Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αρχιμανδρίτης Νικηφόρος Πασσάς. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αρχιμανδρίτης Νικηφόρος Πασσάς. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο, Φεβρουαρίου 25, 2017

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΤΥΡΙΝΗΣ: Η νηστεία




Ἀρχιμανδρίτου Νικηφόρου Πασσᾶ
Ἱεροκήρυκος Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μεσογαίας καί Λαυρεωτικής 



(Ματθ.ς΄,14-21)

Ὁ Χριστὸς μὲ τὸν λόγο Του, ὅπως καταγράφεται στὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο τοῦ εὐαγγελιστοῦ Ματθαίου, συνδέει τὴ συγγνώμη καὶ τὴ συγχώρηση μὲ τὴν νηστεία. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἡ περίοδος τῆς νηστείας, ποὺ ἀπὸ αὔριο εἰσερχόμαστε, εἶναι πρὸ πάντων περίοδος μετανοίας, προσευχῆς καὶ ἀγάπης μεταξύ μας.

Ἐὰν δὲν ὑπάρχει αὐτὴ ἡ σύνδεση, τότε ἡ νηστεία ἀπὸ μόνη της δὲν φθάνει. Ἐὰν εἶναι νὰ νηστεύουμε καὶ νὰ μὴ μετανοοῦμε· «ἐὰν εἶναι νὰ μὴν τρῶμε καὶ νὰ τρωγώμαστε ἀπὸ τὴν κακία μας καὶ νὰ μισοῦμε τὸν ἀδελφό μας, ποιὸ λοιπὸν τὸ ὄφελος ἀπὸ τὴν νηστεία μας;». Ἄρα λοιπὸν ἡ νηστεία βοηθάει τὸν ἄνθρωπο νὰ καταλαγιάσει ἀπὸ τὸ θόρυβο τῆς ζωῆς του· νὰ τὸν προσγειώσει στὴν ἀλήθεια καὶ νὰ τὸν μονοιάσει μὲ τοὺς ἄλλους. Καὶ τέλος νὰ συναισθανθεῖ τὰ λάθη καὶ τὰ πάθη του καταβάλλοντας προσπάθεια ἀπαλλαγῆς.

Σ᾿ αὐτὸ τὸ σημεῖο ἐρχόμενος ὁ ἄνθρωπος εἶναι καιρὸς νὰ θρηνήσει, γιατὶ μὲ τὴ ζωή του προσβάλλει καθημερινὰ τὸ Θεό. Καὶ μετὰ ἀπὸ τὴ συγγνώμη τῶν ἀδελφῶν, νὰ ζητήσει τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ.

Εἶναι ὅμως κάμποσοι ποὺ πιστεύουν, καὶ ἴσως πράττουν, πὼς ἡ νηστεία εἶναι μονάχα ἀποχὴ ἀπὸ ὁρισμένα φαγητά. Καὶ καθησυχάζουν τοὺς ἑαυτούς τους πὼς ἔτσι ἔχουν τελειώσει. Ὅμως κάτι τέτοιο εἶναι φανερὸ πὼς εἶναι λάθος· εἶναι μιὰ πράξη τυπική, ποὺ τῆς λείπει ἡ οὐσία.

Βεβαίως ἡ νηστεία εἶναι ἀποχὴ ἀπὸ ὁρισμένα φαγητά, μὰ δὲν εἶναι μονάχα αὐτό. Γιατί, ἂν εἶναι μόνον αὐτό, τότε δὲν θὰ εἶχε θέση ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ὅπως περιγράφεται στὸν προφήτη Ἰωήλ.

Νὰ τὶ λέγει ἀκριβῶς: «Τώρα λοιπόν, λέγει Κύριος ὁ Θεός μας, ἐπιστρέψατε σὲ Ἐμένα μὲ ὅλη τὴν καρδιά σας, μὲ νηστεία, θρήνους καὶ κοπετούς». Δηλαδὴ ὁ Θεὸς ζητεῖ ἐσωτερικὴ ἐπιστροφή, μετάνοια καὶ ἀλλαγή, μὰ πρὸ πάντων νηστεία μὲ δάκρυα.

Ἐτούτη ὅμως ἡ μετάνοια καὶ ἡ αἴτηση συγγνώμης ἀπὸ τὸ Θεὸ δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει δίχως τὴ συγγνώμη πρὸς τὸν ἀδελφό. Δίχως τὴν ἐξάλειψη τῶν κακιῶν μας, ποὺ μᾶς διχάζουν ἀπὸ τοὺς ἄλλους καὶ τὶς ὁποῖες ἀκριβῶς ὁ Θεὸς βδελύσσεται.

Προχωρώντας ὅμως πιὸ πέρα, ὁ Χριστὸς μίλησε γιὰ τὴν ἀφιλοχρηματία, ποὺ φυσικὰ συνδέεται μὲ τὴν νηστεία. Ἔτσι, «ὅποιος πασχίζει νὰ ᾿χει τὶς ἀποθῆκες του γεμᾶτες ἀπὸ τὰ ὑλικὰ ἀγαθά, αὐτὸς θὰ πρέπει νὰ ᾿χει τὴν καρδιά του ἀδειανὴ ἀπὸ ἀγάπη. Ὅσο πιὸ πολὺ γεμίζουν οἱ ἀποθῆκες, τόσο πιὸ πολὺ ἀδειάζει ἡ καρδιά». Καὶ ὅσο ἀδειάζει ἡ καρδιὰ τόσο στερεύει ἡ ἀγάπη, καὶ ἂς εἶναι γεμᾶτες οἱ ἀποθῆκες.

Μποροῦμε λοιπὸν νὰ ποῦμε πώς ἡ νηστεία γιὰ τὸν φιλοχρήματο καὶ πλεονέκτη ἔχει κάποια σημασία; Σ᾿ αὐτὸν ποὺ στέρεψε ἡ καρδιά του ἀπὸ ἀγάπη καὶ φιλανθρωπία, τί νόημα ἔχει ἡ νηστεία;

Μποροῦμε νὰ δικαιολογήσουμε τὸ δικό του φαγοπότι, τὴν καλοπέραση, σ᾿ ἕνα κόσμο καταδικασμένο σὲ διαρκῆ νηστεία. Αὐτὸς μὲν νὰ τρώει, νὰ πίνει, νὰ εὐφραίνεται καὶ οἱ ἄλλοι νὰ πεινοῦν, γιατὶ τοὺς καταδικάσαμε σὲ διὰ βίου νηστεία! Ὁ ἕνας νὰ εἶναι χορτᾶτος καὶ οἱ ἄλλοι πεινασμένοι.

Νὰ λοιπὸν πὼς ἡ νηστεία ἀποτελεῖ μιὰ καλὴ εὐκαιρία νὰ δείξουμε τὴν ἀγάπη μας πρὸς τοὺς ἄλλους. Νὰ παρέχουμε τὰ ἀγαθά μας, γιὰ νὰ χορτάσουν οἱ ἄλλοι.

Ἔτσι θησαυρίζουμε ἀγαθὰ γιὰ τὴν αἰωνιότητα, ἀφοῦ ἐμπιστευόμαστε ὅ,τι μᾶς περισσεύει στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ.

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ μᾶς τονίζει πὼς ὅποιος δίνει στὸ Θεό, δανείζει στὸ Θεό. Ἔτσι, καλὸν εἶναι ν᾿ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ αὐτὴ τὴν προσκόλληση στὰ ὑλικὰ ἀγαθά. Ν᾿ ἀποτινάξουμε τὸ περιττὸ καὶ τὸ ἐπὶ πλέον. Νὰ κάνουμε τὴν νηστεία μας, καθὼς ὁρίζει ἡ Ἐκκλησία, καὶ ν᾿ ἁπλώσουμε τὸ χέρι μας στὸν ἀδελφὸ ποὺ ᾿χει τὴν ἀνάγκη.

Ἐὰν λοιπὸν δὲν ἀπομακρυνθοῦμε ἀπὸ τὰ ὑλικὰ πράγματα, ποὺ μᾶς ἔχουν ἀπορροφήσει, τότε δὲν θὰ μπορέσουμε νὰ συναντήσουμε τὸ Θεό. Γιατὶ αὐτὰ κλείνουν τὸ δρόμο καὶ μᾶς τραβοῦνε σὲ ἄλλες ἀτραπούς.

Δὲν θὰ μπορέσουμε νὰ ζητήσουμε τὴ σωτηρία μας· δὲν θὰ θρηνήσουμε γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας· δὲν θὰ κληθοῦμε στὴν Βασιλεία Του.

Τρώγοντας καὶ πίνοντας κάθε ἡμέρα εὐφραινόμενοι, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ κατανοήσουμε τὴ σημασία τῆς νηστείας, τῆς ἐγκράτειας, θὰ περάσει ἴσως κι αὐτὴ ἡ περίοδος τῆς μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ποὺ ἀπὸ αὔριο εἰσερχόμαστε, καὶ ἐμεῖς θὰ παλεύουμε πῶς θὰ ἀπολαύσουμε περισσότερα ἀγαθά.

Ἐνῶ ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος μᾶς προτρέπει νὰ ἀρχίσουμε τὴ νηστεία χαρούμενοι· νὰ νηστεύσουμε ἀπὸ κάθε πάθος καὶ νὰ ἐντρυφήσουμε στὶς ἀρετές.

Σάββατο, Ιανουαρίου 18, 2014

Κυριακή ΙΒ Λουκα υπό του Αρχιμανδρίτου Νικηφόρου Πασσᾶ

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΒ΄ ΛΟΥΚΑ
(Λκ. ιζ΄, 12-19)
Ἄσχημο πρᾶγμα ἡ ἀχαριστία. Καὶ θλιβερὸ τὸ φαινόμενο, ὁ εὐεργετηθεὶς νὰ γυρνάει τὴν πλάτη στὸν εὐεργέτη. Νὰ τὸν χαρακτηρίζει ἡ ἔλλειψη εὐαισθησίας ἔκφρασης εὐγνωμοσύνης! Καὶ εὐχαριστίας! Νὰ λαμβάνει τὰ δῶρα, νὰ εὐεργετεῖται πλουσιοπάροχα καὶ νὰ ἀποδίδει ἀχαριστία!
Αὐτὴ τὴ στάση τήρησαν οἱ ἐννέα ἀπὸ τοὺς δέκα θεραπευθέντες λεπροὺς τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου. Ἐνῶ καὶ οἱ δέκα δέχθηκαν τὴν εὐεργεσία τῆς θεραπείας τους ἀπὸ τὸν Χριστό, μόνο ὁ ἕνας αἰσθάνθηκε τὴν ἀνάγκη νὰ εὐχαριστήσει. Καὶ αὐτὸς ἦταν Σαμαρείτης.
«Ἔπεσε στὰ πόδια τοῦ Χριστοῦ, μὲ τὸ πρόσωπο κατὰ γῆς καὶ τὸν εὐχαριστοῦσε». Καὶ ὁ Χριστὸς βλέποντάς τον μόνον αὐτὸν αἰσθάνθηκε πικρία. Ὄχι γιατὶ ἐπιζητοῦσε τιμὲς καὶ προσκυνήματα. Δὲν τὰ ἔχει ἄλλωστε ἀνάγκη αὐτὰ. Μὰ λυπήθηκε ἐπειδὴ οἱ ἐννέα, μέσα στὴν χαρὰ τῆς θεραπείας ἀπὸ τὴνλέπρα, δὲν ἔννοιωσαν τὴν ἀνάγκη νὰ εὐχαριστήσουν τὸν εὐεργέτη τους, τὸν Θεό.
Ἐτούτοι οἱ ἐννέα ἀγνώμονες, μετὰ τὴν θεράπεια τους, λησμόνησαν τὴν πρώτη τους κατάσταση. Λησμόνησαν τὶς παρακλητικὲς κραυγές τους, «Ἰησοῦ προστάτη, ἐλέησέ μας». Λησμόνησαν πὼς ὁ Χριστὸς ἦταν ἡ μόνη τους ἐλπίδα. Ὅλα τὰ λησμόνησαν. Τώρα σὰν γίνανε καλά! Καὶ ξαναμπαίνουν «στὸ θανατερὸ κύκλο τῆς ψευτιᾶς καὶ τῆς ἀλαζονείας, ποὺ στὸ πρῶτο της γνώρισμα εἶναι ἡ λησμονιὰ τῆς πηγῆς τῆς ζωῆς», ποὺ εἶναι ὁ Χριστός.
Ἔτσι παρατηρεῖται τὸ παράδοξο φαινόμενο, ὁ μὲν Σαμαρείτης νὰ ἐκδηλώνει τὴν εὐγνωμοσύνη του πρὸς τὸν Χριστό, ἐνῶ οἱ Ἰουδαῖοι νὰ δείχνουν ἀχαριστία. Αὐτοὶ ποὺ ἦσαν περισσότερο φωτισμένοι καὶ διδαχθέντες ἀπὸ ποικίλους διδασκάλους, νὰ ντροπιάζονται ἀπὸ ἄλλους «οἱ ὁποῖοι ὁδηγοῦντια μόνο ἀπὸ τὸ φωτισμὸ τῆς συνειδήσεώς τους καὶ τοῦ ἀγράφου νόμου ἐντός των».
Κι αὐτὸ φυσικὰ ἀποτελεῖ ἐπιβαρυντικὸ στοιχεῖο τῆς ἀχαριστίας τῶν Ἰουδαίων. Ἐπειδὴ ἐτοῦτοι ὡς φωτισθέντες ἀπὸ τὸ νόμο, ἀπὸ τοὺς Προφῆτες, θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι περισσότερο εὐγνώμονες πρὸς τὸν Θεό.
Ὅμως ὁ Χριστὸς ἀποδεικνύεται πλούσιος καὶ συνεχὴς εὐεργέτης τῶν ἀνθρώπων. Ἀποστέλει τὰ δῶρα Του, τὴν εὐλογία Του καὶ τὴν ἀγάπη Του σ’ ὅλους. Καὶ στοὺς εὐγνώμονες, ποὺ εἶναι οἱ λιγότεροι καὶ τοὺς ἀγνώμονε, ποὺ εἶναι οἱ περισσότεροι. Γι’ αὐτὸ καὶ ἐδῶστὴ θεραπεία τῶν δέκα λεπρῶν, ἐνῶ ἐγνώριζε τὴν ἀχαριστία τῶν ἐννέα, ἐντούτοις παρέχει τὴν χάρη Του σ’ ὅλους. Ἔτσι ἡ ἀγνωμοσύνη τῶν ἐννέα, «δὲν ἐκώλυσε τὸν Ἰησοῦν καὶ τοὺς ἀναξίους εὐεργετῆσαι».
Ὁ Χριστὸς λοιπὸν εὐεργετεῖ τοὺς ἀνθρώπους γιατὶ σκοπός Του εἶναι «ἵνα σωθῇ ὁ κόσμος δι’ Αὐτοῦ». Νὰ τοὺς κάνει παιδιὰ τοῦ Θεοῦ «ἵνα τὴν υἱοθεσίαν ἀπολάβωμεν». Δίχως διακρίσεις καὶ δίχως διαχωρισμούς, κατὰ τὸν λόγο τῆς Ἁγίας Γραφῆς ὅτι, διῆλθεν εὐεργετῶν καὶ ἰώμενος πάντας».
Ἄρα ὁ Θεὸς θέλει διακαῶς νὰ μᾶς εὐεργετήσει καὶ διασώσει. Ἐμεῖς δὲ οἱ ἄνθρωποι βρισκόμενοι κάτω ἀπὸ τὸ «θέλει» τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὁλόκληρη ἡ ὕπαρξή μας κρεμιέται ἀπ’ αὐτὸ τὸ «θέλει». Ἐπειδὴ «ὁ Θεὸς εἶναι ἕνα θέλημα στὸν οὐρανὸ κι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἕνα θέλημα στὴ γῆ. Κι ἐκεῖνο ποὺ συνδέει αὐτὴν τὴν ἀπόσταση, εἶναι τὸ αἴτημα τῆς προευχῆς μας, «γεννηθήτω τὸ θέλημά Σου!»
Μπροστὰ σ’ αὐτὴ τὴν πλούσια καὶ καθολικὴ εὐεργεσία τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἀγωνιᾶ γιὰ τὴ δική μας σωτηρία. Ποὺ μᾶς «καταδιώκει» λὲς γιὰ νὰ μᾶς διασώσει, ὅπως ἄλλωστε καὶ ὁ Ψαλμικὸς στίχος ὑπογραμμίζει· «τὸ ἔλεος Σου Κύριε καταδιώξει με πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς μου», ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ αἰσθάνεται συγκλονισμένος.
Ἐπειδὴ ὁ Θεὸς τὸν νοιάζεται καὶ καταθέτει καθημερινῶς ἡ βοήθειά Του γι’ αὐτὸν. Τότε μέσα στὸν ἄνθρωπο γεννιέται τὸ αἴσθημα τῆς εὐγνωμοσύνης. Σκιρτάει ἡ ὕπαρξή του ἀπὸ ἐπιθυμία εὐχαριστίας πρὸς τὸ Θεό, γιατὶ ὡς Πατέρας, εἶναι ὁ πολύτιμος εὐεργέτης του.
Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, κάθε ἡμέρα καὶ κάθε στιγμὴ ὁ Χριστὸς μᾶς ἐγγίζει περνώντας δίπλα μας μήπως ἰδεῖ καὶ ἀκούσει ἐὰν κάποιος Τὸν ἀναζητεῖ καὶ Τὸν ἐπικαλεῖται. Ἐπειδὴ «ἕνα πράγμα τὸν ξεκουράζει, νὰ παίρνει ἐπάνω του τὰ βάρη τῶν ἀνθρώπων». Καὶ μιὰ χαρὰ ἔχει, νὰ δίνει χαρά. Καὶ μιὰ προσδοκία ὑπάρχει νὰ ἰδεῖ τὸν ἄνθρωπο νὰ τὸν ἀναζητεῖ. Γιατὶ «ὅλοι οι ἄνθρωποι θέλει νὰ σωθοῦν» καὶ ὁ Ἴδιος διαβεβαιώνει πὼς «μπορεῖ νὰ σώζει συνεχως, εἰς τὸ παντελές».

Σὰν παιδιὰ δὲ τοῦ Θεοῦ εἴμαστε κάτω ἀπὸ τὸ «θέλει» τοῦ Θεοῦ. Τοῦ εὐεργέτου Πατέρας μας. Καὶ ὅταν προσφέρει τὸ καλὸ καὶ ὅταν ἐπιτρέπει τὸ κακό. Καὶ ὅταν τρέχει νὰ μᾶς ἀκούσει «κι ὅταν μακροθυμῇ σάμπως νὰ μὴν ἀκούῃ καὶ νὰ μὴ βλέπῃ, μὲ ὅλ’ αὐτὰ κατεργάζεται τὴν σωτηρία μας». Γι’ αὐτὸ γιὰ ὅλ’ αὐτὰ ὀφείλουμε εὐγνωμοσύνη καὶ εὐχαριστία στὸν Θεὸ -Πατέρα, ποὺ εἴμαστε πάντα μέσα στὴ σκέψη Του!

Παρασκευή, Ιανουαρίου 03, 2014

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΩΝ ΦΩΤΩΝ Υπό Ἀρχιμανδρίτου Νικηφόρου Πασσᾶ

Ἐτούτη ἡ Κυριακὴ ὀνομάζεται Κυριακὴ μετὰ τὴν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ. Σημειώνει δὲ πὼς τὸ γεγονὸς τελέσθηκε· ὁ Χριστὸς γεννήθηκε ὡς ἄνθρωπος· ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς ἀποφάσισε νὰ συγκατοικήσει μὲ τοὺς ἀνθρώπους. Ὁ οὐρανὸς ἄνοιξε καὶ ἀποκάλυψε πὼς τὸ μοναδικὸ κίνητρο τοῦ Θεοῦ γιὰ ἐτούτη τὴν ἐπιφάνειά Του εἶναι καὶ θὰ παραμείνει γιὰ πάντα ἡ ἀγάπη Του γιὰ τὸν ἄνθρωπο.Ἄλλωστε μᾶς τὸ τονίζει στὸ κείμενο του ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, ὅταν λέγει : «ἔτσι ἀκριβῶς ἀγάπησε ὁ Θεὸς τὸν κόσμο, ὥστε ἔδωσε σ᾿ αὐτὸν τὸν μονογενῆ υἱό του ἵνα κάθε ἕνας ποὺ θὰ πιστεύσει σ᾿ αὐτὸν νὰ μὴν ἀπολεστεῖ, ἀλλὰ νὰ ἔχει ζωὴ αἰώνιο».Λόγια καθαρὰ καὶ ἀληθινά, ἀποκαλύπτοντα τὴ γνησιότητα καὶ αὐθεντικότητα τῆς Θεϊκῆς βουλήσεως. Ἀκόμη δὲ ἐκφράζουν καὶ αἰτιολογοῦν τὴν Θεϊκὴ παρουσία στὸν κόσμο γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴ μετοχή του στὴν αἰωνιότητα.

Γι᾿ αὐτὸ στὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο τοῦ εὐαγγελιστοῦ Μάρκου, καταγράφεται «ἡ ἀρχὴ τοῦ χαροποιοῦ μηνύματος περὶ τῆς ἐλεύσεως στὸν κόσμο τοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶναι ὁ ἐνανθρωπήσας υἱὸς τοῦ Θεοῦ».Ἀρχίζει ἔτσι μιὰ καινούργια ἡμέρα καὶ ἀνοίγεται ἕνας νέος δρόμος πλημμυρισμένος ἀπὸ τὴ Θεϊκὴ ἀγάπη καὶ εὐλογία. Γιατὶ ἐκεῖνο τὸ βράδυ ξετυλίγεται τὸ Θεϊκὸ θαῦμα καὶ γιεννιέται ἡ οὐράνια ἀλήθεια.Μονάχα ποὺ αὐτὴ ἡ ἀλήθεια «γεννιέται ἐρήμην τοῦ κόσμου, ἔξω καὶ μακριὰ ἀπὸ τὰ ἰσχυρὰ τείχη τῶν ἀριθμῶν, σὲ μέρος ποὺ κανεὶς δὲν φαντάζεται καὶ μέσα στὴ μυστικότητα τῆς νύχτας». Ἐκείνη τὴ νύχτα τοῦ θαύματος καὶ τοῦ ξαφνιάσματος! Ὅλοι βρίσκονται τυλιγμένοι ἀσφυκτικὰ μὲ τὶς ἐγκόσμιες φροντίδες καὶ μέριμνες. Ὁ κάθε ἕνας προσπαθεῖ νὰ ἱκανοποιήσει τὴν ὕπαρξή του μὲ πράγματα αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Δὲν ὑπάρχει ἄλλη ἀνησυχία, ἐκτὸς τῆς ἀπολαύσεως τῶν ἐγκόσμιων ὑλικῶν ἀγαθῶν.Ἕνας μόνο ἀνησυχεῖ γιὰ ὅλους αὐτούς· μὴ τυχὸν κάποιος παραστρατήσει καὶ χαθεῖ· μὴ τυχὸν κουραστεῖ ἀπὸ τὸ βάρος τῆς ζωῆς καὶ πέσει· μὴ τυχὸν φύγει σὲ δρόμους ξένους καὶ ἄγνωστους καὶ δὲν γνωρίζει πῶς νὰ γυρίζει πίσω.Γι᾿ ὅλους αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους, μόνο ὁ Θεὸς φροντίζει, σκέπτεται καὶ βοηθεῖ. Μόνο Αὐτὸς ὡς πατέρας ἀνησυχεῖ καὶ προσμένει τὴ δική μας ἐπιστροφή. Ὄχι γιατὶ μᾶς ἔχει ἀνάγκη ἢ προσδοκᾶ ὀφέλη ἀπὸ ἐμᾶς. Ἐμεῖς ἔχουμε τὴν ἀπόλυτη ἀνάγκη Του. Δίχως τὸ Θεό, δὲν μποροῦμε νὰ ὑπάρχουμε. Καὶ δίχως τὴν παρουσία Του ἡ ζωὴ ἀφυδατώνεται ἀπὸ τὶς δυνάμεις ἐκεῖνες ποὺ τὴν νοηματίζουν.Ἀκόμη δέ, κι αὐτὸ εἶναι σημαντικό, ἐμεῖς πιστοποιοῦμε τὴν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ.

Δηλαδή, ἐπειδὴ ὑπάρχουμε ἐμεῖς, ὑπάρχει ἢ πρέπει νὰ ὑπάρχει καὶ ὁ Θεός. Δίχως τὴ δική μας παρουσία ἡ ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ δὲν ἔχει κανένα σκοπό. Ὁ σκοπός Του ἐκπληρώνεται γιὰ ἐμᾶς.Ἡ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ γίνεται, λοιπόν, χάρη ἡμῶν τῶν ἀνθρώπων καὶ μέσω ἡμῶν βεβαιώνεται ἡ ἀνθρώπηση Ἐκείνου. Γι᾿ αὐτὸ ἡ σύνδεσή μας μετὰ τοῦ Θεοῦ εἶναι καθοριστικῆς σημασίας γεγονὸς καὶ σηματοδοτεῖ τὴν ἑτερόφωτη καὶ ἑτερότροφη ὕπαρξή μας.Παίρνουμε τὸ φῶς ἀπὸ τὴν πηγὴ τοῦ φωτός, τὸ Θεό. Καὶ τρεφόμαστε ἀπὸ τὸ δικό Του τραπέζι ποὺ προσφέρεται τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα Του. Δίχως αὐτὰ θὰ μέναμε στὸ σκοτάδι καὶ δὲν θὰ βλέπαμε νὰ βαδίζουμε πρὸς τὴν ἀλήθεια καὶ τὴ ζωή. Καὶ θὰ μέναμε πεινασμένοι καὶ διψασμένοι, δίχως τὴ τροφὴ ποὺ τρέφει τὴν ψυχή μας.Ἡ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, ὡς ἱστορικὸ γεγονός, ἐπανεορτάζεται καὶ ἐφέτος. Μὲ πολλὰ φῶτα καὶ ποικίλα χρώματα· μὲ στολίδια καὶ λαμπιόνια· μὲ τραπέζια καὶ δεξιώσεις· μέ χοροὺς καὶ γλέντια. Διασκεδάζουμε καὶ χαιρόμαστε· ἑορτάζουμε καὶ ἀγάλλεται ἡ ὕπαρξή μας.Πόση δύναμη ἔχει ἐτούτη ἡ ἑορτή, ὥστε νὰ παρασύρει ὁλόκληρη τὴ ζωή μας· νὰ ἐπηρεάζει ὁλόκληρο τὸν κόσμο· νὰ ζωντανεύει ὅλες τὶς ἀνθρώπινες δραστηριότητες· νὰ κινεῖ ὁλόκληρο τὸ ἐμπόριο! Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, δὲν πρέπει ὅμως νὰ νομίζουμε πὼς ὅλο κι ὅλο αὐτὸ εἶναι ἡ ἑορτὴ τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ. Εἰδεμὴ θὰ ἔχουμε ὁλωσδιόλου ξεφύγει ἀπὸ τὸ βαθὺ καὶ οὐσιαστικὸ νόημά της. Κι αὐτὸ εἶναι πὼς ὁ Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος μὲ ἕνα διακριτικὸ τρόπο καὶ ἐπιθυμεῖ νὰ μᾶς κάνει φίλους καὶ ἀγαπητούς Του!Ὅμως, ἐπειδὴ σέβεται τὴ δική μας ἐλευθερία καὶ δὲν θέλει νὰ μᾶς ἐπηρεάσει μὲ ἄλλον τρόπο, γι᾿ αὐτὸ στέκει ἀπ᾿ ἄξω καὶ κτυπᾶ μὲ διακριτικότητα.«Ἰδοὺ ἔχω σταθεῖ στὴ θύρα σου καὶ κρούω», λέγει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, «ἐὰν κάποιος ἀκούσει τὴ φωνή μου καὶ ἀνοίξει τὴ θύρα, θὰ μπῶ μέσα στὸ σπίτι καὶ θὰ δειπνήσω μ᾿ αὐτὸν καὶ αὐτὸς θὰ δειπνήσει μαζί μου, ἀπολαμβάνοντας τὴν εὐφροσύνη καὶ τὴ χαρὰ τῆς μακαρίας ζωῆς».

Γι᾿ αὐτὴ τὴν εὐφροσύνη καὶ τὴ χαρὰ τῆς μακαρίας ζωῆς ἑορτάζουμε τὰ Χριστούγεννα. Καὶ παρακαλοῦμε προσευχόμενοι, νὰ μὴ μᾶς λησμονήσει ὁ Χριστὸς καὶ δὲν κρούσει τὴ θύρα τῆς ψυχῆς μας.Γιατὶ ἐμεῖς εἴμαστε ἕτοιμοι ν᾿ ἀνοίξουμε ἀμέσως, ἐπειδὴ ἐπιθυμοῦμε νὰ ζήσουμε ἐτοῦτα τὰ Χριστούγεννα μέσα μας, ὑπαρξιακά, μὲ τὴ δική Του χάρη καὶ εὐλογία.

Ἀρχιμανδρίτου Νικηφόρου Πασσᾶ

Σάββατο, Αυγούστου 10, 2013

ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ Ἀρχιμανδρίτου Νικηφόρου Πασσᾶ

Δύο τάσεις βρίσκουμε στοὺς ἀνθρώπους, ποὺ ὡς αὐτόπτες μάρτυρες παρακολουθοῦν ΄
τὰ θαύματα τοῦ Χριστοῦ στοὺς τυφλούς, τοὺς κωφούς καὶ δαιμονισμένους τοῦ σημερινοῦ
 Εὐαγγελίου.
 Δύο θέσεις καὶ δύο ἀντιδράσεις σ᾿ αὐτὰ ποὺ ἔβλεπαν καὶ ἄκουγαν ἐτοῦτοι οἱ ἄνθρωποι.

Ἀπὸ τὴν μιὰ μεριὰ αὐτοὶ ποὺ διαλαλοῦσαν πὼς «οὐδέποτε ἐφάνησαν τέτοια θαύματα στὸ ἔθνος μας»
 καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλοι αὐτοὶ, ἔτοιμοι πάντα νὰ κατηγορήσουν, ἔλεγαν πώς «μὲ τὴ βοήθεια καὶ συνεργία
 τοῦ ἄρχοντα τῶν διαμονίων, βγάζει ἀπὸ τοὺς πάσχοντες τὰ δαιμόνια».

Ἔλειψαν ἆραγε αὐτὲς οἱ δύο φωνὲς τῶν ἀνθρώπων;
 Ποτέ!
 Καὶ τότε στὴν ἐποχὴ τοῦ Χριστοῦ, μὰ καὶ τώρα τὸ ἴδιο πράττουν. 
Ἄλλοι νὰ δοξολογοῦν, νὰ εὐχαριστοῦν τὸ Θεὸ, καὶ ἄλλοι νὰ βλέπουν μὲ καχυποψία τὰ θαύματά 
Του καὶ νὰ ἀπιστοῦν καὶ νὰ κατηγοροῦν.

Γιατὶ οἱ ἄνθρωποι πορεύονται καὶ λειτουργοῦν ὅπως τὸ ἐπιτάσσει ἡ καρδιά.
 Ἐὰν ἡ καρδιὰ εἶναι καθαρὴ, τότε καὶ τὸ ἀποτέλεσμα εἶναι τὸ ἴδιο. 
Ἐὰν ἡ καρδιὰ εἶναι πονηρή, ὁ λόγος καὶ οἱ πράξεις θὰ ἐμφοροῦνται ἀπ᾿ αὐτὸ τὸ πνεῦμα.
 Ἐνῶ ὁ ἁπλὸς λαὸς μὲ τὴν ἀφοπλιστικὴ εἰλικρίνεια του δὲν μπορεῖ νὰ ἀποσιωπήσει αὐτὰ 
τὰ θαύματα ποὺ βλέπει. Καὶ ὄχι μόνο αὐτό· μὰ ἀβίαστα καὶ φυσικὰ ἐξάγει τὸ συμπέρασμα 
πὼς ἐτοῦτος ὁ ἄνθρωπος, ποὺ κάνει αὐτὰ τὰ θαυμάσια, πρέπει τουλάχιστον νὰ εἶναι κάτι 
περισσότερο ἀπ᾿ ὅλους τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους.

Ἀντιθέτως οἱ Φαρισαῖοι, οἱ γνωρίζοντες τὶς Γραφὲς καὶ ἀποτελοῦντες τοὺς αὐστηροὺς
 τηρητές των, βλέπουν τὰ θαυμάσια τοῦ Χριστοῦ ὡς αὐτόπτες μάρτυρές τους. 
Αὐτὸ τουλάχιστον δὲν μποροῦν νὰ τὸ ἀμφισβητήσουν
. Μὰ ὡς πονηροὶ καὶ ἔχοντες ὄχι καθαρὴ καρδιά, μήτε εἰλικρίνεια, ψάχνουν 
νὰ βροῦν κάτι, γιὰ νὰ κατηγορήσουν.
 Καὶ φυσικὰ βρίσκουν πὼς ὁ Χριστός «μὲ τὴ βοήθεια καὶ συνεργία τοῦ ἄρχοντος τῶν
 διαμονίων βγάζει ἀπὸ τοὺς πάσχοντες τὰ διαμόνια».

Τὸ μῖσος ὅμως ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ κακότητά τους, τοὺς ὁδηγοῦν 
σὲ ἐσφαλμένες διαπιστώσεις.
 Δηλαδή, διαπιστώνουν πὼς ὁ Χριστὸς θεραπεύει τοὺς πάσχοντες ἀπὸ τὰ δαιμόνια,
 μὲ τὴ βοήθεια τῶν δαιμόνων. 
Μὰ ἐτούτη ἡ συσχέτιση εἶναι ὁλωσδιόλου παράλογη. 
Γιατὶ ἁπλά, τὸ ἔργο τοῦ διαβόλου εἶναι νὰ βλάπτει τοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ τοὺς 
ὁδηγεῖ στὴν ἁμαρτία καὶ παρανομία. 
Πῶς εἶναι λοιπὸν δυνατὸν ὁ διάβολος νὰ συνεργαστεῖ μετὰ τοῦ Χριστοῦ γιὰ τὸ καλὸ τῶν ἀνθρώπων;

Πόσο χαρακτηριστικὰ τὸ περιγράφει αὐτὸ τὸ θέμα ὁ σχολιαστὴς Ζιγαβηνός. 
Νὰ τὶ λέγει μεταξὺ ἄλλων: «Προσφιλὲς δὲ ἔργο στὸ διάβολο εἶναι νὰ βλάπτει ἐσαεὶ 
τοὺς ἀνθρώπους, νὰ τοὺς ὁδηγεῖ πρὸς κάθε ἁμαρτία, νὰ τοὺς ἀπομακρύνει ἀπὸ τὸ Θεό
. Ἐνῶ ἔργο τοῦ Χριστοῦ εἶναι τὸ ἀκριβῶς ἀντίθετο· νὰ εὐεργετεῖ πάντα τοὺς ἀνθρώπους,
 διδάσκοντας αὐτοὺς πᾶσαν ἀρετὴ καὶ νὰ τοὺς ὁδηγεῖ πρὸς τὸ Θεό».

Μπορεῖ λοιπὸν νὰ ἔχει κάποια σχέση ὁ Χριστὸς μὲ τὸ διάβολο; Καὶ ὡς ἐπακόλουθο αὐτῆς τῆς
 σχέσεως, νὰ προκύπτει συνεργασία μετ᾿ αὐτοῦ; Ἐτοῦτο τουλάχιστον εἶναι βλάσφημο καὶ 
ἑωσφορικό. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἐκεῖνοι ποὺ τὸ ἐπενόησαν ἦταν πονηροὶ καὶ φορεῖς διαβολικῶν θέσεων.

Ὁ Χριστὸς ἔχει ἕνα συγκεκριμένο ἔργο νὰ ἐπιτελέσει. Νὰ διδάξει τοὺς ἀνθρώπους τὸ
 Εὐαγγέλιο τῆς Βασιλείας Του καὶ νὰ θεραπεύει κάθε ἀσθένεια τοῦ λαοῦ.
 Γι᾿ αὐτὸ ἔρχεται ὡς εὐεργέτης τῶν ἀνθρώπων, ἐπιδιώκοντας τὴν σωτηρία τους
 καὶ ὄχι τὴν ἀπώλειά τους.

Χαρακτηριστικὰ ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος στὸ Εὐαγγέλιο του τονίζει τὰ ἀκόλουθα:
 «καὶ περιήρχετο ὁ Χριστὸς ὅλες τὶς πόλεις καὶ τὰ χωριά, διδάσκων ...
 καὶ κηρύττων τὸ χαρμόσυνο κήρυγμα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ θεραπεύων
 κάθε ἀσθένεια καὶ ἀδιαθεσία μεταξὺ τοῦ λαοῦ».

Ὁ Χριστὸς εὐεργετεῖ, γιατὶ ἀγαπᾶ καὶ ἰδιαιτέρως ἐκείνους τοὺς παραμελημένους
 ἀπὸ κάθε φροντίδα πνευματικῆς διδασκαλίας· τοὺς ἐγκατελειμμένους 
καὶ καταβεβλημένους ἀπὸ τοὺς κόπους τῆς ἡμέρας.
 Αὐτὰ τὰ λογικὰ πρόβατα, τὰ δίχως ποιμένα, ποὺ ἀναζητοῦν τόπο πνευματικῆς
 βοσκῆς καὶ διδασκαλίας Εὐαγγελικῆς.

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, τὸ νὰ πολεμοῦμε τὴν ἀλήθεια, νὰ κατηγοροῦμε τὸ σωστό,
 νὰ διαστρεβλώνουμε τὰ θαυμαστὰ γεγονότα, νὰ μειώνουμε τὸ καλὸ καὶ σωτήριο
 γιὰ τὸν ἄνθρωπο ἔργο τοῦ Χριστοῦ, εἶναι βλάσφημο καὶ διαβολικό.
 Ὅπως ἔκαναν οἱ Φαρισαῖοι στὰ θαύματα τοῦ Χριστοῦ τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου.
 Γι᾿ αὐτὸ καὶ μᾶς εἶναι ἀσυμπαθεῖς, ἀποκρουστικοί, ὡς φορεῖς διαβολικῶν
 σκέψεων καὶ θέσεων.

Ἐνῶ, ἂν εἴμαστε μὲ τὴν ἀλήθεια, ἂν στηρίζουμε τὸ σωστό, ἂν διαλαλοῦμε τὸ 
εὐεργετικὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ, αὐτὸ εἶναι καὶ εὐλογημένο καὶ θεϊκό. 
Γιατὶ ὅ,τι ἀφορᾶ στὴν ἀλήθεια, ἀφορᾶ στὸν ἴδιο τὸ Θεό. Ὁ Θεὸς εἶναι ἀλήθεια,
 διδάσκει τὴν ἀλήθεια καὶ ζητεῖ νὰ ἀγωνιζόμαστε γι᾿ αὐτήν.

Νὰ τί λέγει τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ στὸ βιβλίο τῆς Σοφίας Σειρὰχ στὴν
 Παλαιὰ Διαθήκη: «ἕως τοῦ θανάτου νὰ ἀγωνίζεσαι ἄνθρωπε γιὰ τὴν ἀλήθεια
 καὶ ὁ Κύριος ὁ Θεὸς θὰ εἶναι μαζί σου καὶ θὰ πολεμήσει ὑπέρ σου!».

Σάββατο, Απριλίου 21, 2012

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΘΩΜΑ Ἀρχιμανδρίτου Νικηφόρου Πασσᾶ






(Ἰω. κ΄, 19-31)


Ζ
οῦμε ἰδιαιτέρως ἐτοῦτες τὶς ἡμέρες τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. 
Ἑορτάζουμε τὴν ἑορτὴ τῶν ἑορτῶν, τὴν Κυριακὴ τοῦ Πάσχα. 
Τὸ πανσεβάσμιο Πάσχα τῆς χαρᾶς καὶ τῆς ἀγάπης, ὅπου τὰ πάντα
 συγχωροῦνται καὶ οἱ πάντες μονοιάζουμε καὶ φιλιώνουμε. 
Ὅπου τὰ πάντα λάμπουν ἀπὸ τὸ φῶς τῆς Ἀναστάσεως καὶ οἱ πάντες 
ἀγαλλόμενοι κρατοῦν ὡς ἄγκυρα τὴν ἐλπίδα, γιὰ νὰ πορευτοῦν στὴ ζωή.
 Καὶ μέσα στὸ θάμπος τῆς ἑορτῆς προβάλλουν οἱ παρουσίες τοῦ
 Χριστοῦ ὡς ἐχέγγυο τῆς ἐκπληρώσεως τῶν ἐξαγελιῶν 
Του γιὰ τὴν Ἀνάστασή Του.
Ὁ Χριστὸς κάνει ἔντονη τὴν παρουσία Του, «γιὰ νὰ μὴν λέγουν οἱ χριστομάχοι 
πὼς δὲν ἀναστήθηκε καὶ νὰ μὴν μένουν οἱ Ἀπόστολοι μόνο μέσα στὴ
 φαντασία τους πὼς δὲν τὸ εἶδαν ἀναστημένο». Ἔτσι, δὲν ἀφήνει καὶ 
τὸν ἀπόστολο Θωμᾶ στὶς ἀμφιβολίες του, μήτε στὴν ἀδυναμία του νὰ 
πιστεύσει. Γιατὶ ὁ Ἀπόστολος συγκαταλέγεται σ᾿ αὐτοὺς ποὺ θέλουν
 νὰ πιστεύσουν μὰ δὲν μποροῦν καὶ ὄχι σ᾿ ἐκείνους ποὺ μποροῦν νὰ
 πιστεύσουν καὶ δὲν θέλουν.
Γιατὶ ἄλλο πρᾶγμα εἶναι νὰ θέλεις νὰ πιστεύσεις καὶ νὰ μὴ μπορεῖς, ἐπειδὴ
 ὑπάρχουν οἱ ἀνθρώπινες ἀδυναμίες καὶ ἀτέλειες, καὶ ἄλλο πρᾶγμα νὰ 
μπορεῖς νὰ πιστεύσεις καὶ νὰ μὴ θέλεις. Ἐτοῦτο εἶναι ἐγωϊσμὸς καὶ καθαρὴ
 δαιμονικὴ ἐνέργεια.
Μπροστὰ λοιπὸν στὸ θαῦμα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, ἔτσι καθὼς
 ἐξελίχθηκε στὰ ἀνθρώπινα μάτια, καὶ ἔτσι καθὼς ἑρμηνεύτηκε ἀπὸ τοὺς 
Ἀποστόλους μὲ τὶς ἐπανειλημμένες παρουσίες τοῦ διδασκάλου, ὑπάρχει 
ἕνας προβληματισμός. Καὶ ποιὸς εἶναι αὐτὸς ὁ προβληματισμός;
 Στὴ σημερινὴ ἐμφάνιση τοῦ Χριστοῦ ἐνώπιον ὅλων τῶν Μαθητῶν,
 ἀκούγεται νὰ λέγει, ἀπευθυνόμενος πρὸς τὸν Ἀπόστολο Θωμᾶ: «Φέρε ἐδῶ 
τὸ δάκτυλό σου καὶ δὲς τὰ χέρια μου καὶ φέρε τὸ χέρι σου καὶ βάλτο στὴν
 πλευρά μου...».
Ὅμως, λίγες ἡμέρες νωρίτερα, ὅταν εἶχε συναντήσει τὴ μαθήτρια Μαρία κοντὰ 
στὸν κενὸ τάφο Του καὶ ἐνῶ αὐτὴ προσπάθησε νὰ Τὸν ἀγγίξει, τῆς εἶπε: 
«Μὴ μὲ ἀγγίζεις!...».
Γιατὶ λοιπὸν ὁ Χριστὸς στὸν μὲν ἀπόστολο Θωμᾶ τοῦ λέγει νὰ Τὸν ἀγγίξει καὶ 
στὴ μαθήτρια Μαρία «μὴ μὲ ἀγγίζεις»; Μερικοὶ δὲ ποὺ ἐπιφανειακὰ ἐξετάζουν τὰ
 πράγματα θὰ ποῦν πὼς ἐδῶ ὑπάρχει μιὰ ἰδιαίτερη μεταχείριση τοῦ ἀποστόλου
 Θωμᾶ. Στὴν πραγματικότητα ὅμως κάτι τέτοιο δὲν συμβαίνει.
Τί συμβαίνει λοιπόν; Ἡ διαφορετικὴ ἀντιμετώπιση τοῦ Χριστοῦ στὸν ἀπόστολο 
Θωμᾶ καὶ τὴ μαθήτρια Μαρία ἐξηγεῖται ὄχι ὡς ἐνέργεια ἰδιαίτερης μεταχείρισης 
τοῦ ἑνός, μὰ ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὶς διάφορες προθέσεις καὶ διαθέσεις τῶν δυό τους.
Δηλαδή, τί σημαίνει αὐτό; «Ἡ Μαρία δὲν ἀμφέβαλλε περὶ τοῦ ὅτι ὁ ὁμιλῶν πρὸς
 αὐτὴ εἶναι ὁ ἐκ τοῦ τάφου ἐπανελθὼν εἰς τὴν ζωὴ Κύριος». Ὅμως, παρ᾿ ὅτι
 πίστευε στὴν Ἀνάσταση, ἐντούτοις εἶχε μιὰ πλανεμένη ἀντίληψη. 
Ὅτι τάχατες ὁ Χριστὸς θὰ ἐξακολουθοῦσε νὰ συζεῖ μὲ τοὺς Μαθητὲς
 ὅπως πρῶτα.
Ὁ Χριστὸς μὲ τὴν ἀπαγόρευση τῆς Μαρίας ἐπιθυμεῖ νὰ τῆς τονίσει πὼς
 φυσικὰ θὰ εἶναι μαζί τους συνεχῶς, μὰ ὄχι ὅπως πρίν. Τώρα εἶναι ὁ
 Ἀναστημένος Χριστός, γι᾿ αὐτὸ καὶ οἱ σχέσεις θὰ εἶναι διαφορετικές.
Ὁ ἀπόστολος Θωμᾶς ἐξ ἄλλου ἀπιστοῦσε στὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ 
καὶ ζητοῦσε πειστήρια «περὶ τοῦ ὅτι ἡ ἐμφάνιση τοῦ Κυρίου ἦταν ἁπτὴ
 πραγματικότητα καὶ ὄχι πλάνη τῆς φαντασίας». Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Χριστὸς τὸν
 ἀφήνει νὰ Τὸν ἀγγίξει. Ἔτσι τὸ σφάλμα τοῦ ἀποστόλου Θωμᾶ τελειώνει ἐκεῖ 
ἀκριβῶς ποὺ ἀρχίζει τὸ σφάλμα τῆς μαθήτριας Μαρίας.
Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ἔχει τὸ χῶρο της στὸν ἄνθρωπο καὶ ἡ καλὴ ἀπιστία. 
Ὅταν ὅμως αὐτὴ μᾶς ὁδηγεῖ στὴν ὀρθὴ καὶ καθαρὴ πίστη, τότε σκορπίζονται 
ὅλα τὰ διλήμματα καὶ ὅλες οἱ ἀμφιβολίες· ἀνοίγεται ἕνας καινούργιος ὁρίζοντας
 στὴ ζωή μας, ποὺ μᾶς συμφιλιώνει μὲ τὸν οὐρανό, ποὺ μένει πάντα ἀνοικτὸς 
γιὰ ἐμᾶς. Γεννιέται κατόπιν ἀβίαστα ἡ ὁμολογία ὅτι ὁ Χριστὸς ἀνέστη ὄντως,
 ποὺ εἶναι ἡ πεμπτουσία τῆς ὅλης διδασκαλίας τοῦ Εὐαγγελίου Κι αὐτὴ ἡ 
ὁμολογία μᾶς ὁδηγεῖ στὴν ταυτόσημη πορεία τοῦ ἀποστόλου Θωμᾶ· δηλαδὴ
 ἀπὸ τὴν ἀπιστία, στὴν πίστη· ἀπὸ τὴν πίστη στὴν ὁμολογία τοῦ Ἀναστημένου
 Χριστοῦ πὼς Αὐτὸς εἶναι «ὁ Κύριος μας καὶ ὁ Θεός μας».

Σάββατο, Φεβρουαρίου 25, 2012

Κυριακή της Τυρινής Αρχιμανδρίτου Νικηφόρου Πασσά


ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΤΥΡΟΦΑΓΟΥ
(Ματθ. στ΄, 14-21)
Ἄν στερέψει μέσα μας ἡ πηγὴ τῆς συγγνώμης καὶ τῆς συγχώρησης, τότε ὁ Θεὸς θὰ μᾶς ἔχει ἐγκαταλείψει. Καὶ ἔτσι, ἐμεῖς οἱ δικοί Του, δηλαδὴ τὰ παιδιά Του, θὰ γίνουμε ξένοι. Γιατὶ ἀγνοήσαμε τὸ θέλημά Του, τὴν ἐντολή Του. Νὰ γυγχωρᾶμε τὰ κρίματα τῶν ἄλλων καὶ νὰ δίνουμε συγγνώμη καὶ ἄφεση.
Νὰ τὶ λέγει τὸ Εὐαγγέλιό Του: «Ἂν συγχωρέσετε στοὺς ἀνθρώπους τὰ κρίματά τους, θὰ συγχωρέσει καὶ σὲ σᾶς τὰ δικά σας ὁ οὐράνιος Πατέρας».
Ξεκάθαρα λόγια! Ὁ Θεὸς προειδοποιεῖ πὼς γιὰ νὰ μποροῦμε νὰ ζητοῦμε ἀπ᾿ Αὐτὸν συγγνώμη καὶ ἄφεση γιὰ τὰ πολλά μας ἁμαρτήματα καὶ ἀνομήματα, πρέπει πρῶτα νὰ ἔχουμε διάθεση καὶ τὴ βούληση νὰ συγχωρᾶμε ἐκείνους ποὺ μᾶς βλάπτουν καθημερινά.
Γιατὶ εἶναι τουλάχιστον προπέτεια καὶ ἀναίδεια νὰ ἁμαρτάνουμε, προσβάλλοντας τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ τοῦ ζητοῦμε τὴ συγχώρηση. Καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριὰ στὰ σφάλματα καὶ στὰ κρίματα τῶν ἄλλων νὰ φερόμαστε μὲ σκληρότητα καὶ ν᾿ ἀρνούμαστε νὰ τοὺς συγχωρέσουμε.
Πόσες ἆρα γε φορὲς ζητήσαμε ἀπὸ τὸ Θεὸ συγχώρηση; Ἀμέτρητες! Ὅπως ἀμέτρητο εἶναι καὶ τὸ ἔλεός Του καὶ ἡ ἀγαθότητά Του. Γι᾿ αὐτὸ μᾶς συγχωράει. Καὶ πόσες φορὲς ἐμεῖς συγχωρέσαμε τοὺς ἀνθρώπους ποὺ μᾶς ἔφταιξαν, ζημίωσαν, πίκραναν, πρόσβαλαν, πρόδοσαν; Πόσες; Πολὺ λίγες ἢ καθόλου!
Ὅμως ὁ ἀπόστολος Πέτρος, ὅταν ρώτησε τὸν Χριστὸ πόσες φορὲς πρέπει νὰ συγχωρέσει τὸν ἄλλο ἄνθρωπο, τὸν ἀδελφό του· ἑπτὰ φορές; Πῆρε τὴν ἀπάντηση πὼς πρέπει νὰ τὸν συγχωρέσει ἕως ἑβδομήντα ἑπτά, δηλαδὴ συνέχεια. Δίχως νὰ μετράει τὸ πόσες φορές, ἀλλὰ νὰ ζυγιάζει τὴ διάθεσή του. Γιὰ τὸν πιστὸ ἄνθρωπο θὰ ἦταν φρόνιμο νὰ διαρωτηθεῖ, ὄχι πόσο ἢ πότε συγχωράει, ἀλλὰ πῶς. Γιατὶ τὸ πόσο καὶ τὸ πότε ὡς ποσότητες, μετατρέπουν τὴν ὑποχρέωση καὶ τὸ καθῆκον, σὲ ἀνάγκη καὶ συμφέρον. Ἐνῶ ὁ Χριστὸς ἐνδιαφέρεται ἰδιαιτέρως στὸ πῶς ὁ ἄνθρωπος συγχωράει.
Κατ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο ἡ συγγνώμη δὲν μπορεῖ ποτὲ νὰ γίνει πράξη ἐπίδειξης ἢ πιὸ πολὺ ἀπαξίωσης τοῦ ἄλλου. Γιατὶ τότε δὲν θὰ ἔχει σχέση μὲ τὴν ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ. Ἀλλὰ μιὰ πράξη ποὺ προσφέρει ἀγάπη, τιμώντας τὸν ἄλλο. Καὶ ὡς γεγονὸς ἑνότητας καὶ κοινωνίας ἀνθρώπων.
Ὅταν λοιπὸν συγχωρῶ καὶ δίνω ἄφεση, τότε εἶναι ὡσὰν νὰ ὑποδέχομε τὸν ἄλλο σὲ κοινωνία μαζί μου. Συμφιλιώνομαι μαζί του καὶ τὸν τοποθετῶ στὴ θέση τοῦ ἀδελφοῦ. Καὶ ὁ ἄλλος, αὐτὸς ποὺ μὲ τὶς πράξεις του διετάραξε τὴν ἑνότητα καὶ τὴν κοινότητα, τώρα συγχωρεμένος ἐπανεντάσσεται στὸ χῶρο τῆς ἁγάπης. Ἔτσι ἀποκαθιστάται ἡ διαταραχθεῖσα εἰρήνη καὶ ἠρεμία.
Ἡ παροχὴ ὅμως τῆς συγγνώμης πρὸς τὸν ἄλλον καὶ ἄρα ἡ ἐκδήλωση τῆς ἀγάπης πρὸς αὐτόν, δὲν μπορεῖ νὰ ἑρμηνευτεῖ ὡς παραίτηση τοῦ ἑαυτοῦ μας. Δηλαδὴ δὲν ἀφήνουμε ἀνυπεράσπιστο τὸν ἑαυτό μας ἀπέναντι «στὴν κακία, τὴ δολιότητα, τὴν ἀνηθικότητα, τὴν ἀπιστία τῶν διπλανῶν μας». Ἀπεναντίας, στὶς περιπτώσεις αὐτὲς ἔχουμε ὑποχρέωση νὰ προστατέψουμε τὸν ἑαυτόν μας, παίρνοντας τὰ ἀναγκαῖα καὶ κατάλληλα μέτρα.
Ἡ ὑπεράσπιση δὲ αὐτὴ ὑπογραμμίζει τὸ γεγνὸς πὼς ἔχουμε τὴν ὑποχρέωση νὰ προστατεύσουμε τὴν πίστη μας, τὴν τιμὴ καὶ τὴν ἀξιοπρέπειά μας. Ὅλα ὅμως αὐτὰ δὲν πρέπει νὰ γίνονται ἀπὸ μίσος ἢ ἐκδίκηση πρὸς τὸν ἄλλο. Γιατὶ τότε θὰ εἴμαστε ἐνάντιοι πρὸς τὴν φιλανθρωπία καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.
Ὅπως συμβαίνει πολλὲς φορὲς στὴ ζωή. Ἀντιμετωπίσουμε τὶς καιρικὲς μεταβολές. Τὴ βροχὴ καὶ τὸ κρύο. Τὴ ζέστη καὶ τὴ φωτιά. Τὶς πλημμύρες καὶ τοὺς κεραυνούς. Τὶς καταιγίδες καὶ τοὺς σεισμούς. Καιρικὰ φαινόμενα, ποὺ δὲν καταφερόμαστε κατ᾿ ἀυτῶν μὲ μένος καὶ ἐκδίκηση. Δὲν ἔχει ἄλλωστε νόημα μιὰ τέτοια συμπεριφορά! Μάλλον θὰ ἦταν γελοία! Μὰ τὰ ἀντιμετωπίζουμε μὲ τὰ διάφορα μέτρα ποὺ παίρνουμε γιὰ νὰ προφυλαχθοῦμε.
Κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο ὀφείλουμε νὰ ἀντιμετωπίσουμε κάθε εἶδος καταστροφῆς «ποὺ πηγή της δὲν εἶναι τὰ στοιχεῖα τῆς φύσεως, ἀλλὰ ὁ ἄνθρωπος, ὁ διπλανός μας». Καὶ ὅπως ἀγαποῦμε καὶ φροντίζουμε τὴ φύση, πολὺ περισσότερο ὀφείλουμε νὰ ἀγαπᾶμε, νὰ συγχωροῦμε καὶ νὰ φροντίζουμε τὸν ἄνθρωπο.
Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ἐτοῦτον τὸν ξεκάθαρο θεϊκὸ λόγο γιὰ τὴν ὑποχρέωση ποὺ ἔχουμε νὰ συγχωροῦμε τοὺς ἄλλους, τὸ ἔχουμε ἀσφλῶς ἀκούσει. Τὸν γνωρίζουμε ἄλλωστε. Καὶ μέχρι ἐδῶ καλά! Προσπαθοῦμε ὅμως νὰ τὸ πράττουμε καθημερινά; Τὸ οὐσιαστικὸ ἐρώτημα! Γιατὶ ἐμεῖς κάθε ἡμέρα ὑποσχόμαστε στὸ Θεὸ τὸ «ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν...».
Δὲν λέμε λοιπὸν τὴν ἀλήθεια! Καὶ ὁ Θεὸς τὸ γνωρίζει. Καὶ τὸ ἀποδοκιμάζει. Γι᾿ αὐτό, γιὰ νὰ ἔχουμε τὴ συνείδησή μας ἤσυχη, ὑπακούοντας στὸ λόγο τοῦ Χριστοῦ, νὰ εἴμαστε Ἕτοιμοι νὰ συγχωρᾶμε αὐτοὺς ποὺ μᾶς ἀδίκησαν γιὰ τὰ λίγα.
Γιὰ νὰ μποροῦμε καὶ ἐμεῖς νὰ ζητοῦμε τὴ συγχώρηση ἀπὸ τὸ Θεὸ γιὰ τὰ πολλὰ κακὰ ποὺ καθημερινὰ διαπράττουμε προσβάλλοντας τὸ ὄνομά Του.

Κυριακή της Τυρινής Αρχιμανδρίτου Νικηφόρου Πασσά


Ὁ Χριστὸς μὲ τὸν λόγο Του, ὅπως καταγράφεται στὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο τοῦ εὐαγγελιστοῦ Ματθαίου, συνδέει τὴ συγγνώμη καὶ τὴ συγχώρηση μὲ τὴν νηστεία. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἡ περίοδος τῆς νηστείας, ποὺ ἀπὸ αὔριο εἰσερχόμαστε, εἶναι πρὸ πάντων περίοδος μετανοίας, προσευχῆς καὶ ἀγάπης μεταξύ μας.

Ἐὰν δὲν ὑπάρχει αὐτὴ ἡ σύνδεση, τότε ἡ νηστεία ἀπὸ μόνη της δὲν φθάνει. Ἐὰν εἶναι νὰ νηστεύουμε καὶ νὰ μὴ μετανοοῦμε· «ἐὰν εἶναι νὰ μὴν τρῶμε καὶ νὰ τρωγώμαστε ἀπὸ τὴν κακία μας καὶ νὰ μισοῦμε τὸν ἀδελφό μας, ποιὸ λοιπὸν τὸ ὄφελος ἀπὸ τὴν νηστεία μας;». Ἄρα λοιπὸν ἡ νηστεία βοηθάει τὸν ἄνθρωπο νὰ καταλαγιάσει ἀπὸ τὸ θόρυβο τῆς ζωῆς του· νὰ τὸν προσγειώσει στὴν ἀλήθεια καὶ νὰ τὸν μονοιάσει μὲ τοὺς ἄλλους. Καὶ τέλος νὰ συναισθανθεῖ τὰ λάθη καὶ τὰ πάθη του καταβάλλοντας προσπάθεια ἀπαλλαγῆς.

Σ᾿ αὐτὸ τὸ σημεῖο ἐρχόμενος ὁ ἄνθρωπος εἶναι καιρὸς νὰ θρηνήσει, γιατὶ μὲ τὴ ζωή του προσβάλλει καθημερινὰ τὸ Θεό. Καὶ μετὰ ἀπὸ τὴ συγγνώμη τῶν ἀδελφῶν, νὰ ζητήσει τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ.

Εἶναι ὅμως κάμποσοι ποὺ πιστεύουν, καὶ ἴσως πράττουν, πὼς ἡ νηστεία εἶναι μονάχα ἀποχὴ ἀπὸ ὁρισμένα φαγητά. Καὶ καθησυχάζουν τοὺς ἑαυτούς τους πὼς ἔτσι ἔχουν τελειώσει. Ὅμως κάτι τέτοιο εἶναι φανερὸ πὼς εἶναι λάθος· εἶναι μιὰ πράξη τυπική, ποὺ τῆς λείπει ἡ οὐσία.

Βεβαίως ἡ νηστεία εἶναι ἀποχὴ ἀπὸ ὁρισμένα φαγητά, μὰ δὲν εἶναι μονάχα αὐτό. Γιατί, ἂν εἶναι μόνον αὐτό, τότε δὲν θὰ εἶχε θέση ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ὅπως περιγράφεται στὸν προφήτη Ἰωήλ.

Νὰ τὶ λέγει ἀκριβῶς: «Τώρα λοιπόν, λέγει Κύριος ὁ Θεός μας, ἐπιστρέψατε σὲ Ἐμένα μὲ ὅλη τὴν καρδιά σας, μὲ νηστεία, θρήνους καὶ κοπετούς». Δηλαδὴ ὁ Θεὸς ζητεῖ ἐσωτερικὴ ἐπιστροφή, μετάνοια καὶ ἀλλαγή, μὰ πρὸ πάντων νηστεία μὲ δάκρυα.

Ἐτούτη ὅμως ἡ μετάνοια καὶ ἡ αἴτηση συγγνώμης ἀπὸ τὸ Θεὸ δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει δίχως τὴ συγγνώμη πρὸς τὸν ἀδελφό. Δίχως τὴν ἐξάλειψη τῶν κακιῶν μας, ποὺ μᾶς διχάζουν ἀπὸ τοὺς ἄλλους καὶ τὶς ὁποῖες ἀκριβῶς ὁ Θεὸς βδελύσσεται.

Προχωρώντας ὅμως πιὸ πέρα, ὁ Χριστὸς μίλησε γιὰ τὴν ἀφιλοχρηματία, ποὺ φυσικὰ συνδέεται μὲ τὴν νηστεία. Ἔτσι, «ὅποιος πασχίζει νὰ ᾿χει τὶς ἀποθῆκες του γεμᾶτες ἀπὸ τὰ ὑλικὰ ἀγαθά, αὐτὸς θὰ πρέπει νὰ ᾿χει τὴν καρδιά του ἀδειανὴ ἀπὸ ἀγάπη. Ὅσο πιὸ πολὺ γεμίζουν οἱ ἀποθῆκες, τόσο πιὸ πολὺ ἀδειάζει ἡ καρδιά». Καὶ ὅσο ἀδειάζει ἡ καρδιὰ τόσο στερεύει ἡ ἀγάπη, καὶ ἂς εἶναι γεμᾶτες οἱ ἀποθῆκες.

Μποροῦμε λοιπὸν νὰ ποῦμε πώς ἡ νηστεία γιὰ τὸν φιλοχρήματο καὶ πλεονέκτη ἔχει κάποια σημασία; Σ᾿ αὐτὸν ποὺ στέρεψε ἡ καρδιά του ἀπὸ ἀγάπη καὶ φιλανθρωπία, τί νόημα ἔχει ἡ νηστεία;

Μποροῦμε νὰ δικαιολογήσουμε τὸ δικό του φαγοπότι, τὴν καλοπέραση, σ᾿ ἕνα κόσμο καταδικασμένο σὲ διαρκῆ νηστεία. Αὐτὸς μὲν νὰ τρώει, νὰ πίνει, νὰ εὐφραίνεται καὶ οἱ ἄλλοι νὰ πεινοῦν, γιατὶ τοὺς καταδικάσαμε σὲ διὰ βίου νηστεία! Ὁ ἕνας νὰ εἶναι χορτᾶτος καὶ οἱ ἄλλοι πεινασμένοι.

Νὰ λοιπὸν πὼς ἡ νηστεία ἀποτελεῖ μιὰ καλὴ εὐκαιρία νὰ δείξουμε τὴν ἀγάπη μας πρὸς τοὺς ἄλλους. Νὰ παρέχουμε τὰ ἀγαθά μας, γιὰ νὰ χορτάσουν οἱ ἄλλοι.

Ἔτσι θησαυρίζουμε ἀγαθὰ γιὰ τὴν αἰωνιότητα, ἀφοῦ ἐμπιστευόμαστε ὅ,τι μᾶς περισσεύει στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ.

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ μᾶς τονίζει πὼς ὅποιος δίνει στὸ Θεό, δανείζει στὸ Θεό. Ἔτσι, καλὸν εἶναι ν᾿ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ αὐτὴ τὴν προσκόλληση στὰ ὑλικὰ ἀγαθά. Ν᾿ ἀποτινάξουμε τὸ περιττὸ καὶ τὸ ἐπὶ πλέον. Νὰ κάνουμε τὴν νηστεία μας, καθὼς ὁρίζει ἡ Ἐκκλησία, καὶ ν᾿ ἁπλώσουμε τὸ χέρι μας στὸν ἀδελφὸ ποὺ ᾿χει τὴν ἀνάγκη.

Ἐὰν λοιπὸν δὲν ἀπομακρυνθοῦμε ἀπὸ τὰ ὑλικὰ πράγματα, ποὺ μᾶς ἔχουν ἀπορροφήσει, τότε δὲν θὰ μπορέσουμε νὰ συναντήσουμε τὸ Θεό. Γιατὶ αὐτὰ κλείνουν τὸ δρόμο καὶ μᾶς τραβοῦνε σὲ ἄλλες ἀτραπούς.

Δὲν θὰ μπορέσουμε νὰ ζητήσουμε τὴ σωτηρία μας· δὲν θὰ θρηνήσουμε γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας· δὲν θὰ κληθοῦμε στὴν Βασιλεία Του.

Τρώγοντας καὶ πίνοντας κάθε ἡμέρα εὐφραινόμενοι, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ κατανοήσουμε τὴ σημασία τῆς νηστείας, τῆς ἐγκράτειας, θὰ περάσει ἴσως κι αὐτὴ ἡ περίοδος τῆς μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ποὺ ἀπὸ αὔριο εἰσερχόμαστε, καὶ ἐμεῖς θὰ παλεύουμε πῶς θὰ ἀπολαύσουμε περισσότερα ἀγαθά.

Ἐνῶ ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος μᾶς προτρέπει νὰ ἀρχίσουμε τὴ νηστεία χαρούμενοι· νὰ νηστεύσουμε ἀπὸ κάθε πάθος καὶ νὰ ἐντρυφήσουμε στὶς ἀρετές.

Κυριακή της Τυρινής Αρχιμανδρίτου Νικηφόρου Πασσά


ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΤΥΡΙΝΗΣ
(Ματθ.ς΄,14-21)
Ὁ Χριστὸς μὲ τὸν λόγο Του, ὅπως καταγράφεται στὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο τοῦ εὐαγγελιστοῦ Ματθαίου, συνδέει τὴ συγγνώμη καὶ τὴ συγχώρηση μὲ τὴν νηστεία. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἡ περίοδος τῆς νηστείας, ποὺ ἀπὸ αὔριο εἰσερχόμαστε, εἶναι πρὸ πάντων περίοδος μετανοίας, προσευχῆς καὶ ἀγάπης μεταξύ μας.

Ἐὰν δὲν ὑπάρχει αὐτὴ ἡ σύνδεση, τότε ἡ νηστεία ἀπὸ μόνη της δὲν φθάνει. Ἐὰν εἶναι νὰ νηστεύουμε καὶ νὰ μὴ μετανοοῦμε· «ἐὰν εἶναι νὰ μὴν τρῶμε καὶ νὰ τρωγώμαστε ἀπὸ τὴν κακία μας καὶ νὰ μισοῦμε τὸν ἀδελφό μας, ποιὸ λοιπὸν τὸ ὄφελος ἀπὸ τὴν νηστεία μας;». Ἄρα λοιπὸν ἡ νηστεία βοηθάει τὸν ἄνθρωπο νὰ καταλαγιάσει ἀπὸ τὸ θόρυβο τῆς ζωῆς του· νὰ τὸν προσγειώσει στὴν ἀλήθεια καὶ νὰ τὸν μονοιάσει μὲ τοὺς ἄλλους. Καὶ τέλος νὰ συναισθανθεῖ τὰ λάθη καὶ τὰ πάθη του καταβάλλοντας προσπάθεια ἀπαλλαγῆς.

Σ᾿ αὐτὸ τὸ σημεῖο ἐρχόμενος ὁ ἄνθρωπος εἶναι καιρὸς νὰ θρηνήσει, γιατὶ μὲ τὴ ζωή του προσβάλλει καθημερινὰ τὸ Θεό. Καὶ μετὰ ἀπὸ τὴ συγγνώμη τῶν ἀδελφῶν, νὰ ζητήσει τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ.

Εἶναι ὅμως κάμποσοι ποὺ πιστεύουν, καὶ ἴσως πράττουν, πὼς ἡ νηστεία εἶναι μονάχα ἀποχὴ ἀπὸ ὁρισμένα φαγητά. Καὶ καθησυχάζουν τοὺς ἑαυτούς τους πὼς ἔτσι ἔχουν τελειώσει. Ὅμως κάτι τέτοιο εἶναι φανερὸ πὼς εἶναι λάθος· εἶναι μιὰ πράξη τυπική, ποὺ τῆς λείπει ἡ οὐσία.

Βεβαίως ἡ νηστεία εἶναι ἀποχὴ ἀπὸ ὁρισμένα φαγητά, μὰ δὲν εἶναι μονάχα αὐτό. Γιατί, ἂν εἶναι μόνον αὐτό, τότε δὲν θὰ εἶχε θέση ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ὅπως περιγράφεται στὸν προφήτη Ἰωήλ.

Νὰ τὶ λέγει ἀκριβῶς: «Τώρα λοιπόν, λέγει Κύριος ὁ Θεός μας, ἐπιστρέψατε σὲ Ἐμένα μὲ ὅλη τὴν καρδιά σας, μὲ νηστεία, θρήνους καὶ κοπετούς». Δηλαδὴ ὁ Θεὸς ζητεῖ ἐσωτερικὴ ἐπιστροφή, μετάνοια καὶ ἀλλαγή, μὰ πρὸ πάντων νηστεία μὲ δάκρυα.

Ἐτούτη ὅμως ἡ μετάνοια καὶ ἡ αἴτηση συγγνώμης ἀπὸ τὸ Θεὸ δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει δίχως τὴ συγγνώμη πρὸς τὸν ἀδελφό. Δίχως τὴν ἐξάλειψη τῶν κακιῶν μας, ποὺ μᾶς διχάζουν ἀπὸ τοὺς ἄλλους καὶ τὶς ὁποῖες ἀκριβῶς ὁ Θεὸς βδελύσσεται.

Προχωρώντας ὅμως πιὸ πέρα, ὁ Χριστὸς μίλησε γιὰ τὴν ἀφιλοχρηματία, ποὺ φυσικὰ συνδέεται μὲ τὴν νηστεία. Ἔτσι, «ὅποιος πασχίζει νὰ ᾿χει τὶς ἀποθῆκες του γεμᾶτες ἀπὸ τὰ ὑλικὰ ἀγαθά, αὐτὸς θὰ πρέπει νὰ ᾿χει τὴν καρδιά του ἀδειανὴ ἀπὸ ἀγάπη. Ὅσο πιὸ πολὺ γεμίζουν οἱ ἀποθῆκες, τόσο πιὸ πολὺ ἀδειάζει ἡ καρδιά». Καὶ ὅσο ἀδειάζει ἡ καρδιὰ τόσο στερεύει ἡ ἀγάπη, καὶ ἂς εἶναι γεμᾶτες οἱ ἀποθῆκες.

Μποροῦμε λοιπὸν νὰ ποῦμε πώς ἡ νηστεία γιὰ τὸν φιλοχρήματο καὶ πλεονέκτη ἔχει κάποια σημασία; Σ᾿ αὐτὸν ποὺ στέρεψε ἡ καρδιά του ἀπὸ ἀγάπη καὶ φιλανθρωπία, τί νόημα ἔχει ἡ νηστεία;

Μποροῦμε νὰ δικαιολογήσουμε τὸ δικό του φαγοπότι, τὴν καλοπέραση, σ᾿ ἕνα κόσμο καταδικασμένο σὲ διαρκῆ νηστεία. Αὐτὸς μὲν νὰ τρώει, νὰ πίνει, νὰ εὐφραίνεται καὶ οἱ ἄλλοι νὰ πεινοῦν, γιατὶ τοὺς καταδικάσαμε σὲ διὰ βίου νηστεία! Ὁ ἕνας νὰ εἶναι χορτᾶτος καὶ οἱ ἄλλοι πεινασμένοι.

Νὰ λοιπὸν πὼς ἡ νηστεία ἀποτελεῖ μιὰ καλὴ εὐκαιρία νὰ δείξουμε τὴν ἀγάπη μας πρὸς τοὺς ἄλλους. Νὰ παρέχουμε τὰ ἀγαθά μας, γιὰ νὰ χορτάσουν οἱ ἄλλοι.

Ἔτσι θησαυρίζουμε ἀγαθὰ γιὰ τὴν αἰωνιότητα, ἀφοῦ ἐμπιστευόμαστε ὅ,τι μᾶς περισσεύει στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ.

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ μᾶς τονίζει πὼς ὅποιος δίνει στὸ Θεό, δανείζει στὸ Θεό. Ἔτσι, καλὸν εἶναι ν᾿ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ αὐτὴ τὴν προσκόλληση στὰ ὑλικὰ ἀγαθά. Ν᾿ ἀποτινάξουμε τὸ περιττὸ καὶ τὸ ἐπὶ πλέον. Νὰ κάνουμε τὴν νηστεία μας, καθὼς ὁρίζει ἡ Ἐκκλησία, καὶ ν᾿ ἁπλώσουμε τὸ χέρι μας στὸν ἀδελφὸ ποὺ ᾿χει τὴν ἀνάγκη.

Ἐὰν λοιπὸν δὲν ἀπομακρυνθοῦμε ἀπὸ τὰ ὑλικὰ πράγματα, ποὺ μᾶς ἔχουν ἀπορροφήσει, τότε δὲν θὰ μπορέσουμε νὰ συναντήσουμε τὸ Θεό. Γιατὶ αὐτὰ κλείνουν τὸ δρόμο καὶ μᾶς τραβοῦνε σὲ ἄλλες ἀτραπούς.

Δὲν θὰ μπορέσουμε νὰ ζητήσουμε τὴ σωτηρία μας· δὲν θὰ θρηνήσουμε γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας· δὲν θὰ κληθοῦμε στὴν Βασιλεία Του.

Τρώγοντας καὶ πίνοντας κάθε ἡμέρα εὐφραινόμενοι, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ κατανοήσουμε τὴ σημασία τῆς νηστείας, τῆς ἐγκράτειας, θὰ περάσει ἴσως κι αὐτὴ ἡ περίοδος τῆς μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ποὺ ἀπὸ αὔριο εἰσερχόμαστε, καὶ ἐμεῖς θὰ παλεύουμε πῶς θὰ ἀπολαύσουμε περισσότερα ἀγαθά.

Ἐνῶ ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος μᾶς προτρέπει νὰ ἀρχίσουμε τὴ νηστεία χαρούμενοι· νὰ νηστεύσουμε ἀπὸ κάθε πάθος καὶ νὰ ἐντρυφήσουμε στὶς ἀρετές.

Σάββατο, Φεβρουαρίου 11, 2012

«Πόσοι μίσθιοι τοῦ πατρός μου περισεύσουσιν ἄρτων, ἐγὼ δὲ λιμῷ ἀπόλλυμαι… Ἀναστὰς πορεύσομαι πρὸς τὸν πατέρα». Κυριακή του Ασώτου υπό του Αρχιμανδρίτου Νικηφόρου Πασσά


«Πόσοι μίσθιοι τοῦ πατρός μου περισεύσουσιν ἄρτων,
ἐγὼ δὲ λιμῷ ἀπόλλυμαι… Ἀναστὰς πορεύσομαι πρὸς τὸν πατέρα
».
Τοῦ ἀσώτου ἐπεκράτησε, ἀδελφοί, νὰ ὀνομάζεται ἡ σημερινὴ Κυριακή. Καὶ τοῦτο ἐπειδὴ διαβάζεται στὶς ἐκκλησίες μας ἡ γνωστὴ εὐαγγελικὴ περικοπή, ποὺ ἀναφέρεται στὴ θλιβερὴ καὶ ὀλέθρια πτώση ἐκείνου τοῦ παιδιοῦ ποὺ ξεστράτησε ἀπὸ τὸ δρόμο τοῦ Θεοῦ, δρόμο τιμῆς, ἀρετῆς καὶ ἠθικῆς. Καὶ ἔτσι βυθίστηκε στὴν ζωὴ τῆς ἀσωτείας, τῆς αἰσχρῆς ἁμαρτίας. Καὶ κατήντησε ἀπὸ ἀρχοντόπουλο χοιροβοσκὸς πειναλέος, κοκκαλιάρης, καὶ ξυπόλητος, ἀληθινὰ ἀξιοθρήνητος./p>
Δυστυχισμένο παιδί. Ζήτησες τὴν χαρὰ καὶ βρῆκες τὸν πόνο. Ὀνειρευόσουν τὴν εὐτυχία καὶ ἀγκάλιασες τὴ δυστυχία. Πῆρες τὰ χαρίσματα ἀπὸ τὸν πατέρα καὶ τὰ πέταξες στὸ βοῦρκο. Ἤσουνα στὸ σπίτι καὶ ποθοῦσε νὰ φύγεις μακριά. Ἔφυγες μακριὰ καὶ ποθοῦσες νὰ γυρίσεις στὸ σπίτι σου. Ἄλλοτε σὲ ζήλευαν οἱ δοῦλοι. Τώρα ζηλεύεις ἐσὺ τοὺς δούλους. Ἤσουνα ἀρχοντόπουλο κὰ ἔγινες χοιροβοσκός. Ἤσουν πορφυροντυμένος καὶ ἔγινες κουρελιάρης. Ἤσουν γνήσιος γυιὸς καὶ ἔγινες ἀποστάτης. Ἤσουν ἅγιος καὶ ἔγινες ἄσωτος. Ἤσουν χορτᾶτος καὶ τώρα μὲ κόπο ἀναζητεῖς πεινασμένος λίγα ξυλοκέρατα. Κυνήγησες τὴν δόξα καὶ βρῆκες ἀτιμία. Ζήτησες περισσότερα καὶ ἔχασες τὰ πάντα.
Εὐτυχῶς δὲν ἔχασες τὴν ἐλπίδα, τὴν νοσταλγία, τὴν ἐπιστροφὴ καὶ ἔλεγες: Πόσοι ὑπηρέτες τοῦ πατέρα μου τρῶνε καὶ χορταίνουν καὶ ἐγὼ ὁ γυιός του πεθαίνω ἀπὸ τὴν πεῖνα; Ὦ πατέρα «ἐμακρύνθην ἀπὸ σοῦ. Μὴ ἐγκαταλίπῃς με μηδὲ ἀχρεῖον δείξῃς τῆς Βασιλείας Σου. Ἔπεσα μὲ τὴν θέλησή μου, ἀπὸ ἐπιλογή μου, στὴν ἁμαρτία. Τώρα ὅμως ἀφυπνίζομαι ἀπὸ τὸν ἠθικὸ λήθαργο, ἐπιστρέφω κοντά σου καὶ φωνάζω μὲ ὅλη τὴν δύναμη τῆς ταλαιπωρημένης ὑπάρξεώς μου· Πάτερ ἀγαθὲ δὲν εἶμαι πλέον ἄξιος νὰ ὀνομάζωμαι παιδί σου. Δὲν ἔχω τὴν ἀξίωση οὔτε ὡς δοῦλος σου νὰ προσληφθῶ. Γιατί οἱ δοῦλοι σου μένουν στὸ σπίτι, ἐνῶ ἐγὼ εἶμαι ἀνάξιος νὰ μένω σὲ αὐτό. Ἐργάτη σου μισθωτὸ κάνε με, ἂν καὶ δὲν τὸ ἀξίζω. «Ἐξελεξάμην παραριπτεῖσθαι ἐν τῷ οἴκῳ τοῦ Θεοῦ μου μᾶλλον ἢ οἰκεῖν με ἐν σκηνώμασιν ἁμαρτωλῶν» (Ψαλμ. 83ος, στίχ. 11). Δηλαδὴ προτιμῶ (τώρα) νὰ εἶμαι παραπεταμένος στὸ σπίτι μου καὶ νὰ ἔχω τὴν τελευταία θέση παρὰ νὰ κατοικῶ σὲ σκηνώματα καὶ ἀνάκτορα ἁμαρτωλῶν.
Ἀναστὰς λοιπὸν ἦλθε πρὸς τὸν πατέρα του. Καὶ ἐκεῖνος βλέπει «ἔτι μακρὰν αὐτοῦ ἀπέχοντος» ἕνα πειναλέο, γυμνό, ξυπόλητο ποὺ σέρνει ἀργὰ τὰ βήματά του, καὶ ἀναγνωρίζει σὲ αὐτὸν τὸ παιδί του καὶ «εὐσπλαγχνίσθη καὶ δραμὼν ἐπέπεσεν ἐπὶ τὸν τράχηλον αὐτοῦ καὶ κατεφίλει αὐτόν». Φίλημα ἀγάπης καὶ συγχωρήσεως ἔδωκε ὁ πατέρας στὸ παιδί του καὶ ὄχι μόνο· «ἐξενέγκατε τὴν στολὴν τὴν πρώτην καὶ ἐνδύσατέ τον» παραγγέλλει. «Δότε δακτύλιον εἰς τὴν χεῖρα αὐτοῦ» καὶ ὑποδήματα στὰ πόδια του· «καὶ τὸν μόσχον τὸν σιτευτὸν θύσατε», ἵνα «φαγόντες εὐφρανθῶμεν ὅτι ὁ υἱός μου νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, ἀπολωλὸς ἦν καὶ εὑρέθη». Ἀδελφοί, καταλάβατε τὸ μεγαλεῖο τῆς θείας εὐσπλαγχνίας; Εὐθὺς σὰν ὁ ἁμαρτωλὸς υἱὸς ἐπιστρέψη, ὁ Θεὸς Πατέρας πρῶτος σπεύδει πρὸς συνάντησή του, τὸν ἀγκαλιάζει, τὸν φιλάει καὶ τὸν ἀποκαθιστᾶ στὴν πρώτη τιμή. Τοῦ δίνει δακτυλίδι στὸ χέρι καὶ ὑποδήματα στὰ πόδια, γιὰ νὰ βαδίζη πλέον στὸ δρόμο τῆς ἀρετῆς. Τὸν δέχεται χωρὶς ἐπιφυλάξεις, χωρὶς ὅρους, χωρὶς κυρώσεις, χωρὶς ἐπιπλήξεις, ἀλλὰ μὲ χαρὲς καὶ γλέντια καὶ χοροὺς «πάλιν τῆς οἰκείας δόξης χαρίζεται τὰ γνωρίσματα καὶ μυστικὴν τοῖς ἄνω ἐπιτελεῖ εὐφροσύνην» (Στιχηρὸ ἀπὸ τὸν ἑσπερινό της Κυριακῆς τοῦ Ἀσώτου).
Ἀδελφοί, ἀκροατὲς τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Πάντα ὁ ἐρχομὸς τοῦ Τριωδίου καὶ τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς ἀποτελεῖ ἕνα σημαντικὸ γεγονὸς γιὰ τὸν χριστιανό, μιὰ ἀφορμὴ γιὰ ἐπιστροφὴ τοῦ ἀνθρώπου στὸν Θεό, μιὰ πορεία πρὸς συνάντηση μαζί Του. Ἂς φωνάξουμε λοιπὸν τὸ «Ἀναστὰς πορεύσομαι πρὸς τὸν Πατέρα» ὅπως ὁ Ἄσωτος, καὶ χωρὶς ἀναβολὴ ἂς πάρουμε τὸ δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς. Καὶ τοῦτο γιατί μέχρι στιγμῆς ἔχουμε μιμηθεῖ τὸν «ἄσωτο» στὸ πρῶτο μέρος τῆς ζωῆς του, δηλαδὴ στὸ ὅτι ἔχουμε ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὸν Θεό. Ζοῦμε στὴν ἐξορία ὅπως ὁ Ἀδάμ. Φορτωμένοι μὲ τὸ βάρος τῶν ἁμαρτιῶν μας, νομίζουμε πὼς δὲν ὑπάρχει σωτηρία καὶ πέφτουμε ἴσως σὲ ἀπόγνωση. Μπροστά μας ὅμως βλέπουμε δυὸ δρόμους νὰ ἀνοίγωνται. Ἂν ἀκολουθήσουμε τὸν δρόμο τῆς ἀπελπισίας, στὸ τέλος τοῦ δρόμου θὰ βροῦμε στὸ δένδρο κρεμασμένο τὸν Ἰούδα. Ἂν ἀκολουθήσουμε τὸν ἄλλο δρόμο, στὸ τέλος του θὰ μᾶς περιμένει μία πατρικὴ ἀγκαλιά. Ἡ ἀγκαλιὰ τοῦ Θεοῦ Πατέρα. Ὅμως δὲν πρέπει νὰ καθυστεροῦμε ἄλλο. Ἡ ζωὴ δὲν περιμένει.
Ἂς ποῦμε ἀποφασιστικά: «Ἀναστὰς πορεύσομαι πρὸς τὸν Πατέρα» καὶ ἂς ἀκολουθήσουμε τὸν δρόμο τὰ ἐπιστροφῆς. Ὁ δρόμος βέβαια δὲν θὰ εἶναι εὔκολος. Θὰ χρειασθῆ νὰ κοπιάσουμε, νὰ ματώσουμε. Ἡ πορεία μας θὰ εἶναι ἀνηφορικὴ καὶ θὰ πρέπει νὰ τὴν χαρακτηρίζει ἡ θλίψη γιὰ τὴν ἐξορία μας ἀπὸ τὸν οὐρανό. Γι᾿ αὐτὸ θὰ πρέπη νὰ ἀποχωρισθοῦμε: ἀπὸ τὴν τεμπελιὰ ποὺ μᾶς κρατᾶ σὲ μία ὀδυνηρὴ παθητικότητα, ποὺ ὁδηγεῖ συνεχῶς πρὸς τὰ κάτω· ἀπὸ τὸν ἐγωκεντρισμό, αὐτὴ τὴ λαθεμένη στάση, ποὺ δὲν μᾶς ἀφήνει νὰ ταπεινωθοῦμε καὶ νὰ φτάσουμε μέχρι τὸ πετραχήλι ἑνὸς πνευματικοῦ· ἀπὸ τὴν ἀργολογία, τὰ πολλὰ καὶ ἄχρηστα σχόλια καὶ λόγια, ποὺ δὲν προσφέρουν τίποτα, ἀλλὰ σκοτώνουν, δηλητηριάζουν καὶ φουντώνουν τὴν δειλία, τὴν ἀργία, τὸν ἐγωκεντρισμό· καὶ τέλος θὰ πρέπη νὰ μειώσουμε τὶς ἐπιπόλαιες κοινωνικὲς ψυχαγωγίες καὶ τὰ γλέντια ποὺ ὁδήγησαν τὸν ἄσωτο στὴν ἀνυπόφορη μοναξιὰ καὶ τὴν συντροφιὰ τῶν χοίρων. Αὐτὲς οἱ συνήθειες πρέπει νὰ ἀποβληθοῦν. Ἀντὶ αὐτῶν ἂς ἀποκτήσουμε συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητός μας, αὐτογνωσία καὶ σωφροσύνη, ταπείνωση ὅπως ὁ Τελώνης, μετάνοια ὅπως ὁ Ἄσωτος.
Ἡ περίοδος τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς ποὺ ἀνατέλλει μᾶς προσφέρει τὴν εὐκαιρία νὰ ξαναβροῦμε τὸν ἑαυτό μας καὶ τὸ θεῖο προορισμό μας. Ἀρκεῖ νὰ ποῦμε μὲ ἀποφασιστικότητα ὅπως ὁ Ἄσωτος: «Ἀναστὰς πορεύσομαι πρὸς τὸν Πατέρα». «Ἀναστὰς πορεύσομαι πρὸς τὴν Ἀνάστασιν». «Ἀναστὰς πορεύσομαι πρὸς τὴν προσωπική μου Ἀνάσταση». Ἀμήν.

Κυριακή του Ασώτου υπό του Αρχιμανδρίτου Νικηφόρου Πασσά


ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ
(Λκ. ιε΄, 11-32)
Ἡ φυγὴ τοῦ ἀσώτου υἱοῦ τῆς παραβολῆς τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου, σηματοδοτεῖ τὴν ἐπιθυμία τῆς ἀλλαγῆς καὶ τῆς μεταβολῆς. Καὶ ἡ ἐπιστροφή του στὸν Πατέρα ὑπογραμμίζει τὸ γεγονὸς τῆς ἀποτυχίας.
Ἐτοῦτος λοιπὸν ὁ νέος ἄνθρωπος ἐπιζητεῖ τὴν ἀλλαγή. Τὴν ἀλλαγὴ ἀπὸ τὴ ζωὴ τῆς προστασίας καὶ ἀσφάλειας, στὴ ζωὴ τῆς ἀποστασίας καὶ τοῦ κινδύνου. Διαθέτει τὸν ἐαυτόν του πρὸς κατανάλωση σὲ χώρους καὶ τρόπους φθορᾶς καὶ πτώσεως. Καὶ τελικὰ τὸ προνόμιο τῆς ἐλευθερίας του, γίνεται ἐχέγγυο τῆς δουλείας του.
Ὁ ἄσωτος υἱὸς ἐπιθυμεῖ νὰ «γνωρίσει» τὴν ζωὴ καὶ νὰ γευτεῖ τοὺς χυμούς της. Δίχως πυξίδα καὶ τιμόνι. Νὰ ὁρμήσει καὶ ὅπου φτάσει κι ὅπου βγεῖ. Τὰ ἀναγκαία ὑλικὰ μέσα ἄλλωστε τὰ διαθέτει. Τὴν πατρικὴ περιουσία ποὺ κληρονόμησε. Γι᾿ αὐτὸ δὲν τὸν κρατάει κανεὶς νὰ ἀπολαύσει τὶς χάρες. Νὰ νοιώσει ὅτι ζεῖ μακριὰ ἀπὸ τὴν πατρικὴ φροντίδα καὶ προστασία.
Δὲν τὴ χρειάζεται πιὰ τὴν πατρικὴ προστασία. Φτάνει ποὺ ἔχει τοὺς φίλους του, ποὺ τὸν συντροφεύουν καθημερινὰ στὰ γλέντια καὶ τὰ ξεφαντώματα. Αὐτοὶ εἶναι τώρα οἱ ἄνθρωποί του. Μ᾿ αὐτοὺς μοιράζεται τὰ ἀγαθά του. Σ᾿ αὐτοὺς ἐκμυστηρεύεται τὰ μυστικά του. Αὐτοὺς συμβουλεύεται κι αὐτοὺς ἀκολουθεῖ.
Ἐπειδὴ αὐτὴ ἦταν ἡ ἐπιθυμία του, γι᾿ αὐτὸ φεύγει ἀπὸ τὴν πατρικὴ ἑστία ὅσο τὸ δυνατὸν πιὸ μακριά. «Ἐταξίδευσεν εἰς μέρος μακρινόν...» κατὰ τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο. Ποὺ σημαίνει πὼς ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὸ Θεό-Πατέρα καὶ ὁ Θεὸς ἀπὸ αὐτόν. Κατὰ δὲ τὸν ἱερὸν Αὐγουστίνο, «ἡ μακρινὴ χώρα σημαίνει ἐπιλησμοσύνην πλήρη του Θεοῦ».
Λησμόνησε τὸ Θεό-Πατέρα. Ἄφησε πίσω του κενὴ τὴν πατρικὴ ἀγκαλιά. Πέταξε στὴν ἄκρη τὴν ἀγάπη Του. Μάζεψε γρήγορα-γρήγορα τὰ ἀγαθά τοῦ πατέρα καὶ ἔφυγε ὡσὰν κυνηγημένος. Τὸν κυνηγάει τὸ σύνδρομο τῆς ἀσωτίας. Οἱ κακὲς σειρῆνες ἄλλωστε τὸν κωφεύουν μὲ τὰ γλυκὰ λόγια τους καὶ τοῦ κλείνουν τὰ μάτια νὰ μὴν ἰδεῖ τὴν ὀδύνη ποὺ κρύβεται στὸ τέλος αὐτῆς τῆς διαδρομῆς.
Καὶ τὸ τέλος δὲν ἄργησε νὰ ἔλθει. Οἱ χαρές, τὰ γλέντια καὶ οἱ ἀσωτεῖες τελείωσαν ὅταν τὰ ἀγαθά του στέρεψαν. Οἱ φίλοι, μὲ τοὺς ὁποίους σπατάλησε τὴ ζωή του, τώρα κι αὐτοὶ ἐξαφανίστηκαν. Δὲν εἶχαν πιὰ λόγο νὰ μείνουν μὲ ἕναν ἀπένταρο. Τὸν ἐγκατέλειψαν δίχως πολλὰ λόγια.
Μόνος, φτωχὸς καὶ πεινασμένος βρέθηκε ὁ νέος μας. Γιατί ἀκριβῶς, ὅπου δὲν καλλιεργεῖται τὸ σιτάρι τοῦ θείου φόβου, ἐκεῖ ὑπάρχει δυνατὸς λιμός, ὄχι τοῦ ἄρτου, μὰ τῆς κάθε ἀρετῆς. Ὅπου λοιπὸν ὑπάρχει εὐφορία κάθε κακοῦ, ἐκεῖ ὑπάρχει φτώχεια παντὸς καλοῦ, κατὰ τὸν σχολιαστὴ Ζιγαβηνό.
Ἐτοῦτος λοιπὸν ὁ ἄρχοντας, ὁ πλούσιος, ὁ ἀγαπημένος τοῦ Πατέρα, κατάντησε ὁ δοῦλος τῆς ἀσωτείας του. Ἀτίμασε τὸ ἀνθρώπινο πρόσωπο του. Ἐξευτέλισε τὴν ἀγάπη τοῦ πατέρα καὶ ξέντυσε τὴ ζωή του ἀπὸ τὴ στολὴ τῆς λαμπρότητάς Του. Τώρα βόσκει χοίρους. «Κατάπτωσις τοῦ ἁμαρτωλοῦ ἐσχάτη», γιατί τὸ ἔργο αὐτὸ γιὰ ἕναν Ἰουδαῖο εἶναι βδελυρὸ καὶ βέβηλο.
Μὰ μέσα στὴν κατάπτωση, μέσα στὸ χάος καὶ τὴ μέθη τῆς ἁμαρτίας, ἐπέρχεται ἡ ἀνάνηψη. Ἐπειδή, πράττοντας τὰ ἔργα τῆς ἁμαρτίας ἦταν πάντα ἔξω ἀπὸ τὸν ἑαυτό του, ὡς ἄλογος καὶ ἀσύδοτος. Ἐνῶ ὅταν ἀναλογίζεται ποιὸς εἶναι καὶ ποὺ πορεύεται, «τότε γίνεται ἐν ἐαυτῷ».
Ἀφυπνίζεται καὶ ἀμέσως ἐγείρεται. Νὰ ἐπιστρέψει στὸν Πατέρα. Ἀπέτυχε στὴν φυγή του καὶ τώρα ἐπιθυμεῖ νὰ πετύχει στὴν ἐπιστροφή του. Ἐπειδὴ ἡ φυγὴ εἶναι εὔκολη, μὰ καταντάει ὀδυνηρὴ καὶ καταστροφικὴ στὸ τέλος. Ἐνῶ ἡ ἐπιστροφὴ δείχνει στὴν ἀρχὴ δύσκολη, μὰ τελικὰ γίνεται γεγονὸς εὐτυχίας καὶ μακαριότητας.
Ἡ ἐπιστροφὴ γίνεται ἐλκυστικότερη, γιατί ὑπάρχει ὁ Πατέρας ποὺ περιμένει. Θὰ τὸν συγχωρήσει καὶ θὰ τὸν τιμήσει, ἀφοῦ ἐτοῦτος ὁ ἄσωτος νέος ἦταν νεκρὸς καὶ ξανάζησε καὶ ἦταν χαμένος καὶ βρέθηκε. Ἐπειδὴ ἐκεῖνος ποὺ ζεῖ δυστυχῶς στὴν ἁμαρτία, βιώνει τὸ θάνατο καθημερινά, γιατί ἡ ἁμαρτία νεκρώνει κάθε προσπάθεια γιὰ πνευματικὴ ζωή.
Τελικὰ δὲ ἐκεῖνο τοῦ συμφιλιώνει τὸν ἄνθρωπο μὲ τὸ Θεό-Πατέρα, ἐκεῖνο ποὺ μηδενίζει τὴν ἀπόσταση ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη ἁμαρτωλότητα μὲ τὴ Θεϊκὴ ἁγιότητα, εἶναι τό, «Πατέρα, ἁμάρτησα στὸν οὐρανὸ κι ἐνώπιόν σου». Εἶναι ἡ ἔκφραση τῆς συγνώμης γιὰ τὴν ἀτίμωση τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ μετάνοια γιὰ τὴν ἀποτυχία τῆς ἐπιλογῆς.
Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, τὸ ἐγχείρημα τοῦ ἀσώτου της παραβολῆς τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου, ἀπέτυχε. Ἡ φυγὴ του πρὸς τὴν ἐλευθερία, μετατράπηκε σὲ ἐγκλωβισμὸ καὶ δουλεία ἐσχάτη. Ἡ ἀπώλεια δὲ τῆς πατρικῆς ἀγάπης, λειτούργησε καταλυτικά, ἀφήνοντας ἔκθετο τὸ νέο μας. Δίχως αὐτὴν τὴν ἀσφάλεια καὶ τὴν ἀσπίδα κατάντησε ἕρμαιο τῆς σφοδρῆς πολεμικῆς τοῦ διαβόλου.
Δὲν θὰ ἦταν λοιπὸν φρόνιμο καὶ ὠφέλιμο ἐμεῖς σήμερα νὰ ἐπαναλάβουμε αὐτὸ τὸ πείραμα τοῦ ἀσώτου. Μήτε νὰ δεχθοῦμε νὰ βιώσουμε τὴ δική του ὀδύνη καὶ καταστροφή. Μᾶς ἀρκεῖ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ μᾶς γεμίζει σιγουριὰ τὸ γεγονὸς ὅσο ζοῦμε κάτω ἀπὸ τὴ δική του προστασία.

Κυριακή του Ασώτου υπό του Αρχιμανδρίτου Νικηφόρου Πασσά


ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ
(Λουκ. ιε΄,11-32)
Στὸ ἐρώτημα ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ διατυπωθεῖ γιὰ τὸ πῶς ἐπιτυγχάνεται ἡ σωτηρία μας, λαμβάνοντας ὑπ᾿ ὄψη τὴ σημερινὴ Εὐαγγελικὴ παραβολὴ τοῦ ἀσώτου υἱοῦ, θὰ λέγαμε ἁπλᾶ πὼς στηρίζεται ἐπάνω στὴν μετάνοια καὶ τὴν ἀγάπη. Στὴν μετάνοια, ποὺ εἶναι δικό μας ἔργο, καὶ στὴν ἀγάπη, ποὺ εἶναι ἡ κορυφαία ἰδιότητα τοῦ Θεοῦ.

Καὶ γιὰ τὰ δύο ἐτοῦτα σπουδαῖα πράγματα ὁμιλεῖ τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο. Δηλαδὴ γιὰ τὸν νέο ἄνθρωπο, ποὺ ξεκινάει νὰ ζήσει μακριὰ ἀπὸ τὴν πατρικὴ ἑστία· γιὰ τὶς ταλαιπωρίες του, ποὺ ἦλθαν μετὰ τὰ γλέντια καὶ τὰ ξεφαντώματα, καθὼς ἡ περιουσία του εἶχε ἐξανεμιστεῖ· γιὰ τὸ κατάντημά του.

Καὶ ἐκεῖ ἀκριβῶς βρίσκει τὸ κουράγιο νὰ μαζέψει τὰ κομμάτια τῆς ψυχῆς του· νὰ συναισθανθεῖ τὸ λάθος του· ν᾿ ἀναπολήσει τὴν πατρικὴ ἀγκαλιά· νὰ μετανοήσει γιὰ τὸ λάθος του καὶ νὰ ξεκινήσει γιὰ τὸ γυρισμό.
Ἐτοῦτος λοιπὸν ὁ ἄνθρωπος, συναισθανόμενος τὸ ὀλέθριο σφάλμα του καὶ μετανοώντας, βρῆκε τὴ λύση στὸ γυρισμό. Μ᾿ αὐτὴ δὲ τὴν ἐπιστροφὴ ξανακέρδισε τὴν ἀγάπη τοῦ Πατέρα, ποὺ τοῦ παρέχει τὴ σωτηρία καὶ τὴ διάσωσή του.

Στὸν κόσμο μας σήμερα, συνεχῶς περιπλανῶνται οἱ διάφοροι ἄσωτοι. Κι αὐτοὶ δὲν εἶναι ξένοι καὶ ἄγνωστοι σ᾿ ἐμᾶς. Εἴμαστε ἐμεῖς, ποὺ συνεχῶς προσπαθοῦμε νὰ φεύγουμε μακριὰ ἀπὸ τὴν προστασία καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.

Ποῦ πᾶμε ὅμως, τὸ ξέρουμε; Ὄχι!Μονάχα βλέπουμε τὴ φυγὴ ὡσὰν λύση καὶ μάλιστα εὐχάριστη. Πόσο ἀνόητα καὶ ἐπιπόλαια σκεπτόμαστε, γιατὶ δὲν ὑποπτευόμαστε πὼς πίσω ἀπὸ τὴν παροδικὴ καὶ ἐπίπλαστη εὐχαρίστηση, κρύβεται ἡ ὀδύνη καὶ ἡ πτώση.

Σ᾿ αὐτὸ τὸ σημεῖο δὲ εὑρισκόμενοι, ὑπάρχει κίνδυνος νὰ ἐμφιλοχωρήσει ἡ ἀπόγνωση. Καὶ τότε ἀναστέλλονται οἱ ὑγιεῖς ἠθικὲς δυνάμεις ποὺ ἐσωτερικὰ δημιουργοῦν τὴν ἀπαραίτητη δυναμικὴ γιὰ σωτήριες ἀποφάσεις.

Καὶ τότε προβάλλουν οἱ δῆθεν ἀντιρρήσεις, βουνὰ πελώρια μπροστά μας, ποὺ κρύβουν τὸ φῶς καὶ σκοτεινιάζουν τὴν ἐλπίδα. Ποῦ πᾶς τώρα, γιὰ σένα δὲν ὑπάρχει λύση. Τὸ δικό σου κατάντημα καὶ τὰ βαριὰ παραπτώματά σου ὁ Θεὸς δὲν θὰ σοῦ τὰ συγχωρήσει· θὰ σὲ ἀπορρίψει ὡς ἁμαρτωλό!

Τὸ πόσο λάθος εἶναι ὁλόκληρη αὐτὴ ἡ σκέψη καὶ πόσο ταυτόχρονα ἐπικίνδυνη, τὸ βλέπουμε στὴν παραβολὴ τοῦ ἀσώτου τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου. Ὁ νέος αὐτὸς ἄνθρωπος μέσα στὴν πτώση του, ξεπερνώντας τὰ ἐμπόδια τῆς ἄγονης λογικῆς, βρῆκε τὴ λύση στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ Πατέρα.

Ὁ τρόπος αὐτὸς γιὰ ὅλους μας εἶναι καὶ ἐφικτὸς καὶ ἀνοικτός. Ἀρκεῖ νὰ κάνουμε τὸ πρῶτο δικό μας βῆμα. Ἕνα βῆμα μικρὸ καὶ δειλὸ δικό μας, πολλαπλάσια τὰ βήματα τοῦ Θεοῦ! Ξεκίνημα δικό μας γιὰ τὸ γυρισμό, ἀνοικτὴ ἀγκαλιὰ τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν ἀντάμωση!

Ἐκεῖνο ὅμως ποῦ κάνει αὐτὴ τὴν ἀντάμωση οὐσιαστική, εἶναι ἡ δική μας ὁμολογία τοῦ σφάλματος διὰ τοῦ «ἥμαρτον». Γιὰ ν᾿ ἀκουστεῖ στὴ συνέχεια ὁ θεϊκὸς λόγος τῆς συγγνώμης· «Παιδί μου συγχωροῦνται τὰ λάθη σου!».

Μετὰ ἀπὸ λίγες ἡμέρες εἰσερχόμαστε στὴ μεγάλη Τεσσαρακοστὴ, στὴν περίοδο τῆς νηστείας, τῆς μετανοίας, τῆς ἐπιστροφῆς. Γι᾿ αὐτὸ ἑτοιμάζοντάς μας ἡ Ἐκκλησία, μᾶς προβάλλει αὐτὲς τὶς Κυριακὲς κατάλληλα Εὐαγγελικὰ κείμενα ποὺ ὁμιλοῦν ἀκριβῶς γι᾿ αὐτές.

Ἔχουμε λοιπὸν μπροστά μας ἀρκετὸ χρόνο νὰ σκεφτοῦμε μιλώντας στὸν ἑαυτό μας. Θὰ διαπιστώσουμε τότε τὰ λάθη μας, τὶς ἁμαρτίες μας καὶ τὶς πτώσεις μας. Αὐτὰ ὅλα τὰ κακὰ καὶ ὀλέθρια, ποὺ προσβάλλουν τὸ Θεὸ καὶ ἀπαξιώνουν τὴν ἀγάπη Του.

Τί πρέπει ἐμεῖς νὰ κάνουμε, ὡσὰν παιδιά Του; Ξεκινώντας ἀπὸ τὴν ἀγάπη Του, ποὺ εἶναι ἀπέραντη καὶ ἀξόδευτη, νὰ μετανοιώνουμε, νὰ ζητήσουμε συγγνώμη, καταθέτοντας ὅλο τὸ βάρος τῶν ἁμαρτιῶν μας στὸ μυστήριο τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως μὲ ταπείνωση καὶ βαθειὰ συναίσθηση γιὰ τὸ χάλι μας.

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ὁ ἄσωτος υἱὸς εἶναι ὁ δικός μας ἄνθρωπος, ἴσως ὁ ἴδιος ὁ ἑαυτός μας. Ποὺ φεύγει μὲ ἀγωνία νὰ ζήσει τὴ ζωή του· ποὺ βιώνει «τὶς χαρές», οἱ ὁποῖες τελικὰ γίνονται βρόγχος καὶ τὸν πνίγουν. Ποὺ ὅμως συγκλονισμένος καὶ μετανοιωμένος γυρνᾶ στὸν Πατέρα, γιατὶ τελικὰ ἡ ἀγάπη Του τὸν κέρδισε.

Ἐμεῖς, ἂν καθημερινὰ βιώνουμε ὅλη ἐτούτη τὴ διαδρομὴ τοῦ ἀσώτου· ἂν διερχόμαστε μέσα ἀπὸ τὶς ὀδυνηρὲς ἐμπειρίες, τότε μὴ μείνουμε μόνο σ᾿ αὐτές. Νὰ κάνουμε καὶ ἐμεῖς τὸ ἑπόμενο βῆμα, παίρνοντας τὸ δρόμο γιὰ τὸ σωτήριο γυρισμό.

Θὰ δώσουμε χαρὰ στὸ Θεὸ Πατέρα καὶ στὸν ἑαυτό μας τὴν εὐκαιρία νὰ νοιώσει γιὰ πάντα τὴν ἀληθινὴ εὐτυχία.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...