Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιστορικό Ημερολόγιο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιστορικό Ημερολόγιο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη, Μαρτίου 22, 2017

22 Μαρτίου 1827. Ὁ Καραϊσκάκης πιάνει τὸ Δαφνί.

22 Μαρτίου 1827. Ὁ Καραϊσκάκης πιάνει τὸ Δαφνί.

Στὴν Ἀκρόπολη τῶν Ἀθηνῶν ἦταν κλεισμένοι οἱ δικοί μας καὶ ὁ Κιουταχῆς ἁλώνιζε στὴν Ἀττική.
Στρατόπεδο ὁ στρατηγὸς εἶχε στὸ Κερατσίνι ἀλλὰ ἀπὸ Δαφνὶ καὶ πέρα δὲν πλησίαζε Ἕλλην.
Στὶς 22 Μαρτίου ὅμως τοῦ 1827, μαζὺ μὲ τὸν Βασίλη Μποῦσγο, πρὸ κειμένου νὰ τονώσῃ τὸ ἠθικὸ τῶν κλεισμένων, πιάνει τὸ Δαφνί.
Ὁ Βασίλης Μποῦσγος ἦταν ἕνα γενναῖο παλληκάρι, πρόθυμος, σὲ κάθε μάχη παρών, καὶ κατὰ μίαν ἔννοια ἦταν αὐτὸς ποὺ πρῶτος ἔβαψε τὸ σπαθί του μὲ αἷμα, στὴν Βοιωτία. Μετὰ ἀπὸ τὶς δικές του δράσεις ξεκίνησε ὁ Ἀθανάσιος Διάκος καὶ ὁ Ὀδυσσέας.
Ὁ Λάππας τὸν χαρακτηρίζει «Νικηταρᾶ τῆς Ῥούμελης». Κάτι θὰ ξέρῃ περισσότερο…
Ἔπιασε λοιπὸν ὁ Βασίλης μίαν στενωπό, μὲ πεζούς, κι ὁ Καραϊσκάκης ἔπιασε μὲ τὸ ἱππικὸ τὸν ἐλαιώνα.
Γιὰ τρεῖς ὧρες, δίχως νὰ κουνήσουν ἀπὸ τὶς θέσεις τους οἱ ἄντρες τοῦ Μπούσγου, ὁ πόλεμος ἦταν δυνατός.
Μόνον ὅταν ἀπεφάσισε ὁ Καραϊσκάκης ἄφησε τὶς θέσεις του κι ὁ Μποῦσγος, γιὰ νὰ κατευθυνθοῦν πρὸς τὸ στρατόπεδον τοῦ Κερατσινίου.
Ὁ στόχος ὅμως ἐπετεύχθη!
Οἱ κλεισμένοι ἀνεθάρρυσαν καὶ ὁ Κιουταχὴς πλέον ἀντελήφθῃ πὼς ὁ πόλεμος ποὺ ξεκίνησε δὲν εἶχε καὶ τόσο βέβαια ἀποτελέσματα.
Δυστυχῶς ἕναν μήνα ἀργότερα ὁ ἥρωας ἔπεφτε νεκρός. Ἡ Ἀθήνα παρέμεινε σὲ τουρκικὰ χέρια.
Πληροφορίες ἀπὸ τὸ «Ῥουμελιῶτες στὴν Ἐπανάστασι» τοῦ Τάκη Λάππα.

Πέμπτη, Μαρτίου 02, 2017

2 Μαρτίου 1913. Ἡ ἀπελευθέρωσις τῆς Σάμου

2 Μαρτίου 1913. Ἡ ἀπελευθέρωσις τῆς Σάμου
Στὶς 17 Ἀπριλίου τοῦ 1821, ὁ Κωνσταντῖνος Λαχανᾶς σήκωσε τὴν Σάμο στὸ πόδι, σφάζοντας Τούρκους ἐμπόρους ποὺ ἐφιλοξενοῦντο στὴν οἰκία τοῦ προύχοντος Καλούδη, στὸ Βαθύ, κηρύσσοντας στὴν πραγματικότητα τὴν ἐπανάστασιν καὶ στὴν Σάμο.
Παρὰ τὶς διαμαρτυρίες τῶν Τούρκων τῆς Δωδεκανήσου, καθὼς καὶ τῶν λοιπῶν προεστῶν τῆς Σάμου, ὁ Κωνσταντῖνος Λαχανᾶς κατάφερε νὰ ἐπικρατήσῃ γιὰ λίγες ἀκόμη ἡμέρες, ἔως ὅτου στὶς 24 Ἀπριλίου τοῦ 1821 ἔφθασε ὁ Λυκοῦργος Λογοθέτης, ἐπίσημος ἀπεσταλμένος τοῦ Ἀλεξάνδρου Ὑψηλάντου, γιὰ νὰ ἐπιληφθῇ τῶν ἐπαναστατικῶν ἀγώνων τῆς νήσου.
Στὶς 26 Ἀπριλίου πλέον ἡ Σάμος, μὲ τοὺς σαράντα περίπου χιλιάδες κατοίκους της, ἦταν ἐλευθέρα.  Ὁ Λογοθέτης κατάφερε νὰ ὀργανώσῃ τὰ πάντα, σὲ πολιτικὸ καὶ στρατιωτικὸ ἐπίπεδον, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ παραμείνῃ ἐλευθέρα ἔως τὸ πέρας ὅλων τῶν ἀγώνων.
Ἡ Σάμος, μὲ τοὺς μεγάλους κι ἐπιτυχεῖς ἀγῶνες της κατὰ τὴν διάρκεια τῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821, δὲν ἐπέτυχε ὅμως νὰ ἐνωθῇ μὲ τὴν Ἑλλάδα, ἐφ΄ ὅσον κάτι τέτοιο δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ἐξυπηρετήσῃ τὸν μικρὸ ἐθνικὸ κορμό, ποὺ μᾶς …ἐπέτρεψαν οἱ …«σύμμαχοί» μας νὰ «ἀπελευθερώσουμε».
Παρ’ ὅλα αὐτά, ἐφ΄ ὅσον στὴν πραγματικότητα ἐπρόκειτο γιὰ τὰ ὁλίγα ἐκεῖνα ἑλληνικὰ ἐδάφη ποὺ ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ τῆς ἀπελευθερώσεώς τους παρέμειναν ἀπελευθερωμένα, ὁ σουλτᾶνος τὸ 1832 ὑπεχρεώθη νὰ ἀναγνωρίσῃ ἕνα ἰδιότυπον καθεστὼς γιὰ τὴν νῆσο. Ἀνεκηρύχθη σὲ Ἡγεμονία, ὑποτελὴς στὸν σουλτᾶνο, μὲ ἡγεμόνα χριστιανὸ καὶ διοριζόμενον μὲν ἀπὸ τὸν σουλτᾶνο, ἀλλὰ σαφῶς ὑπὸ διαφορετικὸ καθεστὼς ἐλευθεριῶν γιὰ τοὺς Σαμίους. Ἀπὸ τὸ 1834 καὶ μετά, μὲ τὴν μέριμνα τῶν «Μεγάλων Δυνάμεων», ἡ Ἡγεμονία τῆς Σάμου ἐθεωρεῖτο ὡς ἡμιανεξάρτητος.
Οἱ ἡγεμόνες τῆς Σάμου, ἐφ΄ ὅσον διῳρίζοντο ἐκ τοῦ σουλτάνου, συχνὰ δὲν ἦσαν ἀρεστοὶ στοὺς Σαμίους, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ …ἐπιστρέφονται ὅπως ἦλθαν. Ὅμως οὔτως ἤ ἄλλως, μία νῆσος ποὺ εἶχε ἀπὸ μόνη της ἀπελευθερωθῆ ἀξίωνε νὰ διαχειρισθῇ τὴν ἐλευθερία της ὅπως ἐξυπηρετοῦσε τοὺς κατοίκους της κι ὄχι ὅπως ἐξυπηρετοῦσε ἄλλους.
Πρὸς τοῦτο, λίγο πρὸ τῆς ἐνάρξεως τῶν Βαλκανικῶν πολέμων, ὁ Ἀνδρέας Κοπάσης, ἡγεμὼν τῆς Σάμου, ἐφ΄ ὅσον τὸ κλίμα ἦτο φιλοπόλεμον, ὑπὸ τὸ πρόσχημα τοῦ φόβου τῆς ἀποβάσεως ἑλληνικῶν στρατευμάτων στὴν νῆσο ἤ ἐπαναστατικῶν ἐπιχειρήσεων, ἔλαβε σημαντικὲς στρατιωτικὲς ἐνισχύσεις ἀπὸ τὸν σουλτάνο τὸ 1908, κάτι ποὺ τελικῶς λειτούργησε εἰς βάρος του, ἐφ΄ ὅσον οἱ Σάμιοι ἠξίωναν ἄλλον τρόπο διακυβερνήσεως, βάσει τῶν συνθηκῶν τῆς Ἡγεμονίας. Ἐσημειώθησαν σοβαρὲς ἐντάσεις, ταραχὲς καὶ προσπάθειες ἀνατροπῆς του, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἐνισχύσῃ ἀκόμη περισσότερο τὴν φρουρὰ τῆς νήσου.
Ὁ φιλοτουρκισμός του δέ, σὲ συνδυασμὸ μὲ τὶς τυραννικές του μεθόδους, ἦταν ἡ κυρία ἀφορμὴ τῆς δολοφονίας του, στὶς 9 Μαρτίου τοῦ1912, στὸ Βαθύ, ἀπὸ τὸν Σταῦρο ΜπαρέτηΜακεδόνα, ἀνήκοντα στὴν παράταξιν τοῦ Θεμιστοκλέους Σοφούλη.
Μετὰ τὴν δολοφονία τοῦ Κοπάση, ἀπὸ τὴν Πύλη, διῳρίσθη ὡς πρίγκηψ ὁ Γρηγόριος Βεγλερής, ὁ ὁποῖος, μὲ ἐπὶ πλέον ἐνισχύσεις ἀπὸ τὰ Μικρασιατικὰ παράλια, προσπάθησε νὰ διατηρήσῃ τὸ καθεστὼς τῆς Ἡγεμονίας.
Ὁ Θεμιστοκλῆς Σοφούλης ἐπέστρεψε ἀπὸ τὴν ἐξορία του στὴν Σάμο, συνοδευόμενος ἀπὸ ἔνοπλες δυνάμεις, γιὰ νὰ ἀναλάβῃ τὴν διοργάνωσιν τῶν Σαμίων, στὶς 7 Σεπτεμβρίου τοῦ 1912.
Ἀπεβιβάσθη στὸν Μαραθόκαμπο κι αὐτομάτως ἐκήρυξε τὴν ἐπανάστασιν τῆς Σάμου.
Στὸ Καρλόβασι, μὲ τὸ ποὺ ἔγινε γνωστὴ ἡ ἄφιξις τοῦ Σοφούλη, ἑκατοντάδες ἐνόπλων συνεκεντρώθησαν καὶ προέβησαν σὲ συλλαλητήριον. Ὁ Σοφούλης καὶ ὁ συνεργάτης του Ἐμμανουὴλ Βλιάμος, μετὰ τὶς ὁμιλίες τους, ἐνθουσίασαν τὰ πλήθη καὶ τελικῶς, διὰ βοῆς, ἐνεκρίθη ψήφισμα ἀνεξαρτησίας τῆς Σάμου.
Στοὺς Μυτιληνιούς, ὅπου ὁ Σοφούλης ἀρχικῶς διατηροῦσε τὸ στρατηγεῖον του, ἑκατοντάδες ἔνοπλοι συνετάχθησαν μαζύ του. Οἱ συγκρούσεις πλέον ἦσαν ἀναπόφευκτες.
Οἱ Τοῦρκοι στὸ μεταξύ, ἐνισχυμένοι μὲ πυροβολικό, στὸ Παλαιόκαστρον (θέσις Μπαϊρακτάρη) κτυποῦσαν τὶς θέσεις τῶν ἐνόπλων τοῦ Σοφούλη, ὁ ὁποῖος μετέφερε στὸ μεταξὺ τὴν ἕδρα του στὴν θέσιν «Βρύση τοῦ Ζερβοῦ», πρὸ κειμένου νὰ ἐπιβλέπῃ καλλίτερα τὶς ἐπιχειρήσεις.
Οἱ ἄνδρες τοῦ Σοφούλη, μὲ ἀρκετὲς ἀπώλειες, ἀπείλησαν σοβαρὰ τὶς τουρκικὲς θέσεις, ὅταν τελικῶς ἀπεφασίσθη πενθήμερος ἀνακωχή, μὲ παρέμβασιν τοῦ Ἄγγλου προξένου Λούη Μάρκ, ἀπὸ τὶς 13 Σεπτεμβρίουἔως καὶ τὶς 18 Σεπτεμβρίου, ἐφ΄ ὅσον συνεφωνήθη ἡ ἀπομάκρυνσις τῶν ὀθωμανικῶν δυνάμεων.
Στὸ μεταξὺ οἱ Σάμιοι ἀπὸ τὰ ἀνατολικὰ καὶ δυτικὰ τῆς νήσου, ὑπὸ τὸ κράτος τοῦ φόβου, κατέφυγαν στὸ Βαθύ. Οἱ Τοῦρκοι, πίσω τους, ἐπυρπόλησαν τὶς οικίες καὶ τὰ ὑπάρχοντά τους, καθὼς καὶ ὅλες τὶς σοδειές τους.
Παρεμβαίνοντες οἱ πρόξενοι τῶν Μεγάλων Δυνάμεων πείθουν τὸν Βεγλερὴ νὰ ἀναχωρήσῃ καὶ νὰ ἐγκαταλείψουν τὴν Σάμο τὰ στρατεύματά του. Ἀπὸ τὶς 18 Σεπτεμβρίου τοῦ 1912 (ἔως καὶ τὶς 10 Ὀκτωβρίου) ὁ Βεγλερὴς καὶ οἱ τουρκικὲς δυνάμεις ἐγκατέλειπαν σταδιακῶς τὴν νῆσο.
Στὶς 19 Σεπτεμβρίου ἡ Σάμος ἀνεκηρύχθη ἐλευθέρα, ἄν καὶ ἀκόμη δὲν εἶχε διεθνὴ ἀναγνώρισιν αὐτὴ ἡ προκήρυξις.
Λίγες ἡμέρες ἀργότερα, στὶς 5 Ὀκτωβρίου τοῦ 1912, ὁ ἑλληνικὸς στρατὸς εἰσέβαλε στὴν Θεσσαλία, συμμετέχοντας στὴν ἔναρξιν τῶν Βαλκανικῶν πολέμων. 500 ἐθελοντὲς Σάμιοι τὸν Νοέμβριο τοῦ 1912, ἔφθασαν στὸν Πειραιᾶ, μὲ ἐπὶ κεφαλῆς τὸν Σοφούλη, γιὰ νὰ ἐνισχύσουν τὶς ἑλληνικὲς δυνάμεις, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ ὁλοκληρωθοῦν οἱ διαδικασίες ἐνώσεως τῆς Σάμου μὲ τὴν Ἑλλάδα.
Σοφούλης καὶ Βενιζέλος συμφωνοῦν ἀπολύτως (ἄν καὶ ὁ Βενιζέλος δὲν ἤθελε ἀκόμη ἐπίσημες ἀνακοινώσεις) καὶ στὶς 10 Νοεμβρίου τοῦ 1912 ὁ Σοφούλης ἐπέστρεψε στὴν Σάμο γιὰ νὰ ἀνακοινώσῃ, τὴν ἐπομένη, τὴν Ἕνωσιν τῆς Σάμου μὲ τὴν Ἐλλάδα, ἐνᾦ ταὐτοχρόνως ἐνημερώνεται ὁ Βεγλερὴς γιὰ νὰ ἀναχωρήσῃ.
Ἀπὸ ἐκείνην τὴν ἡμέρα, τῆς 11ης Νοεμβρίου τοῦ 1912, ἡ Σάμος θεωρεῖται τμῆμα τῆς ἑλληνικῆς ἐπικρατείας, ἀλλὰ ἀπαιτεῖται ἐπὶ πλέον καὶ ἡ διεθνὴς νομιμοποίησις αὐτῆς τῆς Ἑνώσεως.2 Μαρτίου 1913. Ἡ ἀπελευθέρωσις τῆς Σάμου2
Οἱ νίκες τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ στὰ πεδία τῶν μαχῶν, καθὼς καὶ τοῦ ἑλληνικοῦ στόλου στὸ Αἰγαῖον Πέλαγος, κι ἐν ὅσῳ ἐξελίσσοντο οἱ συνομιλίες, διεθνοῦς ἐπιπέδου, γιὰ τὴν συνθηκολόγησιν, συμπαρισταμένου τοῦ λαοῦ, ποὺ ἐνίσχυε τὴν Ἕνωσιν μὲ τὰ συλλαλητήριά του, ἐπέβαλον στὴν κυβέρνησιν Βενιζέλου νὰ ἐπιταχύνῃ τὶς διαδικασίες Ἑνώσεως μὲ τὴν Σάμο. Πρὸς τοῦτο ἀπεφασίσθη νὰ ἀποσταλλῇ τὸ θωρηκτὸν «Σπέτσαι» (συνοδευόμενον ἀπὸ τὸ ἐμπορικὸν «Θεσσαλία», ἐπὶ τοῦ ὁποίου ἐπέβαινε μία διλοχία) στὶς 2 Μαρτίου (15 Μαρτίου) τοῦ 1913 στὴν Σάμο.
Τὴν 1η Μαρτίου τοῦ 1913 πράγματι τὸ «Σπέτσαι» εἰσῆλθε στὸν λιμένα τοῦ Βαθέως καὶ τὴν ἐπομένη, ἐφ΄ ὅσον ἀπεβιβάσθη τμῆμα ἑλληνικοῦ στρατοῦ, ἀνεκηρύχθη, ἐπισήμως, ἡ Ἕνωσις τῆς Σάμου μὲ τὴν Ἑλλάδα.
Τὴν ἰδίαν ἡμέρα, ἔξω ἀπὸ τὴν Σάμο, περιέπλεαν τὸ «Νίκη» καὶ τὸ «Βέλος», προερχόμενα ἐκ τῆς Χίου, γιὰ νὰ δοθῇ στὴν ὀθωμανικὴ πλευρά, τὸ ὁριστικὸν μήνυμα τῆς Ἑνώσεως.

Σημείωσις

Τὸ 1908, μετὰ ἀπὸ σύγκρουσιν δύο ἐπιφανῶν τῆς Σάμου οἰκογενειῶν, τῆς οἰκογενείας Σοφούλη καὶ τῆς οἰκογενείας Χατζηγιάννη, πρωτοστατούντων τῶν Θεμιστοκλέους Σοφούλη καὶ Ἰωάννου Χατζηγιάννη, μὲ κεντρικὸ θέμα συγκρούσεως τὴν Ἕνωσιν ἤ τὴν μὴ Ἕνωσιν μὲ τὴν Ἑλλάδα, ὁ Σοφούλης διέφυγε τῆς Σάμου, καταφεύγοντας στὴν Ἀθήνα, ἐν ὅσῳ μία δίκη (παρῳδία χαρακτηρίζεται) τὸν κατεδίκαζε εἰς θάνατον.
Ἐπέστρεψε δὲ στὴν Σάμο κατόπιν τῆς δολοφονίας τοῦ τότε πρίγκιπος τῆς Σάμου Ἀνδρέα Κοπάση, ἀπὸ συνεργάτη του.
Μέ τί ὅμως ἐπέστρεψε;2 Μαρτίου 1913. Ἡ ἀπελευθέρωσις τῆς Σάμου3
Ἡ ἄφιξις Σοφούλη στὴν Σάμο, στὶς 7 Σεπτεμβρίου τοῦ 1912 μᾶς ἀποκαλύπτει μία σοβαρὴ λεπτομέρεια…
Ἕνα γαλλικὸ καταδρομικό, τὸ «Bruix» μετέφερε τὸν Σοφούλη καὶ τοὺς ἐνόπλους του στὴν Σάμο.
(Ἕνα γαλλικὸ καταδρομικὸ ἀποδεικνύει, πέραν πάσης ἀμφιβολίας, τὴν σύμπραξιν καὶ ὑποστήριξιν τῶν Γάλλων!!! Ἕνα καταδρομικὸ δὲν εἶναι πλοῖον ἀναψυχῆς, δίχως ὑποχρέωσιν ἀναφορᾶς γιὰ τὰ ταξείδια του!!! Ἡ Γαλλία εὐλογοῦσε!!!)
Αὐτὴ ἡ λεπτομέρεια ἀποκαλύπτει πὼς ἡ Ἕνωσις τῆς Σάμου μὲ τὴν Ἑλλάδα ἐπίσης δὲν ἀπεφασίσθη ἐκ τοῦ Βενιζέλου ἤ τοῦ Σοφούλη ἤ τῶν Σαμίων.
Ἦταν τμῆμα τῶν ὅλων ἐπιχειρήσεων τοῦ διαμελισμοῦ τῆς ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας.
Μᾶς …«ἔδωσαν» τὴν Σάμο γιὰ νὰ προσχωρήσουμε στὴν Entente καὶ στὸν Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ἄλλως τὲ ὁ Σοφούλης ἦταν ἀπὸ τοὺς ὑπουργοὺς τῆς κυβερνήσεως Βενιζέλου, μετὰ τὸ πραξικόπημα τῆς Θεσσαλονίκης, ποὺ ἀπολύτως ἐκβιαστικὰ καὶ ἀπολυταρχικὰ καὶ ἄνευ συναινέσεως τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ, μᾶς ὑπεχρέωσε νὰ συμμετάσχουμε στὸ ἔγκλημα τῆς Μικρασιατικῆς Ἐκστρατείας, νὰ ὑποστοῦμε τὴν Μικρασιατικὴ Καταστροφή, τὴν ὁποίαν ἀκόμη πληρώνουμε, καὶ νὰ δόσουμε τὰ σχετικὰ συγχωροχάρτια στὸν …«ἐθνάρχη» Βενιζέλο, νομιμοποιώντας ἕνα ἀπὸ τὰ μεγαλύτερα ἐγκλήματα κατὰ τοῦ Ἔθνους.
Πληροφορίες ἀπό:
«Ἡ Ἐπανάστασις τοῦ ’21», Φωτιάδης Δημήτριος
«Ἡ Ἑλληνικὴ Ἐπανάστασις», Κόκκινος Διονύσιος
«Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους», Ἐκδοτικὴ Ἀθηνῶν«Πολιτικὴ ἱστορία τῆς νεωτέρας Ἑλλάδος» τοῦ Σπυρίδωνος Μαρκεζίνη.
βαλκανικοὶ πόλεμοι

τὸ ἀντίγραφον ἐκ τῆς ἀποφάσεως τῆς συνελεύσεως ἀπὸ ἐδῶ.
Ἡ εἰκόνα ἀπὸ τὴν ἄφιξιν τοῦ Σοφούλη ἀπὸ ἐδῶ.

2 Μαρτίου 1822. Ἡ μάχη τοῦ Γηροκομείου.


Στὶς 6 Ἰανουαρίου τοῦ 1821 ὁ Θεόδωρος Κολοκοτρώνης ἐπέστρεψε στὴν Πελοπόννησο ἀπὸ τὴν Ζάκυνθο κι ἀπὸ τότε, διαρκῶς, εὑρίσκετο σὲ μία κοπιώδη κατάστασιν μὲ στόχο νὰ κινητοποιήσῃ τοὺς Ἕλληνες, νὰ συγκεντρώσῃ στρατεύματα, νὰ ἀντιμετωπίσῃ τοὺς δολιοφθορεῖς, νὰ σταθεροποιήσῃ τὴν πεποίθησιν στὴν ἐπανάστασιν, νὰ ἀντιπαλεύσῃ συκοφαντίες μὰ κυρίως νὰ διώξῃ ἀπὸ τὴν Πελοπόννησο τοὺς Τούρκους.
Πρῶτος του στόχος ἡ Τρίπολις.Σχεδὸν μόνος του ξεκίνησε τὴν πολιορκία της, στὶς ἀρχὲς τοῦ Ἰουνίου τοῦ 1821, ἀλλὰ στὸ πέρας αὐτῆς τῆς πολιορκίας, ὅλοι αὐτοὶ ποὺ «μυρίστηκαν» πλιάτσικο καὶ λάφυρα, ἔσπευσαν νὰ …γευθοῦν τὰ κέρδη ἀπὸ τὴν ἅλωσίν της, στὶς 23 Σεπτεμβρίου τοῦ 1821.
Μὰ παραλλήλως ὅλα τὰ φρούρια, ποὺ ἐξησφάλιζαν γιὰ τοὺς Τούρκους, ἐκ τῆς θαλάσσης, ἀσφαλὴ ἀνεφοδιασμό, ἔπρεπε νὰ πολιορκηθοῦν καὶ νὰ περάσουν στὸν ἔλεγχο τῶν Ἑλλήνων.
Κι ἐνᾦ προετοίμαζε τὴν πολιορκία τῆς Τριπόλεως, δίχως  νὰ ἔχῃ ἀκόμη ἀναγνωρισθῆ ἡ στρατηγική του δεινότης, ἐνίσχυε διαρκῶς τὶς πολιορκίες τῶν περιφερειακῶν φρουρίων μὰ καὶ κάθε πολεμικὴ ἐπιχείρησιν.
Ὑπὸ αὐτὲς τὶς συνθῆκες καὶ τὸ φρούριον τῶν Πατρῶν ἔπρεπε νὰ περάσῃ σὲ ἑλληνικὰ χέρια.
Μάλιστα ἐκεῖ εἰδικῶς, ὑπὸ τὸν Καρατζᾶ, ἔδειχναν νὰ ἐξελίσσονται καλῶς τὰ γεγονότα, ἀλλὰ στὶς 3 Ἀπριλίου τοῦ 1821 ὁ Γιουσοῦφ πασσᾶς τῆς Εὐβοίας, ἐνισχύοντας τοὺς ἐγκλείστους Τούρκους τοὺ φρουρίου τῶν Πατρῶν, ἐπετέθη μαζύ τους καὶ μὲ τὸ ἱππικό του στοὺς Ἕλληνες, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἐπέλθῃ ὁ πανικὸς καὶ ἡ σφαγή.
Ἡ μία ἀπὸ τὶς δύο ἐλεύθερες πολιτεῖες γονάτισε.
Ὁ Κολοκοτρώνης προετοίμαζε ὅμως, ἰδίως μετὰ τὴν ἅλωσιν τὴν Τριπόλεως, τὴν πολιορκία τῶν Πατρῶν, πολὺ προσεκτικά,  ἀλλὰ δὲν τοῦ ἐδίδετο τὸ ἐλεύθερον νὰ ἀρχιστρατηγεύσῃ ἔως τὶς 25 Ἰανουαρίου τοῦ 1822, ποὺ ἡ πτῶσις τοῦ Ἀλῆ πασσᾶ προεξοφλοῦσε τὴν ἀπελευθέρωσιν τῶν ὀθωμανικῶν στρατευμάτων ἀπὸ τὴν πολιορκία τῶν Ἰωαννίνων καὶ τὴν ἐπίθεσίν τους σὲ κάθε ἑστία ἐπαναστάσεως, στὴν Νότιο καὶ Κεντρικὴ Ἑλλάδα.
Τότε μόνον τοῦ ἐπετράπη νὰ ὁλοκληρώσῃ τὸ ἔργον του, ἐφ΄ ὅσον ὁ κίνδυνος τῆς ἐπιθέσεως τῶν ὀθωμανῶν μεγιστοποιήθηκε καὶ ἡ διατήρησις τῶν ἀπελευθερωμένων περιοχῶν ἦτο ἐπισφαλής.
Στήνοντας προσεκτικὰ τὰ στρατόπεδα γύρω ἀπὸ τὴν Πάτρα πλέον, ὁ Κολοκοτρώνης μποροῦσε νὰ ἐπιβλέπῃ καὶ νὰ ἐλέγχῃ ἀπὸ τὸ Σαραβάλι, κάθε πιθανὴ ἐπίθεσιν τῶν Τούρκων, νὰ τὴν προλαμβάνῃ ἤ νὰ τὴν ἀντιμετωπίζῃ.
Στὶς  26 Φεβρουαρίου, κατόπιν προσωπικῆς του παρεμβάσεως, στὴν μάχη τῆς Χαλανδρίτσας, ἐπέτυχε νὰ τραποὺν σὲ φυγὴ οἱ Τοῦρκοι, ἐνᾦ οἱ Ἕλληνες ἔσφιγγαν ἀκόμη περισσότερο τὸν κλοιὸ γύρω ἀπὸ τὴν Πάτρα.
Στὶς 2 Μαρτίου τοῦ 1822 πλέον τὰ στρατόπεδα τῶν Ἑλλήνων, κατόπιν διαταγῆς τοῦ Κολοκοτρώνη, μετεκινοῦντο πλησιέστερα τοῦ φρουρίου τῶν Πατρῶν.
Διετάχθησαν οἱ ὑπὸ τὸν ΖαΐμηΠετμεζαῖοιΛεχουρίτης καὶ Σαρδελιάνης, μὲ ὅλους τοὺς Καλαβρυτινούς, νὰ καταλάβουν τὸ Γηροκομεῖον, ποὺ ἀπεῖχε ἐλάχιστα ἀπὸ τὴν Πάτρα. Ὁ Ζαΐμης παρέμεινε στὸν Ὀμπλόν.
Ταὐτοχρόνως ὅμως δύναμις Τούρκων ἐκινεῖτο ἐπίσης πρὸς τὸ Γηροκομεῖον, προφανῶς γιὰ νὰ καταλάβῃ τὴν θέσιν.
Τότε κάποιος Θανάσης, ἀξιωματικὸς τοῦ φονευθέντος Καρατζᾶ, ἐπρόλαβε καὶ κατέλαβε μὲ ἑξῆντα Πατρινοὺς τὸ Γηροκομεῖο καὶ παραλλήλως ξεκίνησε νὰ πυροβολῇ κατὰ τῶν Τούρκων. Κατέφθασαν στὸ μεταξὺ καὶ οἱ Καλαβρυτινοί, ἀλλὰ ἐπίσης ἐκ τῶν Πατρῶν προσέτρεξαν κι ἄλλοι Τοῦρκοι καὶ ἡ μάχη ἐγενικεύθη.
Μὲ τὸ ἄκουσμα τῶν πυροβολισμῶν ἔσπευσαν γιὰ βοήθεια στοὺς Πατρινοὺς καὶ τοὺς Καλαβρυτινοὺς ὁ Πλαποῦτας, ὁ Γενναῖος Κολοκοτρώνης, καὶ ὁ σημαιοφόρος Νικόλαος Καραχάλιος, ὁ ὁποῖος καὶ ἔδωσε τὴν ἀναγκαία τροπὴ στὴν μάχη γιὰ νὰ ἐπικρατήσουν οἱ Ἕλληνες.
Ὁ Καραχάλιος φθάνοντας στὸ σημεῖον τῆς συμπλοκῆς ὅρμησε, κρατώντας τὴν σημαία του καὶ ἀκολουθούμενος ἀπὸ τοὺς ἄνδρες του. Ἕνα κτύπημα τῶν Τούρκων τὸν ζάλισε κι ἔπεσε. Οἱ Τοῦρκοι ἀλαλάζοντες, πιστεύοντες πὼς τὸν εἶχαν σκοτώση, ὁρμοῦν κατὰ τῶν Ἑλλήνων μὲ περισσότρεορ θάῤῤος, ἀλλὰ στὸ μεταξὺ ὁ Καραχάλιος συνῆλθε, ἀνέλαβε πάλι τὴν σημαία του καὶ ἐξηκολούθησε τὴν ἐπίθεσίν του ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ τὴν διέκοψε.
Βλέποντας οἱ Τοῦρκοι τὸν Καραχάλιο ὄρθιο, σαστισμένοι ἀρχικῶς, ἄρχισαν νὰ ὑποχωροῦν σταδιακῶς, μὰ σιγὰ σιγὰ ἡ ὑποχώρισις ἐγενικεύθη καὶ οἱ Ἕλληνες ξεκίνησαν τὴν καταδίωξιν, ἔως ἔξω τῶν συνοικιῶν τῆς πόλεως τῶν Πατρῶν, ὅπου οἱ Τοῦρκοι ἔσπευσαν νὰ ὀχυρωθοῦν.
Ταὐτοχρόνως μὲ τὴν κατάληψιν τοῦ Γηροκομείου ὁ Κολοκοτρώνης μετεκίνησε ἀκόμη πλησιέστερα τῶν Πατρῶν τὰ σώματά του. Οἱ Κουμανιωταῖοι κατέλαβαν τὴν θέσιν Κυνηγοῦ, κοντὰ στὸ Γηροκομεῖον, ὁ Γεώργιος Σέκερης μὲ τοὺς Τριπολίτες του τὸν «ληνὸν τοῦ Σαϊταγᾶ», ὁ Γενναῖος τὸν Παλαιόπυργον, μαζὺ μὲ τὸν Τζαννέτον Χριστόπουλον, ὁ Λόντος μὲ τὸν Δημήτριος Μελετόπουλο τὰ Σελλά, ὁ Κωνσταντῖνος Πετμεζᾶς τὴν Ὀβρεάν, ἐνισχυόμενος ἀπὸ τοὺς ἐκεῖ εὐρσικομένους Κεφαλλῆνες.
Τὸν «ληνὸν τοῦ Ν. Λόντου» κατέλαβαν ὁ Ἀναγνώστης Παπασταθόπουλος μὲ τοὺς Πυργιῶτες του καὶ ὁ Ἰωάννης Πέτας μὲ τοὺς Ζακυνθίους του καὶ τοὺς Χριστόφορο Ζαχαριάδη καὶ Ἀποστόλη Κολοκοτρώνη.
Ὁ Κανέλλος Δηληγιάννης ἐτοποθετήθη στὸ Πουρναρόκαστρον καὶ ὁ Κολοκοτρώνης, μαζὺ μὲ τὸν Πλαπούτα, παρέμειναν στὸ Σαραβάλι.
Ἡ πολιορκία τῶν Πατρῶν ξεκινοῦσε!


Πληροφορίες ἀπό:
«Ἡ Ἐπανάστασις τοῦ ’21», Φωτιάδης Δημήτριος
«Ἡ Ἑλληνικὴ Ἐπανάστασις», Κόκκινος Διονύσιος

Τετάρτη, Μαρτίου 01, 2017

1 Μαρτίου 1826. Παραδίδεται τὸ Αἰτωλικόν.

1 Μαρτίου 1826. Παραδίδεται τὸ Αἰτωλικόν

Ὁ Ἰμπραὴμ πασσᾶς τῆς Αἰγύπτου ἀπὸ τὶς 26 Δεκεμβρίου τοῦ 1825διεβίβασε μέρος ἀπὸ τὰ στρατεύματά του στὴν Στερεὰ Ἑλλάδα μὲ στόχο νὰ καταπνίξῃ καὶ τὴν ἐπανάστασιν τῶν Μεσολογγιτῶν.
Ἤδη τὸ μεγαλύτερον τμῆμα τῆς ἐπαναστάσεως στὴν Πελοπόννησο τὸ κατέπνιξε καὶ τὰ περισσότερα φρούριά της εἶχαν περάση στὸν ἔλεγχό του.
Ἡ Β΄ Πολιορκία τοῦ Μεσολογγίου ξεκίνησε ἀπὸ τὸν Κιουταχῆ Μεχμὲτ Ῥεσὶτ πασσᾶ  στὶς 15 Ἀπριλίου τοῦ 1825 καὶ διαρκῶς στένευε καὶ περιόριζε τοὺς πολιορκημένους.
Ὁ τελευταῖος τους ἀνεφοδιασμός σὲ τρόφιμα καὶ πολεμοφόδια ἐπραγματοποιήθη στὶς 25 Ἰανουαρίου τοῦ 1826 ἀπὸ τὸν ἡνωμένο Ἑλληνικὸ στόλο, ὑπὸ τὴν ἀρχηγεία τοῦ Ἀνδρέα Βώκου Μιαούλη. Ἀπὸ τότε καὶ μετά, μὰ δίχως νὰ ἀπομακρυνθοῦν τὰ γυναικόπαιδα καὶ οἱ ἄμαχοι, ἡ πολιορκία μετετρέπετο σὲ μέγγενη, ποὺ διαρκῶς ἔσφιγγε γύρω ἀπὸ τοὺς ὑπερασπιστὲς τῆς ἡρωϊκῆς πόλεως, ποὺ καθημερινῶς ἐδέχοντο τοὐλάχιστον δύο χιλιάδες βόμβες, ἀπὸ τοὺς Γάλλους κανονιοβολιστὲς τοῦ Ἰμπραῆμ.
Ἀπὸ τὸν τελευταῖο ἀνεφοδιασμό τους καὶ μετὰ οἱ Μεσολογγίτεςγνώριζαν πὼς ὁ Ἰμπραὴμ δὲν θὰ περιορίζετο μόνον στὴν ἀπὸ ξηρᾶς πολιορκία του. Ἡ παρουσία τοῦ στόλου του ἀφ΄ ἑνός, ποὺ ἀπέκλεισε τὴν λιμνοθάλασσα, ἀπαγορεύοντας σὲ ὁποιοδήποτε πλοῖο νὰ περάσῃ καὶ νὰ ἐπικοινωνήσῃ μὲ τοὺς πολιορκημένους, μὰ καὶ ἡ ταχυτάτη κατασκευὴ στόλου πλοιαρίων ἱκανῶν νὰ μεταφέρουν στρατεύματα μέσα στὴν λιμνοθάλασσα, ἐπιβεβαίωσε τὸ παράλογον τοῦ ἀγῶνος τους. Μὰ παρέμειναν ἐκεῖ ἀρνούμενοι νὰ παραδοθοῦν, δίδοντας στὸν πλανήτη ἕνα ἀπὸ τὰ σημαντικότερα μηνύματα γιὰ τὴν προάσπισιν τῆς ἐλευθερίας τοῦ Ἀνθρώπου.
Ὁλοκληρώνοντας ὁ Ἰμπραὴμ τὴν ναυπήγησιν τοῦ νέου του στολίσκου, στὶς 25 Φεβρουαρίου τοῦ 1826, μὲ 3.000 στρατὸ καὶ μὲ ἀρχηγὸ τῆς ἀποστολῆς τὸν Χουσεΐν μπέη τῆς Γαστούνης, δίδει ἐντολὴ καταλήψεως τοῦ Βασιλαδίου. Τὸ Βασιλάδι, λόγῳ τῆς θέσεώς του, ἦταν τὸ σημεῖον ἐλέγχου τῆς πόλεως, ἐφ΄ ὅσον σὲ αὐτὸ πατοῦσαν οἱ ἐκτὸς τῆς πόλεως γιὰ νὰ ἀνεφοδιάσουν τὸ Μεσολόγγι.
Οἱ ἐλάχιστοι ὑπερασπιστές του ὅμως δὲν ἄντεξαν καὶ στὶς 26 Φεβρουαρίου τὸ Βασιλάδι πέρασε στὰ χέρια τῶν Αἰγυπτίων.
Δύο ἡμέρες ἀργότερα ἐπανελήφθη τὸ σκηνικὸ καὶ μὲ τὴν νησίδα Ντολμᾶ, ποὺ προστάτευε τὸ Αἰτωλικόν.
Οἱ ἡρωϊκοί του ὑπερασπιστές, πλὴν ἐλαχίστων ποὺ διέφυγαν τὴν τελευταία στιγμή, κατεσφάγησαν.
Τὸ Μεσολόγγι πλέον παρέμενε σχεδὸν ἀπεκομμένο ἀπὸ κάθε ἐπικοινωνία μὲ τὸν ἔξω κόσμο, ἀλλὰ καὶ μὲ μοναδική του  ὑποστήριξιν τοὺς ὑπερασπιστὲς τοῦ Αἰτωλικοῦ.
Ἡ φρουρὰ τοῦ Αἰτωλικοῦ ὅμως δὲν εἶχε τὸ ἴδιο σθένος μὲ τοὺς γενναίους ὑπερασπιστὲς τοῦ Ντολμᾶ.
Πανικόβλητοι, μετὰ τὴν αἱματηρή ἅλωσίν του, ξεκίνησαν τὶς διαπραγματεύσεις μὲ τοὺς Αἰγυπτίους τὴν ἰδίαν νύκτα, ἐνᾦ πολλοὶ ὑπερασπιστές του κατάφεραν νὰ διαφύγουν ὑπὸ τὴν προσταστία τοῦ σκότους.
Τὴν 1η Μαρτίου τοῦ 1826 τὸ Αἰτωλικὸν παρεδίδετο στὶς δυνάμεις τοῦ Ἰμπραῆμ πασσᾶ.
Οἱ ἔγκλειστοι ἐδέχθησαν τόσο προσβλητικοὺς ἐλέγχους ὅταν οἱ «Τοῦρκοι διαλέγουν τὰ παιδιὰ καὶ τὶς νεώτερες γυναῖκες, ποὺ …ταὶς ἔψαξαν σχεδὸν καὶ εἰς τὰ ἀποκρυφα διὰ πολύτιμον πρᾶγμα», ποὺ οἱ Μεσολογγίτες ἀηδιασμένοι μεγιστοποίησαν τὴν ἀπόφασίν του γιὰ ἀντίστασιν.
Μόνον ἡ πείνα πλέον ἦταν ὁ πραγματικὸς ἐχθρὸς τῶν ἐγκλείστων.
Ὁ καθημερινὸς βομβαρδισμός, ποὺ σύμφωνα μὲ τὸν Μάγερ ἀπὸ τὶς 12 Φεβρουαρίου ἔως τὴν 1η Μαρτίου, εἶχε δεχθῆ ἡ πόλις τοὐλάχιστον 17.000 βόμβες, ἄν καὶ δολοφονοῦσε ἀμάχους, γιὰ τοὺς Μεσολογγίτες ἦταν ἀντιμετωπίσιμος. (Ὁ Μίχος ἀναφέρει πὼς ἀπὸ τὴν 12ην Φεβρουαρίου ἔως καὶ τὰ μεσάνυκτα τῆς 15ης Φεβρουαρίου εἶχαν πέση 3.314 βόμβες καὶ 5.256 κανονιοβιλισμοί.)
Ὅμως ἡ πείνα δὲν ἦταν ἀντιμετωπίσιμος.
Ἤδη ἀπὸ τὶς 10 Μαρτίου τὰ τρόφιμα «ἐξέλιπον ὁλοτελῶς καὶ ἀπὸ αὐτὴν τὴν φουράν», βάσει τῶν περιγραφῶν τοῦ Μίχου. Καὶ ἀκόμη ἀνέμενον τὴν βοήθεια ἀπὸ τὴν κυβέρνησιν, ποὺ ὅμως δὲν ἔφθασε.

Σημείωσις

Ἀπὸ τὶς 17  Ἰανουαρίου, μὲ τὸ πλοῖον τοῦ Σαχτούρη, εἶχαν ἀποστείλη ἐπιτροπὴ γιὰ νὰ ἐκθειάσῃ στὴν κυβέρνησιν τὸ μέγεθος τῶν προβλημάτων ποὺ ἀντιμετώπιζαν οἱ πολιορκημένοι. Ἡ ἐπιτροπή, τῆς ὁποίας μέλος ἦταν καὶ ὁ Σπυρομίλιος, ἔφθασε στὸ Ναύπλιον στὶς 3 Φεβρουαρίου τοῦ 1826, μετὰ ἀπὸ πολλὲς περιπέτειες. Πρῶτο μέλημα τῆς ἐπιτροπῆς ἦταν τὸ νὰ ἐκθέσῃ στὴν κυβέρνησιν τὸ μέγεθος τοῦ προβλήματος, ἀλλὰ ἡ κυβέρνησις εἶχε ἄλλα ζητήματα, σοβαρότερα.
Ἤδη τὸ πλαστὸ Ἐκτελεστικὸν τοῦ Λαζάρου (πραγματικά) καὶ τοῦ Γεωργίου Κουντουριώτου (ποὺ λειτουργοῦσε ὡς βιτρίνα τοῦ ἀδελφοῦ του), ποὺ εἶχε σφετερισθῆ τὴν ἐξουσία ἀπὸ τὸ νόμιμον, προετοίμαζε «μὲ δόξα καὶ τιμή» τὴν Γ’ Ἐθνοσυνέλευσιν. Στὸ περιθώριον τῆς προετοιμασίας αὐτῆς ἔφθασε καὶ ἡ ἐπιτροπὴ τοῦ Μεσολογγίου, ἀναζητώντας ἀπεγνωσμένα βοήθεια.
Κι ἐνᾦ ὅλοι ὑπόσχοντο νὰ βοηθήσουν ἐπισήμως, μόλις πλησίαζαν τὰ μέλη τῆς ἐπιτροπῆς ἐτίθετο ἐκβιασμὸς ὠμὸς καὶ τρισάθλιος: «Ποιό κόμμα θά ὑποστηρίξουν;»
Μὰ ἡ ἐπιτροπὴ δὲν εἶχε κομματικὰ βαρίδια.
Κι ἔτσι, στὸν βωμὸ τῆς ἐξουσίας τῶν κομμάτων τοῦ Κωλέττου, τοῦ Μαυροκορδάτου καὶ τοῦ Κουντουριώτου ἐθυσιάσθη τὸ Μεσολόγγι στυγνὰ καὶ κυνικά.
«Πλήν, ὅταν τὸ Ἔθνος εὑρίσκεται εἰς κόμματα, ἡ ἀδιαφορία δὲν προξενεῖ καλόν, ἀλλὰ μάλιστα βλάβην` καὶ ἰδοῦ πραγματικῶς τὶ μετὰ ἡμέρας ἐσυνέβη ἡμῶν τῶν ἰδίων, ἀφ΄ οὖ ἐπληροφορήθησαν τᾦ ὄντι ὅτι δὲν ἐμελετούσαμε νὰ ἐνισχύσωμεν κανὲν κόμμα, ἀδιαφόρεσαν ὅλα τὰ κόμματα ἀπ΄ ἡμᾶς, καὶ ἐν ᾦ τοὺς ὡμιλούσαμε γιὰ τὸ Μεσολόγγιον ὅλοι ἔλεγαν τὸ …«ναί, ἔχετε δίκαιον», ἀλλὰ δὲν ἐσύμπραττον ὑπὲρ αὐτοῦ μὲ ζῆλον ` ἐν ᾦ ἂν εἴχομεν ἐγκολπωθῇ ἕν κόμμα, μὲ τὴν ψῆφον τοῦ Μεσολογγίου ἐνισχύετο, καὶ ἐπομένως αὐτὸ τὸ κόμμα ἤθελε ἦτο ὁ προστάτης τοῦ Μεσολογγίου….
…Ἀλλὰ κατὰ δυστυχίαν μεταξὺ εἰς τὰ διάφορα κόμματα ἐκείνης τῆς περιόδου ἦτο καὶ ἕν, τὸ ὁποῖον ἐπεθύμει τὴν πτῶσιν τοῦ Μεσολογγίου καὶ ὅλης τῆς Στερεᾶς Ἑλλάδος ὥστε νὰ δυνηθῇ εὐκόλως νὰ ἀποκατασταθῇ ἡ Πελοπόννησος ἓν πριγκηπᾶτον ὡς τὰ τῆς Μολδοβλαχίας, καὶ ἐπομένως ὁ κομματάρχης Πρίγκηψ.»
Σπυρομίλιος
«Τὸ ἀγγλικὸ κόμμα, (ποὺ ἀρχηγός του ἦτο ὁ Μαυροκορδᾶτος) λογάριαζε πὼς ἡ πτῶσις τοῦ Μεσολογγίου θὰ ἔδιδε μεγαλυτέραν ἀξία στὴν αἴτησίν του γιὰ προστασία…» (τῆς Πελοποννήσου καὶ τοῦ πριγκηπάτου ποὺ σχεδίαζε.)
Πληροφορίες ἀπό:
«Ἀπομνημονεύματα τῆς Δευτέρας Πολιορκίας τοῦ Μεσολογγίου»Σπυρομίλιος
«Ἀπομνημονεύματα τῆς Δευτέρας Πολιορκίας τοῦ Μεσολογγίου»Ἀρτέμιος Μῖχος
«Ἐνθυμήματα Στρατιωτικά», Νικόλαος Κασομούλης
«Ἡ Ἐπανάστασις τοῦ ’21», Φωτιάδης Δημήτριος
«Ἡ Ἑλληνικὴ Ἐπανάστασις», Κόκκινος Διονύσιος
Ἡ εἰκόνα ἀπὸ τὸν πίνακα τοῦ Ντελακρουᾶ: «Ἡ Ἑλλὰς εἰς τὸ Μεσολόγγιον».
πηγή

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...