«.... Εν εσχάταις ημέραις ενστήσονται καιροί χαλεποί• έσονται γαρ οι άνθρωποι φίλαυτοι, φιλάργυροι,αλαζόνες, υπερήφανοι, βλάσφημοι, γονεύσιν απειθείς, αχάριστοι, ανόσιοι, άστοργοι, άσπονδοι, διάβολοι, ακρατείς, ανήμεροι, αφιλάγαθοι, προδόται, προπετείς, τετυφωμένοι, φιλήδονοι μάλλον η φιλόθεοι, έχοντες μόρφωσιν ευσεβείας...».
Του Μητροπολίτη Χαρτούμ, Εμμανουήλ
Η καρδιά του Παύλου πονά... Κι ο πόνος μετατρέπεται σε λόγο. Σε διδασκαλία. Σε κήρυγμα, όχι για το κήρυγμα, αλλά για την κοινωνία των καρδιών....
Αυτά τα λόγια δεν απευθύνονται σε ηθικιστικές «χριστιανοπαρέες», όπως αναφέρει εύστοχος παρατηρητής. Απευθύνονται σε ΟΛΟΥΣ. Σε όλους, όσοι ζουν το Μυστήριο της Εκκλησίας και σ’ εκείνους, που επέλεξαν να είναι «απέναντι» Αυτής... Στους «εγγύς» αυτής, που μπορεί να είναι κάποτε, δυστυχώς και «μακράν». Και στους «μακράν» της Εκκλησίας, που μπορεί να είναι «εντός», «εν πράξει...». Τα ποσοστά κυμαίνονται. Καμμία στατιστική δεν μπορεί να αποδώσει σωστά και αντικειμενικά αυτά, που γίνονται μέσα στις καρδιές αυτών, που βιώνουν το Μήνυμά Του «εν Ζωή...» Με τρόπους Ζωής... Με την ίδια τους τη Ζωή....
Αυτόν τον άνθρωπο και αυτή την κοινωνία σκιαγραφεί ο των Εθνών Παύλος ο Απόστολος. Είκοσι περίπου επίθετα και φράσεις καταγράφουν την τότε πραγματικότητα, που δυστυχώς αντανακλάται «έως της σήμερον». Από το «φίλαυτοι, φιλάργυροι και αλαζόνες», έως το «φιλήδονοι μάλλον η φιλόθεοι, έχοντες μόρφωσιν ευσεβείας», «ψυχογραφείται» ο άνθρωπος της τότε εποχής και ο άνθρωπος του σήμερα...
«Εις τους αεί χρόνους» η Εκκλησία θα καταγράφει την μία αλήθεια. Εκείνη δηλαδή, που κάθε χρονική στιγμή θα δηλώνει την άμεση και υγιή σχέση του ανθρώπου με τον εαυτό του και το Θεό.
Δεν επιχειρώ να ερμηνεύσω μέσα απ’ αυτές τις γραμμές τον Παύλειο λόγο. Είμαι ο πλέον έσχατος, που θα τολμούσε να κάνει κάτι τέτοιο. Απλά προσεγγίζω «δειλά», αλλά και ταπεινά τούτα τα λόγια και αυτοπροσδιορίζομαι μέσα από κάθε λέξη, που έχει ειδικό βάρος τεράστιο. Μέσα από την κάθε λέξη εξάγονται άπειρα μηνύματα αυτοπροσδιοροσμού όλων των «θελόντων σωθήναι...»
Σ’ αυτούς τους έσχατους καιρούς, κάποιοι από μας, μήπως γι’ άλλα μιλάμε; Μήπως γι’ άλλους μιλάμε; Γιατί έτσι δεν πονάμε η γιατί έτσι ξεχνάμε...;
«Ο άνθρωπος δεν είναι αυτό που λέει η πράττει, αλλά ο πόθος η το μυστικό της καρδιάς του....» Εκεί στα βάθη της καρδιάς γίνονται οι μεγαλύτερες «μάχες...».
Η ευσέβεια είναι και θα παραμένει στους έσχατους αυτούς καιρούς πάντοτε το ζητούμενο. Λέξη παρεξηγημένη και διαμορφωμένη με λάθος τρόπο στο σώμα της κοινωνίας. Η Εκκλησία πάντοτε θα εύχεται «Κύριε σώσον τους ευσεβείς...». Θα εύχεται δε «νυν και αεί» υπέρ των «εν ευσεβεία και πίστει τελειωθέντων...».
Ούτε οι γράφοντες, ούτε οι ομιλούντες θα «σώσουν» κάτι από τα του κόσμου δεινά. Οι λόγοι κάποτε παρηγορούν. Τα γραπτά ίσως ξεκουράζουν η απαλύνουν προς στιγμήν τον πόνο των ανθρώπων.
Ο πιο «θεραπευτικός» λόγος είναι αυτός της άσκησης «εν προσευχαίς και νηστείαις». Είναι ο έμπονος λόγος, που ο άλλος αντιλαμβάνεται και τον νοιώθει πιο «πεπτικά» μέσα στην ψυχή του.
Ένας άγιος μοναχός, εκεί στο «Περιβόλι της Παναγιάς», που έφυγε πρόωρα για τα «άνω Βασίλεια», μέσα από τα λαμπερά και εκφραστικά του μάτια, όχι μόνο μιλούσε, αλλά σε δίδασκε συγκλονιστικά και ανέπαυε την ψυχή, όσων τον πλησίαζαν, μ’ ένα ουράνιο τρόπο. Δεν μιλούσε πολύ... Αυτός μιλούσε με προσευχές... Σου μιλούσε μέσα από τα μάτια του... Ας είναι τούτα τα λόγια ένα ελάχιστο αντίδωρο ευγνωμοσύνης, σ’ ότι αυτός ο άγιος Μοναχός, χωρίς ο ίδιος να το καταλάβει, άπειρα με διδάξε.
Στη Θεολογική Σχολή των Αθηνών, κάποιος καθηγητής μας, μας έλεγε κάποτε: «ότι η πιο γελοία κατάσταση του ανθρώπου είναι η σοβαροφάνειά του».
Έτσι επιχειρώ κι εγώ να πω, ότι η ευσεβοφάνεια του ανθρώπου είναι ίσως η πιο ασθενική κατάστασή του. Ο γνήσια ευσεβής άνθρωπος είναι «απλούς τοις τρόποις». Είναι ταπεινός αληθινά. Είναι «επιεικής προς πάντας». Είναι σταθερά φιλάνθρωπος. Είναι ανεξίκακος... και όχι μόνον, αλλά «νηπιάζει τη κακία». Η ευσέβεια βγαίνει μέσα από το είναι του. Δεν εξαντλείται σε σχήματα ευσέβειας εξωτερικής. Απεχθάνεται τον τύπον και υπεισέρχεται στην ουσία των πραγμάτων. Εκδηλώνει σταυρικά την αγάπη του. Επισκέπτεται τους «εν ασθενεία, τους εν φυλακή, τους εν ανάγκη» άνευ διακρίσεως διαλογισμών... και αγγίζει τις ψυχές τους, όπως «εν φόβω και τρόμω» προσέρχεται στο Ποτήριο της Ζωής.
Άθελά μου κηρυγματολόγησα τελικά... Ευρισκόμενος στο χώρο της διακονίας μου, μόνον τον εαυτό μου προσπαθώ να διορθώσω, όσο αυτός διορθώνεται... Και μέσα απ’ αυτή την ελάχιστη προσπάθεια, εξομολογούμαι συναισθήματα και σκέψεις «ενώπιον πάντων». Επιχειρώντας αδέξια ίσως να μεταφέρω μηνύματα Ζωής μέσα από την εμπειρία της εδώ Ζωής... Μιας ζωής, γεμάτη πείνα και δίψα για αγάπη και ουσιαστική συμμετοχή στον πόνο καλοκάγαθων και πονεμένων ανθρώπων.
Και η ζωή των απανταχού Ιεραποστόλων δεν είναι μόνον «ούτε ο κτίζων ούτε ο βαπτίζων». Είναι η ΟΛΗ μαρτυρία ζωής στο χώρο, που διακονείται η Ζωή.... Ιεραπόστολος είναι αυτός, που δίνει το αίμα της καρδιάς του «ημέρας τε και νυκτός», στο κέντρο της καρδιάς των ανθρώπων, που ο Θεός τον έταξε να διακονεί. Μάλιστα δε κάτω από αντίξοες συνθήκες. Η ευσέβειά του είναι και η μαρτυρία του.
Το δε «μέγα της ευσεβείας μυστήριον» θα συντελείται πάντοτε στο χώρο της καρδιάς του ανθρώπου. Εκεί θα γεννιέται και θα ανασταίνεται ο Θεός. Η καρδιά θα είναι πάντοτε το «φρέαρ», όπου θα αντλούνται όχι μορφώματα ευσεβείας, αλλά η αληθινή και γνήσια κατα Θεόν ευσέβεια.
Αδελφοί μου,
Η Εκκλησία θα προσφέρει πάντοτε το «σωτήριον ποτόν». «Πίετε εξ αυτού πάντες...». Και η αγάπη του Θεού ας είναι διαρκώς «εν τω μέσω υμών και ημών». Αυτή η αγάπη είναι η μόνη ικανή να «σώση τον κόσμον». Οι σιωπηλώς μαρτυρούντες το μαρτύριο της συνειδήσεως ίσως είναι οι καλύτεροι εκφραστές αυτής της «εν ευσεβεία αγάπης». Ο απολογισμός ο εμός είναι «ωσεί σταγών εν τω πελάγει των θλίψεων...». Οι μάρτυρες και οι συνεχώς μαρτυρούντες «εν ευσεβεία, εν ασκήσει, εν υπομονή, εν αγάπη» είναι οι μόνοι, που θα δείχνουν πάντοτε και θα ανοίγουν οδούς λυτρωτικούς στα «αδιέξοδα» του κόσμου τούτου. Ο δε Παράκλητος, το Πνεύμα της Αληθείας ας κατευθύνει την σκέψη και τη Ζωή όλων μας εις «πάσαν την ευσέβειαν».
Μνήσθητι Κύριε, πάντων των εν ευσεβεα αγωνιζομένων μέσα σ’ ένα «τεταραγμένο» κόσμο. Μνήσθητι, όσων προσκομίζουν την πίστη με ευσέβεια και την ευσέβεια την κάνουν πίστη «ουχί τύποις μόνον, αλλ’ ουσία». Όχι ως «μόρφωσιν έχοντες ευσεβείας», αλλ’ ως γνήσια και αληθινά ευσεβείς...