Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ασκητές στον κόσμο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ασκητές στον κόσμο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη, Φεβρουαρίου 21, 2012

Πρώην δημοσιογράφος ασκητής σε σπήλαιο!



Σε σπηλιά  στα "φρικτά" Καρούλια του Αγίου Όρους ζει  τις περισσότερες μέρες του χρόνου ο μοναχός Σεραφείμ από τη Σερβία. Οι τέσσερις σανίδες και μία κουρελού αρκούν για να  κοιμάται, όπως είπε στο BriefingNews.
Στη καλύβα του που έχει φτιάξει ο ίδιος έξω από το σπήλαιο αναπαύεται τις κρύες μέρες του χειμώνα. Διότι ο χειμώνας είναι ιδιαίτερα βαρύς και η υγρασία είναι αφόρητη.. Το υπόλοιπα διάστημα ζει  σε ξύλινο σπιτάκι έξω από το  στενό σπήλαιο που χωράει μόνο έναν άνθρωπο. Οι τέσσερις σανίδες και μία κουρελού αρκούν για να  κοιμάται, όπως μας είπε.

Ο π.Σεραφείμ, πατέρας ενός  16χρονου κοριτσιού, σπούδασε οικονομικά και στη συνέχεια εργάστηκε ως δημοσιογράφος σε τηλεοπτικά μέσα ενημέρωσης. ”Aυτά που πίστευα στην θρησκεία μου, δεν είχαν καμία σχέση με αυτά που έπραττα ως δημοσιογράφος, δυο αντίθετοι δρόμοι, διαφορετικές αξίες “ μου είπε .

Προσεύχομαι για την κόρη μου και τη γυναίκα μου,δεν τους εγκατέλειψα. Νοερά είμαι μαζί τους. Ερωτεύτηκα τον Τριαδικό θεό μας.΄Ετσι θα ωφεληθούμε όλοι μας” σημείωσε χαρακτηριστικά .Η τροφή του είναι κυρίως ξηρά.

"Εδώ βλέπει μόνο ο θεός, όπως τα πετεινά του ουρανού τρέφονται χωρίς να μεριμνούν, δηλ. δεν σπέρνουν , δεν θερίζουν , δεν αποθηκεύουν, έτσι και εγώ το ίδιο προσπαθώ να κάνω, ο θεός τον άνθρωπο τον αγαπά ιδιαίτερα και δεν θα με εγκαταλείψει", κατέληξε ο 45χρονος ασκητής.  
πηγή

Η Έλενα - μοναχή Φιλαρέτη, η αχθοφόρος του πόνου ...







Χθες βράδυ ο γυιός μου, μου ζήτησε να του αναπτύξω το θέμα «Όταν το άχθος[=βάρος] γίνεται ευλογία». Θέμα τόσο βαθύ, τόσο ουσιώδες...

Αστραπιαία ο νους μου έτρεξε στην Έλενα,γιατί ήταν το ζωντανότερο παράδειγμα... 


Την ίδια ώρα έμπαινε ο σύζυγος για να μας αναγγείλει ότι η Έλενα, η αδελφή Φιλαρέτη «Έφυγε από κοντά μας σήμερα το μεσημέρι», 25 Ιανουαρίου, ημέρα μνήμης των οσίων Ξενοφώντος, Αμμωνά και Συμεών του Παλαιού.
 

Η Έλενα ήταν η «τρυφερή» χαρά μας στην φοιτητική μας παρέα στη Θεσσαλονίκη· θεολόγος που δεν «θεολογούσε»· μ'αυτό το κάτι απ' τα αδιαύψευστα που μόνον οι ψυχές γνωρίζουν να σε τραβά δίπλα της, να σε κάνει να νοιώθεις «καλόν ημάς έστιν ώδε» · αυτό που αναπαύει δίχως λόγια , ανεπιτήδευτα, χωρίς προσπάθεια, το ξεχείλισμα κι η ευωδία της ψυχής, αυτό που οι ελάχιστοι -οι εκλεκτοί- το έχουν χάριτι Θεού. 


Πόνεσε πολύ, μα ποτέ δεν διαμαρτυρήθηκε· ούτε ένα δάκρυ ούτε ένα «αχ!». 

Ανεπιτυχείς εγχειρήσεις στα παραμορφωμένα πόδια που την έκαναν αδύναμη να κινηθεί μόνη της. Η συνοστέωση και τα προβλήματα συμπίεσης των νεύρων, οι ίλιγγοι, η μυική αδυναμία-ατροφία, το αδύνατο ανοσοποιητικό σύστημα με τις συνεχείς λοιμώξεις στην παραμικρή επίσκεψη, οι συνεχείς ναυτίες, το κατεστραμμένο απ'τα βαρειά φάρμακα στομάχι, η κορτιζόνη, η δύσπνοια και τα προβλήματα των πνευμόνων... 

«Έγινα έγκλειστη θέλω δεν θέλω-μου έγραφε. Ο Θεός να βοηθήσει...Υπομονή να δίνει ο Κύριος για όλα. Ελένη της υπομονής! «Ειρηνεύετε μέσα στην αγάπη των αγίων μας και της Παναγίας μας» έγραφε και το βίωνε καθημερινά. Και μέσα στον πόνο της παρακολουθούσε «με αγωνία τα προβλήματα των φίλων και προσευχόταν». «Εμείς δόξα τω Κυρίω. Τα νέα τα ίδια. Πάντα σιωπή του πόνου για ευλογία στην ζωή μας μια και είμαστε ανάξιες για πολλά πράγματα. Μιλώ πάντα προσωπικά, έγραφε εξαιρώντας την συγκάτοικο-συνοδοιπόρο καιδιακόνισσα της ζωής της που η πρόνοια του Θεού έστειλε αληθινό επίγειο φύλακα άγγελο. Να εύχεσθε και για μας. Η προσευχή και απλά η σκέψις μας, για το κάθε πρόβλημα του καθενός στον Θεό θα σώσει όλους μας, για να μας χαρίσει την πολυπόθητη και αιώνια ζωή. Δεν γράφω κήρυγμα, απλές σκέψεις μέσα από πόνο που ο καθένας μας είτε φανερά, είτε μόνος περνά...» 

Η Έλενα που τόσο πόνεσε, ποτέ δεν πόνεσε κάποιον, ποτέ δεν θύμωσε με κάποιον, ούτε έθιξε-μόνον προσευχήθηκε- για όποιον την έβλαψε ή ζημίωσε (γιατί έζησε και τέτοιες δοκιμασίες). Αν και αντιλαμβανόταν τα πάντα, αντιπαρέρχονταν τους πειρασμούς με σιωπή ή με χιούμορ. «Κάναμε πολύ ωραία βόλτα σήμερα, ε Δήμητρα», έλεγε γελώντας μετά από πολύωρη-άσκοπη διαδρομή για το Πανόραμα ενός ταξιτζή, συγκαταβαίνοντας στην αδυναμία του «για το κάτι παραπάνω». 


Ποτέ δεν την άκουσα να σχολιάσει κάποιον! 

Διακριτική, ήρεμη πάντα και ευγενική στήριζε όλους με τον καλό της λόγο, το ζεστό της βλέμμα, το χαμόγελό της. Τα λόγια της λίγα, αγαπητικά, από καρδίας, με ουσία ζωής από τότε που ήταν πολύ νέα, πολύτιμα. «Μην κουράζεσθε πολύ, απαντούσε στις νεανικές μου υπερβάσεις, γιατί η υγεία είναι το πολύτιμο δώρο του Θεού· εάν την χάσει κάποιος τότε καταλαβαίνει.(Με συγχωρείς που στα γράφω έτσι καθαρά, την αλήθεια σου λέγω...αν την χάσεις δεν ξαναβρίσκεται εύκολα...Γνωρίζω και εγώ από ασθένεια). 

Ο Θεός θα δώσει την καλύτερη λύσι...και ό,τι θα γίνει , θα είναι για ωφέλεια ψυχής και ταπείνωση... Θα κάνετε ό,τι μπορείτε για τα παιδιά χωρίς άγχος και με το σταυρό σας θα ξεκινάτε...Τόσοι αφανείς Γέροντες, μα και φανεροί προσεύχονται...Μετά όλοι αυτοί που σας αγαπούν και σας σκέπτονται. 

Ο Γιάννης με τα έξι παιδιά· τώρα που είναι κοντά στο Θεό, θα φροντίσει Εκείνος για όλη την οικογένεια... Καθένας και κάθε μας ημέρα με τον δικό της Σταυρό...» 

Καθαρή και περιποιημένη , όμορφη μέσ' στα απλά της ρούχα, αξιοπρεπής μ' όλα τα περιορισμένα οικονομικά, όχι μόνον δεν άφηνε περιθώρια οίκτου για την αναπηρία της, αλλά σ' έκανε να θαυμάζεις πόσο θετικά και με πόση εμπιστοσύνη στο Θεό την αντιμετώπιζε, σαν δώρο Θεού και ξεχωριστή ευλογία στη ζωή της. Ώρες-ώρες ακτινοβολούσε από χαρά. «Νοιώθω ότι πετάω», μου έλεγε όντας καθηλωμένη στο καρότσι της και κουνούσε τα χέρια σα φτερά. Και αγαπούσε πλέρια. 

Αγαπούσε όλους τους ανθρώπους, τα λουλούδια, τα πουλιά , την κτίση και τον Κτίστη, την Παναγία μας, τους Αγίους, τον Γέροντά μας, που σαν στοργικός πατέρας την περιέθαλψε απ' την ώρα που πήγε κοντά του μέχρι τις πολύ δύσκολες ώρες της οδύνης στη μονή της μετάνοιάς της, δίνοντάς της στο τέλος έπαθλο-εφόδιο για την αλλη ζωή το Αγγελικό Σχήμα. 

«Ο π. Σ. πήρε τηλέφωνο...έγραφε όλο χαρά. Παίρνει και μιλάμε. Έχει αγάπη και πολλά χαρίσματα μα τα κρύβει, φανερώνεται πάντα στο αμήν. Θέλω ώρες να σου μιλώ γι'αυτόν και τα λόγια που μας λέγει και πόσο μας αγαπά...Η προσευχή του είναι πολύ μεγάλη παρά τα λόγια του, που βέβαια δεν είναι, λιγότερο ωφέλιμα.» 

Φιλοπατερική, φιλακόλουθη, φίλη της προσευχής και της νηστείας, δεν χαρίστηκε στον εαυτό της, ούτε στις δύσκολες ώρες. Τήρησε το πρόγραμμά της, χωρίς δικαιολογημένες παρεκκλίσεις, αθόρυβα, με συναίσθηση, εν μετανοία και υπακοή. ΄Ηταν φίλη της σιωπής, μα και φίλη της ζωής και των ανθρώπων. 

«Μου λείπει η θάλασσα, μου λείπουν οι άνθρωποι» , μου έγραψε όταν η αρρώστια την έκλεισε μέσα. «Όσο και να λένε την Αθήνα ζούγκλα, εγώ ένοιωθα και ζούσα όμορφα, έβγαλα το Γυμνάσιο-Λύκειο Γλυφάδας με πλούσια παιδιά, που ακόμα με πολλά απ' αυτά αλληλογραφούμε». Χαιρόταν τη ζωή. «Μου διάβαζει η Δήμητρα. Χαίρομαι με την Ιστορία, την ποίηση, τη Γεωγραφία, τους κλασσικούς, τους Πατέρες της εκκλησίας. ..Αγαπώ πολύ τα βιβλία, την κλασσική μουσική, μή γελάσεις, τις κουκλίτσες (είχε πολλές ρομαντικές πορσελάνινες, που τις δώριζε) και γενικά δεν βρίσκω κάτι που να μην το αγαπώ όταν είναι όμορφο...» 

Αγιογραφούσε όταν μπορούσε, δημιουργούσε όσο μπορούσε. «Έκανα και ένα μεγάλο μέρος ενός χαλιού· τώρα λίγο ζεσταίνομαι και παρουσιάζει το χέρι μου κάποιες φλεγμονές. Γράφω κάπου κάπου...» 

«Η Δήμητρα έχει ένα ολάνθιστο μπαλκόνι...αν και μικρό. Σου στέλνω την αγάπη τους, στο μωβ μου βάζο, οι σομόν μεγάλες (4) μαργαρίτες και ο γαλανός ουρανός... Έλπισον επί Κύριον και Αυτός σε διαθρέψει...» 

 

Κάποιοι συνήθιζαν να «κατακρημνίζουν» τους ανάπηρους (και περισσότερο τους παραπληγικούς και τους νοητικά καθυστερημένους) συνανθρώπους μας στον καιάδα της παραγωγικότητας ή να τους σκοτώνουν σαν «άχθος αρούρης» πριν ανοίξουν τα μάτια τους στο φως. Αλλά και σε πόσους η ευλογία αυτή δεν γίνεται επαχθής εξ' αιτίας ημών. 

Κι όμως η Έλενα έκανε το άχθος της ευλογία· απλά, αθόρυβα, ταπεινά, δι ευχών. 

Κι η χαρά της ξεχείλισε και πότισε όλους εμάς γύρω της. Η παρουσία της έδωσε δύναμη σε όλους εμάς τους αρτιμελείς, υγιείς, που πνιγόμαστε σε μια κουταλιά νερό. Όταν ήμουν στην ξενιτειά η σκέψη της, τα γράμματά της, οι προσευχές της με στήριξαν. 

Το ίδιο και στην πατρίδα, «στην ξενιτεία του κόσμου τούτου». Και την τελευταία φορά πριν φύγει, όταν εξουθενωμένη έσυρα τα βήματά μου στο κρεββάτι του πόνου της, η χαρά της με έκανε να νοιώσω ότι δεν δικαιούμαι να θλίβομαι για το άχθος που κουβαλούσα· έφυγα άλλος άνθρωπος... 

Και τώρα γυρνώντας πίσω και βλέποντας τη χαριτωμένη ζωή της, νοιώθω στις κοινές-απειροελάχιστες, συγκριτικά- δοκιμασίες να σηματοδοτεί και τη δική μου πορεία. Το «πάντα συνεργεί εις αγαθόν» στο μυστήριο της σωτηρίας... 

Αγαπημένη μας Έλενα, το όνομα που δόθηκε στη κουρά σου δεν ήταν τυχαίο. 

Αγάπησες και στολίστηκες με αρετές· Πραότητα,Ταπείνωση, Απλότητα, Υπομονή, Αγάπη... «Καλλιέργησες το κήπο σου, αφήνοντας τους άλλους να φτιάξουν το δικό τους όπως ήθελαν, μα τον έκανες τόσο όμορφο που όποιος περνούσε δίπλα του, ήθελε να κάνει και το δικό του τόσο ωραίο». 

Ολοι σε αγαπήσαμε και θέλαμε να σε έχουμε κι άλλο κοντά μας. Πονέσαμε που έφυγες. 

Σήμερα στην εξόδιο ακολουθία σου όλοι προσευχηθήκαμε και όλοι κλάψαμε, παρόντες και απόντες· ο ασθενής και υποβασταζόμενος Γέροντάς μας που ήρθε να σε ευλογήσει, οι Πατέρες, η Γερόντισσα και οι αδελφές, οι συγγενείς, εμείς οι φίλοι σου, ο «Σπυράκος» σου, που χάρη στις θερμές προσευχές σου και τις ευχές του πατρός Παισίου, που σου πέρασε το κομποσχοίνι στο χέρι, καταδικασμένος απ' τους γιατρούς, γεννήθηκε υγιέστατος. 

Η αρρώστεια σε απέσυρε διακριτικά από την καθημερινότητά μας και πιστέψαμε ότι θα 'κανε μικρότερο το κενό που θ' άφηνες. Όμως τώρα νοιώθουμε πόσο μας λείπεις... 

Αδελφή Φιλαρέτη, σήμερα που έφυγες, πιστεύω πως οι Άγγελοι και οι Άγιοι σε ασπάζονται χαρούμενοι και πως ο Άγιος Συμεών «θα σε βάλει στο ράσο του και θ' ανεβείτε μαζί τη σκάλα, να μη φοβηθείς, να παρουσιαστείτε μαζί στο Θεό» και πως το «ολάνθιστο μπαλκόνι» του ουρανού θα ευωδιάσει απ' το πηγαιμό σου. 

Συχνά μου έγραφες: «Να μας θυμάσαι στη προσευχή σου, όπως κι εμείς ταπεινά θυμόμαστε εσάς». 

Μέσα μου βαθειά το νοιώθω πως δεν θα μας ξεχνάς από εκεί ψηλά· όλους εμάς τους αχθοφόρους της ζωής· εσύ που τόσο πόνεσες, μα και τόσο ευλογήθηκες. 

Καλόν Παράδεισο! 

Σε ασπάζομαι 

η φίλη σου Κ. Γ., Αθήνα 27 Ιανουαρίου 2012

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 10, 2012

Ζητώ τα αποφάγια της προσευχής σας



Πελαγία Γιού, μια Ταϊβανέζα Ορθόδοξη Χριστιανή και συνεργάτις του Αρχιμανδρίτη π. Ιωνά Μούρτου πού κλαίει για τούς ειδωλολάτρες συμπατριώτες της γιατί δεν είναι Χριστιανοί! Εμείς, πού είμαστε, όπως είμαστε, Χριστιανοί, για ποιούς άλλους κλαίμε;
——-
Στην Ιεραποστολή εδώ στην Ταϊβάν μερικές φορές χρειάζεται να κάνουμε πολλά πράγματα, πού μερικά είναι δύσκολο και να τα φανταστείτε…
Ενδεικτικά αναφέρω ότι ανανεώνουμε τους διαφόρους διαδικτυακούς τόπους που έχουμε, εμπλουτίζοντας τους με βίντεο, κείμενα και μεταφράσεις, και ετοιμάζουμε το περιοδικό του μήνα. Όλα αυτά τα μικρά πράγματα, τα κάνουμε για την αγάπη του Θεού και των ανθρώπων και φυσικά κερδίζουμε πνευματικά. Όλα όσα γίνονται με το πνεύμα αυτό, μας συνδέουν με τον Θεό και μεταξύ μας διότι είμαστε σαν ένα σώμα.
Θυμάμαι πριν μερικά χρόνια, πού ο π. Ιωνάς προσπαθούσε να φτιάξει ένα βίντεο σχετικά με το πρόσφορο και την προσκομιδή. Οι συμπατριώτες μου εδώ στην Ταϊβάν δεν έχουν δει ποτέ την προσκομιδή, δεν ξέρουν τί είναι, και ασφαλώς είναι πολύ σημαντικό να τους εξηγήσουμε την βαθειά σημασία της. Έτσι διαλέξαμε μία κατανυκτική εικόνα της Άκρας Ταπείνωσης τού Χριστού μας, την κολλήσαμε στον τοίχο, βάλαμε ένα μικρό τραπεζάκι και φυσικά ένα πρόσφορο.
Ο π. Ιωνάς τελούσε την προσκομιδή στα Αγγλικά κι εγώ, την ώρα πού τραβούσα το βίντεο, επεξηγούσα τα τελούμενα στα Κινέζικα, ώστε να αντιλαμβάνεται κι ο κόσμος όσα θα έβλεπε. Με πολύ κόπο αλλά και μεγάλη χαρά τα καταφέραμε !
Στην ιεραποστολή όλα είναι δύσκολα, αλλά δεν τα παρατάμε.
Θυμάμαι πού πήγαμε σε ένα μεγάλο Προτεσταντικό Οργανισμό (ο οποίος διαθέτει και Ραδιοφωνικό σταθμό ), στον οποίο μας προσκάλεσε ένας πάστορας πού είχε εντυπωσιαστεί, όταν σε κάποια συνάντηση μας άκουσε για την Ορθόδοξη Θεολογία, και ήθελε να μας συστήσει στον διευθυντή του Σταθμού.
Αφού μας ξενάγησε στους χώρους του Οργανισμού, κατόπιν μας παρουσίασε στον διευθυντή του, ο οποίος άρχισε να μας λέει ότι εσείς οι Ορθόδοξοι προσκυνάτε τα είδωλα, εννοώντας τις ιερές εικόνες. Στην συνέχεια με εντονότερο τόνο, μας έλεγε για την Εκκλησία, την Βίβλο κ.τ.λ.
Τον ρωτήσαμε, να μας πει ποιός άραγε αποφάσισε ποιά βιβλία θα αποτελούν την Αγία Γραφή ;
Δεν ήξερε!
Τού είπαμε: «Οι Οικουμενικές Σύνοδοι της Εκκλησίας πού απαρτίζονταν από Επίσκοπους, που έλαβαν όλες τις σχετικές αποφάσεις».
Ακούγοντας την λέξη Επίσκοπος, αγρίεψε και μας έδιωξε…
Οι Προτεστάντες εδώ δεν έχουν επισκόπους και ιερείς, άλλα έχουν πάστορες. Δεν ξέρουν τί είναι η θεία Λειτουργία και τελούν κάτι σαν λειτουργία, πού γι’ αυτούς είναι μία ανάμνηση μόνο τού θανάτου του Χριστού. Κι αυτό όχι κάθε Κυριακή, αλλά, άλλοι την τελούν μία φορά τον μήνα και άλλοι ανά δύο ή τρεις μήνες…
«Όταν ο π. Ιωνάς ρώτησε κάποιους πάστορες, ποιος κανονίζει τον χρόνο τέλεσης της λειτουργίας, έστεκαν αμήχανοι, λέγοντας ότι ακολουθούμε αυτό πού βρήκαμε από τον προηγούμενο πάστορα και το έχουμε σαν Παράδοση.
-«Μα εσείς δεν παραδέχεστε Παράδοση», τους λέει ο π. Ιωνάς. «Πώς σε ένα τέτοιο σοβαρό θέμα εδώ την παραδέχεστε;»
Δεν ήξεραν τί να πουν. Άπλα απάντησαν «Δεν το έχουμε σκεφτεί»…Τα πρώτα χρόνια πού ήρθε ο π. Ιωνάς, οι άνθρωποι δεν ήξεραν τί είναι Ορθόδοξη Εκκλησία.
Κάποιοι νόμιζαν ότι οι Ορθόδοξοι είναι από το Θιβέτ!!!!
Μπορεί σ’ εσάς να φαίνεται αστείο αυτό, αλλά όμως είναι τραγικό και σε κάνει να κλαις και μόνο πού το σκέφτεσαι. Τα δύσκολα πράγματα θέλουν χρόνο και μπορείς να τα ξεπεράσεις, άλλα τους δύσκολους ανθρώπους… είναι άλλη ιστορία. Υπάρχει μία κινεζική παροιμία, που λέει ότι μπορείς να μετακινήσεις ένα βουνό, άλλα όχι να αλλάξεις έναν άνθρωπο.
ΜΙΑ ΠΕΡΙΕΡΓΗ ΙΣΤΟΡΙΑ…
Έχουμε τυπώσει ένα βιβλίο για την Θεία Λειτουργία. Για το βιβλίο αυτό δουλέψαμε πολύ με τον π. Ιωνά, τραβήξαμε πολλές φωτογραφίες και τις επεξεργαστήκαμε ώστε να υπάρχει μία οπτική εντύπωση της Θ. Λειτουργίας. Όταν τελειώσαμε, το στείλαμε για εκτύπωση σε μία φίλη μου πού έκανε εκδόσεις.
Μου είπε ότι σε δύο εβδομάδες θα είναι έτοιμο, πήραμε αριθμό ΙSΒΝ και φαινόταν ότι όλα έβαιναν καλά, άλλα ο π. Ιωνάς μου είπε:
«Θα δεις ότι θα έχουμε πειρασμούς, γιατί ο διάβολος θα προσπαθήσει να σταματήσει την έκδοση, αλλά βέβαια εμείς έχουμε τον Θεό μαζί μας…».
Δεν τον πίστεψα, όμως μετά από μία εβδομάδα με πήρε τηλέφωνο η φίλη μου και μου είπε ότι χάλασε το εκτυπωτικό μηχάνημα, ότι το φτιαξανε και ότι ξαναχάλασε άλλες δύο φορές ! Μου ζήτησε συγγνώμη για την καθυστέρηση και εγώ δεν της είπα τίποτα, διότι, αν της έλεγα, κανείς δεν θα τύπωνε το βιβλίο μας, αφού οι συμπατριώτες μου είναι πολύ προληπτικοί
Το θεώρησα τυχαίο, αλλά ή φίλη μου με ξαναπήρε μετά από μερικές μέρες και μου είπε ότι το τύπωσαν μεν, αλλά η Εταιρεία έπιασε φωτιά και θα καθυστερούσε κι άλλο η έκδοση του βιβλίου. Ρώτησα αν τραυματίστηκε κανείς και μου είπε όχι. Πάντως ήταν σοκαρισμένη, διότι πρώτη φορά της συνέβαινε κάτι τέτοιο…Άρχισα να καταλαβαίνω…Τέλος πάντων, για να τελειώνω, μία μέρα με ξαναπήρε η φίλη μου και μου είπε ότι τελικά την επομένη θα μας παρέδιδαν το βιβλίο.
Κι όμως… την άλλη μέρα δεν μας το παρέδωσαν.
Μόλις τα βάλανε στο φορτηγό, δεν έπαιρνε εμπρός, γιατί χάλασε ή μηχανή! Ή φίλη μου ξαναπήρε τηλέφωνο να μου ζητήσει χίλια συγγνώμη για την καθυστέρηση. Δεν της είπα τους λόγους, γιατί κανείς μετά δεν θα δεχόταν να τυπώσει βιβλίο μας. Άλλα της είπα, αυτό πού μου είπε ο π. Ιωνάς, ότι ο Θεός θα ευλογήσει πολύ την δουλειά της και τους ανθρώπους πού δοκιμάστηκαν. Έτσι γίνεται πάντα, μετά τον πειρασμό έρχεται μεγάλη ευλογία. Και τί παράξενο, μετά από μισή ώρα με ξαναπήρε και μου λέει:
«Ή μηχανή πήρε εμπρός, σε μία ώρα θα έχετε τα βιβλία…».
Αλλά,… μετά, ντρίν… πάλι τηλέφωνο. Τι έγινε; Είχαν κατεβάσει τα βιβλία από το αυτοκίνητο. Όταν πήρε μπρος το αυτοκίνητο, τα ξαναφόρτωσαν και… σταμάτησε πάλι να λειτουργεί! Πάλι συγγνώμες… Τελικά την άλλη μέρα επιτέλους μας τα φέρανε…
Είναι δύσκολο να είσαι Κινέζα και Ορθόδοξη. Οι συμπατριώτες μου δεν νοιάζονται για την Εκκλησία. Είναι δύσκολο να τους πλησιάσεις.
Δεν έγραψα τα παραπάνω για να σας κάνω να ασχολείστε με τον διάβολο, πού κοιτάει να καταστρέψει την Εκκλησία. Αγνοήστε τον, θυμηθείτε μόνο τον Θεό στην ζωή σας. Και μην μας ξεχνάτε εδώ πού ζούμε. Σας παρακαλώ, μη μας αφήνετε να αγωνιζόμαστε μόνοι μας. Αγωνιστείτε μαζί μας με την προσευχή σας. Μέσα στον πόνο σας βάλτε και την μοναξιά μας.
Θυμηθείτε σας παρακαλώ, όταν οι καρδιές σας και τα χέρια σας αποκάμνουν στην προσευχή, το χωρίο της Εξόδου 17, 11-12: «και εγίνετο όταν έπηρε Μωυσής τας χείρας, κατισχυεν Ισραήλ· όταν δε καθήκε τάς χείρας, κατισχυεν Αμαλήκ… και εγένοντο αι χείρες Μωυσή εστηριγμέναι εως δυσμών ηλίου».
Όταν καθόμαστε πάνω στους πειρασμούς μας και όταν στηρίζουμε ο ένας τα χέρια του άλλου στην προσευχή, μπορούμε να κλαίμε και μετά έρχεται η εν Χριστώ χαρά…
Προσεύχεστε, όταν μας πετάνε έξω από την πόρτα τους, να ανοίγει ο Θεός την πόρτα της καρδιάς τους. «Όταν κοροϊδεύουν την θρησκεία μας, να την καταλάβουν. Όταν κάποιος μας κάνει να κλαίμε, η προσευχή σας να μας αγκαλιάζει.
Όταν οι πειρασμοί μας φέρνουν το σκοτάδι, γίνετε ένα κεράκι για μένα. Όταν με αγνοούν, ρίχτε μου μία ματιά, όπως ο Κύριος με μία ματιά Του άλλαξε τον Ζακχαίο. Τα αποφάγια σας ζητώ ταπεινά…
Πελαγία Υu

Γέροντας Πέτρος ο Αγιορείτης



 
Ο Γέροντας Πέτρος καταγότον από τη Λήμνο, ζούσε στο σπήλαιο του οσίου Πέτρου του Αθωνίτου, του οποίου το όνομα έφερε και τον θαυμαστό βίο προσπα­θούσε, κατά το δυνα­τόν, να μιμηθή. Δια­κρινόταν για την άσκητικότητα, την απλό­τητα και την ευλάβεια του. Σπάνια έβγαινε από το κελλί του, μάζευε τσάϊ του βουνού, έφτιαχνε κομποσχοίνια, πήγαινε στα μονα­στήρια, τα έδινε και λάβαινε τρόφιμα.
Κάποτε ορισμένοι μοναχοί πήγαν στις Καρυές και τοιχοκόλλησαν ανακοινώσεις ότι ο βασιλιάς Γεώργιος ο Β’ είναι μασώνος. Πήγε και ο Γ. Πέτρος, παρασυρμένος από άλλους, όμως συνελήφθη κι εξορίσθηκε έκτος του Αγίου Όρους στη Σπινα­λόγκα, κηρύσσοντας σέ όλους μετάνοια. Όταν επέστρεψε, κατά τη Γερμανική κα­τοχή, πήγε στο Κελλί του κι αφιερώθηκε σε μεγαλύτερους αγώνες. Έλεγε: «Τώρα κάνω διπλούς και τρίδιπλους αγώνες και δεν μπορώ να φθάσω στα μέτρα εκείνα πού ήμουν πριν πάω έξω από το Άγιον Όρος». Έλεγε στον Γ. Γεράσιμο τον Μικραγιαννανίτη ο Γ. Πέτρος: «Τη νύχτα όταν βγαίνω έξω για προσευχή βλέπω κι ακούω ουράνια πράγματα..
Όταν περιερχόταν τις μονές και τα Κελλιά, για να δώση το εργόχειρο του, τον συνάντησε ένας ενάρετος μοναχός και του είπε πως θέλει να έλθη υποτακτικός του. Ο Γ. Πέτρος δεν του απάντησε τίποτε κι αναχώρησε. Μετά λίγες ημέρες ήλθε πάλι στο Κελλί του ενάρετου μονάχου. Απόρη­σε πώς ξανήλθε τόσο σύντομα, γιατί πολύ αραιά επισκεπτόταν τον κάθε τόπο. «Γέ­ροντα τι να σου προσφέρω;» τον ρώτησε ο μοναχός. «Για την αγάπη του Χρίστου λίγο ζεστό νερό», του είπε ο Γ. Πέτρος. Ο μο­ναχός του προσέφερε. Τότε ο Γ. Πέτρος έβγαλε από το ζωστικό του ένα σακκούλι, όπου είχε τσάϊ, πήρε ένα κλαράκι και το ανακίνησε στο ζεστό νερό. Μετά πήρε από τον κόρφο του ένα άλλο σακκουλάκι, όπου είχε ζάχαρι, κι έβαλε στη μύτη του κουτα­λιού λίγη ζάχαρι. «Μ’ ένα κιλό ζάχαρι περ­νούσε όλο τον χρόνο και του έμενε και λίγη για τον επόμενο», έλεγε ο μοναχός. «Ήλθα να σου πω, να μην κάνης τον κόπο να έλθης στο σπήλαιο, γιατί εγώ θα πεθάνω…» είπε ο Γ. Πέτρος. Ό μοναχός θαύμασε τη λε­πτότητα του, ήλθε ώρες δρόμο, για να του μηνύση, να μη πάη και κουρασθή.
Μιά φορά τον αντάμωσε ο Γ. Ιωακείμ, έξω της μονής Κουτλουμουσίου, όπου πή­γαινε να δώση το εργόχειρο του. Ό Γ. Ιωα­κείμ πήρε μερικά κομποσχοίνια και του έδωσε περισσότερα χρήμματα απ’ όσο άξι­ζαν. Ο Γ. Πέτρος δεν τα δέχθηκε με κανένα τρόπο, λέγοντας: «Και τα δικά μου άλλοι θα τα πάρουν…» Του λέει ο Γ. Ιωακείμ: «θα μείνεις εδώ απόψε;» Του άπαντα: «θα πάω στου Ξηροποτάμου». Του λέει ο Γ. Ιωακείμ: «Δεν προλαβαίνεις, νύχτωσε, πά­με στο Κελλί μου και πηγαίνεις αύριο». Του λέει δ Γ. Πέτρος: «θα περπατώ μέχρι που δεν θα βλέπω, μετά θα ζαρώσω σε μια καστανιά, μέχρι να φέξη». Εκείνο το βράδυ έκανε καταρρακτώδη βροχή, βράχηκε πολύ και κρυολόγησε κι επέστρεψε στην Καλύβη του, κι αποχαιρετούσε τους γείτονες του.
Μετά την επιστροφή του από την εξο­ρία πήγε και κατοίκησε σε μία Καλύβη, δί­χως ναό, που βρίσκεται μεταξύ των ησυχα­στηρίων Θωμάδων και Δανιηλαίων. Επει­δή όμως είχε εντολή από τον Γέροντα του, να τελειώσει τον βίο του στη «μετάνοια» του, τον οποίο προαισθάνθηκε, ξεκίνησε για το σπήλαιο του οσίου Πέτρου. Ο Γ. Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης θυμάται πώς ετοιμαζόταν για ταξείδι και τον επισκέ­φθηκε ο Γέρο-Πετράκης, όπως τον έλεγαν, λόγω του μικρού αναστήματος του, για να τον αποχαιρετήση. Ο Γ. Γεράσιμος του είπε πώς σύντομα θά επιστρέψη. Ο Γ. Πέ­τρος επέμενε: «Δεν θα ξαναϊδωθούμε».
Επέστρεψε λοιπόν στην πρώτη του «μετάνοια», παραμονές της εορτής του οσίου Πέτρου του Αθωνίτου, όπου εόρ­ταζε ο ναός του σπηλαίου και ο ίδιος. Μετέλαβε των Αρχάντων Μυστηρίων την ήμε­ρα της εορτής του, όπου όπως συνηθίζεται, είχαν έλθη και οι γύρω ασκητές, και μετά τη θ. Λειτουργία του ευχήθηκαν κατά το καθιερωμένο κέρασμα: «Καλό παράδεισο, Γέρο-Πέτρο». «Αμήν» απάντησε εκείνος και αναπαύθηκε μακαρίως.
Πριν, είχε έλθη και στην περιοχή των Καρυών, ν’ αποχαιρετήση φίλους και μο­ναχούς, να δώση το εργόχειρο του και να συγκέντρωση χρήματα για τα έξοδα της κη­δείας του και το σαρανταλείτουργο. Μια φορά στις Καρυές βρήκε ένα δαιμονισμένο, τον σταύρωσε και τον θεράπευσε. Όταν τον επισκεπτόταν η θ. Χάρι, έσκυβε το κε­φάλι του κι αναφωνούσε: «Κτύπα, Χριστέ μου, με το κονταράκι της ευσπλαχνίας Σου».
Αγιορείτικη Μαρτυρία
Τριμηνιαία έκδοση Ιεράς Μονής Ξηροποτάμου
τεύχος 4
 
……….Η φωτογραφία είναι του 1956, ανήκει στην “Αγιορειτική Φωτοθήκη”και εκτέθηκε στην έκθεση φωτογραφιών «Όρος Άθως. Εικόνες του Ιερού Τόπου» της Ι.Μ. Σίμωνος Πέτρας, στη Μόσχα
 
 

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 03, 2012

Το ταχύ βαποράκι των Πατρών


Η κυρά—Άννα ήταν Μικρασιάτισσα. Ήταν μαθήτρια από την τρυφερή της ηλικία του μακαριστού, αγίας φήμης, γέροντα Γερβασίου Παρασκευοπούλου. Χήρα από τα πρώτα χρόνια του γάμου της είχε μόνο ένα παιδί στο οποίο έδινε μια χριστιανική ανατροφή.
Στη γυναίκα αυτή βρήκε εφαρμογή ο μακαρισμός του Κυρίου: ’’μακάριοι οι ελεήμονες ότι αυτοί ελεηθήσονται’’. Τη μια μέρα συγκέντρωνε αγαθά από καταστήματα και οικογένειες και την άλλη σαν ταχύ βαποράκι — έτσι την αποκαλούσαν — τα σκόρπιζε σαν να ήταν Ρωμαία αρχόντισσα: σκεπάσματα, τρόφιμα, φάρμακα, παπούτσια. Οι δρόμοι της Πάτρας και των γύρω χωριών την γνώρισαν φορτωμένη με αγαθά για τους φτωχούς. Ακόμη και αγιορείτικη μονή δέχθηκε πολλές φορές τα φορτώματά της.
Θεία Λειτουργία παρακολουθούσε κάθε μέρα στον Άγιο Λουκά, οι δε νηστείες και προσευχές της την συνόδευαν πάντα όπως τα λουλούδια την άνοιξη. Τα τελευταία χρόνια έζησε ως μοναχή Ανθούσα στη μονή της Παναγίας της Ελεούσας στην Πιτίτσα, στην οποία οι μοναχές την περιποιήθηκαν πολύ και εκεί αναπαύθηκε εν Κυρίω πριν λίγα χρόνια.
Σύνοψη του Σπύρου Γκ. από το βιβλίο του Αρχιμανδρίτου Γρηγορίου, ηγουμένου της Ι.Μ. Δοχειαρίου : «Μορφές που γνώρισα να ασκούνται στο σκάμμα της Εκκλησίας»

Τετάρτη, Ιανουαρίου 25, 2012

Ο Πνευματικός των Σέρβων π.Θαδδαίος.



   O πατήρ Θαδδαίος γεννήθηκε το 1914. Όταν έκλεισε τα 18 πήγε σε μοναστήρι. Η επιθυμία του ήταν να υποβάλλει τον εαυτό του σε πολύ σκληρούς κανόνες της μοναχικής ζωής. Γι αυτό το λόγο πήγε στο μοναδικό Ρώσικο μοναστήρι στη Σερβία, στο μοναστήρι Μιλίκοβο δίπλα στο Σβιλαΐνατς. Από το 1928 οι περισσότεροι από την αδελφότητα του μοναστηριού ήταν Ρώσοι μοναχοί από την έρημο της Όπτινα, οι οποίοι ξέφυγαν από την κομμουνιστική εξορία στη Ρωσία. Στην αρχή της δεκαετίας του ΄50, το Μιλίκοβο γίνεται γυναικείο μοναστήρι.
   Ο πατήρ Θαδδαίος έμενε στα μοναστήρια Γόρνιακ και Τούμαν και μετά πήγε στο Κόσσοβο και σε Μετόχια. Ήταν ο ηγούμενος του Πατριαρχείου της Πέκης και μετά ο ηγούμενος στο μοναστήρι Βιτόβνιτσα. Στο μοναστήρι Βιτόβνιτσα ο πατήρ Θαδδαίος γίνεται ένας από τους πιο γνωστούς πνευματικούς στη Σερβία. Πολλοί θέλουν να τον συναντήσουν, να εξομολογηθούν, να μιλήσουν για λίγο μαζί του, να πάρουν την ευχή του. Για τον πατέρα Θαδδαίο μιλάνε πολλοί πιστοί οι οποίοι ένιωσαν την πνευματική του δύναμη.
   Για τον θαυματουργό γέροντα από το Βιτόβνιτσα μιλάνε όλα τα ΜΜΕ στη Σερβία.Αναπαύθηκε στις 16 Απριλίου και η εξόδιος ακολουθία έγινε 19 Απριλίου 2003 



Τρίτη, Ιανουαρίου 24, 2012

Ο ΠΤΩΧΟΣ ΠΑΠΠΑΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ ΜΑΣ...




Έδώ στό εξωτερικό, έχομε έναν Ιερέα που θα τον ζήλευε όλη η Ελλάδα. Να η ευκαιρία λοιπόν, για να πω γι αυτόν τον Ιερέα μας.

Το όνομα του, είναι π. Νεκτάριος.

Άλλοι, τον λένε από τώρα Άγιος Νεκτάριος, και να γιατί.
Η Εκκλησία όπου ιερουργεί, λέγεται Άγιος Κωνσταντίνος και Αγία Ελένη.

Είναι μέσα στην καρδιά τής πολιτείας μας, εκεί που είχε γίνει στις αρχές το Ελληνικό Κέντρο όλων των νεοφερμένων. Σήμερα είναι πολύ λιγότεροι εκεί, αλλά η Εκκλησία γεμίζει τίς Κυριακές πολύ κόσμο...

Έχουν όμως μαζευτεί εκεί τώρα, καί οι διάφορες ακαταστασίες του κόσμου. ¨Όλη την ημέρα μαζεύονται γύρω από την Εκκλησία ταλαίπωροι της ζωής, με πρώτους τους ναρκομανείς, τούς μπατίρηδες, τούς ρακένδυτους...

Όλοι αυτοί, μέ τό που θα δούνε τον π. Νεκτάριο, πηγαίνουν και του ζητούν λεφτά. Σε κανέναν δεν αρνείται, και ούτε ελέγχει κανέναν ποιός είναι, και τι κάνει στήν ζωή του...

Έχει δημιουργήσει όλη την εβδομάδα συσίτιο για όλους τους πεινασμένους. Την Κυριακή δεν χρειάζεται, γιατί τα τραπέζια είναι γεμάτα φαγητά από τα μνημόσυνα τού κόσμου.

Τον μισθό του τον διαθέτει όλον για να ταΐσει τους φτωχούς !

Είναι Αρχιμανδρίτης, καί όπως λέει η αδερφή του αν δεν τού ράψει αυτή ένα ράσο θα γυρίζει στό τέλος γδυτός...

Μία φορά γύρισε από κάπου, πιθανόν από κάποιο νοσοκομείο. Σταμάτησε το κάρο του ( αυτοκίνητο ) στην αυλή, δεν το έσβυσε, αλλά έτρεξε μέσα στο γραφείο του να πάρει κάτι και να φυγει γρήγορα πάλι.

Έως να μπει μέσα καί νά βγεί, τού πήραν το κάρο από την ίδια τήν αλητεία που μαζεύετε εκεί...

Η Ασφάλεια δεν θα του αποζημιώσει το κάρο αν πει ότι άφησε το κάρο ανοιχτό για δύο λεπτά μόνο. Και στην συμβουλή από εμάς τους έξυπνους να μην πει ότι το άφησε ανοιχτό αλλά ήταν κλειστό και του το έκλεψαν, η απάντηση του ήταν :

"Δεν μπορώ να πω ψέματα απέναντι τού Θεού καί τών ανθρώπων..."

Ο κόσμος όλος, έχει μάθει για το έργο που κάνει και του πηγαίνουν διάφορα πράγματα, ρουχισμό, κλπ. ή του δίνουν λεφτά. Τα μαγαζιά που είναι γύρω, τού φέρνουν πράγματα καί μερικοί τσουβάλια με όσπρια

Κάποιος, που έχει φούρνο εκεί κοντά, έχει τάξει να τόν τροφοδοτεί μέ το ψωμί για όλο τον χρόνο!

Πριν πέντε χρόνια ήταν ανάγκη να έρθει στην Ελλάδα για ένα μήνα. Τα φουκαριάρικα τα πεινασμένα όμως θά έμεναν νηστικά μέχρι να γυρίσει, κι΄ αυτό δεν το ήθελε...

Υπάρχει τώρα μία περίπτωση να τον παύσουν, μέ όριο ηλικίας των 65 χρονών. Κάπου έχει σταματήσει αυτό, αλλά δεν μπορούσε να ησυχάσει στην ιδέα αυτή...

Αυτός κατά τήν γνώμη μας, πού τον ζούμε, μάς θυμίζει ζωντανό τον Άγιο Νεκτάριο...

Υ.Γ. Είναι ένα σχόλιο μιας συμπατριώτισσας Ελληνιδας μετανάστριας στο εξωτερικό που αναφέρεται σ΄ενα ταπεινό ιερέα.
Σε πείσμα των καιρών οι Ορθόδοξοι ιερείς μας δρουν και απαλύνουν τον πόνο όπου υπάρχει άνθρωπος, σε ολόκληρη την υφήλιο, όπου υπάρχει πονεμένος, βαδίζοντας στα χνάρια του Διδασκάλου, βαδίζοντας στα χνάρια του Χριστού μας.http://1myblog.pblogs.gr/2012/01/o-ptwhos-pappas-ths-politeias-mas.htmlΑΝΤΙΓΡΑΦΗ ΑΠΟ 
Siglitiki Sina 

Κυριακή, Ιανουαρίου 15, 2012

Ένας ασκητής στη Σιβηρία,μία συνάντηση στα δάση


Η ζωή των ασκητών και ερημιτών προκαλεί θαυμασμό στον άνθρωπο του 21ου αιώνα, ο οποίος κάθε άλλο παρά την άσκηση και την ολιγάρκεια εφαρμόζει στην ζωή του. Η ασκητική ζωή φαντάζει σε εμάς ένας τρόπος ζωής που ανάγεται στο μακρινό παρελθόν και που ως τέτοιος θεωρούμε ότι έχει εκλείψει από την εποχή μας. Η συνάντηση που περιγράφεται παρακάτω, όμως, αποδεικνύει ότι και σήμερα υπάρχουν άνθρωποι που αγωνίζονται ακολουθώντας τον ερημιτισμό, παλεύοντας με τα πάθη τους αλλά και τις δυσκολίες της Φύσης.
Βρέθηκα για πρώτη φορά στην Ρωσία την περίοδο της περεστρόικα. Έβλεπε παντού κανείς εκκλησίες γκρεμισμένες και ερειπωμένες. Εκκλησίες που κάποτε κτίστηκαν με πολύ μεράκι και αρκετά χρήματα. Ο ιερομόναχος συνοδός μου κούνησε το κεφάλι του και μου είπε: «Τι λαός είμαστε! Εμείς οι ίδιοι που κτίζουμε τους ναούς, οι ίδιοι τους καταστρέφουμε». «Λαός ακροτήτων», του είπα. Συμφώνησε.
Και πράγματι. Η χώρα που πολέμησε με πρωτοφανές μίσος και μένος την Εκκλησία στον 20ο αιώνα, ανέδειξε παράλληλα χιλιάδες νεομάρτυρες. Ο ίδιος λαός που αιώνες τώρα μαστίζεται από τον αλκοολισμό, αυτός και ανέδειξε τους μεγάλους στάρετς. Ο κατάλογος είναι μακρύς. Για να επαληθευθεί και πάλι ο λόγος του αποστόλου Παύλου, «όπου επλεόνασεν η αμαρτία, υπερεπερίσσευσεν η χάρις» (Ρωμ. 5,20).
Διάβαζα από παλιά για τους ασκητές της Ρωσίας που αγίασαν στα δάση της. Η ζωή τους προκαλεί τον θαυμασμό. Δεν είχαν να παλέψουν μόνο με τον εαυτό τους, με τα πάθη τους, με τον διάβολο, αλλά και με την φύση, τις καιρικές συνθήκες που είναι τόσο δύσκολες κι επικίνδυνες. Είχα την εντύπωση πως οι Ρώσοι ασκητές κι ερημίτες εξέλιπαν πλέον. Διαψεύστηκα όμως. Εντελώς απρόσμενα συνάντησα κάποιον σύγχρονό μας ασκητή, εντελώς άγνωστο στους πολλούς, χαμένο κάπου στα απέραντα δάση της Σιβηρίας.
Η πρώτη συνάντηση
Με μία παρέα φοιτητών από το Κέντρο Νεότητας της Ι. Μητροπόλεως Θηβών και Λεβαδείας ταξιδέψαμε στην βορειοδυτική Σιβηρία. Βρεθήκαμε στο Σοβέτσκι, μία νέα πόλη, όπως και όλες οι άλλες στην περιοχή. Στον ξύλινο ναό του Αγίου Νικολάου οι πιστοί προστρέχουν να προσκυνήσουν τον σταυρό με Τίμιο Ξύλο που Ι. Μονής μας. Ο εφημέριος π. Σέργιος γύρισε και μου είπε: «Θα σου γνωρίσω έναν ασκητή, τον Βλαδίμηρο. Είναι ακόμα λαϊκός. Κατάγεται από την Αγία Πετρούπολη και ήταν καθηγητής Δασολογίας. Εδώ και δέκα χρόνια τα άφησε όλα κι εγκαταστάθηκε σε ένα δάσος, περίπου 150 χιλιόμετρα από εδώ. Ζει εντελώς μόνος του σε ένα ξύλινο σπιτάκι που κατασκεύασε ο ίδιος. Βγαίνει μία φορά τον χρόνο στον κόσμο. Έρχεται σ’ εμένα, εξομολογείται, κοινωνεί και επιστρέφει πάλι στο ασκητήριο. Δεν τρώει ποτέ κρέας. Μόνο ψάρια από τα ποτάμια, μανιτάρια και φρούτα του δάσους. Έτυχε αυτές τις μέρες να έλθει και σε λίγο θα έρθει να προσκυνήσει».
Μου κίνησε το ενδιαφέρον, αλλά και την περιέργεια. Σε λίγο διέκρινα κάποιον στην σειρά αρκετά ατημέλητο, με γένια και ακτένιστα μαλλιά. Υπολόγισα πως πρόκειται για τον Βλαδίμηρο. Ρώτησα τον π. Σέργιο και αυτός μου απάντησε: «Όχι δεν είναι αυτός, αλλά ο αμέσως επόμενος». Κοίταξα πίσω και διέκρινα έναν άνθρωπο που δεν έμοιαζε για ασκητής. Ήταν σχετικά καλά ντυμένος, με μικρό περιποιημένο γένι και χοντρά γυαλιά. Ο π. Σέργιος κατάλαβε την απορία μου. «Μην ξεγελιέσαι. Αυτός είναι. Όμως εκτός από μένα και πέντε-έξι ακόμα κανείς δεν τον γνωρίζει. Είναι πολύ απλός και ταπεινός και θέλει να ζει στην αφάνεια. Όταν βγαίνει στον κόσμο, είναι αρκετά περιποιημένος για να μην τον καταλάβει κανείς. Και πράγματι τα έχει καταφέρει. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι γύρω του, βλέποντας έναν αξιοπρεπή κύριο, δεν μπορούν να υποψιαστούν τι θησαυρός κρύβεται ανάμεσά τους».
Ο Βλαδίμηρος πλησίασε. Προσκύνησε τον σταυρό με ευλάβεια. Ήλθε να πάρει ευχή. Δεν έχασα την ευκαιρία. Κράτησα το χέρι του. Λίγα δευτερόλεπτα σιωπής.
- Νιώθω ότι οι καρδιές μας έχουν κάτι κοινό, ψέλισα αμήχανα.
Χαμογέλασε. Με κοίταξε στα μάτια.
- Κι εγώ, απάντησε το ίδιο αμήχανα.
- Πως πάει ο αγώνας εκεί στην έρημο;
- Με την χάρη του Θεού αγωνιζόμαστε.
- Έχεις πολύ καιρό εδώ στην Σιβηρία;
- Κοντεύω τα δέκα χρόνια.
- Φαίνεσαι νέος άνθρωπος.
- Είμαι σαράντα χρονών.
- Τι σ’ έκανε να αφήσεις την Πετρούπολη, την καριέρα σου και να βρεθείς στην ερημιά της Σιβηρίας;
- Δεν μπορώ να απαντήσω εύκολα. Μία εσωτερική παρόρμηση, η χάρη του Θεού, η αγάπη για την ερημιτική ζωή. Αγαπώ πολύ την ησυχία.
- Πως περνάς την μέρα σου;
- Με την προσευχή και την μελέτη. Ζωγραφίζω και εικόνες σαν διακόνημα.
- Τι διαβάζεις κυρίως;
- Αγαπώ πολύ τον αββά Ισαάκ τον Σύρο, τον αββά Δωρόθεο και τους άλλους Πατέρες.
- Ποιές είναι οι μεγαλύτερες δυσκολίες ενός ερημίτη;
- Είναι πολλές. Και πρακτικές και πνευματικές. Οι πειρασμοί και οι επιθέσεις του πονηρού είναι πολλές φορές έντονες. Συχνά μου χτυπούν δυνατά την πόρτα, φωνάζουν, απειλούν. Μία μέρα κτυπούσαν την πόρτα και φώναζε μία άγρια γυναικεία φωνή. Άρχισα το «Κύριε ελέησον». Η φωνή αγρίεψε πιο πολύ. «Τι λες το “κύριε ελέησον”; Άνοιξέ μου γρήγορα». Φοβήθηκα πάρα πολύ, απ’ την κορφή ως τα νύχια.
- Πως αντέχεις;
- Κάνω υπομονή, πολλή υπομονή. Ελπίζω στο έλεος του Θεού.
- Τον χειμώνα πως αντέχεις μέσα στο πολικό κρύο;
- Το αντιμετωπίζω. Κόβω ξύλα, έχω φτιάξει μία σόμπα και ζεσταίνομαι.
Του έδωσα μία εικόνα του αγίου Νεκταρίου. Στο κάτω μέρος, σε ειδική θήκη, υπήρχε μικρό λείψανο του αγίου.
- Ευχαριστώ πολύ. Γνωρίζω τον άγιο Νεκτάριο. Είναι πολύ γνωστός σ’ όλη την Ρωσία. Και πολύ θαυματουργός. Κυρίως θεραπεύει τους καρκινοπαθείς!
- Πράγματι, έτσι είναι.
- Ευχαριστώ που μας φέρατε και τον Τίμιο Σταυρό. Όταν τον αντίκρυσα, σπαρτάρισε η καρδιά μου. Ήταν μεγάλη ευλογία για μένα να προσκυνήσω. Ήλθα έπειτα από δύο χρόνια εδώ και μόνο για τρεις μέρες. Και συνέπεσε να βρίσκεται εδώ ο Σταυρός. Ευχαριστώ τον Θεό γι’ αυτή την αγαθή σύμπτωση. Φεύγω πιο δυνατός.
- Με τα πόδια θα γυρίσεις;
- Όχι, είναι πολύ μακριά. Κάνω ωτοστόπ μέχρι ένα σημείο και από εκεί με τα πόδια.
- Χάρηκα πολύ για την γνωριμία. Ο Θεός να σε ενισχύει!
- Ευχαριστώ πολύ! Να με θυμάστε στις άγιες προσευχές σας.
- Και εσύ όλους μας. Εύχομαι να ξανασυναντηθούμε.
Ίσως η ευχή να ήταν τυπική. Πως να ξαναβρεθεί κανείς σε αυτά τα μέρη και μάλιστα στο ασκητήριο; Και όμως, πολύ σύντομα πραγματοποιήθηκε.
Στο ασκητήριο του Βλαδίμηρου
Ένα μήνα αργότερα βρέθηκα στην Μόσχα για δεκαπέντε μέρες με τον Τίμιο Σταυρό, προσκεκλημένος από τον πατριάρχη Ρωσίας κ. Αλέξιο. Οι μέρες ήταν πολλές. Η παραμονή τόσες μέρες στην Μόσχα θα ήταν πληκτική. Το κυκλοφοριακό χάος και όλα τα προβλήματα μιας μεγαλούπολης κάνουν την ζωή αφόρητη. Ευκαιρία για απόδραση. Η απόσταση για το Σοβέτσκι μόνο (!) τρεις ώρες με το αεροπλάνο. Όσο Αθήνα-Μόσχα. Τηλεφωνήσαμε στον π. Σέργιο: «Αν έλθουμε, θα μπορέσουμε να πάμε στον Βλαδίμηρο;». Ο π. Σέργιος δέχτηκε με πολλή χαρά. Με μία μόνο ένσταση. Να βοηθήσει ο καιρός, κυρίως να μην χιονίζει, γιατί η περιοχή είναι δύσβατη κι επικίνδυνη.
Ετοιμαστήκαμε γρήγορα. Ήμασταν τρεις από την Ελλάδα και ο μεταφραστής μας. Το πρώτο πρόβλημα ήταν το αεροπλάνο. Δυστυχώς ήταν κλεισμένες όλες οι θέσεις. Αναγκαστήκαμε να πάμε μέσω Τιουμέν και Χάντι Μανσίνκ. Τρεις πτήσεις, συνολικά έξι ωρών και με αεροσκάφη που θα έπρεπε πολλά χρόνια πριν να έχουν αποσυρθεί.
Ο π. Σέργιος μας φιλοξένησε στο σπίτι του, δίπλα στην εκκλησία. Την άλλη μέρα μας ξύπνησε από τις πέντε το πρωί. Έφερε παλιά ρούχα και μεγάλες ψηλές γαλότσες. Βγήκαμε στον δρόμο. Η μέρα φαινόταν καλή, αλλά το κρύο ήταν τσουχτερό. Δύο μεγάλα τζιπ μας περίμεναν. Μαζί μας ο π. Σέργιος και άλλοι πέντε ενορίτες του, συνηθισμένοι σε περιπέτειες.
Ακολουθήσαμε τον δημόσιο δρόμο ανατολικά με κατεύθυνση την πόλη Ουράμ. Το τοπίο συνηθισμένο σιβηρικό. Δάση απέραντα, συχνά καμένες εκτάσεις, ποτάμια, λίμνες, βάλτοι. Και βέβαια ο ανοιχτός ορίζοντας. Δεν υπάρχουν βουνά, ούτε λόφοι για να εμποδίζουν την θέα. Έπειτα από τρεις ώρες και εκατόν πενήντα χιλιόμετρα πορεία σταματήσαμε σε ένα ποτάμι μέσα στο δάσος. Ο Ντίμα, ένα νέο παιδί που ξεχώριζε για την ευγένεια και την καλοσύνη του, προσφέρθηκε να πάει να βρει το καλύβι του Βλαδίμηρου, γιατί είχαν τέσσερα χρόνια να τον επισκεφθούν και δεν θυμόταν που είναι ακριβώς. Όταν το εύρισκε, θα γύριζε να μας πάρει.
Μείναμε οι υπόλοιποι πίσω. Ο π. Σέργιος μας κάλεσε να μαζέψουμε μανιτάρια. Μας έδειξε ποιά είναι τα δηλητηριώδη. Όσα είναι όμορφα και πολύχρωμα. Πράγματι, ήταν σαν να τα είχε ζωγραφίσει κανείς. Μετά πήγαμε στο ποτάμι. Τρεις ψαράδες μαζεύουν τα δίχτυα, που ήταν γεμάτα ψάρια. Μας χάρισαν μάλιστα μια σακούλα ψάρια. Έπειτα από μία ώρα ο Ντίμα επέστρεψε και μας ανακοίνωσε ότι βρήκε το σπίτι, αλλά ο Βλαδίμηρος έλειπε.
Απογοήτευση! Να φτάσουμε ως εδώ και να μην τον βρούμε; Παρ’ όλα αυτά, αποφασίσαμε να πάμε. Το δάσος δύσβατο, χωρίς μονοπάτι. Συχνά γινόταν τόσο πυκνό, που αναγκαζόμασταν να σπάμε τα κλαδιά. Ο μεγάλος κίνδυνος είναι οι βάλτοι που κρύβονται κάτω από τα χορτάρια. Ο ένας από την παρέα μας, άμαθος όπως όλοι μας, έπεσε σε ένα λάκκο. Βούλιαξε ως το γόνατο. Ευτυχώς οι γαλότσες ήταν ψηλές. Τον βγάλαμε με δυσκολία. Συνεχίσαμε πιο προσεκτικά. Το δάσος έγινε πιο δύσβατο. Ώρα είναι να βγει καμιά αρκούδα!
Νέο πρόβλημα παρουσιάστηκε. Ένα μικρό ποταμάκι. Οι όχθες βουλιάζουν και πρέπει να πάρεις φόρα για άλμα. Οι πιο νέοι τα κατάφεραν. Βρέθηκα σε δίλημμα. Τελικά βρήκα την λύση. Έκοψα ένα χοντρό κλαδί, το έβαλα στο ποτάμι -σχεδόν δύο μέτρα ο βυθός- και επιχείρησα… άλμα επί κοντώ! Σε πεντακόσια μέτρα περίπου, βρεθήκαμε σε ένα γαλήνιο δάσος με πανύψηλα μέτρα. Στο κέντρο του δάσους βρισκόταν το ασκητήριο, η μικρή ίζμπα του Βλαδίμηρου, φτιαγμένο από τον ίδιο με την φυσική τεχνική. Οι κορμοί ενώνονται αριστοτεχνικά και δεν υπάρχει πουθενά καρφί για να δεθούν μεταξύ τους. Πάνω από την μικρή πόρτα η ημερομηνία κατασκευής: 1995. Μέσα, το κελλί ήταν πολύ στενό και χαμηλοτάβανο. Δεξιά ένα τραπέζι και στην γωνία το εικονοστάσι. Στο τραπέζι μπροστά από το παράθυρο απλωμένες ντομάτες. Αυτό μας έδωσε την ελπίδα ότι κάπου κοντά είναι και θα γυρίσει. Αριστερά ένα στενό κρεβάτι και πάνω ένα ράφι με λίγα βιβλία. Πήρα στα χέρια μου το πρώτο βιβλίο. Τι έκπληξη! «Στάρετς Ιάκωβος Τσαλίκης», σε ρωσική έκδοση. Βγήκαμε στην αυλή. Ο π. Σέργιος με την παρέα του άναψαν φωτιά, βρήκαν μια παλιά, καπνισμένη κατσαρόλα και έβαλαν να φτιάξουν ψαρόσουπα. Ο Ντίμα έφυγε για το άλλο καλύβι που έφτιαξε ο Βλαδίμηρος πιο βαθιά στο δάσος μήπως τον βρει εκεί. Πέρασαν δύο ώρες ακόμη. Καθήσαμε να φάμε. Ήταν όλα νόστιμα. Όμως η ώρα περνούσε.
Η δεύτερη συνάντηση
Έπειτα από προτροπή του π. Σεργίου φωνάξαμε το όνομά του όλοι μαζί. Πέρασε άλλη μια ώρα. Και τότε μέσα από τα δέντρα εμφανίστηκε ο Ντίμα με τον Βλαδίμηρο.
- Δεν το πιστεύω. Βλέπουν καλά τα μάτια μου; Είναι δυνατόν; αναφώνησε.
Έχασε τα λόγια του. Στιγμές συγκινητικές.
- Μπήκαμε στο κελλί σου και βρήκαμε φρέσκιες ντομάτες. Υπολογίσαμε ότι θα είσαι κοντά.
- Όχι, δεν είναι έτσι. Μάλλον κάποιος κυνηγός θα πέρασε και τις άφησε. Το καλοκαίρι δεν μένω εδώ, γιατί έχει φασαρία.
- Δηλαδή;
- Να, περνούν που και που κάποιοι κυνηγοί κι εγώ θέλω την ησυχία. Έχω φτιάξει κι ένα άλλο καλύβι πιο πέρα. Για να έρθει κανείς εκεί, πρέπει να έχει βάρκα για να περάσει το ποτάμι που είναι μεγάλο. Έτσι δεν με ενοχλεί κανείς. Τον χειμώνα έρχομαι εδώ.
- Κι εσύ πως ήρθες;
- Έχω μια μικρή βαρκούλα και περνάω. Άκουσα τις φωνές σας κι έτσι ήρθα. Στον δρόμο βρήκα και τον Ντίμα. Δεν τον πίστεψα ότι ήρθες. Που να το φανταστώ, από την Ελλάδα εδώ στην άκρη της γης…
Έβγαλε από το σακίδιό του φρέσκα ψάρια και παστά. Ετοιμάστηκαν κι αυτά σύντομα. Με πήρε παράμερα και μου είπε:
- Θέλω να σε ευχαριστήσω. Όπως σου είχα πει, εδώ η ζωή είναι πολύ δύσκολη. Οι επιθέσεις των δαιμόνων είναι ώρες-ώρες έντονες. Πολλές φορές παραλύω. Δεν έχω κουράγιο για τίποτα. Ούτε έχω διάθεση για προσευχή, για μελέτη. Μία παράλυση, μία ακηδία… Από την αρχή του καλοκαιριού αρρώ­στησα.Ένας λόγος που ήρθα τότε στο Σοβέτσκι ήταν να με δει ένας γιατρός. Μου είπε ότι δεν βρίσκει κάτι, αλλά χρειάζεται να δυναμώσω, να τρώω καλά. Τι να του εξηγήσω όμως; Γύρισα πίσω με το πολύτιμο δώρο σου, την εικόνα του αγίου Νεκταρίου. Μεγάλος άγιος! Με θεράπευσε. Και μου συμπαραστέκεται στους πειρασμούς, τώρα τους αντιμετωπίζω χωρίς φόβο. Κάθε μέρα του διαβάζω τους χαιρετισμούς του.
- Υπάρχουν περίοδοι έντασης και ύφεσης;
- Ναι. Όταν κανείς προσπαθεί και αγωνίζεται περισσότερο, τότε αυξάνει και ο πόλεμος. Όταν ζει πιο απλά, ελαττώνεται.
Τόλμησα μια ερώτηση που από την πρώτη στιγμή τριγυρίζει στο μυαλό μου.
- Δεν είναι επικίνδυνο να ζει κανείς μόνος του, χωρίς πνευματικό οδηγό;
- Είναι πράγματι επικίνδυνο. Ελλοχεύει ο κίνδυνος της πλάνης. Κάποιες φορές οι δαίμονες μου εμφανίστηκαν με την μορφή του Χριστού για να με ξεγελάσουν. Με την χάρη του Θεού το κατάλαβα. Ελπίζω στο έλεος του Θεού να μην με αφήσει. Έχω βέβαια τον πνευματικό μου, αλλά δυστυχώς τον βλέπω πολύ αραιά. Έχω μερικά βιβλία από την διδασκαλία του π. Παϊσίου. Παίρνω δύναμη βλέποντας τους πειρασμούς και τις θλίψεις που πέρασε. Στο δάσος δεν μπορεί να περιμένει κανείς βοήθεια, ούτε από το κράτος, ούτε από τους ανθρώπους, παρά μόνον από τον Θεό. Ειδικά τον χειμώνα όταν είμαι εντελώς αποκλεισμένος. Η καλύβα καλύπτεται από χιόνια για 6-7 μήνες. Η θερμοκρασία κατεβαίνει πολύ χαμηλά. Το -40 είναι συνηθισμένο, αλλά μπορεί να κατέβει και πιο κάτω. Όταν δεν φυσάει, υποφέρεται. Αν όμως φυσάει, είναι ανυπόφορο το κρύο.
- Κυκλοφορούν εδώ άγρια ζώα. Δεν τα φοβάσαι;
- Όχι. Είναι ήρεμα και καλά μαζί μου. Δεν μου επιτίθενται. Τα ταΐζω κιόλας.
- Θα ήθελες να έλθεις κάποτε στην Ελλάδα;
- Πολύ θα το ήθελα, ειδικά στον Άγιον Όρος. Όμως διστάζω. Θεωρώ όχι μόνο το Άγιον Όρος, αλλά όλη την Ελλάδα σαν μία αγία χώρα. Αισθάνομαι ότι σε όποιο κομμάτι της Ελλάδας βρεθώ, θα πατήσω σ’ έναν άγιο τόπο.

Σκέφτηκα: καλύτερα να μας ακούνε παρά να μας βλέπουν. Κοίταξα το πρόσωπό του. Ξεχείλιζε από ευγένεια, αρχοντιά, καλοσύνη, σοβαρότητα. Προχωρήσαμε πιο πέρα. Είχε φτιάξει έναν τεράστιο σταυρό. Δίπλα μου έδειξε την φωλιά ενός τερμίτη, η οποία είχε ύψος ενάμισι μέτρο.
- Τον χειμώνα τι τρως;
- Παστά ψάρια, αποξηραμένα μανιτάρια, φρούτα του δάσους. Πηγαίνω και στο ποτάμι, σπάω τον πάγο και πιάνω φρέσκα ψάρια. Είναι πάρα πολλά. Τα πιάνεις με το χέρι. Νερό πίνω είτε από το χιόνι, είτε από το ποτάμι. Έχω βρει ένα σημείο που βγαίνει λιγότερο θολό.
- Πως δεν έχεις γίνει μοναχός;
- Θεωρώ τον εαυτό μου ανάξιο να ντυθώ το αγγελικό σχήμα. Όμως σιγά-σιγά ωριμάζει μέσα μου. Αλλά δεν βιάζομαι. Περιμένω το θέλημα του Θεού, να δω τι θέλει ο Θεός από μένα.
- Τι κέρδισες όλο αυτό το διάστημα εδώ;
- Μένοντας ο άνθρωπος μόνος μπορεί να καταλάβει, να γνωρίσει τον εαυτό του και τι δυνάμεις υπάρχουν γύρω μας. Αυτό είναι δύσκολο να το καταλάβεις στον κόσμο.
Γυρίσαμε πίσω. Η φωτιά έσβηνε. Η κατσαρόλα κρεμασμένη σ’ ένα κοντάρι, στηριζόταν σε δύο ξύλινες διχάλες. Μία θαυμάσια υπαίθρια και πρωτόγονη κουζίνα έκανε εξαιρτικά την δουλειά της. Ο Βλαδίμηρος χαμογέλασε.
- Πριν από λίγες μέρες είχε χαλάσει και κάθησα να την φτιάξω. Τώρα κατάλαβα γιατί. Θα ερχόσαστε εσείς για να την χρησιμοποιήσετε… Και, ξέρετε, την προηγούμενη νύχτα δεν είχα καθόλου ύπνο. Ίσως επειδή θα έβλεπα πνευματικούς αδελφούς! Πιστέψτε με, θεωρώ την επίσκεψή σας σταθμό στην ζωή μου.
Έβγαλε από το σακίδιό του μία εικόνα της Παναγίας, ζωγραφισμένη από τον ίδιο, αντίγραφο της εικόνας που είχε ο άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ.
- Θέλω να σου την προσφέρω, μου είπε, για να με θυμάσαι στις προσευχές σου.
Κινήσαμε για τον δρόμο της επιστροφής. Ο Βλαδίμηρος μας πήγε από άλλο μονοπάτι, για να δούμε την ομορφιά της φύσης. Αναγκαστήκαμε να περάσουμε τρία ποταμάκια με την δοκιμασμένη μέθοδο του… άλματος επί κοντώ. Σε κάποιο σημείο μας έδειξε ίχνη από την πρώτη του καλύβα. Έπειτα από μία ώρα φτάσαμε στα αυτοκίνητα. Οι στιγμές του αποχωρισμού πάντα δύσκολες και φορτισμένες.
- Μάλλον δεν θα ξαναβρεθούμε, αλλά να ευχηθούμε η χάρη του Θεού να μας αξιώσει να βρεθούμε στην βασιλεία Του.
Τα μάτια του βούρκωσαν.
- Αν προσεύχεσαι, μπορεί να μας ελεήσει ο Θεός. Είμαι αμαρτωλός και θα βρεθώ σίγουρα στην κόλαση.
- Κι εγώ για την κόλαση είμαι, Βλαδίμηρε. Λίγο γνωριστήκαμε, αλλά νιώσαμε να μας συνδέει η αγάπη του Θεού. Γι’ αυτό κι αν βρεθούμε μαζί στην κόλαση, με την αγάπη η κόλαση θα γίνει παράδεισος.
Μας ασπάστηκε συγκινημένος. Προχώρησε λίγο και κοντοστάθηκε. Το βλέμμα του, βλέμμα του ουρανού. Κάτι που δεν θα ξεχάσω ποτέ. Πήρε το σακίδιό του και έφυγε για το ασκητήριο. Για να ζήσει «μόνος μόνω Θεώ», παραδομένος στην αγάπη Του.


πηγή

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...