Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Απόψεις περί του Ιησού Χριστού. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Απόψεις περί του Ιησού Χριστού. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή, Δεκεμβρίου 21, 2014

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΣΤΗΝ ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ




Η λέξη χριστός είναι μετάφραση της αραμαϊκής λέξης MESHICHA, που και αυτή προέρχεται από την εβραϊκή λέξη MASHIACH, η οποία στους Ελληνιστικούς χρόνους εξελληνίσθει σε Μεσσίας. Στην Καινή Διαθήκη ο ελληνικός τύπος Μεσσίας συναντάται δύο φορές και μάλιστα συνοδεύεται από τη μετάφραση Χριστός: «Αυτός βρίσκει πρώτα τον αδελφό του Σίμωνα και του λέει, “Βρήκαμε τον Μεσσία, το οποίο μεταφραζόμενο σημαίνει Χριστός ”» Κατά Ιωάννη 1:41 και «Λέγει σ’ αυτόν η γυναίκα “Ξέρω ότι θα έλθει ο Μεσσίας, ο λεγόμενος Χριστός”» Κατά Ιωάννη 4:25.
Η λέξη χριστός παράγεται από το ρήμα χρίω που σημαίνει αλείφω, μυρώνω και σχηματίστηκε κατά τα εις –τος ρηματικά επίθετα της ελληνικής γλώσσας. Ως επίθετο, η λέξη χριστός απαντά στους τραγικούς ποιητές: «Το μεν μέγιστον, ει τις ες νόσον πέσοι, ουκ ην αλέξημ’ ουδέν, ούτε βρώσιμον, ου χριστόν, ουδέ πιστόν …» Αισχύλου Προμηθέας 490. Εκτός από τους τραγικούς την συναντάμε και στους «Εβδομήκοντα» ( Ο΄), οι οποίοι ως γνωστόν μετέφρασαν την Παλαιά Διαθήκη από τα εβραϊκά στα ελληνικά.
Το χρίσμα με το οποίο κάποιος γινόταν χριστός ήταν τελετουργική έκχυση λαδιού ή επάλειψη στο κεφάλι και το σώμα αυτού. Ιδιαίτερα σημαντική θέση στο Ισραήλ κατέχει το χρίσμα στο τυπικό ανάληψης της βασιλικής εξουσίας με το οποίο ο βασιλιάς καθίσταται εντολοδόχος του Θεού και φορέας του Πνεύματός του. Εκτός από τον βασιλιά και ο αρχιερέας και οι ιερείς, ακόμα και αυτοί οι προφήτες αναλαμβάνουν τα καθήκοντά τους δια χρίσματος. Η χρίση δεν περιορίζονταν μόνο στα έμψυχα δηλαδή στους ανθρώπους, αλλά επεκτείνονταν και στα άψυχα, σε αντικείμενα δηλαδή αφιερωμένα στο Θεό, όπως ιερές στήλες, τη σκηνή του μαρτυρίου στην οποία φυλάσσονταν οι πλάκες με τις 10 εντολές, θυσιαστήρια κ.λ.π.     
Οι ρίζες της πίστεως της πρώτης εκκλησίας, πως ο Ιησούς ήταν ο εκλεκτός του Θεού δηλαδή ο χριστός επειδή είχε χριστεί από Αυτόν, πρέπει να αναζητηθούν στην Παλαιά Διαθήκη. Ο όρος “χριστός” αναφέρεται σε 50 περίπου χωρία της Παλαιάς Διαθήκης πολλές φορές συνοδευόμενος μετά του προσδιορισμού “Κυρίου”, ως “χριστός Κυρίου”. Επίσης τα χωρία στα οποία γίνεται λόγος για την χρίση υπερβαίνουν τα 100.
Πάντοτε στην Παλαιά Διαθήκη ως χρίων εννοείται ο Θεός. Δεν υπάρχει ούτε μία περίπτωση ο χρίων να είναι κάποιος άλλος εκτός Αυτού. Η χρίση λοιπόν πραγματοποιείται κατόπιν διαταγής του Θεού, από κάποιον εντεταλμένο από Αυτόν, που χρησιμεύει ως όργανό του. Έτσι κατά διαταγή του Θεού χρίεται ο Ααρών και οι γιοι του από τον αδελφό του Μωϋσή δια του ελαίου «της χρίσεως», και καθορίζεται πως η διαδοχή αυτών θα γίνεται με παρόμοιο τρόπο, δηλαδή δια «της χρίσεως»: «Μετά θα πάρεις το λάδι του χρίσματος, θα το χύσεις στο κεφάλι του και έτσι θα τον χρίσεις» Έξοδος 29:7. Κατά διαταγή του Θεού χρίονται επίσης το θυσιαστήριο του θυμιάματος, το των ολοκαυτωμάτων, η σκηνή του μαρτυρίου, η κιβωτός της διαθήκης, η τράπεζα, ο λουτήρ και η βάση αυτού και όλα τα ιερά σκεύη, Έξοδος 30:26. Όπως γίνεται λοιπόν αντιληπτό από τα παραπάνω, δια του χρίσματος αγιάζονται και οι χριόμενοι και τα χριόμενα. Για τον Ααρών και τους γιους του το χρίσμα αυτό σημαίνει, την επίσημη καθοσίωση αυτών στο ιερατικό αξίωμα γι’ αυτό και χαρακτηρίζεται «χρίσμα ιερατείας».
Με διαταγή πάλι του Θεού, ορίζεται στον Μωϋσή και ο τρόπος παρασκευής του αγίου ελαίου του χρίσματος, με το οποίο χρίονται αποκλειστικά και μόνο, αυτοί που έχουν οριστεί από το Θεό. Απαγορεύεται και μάλιστα με ποινή θανάτου η χρίση άλλων προσώπων με το έλαιο του χρίσματος, όπως και η κατασκευή αυτού από άλλα πρόσωπα, εκτός από αυτόν που έχει οριστεί γι’ αυτό το σκοπό: «Και θα πεις στους Ισραηλίτες: αυτό είναι το λάδι του αγίου χρίσματος, σ’ όλες τις γενιές σας θα είναι μόνο για τον Κύριο. Κανενός ανθρώπου το σώμα δεν πρέπει να αλειφθεί μ’ αυτό, ούτε επιτρέπεται να παρασκευάσετε κάτι παρόμοιο με την ίδια συνταγή. Αυτό το λάδι είναι άγιο, και άγιο πρέπει να το θεωρείτε» Έξοδος 30:31 – 32.
Έτσι λοιπόν ο Ααρών και οι γιοι του αφού χρίστηκαν με το έλαιο του χρίσματος, έγιναν οι «πρώτοι χριστοί», οι «κεχρισμένοι» της Παλαιάς Διαθήκης. Οι διάδοχοι αυτών είναι ομοίως χριστοί. Άξιο προσοχής είναι, και πως χριστόν καλείται και το έλαιο του χρίσματος: «Και ο ιερεύς ο μέγας από των αδελφών αυτού, του επικεχυμένου επί την κεφαλήν του ελαίου του χριστού και τετελειωμένου …» Λευϊτικό 21:10, Μετάφραση των Εβδομήκοντα ( Ο΄)
Η ονομασία «Χριστός» («Κυρίου») χρησιμοποιείται από εκεί και έπειτα στη Παλαιά Διαθήκη κατ’ εξοχή για τους βασιλιάδες του Ισραήλ, οι οποίοι χρίονταν ομοίως με το άγιο έλαιο του χρίσματος, το οποίο λαμβάνονταν από τη σκηνή του μαρτυρίου ή από το ναό: «Εκεί ο ιερέας Σαδώκ πήρε το κέρας του λαδιού από τη σκηνή και έχρισε τον Σολομώντα. Μετά σάλπισαν με την σάλπιγγα και όλος ο λαός φώναξε:» “Ζήτω ο βασιλιάς Σολομών!”» 3 Βασιλειών 1:39. Έτσι χριστός Κυρίου είναι ο Σαούλ, ο Δαβίδ, ο Σολομών, ο Ιού, ο Σεδεκίας, οι βασιλείς εν γένει. Η γενική «Κυρίου» δηλώνει τον χρίοντα. Η χρίση γίνεται κατά προσταγή Θεού δια εντεταλμένου προς τούτο οργάνου, ιερέως ή προφήτου, με την προϋπόθεση να δηλώνεται τις περισσότερες φορές ρητά και κατά την διάρκεια της χρίσης ή μετά από αυτή πως ο χρίων είναι αυτός ο ίδιος ο Θεός. Παράλληλα με την χρίση – όσον αφορά τους βασιλείς – αναφέρεται στην Παλαιά Διαθήκη και η στέψη του βασιλιά. Δέον όμως να ληφθεί υπόψη, πως στο Ισραήλ η κατ’ εξοχή πράξη εγκατάστασης κάποιου εις βασιλέα δεν ήταν η στέψη αλλά η χρίση. Γι’ αυτό και οι Ιουδαίοι δεν έκαμαν χρήση την φράση «στέφειν βασιλέα», αλλά «χρίει βασιλέα». Άλλωστε αυτό καθαυτό το ρήμα «χρίει», χωρίς να συνοδεύεται από κάποιο άλλο προσδιορισμό σημαίνει επακριβώς ανακηρύσσει βασιλέα.
Χριστός στην Παλαιά Διαθήκη μπορούσε να ονομασθεί και βασιλιάς που δεν ήταν Ιουδαίος, όπως συνέβη με την περίπτωση του βασιλέα των Περσών Κύρου: «Ούτω λέγει Κύριος ο Θεός, τω χριστώ μου Κύρω, ού εκράτησα της δεξιάς …» Ησαΐας 45:1.  
Ο όρος χριστός αναφέρεται συλλογικά και στο σύνολο της δαβιδικής δυναστείας, πιθανόν δε και μεταφορικά στον ισραηλιτικό λαό, ο οποίος χρίστηκε από τον Θεό, ως «βασίλειο ιεράτευμα» Έξοδος 19:6, και εις τα επί μέρους μέλη αυτού.
Τέλος η Παλαιά Διαθήκη εμφανίζει προφήτες και άρχοντες να λαμβάνουν το χρίσμα χωρίς όμως την επωνυμία «χριστός». Ίσως η χρίση αυτή, όσον αφορά τους άρχοντες, μπορεί να νοηθεί μεταφορικά.
Συμπερασματικά οι όροι «χρίση και χρίειν» σημαίνουν αρχικά στην Παλαιά Διαθήκη την ιδιαίτερη εκείνη ενέργεια του Θεού δια της οποίας ο Θεός ο ίδιος καθιστά όσιο κάποιον σε ορισμένη υψηλή διακονία, «χριστός» δε, είναι ο υπό του Θεού του ίδιου εκλεγμένος και
βάσει θείω δικαίω ασκών τη διακονία αυτή.
Εκτός όμως από τα παραπάνω ο τίτλος «χριστός» έχει στην Παλαιά Διαθήκη και εσχατολογική σημασία, που φανερώνει τον βασιλιά των εσχάτων (τελευταίων) χρόνων, τον μεσσία, τον κατ’ εξοχή χριστόν, αυτόν που δίνει το νόημα σε όλη την ανθρώπινη ιστορία. Η πίστη των Ιουδαίων στον κατ’ εξοχή χριστόν και τον ερχομό αυτού στο ανθρώπινο γίγνεσθαι διαπιστώνεται σε πολλά σημεία της Παλαιάς Διαθήκης. Ολόκληρη η Παλαιά Διαθήκη κατανοήθηκε από την Καινή Διαθήκη, από τον πρώιμο Χριστιανισμό και από την διδασκαλία της εκκλησίας, ως αναφερόμενη, είτε απευθείας είτε τυπολογικώς στον Χριστό και την αποκάλυψη του Θεού στο πρόσωπό του.
Ειδικότερα, υπάρχουν πολλά χωρία της Παλαιάς Διαθήκης τα οποία χρησιμοποιούν τον όρο χριστός με την παραπάνω έννοια ή μιλάνε για την χρίση του μεσσία από τον Θεό, όπως το 1 Βασιλειών 2:10 «Ο Κύριος κρίνει όλη τη γη, το βασιλιά του διάλεξε και τον εγκατέστησε. Τη νίκη του χαρίζει και δύναμη τρανή», το 2 Βασιλειών 22:51 «Μεγάλες νίκες δίνει στο βασιλιά του ο Κύριος, και δείχνει την αγάπη για τον εκλεκτό του, για τον Δαβίδ και για τους απογόνους του αιώνια ». Ομοίως οι χριστολογικοί ψαλμοί 2, 17, 44, 88, 131, τα κεφάλαια 42 και 61 του Ησαΐα, ο Δανιήλ 9:24 – 26 κ.λ.π. Τα χωρία αυτά μαζί με τα υπόλοιπα χριστολογικά χωρία, τις προφητείες και τους ψαλμούς της Παλαιάς Διαθήκης διαμόρφωσαν την εικόνα του μεσσία στους Ιουδαίους. Ιδιαίτερα στην διαμόρφωση της εικόνας αυτής επέδρασε αποφασιστικά στους Ιουδαίους ο ψαλμός 2. Τον αναφέρουμε ευθύς αμέσως, στην αρχαία ελληνική γλώσσα, για να μην χαθεί η μαγεία της μοναδικής ποιητικότητάς του:
«ΙΝΑΤΙ εφρύαξαν έθνη, και λαοί εμελέτησαν κενά; 2 παρέστησαν οι βασιλείς της γης, και οι άρχοντες συνήχθησαν επί το αυτό κατά του Κυρίου και κατά του χριστού αυτού. (διάψαλμα). 3 Διαρρήξωμεν τους δεσμούς αυτών και απορρίψωμεν αφ  ἡμῶν τον ζυγόν αυτών. 4 ο κατοικών εν ουρανοίς εκγελάσεται αυτούς, και ο Κυριος εκμυκτηριεί αυτούς. 5 τότε λαλήσει προς αυτούς εν οργή αυτού και εν τω θυμώ αυτού ταράξει αυτούς. 6  Εγὼ δε κατεστάθην βασιλεύς υπ  αὐτοῦ επί Σιών όρος το άγιον αυτού 7 διαγγέλλων το πρόσταγμα Κυρίου. Κύριος είπε προς με· υιός μου εί συ, εγώ σήμερον γεγέννηκά σε. 8 αιτήσαι παρ  εμού, και δώσω σοι έθνη την κληρονομίαν σου και την κατάσχεσίν σου τα πέρατα της γης. 9 ποιμανείς αυτούς εν ράβδω σιδηρά, ως σκεύη κεραμέως συντρίψεις αυτούς. 10 και νυν, βασιλείς, σύνετε, παιδεύθητε, πάντες οι κρίνοντες την γην. 11 δουλεύσατε τω Κυρίω εν φόβω και αγαλλιάσθε αυτώ εν τρόμω. 12 δράξασθε παιδείας, μήποτε οργισθή Κυριος και απολείσθε εξ οδού δικαίας. 13 όταν εκκαυθή εν τάχει ο θυμός αυτού, μακάριοι πάντες οι πεποιθότες επ’  αυτώ.»        
Η εικόνα αυτή του Χριστού έφθασε εξελιχθείσα, βοηθούσης και της μεταγενέστερης απόκρυφης και αποκαλυπτικής ιουδαϊκής φιλολογίας, μέχρι τα χρόνια της Καινής Διαθήκης. Το τελευταίο στάδιο αυτής της εξέλιξης το βρίσκουμε στα χρονικώς πλησιέστερα της Καινής Διαθήκης ιουδαϊκά συγγράμματα, όπως το «απόκρυφο βιβλίο του Ενώχ», το «απόκρυφο βιβλίο των Ιωβηλαίων» κ.λ.π., και ιδιαίτερα σ’ αυτή την ίδια την Καινή Διαθήκη. Σ’ αυτά πρέπει να προστεθούν οι ειδήσεις για θρησκευτικά επαναστατικά κινήματα, τα οποία τρέφονταν με την ελπίδα της άμεσης προσεχούς εμφάνισης του μεσσία. Οι ελπίδες αυτές συγκλόνισαν το ιουδαϊκό έθνος και έφτασαν στο κατακόρυφο κατά την εποχή του Χριστού. Μαρτυρίες γι’ αυτό έχουμε σ’ αυτή την ίδια την Καινή Διαθήκη. Λόγου χάρη το επεισόδιο με τον Παύλο και τον Ρωμαίο χιλίαρχο, όταν αυτός ανακρίνοντάς τον λέει: «Ώστε ξέρεις ελληνικά; Δεν είσαι λοιπόν εσύ ο Αιγύπτιος που επαναστάτησε πρό ολίγων ημερών και οδήγησε στην έρημο τέσσερις χιλιάδες τρομοκράτες;» Πράξεις των Αποστόλων 21:38. Περισσότερα για τα επαναστατικά Μεσσιακά κινήματα, λίγο πριν και μετά την εποχή του Χριστού, μπορεί να βρει ο αναγνώστης στο έργο του Ιουδαίου ιστορικού Ιώσηπου «Ιουδαϊκή Αρχαιολογία», όπως λόγου χάρη για την επανάσταση του Μπαρ – Κοχεβά το 132 μ.Χ.
Εις τα παραπάνω απόκρυφα κείμενα και την εν γένει ιουδαϊκή γραμματεία, ο αναμενόμενος μεσσίας εμφανίζεται ως αυτός που πρόκειται να λυτρώσει τον Ισραήλ από τα δεινά του και να αποκαταστήσει το έθνος, όντας κραταιός Δαβιδίδης βασιλιάς του μέλλοντα αιώνα, κατά τον οποίον θα επιβληθεί η βασιλεία του Ισραήλ σ’ ολόκληρο τον κόσμο και θα εξαλειφθεί από τη γη κάθε ανομία και θλίψη. Η βασιλεία αυτού θα είναι θεία αλλά και επίγειος. Παρά τις υπερφυσικές και θείες αυτού ιδιότητες και παρά τον χαρακτηρισμό αυτού ως Θεού στην Παλαιά Διαθήκη «Διότι γεννήθηκε για μας ένα παιδί, μας δόθηκε ένας γιος, πάνω στους ώμους του η εξουσία θα μένει και τ’ όνομά του θα είναι: σύμβουλος θαυμαστός, Θεός ισχυρός, αιώνιος Πατέρας και της Ειρήνης Άρχοντας» Ησαΐας 9:6, ο μεσσίας θεωρούνταν κατά την εποχή της Καινής Διαθήκης ως γήινη προσωπικότητα, μέλλουσα να υποτάξει τους Ρωμαίους και να υποκαταστήσει αυτούς στην κυριαρχία του κόσμου, η δε βασιλεία αυτού αναμένονταν επίγεια και κοσμική. Όχι ολιγότερο όμως, ακολουθώντας οι Ιουδαίοι την παράδοση της Παλαιάς Διαθήκης, ανέμεναν τον μεσσία και ως υιό του Θεού: «Τότε ο αρχιερέας του είπε “σε εξορκίζω στο ζωντανό Θεό να μας πεις, εάν εσύ είσαι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού”» Κατά Ματθαίο 26:63 και «Λέει σ’ αυτόν “Ναι, Κύριε, εγώ έχω πιστέψει ότι εσύ είσαι ο Χριστός ο Υιός του Θεού, ο ερχόμενος εις τον κόσμο”» Κατά Ιωάννη 11:27.
Ειδικότερα τα κύρια χαρακτηριστικά του μεσσία κατά την εικόνα αυτή παρά τους Ιουδαίους ήταν: 1. Η αποστολή του μεσσία από τον Θεό για την σωτηρία του λαού του. Η σωτηρία αυτή από μερικούς μόνο θα εκλαμβάνονταν ως απαλλαγή από την αμαρτία, γιατί σχεδόν όλοι την περίμεναν ως εθνική σωτηρία. Σύμφωνα λοιπόν με την αντίληψη αυτή ο μεσσίας θα ήταν ο τύπος του θεοκρατικού βασιλιά, λόγω της ειδικής εύνοιας που θα παρείχε ο Θεός προς το πρόσωπό του. 2. Η εκπλήρωση από τον μεσσία των πόθων και των ελπίδων του ιουδαϊκού λαού. Η εποχή του μεσσία είναι εποχή πληρότητας, η οποία θα πραγματοποιηθεί με κάποια τελική πράξη του μεσσία. Γι’ αυτό άλλωστε θέλησαν οι Ιουδαίοι να ανακηρύξουν τον Ιησού ως βασιλιά, όταν χόρτασε 5000 χιλιάδες από αυτούς με τα πέντε κριθαρένια ψωμιά  και τα δυο ψάρια «Ο Ιησούς, επειδή αντελήφθη ότι πρόκειται να έλθουν και να τον αρπάξουν, για να τον κάνουν βασιλιά, έφυγε πάλι στο όρος μόνος» Κατά Ιωάννη 6:15. 3. Η κυριαρχία του μεσσία σ’ όλα τα έθνη και τους βασιλιάδες της γης. Η κυριαρχία αυτή εκλαμβάνονταν, από άλλους μεν με υλιστικό τρόπο, ως συντριβή και υποταγή των βασιλιάδων και των εθνών, από άλλους δε με πνευματικό τρόπο, ως αναγνώριση και υποταγή αυτών στο Θεό του Ισραήλ.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Γεώργιος Γαλίτης: Ερμηνευτική της Καινής Διαθήκης
2. Νικόλαος Σωτηρόπουλος: Αντιχιλιαστικόν Εγχειρίδιον  
3. Γλωσσάριο Αγίας Γραφής της Ελληνικής Βιβλικής Εταιρείας
πηγή

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 08, 2014

Η Παλαιά Διαθήκη δείχνει τον Χριστό της Καινής Διαθήκης

Η ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ ΔΕΙΧΝΕΙ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ΤΗΣ ΚΑΙΝΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ
Ἀναστάσιος Μυρίλλας
       Μία ἀπό τίς πρῶτες ἐπιθυμίες καί ἀνάγκες πού πρέπει νά αἰσθάνεται ἐκ βάθους ψυχῆς καί καρδίας ὁ Χριστιανός εἶναι ἡ μελέτη τῶν Θείων Γραφῶν. Δηλαδή τῆς Παλαιᾶς καί τῆς Καινῆς Διαθήκης. Εἶναι τά μοναδικά Βιβλία, τά ὁποῖα λύνουν κάθε ἀπορία σέ ὁποιοδήποτε ζήτημα.

      Διαβάζοντας κανείς τήν Ἁγία Γραφή καταλαβαίνει τόν πλοῦτο τῆς ἀλήθειας  καί τήν μοναδικότητα τοῦ Ὀρθόδοξου Χριστιανισμοῦ. Καταλαβαίνει ὅτι δέν εἶναι ἕνα συνοθύλευμα ἀπό φιλοσοφίες, φυσιολατρικές παρατηρήσεις, θεοσοφικές ἐπιστῆμες ἤ ἀρχές κοινωνικῶν συστημάτων, πού ὅλα μαζί συνθέτουν κάποιες θεωρίες, οἱ ὁποῖες θά μᾶς κάνουν πιό ἔξυπνους, ἤ πιό εὐγενικούς, ἤ πιό καλούς. Εἶναι κάτι πολύ πιό οὐσιῶδες. Εἶναι ἡ ἀποκάλυψη τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο. Εἶναι ὁ τρόπος τῆς ζωῆς πού μᾶς ἔδειξε καί μᾶς δίδαξε ὁ ἴδιος ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, γιά νά κατακτήσουμε τήν σωτηρία μας καί νά γίνουμε συγκληρονόμοι Του στή Οὐράνια Βασιλεία!
        Ὁ ἴδιος ὁ Χριστός μᾶς ὑποδεικνύει νά μήν ἐρευνοῦμε τίς Ἅγιες Γραφές μέ προσκόλληση στό γράμμα τους ἀλλά νά ἐρευνοῦμε τό πνεῦμα τό ὁποῖο περικλείεται στά γράμματα καί στίς διατυπώσεις. Μᾶς λέει, ἐπίσης, ὅτι ἡ Ἁγία Γραφή μαρτυρεῖ, δηλαδή ὁμιλεῖ γι’ Αὐτόν: «Ἐρευνᾶτε τάς Γραφάς, ὅτι ὑμεῖς δοκεῖτε ἐν αὐταῖς ζωήν αἰώνιον ἔχειν· καί ἐκεῖναί εἰσίν αἱ μαρτυροῦσαι περί ἐμοῦ· καί οὐ θέλετε ἐλθεῖν πρός με ἵνα ζωήν ἔχητε».
Καί, βεβαίως, ἐδῶ δημιουργεῖται ἕνα ἐρώτημα: ποιές Γραφές ὁμιλοῦν γιά τόν Χριστό; Τήν ἐποχή πού ὁ Χριστός εἶπε αὐτή τή φράση, ἡ Καινή Διαθήκη δέν ἔχει ἀκόμα γραφεῖ, δέν ὑπῆρχε. Πολύ ἁπλᾶ, ὁ Κύριος μέ τά λόγια του αὐτά ἐννοεῖ τήν Παλαιά Διαθήκη. Καί τό ἀποδεικνύει περίτρανα ὁ ἴδιος μέ τά ὅσα Ἐκεῖνος εἶπε καί ἔπραξε.
Τόν ἀκοῦμε, μέσα στήν ἔρημο καί μετά ἀπό τή σαρανταήμερο νηστεία Του, νά ἀντικρούει τούς πειρασμούς τοῦ διαβόλου μέ φράσεις καί ἐντολές τῆς Π.Δ.
Σέ ἄλλο σημεῖο, τόν ἀκοῦμε νά λέει «μή νομίσητε ὅτι ἦλθον  καταλύσαι τόν Νόμον, ἤ τούς Προφήτας· οὐκ ἦλθον καταλύσαι ἀλλά πληρῶσαι». Ὁ Νόμος, οἱ Προφῆτες καί οἱ Ψαλμοί εἶναι τά βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Δηλαδή εἶναι σά νά μᾶς λέει πώς δέν ἦρθα νά καταλύσω, νά ἀπαξιώσω καί νά βάλω στήν ἄκρη τήν Π.Δ. Ἦλθα νά τήν ἐπαληθεύσω καί νά συμπληρώσω ὅ,τι παρανόησε ἤ ἄλλαξε ἀπό τούς Θείους Νόμους τό ἀνθρωποπαθές χέρι κάποιων νομοδιδασκάλων (Φαρισαίων).
Ἀλλοῦ πάλι, Τόν ἀκοῦμε νά λέει ὅτι ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ μπορεῖ νά παρέλθουν, ἀπό τίς Γραφές ὅμως οὔτε ἕνα γιώτα δέν θά ἀλλάξει. Διότι, πολύ ἁπλᾶ, οἱ Γραφές εἶναι ἡ Ἀλήθεια καί ἡ Ἀλήθεια δέν μπορεῖ νά ἀλλάξει. Ἐάν ἀλλάξει σημαίνει ὅτι αὐτό πού πιστεύαμε ὡς ἀλήθεια δέν ἦταν ἀλήθεια.
Ὅταν αὐτό λοιπόν, τό λέει ὁ ἴδιος ὁ Θεός, καταλαβαίνουμε ὅτι τό Ἱερό αὐτό Βιβλίο μόνο παραμύθι ἤ μυθολογία τῶν Ἑβραίων (ὅπως διαδίδουν κάποιοι ἐπιτήδειοι) δέν εἶναι. Καί πολύ περισσότερο δέ, ὅτι δέν εἶναι βλάσφημο καί αἰσχρό (ὅπως ἔλεγε μία καθηγήτρια Πανεπιστημίου!!! σέ τηλεοπτικές ἐκπομπές) βιβλίο.
Ὅταν ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, πού εἶπε «Ἐγώ εἰμί τό Φῶς καί ἡ Ἀλήθεια» προτρέπει στήν μελέτη τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, εἶναι δυνατόν νά προτρέπει σέ ἕνα ψέμα ἤ σέ μία μυθοπλασία; Εἶναι δυνατόν τό Φῶς νά σοῦ δείχνει τό σκότος τῆς αἰσχρότητας καί ἡ Ἀλήθεια τήν δίνη τῆς πλάνης; Τί Θεός θά ἦταν τότε; Πῶς λοιπόν, μποροῦν νά λένε οἱ νέοι διανοούμενοι τῆς φτωχῆς μας σύγχρονης Ἑλλάδας αὐτά τά πράγματα; Μᾶλλον ἔχει σκοτιστεῖ τόσο τό μυαλό τους, πού βλέπουν τό Φῶς γιά σκότος καί τό σκότος γιά φῶς. Καί τό μέγα δυστύχημα; Λόγῳ τοῦ ὅτι ὅλοι αὐτοί κατέχουν τό ἀξίωμα τοῦ γονέα, τοῦ δασκάλου, καί τοῦ καθηγητῆ, ὁδηγοῦν στήν ἴδια πλάνη ὁλόκληρη τή νεολαία μας!
Ἀκοῦμε συχνά τελευταῖα, ἀπό στόματα Χριστιανῶν νέων, τόν φοβερό λόγο «Τί δουλειά ἔχουμε ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες μέ τήν μυθολογία τῶν Ἑβραίων; Ἐμεῖς ἔχουμε δικιά μας καί μάλιστα ἀνώτερη»!!! «Στήν Ἐκκλησία πηγαίνω καί πιστεύω στόν Χριστό, ὅμως τήν Π.Δ. δέν τή δέχομαι»!!!
Ἀλήθεια, πῶς μπορεῖς νά πιστεύεις τόν Χριστό καί ταυτόχρονα νά Τόν λές ψεύτη; Πῶς γίνεται νά Κοινωνεῖς Αὐτόν πού θεωρεῖς ἀληθινό Θεό καί τήν ἴδια στιγμή νά διαλαλεῖς καί νά προτρέπεις τούς ἄλλους νά μήν κάνουν αὐτά πού Ἐκεῖνος εἶπε γιά νά σωθεῖ ὁ ἄνθρωπος;
Πόσο ὑποκριτές καί βλάσφημοι ἔχουμε γίνει! Πόσο εὔπιστοι καί ἀ­παί­δευτοι, ὥστε εὔκολα νά λέμε κουβέντες βαριές κι ἀνόητες, χωρίς νά κατα­λαβαίνουμε τό κακό πού κάνουμε καί σέ ἐμᾶς ἀλλά καί στούς ἄλλους;
Ἀπό διακεκριμένους ἐπιστήμονες θεολόγους (καθ. πρ. Γεώργιο Μεταλ­ληνό, καθ. Νίκ. Μπρατσιώτη,  ἀείμνηστο καθ. πρ. Ἰ. Ρωμανίδη κ.ἄ.) ἀκοῦμε διαρκῶς νά λένε πώς δέν ὑπάρχει μῦθος στήν Π.Δ. Μαθαίνουμε ὅτι Γερμανοί μελετητές (οἱ ὁποῖοι θεωροῦνται ἐκ τῶν αὐστηρότερων μελετητῶν) τῶν Ἑβραϊκῶν κειμένων, γράφουν καί διαβεβαιώνουν ὅτι στήν Π.Δ. δέν ὑπάρχει μυθοπλασία. Καί ἀκόμα ὅτι οἱ ἴδιοι οἱ Ἑβραῖοι ἦταν κατά τῶν μύθων καί καταδίκαζαν τίς μυθοπλασίες, ἀφοῦ ὁ νόμος τους δέν τό ἐπέτρεπε.
Στό Ἰω. κεφ. 5 στ. 39, ἀκοῦμε πάλι τόν ἴδιο τόν Κύριο νά λέει γιά τίς Γραφές: «…καί ἐκεῖναι εἰσίν αἱ μαρτυροῦσαι περί ἐμοῦ». Δηλαδή, ὄχι μόνο μᾶς προτρέπει νά ἐρευνοῦμε τήν Παλαιά Διαθήκη, ἀλλά μᾶς πληροφορεῖ καί γιά κάτι ἄλλο. Ὅτι ἡ Π.Δ. μαρτυρεῖ καί μιλάει γιά Ἐκεῖνον. Ὅτι ἡ Παλαιά εἶναι ὁ Πρόδρομος τῆς Καινῆς! Καί ὅπως λένε οἱ Πατέρες, χωρίς Παλαιά δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει Καινή.
Ἔτσι λοιπόν, διερωτῶμαι πῶς γίνεται ἄραγε, ἕνας λαός νά … φτιάχνει τήν ἱστορία του (ἱστορία τῶν Ἑβραίων, ὅπως λένε μερικοί τήν Π.Δ.) καί μέσα στά “μαγειρέματά” του νά φορτώνει διαρκῶς στούς προγόνους του ἁμαρτίες, ἀνήθικες πράξεις καί βλασφημίες ἀπέναντι στόν Δημιουργό του καί νά βάζει συνεχῶς νά ἔρχονται Προφῆτες καί Κριτές γιά νά τούς βάλουν μυαλό; Πῶς δικαιολογεῖται ὁ Θεός πού…ἔπλασαν(!), νά τόν βάζουν συχνά–πυκνά νά κατακεραυνώνει τούς προγόνους τους; Μᾶλλον θά πρέπει νά ἦταν ἀνόητοι!
Ἀκόμα δέ, πῶς ἐξηγεῖται αὐτή ἡ τέλεια νοηματική καί πνευματική συνέ­χεια ὅλων αὐτῶν τῶν πολλῶν βιβλίων τῆς Π.Δ., τή στιγμή πού γράφτηκαν μέ ἀπόσταση δεκάδων ἐτῶν μεταξύ τους, ἀπό διάφορους καί «τυχαίους» συγγραφεῖς καί σέ διάφορα μέρη;
Πῶς γίνεται ἄραγε νά φτιάχνει ἕνας λαός «ἱερά» βιβλία (μυθολογία τῶν Ἑβραίων ὅπως λένε πάλι κάποιοι) καί ὅλη αὐτή ἡ φτιαχτή θεολογία μέ τίς πολλές δεκάδες ψεύτικες μαντεύσεις καί διαδόσεις, νά ἔρχεται ἡ στιγμή πού ὅλες αὐτές νά ἐπαληθεύονται ἕως κεραίας, τήν συγκεκριμένη στιγμή, στά συγκεκριμένα πρόσωπα καί στούς συγκεκριμένους τόπους;
Καί, τέλος, πῶς γίνεται ἄραγε ὅλη αὐτή ἡ “φτιαχτή” ἱστορία, ἡ ὁποία τρανῶς ἀπεδείχθη ὡς ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Ἀληθινοῦ Θεοῦ, νά φεύγει ἀπό τά χέρια τῶν δημιουργῶν της καί νά περνάει στά χέρια ἄλλων λαῶν καί μάλιστα ἐχθρῶν τους, στιγματίζοντας αἰωνίως πλέον τούς ἴδιους, ὡς λαό τῆς ἀνομίας;
Ἐάν ὅλα αὐτά ἦταν ἀνθρώπινα “μαγειρέματα”, θά ἄφηνε ὁ ἱστορικός “μάγειρας” τόν λαό του ἀπ’ ἔξω καί μάλιστα σφραγίζοντάς τον μέ ὀνειδισμούς καί ἁμαρτίες;
Καί ἀναρωτιέμαι, ὅλα αὐτά δέν τά σκέφτονται αὐτοί πού λένε περί μυθολογίας τῶν Ἑβραίων καί ἄλλες τέτοιες ἀνοησίες; Χλευάζουν τή λέξη «περιούσιος», (ἀφοῦ ἀποδίδεται στόν Ἰσραήλ) καί δέν καταλαβαίνουν οἱ φτωχοί ὅτι μέσα στούς περιούσιους εἶναι πλέον καί οἱ ἴδιοι. Δέν καταλαβαίνουν ὅτι ὁ Ἰσραήλ (δηλ. ἰσχυρός, δυνατός) δέν εἶναι πλέον οἱ Ἰσραηλῖτες ἀλλά ὅλοι οἱ Χριστιανοί Ὀρθόδοξοι πού ἔχουν μέσα τους τόν Ἀληθινό Θεό ὁ Ὁποῖος ἀπεκαλύφθη μέσῳ τῶν Γραφῶν πού αὐτοί κοροϊδεύουν!
Γιά τό πόση ἀλήθεια μποροῦμε νά βροῦμε στήν Π.Δ., καί πῶς ἡ Παλαιά στηρίζει καί ἐπεξηγεῖ τήν Καινή, θά ἀναφέρω ἐδῶ τό ἑξῆς παράξενο, ἀλλά συνάμα  ἀσύλληπτο κι ὑπέροχο: Κάποτε διερωτόμουν πῶς μπορεῖ ἡ Ταφή τοῦ Κυρίου νά εἶναι τριήμερος, ἀφοῦ ἡ Σταύρωση καί ὁ Θάνατός Του ἔλαβαν χώρα τήν Μ.Παρασκευή καί ἡ Ἀνάστασή Του ξημερώματα Κυριακῆς; Ἔστω ὅτι ὑπολογίζουμε τήν Μ. Παρασκευή γιά μία ἡμέρα, καί ἄλλη μία τό Μ. Σάββατο. Τά ξημερώματα τῆς Κυριακῆς, ὅμως, ὁ Χριστός ἔχει ἤδη ἀναστηθεῖ. Ὅπως καί νά τά μετροῦσα, τρεῖς ἡμέρες δέν ἔβγαιναν. Ἀκόμα καί τό ὅτι ἡ ἡμέρα, ἐκείνη τήν ἐποχή ὑποτίθεται ὅτι ὑπολογίζονταν ἀπό τίς 18:00 τῆς προηγούμενης, καί πάλι δέν μποροῦσε ἡ Μ. Παρασκευή νά νοηθεῖ σάν δύο ἡμέρες, ἀφοῦ ἡ ὥρα μετροῦσε ἀπό τήν ἕκτη πρωϊνή της. Πῶς γίνεται λοιπόν νά εἶναι τρεῖς οἱ ἡμέρες;
Ἡ ἀπάντηση βρίσκεται στό πρῶτο κεφάλαιο τῆς Γενέσεως στήν Παλαιά Διαθήκη, στήν ὁποία μέ παρέπεμψε ὁ πνευματικός μου. Τί διαβάζουμε στήν ἀρχή τοῦ κεφαλαίου; Ὅτι σκότος ὑπῆρχε παντοῦ καί τό πρῶτο πού δημιούργησε ὁ Θεός ἦταν τό φῶς, καί ὁ στίχος 5 λέει τό ἑξῆς: «καί ἐκάλεσεν ὁ Θεός τό φῶς ἡμέρα καί τό σκότος ἐκάλεσε νύκτα, καί ἐγένετο ἑσπέρα (νύχτα, σκότος) καί ἐγένετο πρωί (φῶς), ἡμέρα μία». Δηλαδή ἡ ἐναλλαγή τοῦ σκότους μέ τό φῶς, θεωρεῖται ἡ πρώτη ἡμέρα. Καί εἶναι λογικό ἀφοῦ δέν ὑπάρχει ἥλιος ἀκόμα.
Καί ἐρχόμαστε στήν Καινή Διαθήκη. Τί μᾶς λένε τά Εὐαγγέλια; Ὅτι «Γενομένης δέ ὥρας ἕκτης σκότος ἐγένετο ἐφ’ ὅλην τήν γῆν ἕως ὥρας ἐνάτης». Ὄχι ἔκλειψη ἡλίου πού λένε κάποιοι, διότι ἐάν ἦταν ἔτσι κάπου ἀλλοῦ θά ἦταν μέρα. Ὄχι! Ὁ ἥλιος ἔσβησε καί σκοτάδι ἁπλώθηκε σέ ὅλη τή γῆ. Καί αὐτό ἔρχεται νά μᾶς τό ἐπιβεβαιώσει ὁ λόγος τοῦ Ἁγίου Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου, «σήμερον ἤ Θεός ἀποθνήσκει ἤ τό πᾶν ἀπώλεται» τόν ὁποῖο λόγο εἶπε ὅταν εἶδε τό πυκνό καί ἀπόλυτο σκοτάδι πού ξαφνικά ἔπεσε στήν Ἀθήνα τήν ὥρα ἐκείνη. Σκοτάδι λοιπόν ἔγινε σέ ὅλη τή γῆ καί τήν ἔνατη ὥρα τό φῶς ἐπανῆλθε. Ἔχουμε λοιπόν, μία ἐναλλαγή σκοταδιοῦ καί φωτός, ὅπως ἀκριβῶς κατά τήν πρώτη ἡμέρα τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου. Νά ἡ ἡμέρα πού ἔλειπε! Νά λοιπόν πῶς ἐξηγεῖται αὐτό τό «τριήμερος». Ὅπως ἀκριβῶς ξεκινᾶ ἡ πρώτη ἡμέρα τῆς δημιουργίας ἔτσι ἀκριβῶς ξεκινᾶ καί ἡ πρώτη ἡμέρα τῆς Καινῆς δημιουργίας, μέ μία ἡμέρα ὑπερφυσική, πού δέν μπορεῖ νά χωρέσει ὁ ἀνθρώπινος νοῦς. Ἀρχή τῆς κτίσης τότε, καινή ἀρχή τῆς καινῆς κτίσης τώρα.
Ποῦ εἶναι τό κέντρο σου Ἅδη; Ποῦ μποροῦν νά σταθοῦν τά ψέματά σου μισόκαλε; Ποιόν μπορεῖς νά πείσεις πλέον παλαιέ κόσμε τοῦ διαβόλου; Δέν ἔχεις ἐπάνω μας κανένα δικαίωμα ἐάν δέν στό δώσουμε ἐμεῖς. Δέν ἔχουμε τίποτε νά φοβηθοῦμε, ἐάν ἔχουμε στίς καρδιές μας τίς Γραφές, τήν Ἀλήθεια, τόν Λόγο τοῦ Θεοῦ.
Ἄς προσέξουμε λοιπόν καλά, πρῶτα οἱ γονεῖς καί μετά οἱ δάσκαλοι. Ἄς προσέξουμε καλά τί κουβέντες ξεστομίζουμε, τί συμβουλές δίνουμε καί τί δρόμους προτρέπουμε τά παιδιά μας νά πάρουν. Ἀκοῦμε κάτι πού μᾶς φαίνεται, τήν στιγμή ἐκείνη, σωστό; Ἄς τό κουβεντιάσουμε πρῶτα μέ κάποιον γνώστη τοῦ θέματος. Ἄς ρωτήσουμε ἕναν καλό Ἱερέα. Ἄς ἀνοίξουμε τά Ἱερά Βιβλία νά δοῦμε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι πρῶτα, τί λένε, πῶς τό λένε καί γιατί τό λένε. Ἄς διαμορφώσουμε πρῶτα ἐμεῖς δική μας ἄποψη τεκμηριωμένη, χωρίς κενά καί προχειρότητες. Καί ὅταν καταλήξουμε πιά καί διαμορφώσουμε ἄποψη καί δοῦμε ὅτι τό ζήτημα αὐτό εἶναι καίριο γιά τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, τότε τό λέμε καί στό παιδί μας ἤ στόν φίλο μας. Καί βέβαια πάντα μέ φόβο Θεοῦ στήν ψυχή μας, διότι τά θεολογικά θέματα εἶναι λεπτά, μέ ἀποτέλεσμα  εὔκολα νά γκρεμίζεις ἀλλά μέ αἷμα νά χτίζεις!

 «ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 129  Μάϊος 2013
το είδαμε εδώ

Πέμπτη, Απριλίου 17, 2014

περιγραφή του Ιησού Χριστού από τον διοικητή της Ιουδαίας



Η περιγραφή του Ιησού Χριστού από τον διοικητή της Ιουδαίας

Ανατριχίλα προκαλεί το γράμμα του διοικητή της Ιουδαίας, που βρέθηκε στη Βιβλιοθήκη των Λαζαριστών της Ρώμης.
Ο Πούλβιος Λέντουλος, διοικητής της Ιουδαίας, πριν από τον Πόντιο Πιλάτο το έστειλε στον Ρωμαίο Αυτοκράτορα Τιβέριο και στο οποίο περιγράφεται η μορφή του Ιησού Χρίστου.

Το πρωτότυπο, στα λατινικά, βρίσκεται στη βιβλιοθήκη Cesarini στην Ρώμη.

Διαβάστε το σε μετάφραση:

"....Μεγαλειότατε Καίσαρα, Άκουσα ότι επιθυμείς να μάθεις αυτά που σου γράφω για κάποιον άνθρωπο που είναι πολύ ενάρετος κι ονομάζεται Ιησούς Χριστός, τον οποίο ο Λαός θεωρούσε προφήτη, οι μαθητές Του όμως Τον θεωρούσαν Θεό κι έλεγαν ότι είναι Υιός του Θεού, Δημιουργός του ουρανού και της γης κι όλων κι ότι βρίσκεται παντού.
Είναι αλήθεια Καίσαρα ότι ακούγονται κάθε μέρα θαυμάσια πράγματα για τον Ιησού.

Ανασταίνει νεκρούς και θεραπεύει αρρώστους, με μια Του λέξη. Είναι άνδρας, μέτριου αναστήματος, όμορφος στην όψη και αρχοντικός, ιδιαίτερα το πρόσωπο Του, ώστε όσοι Τον κοιτούν, τους προκαλεί … Τα μαλλιά Του είναι μέχρι τα αφτιά Του και πίσω φτάνουν μέχρι τους ώμους, καστανά και λαμπερά, διαχωρίζονται κατά το έθιμο των Ναζωραίων.

Το μέτωπο του είναι καθαρό και γαλήνιο, το πρόσωπο Του χωρίς σημάδια και αγάπη και σεβασμό. Η μύτη και τα χείλη Του είναι κανονικότατα. Τα γένια Του είναι πυκνά, καστανά και μακριά, που χωρίζουν στη μέση. Το βλέμμα Του είναι σοβαρό και προκαλεί σεβασμό, είναι δε δυνατό σαν ακτίνα . Όταν είναι αυστηρός, κανείς δεν μπορεί να Τον ατενίσει κι όταν μαλώνει του ήλιου. Κάποιον κλαίει…Τα χέρια και τα μπράτσα Του είναι όμορφα. Όταν συνομιλεί τους ικανοποιεί όλους, δεν εμφανίζεται συχνά, αλλά όταν αυτό συμβαίνει είναι μετριόφρων κι έχει το ωραιότερο παράστημα του κόσμου.

Είναι ωραίος, όπως κι η μητέρα Του, η οποία είναι η ωραιότερη γυναίκα. Εάν όμως η Μεγαλειότητα σου Καίσαρα θέλει να Τον δει, όπως μου είχες γράψει, πες το μου για να σου Τον στείλω αμέσως. Αν και ποτέ δεν έκανε σπουδές, ξέρει όμως κάθε επιστήμη. Περπατάει ξυπόλητος και ασκεπής. Πολλοί σαν Τον βλέπουν γελάνε, αλλά όταν στέκονται μπροστά Του τρέμουν και Τον θαυμάζουν.

Λένε ότι ποτέ ξανά δεν έχει εμφανιστεί στα μέρη αυτά άνθρωπος σαν κι Αυτόν. Επίσης λένε οι Εβραίοι ότι ποτέ δεν δόθηκαν συμβουλές ούτε κηρύχθηκε Διδασκαλία σαν την δική Του, πολλοί δε από τους Ιουδαίους Τον θεωρούν θεό. Άλλοι πάλι λένε ότι είναι εχθρός σου Καίσαρα. Λένε επίσης ότι Αυτός ποτέ δεν δυσαρέστησε κάποιον.
Όλοι όσοι Τον γνωρίζουν λένε ότι τους ευεργέτησε. Παρόλα αυτά Καίσαρα είμαι πρόθυμος να υπακούσω στην Μεγαλειότητα σου κι ό,τι με διατάξεις θα το κάνω. Εκανε το καλό"

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 02, 2013

Η καταγωγή του Χριστού.


Ο Χριστός είναι ο Λόγος του Θεού που ενανθρώπησε. Δεν ήρθε ουρανοκατέβατος, αλλά δια Παρθένου Γυναικός δια Πνεύματος Αγίου, και ως εκ τούτου έχει καταγωγή κατά σάρκα. 

Παρατηρείται η προσπάθεια «Ελληνοποίησεως» του Χριστού και της Παναγίας, η οποία προέρχεται από κύκλους «αρχαιολατρών». Οι «αρχαιολάτρες» θέλουν το κάθε τι Ελληνικό. Δεν είναι μόνο εκείνοι που βρίζουν την Χριστιανική πίστη και τον Χριστό, αλλά είναι και εκείνη η μερίδα που κινείται στο άλλο άκρο. Και που είναι το κακό, ίσως διερωτηθεί κανείς. Εφόσον υπέρ του Χριστού μιλούν. Που είναι το κακό εάν είναι Έλληνας στην καταγωγή; Δεν θα ήταν αυτό κακό, διότι από οποιοδήποτε έθνος και αν προερχόταν κατά σάρκα ο Κύριος Ιησούς Χριστός, αυτό δεν θα έπαιζε κανένα ρόλο στην σωτηρία του ανθρώπου. Γίνεται όμως κακό, όταν κατά αυτό τον τρόπο αμφισβητείται η Αγία Γραφή, που είναι ξεκάθαρη ότι ο Χριστός προέρχεται κατά την ανθρωπότητά του, από τον Ισραήλ. Επίσης, έχουμε αμφισβήτηση της Εκκλησίας, αλλά και των αγίων και θεοφόρων Πατέρων, οι οποίοι βέβαια συμφωνούν με την Αγία Γραφή. Επειδή παρατηρείται μία σχεδόν φρενίτιδα από αυτό, που έχει μάλιστα επηρεάσει και Χριστιανούς ακόμα- σαν να μην υπάρχουν οι Θείες Γραφές και οι Πατέρες, θα επιχειρηθεί να δοθεί μια απάντηση, χωρίς να εξαντλήσουμε όλη την Αγία Γραφή, μιας και αυτή έχει άπειρο βάθος.

Ο Χριστός είναι και κτιστός και άκτιστος. Είναι ο Λόγος που προσέλαβε και έκανε δική του την ανθρώπινη φύση που προσέλαβε από την υπεραγία Θεοτόκο, χωρίς να πάψει να είναι ότι ήταν και πριν, δηλαδή Θεός Λόγος.

Εξηγεί ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης:
«Ο Χριστός είναι και κτιστός και Άκτιστος. Ονομάζουμε δε άκτιστη τη αίδια και προαιώνια και δημιουργική όλων των όντων φύση Του· ενώ λέμε κτιστό το σώμα που κατά την ενανθρώπιση του για χάρη μας ενώθηκε με το δικό μας ανθρώπινο σώμα της ταπείνωσης. Αλλά είναι προτιμότερο να αναφέρω με τα ίδια τα λόγια της Γραφής το νόημα για αυτό. Άκτιστον ονομάζουμε τον Λόγο, ο οποίος υπήρχε εν αρχή και που ήταν πάντοτε κοντά στον Θεό και τον Θεό που είναι ο Λόγος [..] κτιστόν ονομάζουμεν αυτόν που σαρκώθηκε και σκήνωσε ανάμεσά μας».
(Μυστική Θεολογία, αρχ. Π. Μπρούσαλης, απόσπασμα από τα σχόλια του αγίου Γρηγορίου εις το Άσμα Ασμάτων, σελ. 615).

Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής αναφέρει, ότι «Πριν από την φανερή και σαρκική παρουσία του, υπήρχε πνευματικά ο Λόγος του Θεού στους πατριάρχες και τους προφήτες κάνοντας προτύπωση των μυστηρίων της παρουσίας Του» (Τ. Φ 14, σελ. 519). Έχει ενεργό ρόλο ο Λόγος του Θεού, άσαρκος τότε, αναφορικά με το Ευαγγέλιό Του, με την μέλλουσα ενανθρώπισή Του. 

Το πνεύμα της προφητείας της Αγίας Γραφής, ανάμεσα στα πολλά χαρακτηριστικά που δίνει για τον Μεσσία, δίνει επίσης και για την καταγωγή του. Θα αναφέρουμε αυτά τα ξεκάθαρα εδάφια, για να ξεκαθαρίσει μια και καλή το θέμα. Όσο προχωράμε πιο κοντά στην γέννηση του Χριστού, τόσο πιο ξεκάθαρες γίνονται και οι σχετικές προφητείες. Ο προφητικός λόγος της Παλαιάς Διαθήκης λειτουργεί ως λυχνάρι και δίνει φως τόσο όσο χρειάζεται για να φτάσει κανείς στον Χριστό, μέχρι που να ανατείλει ο Χριστός στην καρδιά μας, κατά τον φωτισμό.

«Και έχομεν βεβαιότερον τον προφητικόν λόγον, εις τον οποίον κάμνετε καλά να προσέχητεως εις λύχνον φέγγοντα εν σκοτεινώ τόπω, εωσού έλθη η αυγή της ημέρας και ο φωσφόρος ανατείλη εν ταις καρδίαις υμών· τούτο πρώτον εξεύροντες, ότι ουδεμία προφητεία της γραφής γίνεται εξ ιδίας του προφητεύοντος διασαφήσεως· διότι δεν ήλθε ποτέ προφητεία εκ θελήματος ανθρώπου, αλλ’ υπό του Πνεύματος του Αγίου κινούμενοι ελάλησαν οι άγιοι άνθρωποι του Θεού» (Β’ Πέτρου, 1:19-21).

Η πρώτη προφητεία που υπάρχει στην Αγία Γραφή για την υπόσχεση του ερχομού του Μεσσία, του Χριστού δηλαδή, βρίσκεται στο τρίτο κεφάλαιο της Γενέσεως, στο εδάφιο 15: «έχθραν θέλω στήσει αναμέσον σου και της γυναικός, και αναμέσον του σπέρματός σου καιτου σπέρματος αυτής· αυτό (‘’αυτός’’, κατά τους Εβδομήκοντα) θέλει σου συντρίψει την κεφαλήν, και συ θέλεις κεντήσει την πτέρναν αυτού».

Είναι η προφητεία πάνω στην οποία στηρίζεται όλο το Χριστιανικό Ευαγγέλιο. Είναι η πρώτη απάντηση στην πτώση του ανθρώπου. Ο Θεός λέει ότι το σπέρμα της γυναικός θα σύντριβε την κεφαλή του φιδιού, το οποίο δεν είναι τίποτα άλλο παρά ο διάβολος, ο όφης ο αρχαίος. Μιλάει για μια συγκεκριμένη γυναίκα («της γυναικός», όχι απλά «γυναικός»), χωρίς να δίνει περισσότερες πληροφορίες. Το ότι λέει για «σπέρμα της γυναικός», υπονοεί ακριβώς ότι ο Ερχόμενος, θα γεννηθεί από Παρθένο, εφόσον η γυναίκα δεν έχει σπέρμα. Αυτός που θα γεννηθεί, θα σύντριβε κάποτε τον διάβολο.

Η αποκάλυψη όμως που δόθηκε, δεν σταμάτησε εκεί. Σε όλη την πορεία της ανθρωπότητας, ο Θεός έδινε περισσότερα στοιχεία και πιο συγκεκριμένα, σχετικά με την αποκάλυψη περί της γεννήσεως του Μεσσία. Στην Αγία Γραφή προβάλλονται τα πρόσωπα τα οποία διαδραμάτισαν ρόλο σημαντικό.

Η Αγία Γραφή αναφέρεται στον Αβραάμ, ο οποίος εκλήθη από τον Θεό να βγει από τα όριά του, δίδοντάς του την επαγγελία που αποτελεί και συμπληρωματικό στοιχείο της ίδιας αποκάλυψης που είχε δώσει κάποτε στους πρωτόπλαστους.

«[..] θέλω σε κάμει εις έθνος μέγα· και θέλω σε ευλογήσει, και θέλω μεγαλύνει το όνομά σου· και θέλεις είσθαι εις ευλογίαν· και θέλω ευλογήσει τους ευλογούντάς σε, και τους καταρωμένους σε θέλω καταρασθή· και θέλουσιν ευλογηθή εν σοι πάσαι αι φυλαί της γης» (Γένεση 12: 2-3).

Αυτό το «εν σοι», ότι δηλαδή, θα ευλογηθούν όλες οι φυλές της γης «εν σοι», σήμαινε ακριβώς ότι μέσα από τους απογόνους του θα έρχονταν ο Χριστός. Ο Θεός θα χάριζε παιδί στον Αβραάμ και στην Σάρρα. Ο απ Παύλος, έτσι το εξηγεί: «Προς δε τον Αβραάμ ελαλήθησαν αι επαγγελίαι και προς το σπέρμα αυτού· δεν λέγει, Και προς τα σπέρματα, ως περί πολλών, αλλ’ ως περί ενός, Και προς το σπέρμα σου, όστις είναι ο Χριστός» (Γαλάτας, 3:16).

Η κατά σάρκα καταγωγή του Χριστού γίνεται πιο σαφής. Θα έρθει από απόγονο του Αβραάμ, ο οποίος Αβραάμ είναι ο γενάρχης του Ισραήλ.  Ακόμα πιο συγκεκριμένα, από τον γιό του τον Ισαάκ και όχι από τον Ισμαήλ, καθόσον είχε δύο γιούς από διαφορετικές γυναίκες. Ο Ισμαήλ εκ της Άγαρ, έγινε άλλο έθνος.  

«Και είπεν ο Θεός, Ναι η γυνή σου Σάρρα θέλει γεννήσει υιόν εις σε, και θέλεις καλέσει το όνομα αυτού Ισαάκ· και θέλω στήσει την διαθήκην μου προς αυτόν εις διαθήκην αιώνιον, και προς το σπέρμα αυτού μετ’ αυτόν· περί δε του Ισμαήλ σου εισήκουσα· Ιδού, ευλόγησα αυτόν, και θέλω αυξήσει αυτόν, και θέλω πληθύνει αυτόν σφόδρα σφόδρα· δώδεκα άρχοντας θέλει γεννήσει, και θέλω κάμει αυτόν έθνος μέγα· αλλά την διαθήκην μου θέλω στήσει προς τον Ισαάκ, τον οποίον θέλει γεννήσει η Σάρρα εις σε το ερχόμενον έτος, εν τω αυτώ τούτω καιρώ» (Γένεση, 17:19-21).

Ακόμα πιο ξεκάθαρο, ότι η Διαθήκη στήνεται προς τον απόγονο του Αβραάμ, τον Ισαάκ. Όχι στον Ισμαήλ, τον μετέπειτα γενάρχη των Αράβων.

Το ίδιο λέει ξανά ο Θεός, αφού δοκιμάστηκε η πίστη του Αβραάμ. «εν τω σπέρματί σου θέλουσιν ευλογηθή πάντα τα έθνη της γής· διότι υπήκουσας εις την φωνήν μου» (Γένεση, 22: 18).

«Προς δε τον Αβραάμ ελαλήθησαν αι επαγγελίαι και προς το σπέρμα αυτού· δεν λέγει, Και προς τα σπέρματα, ως περί πολλών, αλλ’ ως περί ενός, Και προς το σπέρμα σου, όστις είναι ο Χριστός» (Γαλάτες, 3:16).

Ο Μεσσίας πρέπει να είναι από την γενιά του Σήμ, ώστε να είναι «σπέρμα του Αβραάμ», εφόσον ο Αβραάμ είναι απόγονος του συγκεκριμένου γιού του Νώε, σύμφωνα με την Αγία Γραφή (Γένεση, 11: 10- 26).

Ακόμα πιο συγκεκριμένο γίνεται το πράγμα, όταν ο Θεός λέει τα ίδια πράγματα με αυτά που είπε στον Αβραάμ, στον Ιακώβ, που ήταν γιος του Ισαάκ, δηλαδή εγγονός του Αβραάμ.

«και θέλουσιν ευλογηθή εν σοι, και εν τω σπέρματί σου πάσαι αι φυλαί της γής» (Γένεση, 28:14).

Και αυτό πολύ σπουδαίο, καθόσον ο Ισαάκ είχε δύο γιούς. Όμως, η επαγγελία δίδεται στον Ιακώβ και όχι στον Ησαύ. Η Αγία Γραφή δείχνει όλη την σειρά και την γραμμή.

Ο Ιακώβ, όταν ήταν να αναχωρήσει από αυτό τον κόσμο, ευλόγησε τα παιδιά του. Ο Ιακώβ, στο μεταξύ είχε μετονομαστεί σε «Ισραήλ» (Γένεση, 32:28). Τα παιδιά του, επρόκειτο να γίνουν οι φυλές του λαού αυτού. Στον γιό του τον Ιούδα, προφητεύει τα εξής που έχουν άμεση σχέση με τον Μεσσία:

«Ιούδα, σε αινέσαισαν οι αδελφοί σου, αι χείρες σου επί νώτου των εχθρών σου, προσκυνήσουσιν σοι οι υιοί του πατρός σου· σκύμνος λέοντος Ιούδα. Εκ βλαστού υιε μου ανέβης· αναπεσών εκοιμήθης ως λέων και ως σκύμνος· τις εγέρει αυτόν; Ουκ εκλείψει άρχων εξ Ιούδα και ηγούμενος εκ των μηρών αυτού, έως αν έλθη τα αποκείμενα αυτώ και αυτός προσδοκία εθνών» (Γένεση, 49: 8-10).

Εδώ, δηλώνεται η ανωτερότητα του Ιούδα έναντι των αδελφών εξ αιτίας του Μεσσία, εφόσον οι αδελφοί του θα τον αινέσουν και θα τον προσκυνήσουν. Η Γέννηση του Χριστού παραλληλίζεται στην Αγία Γραφή με ένα τρυφερό φυτό που μεγαλώνει και αναπτύσσεται. Στον Ησαία αναφέρεται ως «άνθος» (Ησαίας, 11:1), ως «ρίζα και τρυφερό φυτό» (Ησαίας. 53:2). Επίσης, αναφέρεται και ο θάνατος του Χριστού και η ανάσταση, στην προφητεία του Ιακώβ. Λέων, είναι ο Μεσσίας (Αποκάλυψη, 5:5). Η προσδοκία των εθνών θα προέλθει εκ της φυλής του Ιούδα. Απόδειξη, ότι ο Μεσσίας είναι για όλα τα έθνη. Ο απ Παύλος, ο μεγάλος αυτός διδάσκαλος, θα γράψει αργότερα: «Επειδή είναι πρόδηλον ότι εξ Ιούδα ανέτειλεν ο Κύριος ημών» (Προς Εβραίους, 7:14).

Ο άγιος Ιππόλυτος Ρώμης ερμηνεύει πολύ όμορφα την προφητεία του Ιακώβ. Η φράση «αι χείρες σου επί νώτου των εχθρών σου» εφαρμόζονται στον Μεσσία και δείχνει, κατά την ερμηνεία του αγίου, ότι ο λαός θα Τον αποστραφεί και θα του γυρίσει την πλάτη, αλλά στα έσχατα θα Τον δοξάσουν (ΒΕΠΕΣ 6, σελ. 116).

Η φράση, «σκύμνος λέοντος Ιούδα», αναφέρεται στον Χριστό που θα έλθει από την φυλή Ιούδα (ΒΕΠΕΣ 6, σελ. 200).

Η φράση, «Εκ βλαστού υιε μου ανέβης», δηλώνει την εκ Παρθένου γέννηση (ΒΕΠΕΣ 6, σελ. 200).

Η φράση, «αναπεσών εκοιμήθης ως λέων και ως σκύμνος», είναι η κοίμηση του Χριστού, ενώ το «τις εγέρει αυτόν», η Ανάσταση (ΒΕΠΕΣ 6, σελ. 200).

Και η φράση, «Ουκ εκλείψει άρχων εξ Ιούδα και ηγούμενος εκ των μηρών αυτού, έως αν έλθη τα αποκείμενα αυτώ και αυτός προσδοκία εθνών»είναι η διαδρομή του βασιλικού γένους από την φυλή του Ιούδα μέχρι τον Χριστό. (ΒΕΠΕΣ 6, σελ. 201).

Ο Μωυσής αργότερα, στην εποχή του Νόμου, λέει προφητικά αναφερόμενος στον Μεσσία, και επιβεβαιώνοντας την Ισραηλιτική του καταγωγή:

«Προφήτην εκ μέσου σου θέλει αναστήσει εις σε Κύριος ο Θεός σου εκ των αδελφών σου, ως εμέ· αυτού θέλετε ακούει» (Δευτερονόμιο, 18:15).

Ο προφήτης Ησαίας, αναφέρει ότι ο Μεσσίας θα προέλθει από την γενιά του Ιεσσαί:

«Και θέλει εξέλθει ράβδος εκ του κορμού του Ιεσσαί, και κλάδος θέλει αναβή εκ των ριζών αυτού» (Ησαίας, 11:1).

Η ράβδος είναι η Παναγία που είναι απόγονος του Ιεσσαί, και ο κλάδος είναι ο Χριστός. Ο Ιεσσαί, είναι ο πατέρας του Δαβίδ, που ήταν βασιλιάς στον Ισραήλ. Η συνέχεια της γενεαλογικής γραμμής περνά από τον Δαβίδ.

«Άπαξ ώμοσα εις την αγιότητά μου, ότι δεν θέλω ψευσθή προς τον Δαβίδ. Το σπέρμα αυτού θέλει διαμένει εις τον αιώνα και ο θρόνος αυτού ως ο ήλιος, ενώπιον μου» (Ψαλμός 89:35- 36).

Ο απ Πέτρος θα κηρύξει την ημέρα της Πεντηκοστής περί του Χριστού αναφερόμενος στον Δαβίδ ότι: «[..] ήξευρεν ότι μεθ' όρκου ώμοσε προς αυτόν ο Θεός, ότι εκ του καρπού της οσφύος αυτού θέλει αναστήσει κατά σάρκα τον Χριστόν [..]» (Πράξεις, 2: 30).

Ο άγιος ευαγγελιστής Ματθαίος θα γράψει στο Ευαγγέλιό του: «Βίβλος της γενεαλογίας του Ιησού Χριστού, υιού του Δαβίδ, υιού του Αβραάμ» (1:1), παραθέτοντας το γενεαλογικό δέντρο του Μεσσία, βάση των Γραφών. Επειδή ακριβώς ήξεραν οι Εβραίοι, με βάση τις προφητείες, ότι ο Μεσσίας θα έρχονταν από τον Νώε, Αβραάμ, Ισαάκ, Ιακώβ, Ιούδα, και Δαβίδ, και έτσι αυτό λειτουργούσε ως ένα επί πλέον κριτήριο για την διάκριση των ψεύτικων μεσσίων, που ο Κύριος χαρακτήρισε ως ''κλέπτες'' και ''ληστές''.

Ο ευαγγελιστής δίδει την γενεαλογία του Ιωσήφ, επειδή ο Ιωσήφ ήταν ο νομιζόμενος  πατέρας του Ιησού Χριστού, και πάντα δίδονταν τότε οι γενεαλογίες των ανδρών, εφόσον τα κληρονομικά δικαιώματα κληρονομούνταν από τους πατέρες και όχι από τις μητέρες. Βέβαια, και η Παναγία ήταν από τον οίκο του Δαβίδ όπως και ο Ιωσήφ.

«Εν δε τω μηνί τω έκτω απεστάλη ο άγγελος Γαβριήλ υπό του Θεού εις πόλιν της Γαλιλαίας ονομαζομένην Ναζαρέτ, προς παρθένον ηρραβωνισμένην με άνδρα ονομαζόμενον Ιωσήφ, εξ οίκου Δαβίδ, και το όνομα της παρθένου Μαριάμ» (Λουκάς, 1:26-27).

Το «εξ οίκου Δαβίδ», αναφέρεται όχι στον Ιωσήφ στο χωρίο αυτό, αλλά στην Παρθένο Μαρία, εφόσον το κεντρικό πρόσωπο του χωρίου είναι η Μαρία και όχι ο Ιωσήφ, και ο ευαγγελιστής δίδει πληροφορίες για αυτήν. Αυτό είναι αποδεκτό από όλους τους ερμηνευτές, όπως τον Χρυσόστομο, τον Ζιγαβηνό, τον Ιουστίνο, τον Ειρηναίο, τον Τερτυλλιανό (πρβλ. Υπόμνημα Π. Τρεμπέλα, εις το Κατά Ματθαίον, σελ. 31).

Αλλά και ο άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος είναι σαφής: «Διότι ο Θεός μας Ιησούς Χριστός κυοφορήθηκε από τη Μαρία κατ’ οικονομία Θεού, προερχόμενος από τη γενιά βέβαια του Δαβίδ, αλλά δια του Αγίου Πνεύματος [..]» (Επιστολή προς Εφεσίους, ΧVIII, 2). 

Από την στιγμή που έλαβε το σώμα από την Παρθένο Μαρία, συνεπώς και η Παρθένος είναι από την γενιά του Δαβίδ, όπως ο Χριστός.

Όλη η Αγία Γραφή δηλώνει καθαρά την κατά σάρκα καταγωγή του Κυρίου από το Ισραήλ. Οτιδήποτε και αν πει ο καθένας, θα θεωρηθεί ως αμφισβήτηση των Γραφών, και συνεπώς δεν είναι καν Χριστιανός.

Πέρα από όσα παραθέσαμε, μπορείτε να δείτε τα ακόλουθα χωρία, από τα πολλά που υπάρχουν:
Προς Ρωμαίους 9:7, Προς Ρωμαίους 9:4-5, Προς Ρωμαίους 1:3,
Προς Εβραίους 11:18, Λουκάς 1: 32, Β’ Τιμοθέου 2: 8, Πράξεις 13:22-23
Αριθμοί 24:17, 19. Ματθαίος 9:27, Ματθαίος 15:22, Ματθαίος 9:27, 12:22-23, 15:22, 20:30-31, 21:9, 15, Μάρκος 10:47-48, Λουκάς 18:38-39. Ματθαίος 22:41-46.

Οι γονείς της Παναγίας ήταν Εβραίοι, το όνομα «Μαρία- Μύριαμ» είναι Εβραϊκό. Η Εβραϊκή καταγωγή όχι μόνο δεν αμφισβητήθηκε κατά την αρχαιότητα, αλλά ομολογείται και από τους αρνητές της Πίστεως. Σχετικές αναφορές κάνει ο Κέλσος στον «Αληθή λόγο», και ο Πορφύριος στο «Κατά Χριστιανών».

Πολύ σημαντικό είναι να πούμε κάτι που παρερμηνεύεται. Ο Ιωσήφ και η Παναγία μετανάστευσαν μεν στην Γαλιλαία «των εθνών», αλλά ήταν από την Ιουδαία.

Αυτό φαίνεται καθαρά από την απογραφή. Λέει ο ευαγγελιστής Λουκάς: « Εν εκείναις δε ταις ημέραις εξήλθε διάταγμα παρά του Καίσαρος Αυγούστου να απογραφή πάσα η οικουμένη. Αύτη η απογραφή έγεινε πρώτη, ότε ηγεμόνευε της Συρίας ο Κυρήνιος. Και ήρχοντο πάντες να απογράφωνται, έκαστος εις την εαυτού πόλιν. Ανέβη δε και Ιωσήφ από της Γαλιλαίας εκ της πόλεως Ναζαρέτ εις την Ιουδαίαν εις την πόλιν του Δαβίδ, ήτις καλείται Βηθλεέμ,επειδή αυτός ήτο εκ του οίκου και της πατριάς του Δαβίδ, διά να απογραφή μετά της Μαριάμ της ηρραβωνισμένης με αυτόν εις γυναίκα, ήτις ήτο έγκυος». (Λουκάς, 2: 1-5).

Από την Γαλιλαία που διέμεναν, πήγαν στην Ιουδαία από όπου και κατάγονταν προκειμένου να απογραφούν.

Στην Γαλιλαία, και πιο συγκεκριμένα στην Ναζαρέτ, ο Ιησούς ανατράφηκε, μεγάλωσε δηλαδή, για αυτό και την αποκαλεί πατρίδα του (Λουκάς 4: 16 και 4: 24 αντίστοιχα). Όχι ότι καταγόταν από εκεί.

Στον διάλογο με την Σαμαρείτισσα, εκείνη τον αποκάλεσε Ιουδαίο, και Εκείνος δεν την διόρθωσε.

«Λέγει λοιπόν προς αυτόν η γυνή η Σαμαρείτις· Πως συ, Ιουδαίος ων, ζητείς να πίης παρ' εμού, ήτις είμαι γυνή Σαμαρείτις; Διότι δεν συγκοινωνούσιν οι Ιουδαίοι με τους Σαμαρείτας» (Ιωάννης, 4: 9).

Πως κατάλαβε ότι ήταν Ιουδαίος; Απαντά ο Χρυσόστομος: «Και πως αυτή αντελήφθη ότι ο Χριστός ήτο Ιουδαίος; Ίσως από την ενδυμασία του, ίσως από την προφοράν του. Εσύ όμως παρατήρησε, πόσο οξυδερκής ήτο η γυνή» (ΕΠΕ 13, σελ. 529). 
Μάλιστα, παρακάτω, εκπλήσσονται οι μαθητές, επειδή μιλάει με γυναίκα. 

«Και επάνω εις τούτο ήλθον οι μαθηταί αυτού και εθαύμασαν ότι ελάλει μετά γυναικός· ουδείς όμως είπε, Τι ζητείς; ή Τι λαλείς μετ' αυτής;» (Ιωάννης, 4: 27).

Ως προς τι ο θαυμασμός; Μήπως δεν είχε μιλήσει με γυναίκα άλλη φορά; Και βέβαια είχε μιλήσει και είχε θεραπεύσει κιόλας, όπως αφηγούνται τα Ευαγγέλια. Σκοπίμως ο ευαγγελιστής υπογραμμίζει το ότι οι Ιουδαίοι δεν είχαν επικοινωνία με τους Σαμαρείτες.

Λέει ο ιερός Χρυσόστομος πάλι: «Διατί όμως απορούν; Δια την προσήνειαν και την υπερβολικήν ταπεινότητα, διότι ενώ ήτο τόσον περίβλεπτος, ηνείχετο να συζητεί με τόσην ταπεινοφροσύνην με πτωχήν γυναίκα και μάλιστα Σαμαρείτιν» (ΕΠΕ 13 Α, σελ. 45).

Γενικότερα, μέσα από τον διάλογο, προκύπτει ότι ο Χριστός ήταν Ιουδαίος. 

«Βλέπεις με ποιον τρόπον θέλει να παρουσιάσει την Ιουδαικήν καταγωγήν;» (ΕΠΕ 13, σελ. 533).

Συνέβη ένα περιστατικό, κατά το οποίο έγινε σχίσμα στον όχλο για την καταγωγή του Χριστού. Επίσης, φαίνεται ότι είχαν παρερμηνεύσει τον Μωυσή, και θεωρούσαν ότι άλλος είναι ''ο Προφήτης'', και άλλος ο Χριστός.

Αναφέρει ο ευαγγελιστής Ιωάννης: «Πολλοί λοιπόν εκ του όχλου ακούσαντες τον λόγον, έλεγον· Ούτος είναι αληθώς ο προφήτης. Άλλοι έλεγον· Ούτος είναι ο Χριστός. Άλλοι δε έλεγον· Μη γαρ εκ της Γαλιλαίας έρχεται ο Χριστός; Δεν είπεν η γραφή ότι εκ του σπέρματος του Δαβίδ και από της κώμης Βηθλεέμ, όπου ήτο ο Δαβίδ, έρχεται ο Χριστός; Σχίσμα λοιπόν έγεινε μεταξύ του όχλου δι' αυτόν. Τινές δε εξ αυτών ήθελον να πιάσωσιν αυτόν, αλλ' ουδείς επέβαλεν επ' αυτόν τας χείρας. (7:40-44).

Εφόσον ο Χριστός ήταν Ιουδαίος, λένε κάποιοι, γιατί δεν τους το είπε; Άρα, για να μην μιλάει, είναι από την εξελληνισμένη Γαλιλαία. Το συμπέρασμα αυτό όμως είναι πολύ πρόχειρο, διότι προκύπτει άνευ όλων των δεδομένων που έχουμε, και διότι στηρίζεται όχι σε σαφή ρήση του Χριστού, αλλά στην σιωπή του Χριστού.

Γιατί λοιπόν, ο Χριστός δεν είπε ότι είναι Ιουδαίος;

Ας δούμε πως το ερμηνεύει ο ιερός Χρυσόστομος.

«Διότι η γνώμη των είχε διαφθαρεί. Διότι άλλοι έλεγαν, ''Αυτός είναι πραγματικά ο Προφήτης'', άλλοι έλεγαν ότι ''Πλανά τον λαό'', άλλοι έλεγαν ''Δεν θα έλθει από την Γαλιλαία ο Χριστός, αλλά από την κώμη της Βηθλεέμ'', και άλλοι, ''Όταν έλθει ο Χριστός, κανείς δεν θα εξεύρει από που είναι''. Και αι γνώμαι μέσα εις αυτό το ταραγμένο πλήθος ήσαν διαφορετικαί. Διότι ούτε ήκουαν με προσοχήν τα λόγια τουούτε είχαν την επιθυμίαν να μάθουν. Δια αυτό λοιπόν δεν απαντά τίποτε εις αυτούς αν και ισχυρίζονται, ''Μήπως ο Χριστός θα έλθει από την Γαλιλαία;'', ενώ ο Ναθαναήλ, ο οποίος είχε εκφραστεί οξύτερον και σκληρότερο, ''Είναι δυνατόν να προέλθει κάτι καλόν από την Γαλιλαίαν;'', επήνεσε ως αληθινόν Ισραηλίτην. Διότι αυτοί εδώ και οι Φαρισαίοι που είπαν εις τον Νικόδημον, ''Να ερευνήσεις και θα ιδείς, ότι δεν έχει έλθει Προφήτης από την Γαλιλαίαν'', δεν τα έλεγαν αυτά επειδή ήθελαν να μάθουν, αλλά επειδή ήθελαν να ανατρέψουν την γνώμην περί του Χριστού. Εκείνος όμως επειδή ηγάπα την αλήθειαν και εγνώριζε λεπτομερώς όλα τα παλαιά, εξεφράζετο κατ’ αυτόν τον τρόπον, αλλ’ οι Φαρισαίοι μόνον εις εν απέβλεπον, εις το να ανατρέψουν την γνώμην ότι αυτός είναι ο ΧριστόςΔι αυτόν τον λόγον δεν απεκάλυπτε τίποτε εις αυτούς. Διότι αυτοί οι οποίοι αντέφασκον προς τον εαυτόν τους λέγοντες ‘’Κανείς δεν εξεύρει από πού θα έλθει’’, και άλλοτε ‘’Από τη Βηθλεέμ’’, είναι ολοφάνερον ότι θα προέβαλλαν αντιρρήσεις, εάν μάθαιναν. Αλλά έστω, δεν γνώριζαν τον τόπον, δηλαδή ότι ήτο από την Βηθλεέμ, διότι έζησεν εις την Ναζαρέτ, αν και ούτε αυτό συγχωρείται, διότι δεν εγεννήθη εκεί, άραγε δεν εγνώριζον ούτε την καταγωγήν του, ότι ήτο από τον οίκο και την οικογένειαν του Δαβίδ; Διατί τότε έλεγον, ‘’Δεν έρχεται ο Χριστός από το σπέρμα του Δαβίδ;’’. Αλλά και τούτο ήθελαν κατ’ εκείνον τον τρόπον να συσκοτίσουν, ομιλούντες περί όλων δολίως. Διατί δεν επλησίασαν να τον ρωτήσουν· ''Επειδή σε θαυμάζομεν  δι’ όλα τα άλλα, μας προτρέπεις μάλιστα να πιστεύσωμεν εις εσέ σύμφωνα με τας Γραφάς, ειπέ μας, διατί μεν αι Γραφαί λέγουν ότι ο Χριστός πρέπει να έλθει από την Βηθλεέμ, ενώ εσύ έχεις έλθει από την Γαλιλαίαν;''. Δεν του έκαμαν καμίαν τέτοιαν ερώτησιν, αλλά ομίλουν δι’ όλα με πονηρία. Το ότι βέβαια δεν ερευνούσαν ούτε ήθελαν να μάθουν, το απέδειξεν ο ευαγγελιστής, ο οποίος αμέσως πρόσθεσε· ‘’Μερικοί ήθελαν να τον πιάσουν, αλλά κανείς δεν έβαλε χέρι επάνω του’’» (ΕΠΕ 13 Α, σελ. 435- 436). 

Συνεπώς, δεν αντέδρασαν έτσι επειδή ήταν δήθεν η καταγωγή του Χριστού από την εξελληνισμένη Γαλιλαία, αλλά εξ αιτίας της κακής τους προαίρεσης. 

 Οι σοφοί που έψαχναν τον Χριστό για να Τον προσκυνήσουν, οι οποίοι ήρθαν από την Ανατολή και πιθανότατα ήξεραν την προφητεία του Βαλαάμ περί του αστέρος (Αριθμοί 24:17), τον αποκαλούν «Βασιλέα των Ιουδαίων».

«Αφού δε εγεννήθη ο Ιησούς εν Βηθλεέμ της Ιουδαίας επί των ημερών Ηρώδου του βασιλέως, ιδού, μάγοι από ανατολών ήλθον εις Ιεροσόλυμα, λέγοντες· Που είναι ο γεννηθείς βασιλεύς των Ιουδαίων; διότι είδομεν τον αστέρα αυτού εν τη ανατολή και ήλθομεν διά να προσκυνήσωμεν αυτόν. Ακούσας δε Ηρώδης ο βασιλεύς, εταράχθη και πάσα η Ιεροσόλυμα μετ' αυτού, και συνάξας πάντας τους αρχιερείς και γραμματείς του λαού, ηρώτα να μάθη παρ' αυτών που ο Χριστός γεννάται. Εκείνοι δε είπον προς αυτόν· Εν Βηθλεέμ της Ιουδαίας· διότι ούτως είναι γεγραμμένον διά του προφήτου· Και συ, Βηθλεέμ, γη Ιούδα, δεν είσαι ουδόλως ελαχίστη μεταξύ των ηγεμόνων του Ιούδα· διότι εκ σου θέλει εξέλθει ηγούμενος, όστις θέλει ποιμάνει τον λαόν μου τον Ισραήλ» (Ματθαίος, 2: 1-6).


Είναι πολλά ακόμα τα στοιχεία από την Αγία Γραφή και τους αγίους Πατέρες που αποδεικνύουν όλα αυτά, τα οποία δεν έβαλα στο ήδη μεγάλο σε έκταση άρθρο. Του Θεού θέλοντος, μιας και έρχονται αυτές οι άγιες μέρες, θα αναρτήσουμε σχετικά με τους Πατέρες και τις προφητείες της Αγίας Γραφής αναφορικά με την γέννηση του Χριστού και Θεού μας, που αφορούν και άλλα επί μέρους θέματα, πέρα της καταγωγής.

Δευτέρα, Απριλίου 29, 2013

ΤΟ ΕΓΓΡΑΦΟ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ



 Το συγκλονιστικό αυτό έγγραφο (αντίγραφο του οποίου βλέπετε στη φωτογραφία), παρέμεινε μέχρι το 1309 μ..Χ. τελείως άγνωστο... οπότε βρέθηκε στη γνωστή σε όλους σήμερα για τον καταστροφικο σεισμό πόλη (L'Aquila) της Κεντρικής Ιταλίας (κοντά στην οποία έχει ανακαλυφθει η αρχαία ρωμαϊκή πόλη του Αμιτερνο, όπου βρέθηκε το σπίτι του Πόντιου Πιλάτου). Το 1381 μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη επί των ημερών του Πατριάρχου Ιερεμίου.
Μεταφράστηκε από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Διονύσιο, κατά το έτος 1643.



Μετάφραση:
"Τω εβδόμω και δεκάτω Τιβερίου Καίσαρος, Βασιλέως Ρωμαίων, μονάρχου ανικήτου,
Ολυμπιάδος διακοσιοστής πρώτης, Ηλιάδος ογδόης από κτίσεως κόσμου, κατά τον
ημέτερον μερισμόν των Εβραίων τετράκισχίλια και εκατόν εβδομήκοντα τέσσερα έτη και
καταβολής των Ρωμαίων βασιλείας έτη εβδομήκοντα τρία και από της ελευθερίας της
δουλωσύνης Βαβυλώνος έτη πεντακόσια εβδομήκοντα και καταστροφής του ιερού
βασιλείου έτη εννενήκοντα και επτά, επί υπάτου του λαού των Ρωμαίων Λουκίου Ζιζονίου
και Μάρκου Συννίου και ανθυπάτου του Ιλλιρικού Παλιστέρα, κοινού διοικητού της χώρας
των Ιουδαίων Κουίντου Φλαβίου, επί της διοικήσεως Ιερουσαλήμ ηγεμόνος κρατίστου
Ποντίου Πιλάτου, επιστάτου της Κάτω Γαλιλαίας Ηρώδου του Αντιπάτρου, της άκρας
αρχιερωσύνης Άννα και Καιάφα Αλλιάσου και Ματίλ μεγιστάνων εις τον ναόν, Ραμπάλ
Αμαμπέλ Πιοκτένου εκατόνταρχου υπάτου Ρωμαίων της πόλεως Ιερουσαλήμ Σουμπιμασάξιου Ποπιλίου Ρούφου.
Εγώ Πόντιος Πιλάτος, ηγεμών δια της βασιλείας των Ρωμαίων, επί του Πραιτωρίου της αρχιηγεμονίας, κρίνω και κατακρίνω και καταψηφίζω εις θάνατον σταυρικόν τον Ιησού λεγόμενον υπό του πλήθους Χριστόν, και από πατρίδος Γαλιλαίας, άνθρωπον στασιώτη κατά τον Νόμο του Μωσαϊκού και εναντίον του μεγαλοπρεπούς βασιλέως Ρωμαίων Τιβερίου Καίσαρος και ορίζω και αποφαίνομαι τον θάνατον αυτού σταυρικόν μετά των άλλων κατά το συνήθες των καταδίκων, επεί συνοίθρησεν αυτός πλήθος ανθρώπων πλουσίων και φτωχών, ουκ έπαυσε θορύβους εγείρων, ενοχλείν την Ιουδαίαν ποιών
εαυτόν Υιόν Θεού και βασιλέα της Ιερουσαλήμ, απειλών φθοράν της Ιερουσαλήμ και του Ιερού Ναού, απαρνούμενος τον φόρον του Καίσαρος και τολμήσας εισελθείν μετά βαϊων θριαμβευτής και πλείστου όχλου ώσπερ τις Ρήξ εντός της πόλεως Ιερουσαλήμ ως τον Ι. Ναόν και διορίζομεν τον ημέτερον πρώτον εκατόνταρχον Κουϊντον Κορνήλιον περιάξαι τούτον παρρησία εις την χώραν Ιερουσαλήμ δεδεμένον, μαστιζόμενον και ενδεδυμένον πορφύραν, εστεφανωμένον ακάνθινω στεφάνω και βαστάζοντα τον ίδιον σταυρόν επί ώμου αυτού, ίνα ει παράδειγμα τοις άλλοις και πάσι τοις κακοποιοίς μεθ’ ού βούλομαι συνάγεσθαι δύο ληστάς φονείς και εξέρχεσθαι δια της πύλης Γιαμπαρόλας, της νυν Αντωνιανής, αναχθήναι δε Αυτόν τον Χριστόν παρρησία επί το όρος των κακούργων ονόματι Κολβάριον, ούτινος σταυρωθέντος μείναι το σώμα εν τω σταυρώ εις κοινόν
θεώρημα πάντων των κακούργων, και άνω του σταυρού τίτλου τεθήναι γεγραμμένου τρισί γλώσσας τον ΙΗΣΟΥΣ ΑΛΟΝ Ο ΙΛΗΣ ΙΟΔΑΜ (Εβραϊστί) ΙΗΣΟΥΣ Ο ΝΑΖΩΡΑΙΟΣ ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΙΟΥΔΑΙΩΝ (Ελληνιστί) ΙΕΖΟΥΣ ΝΑΖΩΡΑΙΟΥΣ ΡΕΞ ΙΟΥΔΑΙΟΡΟΥΜ (Ρωμαϊστί).
Ορίζομεν ουν μηδένα των ηστινοσούν τάξεις και ποιότητος τομήσαι απερισκέπτως της τοιαύτην εμποδίσαι δίκην, ως υπ’ εμού ωρισμένην μετά πάσης σεμνότητος εις ποινήν της αυτομολίας τούτου, Εβραίου όντος κατά τα ψηφίσματα και τους Νόμους της των Ρωμαίων Βασιλείας.
ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΤΗΣ ΗΜΕΤΕΡΑΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ
- Από της φυλής Ισραήλ: Ρωδιέ, Δανιήλ, Ραμπινήλ, Ιονακείν, Μπανικάν, Ροτάμ, Ιουταβέλ και Περκουλάμ.
- Από της Βασιλείας και ηγεμονίας Ρωμαίων: Λούκιος, Σεξτίλιος και Μαξιμίλιος.
- Από των Φαρισσαίων: Μπαρμπάς Συμεών και Μπονέλη.
- Από των υπάτων και δικαστών των Ρωμαίων: Λούκιος, Μπαντάνης, και Μακαρόλας.
- Από της αρχιερωσύνης: Ρωάν, Ιουάδους και Μπουκασόλης.
- Νομικός δημόσιος από των εγκλημάτων των Εβραίων: Μπουτάν".

__________________________ 

  

Κυριακή, Απριλίου 28, 2013

Η μαρτυρία των Ιουδαϊκών κειμένων για την ιστορικότητα του Ιησού.


Η ΙΣΤΟΡΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
F.F. Bruce
Καθηγητής Πανεπιστημίου
Η ΜΑΡΤΥΡΙΑ
ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΙΟΥΔΑΪΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ



     Ραββινικά κείμενα

     Όταν το 70 μ.Χ. έπεσε η Ιερουσαλήμ, μαζί με τον Ναό, και την κυριαρχία των ιερατικών οικογενειών, έπεσε και το ανώτατο δικαστήριο, το Συνέδριο. Το μόνο τμήμα του Ιουδαϊσμού που μπορούσε ν' αναλάβει την ανοικοδόμηση ήσαν οι Φαρισαίοι. Και πράγματι αυτό έκαναν, σε μια πνευματική κι όχι πολιτική βάση. Με την καθοδήγηση του Γιωχανάν, γιου του Ζακκά, κατασκεύασαν τα κεντρικά γραφεία τους στη Γιαβνέθ ή Γιάμνια, στα νοτιοδυτικά της Παλαιστίνης. Εδώ, λοιπόν, αναδιοργάνωσαν το Συνέδριο σαν ανώτατο δικαστήριο για την οργάνωση όλου του θρησκευτικού νόμου, πρώτος πρόεδρος του οποίου, στη νέα του μορφή, ήταν ο Yohanan. Ένας μεγάλος αριθμός νομοθετημάτων, «η παράδοση των πρεσβυτέρων», όπως αναφέρεται στην Καινή Διαθήκη, είχε παραδοθεί από γενιά σε γενιά, προφορικά, κι αυξανόταν με το πέρασμα του χρόνου. Έγινε έτσι το πρώτο βήμα για την κωδικοποίηση όλου αυτού του υλικού. Το δεύτερο βήμα έγινε απ' τον μεγάλο Ραββίνο Ακίμπα, που πρώτος κατέταξε το υλικό, σύμφωνα με τα θέματα. Μετά τον ηρωικό του θάνατο, το 135 μ.Χ., στη διάρκεια της ήττας που υπέστη ο επαναστάτης κατά της Ρώμης Βαρ - Κοχεμπά, το έργο του αναθεωρήθηκε και συνεχίστηκε απ΄ τον μαθητή του, Ραββίνο Μέιρ. Το έργο της κωδικοποίησης ολοκληρώθηκε γύρω στο 200 μ.Χ απ' τον Ραββίνο Ιούδα, πρόεδρο του Συνεδρίου, απ' το 170 έως το 217. Ο όλος κώδικας του θρησκευτικού νομικού συστήματος, που συλλέχθηκε μ' αυτό τον τρόπο είναι γνωστός ως Μισνά.

Αυτός ο κώδικας Μισνά έγινε αντικείμενο μελέτης, και πολλά σχόλια εκφράσθηκαν μ' αυτόν από τις Ραββινικές σχολές τόσο της Παλαιστίνης όσο και της Βαβυλωνίας. Τα σχόλια αυτά ή Γκεμάρα αποτέλεσαν ένα είδος συμπληρώματος της Μισνά και η Γκεμάρα αποτέλεσαν το γνωστό Ταλμούδ. Το «Ταλμούδ της Ιερουσαλήμ», που αποτελείται από τη Μισνά, μαζί με την ογκώδη Γκεμάρα των Παλαιστινιακών σχολών, συμπληρώθηκε το 300 μ.Χ. περίπου. Το κατά πολύ μεγαλύτερο Βαβυλωνιακό Ταλμούδ συνέχισε ν' αυξάνει για δυο ακόμη αιώνες, πριν να καταγραφεί, γύρω στο 500 μ.Χ.
Καθώς η Μισνά είναι ένας νομικός κώδικας και το Ταλμούδ βιβλία με σχόλια πάνω σ' αυτό τον κώδικα, δεν υπάρχει περίπτωση αναφοράς στον Χριστιανισμό, κι όπου υπάρχουν αναφορές είναι εχθρικές. Όπως και νάναι όμως αυτές οι αναφορές δείχνουν τουλάχιστον πως δεν υπήρχε ούτε η παραμικρή αμφιβολία για τον ιστορικό χαρακτήρα του Ιησού.
     
        Σύμφωνα με τις γνώμες των πρώτων Ραββίνων που καταγράφονται σ' αυτά τα έργα, ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ ήταν ένας αμαρτωλός στο Ισραήλ, που ασχολήθηκε με τη μαγεία, περιφρόνησε τα λόγια των σοφών, παραπλάνησε τον κόσμο και είπε πως δεν ήρθε να καταστρέψει τον νόμο, αλλά να τον συμπληρώσει. Κρεμάσθηκε την παραμονή του Πάσχα, με την κατηγορία της αίρεσης και παραπλάνησης του λαού. Οι μαθητές του, πέντε απ΄ τους οποίους αναφέρονται με τα ονόματα τους, γιάτρευαν αρρώστους στ' όνομά του.

Είναι ολοφάνερο πως πρόκειται για ένα πορτραίτο του Κυρίου μας όπως ακριβώς θα το περιμέναμε από ένα έργο γραμμένο απ' τους Φαρισαίους, που ήσαν αντίπαλοί Του. Μερικά από τα ονόματα με τα οποία Αυτός αναφέρεται γίνονταν άμεσες ή έμμεσες μαρτυρίες για τις διηγήσεις των Ευαγγελίων. Η ονομασία Ha-Taluy («Ο κρεμασμένος») αναφέρεται ξεκάθαρα στον τρόπο με τον οποίο πέθανε. Ένα άλλο όνομα που Του δίνεται, Ben-Pantera («Γιος Παντέρα»), κατά πάσα πιθανότητα αναφέρεται, όχι (όπως υπονόησαν μερικοί) σ' έναν Ρωμαίο στρατιώτη, που ονομαζόταν Παντέρας, αλλά στη Χριστιανική πίστη για τη γέννηση του Κυρίου μας από παρθένο. Είναι δηλαδή η λέξη «παρθένος» . Αυτό δεν σημαίνει βέβαια πως όλοι όσοι τον ονόμαζαν έτσι πίστευαν στη γέννηση Του από παρθένο.
Στα τέλη περίπου του πρώτου αιώνα μ.Χ. και στις αρχές του δεύτερου, υπήρχε όπως φαίνεται κάποια διαφωνία στους Ιουδαϊκούς κύκλους, για το κατά πόσο μερικά Χριστιανικά έργα έπρεπε ν' αναγνωρισθούν ως κανονικά ή όχι. Αυτά τα έργα, όποια κι αν ήσαν, πήραν το Ελληνικό όνομα Ευαγγέλιο. Το αμφισβητούμενο Ευαγγέλιο ήταν κατά πάσα πιθανότητα μια Αραμαϊκή μορφή του κατά Ματθαίον Ευαγγελίου, του Ευαγγελίου που προτιμούσαν οι Ιουδαίοι Χριστιανοί της Παλαιστίνης και των γύρω περιοχών.
Λέγεται πως οι Ραββίνοι Γιωχανάν και Μέιρ έκαναν δυσμενή λογοπαίγνια με τη λέξη Ευαγγέλιο, υψώνοντας τα φωνήεντα της λέξης έτσι, ώστε να διαβάζεται Awen-gillayon ή Awon-gillayon, που σήμαιναν «Αμαρτία του Περιθωρίου» ή «Αμαρτία της Πλάκας του γραψίματος». Αυτές οι δυσνόητες αναφορές δείχνουν πως υπήρχε κάποια επαφή ανάμεσα στους ορθόδοξους Φαρισαίους και τους Ιουδαίους Χριστιανούς, που δεν πρέπει να μας εκπλήσσει αν σκεφθούμε ως η πρώτη Παλαιστινιακή εκκλησία περιλάμβανε πιστά μέλη, που προέρχονταν απ' την παράταξη των Φαρισαίων και πολλές χιλιάδες Ιουδαίων, που ήσαν «ζηλωτές του νόμου» (Πρξ. 15/5, 21/20). Μετά το 70 μ.Χ., πράγματι, μπορεί αυτοί οι Ιουδαίοι Χριστιανοί να είχαν περισσότερη επαφή με άλλους Ιουδαίου, παρά με τα μέλη των Εθνικών εκκλησιών, που ολοένα κι έκλιναν στο χαρακτηρισμό των Ιουδαίων Χριστιανών ως αιρετικών και ημι - Χριστιανών. Υπάρχουν βάσιμες πληροφορίες για να σκεφθούμε ότι αυτοί οι φυγάδες από την εκκλησία της Ιερουσαλήμ, που εγκαταστάθηκαν στην Υπεριορδανία, γύρω στο 70 μ.Χ., συνεργάστηκαν με ορισμένες ομάδες Εσσαίων, που πιθανώς περιλάμβαναν και τ' απομεινάρια της κοινότητας του Κουμράν.


     Ο Ιώσηπος

     Όμως, έχουμε και αρχαιότερη και πιο σπουδαία για μας Ιουδαϊκή φιλολογία απ' αυτή που βρίσκουμε στα Ταλμούδ. Ο Ιουδαίος ιστορικός Ιώσηπος γεννήθηκε από ιερατική οικογένεια το 37 μ.Χ. Στην ηλικία των δεκαεννιά χρόνων προσχώρησε στην Φαρισαϊκή παράταξη. Σε μια επίσκεψή του στη Ρώμη, το 63 μ.Χ., μπόρεσε να εκτιμήσει την ισχύ της Αυτοκρατορία. Όταν ξέσπασε ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, το 66 μ.Χ., διορίστηκε διοικητής των Ιουδαϊκών δυνάμεων στη Γαλιλαία και υπερασπίστηκε τη στρατηγική θέση Jotapata εναντίον των Ρωμαίων μέχρις ότου η περαιτέρω αντίσταση ήταν ανώφελη. Διέφυγε τότε σε μια σπηλιά, μαζί μ' άλλους σαράντα, κι όταν αντιλήφθηκαν πως το καταφύγιό τους είχε κυκλωθεί σχεδίασαν μια ομαδική αυτοκτονία.
Ίσως, πιο πολύ από καλό χειρισμό του θέματος παρά από τύχη, ο Ιώσηπος ήταν ένας απ' τους δυο που επέζησαν. Έπεισε τον σύντροφο του να παραδοθούν στους Ρωμαίους κι όταν έγινε κι αυτό, κατάφερε να κερδήσει την εύνοια του Βεσπασιανού, του Ρωμαίου διοικητή, προλέγοντας την άνοδο του στον αυτοκρατορικό θρόνο, μια πρόβλεψη που εκπληρώθηκε το 69 μ.Χ. Ο Ιώσηπος προσλήφθηκε στο γενικό Ρωμαϊκό διοικητήριο, στη διάρκεια της πολιορκίας της Ιερουσαλήμ, ενεργώντας μάλιστα σαν διερμηνέας του Τίτου, γιου του Βεσπασιανού και διαδόχου του στη διοίκηση της Παλαιστίνης, όταν θέλησε να κάνει εξαγγελίες στους πολιορκούμενους κατοίκους. Μετά την πτώση της πόλης και την καταστολή της επανάστασης, ο Ιώσηπος εγκαταστάθηκε κανονικά στη Ρώμη, σαν δικηγόρος και συνταξιούχος του αυτοκράτορα παίρνοντας το οικογενειακό του όνομα, Φλάβιος, κι έτσι έγινε γνωστός, ως Φλάβιος Ιώσηπος.

Όπως είναι φυσικό, αυτή η ποικιλόμορφη καριέρα δεν ήταν δυνατό να τον κάνει δημοφιλή ανάμεσα στους συμπατριώτες του, πολλοί απ' τους οποίους τον θεωρούσαν - και τον θεωρούν ακόμα - έναν δις εις θάνατον προδότη. Παρόλα αυτά. Χρησιμοποίησε τα χρόνια που αναπαυόταν στη Ρώμη έτσι που να μπορεί ν' απαιτήσει την ευγνωμοσύνη τους, γράφοντας την ιστορία του έθνους τους. Το λογοτεχνικό του έργο περιλαμβάνει μια Ιστορία περί του Ιουδαϊκού Πολέμου, από το 170 π.Χ. μέχρι το 73 μ.Χ., που γράφτηκε πρώτα στ' Αραμαϊκά, προς όφελος των Ιουδαίων, που ζούσαν μέσα στην Αυτοκρατορία, κι έπειτα δημοσιεύτηκε μια Ελληνική μετάφραση. Επίσης, μια Αυτοβιογραφία στην οποία υπερασπίζεται τον εαυτό του εναντίον ενός άλλου Ιουδαίου ιστορικού, του Ιούστου, από την Τιβεριάδα, ο οποίος αναφερόμενος στον Πόλεμο εκφράστηκε δυσμενώς για τον ρόλο που είχε παίξει ο Ιώσηπος.
Ακόμα, δυο βιβλία Κατ' Απίωνος, στα οποία υπερασπίζεται το έθνος του εναντίον στις αντι-Σημιτικές συκοφαντίες (μερικές απ' τις οποίες υπάρχουν και σήμερα) του Απίωνα, ενός Αλεξανδρινού γυμνασιάρχη, και άλλων συγγραφέων. Τέλος, είκοσι βιβλία με τις Αρχαιότητες των Ιουδαίων,* όπου περιγράφεται η ιστορία του έθνους του απ' την αρχή της Γένεσης μέχρι την εποχή του. Όσο και να μη του άξιζε να διασώσει την ιστορία της πτώσης του έθνους του, πρέπει να είμαστε χαρούμενοι που το έκανε, γιατί, χωρίς τα ιστορικά του έργα, παρ' ότι έχουν πολλές ατέλειες, οι πηγές των πληροφοριών μας, σχετικά με την ιστορία της Παλαιστίνης την εποχή της Καινής Διαθήκης, θα ήσαν απίστευτα φτωχότερες.

        Στις σελίδες του Ιώσηπου συναντάμε πολλά πρόσωπα που μας είναι γνωστά απ' την Καινή Διαθήκη: Την ποικιλόμορφη οικογένεια του Ηρώδη, τους Ρωμαίους αυτοκράτορες Αύγουστο, Τιβέριο, Κλαύδιο και Νέρωνα, τον Κυρήνιο, κυβερνήτη της Συρίας∙ τον Πιλάτο, τον Φήλικα, τον Φήστο προκουράτορες της Ιουδαίας∙ τις οικογένειες του ανώτατου ιερατείου - Άννα, Καϊάφα, Ανανία και τους λοιπούς του Φαρισαίους και τους Σαδδουκαίους και ούτω καθεξής. Μπορούμε να διαβάσουμε την Καινή Διαθήκη συγκρίνοντάς την με το πλαίσιο που μας προσφέρει ο Ιώσηπος, πράγμα που την κάνει ακόμα πιο ενδιαφέρουσα και μας βοηθάει να την κατανοήσουμε καλύτερα.

      Όταν ο Γαμαλιήλ (στις Πράξεις 5/37), μιλάει για τον Ιούδα απ' τη Γαλιλαία που ήταν επικεφαλής μιας εξέγερσης την περίοδο της φορολογίας, γυρίζουμε στις σελίδες του Ιώσηπου και βρίσκουμε την ιστορία αυτής της εξέγερσης τόσο στο έργο του Πόλεμος (11/8) όσο και στις Αρχαιότητες (XVIII/1). Ο Ιώσηπος μας μιλάει, επίσης, για κάποιον αγύρτη, ονόματι Θευδά, (Αρχαιότ. ΧΧ/5,1) που εμφανίστηκε λίγο μετά το 44 μ.Χ., ο Θευδάς όμως τον οποίο αναφέρει ο Γαμαλιήλ έδρασε πριν απ' τον Ιούδα της Γαλιλαίας (6 μ.Χ.)∙ σ' οποιαδήποτε λοιπόν περίπτωση, ο λόγος του Γαμαλιήλ έλαβε χώρα ανάμεσα στο 30 και το 33. Δεν πρέπει όμως να σκεφθούμε πως ο Λουκάς διέπραξε κάποιον αναχρονισμό, επειδή διαβάζουμε τον Ιώσηπο λανθασμένα (το βάρος της μαρτυρίας είναι κατά του Λουκά να έχουμε διαβάσει προηγουμένως τον Ιώσηπο). Ο Ιώσηπος ο ίδιος μας λέει πως περίπου στην εποχή που πέθανε ο Ηρώδης ο Μέγας (4 μ.Χ.) υπήρχαν πολλά προβλήματα στην Ιουδαία, και η δραστηριότητα λοιπόν του Θευδά (που δεν ήταν και τόσο ασυνήθιστο όνομα) τον οποίο ανέφερε ο Γαμαλιήλ, ίσως ν' ανήκει σ' αυτή την περίοδο.

Η πείνα της εποχής του Κλαύδιου (Πρξ. 11/28) αναφέρεται και από τον Ιώσηπο. Αν ο Λουκάς μας λέει πως οι Χριστιανοί στην Αντιόχεια έστειλαν βοήθεια στην εκκλησία της Ιερουσαλήμ, σ' αυτή την περίπτωση, ο Ιώσηπος μας λέει πως η Έλενα, η Ιουδαία βασιλομήτορα της Αδιαβηνής, που βρίσκεται στα βορειοανατολικά της Μεσσοποταμίας, αγόρασε στην Αλεξάνδρεια καλαμπόκι και στην Κύπρο σύκα, για ν' ανακουφίσει την πείνα του λαού της Ιερουσαλήμ σ' αυτή την περίπτωση.

Ο ξαφνικός θάνατος του Ηρώδη Αγρίππα Α', τον οποίο διηγείται ο Λουκάς στις Πράξεις (12/19-23) καταγράφεται επίσης κι απ' τον Ιώσηπο (Αρχ. ΧΙΧ/8,2) σε μια μορφή που συμφωνεί με τις γενικές γραμμές του Λουκά, αν και οι δυο διηγήσεις είναι αρκετά ανεξάρτητες, η μια απ' την άλλη. Να πώς δίνει αυτήν την εξιστόρηση ο Ιώσηπος:

«Όταν ο Αγρίππας είχε συμπληρωθεί τρία χρόνια βασιλείας στην Ιουδαία, ήρθε στην Καισάρεια, που αρχικά ονομαζόταν Πύργος Στράτωνος. Εκεί έκανε γιορτές προς τιμήν του Καίσαρα, εγκαινιάζοντας ένα φεστιβάλ για τη μακροημέρευση του αυτοκράτορα. Εκεί, λοιπόν, κατέφθασε πλήθος τοπικών αρχόντων και άλλων που είχαν προαχθεί σε ανώτερα αξιώματα. Τη δεύτερη μέρα των εκδηλώσεων φόρεσε ένα μανδύα από ασήμι, με θαυμάσια ύφανση κι έφτασε στο θέατρο τα ξημερώματα. Το ασήμι έλαμπε καθώς οι αχτίνες του ήλιου έπεφταν πάνω του και γυάλιζε υπέροχα. Η αίγλη του ενέπνεε κάποιο φόβο και τρόμο σε όσους το κοιτούσαν. Ξαφνικά, οι κόλακές του άρχισαν να φωνάζουν απ' όλες τις μεριές, λόγια που στ' αλήθεια δεν ήσαν για το καλό του, κατονομάζοντάς τον θεό, και τον επικαλούνταν κραυγάζοντας, ‘'Δείξε ευμένεια! Αν μέχρι τώρα σ' αντιμετωπίζαμε σαν άνθρωπο, από δω και στο εξής θα ομολογούμε πως βρίσκεσαι πάνω απ' την ανθρώπινη φύση''.

Ο βασιλιάς δεν τους επέπληξε ούτε καταδίκασε την ασεβή κολακεία τους. Αλλά, κοιτάζοντας ψηλά είδε την κουκουβάγια να κάθεται σ' ένα σχοινί, πάνω απ' το κεφάλι του κι αμέσως τη θεώρησε μηνυτή κακού, όπως ακριβώς προηγουμένως είχε γίνει μηνυτής καλού, κι ένα βάρος θλίψης γέμισε την καρδιά του. Ξαφνικά τον έπιασε δυνατός πόνος στην κοιλιακή χώρα... Μεταφέρθηκε γρήγορα στο παλάτι και γρήγορα διαδόθηκε το νέο πως σίγουρα θα πέθαινε σύντομα... Όταν είχε πια υποφέρει πέντε μέρες από πόνο, έφυγε απ' αυτό τον κόσμο, στο πεντηκοστό τέταρτο της ζωής του και το έβδομο της βασιλείας του».

      Οι παραλληλίες ανάμεσα στις δυο διηγήσεις είναι ολοφάνερες, όπως επίσης είναι φανερή και η απουσία συνεννόησης μεταξύ τους. Ο Λουκάς περιγράφει το ξαφνικό χτύπημα του βασιλιά λέγοντας, στη βιβλική γλώσσα, πως «άγγελος Κυρίου επάταξε αυτόν». Δεν είναι ανάγκη να σκεφθεί κανείς πως υπάρχει κάποια σημασία στη χρήση της Ελληνικής λέξης «άγγελος», απ' τον Λουκά, που σημαίνει «αγγελιαφόρος», και τη λέξη «μηνυτής», που αποδίδεται απ' τον Ιώσηπο στην κουκουβάγια, παρόλο που μερικοί απ' τους πρώτους Πατέρες της Εκκλησίας υπέδειξαν κάτι τέτοιο. Οι Τύριοι εκμεταλλεύτηκαν την ευκαιρία της γιορτής για να συμφιλιωθούν δημόσια με το βασιλιά.

Γενικά, θα μπορούσαμε να συνοψίσουμε τη σύγκριση των δυο διηγήσεων με τα λόγια ενός απροκατάληπτου ιστορικού, του Eduard Meyer: «Οι δυο διηγήσεις συμφωνούν απόλυτα στις γενικές γραμμές, τα δεδομένα και την όλη σύλληψη. Με τις τόσο ενδιαφέρουσες λεπτομέρειές της, που με κανένα τρόπο δεν μπορούν να εξηγηθούν σαν μια «τάση» ή σαν λαϊκή παράδοση∙ η διήγηση του Λουκά μπορεί μ' εγγύηση να θεωρηθεί τουλάχιστο τόσο αξιόπιστη, όσο κι αυτή του Ιώσηπου.

Ακόμη πιο ενδιαφέρον είναι το ότι ο Ιώσηπος αναφέρεται στον Ιωάννη τον Βαπτιστή και τον Ιάκωβο, αδελφό του Κυρίου, καταγράφοντας το θάνατό τους μ' έναν τρόπο ολοφάνερα διαφορετικό απ' την Καινή Διαθήκη, έτσι που δεν μπορούμε να υποψιαστούμε κάποια Χριστιανική παρεμβολή, σε κανένα από τα αποσπάσματα αυτά. Στις Αρχαιότητες (XVIII/5,2) διαβάζουμε πως ο Ηρώδης Αντύπας, τετράρχης της Γαλιλαίας, νικήθηκε στη μάχη απ' τον Αρέτα, βασιλιά των Αράβων της Νουβίας, πατέρα της πρώτης γυναίκας του Ηρώδη, την οποία παράτησε χάρη της Ηρωδιάδας. Ο Ιώσηπος συνεχίζει:

«Μερικοί από τους Ιουδαίους νόμισαν πως ο στρατός του Ηρώδη είχε καταστραφεί απ' τον Θεό κι ήταν αυτό μια τιμωρία για τον αποκεφαλισμό του Ιωάννη, του επονομαζόμενου Βαπτιστή. Γιατί ο Ηρώδης είχε σκοτώσει, αν και ήταν καλός άνθρωπος και πρόσταζε στους Ιουδαίους να ζουν ενάρετα, να είναι δίκαιοι μεταξύ τους και προς τον Θεό και να βαπτίζονται. Δίδασκε πως το βάπτισμα ήταν αποδεκτό απ' τον Θεό, στην περίπτωση που αυτό γινόταν όχι για τη συγχώρηση συνειδητών αμαρτιών, αλλά για τον καθαρισμό του σώματος, ενώ η ψυχή είχε ήδη καθαρισθεί με δικαιοσύνη. Όταν άρχισαν πολλοί να μαζεύονται γύρω του (γιατί επηρεάζονταν πολύ σαν άκουγαν τα λόγια του), ο Ηρώδης φοβήθηκε τη δύναμη πειθούς, που διέθετε πάνω στους ανθρώπους, φοβήθηκε μήπως οδηγήσει σε κάποια στάση, καθώς ακολουθούσαν τη συμβουλή του για κάθε θέμα. Το θεώρησε, λοιπόν, καλό να τον συλλάβει και να τον σκοτώσει, πριν να προκαλέσει κάποια αναταραχή, παρά να μετανιώσει αργότερα μπαίνοντας σε τέτοια βάσανα, αφού δηλαδή ξεσπούσε η επανάσταση. Μ' αυτές τις υποψίες του Ηρώδη, ο Ιωάννης στάλθηκε αλυσοδεμένος στο Machaerus (Σημ.τ.μετ.:Μαχαίρους), ένα φρούριο που αναφέρθηκε πιο πάνω, και εκεί θανατώθηκε. Οι Ιουδαίοι, λοιπόν, πίστεψαν πως εξαιτίας αυτής της θανάτωσης καταστράφηκε ο στρατός, γιατί ο Θεός ήθελε να φέρει κακό στον Ηρώδη».

Υπάρχουν σημαντικές διαφορές ανάμεσα σ' αυτήν τη διήγηση και σ' εκείνη των Ευαγγελίων : Σύμφωνα με τον Μάρκο (1/4), ο Ιωάννης «εκήρυττε βάπτισμα μετανοίας εις άφεσιν αμαρτιών», ενώ ο Ιώσηπος λέει πως το βάπτισμα του Ιωάννη δεν είχε σκοπό την άφεση αμαρτιών. Επίσης, ο Ιώσηπος δίνει πολιτική σημασία στο θάνατο του Ιωάννη, ενώ στα Ευαγγέλια φαίνεται πως ήταν αποτέλεσμα της αντίθεσης του Ιωάννη για το γάμο του Ηρώδη με την Ηρωδιάδα. Είναι πολύ πιθανό ο Ηρώδης να θέλησε να πετύχει μ' ένα σμπάρο δυο τρυγόνια φυλακίζοντας τον Ιωάννη. Όσο για την ασυμφωνία αναφορικά με τη σημασία του βαπτίσματος του Ιωάννη, οι ανεξάρτητες παραδόσεις που μπορούμε να βρούμε στην Καινή Διαθήκη είναι εντυπωσιακά ομόφωνες, κι εκτός του ότι είναι πρωιμότερες της διήγησης του Ιώσηπου (οι Αρχαιότητες δημοσιεύτηκαν το 93 μ.Χ.) δίνουν μια πιο αξιόπιστη περιγραφή από θρησκευτικο-ιστορική άποψη.

Όπως φαίνεται, ο Ιώσηπος αποδίδει πράγματι στον Ιωάννη το δόγμα των Εσσαίων για το βάπτισμα, όπως μας είναι γνωστό απ' τα κείμενα του Κουμράν. Το γενικό διάγραμμα όμως της ιστορίας του Ιώσηπου βεβαιώνει τη μαρτυρία των Ευαγγελίων. Αυτή η μαρτυρία του Ιώσηπου ήταν γνωστή τόσο στον Ωριγένη (230 μ.Χ., περίπου) όσο και στον Ευσέβιο (326 μ.Χ., περίπου).
Αργότερα, ο Ιώσηπος περιγράφει στις Αρχαιότητες (ΧΧ/9,1) τις αυθαίρετες πράξεις του αρχιερέα Άνανου, μετά το θάνατο του προκουράτορα Φήστου (61 μ.Χ.) με τα εξής λόγια:

«Ο νεότερος όμως Άνανος, ο οποίος, όπως είπαμε, ανέλαβε αρχιερέας, ήταν θρασύς και τολμηρός. Ακολούθησε την παράταξη των Σαδδουκαίων, που είναι οι πιο αυστηροί στην κρίση απ' όλους του Ιουδαίους, όπως δείξαμε πιο πάνω. Μ' αυτόν, λοιπόν, το χαρακτήρα που είχε ο Άνανος σκέφτηκε πως ήταν καλύτερη ευκαιρία, μια που ο Φήστος είχε πεθάνει κι ο Αλβίνος βρισκόταν ακόμα στο δρόμο∙ έτσι, συγκάλεσε συμβούλιο των κριτών και έφερε μπροστά τους τον αδελφό του Ιησού, τον λεγόμενο Χριστό, τον Ιάκωβο, μαζί με άλλους, κι αφού τους κατηγόρησε σαν παραβάτες του Νόμου, τους έστειλε για λιθοβολισμό».

Αυτό το απόσπασμα, όπως και το προηγούμενο ήταν γνωστό τόσο στον Ωριγένη όσο και στον Ευσέβιο. Την ιστορία του θανάτου του Ιακώβου, του Δίκαιου (όπως ονόμαζαν τον αδελφό του Κυρίου), διηγείται με περισσότερες λεπτομέρειες ο Ηγήσιππος, ένας Ιουδαίος Χριστιανός συγγραφέας του 170 μ.Χ. περίπου. Η διήγηση του Ιώσηπου παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον, καθώς ο Ιώσηπος ονομάζει τον Ιάκωβο αδελφό του Ιησού, του λεγόμενου «Χριστού» με τέτοιο τρόπο, που υπονοείται πως έχει προηγουμένως αναφερθεί στον Ιησού. Βρίσκουμε επίσης κάποια μνεία για τον Ιησού και σ' ένα άλλο εκτεταμένο αντίτυπο του Ιώσηπου, το ονομαζόμενο Testimonium Flavianum, στις Αρχαιότητες (XVIII/3,3). Ο Ιώσηπος διηγείται εκεί μερικά από τα προβλήματα που σημάδεψαν τη διακυβέρνηση του Πιλάτου, και συνεχίζει:

«Περί την εποχή αυτή εμφανίστηκε ο Ιησούς, ένας σοφός άνθρωπος, αν βέβαια μπορούμε να τον ονομάσουμε έτσι. Γιατί έκανε θαύματα και δίδασκε τους ανθρώπους που δέχονταν με χαρά την αλήθεια. Παρέσυρε πολλούς Ιουδαίους, αλλά και Έλληνες. Αυτός ο άνθρωπος ήταν ο Χριστός. Όταν λοιπόν τον καταδίκασε ο Πιλάτος σε σταυρικό θάνατο, αφού παραπέμφθηκε από τους άρχοντές μας, εκείνοι που τον αγαπούσαν δεν χάθηκαν. Γιατί εμφανίστηκε σ' αυτούς την τρίτη μέρα και πάλι ζωντανός, όπως οι προφήτες είχαν μιλήσει γι' αυτά και για χιλιάδες άλλα θαυμάσια σχετικά μ' αυτόν: Ακόμα και σήμερα η φυλή των Χριστιανών, όπως ονομάστηκαν απ' το όνομά Του, δεν έχει πεθάνει».

Αυτή είναι μετάφραση του κειμένου αυτού του αποσπάσματος, όπως έφτασε σε μας και ξέρουμε πως ήταν το ίδιο και στην εποχή του Ευσέβιου, ο οποίος το παραθέτει δυο φορές. Ένας λόγος για τον οποίο πολλοί θέλησαν να το χαρακτηρίσουν σαν μια Χριστιανική παρεμβολή, είναι το ότι ο Ωριγένης αναφέρει πως ο Ιώσηπος δεν πίστευε ότι ο Χριστός ήταν ο Μεσσίας, ούτε Τον ανακήρυττε τέτοιον. Το ότι ο Ιώσηπος δεν ήταν Χριστιανός είναι γνωστό. Είναι όμως παράξενο ένας μη-Χριστιανός συγγραφέας να γράφει τα παραπάνω υπογραμμισμένα λόγια. Παρόλα αυτά, δεν μπορούμε, από την άποψη της κριτικής του κειμένου, να πούμε τίποτε εναντίον αυτού του αποσπάσματος. Οι μαρτυρίες των χειρογράφων είναι ομόφωνες κι άφθονες, όπως άλλωστε για κάθε τι στον Ιώσηπο. Ίσως όμως να ήταν γνωστή στον Ωριγένη μια πρωιμότερη μορφή Του αποσπάσματος, απ' την οποία έλλειπαν τα υπογραμμισμένα μέρη. Καθώς το κείμενο του Ιώσηπου μεταδόθηκε από Χριστιανούς κι όχι από Ιουδαίους, δεν πρέπει να μας εκπλήσσει αν η αναφορά στον Ιησού πήρε πιο Χριστιανικό χρώμα με το πέρασμα του χρόνου.
      Αν όμως, προσέξουμε πιο πολύ τα υπογραμμισμένα αυτά τμήματα, ίσως συμβεί ν' αναρωτηθούμε, μήπως ο Ιώσηπος έγραφε ειρωνικά. Η έκφραση «αν βέβαια μπορούμε να τον ονομάσουμε άνθρωπο, ίσως να είναι μια σαρκαστική αναφορά στη Χριστιανική πίστη, πως ο Ιησούς ήταν Γιος του Θεού. Η έκφραση «Αυτός ο άνθρωπος ήταν ο Χριστός», ίσως να σημαίνει πως αυτός ήταν ο Ιησούς, που συνήθως ονομαζόταν Χριστός. Κάποια τέτοιου είδους αναφορά, υπονοείται εν πάση περιπτώσει με τη μεταγενέστερη διακήρυξη ότι οι Χριστιανοί, ίσως ονομάστηκαν από το όνομά Του. Όσο για την τρίτη υπογραμμισμένη φράση, σχετικά με την ανάσταση, ίσως να καταγράφει απλά τι ο Χριστιανοί ισχυρίζονταν.
Μερικοί διακεκριμένοι κριτικοί δεν δυσκολεύτηκαν να δεχθούν το Testimonium Flavianum όπως έχει. Το απόσπασμα αυτό περιέχει οπωσδήποτε πολλά χαρακτηριστικά στοιχεία της γλώσσας του Ιώσηπου, όπως αποδείχθηκε απ' τον αείμνηστο Dr. H. St. John Thackeray (η κορυφαία αυθεντία στη Βρετανία σχετικά με τον Ιώσηπο τα τελευταία χρόνια) και άλλους.
Αποδείχθηκε, επίσης, πως η παράλειψη λέξεων και οι σύντομες φράσεις αποτελούν χαρακτηριστικό της παράδοσης των Αρχαιοτήτων, γεγονός που μας βοηθάει να δεχθούμε την άποψη πως η λέξη «λεγόμενος» εξαφανίσθηκε πριν απ' τη λέξη «Χριστός», και μια φράση όπως «έλεγαν» ή «καθώς τον λένε» εξαφανίστηκε πριν τη φράση «γιατί εμφανίστηκε σ' αυτούς». Και οι δυο αυτές τροποποιήσεις είναι ελκυστικές, ιδιαίτερα η πρώτη, γιατί και την ίδια τη φράση «ο λεγόμενος Χριστός» τη βρίσκουμε και στην ενότητα του Ιώσηπου τη σχετική με το θάνατο του Ιάκωβου.
Δυο άλλες τροποποιήσεις απαιτούν αρκετό σχολιασμό. Η μια έχει προταθεί απ' τον Trackeray, πως, δηλαδή, αντί να διαβάζουμε «την αλήθεια» (τ' αληθή), πρέπει να διαβάζουμε «πράγματα ασυνήθιστα» (αήθη). Η άλλη προτάθηκε απ' τον Δρα Robert Eisler, ότι δηλαδή έχουν παραλειφθεί μερικές λέξεις απ' την αρχή του αποσπάσματος, η οποία άρχιζε: «Εκείνη την εποχή εμφανίστηκε μια καινούργια πηγή προβλημάτων, κάποιος Ιησούς». Αν δεχθούμε αυτές τις τροποποιήσεις του κειμένου έχουμε το εξής αποτέλεσμα: 

«Τότε παρουσιάσθηκε μια νέα πηγή προβλημάτων, κάποιος Ιησούς, ένας άνθρωπος σοφός. Έκανε θαύματα και δίδασκε τους ανθρώπους οι οποίοι δέχονταν μ' ευχαρίστηση τα παράξενα πράγματα που τους έλεγε. Παρέσυρε πολλούς Ιουδαίους, αλλά και Έλληνες. Αυτός ο άνθρωπος ήταν εκείνος που λεγόταν Χριστός. Όταν, λοιπόν, ο Πιλάτος τον καταδίκασε σε σταυρικό θάνατο, αφού παραπέμφθηκε απ' τους άρχοντές μας, εκείνοι που τον αγαπούσαν δεν χάθηκαν. Γιατί ξαναπαρουσιάστηκε σ' αυτούς, όπως είπαν, την τρίτη μέρα και πάλι ζωντανός, όπως οι θείοι προφήτες είχαν πει, μαζί με χιλιάδες ακόμα θαυμαστά πράγματα σχετικά γι' αυτόν: Κι ακόμα, και σήμερα η φυλή των Χριστιανών, όπως ονομάστηκαν απ' τ' όνομά Του, δεν έχει χαθεί.»

Τα πλάγια γράμματα αυτή τη φορά σημειώνουν τις τροποποιήσεις του κειμένου (Η κυριότερη δυσκολία στο να δεχθούμε την τροποποίηση του Eisler, που από μόνη της πιθανόν να είναι επαρκής, καθώς κάνει το απόσπασμα πιο ταιριαστό στο όλο πλαίσιο, είναι ο απειθάρχητος περίγυρος που διατηρεί. Με βάση ένα ριζικά τροποποιημένο κείμενο του Testimonium Flavianum, κι ένα ριζικά τροποποιημένο κείμενο της πρόσφατης παρέκκλισης της Σλαβονικής μετάφρασης του έργου του Ιώσηπου Ιουδαϊκός Πόλεμος, ο Dr. Eisler προώθησε μια γενική αναδόμηση της ιστορίας των αρχών του Χριστιανισμού στο έργο του The Messiah Jesus and John the Baptist (1931). Η αναμόρφωσή του αυτή, αν κι έξυπνη, πνευματώδης κι ελκυστική, έχει αρκετά παρεκτραπεί και δεν είναι επιστημονική, γιατί βασίζεται σε κείμενα τα οποία προηγουμένως τροποποίησε, ώστε να ταιριάζουν στις θεωρίες που προσπαθεί να βγάλει απ' αυτές τις τροποποιήσεις.). Αυτή η μετάφραση απ' το Testimonium απαλλάχθηκε από ένα - δυο πολύ απλά τεχνάσματα, από τις δυσκολίες του παραδοσιακού κειμένου, ενώ διατηρεί (ή ακόμα κι αυξάνει) την αξία του αποσπάσματος ως ιστορικού ντοκουμέντου. Η ουσία της όλης προσπάθειας τονίσθηκε περισσότερο σαν αποτέλεσμα των προσθηκών. Και η τελική αναφορά στη «φυλή των Χριστιανών» συνοδεύεται από κάποια ελπίδα πως, κι αν δεν χάθηκαν ακόμα, σύντομα όμως θα χαθούν.
Επομένως, έχουμε σοβαρούς λόγους να πιστεύουμε πως ο Ιώσηπος, αναφερόμενος στον Ιησού, μαρτυρεί: (α) Για την εποχή που έζησε (β) για τη φήμη Του σαν θαυματοποιού, (γ) για το ότι ήταν αδελφός του Ιακώβου, (δ) για τη σταύρωσή Του απ' τον Πιλάτο, μετά από πληροφορίες των Ιουδαίων αρχόντων, (ε) για τον ισχυρισμό ότι ήταν Μεσσίας, (στ) για το ότι ήταν ιδρυτής της «φυλής των Χριστιανών» και πιθανώς (ζ) για την πίστη πως αναστήθηκε απ' τους νεκρούς.

Αν και το απόσπασμα της Σλαβονικής μετάφρασης του Ιουδαϊκού Πολέμου αντιμετωπίζεται γενικά σαν μια Χριστιανική παρέκκλιση, ο Trackeray κατέληξε να την αντιμετωπίζει ευνοϊκά (δες το έργο του. στο Loeb, Josephus, III, σελ. 648 επ.). Τοποθετείται στον Ιουδαϊκό Πόλεμο, μεταξύ του ΙΙ/9,3 και ΙΙ/9,4 κι έχει ως εξής:

«Εκείνη την εποχή παρουσιάσθηκε ένας συγκεκριμένος άνθρωπος, αν ταιριάζει βέβαια να τον ονομάσουμε άνθρωπο. Η φύση κι η μορφή του ήσαν ανθρώπινες, αλλά η εμφάνισή του ήταν κάτι παραπάνω από ανθρώπινη∙ τα έργα του όμως ήσαν θεϊκά. Έκανε θαύματα υπέροχα και μεγάλα. Γι' αυτό και αδυνατώ να τον ονομάσω άνθρωπο. Αλλά, απ' την άλλη, πλευρά, ρίχνοντας μια ματιά στη φύση του που τη μοιράζονταν κι άλλοι, δεν θα τον ονομάσω άγγελο.
Ο,τιδήποτε έκανε, το έκανε με μια ακατανίκητη δύναμη, μ' ένα λόγο, με μια διαταγή. Μερικοί είπαν,«Αναστήθηκε απ' τους νεκρούς ο πρώτος μας νομοθέτης, και κάνει σημεία και τέρατα». Άλλοι, όμως, σκέφθηκαν πως τον έστειλε ο Θεός. Σε πολλές περιπτώσεις πάντως ήρθε σ' αντίθεση με το Νόμο και δεν ακολουθούσε τα σάββατα, σύμφωνα με το Νόμο των προγόνων μας. Δεν έπραξε όμως με τα χέρια του τίποτα που να ήταν ντροπή, και το κάθε τι, το προετοίμαζε με τα λόγια του.
Πολλοί απ' τον όχλο τον ακολουθούσαν κι άκουγαν με προσοχή τη διδασκαλία του. Πολλές καρδιές τονώθηκαν, γιατί σκέφτηκαν πως οι Ιουδαϊκές φυλές θα μπορούσαν πλέον να ελευθερωθούν απ' τα Ρωμαϊκά χέρια. Συνήθιζε όμως ν' απομακρύνεται απ' την πόλη στο Όρος των Ελαιών. Εκεί επίσης θεράπευε ανθρώπους. Συγκεντρώθηκαν γύρω του περί τους εκατόν πενήντα βοηθοί, αλλά και πλήθος λαού. Όταν όμως είδαν τη δύναμή του, που μ' ένα λόγο έκανε ό,τι ήθελε, κι όταν τού γνωστοποίησαν την επιθυμία τους να κατεβεί στην πόλη και να καταστρέψει τα Ρωμαϊκά στρατεύματα και τον Πιλάτο και να τους κυβερνήσει, δεν έδωσε σ' αυτό προσοχή. Όταν, λοιπόν, τα νέα αυτά έγιναν γνωστά στους Ιουδαίους άρχοντες, συγκεντρώθηκαν μαζί με τον αρχιερέα κι είπαν: «Δεν έχουμε δύναμη ν' αντισταθούμε στους Ρωμαίους. Εφόσον, λοιπόν, το τόξο λύγισε θα πάμε στον Πιλάτο και θα του γνωστοποιήσουμε ό,τι ακούσαμε, για ν' απαλλαχτούμε απ' το πρόβλημα, μη και τ' ακούσει από άλλους και κλέψει τα αγαθά μας και μας σκοτώσει, και διασκορπίσει τα παιδιά μας». Πήγαν, λοιπόν, κι έκαναν αναφορά στον Πιλάτο. Κι εκείνος έστειλε κι έσφαξε πολλούς απ' το πλήθος. Και συνέλαβε αυτόν τον θαυματοποιό κι αφού τον ανέκρινε διακήρυξε την άποψή του, «Κάνει καλό κι όχι κακό, δεν είναι επαναστάτης ούτε σφετεριστής του θρόνου». Τον άφησε, λοιπόν, να φύγει γιατί είχε θεραπεύσει την ετοιμοθάνατη γυναίκα του. Όταν επέστρεψε στον τόπο του έκανε τα συνηθισμένα του θαύματα. Περισσότεροι και περισσότεροι άνθρωποι μαζεύτηκαν γύρω του δόξαζε τον εαυτό του με μεγαλύτερη δραστηριότητα απ' ό,τι πριν. Οι γραμματείς τον φθόνησαν κι έδωσαν στον Πιλάτο τριάντα αργύρια για να τον σκοτώσει. Εκείνος τα πήρε και τους άφησε ελεύθερους να κάνουν ό,τι θέλουν. Τον πήραν, λοιπόν, και τον σταύρωσαν αντίθετα με το Νόμο των πατέρων τους.»

     Μόνο μ' ένα ανήλεο κουτσούρεμα θα μπορούσε ο Eisler να μετατρέψει αυτό το απόσπασμα σε μια σαν κι αυτό που θα έγραφε ένας Ιουδαίος συγγραφέας. Ο Χριστιανός που παρεμβλήθηκε εισάγει αρκετά απομνημονεύματα απ' το Testimonium Flavianum σε καμιά όμως περίπτωση δεν μειώνει τη λάμψη του Πιλάτου και των Ρωμαίων για να τονίσει αυτή των Ιουδαίων.
Άλλα αποσπάσματα Χριστιανικής φύσης στη Σλαβονική μετάφραση του Ιουδαϊκού Πολέμου αναφέρονται στον Ιωάννη τον Βαπτιστή, τον Φίλιππο τον τετράρχη (συγκρ. Λκ 3/1), στους Χριστιανούς της Παλαιστίνης την εποχή του Κλαύδιου. Επίσης, σε μια επιγραφή στο Ναό, υποστηρίχθηκε ότι υπενθυμίζει τη σταύρωση του Ιησού, γιατί ο ίδιος είχε προφητεύσει την πτώση της πόλης και του Ναού, το σχισμένο καταπέτασμα και την ανάσταση του Ιησού.
Τέλος, στην προφητεία που αναφέρεται στη συνήθη έκδοση (στο VΙ/5,4), ότι απ' την Παλαιστίνη θα έβγαινε παγκόσμιος κυβερνήτης. Μια λεπτομερής εξέταση όλων αυτών των Σλαβονικών προσθηκών, καθώς και μια κριτική της θεωρίας του Eisler δίνει ο J.W. Jack, στο έργο του, Historic Christ (1933).


F.F. Bruce ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΗΣ ΚΑΙΝΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ Είναι άραγε αξιόπιστα; ΑΘΗΝΑ 2000

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...