Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γέρων Εφραίμ Φιλοθείτης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γέρων Εφραίμ Φιλοθείτης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη, Ιουνίου 24, 2015

Αγωνισθῆτε νά ἀποκτήσετε


” Μή χάνετε το θάρρος εἰς τόν αγῶνα · ὁ Χριστός μας ἀοράτως ἵσταται προσέχων ἑκάστου τόν αγῶνα. Λοιπόν ἀγωνίζεσθε εἰς τήν υπομονήν · κράζετε τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ μας , ὅπως ἐμφυτευθῇ μέσα στήν καρδίαν σας , καί γίνετε πλούσιοι εἰς τήν χάριν τοῦ Θεοῦ . Αγωνισθῆτε νά ἀποκτήσετε διάνοιαν καθαράν , ὅπως αἰσθανθῆτε τήν χάριν τῆς Ἁγίας Ἀναστάσεως. ”
 

Γέροντας Εφραίμ ο Φιλοθεΐτης
πηγή

Σάββατο, Ιουνίου 20, 2015

Γέρων Εφραίμ Φιλοθείτης: Ο πόνος εξαγνίζει την ψυχή...


* Ο πόνος εξαγνίζει την ψυχή, την κάνει ταπεινή, πονετική, αγαθή, και έτσι καταστρώνεται το έδαφος για την θεία επίσκεψι.
Όλα τα λυπηρά μας αποστέλλονται, χωρίς κάθε αμφιβολία, για την θεραπεία της νοσούσης ψυχής μας, όπως διά των θλίψεων εμέση το φαρμάκι της ηδυπαθείας και κάθε πάθους.
* Οι ασθένειες, οι θλίψεις και τα βάσανα των χριστιανών διευκολύνουν την κάθαρσι της ψυχής και την συγχώρησι των αμαρτιών.
* Καθώς η γη γίνεται γονιμώτερη, όταν το αλέτρι βαθειά την οργώση, έτσι και η ψυχή τότε γίνεται καρποφόρος στην αρετή, όταν ο πόνος, η ασθένεια βαθειά και συχνά την επισκέπτεται!
* Εάν έλειπαν οι πειρασμοί, η υπερηφάνεια θα μας είχε κάνει άλλους εωσφόρους, αλλά ο Ουράνιος Πατέρας μας, ο Θεός, μας αφήνει τις θλίψεις, για να ταπεινωνώμαστε.
* Στους πειρασμούς ωριμάζει ο άνθρωπος και γίνεται πνευματικός· ενώ χωρίς πειρασμούς είναι άσοφος, άμορφος, άχρηστος, κούτσουρο!
*  Με την υπακοή ο άνθρωπος αποβάλλει κυρίως τον κακό δαίμονα της υπερηφανείας, που φέρνει όλα τα κακά και εισάγει την ταπείνωση.
* Να ταπεινώνεσαι και να εξομολογείσαι, διότι η εξομολόγησις εμπερικλείει την αγιωτάτη ταπείνωση, χωρίς την οποία δεν σώζεται κανείς.
* Η αγαθή συνείδησι έχει σαν αρχή και θεμέλιο την ταπεινοφροσύνη· η δε πονηρά συνείδησι έχει σαν αρχή της την υπερηφάνεια και την ανυπακοή.
* Πρόσεχε την συνείδησι σου· τα έργα σου να είναι γνήσια· όχι άλλο εις το στόμα και άλλο εις την καρδιά σου· αγάπησε την αλήθεια· φοβήσου τον έλεγχο της συνειδήσεως σου· διόρθωνε τον εσωτερικό σου άνθρωπο, για να μη μετανοήσης κατόπιν ματαίως.
* Η μετάνοια αναδημιουργεί τον άνθρωπο. Αυτή εδόθη για να θεραπεύη την ψυχή μετά το βάπτισμα και, εάν αυτή έλειπε, σπανίως θα εσώζετο άνθρωπος. Δι' αυτό η αρετή της μετανοίας δεν έχει τέλος εφ' όσον υπάρχει πνοή ζωής εις τον άνθρωπο, διότι συμβαίνει και οι τέλειοι να σφάλλουν.
* Η μετάνοια είναι ατέλεστος· όλες οι αρετές δύνανται, με την χάρι του Θεο, να τελειοποιηθούν από τον άνθρωπο· την μετάνοια ουδείς δύναται να την τελειοποιήση, διότι μέχρι της τελευταίας μας αναπνοής έχομε ανάγκη της μετανοίας, επειδή σφάλλομε εν ριπή οφθαλμού, οπότε η μετάνοια είναι ακατάκτητος.
* Με την μετάνοια όλα διορθώνονται. Ουδέν υπάρχει, το όποιο να νικά την ευσπλαγχνία του Θεού.
* Ο Θεός παιδεύει σαν πατέρας, για να μας απαλλάξη από υπερβολές και ελλείψεις.
* Μας παιδεύει όχι για να έλθουμε σε απόγνωσι, αλλά για να μετανοήσουμε και διορθωθούμε.
* Όταν υγειώς κρατήσουμε την έννοια της παιδείας των θλίψεων, ακολοθεί πολλή θεϊκή παρηγοριά.

* Με την υπομονή στα παθήματα κάμνουμε το θέλημα του Θεού. Όποιος υπομένει πειρασμό, σε οποιαδήποτε μορφή, επιθέτει φάρμακο στην ψυχή του.
* Ας ακουμπάμε πάντοτε στους ώμους της Παναγίας μας το φορτίον μας και χωρίς άλλο θα βρίσκουμε παρηγοριά στον πόνο και την θλίψι μας.
* Οι άνθρωποι, παιδί μου, χωρίζονται εις αυτό τον κόσμο εις καλούς και κακούς, εις πλουσίους και πτωχούς, εις μορφωμένους και αμορφώτους, εις ευγενείς και αγενείς, εις εξύπνους και ανοήτους. Ενώνονται όμως όλοι εις ένα σημείο. Εις τον πόνο! Διότι όλοι οι άνθρωποι ανεξαιρέτως εις την ζωή τους θα πονέσουν. Καθώς λέγει και ο Ιώβ· «Τέρας, ει τις ευτύχησεν διά βίου». Άρα λοιπόν όλοι οι άνθρωποι ζούμε εις το βασίλειο του πόνου!
Γνωρίζομε ότι ο πόνος είναι κάτι το προσωπικό, που θα χρειασθή κανείς να τον αντιμετωπίση μόνος του. Είναι ο σταυρός του, που οφείλει να τον σηκώση, όπως και ο Σωτήρ του κόσμου, ο Ιησούς, εσήκωσε τον Σταυρό Του, χάριν ημών.
Αναπαύου λοιπόν, παιδί μου, εις το πατρικό χέρι, που αυτό τον καιρό σε χειρουργεί με τον πόνο και ηρέμησε. Δέξου ότι ο Θεός σου τον στέλνει και συμφιλιώσου μαζί του, με τον πόνο, για να μπόρεσης να τον αντιμετώπισης.
Γνωρίζω πόσο δύσκολο είναι αυτό, αλλά σωτήριο· οι άγιοι έχαιραν εις την θλίψι τους, εμείς τουλάχιστο να δεχώμεθα αυτήν με υπομονή, και ο Θεός δεν θα ξεχάση, έστω και αυτή την ελαχίστη προαιρετική υπομονή μας εις το θέλημα του, που εκπροσωπεί ο πόνος.
Συγκέντρωσε, τις ψυχικές δυνάμεις, όταν πονάς, και προσπάθησε να εννοήσης τον σκοπό του πόνου, που δι' αυτού ο Θεός σου ανοίγει τον ουρανό.
Θαρρείς πως Εκείνος που αριθμεί τις τρίχες της κεφαλής δεν γνωρίζει το μέτρο του πόνου σου; ναι, τον γνωρίζει· λοιπόν αναπαύου εμπιστευτικά εις τον ουράνιο Πατέρα μας.
Μην αποκάμης· μαζί με τον Χριστό μας θα τα πέρασης όλα, καθώς θα γίνης και κληρονόμος Του εις την άπειρη περιουσία του κοινού Πατρός ημών Θεού.

Γέροντος Εφραίμ Φιλοθεΐτου
ΕΛΠΙΔΟΦΟΡΕΣ ΔΙΔΑΧΕΣ
ΜΕ ΠΑΤΡΙΚΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ "ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ"

Πέμπτη, Ιουνίου 11, 2015

Γέροντας Εφραίμ Φιλοθεϊτης – «Σαν στρατιώτες του Χριστού μας… οφείλουμε να προετοιμασθούμε»






*Λόγοι ενός «αγίου» Γέροντα που μας καλεί να προετοιμαστούμε, με πίστη στο Θεό και ταπείνωση, για τις δύσκολες μέρες..

..Τα δεινά χρόνια πλησιάζουν. Όταν δούμε πολέμους και σεισμούς και διάφορα γεγονότα, εγγύς το τέλος. Περιμένουμε πολλά να μας συμβούν – σύμφωνα με τις προφητείες των αγίων, εις τους έσχατους χρόνους θα συμβούν μεγάλα γεγονότα. Και ο λόγος του Θεού και των αγίων είναι αλήθεια.



Το άθλημα, το οποίον περιμένουμε να δώσουμε είναι για την πίστη στην Θεανθρωπία του Ιησού, αφού βέβαια πιστεύουμε ότι ο Χριστός ήτο Θεός κι έγινε άνθρωπος κι ότι κατέβηκε στη γη, να δώσει τη λύτρωση και να διώξει το σκοτάδι της απιστίας και της αθεϊας. Κι εμείς σαν στρατιώτες του Χριστού μας, αφού αποτελούμε το στράτευμα του Χριστού, οφείλουμε να προετοιμασθούμε, να οπλισθούμε.

Ένα κράτος, όταν αντιληφθεί ότι κάποιο άλλο κράτος ετοιμάζει επίθεση αρχίζει την προετοιμασία της άμυνας και της αντεπιθέσεως. Ούτω πως και εμείς. Και η προετοιμασία είναι γνωστή.

Να πιστεύουμε κατά πρώτον, ότι εάν έχουμε πίστη και ταπείνωση θα ελκύσουμε την Χάρη κι αυτή τη μεγάλη δύναμη του Χριστού, για να μαρτυρήσουμε. Ποτέ να μη πιστέψουμε και να τολμήσουμε να σκεφτούμε, ότι εμείς μόνοι μας έχουμε αυτή τη δύναμη. Θα λέμε: «Εγώ είμαι αδύναμος, είμαι ανίκανος, είμαι αμαρτωλός, είμαι μηδέν, είμαι ο πιο άχρηστος άνθρωπος».

Μόνον η ταπείνωση θα ελκύσει τη δύναμη του Χριστού και θα νικήσει. Διότι όπου ο Χριστός επιφοιτά με την υπερφυσική Του δύναμη, υπέρ φύσιν ποιεί πράγματα. Μη νομίσετε ότι με τις προσωπικές και ανθρώπινες δυνάμεις θα αντιμετωπίσουμε οιανδήποτε ενέργεια και επέμβαση του διαβόλου και των συνεργατών του. Ποτέ. Ο άνθρωπος είναι ασθενικός, δεν έχει καμιά δύναμη να αντιμετωπίσει όλα αυτά τα δεινά, παρά μόνο με τη δύναμη του Θεού.

Να πιστέψουμε ότι, όταν ο Θεός μας καλέσει σε αυτό το μαρτύριο, θα δώσει «συν τον πειρασμό και την έκβασιν» (Α΄Κορινθ. ι΄13) κι ότι όταν εν ταπεινώσει δεχθούμε να δώσουμε αυτή τη μαρτυρία, θα πάρουμε τη Χάρη του Θεού, για να νικήσουμε τον πονηρό και να στεφανωθούμε…

*από το βιβλίο: «ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΟΜΙΛΙΕΣ» – Γέροντος Εφραίμ Φιλοθεϊτου (Εκδόσεις Ορθόδοξος Κυψέλη).    
 πηγή

Δευτέρα, Μαΐου 25, 2015

Γέροντας Εφραίμ Φιλοθεΐτης: Τον εγωιστή άνθρωπο ο εγωισμός τον ρεζιλεύει και τον θεατρίζει...



Σήμερα θα μιλήσουμε για την μεγάλη πνευματική ασθένεια που λέγεται εγωισμός.
Ο εγωισμός είναι ένα παράλογο πάθος που μαστίζει κυριολεκτικά όλο το ανθρώπινο γένος· όλοι οι άνθρωποι πάσχουμε από αυτή τη μεγάλη ασθένεια.

 Τον εγωιστή άνθρωπο ο εγωισμός τον ρεζιλεύει και τον θεατρίζει. Αυτόν τον εγωισμό καλούμεθα από το Θεό να αγωνιστούμε, να τον καταπολεμήσουμε, για να απαλλαγούμε απ’ αυτόν.

Ο παλαιός άνθρωπος είναι η εμπαθής κατάσταση της ψυχής και στην κυριολεξία είναι εγωισμός.
Όλα τα πάθη, όλα τα αμαρτήματα, όλες οι πτώσεις, έχουν την αρχή τους, την αφετηρία τους στον εγωισμό. Μεγάλο κακό. Δεν αφήνει τον άνθρωπο ήσυχο· τον τυραννά νύχτα – μέρα. Όλοι γενικά οι άνθρωποι πάσχουν από αυτό το κακό, και περισσότερο από όλους εγώ ο αμαρτωλός…
Στον πρώτο καιρό που ήμουνα κοντά στον άγιο Γέροντά μου, όταν πρωτοπήγα κοντά του εκεί σ’ εκείνον τον απαράκλητο τόπο της ερήμου, εκεί κοντά σ’ αυτόν τον άνθρωπο, γνώρισα και είδα στην πράξη τον εγωισμό μου.
Όταν ήμουν στον κόσμο, οι άνθρωποι της Εκκλησίας με νόμιζαν ότι ήμουν ένα αγιασμένο παιδί. Εγώ αντιδρούσα σ’ αυτούς τους χαρακτηρισμούς, πλην όμως σιγά-σιγά οι έπαινοι μου κάνανε κακό. Και το κακό, αυτό το είδα στη πράξη, όταν έβαλα την κατά Θεόν αρχή να θεραπευθώ ψυχικά από όλα μου τα πάθη.
Όταν πρωτοπήγα στο Γέροντα Ιωσήφ, από την πρώτη μέρα αμέσως άρχισε την επίβλεψή του, άρχισε τη θεραπεία του. Και με μεταχειριζόταν αυστηρά· με ήλεγχε συνέχεια, με μάλωνε, και με κούραζε αρκετά, διότι ήμουν αδύνατος ψυχικά.
Είναι αλήθεια ότι, όταν μου έκανε τους ελέγχους, δηλαδή όταν έβαζε το φάρμακο πάνω στην πληγή μου, εγώ πονούσα. Ο εγωισμός μου κλωτσούσε μέσα μου και μου έλεγε· γιατί μόνο σε μένα ο Γέροντας εξασκεί αυτή την αυστηρή παιδεία, γιατί να με μαλώνει, γιατί και γιατί…; Εγώ με την ευχή του Γέροντά μου αντιδρούσα, αντέλεγα, άνοιγα μαζί του πόλεμο. Και πολλές φορές, μετά από έναν κραταιό αγώνα, πήγαινα μέσα στο κελάκι μου και έπαιρνα τον Εσταυρωμένο και έκλαιγα επάνω του και του έλεγα:
«Ιησού μου γλυκύτατε! Εσύ που ήσουν ο αναμάρτητος Θεός, υπέμεινες τόσα και τόσα κακά, τόση αντιλογία, τόσες ύβρεις και χλευασμούς από ένα τόσο μεγάλο πλήθος ανθρώπων που σε μισούσαν και είχαν μεγάλη κακία απέναντι σου. Και εσύ με ανεξικακία όλα αυτά τα υπέμεινες για τη δική μου αγάπη και σωτηρία. Και εγώ ένας αμαρτωλός άνθρωπος, ένας εμπαθής και ελεεινός να διαμαρτύρομαι και να λέω, γιατί μου βάζει ο Γέροντας το πικρό φάρμακο της σωτηρίας μου; Άξια αυτών που έπραξα απολαμβάνω. Επομένως δεν έχω ούτε μια δικαιολογία αλλά μόνο πρέπει να κάνω υπομονή να σηκώσω το Σταυρό τον οποίο μου χάρισε η αγαθότητά Σου προς σωτηρία μου».
Αυτά του έλεγα του Χριστού και πράγματι δεχόμουνα μεγάλη ανακούφιση. Μετά από ένα τέτοιο κλάμα ένοιωθα μια δύναμη μέσα στην καρδιά μου, στο να υπομείνω μέχρι τέλους, έως ότου να σταυρωθώ ψυχικά για να δεχθώ στη συνέχεια την ανάσταση της ψυχής μου.
Πολλά παραδείγματα αγίων ανθρώπων μας δίνουν πολύ κουράγιο για να σηκώσουμε και εμείς αυτόν το σταυρό, αυτή τη δυσκολία στην αντιμετώπιση του τρομερού εγωισμού.
Κακό πάθος, δύσκολο. Την καρδιά την έχει περιπλέξει πολύ δύσκολα. Γι’ αυτό ο μεγάλος Πατέρας της ερήμου, ο Ποιμήν, λέει, ότι, εκείνος που θέλει να ξεριζώνει τα πάθη του, πονάει και αιμορραγεί. Και πράγματι έτσι έχει η αλήθεια.
Όταν κάποιος μας ελέγξει, μας προσβάλει, αμέσως μέσα μας γίνεται ένα κλώτσημα, μια δυσκολία εσωτερική, μια στενοχώρια, ένας πνιγμός, μια πίεση που μας σπρώχνει να αντιμιλήσουμε, να ανταποδώσουμε, να θυμώσουμε σ’ αυτόν τον άνθρωπο που μας έκανε τον μεγάλο. Εκείνη την ώρα χρειάζεται σφίξιμο, χρειάζεται να καταπιούμε μέσα βαθειά στη ψυχή μας, το φαρμάκι αυτό του εγωισμού. Να πνίξουμε το θηρίο που έρχεται να βγει προς τα έξω για να μας ενοχοποιήσει. Και όταν στη συνέχεια, σε κάθε τέτοια περίπτωση, αντιμετωπίσουμε το κακό κατ’ αυτό τον τρόπο, πνίγοντας το θηρίο όταν πρόκειται να βγει προς τα έξω, με το πέρασμα του χρόνου, εσωτερικά θα ψοφήσει. Όταν ένα θηρίο το κλείσει κανείς μέσα σ’ ένα κλειστό χώρο και δεν το τροφοδοτεί, δεν του ρίχνει τροφή, κατά φυσική συνέπεια, μετά από ένα διάστημα χρόνου θα πεθάνει. Έτσι και με το θηρίο αυτό του εγωισμού, εάν δεν το τροφοδοτούμε με υποχωρήσεις, με τη χάρη του Θεού σιγά-σιγά θα εκλείψει.
Μια παρθένος πήγε στον Αββά Παμβώ και του λέγει: «Αββά, εγώ νηστεύω πολύ και τρώω ανά επτά ημέρες. Κάνω και διάφορες άλλες ασκήσεις. Έχω αποστηθίσει τη Πάλαια και Καινή Διαθήκη. Τί μου υπολείπεται ακόμη να πράξω, ώστε να φθάσω στην τελειότητα;»
Ο σοφός γέροντας της λέει:
-Παιδί μου, όταν κανείς σε βρίσει, σε χλευάσει, σου φαίνεται μέσα σου σαν να σε επαινεί;
-Όχι.
-Όταν σε επαινεί κάποιος, σου φαίνεται μέσα σου σαν να σε βρίζει;
-Όχι Αββά.
-Άντε παιδάκι μου πήγαινε, λέει, και τίποτα δεν έχεις κάνει μέχρι τώρα.
Ο Αββάς Ποιμήν είχε άλλους έξι αδελφούς. Ο μεγαλύτερος ήταν ο Αββάς Ανούβ. Και κάποτε όλοι μαζί πήγανε και κατοικήσανε σε ένα κελί, σε ένα παλιό ειδωλολατρικό ναό που έξω από αυτόν ήταν στημένο ένα άγαλμα, μία θεότητα. Και κάποια μέρα ο Αββάς Ανούβ, κατά παράδοξο τρόπο, πήγε και άρχισε να ρίχνει πέτρες στο άγαλμα και να το βρίζει. Την άλλη μέρα πήγε και το προσκυνούσε και του έλεγε πολλά επαινετικά λόγια.
Όταν είδαν τον Αββά να κάνει κάτι τέτοιο, οι αδελφοί τον ρώτησαν:
-Γέροντα μ’ αυτό που έκανες τί θέλεις να μας διδάξεις;
-Να, λέγει, όταν με είδατε που πήγα και το λιθοβολούσα και το έβριζα το είδωλο αυτό, μου απαντούσε;
-Όχι.
-Όταν την άλλη μέρα, είδατε να το προσκυνώ και να το επαινώ, είδατε πάλι να μου πει τίποτα;
-Όχι, Αββά.
-Ε, αν θέλετε κι εσείς να μείνουμε όλοι μαζί και να βιώσουμε με αγάπη, έτσι πρέπει να κάνουμε.
Να υπομένουμε ο ένας τον άλλο.
Ο εγωισμός είναι μια κληρονομιά που δεχθήκαμε από τους πρωτοπλάστους, από τον Αδάμ και την Εύα. Και οι πρωτόπλαστοι νικήθηκαν από το διάβολο, τον εωσφόρο. Εκείνος ξεκίνησε το θέμα.
Ο εωσφόρος είχε το πρώτο τάγμα των αγγέλων. Ήταν το πλησιέστερο προς τη δόξα του Θεού. Απολάμβανε την πρώτη χάρη. Δεχόταν τις πληροφορίες, τις αποκαλύψεις πιο μπροστά από τα άλλα 9 τάγματα. Για όλη αυτή τη δόξα του και τη χάρη του, σκέφτηκε πονηρά κατά του Θεού. Έλεγε στο λογισμό του: «Γιατί ο Θεός να είναι τόσο ψηλά; Γιατί να έχει αυτή τη δόξα; Γιατί να τον προσκυνούμε; Γιατί να του υποτάσσονται τα πάντα. Και εγώ δεν μπορώ να γίνω Θεός; Θ’ ανεβώ κι’ εγώ ψηλά και θα καθίσω δίπλα Του, θα γίνω και εγώ όμοιός Του. Και θα με προσκυνούν τα πάντα. Και θα έχω και εγώ την ιδία δόξα.
Όταν σκέφτηκε αυτά και τα πίστεψε, αμέσως ο Θεός τον απέρριψε από το πρόσωπό Του, τον πέταξε κάτω. Όλο το τάγμα χάθηκε στην άβυσσο. Έτσι και κάθε υπερήφανος και εγωιστής· αποβάλλεται από το Θεό.
Ο διάβολος, ο εωσφόρος, δεν αρκέστηκε στη δική του μόνο πτώση. Φθόνησε και τον άνθρωπο τον οποίον είχε πλάσει με ιδιαίτερο τρόπο ο Θεός και τον είχε κάνει βασιλέα μέσα στον παράδεισο, και σε όλη την κτίση. Σου λέει: «Γιατί αυτός να απολαμβάνει τέτοια ευτυχία; Όχι. Και αυτός πρέπει να προσβάλει το Θεό και αυτός δεν πρέπει να Του υποτάσσεται· και αυτός πρέπει να πλανηθεί. Τον πλησιάζει και του ψιθυρίζει τα ίδια πράγματα, με το να του πει· «γιατί ο Θεός να σου απαγορεύσει να φάς από αυτό τον καρπό· αυτό είναι πονηριά του Θεού, για να μη γίνεις κι εσύ Θεός, ώστε να γνωρίζεις το καλό και το κακό, το πονηρό και το αγαθό· φάε και θα δεις ότι θα γίνεις Θεός».
Τον άκουσε ο πρωτόπλαστος και στη συνέχεια έγινε το παραπάτημα· γνώρισε στην πράξη ότι έπρεπε να πειθαρχήσει στην εντολή του Θεού. Η υπερηφάνεια και ο εγωισμός έβγαλε τους πρωτοπλάστους από τον παράδεισο του Θεού. Κληρονομήσαμε και μείς σαν μια περιουσία τον εγωισμό αυτό και τώρα υποφέρουμε και αγωνιζόμαστε μέχρις αίματος για να απαλλαγούμε.
Ο μοναχισμός είναι το άμισθο ιατρείο· είναι η κλινική του Θεού, που έρχεται ο άνθρωπος για να γίνει καλά. Τον καλεί ο Θεός με κλήση αγία και τον φέρνει με την αγάπη του σ’ αυτό το ιατρείο.
Ο άνθρωπος ζητά τη θεραπεία του και φωνάζει: Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με.
-Ναι, θα σε ελεήσω, απαντά ο Θεός. Και αρχίζει ο ιατρός των ψυχών και των σωμάτων τη θεραπεία.
Μας στέλλει διάφορες θλίψεις, επιτρέπει πειρασμούς. Και όλα αυτά είναι τα φάρμακα, τα πικρά φάρμακα που θεραπεύουν τη ψυχή του ανθρώπου.
Βέβαια, κανείς δεν μπορεί να πει ότι στον καιρό της εγχειρήσεως ή της ιατρικής επεμβάσεως δεν πονά, δεν αγωνίζεται να ξεπεράσει το πόνο και τη θλίψη· ωστόσο όμως στο τέλος της θεραπείας γίνεται ψυχικώς καλά.
Όταν ο Γέροντας μου ήταν αρχάριος στην έρημο, ήταν στην υποταγή του γέροντα Εφραίμ, ενός απλού ανθρώπου. Ήταν ένα γεροντάκι ευλογημένο. Κάποτε ένας γείτονας μοναχός, δεν γνωρίζω τί είχε συμβεί, το έθλιβε το Γεροντάκι. Ο παππούς φώναζε διότι δεν μπορούσε να τα βγάλει πέρα. Διαμαρτυρόταν, έβγαζε φωνές, τσίριζε… Ο Γέροντας ο δικός μου, νέο παιδί, δυνατό που μπορούσε να τα βάλει με δέκα ανθρώπους, όταν άκουγε το Γέροντά του να φωνάζει έξω και ο άλλος να σηκώνει το ανάστημά του, μέσα του άρχιζε να βράζει ο θυμός και η οργή. Μόλις είδε τον κίνδυνο ότι αν βγει έξω δεν μπορούσε να προβλέψει τί θα συνέβαινε, σαν νέος που ήταν, αμέσως τρέχει στην εκκλησία, γονατίζει κι’ αρχίζει να φωνάζει: «Παναγία βοήθησε με». Και άρχισε να κλαίει· να κλαίει, και να παρακαλεί, ώστε να επέμβει η Παναγία να βοηθήσει μη τυχόν και σ’ αυτή την κατάσταση βγει έξω. Και αφού έκλαψε πολύ, και έχυσε πολλά δάκρυα, τότε είδε το θηρίο του εγωισμού και τού θυμού να μαλακώνει και να υποχωρεί. Όταν είδε ότι ήρθε σε μια κατάσταση που μπορούσε να βγει έξω και να μιλήσει με πραότητα και ηρεμία, βγήκε και απάλλαξε, βέβαια με ήρεμο τρόπο και με ευγένεια, τον γέροντα από το γείτονα. Και αυτό μας το έλεγε σαν παράδειγμα του πώς αντιμετωπίζεται ο εγωισμός στη πράξη.
Έρχεται και στον μοναχό ο πειρασμός και του ψιθυρίζει παραπλήσια πράγματα με εκείνα που ψιθύρισε στον Αδάμ. Αν ο Γέροντας τον μαλώνει ή του κόβει το θέλημα, διαμαρτύρεται μέσα ο εγωισμός και ψιθυρίζει στο μοναχό να αντιλογήσει, να φιλονικήσει, να στήσει το δικό του θέλημα· μ’ αυτό τον τρόπο δεν πρόκειται να θεραπευθεί ποτέ.
Ο μοναχός πρέπει να έχει συνεχώς την προσοχή για να αντιμετωπίζει την κάθε περίπτωση, τον κάθε πειρασμό με επιτυχία, ώστε με τη χάρη του Θεού να απαλλαγεί από τον παλαιό άνθρωπο. Στη θέση του παλαιού να μπεί ο νέος, ο κατά Χριστόν, ο άνθρωπος της απάθειας και της αναστάσεως.
Ο αγώνας δεν είναι μικρός, ούτε και σε λίγο χρόνο κατορθώνεται η νίκη και ο θρίαμβος κατά του εγωισμού. Μεγάλο θηρίο. Πολυκέφαλο.
Ο Όσιος Εφραίμ λέει: «Με λιοντάρι καταπιάστηκες; Πρόσεξε μη σου συντρίψει τα οστά.»
Αυτό το θηρίο είναι ο Ε γ ω ι σ μ ό ς. Σαν λιοντάρι παραφυλάει και μας επιτίθεται. Εμείς πρέπει να έχουμε στα χέρια μας το όπλο και το μαχαίρι της αντιρρήσεως κατά των λογισμών.
Οι τύραννοι των χριστιανών στους χρόνους των διωγμών προσπαθούσαν να παρασύρουν τους Μάρτυρες στο να αρνηθούν τη Θεότητα του Χριστού. Τους υπόσχονταν πολλά· πλούτη, δόξες τιμές. Οι Μάρτυρες όμως δεν υποχωρούσαν. Θριαμβευτικά ομολογούσαν τη πίστη στο Χριστό και στο τέλος δέχονταν το στεφάνι του μαρτυρίου, και έτσι ο Χριστός δοξαζόταν.
Και τώρα οι τύραννοι των παθών μας πιέζουν. Τα πάθη μας υπόσχονται, αν υποχωρήσουμε, απόλαυση και ικανοποίηση. Δεν πρέπει ο μοναχός να υποχωρεί σε μια τέτοια βία, αλλά να αντιστέκεται με όλη την ανδρεία της ψυχής και να περιμένει μετά από μια νόμιμη πάλη το στεφάνι του μαρτυρίου.
Οι Μάρτυρες μαρτύρησαν σε λίγο χρόνο. Πολλοί μάρτυρες σε λίγα λεπτά δεχθήκανε το στεφάνι. Ο μοναχός μαρτυρεί συνέχεια, σε όλη του τη ζωή. Όχι σε ένα τύραννο άλλα σε πολλούς. Κάθε πάθος και ένας τύραννος. Γι’ αυτό όχι λιγότερο θα στεφανωθούν οι μοναχοί που θα αντισταθούν στη βία των παθών και θα ομολογήσουν την καλή ομολογία της ασκήσεως, της μη υποχωρήσεως.
Μας σπρώχνει το πάθος της αντιλογίας. Εμείς πρέπει να βάλουμε εμπόδιο, φράγμα, να ανοίξουμε όρυγμα, να πέσει το άρμα της αντιλογίας μέσα μας.
Ο αγώνας πρέπει να είναι συνεχής. Να μην παρουσιάζουμε κενά· διότι τα κενά τα εκμεταλλεύεται ο διάβολος και σφηνώνει μέσα στα κενά και μας δημιουργεί κατάσταση επικίνδυνη. Η προσευχή πρέπει να είναι ακατάπαυστη. Η προσευχή είναι το όπλο μας. Και μόνο να προσεύχεται κανείς, ο διάβολος δεν τον πλησιάζει εύκολα.
Ας αγωνισθούμε εναντίον κυρίως αυτού του πάθους, διότι από εδώ ξεκινούν όλα. Και το κυρίως φάρμακο κατά του εγωισμού είναι η ταπείνωση. Ο Κύριος μας, μας είπε· «Μάθετε απ’ εμού ότι πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία και ευρήσεται ανάπαυσιν ταις ψυχαίς υμών». Η ταπείνωση και η πραότητα χαρίζουν μια πνευματική ανάπαυση στη ψυχή. Της χαρίζουν φως και βλέπει καθαρότερα τα πράγματα.
Ο Αββάς Ισαάκ ο Σύρος, την ταπείνωση την αποκαλεί «Θεοΰφαντον στολήν». Την ταπείνωση, λέγει, φόρεσε ο Υιός και Λόγος του Θεού και μπόρεσε και κατήλθε εκ των ουρανών, και μπόρεσε η γη να τον δεχθεί χωρίς να καταφλεχθεί.
Η ταπεινοφροσύνη στολίζει τον άνθρωπο. Ο ταπεινός άνθρωπος όπου και αν σταθεί, όπου και αν βρεθεί, σκορπάει μια κατά κάποιο τρόπο μυστηριώδη χάρη και γίνεται αγαπητός και προσφιλής. Την ταπείνωση οι δαίμονες την τρέμουν, όπως ακριβώς συνέβη και με έναν υποτακτικό.
Ένας χριστιανός είχε μια κόρη δαιμονισμένη και την πήγε σε πολλούς γιατρούς αλλά δεν βρήκε τη θεραπεία της. Αυτός ο χριστιανός είχε ένα φίλο, πνευματικό άνθρωπο, ο οποίος είχε σχέση με τους μοναχούς, και λέγοντάς του το παράπονο, τον πόνο του για το κορίτσι του, του λέει εκείνος· «Το παιδί σου θα βρει θεραπεία μόνον όταν καλέσεις ένα μοναχό, υποτακτικό, και έλθει στο σπίτι σου και κάνει μια ευχούλα, θα δεις αμέσως το παιδί σου θα γίνει καλά.
-Και που θα τον βρω εγώ αυτόν τον μοναχό;
-Να! Κάτω στην αγορά κατεβαίνουν, λέει, από την έρημο νεώτεροι υποτακτικοί μοναχοί και πωλούν διάφορα εργόχειρα. Σ’ ένα τέτοιο μοναχό πες του· «Έλα στο σπίτι να σου πληρώσω τα εργόχειρα, διότι τώρα επάνω μου δεν έχω χρήματα». Και πες του να σου κάνει μια ευχή και θα δεις ότι το παιδί σου θα γίνει καλά.
Αυτός αμέσως το πρωί κατεβαίνει στην αγορά, βλέπει ένα νέο μοναχό να πουλά διάφορα, εκεί, εργόχειρα.
Του λέει: Πάτερ, πόσο τα δίνεις αυτά;
-Τόσο. Είπε ο μοναχός.
-Μπορείς να έλθεις μέχρι το σπίτι να σε πληρώσω, γιατί επάνω μου δεν έχω χρήματα;
-Έρχομαι, λέει.
Και αφού προχωρούσαν προς το σπίτι και πλησίαζαν, ο διάβολος μυρίστηκε το πράγμα, ότι ήρθε η ώρα του να πάρει το εξιτήριο του και να φύγει από τον άνθρωπο, ετοιμάστηκε και αυτός. Και μπαίνοντας ο μοναχός μέσα στο σπίτι, τον συναντά η κόρη και σηκώνει το χέρι και του δίνει ένα ράπισμα, του μονάχου. Αυτός, ο μοναχός, γύρισε και την άλλη πλευρά του προσώπου και του δίνει και απ’ εκεί ένα ράπισμα, και αμέσως η κόρη έπεσε κάτω κι’ έβγαζε αφρούς. Και στο τέλος, φεύγοντας το δαιμόνιο είπε, ότι η εντολή του Χριστού με βγάζει και με διώχνει. Και αμέσως το παιδί έγινε καλά.
Ο υποτακτικός αυτός, από την πράξη αυτή φαίνεται ότι ήταν ένας προοδευμένος, ένας πετυχημένος μοναχός ο οποίος θα είχε εξασκηθεί στην παιδία και τη θεραπεία της ψυχής του.
Στην προσευχή μας πάντοτε να παρακαλούμε και να δεόμεθα του Θεού να μας απαλλάσσει απ’ αυτό το θηρίο, τον εγωισμό, και να μας χαρίζει την αγία ταπείνωση της ψυχής .
Γέροντος Εφραίμ, Προηγουμένου της Ιεράς Μονής Φιλόθεου.
το είδαμε εδώ

Δευτέρα, Μαΐου 11, 2015

Την μετάνοιαν ουδείς δύναται να την τελειοποιήσει, Γέροντας Εφραίμ Φιλοθεΐτης (Αριζόνα)

Την μετάνοιαν ουδείς δύναται να την τελειοποιήσει,

Γέροντας Εφραίμ Φιλοθεΐτης (Αριζόνα)

 Η μετάνοια είναι ατέλεστος, όλαι αι αρεταί δύνανται με την χάριν του Θεού,
 να τελειοποιηθούν από τον άνθρωπον. 
Την μετάνοιαν ουδείς δύναται να την τελειοποιήσει, 
διότι μέχρι και της τελευταίας ημών αναπνοής έχομεν ανάγκην της μετανοίας,
 διότι σφάλλομεν εν ριπή οφθαλμού, οπότε η μετάνοια είναι ακατάκτητος.


 Ω, πόσον αγαθός ο Θεός! Δικαίως λοιπόν θα κολασθούν οι συναμαρτωλοί μου0
, διότι παρεγνώρισαν την άπειρον ευσπλαγχνίαν του ουρανίου Πατρός.
 Ενώ λοιπόν ως άνθρωποι σφάλλομεν, μας έρχεται οκνηρόν το να είπωμε
ν το « ήμαρτον »
Και πως θα το είπωμεν, εφ’ όσον έχομεν, εγώ πρώτος, την λήθην και
 την ραθυμίαν με συμβοηθόν την υπερηφάνειαν, ισχυρά εμπόδια προς
 τον δρόμον της ταπεινώσεως! Μας τον έδειξεν ο Χριστός δια του Σταυρού Του, 
αλλά δυστυχώς θεληματικώς κωφεύομεν προς μεγίστην μεταμέλειάν μας.

 Ο χρόνος φεύγει, τα έτη κυλούν και όλο και πλησιάζομεν δια την αιωνιότητα. 
Το βλέπομεν, ενώ μία νάρκη διανοητική μας δεσμεύει, έως να βληθώμεν, 
εγώ πρώτος, εις την κόλασιν! 
Ο Θεός μου, ο λυτρωσάμενος το ανθρώπινον γένος εκ της δουλείας του εχθρού, 
ρύσαι και ημάς από την μέλλουσαν καταδίκην, όταν θα έλθης να κρίνης τον κόσμον,
 αποδίδων εκάστω κατά τα έργα αυτού. Είθε δι’ ευχών σου να εύρω έλεος,
 όταν κρίνεται η ελεεινή μου ψυχή, 
διότι δειλιώ απαντήσαι τω φοβερώ Κριτή ελεγχόμενος υπό του
 ιδίου μου συνειδότος.
Το είδαμε εδώ

Κυριακή, Απριλίου 26, 2015

«Ἡ Εὐχή – Προφορική καί Νοερά» γέροντος Εφραίμ Φιλοθείτου


                                             

Ὁ Γέροντας δέν μᾶς ἔκανε πολλές διδασκαλίες ἤ διαλέξεις περί Νοερᾶς προσευχῆς. Ὄχι ὅτι δέν μποροῦσε, ἀφοῦ ἦταν πραγματικός ἐπιστήμων τῆς Νοερᾶς προσευχῆς, διάδοχος καί συνεχιστής τῆς Νηπτικῆς παραδόσεως, ἀλλά ἐπειδή ἦταν ἐπιφυλακτικός, γιά νά μήν φουσκώσῃ τά μυαλά μας μέ φαντασίες καταστάσεων πού δέν εἴχαμε φθάσει. Ὀλιγόλογες λακωνικές συμβουλές μᾶς ἔδινε κατά τήν διάρκεια τῶν νυκτερινῶν μας ἐξαγορεύσεων, ὑπό τήν μορφή ὑποδείξεων περισσσότερον, μά ἦσαν πάντα μεστές ὠφελείας.
 Ἡ στάσις του ἦταν «προχώρα καί ἐγώ σέ παρακολουθῶ». Καί ὁ λόγος ἐγίνετο πρᾶξις. Μέ τήν εὐχή τοῦ Γέροντα κοπιάζαμε στήν προσευχή. Καί ἐρχόταν φορές νά κάνουμε τρεῖς, τέσσερις, πέντε ὧρες νοερά προσευχή, μέ σκυμμένο τό κεφάλι, καί τόν νοῦ κολλημένο μέσα στό βάθος τῆς πνευματικῆς καρδιᾶς. Καμμιά φορά σήκωνα τό κεφάλι νά πάρω ἀέρα, ἀλλά ἡ γλυκύτητα μέ τραβοῦσε πάλι μέσα στήν καρδιά! Ἡ ψυχή εἶχε γευθῆ καί ἔλεγε:
 «Μή ζητᾶς τίποτε ἄλλο, αὐτό εἶναι. Αὐτός εἶναι ὁ πολύτιμος οὐράνιος θησαυρός. Ἀπόλαυσέ τον!»
Ἀλήθεια! Πολλές φορές οἱ προσευχές τοῦ Γέροντός μου μέ βοήθησαν νά ἀποκτήσω πνευματική αἴσθησι τῆς θείας Παρουσίας. Ἀλλά ἐμεῖς οἱ νεώτεροι ἦταν ἀδύνατον νά φθάσουμε τίς πνευματικές πτήσεις τοῦ ὑψιπέτου Γέροντος Ἰωσήφ.
Τό πρῶτο πού ζητοῦσε ὁ Γέροντας, μόλις κάποιος ἀδελφός προσετίθετο στή συνοδεία μας, σάν πρώτη νουθεσία, σάν πρώτη βία ἦταν: ἡ σιωπή καί ἡ εὐχή.
  • Παιδί μου, τήν εὐχή. Θέλω νά σ᾿ ἀκούω νά λές τήν εὐχή καί ὄχι νά ἀργολογῇς.
 Ἤξερε αὐτός ὁ ἐμπειρότατος καθηγητής τῆς Νοερᾶς προσευχῆς, ὅτι ἐάν ὁ ἀρχάριος σιωπήσῃ καί ἀδολεσχήσῃ στήν εὐχή, θά βάλῃ καλή ἀρχή καί θά ἔχῃ πλούσιες τίς δωρεές τοῦ Θεοῦ στό μέλλον, διότι, τόνιζε:
 «Ὀφείλει ὁ μοναχός εἴτε τρώει εἴτε πίνει εἴτε κάθεται εἴτε διακονεῖ εἴτε περπατεῖ εἴτε κάνει ὅ,τιδήποτε νά φωνάζῃ ἀδιαλείπτως τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με». Ἔτσι τό ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ κατερχόμενο στό βάθος τῆς καρδιᾶς, θά ταπεινώσῃ τόν δράκοντα, θά σώσῃ καί θά ζωοποιήσῃ τήν ψυχή. Νά ἐπιμένῃς, λοιπόν, ἀδιάλειπτα στήν ἐπίκλησι τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, γιά νά καταπιῇ ἡ καρδιά τόν Κύριο καί ὁ Κύριος τήν καρδιά καί νά γίνουν τά δύο ἕνα».
Καί ὁ Γέροντας συνεχῶς μᾶς παρακολουθοῦσε στό νά βιώνουμε τήν σιωπή μέ τήν προσευχή. Καί γι᾿ αὐτό μᾶς ἔλεγε:
  • Ἀπό ἐσᾶς δέν θέλω τίποτε. Ἐγώ θά μαγειρεύω, ἐγώ θά σᾶς διακονῶ. Ἀπό σᾶς θέλω μόνο μέρα-νύχτα σιωπή, εὐχή, μετάνοια καί κυρίως δάκρυα. Τίποτε ἄλλο δέν θέλω, μόνο βία στήν προσευχή καί δάκρυα μέρα-νύχτα. Διότι, ὅταν ἐρχώμεθα ἀπό τόν κόσμο, ὁ νοῦς μας εἶναι πολύ φορτωμένος ἀπό πάθη, προλήψεις, σκέψεις, λογισμούς. Διαστροφές καί τόνους ἐγωϊσμοῦ καί κενοδοξίας. Ὅλος αὐτός ὁ κόσμος τῶν παθῶν ἔχει καί τούς ἀνάλογους λογισμούς καί φαντασίες. Ἐάν προσπαθήσουμε νά κρατήσουμε τόν νοῦ ἀποσπασμένο καί τραβηγμένο ἀπ᾿ ὅλα αὐτά, γιά νά προσευχηθοῦμε, δέν μποροῦμε νά τό κατορθώσουμε. Γιατί; Διότι εἴμαστε ψυχικά ἀδύναμοι καί ὁ μετεωρισμός πολύ εὔκολος. Καί ἐφ᾿ ὅσον δέν μποροῦμε νοερά νά κρατήσουμε τήν προσευχή, κατά τούς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας, κατά τήν παράδοσι τῶν Γερόντων μας καί γιά λόγους ὑπακοῆς, προσπαθοῦμε νά λέμε τήν εὐχή προφορικά, γιά νά μπορέσουμε ἔτσι μέ τήν φωνή τῆς προσευχῆς νά ἀποσπάσουμε τόν νοῦ ἀπό τόν μετεωρισμό, ὥστε σιγά-σιγά ἡ εὐχή νά γλυκάνῃ τόν νοῦ καί νά τόν ἀποσπάσῃ ἀπό τήν κοσμική τροφή, κι᾿ ἔτσι σιγά -σιγά νά τόν κλείσῃ μέσα στήν καρδιά ἐπικαλούμενος ἀδιαλείπτως τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ. Σ᾿ αὐτό θά βοηθήσῃ πολύ τό σταμάτημα τῆς ἀργολογίας, γιά νά καλύπτεται ὅλος ὁ χρόνος μέ προσευχή».
   Ἐπίσης μᾶς ἔλεγε:
«Μόλις ἀνοίξετε τά μάτια, ἀμέσως τήν εὐχή. Μήν ἀφήσετε τό μυαλό σας νά πετάῃ ἐδῶ καί ᾿ κεῖ καί χάνετε τήν ὧρα σας, πού εἶναι πολύτιμη γιά τήν εὐχή. Ὅταν ἔτσι βιάσετε τόν ἑαυτό σας, θά σας βοηθήσῃ κι᾿ ὁ Θεός νά γίνῃ μία ἁγία συνήθεια μέ τό ἄνοιγμα τῶν ματιῶν, ἡ προσευχή νά παίρνη τήν πρώτη θέσι γιά ὅλη τήν ἡμέρα. Στήν συνέχεια θά ἐργάζεσθε καί θά λέτε τήν εὐχή. Εὐλογεῖται ἡ ἐργασία, ἁγιάζεται τό στόμα, ἡ γλῶσσα, ἡ καρδιά, ὁ χῶρος, ὁ χρόνος καί ὅλος ὁ ἄνθρωπος, πού προφέρει τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Ὁ μοναχός πού λέει ἀδιαλείπτως τήν εὐχούλα, ὁπλίζεται μέ τέτοια θεϊκή δύναμι, πού καθίσταται ἀπρόσβλητος ἀπό τούς δαίμονες, ἀφοῦ αὐτή τούς καίει καί τούς μαστιγώνει»
  Λέγοντας τήν εὐχή ὅλη τήν ἡμέρα μέ τό στόμα εἶχε τόση χαρά ἡ ψυχή μας, τόση κατάνυξι καί τόσα δάκρυα, πού δέν περιγράφονται. Πολλές φορές δέ ἐρχόνταν τόση Χάρις ἀπό τήν προφορική εὐχή, πού ἔνοιωθε μέσα του ὁ εὐχόμενος τόση θεία ἀγάπη, πού ἀκόμα καί ὁ νοῦς του μποροῦσε νά ἁρπαγῇ σέ θεωρία. Κι᾿ αὐτό ἐπιβεβαιωνόταν καί στό διακόνημα ἀκόμη, πού κατά ἀνερμήνευτον τρόπο, ὁ νοῦς δέν ἦταν ἁπλῶς στήν προσευχή, ἀλλά στή θεωρία τοῦ Θεοῦ, στή θεωρία – ἐν αἰσθήσει – τοῦ ἄλλου κόσμου.
 Ἁρπαζόταν ὁ νοῦς ἀκόμα καί ὅταν βοηθοῦσα τόν Γέροντα, γιά νά πᾶμε στήν ἐκκλησία τήν νύχτα. Μέ τό σῶμα βοηθοῦσα τόν Γέροντα, ἀλλά μέ τόν νοῦ μου δέν ἤμουν κοντά του. Ὁ νοῦς μου ἦταν ἀλλοῦ. Περιπολοῦσε στά οὐράνια. Καί πάλι συνερχόμουν καί ἔνοιωθα ὅτι βρισκόμουν κοντά στόν Γέροντα καί τόν παπποῦ Ἀρσένιο. Καί στή συνέχεια ξανά ἔφευγα, καί νοερῶς θαυμάζοντας ἔλεγα:
 «Τί εἶναι ἡ πνευματική ζωή!
Τί μεγαλεῖο εἶναι ὁ Μοναχισμός!
Πῶς μεταμορφώνει τόν ἄνθρωπο;
Πῶς τόν μεταποιεῖ;
Πῶς τόν ἀλλάζει;
Πῶς καθιστᾶ τόν νοῦ του τόσο ἐλαφρύ πνευματικά ὥστε νά ξεπερνᾶ ὅλες τίς δυσκολίες καί νά φθάνῃ μέχρις ἐκεῖ, πού δέν μπορεῖ νά ἐκφράσῃ μέ λόγια!»
Ὅποια ἐργασία κι᾿ ἄν κάναμε, μᾶς φώναζε ὁ Γέροντας:
   «Παιδιά νά λέτε τήν εὐχή, νά τήν φωνάζετε!»
Φυσικά, δέν ἐννοοῦσε νά οὐρλιάζουμε, ἀλλά νά τήν λέμε μέ ἔντασι καρδιᾶς καί νά μήν τήν σταματᾶμε καθόλου. Πράγματι, λέγαμε τήν εὐχή ἀκατάπαυστα, ἁπλά, ψιθυριστά, γιά νά μήν γίνεται θόρυβος καί γιά νά μήν ἐνοχλοῦμε τόν πλησίον ἀδελφό. Ἀλλά δέν τήν σταματούσαμε καθόλου, βράχνιαζε ὁ λάρυγγας καί πονοῦσε ἡ γλῶσσα, ἀλλά ἡ εὐχή, εὐχή.
   Ἐπειδή, λοιπόν, ἀγωνιζόμασταν προφορικά μέ τήν εὐχούλα, μᾶς ἀποκαλοῦσαν κενόδοξους καί πλανεμένους. Μά, ἐμεῖς δέν τό κάναμε γιά νά μᾶς ἀκοῦν οἱ ἄλλοι καί νά μᾶς ἐπαινοῦν. Δέν τό κάναμε γιά νά δείχνουμε ὅτι εἴμεθα ἄνθρωποι τῆς προσευχῆς. Ὄχι!!! Ἀλλά διότι αὐτός ἦταν ἕνας τρόπος ἀγωνιστικότητας καί μία μέθοδος προσευχῆς μέ πολλά ἀποτελέσματα:
  • Πρῶτον, μέ τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ ἁγιάζεται ἡ ἀτμόσφαιρα καί φυγαδεύονται τά δαιμόνια.
  • Δεύτερον, ὅταν προσεύχεται κανείς ὁ ἄλλος εὔκολα δέν τόν πλησιάζει νά ἀργολογήσῃ. Τό σκέπτεται. «Πῶς νά τόν σταματήσω τώρα, ἀπό τήν προσευχή καί νά καθίσω νά τοῦ πῶ: Ξέρεις! Ἐκεῖνο, τό ἄλλο, τό παράλλο. Δέν θά μοῦ δώσῃ σημασία».
  • Τρίτον, σταματάει τόν μετεωρισμό, δηλαδή τήν “ἀργολογία” τοῦ νοῦ. Διότι κι᾿ ἐάν ἀκόμα ὁ νοῦς ξεφύγη, πολύ σύντομα ὁ ἦχος τῆς φωνῆς τόν ἐπαναφέρει πίσω.
  • Τέταρτον, μπορεῖ ὁ ἀδελφός, ὁ ὁποῖος ρεμβάζει ἤ ἀργολογεῖ, νά ἀνανήψῃ καί νά πῇ: «Μά ὁ ἀδελφός μου προσεύχεται, ἐγώ τί κάνω;»
 Κι᾿ ἔτσι ἡ προφορική ἐπίκλησις, ἡ ἤσυχη, ἡ ἤρεμη, ἡ χαμηλόφωνη, φέρνει τόσα καλά! Καί ἀκούγεται τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ὅπως ἀκούγεται ὁ βόμβος τῶν μελισσῶν, ὅταν μπαίνουν καί βγαίνουν ἀπό τήν κυψέλη κάνοντας τό μέλι, τόσο χρήσιμο καί ὠφέλιμο. Οὕτω πως καί τό μέλι τό τόσο πνευματικό σέ ὠφέλεια, γίνεται ὅταν φωνάζουμε, σάν ἄλλες πνευματικές μέλισσες τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Καί ὁ Κύριος, πού δίνει «εὐχήν τῷ εὐχομένῳ,» βλέποντας τήν καλή προαίρεσι τοῦ ἀνθρώπου, δίνει κατόπιν καί τά βραβεῖα.
Καί μετά, ἀπό τήν προφορική ἐπίκλησι, ἡ εὐχή γίνεται ἐσωτερική. Ἀνοίγεται δρόμος μέσα στόν νοῦ καί τήν λέγει κατόπιν ὁ εὐχόμενος, χωρίς νά κάνῃ προσπάθεια. Σηκώνεται ἀπό τόν ὕπνο καί ἀμέσως ἀρίζει ἡ εὐχή μόνη της!
   Πρῶτα ἀρχίζει μέ τήν προσπάθεια νά τήν λέῃ προφορικά. Καί ἀφοῦ μέ τήν μπουλντόζα τῆς προφορικῆς ἐπίκλησης ἀνοίξῃ ὁ δρόμος, μετά περπατᾷ ἄνετα μέ τό αὐτοκινητάκι τοῦ νοῦ. Ἡ προφορική ἐπίκλησις ἀνοίγει τόν δρόμο στό νοῦ καί ἡ εὐχή ἀρχίζει κατόπιν νά προφέρεται μέ τόν ἐνδιάθετο λόγο ἄνετα.
 Κι᾿ ἄν ἡ εὐχή προχωρῇ βαθύτερα καί προοδευτικότερα, κάτι πού ἀνήκει στούς κατ᾿ ἐξοχήν μεγάλους νηπτικούς Πατέρες, ἀνοίγει πλέον ὄχι δρόμος ἀλλά κανονική λεωφόρος μέσα στήν καρδιά. Ὅταν ἡ καρδιά μελετᾶ τό ὄνομα τοῦ Χριστῦ, τότε γίνεται τό μεγάλο πανηγύρι, μέ μεγάλα ὀφέλη, μέ μεγάλα πνευματικά πλούτη. Τότε βρίσκει ὁ μοναχός τόν κεκρυμμένο μαργαρίτη, τόν πνευματικό θησαυρό καί μοιάζει μέ τόν σοφό ἔμπορο πού ἀντάλλαξε τά πάντα: περιουσίες, μόρφωσι, κοσμική δόξα, οἰκείους, πατρίδα καί τέλος ἀκόμα καί τόν ἴδιο του τόν ἑαυτό, γιά νά ἀγοράσῃ αὐτόν τόν κεκρύμμένο πολύτιμο μαργαρίτη καί νά γίνῃ πάμπλουτος πνευματικά. Ἀλλά ξεκινάει ἀπό μικροπωλητής. Γι᾿ αὐτό χρειάζεται ἡ προφορική ἐπίκλησις τῆς εὐχῆς.
   Ἄμα δέν ἐπιμέναμε στήν προφορική εὐχή καί τήν σιωπή, σύμφωνα μέ τήν ἐντολή τοῦ Γέροντος, ὁ νοῦς μας θά γύριζε ὅλα τά σοκάκια καί θά ἔφερνε ὅλα τά κουπίδια τῆς φαντασίας στήν καρδιά.
 Ἄν δέν μᾶς ἔφερνε ὁ γλυκύτατος Θεός μας σ᾿ αὐτόν τόν μεγάλο Γέροντα, μόνο ἀκολουθίες θά διάβάζαμε. Καί ναί μέν οἱ ἀκολουθίες εἶναι ἐξαιρετικά ὠφέλιμες γιά τήν πνευματική ἀσθένειά μας, ἀλλά δέν ἔχουν τήν δύναμι νά κατευνάσουν τά πάθη, ὅπως ἡ Νοερά προσευχή. Κι᾿ αὐτό γιά τρεῖς λόγους:
  • Πρῶτον, διότι μέ τήν Νοερά προσευχή ὁ νοῦς δέν περισπᾶται σέ πολλά λόγια ὅπως στίς ἀκολουθίες, ἀλλά συγκεντρώνεται μόνο σέ λίγες λέξεις. Ἔτσι ὁ νοῦς ἀπορροφᾶ τήν εὐχή μέ περισσότερη ἄνεσι καί εἰσέρχεται μαζί της μέσα στό βάθος τῆς καρδιᾶς.
  • Δεύτερον, διότι τήν εὐχούλα ὁ καθένας, ἀνεξαρτήτως μορφώσεως καί πνευματικοῦ ἐπιπέδου , μπορεῖ νά τήν λέγῃ. Οὔτε γράμματα χρειάζεται νά ξέρῃς οὔτε τό τυπικό οὔτε μουσική. Ἔτσι εἶναι ἄμεσα προσπελάσιμη σ᾿ ὅλους.
  • Καί τρίτον, διότι τήν εὐχή μπορεῖς νά τήν λές ὅλη μέρα καί ὁπουδήποτε. Δέν ὑπάρχει τόπος, χρόνος ἤ κατάστασις, κατά τήν ὁποία δέν μπορεῖς νά προσευχηθῇς. Μά στήν ἐκκλησία εἶσαι, μά στό κελλί σου εἶσαι, μά στήν δουλειά εἶσαι, μά στόν δρόμο εἶσαι, μά στό νοσοκομεῖο εἶσαι, μά στήν φυλακή, ἡ εὐχούλα ἀπό τίποτα δέν ἐμποδίζεται, τά πάντα ἁγιάζει καί τά δαιμόνια τήν φοβοῦνται.
Συνέβη τό ἀκόλουθο γεγονός πού ἐνίσχυσε μέσα μου τήν πίστι στήν δύναμι καί τήν ἀξία τῆς προφορικῆς εὐχῆς.
Κάποτε ἦρθε κοντά μας ἕνας δαιμονισμένος. Καθώς δουλεύαμε μαζί, τόν δίδαξα νά λέῃ τήν εὐχούλα προφορικά, κυρίως γιά νά ἀποφύγω τήν ἀργολογία. Πράγματι ἄρχισε ὁ ἀσθενής νά λέῃ τήν εὐχούλα. Καί πάνω πού ἄρχισε νά τήν λέῃ τόν ἔπιασε τό δαιμόνιο καί φώναζε:
  • Πήγαινε στόν Ἑσπερινό, ἄσε τό κομποσχοίνιιιιι!
Ὁ ἴδιος ὁ δαίμονας, δηλαδή, φανέρωσε πώς μέ τήν εὐχούλα μιλοῦμε δυναμικά μέ τόν Θεό.Βέβαια, κανείς δέν πρέπει νά πολυδίνῃ σημασία στά λόγια τῶν δαιμόνων, καί τοῦτο διότι οἱ δαίμονες εἶναι ψεῦτες καί ἀνθρωποκτόνοι καί σπανίως λένε κάποια ἀλήθεια, ἀναμεμιγμένη μέ τό ψεῦδος καί τήν ἀπάτη. Ἔτσι ἔγινε φανερό πώς τά δαιμόνια δέν συμπαθοῦν καθόλου νά προφέρεται μέ ζέσι καρδιᾶς τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ μας.
Εἶναι γεγονός πώς ἡ ἡσυχαστική ζωή, πού περιστρέφεται γύρω ἀπό τήν Νοερά προσευχή, εἶναι ὁ πιό εὐλογημένος τρόπος ζωῆς. Γιά τούς ἡσυχαστάς τό κομποσχοίνι μέ τήν εὐχούλα εἶναι πολύ πιό ἀποτελεσματική ὡς πρός τήν ὠφέλειά της ἀπό τήν ψαλτική τῆς ἐκκλησίας. Τίς ἐκκλησιαστικές ἀκολουθίες πού τίς θέσπισαν καί τίς νομοθέτησαν οἱ ἅγιοι Πατέρες, γιά τήν κοινή λάτρεία, δέν τίς παραβλέπουν, ἀλλά τίς κάνουν μέ κομποσχοίνι μέσα στίς πολύωρες ἀγρυπνίες τους.
Ὁ Γέροντάς μου ἐπέμενε στήν προφορική εὐχή. Δέν τήν σταματούσαμε καθόλου. Ἐγώ, μιᾶς καί συνήθως δέν ἦταν κανείς κοντά μου, φώναζα τήν προσευχή. Καί τήν ἔλεγα συνέχεια ὥσπου ὁ λαιμός μου πονοῦσε. Τοῦ λέω:
  • Γέροντα, ἀπό τήν εὐχή, πονάει τό στόμα μου, ἡ γλῶσσα μου, ἔκλεισε ὁ λάρυγγάς μου εἶναι σάν πληγή.
  • Ἄς πληγώσῃ! Δέν παθαίνεις τίποτα. Ὑπομονή! Μήν τήν σταματᾶς καθόλου! Λέγε την. Ὁ πόνος θά φέρῃ τήν πνευματική ἡδονή.
  • Ἄν δέν πονέσῃς καρπό προσευχῆς δέν θά δῇς. Αὐτή θά σέ βοηθήσῃ. Θά σέ παρηγορήσῃ. Θά σέ διδάξῃ. Θά σοῦ γίνῃ φῶς. Θά σέ σώσῃ. «Κρᾶξον καί βόησον» τήν εὐχή. Μέ προσευχή, νῆψι καί προσοχή ἀσφάλιζε τόν νοῦ σου. Ἡ διάνοια σου ὄχι πρός τά ἔξω, ἀλλά πρός τά μέσα. Ὄχι λόγια, συμβουλές καί κηρύγματα, ἀλλά πολύ-πολύ ταπεινά καί μέ δάκρυα τήν προσευχή.Αὐτή εἶναι ἡ οὐσία, αὐτή εἶναι ἡ Πατερική ὁδός, αὐτή εἶναι τῶν παπούδων σας ἡ παραγγελία καί ἡ νουθεσία. Δές την μέ τήν πρᾶξι. Γιατί ἄν δέν ἔχῃς πρᾶξι, πῶς θά μιλήσῃς γιά οὐράνια θεωρία;
  • Νά ᾿ ναι εὐλογημένο. Ἀλλά μέ τήν εἰσπνοή καί ἐκπνοή πονάει ἡ καρδιά μου.
  • Δέν παθαίνεις τίποτε!
Ὅταν ἔλεγα τήν εὐχή καί προσπαθοῦσα νά ἀποκλείσω κάθε σκέψι καί κάθε εἰκόνα καί νά ἐπικρατήσῃ μόνον ἡ εὐχή μέσα μου, μοῦ ἔλεγε, ὁ πειρασμός μέσω τῶν λογισμῶν, ὅτι «θά σκάσῃς τώρα»! Καί ἐγώ ἀπαντοῦσα:
«Ἄς σκάσω κι᾿ ἄς πλαντάξω. Ἐδῶ θά μάχωμαι μέχρι πού νά πεθάνω».
Ὅλη τή μέρα μᾶς ὑπενθύμιζε ὁ Γέροντας:
«Κρατᾶτε τήν εὐχή! Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με! Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με. Αὐτή θά σᾶς σώσῃ. Τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ θά φωτίσῃ τόν νοῦ σας, θά σᾶς δυναμώσῃ ψυχικά, θά σᾶς βοηθήσῃ στόν πόλεμο ἐναντίον τῶν δαιμόνων. Θά σᾶς καλλιεργήσῃ τίς ἀρετές καί θά σᾶς γίνῃ τά πάντα».
Γι᾿ αὐτό καί ἐπέμενε πολύ, σέ μᾶς τούς νεαρούς ὑποτακτικούς, στήν πρακτική μέθοδο τῆς προφορικῆς εὐχῆς.
Καθώς ἡ δική του ζωή ἦταν μιά συνεχής βία στό θέμα τῆς προσευχῆς, ἔτσι ἐπέμενε κι᾿ ἐμεῖς νά βιάζουμε ὅσο μποροῦμε τόν ἑαυτό μας, γιά νά βυθίζουμε τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ μέσα στήν καρδιά μας.
   Αὐτή ἦταν ἡ διδασκαλία τοῦ ὁσίου Γέροντός μας: νά μᾶς σπρώχνῃ νά μᾶς ὠθῇ, νά μᾶς παρακολουθῇ καί νά μᾶς θυμίζῃ συνεχῶς νά μνημονεύουμε μέ τήν εὐχή τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ ἀδιαλείπτως κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο «μνημονευτέον Θεοῦ μᾶλλον ἤ ἀναπνευστέον»1.
Τέλος καί τῇ Τρισηλίῳ Θεότητι
 κράτος, αἶνος καί δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
 Ἀμήν.
 
    Ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο:
Ὁ Γέροντάς μου Ἰωσήφ ὁ ἡσυχαστής καί σπηλαιώτης”
   Γέροντος Ἐφραίμ Φιλοθεΐτου
Ἐκδόσεις Γ. Γκέλμπεσης
Εὐχαριστοῦμε θερμά τόν Ἡγούμενο τῆς Ἱ.Μ.Φιλοθέου γιά τήν ἄδεια δημοσίευσης ἀποσπασμάτων ἀπό τά βιβλία πού ἐκδίδει ἡ Ἱερά  Μονή.
     1Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, Λόγος ΚΖ, ΕΠΕ τ. 4, σελ. 16.
το είδαμε εδώ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...