειάζεσαι». Ο τρίτος συμβουλεύει: «Αγάπα και θα φθάσης στον ουρανό». Και οι άλλοι ομοίως.
Όλες αυτές οι υποδείξεις, είναι βεβαίως πραγματικές και στην Αγ. Γραφή βασισμένες. Αλλά καμμιά ξεχωριστά δεν καλύπτει ολόκληρη την υπόθεσι της σωτηρίας. Πρέπει κανείς όλα αυτά να τα συνενώση και τότε θα αποκτήση μια πλήρη γνώσι της πραγματικής μορφής της σωτηρίας.
Να λοιπόν και ο ψευδοδιδάσκαλός σας ανάμεσα σ’ αυτούς που πλανήθηκαν. Ασφαλώς κι αυτός το Ευαγγέλιο διαβάζει, καθώς μου γράφετε, και διδάσκει το πώς θα σωθούμε. Παρουσιάζει όμως όλο το πλάτος του αγώνος που απαιτείται ή μόνον ένα μέρος των προσπαθειών; Προσέξτε στα λόγια του και θα διαπιστώσετε την έλλειψι: Στο κήρυγμα του ακούγεται μόνο το «Μετανοείτε και πιστεύετε». Αυτό όμως περιλαμβάνει όλες τις σωτηριώδεις προσπάθειες; Ασφαλώς όχι.
Αλλά και αυτά ακόμη τα στοιχεία, μετάνοια και πίστις, διδάσκονται με πληρότητα; Λέει π.χ. «Μετανοείτε». Ρωτήστε τον: «Δηλαδή πρέπει και να εξομολογηθούμε; Κι αν δεν εξομολογηθούμε, πώς θα λάβουμε την συγχώρησι των αμαρτιών μας;». Σ’ αυτό τίποτε δεν θα τολμήση να πη. Θα ξεφύγη με την πολυλογία του. Σύμφωνα με την κακοδοξία του η εξομολόγησις δεν χρειάζεται, έστω κι αν αναφέρεται στην Αγ. Γραφή.
Ασφαλώς κανείς δεν θα επιχειρήση να του αποδείξη ότι λέει ψέματα, όταν διδάσκη: «Μετανοείτε και πιστεύετε», διότι αυτά είναι απαραίτητα για την σωτηρία και αποτελούν εντολές του Κυρίου. Μπορεί όμως κανείς να του αποδείξη από την Αγ. Γραφή ότι πλανιέται, όταν διακηρύττη ότι μόνον αυτά, η μετάνοια και η πίστις, εξασφαλίζουν τη σωτηρία. Διότι για την σωτηρία χρειάζονται και πολλά άλλα.
Φαντασθήτε για μια στιγμή ένα γιατρό να δίνη μια συνταγή με πολλά φάρμακα και ο φαρμακοποιός να διαλέγη απ’ αυτά δυό ή τρία μόνο και να τα παραδίδη στον ασθενή λέγοντας: «Να, πάρε τα φάρμακα, που σου έγραψε ο γιατρός». Ο φαρμακοποιός αυτός δεν είναι ψεύτης και απατεώνας;
Το ίδιο όμως συμβαίνει και στην περίπτωσί σας. Ο Κύριός μας, που ήλθε για να μας θεραπεύση από τα πάθη, έγραψε στα Ευαγγέλιά Του μια πλήρη θεραπευτική αγωγή για τη σωτηρία των ψυχών μας, που διατυπώνεται σε διάφορα χωρία. Ο νέος διδάσκαλός σας λοιπόν, άρπαξε δύο ή τρία απ’ αυτά και άρχισε να φωνάζη: «Ιδού για σας το σωτήριο φάρμακο! Πάρτε το και θα σωθήτε!». Κατά συνέπεια είναι ψεύτης και απατεώνας, όπως ακριβώς και ο φαρμακοποιός, που αναφέραμε.
Και σεις ακούγοντάς τον αποστομωθήκατε και του δώσατε θάρρος να δακηρύττη ανεμπόδιστα:
«Πιστέψτε στον Σωτήρα Χριστό και θα σωθήτε».
Ε’. Πραγματικά έτσι είναι! «Ουδέ γάρ όνομά εστιν έτερον υπό τον ουρανόν το δεδομένον εν ανθρώποις εν ω δει σωθήναι ημάς» (Πράξ. 4, 12). «Μέγα εστί το της ευσεβείας μυστήριον· Θεός εφανερώθη εν σαρκί» (Α’ Τιμοθ. 3, 16). Ο Χριστός «έκλινεν ουρανούς» και κατήλθε, για να οδηγήση τους ανθρώπους στους ουρανούς. Να χαίρεσθε και να ευγνωμονήτε τον Κύριο γι’ αυτό. Να ευχαριστήτε τον Σωτήρα που ανέβηκε στους ουρανούς και τοποθέτησε και την ανθρώπινη φύσι στα δεξιά του Πατρός.
Οπωσδήποτε λοιπόν πρέπει να πιστεύουμε στον Χριστό για να σωθούμε. Αλλά δεν αρκεί αυτό το στοιχείο μόνο για το έργο της σωτηρίας. Από τον ίδιο τον Χριστό προστέθηκαν κι άλλα στοιχεία, τα οποία ομοίως είναι απαραίτητα για το έργο αυτό. Περί αυτών θα μιλήσουμε αργότερα. Εδώ θα σας επισημάνω ότι και αυτή την πίστι μας στον Χριστό, πρέπει με τέτοιο τρόπο να τη δεχώμαστε, ώστε να είναι συνυφασμένη με την πίστι μας στην Αγία Τριάδα. Διότι ακούγοντας κανείς διαρκώς «σωτηρία εν Χριστώ» είναι δυνατόν τόσο πολύ αποκλειστικά να τυπωθή αυτή η αλήθεια μέσα του, που ν’ ατονίση η σημασία της Αγίας Τριάδος στο έργο της σωτηρίας και έτσι να καλυφθή η Αγία Τριάς από το πρόσωπο του Σωτήρος Χριστού. Αυτό όμως σημαίνει παρέκκλισι από την καθιερωμένη πορεία της σωτηρίας. Και δεν είναι τίμιο να εγκολπώνεται κανείς την χριστιανική πίστι και μετά να την διαστρέφη.
Να, τι θέλω να υπογραμμίσω με όλα αυτά: Όπως η ένσάρκωσις και η σταυρική θυσία του Υιού δεν έλαβε χώρα χωρίς τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, έτσι και η σωτηρία του καθενός μας δεν επιτυγχάνεται χωρίς την συνεργασία του Πατρός, του Υιού και του Αγ. Πνεύματος, ολοκλήρου δηλαδή της Αγ. Τριάδος. Η «ένσαρκος οικονομία» και η σωτηρία κάθε ψυχής οικοδομήθηκαν από τον εν Τριάδι Ένα Θεό, τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα. Αυτό πρέπει να το βάλη κανείς βαθειά στον νου και την καρδιά του. Όλοι οι άγιοι είχαν συνειδητοποιήσει αυτή την αλήθεια για την σωτηρία μας.
Προσέξτε πώς επιτελείται το βάπτισμα του Σωτήρος Χριστού! Έχουμε φανερή συμμετοχή ολοκλήρου της Αγίας Τριάδος. Η φωνή του Πατρός, η βάπτισις του Υιού, η «εν είδει περιστεράς» εμφάνισις του Αγ. Πνεύματος. Γι’ αυτό εξ άλλου και η εορτή του γεγονότος αυτού ονομάζεται Επιφάνεια ή Θεοφάνεια. Βαπτίζεται ο «ενανθρωπήσας» Υιός του Θεού, αλλά επαναπαύεται «επ’ αυτού και εντός αυτού» με την ευδοκία Του ο Θεός Πατήρ και συμμετέχει το Άγιο Πνεύμα.
Αυτό φανερώνει ότι η σωτηρία μας συντελείται από τον Κύριό μας Ιησού Χριστό με την ευδοκία του Πατρός και την ενέργεια του Αγ. Πνεύματος. Ο Υιός τίποτε δεν έκανε χωρισμένος από τον Πατέρα και το Άγ. Πνεύμα. Ενώ έγινε και τέλειος άνθρωπος ουδέποτε απομακρύνθηκε από τους κόλπους του Πατρός.
Είδατε πώς η σωτηρία του Ανθρωπίνου γένους οικοδομήθηκε με την συνεργασία της Αγ. Τριάδος;
Προσέξτε τώρα πώς και η σωτηρία κάθε ψυχής οικοδομείται με την ίδια συνεργασία:
Η ζωή μας βρίσκεται σε μια ζωντανή σχέσι και κοινωνία με τον Θεό. Με την πτώσι των πρωτοπλάστων χάσαμε αυτή την κοινωνία. Γι’ αυτό σαρκώθηκε ο μονογενής Υιός του Θεού και ένωσε την μέχρι τότε αποχωρισμένη και πεσμένη ανθρώπινη φύσι με τον Θεό. Οι πιστοί ενώνονται με τον Υιό και μέσω του Υιού με τον Πατέρα. Ο ίδιος ο Κύριος φανέρωσε αυτό λέγοντας στους αποστόλους: «Εγώ εν τω Πατρί μου και υμείς εν εμοί καγώ εν υμίν» (Ιωάν. 14, 20).
Ό,τι αναφέρεται εδώ στους αποστόλους, αναφέρεται και προς όλους τους πιστούς. Είναι η χρυσή αλυσίδα της επανασυνδέσεώς μας με τον Θεό. Αυτό υπογράμμισε ο Κύριος και σε άλλο μέρος: Εγώ ειμι η οδός και η αλήθεια και η ζωή, ουδείς έρχεται προς τον Πατέρα ει μη δι’ εμού» (Ιωάν. 14, 6).
Έτσι οι πιστοί έρχονται προς τον Πατέρα διά του Υιού. Πώς όμως έρχονται προς τον Υιό; Έρχονται διά του Πατρός, όπως ο ίδιος ο Κύριος αποκαλύπτει: «Ουδείς δύναται ελθείν προς με, εάν μη ο Πατήρ ο πέμψας με ελκύση αυτόν» (Ιωάν. 6, 44).
Εάν χωρίς αυτή την έλξι προς τον Υιό δεν είναι δυνατόν ν’ αρχίση το έργο της σωτηρίας, κι αν η έλξις αυτή επιτελήται υπό του Πατρός, τότε είναι ολοφάνερο ότι η πρώτη αρχή της σωτηρίας κάθε ψυχής είναι ο Θεός Πατήρ.
Να ενθυμήσθε την αγιογραφική αυτή αλήθεια και να την ομολογήτε. Ελκυσθήκατε προς τον Κύριο, που παντοτεινά βρίσκεται στα δεξιά του Πατρός, απ’ αυτόν τον ίδιο τον Πατέρα.
Αλλά και ο Πατήρ πώς ελκύει προς τον Υιό; Ελκύει διά του Αγ. Πνεύματος. Το Άγιο Πνεύμα επιτελεί όλα τα απαραίτητα για τη σωτηρία στον νου και στην καρδιά των σωζομένων. Ο Κύριος που έπαθε, πέθανε πάνω στο Σταυρό, αναστήθηκε, αναλήφθηκε στους ουρανούς και κάθησε στα δεξιά του Πατρός, έστειλε από τον Πατέρα το Άγ. Πνεύμα, το οποίο διαμένει στην αληθινή Εκκλησία και επιτελεί την σωτηρία κάθε μέλους της.
Το Άγιο Πνεύμα κατήλθε στους αποστόλους. Τους ωδηγούσε στα πέρατα της οικουμένης, τους χαρίτωνε με λόγο ζωογονικό, τους ενδυνάμωνε στην πίστι. Εξαγίαζε και ενίσχυε σε κάθε έργο αγαθό τους χριστιανούς. Θεμελίωσε την Εκκλησία και οικοδομεί την σωτηρία όλων των τέκνων της. Χωρίς το Άγ. Πνεύμα κανείς δεν σώζεται. Ούτε είναι δυνατόν να σωθή. Γι’ αυτό είπε ο Κύριος: «Συμφέρει υμίν ίνα εγώ απέλθω, εάν γαρ μη απέλθω, ο παράκλητος ουκ ελεύσεται προς υμάς» (Ιωάν. 16, 7). Είναι σαν να έλεγε: Εάν δεν έλθη ο Παράκλητος, το Πνεύμα το Άγιο, ματαία η ενσάρκωσίς Μου, μάταιος ο θάνατος, ματαία και η ανάστασις. Θα μείνετε μακρυά από την σωτηρία, διότι χωρίς το Άγιο Πνεύμα δεν μπορείτε να μεταμορφωθήτε, να λάβετε τα χαρακτηριστικά του σεσωσμένου».
Πιστεύοντας λοιπόν ότι είσθε σεσωσμένος, να ενθυμήσθε ότι αυτό το οφείλετε και στο Πνεύμα το Άγιο, που μέσω των θείων μυστηρίων της Ορθοδόξου Εκκλησίας σας προσφέρεται και που αδιάλειπτα σας χειραγωγεί και σας ενισχύει στον δρόμο της σωτηρίας.
Βλέπετε λοιπόν πώς σωζόμαστε; Σωζόμαστε εν Χριστώ Ιησού με την ευδοκία του Πατρός και την χάρι του Αγίου Πνεύματος. Αυτό να ομολογήτε και να το συγκρατήτε πάντοτε στον νου και στην καρδιά. Όποιος επιμένει λέγοντας μόνο: «Πίστευε στον Κύριο, πίστευε στον Κύριο», και δεν επεκτείνεται στην διδασκαλία της συμμετοχής στο έργο της σωτηρίας του Πατρός και του Αγίου Πνεύματος, αυτός φαίνεται ότι δεν κατέχει όλη την αλήθεια. Συγχύζει την χριστιανική συνείδησι και αμαυρώνει το φως του Χριστού.
Κατανόησαν βαθειά αυτό οι άγιοι απόστολοι και με τον εξής τρόπο εκφράζουν στους πιστούς την ευχή για την σωτηρία: «Κατά πρόγνωσιν Θεού Πατρός, εν Αγιασμώ Πνεύματος, εις υπακοήν και ραντισμόν αίματος Ιησού Χριστού χάρις υμίν» (Α’ Πετρ. 1, 2). «Η χάρις του Κυρίου Ιησού Χριστού και η αγάπη του Θεού και η κοινωνία του Αγίου Πνεύματος μετά πάντων υμών» (Β’ Κοριν. 13, 13).
Τα τελευταία αυτά λόγια του αποστόλου Παύλου επαναλαμβάνονται στην θ. Λειτουργία μετά την απαγγελία του «Πιστεύω» και πριν από την τέλεσι του μυστηρίου της θ. Ευχαριστίας.
Επίσης και όλοι οι άγιοι Πατέρες μας διδάσκοντας για την σωτηρία, την ανέφεραν όχι σαν έργο του Χριστού μόνον, αλλά ολοκλήρου της Αγίας Τριάδος. Την ανέφεραν σαν έργο του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, σαν ν’ αποτελούν και τα τρία πρόσωπα της θεότητος την μια πηγή της σωτηρίας.
Με τον ίδιο τρόπο να κατανοήτε και σεις την υπόθεσι της σωτηρίας σας και μ’ αυτό το κριτήριο να ελέγχετε την αλήθεια της ομολογίας τόσο του σημερινού, όσο και κάθε άλλου νέου διδασκάλου.
ΣΤ’. Θα σας υποδείξω τώρα τι είναι περισσότε¬ρο σπουδαίο για την σωτηρία του καθενός. Μπορεί κανείς σύντομα να εκφρασθεί ως εξής: «Να πιστεύ¬ετε και να δέχεσθε την θ. Χάρι , που μας οδηγεί στην χριστιανική ζωή διά μέσου των μυστηρίων. Να ζήτε σύμφωνα με τις εντολές του Θεού κάτω από την καθοδήγησι των θεοπέμπτων ποιμένων. Να βρί¬σκεσθε σε μια ζωντανή σχέσι με την Εκκλησία».
Για να κατανοήσετε καλύτερα πόσο απαραίτητα είναι όλα αυτά, συγκρίνετε την πορεία της σωτηρίας με την συνηθισμένη οδοιπορεία. Για να βαδίση ένας οδοιπόρος εύκολα και ακίνδυνα πρέπει να υπάρχη φως, να είναι καθωρισμένος ο δρόμος, να είναι ο ίδιος υγιής και δυνατός. Ακόμη στην περίπτωσι μιας δυσκολίας, όπως π.χ. μπροστά σε μια διακλάδωσι ή ένα σταυροδρόμι, να υπάρχη κάποιος να τον βοηθήση δείχνοντάς του την σωστή κατεύθυνσι.
Κατά παρόμοιο τρόπο και για την πορεία στην οδό της σωτηρίας είναι απαραίτητο να υπάρχη φως, δηλαδή η ορθή πίστις, είναι απαραίτητο να είναι καθωρισμένος ο δρόμος, δηλαδή οι θείες εντολές, είναι απαραίτητες η ψυχική υγεία και η ισχύς, δηλαδή οι δυνάμεις της θ. Χάριτος διά μέσου των μυστηρίων, είναι απαραίτητοι οι γνώστες του δρόμου και οι χειραγωγοί, δηλαδή οι ποιμένες της Εκκλησίας.
Όλα αυτά συντελούνται στους κόλπους της αγίας μας Εκκλησίας. Μ’ αυτή είναι ενωμένος καθένας που κατεργάζεται σωστά το έργο της σωτηρίας. Όλοι οι σεσωσμένοι αυτόν τον δρόμο ακολούθησαν και όλοι οι σωζόμενοι αυτόν τον δρόμο βαδίζουν. Άλλος δρόμος σωτηρίας δεν υπάρχει.
Δεν νομίζω ότι έπρεπε να σας αναφέρω όλα αυτά. Ωστόσο θα προσθέσω και κάτι ακόμα.
Είναι περιττό να συζητήται ότι η πίστις είναι απαραίτητη για την σωτηρία. Ο άπιστος δεν θέλει ούτε καν να σκέπτεται την σωτηρία. Ο απόστολος Παύλος γράφει: «Χωρίς δε πίστεως αδύνατον ευαρεστήσαι (Θεώ), πιστεύσαι γαρ δει τον προσερχόμενον τω Θεώ ότι εστί και τοις εκζητούσιν αυτόν μισθαποδότης γίνεται» (Εβρ. 11, 6).
Οφείλουμε να πιστεύουμε σε όλα όσα ευδόκησε να μας αποκαλύψη ο Θεός χωρίς προσθήκες ή αφαιρέσεις, έτσι όπως φυλάγονται στην Αγία Ορθοδοξία. Συγκεκριμένα:
Ο Θεός είναι ένας κατά την ουσία, αλλά με τρία χωριστά πρόσωπα. Ο Πατήρ διά του Υιού έπλασε τον κόσμο και προνοεί γι’ αυτόν. Έπλασε κατ’ εικόνα Του τον άνθρωπο για να ζη μέσα στον παράδεισο. Με την παρακοή των πρωτοπλάστων χάσαμε την παραδείσια ζωή και μας ήταν αδύνατον να σωθούμε.
Ο Υιός του Θεού μας λυπήθηκε, ανέλαβε το έργο της εξαγοράς και της αποκαταστάσεως, ήλθε στην γη, έλαβε σάρκα, έπαθε, πέθανε πάνω στον Σταυρό, αναστήθηκε, αναλήφθηκε στους ουρανούς και κάθησε ως Θεάνθρωπος στα δεξιά του Πατρός, ο οποίος με τον τρόπο αυτό έδειξε ότι αποδέχεται την θυσία του Υιού και την μεσιτική Του δύναμι για την σωτηρία των πιστών.
Ο ίδιος ο Υιός έστειλε το εκπορευόμενο από τον Πατέρα Άγ. Πνεύμα, το οποίο κατήλθε στους αποστόλους, τους γέμισε με θεία σοφία και δύναμι. Εκείνοι, πλήρεις Πνεύματος Αγίου, φύτεψαν την χριστιανική πίστι και συγκρότησαν από το σύνολο των πιστών την Εκκληοία, που έχει κεφαλή τον Χριστό. Οι ίδιοι, κατά την εντολή του Θεού, τελούσαν τα μυστήρια, που προσφέρουν την θ. Χάρι στους πιστούς, και άφησαν τους επισκόπους και τους ιερείς διαδόχους τους στο αποστολικό έργο και διαχειριστές, οικονόμους των ουρανίων πνευματικών θησαυρών, που το Άγιο Πνεύμα εμπιστεύθηκε στην Εκκλησία.
Συνέχισαν το έργο της σωτηρίας διά μέσου των αιώνων οι διάδοχοι των αποστόλων με την ιδιαίτερη χάρι της χειροτονίας, και έτσι το έργο αυτό εξακολουθεί αδιάσπαστα να συνεχίζεται και στις ημέρες μας. Οι πιστοί που δέχονται την θ. Χάρι με τα μυστήρια, σώζονται μέσα στους κόλπους της Εκκλησίας όχι μεμονωμένοι, αλλά ενωμένοι όλοι μαζί στην πραγματική βιωματική πίστι και κάτω από την χειραγώγησι των ποιμένων. Η σωτηρία κάθε ψυχής τελείται μυστικά και ο κάθε πιστός προσδοκά μια άλλη φωτεινή ζωή, χάριν της οποίας υπομένει εκούσιες και ακούσιες στερήσεις. Πιστεύει ακόμη ότι οι κεκοιμημένοι δεν παύουν να παραμένουν στο σώμα της Εκκλησίας και να επικοινωνούν μαζί μας όχι βέβαια με ορατό τρόπο, αλλά αόρατα.
Σε όλα αυτά πρέπει να πιστεύετε ολόψυχα. Κι εμείς ομολογούμε αυτή την πίστι μελετώντας συχνά το σύμβολο της πίστεως. Αυτές είναι οι αλήθειες της πίστεώς μας και δεν είναι δυνατόν να είναι άλλες.
Ζ’. Μόνη της η πίστις δεν είναι επαρκής για την σωτηρία. Πρέπει να συνοδεύεται και από τα καλά έργα και μια ζωή Αγία, σύμφωνα με τις εντολές του Κυρίου. «Ου πας ο λέγων μοι, Κύριε, Κύριε, εισελεύσεται εις την βασιλείαν των ουρανών, αλλ’ ο ποιών το θέλημα του Πατρός μου του εν ουρανοίς» (Ματθ. 7, 21). Το θέλημα δε του ουρανίου Πατρός δια¬τυπώνεται στις εντολές Του.
Διαβάζετε συχνά το Ευαγγέλιο και θα διδαχθήτε τους όρους της σωτηρίας. Θα λάβετε μαθήματα για την αγία και θεοφιλή ζωή, πώς δηλαδή να εκτελήτε με ειλικρίνεια και με ακρίβεια πάντοτε τις εντολές του Κυρίου και έτσι να σωθήτε. Θα ευαρεστήτε τον Θεό: «Ο έχων τας εντολάς μου και τηρών αυτάς, εκείνός εστιν ο αγαπών με ο δε αγαπών με αγαπηθήσεται υπό του Πατρός μου, και εγώ αγαπήσω αυτόν… Εάν τις αγαπά με, τον λόγον μου τηρήσει, και ο Πατήρ μου αγαπήσει αυτόν, και προς αυτόν ελευσόμεθα και μονήν παρ’ αυτώ ποιήσομεν» (Ιωάν. 14, 21-23).
Επίσης και οι αποστολικές επιστολές γράφουν πολλά για την αναγκαιότητα της πίστεως, περισσότερα όμως για την αναγκαιότητα της αγίας ζωής προκειμένου να σωθούμε. Ο απόστολος Παύλος τα συνώψισε και τα συνδύασε ως εξής: «Πίστις δι’ αγάπης ενεργουμένη» (Γαλάτ. 5, 6). Με την «Αγάπη» εννοεί την εκπλήρωσι όλων των εντολών και την αποξένωσι απ’ όλα τα πάθη.
Σ’ όλες του τις επιστολές στρέφει την φροντίδα των χριστιανών προς την αγία και θεοφιλή ζωή: «Όσα εστίν αληθή, όσα σεμνά, όσα δίκαια, όσα αγνά, όσα προσφιλή, όσα εύφημα, ει τις αρετή και ει τις έπαινος, ταύτα λογίζεσθε… και ο Θεός της ειρήνης έσται μεθ’ υμών» (Φιλιπ. 4, 89). «Επεφάνη γαρ η χάρις του Θεού η σωτήριος πάσιν ανθρώποις, παιδεύουσα ημάς, ίνα αρνησάμενοι την ασέβειαν και τας κοσμικάς επιθυμίας σωφρόνως και δικαίως και ευσεβώς ζήσωμεν εν τω νυν αιώνι, προσδεχόμενοι την μακαρίαν ελπίδα και επιφάνειαν της δόξης του μεγάλου Θεού και σωτήρος ημών Ιησού Χριστού» (Τίτον 2, 11-12).
Επίσης και ο Ιάκωβος ο Αδελφόθεος γράφει: «Τι το όφελος, αδελφοί μου, εάν πίστιν λέγη τις έχειν, έργα δεν μη έχη;» (Ιακώβ. 2, 14). «Οράτε τοίνυν ότι εξ έργων δικαιούται άνθρωπος και ουκ εκ πίστεως μόνον» (Ιακώβ. 2, 24).
Βλέπετε πόσον απαραίτητη είναι για την σωτηρία η εκπλήρωσις των εντολών; Γι’ αυτό κι εγώ επεκτάθηκα στο σημείο αυτό. Εκείνοι που παρέσυραν στην πλάνη τον νέο σας διδάσκαλο δεν σκέπτονται σωστά. Αποδίδουν όλο το έργο της σωτηρίας στην πίστι. Τα έργα σχεδόν τα απορρίπτουν. Καθόλου απίθανο και αυτός να σκέπτεται παρόμοια.
Σύμφωνα όμως με τον λόγο του Θεού έχουν ίση σημασία και η πίστις και τα έργα. Σε κανένα από τα δύο δεν δίνεται προβάδισμα. Η πίστις χωρίς έργα και τα έργα χωρίς πίστι καθόλου δεν ωφελούν. Μόνον ενωμένα οικοδομούν την σωτηρία μας. Με την άρρηκτη ενότητά τους αποκτούν πραγματική αξία, δύναμι και σημασία.
Η’. Είναι απαραίτητη η θ. Χάρις για να είναι η πίστις σωστή και τα έργα άγια. Χωρίς την θ. Χάρι όχι μόνο δεν μπορούμε να πιστεύουμε, αλλά ούτε και να σκεπτώμαστε το καλό. Αλλά κι αν θα μπορούσαμε να σκεφθούμε το καλό, δεν θα μπορούσαμε να το πράξουμε, όπως αναφέρει ο απόστολος Παύλος: «Το γαρ θέλειν παράκειταί μοι, το δε κατεργάζεσθαι το καλόν ουχ ευρίσκω» (Ρωμ. 7,   18).
Εάν ο Κύριος μόνο μας δίδασκε τι πρέπει να πιστεύουμε και πώς πρέπει να ζούμε, και μας άφηνε μόνο μ’ αυτή την γνώσι, θα μοιάζαμε μ’ εκείνον που φωτίζεται με το φως του ηλίου, βλέπει τον δρόμο που πρέπει να διασχίση, αλλά δεν έχει την δύναμι να βαδίση, διότι είναι παράλυτος και ασθενής. Στην περίπτωσι αυτή θα ήταν καλύτερα τίποτε να μη γνώριζε και τίποτε να μην έβλεπε.
Ο φιλάνθρωπος Κύριος δεν μας άφησε μόνο στην γνώσι του δρόμου της σωτηρίας, αλλά ευδόκησε να ενεργήση και την κάθοδο του Αγ. Πνεύματος, για να μας βοηθήση να επιτύχουμε την σωτηρία.
Το Άγ. Πνεύμα κατήλθε στους αποστόλους και κατόπιν διά μέσου αυτών σε όλους τους πιστούς. Αυτό διήγειρε την πίστι σ’ όσους ήθελαν να πιστέψουν. Αυτό ενίοχυε στην εκπλήρωσι των εντολών όσους με την βοήθεια της πίστεως έφθαναν στην απόφασι να ζήσουν άγια. Ό,τι συνέβαινε με τους αποστόλους, το ίδιο συνέβαινε και μετέπειτα, το ίδιο συμβαίνει και σήμερα διά μέσου των διαδόχων τους, σύμφωνα με την τάξι που το Άγ. Πνεύμα θέσπισε. Έτσι η θ. Χάρις παραμένει διαρκώς μέοα στην Αγία μας Εκκληοία, μέσα στο πλήθος των πιστών. Όλους τους φωτίζει, όλους τους ενισχύει, όλους τους αγιάζει.
Με την θ. Χάρι σώθηκαν και σώζονται οι πιστοί: «Χάριτι έστε σεσωσμένοι» (Εφεσ. 2, 8), γράφει ο απόστολος Παύλος. Η θ. Χάρις εγκαταβιώνει στους πιστούς: «Ουκ οίδατε ότι ναός Θεού έστε και το Πνεύμα του Θεού οικεί εν υμίν;» (Α’ Κορινθ. 3, 16), συνεχίζει με αναμφισβήτητη βεβαιότητα γι’ αυτή την ενοίκησι του Αγ. Πνεύματος. Ο ίδιος ωμολογούσε για τον εαυτό του: «Χάριτι δε Θεού ειμί ο ειμί» (Α’ Κορινθ. 15, 10). Και ο απόστολος Πέτρος μαρτυρεί για τον εαυτό του και για όλους: «Πάντα ημίν της θείας δυνάμεως αυτού τα προς ζωήν και ευσέβειαν δεδωρημένης» (Β’ Πέτρου 1, 3).
Γι’ αυτό πολύ συχνά στις αποστολικές επιστολές, ιδιαίτερα στην αρχή και στο τέλος, διατυπώνεται η ευχή να παραμένη και ν’ αυξάνη σε κάθε πιστό η θ. Χάρις. Ως προς το ότι είναι απαραίτητη για το έργο της σωτηρίας μας, δεν υπάρχει αμφιβολία. Αλλά ως προς τον τρόπο που λαμβάνεται και ενεργεί υπάρχουν διαφωνίες.
Επίτηδες σας θίγω αυτό το θέμα, γιατί έχω την υποψία ότι ο πλανεμένος διδάσκαλός σας ανήκει στην κατηγορία εκείνων που δεν κατανοούν σωστά το έργο της. Υπάρχουν επίσης κακόδοξοι που διακηρύττουν ότι αρκεί να πιστέψη κανείς και αυτόματα η θεία Χάρις θα εγκατασταθή μέσα του.
Μάθετε λοιπόν και πιστέψτε βαθειά ότι η θ. Χάρις δεν παρέχεται και δεν λαμβάνεται διαφορετικά, παρά με τα άγια μυστήρια που τελούνται από τους αποστόλους ή τους διαδόχους τους, όπως θέσπισε στην Εκκλησία ο ίδιος ο Κύριος. Και για να βεβαιωθήτε περισσότερο σ’ αυτό, θα σας αναφέρω μερικά παραδείγματα από την Αγία Γραφή:
1) Ο ίδιος ο Κύριός μας συζητώντας με τον Νικόδημο είπε: «Δει υμάς γεννηθήναι άνωθεν» (Ιωάν. 3, 7), εννοώντας την διά της θ. Χάριτος πνευματική αναγέννησι. Και με τι μέσον θα ερχόταν και θα ενεργούσε; Μήπως είπε: «Πίστεψε, άνοιξε το στόμα και η θ. Χάρις θα εισχωρήοη μέσα σου και θα σε αναγεννήση»; Ασφαλώς όχι. Δεν είπε κάτι τέτοιο. Τι είπε; «Εάν μη τις γεννηθή εξ ύδατος και Πνεύματος, ου δύναται εισελθείν εις την βαοιλείαν του Θεού» (Ιωάν. 3, 5-7). Αυτή η γέννηοις «δι’ ύδατος και Πνεύματος» τι άλλο είναι παρά το Αγ. βάπτισμα, το
πρώτο χριοτιανικό μυστήριο;
Η αναγέννηοις κάνει την φύσι μας ικανή να δέχεται και να συγκρατή την θ. Χάρι. Η προοφορά της όμως γίνεται με τα μυστήρια και πιο συγκεκριμένα με την «επίθεσιν των χειρών», δηλαδή την τοποθέτησι των χειρών των αποστόλων ή των διαδόχων τους πάνω στους πιστούς.
2) Ένα περιστατικό που συνέβη στην Έφεσο κατά την περίοδο μιας περιδείας του Αποστόλου Παύλου θ’ αποδείξη αυτή την αλήθεια. Φθάνοντας στην Έφεσο ο απόστολος συνάντησε δώδεκα πιστούς και τους ρώτησε:
–    Όταν πιστέψατε, λάβατε το Πνεύμα το Άγιο; Κι εκείνοι απάντηοαν:
–    Δεν ακούσαμε τίποτα για το Πνεύμα το Άγιο.
–    Πώς τότε βαπτισθήκατε; ρώτησε ο απόστολος.
–    Στο βάπτισμα του Ιωάννου, απάντησαν.
Τότε ο απόστολος τους εξήγηοε ότι το βάπτισμα του Ιωάννου του Προδρόμου ήταν μόνο προετοιμασία για την πίστι στον Χριστό. Και αφού τους ωλοκλήρωσε την ευαγγελική διδασκαλία, τους βάπτισε με το χριστιανικό βάπτισμα. Μετά την βάπτισι τοποθέτησε πάνω τους τα χέρια του και έλαβαν το Άγ. Πνεύμα.
Βλέπετε ότι άλλο είναι το βάπτισμα και άλλο η «επίθεσις των χειρών». Με την «επίθεσι των χειρών» μόνο, δίνεται η θ. Χάρις. Αυτή την αισθητή ενέργεια την αντικατέστησαν αργότερα οι απόστολοι με το χρίσμα και έτσι καθιερώθηκε το χρίσμα σαν μυστήριο της Εκκλησίας μας.
Τα δύο αυτά περιστατικά, του Αγίου Νικοδήμου και των πιστών της Εφέσου, είναι αρκετά για να βεβαιωθήτε ότι η θ. Χάρις μεταδίδεται με αισθητή οδό, διά μέσου των Αγίων μυστηρίων και όχι με την νοερή μόνον οδό της θεωρητικής απλώς πίστεως.
Έτσι θέσπισε ο ίδιος ο Χριστός. Θ’ απαριθμήσω εδώ και τα άλλα μυστήρια:
Η συγχώρησις των αμαρτιών, στις οποίες πέφτει κανείς μετά το βάπτισμα, δεν επιτελείται με μια απλή νοερή εξομολόγησι στον Θεό, αλλά με εξομολόγησι που γίνεται ενώπιον πνευματικού πατρός, με βαθειά συντριβή και απόφασι να μην επαναληφθούν οι ίδιες αμαρτίες.
Το μυστήριο της θ. Κοινωνίας δημιουργεί μια ζωντανή ενότητα του πιστού με τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό.
Η δύναμις της θ. Χάριτος για την συνέχισι του εξαγιαστικού έργου της Εκκλησίας παρέχεται με το μυστήριο της χειροτονίας.
Δύο πρόσωπα ενώνονται σε ένα και δημιουργούν ευλογημένη χριστιανική οικογένεια με το μυστήριο του γάμου.
Οι Ασθενείς θεραπεύονται με το μυστήριο του ευχελαίου.
Τα μυστήρια είναι ρυάκια της θ. Χάριτος που αρδεύουν ζωογόνα τους πιστούς. Δέν υπάρχει άλλη οδός, άλλο μέσο για να λάβη κανείς την θ. Χάρι. Και οποίος διακηρύττει άλλο δρόμο, είναι κακόδοξος και πλανεμένος.
Θ’. Τα τρία σημεία που μέχρι τώρα εκθέσαμε σαν αναγκαία για το έργο της σωτηρίας, δηλαδή η πίστις, η ζωή η σύμφωνη με τις θείες εντολές και η θ. Χάρις που προσφέρεται με τα άγια μυστήρια, απαιτούν και ένα τέταρτο: Το ιερατείο, που θέσπιοε ο Κύριος.
Πρέπει να πιστέψουν οι άνθρωποι. «Πώς δε πιστεύουσιν ου ουκ ήκουσαν; πώς δε ακούσουσι χωρίς κηρύσσοντος; πώς δε κηρύξουσιν εάν μη αποσταλώσι;» (Ρωμ. 10, 14-15). Είναι απαραίτητο να λάβουμε με τα μυστήρια την θ. Χάρι. Αλλά πώς θα γίνη αυτό χωρίς τους «υπηρέτας Χριστού και οικονό¬μους μυστηρίων Θεού»; (Α’ Κορινθ. 4, 1). Είναι αναγκαίο να ζούμε σύμφωνα με τις θείες εντολές, αλλά αυτό είναι αδύνατον να γίνη χωρίς την χειραγώγησι από τα κατάλληλα όργανα του Θεού που θα μας συμβουλεύουν, θα μας εφιστούν την προσοχή, θα μας διορθώνουν τα λάθη, θ’ ανορθώνουν όσους πέφτουν, θα επαναφέρουν στον ίσιο δρόμο όσους λοξοδρομούν…
Για την οικοδομή της σωτηρίας είναι λοιπόν απαραίτητα τα πρόσωπα, που θα ενεργούν σύμφωνα με το θείο θέλημα, που θα διδάσκουν την πίστι, θ’ αγιάζουν με την θ. Χάρι διά μέσου των μυστηρίων και θα χειραγωγούν στον δρόμο της σωτηρίας. Είναι απαραίτητοι οι ποιμένες, οι χαρισματούχοι και θεόκλητοι.
Αυτούς ακριβώς αποστέλλει ο Κύριος. Και ιδού η αποστολική διαβεβαίωσις: «Έδωκε τους μεν αποστόλους, τους δε προφήτας, τους δε ευαγγελιστάς, τους δε ποιμένας και διδασκάλους, προς καταρτισμόν των αγίων εις έργον διακονίας, εις οικοδομήν του σώματος του Χριστού» (Εφεσ. 4, 11-13).
Αλλά και η ίδια η πράξις αυτό αποδεικνύει. Ο Κύριος εξαπέστειλε τους αποστόλους λέγοντάς τους: «Πορευθέντες ουν μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγ. Πνεύματος, διδάσκοντες αυτούς τηρείν πάντα όσα ενετειλάμην υμίν» (Ματθ. 28, 19-20).
Και οι απόστολοι υπάκουσαν σ’ αυτό. Αλλά επειδή δεν ήσαν αιώνιοι, το δε έργο τους έπρεπε να συνεχισθή σε όλους τους αιώνες, άφηναν παντού κατ’ εντολήν του Θεού διαδόχους τους ποιμένες και διδασκάλους, που θα ιερουργούσαν τα άγια μυστήρια και θα υπηρετούσαν στο έργο της σωτηρίας.
Έτσι διαβάζουμε στις Πράξεις των αποστόλων: Οι απόστολοι Παύλος και Βαρνάβας κήρυξαν την πίστι στα Λύστρα, στην Δέρβη, στο Ικόνιο, στην Αντιόχεια, στην Πισιδία. Ήλθε πλέον καιρός να επσιτρέψουν εκεί, από όπου ξεκίνησαν, στην Αντιόχεια της Συρίας. Τι λοιπόν; Εγκατέλειψαν τους νεοφωτίστους στην τύχη, να ζουν μόνο με την πίστι; Όχι. Ξαναπέρασαν απ’ όλες τις πόλεις και θέσπισαν πώς να ζουν χριστιανικά. Και για την παρακολούθησι και την εκπλήρωσι των θρησκευτικών υποχρεώσεων των πιστών, χειροτόνησαν και τοποθέτησαν πρεσβυτέρους (Πράξ. 14, 22-23).
Το ίδιο έκανε ο απόστολος Παύλος και στην Έφεσο και σε όλες τις πόλεις της Ασίας. Παντού χειροτόνησε και τοποθέτησε ποιμένες και διδασκάλους. Αργότερα δε κάλεσε όλους τους ποιμένες της Εφέσου στην Μίλητο, μην έχοντας χρόνο να τους επισκεφθή ο ίδιος, και τους αποχαιρέτησε συμβουλεύοντάς τους για την διαποίμανσι του ποιμνίου τους: «Προσέχετε ουν εαυτοίς και παντί τω ποιμνίω, εν ω υμάς το Πνεύμα το Άγιον έθετο επισκόπους, ποιμαίνειν την εκκλησίαν του Θεού, ην περιεποιήσατο διά του ιδίου αίματος» (Πράξ. 20, 28).
Αλλά και αργότερα, επιστρέφοντας από την Ρώμη, μετά την απελευθέρωσι από τα πρώτα δεσμά, έφθασε στην Κρήτη και διέδωσε την πίστι στον Χριστό. Επειδή όμως δεν είχε τον χρόνο να τοποθετήση ο ίδιος ποιμένες, άφησε τον απόστολο Τίτο «ίνα τα λείποντα επιδιορθώση και καταστήση κατά πόλιν πρεσβυτέρους» (Τίτον 1, 5).
Ασφαλώς παντού το ίδιο έκανε. Και όπως χειροτονούσε ποιμένες ο ίδιος, έτσι χειροτονούσαν και οι άλλοι απόστολοι. Διότι δεν ενεργούσαν μόνοι τους, αλλά κατ’ εντολήν του Κυρίου. Καμιά χριστιανική κοινότητα δεν εγκαταλείφθηκε χωρίς χειροτονημένους ιερείς.
Το ίδιο ακριβώς γίνεται και σήμερα. Και οι πιστοί έχουν λάβει την εντολή: «Πείθεσθε τοις ηγουμένοις υμών και υπείκετε· αυτοί γαρ αγρυπνούσιν υπέρ των ψυχών υμών» (Εβρ. 13, 17). Ενώ για τους ιερείς ισχύει ό,τι είπε ο Κύριος στους αποστόλους: «Ο ακούων υμών εμού ακούει, και ο αθετών υμάς εμέ αθετεί ο δε εμέ αθετών αθετεί τον αποστείλαντά με» (Λουκ. 10, 16).
Ι’. Σας ανέφερα τα τέσσαρα απαραίτητα για την σωτηρία μας στοιχεία. Αλλά υπάρχει ακόμη ένα: Ν’ ανήκουμε στο σώμα της Εκκλησίας ζωντανά ενωμένοι με όλο το πλήθος των πιστών.
Ο Κύριος ωνόμασε την Εκκλησία Του «άμπελον», κληματαριά. Αυτός είναι ο κορμός και οι πιστοί τα κλαδιά της. Η συνάθροισις όλων των πιστών αποτελεί ένα αδιαίτερο σύνολο, ζωντανά ενωμένο με τον Κύριο. Όπως ένα κλαδί που κόβεται, ξεραίνεται και παύει να ζη, έτσι και κάθε πιστός που με οποιοδήποτε τρόπο αποκόπτεται από την Εκκλησία και συνεπώς και από τον Κύριο, νεκρώνεται πνευματικά (Ιωάν. 15, 1-6).
Ο απόστολος Παύλος αναφέρει το ίδιο πιο καταληπτά ονομάζοντας την Εκκλησία, σώμα Χριστού. Ο Χριστός είναι κεφαλή και οι πιστοί το υπόλοιπο σώμα. Και όπως στο σώμα κάθε μέλος ζη εφ’ όσον είναι ενωμένο με τα υπόλοιπα μέλη, ενώ εάν αποκοπή, πεθαίνει και σαπίζει, έτσι, και κάθε πιστός δεν ζη μόνος του, αλλά συμμετέχοντας στην κοινή ζωή όλων των μελών, όλων των πιστών της Εκκλησίας και εάν αποκοπή, νεκρώνεται πνευματικά και χάνεται (Α’ Κορινθ. 12, 12-27).
Γι’ αυτό σε όλους τους αιώνες μέχρι σήμερα, πάντοτε οι πραγματικά πιστοί χριστιανοί ένοιωθαν ότι ζουν, όταν ήσαν ενωμένοι με τους άλλους πιστούς, ενωμένοι με την Εκκλησία. θεωρούμε την Εκκλησία σαν μητέρα μας. Και αληθεύει ο λόγος ότι για όποιον η Εκκλησία δεν είναι μητέρα, γι’ αυτόν δεν είναι και ο Θεός πατέρας. Και εάν δεν είναι γι’ αυτόν ο Θεός πατέρας, τότε ποιος είναι;
Ο Κύριος θεμελίωσε διά των αποστόλων την Εκκλησία και της εμπιστεύθηκε όλα τα σωστικά μέσα για φύλαξι και επέκτασι πάνω στην γη.
Αυτή διαφυλάττει όλα τα μυστικά της πίστεως και όλη την αλήθεια. Μέσα της βρίσκεται η θ. Χάρις, τα άγια μυστήρια, το ιερατείο που χειραγωγεί στον δρόμο της σωτηρίας. Σ’ αυτήν επαναπαύεται η ευδοκία του Θεού, που ακούει την προσευχή τόσον την δική της, όσον και των τέκνων της.
Η συμμετοχή στην ζωή της Εκκλησίας και η έντός των κόλπων της κατεργασία της σωτηρίας, επιβάλλει στον κάθε πιστό τις εξής υποχρεώσεις:
1) Να πιστεύη, όπως πιστεύει ολόκληρη η Εκκλησία από την αρχή της μέχρι σήμερα. Να ελέγχη κάθε σκέψι, είτε δική του είτε ξένη, σύμφωνα με τα δικά της κριτήρια και σε καμιά περίπτωσι να μην επιτρέπη στον εαυτό του την παραμικρή διαφωνία με την διδασκαλία της Εκκλησίας, αφού αυτή είναι «στύλος και εδραίωμα της αληθείας» (Α’ Τιμόθ. 3, 15). Όποιος δεν τηρεί αυτά, είναι σαν «τον εθνικό και τον τελώνη», σύμφωνα με τα λόγια του Κυρίου (Ματθ. 18, 17).
2)    Σε τίποτε δεν πρέπει να ξεχωρίζη από τους άλλους στην τάξι της εκκλησιαστικής ζωής. Να νηστεύη, όταν όλοι νηστεύουν. Να προετοιμάζεται για την θ. Κοινωνία του Σώματος και του Αίματος του Κυρίου, όπως είναι καθωρισμένο μέσα στην Εκκλησία. Να συμμετέχη σε όλες τις λατρευτικές και εξαγιαστικές εκδηλώσεις της Εκκλησίας, σύμφωνα με την εντολή του αποστόλου Παύλου να μην εγκαταλείπη κανείς την «επισυναγωγή» (Εβρ. 10, 25).
3) Να έχη βαθειά πεποίθησι ότι τα μέλη της Εκκλησίας που βρίσκονται στον ουρανό, έχουν ζωντανή και άμεση επικοινωνία με τα μέλη που βρίσκονται στην γη. Όι προσευχές των μεν για τους δε εισακούονται και εκπληρώνονται σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Εμείς εδώ στην γη είμαστε οικείοι με τους αγγέλους και με όλους τους αγίους κάθε εποχής, διότι έχουμε προσέλθει «πόλει Θεού ζώντος, Ιερουσαλήμ επουρανίω, και μυριάσιν αγγέλων, πανηγύρει και εκκλησία πρωτοτόκων εν ουρανοίς απογεγραμμένων» (Εβρ. 12, 22-23).
Ας ανακεφαλαιώσουμε λοιπόν εδώ όλα τα απαραίτητα για την επίτευξι της σωτηρίας και ας τονίσουμε: Θέλετε να σωθήτε; Να πιστεύετε σε όλη την αλήθεια, όπως την αποκάλυψε ο Θεός. Να δέχεσθε την ενίσχυση της θ. Χάριτος που προσφέρεται με τα μυστήρια. Να εφαρμόζετε πάντοτε στην ζωή σας τις εντολές του Θεού κάτω από την καθοδήγησι των θεοπροβλήτων ποιμένων της Εκκλησίας. Και όλα αυτά μέσα στο πνεύμα της Εκκλησίας, μέσα στους νόμους της και στις διατάξεις της, ενωμένος ζωντανά και άρρηκτα μαζί της. Έτσι θα σωθήτε.
Στην περιγραφή αυτή της οδού της σωτηρίας μπορούμε με πεποίθησι να προσθέσουμε την επόμενη νουθεσία του αγίου Ιωάννου του Θεολόγου: «Πας ο παραβαίνων και μη μένων εν τη διδαχή του Χριστού Θεόν ουκ έχει· ο μένων εν τη διδαχή του Χριστού, ούτος και τον Πατέρα και τον Υιόν έχει· ει τις έρχεται προς υμάς και ταύτην την διδαχήν ου φέρει, μη λαμβάνεται αυτόν εις οικίαν, και χαίρειν αυτώ μη λέγετε· ο γαρ λέγων αυτώ χαίρειν κοινωνεί τοις έργοις αυτού τοις πονηροίς» (Β’ Ιωάν. 9-11).
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
ΤΕΥΧΗ 31-34
πηγη/.Ι.Μ.ΠΑΝΤΟΚΡΑΤΟΡΟΣ

Πέμπτη, Φεβρουαρίου 08, 2018

Ἡ ἀντιμετώπιση τῶν ἀσθενειῶν Ἅγιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος


Ὅλα δίνονται ἀπὸ τὸ Θεό. Καὶ ὅλα δίνονται γιὰ τὴ σωτηρία μας. Μ’ αὐτὴ τὴ σκέψη νὰ δεχθεῖς κι ἐσὺ τὴν ἀσθένειά σου, εὐχαριστώντας τὸ Θεό, ποὺ φροντίζει γιὰ τὴ σωτηρία σου. 

Τώρα, τὸ πῶς συντελεῖ στὴ σωτηρία μας ὁτιδήποτε παραχωρεῖ ὁ Κύριος, μόνο Ἐκεῖνος τὸ γνωρίζει. Ἐμεῖς συνήθως δὲν μποροῦμε νὰ τὸ ἀντιληφθοῦμε. 

Στέλνει λ.χ. μία συμφορὰ ἄλλοτε γιὰ νὰ μᾶς παιδαγωγήσει, ἄλλοτε γιὰ νὰ μᾶς ἀφυπνίσει πνευματικά, ἄλλοτε γιὰ νὰ μᾶς γλυτώσει ἀπὸ ἕνα μεγαλύτερο κακό, ἄλλοτε γιὰ νὰ μᾶς αὐξήσει τὸν οὐράνιο μισθό, ἄλλοτε γιὰ νὰ μᾶς ἀπαλλάξει ἀπὸ κάποιο πάθος κ.ο.κ. 

Ἐσύ, λοιπόν, ν’ ἀναλογίζεσαι τὶς ἁμαρτίες σου καὶ νὰ λές: «Δόξα σ’ Ἐσένα, Κύριε, ποὺ μὲ τιμωρεῖς δίκαια!». Νὰ συλλογίζεσαι ὅτι πρωτύτερα εἶχες ξεχάσει τὸ Θεὸ καὶ νὰ λές: «Δόξα σ’ Ἐσένα, Κύριε, πού μοῦ ἔδωσες ἀφορμὴ καὶ γνώση γιὰ νὰ Σὲ θυμᾶμαι συχνά!». Νὰ σκέφτεσαι ὅτι, ἂν ἤσουν ὑγιής, πιθανότατα δὲν θὰ ἔκανες τὸ καλό, καὶ νὰ λές: «Δόξα σ’ Ἐσένα, Κύριε, ποὺ μ’ ἐμπόδισες ἀπὸ τὴν ἁμαρτία!». Ἂν ἀντιμετωπίζεις μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο καὶ μ’ αὐτὲς τὶς σκέψεις τὴν ἀσθένειά σου, τὸ φορτίο σου θὰ γίνει πολὺ ἐλαφρό.

Ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος, μολονότι οἱ ἀσθένειες παραχωροῦνται ἀπὸ τὸ Θεό, ἡ φροντίδα γιὰ τὴ θεραπεία δὲν εἶναι ἁμαρτία. Γιατί τόσο ἡ ἰατρικὴ ἐπιστήμη ὅσο καὶ τὰ φάρμακα εἶναι δῶρα κι αὐτὰ τοῦ Θεοῦ στὸ ἀνθρώπινο γένος. Καταφεύγοντας, λοιπόν, στοὺς γιατρούς, πάλι στὸ Θεὸ καταφεύγουμε.

Μέσ’ ἀπὸ τὴν ἀρρώστια ἂς μαθαίνουμε καὶ ἂς ἀποκτοῦμε τὴν ταπείνωση, τὴν ὑπομονή, τὴ γενναιοψυχία, τὸ αἴσθημα τῆς εὐγνωμοσύνης πρὸς τὸ Θεό. Ἀνθρώπινη, βέβαια, εἶναι ἡ ἀνυπομονησία, ἡ λιποψυχία. Μόλις, ὅμως, ἐμφανιστεῖ, πρέπει νὰ τὴ διώχνουμε. 

Ὅλες οἱ δύσκολες καταστάσεις ἔχουν ἕνα βάρος, αὐτὸ ποὺ πρέπει νὰ σηκώσουμε, αὐτὸ ποὺ πρέπει νὰ ὑπομείνουμε. Χωρὶς βάρος, δὲν μποροῦμε νὰ μιλᾶμε γιὰ ὑπομονή. Πάντως, ἡ ἐπιθυμία ἀπαλλαγῆς ἀπὸ τὸ βάρος δὲν εἶναι ἐφάμαρτη. Εἶναι φυσικὴ ἀνάγκη τῆς ψυχῆς. Ἁμαρτία διαπράττουμε, ὅταν, ἀπὸ τὴ φυσικὴ αὐτὴ ἀνάγκη, ὁδηγούμαστε στὴν ἀδημονία καὶ τὸν γογγυσμό. Ἂν νιώσεις μέσα σου κάτι τέτοιο, ἀπομάκρυνέ το ἀμέσως, εὐχαριστώντας τὸν Θεό.

Ἂν ἀρρωστήσατε ἀπὸ ὑπαιτιότητά σας, μετανοῆστε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ ζητῆστε Του συγχώρηση, ἐπειδὴ δὲν φυλάξατε τὸ δῶρο τῆς ὑγείας, τὸ δῶρο ποὺ Ἐκεῖνος σᾶς πρόσφερε. Ἂν πάλι ἡ ἀρρώστια σᾶς παραχωρήθηκε ἀπὸ τὸν Κύριο -γιατί τυχαία τίποτα δὲν γίνεται-, εὐχαριστῆστε Τον ἐγκάρδια. Καὶ ἡ ἀρρώστια, βλέπετε, εἶναι θεῖο δῶρο, γιατί ταπεινώνει, μαλακώνει τὴν ψυχὴ καὶ ἀπαλλάσσει ἀπὸ τὶς πολλὲς μέριμνες.



Πῶς νὰ προσευχόμαστε, ὅταν εἴμαστε ἄρρωστοι;

Δὲν ἁμαρτάνουμε, ὅταν ζητᾶμε ἀπὸ τὸ Θεὸ νὰ μᾶς θεραπεύσει. Κάθε φορὰ ποὺ τὸ ζητᾶμε, ὅμως, ἂς προσθέτουμε καὶ τὴ φράση: «ἂν εἶναι θέλημά Σου, Κύριε!». Ὅταν ὑποτασσόμαστε ὁλοκληρωτικὰ στὸ θεῖο θέλημα καὶ δεχόμαστε τὸ καθετὶ ὡς θεία εὐεργεσία, τότε καὶ ἡ ψυχὴ μας παραμένει εἰρηνικὴ καὶ ὁ Θεὸς γίνεται πιὸ ἐλεητικὸς ἀπέναντί μας. Ἔτσι μᾶς χαρίζει εἴτε τὴν ὑγεία εἴτε, τουλάχιστον, παρηγοριὰ καὶ παράκληση μέσα στὸν πόνο

πηγή

Κυριακή, Ιανουαρίου 14, 2018

Το πνεύμα της Αποστασίας στους έσχατους καιρούς κατά την ερμηνεία του Αγίου Επισκόπου Θεοφάνους του Εγκλείστου


Ο Απόστολος ὁμιλεῖ σαφῶς περὶ τῆς Ἀποστασίας, ἡ ὁποία θὰ συμβῆ στὶς ἔσχατες ἡμέρες, πρὶν ἀπὸ τὴν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου. Περὶ αὐτῆς ἀναφέρεται καὶ σὲ ἄλλες Ἐπιστολές του.
Στὴν Πρώτη πρὸς Τιμόθεον γράφει: «Τὸ δὲ Πνεῦμα ῥητῶς λέγει ὅτι ἐν ὑστέροις καιροῖς ἀποστήσονταί τινες τῆς πίστεως, προσέχοντες πνεύμασι πλάνοις καὶ διδασκαλίαις δαιμονίων» (Α’ Τιμ. δ’ 1). Ὁμοίως γράφει ὁ αὐτὸς στὴν Β’ Τιμ. γ’ 1 καὶ ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Πέτρος στὴν Β’ Πέτρ. γ’ 1.
Ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Ἰούδας μαρτυρεῖ, ὅτι ὅλοι οἱ Ἀπόστολοι ὡμίλησαν περὶ αὐτοῦ μὲ τὸν ἴδιο τρόπο: «Μνήσθητε τῶν ρημάτων τῶν προειρημένων ὑπὸ τῶν ἀποστόλων καὶ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅτι ἔλεγον ὑμῖν ὅτι ἐν ἐσχάτῳ χρόνῳ ἔσονται ἐμπαῖκται κατὰ τὰς ἑαυτῶν ἐπιθυμίας πορευόμενοι τῶν ἀσεβειῶν. Οὗτοί εἰσιν οἱ ἀποδιορίζοντες, ψυχικοί, Πνεῦμα μὴ ἔχοντες» (Ἰούδ. 17—19).
Καὶ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος προεῖπε, ὅτι στὸ τέλος τοῦ κόσμου «πολλοὶ ψευδοπροφῆται ἐγερθήσονται καὶ πλανήσουσι πολλούς, καὶ διὰ τὸ πληθυνθῆναι τὴν ἀνομίαν ψυγήσεται ἡ ἀγάπη τῶν πολλῶν» (Ματθ. κδ’ 11—12), καὶ ὅτι ὅταν θὰ ἔλθη «ἆρα εὑρήσει τὴν πίστιν ἐπὶ τῆς γῆς;» (Λουκ. ιη’ 8).
Σύμφωνα μὲ αὐτὲς τὶς διαβεβαιώσεις, διαγράφεται στὸν νοῦ μας μία ἐντελῶς ἀπογοητευτικὴ εἰκόνα τῆς ἠθικοθρησκευτικῆς καταστάσεως τῶν ἀνθρώπων τοῦ ἐσχάτου καιροῦ. Τὸ Εὐαγγέλιο θὰ εἶναι γνωστὸ σὲ ὅλους. Καὶ ἕνα μὲν μέρος τοῦ κόσμου θὰ μείνη στὴν ἀπιστία, τὸ ἄλλο δὲ μέρος θὰ δημιουργήση κυρίως αἱρέσεις, ποὺ δὲν θὰ ἀκολουθοῦν τὴν θεοπαράδοτη διδασκαλία καὶ θὰ κτίζουν μία δική τους πίστι βασισμένη στὴν δική τους φαντασία, ἄν καὶ [φαινομενικὰ στηριγμένη] στὴν βάσι τῶν λόγων τῆς Ἁγίας Γραφῆς.
Αὐτὲς οἱ αὐτο-επινοημένες πίστεις θὰ γίνωνται ἀναρίθμητες. Τὴν ἀρχή τους ἔθεσε ὁ Πάπας. Συνέχισαν τὸ ἔργο του ὁ Λούθηρος καὶ ὁ Καλβῖνος. Τὸ θεμέλιο, τὸ ὁποῖο ἔθεσαν αὐτοί, τὴν προσωπικὴ δηλαδὴ ἐπίτευξι τῆς πίστεως μόνον ἐπὶ τῆς Γραφῆς, ἔδωσε ἰσχυρὴ ὤθησι γιὰ τὴν ἐπινόησι πίστεων.
Καὶ τώρα [δεύτερο μισὸ τοῦ ΙΘ’ αἰ.] ὑπάρχουν πάρα πολλὲς Ὁμολογίες, οἱ ὁποῖες θὰ γίνουν περισσότερες. Κάθε κράτος θὰ ἔχη τὴν δική του πίστι, ὕστερα κάθε νομός, κάθε πόλις καὶ στὸ τέλος πιθανὸν κάθε μυαλὸ θὰ ἔχη τὴν δική του ὁμολογία. Διότι ὅταν οἱ ἄνθρωποι δὲν δέχωνται τὴν θεοπαράδοτη πίστι, φτιάχνουν τὴν δική τους, διαφορετικὰ δὲν γίνεται.
Καὶ ὅλοι θὰ ὀνομάζωνται «Χριστιανοί». Ἕνα μόνον μέρος θὰ κρατήση τὴν γνήσια πίστι, ὅπως τὴν παρέδωσαν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι καὶ τὴν διατηρεῖ ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία. Ἀλλὰ καὶ ἀπὸ αὐτοὺς οἱ περισσότεροι θὰ εἶναι Ὀρθόδοξοι μόνον κατ΄ ὄνομα. Στὴν καρδιά τους ὅμως δὲν θὰ ἔχουν τὴν τάξι (κατάστασι/διάθεσι), τὴν ὁποίαν ἀπαιτεῖ ἡ πίστις, διότι θὰ ἔχουν ἀγαπήσει τὸν παρόντα αἰῶνα. Αὐτὸς θὰ εἶναι ὁ εὐρύτατος χῶρος τῆς ἀποστασίας.
Παντοῦ θὰ εἶναι ἀκουστὸ τὸ ὄνομα Χριστιανός. Παντοῦ θὰ ὑπάρχουν Ναοὶ καὶ ἱερὲς Ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ ὅλα αὐτὰ θὰ εἶναι μόνον στὴν ἐπιφάνεια. Ἐντὸς αὐτῶν θὰ ὑπάρχη τελεία ἀποστασία. Στὸ ἔδαφος αὐτὸ θὰ γεννηθῆ καὶ θὰ αὐξηθῆ ὁ Ἀντίχριστος, μὲ τὸ πνεῦμα τῆς ἐπιφανειακότητος, χωρὶς τὴν οὐσία τοῦ πράγματος.
(…) ΔΕΝ θὰ τοποθετήσουν τὴν εἰκόνα τοῦ Θηρίου καὶ στοὺς ναούς; Ἐννοεῖται, ὅτι ἐφ΄ ὅσον θὰ γίνη εὐρυτάτη ἀποστασία ἀπὸ τὸν Χριστιανισμό, μαζὶ μὲ τοὺς Χριστιανοὺς θὰ καταλάβουν καὶ τοὺς ναούς, ὥστε σὲ αὐτοὺς θὰ εἶναι ἀδύνατον πλέον νὰ παραμείνη ἡ τάξις καὶ ἡ κατάστασις τῶν Χριστιανῶν. Ἑπομένως, θὰ τοποθετήσουν κάτι νέο, σύμφωνα μὲ τὸ πνεῦμα τοῦ νέου θεοῦ. Καὶ πρῶτα ἀπ΄ ὅλα τοῦτο σημαίνει τὴν ἐνθρόνισι τοῦ Ἀντιχρίστου στὸν ναό. Ὅπου αὐτὸς θὰ ἐμφανισθῆ προσωπικῶς, ἐκεῖ καὶ θὰ ἐνθρονισθῆ σὰν θεός.
«Μή τις ὑμᾶς ἐξαπατήσῃ κατὰ μηδένα τρόπον, ὅτι ἐὰν μὴ ἔλθῃ
ἡ ἀποστασία πρῶτον καὶ ἀποκαλυφθῇ ὁ ἄνθρωπος τῆς ἁμαρτίας, ὁ υἱὸς τῆς ἀπωλείας, ὁ ἀντικείμενος καὶ ὑπεραιρόμενος ἐπὶ πάντα λεγόμενον Θεὸν ἤ σέβασμα, ὥστε αὐτὸν εἰς τὸν ναὸν τοῦ Θεοῦ καθίσαι, ἀποδεικνύντα ἑαυτὸν ὅτι ἐστὶ Θεός»
(Β’ Θεσ. β’ 3—4)
(*) Μετάφρασις ἀπὸ τὸ ρωσικὸ πρωτότυπο: Ἐπισκόπου Θεοφάνους, Ἑρμνηνεία Ἐπιστολῶν Ἁγίου Ἀποστόλου Παύλου Πρὸς Φιλιππησίους καὶ Θεσσαλονικεῖς Α’ καὶ Β’, β’ ἔκδοσις, Μόσχα 1895, σελ. 491-492, 497.

Τρίτη, Σεπτεμβρίου 19, 2017

Τὸ πνεῦμα τῆς Ἀποστασίας στοὺς ἐσχάτους καιροὺς κατὰ τὴν ἑρμηνεία τοῦ Ἁγίου Ἐπισκόπου Θεοφάνους τοῦ Ἐγκλείστου.

Τὸ πνεῦμα τῆς Ἀποστασίας στοὺς ἐσχάτους καιροὺς κατὰ τὴν ἑρμηνεία τοῦ Ἁγίου Ἐπισκόπου Θεοφάνους τοῦ Ἐγκλείστου.

Ο Απόστολος ὁμιλεῖ σαφῶς περὶ τῆς Ἀποστασίας, ἡ ὁποία θὰ συμβῆ στὶς ἔσχατες ἡμέρες, πρὶν ἀπὸ τὴν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου. Περὶ αὐτῆς ἀναφέρεται καὶ σὲ ἄλλες Ἐπιστολές του. Στὴν Πρώτη πρὸς Τιμόθεον γράφει: «Τὸ δὲ Πνεῦμα ῥητῶς λέγει ὅτι ἐν ὑστέροις καιροῖς ἀποστήσονταί τινες τῆς πίστεως, προσέχοντες πνεύμασι πλάνοις καὶ διδασκαλίαις δαιμονίων» (Α’ Τιμ. δ’ 1). Ὁμοίως γράφει ὁ αὐτὸς στὴν Β’ Τιμ. γ’ 1 καὶ ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Πέτρος στὴν Β’ Πέτρ. γ’ 1.

Ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Ἰούδας μαρτυρεῖ, ὅτι ὅλοι οἱ Ἀπόστολοι ὡμίλησαν περὶ αὐτοῦ μὲ τὸν ἴδιο τρόπο: «Μνήσθητε τῶν ρημάτων τῶν προειρημένων ὑπὸ τῶν ἀποστόλων καὶ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅτι ἔλεγον ὑμῖν ὅτι ἐν ἐσχάτῳ χρόνῳ ἔσονται ἐμπαῖκται κατὰ τὰς ἑαυτῶν ἐπιθυμίας πορευόμενοι τῶν ἀσεβειῶν. Οὗτοί εἰσιν οἱ ἀποδιορίζοντες, ψυχικοί, Πνεῦμα μὴ ἔχοντες» (Ἰούδ. 17—19).

Καὶ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος προεῖπε, ὅτι στὸ τέλος τοῦ κόσμου «πολλοὶ ψευδοπροφῆται ἐγερθήσονται καὶ πλανήσουσι πολλούς, καὶ διὰ τὸ πληθυνθῆναι τὴν ἀνομίαν ψυγήσεται ἡ ἀγάπη τῶν πολλῶν» (Ματθ. κδ’ 11—12), καὶ ὅτι ὅταν θὰ ἔλθη «ἆρα εὑρήσει τὴν πίστιν ἐπὶ τῆς γῆς;» (Λουκ. ιη’ 8).

Σύμφωνα μὲ αὐτὲς τὶς διαβεβαιώσεις, διαγράφεται στὸν νοῦ μας μία ἐντελῶς ἀπογοητευτικὴ εἰκόνα τῆς ἠθικοθρησκευτικῆς καταστάσεως τῶν ἀνθρώπων τοῦ ἐσχάτου καιροῦ. Τὸ Εὐαγγέλιο θὰ εἶναι γνωστὸ σὲ ὅλους. Καὶ ἕνα μὲν μέρος τοῦ κόσμου θὰ μείνη στὴν ἀπιστία, τὸ ἄλλο δὲ μέρος θὰ δημιουργήση κυρίως αἱρέσεις, ποὺ δὲν θὰ ἀκολουθοῦν τὴν θεοπαράδοτη διδασκαλία καὶ θὰ κτίζουν μία δική τους πίστι βασισμένη στὴν δική τους φαντασία, ἄν καὶ [φαινομενικὰ στηριγμένη] στὴν βάσι τῶν λόγων τῆς Ἁγίας Γραφῆς.

Αὐτὲς οἱ αὐτο-επινοημένες πίστεις θὰ γίνωνται ἀναρίθμητες. Τὴν ἀρχή τους ἔθεσε ὁ Πάπας. Συνέχισαν τὸ ἔργο του ὁ Λούθηρος καὶ ὁ Καλβῖνος. Τὸ θεμέλιο, τὸ ὁποῖο ἔθεσαν αὐτοί, τὴν προσωπικὴ δηλαδὴ ἐπίτευξι τῆς πίστεως μόνον ἐπὶ τῆς Γραφῆς, ἔδωσε ἰσχυρὴ ὤθησι γιὰ τὴν ἐπινόησι πίστεων.

Καὶ τώρα [δεύτερο μισὸ τοῦ ΙΘ’ αἰ.] ὑπάρχουν πάρα πολλὲς Ὁμολογίες, οἱ ὁποῖες θὰ γίνουν περισσότερες. Κάθε κράτος θὰ ἔχη τὴν δική του πίστι, ὕστερα κάθε νομός, κάθε πόλις καὶ στὸ τέλος πιθανὸν κάθε μυαλὸ θὰ ἔχη τὴν δική του ὁμολογία. Διότι ὅταν οἱ ἄνθρωποι δὲν δέχωνται τὴν θεοπαράδοτη πίστι, φτιάχνουν τὴν δική τους, διαφορετικὰ δὲν γίνεται.

Καὶ ὅλοι θὰ ὀνομάζωνται «Χριστιανοί». Ἕνα μόνον μέρος θὰ κρατήση τὴν γνήσια πίστι, ὅπως τὴν παρέδωσαν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι καὶ τὴν διατηρεῖ ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία. Ἀλλὰ καὶ ἀπὸ αὐτοὺς οἱ περισσότεροι θὰ εἶναι Ὀρθόδοξοι μόνον κατ΄ ὄνομα. Στὴν καρδιά τους ὅμως δὲν θὰ ἔχουν τὴν τάξι (κατάστασι/διάθεσι), τὴν ὁποίαν ἀπαιτεῖ ἡ πίστις, διότι θὰ ἔχουν ἀγαπήσει τὸν παρόντα αἰῶνα. Αὐτὸς θὰ εἶναι ὁ εὐρύτατος χῶρος τῆς ἀποστασίας.

Παντοῦ θὰ εἶναι ἀκουστὸ τὸ ὄνομα Χριστιανός. Παντοῦ θὰ ὑπάρχουν Ναοὶ καὶ ἱερὲς Ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ ὅλα αὐτὰ θὰ εἶναι μόνον στὴν ἐπιφάνεια. Ἐντὸς αὐτῶν θὰ ὑπάρχη τελεία ἀποστασία. Στὸ ἔδαφος αὐτὸ θὰ γεννηθῆ καὶ θὰ αὐξηθῆ ὁ Ἀντίχριστος, μὲ τὸ πνεῦμα τῆς ἐπιφανειακότητος, χωρὶς τὴν οὐσία τοῦ πράγματος.

(...) ΔΕΝ θὰ τοποθετήσουν τὴν εἰκόνα τοῦ Θηρίου καὶ στοὺς ναούς; Ἐννοεῖται, ὅτι ἐφ΄ ὅσον θὰ γίνη εὐρυτάτη ἀποστασία ἀπὸ τὸν Χριστιανισμό, μαζὶ μὲ τοὺς Χριστιανοὺς θὰ καταλάβουν καὶ τοὺς ναούς, ὥστε σὲ αὐτοὺς θὰ εἶναι ἀδύνατον πλέον νὰ παραμείνη ἡ τάξις καὶ ἡ κατάστασις τῶν Χριστιανῶν. Ἑπομένως, θὰ τοποθετήσουν κάτι νέο, σύμφωνα μὲ τὸ πνεῦμα τοῦ νέου θεοῦ. Καὶ πρῶτα ἀπ΄ ὅλα τοῦτο σημαίνει τὴν ἐνθρόνισι τοῦ Ἀντιχρίστου στὸν ναό. Ὅπου αὐτὸς θὰ ἐμφανισθῆ προσωπικῶς, ἐκεῖ καὶ θὰ ἐνθρονισθῆ σὰν θεός.

«Μή τις ὑμᾶς ἐξαπατήσῃ κατὰ μηδένα τρόπον, ὅτι ἐὰν μὴ ἔλθῃ
ἡ ἀποστασία πρῶτον καὶ ἀποκαλυφθῇ ὁ ἄνθρωπος τῆς ἁμαρτίας, ὁ υἱὸς τῆς ἀπωλείας, ὁ ἀντικείμενος καὶ ὑπεραιρόμενος ἐπὶ πάντα λεγόμενον Θεὸν ἤ σέβασμα, ὥστε αὐτὸν εἰς τὸν ναὸν τοῦ Θεοῦ καθίσαι, ἀποδεικνύντα ἑαυτὸν ὅτι ἐστὶ Θεός»
(Β’ Θεσ. β’ 3—4)

(*) Μετάφρασις ἀπὸ τὸ ρωσικὸ πρωτότυπο: Ἐπισκόπου Θεοφάνους, Ἑρμνηνεία Ἐπιστολῶν Ἁγίου Ἀποστόλου Παύλου Πρὸς Φιλιππησίους καὶ Θεσσαλονικεῖς Α’ καὶ Β’, β’ ἔκδοσις, Μόσχα 1895, σελ. 491-492, 497.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...