Η
λέξη χριστός είναι μετάφραση της αραμαϊκής λέξης MESHICHA,
που και αυτή προέρχεται από την εβραϊκή λέξη MASHIACH,
η οποία στους Ελληνιστικούς χρόνους εξελληνίσθει σε Μεσσίας. Στην Καινή Διαθήκη
ο ελληνικός τύπος Μεσσίας συναντάται δύο φορές και μάλιστα συνοδεύεται από τη
μετάφραση Χριστός: «Αυτός βρίσκει πρώτα
τον αδελφό του Σίμωνα και του λέει, “Βρήκαμε τον Μεσσία, το οποίο μεταφραζόμενο
σημαίνει Χριστός ”» Κατά Ιωάννη 1:41
και «Λέγει σ’ αυτόν η γυναίκα “Ξέρω ότι
θα έλθει ο Μεσσίας, ο λεγόμενος Χριστός”» Κατά Ιωάννη 4:25.
Η λέξη χριστός
παράγεται από το ρήμα χρίω που σημαίνει αλείφω, μυρώνω και σχηματίστηκε κατά τα
εις –τος ρηματικά επίθετα της
ελληνικής γλώσσας. Ως επίθετο, η λέξη χριστός απαντά στους τραγικούς ποιητές: «Το μεν μέγιστον, ει τις ες νόσον πέσοι, ουκ
ην αλέξημ’ ουδέν, ούτε βρώσιμον, ου χριστόν,
ουδέ πιστόν …» Αισχύλου Προμηθέας
490. Εκτός από τους τραγικούς την συναντάμε και στους «Εβδομήκοντα» ( Ο΄),
οι οποίοι ως γνωστόν μετέφρασαν την Παλαιά Διαθήκη από τα εβραϊκά στα ελληνικά.
Το χρίσμα με το
οποίο κάποιος γινόταν χριστός ήταν τελετουργική έκχυση λαδιού ή επάλειψη στο
κεφάλι και το σώμα αυτού. Ιδιαίτερα σημαντική θέση στο Ισραήλ κατέχει το χρίσμα
στο τυπικό ανάληψης της βασιλικής εξουσίας με το οποίο ο βασιλιάς καθίσταται εντολοδόχος
του Θεού και φορέας του Πνεύματός του. Εκτός από τον βασιλιά και ο αρχιερέας
και οι ιερείς, ακόμα και αυτοί οι προφήτες αναλαμβάνουν τα καθήκοντά τους δια
χρίσματος. Η χρίση δεν περιορίζονταν μόνο στα έμψυχα δηλαδή στους ανθρώπους,
αλλά επεκτείνονταν και στα άψυχα, σε αντικείμενα δηλαδή αφιερωμένα στο Θεό,
όπως ιερές στήλες, τη σκηνή του μαρτυρίου στην οποία φυλάσσονταν οι πλάκες με
τις 10 εντολές, θυσιαστήρια κ.λ.π.
Οι ρίζες της
πίστεως της πρώτης εκκλησίας, πως ο Ιησούς ήταν ο εκλεκτός του Θεού δηλαδή ο
χριστός επειδή είχε χριστεί από Αυτόν, πρέπει να αναζητηθούν στην Παλαιά
Διαθήκη. Ο όρος “χριστός” αναφέρεται σε 50 περίπου χωρία της Παλαιάς Διαθήκης
πολλές φορές συνοδευόμενος μετά του προσδιορισμού “Κυρίου”, ως “χριστός Κυρίου”.
Επίσης τα χωρία στα οποία γίνεται λόγος για την χρίση υπερβαίνουν τα 100.
Πάντοτε στην
Παλαιά Διαθήκη ως χρίων
εννοείται ο Θεός. Δεν υπάρχει ούτε μία περίπτωση ο χρίων να είναι κάποιος άλλος εκτός Αυτού. Η χρίση λοιπόν
πραγματοποιείται κατόπιν διαταγής του Θεού, από κάποιον εντεταλμένο από Αυτόν,
που χρησιμεύει ως όργανό του. Έτσι κατά διαταγή του Θεού χρίεται ο Ααρών και οι
γιοι του από τον αδελφό του Μωϋσή δια του ελαίου «της χρίσεως», και καθορίζεται
πως η διαδοχή αυτών θα γίνεται με παρόμοιο τρόπο, δηλαδή δια «της χρίσεως»: «Μετά θα πάρεις το λάδι του χρίσματος, θα το
χύσεις στο κεφάλι του και έτσι θα τον χρίσεις» Έξοδος 29:7. Κατά διαταγή του Θεού χρίονται επίσης το θυσιαστήριο
του θυμιάματος, το των ολοκαυτωμάτων, η σκηνή του μαρτυρίου, η κιβωτός της
διαθήκης, η τράπεζα, ο λουτήρ και η βάση αυτού και όλα τα ιερά σκεύη, Έξοδος 30:26. Όπως γίνεται λοιπόν
αντιληπτό από τα παραπάνω, δια του χρίσματος αγιάζονται και οι χριόμενοι και τα
χριόμενα. Για τον Ααρών και τους γιους του το χρίσμα αυτό σημαίνει, την επίσημη
καθοσίωση αυτών στο ιερατικό αξίωμα γι’ αυτό και χαρακτηρίζεται «χρίσμα
ιερατείας».
Με διαταγή πάλι
του Θεού, ορίζεται στον Μωϋσή και ο τρόπος παρασκευής του αγίου ελαίου του
χρίσματος, με το οποίο χρίονται αποκλειστικά και μόνο, αυτοί που έχουν οριστεί
από το Θεό. Απαγορεύεται και μάλιστα με ποινή θανάτου η χρίση άλλων προσώπων με
το έλαιο του χρίσματος, όπως και η κατασκευή αυτού από άλλα πρόσωπα, εκτός από
αυτόν που έχει οριστεί γι’ αυτό το σκοπό: «Και
θα πεις στους Ισραηλίτες: αυτό είναι το λάδι του αγίου χρίσματος, σ’ όλες τις
γενιές σας θα είναι μόνο για τον Κύριο. Κανενός ανθρώπου το σώμα δεν πρέπει να
αλειφθεί μ’ αυτό, ούτε επιτρέπεται να παρασκευάσετε κάτι παρόμοιο με την ίδια
συνταγή. Αυτό το λάδι είναι άγιο, και άγιο πρέπει να το θεωρείτε» Έξοδος 30:31 – 32.
Έτσι λοιπόν ο
Ααρών και οι γιοι του αφού χρίστηκαν με το έλαιο του χρίσματος, έγιναν οι «πρώτοι χριστοί», οι
«κεχρισμένοι» της Παλαιάς Διαθήκης. Οι διάδοχοι αυτών είναι ομοίως χριστοί.
Άξιο προσοχής είναι, και πως χριστόν καλείται και το έλαιο του χρίσματος: «Και ο ιερεύς ο μέγας από των αδελφών αυτού,
του επικεχυμένου επί την κεφαλήν του ελαίου του χριστού και τετελειωμένου …» Λευϊτικό 21:10, Μετάφραση των Εβδομήκοντα ( Ο΄)
Η ονομασία
«Χριστός» («Κυρίου») χρησιμοποιείται από εκεί και έπειτα στη Παλαιά Διαθήκη
κατ’ εξοχή για τους βασιλιάδες του Ισραήλ, οι οποίοι χρίονταν ομοίως με το άγιο
έλαιο του χρίσματος, το οποίο λαμβάνονταν από τη σκηνή του μαρτυρίου ή από το
ναό: «Εκεί ο ιερέας Σαδώκ πήρε το κέρας
του λαδιού από τη σκηνή και έχρισε τον Σολομώντα. Μετά σάλπισαν με την σάλπιγγα
και όλος ο λαός φώναξε:» “Ζήτω ο βασιλιάς Σολομών!”» 3 Βασιλειών 1:39. Έτσι χριστός Κυρίου είναι ο Σαούλ, ο Δαβίδ, ο
Σολομών, ο Ιού, ο Σεδεκίας, οι βασιλείς εν γένει. Η γενική «Κυρίου» δηλώνει τον
χρίοντα. Η χρίση γίνεται κατά προσταγή Θεού δια εντεταλμένου προς τούτο
οργάνου, ιερέως ή προφήτου, με την προϋπόθεση να δηλώνεται τις περισσότερες
φορές ρητά και κατά την διάρκεια της χρίσης ή μετά από αυτή πως ο χρίων είναι
αυτός ο ίδιος ο Θεός. Παράλληλα με την χρίση – όσον αφορά τους βασιλείς –
αναφέρεται στην Παλαιά Διαθήκη και η στέψη του βασιλιά. Δέον όμως να ληφθεί
υπόψη, πως στο Ισραήλ η κατ’ εξοχή πράξη εγκατάστασης κάποιου εις βασιλέα δεν
ήταν η στέψη αλλά η χρίση. Γι’ αυτό και οι Ιουδαίοι δεν έκαμαν χρήση την φράση
«στέφειν βασιλέα», αλλά «χρίει βασιλέα». Άλλωστε αυτό καθαυτό το ρήμα «χρίει»,
χωρίς να συνοδεύεται από κάποιο άλλο προσδιορισμό σημαίνει επακριβώς
ανακηρύσσει βασιλέα.
Χριστός στην
Παλαιά Διαθήκη μπορούσε να ονομασθεί και βασιλιάς που δεν ήταν Ιουδαίος, όπως
συνέβη με την περίπτωση του βασιλέα των Περσών Κύρου: «Ούτω λέγει Κύριος ο Θεός, τω
χριστώ μου Κύρω, ού εκράτησα της δεξιάς …» Ησαΐας 45:1.
Ο όρος χριστός
αναφέρεται συλλογικά και στο σύνολο της δαβιδικής δυναστείας, πιθανόν δε και
μεταφορικά στον ισραηλιτικό λαό, ο οποίος χρίστηκε από τον Θεό, ως «βασίλειο ιεράτευμα» Έξοδος 19:6, και εις τα επί μέρους μέλη
αυτού.
Τέλος η Παλαιά
Διαθήκη εμφανίζει προφήτες και άρχοντες να λαμβάνουν το χρίσμα χωρίς όμως την
επωνυμία «χριστός». Ίσως η χρίση αυτή, όσον αφορά τους άρχοντες, μπορεί να
νοηθεί μεταφορικά.
Συμπερασματικά οι
όροι «χρίση και χρίειν» σημαίνουν αρχικά στην Παλαιά Διαθήκη την ιδιαίτερη
εκείνη ενέργεια του Θεού δια της οποίας ο Θεός ο ίδιος καθιστά όσιο κάποιον σε
ορισμένη υψηλή διακονία, «χριστός» δε, είναι ο υπό του Θεού του ίδιου
εκλεγμένος και
βάσει θείω δικαίω ασκών τη διακονία αυτή.
Εκτός όμως από τα
παραπάνω ο τίτλος «χριστός» έχει στην Παλαιά Διαθήκη και εσχατολογική σημασία, που φανερώνει τον βασιλιά των εσχάτων
(τελευταίων) χρόνων, τον μεσσία, τον κατ’ εξοχή χριστόν, αυτόν που δίνει το
νόημα σε όλη την ανθρώπινη ιστορία. Η πίστη των Ιουδαίων στον κατ’ εξοχή
χριστόν και τον ερχομό αυτού στο ανθρώπινο γίγνεσθαι διαπιστώνεται σε πολλά
σημεία της Παλαιάς Διαθήκης. Ολόκληρη η Παλαιά Διαθήκη κατανοήθηκε από την
Καινή Διαθήκη, από τον πρώιμο Χριστιανισμό και από την διδασκαλία της
εκκλησίας, ως αναφερόμενη, είτε απευθείας είτε τυπολογικώς στον Χριστό και την
αποκάλυψη του Θεού στο πρόσωπό του.
Ειδικότερα,
υπάρχουν πολλά χωρία της Παλαιάς Διαθήκης τα οποία χρησιμοποιούν τον όρο
χριστός με την παραπάνω έννοια ή μιλάνε για την χρίση του μεσσία από τον Θεό,
όπως το 1 Βασιλειών 2:10 «Ο Κύριος κρίνει όλη τη γη, το βασιλιά του
διάλεξε και τον εγκατέστησε. Τη νίκη του χαρίζει και δύναμη τρανή», το 2 Βασιλειών 22:51 «Μεγάλες νίκες δίνει στο βασιλιά του ο Κύριος, και δείχνει την αγάπη
για τον εκλεκτό του, για τον Δαβίδ και για τους απογόνους του αιώνια ».
Ομοίως οι χριστολογικοί ψαλμοί 2, 17, 44, 88, 131, τα κεφάλαια 42 και 61 του
Ησαΐα, ο Δανιήλ 9:24 – 26 κ.λ.π. Τα χωρία αυτά μαζί με τα υπόλοιπα χριστολογικά
χωρία, τις προφητείες και τους ψαλμούς της Παλαιάς Διαθήκης διαμόρφωσαν την
εικόνα του μεσσία στους Ιουδαίους. Ιδιαίτερα στην διαμόρφωση της εικόνας αυτής
επέδρασε αποφασιστικά στους Ιουδαίους ο ψαλμός
2. Τον αναφέρουμε ευθύς αμέσως, στην αρχαία ελληνική γλώσσα, για να μην
χαθεί η μαγεία της μοναδικής ποιητικότητάς του:
«ΙΝΑΤΙ
εφρύαξαν έθνη, και λαοί εμελέτησαν κενά; 2 παρέστησαν οι βασιλείς της
γης, και
οι άρχοντες συνήχθησαν επί το αυτό κατά του Κυρίου και κατά του χριστού
αυτού.
(διάψαλμα). 3 Διαρρήξωμεν τους δεσμούς αυτών και απορρίψωμεν αφ ἡμῶν
τον ζυγόν αυτών. 4 ο κατοικών εν
ουρανοίς εκγελάσεται αυτούς, και ο Κυριος εκμυκτηριεί αυτούς. 5 τότε
λαλήσει
προς αυτούς εν οργή αυτού και εν τω θυμώ αυτού ταράξει αυτούς. 6 Εγὼ δε
κατεστάθην βασιλεύς υπ αὐτοῦ επί Σιών όρος το άγιον αυτού 7
διαγγέλλων το πρόσταγμα Κυρίου. Κύριος είπε προς με· υιός μου εί συ, εγώ
σήμερον γεγέννηκά σε. 8 αιτήσαι παρ εμού,
και δώσω σοι έθνη την κληρονομίαν σου και την κατάσχεσίν σου τα πέρατα
της γης.
9 ποιμανείς αυτούς εν ράβδω σιδηρά, ως σκεύη κεραμέως συντρίψεις αυτούς.
10 και
νυν, βασιλείς, σύνετε, παιδεύθητε, πάντες οι κρίνοντες την γην. 11
δουλεύσατε
τω Κυρίω εν φόβω και αγαλλιάσθε αυτώ εν τρόμω. 12 δράξασθε παιδείας,
μήποτε
οργισθή Κυριος και απολείσθε εξ οδού δικαίας. 13 όταν εκκαυθή εν τάχει ο
θυμός
αυτού, μακάριοι πάντες οι πεποιθότες επ’
αυτώ.»
Η εικόνα αυτή του
Χριστού έφθασε εξελιχθείσα, βοηθούσης και της μεταγενέστερης απόκρυφης και
αποκαλυπτικής ιουδαϊκής φιλολογίας, μέχρι τα χρόνια της Καινής Διαθήκης. Το
τελευταίο στάδιο αυτής της εξέλιξης το βρίσκουμε στα χρονικώς πλησιέστερα της
Καινής Διαθήκης ιουδαϊκά συγγράμματα, όπως το «απόκρυφο βιβλίο του Ενώχ», το «απόκρυφο
βιβλίο των Ιωβηλαίων» κ.λ.π., και ιδιαίτερα σ’ αυτή την ίδια την Καινή
Διαθήκη. Σ’ αυτά πρέπει να προστεθούν οι ειδήσεις για θρησκευτικά επαναστατικά
κινήματα, τα οποία τρέφονταν με την ελπίδα της άμεσης προσεχούς εμφάνισης του
μεσσία. Οι ελπίδες αυτές συγκλόνισαν το ιουδαϊκό έθνος και έφτασαν στο
κατακόρυφο κατά την εποχή του Χριστού. Μαρτυρίες γι’ αυτό έχουμε σ’ αυτή την
ίδια την Καινή Διαθήκη. Λόγου χάρη το επεισόδιο με τον Παύλο και τον Ρωμαίο
χιλίαρχο, όταν αυτός ανακρίνοντάς τον λέει: «Ώστε
ξέρεις ελληνικά; Δεν είσαι λοιπόν εσύ ο
Αιγύπτιος που επαναστάτησε πρό ολίγων ημερών και οδήγησε στην έρημο
τέσσερις χιλιάδες τρομοκράτες;» Πράξεις
των Αποστόλων 21:38. Περισσότερα για τα επαναστατικά Μεσσιακά κινήματα,
λίγο πριν και μετά την εποχή του Χριστού, μπορεί να βρει ο αναγνώστης στο έργο του
Ιουδαίου ιστορικού Ιώσηπου «Ιουδαϊκή
Αρχαιολογία», όπως λόγου χάρη για την επανάσταση του Μπαρ – Κοχεβά το 132
μ.Χ.
Εις τα παραπάνω
απόκρυφα κείμενα και την εν γένει ιουδαϊκή γραμματεία, ο αναμενόμενος μεσσίας
εμφανίζεται ως αυτός που πρόκειται να λυτρώσει τον Ισραήλ από τα δεινά του και
να αποκαταστήσει το έθνος, όντας κραταιός Δαβιδίδης βασιλιάς του μέλλοντα αιώνα,
κατά τον οποίον θα επιβληθεί η βασιλεία του Ισραήλ σ’ ολόκληρο τον κόσμο και θα
εξαλειφθεί από τη γη κάθε ανομία και θλίψη. Η βασιλεία αυτού θα είναι θεία αλλά
και επίγειος. Παρά τις υπερφυσικές και θείες αυτού ιδιότητες και παρά τον
χαρακτηρισμό αυτού ως Θεού στην Παλαιά Διαθήκη «Διότι γεννήθηκε για μας ένα παιδί, μας δόθηκε ένας γιος, πάνω στους
ώμους του η εξουσία θα μένει και τ’ όνομά του θα είναι: σύμβουλος θαυμαστός, Θεός ισχυρός, αιώνιος Πατέρας και της
Ειρήνης Άρχοντας» Ησαΐας 9:6, ο
μεσσίας θεωρούνταν κατά την εποχή της Καινής Διαθήκης ως γήινη προσωπικότητα,
μέλλουσα να υποτάξει τους Ρωμαίους και να υποκαταστήσει αυτούς στην κυριαρχία
του κόσμου, η δε βασιλεία αυτού αναμένονταν επίγεια και κοσμική. Όχι ολιγότερο
όμως, ακολουθώντας οι Ιουδαίοι την παράδοση της Παλαιάς Διαθήκης, ανέμεναν τον
μεσσία και ως υιό του Θεού: «Τότε ο
αρχιερέας του είπε “σε εξορκίζω στο ζωντανό Θεό να μας πεις, εάν εσύ είσαι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού”» Κατά Ματθαίο 26:63 και «Λέει σ’ αυτόν “Ναι, Κύριε, εγώ έχω πιστέψει
ότι εσύ είσαι ο Χριστός ο Υιός του Θεού,
ο ερχόμενος εις τον κόσμο”» Κατά
Ιωάννη 11:27.
Ειδικότερα τα
κύρια χαρακτηριστικά του μεσσία κατά την εικόνα αυτή παρά τους Ιουδαίους ήταν: 1. Η αποστολή του μεσσία από τον Θεό
για την σωτηρία του λαού του. Η σωτηρία αυτή από μερικούς μόνο θα εκλαμβάνονταν
ως απαλλαγή από την αμαρτία, γιατί σχεδόν όλοι την περίμεναν ως εθνική σωτηρία.
Σύμφωνα λοιπόν με την αντίληψη αυτή ο μεσσίας θα ήταν ο τύπος του θεοκρατικού
βασιλιά, λόγω της ειδικής εύνοιας που θα παρείχε ο Θεός προς το πρόσωπό του. 2. Η εκπλήρωση από τον μεσσία των
πόθων και των ελπίδων του ιουδαϊκού λαού. Η εποχή του μεσσία είναι εποχή
πληρότητας, η οποία θα πραγματοποιηθεί με κάποια τελική πράξη του μεσσία. Γι’
αυτό άλλωστε θέλησαν οι Ιουδαίοι να ανακηρύξουν τον Ιησού ως βασιλιά, όταν
χόρτασε 5000 χιλιάδες από αυτούς με τα πέντε κριθαρένια ψωμιά και τα δυο ψάρια «Ο Ιησούς, επειδή αντελήφθη ότι πρόκειται να έλθουν και να τον
αρπάξουν, για να τον κάνουν βασιλιά,
έφυγε πάλι στο όρος μόνος» Κατά
Ιωάννη 6:15. 3. Η κυριαρχία
του μεσσία σ’ όλα τα έθνη και τους βασιλιάδες της γης. Η κυριαρχία αυτή εκλαμβάνονταν,
από άλλους μεν με υλιστικό τρόπο, ως συντριβή και υποταγή των βασιλιάδων και
των εθνών, από άλλους δε με πνευματικό τρόπο, ως αναγνώριση και υποταγή αυτών
στο Θεό του Ισραήλ.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Γεώργιος Γαλίτης: Ερμηνευτική της Καινής Διαθήκης
2. Νικόλαος Σωτηρόπουλος: Αντιχιλιαστικόν Εγχειρίδιον
3. Γλωσσάριο Αγίας Γραφής της Ελληνικής Βιβλικής Εταιρείαςπηγή