Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μητροπολίτης Σισανίου και Σιατίστης Παύλος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μητροπολίτης Σισανίου και Σιατίστης Παύλος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη, Μαρτίου 27, 2014

Μητροπολίτης Σισανίου και Σιατίστης: Σ'αγαπώ γιατί είσαι εσύ...και όχι εγώ!


«Σ' γαπ γιατί εσαι 'σύ».Εχετε σκεφθε καθόλου τό μήνυμα πού κομίζει ατός  στίχος; Σ'γαπ, καί μπορ νά σ' γαπ, γιατί δέν εσαι 'γώ. Ατή εναι πρώτη του ρμηνεία.
Οσιαστικά δέν σ' γαπν θέλω σύ νά γίνεις γώ. 
 
Μέσα πό τή διαφορετικότητα το κάθε προσώπου, μέσα στήνγάπη, πιτυγχάνεται νας διαρκής μπλουτισμός τς σχέσης.᾿Αλλις, πως λένε, στόν κόσμο καί στήν κοινωνία, «παλιώνει σχέση καί  γάμος». Ομως, παλιώνει γιατί μες τόν φήνουμε καί παλιώνει. ᾿
Εάν δέ σκεφθετε τήν δυνατότητα το καθενός νθρώπου νάγιάζεται καί νά μετέχει λο καί περισσότερο τς δόξης το Θεοκαί τς Χάριτός Του, τότε διαρκς μπορομε νά χουμε ναν καινούργιο νθρωπο.
Αλλά, μες προσπαθομε νά διορθώσουμε τά ργα το Θεο, νομίζοντας τι ξέρουμε καλύτερα τί πρέπει νά κάνουμε. Θά τό δομεκόμα τραγικότερα τό θέμα, ταν φτάσουμε σέ μιά λλη σχέση, πολύ βασική καί καθημερινή. Τή σχέση τν παιδιν μέ τούς γονες. Τή σχέση τν γονιν μέ τά παιδιά τους. Εναι μιά δύσκολη σχέση. Πολλές φορές χωρίς λευθερία, στό νομα τς γάπης. Τίς περισσότερες φορές μέ τόν γωϊσμό μας στή θέση τς γάπης, εναι πάρα πολύ εκολο νά ρθει  σύγκρουση.
᾿Αλήθεια, ταν μεγαλώνουμε τά παιδιά μας τί ραμα χουμε στή ζωή μας;
Μεγαλώνουμε παιδιά γιά νά ζήσουν λεύθερα καί νά σταθον στά πόδια τους  τά «καμαρώνουμε» γιατί μς κονε; ᾿
Εάν χαιρόμαστε γιατί μς κονε πάντα, οσιαστικά χουμεναγνωρίσει καί νακηρύξει σέ λάθητο τόν αυτό μας, καί πιστεύουμε τι χουμε πάντα δίκιο, καί χαιρόμαστε πού τά παιδιά μας, μς κονε. ᾿Εν θά 'πρεπε νά νησυχομε ν μς κονε πάντα, καί πολύ περισσότερο στό διάστημα τς φηβείας, πού εναι προσπάθεια το νέου παιδιο νά κατακτήσει τήν λευθερία του. Θέλει τήν γάπη μας, λλά χι μέ τή στέρηση τς λευθερίας. Καί χωρίς λευθερία δέν πάρχει εθύνη. Κι ατό τό ξέρουμε καί τό βιώνουμε.
Μητρ. Σισανίου και Σιατίστης κ. Παύλος


Δευτέρα, Μαρτίου 17, 2014

ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΕΣ ΕΥΘΥΝΕΣ....ΣΙΑΤΙΣΤΗΣ ΠΑΥΛΟΣ



Κατηγορηθήκαμε, όχι πάντα άδικα, για εκκοσμίκευση, η οποία συνιστά νοθεία της αυθεντικότητας. Οι του Ιερού Κλήρου όλων των βαθμίδων δεν ζήσαμε τον ασκητικό τρόπο ζωής, καθώς διδάσκει το Ευαγγέλιο, δεν δώσαμε πάντα το καλό παράδειγμα, όχι ευσεβιστικά και υποκριτικά, αλλά σαν ελεύθερη και συνειδητή επιλογή ενός τρόπου ζωής. Δεν θελήσαμε να είμαστε «οι άλλοι», οι μη συσχηματιζόμενοι με τον παρόντα κόσμο. Προκαλέσαμε με την οικονομική μας άνεση, με την προσχώρησή μας στην εκκοσμίκευση, με την απουσία της λιτότητας στις εκδηλώσεις μας και ενίοτε και στην αμφίεσή μας. Με την επιδίωξη της άνεσης ακόμη και στη μοναστική μας ζωή, με τη δυσκολία που δημιουργήσαμε στους απλούς ανθρώπους να μας προσεγγίσουν, κάποτε και με την ποιότητα της φιλανθρωπίας μας. Μιλήσαμε πολλές φορές για τα κανονικά μας δικαιώματα, σπάνια όμως για τις κανονικές μας ευθύνες. Συνερχόμεθα σε Συνόδους, αλλά θεωρούμε ότι οι συνοδικές αποφάσεις σταματούν στα όρια των Μητροπόλεών μας. Αλλά τότε γιατί συνερχόμεθα;
Αφήσαμε μια χαλαρότητα να μουδιάσει την πνευματική μας ζωή και θεωρήσαμε την ασκητικότητα ως άκρο και όχι ως το αυθεντικό εκκλησιαστικό ήθος. Ανεχθήκαμε συμπεριφορές Μονών, μοναχών και κληρικών, που λίγο απέχουν από το να είναι αντιεκκλησιαστικές, γιατί όχι και αντίχριστες. Γίναμε κάποιες φορές πομπώδεις, αλλά πολύ λίγο ουσιαστικοί και αυθεντικοί. Ο κηρυκτικός μας λόγος έχασε το πνευματικό του νεύρο. Εγκατέλειψε εν πολλοίς τη Θεολογία και την Κατήχηση, έχασε την επαφή με την πραγματικότητα και τον διάλογο με τις πνευματικές αναζητήσεις του σύγχρονου ανθρώπου.

Το πλέον οδυνηρό εξ όλων είναι ότι γίναμε στη συνείδηση του λαού, και όχι πάντοτε άδικα, μέρος του πολιτικού συστήματος που καταρρέει και κινδυνεύουμε να μας συμπαρασύρει. Ο ευσεβής λαός μάς κατηγορεί γι’ αυτό και μας καταλογίζει ευθύνη, μας θεωρεί συνενόχους για την κατάσταση στην οποία ευρίσκεται η χώρα. Η ευθύνη μας δεν είναι ότι δεν αναχαιτίσαμε εμείς την κρίση, αλλά ότι δεν αντιδράσαμε, δεν αντισταθήκαμε, δεν ομολογήσαμε. Δεν σταθήκαμε δυστυχώς κριτικά, δηλαδή πνευματικά και όχι αντιπολιτευτικά, απέναντι στην εξουσία. Προσπαθήσαμε να την πείσουμε ότι είμαστε δικοί της, στηριχθήκαμε στα δεκανίκια της και τώρα εισπράττουμε οργή. Οι αντιτιθέμενοι στην Εκκλησία ευρίσκουν ευκαιρία να επιτεθούν με δριμύτητα εναντίον της, να απαιτούν τον χωρισμό Εκκλησίας και Πολιτείας, να προσπαθούν να εμφανίσουν την Εκκλησία ως εμπλεκόμενη με την πολιτική εξουσία και καταφέρνουν να πείθουν πολλούς. Ασφαλώς και δεν έχουν δίκαιο, αλλά και εμείς δεν προσέξαμε πάντα και όσο χρειαζόταν. Διεκδικούμε ως εξουσία, προσπαθούμε να πείσουμε την εξουσία ότι μας χρειάζεται και δίνουμε όπλα στα χέρια τους. Επιτρέψαμε τα πραγματικά ή κατασκευασμένα σκάνδαλα να γίνουν εργαλείο στα χέρια των έμπορων της κατεδάφισης και δεν αντιδράσαμε άμεσα και δραστικά προς όλες τις κατευθύνσεις. Δείξαμε περίεργη ανοχή σε ηθικά σκάνδαλα. Δείξαμε ανοχή σε σημείο που άγγιξε την ΕΝΟΧΗ.

Ταλαιπωρήθηκε πολύ και επί πολύ χρόνο η Εκκλησία μας με την υπόθεση του πρ. Αττικής. Έχουμε τεράστια ευθύνη για τον πολυκαιρισμό της θλιβεράς και δυσωνύμου καταστάσεως. Κάναμε άτολμες κινήσεις, πήραμε περίεργες αποφάσεις, οχυρωθήκαμε πίσω από δικονομικούς όρους, δημιουργήσαμε περίεργα δικαστικά τετελεσμένα και εκτεθήκαμε, αρνηθήκαμε ένα γενναίο ξεκαθάρισμα, αφήσαμε επί μήνες οχετούς βρωμιάς διά της τηλοψίας να μολύνουν την ακοή και τη συνείδηση του πληρώματος, προκαλέσαμε με αποφάσεις που γέμισαν οργή τον πιστό λαό μας και χλεύη τους εναντίους, για να φθάσουμε στα γνωστά αδιέξοδα. Δεν είχαμε καθαρό λόγο. Προκρίναμε, με αποφάσεις των οργάνων μας, το «φιλάδελφον» εις βάρος του φιλόθεου και του φιλάνθρωπου. Είναι σκληρά τα λόγια, αλλά αυτά μας καταμαρτυρούν οι δικοί μας άνθρωποι. Αφήσαμε απροστάτευτη την Εκκλησία του Χριστού να κατηγορείται από τους εναντίους.
Δεν προσέξαμε τις χειροτονίες των κληρικών μας. Κυκλοφορούν δυστυχώς θαρρετά και προκλητικά, όχι μόνο στους δρόμους αλλά και στον κυβερνοχώρο, κληρικοί που αδιάντροπα προσβάλλουν το τίμιο ράσο και τύπτουν τη συνείδηση του λαού. Δείχνουμε ανοχή σε ποικίλες εκτροπές κληρικών μας και με τον τρόπο αυτό αποθαρρύνουμε σοβαρούς ανθρώπους που θέλουν να διακονήσουν την Εκκλησία. Χρονίζουν οι δικαστικοί φάκελοι στο αρμόδιο γραφείο και κληρικοί που κατεσκανδάλισαν το πανελλήνιο δεν έχουν ακόμη αντιμετωπιστεί από τα συνοδικά δικαστήρια τα οποία, με τη δική μας ευθύνη, κινούνται με βραδύτατους ρυθμούς.
Διδάσκουμε ότι η Εκκλησία είναι κλήρος και λαός. Το λαϊκό στοιχείο όμως δεν συμμετέχει πολύ ενεργά, δεν του αναθέσαμε ευθύνες και διακονίες οι οποίες του ανήκουν.
Δεν σταθήκαμε όσο έπρεπε κοντά στη νεολαία μας. Οι περισσότεροι από τους ενοριακούς μας ναούς δεν είναι φιλόξενοι χώροι για τα παιδιά και τους νέους μας. Δημιουργούμε χώρους για να προσφέρουμε καφέ στα μνημόσυνα, αλλά όχι χώρους για τα παιδιά μας. Μας ενοχλεί η παρουσία τους. Φοβόμαστε μήπως μας λερώσουν τον χώρο και δεν σκεπτόμαστε την ταλαιπωρία των ψυχών τους. Οι Κατηχητές μας πολλές φορές περνούν δύσκολα με τα στελέχη των ναών μας. Δεν είναι άραγε ενδεικτικό ότι στη Σύνοδο των Εφήβων συμμετείχαν παιδιά μόνο από 20 Μητροπόλεις της Εκκλησίας μας, τη στιγμή κατά την οποία η απόφαση για τη συγκρότησή της ήταν απόφαση της Ιεράς Συνόδου; Από την άλλη πλευρά, συμμετείχαν νέοι που πληροφορήθηκαν για την προσπάθεια αυτή της Εκκλησίας από το διαδίκτυο και δήλωσαν συμμετοχή και μας εξέπληξαν με τον ανεπιτήδευτο λόγο τους και τις ευχαριστίες τους, γιατί τους δώσαμε βήμα για να μιλήσουν. Δίνουμε την εντύπωση ότι έχουμε κουραστεί με τους νέους μας ή ότι είμεθα κλεισμένοι στην αυτάρκειά μας.
Ζούμε σε ένα κράτος που αποδυναμώνεται η πολιτισμική του ταυτότητα. Ακούμε θεωρίες και κινήματα περί ενότητος, όπως ο οικουμενισμός, ο συγκρητισμός και η σχετικοποίηση των πάντων. Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του, η γλώσσα, η ιστορία, η ορθόδοξη πίστη, αυτή η βασική συνεκτική δύναμη της κοινωνίας, πλήττονται συστηματικά και συνειδητά από οργανωμένες ορατές και αόρατες δυνάμεις. Η Παιδεία στον τόπο μας όχι μόνο έχει τελειώσει, αλλά γίνεται και επικίνδυνη για τους τροφίμους της. Τα παιδιά μας στο διαδίκτυο γράφουν με λατινικούς χαρακτήρες, γιατί δεν γνωρίζουν τη γλώσσα μας. Η εθνική μας συνείδηση πλήττεται, αλλά και υπονομεύεται. Η Εκκλησία μας πολεμείται ανοικτά πολλές φορές, αλλά και δόλια τις περισσότερες, ενώ φθείρεται μέσα από τη σχέση της με την εξουσία. Είναι πολύ σημαντικό να μη φοβηθούμε, αλλά να ετοιμαστούμε για το καινούργιο που έρχεται και που ήδη είναι παρόν. Ο Θεός δεν μας έδωσε “πνεύμα δειλίας, αλλά δυνάμεως και αγάπης και σωφρονισμού”. Ευθύνη της Εκκλησίας είναι να καταθέτει την εμπειρία της και την αλήθειά της.
Πανεπιστημιακός καθηγητής λέγει σε ένα κείμενό του ότι η λέξη “κρίση” στα κινέζικα αποτελείται από δύο χαρακτήρες. Ο πρώτος σημαίνει κίνδυνος, ενώ ο δεύτερος δυνατότητα, ευκαιρία.
Ο κίνδυνος είναι μπροστά μας, τον ζούμε. Ας τον κάνουμε ευκαιρία για έξοδο, για άλλη ποιότητα ζωής. Σε αυτήν την πορεία η παρουσία της Εκκλησίας είναι κρίσιμη. Είναι η μόνη δυνατότητα και ο μόνος δρόμος για την έξοδο.


 πηγή   το είδαμε εδώ

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 23, 2013

Ὁ Σιατίστης Παῦλος γιὰ τὰ Χριστούγεννα




-Πῶς ὁ Χριστὸς μὲ τὴ Γέννησή του ἀναγεννᾶ τὴν ἀνθρώπινη φύση μας;

Κατ’ ἀρχὴν σᾶς εὐχαριστῶ θερμὰ πού μου δίνετε τὴν δυνατότητα νὰ ἐπικοινωνήσω μὲ τοὺς ἐκλεκτοὺς ἀναγνῶστες σας καὶ μάλιστα καθ’ ὁδὸν καὶ ἐν πορείᾳ πρὸς τὴν Μητρόπολη τῶν ἑορτῶν, τὰ Χριστούγεννα.

Εἶναι σημαντικὸ νὰ κατανοήσουμε ὅτι τὰ γεγονότα τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ εἶναι γεγονότα τῆς προσωπικῆς μας ζωῆς καὶ ἱστορίας. Μᾶς ἀφοροῦν ἄμεσα καὶ προσωπικά. Ἔρχονται νὰ ἀπαντήσουν στὰ πιὸ καίρια ὑπαρξιακά μας ἐρωτήματα καὶ νὰ θεραπεύσουν τὶς πληγές μας. Ἀκόμη ἔρχονται νὰ ἑρμηνεύσουν τὰ γεγονότα τοῦ σήμερα.

Ἡ πτώση τοῦ ἀνθρώπου δὲν ἦταν μία ἠθικὴ παράβαση, ἀλλὰ ἕνας ὀντολογικὸς ἀκρωτηριασμὸς τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως. Ὁ πειρασμὸς τοῦ πρώτου ἀνθρώπου ἦταν ἐὰν θὰ θεωθεῖ διὰ τῆς κοινωνίας του μὲ τὸ Θεὸ ἤ αὐτονομημένος ἀπὸ τὸν Θεό. Μιλᾶμε γιὰ τὸ προπατορικὸ ἁμάρτημα λησμονώντας ὅμως τὸ οὐσιαστικὸ περιεχόμενο τῆς λέξεως ἁμαρτία.

Τὸ ρῆμα ἁμαρτάνω σημαίνει ἀποτυχαίνω, κάνω λάθος. Ἁμαρτία λοιπὸν σημαίνει ἀποτυχία. Ποιὰ λοιπὸν εἶναι ἡ ἁμαρτία, δηλαδὴ ἡ ἀποτυχία, τοῦ πρώτου ἀνθρώπου;

Ὁ Ἀδὰμ ἐπεχείρησε νὰ γίνει Θεός, χωρὶς τὸν Θεό, ἀλλὰ ἀπέτυχε. Ἀντὶ νὰ θεωθεῖ ὑπέταξε τὴν ζωή του στὴν φθορά, στὸν πόνο καὶ τελικὰ στὸν θάνατο. Εἶναι σημαντικὸ νὰ κατανοήσουμε ὅτι ὁ Θεὸς δὲν δημιούργησε τίποτα ἀπὸ αὐτά. Ἡ φθορά, ὁ πόνος καὶ ὁ θάνατος ἦταν ἀνύπαρκτα στὴν κατάσταση τῆς ἀρχέγονης δικαιοσύνης, δηλαδὴ στὴν ζωὴ πρὸ τῆς πτώσεως.

Ἡ πτώση λοιπὸν ὁδήγησε στὴν ἔκπτωση ἀπὸ τὴν κοινωνία μὲ τὸν Τριαδικὸ Θεὸ καὶ στὴν ὀντολογικὴ διαφθορὰ τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως. Ὁ ἄνθρωπος ἐπεχείρησε πολλὲς φορὲς μέσα στὴν ἱστορία νὰ ὑπερβεῖ τὴν θνητότητά του, ἀλλὰ ματαίως. Αὐτὴ ἡ ματαιότητα τῆς αὐτοσωτηρίας συνειδητοποιεῖται σὲ δύο ἐκφραστικὰ κείμενα τῆς ἀρχαιοελληνικῆς παραδόσεώς μας.

Στὸ ποίημα τοῦ Διγενῆ Ἀκρίτα. Ὁ Διγενὴς εἶναι ὁ δυνατὸς ἄνθρωπος ποὺ νικᾶ ὅποιον ἐπιχειρεῖ νὰ παλέψει μαζί του. Ἔρχεται ὅμως ἡ στιγμὴ ποὺ θὰ παλέψει μὲ τὸν χάρο στὰ μαρμαρένια ἁλώνια. Ἐκεῖ γιὰ πρώτη φορὰ ὁ Διγενὴς θὰ νικηθεῖ. Ἐκεῖ γιὰ μία ἀκόμη φορὰ ὁ θάνατος θὰ νικήσει.

Τὸ δεύτερο κείμενο εἶναι ἡ Τραγωδία τοῦ Αἰσχύλου «ὁ Προμηθέας Δεσμώτης». Καταδικασμένος ὁ Προμηθέας νὰ εἶναι δεμένος στὸν Καύκασο γιατί ἐπεχείρησε νὰ κλέψει τὸ ἱερὸν πῦρ ἀπὸ τοὺς Θεοὺς καὶ καθὼς ἕνα ὄρνεο κατὰ καιροὺς τοῦ κατατρώγει τὸ συκώτι μάταια ἀγωνίζεται νὰ ἐλευθερωθεῖ. Ὁ Ἑρμῆς ποὺ περνάει ἀπὸ ἐκεῖ καὶ βλέπει τὸ μαρτύριό του τοῦ λέγει: «Ποτὲ δὲν θὰ πάρουν τέλος τὰ δεινά σου ἐκτὸς ἂν ὁ Θεὸς σὲ λυπηθεῖ καὶ στείλει κάποιον δικό του νὰ σὲ σώσει». Αὐτὴ ἡ συνειδητοποίηση τῆς ἀδυναμίας γιὰ αὐτοσωτηρία ὁρίζει τὸ «πλήρωμα τοῦ χρόνου», τὸν κατάλληλο καιρὸ κατὰ τὸν ὁποῖο ὁ Θεὸς στέλνει κάποιο δικό Του.

Ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ γίνεται ἄνθρωπος, προσλαμβάνει τὴν ἀνθρώπινη φύση μας γιὰ νὰ τὴν θεραπεύσει. Τὰ Χριστούγεννα, στὰ ἄχραντα σπλάχνα τῆς Θεοτόκου, ἡ ἀνθρώπινη φύση μας μπολιάζεται μὲ τὸ θεϊκὸ μπόλι.

Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Σωτήρας ὄχι μὲ κάτι ποὺ κάνει, ἀλλὰ μὲ αὐτὸ ποὺ Εἶναι. Στὸ πρόσωπό του ἐνώνεται ἀσύγχυτα καὶ ἀδιαίρετα ὁ Θεὸς μὲ τὸν ἄνθρωπο. Ἡ ἕνωση εἶναι ἀσύγχυτη. Τὸ κάθε πρόσωπο διατηρεῖ τὴν ἑτερότητά του. Αὐτὸ σημαίνει τὸ σεβασμὸ τῆς ἀνθρώπινης ἐλευθερίας, ἀλλὰ καὶ ἀδιαίρετη. Ὅσο ἡ ἀνθρώπινη φύση μας κοινωνεῖ μὲ τὸ Θεὸ εἰς τὸ Πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ θάνατος ἔχει νικηθεῖ καὶ ὁ ἄνθρωπος ἐν Χριστῷ καὶ διὰ τοῦ Χριστοῦ ὑπερβαίνει τὴν θνητότητα.

Ἡ ὀντολογικὴ καταστροφὴ ἔχει πλέον θεραπευθεῖ. Μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο ἡ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ σηματοδοτεῖ τὴν θεραπεία καὶ ἀναγέννηση τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως.



-Στὴν Ἁγία Γραφὴ οἱ προφῆτες μιλοῦν γιὰ τὴν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸ δὲν εἶναι ἕνα μόνιμο θαῦμα;

Πολὺ σωστὰ τὸ ἐπισημαίνετε μὲ τὴν ἐρώτησή σας. Ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ μοναδικὸ πρόσωπο μέσα στὴν ἱστορία τοῦ Ὁποίου ὄχι μόνο ἡ Γέννηση, ἀλλὰ ὁλόκληρη ἡ ζωή, ὁ σταυρικός Του θάνατος καὶ ἡ Ἀνάστασή Του προφητεύθηκαν αἰῶνες ὁλόκληρους πρὶν ἀπὸ τὴν ἐμφάνισή Του στὴ γῆ.

Οἱ προφητεῖες μάλιστα ἀναφέρονται καὶ σὲ λεπτομέρειες τῆς ζωῆς Του. Ὁ προφήτης Ἠσαίας 800 χρόνια πρίν, ὁμιλεῖ μὲ πολὺ καθαρὸ τρόπο διὰ τὴν ἐκ τῆς Παρθένου Μαρίας Γέννησή Του σὰν νὰ τὴν βλέπει μπροστά του «Ἰδοὺ ἡ Παρθένος ἐν γαστρι ἕξει καὶ τέξεται υἱὸν καὶ καλέσουσι τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουὴλ ὅ ἐστι μεθερμηνευόμενον, μεθ’ ἡμῶν ὁ Θεός».

Δὲν ἀναφέρεται ἁπλῶς σὲ μία ἐκ Παρθένου Γέννηση ἑνὸς βρέφους, ἀλλὰ προσδιορίζει μὲ ἀπόλυτη ἀκρίβεια τὴν ταυτότητά του. Εἶναι ὁ Ἐμμανουήλ, ὁ Θεὸς ποὺ εἶναι πλέον μαζί μας. Οἱ προφητεῖες εἶναι ὁ μεγάλος ὀγκόλιθος τῆς ἱστορικῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ μέσα στὸν κόσμο.

Βλέπετε ἄλλωστε πόσο ἔντονο εἶναι τὸ ἐνδιαφέρον νὰ ἑρμηνεύσουμε τὸ παρὸν καὶ τὸ μέλλον διὰ τοῦ μοναδικοῦ προφητικοῦ βιβλίου τῆς Καινῆς Διαθήκης, τὴν Ἀποκάλυψη τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου.



-Ποιὰ εἶναι ἡ πνευματικὴ ἀναγεννητικὴ ἐμπειρία τῆς Γέννησης τοῦ Χριστοῦ;

Ἡ σάρκωση τοῦ Θεοῦ νοηματίζει τὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου. Ἔξω ἀπὸ τὸν Χριστὸ ἡ ζωὴ δὲν ἔχει νόημα γιατί τέλος της εἶναι ὁ θάνατος. Ἡ διάρκεια τῶν χρόνων τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου δὲν ἔχει νόημα, ἀφοῦ τὸ τέλος θὰ εἶναι ὁ θάνατος καὶ ἡ ὥρα του εἶναι ἀβέβαιη.

Χωρὶς τὴν πρόσληψη τῆς ἀνθρώπινης φύσης ἀπὸ τὸ Θεό, τὴν κάθε μέρα τὸ ἃ-σκοπο θὰ συναγωνίζεται τὸ παράλογο, ἀλλὰ τὸν ἀγώνα θὰ τὸν κερδίζει πάντα τὸ τραγικό. Ἡ σάρκωση τοῦ Θεοῦ ἀφαιρεῖ τὴν ἀλογία ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο. Τὰ Χριστούγεννα «ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν.

Ἡ χάρις καὶ ἡ ἀλήθεια διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐγένετο» θὰ μᾶς πεῖ ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης. Κάθε φορὰ ποὺ τελοῦμε τὴ Θεία Λειτουργία βιώνουμε τὰ Χριστούγεννα, καθὼς σὲ κάθε Λειτουργία προσφέρουμε τὴ ζωή μας στὸ Θεὸ μέσα ἀπὸ τὰ εἴδη τοῦ ἄρτου καὶ τοῦ οἴνου γιὰ νὰ γίνουν διὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος Σῶμα καὶ Αἷμα Χριστοῦ, ζωὴ τοῦ Χριστοῦ ἡ ὁποία προσφέρεται πρὸς κοινωνία στὸν ἄνθρωπο.

Στὸ ἐρώτημα λοιπὸν πῶς ἡ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ θὰ γίνει ἐμπειρία τῆς ζωῆς τοῦ καθενός μας ἡ ἀπάντηση εἶναι μία. Μὲ τὴν ἔνταξή μας τὴν ὀργανικὴ στὴ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ μέσα ἀπὸ τὴ λατρεία τῆς Ἐκκλησίας. Στὸ Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας ὁ Χριστὸς ἀνακλίνεται στὴν καρδία μας σὰν σὲ φάτνη.

Ἡ προσπάθεια ἡ δική μας εἶναι νὰ εὐπρεπίζουμε διαρκῶς τὴν φάτνη-καρδιά μας μὲ τὴν ἄσκηση, τὴ νήψη, τὴν ἐγρήγορση τὴν πνευματική. Μὲ αὐτὲς τὶς προϋποθέσεις ὁ ἄνθρωπος ἀναγεννᾶται ὀντολογικὰ καὶ φανερώνει στὴν καθημερινότητά του τὴν ζωὴ τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὴ τὴν ἀλήθεια τὴν φανερώνουν ὅλοι οἱ Ἅγιοι.

Ὅσοι γνωρίσαμε στὴν σύγχρονη ἐποχὴ μορφὲς ὅπως ὁ π. Παίσιος, ὁ π. Πορφύριος, ὁ π. Ἰάκωβος, ὁ π. Σωφρόνιος, ὁ Παπὰ-Ἐφραὶμ καὶ τόσοι ἄλλοι νοιώθουμε πόσο ἀληθινὸ εἶναι αὐτό. Ἡ παρουσία τους καὶ τὸ πέρασμά τους ἀπὸ τὸν κόσμο δείχνει στὸν καθένα τὸν τρόπο ποὺ ἐσωτερικεύει τὴν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, τὴν καθιστᾶ γεγονὸς τῆς δικῆς του ζωῆς καὶ ἀναγεννᾶται ὄχι συμβολικά, ἀλλὰ οὐσιαστικά.



-Πῶς ἡ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ ἀπαντᾶ στὰ ἐρωτήματα: Ποιὸς εἶμαι; ἀπὸ ποῦ ἔρχομαι; Ποῦ πάω;

Τὰ Χριστούγεννα ὁ Θεὸς γίνεται ἄνθρωπος. Στὸ ἐρώτημα: γιατί ὁ Θεὸς γίνεται ἄνθρωπος; ὅλη ἡ πατερικὴ θεολογία ἀπαντᾶ: Γιὰ νὰ κάνει τὸν ἄνθρωπο Θεό. Ἡ σάρκωση τοῦ Θεοῦ φανερώνει τὴν μεγαλωσύνη καὶ τὴν μοναδικότητα τοῦ ἀνθρώπου. Πόσο ἀξίζει ἕνας ἄνθρωπος; Τόσο, ὥστε ὁ Θεὸς γίνεται ἄνθρωπος γιὰ χάρη του. Ἡ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ εἶναι τὸ μέτρο τῆς ἀνθρώπινης ἀξίας.

Ἐὰν ἀφαιρέσουμε αὐτὸ τὸ μέτρο τότε ὁ ἄνθρωπος παραμένει ἕνα ἀντικείμενο. Ἡ ἱστορία ἔχει ἀποδείξει ὅτι ὅσοι στὸ διάβα της εἶχαν στόχο τὸν Θεό, στὴν πραγματικότητα εἶχαν στόχο τὸν ἄνθρωπο. Ἡ πίστη στὸ Χριστὸ πολεμήθηκε γιὰ νὰ κρημνίσει τὴν ἀξία τοῦ ἀνθρώπου.

Βλέπουμε στὶς μέρες μας τὸν εὐτελισμὸ καὶ τὴν ὑποτίμηση τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου. Οἱ ἀπρόσωπες δυνάμεις τῆς οἰκονομίας, τῆς παραγωγῆς καὶ τῆς κατανάλωσης ἀχρήστευσαν τὸν ἄνθρωπο. Ὁ ἄνθρωπος λογαριάζεται σὰν καταναλωτικὴ μονάδα, σὰν ἕνα γρανάζι σὲ μία μηχανή. Βλέπετε ὅτι οὔτε ἡ παιδεία μας ὑπολήπτεται τὸν ἄνθρωπο. Στοχεύει στὸ μυαλό του ἤ στὰ χέρια του ἀλλὰ ὄχι στὴν προσωπικότητά του καὶ γι’αὐτὸ τὰ παιδιὰ μας ἀπορρίπτουν αὐτὴ τὴν παιδεία. Σκεπτόμαστε νὰ τὴν συνδέσουμε μὲ τὴν παραγωγὴ τὴν στιγμὴ ποὺ τὴν ἔχουμε ἀποσυνδέσει ἀπὸ τὴν ἀγωγή.

Ἐνθυμοῦμαι, πρὶν πολλὰ χρόνια, εἶχα προσκληθεῖ στὸ Πολυτεχνεῖο τῆς Ξάνθης ἀπὸ τοὺς φοιτητὲς γιὰ νὰ κάνω μία ὁμιλία. Στὰ πλαίσια αὐτῆς τῆς ἐπίσκεψης εἶχα μία συνάντηση στὴν ἕδρα τῆς ἀστροφυσικῆς μὲ μία ὁμάδα τότε βοηθῶν ποὺ σήμερα διαπρέπουν ὡς καθηγηταὶ καὶ τιμοῦν τὴν ἐπιστήμη καὶ τὴ χώρα μας ἐντὸς καὶ ἐκτὸς Ἑλλάδος.

Οἱ ἐκκολαπτόμενοι –τότε- ἐπιστήμονές μοῦ ἔθεσαν, μεταξὺ τῶν ἄλλων, τὸ ἐρώτημα: «Τί νόημα ἔχει ἡ ἐπιστήμη μας; Γιά μᾶς, γιὰ τὴν ἐπιστήμη μας, μοῦ εἶπαν, ὁ ἄνθρωπος εἶναι πρωτόνια, νετρόνια, ἠλεκτρόνια. Ἀλλὰ πρωτόνια, νετρόνια, ἠλεκτρόνια εἶναι καὶ τὰ ζῶα.

Γιατί λοιπὸν νὰ ὑπολογίσουμε τὸν ἄνθρωπο. Μόνο στὴ σκέψη ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι σφραγισμένος μὲ τὴν σφραγίδα τοῦ Θεοῦ ἀντιλαμβανόμεθα τὴν εὐθύνη μας γιὰ νὰ μὴν χρησιμοποιήσουμε τὴν ἐπιστήμη μας ἐναντίον τοῦ ἄνθρωπου».

Ὁ Θεάνθρωπος ἀποκαλύπτει ποιὸς εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Φανερώνει ὅτι ἡ ἀρχὴ τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ πορεία τοῦ ἀνθρώπου δὲν εἶναι πρὸς τὸ μηδὲν καὶ τὸ πουθενὰ ἀλλὰ πρὸς τὴν θέωση τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴν μετοχή του στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεὸς μπαίνει μέσα στὸ χρόνο μας σὰν ἕνα βρέφος γιὰ νὰ μᾶς φανερώσει τὴν μεγαλωσύνη τοῦ κάθε παιδιοῦ. Αὐτὴν ποὺ τόσο εὔκολα ξεχνᾶμε, αὐτὴν ποὺ τόσο ἐγκληματικὰ καταστρέφουμε μέσα ἀπὸ τὴν διαδικασία τῆς ἐκτρώσεως.



-Ἡ φανέρωση τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ στὸ πρόσωπο τοῦ Μεσσία ἑνώνει τὴν γῆ μὲ τὸν οὐρανό; Τὸ σκοτάδι μὲ τὸ φῶς;

Ἡ φανέρωση τοῦ Θεοῦ στὸ πρόσωπο τοῦ Μεσσία ὄντως ἑνώνει τὴν γῆ μὲ τὸν οὐρανό, τὸν ἄνθρωπο μὲ τὸ Θεό, ἀλλὰ ὄχι τὸ σκοτάδι μὲ τὸ φῶς. Τὸ φῶς τῆς Θεογνωσίας διαλύει τὸ σκοτάδι, φωτίζει καὶ νοηματίζει τὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου.

Στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ κοινωνεῖ τὸ κτιστὸ μὲ τὸ ἄκτιστο, τὸ θνητὸ μὲ τὸ ἀθάνατο. Τὸ κτιστό, ἡ κτιστὴ καὶ ὑποταγμένη στὴ φθορὰ ἀνθρώπινη φύση μας κοινωνώντας μὲ τὸν ἄκτιστο Θεὸ ὑπερβαίνει τὴν κτιστότητα καὶ τὴν θνητότητά της καὶ ἀχρηστεύει τὸν ἔσχατο δυνάστη τῆς ἀνθρώπινης φύσης ποὺ εἶναι ὁ θάνατος.

Ὁ οὐρανὸς στήνει τὴν σκηνή του στὴ γῆ καὶ ἀνανεώνει τὴ ζωή της. Ἡ σκηνὴ τοῦ Θεοῦ μέσα στὸν κόσμο εἶναι ἡ Ἐκκλησία Του. Ὁ Χριστὸς εἶναι πλέον τὸ φῶς τὸ ἀληθινὸ ποὺ φωτίζει κάθε ἄνθρωπο ποὺ ἔρχεται στὸν κόσμο καὶ τοῦ ἀποκαλύπτει τὸ νόημα τῆς ζωῆς του καὶ τὴν κλήση τὴν ὁποία ἔλαβε, τὴν κλήση τῆς θεώσεώς του.

Μὲ τὸ Μυστήριο τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος ὁ ἄνθρωπος μπολιάζεται στὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ καὶ γίνεται κοινωνὸς τῆς ζωῆς του. Μὲ τὸ μπόλιασμα αὐτὸ ὁ ἄνθρωπος γίνεται πιὸ δυνατὸς καὶ ἀπὸ τὸν θάνατο καὶ ἀπὸ τὸν διάβολο. Καλεῖται, μέσα στὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τὴν Ἐκκλησία, νὰ ἀλληλοπεριχωρηθεῖ μὲ τοὺς ἄλλους ἀδελφοὺς καὶ νὰ συγκροτήσουν τὴν κοινωνία τῶν προσώπων ὡς μία ἀγαπητικὴ κοινωνία κατὰ τὸ πρότυπο τῆς Τριαδικῆς.

Τὴν ἐποχὴ ποὺ ὁ Σάρτρ ἔλεγε: «οἱ ἄλλοι εἶναι ἡ κόλασή μου!» ὁ Ἅγιος Σεραφεὶμ τοῦ Σαρὼφ ὅποιον συναντοῦσε στὸ δρόμο του τὸν προσφωνοῦσε μὲ τὰ λόγια: «Χριστὸς ἀνέστη! χαρά μου!».

Βλέπετε, γιὰ τὸν ἕνα, ὁ ἄλλος εἶναι ἡ κόλασή του! γιὰ τὸν ἅγιο Σεραφείμ, ὁ ἄλλος εἶναι ἡ χαρά του! καὶ γιὰ σύνολη τὴν ἀσκητικὴ παράδοση: «εἶδες τὸν ἀδελφό σου, εἶδες τὸν Θεόν σου». Μία καίρια καὶ ἀπόλυτη διάκριση ἀνάμεσα στὸ σκοτάδι καὶ στὸ φῶς.



-Πεῖτε μας, τέλος, πῶς ἕνας Χριστιανὸς μπορεῖ νὰ ζήσει βιωματικὰ τὴν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ καὶ ὄχι ἐθιμοτυπικά;

Τὸ ἐρώτημά σας μοῦ θυμίζει μία παλαιότερη ἐκπομπή μου σὲ ραδιόφωνο τῆς ἰδιαίτερης πατρίδας μου. Ἤμουν καλεσμένος ἀπὸ μία δημοσιογράφο γιὰ ἄσχετο θέμα. Ξεκινώντας τὴν ἐκπομπή, ἦταν ἡ ἑβδομάδα ἡ μετὰ τὰ Θεοφάνεια, μοῦ εἶπε: «Πρὶν ξεκινήσουμε τὴν ἐκπομπὴ μας θέλω νὰ σᾶς θέσω ἕνα προσωπικό μου ἐρώτημα. Χθὲς τὸ ἀπόγευμα εἶχαν ἔλθει στὸ σπίτι μου μερικὲς φίλες γιὰ νὰ πιοῦμε καφέ. Συνειδητοποιήσαμε ὅλες ὅτι οἱ γιορτὲς εἶχαν περάσει καὶ ἐμεῖς δὲν εἴχαμε καταλάβει σχεδὸν τίποτα. Κάναμε ἕνα ἀπολογισμὸ καὶ διαπιστώσαμε ὅτι καὶ οἰκονομικὰ καὶ ψυχολογικὰ καὶ πνευματικὰ εἴμασταν χαμένες καὶ μάλιστα νοιώθαμε μία κατάθλιψη νὰ μᾶς βαραίνει. Πεῖτε μου κάτι γι’ αὐτό!».

Τὴν ἐρώτησα πῶς πέρασε τὰ Χριστούγεννα καὶ μοῦ εἶπε ὅτι τὴν παραμονὴ τὸ βράδυ μαζὶ μὲ κάποιες φιλικὲς οἰκογένειες εἶχαν πάει σὲ κάποιο κέντρο καὶ γύρισαν σχεδὸν ξημερώματα. Τὴν ρώτησα ἐὰν εἶχαν πάει στὴν Ἐκκλησία καὶ μοῦ ἀπάντησε ἀρνητικά. Τῆς ζήτησα νὰ σκεφθεῖ τί σχέση εἶχαν ὅλα αὐτὰ μὲ τὰ Χριστούγεννα.

Σὲ ποιοὺς χώρους ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ πῆγε, συνάντησε τὸν Χριστό. Γιατί θεωρεῖ ὅτι γιόρτασε Χριστούγεννα. Τῆς ἐξήγησα ὅτι οἱ ἑορτὲς ἔχουν ἀπὸ μόνες τους μία προσδοκία χαρᾶς καὶ ὅταν οἱ γιορτὲς περνᾶνε καὶ τὴ χαρὰ αὐτὴ δὲν τὴν ζοῦμε, γιατί τὶς ἑορτάζουμε μὲ λάθος τρόπο, τότε μετὰ τὶς ἑορτὲς ἡ κατάθλιψή μας γίνεται μεγαλύτερη· γι’αὐτὸ αὐτοὶ ποὺ μετὰ τὶς ἑορτὲς ἔχουν τὴν μεγαλύτερη πελατεία εἶναι οἱ ψυχίατροι.

Ξεκίνησα στὸ ἐρώτημά σας ἀπὸ ἕνα περιστατικὸ ἀρνητικὸ γιὰ νὰ καταλήξω στὴ θέση: Τὰ Χριστούγεννα εἶναι μία ἑορτὴ τῆς Ἐκκλησίας καὶ δὲν μποροῦμε νὰ τὴ ζήσουμε παρὰ μόνο στὴν Ἐκκλησία. Ἔξω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τὰ Χριστούγεννα δὲν λένε τίποτα στὸν ἄνθρωπο. Τὰ Χριστούγεννα εἶναι τὸ συγκλονιστικότερο γεγονὸς τῆς ἱστορίας. Ἡ ἱστορία τέμνεται στὰ δύο στὴν πρὸ καὶ μετὰ Χριστὸν ἐποχή.

Ζῶ μετὰ Χριστὸν σημαίνει ὅτι ζῶ μαζὶ μὲ τὸ Χριστό. Τὰ μεγάλα γεγονότα ἤ τὰ καταλαβαίνουμε καὶ ἐπηρεάζουν τὴ ζωή μας ἤ δὲν τὰ καταλαβαίνουμε καὶ μᾶς ξεπερνᾶνε καὶ μένουμε στὴν πνευματική μας φτώχεια. Ζῶ βιωματικὰ τὰ Χριστούγεννα σημαίνει ὅτι τὰ ζῶ μέσα στὴν Ἐκκλησία.

Προετοιμάζομαι μὲ τὴ νηστεία, ψηλαφῶ μὲ τὸ δικό τους φῶς τὸν κόσμο σήμερα, ἐκκλησιάζομαι καὶ μάλιστα τὴν ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων, ἀφήνω τὴν καρδιά μου νὰ γλυκαθεῖ ἀπὸ τοὺς γλυκύτατους καὶ θεολογικότατους ὕμνους τῶν Χριστουγέννων, μετατρέπω τὴν καρδιά μου σὲ φάτνη ὅπου διὰ τῆς Θείας κοινωνίας ἀνακλίνεται ὁ ἀχώρητος Θεὸς καὶ ἔτσι ἐπιστρέφω στὸ σπίτι γιὰ νὰ ζήσω τὰ ἔθιμα ὄχι σὰν ξεκάρφωτες συνήθειες, ἀλλὰ σὰν συνέχεια τῆς οὐσιαστικῆς βιώσεως τῶν Χριστουγέννων.

Τὰ Χριστούγεννα δὲν σημαίνουν κατανάλωση, ἀλλὰ σοβαρότητα καὶ προβληματισμό. Τὰ Χριστούγεννα γιὰ μία ἀκόμη φορὰ στέλνουν τὸ μήνυμα σ’ ἕνα κόσμο ποὺ παραπαίει.

Ἡ σωτηρία τοῦ κόσμου καὶ τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἔργο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καὶ ὄχι τῶν δικῶν μᾶς ἱκανοτήτων. Ἡ κένωση-ταπείνωση τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ μοναδικὴ ὁδὸς γιὰ τὸ σύγχρονο ἄνθρωπο γιὰ νὰ βρεῖ τὸν χαμένο ἑαυτό του καὶ νὰ συναντήσει ἀγαπητικὰ τὸν συνάνθρωπό του.

Μοναχισμός, ἡ αὐθεντικὴ βίωση τοῦ Εὐαγγελίου


 



«Τὸ Εὐαγγέλιον εἶναι ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Τὸ Εὐαγγέλιον εἶναι τὸ Μέγα τῆς εὐσεβείας Μυστήριον• ὅτι ὁ Θεὸς ἐφανερώθη ἐν σαρκί.

Εἰς αὐτὸ τὸ Εὐαγγέλιον, εἰς τὸ γεγονὸς τῆς Θείας Ἐνανθρωπήσεως θεμελιοῦται ἡ Ἐκκλησία. Αὐτὸ εἶναι τὸ περιεχόμενόν Της, Αὐτὸ εἶναι ἡ ζωή Της, Αὐτὸ εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Εἰς τὴν Ἐκκλησίαν βιώνομε τὸ γεγονὸς τῆς Θείας Ἐνανθρωπήσεως, ὡς προϋπόθεσιν τῆς ἰδικῆς μας θεώσεως. Ἐπειδὴ ὁ Θεὸς ἐνηνθρώπησε δύναται νὰ θεωθῆ ὁ ἄνθρωπος. Καὶ αὐτὴν τὴν θέωσιν, αὐτὴν τὴ μοναδικὴν δυνατότητα ὑπερβάσεως τοῦ θανάτου, ἀναζητοῦμεν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν, δι’ αὐτὸ ὑπάρχει ἡ Ἐκκλησία, αὐτὸ προσφέρει ἡ Ἐκκλησία.

Ὁ Μοναχισμός, ὡς ἡ γρηγοροῦσα συνείδησις τῆς Ἐκκλησίας ὑπενθυμίζει διαρκῶς αὐτὴν τὴν ἀλήθειαν. Καλεῖ ὅλον τὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας νὰ μὴν λησμονήση αὐτὸν τὸν στόχον, νὰ μὴν παγιδευθῆ εἰς τὸ σχῆμα τοῦ κόσμου τούτου τὸ ὁποῖον παράγεται. Ὁ Μοναχισμὸς εἶναι μία διαρκὴς μαρτυρία τοῦ νοήματος τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου, μαρτυρία καὶ τοῦ στόχου, ἀλλὰ καὶ τοῦ τρόπου τῆς ζωῆς. Ὁ Μοναχισμὸς πτερούμενος ὑπὸ τοῦ Θείου ἔρωτος εἶναι μία διαρκὴς μαρτυρία, ἀλλὰ καὶ διαμαρτυρία, διὰ τὸν κίνδυνον ἡ σχέσις τοῦ ἀνθρώπου μετὰ τοῦ Θεοῦ νὰ γίνη μία συμβατικὴ σχέσις.

Ὁ Μοναχὸς ἐξέρχεται τοῦ κόσμου διὰ νὰ ζήση τὴν παρουσίαν τοῦ Θεοῦ, αὐτὸ τὸ ὁποῖον ἀποτελεῖ τὸν σκοπὸ τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἔξοδος αὐτὴ δὲν σημαίνει ἄρνησιν τῆς κοινωνίας ἢ τῆς κοινωνικῆς ζωῆς ἀλλὰ ἔνταξιν αὐτῶν εἰς τὴν κοινωνίαν τοῦ Θεοῦ.

Ἡ ἔξοδος πραγματοποιεῖται ὡς πορεία πρὸς τὴν ἐλευθερίαν τοῦ Θεοῦ καὶ μετοχὴ εἰς αὐτὴν καὶ συντελεῖται μὲ τὴν τήρησιν τῶν ἐντολῶν. Ὁ Ὀρθόδοξος Μοναχισμὸς εἶναι ἡσυχαστικός. Ἡ νοερὰ ἡσυχία τοῦ ὀρθοδόξου Μοναχοῦ γεννᾶται ἀπὸ τὴν μετάνοιαν καὶ τὴν ἐκζήτησιν τῆς φυλάξεως τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Ὁ Μοναχὸς εἶναι ὁ τύπος τοῦ ἀληθινοῦ Χριστιανοῦ, μία νήφουσα καὶ συνεχῶς ἀσκουμένη ὕπαρξις, ἀσκουμένη εἰς τὸ νὰ ἀπαρνηθῆ κάθε τι ποὺ δὲν εἶναι Θεὸς ἢ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ἐπιτύχη τὴν ὁλοκληρωτικὴν ἀναφορὰν καὶ ἀφιέρωσιν εἰς τὸν Κύριον.

Αἱ Μοναχικαὶ ὑποσχέσεις αἱ ὁποῖαι σκελετώνουν τὴν αὐθεντικὴν ζωὴν τῶν Μοναχῶν εὑρίσκονται εἰς τὴν Καινὴν Διαθήκην καὶ ἀπηχοῦν τὰς ἀπαντήσεις τοῦ Κυρίου εἰς τοὺς πειρασμοὺς τῆς Ἐρήμου. Μὲ τὰς ὑποσχέσεις αὐτὰς ἡ μοναχικὴ ἄσκησις διατηρεῖ τὸν εὐαγγελικὸ αὐτῆς χαρακτήρα καὶ νικᾶ τοὺς δαιμονικοὺς πειρασμοὺς μὲ τοὺς ὁποίους ἐπιχειρεῖται ἡ διαφθορὰ τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως καὶ ἡ αἰχμαλωσία εἰς τὸν «ζωώδη εὐτυχισμόν».

Ὁ Μοναχισμὸς βιοῦται ὡς μυστήριον μετανοίας ἀλλὰ καὶ ὡς μυστήριον ἀγάπης. Ὁ Μοναχισμὸς εἶναι φιλάνθρωπος καὶ μετρᾶ τὰ πάντα μὲ τὸ μέτρον τῆς ἀγάπης, τῆς καθολικῆς σωτηρίας τῶν πάντων.

Ὀφείλομεν νὰ διαφυλάξωμεν τὸν Μοναχισμὸν ἀπὸ τὸν κίνδυνον παραχαράξεώς του καὶ ἐκδυτικισμοῦ του. Βασικὴ μέριμνα τοῦ ἀληθινοῦ Μοναχοῦ δὲν εἶναι νὰ κάνει κάτι, ἀλλὰ νὰ εἶναι κάτι. Ἔργον τοῦ Μοναχοῦ εἶναι ἡ φανέρωσις τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ ἐν τῇ θνητὶ σαρκὶ αὐτοῦ.

Ἀποστολὴ τοῦ Μοναχισμοῦ δὲν εἶναι ἡ ὑποκατάστασις τοῦ Ἐνοριακοῦ ἔργου καὶ τῆς Ἐνοριακῆς ποιμαντικῆς δραστηριότητος. Οἱ ἄνθρωποι καὶ δὴ οἱ νέοι δὲν περιμένουν ἀπὸ τοὺς Μοναχοὺς αὐτὰ τὰ ὁποῖα τοὺς προσφέρει ὁ κόσμος ἀλλὰ αὐτὸ τὸ ὁποῖον ἀληθῶς ἀναζητοῦν, ἁγιότητα, ἀλήθειαν καὶ ἀγάπην, δηλαδὴ τὴν οὐσίαν τῆς Μοναχικῆς Πολιτείας.

Εἰς τὸ κατώφλιον τῆς νέας χιλιετίας ὁ πατερικὸς λόγος ὡς κατάθεσις ἀληθείας ἀλλὰ καὶ ὡς στόχος ζωῆς «Φῶς μοναχοῖς ἄγγελοι, φῶς δὲ ἀνθρώποις Μοναχικὴ πολιτεία» εἶναι ὑπὲρ ποτὲ ἄλλοτε σήμερον ἐπίκαιρος».
πηγή

Τρίτη, Δεκεμβρίου 03, 2013

Κήρυγμα της εορτής του Αγίου Νικολάου (6 Δεκεμβρίου) του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Σισανίου και Σιατίστης κ. Παύλου

«Η εκκλησία μας αγαπητοί αδελφοί γιορτάζει τη μνήμη του Αγίου Νικολάου ενός μεγάλου Αγίου ενός λαοφιλούς Αγίου, ενός Αγίου που το όνομά του είναι η δική μας νίκη. Νικόλαος σημαίνει η νίκη του λαού. Και η νίκη του λαού είναι η Αγιότητα του Αγίου. Γιατί αυτή η αγιότητα δεν ανήκει στον Άγιο μόνον. 

Είναι κάτι που χαρίζεται σε όλους μας αφού ο Άγιος είναι επίσκοπος της εκκλησίας είναι μέλος της εκκλησίας και αφού σε ένα σώμα που είναι το σώμα του Χριστού η εκκλησία η υγεία των επί μέρους κυττάρων είναι η υγεία ολόκληρου του σώματος. 

Ένας Άγιος είναι ένας δικός μας θησαυρός, ένας θησαυρός όλης της εκκλησίας και μάλιστα όχι στιγμιαίος αλλά διαχρονικός. Αυτό το δείχνει η τιμή και η ευλάβεια των ανθρώπων στον άγιο Νικόλαο. Τον θεωρούμε ένα διαρκή θησαυρό μας γι αυτό ακριβώς και το όνομά του φέρουμε και την πρεσβεία του επικαλούμεθα και ζητάμε τον φωτισμό του. Και ζητάμε και σήμερα να μας οδηγήσει. 

Το ερώτημα που έχω θέσει στον εαυτό μου και το οποίο θέλω να θέσω σε όλους μας είναι τι μπορεί να σημαίνει ο Άγιος Νικόλαος ένας επίσκοπος της Εκκλησίας για τον εαυτό του και για την εκκλησία και για το λαό του Θεού τότε που υπήρξε πάνω σε τούτο τον κόσμο αλλά και σήμερα που βρίσκεται στη Βασιλεία του Θεού, δηλαδή στην εκκλησία του Χριστού. Μερικά στοιχεία μας τα δείχνει το τροπάριό του. 

Κανόνα πίστεως. Τι είναι η πιστή. Η πίστη είναι η σχέση του ανθρώπου με το Θεό. Είναι μία σχέση η πίστη. Τι σχέση; Προσώπων. Δεν είναι διανοητική η σχέση με το Θεό. Ο Θεός δεν ζητάει από μας και δεν περιμένει από μας να τον αναγνωρίσουμε. Και να το καταλάβουμε καλά. Δεν μας έχει ανάγκη. Υπήρξε πριν από μας και μπορεί να υπάρχει και χωρίς εμάς. Άρα λοιπόν η πίστη σημαίνει εμπιστοσύνη. 

Και η εμπιστοσύνη υπάρχει ανάμεσα σε δύο πρόσωπα. Δεν υπάρχει εμπιστοσύνη στον αέρα. Δεν υπάρχει εμπιστοσύνη σε απρόσωπες δυνάμεις. Έτσι λοιπόν ο Άγιος Νικόλαος ήταν όχι απλώς πιστός αλλά κανόνας πίστεως. Το έδειξε η ζωή του αυτό το πράγμα όπως μας λέει στη συνέχεια το τροπάριό του. 

Εμπιστεύτηκε το Χριστό. Απόλυτα. Εμπιστεύτηκε το λόγο του Χριστού. Ολόκληρο. Και τον έκανε κανόνα και τρόπο ζωής του. Και αυτή την πίστη, αυτήν τη ζωντανή σχέση την υπεράσπισε. Αυτός ο πράος Άγιος, ο γλυκύς Άγιος, ο Άγιος ο γεμάτος αγάπη δεν δίστασε στην Α’ Οικουμενική Σύνοδο να χαστουκίσει τον Άρειο. Γιατί; Γιατί η πίστη δεν είναι προσωπική μας υπόθεση όπως λίαν βλακωδώς και ανοήτως λένε κάποιοι σήμερα. Και λένε γιατί τη ζωντανή πίστη τη φοβούνται. 

Αυτή είναι η πραγματικότητα και κρύβονται πίσω από ωραίες λέξεις. Διότι δεν ζεις με το μυαλό σου ζεις με τη ζωή σου. Λοιπόν ή ζεις ή δε ζεις. Ή ζεις ή είσαι πεθαμένος. Αυτό ήξερε ο Άγιος Νικόλαος. Αυτή τη ζωή των ανθρώπων υπερασπιζότανε γιατί αυτό είναι ακριβώς η σχέση με το Θεό. 

Είναι η σχέση που πηγάζει η ζωή, που πηγάζει το φως, που πηγάζει η αλήθεια. Δεν είναι ιδιοτροπία μας αν υπάρχει ο ήλιος ή δεν υπάρχει. Είτε μας αρέσει είτε όχι υπάρχει ο ήλιος. Είτε μας αρέσει είτε όχι υπάρχει ο Θεός. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Τα υπόλοιπα είναι αυτά που πάμε να κρυφτούμε για να μη δείξουμε πόσο κοντοί είμαστε. Έτσι λοιπόν αυτή την πίστη υπερασπίστηκε. Ποιο είναι το περιεχόμενο της πίστης; Αυτό που γιορτάζουμε σε λίγες μέρες. «Μέγα εστί το της ευσεβείας μυστήριο». Ποιο; «Ο Θεός εφανερώθει εν σαρκί». 

Το συγκλονιστικότερο γεγονός των αιώνων. Ο Θεός γίνεται αυτό που ποτέ δεν ήταν. Γίνεται άνθρωπος. Αυτό είναι η πίστη. Είναι η σχέση σ’ έναν Θεό που μας πλησιάζει τόσο πολύ, που γίνεται τόσο οικείος μας ώστε να ντυθεί την ανθρώπινη φύση μας και να σταθεί απέναντί μας και να διαλέγεται μαζί μας. Και ακόμα να μας υπηρετεί. Να υπηρετεί τη σωτηρία μας. Να υπηρετεί τη ζωή που νικάει το θάνατο. Αυτή λοιπόν είναι η σχέση του με το Θεό. Απ’ αυτή τη σχέση πηγάζει η ζωή. 

Τα υπόλοιπα δύο που ακούμε είναι η ζωή του. Εικόνα πραότητος. Εγκρατείας διδάσκαλον. Τι είναι η πραότητα. Τι είναι η εγκράτεια. Είναι ο αγώνας του ανθρώπου. Ο αγώνας όμως που στηρίζεται στη σχέση με το Θεό. Στην εμπιστοσύνη στο πρόσωπο του Θεού. Η πραότητα δεν είναι εξωτερική ηρεμία των νεύρων μας. Είναι καρπός του Αγίου Πνεύματος. 

Και ο Άγιος γι αυτό ήτανε πράος. Αληθινά πράος. Και τότε ακόμα που χαστούκισε τον Άρειο πράος ήτανε. Και δεν ήτανε μία τιμωρία στον Άρειο αλλά μια προειδοποίηση γι αυτό που έλεγε χωρίς να καταλαβαίνει τι έλεγε. 

Η πραότητα, η εγκράτεια. Τι είναι η εγκράτεια. Ο έλεγχος του εαυτού μας. Ποιος μας κυβερνάει. Ο νους ή το στομάχι μας. Ποιος κυβερνάει ο Θεός ή ο αρρωστημένος εγωισμός μας. 

Ακριβώς λοιπόν από κει πηγάζει ο αγώνας για την αρετή. Η πραότητα, η εγκράτεια, η καλοσύνη τα πάντα είναι αρετές. Οι αρετές δεν είναι ξεκάρφωτες. Οι αρετές είναι λουλούδια. Αλλά για τα λουλούδια χρειάζονται ρίζες. Χωρίς ρίζες δεν υπάρχει λουλούδι. Υπάρχουν τα ψεύτικα λουλούδια. Και βέβαια σήμερα τα προτιμάμε γιατί έχουμε ψευτίσει ολόκληροι……. 

Έτσι λοιπόν αυτός είναι ο αγώνας του Αγίου. Αυτό κέρδισε. Εμπιστεύτηκε το λόγο του Θεού και αγωνίστηκε να καρποφορήσει τις αρετές του Αγίου Πνεύματος στη ζωή του. 

Ποιος είναι ο πρώτος καρπός του Αγίου Πνεύματος. Η Αγάπη. Αυτήν την Αγάπη είχε ο άγιος Νικόλαος. Αυτός ο άνθρωπος με τη δυνατή πίστη. Και αυτή η αγάπη δεν τον έκανε παρά να νοιάζεται, να νοιάζεται για όλους, να νοιάζεται για τα προβλήματα των ανθρώπων….για να μην πληγωθούν οι ψυχές των ανθρώπων. 

Για να μην ταπεινωθούν οι ψυχές των ανθρώπων. Και τη σκόρπιζε απλά και αθόρυβα ο άγιος Νικόλαος αυτή την αγάπη. Αλλά αυτή η αγάπη όμως κάνει τον άγιο Νικόλαο και να συγκρούεται. Με ποιον; Με τον αυτοκράτορα. Μαθαίνει ότι τρεις άνθρωποι έχουν συκοφαντηθεί είναι στη φυλακή και πρόκειται ο άρχοντας να τους εκτελέσει. 

Μα είναι άδικο αυτό το πράγμα. Δεν σκύβει το κεφάλι ο Άγιος. Δεν κάνει πως δεν είδε πως δεν κατάλαβε. Αλλά πηγαίνει στον αυτοκράτορα. Και του το λέει. Και ο αυτοκράτορας παραξενεύεται. Δεν το πιστεύει και πολύ. Και ο Άγιος του λέει: «Εάν δεν αφήσεις ελεύθερους αυτούς τους ανθρώπους που είναι αθώοι, εγώ άναξ θα προσευχηθώ στο Θεό εναντίον σου». 

Αυτό φτάνει στον αυτοκράτορα. Ο αυτοκράτορας ξέρει ποια είναι η δύναμη της προσευχής του Αγίου Νικολάου. Την έχει ζήσει και σε άλλες περιπτώσεις. Όταν λοιπόν τώρα ο Άγιος του λέει θα προσευχηθώ στο Θεό εναντίον σου τότε πρώτον πείθεται ότι ο άγιος έχει δίκιο. Γιατί ήξερε ότι δεν θα έλεγε κάτι τέτοιο εάν όντως δεν ήταν αθώοι. Και τους ελευθερώνει. 

Είναι γνωστό ότι ο Άγιος Νικόλαος είναι προστάτης των θαλασσινών μας. Γιατί είναι προστάτης και τι σημαίνει προστάτης; Άνθρωπος που αγαπάει, που προστατεύει, που τρέχει παντού για να βοηθήσει τον κάθε άνθρωπο……… 

Έτσι λοιπόν ο Άγιος είναι ο άνθρωπος της αγάπης πρώτος καρπός του Αγίου Πνεύματος. Ειρηνεύει το λαό του Θεού και αγωνίζεται για τη ζωή του για την ποιότητα της ζωής του. Αυτόν γιορτάζουμε. 

Τι ήταν ο άγιος Νικόλαος; Επίσκοπος. Επίσκοπος είμαι και εγώ σήμερα, όπως ήταν εκείνος τότε. Μπορεί να είμαι αμαρτωλός αλλά ο άγιος είναι πρότυπο για μένα. Είναι πρότυπο για μας. 

Και στο σημείο αυτό παίρνω τον Άγιο να τον βάλω μπροστά και να σας ρωτήσω ευθέως. Θέλετε Επισκόπους σαν τον Άγιο Νικόλαο ή θέλετε Επίσκοπους συμβιβασμένους με όλους και με όλα. Αυτήν την επιλογή πρέπει να αποφασίσετε για να μην ακούω ανοησίες. Να μην ακούω αυτά που κάποιοι επειδή κινδυνεύουν τα δικά τους συμφέροντα σήμερα λένε να μην μιλάει η Εκκλησία. Και ποιος να μιλάει. 

Να μιλάτε εσείς; Να μιλάει η δημοσιογραφική αλητεία των Αθηνών; Και ο επίσκοπος δεν θα μιλάει; Είναι γελασμένοι όλοι τους. Γιατί; Γιατί έχουμε πρότυπο και παράδειγμα τους Αγίους μας. Και μα βάση το δικό τους παράδειγμα, και όχι του κάθε εξωνημένου δημοσιογράφου ή οποιουδήποτε άλλου ακόμη και πολιτικών, θα υπηρετήσουμε την εκκλησία. 

Και αυτό ας το καταλάβουν όλοι. Για να καταλάβουν γιατί είναι πρώτη αυτή η ευθύνη του Επισκόπου για να υπερασπίζεται το άδικο δηλαδή τον αδικούμενο μάλλον άνθρωπο όπου κι αν βρίσκεται και ότι και αν συμβαίνει. Δεν είναι εύκολο πράγμα. Γιατί; Γιατί σήμερα ξεχάσαμε τη δικαιοσύνη. Μικροί και μεγάλοι. 

Άρχοντες και αρχόμενοι. Σήμερα μιλάμε μόνον για συμφέροντα. Υποφέρουμε για αυτά. Κατηγορούμε τους Αμερικάνου. Εμείς τι κάνουμε; Τα συμφέροντά μας κοιτάμε και μόνον τίποτε άλλο. Θέλουμε να βάλουμε το δικό μας παιδί σε μια θέση έστω κι αν ο άλλος έχει πιο πολλά προσόντα. Και θα πάμε να ψάξουμε ποιοι θα μας βοηθήσουν να κάνουμε αυτό το πράγμα; Τι κάνουμε εκείνη τι στιγμή; Αδικούμε…….. 

Αυτό διέλυσε την Ελλάδα ότι δεν θέλουμε δικαιοσύνη. Τι θα πει δεν θέλουμε τη δικαιοσύνη; Δεν θέλουμε τη χάρη του θεού στη ζωή μας. Αυτό σημαίνει στην πράξη. Γιατί όποιος έχει τη χάρη του Θεού στη ζωή του τρέμει και φοβάται να μην αδικήσει τον άλλον. Εμάς δεν μας νοιάζει αυτό το πράγμα. 

Είμαστε έτοιμοι και να βρίσουμε ακόμα όσους υπερασπίζονται τη δικαιοσύνη. Να καταλάβουμε καλά όμως η Εκκλησία και όσοι είτε ποιμένες της Εκκλησίας είτε ο λαός του Θεού θέλει να έχει παράδειγμα τον Άγιο Νικόλαο σ’ αυτόν θα στοιχηθούμε και στους Αγίους μας όλους για να πορευόμαστε ακριβώς μέσα στη ζωή μας. 

Ο Άγιος Νικόλαος λοιπόν δεν δίστασε να συγκρουστεί και με τον αυτοκράτορα ακόμα γιατί πίστευε ότι είχε δίκιο. Γι αυτό λοιπόν, Ναι, ο λόγος της Εκκλησίας θα είναι διαρκής. 

Και θα είναι και θα προσπαθεί να είναι ο λόγος της αληθείας του Θεού. Μόνο σ’ αυτό το σημείο μπορούμε να ελέγξουμε αν είναι λόγος της αλήθειας του Θεού. Όχι ποιος τον λέει. 

Αν λοιπόν ο κάθε απλός πολίτης, ο Απόστολος Παύλος επικαλέστηκε κάποια στιγμή το δικαίωμα και την ιδιότητα του Ρωμαίου Πολίτη και είπε: είμαι Ρωμαίος Πολίτης απαιτώ να δικαστώ με δικαιοσύνη απ’ το κανονικό μου δικαστήριο και έτσι γλύτωσε απ’ αυτούς που πήγανε να τον φάνε. 

Εάν λοιπόν όλοι, πολύ περισσότερο και οι ποιμένες της Εκκλησίας, είμαστε πολίτες με όλα μας τα δικαιώματα, πολύ δε περισσότερο είμαστε οι ποιμένες με τρομακτικές ευθύνες. Η ευθύνη μας δεν είναι, με τη βία να αλλάξουμε τον κόσμο, αλλά είναι να ορθοτομούμε το λόγο της αλήθειας και να αφήσουμε σε σας, το λαό του Θεού, να πάρετε τις ευθύνες σας……. 

Βλέπουμε τις συνθήκες της κοινωνίας μέσα στην οποία ζούμε. Γιατί όλα αυτά; Γιατί χάσαμε το μέτρο, χάσαμε το φως, χάσαμε την άγκυρα και βουλιάζουμε. Βουλιάζουμε σαν άνθρωποι, βουλιάζουμε σαν κοινωνίες. Γιατί; Γιατί κάποτε γι αυτό το λαό, το δικό μας, ο Χριστός είπε: Ήρθε η ώρα να δοξαστεί ο Υιός του ανθρώπου. 

Όμως ο Θεός δεν είναι προσωπολήπτης και τους Ιουδαίους τους επέλεξε αλλά τον αρνήθηκαν και διαλύθηκαν. Ε! λοιπόν οι συνέπειες είναι πάντοτε οι ίδιες και αυτή είναι η βασικότερη αιτία από τα όσα σήμερα ο τόπος μας υποφέρει. Ότι βγάλαμε το Θεό απ’ τη ζωή μας. Και παλεύουμε μετά μανίας να τον βγάλουμε. Ούτε τα παιδιά μας δεν βλέπουνε τις εικόνες του Χριστού και της Παναγιάς στα σχολεία μας. 

Είμαστε ή δεν είμαστε δαιμονισμένοι; Γιατί μόνον τα δαιμόνια φοβούνται τους Αγίους. Μόνον τα δαιμόνια φρίττουν στις εικόνες των Αγίων. Τι ψάλλουμε στην Εκκλησία; Κύριε όπλον κατά του διαβόλου τον Σταυρόν Σου ημίν δέδωκας. Όπλον κατά του διαβόλου. 

Γι αυτό λένε κατεβάστε τους Σταυρούς. Γιατί; Για να μην ενοχλούνται τα δαιμόνια. Και μετά ψαχνόμαστε γιατί τα παιδιά μας σαπίζουν στα ναρκωτικά; Γιατί τα παιδιά μας γίνονται τρομοκράτες; Γιατί; Εμείς ήμαστε οι αθώοι και είναι εκείνοι οι ένοχοι. Εμείς ήμαστε οι πρώτοι ένοχοι. Από μας πηγάζει η μεγάλη αδικία που εξωθεί τους άλλους να αδικούν χωρίς να καταλαβαίνουν ότι μπαίνουν σε έναν φαύλο κύκλο. 

Η Εκκλησία του Χριστού λοιπόν, αγαπητοί αδελφοί, έχει τους Αγίους της φώτα ολόφωτα για να φωτίζουν την πορεία της ζωής. Και τι είδαμε και τι βλέπουμε και στον Άγιο Νικόλαο και σε όλους τους Αγίους. Οι ίδιοι σαν άνθρωποι υπήρξανε απόλυτα ταπεινοί, απόλυτα απλοί, διάκονοι των αδελφών τους και μάλιστα μυστικοί, όπως ο άγιος Νικόλαος. 

Όταν όμως αυτό που κινδυνεύει είναι η πίστη, το έλεγε ο άγιος Ιγνάτιος: πέστε ότι θέλετε για μας, βρίστε μας, πετάξτε μας, όταν όμως κινδυνεύει η πίστη γινόμαστε θηρία. Γιατί; Γιατί ξέρουμε το θησαυρό της πίστεως. Γιατί κάποια στιγμή αγαπητοί αδελφοί και εγώ και οι άλλοι επίσκοποι και οι πατέρες και οι ιερείς δεν θα δώσουμε λόγο σε κανέναν πρωθυπουργό, σε κανέναν υπουργό, σε κανέναν δημοσιογράφο. Θα δώσουμε λόγο στο Θεό. 

Και Εκείνος θα μας ρωτήσει αν ήμασταν αυτό που Εκείνος μας έστειλε να είμαστε. Κι αν ήμασταν θα ακούσουμε τη γλυκειά φωνή του: «είσελθε εις την χαράν του Κυρίου». 

Εάν δεν ήμασταν, τότε θα μας πει αυτό που είπε και μάλιστα στην αποκάλυψη, φοβερός ο λόγος ξέρετε, λέει σ’ έναν Επίσκοπο της εποχής εκείνης, λέει: «Σε βλέπω και βλέπω ότι δεν είσαι ούτε ψυχρός ούτε θερμός, θέλω (θα το πω στη δημοτική) να σε ξεράσω από το στόμα μου λέει ο Θεός σ’ αυτόν τον Επίσκοπο. 

Γιατί; Γιατί δεν είσαι ούτε θερμός ούτε ψυχρός. Αηδία μου προκαλείς. Γιατί έχεις μια τέτοια ευθύνη και δεν ανταποκρίνεσαι σ’ αυτήν. Γι αυτό λοιπόν σήμερα που γιορτάζουμε την μνήμη του Αγίου Νικολάου, ενός πραγματικά μεγάλου επισκόπου και Αγίου της Εκκλησίας τον βάζουμε μπροστά μας για να τον έχουμε ὀλοι μας οδηγό στην πορεία της ζωής μας. 

Πέμπτη, Αυγούστου 22, 2013

Ἐλευθερία καὶ Ἀγάπη: Οἱ βασικές συντεταγμένες τῶν ἀνθρωπίνων σχέσεων Μητροπολίτης Σισανίου καὶ Σιατίστης Παῦλος

Αὐτό πού ὅλοι μας ξέρουμε καί πού ὅλοι μας βιώνουμε, εἶναι ἡ κρίση, πού πολλές φορές ὑπάρχει στίς ἀνθρώπινες σχέσεις, μιά κρίση πού φαίνεται, ὅτι γίνεται ὁλοένα μεγαλύτερη καί ριζικότερη, ἀφοῦ πιά ἡ ἀδυναμία τῆς ἐπικοινωνίας καί τῆς ἐπαφῆς ἔχει ἀγγίξει καί τό σπίτι τοῦ καθενός. Πολλές φορές προσπαθοῦμε νά βροῦμε τήν ἄκρη καί νά θεραπεύσουμε τά προβλήματα. ῞Οταν μάλιστα κανείς ἔχει τήν εὐλογία, τή χαρά καί τήν τιμή νά ἐπικοινωνεῖ με νέους ἀνθρώπους, βλέπει πόσο πιό τραγική γίνεται ἡ κατάσταση, ἀφοῦ συνήθως πρῶτοι οἱ νέοι εἰσπράττουν τήν ἀδυναμία τῆς ἐπικοινωνίας καί ἀφοῦ ὑπάρχουν παιδιά, πού ἔχουν χάσει τό χαμόγελο μέσα στό ἴδιο τους τό σπίτι. Πολλές φορές οἱ ἄνθρωποι ψάχνουμε νά βροῦμε τήν ἄκρη καί τή λύση καί δέν τίς βρίσκουμε καί μεγαλώνουμε τά ἀδιέξοδα καί τά κάνουμε τραγικότερα, ὅταν μάλιστα αὐτά συνδυάζονται μέ σύγχρονους ρυθμούς ζωῆς ἀλλά καί μ’ ἕναν σκοτασμό, πού ὑπάρχει μέσα στό νοῦ πολλῶν ἀνθρώπων, ἀκόμα καί σέ κείνους οἱ ὁποῖοι ὑποτίθεται ὅτι εἶναι μορφωμένοι ἄνθρωποι, ἀκριβῶς γιά νά μᾶς φανερωθεῖ ἡ διδασκαλία τῆς ᾿Εκκλησίας, ἡ ὁποία μιλάει περί τοῦ νοός τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ σκοτασμοῦ τοῦ νοός, κάνοντας τήν διάκριση ἀνάμεσα στό νοῦ καί τή διάνοια κι ἔτσι μόνο μπορεῖ κανείς νά καταλάβει τί ἀκριβῶς συμβαίνει.

῞Οταν ὁ νοῦς εἶναι σκοτισμένος, τότε ὁ ἄνθρωπος παραπατάει, ὅσο σπουδαῖος καί ἄν εἶναι κατά κόσμον. Κι ὅμως, σ’ αὐτήν τήν περιπλάνηση καί τήν ἀναζήτηση, ὑπάρχει λύση. Γιατί δέν ὑπάρχει τίποτα τό ἀνθρώπινο, για τό ὁποῖο νά μήν ὑπάρχει λύση, ἀφοῦ οὐσιαστικά Ἐκεῖνος πού εἶναι ἡ ἀπάντηση καί ἡ λύση εἶναι χθές καί σήμερα ὁ Αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας. Καί Αὐτός εἶναι τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, θά ἔλεγα ὅλη ἡ ῾Ιστορία, δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά ἡ ἐπιβεβαίωση τῶν λόγων πού λέχθηκαν γιά τόν Χριστό ἀπό τόν Γέροντα Συμεών• «οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καί ἀνάστασιν πολλῶν καί εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον». ῞Ολη ἡ ῾Ιστορία ἀπό τότε μέχρι σήμερα εἶναι ἡ ἐπιβεβαίωση αὐτῆς τῆς προφητείας καί οὐσιαστικά ἡ ῾Ιστορία πορεύεται ὄχι κατά κεῖ πού οἱ ἄνθρωποι νομίζουν πώς θά τήν ὁδηγήσουν ἀλλά κατά κεῖ πού πραγματικά ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο.


Ἐρχόμαστε λοιπόν νά δοῦμε τί ἀκριβῶς συμβαίνει μέσα στίς σχέσεις τοῦ ἀνθρώπου. Κι αὐτές οἱ σχέσεις τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ σχέση του καί πρός τόν Θεό ἀλλά καί πρός τόν ἄνθρωπο. Εἶναι τραγικό νά ἐπιχειροῦμε νά κατανοήσουμε τόν ἄνθρωπο τῆς ὁποιασδήποτε ἡλικίας, χωρίς ποτέ νά ἔχουμε κατανοήσει ποιός τελικά εἶναι ὁ ἄνθρωπος, πῶς λειτουργεῖ, πῶς ὑπάρχει, ποιά εἶναι ἡ δομή του, δηλαδή βασικά, καίρια θέματα.῾Η ᾿Εκκλησία μᾶς παρουσιάζει τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Ποιός εἶναι ὁ Χριστός; Εἶναι ὁ ᾿Ενανθρωπήσας Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ. Καί τί μᾶς λέει; ῞Οτι στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ἑνώθηκε ἡ θεία καί ἡ ἀνθρώπινη φύση «ἀσυγχύτως» καί «ἀδιαιρέτως». Δύο ἐπιρρήματα τά ὁποῖα εἶναι κλειδιά. Τί εἶναι τό «ἀσυγχύτως» καί τί εἶναι τό «ἀδιαιρέτως»; Εἶναι οἱ δύο λέξεις πού ἀποτελοῦν τό θέμα μας. 

Ἡ ᾿Ελευθερία καί ἡ ᾿Αγάπη. Στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, λοιπόν, ἑνώθηκε ἡ Θεία καί ἡ ἀνθρώπινη φύση. ῾Ο Χριστός εἶναι ὁ ᾿Ενανθρωπήσας Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, ἀλλά σ’ αὐτή τήν ἕνωση τῶν δύο φύσεων διατηρεῖται ἀκέραια ἡ ταυτότητα καί ἡ καθαρότητα τῆς κάθε μιᾶς. ῾Η ἀνθρώπινη φύση μας δέν ἀπορροφᾶται ἀπό τή θεία, ἀλλά διατηρεῖ τήν ἑτερότητά της. Αὐτή εἶναι ἡ ᾿Ελευθερία. Αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ Χριστός δέν ἦρθε νά σώσει τόν ἄνθρωπο ἀναγκαστικά. Θά δοῦμε καί στή συνέχεια, ὅτι ὁ Θεός μᾶς ἔπλασε ἐλεύθερους. Καί εἶναι ὁ μόνος πού πῆρε στά σοβαρά τήν ᾿Ελευθερία μας. ᾿Εμεῖς οἱ ἄνθρωποι ἀποδεικνύουμε ἀπό τήν καθημερινότητά μας, ὅτι αὐτή μας τήν ᾿Ελευθερία δέν τήν πήραμε στά σοβαρά. Κι ὁ Θεός, ἀκόμα κι ὅταν θέλησε νά ἀνορθώσει τόν πεπτωκότα ἄνθρωπο, καί πάλι ἀκολούθησε μία πορεία τῆς ὁποίας τό κύριο χαρακτηριστικό εἶναι ὁ σεβασμός τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου, ὁ σεβασμός τῆς ᾿Ελευθερίας του. Αὐτό λοιπόν εἶναι ἐκεῖνο τό ὁποῖο συνιστᾶ τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. 

῾Ο Θεός κινεῖται μέ ἀγάπη πρός τόν ἄνθρωπο, ἐκεῖνον τόν ὁποῖον ἐδημιούργησε, ἐκείνου τοῦ ὁποίου σεβάστηκε τή δυνατότητα ἀκόμα καί νά πεῖ ὄχι στό Θεό, καί ὁ ἄνθρωπος εἶπε ὄχι στό Θεό, καί ἀπ’ τήν ἄλλη πλευρά δέν ἀχρηστεύει, δέν ἀφομοιώνει, δέν καταργεῖ τήν ἀνθρώπινη φύση. ῾Ο Θεός λοιπόν οἰκοδομεῖ τή σχέση του μέ τόν ἄνθρωπο μέσα στά πλαίσια τῆς ἐλευθερίας καί τῆς ἀγάπης, κινεῖται ἀπό ἀγάπη στόν ἄνθρωπο. Οἱ Πατέρες τῆς ᾿Εκκλησίας μιλοῦν γιά ἕνα Θεό ὁ ὁποῖος σέ μιὰ παραφορά ἐρωτικῆς ἀγαθότητος «ἔξω ἑαυτοῦ γίνεται». Βγαίνει ἀπό τόν ἑαυτό Του καί ἔρχεται νά συναντήσει τόν ἄνθρωπο. Αἰτία, ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἡ ἀγάπη γιά τόν ἄνθρωπο καί τή σωτηρία του. Καθώς κινεῖται πρός τόν ἄνθρωπο, ἔρχεται νά προσλάβει τήν ἀνθρώπινη φύση Του, αὐτό πού ἔχουμε κοινό ὅλοι οἱ ἄνθρωποι. 

Εἶναι σημαντικό νά θυμηθοῦμε, ὅτι ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι ὑπάρχουμε μέ τόν τρόπο τοῦ Θεοῦ. Καί τοῦτο γιατί ὁ ἄνθρωπος εἶναι κατ’ εἰκόνα Θεοῦ δημιουργημένος, γιατί αὐτό εἶναι τό καλούπι μας. ῾Ο Θεός εἶναι ἕνα καί τρία μαζί. Εἶναι ἕνας κατά τήν Οὐσία καί Τριαδικός κατά τίς ὑποστάσεις. Κατ’ εἰκόνα Θεοῦ ὁ ἄνθρωπος πλασμένος εἶναι ἕνας κατά τήν ἀνθρώπινη φύση καί πολλαπλοῦς κατά τίς ὑποστάσεις. ᾿Αλλά αὐτές οἱ πολλές ἀνθρώπινες ὑποστάσεις, στό πλαίσιο τῆς ἴδιας ἀνθρωπίνης φύσεως, εἶναι ἐκεῖνες πού συνιστοῦν τόν ἄνθρωπο πιεστικά. ᾿Από τή μιά μεριά θεμελιώνουν τή δομή του κι ἀπ’ τήν ἄλλη τοῦ προτείνουν τό ὅραμά του. Διότι ὁ ἄνθρωπος καλεῖται νά συγκροτήσει μέσα του τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ καί τά πολλά ἀνθρώπινα πρόσωπα νά συγκροτήσουν τήν ἀγαπητική κοινωνία, κατ’ εἰκόνα τῆς τριαδικῆς κοινωνίας τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι ᾿Αγάπη. Ὁ ἄνθρωπος πλάσθηκε νά ΕΙΝΑΙ καί ὄχι νά ἔχει ᾿Αγάπη. ῾Η διαφορά εἶναι πάρα πολύ σημαντική. ῞Οσοι λένε ὅτι ἔχουν ἀγάπη, ἔχουν μόνον ἐγωϊσμό. Ποιά εἶναι ἡ διαφορά; Αὐτός πού εἶναι ἀγάπη, δέν ἀλλοιώνεται. Δέν ἀλλοιώνεται ἀπό τήν κακία τῶν ἄλλων, ὅπως ὁ Θεός πού εἶναι ᾿Αγάπη, ἀνατέλλει τόν ἥλιο Του ἐπί ἀγαθούς καί πονηρούς, καί βρέχει ἐπί δικαίους καί ἀδίκους. Καί γι’ αὐτό φανερώνουμε πόσο ἀγνοοῦμε τό Θεό ὅταν μερικές φορές ζητᾶμε νά ἔρθει τιμωρός σέ ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι παραβιάζουν τό θέλημά Του.

Ὁ Θεός λοιπόν γενόμενος ἄνθρωπος χαίρεται τήν ᾿Ελευθερία μας καί μᾶς πλάθει ἀπό τήν ἀρχή ἐλεύθερους. Καί τώρα πού ἔρχεται νά μᾶς θεραπεύσει, ἔρχεται μ’ ἕνα σεβασμό στό ἀνθρώπινο πρόσωπο. ᾿Ανακαινίζει τήν ἀνθρώπινη φύση ἀλλά ἀφήνει τήν ἐλευθερία στό κάθε ἀνθρώπινο πρόσωπο νά κάνει δική του αὐτή τή Θεανθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ. ῾Ο ἄνθρωπος θεραπεύτηκε ἀπό τό θάνατο, ἀλλά ἄν τό κάθε συγκεκριμένο ἀνθρώπινο πρόσωπο θά ἀποδεχθεῖ στή ζωή του αὐτή τή θεραπεία εἶναι θέμα τῆς δικῆς του ἐλευθερίας. Βέβαια, τό γεγονός ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἐλεύθερος σημειώνει καί μιά ἄλλη πραγματικότητα, τήν ὁποία πολλές φορές ξεχνᾶμε. Σημαίνει ὅτι εἶναι ὑπεύθυνος γιά τήν ἐλευθερία του. Μιά καίρια ἀλήθεια, τήν ὁποία τήν ἀγνοοῦμε καί γι’ αὐτό κάνουμε πολλές ζημιές. 

Σέβεται τήν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου ὁ Θεός λοιπόν, γιατί; Γιατί ὁ ἄνθρωπος ἔχει τήν τελική εὐθύνη γι’ αὐτήν. Εἶπε στόν πρῶτο ἄνθρωπο ὁ Θεός• «᾿Ιδού, δέδωκα ὑμῖν τήν ζωήν καί τόν θάνατον»• διάλεξε. Κι ὁ ἄνθρωπος διάλεξε τόν θάνατο. Δέν τιμώρησε ὁ Θεός τόν ἄνθρωπο, ὁ ἄνθρωπος τιμώρησε τόν ἑαυτό του, στερώντας τον ἀπό τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀπ’ αὐτό πού συνιστοῦσε τήν ὑπόστασή του. Καί τώρα πάλι μᾶς βεβαιώνει ὁ Χριστός ὅτι «δέν ἦρθα νά κρίνω τόν κόσμο, ἦρθα νά σώσω τόν κόσμο». Κι ὁ Χριστός μᾶς σώζει ὄχι μέ κάτι πού κάνει ἀλλά μ’ αὐτό πού εἶναι. Γιατί ἀκριβῶς γι’ αὐτό εἶναι Σωτήρας ὁ Χριστός, γιατί στό πρόσωπό Του ἑνώνει τή δική μας θνητότητα καί κτιστότητα μέ τό ἄκτιστο καί ἀθάνατο τό δικό Του. Μέσω τῆς κοινωνίας τοῦ κτιστοῦ μέ τό ἄκτιστο, στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, μποροῦμε νά ὑπερβοῦμε τή δική μας θνητότητα. Γι’ αὐτό μᾶς λέει πάλι, ὅτι «οὐσιαστικά δέν εἶμαι ἐγώ πού κρίνω τόν κόσμο». ᾿Αλλά νά ποιά εἶναι ἡ κρίση• ὅτι ἐνῶ τό Φῶς ἦρθε στό κόσμο, οἱ ἄνθρωποι ἐπέλεξαν τό σκοτάδι ἀντί γιά τό Φῶς. Εἶναι λοιπόν ἡ εὐθύνη τοῦ ἀνθρώπου. ῾Ο Θεός λοιπόν ἔτσι σχετίζεται μέ μᾶς. Μέ τήν ἀγάπη Του καί τήν ἐλευθερία Του. Μέ τήν ἀγάπη πού ἔρχεται νά μᾶς δημιουργήσει καί μετά τήν πτώση μας καί μέ τό σεβασμό τῆς ἐλευθερίας μας ἀπό τήν πλευρά Του, νά μᾶς ἀνακαινίσει, καθώς τήν τελική εὐθύνη τήν ἀφήνει στό δικό μας θέλημα ἔχοντας ὅμως δημιουργήσει τίς προϋποθέσεις τῆς σωτηρίας μας. 

῾Η σχέση τώρα, τοῦ ἀνθρώπου μέ τό Θεό. ῞Ενα μεγάλο θέμα. Μιά προσεκτική ματιά θά μᾶς κάνει νά δοῦμε ὅτι πολλές φορές εἴμαστε μάρτυρες μιᾶς μεγάλης ἀρρωστημένης θρησκευτικότητας. ῾Υπάρχουν ἄνθρωποι πού εἶναι ἄρρωστοι θρησκευτικά, πού ἔχουν ἀρρωστημένη θρησκευτικότητα. Μιά θρησκευτικότητα, πού στερεῖται καί τήν ἐλευθερία καί τήν ἀγάπη. ᾿Αρρωστημένη θρησκευτικότητα ὅσον ἀφορᾶ στόν ἑαυτό μας, ἀρρωστημένη θρησκευτικότητα ὅσον ἀφορᾶ αὐτήν πού πᾶμε νά προσφέρουμε στούς ἄλλους. 

Ποιά εἶναι ἡ σχέση τοῦ ἀνθρώπου μέ τό Θεό; Εἶναι μιά ὑπεύθυνη σχέση, καί εἶναι μιά σχέση ἐλευθερίας καί ἀπό τήν πλευρά τοῦ ἀνθρώπου καί ἀπό τήν πλευρά τοῦ Θεοῦ. Οὐσιαστικά, εἴπαμε γιά τήν ἐλευθερία τοῦ Θεοῦ. ῾Ο ἄνθρωπος στό Θεό πηγαίνει ἐλεύθερα. Τί σημαίνει ἐλεύθερα; Σημαίνει ὑπεύθυνα. Σημαίνει ὅτι πηγαίνει ἐν ἐπιγνώσει. Σημαίνει ὅτι δέν ζητάει ἀπό τόν Θεό νά τοῦ κάνει τό κέφι του ἀλλά ζητάει νά γνωρίσει τήν ἀλήθεια καί τό πρόσωπο τοῦ Θεοῦ. Πηγαίνει ὑπεύθυνα, πού σημαίνει, πηγαίνει γιατί ἐμπιστεύεται τό πρόσωπό Του καί τό Λόγο Του. Καί τό ἐμπιστεύεται «κατά πάντα καί διά πάντα». Δέν ζητάει ἀπό τό Θεό, σάν τόν Φαρισαῖο, νά εἶναι μάρτυρας τῆς καλωσύνης του καί τῆς ἀρετῆς του. Γιατί; Γιατί ἡ συναίσθηση τῆς εὐθύνης ἔρχεται νά μᾶς φανερώσει πόσο ἄρρωστοι εἴμαστε πολλές φορές. Γιατί ἄρρωστος εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού λειτουργεῖ ἐγωϊστικά, ἄρρωστος εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού δέν εἶναι ᾿Αγάπη, ὅσο κι ἄν λέει ὅτι ἔχει ᾿Αγάπη. Γιατί αὐτό πού λέμε ὅτι ἔχουμε, τό διαψεύδει ἡ καθημερινότητά μας.

῾Η σχέση τοῦ ἀνθρώπου μέ τό Θεό λοιπόν, εἶναι μιά σχέση εὐθύνης τοῦ ἀνθρώπου. ῾Ο ἄνθρωπος πηγαίνει ὄντως στό Θεό καί πηγαίνει γιατί Τόν ἐμπιστεύεται, Τόν ἀγαπᾶ. Τί σημαίνει Τόν ἐμπιστεύεται; Λέει ἡ ᾿Οπισθάμβωνος Εὐχή• «Πᾶσα δόσις ἀγαθή καί πᾶν δώρημα τέλειον ἄνωθεν ἐστί καταβαῖνον». Αὐτό ἔχει καί μιά δεύτερη ἀνάγνωση. ῞Ο,τι κατέρχεται ἄνωθεν εἶναι «δόσις ἀγαθή» καί «δώρημα τέλειον». Δηλαδή; Δηλαδή καί μία ἀρρώστεια καί μία δοκιμασία καί ἕνας θάνατος.᾿Εμεῖς ὅμως, πού δέν κατανοήσαμε τή σχέση μας αὐτή, οὐσιαστικά δέν ἐμπιστευόμαστε τόν Θεό. Νομίζουμε ὅτι ὁ Θεός τότε τά λέει καλά, ὅταν συμφωνεῖ μαζί μας, γιατί ἀκριβῶς ἔχουμε μιά λαθεμένη θρησκευτικότητα. 

᾿Εμπιστεύομαι λοιπόν τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί δέν πηγαίνω στόν Θεό μέ τό ζόρι. ῾Ο Θεός, οὔτε ἐμένα οὔτε ἐσᾶς ἔχει ἀνάγκη. ῾Υπῆρχε πρίν ἀπό μᾶς καί μπορεῖ νά ὑπάρχει καί χωρίς ἐμᾶς. Κι εἶναι σημαντικό νά τό καταλάβουμε. Γιατί μερικές φορές θεωροῦμε ὅτι ὁ Θεός εἶναι ὑποχρεωμένος σέ μᾶς, γιατί νηστεύουμε, γιατί πᾶμε στήν ἐκκλησία. Εἶναι γνωστή ἡ φράση πού προέρχεται ἀπό τά χείλη, πολλές φορές, εὐσεβῶν ἀνθρώπων «Γιατί, Θεέ μου, σέ μένα;». Δηλαδή, τί ὄχι σέ σένα; Τί σέ μένα; Τί σημαίνει αὐτό τό ἐρώτημα; Πόσο λίγο ἐμπιστευόμαστε. Καί δέν καταλάβαμε κάτι. ᾿Ακριβῶς γι’ αὐτό σέ μᾶς. Γιατί ἔχουμε οἰκοδομήσει μιά λαθεμένη οἰκοδομή καί ἐπειδή ὁ Θεός μᾶς ἀγαπάει δέν μᾶς ἀφήνει στήν πλάνη μας καί μᾶς παραχωρεῖ τή δοκιμασία πού φέρνει στήν ἐπιφάνεια ποιοί πραγματικά εἴμαστε. 

Κάποτε ἕνα πρόσωπο, τό ὁποῖο ἐργάστηκε χρόνια ὁλόκληρα μέσα στήν ᾿Εκκλησία ἀσθένησε, καί εἶπε αὐτό: «Γιατί, Θεέ μου, σέ μένα;». Κι ἐγώ τοῦ παρήγγειλα: «Γιατί ὄχι σέ σένα; πρῶτον, καί δεύτερον, τό ἐρώτημά σου εἶναι καί ἡ ἀπάντηση. ῞Οταν παλιότερα ἐσύ πήγαινες σέ κάποιον ἀσθενή νά τόν παρηγορήσεις, τί τοῦ ἔλεγες; Γιατί δέν τά λές τώρα στόν ἑαυτό σου; ᾿Από αὐτή τήν καλουπιά ὁ Θεός πάει νά σέ βγάλει». Καί ἔτσι ἤτανε. ῾Ο Θεός ἑτοίμασε τό πρόσωπο αὐτό, τό ὡρίμασε. Γιατί; Γιατί ὁ Θεός θέλει «πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι». Καί ἡ σωτηρία εἶναι ἡ ζωή μέ ᾿Εκεῖνον. 

Εἶναι πολύ σημαντικό λοιπόν νά προσέξουμε μήπως ἡ θρησκευτικότητά μας καί ἡ πίστη μας εἶναι ἀρρωστημένη. Γιατί ἡ ἀρρωστημένη θρησκευτικότητα ἐπηρεάζει τήν κατάσταση τοῦ σπιτιοῦ μας, ἐπηρεάζει τήν ἀγωγή πού δίνουμε στά παιδιά μας καί πολλές φορές ἐξηγεῖ γιατί εἶναι ἀποτυχημένη αὐτή ἡ ἀγωγή, ὅταν ἐμεῖς προσπαθοῦμε νά διορθώσουμε τό ἔργο τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ ὁ Θεός μᾶς ἔδωσε τή δυνατότητα νά ποῦμε ἀκόμα καί σ' Αὐτον, ὄχι. ᾿Εμεῖς θέλουμε νά τ’ ἀπαγορεύσουμε αὐτό ἀπό τά παιδιά μας. ᾿Από ἀγάπη, λέμε. Σά νά μή μᾶς ἀγαποῦσε ὁ Θεός. ῎Ετσι λοιπόν, εἶναι πάρα πολύ σημαντικό νά συνειδητοποιήσουμε ὅτι μιά ὑγιής σχέση τοῦ Θεοῦ μέ τόν ἄνθρωπο ἔχει αὐτά τά δύο θεμέλια. Τήν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου, πού πηγαίνει ἐλεύθερα στόν Θεό γιατί Τόν ἀγαπᾶ καί Τόν ἐμπιστεύεται καί τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. 

῎Ας ἔρθουμε ὅμως λιγάκι πιό κοντά σέ πιό ἀνθρώπινα πράγματα. Τί συμβαίνει μ’ ἕνα ζευγάρι ἀνθρώπων; Ποῦ θεμελιώνεται αὐτή ἡ σχέση κι αὐτός ὁ γάμος; Δέν μπορεῖ νά ἔχει ἄλλο θεμέλιο, παρά στήν ᾿Ελευθερία καί στήν ᾿Αγάπη. Πόσες φορές ἐπιδιώκουμε νά ἀλλάξουμε τόν ἄλλον, νά ἀφομοιώσουμε τόν ἄλλον; Αὐτό σημαίνει πώς δέν τόν ἀγαπᾶμε. Γιατί, στήν πραγματικότητα, γνώρισες ἕναν ἄνθρωπο, τόν ἀγάπησες γι’ αὐτό πού εἶναι, τώρα γιατί θές νά τόν ἀλλάξεις; Καί μέ τί κριτήριο, θέλεις; Μέ τό κριτήριο ὅτι ἐσύ εἶσαι καλύτερος ἀπό ἐκεῖνον; ᾿Εκείνη ἤ ἐκεῖνον; Ποιό εἶναι τό κριτήριο; Καί γιατί αὐτό τό κριτήριο δέν εἶναι ἐγωϊστικό, δικό σου; 

Ὁ γάμος εἶναι ὁ μόνος χῶρος πού ἕνα κι ἕνα κάνει πάλι ἕνα. ῎Εχουμε ἕνα πρόσωπο, μία ἀντρόγυνη φύση, στά δύο αὐτά πρόσωπα. Εἴπαμε ποιό εἶναι τό καλούπι: «Μονάς ἐν τριάδι, καί τριάς ἐν μονάδι». Δέν ὑπάρχει ἄλλο σταθερώτερο θεμέλιο ἀπό τήν ᾿Ελευθερία καί τήν ᾿Αγάπη σάν θεμέλιο αὐτῆς τῆς σχέσης. Πολύ περισσότερο ὅταν αὐτή ἡ ᾿Ελευθερία κι αὐτή ἡ ᾿Αγάπη μπολιάζεται στή Χάρη τοῦ Θεοῦ καί γίνεται - γι’ αὐτό ὁ γάμος εἶναι μυστήριο -, ᾿Ελευθερία καί ᾿Αγάπη τοῦ Θεοῦ, πού προσφέρεται στόν ἄνθρωπο. Τί σημαίνει ᾿Ελευθερία; Σεβασμός τῆς ἑτερότητας τοῦ ἄλλου. Βρῆκες ἕναν ἄνθρωπο. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος εἶναι κάτι ἄλλο ἀπό σένα. Πῶς αὐτό τό ὑπολογίζεις; πόσο τό ἐκτιμᾶς; Ἀκόμα περισσότερο πόσο θεωρεῖς δῶρο τοῦ Θεοῦ τήν ἑτερότητα τοῦ ἄλλου ἀνθρώπου μέ ὅ,τι χαρίσματα μά κι ἐλαττώματα ἄν ἔχει. 

᾿Εάν πραγματικά ἀγαπῶ τόν ἄλλον, θέλω νά παραμείνει ἕτερος, γιατί τότε μόνο θά μπορῶ νά τόν ἀγαπῶ. ῎Αν τόν ἄλλο θέλω νά τόν ἀφομοιώσω, ἐάν θέλω νά γίνει σάν κι ἐμένα, δέν τόν ἀγαπῶ, θέλω νά ὑποτάξω τήν προσωπικότητά του. Κι αὐτό δείχνει δύο λάθη. ῞Οτι θεωρῶ τόν ἑαυτό μου κριτήριο, ἀπ’ ὅποιον κι ἄν γίνεται ἡ κίνηση αὐτή, καί ὅτι δέν σέβομαι τήν ἑτερότητα τοῦ ἄλλου. ῞Οπου ὑπάρχει ἀληθινή ἐλευθερία, ὑπάρχει κι ἀληθινή ἀγάπη. Κι αὐτή δέν ὁδηγεῖ στήν ἀφομοίωση οὔτε στήν ἰσοπέδωση, ἀλλά στήν ἀναγνώριση τοῦ ἄλλου. Ποῦ ὁδηγεῖ μιά σχέση μέσα στήν ᾿Ελευθερία καί στήν ᾿Αγάπη; Σ’ ἕνα διάλογο τῶν δύο προσώπων. Πρῶτον γιατί εἶναι ἕτεροι, καί δεύτερον γιατί ἀγαπιῶνται. Γι’ αὐτό διαλέγονται. Κι αὐτός ὁ διάλογος εἶναι ἕνας πλοῦτος. Γιατί κι ὁ καθένας εἶναι ἕνας πλοῦτος γιά τόν ἄλλον, κι εἶναι σημαντικό νά τόν ἀνακαλύψουμε. ῾Ο στόχος εἶναι ἡ διαρκής ἀνακάλυψη τοῦ ἄλλου. 

Πολλές φορές νομίζουμε ὅτι ξέρουμε καλά τόν ἄνθρωπό μας κι ἀποδεικνύεται ὅτι δέν τόν ξέρουμε. Καί πολλές φορές ἔχουν περάσει κάποια χρόνια κι ἔρχεται ἡ κρίση. Γιατί; Γιατί αὐτό πού διαρκῶς πιέζαμε κάποια στιγμή κάνει τήν ἔκρηξή του. Θέλω νά σᾶς θυμίσω τό στίχο ἑνός ὄμορφου τραγουδιοῦ• «Σ’ ἀγαπῶ γιατί εἶσαι ’σύ». ῎Εχετε σκεφθεῖ καθόλου τό μήνυμα πού κομίζει αὐτός ὁ στίχος; Σ’ ἀγαπῶ, καί μπορῶ νά σ’ ἀγαπῶ, γιατί δέν εἶσαι ’γώ. Αὐτή εἶναι ἡ πρώτη του ἑρμηνεία. Οὐσιαστικά δέν σ’ ἀγαπῶ, ἄν θέλω ἐσύ νά γίνεις ἐγώ. Μέσα ἀπό τή διαφορετικότητα τοῦ κάθε προσώπου, μέσα στήν ἀγάπη, ἐπιτυγχάνεται ἕνας διαρκής ἐμπλουτισμός τῆς σχέσης. ᾿Αλλιῶς, ὅπως λένε, στόν κόσμο καί στήν κοινωνία, «παλιώνει ἡ σχέση καί ὁ γάμος». ῞Ομως, παλιώνει γιατί ἐμεῖς τόν ἀφήνουμε καί παλιώνει. ᾿Εάν δέ σκεφθεῖτε τήν δυνατότητα τοῦ καθενός ἀνθρώπου νά ἁγιάζεται καί νά μετέχει ὅλο καί περισσότερο τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ καί τῆς Χάριτός Του, τότε διαρκῶς μποροῦμε νά ἔχουμε ἕναν καινούργιο ἄνθρωπο. 'Αλλά, ἐμεῖς προσπαθοῦμε νά διορθώσουμε τά ἔργα τοῦ Θεοῦ, νομίζοντας ὅτι ξέρουμε καλύτερα τί πρέπει νά κάνουμε. 

Θά τό δοῦμε ἀκόμα τραγικότερα τό θέμα, ὅταν φτάσουμε σέ μιά ἄλλη σχέση, πολύ βασική καί καθημερινή. Τή σχέση τῶν παιδιῶν μέ τούς γονεῖς. Τή σχέση τῶν γονιῶν μέ τά παιδιά τους. Εἶναι μιά δύσκολη σχέση. Πολλές φορές χωρίς ἐλευθερία, στό ὄνομα τῆς ἀγάπης. Τίς περισσότερες φορές μέ τόν ἐγωϊσμό μας στή θέση τῆς ἀγάπης, εἶναι πάρα πολύ εὔκολο νά ἔρθει ἡ σύγκρουση. ᾿Αλήθεια, ὅταν μεγαλώνουμε τά παιδιά μας τί ὅραμα ἔχουμε στή ζωή μας; Μεγαλώνουμε παιδιά γιά νά ζήσουν ἐλεύθερα καί νά σταθοῦν στά πόδια τους ἤ τά «καμαρώνουμε» γιατί μᾶς ἀκοῦνε; ᾿Εάν χαιρόμαστε γιατί μᾶς ἀκοῦνε πάντα, οὐσιαστικά ἔχουμε ἀναγνωρίσει καί ἀνακηρύξει σέ ἀλάθητο τόν ἑαυτό μας, καί πιστεύουμε ὅτι ἔχουμε πάντα δίκιο, καί χαιρόμαστε πού τά παιδιά μας, μᾶς ἀκοῦνε. ᾿Ενῶ θά ’πρεπε νά ἀνησυχοῦμε ἄν μᾶς ἀκοῦνε πάντα, καί πολύ περισσότερο στό διάστημα τῆς ἐφηβείας, πού εἶναι ἡ προσπάθεια τοῦ νέου παιδιοῦ νά κατακτήσει τήν ἐλευθερία του. Θέλει τήν ἀγάπη μας, ἀλλά ὄχι μέ τή στέρηση τῆς ἐλευθερίας. Καί χωρίς ἐλευθερία δέν ὑπάρχει εὐθύνη. Κι αὐτό τό ξέρουμε καί τό βιώνουμε. 

Μεγαλώνουμε τά παιδιά μας γιά νά ἐξαρτῶνται διαρκῶς ἀπό μᾶς ἤ μ’ ἕναν τέτοιο τρόπο πού ὅταν μᾶς φύγουν αὔριο νά μποροῦν σταθοῦν στά δικά τους τά πόδια; Θά μπορούσαμε νά ἐξηγήσουμε τί σημαίνει, ὅτι τό καλό μας τό παιδί πού τό ὁρίζαμε ὅσο τό εἴχαμε κοντά μας μόλις φύγει ἀπό κοντά μας μπλέκει καί καταστρέφεται; Τό ἐρώτημα καίριο. Φταῖνε οἱ κακές παρέες ἤ ὁ τρόπος πού ἐμεῖς τό μεγαλώσαμε; ᾿Εμεῖς δέν ξέραμε ὅτι ὑπάρχουν καί κακές παρέες; Δέν θά’ πρεπε λοιπόν νά τό μεγαλώσουμε ἔτσι ὥστε νά μπορεῖ νά σταθεῖ στά πόδια του καί νά μή μᾶς ἔχει ἀνάγκη; ῞Ομως πολλές φορές ἐμεῖς τό μεγαλώνουμε μέ λάθος τρόπο, μέ μιά ἀγάπη πού ’ναι ἀρρωστημένη, μέ μιά ἀγάπη πού δέν βλέπει τό πραγματικό συμφέρον τοῦ παιδιοῦ. 

Νά παρουσιάσω ἕνα ἁπλό παράδειγμα: Πρίν ἀπό δύο χρόνια βρισκόμουν τή μέρα τῆς Μεταμορφώσεως στόν ῞Αγιο ᾿Ιωάννη τό Ρῶσσο. Λειτουργοῦσα ἐκεῖ καί εἶχα μαζί μου μιά οἰκογένεια ἀπό τήν ᾿Αμερική μέ ἕξι παιδιά. Μετά πήγαμε κάπου νά φᾶμε. Νηστεία μέν, Μεταμορφώσεως δέ, μπορούσαμε νά φᾶμε καί κάτι ψαρικό. ᾿Εκεῖ πού τρώγαμε, κάποια στιγμή σηκώθηκα καί καθώς πῆγα νά γυρίσω εἶδα ἕνα παιδάκι. ῞Ενα παιδάκι, 10, 11, 12 -κάπου ἐκεῖ -, μ’ ἕνα σουβλάκι στό χέρι καί στρίβοντας βλέπω δίπλα καί τούς γονεῖς του πού ἔκαναν τό ἴδιο. Ἐκείνη τή στιγμή μοῦ καρφώθηκε στό μυαλό σάν ἐρώτημα: ῎Αν τό παιδί αὐτό στά 15 του παίρνει ναρκωτικά, θά ρωτάει ὁ πατέρας ποιός φταίει καί θὰ ’ναι σοβαρός; Ἑτοίμασε τό παιδί του γιά νά λέει «ὄχι», ἀκόμα καί σέ πράγματα πού τοῦ ἀρέσουνε; Πότε τό προπόνησε; Βλέπετε πόσο τυφλοί εἴμαστε, ὅταν ἀναγνωρίζουμε πόσο σημαντικό πράγμα εἶναι ἡ προπόνηση γιά ἕναν ἀθλητή, προκειμένου νά κερδίσει ἕνα μετάλλιο καί δέν ἀναγνωρίζουμε τήν προπόνηση γιά ἕναν ἄνθρωπο, προκειμένου νά κερδίσει τή ζωή! 

Γιά νά δεῖτε, ὅτι τό πρόβλημα τό ’χουμε ἐμεῖς, περίπου τό ἴδιο διάστημα, ἀλλά τό χειμώνα, σ’ ἕνα σχολεῖο ἐδῶ τῶν ᾿Αθηνῶν, μέ κάλεσαν γιά νά μιλήσω στά παιδιά στό πλαίσιο τοῦ μαθήματος τῆς Περιβαλλοντικῆς Ἀγωγῆς. Τό μάθημά τους ἦταν ἐκείνη τή χρονιά, οἱ νηστήσιμες συνταγές. ᾿Εμένα μοῦ ζήτησαν νά μιλήσω γιά τή νηστεία. ῎Ε, τούς μίλησα γιά τή νηστεία, τούς εἶπα τί εἶναι, ποιός τήν εἶπε, γιατί τήν κάνουμε, πῶς τήν κάνουμε καί οὕτω καθ’ ἑξῆς. Τά παιδιά μέ ρώτησαν, τούς ἀπάντησα, τελειώσαμε. Τήν ἑπόμενη χρονιά τά παιδιά αὐτά ἤρθανε στή Σιάτιστα. ῾Η μαθήτρια πού ἀνέλαβε νά μέ προσφωνήσει, μ’ εὐχαρίστησε πρῶτον γιατί τήν περασμένη χρονιά εἶχα πάει στό σχολεῖο τους καί μοῦ ’πε τό ἑξῆς• «Θά σᾶς πῶ καί κάτι πού δέν τό ξέρετε, καί φαντάζομαι νά χαρεῖτε. Τά περισσότερα παιδιά ἐκείνη τήν ἡμέρα ὅταν γυρίσαμε στό σπίτι μας ἀπαιτήσαμε ἀπό τούς γονεῖς μας νά νηστεύσουμε τήν ὑπόλοιπη Σαρακοστή». Τό ἐρώτημα ἁπλό: Ποιός εἶχε πιό πολύ μυαλό, τά παιδιά ἤ οἱ γονεῖς τους; Γιατί τό ζήτησαν τά παιδιά; Γιατί κατενόησαν πόσο σημαντικό εἶναι κι ὅτι δέν εἶναι «τά καημένα τά παιδιά». Μέ τά καημένα τά παιδιά, τά κάνουμε ὅλα ἄρρωστα οὐσιαστικά. 

῞Οταν βλέπουμε, λοιπόν, ἕνα παιδί νά μήν μπορεῖ νά σταθεῖ στά πόδια του ἔξω ἀπό τό σπίτι του, μήπως εἶναι λανθασμένη ἡ ἀγωγή πού τοῦ δώσαμε; Δηλαδή, πῶς τό φανταζόμαστε, θά εἶναι πάντα μαζί μας; Θά εἴμαστε πάντα πάνω ἀπό τό κεφάλι του; Δέν τό μεγαλώσαμε ὥστε νά εἶναι ἐλεύθερο, ὥστε νά εἶναι ὑπεύθυνο. Κι αὐτό σημαίνει λανθασμένη ἀγάπη ἀπέναντί του. ᾿Εάν πραγματικά σεβόμαστε τήν ἐλευθερία του, κι ἄν τό ἀγαπᾶμε, τότε θά διαλεγόμαστε διαρκῶς μαζί του ἀπό τή μικρή του ἡλικία. ῎Οχι ὅταν ξαφνικά ἀρχίσουν τά προβλήματα. Διότι αὐτές δέν εἶναι δύο λέξεις, ἡ ᾿Ελευθερία καί ἡ ᾿Αγάπη. ῾Ορίζουν μιά στάση ζωῆς. Θά εἴμαστε σ’ ἕνα διαρκῆ διάλογο μέ τό παιδί μας καί τό παιδί μας θά μᾶς ἐμπιστεύεται, γιατί θά βλέπει σ’ αὐτή τήν προσπάθειά μας τήν ἀγάπη μας καί θά τήν ἐμπιστεύεται. Τά παιδιά δέν εἶναι καθόλου παράλογα, ἀλλά τούς ἔχουμε στερήσει, πολλές φορές, καί τήν ᾿Ελευθερία καί τήν ᾿Αγάπη. Γιατί αὐτό πού τούς προσφέρουμε, τίς περισσότερες φορές εἶναι δικό μας θέλημα. Κατά τόν ἴδιο τρόπο, ὁ σεβασμός τῆς ἐλευθερίας ὁδηγεῖ σ’ ἕνα διαρκῆ διάλογο μ’ ἕναν δικό μας ἄνθρωπο, μέ τόν ἄνθρωπό μας, μέ τόν ἤ τήν σύζυγο. ᾿Ακόμη ὁ σεβασμός τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἄλλου μᾶς κάνει ἀκριβῶς νά μποροῦμε, ἀκόμα κι ὅταν διαφωνοῦμε μέ τόν ἄλλον, νά σεβόμαστε τή δυνατότητά του καί τήν ἐλευθερία του νά διαφωνεῖ μαζί μας κι ὄχι νά ἔχουμε κριτήρια πάντα τό δικό μας θέλημα. 

῾Η ἐλευθερία καί ἡ ἀγάπη εἶναι μιά στάση ζωῆς τελείως ἀντίστροφη ἀπό τόν ἐγωϊσμό καί τίς ἐγωϊστικές σχέσεις πού συνήθως δημιουργοῦμε. ᾿Ακόμη καί μέσα στό χῶρο τῆς ᾿Εκκλησίας καί μέσα στό χῶρο τῆς κοινωνίας πού ζοῦμε, ἄν πάσχουν οἱ ἀνθρώπινες σχέσεις μας εἶναι γιατί δέν ἔχουν οὔτε ἐλευθερία οὔτε ἀγάπη ἤ γιατί ἡ ἀγάπη πού ἔχουν μερικές φορές στερεῖται τῆς ἐλευθερίας πού πρέπει νά πρέπει νά προσφέρεις στόν ἄλλον. 

Πόσες φορές ἐμεῖς ζητᾶμε τήν ἀποκλειστικότητα τοῦ ἄλλου; Μέ ποιό δικαίωμα; ῞Οταν κάποιος εἶναι φίλος μου, τοῦ ἀπαγορεύεται νά ἔχει κι ἄλλους φίλους; ῞Οταν κάποιος βγαίνει μέ κάποιον φίλο του πρέπει νά εἶμαι κι ἐγώ μαζί του; Κι ἄν δέν εἶμαι θά παρεξηγηθῶ; Γιατί; Πόσο σέβομαι τήν ἐλευθερία τοῦ ἄλλου, τήν προσωπικότητά του; Χαίρομαι γιατί δέν εἶμαι ὁ ἀποκλειστικός φίλος. Τό ἴδιο καί γενικότερα μέσα στίς σχέσεις μας, στό χῶρο μας τόν ἐργασιακό, πόσο σεβόμαστε τήν ἐλευθερία τοῦ ἄλλου, τή δυνατότητά του νά εἶναι διαφορετικός; ᾿Ακόμα κι ὅταν κάποιος ἄνθρωπος ἔχει διαφορετική πίστη ἀπό μᾶς, πόσο σεβόμαστε τή διαφορετικότητά του, τή δυνατότητά του νά εἶναι κάτι ἄλλο, καί πόσο διαρκῶς συνεχίζουμε νά τόν ἀγαπᾶμε; 

᾿Εάν λοιπόν παρατηρήσουμε, μέ πάρα πολλή προσοχή, θά δοῦμε ὅτι ἡ πραγματική ποιότητα τῶν ἀνθρωπίνων σχέσεων σ’ ὅλο της τό φάσμα, ἀλλά καί τῆς σχέσης τοῦ ἀνθρώπου μέ τό Θεό, ἐκεῖ πάσχει. Παρ’ ὅλο, πού τό ἀρχέτυπό μας, ὁ Χριστός, μᾶς ὁρίζει τόν τρόπο. ῎Αν ὁ Θεός ὅρισε τόν τρόπο τῆς σχέσης μαζί μας μέσα στήν ἐλευθερία καί στήν ἀγάπη, τί σημαίνει τό «ἀδιαιρέτως»; Δέν μπορῶ νά ζήσω χωρίς ἐσένα. ᾿Αλλά τό δέν μπορῶ νά ζήσω χωρίς ἐσένα, δέν σημαίνει «σέ καταπίνω». Σημαίνει, ἐπειδή δέν μπορῶ νά ζήσω χωρίς ἐσένα, θέλω νά εἶσαι αὐτός πού εἶσαι. Νά σ’ ἀγαπῶ γιατί εἶσαι «ἐσύ», κι ὄχι γιατί θέλω νά σέ κάνω, «ἐγώ». 

Νά κάνω μιά παρένθεση καί νά ἀναφερθῶ πάλι στά νέα παιδιά. Πόσο καταπιεστικοί γινόμαστε καί ἀνελεύθεροι θέλοντας νά τούς προσφέρουμε τό Χριστό; ῾Ο Χριστός πρέπει νά εἶναι συνειδητή ἐπιλογή τους. ᾿Εάν τούς ἔχουμε δώσει σωστή ἀγωγή ἀπό τά παιδικά τους χρόνια, τά βοηθᾶμε. ᾿Αλλά δέν θά τούς Τόν φορέσουμε καπέλο. Πῆγα κάποτε σ’ ἕνα σχολεῖο. ῞Οταν τούς εἶπα: «παιδιά, μπῆκε ἕνας παπάς στήν τάξη σας, ἔχετε κάτι νά τοῦ πεῖτε;», ἕνα παιδί αὐθόρμητα μοῦ λέει: «Πάτερ, γιατί ἡ ᾿Εκκλησία εἶναι μακριά μας;». Κι ἐγώ τοῦ εἶπα: «Καί γιατί νά εἶναι κοντά σας; Τή χρειάζεστε;». Καί μοῦ λέει: «Ναί». Τότε τοῦ λέω: «Ψάχτε νά τή βρεῖτε. ῎Αν πραγματικά χρειάζεστε τήν ᾿Εκκλησία, τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀναζητῆστε την γιά νά τήν ἔχετε καί νά εἶναι δική σας». Καί πολλές φορές τούς λέω, ὅτι πηγαίνω, ὄχι γιατί θέλω νά τούς φορέσω κάτι καπέλο, ἀλλά γιατί θέλω ἁπλά, λίγο, ν’ ἀγγίξω κάποιους προβληματισμούς. Καί τούς τονίζω ὅτι• «στή ζωή σας θά περπατήσετε μόνο μέ τά δικά σας πόδια. Οὔτε μέ τά δικά μου, οὔτε μέ τοῦ πατέρα σας, οὔτε μέ τῆς μάνας σας. Κι εἶναι σημαντικό γιά σᾶς, ἡ σανίδα πού θά πατήσετε ἐσεῖς νά διαπιστώσετε ὅτι εἶναι γερή». 

Ἔτσι λοιπόν, σ’ αὐτή τήν κρίση, πού εἶναι ἀποτέλεσμα τοῦ σκοτασμοῦ τοῦ νοός μας, ἔρχεται τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ μέ τήν ὕπαρξη καί τή δομή Του νά φωτίσει πρῶτον τό μυστήριο τοῦ ἀνθρώπου. Τί σημαίνει περνᾶνε κρίση οἱ ἀνθρώπινες σχέσεις; Σημαίνει ὅτι περνάει κρίση τό ἀνθρώπινο πρόσωπο καί ἡ κρίση τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου εἶναι ὀντολογική, δέν εἶναι ἠθική γιατί οὐσιαστικά ἔχει χάσει τήν ἐπαφή μέ τήν ἀλήθεια του, μ’ αὐτό πού πραγματικά εἶναι, καί λειτουργεῖ μέ λάθος τρόπο. Γι’ αὐτό ἔχει διαρκῶς παρενέργειες σ’ ὅλα τά ἐπίπεδα τῆς ζωῆς του. ῾Ο Χριστός λοιπόν φωτίζει τήν πορεία τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου, φωτίζει τήν ὑπόσταση καί τήν δομή τοῦ ἀνθρώπου καί κατά συνέπεια, φωτίζει τίς σχέσεις τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου μέ τόν Θεό καί μέ τόν ἄνθρωπο. 

῾Ο ἴδιος λοιπόν μᾶς ἔδειξε ὅτι αὐτός ὁ τρόπος εἶναι ἕνας καί μοναδικός· ἡ ἐλευθερία καί ἡ ἀγάπη, μέ τήν ὁποία ᾿Εκεῖνος ἦρθε σέ μᾶς, ἡ ἐλευθερία καί ἡ ἀγάπη μέ τήν ὁποία ἐμεῖς πηγαίνουμε σ’ ᾿Εκεῖνον. Ὁ Χριστός ἦρθε καί προσέλαβε καί θεράπευσε τήν ἀνθρώπινη φύση μας, γι’ αὐτό μέ τήν ᾿Ανάληψη τοῦ Χριστοῦ τελειώνει τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ. 

Μένει ὅμως καί τό ἔργο τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος. Ποιό εἶναι τό ἔργο τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος; Τό Ἅγιο Πνεῦμα δέν ἦρθε σάν μιά μαζική ἔκχυση φωτός, πού σκέπασε τόν τόπο, ὅπου βρίσκονταν συγκεντρωμένοι οἱ μαθητές, ἀλλά ἦρθε μεριζόμενο σέ πύρινες γλῶσσες, πού ἡ κάθε μιά κάθισε στόν καθένα ξεχωριστά. Τό ἔργο λοιπόν τοῦ Χριστοῦ ἀφορᾶ στήν ἀνθρώπινη φύση μας καί στή θεραπεία της καί τό ἔργο τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος ἀφορᾶ στό ἀνθρώπινο πρόσωπό μας. Διά τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ πλέον νά νικήσει τόν θάνατο καί νά ζήσει στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. ᾿Αλλά τό Πνεῦμα τό ῞Αγιο ἔρχεται καί μένει σέ μᾶς νά τό δεχτοῦμε. ῎Αν δέν τό δεχτοῦμε, τότε εἴμαστε ἐμεῖς ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι οὐσιαστικά δέν στρέψαμε τήν ἐλευθερία μας πρός τήν ἀλήθεια. Γιατί ᾿Αγάπη, ᾿Αλήθεια καί ᾿Ελευθερία εἶναι τελικά τό γερό βάθρο πάνω στό ὁποῖο πατάει ὁ ἄνθρωπος καί ὁ ὑγιής πολιτισμός του.
πηγή

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...