Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μητρόπολις Ταμασού και Ορεινής. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μητρόπολις Ταμασού και Ορεινής. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο, Φεβρουαρίου 04, 2017

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΣΤ΄ ΛΟΥΚΑ (Λουκ.18, 10-14) ΤΕΛΩΝΗ ΚΑΙ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ « Ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται, ο δε ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται»

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΣΤ΄ ΛΟΥΚΑ (Λουκ.18, 10-14)
ΤΕΛΩΝΗ ΚΑΙ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ

« Ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται, ο δε ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται»
     Στην σημερινή ευαγγελική περικοπή που ακούσαμε, αγαπητοί μου αδελφοί, ακούσαμε τον Κύριο να εκφωνεί μια παραβολή, η οποία είναι παρμένη από την καθημερινή ζωή και συγκεκριμένα μέσα από το Ναό. Δυο άνθρωποι, ανέφερε ο Ιησούς, ανέβηκαν στο Ναό με σκοπό να προσευχηθούν. Ο ένας ήταν Φαρισαίος και ο άλλος τελώνης. Ο Φαρισαίος, αφού προχώρησε μέσα στο Ναό στάθηκε επιδεικτικά στη μέση και άρχισε να προσεύχεται με τα εξής λόγια: «Θεέ μου σε ευχαριστώ που δεν είμαι σαν τους άλλους ανθρώπους άρπαγες άδικοι, μοιχοί ή και όπως αυτός ο τελώνης. Νηστεύω δις του Σαββάτου δηλαδή τηρώ την εντολή της νηστείας και την αργία του Σαββάτου. Δίνω στο Ναό το ένα δέκατο των εισοδημάτων μου». Από την άλλη, ο τελώνης γονατιστός, σε μια γωνιά, δεν τολμούσε να σηκώσει τα μάτια του στον ουρανό, ήταν σκυφτός και συνεχώς κτυπούσε το στήθος του και έλεγε συνεχώς : «Ο Θεός, ιλάσθητι μοι τω αμαρτωλώ». Και ο Κύριος διαβεβαίωσε ότι αυτός ο τελώνης έφυγε από το Ναό αθωωμένος, εν αντιθέσει προς τον Φαρισαίο, ο οποίος κατεκρίθη.
     Οι Φαρισαίοι ήταν μια από τις κυριότερες θρησκευτικές τάξεις του Ιουδαϊσμού κατά την εποχή του Χριστού. Ήταν ισχυροί και αρκετά πλούσιοι. Ήταν οι γνώστες και οι ερμηνευτές του Νόμου και των Προφητών και ασκούσαν μεγάλη επιρροή στο λαό.Οι τελώνες, από την άλλη, ανήκαν στην πιο μισητή τάξη των ανθρώπων. Λόγω της ανήθικης ζωής και των πράξεων τους ο κόσμος τους θεωρούσε απατεώνες. Αλλού, από τον Κύριο, χαρακτηρίζονται άρπαγες, κλέφτες, ψεύτες. Θεωρούνταν όργανα δια των οποίων διαιωνιζόταν η υποταγή στους Ρωμαίους, διότι είχαν ως εργασία την συλλογή των φόρων. Μερικές φορές στο διπλάσιο ή τριπλάσιο από ότι πλήρωνε ο κόσμος, για αυτό και οι τελώνες ήταν αρκετά πλούσιοι.
     Ένας Φαρισαίος και ένας τελώνης, λοιπόν, ανέβηκαν στο Ναό με σκοπό να προσευχηθούν. Ας δούμε τον τρόπο που προσεύχεται ο καθένας τους και γιατί δικαιώνεται ο αμαρτωλός και όχι ο εκπρόσωπος του Νόμου. Όταν φθάνει στο Ναό ο Φαρισαίος στέκεται επιδεικτικά και εγωιστικά και αρχίζει να προσεύχεται ευχαριστώντας το Θεό, πρώτα, που δεν είναι κλέφτης, άδικος, άτιμος σαν τον τελώνη και αρχίζει να λέει τα κατορθώματα του ότι δηλαδή νηστεύει, δίδει από το εισόδημά του ένα μέρος για ελεημοσύνη και γενικά τηρεί τον Νόμο. Αν δούμε όμως με προσοχή την προσευχή του Φαρισαίου, θα διακρίνουμε ότι προσευχή αυτή σε τελική ανάλυση είναι ένας έπαινος του εαυτού του και των αρετών του. Απαριθμεί τα έργα του και αισθάνεται υπεροχή έναντι των άλλων ανθρώπων, τους οποίους θεωρεί όλους αμαρτωλούς. Είναι αυτάρκης και δεν φαίνεται να εξαρτάται από τον Θεό, αφού μπορεί μόνος του να επιτύχει τόσα. Σαν κέντρο του κόσμου βλέπει όχι τον Θεό αλλά τον εαυτό του. Τον Θεό τον χρειάζεται μόνο για να επιβεβαιώσει και να αναγνωρίσει τις αρετές του. Είναι βέβαιος για τον εαυτό του και πολύ περίφανος για αυτόν.
     Από την άλλη ο τελώνης φθάνει στο Ναό και πηγαίνει σε μια γωνιά σκυφτός και δεν τολμά να σηκώσει τα μάτια του στον ουρανό. Αυτός, αντίθετα προς τον Φαρισαίο, δεν κομπάζει για τα κατορθώματά του, αλλά κτυπά συνεχώς το στήθος του και ζητά από τον Θεό να τον συγχωρέσει. Δεν κρίνει κανένα, αλλά κατακρίνει μόνο τον εαυτό του, τον οποίο βλέπει χαμένο χωρίς το έλεος του Θεού. Δεν δικαιολογείται, αλλά βλέπει ότι κάθε δική του πράξη συνδέεται με την αμαρτία και αυτό τον οδηγεί σε συνεχή προσευχή. Έχει συναίσθηση του ποιος είναι. Βλέπουμε στο πρόσωπο του τελώνη να ενσαρκώνεται η ταπείνωση.
     Η παραβολή μας περιγράφει δυο ανθρώπους εντελώς αντίθετους μεταξύ τους και αυτό φαίνεται στον τρόπο που προσεύχονται. Ο ένας γεμάτος εγωισμό, υπερηφάνεια και κατάκριση για τον συνάνθρωπό του. Ο άλλος γεμάτος ταπείνωση, συντριβή από την αμαρτία και χωρίς δικαιολογίες οδηγείται στην αναγνώριση των λαθών του και ζητά το έλεος του Θεού. Ο Ιησούς δεν κατηγορεί το Φαρισαίο, γιατί είναι ενάρετος και εκτελεί τυπικά τα θρησκευτικά του καθήκοντα. Τον κατηγορεί γιατί σε αυτά στηρίζει τη ζωή του και όχι στο Θεό. Δίνει σημασία στον τύπο και όχι στην ουσία. Ότι κάνει το κάνει για να εξυπηρετήσει τον εγωισμό του. Είναι σωστό ο άνθρωπος να ασχολείται και να ντύνεται με τα στολίδια των αρετών, αλλά πάντοτε αυτά πρέπει να συνδέονται με την ταπείνωση που είναι η βασίλισσα των αρετών σύμφωνα με τον ιερό Χρυσόστομο.
   Από την άλλη ο τελώνης δικαιώθηκε όχι γιατί ήταν αμαρτωλός αλλά γιατί είχε συνείδηση του ποιος είναι, είχε συναίσθηση της αμαρτωλότητάς του και για αυτό χωρίς περιττά λόγια ζητά το έλεος του Θεού, γιατί μόνο αυτός μπορεί να τον σώσει και όχι ο εαυτός του. Οι αρετές για να καρποφορήσουν πρέπει να συνοδεύονται από την ταπείνωση, ώστε   να ανυψώσουν τον άνθρωπο κοντά στο Θεό. Η ταπείνωση είναι η μεγαλύτερη αρετή, γιατί χωρίς αυτήν δεν μπορούμε να αποκτήσουμε καμία άλλη αρετή.

Σάββατο, Δεκεμβρίου 17, 2011

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ (Εβρ. ια’ 9 -10, 32-40) Ιερά Μητρόπολις Ταμασού και Ορεινής




«Καί οὗτοι πάντες μαρτυρηθέντες διά τῆς πίστεως οὐκ ἐκομίσαντο τήν ἐπαγγελίαν, τοῦ Θεοῦ περί ἡμῶν  κρεῖττόν τι προβλεψαμένου ἵνα μή

χωρίς ἡμῶν τελειωθῶσι».



          Σήμερα, Κυριακή προ της Χριστού Γεννήσεως, η Εκκλησία μας εορτάζει τη μνήμη όλων εκείνων, οι οποίοι έχουν ευαρεστήσει στο Θεό στην προ του Χριστού χρονική περίοδο, δηλαδή από την εποχή του Αδάμ μέχρι και του Ιωσήφ, του μνήστορος της υπεραγίας Θεοτόκου.

          Είναι αυτή η εορτή και μια απάντηση στο ερώτημα που πολλές φορές προκύπτει και που αναφέρεται στους ανθρώπους, οι οποίοι έζησαν πριν από το Χριστό. Αν δηλαδή οι άνθρωποι αυτοί έτυχαν σωτηρίας.

          Από τον ορισμό της εορτής αυτής, της επιτέλεσης της μνήμης των δικαίων ανθρώπων της προ Χριστού εποχής, η Εκκλησία μας απαντά θετικά και βεβαιώνει ότι, ναι, υπάρχουν άνθρωποι, δικαιωμένοι από τον Θεό και πριν από τον ερχομό του Χριστού. Αυτό, πάντως, μας το βεβαιώνει και με τη σημερινή περικοπή ο Απόστολος Παύλος.

          Ίσως, κάποιος εδώ να υποβάλει το ερώτημα: Ποιοι είναι οι άνθρωποι αυτοί και πώς σώθηκαν σε μια περίοδο, κατά την οποία  το έργο της οικονομίας του Θεού δια του Ιησού Χριστού δεν είχε επιτελεσθεί; Ο Απόστολος Παύλος είναι στο ερώτημα τούτο πολύ σαφής.

          Αν έχομε προσέξει, σχεδόν σε όλο το αποστολικό ανάγνωσμα σήμερα γίνεται μια εκτενής και μάλλον λεπτομερής αναφορά σε μια σειρά γεγονότων πίστεως, με τα οποία οι άνθρωποι τούτοι έμπρακτα αποδείχθηκαν αφοσιωμένοι στο Θεό. Αυτοί, με την πίστη τους στο Θεό, αντιστάθηκαν σε ασεβείς ανθρώπους και άδικους, αρνήθηκαν να δουλωθούν και να υπηρετήσουν την αμαρτία και κράτησαν μέχρι και της θυσίας της ζωής τους ακλόνητη την ομολογία της αγάπης τους προς τον Θεό. Αυτοί προτίμησαν να γίνουν τροφή των θηρίων, να αποβούν παρανάλωμα της φωτιάς, να δεθούν και να μαρτυρήσουν πάνω σε βασανιστικό τύμπανο, να δεχθούν τις φοβερές και οδυνηρές ποινές της μαστίγωσης, να καταδικασθούν σε  επώδυνες φυλακίσεις, να λιθοβοληθούν, να τους κόψουν τα μέλη του σώματός τους με πριόνι. Και άλλοι κατάντησαν περιπλανώμενοι, εξαιτίας των διωγμών τους, μέσα σε όρη, σε σπηλιές και σε τρύπες της γης. Υπέστησαν πολλές και κάθε είδους θλίψεις και ταλαιπωρίες οι άνθρωποι αυτοί.

          Και για να μη θεωρηθεί ότι γίνεται υπερβολικός με αυτά που γράφει ο Απόστολος και παραπλανά, παραπέμπει και σε ονόματά των δικαίων τούτων ανθρώπων. Ολόκληρο σχεδόν το 11ο κεφάλαιο της προς Εβραίους Επιστολής του είναι μια επώνυμη μαρτυρία προσώπων δικαίων, οι οποίοι ξεκινούν από τον Αδάμ, προχωρούν στο δίκαιο Άβελ, καλύπτουν τον Ενώχ, διαλαμβάνουν το Νώε, εξαίρουν τον Αβράαμ, προβάλλουν το Μωϋσή, περιέχουν τους προφήτες και συγκαταλέγουν ακόμη και ονόματα προσώπων από τον εθνικό κόσμο, όπως τη Ραάβ. Με τον τρόπο τούτο, θέλει να διερμηνεύσει και να υπογραμμίσει ο Απόστολος Παύλος, ο οποίος, να σημειώσομε, δεν ομιλεί από μόνος του, αλλά κατ’ έμπνευση του Αγίου Πνεύματος, ότι πολλοί ευαρέστησαν στο Θεό με την όλη ζωή τους και που ανήκουν τόσο στον εβραϊκό, όσο και στον εθνικό κόσμο. Και επειδή όλοι τούτοι είναι αναρίθμητοι, διευκρινίζει ο Απόστολος, γι’ αυτό και «ἐπιλείψει με διηγούμενον ὁ χρόνος», λέγει.  Δηλαδή, «αν αποτολμήσω να τους κατονομάσω, δεν θα με αρκέσει ο χρόνος», σημειώνει. Είναι όλοι, λοιπόν, τούτοι οι δίκαιοι των προ του Χριστού χρόνων ένα «νέφος μαρτύρων», δηλαδή είναι αναρίθμητοι, τονίζει  ο Απόστολος Παύλος.

          Το ερώτημα, όμως, παραμένει: Πώς σώθηκαν οι άνθρωποι αυτοί; Για το θέμα αυτό πάλι μας πληροφορεί η Αγία Γραφή, με το στόμα του Αποστόλου Πέτρου αυτή τη φορά. Ότι δηλαδή ο Χριστός, κατεβαίνοντας ως θριαμβευτής στον Άδη, «καί νεκροῖς εὐηγγελίσθη» (Α’ Πέτρ. δ ’ 6). Που σημαίνει ότι ο Κύριος, κατά το διάστημα της παρουσίας του στον Άδη, κήρυξε στους «ἀπ’ αἰῶνος» εκεί κεκοιμημένους το Ευαγγέλιο της σωτηρίας. Έτσι, όσοι στην επί της γης ζωή τους έζησαν με τρόπο ενάρετο και θεοσεβή, αυτοί και μπόρεσαν να αναγνωρίσουν το Χριστό και να πιστεύσουν σ’ αυτό. Και, έτσι, να δικαιωθούν εν Χριστώ.

          Αυτοί, όμως, όλοι, δηλώνει ο Απόστολος Παύλος, παρά το γεγονός ότι υπήρξαν μάρτυρες της πίστεώς, όταν ζούσαν, τους προς το Θεό, «οὐκ ἐκομίσαντο τήν ἐπαγγελίαν». Δηλαδή, παρόλο που ευαρέστησαν στο Θεό, δεν έτυχαν της εξαιρετικής ευκαιρίας να ζήσουν την εκπλήρωση της οικονομίας του Θεού, η οποία έγινε στο πρόσωπο του Χριστού. Ενώ εμείς τώρα ζούμε την πραγματοποίηση αυτής της ευλογημένης συγκυρίας. Είμαστε μέσα στην Εκκλησία. Ζούμε την εποχή της χάριτος. Ο Θεός μας αξιώνει να απολαμβάνομε τις πλούσιες δωρεές του, ένα πλεονέκτημα, που δεν το είχαν και που το επιθυμούσαν οι προ του Χριστού άνθρωποι!

Ναι, ο Θεός προνόησε για μας τα καλύτερα! Σ’ αυτή  την αγάπη του Θεού, πώς εμείς ανταποκρινόμαστε;

           

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...