Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Απόψεις περί του Ιησού Χριστού. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Απόψεις περί του Ιησού Χριστού. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή, Απριλίου 22, 2012

Θεόδωρος Ι. Ζιάκας: Η γνώμη μου για το Χριστό


Εμπειρία Απουσίας



Το ερώτημα του παρόντος τόμου το δέχτηκα σαν επαχθή πρόκληση: «Να διατυπώσω τη γνώμη μου για τον Χριστό». Ποια γνώμη;

Θεωρίες για τον χριστιανισμό, όπως και γνώμες για τις θεωρίες άλλων, έχω. Και μάλιστα αρκετά επεξεργασμένες, όπως εναβρύνομαι πολλές φορές να αυταπατώμαι. Είμαι από τους ανθρώπους που πιστεύουν στην αξία των θεωριών. Νομίζω ότι είναι απαραίτητες για κάθε κοινωνική σύμπραξη. Ξέρω όμως ότι δεν έχουν σχέση με τον χώρο της προσωπικά βιωμένης αλήθειας. Αλλά αν πρόκειται να δώσω εδώ μια «προσωπική» απάντηση, μια «βιωμένη αλήθεια», τι αξία θα μπορούσε να έχει αυτή για τον αναγνώστη; Πιστεύω καμία. Αν μάθει κάτι από την απάντησή μου, αυτό φυσικά δεν θα αφορά τον Χριστό, αλλά αυτόν που μιλά για τον Χριστό. Επομένως: Γιατί να κοινοποιήσω την απάντησή μου, αν η πρόθεσή μου δεν είναι ναρκισσική; Αλλά αν την κρατήσω για τον εαυτό μου αναιρείται το διαβλητόν της προθέσεως;

Θα ξεφύγω από την αντίφαση επικαλούμενος: α) Την αδυναμία μου να πω όχι στον Εκδότη, αφού η ιδέα της συμμετοχής μου ήταν του παιδικού μου φίλου και σεβαστού π. Δημητρίου Τσέρπου. β) Το ενδεχόμενο να είναι λάθος ο συλλογισμός μου (δεν θεωρώ τον εαυτό μου αλάθητο). γ) Το γεγονός ότι δεν είναι δυνατόν όλοι όσοι θα συμμετάσχουν να είναι λιγότερο σοφοί και περισσότερο ιδιοτελείς από μένα.
Πηγές

Ξέρω ότι ο Χριστός γεννήθηκε στην Παλαιστίνη. Ανέπτυξε μια διδασκαλία με άξονα την Αγάπη. Αλλά σε αντίθεση με τους κανονικούς δασκάλους πρώτα έπραττε και μετά δίδασκε. Συγχρόνως θεράπευε τους ανθρώπους που ζητούσαν τη βοήθειά του. Οι συναναστροφές του, ωστόσο, θεωρούνταν πολύ επιλήψιμες: Τελώνες και πόρνες. Και όχι οι καθώς πρέπει Γραμματείς και Φαρισαίοι. 

Το κατεστημένο ενοχλούνταν πολύ από τη δράση του. Αυτός όμως δεν έβαζε νερό στο κρασί του. Όταν πια πήγαινε να εδραιωθεί η φήμη ότι ήταν ο αναμενόμενος Βασιλιάς-Μεσσίας, τότε η πνευματική ηγεσία του τόπου σκηνοθέτησε μια δίκη-παρωδία και τον καταδίκασε σε θάνατο. Συμφέρει, είπαν, να χαθεί ένας αθώος, αντί για ολόκληρο το έθνος. Έκριναν ότι θα ήταν ασύνετο ν’ αφήσουν μια τόσο επικίνδυνη φήμη να φτάσει στ’ αυτιά της υπερδύναμης. Και τον παρέπεμψαν στον Πιλάτο. Τρεις μέρες μετά τον ατιμωτικό του θάνατο στον σταυρό, για τον οποίο λαός και ηγεσία κρίνονται συνυπεύθυνοι, ο Ιησούς ανέστη εκ νεκρών. Και είχε αρκετές επαφές με τους φίλους και μαθητές της διδασκαλίας του, στο διάστημα ως την Ανάληψή του. Η μαρτυρία των Μαθητών για τον Χριστό στοίχειωσε Εκκλησία στους αιώνες. Η Εκκλησία μετέφερε την ιστορία του από γενιά σε γενιά, μέχρις εμένα που την επαναλαμβάνω εδώ αυτή τη στιγμή. 

Πριν τη δω γραμμένη σε βιβλία, τη μαρτυρία για τον Χριστό, την είχα ακούσει από την αγράμματη γιαγιά μου κι από τη μάννα μου, που είχε βγάλει μόνο το δημοτικό. Τη γνώριζα, λοιπόν, από παιδί. Μέσα από λόγια ζυμωμένα σε τρόπο ζωής. 

Μικρός δεν ήμουν βέβαια κανένα λουλούδι. Αντιφατικές παρορμήσεις με έσπρωχναν μια κατά δω και μια κατά κει, προξενώντας ουκ ολίγες λαχτάρες στους δικούς μου. Διέγνωσαν μάλιστα ότι είχα σμπούρα και με πήγαν στον τοπικό Μάγο να μου την κόψει. Δεν πρέπει να πέτυχε και πολλά πράγματα, αφού μέχρι να βγάλω το γυμνάσιο εξακολουθούσα να χάνω τον προσανατολισμό μου και η Διαγωγή μου να παραμένει μονίμως χαλασμένη. Εσωτερικές δυνάμεις άγνωστες και σκοτεινές την έκαναν τη ζημιά. Αλλά διόλου ξένες προς αυτό που πάντοτε είμαι, αφού παραμένω ακόμη υπόλογος για τις αφύσικες εκδηλώσεις τους. 

Συγχρόνως μου άρεσε ο ρόλος του «έμμισθου νεωκόρου» στην εκκλησιά μας και βοηθού του Παπαγιάννη στα σαρανταλείτουργα, που δεν ήταν και λίγα εκείνο τον καιρό. Την εκκλησιά μας την είχε χτίσει ο Ιμπραήμ Καλαντζής, έλεγε η σκαλισμένη στην πέτρα επιγραφή. Το σωτήριον έτος 1774, προς τιμήν του Αγίου Γεωργίου. Την εποχή που ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός όργωνε τη χερσωμένη ηπειρώτικη γη. 

Ένας από τους λόγους της παράξενης νεωκορικής προθυμίας μου ήταν η ανομολόγητη περιέργειά μου να ιδώ τα Πρόσωπα των Αγίων στις καπνισμένες βυζαντινές τοιχογραφίες. Είχα ανακαλύψει ότι λίγο τρίψιμο με λάδι έδιωχνε την κάπνα από τα Πρόσωπα και αυτά αποκαλύπτονταν σχεδόν ζωντανά. Βέβαια γρήγορα επανέρχονταν στην προτέρα κατάσταση, αλλά εγώ πέτυχα έτσι να εξερευνήσω σχεδόν όλα τα άγια Πρόσωπα. Και δεν καταλάβαινα έκτοτε πώς μπορούσαν να ισχυρίζονται μερικοί ότι στη βυζαντινή τέχνη όλα τα Πρόσωπα είναι τα ίδια. Επί πλέον μπορούσα να κάνω και ενδιαφέρουσες συγκρίσεις, γιατί ανάμεσα στα καθήκοντά μου ήταν να ανάβω ανελλιπώς τα καντήλια και στο απόμερο Μοναστήρι μας. Σωζόταν μόνο το Καθολικό [=ο κεντρικός ναός]. Είχε χτιστεί την ίδια περίοδο με την εκκλησιά του χωριού μας. 

Ενώ όμως ήταν αφιερωμένο στην Κοίμηση της Θεοτόκου, έφερε το παράξενο όνομα «Ιερά Μονή Αγγελομάχου». Φαίνεται ότι ζούσαν εκεί άνθρωποι που μάχονταν αγγέλους. Μόλις έμπαινες αριστερά έβλεπες πολύ καθαρά, στο ανοιχτό οστεοφυλάκιο, ό,τι είχε απομείνει από τους θεομάχους εκείνους. Οι Άγιοι ήταν εδώ πολύ διαφορετικοί, με στιβαρά μέλη και με ζωηρά χαρωπά χρώματα, με πιο έντονο το κόκκινο. Ο κερκυραίος μάστορας έβλεπε τα ίδια Πρόσωπα από την οπτική γωνία του Ιονίου πελάγους. Μερικές φορές αποξεχνιόμουν. Μ’ έπιανε η νύχτα και μ’ έλουζε κρύος ιδρώτας. Ώσπου ν’ αφήσω τρέχοντας τη ρεματιά είχα πεθάνει από τον φόβο. 

Παράλληλα την έβρισκα να ξεκλειδώνω το παράξενο μπαούλο του πατέρα μου και να εντρυφώ με τις ώρες στους εναποθηκευμένους τόμους του Μεγάλου Συναξαριστή. Έναν έναν τους έφερνε από την Αθήνα, όταν ερχόταν αδειούχος τα καλοκαίρια. Ανακάλυπτα εκεί ότι τα Πρόσωπα που γνώριζα από τους τοίχους της εκκλησιάς, είχαν το καθένα τη δική του συναρπαστική ιστορία. Βαθιά χάραζαν το φαντασιακό μου ο Βίος και η Πολιτεία τους: Μάρτυρες, που προτιμούσαν να τους ρίξουν στα θηρία, αντί να λιβανίσουν την εικόνα του Αυτοκράτορα. Προτιμούσαν να τους ξεσχίζουν στον τροχό, παρά να φάνε ένα κοψίδι από τα ειδωλόθυτα και να αρνηθούν τον Χριστό. Βεβαίωναν έτσι, με την ίδια τη ζωή τους, τη μαρτυρία για το Πρόσωπο του Χριστού. 

Αν τα αναφέρω όλα αυτά, με τόση λεπτομέρεια, είναι γιατί από πολύ μικρός συνοδεύουν μέσα μου τον σχηματισμό ενός «εγώ», εντελώς διαφορετικού απ’ αυτά που κοψοχόλιαζαν τη μάνα μου και μου κόστιζαν κάθε φορά το ξύλο της χρονιάς μου. Σε αντίθεση με τον αλλοπρόσαλλο χαρακτήρα των υπολοίπων «εγώ», αυτό εδώ ήταν ήρεμο και σταθερό. Καθαρό στα κριτήριά του και προειδοποιητικό, μπρος σε κάθε επικείμενη ανοησία. Ο χαρακτήρας του όμως ήταν παθητικός. Δεν ήταν σε θέση να αντιρροπήσει τα άλλα και χανόταν μέσα στην ταραχή που αυτά δημιουργούσαν.  Στις κρίσιμες όμως καμπές της μετέπειτα ζωής μου, όταν όλα τα άλλα με εγκατέλειπαν, αυτό έμενε στη θέση του, για να με στηρίξει και να με βοηθήσει να πάρω μια ψύχραιμη απόφαση. Το ανέφερα ως «ένα εγώ», γιατί ήταν «κάτι» που είχε τον δικό του λόγο, τη δική του μνήμη και τις δικές του προσδοκίες για μένα. Δεν είχε όμως κανένα συγκεκριμένο σχέδιο να προτείνει. Όταν καμιά φορά, που βρισκόμουν σε αμηχανία και κατάθλιψη, έπαιρνε τον έλεγχο των συνειρμών, μου πρότεινε απλώς ένα ονειρικό κολλάζ από τις ηρωικές ιστορίες που το εμψύχωναν. Η ευθύνη, για το τι θα κάνω και πώς θα το κάνω, δεν ήταν δική του. Ήταν δική μου. Αλλά ποιος είμαι «Εγώ»; Δυστυχώς το ερώτημα περιμένει ακόμη την απάντησή του. 

Μου είναι εντελώς κατανοητή σήμερα η φύση του παιδικού «εγώ», που μόλις περιέγραψα. Πρόκειται για την κρυστάλλωση μέσα στην προσωπικότητά μου ενός ψυχικού «κέντρου έλξης», από επιρροές των οποίων η μοναδική πηγή ήτανένα απών Πρόσωπο: το Πρόσωπο του Χριστού.
Η «αλλαγή του κόσμου»

Η πρώτη μεγάλη προσωπική επιλογή μου ήταν «να δώσω τη ζωή μου για τον κομμουνισμό». 

Με την επιλογή αυτή, το ’65-66, στράφηκα εναντίον του χριστιανισμού και τον «απέρριψα». Τα επιχειρήματα του Μαρξ, ότι η θρησκεία είναι «το όπιο του λαού», η «ανάσα της καταπιεζόμενης μάζας», η δόλια παρηγοριά στον δούλο για να υπομένει αγόγγυστα τον ζυγό του, με άγγιξαν «σε ό,τι είχα πιο βαθύ». Στο μέτρο μάλιστα που έβλεπα να εμψυχώνουν ένα παγκόσμιο ηρωικό κίνημα, για την «αλλαγή του κόσμου», - την απελευθέρωση των λαών και την αταξική κοινωνία,- δεν μου άφηναν καμιά απολύτως λογική αμφιβολία. 

Φυσικά δεν χρειάζονταν τα μαρξιστικά επιχειρήματα για να αντιληφθώ τη μικρόνοια, την υποκρισία και την ιδιοτέλεια των εκπροσώπων της μετεμφυλιακής ελλαδικής Εκκλησίας. Ή την πραγματική αξία που είχαν οι μεγαλοσταυροί και τα κηρύγματα των καθεστωτικών θρησκευομένων. Αυτά τα διέκρινα κι από μόνος μου. Και ήμουν ήδη βέβαιος ότι δεν είχαν καμία σχέση με τον Χριστό. Ήξερα ότι ο Χριστός δεν είχε καμία ευθύνη για όλα αυτά. Ήρθε και η «Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών» και το πράγμα έδεσε από κάθε άποψη. Ο κοινωνικά κυρίαρχος χριστιανισμός κανένα έρεισμα αποδοχής δεν έβρισκε μέσα μου. Έπρεπε να ανατραπεί και να καταστραφεί. Μαζί με ολόκληρο το σύστημα της εθνικής υποτέλειας, της ταξικής εκμετάλλευσης και της καταπίεσης, του οποίου αποτελούσε «εποικοδόμημα». 

Ταλανίστηκα όμως πολύ από μια απειλητική αντίφαση. Κάτω από τη λογικά άψογη συναισθηματική επιλογή μου, δούλευε σαν επίμονο σκουλήκι ο εξής λογισμός: Πώς μπορώ να αποκλείσω την πιθανότητα να υπάρχει Θεός; Κι αν είναι πράγματι ο άτεγκτος σαδιστής που περιγράφουν οι θεολόγοι; Αυτός που τιμωρεί με ανείπωτα βασανιστήρια σε μια αιώνια Κόλαση, όλους εκείνους, που τολμούν να αντιτάσσονται στις εξουσίες, τις εξ αυτού τεταγμένες; Παρέλειψα να αναφέρω ότι μαζί με τον Συναξαριστή, το μπαούλο του πατέρα μου είχε μέσα και αρκετή Ζωη-κή σαβούρα.

Κατέφαγα εκείνη την εποχή τους ατελείωτους τόμους της Ακαδημίας Επιστημών της ΕΣΣΔ, προσπαθώντας να εξαλείψω την απειλητική σκέψη. Με τι βαθιά ικανοποίηση ρούφηξα το βιβλίο του Οπάριν δεν λέγεται. Αποδείκνυε, με ατράνταχτες χημικές εξισώσεις, πώς από την ανόργανη ύλη μπορεί να παραχθεί ζωή αυτόματα, από μόνη της. Σημειωτέον ότι στη Χημεία ήμουν χειρότερος και απ’ τα Λατινικά: δεν καταλάβαινα τίποτα. Θυμάμαι επίσης πόσο συνεπαρμένος ένιωσα με το βιβλίο του Δαρβίνου, για την καταγωγή των ειδών, που αποδείκνυε, πέραν πάσης αμφιβολίας, ότι δεν χρειάζεται καθόλου να υποθέσουμε ότι ο άνθρωπος δημιουργήθηκε από τον Θεό. Αφού μπορεί, κάλλιστα, να προκύψει από τον πίθηκο, δια της εξελίξεως. Απέφευγα όμως να κοιτάξω από πιο κοντά το σκεπτικό των θεολόγων. Μην τυχόν και τα διπλώσω μπρος στον μεταφυσικό φόβο. Κάποια στιγμή διάλεξα τον δρόμο της «ηρωικής εξόδου» από την αντίφαση: Αν είναι να πάω στην Κόλαση, «επειδή θέλω το καλό της ανθρωπότητας», - με την επαναστατική βία κι όχι με το σταυρό στο χέρι, έναν τρόπο οφθαλμοφανώς ατελέσφορο και βολικό μονάχα για τους βασανιστές του ανθρώπου,- ας γίνει. Εγώ θα είμαι εντάξει με τη συνείδησή μου. Ο Άτεγκτος Δικαστής ας χαίρεται τη «δικαιοσύνη» του. Ευχαριστώ για τον Παράδεισό του αλλά δεν θα πάρω. Ήταν για μένα «θέμα αρχής».

Ποια ήταν όμως αυτή η «συνείδηση»; Από πού είχε προκύψει; Πώς μπορούσε ένας «συνειδητός υλιστής» να πιστεύει ότι έχει «συνείδηση»; 

Δεν είχα τότε σαφή ιδέα σε τι αντιστοιχούσε «μέσα μου» η λέξη «συνείδηση». Αρκετά αργότερα άρχισα να αντιλαμβάνομαι ότι δεν ήταν παρά το χριστιανικό «εγώ» των παιδικών μου χρόνων. Και κατά βάθος η εικόνα του Προσώπου του Χριστού και των Μαρτύρων του, η οποία λειτουργούσε, αφανώς, ως πρότυπο για την ενσάρκωση του δικού μου προσώπου. Τότε κατάλαβα και τι ακριβώς ήθελε να πει ο Ντοστογιέφσκι, όταν έγραφε πως ενώ τον έπειθαν τα επιχειρήματα του Μπελίνσκι εναντίον του ιστορικού χριστιανισμού, δεν άγγιζαν καθόλου τον εσωτερικό σεβασμό του προς το Πρόσωπο του Χριστού. Στο τρικυμισμένο φαντασιακό της νεότητάς μου ο φοβερός Θεός – Τιμωρός κι ο επαναστάτης Χριστός της αγάπης και του σταυρού, δεν ήταν το αυτό πρόσωπο. Η επίσημη ευσεβιστική μας παιδεία δεν είχε κατορθώσει να τους ταυτίσει μέσα μου. Βοήθησαν εδώ και ορισμένα κείμενα του πατρινού χριστιανικού αναρχισμού του περασμένου αιώνα. Απ’ όλα είχε το περίφημο μπαούλο. 

Θα έλεγα, για να κάνω και λίγη θεωρία, το εξής: Το παιδικό «χριστιανικό εγώ» πήρε το μέρος μου, όταν εξεγέρθηκα εναντίον του κοινωνικά διεμβαλλόμενου «χριστιανικού υπερεγώ». Χωρίς όμως να μου δίνει και την επίγνωση του ουσιαστικά χριστιανικού χαρακτήρα της ρήξης αυτής. Με άφηνε να νομίζω πως ήταν ο Μαρξ αυτός που με χειραγωγούσε στην ενηλικίωση. 

Επειδή δεν νομίζω ότι αποτελώ καμιά φοβερά σπέσιαλ περίπτωση, καταλήγω να πιστεύω ότι η μεγάλη μάζα των ανιδιοτελών αγωνιστών, που συνεπάρθηκαν από την κομμουνιστική ιδέα, πρέπει να οιστροιλατούνταν από μια ανάλογης υφής συνείδηση. Ένας από τους καλύτερους φίλους και παλιός μου σύντροφος, επιμένει να ισχυρίζεται ότι τον κινούσαν οι αθεϊστικές απελευθερωτικές αξίες του Διαφωτισμού. Βλέποντας όμως το ήθος του, είμαι βέβαιος πως διακρίνω την αφανή παρουσία του χριστιανικού Προσώπου. Την επισκιάζει απλώς η αλλεργία του για τον καθεστωτικό χριστιανισμό και τον κομπλεξικό θεό του.
Η «αλλαγή του εαυτού»

Η στράτευσή μου έλαβε χώρα σε όχι και τόσο ευτυχείς στιγμές για τον κομμουνισμό: Αποκαθήλωση του Στάλιν, ρήξη Κίνας-Σοβιετικής Ένωσης κ.τ.λ. Ακόμα και οι φανατικοί είχαν αρχίσει να υποψιάζονται ότι κάτι δεν πάει καλά με τον υπαρκτό σοσιαλισμό. Άσχετα αν δεν το ομολογούσαν. 

Ο ιστορικός κομμουνισμός δεν ήταν καθόλου στα μάτια μου το άσπιλο και άμωμο δόγμα του δεκάτου ενάτου αιώνα. Από το «παιδομάζωμα» ήξερα και τι κουμάσια ήταν οι αρχηγοί του δικού μας εισαγόμενου, αλλά και ιθαγενούς κομμουνισμού. Την αδελφή της μάνας μου, νεαρό κορίτσι, την είχαν σκοτώσει εν ψυχρώ, επειδή δεν ήθελε να τους ακολουθήσει. Εγώ όμως δεν πήγαινα μ’ «αυτούς», αλλά με τους «άλλους»: εκείνους που μάχονταν για τον «σωστό κομμουνισμό». Δηλαδή με τους ηρωικούς μαχητές του προέδρου Μάο και της Μεγάλης Προλεταριακής Πολιτιστικής Επανάστασης. 

Θυμάμαι, σαν τώρα, την κουβέντα ενός μπάρμπα μου, στο καφενείο της οδού Ζήνωνος πίσω από την Ομόνοια, όπου είχαν το στέκι τους οι συγχωριανοί μας: «Εσύ μωρέ θα σιάξεις τον κομμουνισμό;». Προς Θεού δεν πίστευα κάτι τέτοιο. Κατ’ αρχήν δεν είχα καμιά εγγύηση ότι «θα σιάξει ο κομμουνισμός». Όμως δεν ήταν αυτό που με ενδιέφερε το περισσότερο. Εμένα μου αρκούσε ότι είχα κάνει την «ηρωική επιλογή» της ζωής μου, που «με αποκαθιστούσε στα μάτια μου ως άνθρωπο» και δυσφορούσα απέναντι σε όποιον πήγαινε να μου το χαλάσει. Εντάχθηκα, λοιπόν, ψυχή τε και σώματι, στη μεγάλη προσπάθεια οικοδόμησης του «σωστού επαναστατικού κόμματος», η οποία, λαμβάνοντας υπόψη την αρνητική εμπειρία της ΕΣΣΔ και της Τρίτης Διεθνούς, την πείρα του παγκόσμιου «αντιρεβιζιονιστικού» κινήματος και τη λαμπρή «Σκέψη» του προέδρου Μάο, θα μπορούσε αυτή τη φορά να λύσει το πρόβλημα. 

Πολύ γρήγορα όμως άρχισαν να έρχονται τα οδυνηρά μηνύματα της διάψευσης των προσδοκιών. Και μάλιστα σε συνθήκες παρανομίας. Το «εκ της εμπειρίας όμμα» ξεσκέπαζε αμείλικτα τους ευσεβείς μου πόθους. Επιτυγχάναμε ακριβώς το αντίθετο απ’ αυτό που επιδιώκαμε. Αναπαράγαμε τα ίδια συμπτώματα που μας είχαν απομακρύνει από τους «ρεβιζιονιστές»: την υποκρισία, την εξουσιομανία, τον οπορτουνισμό, τον φραξιονισμό κ.λπ. Ο καθένας μας γινόταν κι από ένας μικρός Στάλιν. Τηρουμένων των αναλογιών οι δικοί μας σταλινίσκοι δεν είχαν και πολλά να ζηλέψουν απ’ αυτούς που είχαμε απορρίψει. Τι έφταιγε λοιπόν; Ποιο ήταν το πρόβλημα; 

Μη νομιστεί ότι ήταν εύκολο να τεθούν τα ερωτήματα αυτά. Όσο εύκολα μπορεί κανείς να λοιδορεί εκ των υστέρων πράγματα και καταστάσεις εκείνης της εποχής, άλλο τόσο δύσκολο και απίστευτα οδυνηρό, ήταν για κάποιον να «σταθεί κριτικά» απέναντι σε όσα αλάθητα θέσπισαν οι Μεγάλοι Πατέρες του κομμουνισμού. Για μένα ήταν μια ψυχική ρήξη πολύ πιο δύσκολη από την προηγούμενη, γιατί σήμαινε την παραδοχή ολοκληρωτικής υπαρξιακής αποτυχίας. Τα είχα ποντάρει όλα στο κόκκινο. Και τα έχανα όλα. Μαζί και τα ναύλα της επιστροφής. Θυμάμαι ότι είχα ήδη προβεί σε συμβολική ανατίναξη των «γεφυρών της επιστροφής», καίγοντας όλα μου τα χαρτιά. (Δυστυχώς και το βιβλιάριο του ΙΚΑ. Μ’ ένα σωρό ένσημα σκληρής δουλειάς στην οικοδομή.) 

Περιττό να επαναλάβω ότι το μόνο που δεν έχασα, ή δεν έκαψα, ήταν το ξεχασμένο μικρό παθητικό «εγώ» των παιδικών μου χρόνων. Κι αυτό ήταν που με έσωσε: Όταν έπεσε η δικτατορία καθίσαμε με τον Άρη Ζεπάτο, φίλο και τέως σύντροφο στην «Οργάνωση», και κάναμε τον απολογισμό. Ανακεφαλαιώνοντας τη δική μας και τη διεθνή εμπειρία, ορίσαμε το πρόβλημα ως «μετασχηματισμό του επαναστατικού υποκειμένου στο αντίθετό του». Το ερώτημα ήταν: γιατί ένα συλλογικό υποκείμενο, που μάχεται για την κατάργηση της εκμετάλλευσης και της κυριαρχίας, είναι καταδικασμένο να τις αναπαραγάγει, αρχίζοντας από τις εσωτερικές του σχέσεις; 

Το συμπέρασμα αυτού του απολογισμού είχε τρία σημεία: α) Δεν μπορείς να αλλάξεις τίποτε, προς το καλύτερο, αν συγχρόνως δεν αλλάζεις ο ίδιος. β) Δεν είναι καθόλου εύκολο να αλλάξεις. Και γ) ο μαρξισμός δεν είχε καμιά θεωρία και πρακτική για το ζήτημα της αυτο-αλλαγής του υποκειμένου της αλλαγής. Ούτε και καμιά άλλη γραμμή σκέψης μέσα στο σύνολο του δυτικού πολιτισμού. 

Δεν μπορείς, λοιπόν, να αλλάξεις τον κόσμο αν δεν μπορείς να αλλάξεις τον εαυτό σου. Το θεώρημα τούτο αναιρούσε ολόκληρη τη μαρξιστική πρόταση ή τουλάχιστον την έβαζε σε παρένθεση. Ποιος με βεβαίωνε ότι η «αλλαγή του κόσμου», που επαγγελόταν ο μαρξισμός, δεν ήταν απλώς η «αλλαγή» που μπορούσε να φανταστεί ένας άνθρωπος, που ήταν ανίκανος να αλλάξει τον εαυτό του; Χωρίς εξωμαρξιστικό αρχιμήδειο στήριγμα ήταν αδύνατο να τεθεί μια τέτοια ερώτηση. Κι αυτό το στήριγμα το είχα. Ανέφερα ήδη ποιο ήταν. 

Από το σημείο αυτό και έπειτα αρχίζει μια δεύτερη μακρά αναζήτηση, προσεχτικότερη τώρα. Στόχος: η ανεύρεση θεωρίας και πρακτικής για την αυτο-αλλαγή του υποκειμένου. 

Για να είχε σωστή αφετηρία μια τέτοια αναζήτηση έπρεπε να ξεκαθαριστεί καλύτερα το πρόβλημα, πράγμα που απαιτούσε κάποιες συνθήκες πειραματισμού: α) Ανθρώπους με αποδεδειγμένα καλές προθέσεις και β) την οργάνωσή τους σε ένα σχήμα που θα επιδιώκει την πραγμάτωση ευγενών επαναστατικών σκοπών. Το πείραμα θα είχε σκοπό να αποκλείσει τη συσκότιση του προβλήματος από τον παράγοντα «κακές προθέσεις». Αν διέψευδε το θεώρημα του «μετασχηματισμού στο αντίθετο» τόσο το καλύτερο. Η διαχείριση της αμφιλογίας αυτής ήταν ένα ειδικό πρόβλημα, αλλά όχι το καθοριστικό. 

Η Μεταπολίτευση ήταν η ιδεώδης συγκυρία για «επαναστατικούς πειραματισμούς». Έτσι η Οργάνωσή μας, ο Προλεταριακός Αγώνας, φτιάχτηκε σχετικά εύκολα και εργάστηκε εντατικά επί δύο χρόνια, με άξονα δράσης την υποστήριξη του εργοστασιακού συνδικαλισμού, που όντας ακόμη στην αρχή του, δεν είχε προλάβει να καπελωθεί από τα κόμματα. Το πείραμα επαλήθευσε το θεώρημα για τον αναπότρεπτο «μετασχηματισμό στο αντίθετο». Τα ίδια φαινόμενα παρατηρήθηκαν, αλλά σε ήπια ένταση, λόγω των ελεγχόμενων συνθηκών «οικοδόμησης». Σκεφθείτε ότι διασπαστήκαμε χωρίς να βγάλουμε μαχαίρια. Λέγοντας απλώς «καληνύχτα».

Τίποτα δεν με δέσμευε, εν συνεχεία, στην αναζήτηση των δυνατοτήτων «αλλαγής του εαυτού». Φόρτωσα τις πολιτικές μου σκοτούρες στο ΠΑΣΟΚ και πήρα τον καινούργιο δρόμο προς το άγνωστο. Έψαξα στη σύγχρονη ψυχολογία. Είχα ήδη κάποια προπαίδεια, καθώς είχα αρχίσει από τον Β. Ράϊχ, την εποχή που ήταν της μόδας και είχα συνεχίσει με Κ. Γιούγκ. Διαπίστωσα ότι η μοντέρνα ψυχολογία, καθώς ασχολείται μόνο με τον ψυχικά ασθενή, δεν είναι σε θέση να δώσει απαντήσεις. Εδώ χρειαζόταν μια άλλη ψυχολογία, που να ασχολείται με τον υγιή άνθρωπο. Η αναζήτηση μιας τέτοιας ψυχολογίας οδηγεί αναγκαστικά σε συστήματα ανατολικής προελεύσεως, εσωτεριστικά και αποκρυφιστικά. Απ’ όσα μπόρεσα να διεξέλθω το ενδιαφέρον μου συγκέντρωσε το «σύστημα» του μυστηριώδη Έλληνα της Υπερκαυκασίας Γεωργίου Ιβάνοβιτς Γκουρτζίεφ(Γεωργιάδη), το οποίο παρουσιαζόταν, απ’ αυτόν και τους μαθητές του, ακριβώς ως το ζητούμενο σύστημα αυτο-αλλαγής του συνηθισμένου-υγιούς ανθρώπου. 

Το σύστημα αυτό ξεκινούσε από την αναγνώριση της μηχανικότητας του συνηθισμένου ανθρώπου και διατεινόταν ότι έχει ολόκληρο οπλοστάσιο μεθόδων για την υπερνίκησή της. Δυστυχώς όμως για μένα ο προσανατολισμός του ήταν εξωκοινωνικός. Ναι μεν στόχευε στον άνθρωπο που είναι κύριος του εαυτού του, στην «πραγματική ατομικότητα», αλλά την πραγμάτωσή της τη θεωρούσε δυνατή μόνο στο «αστρικό πεδίο» και όχι στις κοινωνικές σχέσεις. Η άποψή του για την κοινωνική πραγματικότητα ήταν ότι αυτή καθορίζεται από «κοσμικές επιδράσεις», τις οποίες με τίποτα δεν μπορούμε να επηρεάσουμε. Φυσικά δεν ήταν αυτού του είδους η «ατομικότητα» που εμένα μ’ ενδιέφερε. Εγώ ζητούσα την αλλαγή του εαυτού, ως προϋπόθεση για την αλλαγή του κόσμου. 

Η μελέτη επίσης της συλλογικής όψης του προβλήματος με είχε οδηγήσει στη νεομαρξιστική Σχολή της Φρανκφούρτης και ειδικότερα στη διαλεκτική της αυτοαναίρεσης του Διαφωτισμού. Και τέλος στο πρόβλημα της αποσύνθεσης του νεωτερικού ατόμου και της μηχανοποίησής του, λόγω της αφομοίωσής του από τα αυτονομημένα μηχανικά συστήματα. 

Βρέθηκα, έτσι, μπρος σε μια νέα εκδοχή πλατωνικού σπηλαίου: Μπρος στη διαπίστωση ότι ο σύγχρονος άνθρωπος είναι δέσμιος μιας διπλής μηχανικότητας. Μιας μηχανικότητας πολιτισμικής και μιας άλλης βαθύτερης, αγνώστου προελεύσεως. Ήταν επομένως φανερό γιατί ένας τέτοιος άνθρωπος, - διπλά μηχανοποιημένος, μέσα σε ένα μηχανοποιημένο κοινωνικό σύστημα,- δεν ήταν ικανός να αλλάξει το παραμικρό, στον εαυτό του και στην κοινωνία. Να αλλάξει κάτι σε κατεύθυνση αντίθετη προς αυτήν που κινείται το Σύστημα. Ελάχιστα παρηγορητική μια τέτοια κατανόηση καθιστούσε το πρόβλημα άλυτο.

Οι μεταμαρξιστικές θεωρήσεις δεν έδιναν λύση, γιατί δεν έβλεπαν το εσωτερικό-ψυχικό περιεχόμενο του προβλήματος. Τα συστήματα που το έβλεπαν δεν έδιναν σημασία στην εξωτερική-κοινωνική του πλευρά. Πλήρες αδιέξοδο λοιπόν. Για μια ακόμη φορά «στο χείλος της αβύσσου». 
Η αναζήτηση του Προσώπου

Μερικές από τις ιδέες του Γεωργιάδη ήταν «αποκάλυψη»: Η ιδέα ότι ο άνθρωπος είναι ένα ημιτελές ον, που πρέπει να ολοκληρωθεί με δικές του συνειδητές προσπάθειες. Η ιδέα ότι χαρακτηριστικό της υπανάπτυξής του είναι η μηχανικότητά του, μια ειδική μορφή ύπνου. Η ιδέα ότι έχει πολλά άγνωστα και συχνά εχθρικά μεταξύ τους εγώ, η χαοτική κίνηση των οποίων τον κάνει έρμαιο της τύχης και της ανάγκης. Η διάκριση ουσίας και προσωπικότητας μέσα του. Η διάκριση νοητικού, συναισθηματικού, κινητικού και ενστικτώδους νου. Η μεγάλη σημασία της αποστασιοποιημένης αυτοπαρατήρησης και της πάλης με την ψηφιακή σκέψη, τη φαντασία και τα αρνητικά συναισθήματα. 

Όμως σε μια υποσημείωσή του ο Π. Ουσπένσκι παρείχε την πληροφορία, ότι μια εξαιρετική διαπραγμάτευση των παραπάνω θεμάτων, μπορούσε να βρει κανείς σε ένα βιβλίο ονόματι Φιλοκαλία, που χρησιμοποιούνταν στην Ορθόδοξη Εκκλησία για την καθοδήγηση των μοναχών. Η υποσημείωση αυτή προκάλεσε μια «έλαμψη», που φώτισε δια μιας μέσα μου τον δρόμο προς τη λύση του προβλήματος. Λες να βρίσκεται εδώ η λύση; Να την ψάχνεις σε Ανατολή και Δύση και να βρίσκεται μες στα πόδια σου; Στη δική σου παράδοση; Η «έλαμψη» δεν ήταν φυσικά κανένα «θαύμα», αφού οι εντυπώσεις της οσιογραφίας του Μεγάλου Συναξαριστή ήταν ήδη βαθιές στα παιδικά υποστρώματα της μνήμης μου.

Περιχαρής ανέκρουσα πρύμνα και αγόρασα αμέσως τη Φιλοκαλία. Έπεσα με τα μούτρα και διαπίστωσα ότι η διαίσθησή μου ήταν «απολύτως σωστή»: Όλα υπήρχαν εδώ. Στο πρωτότυπο και δίχως απαράδεκτες εκλεκτικές προσμίξεις με προχριστιανικά και προελληνικά δάνεια. Κατάλαβα επί τέλους και τι ήταν αυτό που αγνοούν όλα τα συστήματα της «αυτοεξέλιξης»: Ότι μόνο η Αγάπη μπορεί να σε κάνει να αλλάξεις. Και η Αγάπη είναι γεγονός κοινωνίας και προϋποθέτει το Πρόσωπο. Στη συνέχεια κατάλαβα και τι σημαίνει Πρόσωπο, γιατί χάρη στους προοδευτικούς καθηγητές της Παντείου, ήρθα σε επαφή και με την εντελώς άγνωστή μου θεολογική οντολογία του Προσώπου. Εκείνο τον καιρό το προοδευτικό κατεστημένο της Παντείου έκανε μεγάλο σαματά στις εφημερίδες, για να μη γίνει καθηγητής ο Γιανναράς. Πράγμα που με οδήγησε στο Πρόσωπο και ο Έρως. 

Μ’ αυτά και μ’ αυτά, συνειδητοποίησα ότι το πρόβλημα που με απασχολούσε, δεν ήταν παρά η ενσάρκωση του Προσώπου στο πεδίο των κοινωνικών του σχέσεων. Ναι μεν είμαστε δεσμώτες ενός διπλού αυτοματισμού, αλλά υπάρχει δυνατότητα «καλής αλλοίωσης»: Απελευθέρωσης από τα διπλά δεσμά. Αλλαγής του εαυτού και συγχρόνως αλλαγής του κόσμου. Όταν λέμε Πρόσωπο, στην Ορθόδοξη παράδοση, το βλέμμα μας στρέφεται στον Χριστό. Αυτός είναι το πρωτότυπό μας. Είμαστε φτιαγμένοι «κατ’ εικόνα του» και το πρόβλημά μας είναι να ενσαρκώσουμε αυτή την εικόνα: να πάμε στο «καθ’ ομοίωσιν». Προσωπικά και κοινωνικά. Ως εν ουρανώ και επί της γης. 
Συμπέρασμα

Το μικρό χριστιανικό «εγώ» των παιδικών μου χρόνων ήταν αυτό που μου παραστάθηκε στην υπαρξιακή και κοινωνική μου αναζήτηση. 

Για να μιλήσω πιο θεωρητικά: Με βοήθησε να διαβώ το πρώτο κατώφλι, που βγάζει στο δρόμο της εξατομίκευσης και μ’ εγκατέλειψε μπρος στο δεύτερο, που βγάζει στον δρόμο του Προσώπου. Ενώ γνωρίζω πώς μπορώ να προχωρήσω κείτομαι τώρα ανήμπορος μπρος στο δεύτερο κατώφλι. Σαν τον παράλυτο της Βηθεσδά, που δεν είχε άνθρωπο να τον βάλει στην κολυμβήθρα. Πώς να αλλάξεις: α) Σχέσεις και εθισμούς από μακρού εμπεδωμένους; (Αυτοματισμός πρώτου βαθμού) β) Κοινωνικές δομές που κανείς πλέον δεν πιστεύει ότι μπορούν να αλλάξουν; (Αυτοματισμός δευτέρου βαθμού). Αμφίλογη και τραγική σήμερα η γνώση της «αυτοαλλαγής του υποκειμένου της αλλαγής του κόσμου». Όταν και αν την αποκτήσεις, έχεις ήδη αναπότρεπτα αναπτυχθεί και σκληρυνθεί στην αντίθετη κατεύθυνση. Και συ και οι άλλοι. Πόσο αφάνταστα μακρινότερη νιώθω σήμερα την παρουσία του Προσώπου, από το προβληματικό εκείνο μειράκιο, που πάλευε με τις σκοτεινιασμένες αγιογραφίες! 

Κοντολογίς: Η εμπειρία μου από τον Χριστό είναι η εμπειρία της απουσίας Του. Ο Χριστός μοιάζει να είναι ο απών άξονας της ταυτότητάς μας, της ατομικής και της συλλογικής. Παραδόξως όμως η πλήρωση του αβυσσαλέου κενού της απουσίας Του, ήταν και το βαθύτερο κίνητρο της δικής μου παρουσίας. Η απουσία Του είναι έτσι η αποτυχία μου. Μια θανατερή γεύση κενού, που για να την αποφύγω την αναπαράγω, καταφεύγοντας σε υποκατάστατα της παρουσίας Του.

πηγή: antifono.gr. Πρωτοδημοσιεύτηκε στον συλλογικό τόμο "2000 χρόνια μετά- Τίνα με λέγουσιν οι άνθρωποι είναι ; " εκδ. Ακρίτας
πηγή

Πέμπτη, Απριλίου 19, 2012

! Παγκόσμιος σάλος από τον Ραβίνο που αποκάλυψε ότι αληθινός Μεσσίας είναι ο Ιησούς Χριστός!!!


!

Παγκόσμιος σάλος από τον Ραβίνο

που αποκάλυψε ότι αληθινός Μεσσίας

είναι ο Ιησούς Χριστός!!!

Ο υπέργηρος Ραβίνος Γιτζάκ Καντούρι, με φήμη “αγίου” για τους Ισραηλίτες, που πέθανε στις 28 Ιανουαρίου 2006 σε ηλικία 111 ετών και στην κηδεία του μαζεύτηκαν πάνω από 200.000 Εβραίοι, λίγο πριν πεθάνει, ειδοποίησε τους μαθητές του ότι του φανερώθηκε σε όραμα..
ο Μεσσίας!
Έτσι άφησε ιδιόχειρο σημείωμα αποκαλύπτοντας το όνομά του Μεσσία, με την εντολή να ανοιχτεί ένα χρόνο μετά το θάνατό του!
Πράγματι το 2007, ανοίχτηκε το σημείωμα, όπου αναγραφόταν:


“Σχετικά με τη συντομογραφία του ονόματος του Μεσσία, Αυτός θα σηκώσει το λαό και θα αποδείξει ότι ο λόγος του και ο νόμος του έχουν κύρος.
Αυτό έχω υπογράψει το μήνα του ελέους. Yitzhak Kaduri”! Στα Εβραϊκά τα αρχικά των παραπάνω λέξεων, σχηματίζουν ένα όνομα Yehoshua ή Yeshua, που σημαίνει ΙΗΣΟΥΣ!
Τη συγκλονιστική αυτή ιστορία είχε αποκαλύψει στο ISRAEL TODAY ο δημοσιογράφος Aviel Schneider, ο οποίος όταν ερεύνησε πάρα πολλά ιδιόχειρα κείμενα του Ραβίνου, έμεινε έκπληκτος, γιατί σε πάρα πολλά ο Ραβίνος είχε ζωγραφήσει το σημείο του ΣΤΑΥΡΟΥ!
Επίσης αναφέρεται πως ο Ραβίνος Καντούρι, είχε πει στους μαθητές του πως ο Μεσσίας θα φανερωθεί, μετά το θάνατο του Αριέλ Σαρόν, ο οποίος βρίσκεται ήδη σε κώμα εδώ και πάνω από έξι ολόκληρα χρόνια!

Η φανέρωση αυτή, φυσικά σημαίνει τη φανέρωση της μίας και μόνης Αλήθειας και στο Ισραήλ, με τα τραγικά γεγονότα του ταχέως επερχόμενου Γ΄ Παγκοσμίου Πολέμου και την επικράτηση του Ορθόδοξου Χριστιανισμού, που κρατά εκεί και τα Πανάγια Προσκυνήματα του Χριστού μας… φάρους και αποδείξεις ατράνταχτες μπροστά στα μάτια των πεπλανημένων… που θα δουν πια το Φως το Αληθινόν.


http://udemand.wordpress.com


Κυριακή, Απριλίου 08, 2012

Ιστορική Επιστολή Πουβλιου Λεντουλου για το Χριστό


Επιστολή Πούλβιου Λέντουλου, Κυβερνήτη Ιουδαίας πριν από τον Πιλάτο, η οποία απευθύνεται προς τον Τιβέριο και παρακάτω είναι μεταφρασμένη από το λατινικό πρωτότυπο. Το πρωτότυπο βρίσκεται στη βιβλιοθήκη Cesarini στην Ρώμη.
Ήκουσα, ω Καίσαρ, ότι επιθυμείς να μάθης ότι σοί γράφω νυν περί ανθρώπου τινός
 λίαν ενάρετου καλουμένου ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ, ών ο λαός θεωρεί Προφήτην και οι 
μαθηταί του Θεόν, λέγοντες ότι είναι Υιος Θεού, πλάστου των ουρανών και της 
γης και παντός ό,τι εν αύτη ευρίσκεται και υπάρχει. Τη αληθεία, ω Καίσαρ, ακούονται
 καθ'εκάστην θαυμάσια πράγματα περί του Χριστού αυτού.
Ανεγείρει νεκρούς και ιατρεύει ασθενείς δια μιας μόνης λέξεως. 

Είναι ανήρ αναστήματος μετρίου, καλός την όψιν και μεγαλοπρέπειαν περιβεβλημένος, 
ιδίως κατά το πρόσωπον, ώστε όσοι Τον ατενίζουν αναγκάζονται να Τον αγαπούν 
και να Τον Φοβώνται. Έχει την κόμην Χρώματος καρύου ώριμου εξικνουμένην μέχρι
 των ώτων Του, εκείθεν δε μέχρι των ωμοπλατών Του καταντά γαιόχρους αλλά
 μάλλον στιλπνή, διχάζεται δ'αύτη εν τω μέσω άνωθεν κατά το σύστημα των 
Ναζαρηνών. Το μέτωπόν Του είναι λείον και γαλήνιον, το πρόσωπον 
Του άνευ ρυτίδος ή κηλίδος, η ρίς και τα χείλη Του κανονικώτατα.
Το γένειον Του είναι πυκνόν και του αυτού χρώματος της κόμης, δεν είναι δε μακρόν

 και διχάζεται εν τω μέσω. Το βλέμμα Του είναι σοβαρόν και εμποιούν φόβον,
 έχει δε δύναμιν ακτίνος ηλιακής. Ουδείς δύναται να Τον παρατηρήση ατενώς.
 Όταν επιτιμά, φοβίζει. Όταν δε πράττη τούτο κλαίει. Είναι αξιαγάπητος και
 χαριείς μετά σοβαρότητος. Λέγουσιν ότι ουδέπωτε ώφθη γελών, αλλά 
πλειστάκις κλαίων. Έχει ωραίας τας χείρας και τους βραχίονας.
Εν τη συνομιλία ευαρεστεί τους πάντας. Δυσκόλως όμως φαίνεται, όταν δε

 φανή που, είναι μετριόφρων και το ωραιότερον παράστημα του κόσμου. 
Είναι ωραίος ως την Μητέρα Του, ήτις έστιν η ωραιοτέρα γυνή, ήτις ποτέ
 εθεάθη εις τα μέρη ταύτα.

Εάν όμως η Ση μεγαλειότης, ω Καίσαρ, ποθή να ιδή Αυτόν ως μοι έγραφες άλλοτε,

 πληροφόρησόν με, διότι θα σοί Τον στείλω πάραυτα. Πάντες εν Ιερουσαλήμ
 θαυμάζουσιν την σοφίαν Του, και τι ουδέποτε εσπούδασε τι, και όμως είναι 
κάτοχος πάσης επιστήμης. Περιπατεί ανυπόδητος και ασκεπής την κεφαλήν. 
Πολλοί βλέποντες Αυτόν γελώσιν, αλλ'όταν ευρίσκονται προ Αυτού τρέμουσιν
 και θαυμάζουσιν αυτόν. Λέγουσιν ότι ουδέποτε άνθρωπος ώς αυτός ενεφανίσθη
 εις τα μέρη ταύτα. Τη αληθεία ως μοι λέγουσιν οι Εβραίοι, ουδέποτε εδόθησαν
 συμβουλαί, ουδέποτε εκυρήχθη διδασκαλία ως η ιδική Του, πολλοί δε των 
Ιουδαίων θεωρούσιν αυτόν Θεόν. Άλλοι πάλιν μοι λέγουν ότι είναι εχθρός της 
Σης Μεγαλειότητος, ω Καίσαρ. Πολλαχώς με παρενοχλούσιν οι μοχθηροί αυτοί
 Εβραίοι. Λέγεται ότι αυτός ουδέποτε δυσαρέστησε τινά, αλλ'ότι μάλλον εποίησε 
το αγαθόν. Όλοι όσοι εγνώρισαν Αυτόν λέγουσιν ότι ευηργετήθησαν παρ'Αυτού.
 Όμως εις την σην Μεγαλειότητα, ω Καίσαρ, εις την προς σε υπακοήν, ειμί 
πρόθυμος. Ό,τι διατάξεις θέλει εκτελεσθή.

Εν Ιερουσαλήμ Ινδικτίωνος ζ', Σελήνης ια' Της Σης Μεγαλειότητος πιστότατος

 και ευπειθέστατος.

ΠΟΥΒΛΙΟΣ ΛΕΝΤΟΥΛΟΣ
Κυβερνήτης Της Ιουδαίας

Τρίτη, Μαρτίου 06, 2012

Το κύρος και η προσωπικότητα του Ιησού.




Το κύρος του Χριστού είναι πολύ μεγάλο
 και από την ιδιότητά του ως
 διδασκάλου αλλά και ως Υιός Θεού 
«Εξεπλήσοντο οι όχλοι επί τη διδαχή 
αυτού, ην γαρ διδάσκων αυτούς ως εξουσίαν 
έχων και ουχ ως οι γραμματείς» 
Ματθαίος (ζ’ 28-29) «Τις η διδαχή η καινή αύτη»
 αναφωνούν οι όχλοι στον Μάρκο α’27 και στον 
Ιωάννη λένε οι Ιουδαίοι «ουδέποτε ούτως
 ελάλησεν άνθρωπος ως ούτος ο άνθρωπος». 
Υπήρχε βέβαια συνάφεια και με την προσωπική
 του ηθική «μάθετε απ’ εμού ότι πράος ειμί και
 ταπεινός τω καρδία και ευρήσεσθε ανάπαυσιν
 ταις ψυχάς υμών» (Ματθ. ια’ 29) 
«τις εξ υμών ελέγχει με περί αμαρτίας» (Ιω η’ 9).

Αν και τα κανονικά ευαγγέλια δεν παρέχουν ουδεμία
 περιγραφή της φυσικής όψης του Χριστού εντούτοις 
μας παραδίδουν τόσες πληροφορίες σχετικά με την
 ζωή Του ώστε μπορούμε να σχηματίσουμε πλήρη 
εικόνα για την προσωπικότητα ή τον χαραχτήρα
 Του. Κατά τον Γερμανό φιλόσοφο R. Euken
 «Κατά την συνολική εντύπωση είναι ο Ιησούς
 σαφέστερος και οικειότερος οποιουδήποτε άλλου
 ήρωα της παγκόσμιας ιστορίας….όταν όμως 
θέλουμε να αναλύσουμε και να τον ερμηνεύσουμε
 παρουσιάζονται πάρα πολλά προβλήματα». 

Στα Ευαγγέλια η μορφή του Χριστού, κατά την 
γενική ομολογία ορθολογιστών κριτικών, τελείως
 εξαιρετικού μεγαλείου τέτοιου που δεν γνώρισε
 άλλον η ιστορία. Θαυμαστή είναι η παρατηρούμενη
 τέλεια αρμονία των πνευματικών δυνάμεών 
Του προς τις άλλες. Έχει υπεράνθρωπη διάνοια
 και σοφία χωρίς να είναι άκρατος νοησιαρχικός 
(intellectualist), έχει εξαιρετικά τρυφερή καρδιά
 χωρίς να πάσχει από παθολογική αισθηματικότητα
 και κατέχει εξαιρετικά ισχυρή θέληση χωρίς όμως 
να είναι τυφλή.

Υπήρξε ο μοναδικός άνθρωπος του οποίου ήταν σε 
πλήρη συμφωνία οι πράξεις και οι σκοποί, ήταν
 απαλλαγμένος από κάθε μονομέρεια και αποκλειστικότητα,
 κοσμούνταν από ακτινοβολούσα αγνότητα, αλλά δεν
 απέφευγε την συναναστροφή με αμαρτωλούς,
 περιφρονούσε τους πειρασμούς του κόσμου και
 δεν τους φοβόταν, αγαπούσε την μοναχικότητα
 και ζούσε συνήθως μεταξύ των ανθρώπων, συνδύαζε
 την αρμονική συνείδηση της υπερκόσμιας υπεροχής
 του με τρυφερότατη αγάπη και συγκινητικής 
επιείκειας, άφταστη ταπεινοφροσύνη με μεγαλειώδη
 αξιοπρέπεια, απλότητα τρόπων με υπερκόσμια 
ευγένεια, σοβαρότητα με μειλιχιότητα, ηρεμία-πραότητα 
και αγάπη μέχρι αυτοθυσίας και οργής επί της 
εμφάνισης του ψεύδους υπό οποιασδήποτε μορφής.

Ακόμη και σήμερα ο Ιησούς των Ευαγγελίων 
προκαλεί θαυμασμό στον αναγνώστη ανάλογη
 με εκείνη που προκαλούσε στην εποχή Του τόσο
 στους οπαδούς όσο και στους εχθρούς Του 
(Μάρκος ε’ 33, θ’31) – (Ιωάν. Ζ’ 44, ή 9).
 Η σοβαρή μελέτη επίσης
 των Ευαγγελίων φέρνει σε κοινή παραδοχή
 στους σοβαρούς μελετητές ότι ο Χριστός δεν 
είναι ούτε άνθρωπος, ούτε θεός αλλά θεάνθρωπος.

(πηγή:http://www.geocities.com/anonymos_pistos/gr/Xristos.htm)
 
Mια επανάληψη γιατί μας αρέσει. Ο Θεός να έχει καλά 
τον ανώνυμο αδελφό πού το έγραψε.


Read more: πηγή

Τρίτη, Ιουλίου 19, 2011

Άγνωστες αλήθειες για τον Ιησού Χριστό!..


Από την μέχρι τούδε ιστορική και αρχαιολογική έρευνά μας, αποδεικνύεται το γεγονός ότι ο Ιησούς ήταν Γαλιλαίος, πως είχε πλήρη γνώση των Αρχαίων Ελλήνων και πως έγραφε και μιλούσε Ελληνικά, ενώ έδειχνε μεγάλη και απέραντη αγάπη για τον Ελληνισμό και τους Έλληνες!…

Ανασκαφές στην Ναζαρέτ, της ιδιαίτερης πατρίδας του Ιησού Χριστού.
ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΩ με μεγάλο ενδιαφέρον τα όσα λέγονται ή γράφονται τελευταίως σχετικώς με την θεϊκή προσωπικότητα του Ιησού Χριστού. Ακόμη περισσότερο όταν οι τηλεοπτικές εμφανίσεις μου στο παρελθόν έδωσαν την ευκαιρία σε πολλούς τηλεθεατές να υποβάλουν προς τον γράφοντα πολλές ερωτήσεις, εκ των οποίων οι περισσότερες είχαν σχέση με την καταγωγή του Ιησού Χριστού και αν υπήρξαν ή όχι Αρχαίοι ΄Ελληνες Προφήτες.
Για τον Ιησού Χριστό, λοιπόν, έχουμε γράψει ειδικό βιβλίο, που φέρει τον τίτλον: «Ιησούς Χριστός: Ελληνισμός-Χριστιανισμός». Μία πολύ μεγάλη ιστορική και αρχαιολογική πραγματεία 850 σελίδων με ένα πλήθος εγχρώμων φωτογραφιών-ντοκουμέντων, που αποδεικνύουν και πιστοποιούν την αλήθεια των λεγομένων. Πλην, όμως, επειδή πολλοί φίλοι παρακάλεσαν τον γράφοντα να δώσει μία απάντηση στα όσα ανιστόρητα και ανακριβή λέγονται τελευταίως, για τον Χριστό, σπεύδω να αναφέρω τουλάχιστον τα εξής:

Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ

Ο Χριστός ήταν Γαλιλαίος. Τούτο αποδεικνύεται πλειστάκις μέσα στην Καινή Διαθήκη όχι μόνον δια στόματος του Ιησού Χριστού, αλλά και των ιδίων των Ευαγγελιστών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η ίδια η απάντηση, που έδωσε ο Χριστός στους στρατιώτες που πήγαν να τον συλλάβουν στον Κήπο της Γεσθημανής, αυτοπροσδιορίζοντας την καταγωγήν Του.
Ας διαβάσουμε την σχετικήν περικοπήν του Ευαγγελίου:
«Ταύτα ειπών ο Ιησούς εξήλθε συν τοις μαθηταίς αυτού πέραν του χειμάρρου των Κέδρων, όπου ην κήπος, εις ον εισήλθεν αυτός και οι μαθηταί αυτού.
2 ήδει δε και Ιούδας ο παραδιδούς αυτόν τον τόπον, ότι πολλάκις συνήχθη και ο Ιησούς εκεί μετά των μα­θητών αυτού.
3 ο ουν Ιούδας λαβών την σπείραν και εκ των αρχιε­ρέων και Φαρισαίων υπηρέτες έρχεται εκεί μετά φανών και λαμπάδων και όπλων.
4 Ιησούς ου ειδώς πάντα τα ερχόμενα έπ’ αυτόν, εξελθών είπαν Αϊτής τίνα ζητείτε;
5 απεκρίθησαν αυτώ Ιη­σούν τον Ναζωραίον. λέγει αυτοίς ο Ιησούς εγώ είμι. ειστήκει δε και Ιούδας ο παραδιδούς αυτόν μετ' αυ­τών.
6 ως ουν είπεν αυτοίς ότι εγώ είμι, απήλθον εις τα οπί­σω καί έπεσον χαμαί.
7 πάλιν ουν αυτούς επηρώτησε τίνα ζητείτε; οι δε είπον Ιησούν τον Ναζωραίον.
8 απεκρίθη Ιησούς είπον υμίν ότι εγώ είμι. ει ουν εμέ ζητείτε, άφετε τούτους υπάγειν
9 ίνα να πληρωθή ο λόγος ον είπεν, ότι ους δέδωκάς μοι, ουκ απώλεσα εξ αυτών ουδένα.» (Ιω. 18, 1-11)
Και τώρα η νεοελληνική απόδοσις του κειμένου:
«Όταν τέλειωσε την προσευχή του ο Ιησούς, βγήκε μαζί με τους μαθητές του και πήγαν στην απέναντι πλευρά του χειμάρρου των Κέδρων. Εκεί ήταν ένας κή­πος, όπου μπήκε ο Ιησούς και οι μαθητές του.
2Αυτόν τον τόπο τον ήξερε κι ο Ιούδας, αυτός που τον πρόδωσε, γιατί πολλές φο­ρές πήγαινε εκεί ο Ιησούς με τους μαθητές του.
3'Ερχεται, λοιπόν, εκεί ο Ιούδας με Ρω­μαίους στρατιώτες και φρουρούς του ναού, που του έδωσαν οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι. Ήταν οπλισμένοι και κρατούσαν δαυ­λούς και λυχνάρια στα χέρια τους.
40 Ιη­σούς τα ήξερε όλα όσα τον περίμεναν προ­χώρησε λοιπόν προς το μέρος τους και τους ρωτάει: «Ποιον γυρεύετε;»
5«Τον Ιη­σού από την Ναζαρέτ», του αποκρίνονται. Τους λέει ο Ιησούς: «Εγώ είμαι». Ο Ιούδας που τον είχε προδώσει στεκόταν κι αυτός εκεί ανάμεσα τους.
6 Μόλις, λοιπόν, τους εί­πε ο Ιησούς «εγώ είμαι», πισωδρόμησαν κι έπεσαν καταγής. 7Τότε τους ρώτησε πάλι: «Ποιον γυρεύετε;» Κι αυτοί είπαν: «Τον Ιη­σού από τη Ναζαρέτ».
8«Σας είπα ότι εγώ είμαι», τους αποκρίθηκε ο Ιησούς· «αν, λοι­πόν, γυρεύετε εμένα, αφήστε τους αυτούς να φύγουν».
9Έτσι εκπληρώθηκε ο λόγος που είχε πει: «Δεν άφησα να χαθεί ούτε έ­νας απ' αυτούς
που μου εμπιστεύτηκες.»


Όπως διαπιστώνουν οι αναγνώστες ο ίδιος ο Χριστός αναγνωρίζει (και μάλιστα 4 φορές1 μέσα στο Ευαγγέλιο), ότι είναι Ναζωραίος, Γαλιλαίος δηλαδή, και όχι Ιουδαίος. Κι όπως όλοι γνωρίζουν η Γαλιλαία ντο μία εξελληνισμένη περιοχή, μεταξύ των οποίων και η Ναζαρέτ, που ντο ελληνική πόλης, σύμφωνα με όλα όσα διδάσκονται σήμερον στην Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών , μέσα απ’ το βιβλίο του πανεπιστημιακού δασκάλου και θεολόγου Λουκά Φίλη: «Η “Κοινή” ως γλώσσα του Ιησού και των 27 βιβλίων της Καινής Διαθήκης».
Θα μπορούσε δηλαδή ο Ιησούς να ισχυριστεί ότι είναι ο Ιησούς ο Ιουδαίος και όχι ο Ιησούς ο Ναζωραίος, που ζητούσαν οι στρατιώτες, Ουδέποτε, όμως, είπε ότι είναι Ιουδαίος και μάλιστα πολλές φορές καυτηρίασε την θρησκευτική ηγεσία των Ιουδαίων με τα γνωστά εκείνα «ουαί υμίν, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί», ενώ πολλάκις μεταχειριζόταν τη φράση: «οι προφήται υμών», «οι νόμοι υμών» και όχι «οι προφήται ημών», «οι νόμοι ημών» κλπ., που σημαίνει «οι δικοί σας» και όχι «οι δικοί μας» (νόμοι, προφήτες κλπ). Ολόκληρο δε το 8ο κεφάλαιο του Κατά Ιωάννην Ευαγγελίου είναι αφιερωμένο στις σοβαρές διαστάσεις του Ιησού με τους Ισραηλίτες !2
Κοντολογίς, ο Χριστός μάς δίδει το δικαίωμα να πιστεύουμε, ότι απεποιείτο την ιουδαϊκήν ιδιότητάν Του και εν πολλοίς άφηνε να εννοηθεί ότι ουδέποτε είχε σχέση με τους Ιουδαίους, πέραν μιας αορίστου συνομιλίας που είχε με την Σαμαρείτιδα, όπου μπορεί κανείς να υποθέσει μόνον την θρησκευτική προέλευση του Κυρίου.
Βεβαίως, άλλο προέλευση, άλλο καταγωγή. Μπορεί κάποιος να γεννηθεί σε μια περιοχή (όπως ο Ιησούς στην Βηθλεέμ της Ιουδαίας), αλλά η καταγωγή του να είναι διαφορετική (όπως ο Χριστός από την Ναζαρέτ της Γαλιλαίας). Δεν είναι τυχαίο το γεγονός, ότι μέσα στο βιβλίο μας «Ιησούς Χριστός : Ελληνισμός-Χριστιανισμός», φιλοξενούμε χάρτη του Καθηγητού της Ιστορίας της Επιστήμης κ Κωνσταντίνου Γεωργακοπουλου, που αποδεικνύει ότι, κατά την εποχή του Ιησού Χριστού, υπήρχαν τουλάχιστον 115 αρχαίες ελληνικές πόλεις, μεταξύ των οποίων και η Ναζαρέτ. 3 ΄Αλλωστε, η Παρθένος Μαρία υπό πολλών θεολόγων χαρακτηρίζεται ως «Κόρη της Ναζαρέτ» !
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός είναι ο μόνος οποίος επεχείρησε να βρει ιουδαϊκές ρίζες του Ιησού (και μάλιστα, κατά κάποιον τρόπον, «επιπλήττει» του Ευαγγελιστές, που δεν κάνουν μνεία επί του συγκεκριμένου θέματος), αλλά η επιχειρηματολογία του μεγάλου αυτού Πατρός της Εκκλησίας μας, βρίσκει αντίδραση από συγχρόνους Καθηγητές, όπως για παράδειγμα του Νικολάου Π. Πάρκα, με το περίφημο έργο του: «Περί της Ελληνικής του Ιησού εκπαιδεύσεως» (Αλεξάνδρεια 1908), το οποίο ήδη έχουμε δημοσιοποιήσει στους χιλιάδες φίλους και φίλες της Ιστοσελίδας μας.

«ΕΙ ΟΥΝ ΔΑΒΙΔ ΚΑΛΕΙ ΑΥΤΟΝ ΚΥΡΙΟΝ, ΠΩΣ ΥΙΟΣ ΑΥΤΟΥ ΕΣΤΙΝ;»

Μία, όμως, από τις συγκλονιστικότερες μαρτυρίες του Ιησού Χριστού περί της καταγωγής Του, είναι και αυτή που αναφέρεται τρεις φορές μέσα στα Ευαγγέλια (Ματθαίος. 22, 41-46, Μάρκος. 12, 35-37 και Λουκάς 20, 41-44). Αξίζει τον κόπο να διαβάσουμε μία εξ αυτών και συγκεκριμένα την περικοπή του Κατά Ματθαίον Ευαγγελίου:

«Συνηγμένων δε των Φαρισαίων επηρώτησεν αυτούς ο Ιησούς λέγων τι υμίν δοκεί περί του Χριστού; τίνος υιός εστί;4 λέγουσιν αυτώ του Δαβίδ. λέγει αυτοίς πώς ουν Δαβίδ εν Πνεύματι Κύριον αυτόν καλεί λέγων, είπεν ο Κύριος τω Κυρίω μου, κάθου εκ δεξιών μου έως αν θω τους εχθρούς σου υποπόδιον των ποδών σου; Ει ουν Δαβίδ καλεί αυτόν Κύριον, πώς υιός αυτού εστι ; και ουδείς εδύνατο αυτώ αποκριθήναι λόγον, ουδέ ετόλμησέ τις απ’ εκείνης της ημέρας επερωτήσαι αυτόν ουκέτι» (Ματθ. 22, 41-46).

Όπως αντιλαμβάνονται οι φίλοι αναγνώστες, ο Ιησούς Χριστός (και μάλιστα χωρίς να υπάρχει λόγος) δείχνει να θέτει ο ίδιος ένα θέμα καταγωγής,πράγμα το οποίον όχι μόνον ανάγκασε τους Φαρισαίους να μη ξανασυζητήσουν αυτό το θέμα, αλλά που, εμμέσως, πλην σαφώς, αναγνωρίζει και ο μεγάλος πανεπιστημιακός δάσκαλος, ο αείμνηστος θεολόγος Παναγιώτης Ν. Τρεμπέλας, μέσα στην ερμηνεία της Καινής Διαθήκης:

« Ενώ δε ήσαν συναγμένοι οι Φαρισαίοι, τους ερώτησεν ο Ιησούς λέγων Τι ιδέαν έχετε περί του Μεσσίου, που θα αναδειχθή και θα χρισθή τοιούτος υπό αυτόν τον Θεόν; Τίνος απόγονος είναι ; Λέγουν εις αυτόν Είναι απόγονος του Δαβίδ. Λέγει εις αυτούς Πώς λοιπόν ο Δαβίδ εμπνεόμενος από το Άγιον Πνεύμα τον αποκαλεί Κύριον, όταν λέγη: Είπεν ο Κύριος και Θεός εις τον Κύριόν μου Χριστόν Κάθησε επί του θρόνου μου εις τα δεξιά μου, μέχρις ότου θέσω τους εχθρούς σου σαν άλλο υποστήριγμα που θα ακουμπουν και θα πατούν επάνω τα πόδια σου. Αλλ’ οι πάπποι ποτέ δεν καλούν τα εγγόνια και τα τρισέγγονά των κυρίους των. Ούτε στέκει ποτέ οι πρόγονοι να προσφωνούν τους απογόνους των κυρίους. Εάν λοιπόν ο Δαβίδ τον αποκαλεί Κηρίων, πώς είναι υιός και απόγονός του; Αυτό σημαίνει ότι ο Μεσσίας δεν είναι μόνον υιός του Δαβίδ, αλλά και υιός του Θεού και ως τοιούτος είναι και κύριος του Δαβίδ. Και κανείς δεν ημπόρεσε να του αποκριθεί ούτε Λένιν , ουδέ τόλμησε κανείς από την ήξεραν εκείνη να τον ερώτηση πλέον».

Είναι πασιφανές, ότι ο Παναγιώτης Ν. Τεμπέλας, στην ερμηνευτική απόδοση του Ευαγγελίου, περνάει το μήνυμα της κοινώς αποδεκτής πίστεως, ότι, δηλαδή, ο Ιησούς ντο απόγονος του Δαβίδ.
Επειδή, όμως, σύμφωνα με τον Ιάκωβο (Γεωργιο) Πηλίλη, ΄Ελληνα Ορθόδοξο Επίσκοπο Κατάνης, «οι θεολογικές ερμηνείες του Ευαγγελίου είναι τόσες, όσοι και οι ερμηνευτές», θα διαβάσωμε το ακριβές περιεχόμενο του Ευαγγελίου σε πιστή μετάφραση, που δεν επιδέχεται ερμηνείες και παρερμηνείες, μέσα από την «ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ» της Ελληνικής Βιβλικής Εταιρείας:

« Εκεί που ήταν συγκεντρωμένοι οι Φαρισαίοι, τους ρώτησε ο Ιησούς: «Τι νομίζετε για τον Μεσσία; Ποιανού απόγονος είναι;». «Του Δαβίδ», του απαντούν. Τους λέει: «Πώς τότε ο Δαβίδ, οδηγημένος από το Πνεύμα, τον ονομάζει «Κύριο»; Λέει:
Ο Κύριος είπε στον Κύριό μου:
Κάθισε στα δεξιά μου
ώσπου να υποτάξω τους εχθρούς σου
κάτω από τα πόδια σου.


«Αν, λοιπόν, ο Δαβίδ το ονομάζει «Κύριο», πώς είναι απόγονός του;» 
Κανένας δεν μπορούσε να του απαντήσει, ούτε τολμούσε πια κανείς από κείνη τη μέρα να του θέσει ερωτήματα».


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ :

1) Δύο φορές στο ίδιο το κείμενο και άλλες δύο στις Πράξεις των Αποστόλων, την ώρα που ο Σαούλ (Παύλος) τυφλώνεται από το φως του Κυρίου καθ’ οδών προς την Δαμασκό και ρωτάει: «Τις ει Κύριε ; Είπέ τε προς με εγώ ειμί Ιησούς ο Ναζωραίος ον συ διώκεις.» (Πράξεις 22, 8).
2) Μέσα στο βιβλίο μας («Ιησούς Χριστός:Ελληνισμός-Χριστιανισμός»), αναφέρονται όλα αυτά.
3) Πολλές από τις πόλεις αυτές (που σήμερον, όσο συνεχίζεται δηλαδή ή έρευνα, έχουν ξεπεράσει τις 130) υπήρχαν πολύ πριν ή επιστρέψουν οι Εβραίοι μετά την ΄Εξόδων τους από την Αίγυπτο!!
4) ΄Όλες οι υπογραμμίσεις και τα μαύρα γράμματα είναι του υπογράφοντος αυτό το άρθρο.


ΠΗΓΗ: http://www.pentapostagma.gr/2011/07/blog-post_6616.html#ixzz1SUgMex8E

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...