Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μοναχός Σεραφείμ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μοναχός Σεραφείμ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα, Ιανουαρίου 27, 2014

Μοναχός Σεραφείμ, Η Μασονία και οι Πατριάρχες (Ε΄)


Η ΜΑΣΟΝΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΣ
 μασονική προώθηση το Οκουμενισμο
το Μοναχο Σεραφείμ
Ὅλα τά παραπάνω στοιχεῖα μασονοποιήσεως τοῦ Χριστιανισμοῦ μαρτυροῦνται μέ γραπτά τεκμήρια, τόσο στή Μασονία, ὅσο καί στά κείμενα τοῦ ΠΣΕ καί τῶν συναφῶν κινήσεων τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί δέν μπορεῖ νά εἶναι ἀσύνδετα καί συμπτωματικά, δεδομένης τῆς ἐκεῖ ἐμπλοκῆς (φιλο)Μασόνων Κληρικῶν καί θεολόγων.
Αὐτά τά θεολογικά μικρόβια, καί ἄλλα παράπλευρα, δέν ὑπῆρχαν στήν καθ΄ ἡμᾶς Ὀρθόδοξη Ἀνατολική Καθολική Ἐκκλησία μέχρι τῆς ἀναμείξεώς μας στόν Οἰκουμενισμό, διά τοῦ ὁποίου, δίκην πνευματικῆς ἐπιδημίας, προσβληθήκαμε καί οἱ Ὀρθόδοξοι ἀπό τούς Προτεστάντες, ἤδη τότε μεμολυσμένους θεολογικῶς ἀπό τή Μασονία ·
κατά τήν ὁμολογία ἀνεξαρτήτων ἐρευνητῶν, ὁ Προτεσταντισμός εἶναι ἀπολύτως συμβατός μέ τήν Μασονία· ὁ σοσιαλιστής Γιόχαν Ζάσσενμπαχ, οὐδέτερος ἀναλυτής τῆς Μασονίας, σημειώνει ὅτι ὁ Προτεσταντισμός, κατά τήν Λατόμια «εἶναι τό μισό τοῦ τεκτονισμοῦ. Θεωρεῖ τό περιεχόμενο τῆς θρησκείας σάν κάτι ἀπ΄ εὐθείας δοσμένο ἀπό τό Θεό κ΄ ἐπιτρέπει στό λογικό νά μεταβάλη τήν ἄψυχη μᾶζα. Ὁ τεκτονισμός πάλι πιστεύει πώς τό λογικό ὄχι μοναχά τίς μορφές μπορεῖ νἀλλάζη, ἀλλά καί τό θρησκευτικό περιεχόμενο»· καί καταλήγει ὁ Ζάσσενμπαχ: «τά σημεῖα πού ἑνώνουν τόν προτεσταντισμό μέ τόν τεκτονισμό εἶναι περισσότερα – μπορεῖ νά πῇ κανείς- ἀπό ἐκεῖνα πού τόν ἑνώνουν μέ τόν καθολικισμό» [34]. Ὅπως θέτουν τό ζήτημα οἱ Αὐστριακοί Τέκτονες Λένχοφ καί Πόζνερ: «Πράγματι αὐτήν τή σχέση [Προτεσταντισμοῦ καί Μασονίας] τήν ἀποδεικνύει ἐπίσης ἡ ἱστορία τῆς Μασονίας. Αὐτή γεννήθηκε σέ χώρα προτεσταντική, καί οἱ περισσότερες Στοές εὑρίσκονται σέ προτεσταντικές χῶρες. Τό προτεσταντικό πνεῦμα μέσα στή Μασονία φανερώνεται ὄχι μόνο στούς προτεσταντικούς, ἀλλά καί σέ ἄλλους λαούς. Συντηρεῖ τόν πολιτιστικό βίο ὅλων τῶν κρατῶν. Ἡ Βίβλος εἶναι ἡ μοναδική πηγή ἐπιγνώσεως τῶν Προτεσταντῶν στίς θρησκευτικές ὑποθέσεις, κεῖται αὐτή ἐπίσης στούς ἐλευθεροτεκτονικούς ναούς [...] Ὁ ἱερομόναχος Χέρμαν Γκροῦμπερ S.J., βλέπει στή Μασονία τήν “ἐσωτερική μορφή” τῆς – κατά τά ἄλλα - ἐξωτερικῆς, γενικώτερης, φιλελευθέρου, μοντέρνας προτεσταντικῆς κινήσεως» [35].
Ἐπιφυλάσσομαι, ἐάν θέλει ὁ Κύριος, νά ἐπεκταθῶ στό μέλλον λεπτομερῶς στά προδηλωθέντα. Εἶναι ὅμως καιρός, νά ἀποκαλυφθεῖ καί ἡ (παν)σιωνιστική ἀνάμειξη στή δημιουργία τοῦ Π.Σ.Ε.


4. Τό Παγκόσμιο Συμβούλιο τῶν Ἐκκλησιῶν (ΠΣΕ) δημιούργημα τῆς Μασονίας καί τῶν Ροκφέλλερ

Ὁ Μέγας Πρωτοπρεσβύτερος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου π. Γεώργιος Τσέτσης σχολιάζοντας τήν ἐγκύκλιο τῆς Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας (2013) τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πειραιῶς κ. Σεραφείμ, περί τῆς προελεύσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἀπό τή Μασονία καί τόν Σιωνισμό, ἀπεφάνθη ὅτι οἱ ἰσχυρισμοί αὐτοί εἶναι «τραβηγμένο ἀπό τά μαλλιά παράδοξο καί ξενίζον μακιαβελικό σχέδιο», σημειώνει δέ καί ὅτι θά ἦταν«πολλαπλῶς χρήσιμο ἄν ἡ Σεβασμιότης του παρέπεμπε στίς πηγές ἀπό τίς ὁποῖες ἀρύσθηκε στοιχεῖα». Τέλος, ὁ Αἰδεσιμολογιώτατος, προτοῦ ἀναλύσει ὅλες τίς ἀγαθοεργίες τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν Ἐκκλησιῶν στήν Ἑλλάδα, ὑπενθυμίζει ὅτι τό Κράτος τοῦ Ἰσραήλ ἔχει ἐπανειλημμένως ἐκφράσει τήν πικρία του γιά τίς δηλώσεις τοῦ Π.Σ.Ε. περί τοῦ παλαιστινιακοῦ ζητήματος[36].
Ἄς μᾶς ἐπιτρέψει ὁ π. Γεώργιος, νά διαπιστώσουμε, ὅτι (δυστυχῶς γιά τήν ἄποψή του) ὑπάρχουν κείμενα πού μαρτυροῦν ἀναφανδόν ὑπέρ τῶν θέσεων τοῦ Σεβασμιωτάτου Πειραιῶς, πέραν τῶν «Πρωτοκόλλων τῶν Σοφῶν τῆς Σιών», περί τοῦ ὅτι (δυστυχῶς γιά τήν Ἐκκλησία) ἡ Οἰκουμενική Κίνηση χειραγωγεῖται ἀπό τήν κρυπτοκρατία τῶν ἐν λόγῳ μηχανισμῶν. Καί εἶναι θαυμαστό, δεδομένης τῆς ἀσφαλείας τόσο τῆς Μασονίας ὅσο καί τῶν Σιωνιστῶν, ὅτι διέρρευσαν ἔστω καί αὐτά πρός ἕνα εὐρύτερο κοινό. Ἡ ἀντίδραση τοῦ Π.Σ.Ε. κατά ἐνεργειῶν τοῦ Κράτους τοῦ Ἰσραήλ δέν κοστίζει καί τίποτε, ἐφ΄ ὅσον ὁ ἀπώτερος μεσσιανισμός τοῦ Ἰσραήλ ἐξυπηρετεῖται κάλλιστα ἀπό τή διαθρησκειακή κίνηση (στενή καί εὐρεῖα), ἐνῷ τό Π.Σ.Ε. δέν ἔχει οὐσιαστική, ὡς γνωστόν, πολιτική, οὔτε βεβαίως ἄλλη δύναμη ἀπειλητική τοῦ Ἰσραήλ. Περί τῆς κρυφῆς σχέσεως τοῦ Παπισμοῦ μέ τή Μασονία ἀρκεῖ πρός τό παρόν νά ὑπενθυμίσουμε τό σκάνδαλο τῆς Στοᾶς PropagandaDue (P2) τό 1982 καί τῆς Banco Ambrosiano, ὡς κορυφή ἑνός ὁλοκλήρου παγόβουνου.

Ποιά εἶναι λοιπόν ἡ σχέση τῶν Ροκφέλλερ μέ τόν Οἰκουμενισμό;

Ἡ σχέση τῆς οἰκογένειας Ροκφέλλερ μέ τόν Οἰκουμενισμό, ὑπῆρξε τόσο ἰδεολογική, μέ σαφῆ στόχευση πρός τήν ἐκκλησιαστική καί θρησκευτική παγκοσμιοποίηση καί ἕνωση, ὡς μέσον διεθνοῦς εἰρήνης, ὅσο καί οἰκονομική, μέ σκοπό τήν ἐπέκταση τῶν καπιταλιστικῶν συμφερόντων τῆς οἰκογενείας Ροκφέλλερ καί τῆς πετρελαϊκῆς τους ἑταιρείας, τῆς Standard Oil, σέ νέες ἀγορές. Ἡ σχέση αὐτή εἶναι ἰδιαιτέρως σημαντική, ἄν ληφθεῖ ὑπ΄ ὄψη ὅτι οἱ Ροκφέλλερ ὑπῆρξαν ἱδρυτές τοῦ Συμβουλίου ἐπί τῶν Ἐξωτερικῶν Σχέσεων τῶν ΗΠΑ (CFRCouncil on Foreign Relations), ἑνός σημαντικώτατου μηχανισμοῦ στήν προώθηση τῆς παγκοσμιοποιήσεως καί τῆς Νέας Τάξεως Πραγμάτων (NWO) [37].
Ἐδῶ δέν θέλω νά ἀναλωθοῦμε στό νά δειχθεῖ ἡ σημασία τοῦ ἔργου τῶν Rockefellerγιά τήν προώθηση παγκοσμίως τῶν (παν)σιωνιστικῶν συμφερόντων. Νομίζω ἀρκεῖ ἡ ἴδια ἡ μαρτυρία τοῦ Δαβίδ Ροκφέλλερ (1915-), υἱοῦ τοῦ Τζόν Ντ. Ροκφέλλερ Τζούνιορ, ὅπως ἔχει καταγραφεῖ στά ἀπομνημονεύματά του, καί ἀποτελεῖ παραδοχή τοῦ ρόλου τῆς οἰκογενείας του: «Γιά περισσότερο ἀπό ἕναν αἰῶνα οἱ ἰδεολογικοί ἐξτρεμιστές σέ ἀμφότερα τά ἄκρα τοῦ πολιτικοῦ φάσματος, ἔχουν ἁρπάξει καλο-δημοσιοποιημένα περιστατικά, ὅπως τῆς συναντήσεώς μου μέ τόν Κάστρο, γιά νά ἐπιτεθοῦν στήν οἰκογένεια Ροκφέλλερ, λόγῳ τῆς ὑπερβολικῆς ἐπιρροῆς πού ἰσχυρίζονται ὅτι ἐξασκοῦμε ἐπί ἀμερικανικῶν πολιτικῶν καί οἰκονομικῶν θεσμῶν. Μερικοί πιστεύουν ἀκόμη καί τό ὅτι εἴμαστε μέρος μιᾶς μυστικῆς μηχανορραφίας, πού ἐργάζεται κατά τῶν βελτίστων συμφερόντων τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν, χαρακτηρίζοντας τήν οἰκογένειά μου καί ἐμένα ὡς διεθνιστές καί ὡς συνωμοτοῦντες, μαζί μέ ἄλλους σέ ὅλο τόν κόσμο, γιά νά οἰκοδομήσουμε μιά πιό ἑνοποιημένη παγκόσμια πολιτική καί οἰκονομική δομή, τόν “ἕνα κόσμο”, ἄν θέλετε. Ἄν αὐτή εἶναι ἡ κατηγορία, δηλώνω ἔνοχος καί εἶμαι ὑπερήφανος γι΄ αὐτήν» [38].

Ἄνθρωπος-κλειδί στή σχέση τῶν Ροκφέλλερ μέ τήν Οἰκουμενική Κίνηση ὑπῆρξε ὁΤζόν Μόττ (John Mott, 1865-1955), ἕνας ἀπό τούς δημιουργούς τοῦ συγχρόνου Οἰκουμενισμοῦ καί, οὐσιαστικῶς καί τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν Ἐκκλησιῶν, ἀλλά καί συνεργάτης τῶν Ροκφέλλερ· ὁ Μόττ ὑπῆρξε πρόεδρος (1915-1920) τῆς «Ἐκτελεστικῆς Ἐπιτροπῆς τῆς Φοιτητικῆς Ἐθελοντικῆς Κινήσεως γιά τήν Ἐξωτερική Ἱεραποστολή»,γενικός γραμματεύς τῆς Διεθνοῦς Ἐπιτροπῆς τῆς ΧΑΝ (YMCA), γενικός γραμματεύς καί πρόεδρος (1895-1928) τῆς «World Student Christian Federation», πρόεδρος τοῦ«Παγκοσμίου Ἱεραποστολικοῦ Συνεδρίου τοῦ Ἐδιμβούργου» (1910) καί τῆς Ἐπιτροπῆς γιά τίς Ἱεραποστολές, ἡ ὁποία μετά τό 1920 ὀνομάστηκε «Διεθνές Ἱεραποστολικόν Συνέδριον»· τό 1946 βραβεύθηκε μέ τό Νόμπελ Εἰρήνης[39] καί τό 1948 ἀνακηρύχθηκε ἐπίτιμος πρόεδρος τοῦ ΠΣΕ.  Ἄλλωστε, τόσο τό Συνέδριο τοῦ Ἐδιμβούργου τοῦ 1910 ὅσο καί τό ὡς ἄνω τοῦ 1920 θεωροῦνται σημαντικοί σταθμοί τῆς πρώιμης οἰκουμενικῆς κινήσεως[40].
 Οἱ ἰσχυρισμοί γιά τή μασονική ἰδιότητα τοῦ Μόττ φαίνονται πλήρως δικαιωμένοι, καθώς ὁ Μόττ ἐκ νεότητος ὑπῆρξε μέλος τῆς πανεπιστημιακῆς ἀδελφότητος Φί Βῆτα Κάππα (ΦΒΚ, Phi Beta Kappa) [41]. Ἡ ἀδελφότητα αὐτή, ἡ πρώτη ἱστορικῶς ἀπό τίς λεγόμενες «ἑταιρεῖες τιμῆς» (honor societies) τῶν ἀμερικανικῶν Πανεπιστημίων, λέγεται ὅτι ἱδρύθηκε ἀπό πρόσωπα πού ἐκ τῶν ὑστέρων ἐντάχθηκαν στή Μασονία[42]. Ὅμως, ἡ κατ’ ἐξοχήν ἐπιβεβαίωση τοῦ μασονικοῦ χαρακτήρα τῆς ΦΒΚ ἔρχεται ἀπό τόν Τέκτονα Samuel Knapp, ὁ ὁποῖος στό βιβλίο του «Ἡ Μεγαλοφυΐα τῆς Μασονίας ἤτοι Μία Ὑπεράσπιση τοῦ Τάγματος» ἐπιβεβαιώνει ἤδη τό 1828 τήν προέλευση τῆς ΦΒΚ ἀπό τούς Γερμανούς Μασόνους Ἰλλουμινάτι (τούς «Πεφωτισμένους») [43]. Ἡ οἰκουμενιστική καί παγκοσμιοποιητική δραστηριότητα τοῦ Μόττ σαφῶς συνεισφέρει στήν ἐπιβεβαίωση τῶν λεγομένων.
Τό 1982, ὁ Ἀμερικανός Καθηγητής τῆς Ἱστορίας Charles EHarvey τοῦ Πανεπιστημίου Californian State University (Chico-California) σέ ἄρθρο του, μέ τίτλο «ὉJohn DRockefeller Jr. καί ἡ Παγκόσμια Διεκκλησιαστική Κίνηση τοῦ 1919-1920: Μιά διαφορετική ὀπτική πάνω στήν Οἰκουμενική Κίνηση» [44], ὅχι μόνον ἐκθέτει πλήρως τήν εἰκόνα τῆς χρηματοδοτήσεως τῆς οἰκουμενικῆς κινήσεως ἀπό τούς πατέρα καί υἱό (Senior καί Junior) Τζόν Ροκφέλλερ καί τήν ἐμπλοκή τοῦ Μόττ, ἀλλά καί ἀποκαλύπτει ὅτι ἔγινε προσπάθεια συγκαλύψεως τοῦ ρόλου τοῦ Rockefeller τοῦ Νεώτερου ἀπό τόν δικηγόρο καί σύμβουλό του, τόν Raymond Fosdick· αὐτός ὑπῆρξε ἀδελφός τοῦ Χάρρυ Ἔμερσον Φόσντικ (1878-1969), ἑνός ἀπό τούς πλέον διακεκριμένους «φιλελεύθερους» (liberal) Πάστορες καί Ἀμερικανούς οἰκουμενιστές. Ἡ ἔρευνα τοῦ Καθηγητοῦ Harveyβασίστηκε στά ἐμπιστευτικά ἀρχεῖα τῶν Ροκφέλλερ.
Ἀργότερα (1995) τό βιβλίο «Γενηθήτω τό Θέλημά Σου : Ἡ κατάκτηση τοῦ Ἀμαζονίου· ὁ Νέλσων Ροκφέλλερ καί ὁ Εὐαγγελισμός στήν Ἐποχή τοῦ Πετρελαίου»[45] τῶν δημοσιογράφων Gerard Colby καί Charlotte Dennett μᾶς προσφέρει καί ἄλλα στοιχεῖα, ἀναλύοντας τό σκεπτικό βάσει τοῦ ὁποίου ὁ Μόττ ἐνέπλεξε τούς Ροκφέλλερ στή χρηματοδότηση τῶν προτεσταντικῶν ἐξωτερικῶν ἱεραποστολῶν.
Ἐν πρώτοις ὁ Καθηγητής τῆς Ἱστορίας Harvey μᾶς παραθέτει μιά σειρά πολύ σημαντικῶν πληροφοριῶν γιά τήν ἔνθερμη ἀνάμειξη τοῦ Τζόν Ντ. Ροκφέλλερ τοῦ Νεώτερου (1874-1960) στήν προσπάθεια ἑνοποιήσεως τῶν προτεσταντικῶν ὁμολογιῶν τῆς Ἀμερικῆς (ΗΠΑ), ἀλλά καί στό ΠΣΕ. Μολονότι δέν μποροῦμε νά τίς παρουσιάσουμε ἐν ἐκτάσει, σημειώνουμε ὅτι στίς πληροφορίες αὐτές ἀναδεικνύεται ἡ ἔμφαση πού ἔδινε ὁ Ροκφέλλερ στόν κοινωνικό χαρακτῆρα τοῦ Χριστιανισμοῦ καί στήν καπιταλιστική χρηστικότητα τῆς ἑνοποιήσεως τῶν προτεσταντικῶν «ἐκκλησιῶν» καί ἱεραποστολῶν, ὅπως καί τό ὅλο ἐνδιαφέρον του γιά τόν θρησκευτικό συγκρητισμό μέ παγκόσμια προοπτική, ἀρχίζοντας ἀπό τήν ἕνωση τῶν χριστιανῶν καί τῶν ἱεραποστολῶν τους.

____________________
[34]  ΓΙΟΧΑΝ ΣΑΣΕΝΜΠΑΧ, Ἡ Μασωνία· ἡ ἱστορία της, ἡ δράση της, ὁ ἐσωτερικός ὀργανισμός της, διασκευή Ν. Γιαννιού, Ἔρευνα 73, ἐκδ. ἈΚασιγόνησελ. 43.
[35]  E. LENNHOF- O. POSNER, Internationales Freimaurer-Lexikon, Amalthea Verlag, Wien-München 1975[2]στ.1257.1258· «Diesen Zusammenhang weist allerdings auch die Geschichte der Freimaurerei nach. In einem protestantischen Lande wurde sie geboren, und die meisten Logen finden sich in protestantischen Ländern. Protestantischer Geist zeigt sich in der Freimaurerei nicht nur bei protestantischen, sondern auch bei anderen Völkern. Er durchbringt das Kulturleben aller Staaten. Die Bibel ist die einzige Erkenntnisquelle der Protestanten in religiösen Dingen, sie liegt auch auf den freimaurerischen Tempeln [...] Pater Hermann Gruber S.J. sieht in der Freimaurerei die ,,esoterische Form” der im übrigen exoterischen, allgemeinen, liberalen, modern-protestantischen Bewegung». Τό πῶς ἑρμηνεύει «ἐσωτερικῶς» ἡ Μασονία τήν Ἁγία Γραφή, εἶναι ἄλλο θέμα.
[36]  Μ. ΠΡΩΤΟΠΡ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΤΣΕΤΣΗΣ, «Η άγνωστη στην Ελλάδα πλευρά της Οικουμενικής κίνησης», Amen.gr (28 Μαρτίου 2013 ), http://www.amen.gr/article13074
[37]  «Council on Foreign Relations», Wikipedia,http://en.wikipedia.org/wiki/Council_on_Foreign_Relations · «The CFR is considered to be the nation's "most influential foreign-policy think tank". Its membership has included senior politicians, more than a dozen Secretaries of State, CIA directors, bankers, lawyers, professors, and senior media figures [...] In the late 1930s, the Ford Foundation and Rockefeller Foundation began contributing large amounts of money to the Council[...] Beginning in 1939 and lasting for five years, the Council achieved much greater prominence within the government and the State Department when it established the strictly confidential War and Peace Studies, funded entirely by the Rockefeller Foundation».
[38]   D. ROCKEFELLER, Memoirs, 2002, σελ. 405: «For more than a century ideological extremists at either end of the political spectrum have seized upon well-publicized incidents such as my encounter with Castro to attack the Rockefeller family for the inordinate influence they claim we wield over American political and economic institutions. Some even believe we are part of a secret cabal working against the best interests of the United States, characterizing my family and me as internationalists and of conspiring with others around the world to build a more integrated global political and economic stucture; one world, if you will. If that’s the charge, I stand guilty, and I am proud of it».
[39] ΝΜΠΟΥΓΑΤΣΟΣ«Μόττ Ἰωάννης», ΘΗΕ 9 (1966) στ. 98.
[40]  Β. ΣΤΑΥΡΙΔΗΣ, Ἱστορία τῆς Οἰκουμενικῆς Κινήσεως, Ἀθῆναι 1964, σελ. 31-36.
[41]  «John R. Mott - Biographical», Nobelprize.org,
 http://www.nobelprize.org/nobel_prizes/peace/laureates/1946/mott-bio.html
[42]  «Phi Beta Kappa Society», Wikipedia,http://en.wikipedia.org/wiki/Phi_beta_kappa . Τό ἄρθρο τῆς Wikipedia παραπέμπει στόW.T. HASTINGS, Phi Beta Kappa as a Secret Society with its Relations to Freemasonry and Antimasonry. Some Supplementary DocumentsRichmondVirginia: United Chapters of Phi Beta Kappa 1965, σελ. 5.
[43]  S. KNAPP, The Genius of Freemasonry or A Defense of the Order, Granston &Marshall Printers, 1828, σελ. 90.91: «The Illuminati also, were first known in Germany -  this is a beautiful name given to scholars and philanthropists [...] A branch of the Illuminati is now found in this country under the name of the Phi Beta Kappa. This society exists only as connected with seminaries of learning in the United States».
[44]  CH. HΑRVEY, «John D. Rockefeller, Jr., and the Interchurch World Movement of 1919-1920: A Different Angle on the Ecumenical Movement», Churh History, τόμ. 51,ἀρ. 2 (Ἰούνιος 1982) 198-209.
[45]  G. COLBY & CH. DENNETT, Thy Will be Done: The Conquest of the Amazon: Nelson Rockefeller and Evangelism in the Age of Oil,  Harper Collins, 1995. Βάσει τῆς ἱστοσελίδος Seek God http://www.seekgod.ca/mott.htm

 Ορθόδοξος Τύπος, 24/1/2014



Δείτε και Μοναχός Σεραφείμ, Η Μασονία και οι Πατριάρχες
(Μέρος Α΄Μέρος Β΄,Μέρος Γ΄,Μέρος Δ  )
Πηγή

Παρασκευή, Ιανουαρίου 17, 2014

Μοναχός Σεραφείμ, Η Μασονία και οι Πατριάρχες (Δ΄)

Η ΜΑΣΟΝΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΣ
 μασονική προώθηση το Οκουμενισμο
το Μοναχο Σεραφείμ
Τελικῶς, μετά ἀπό ἐκτενῆ μελέτη, δέν μπορεῖ κανείς παρά νά διαπιστώσει, παραλλάσσοντας ἕνα παλαιό πολιτικό σύνθημα, ὅτι «ὅλοι μέν οἱ Οἰκουμενιστές δέν εἶναι Μασόνοι, ἀλλά ὅλοι οἱ Μασόνοι εἶναι Οἰκουμενιστές», πρᾶγμα πού ἀποδεικνύεται ἀπό τούς  θεμελιακούς σκοπούς τῆς Μασονίας. Καθώς γράφει ὁ Μασόνος ἱστορικός J.SWard, ἱδρυτής καί γενικός γραμματεύς τῆς Masonic Study Society«Στή νέα ἐποχή ἡ ὁποῖα διέρχεται διά μέσου τῶν μακρῶν ὠδίνων τῆς γεννήσεώς της, ἡ Μασονία θά ὑπάρχει, ὅπως καί ἀπό παλιά, γιά νά θέτει τά πλατειά θεμέλια ἐπί τῶν ὁποίων ἡ νέα θρησκεία θά κτισθεῖ. Πλάνες καί ψευδῆ δόγματα θά παρέλθουν, καί μεταξύ αὐτῶν ἴσως καί μερικά τά ὁποῖα φαίνονται στούς πτωχούς τυφλωμένους ὀφθαλμούς μας ὡς τά περισσότερο οὐσιώδη· 
ἀλλ’ ἡ Πραγματική Ἀλήθεια θά παραμένει πάντοτε, διότι ἡ ἀλήθεια εἶναι αἰώνια, καί οἱ βάσεις τῆς ἀληθείας ὑπάρχουν στό Τάγμα μας. Ἀπό αὐτές θά προέλθει μιά νέα καί καλύτερη διαθήκη γιά μιά ἀκόμη φορά, καί ἡ Μασονία θά παραμένει ἀκόμη γιά νά εἶναι ἡ κιβωτός τῆς καταφυγῆς, ὅταν γιά μιά ἀκόμη φορά τά ὕδατα τῆς καταστροφῆς θά ἀπειλοῦν τήν γῆν ἐπί μακρόν στό ἑξῆς» [30].
Ἡ μασονική αὐτή μεσσιανική προσδοκία πού συμπίπτει ἀπολύτως μέ αὐτήν τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ, δηλαδή μιᾶς ἐπιγείου «νέας διαθήκης», ἡ ὁποία αὐτονοήτως προϋποθέτεικατάργηση οὐσιωδῶν δογμάτων, ποῦ ἀλλοῦ εὑρίσκει τήν εὐρεῖα ἐκπλήρωσή της παρά στόν σύγχρονο Οἰκουμενισμό, ὁ ὁποῖος βαθμιαίως λαμβάνει προσανατολισμό διαθρησκειακό;
Προφανῶς, οἱ παραπάνω Κληρικοί καί θεολόγοι δέν ὑπῆρξαν οἱ μόνοι μασονικοί κοχλίες, ὥστε νά καμφθεῖ ἐσωτερικῶς ἡ ὀρθόδοξος αὐτοσυνειδησία περί τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ὡς τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς. Εἶναι μόνον αὐτοί πού μᾶς ἐπιτρέπει κυρίως ἡ μασονική βιβλιογραφία νά ἐντοπίσουμε. Καί τό γεγονός ὅτι ἡ μασονική βιβλιογραφία δέν φοβεῖται πιά νά ἀποκαλύψει τούς Μασόνους ἐκείνους οἰκουμενιστές οἱ ὁποῖοι συνετέλεσαν στήν ἀπαλοιφή δογμάτων καί θρησκευτικῶν διαφορῶν, πρέπει νά μᾶς κάνει νά ἀνησυχοῦμε.
Συνεπῶς εἶναι ἀξιοσημείωτες, καί διόλου ἀνερμήνευτες ὑπό αὐτή τήν προοπτική, οἱ κοινές θεολογικές καί λοιπές συντεταγμένες τῆς Μασονίας καί τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Ὁ «φαινότυπος» πολλῶν οἰκουμενιστικῶν διδαγμάτων, ἔχει τόν ἀντίστοιχο «γονότυπο» στίς διδασκαλίες τῆς Μασονίας στά ἑξῆς θέματα, χωρίς νά ἐπιμηκύνω πρός τό παρόν μέ τήν παράθεση μακρᾶς βιβλιογραφίας: (α) στήν ὑποτίμηση τῆς Τριαδολογίας, ἡ ὁποία στά κείμενα τοῦ Π.Σ.Ε. ξεκίνησε μέ τήν παντελῆ ἀπουσία μνείας στήν Ἁγία Τριάδα τό 1948[31], καί συνεχίζεται, παρά τή βελτίωση τοῦ 1961 στό Νέο Δελχί, (β) στήν ἐλαχιστοποίηση καίἀποσιώπηση τῶν δογμάτων, συκοφαντουμένων καί ὑποτιμωμένων, χάριν τῆς δημιουργίας μιᾶς «εἰρηνικῆς ἑνωμένης ὑπερεκκλησίας», (γ) στήν κοντόφθαλμη προοπτική τῆς ἐπιγείου εὐφρόσυνης βασιλείας καί ὄχι τῆς οὐρανίου καί ἀκτίστου, παρά τήν ἀποστολική προειδοποίηση «μή ἀγαπᾶτε τόν κόσμον μηδέ τά ἐν τῷ κόσμῳ», (δ) στή μομφή συλλήβδην κατά τοῦ χριστιανικοῦ παρελθόντος ὡς προξένου κακῶν στήν ἀνθρωπότητα (παλαιά ἐποχή – παλαιό καθεστώς), (ε) στήν πλαστή διάκριση μεταξύ ὁρατῶν καί διεφθαρμένων ἐκκλησιῶν ἀφ’ ἑνός καί τοῦ «ἀδιάφθορου» καί «περιεκτικοῦ» ἐσωτερικοῦ Χριστιανισμοῦ (ἤ τῆς «ἀοράτου Ἐκκλησίας» τοῦ Π.Σ.Ε.) ἀφ’ ἑτέρου, δηλαδή τή παν-μασονική διάκριση (καλοῦ) Χριστιανισμοῦ καί (κακῆς) Ἐκκλησίας, (στ) στήν προβολή τοῦ φεμινισμοῦ καί τῆς ἱερωσύνης τῶν γυναικῶν, βασικοῦ στοιχείου τοῦ μασονικοῦ γνωστικισμοῦ τῆς Καββαλά ὑπό τή μορφή τῆς ἱέρειας καί τῆς «ἱερῆς θηλυκότητος», (ζ) στό ὑπερβολικό οἰκολογικό ἐνδιαφέρον, μέ ἱεροποίηση τῆς κτίσεως,  (η) στή δικαίωση τῆς ὁμοφυλοφιλίας, ἰδιαιτέρως μετά τίς θέσεις του ΠΣΕ στό Πουσάν· δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι στή μασονική βιβλιογραφία, ἐκτός ἀπό τίς πάμπολλες ἀναφορές στόν δῆθεν ἀνθρώπινο ἀρχέγονο «ἑρμαφροδιτισμό», γίνεται λόγος καί γιά τό «οὐδέτερο φύλο», μάλιστα ἤδη στό ἔτος 1919[32]· (θ) στή θεολογική ἀθώωση τοῦ ραββινικοῦ-ταλμουδικοῦ Ἰουδαϊσμοῦ, ὡς δῆθεν παράλληλου, δευτέρου δρόμου πρός Θεόν διά τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἐξ οὗ καί καταργήθηκε καί ἀπαγορεύθηκε ἤδη στόν Παπισμό καί τόν Προτεσταντισμό ἡ ἄποψη περί τῆς ἀντικαταστάσεως τοῦ «παλαιοῦ» ἀπό τόν «Νέο Ἰσραήλ» (βλ. καί τό φαινόμενο τοῦ Christian Zionism). Τέλος, (ι) στήν ἀπαγόρευση πρός τίς «ἐκκλησίες» τοῦ ΠΣΕ τοῦ μεταξύ τους προσηλυτισμοῦ·«συμπτωματικῶς» καί στίς θεμελιώδεις μασονικές ἀρχές δηλώνεται ὅτι ὁ Ἐλευθεροτεκτονισμός «ἀποκρούει, ὡς ἀντιτεκτονικόν, πάντα προσηλυτισμόν» [33].
___________________
[30] J.S.M. WARD, Freemasonry and the Ancient Gods, Simpkins, Marshall, Hamilton, Kent & Co, London 1921, σελ. 348· «In the new age which is passing through the long-drawn travail of its birth, Freemasonry will be there, as of old, to lay the broad foundations on which the new religion will be built. Errors and false dogmas will pass away, and among them perhaps some which appear to our poor blinded eyes the most essential, but the Real Truth will always remain – for truth is eternal – and the bases of truth are within our Order. Out of them shall rise a new and better covenant once more, and still will Freemasonry remain to be as the Ark of the Refuge when once more the waters of destruction threaten the earth long ages hence». Βλκαί Π.ΝΤΡΕΜΠΕΛΑΣ,ΜασσωνισμόςἐκδἈδελφότητος Θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», Ἀθῆναι 1986[5]σελ. 114.
[31]  ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΜΟΥ ΕΙΡΗΝΑΙΟΣἜκθεσις περί τῆς ἐν ἌμστερνταμΓενικῆς Συνελεύσεως τοῦ Οἰκουμενικοῦ Συμβουλίου τῶν ἘΚκλησιῶνἈθῆναι 1950, σελ. 19· «Ἐγκατελείφθη δέ τό δόγμα τῆς Ἁγίας Τριάδος ὡς βάσις τῆς συστάσεως τοῦ Συμβουλίου διότι ὑπῆρχον παραφυάδες προτεσταντικαί πού δέν ἀναπαύονται εἰς αυτόἘν τούτοις εἶχε κριθῆ σκόπιμον νά λάβουν μέρος καί αὐταί εἰς τήν οἰκουμενικήν χριστιανικήν κίνησιν. Μόνον κατά τήν τελευταίαν συνεδρίαν τῆς Συνελεύσεως, κατ΄ εἰσήγησιν τοῦ ἁγίου Θυατείρων, περιελήφθη εἰς τήν θεολογικήν βάσιν τοῦ Συμβουλίου καί τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ Πατρός».
[32]  G.W. PLUMMER, «The Human Temple», Masonic Notes, τόμ. 10, ἀριθμ. 4 (Φεβρουάριος 1919), σελ. 52· «Esoterically and physiologically, the  sexual glands in both men and women are modifications of a third individuality termed by some, the neuter or assexus. This is that aspect of Deity, the enshrined God which has been with each mortal unit sice its initial dip into Matter, the hermaphrodite Divinity by virtue of whose power the Human Temple, male or female, becomes a source of creative power, able, even as the Gods, to create, devise, originate and bring forth». Στίς παραπάνω ἀνοησίες γνωστικιστικοῦ χαρακτῆρος εὑρίσκεται ἡ ἐξήγηση τῆς ἐπιμονῆς μέ τήν ὁποία ἡ γενετήσιος ἀνωμαλία τῆς ὁμοφυλοφιλίας προωθεῖται ἀπό τήν Νέα Τάξη Πραγμάτων· θεωρεῖται λοιπόν,ἀπό τούς Μασόνους καί Θεοσοφιστέςπαράγωγο τῆς αὐτο-γονιμοποιητικῆς,ἑρμαφροδίτως ἀναπαραγωγικῆςἀνθρωπο-θεϊκῆς δυνάμεως.

[33]  Σύνταγμα τῆς Μεγάλης Στοᾶς τῆς Ἑλλάδος τοῦ Ἀρχαίου καί ἈποδεδεγμένουΣκωτικοῦ ΤύπουΚεφάλαιον Α΄Ἄρθρον 1, Θεμελιώδεις Ἀρχαί ΙΧἐν Β.ΛΑΜΠΡΟΠΟΥΛΟΣΝτοκουμέντα τῆς Ἑλληνικῆς ΜασονίαςἈθήνα 1977, σελ. 110.
Ορθόδοξος Τύπος, 17/1/2014
Δείτε και Μοναχός Σεραφείμ, Η Μασονία και οι Πατριάρχες (Μέρος Α΄Μέρος Β΄,Μέρος Γ΄)

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 27, 2013

Η ΜΑΣΟΝΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΣ Ἡ μασονική προώθηση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ τοῦ Μοναχοῦ Σεραφείμ (β΄)

ΑΠΟ ΤΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΣΤΟΑΣ P-2 ΟΠΩΣ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗΚΕ ΣΤΟΝ ΙΤΑΛΙΚΟ ΤΥΠΟ
ΑΠΟ ΤΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΣΤΟΑΣ P-2
Το Α μέρος ΕΔΩ
Η ΜΑΣΟΝΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΣ
Ἡ μασονική προώθηση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ
τοῦ Μοναχοῦ Σεραφείμ
3. Παραλληλία Μασονίας καί Οἰκουμενισμοῦ
Ἡ σύγκριση τῆς ζωῆς καί δράσεως τῶν φερομένων ὡς Μασόνων Κληρικῶν μέ τήν πρόοδο τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, παρουσιάζει ἀξιοσημείωτες παραλληλίες καί ἐν πάσῃ περιπτώσει, χρήζει ἰδιαιτέρας προσοχῆς ἐκ μέρους ὅσων μάχονται κατά τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Οἱ παραλληλίες αὐτές φανερώνουν ὅτι ὁ Οἰκουμενισμός δέν ἀποτελεῖ προσωρινό θεολογικό πειραματισμό συγκεκριμένων ἐκκλησιαστικῶν δικαιοδοσιῶν, οὔτε ἐρωτοτροπία γεωπολιτικῶν προεκτάσεων συγκεκριμένων προσώπων (πού δῆθεν θά ἐκλείψει, ὅταν οἱ κεφαλές τῶν Οἰκουμενιστῶν ἀπέλθουν ἐνώπιον τοῦ Κριτοῦ)· δεικνύουν ἀντιθέτως ὅτι ὑπάρχει ἐπιμελἠς σχεδιασμός τῶν Στοῶν, γιά τή σύγκραση ὁμολογιῶν καί θρησκειῶν· ὅπως διεπίστωνε τό 2007 τεκτονικό περιοδικό τῆς Νέας Ζηλανδίας, ἐπαναλαμβάνοντας παλαιότατα διδάγματα τῶν Στοῶν:
 «Ὁ Ἐλευθεροτεκτονισμός στά 1700 ἔκανε ἕνα θαυμαστό πρᾶγμα. Ἐπέτρεψε σέ ὅλες τίς χριστιανικές ὁμολογίες νά ἐργασθοῦν μαζί καί, μετά τήν ἀποχριστιανοποίηση τῶν τελετῶν, ἐπέτρεψε σταθερή ἀνάπτυξη πρός τήν σημερινή κατάσταση, ὅπου ἄνδρες ὅλων τῶν πίστεων μπορουν νά καθήσουν καί νά ἐργασθοῦν μαζί – καί πόσο τό χρειάζεται τώρα αυτό ἡ κοινωνία! Δέν χρειαζόμαστε πλέον φουνταμενταλιστές ὁποιασδήποτε πίστεως νά μᾶς λένε ὅτι τό πιστεύω τους εἶναι ἡ μόνη ἀληθής ἄποψη· ὅτι ἡ ὁδός τους εἶναι ἡ μοναδική ὁδός καί τά συναφῆ» [22]. Παρακάτω, ἀνατρέποντας τούς σχετικούς πρόχειρους καί ἀβάσιμους ἰσχυρισμούς τοῦ Πρωτοπρεσβυτέρου π. Γεωργίου Τσέτση κατά τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πειραιῶς, ἀποδεικνύουμε ὅτι ὁ Οἰκουμενισμός, τόσο στίς προτεσταντικές του ἀπαρχές, ὅσο καί ἀργότερα, χρηματοδοτήθηκε ἀπό τούς γνωστούς μεγιστάνες τοῦ ἀμερικανικοῦ ἰμπεριαλισμοῦ καί τῆς παγκοσμιοποιήσεως Ροκφέλλερ. 
Κάποιες «τυχαῖες» παραλληλίες, πού ἐπαναλαμβανόμενες παύουν νά εἶναι συμπτώσεις, ἀπολήγουν στό ἑξῆς: ὅσα ἐκκλησιαστικά πρόσωπα εἴτε συγκεντρώνουν ἔντυπες μασονικές «περγαμηνές» καί ἐπαίνους(Πατριάρχες ΚΠόλεως Ἰωακείμ ὁ Γ΄, Μελέτιος Μεταξάκης καί Ἀθηναγόρας,  ὁ Καθηγητής τῆς Θεολογίας Νικόλαος Λούβαρις), εἴτε ἔχουν ἐκφρασθεῖ γραπτῶς μέ τάσεις ἀθωωτικές τῆς Μασονίας ἤ εἶχαν ἀλληλογραφία καί οἰκονομικές δοσοληψίες μέ αὐτήν (Παρθένιος Ἀλεξανδρείας, Ἀθηναγόρας Κοκκινάκης [Θυατείρων], Ἰάκωβος Ἀμερικῆς, Σάββας Ἀγουρίδης), ὅλα αὐτά τά πρόσωπα ἔχουν ἀποδειχθεῖ συνειδητοί Οἰκουμενιστές, οἱ ὁποῖοι ἔθεσαν τό δικό τους  λιθαράκι (τοὐλάχιστον) στήν ἀποσιώπηση καί τόν παραμερισμό τῶν ἱερῶν Δογμάτων, τήν «ὑπέρβαση» τῶν ἱερῶν Κανόνων, τήν κατάργηση τῆς εἰσδοχῆς τῶν ἑτεροδόξων στήν Ἐκκλησία μέ Βάπτισμα ἤ καί συνολικῶς, καί τήν ἀλλαγή τῆς αὐστηρῆς ἐκκλησιολογικῆς γραμμῆς στόν διάλογο μέ τούς ἑτεροδόξους. Ἄλλωστε, πολύ νωρίτερα ἕνα ἀπό τά «καυχήματα» τῆς Μασονίας (κατά τόν Μ. Φυσεντζίδη[23]), ὑπῆρξε ὁ ἐπιφανέστερος Ἕλληνας αἱρετικός τῶν τελευταίων αἰώνων, ὁ Θεόφιλος Καΐρης (1784-1853), τοῦ ὁποίου τό μέν θρησκευτικό σύστημα, ἡ «Θεοσέβεια», ἀποτελεῖ ἀκριβές ἀντίγραφο τῆς μασονικῆς δεϊστικῆς θεολογίας (ἑτοιμάζεται μικρή σχετική μελέτη), ἡ δέ διδασκαλία του ἀντικατέστησε τή θεολογία καί ὀρθόδοξη Κατήχηση μέ τή θρησκειολογία· ὁ Καΐρης «εἰς τήν διδασκαλίαν τῆς θρησκειολογίας ἀνέπτυσσε τὰς βάσεις ὅλων ἀνεξαιρέτως τῶν θρησκειῶν, χωρίς νὰ ἐκφέρῃ κρίσεις ἐπ’ αὐτῶν» [24]. Ὁ Καΐρης, ἀνέπτυξε μιά δική του ἀνεξάρτητη ἐκκλησιαστική σχολή, μιά «Ἀκαδημία τοῦ Βόλου» τῆς ἐποχῆς του, δηλαδή τό Ὀρφανοτροφεῖο τῆς Ἄνδρου (1836), πού λειτούργησε ὡς σχολεῖο μασονικής παιδείας γιά τόν «θεοσεβικό», θρησκειολογικό καί ἐν γένει μασονικό καταρτισμό τῶν ρωμηόπουλων.
Υποσημειώσεις
[22] «Time to “Get On With It”» (στήλη Royal Arch Mason) ἐν New Zealand Freemason, τόμ. 38, τεῦχος 4 (2007) 34: «Freemasonry in the 1700s did an amazing thing. It allowed all Christian denominations to work together and after the de-christianisation of the ceremonies, allowed steady development to the situation today where men of all faiths may sit and work together – and doesn’t society need that now! We don’t need any more fundamentalists of any faith telling us that their belief is the only true point of view; that their way is the only way and so on».
[23] Ἔνθ’ ἀνωτ., τόμ.Β΄,σελ.78/84.  Βλ. καί τό σχετικό ἐπαινετικό λῆμμα ἐν Β. ΛΑΜΠΡΟΠΟΥΛΟΣ, ἔνθ’ἀνωτ., τόμ. Β΄, σελ. 182.
[24]  «Καΐρης Θεόφιλος Ν.»,  Νεώτερον Ἐγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν,  τόμ. 10, ἐκδ. τῆς Ἐγκυκλοπαιδικῆς Ἐπιθεωρήσεως «Ἥλιος», σελ. 48.
Εφημερίδα “Ορθόδοξος Τύπος”
27 Δεκεμβρίου 2013

Παρασκευή, Μαρτίου 30, 2012

Μοναχός Σεραφείμ, Ο Οικουμενισμός


πηγή

Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ
του Μοναχοῦ Σεραφεὶμ
Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, ἐπειδὴ εἶναι τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, χαρακτηρίζεται ἀπὸ διαχρονικὴ καὶ παγκόσμια ἑνότητα δογματικῆς Πίστεως. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι «χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτός [ὁ ἴδιος], καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας»[1], ἀναλλοίωτος, καὶ ἑνώνει ἐν Ἑαυτῷ τὴν ἀνθρωπότητα, «ἐν ἑνὶ σώματι, εἰς ἕνα καινὸν ἄνθρωπον ποιῶν εἰρήνην»[2], καθ’ ὅσον αὐτὴ ἐνσωματώνεται στὴν Ἐκκλησία. Ἔτσι στὴν Ἐκκλησία ἰσχύει πάντοτε ταυτότητα (ὁμοιομορφία) στὴν Πίστη καὶ τὴ βαπτισματικὴ ἔνταξη σ’ αὐτήν: «εἶς Κύριος, μία πίστις, ἓν βάπτισμα»[3]...


Τὸ ἐκκλησιολογικὸ αὐτὸ δόγμα τῆς Ἐκκλησίας, σταθερῶς καὶ διαχρονικῶς διακηρυσσόμενο, πλήττεται στὴ θεωρία καὶ τὴν πράξη ἀπὸ τὴν παρέκκλιση καὶ καινοτομία τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὁ ὁποῖος στὸ βαθμὸ ποὺ προωθεῖται συνειδητῶς καὶ ἐπιμόνως, ἀποτελεῖ ἐκκλησιολογικὴ καὶ σωτηριολογικὴ αἵρεση.

Ὁ Οἰκουμενισμὸς εἶναι ἡ διδασκαλία καὶ δραστηριότητα γιὰ τὴν - κακῶ τῷ τρόπῳ - συγκολλητικὴ καὶ πλασματικὴ ἐξωτερικὴ ἕνωση τῶν Ὀρθοδόξων καὶ λοιπῶν «χριστιανῶν», ρωμαιοκαθολικῶν (παπικῶν), προτεσταντῶν καὶ μονοφυσιτῶν-μονοθελητῶν· ἀναπτύχθηκε στὸ πλαίσιο τῆς «οἰκουμενικῆς κινήσεως» καί, σὲ μεγάλο μέρος του, περὶ τὸ «Παγκόσμιο Συμβούλιο τῶν Ἐκκλησιῶν» (Π.Σ.Ε.) καὶ διασπᾶ τὴν ἀπ’ ἀρχῆς καὶ μέχρι τῶν μέσων τοῦ 20οῦ αἰῶνος ἑνιαία τῆς Ὀρθοδοξίας ἐκκλησιολογία, τὴν περὶ Ἐκκλησίας διδασκαλία.

Βασικὲς ὀρθόδοξες ἐκκλησιολογικὲς ἀρχὲς
Συνοψίζοντας βασικὲς παραμέτρους τῆς ἐκκλησιαστικῆς, τῆς ὀρθόδοξης, ἐκκλησιολογίας, καταθέτουμε τρεῖς βασικὲς ἀρχές της · (α) τὴν ἀποκλειστικότητα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, (β) τὴν τελειότητα («καθολικότητα») τῆς δογματικῆς Πίστεως τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἑνότητά της ἱστορικῶς καὶ γεωγραφικῶς καὶ (γ) τὴν καθολικῶς ἀποδεκτὴ πεποίθηση τῆς Ἐκκλησίας ὅτι ἡ συνειδητὴ εἰσαγωγὴ καὶ τῆς παραμικρῆς «ἑτεροδοξίας» (δογματικῆς διαφοροποιήσεως) ἀποτελεῖ αἵρεση ποὺ ἀποκλείει τὴ δυνατότητα τῆς ἐν Χριστῷ σωτηρίας.

Α. Τὸ ἀξίωμα τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας “extra Ecclesiam nulla salus” («ἐκτὸς Ἐκκλησίας οὐδεμία σωτηρία»), ποὺ ὑποστηρίζεται ἀπὸ τοὺς ἁγίους Κυπριανὸ Καρχηδόνος, Βασίλειο τὸν Μέγα, Φιρμιλιανὸ Καισαρείας, Κύριλλο Ἀλεξανδρείας κ.ἄ., τὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους καὶ ὅλη τὴ διαχρονικὴ συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας, σημαίνει ὅτι μόνον τὰ ἱερὰ Μυστήρια καὶ δόγματα τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μποροῦν νὰ ὁδηγήσουν τὸν ἄνθρωπο στὴν ἕνωση μὲ τὸν Χριστὸ καὶ τὴ σωτηρία. Ἡ Ἐκκλησία μας χαρακτηρίζεται ἀπὸ ἐσωτερικὴ ἑνότητα Πίστεως, Λατρείας καὶ διοικήσεως καὶ τὴν «ἀποστολικὴ διαδοχή», δηλαδὴ τὴν ἱστορικὴ προέλευση ἀπὸ τὴν ἀρχαία Ἐκκλησία τῶν ἁγίων Ἀποστόλων καὶ ἑνότητα Πίστεως μὲ ἐκείνην. Τὰ σχίσματα (οἱ λόγῳ διοικητικῶν διενέξεων ἀποχωρήσεις ἀπὸ τὴν Ἑκκλησία) καὶ οἱ αἱρέσεις ἀποκόπτουνἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴ σωτηρία.

Β. Ἡ ἑνότητα Πίστεως τῆς Ἐκκλησίας σημαίνει, ὅτι ἡ Ἐκκλησία ὡς Σῶμα Χριστοῦ, μολονότι ἐπιτρέπει ἐν μέρει στὶς τοπικὲς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες τελετουργική, ἐθιμική, γλωσσική, μουσικὴ καὶ ἄλλη ποικιλομορφία, ὅμως δὲν ἐπιτρέπει καὶ τὴν «διαφορετικότητα» τῶν δογμάτων τῆς Πίστεως, διότι καθὼς «ὁ Χριστὸς οὐ μεμέρισται»[4] ἔτσι καὶ στὴν Ἐκκλησία εἶναι «τοῦ πλήθους τῶν πιστευσάντων ἡ καρδία καὶ ἡ ψυχὴ μία»[5] .

Γ. Ἡ ἑτεροδοξία-αἵρεση, ὡς εἰσαγωγὴ νεωτερισμῶν στὴ δογματικὴ πίστη, ὁδηγεῖ στὴν ἀπώλεια, διότι καταστρέφει τὴ θεραπευτικὴ γιὰ τὴν ἀνθρώπινη φύση μέθοδο τῆς Ἐκκλησίας (θεολογία καὶ ἄσκηση) καὶ διότι ὁ Θεὸς δὲν ἐπευλογεῖ τὸ ψεῦδος οὔτε ἑνώνεται μὲ αὐτό. Κατὰ τὴ χαρακτηριστικὴ φράση τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ «ὅποιος δὲν πιστεύει ὅπως πιστεύει ἡ Παράδοση τῆς Καθολικῆς [δηλ. τῆς Ὀρθοδόξου] Ἐκκλησίας εἶναι ἄπιστος»[6], καθὼς δὲ διαπιστώνει ἡ Β’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος στὸν ζ΄ ἱ. Κανόνα της, μόνον ὅσοι αἱρετικοὶ ἐπιστρέφουν ἀπὸ τὴν αἵρεση «προστίθενται στὴ μερίδα τῶν σῳζομένων». Γιὰ τὴν ἐκκλησιαστικὴ παράδοση κανεὶς ἑτερόδοξος (ρωμαιοκαθολικός, προτεστάντης, μονοθελήτης κ.λπ.) δὲν εἶναι οὔτε δύναται νὰ ὀνομάζεται κυριολεκτικῶς «χριστιανός» οὔτε ἡ αἱρετικὴ κοινότητα «ἐκκλησία».

Ἡ ἀπὸ τὸν Οἰκουμενισμὸ νόθευση τῆς ὀρθόδοξης ἐκκλησιολογίας

Ὁ Οἰκουμενισμός, ἐκκινώντας ἀπὸ προσπάθειες προσεγγίσεως τῶν «χριστιανῶν» σὲ πρακτικὰ θέματα στὶς ἀρχὲς τοῦ 20οῦ αἰ., ἐξελίχθηκε σὲ προσπάθεια ἐξωτερικῆς συγκολλήσεως τῆς Ἐκκλησίας μὲ τὶς λοιπὲς «ὁμολογίες», χωρὶς τὴν ἀποδοχὴ ἀπὸ ἐκεῖνες τῆς μόνης ἀναλλοίωτης καὶ παραδοσιακῆς, τῆς ὀρθόδοξης, διδασκαλίας, ἀλλὰ μέσῳ ἐλαχιστοποιήσεως τῆς σημασίας («μινιμαλισμοῦ»), τῆς ἀποσιωπήσεως καὶ παρερμηνείας τῶν ἱ. δογμάτων ἀπὸ ὅλες τὶς διαλεγόμενες πλευρές. Ἐκκινώντας στὶς ἀρχὲς τοῦ 20οῦ αἰ., ὅταν γιὰ πρώτη φορὰ οἱ αἱρετικοὶ (ἑτερόδοξοι ) ὀνομάστηκαν σὲ ἐπίσημα ὀρθόδοξα ἐκκλησιαστικὰ κείμενα «Ἐκκλησίες» (τὸ 1903 καὶ κυρίως τὸ 1920), ἡ δογματικὴ παρέκκλιση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ μεταξὺ ἄλλων φοβερῶν πτώσεων ὁδήγησε σταδιακῶς στὴν ἀπὸ μέρους ἐπιφανῶν ὀρθοδόξων Κληρικῶν καὶ θεολόγων (α) ἄρση τῆς ἀκοινωνησίας μὲ τοὺς παπικούς («ἄρση τῶν ἀναθεμάτων») τὸ 1965, (β) μερικὴ ἀποδοχὴ τῶν ἑτεροδόξων τελετῶν βαπτίσματος, εὐχαριστίας καὶ ἱερωσύνης («Κείμενον Β.Ε.Μ.», Λίμα τοῦ Περοῦ 1982, (γ) διαπίστωση δῆθεν χριστολογικῆς συμφωνίας μὲ τοὺς μονοφυσίτες-μονοθελῆτες (Β΄Κοινή Δήλωση, Chambésy 1990) - ἡ ὁποία σημαίνει τὴν ἀπόρριψη τῆς συμπαγοῦς ὀρθοδόξου χριστολογίας 15 αἰώνων, Οἰκουμενικῶν Συνόδων καὶ πληθύος Ἁγίων Πατέρων, (ε) διαπίστωση ὅτι ὁ παπισμὸς εἶναι ὄχι αἵρεση, ἀλλὰ «ἀδελφὴ Ἐκκλησία» μὲ ἔγκυρα μυστήρια (Κείμενον Balamand 1993) κ.ἄ. Χειρότερο ὅλων εἶναι (στ) τὸ ἐκκλησιολογικὸ κείμενο τῆς Θ΄ Γενικῆς Συνελεύσεως τοῦ Π.Σ.Ε. στὸ Πόρτο Ἀλέγκρε (Βραζιλία, 2006) · ἐκεῖ ἡ πλειονότης τῶν ὀρθοδόξων ἐκπροσώπων ἀρνήθηκε ἰδιότητες τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τὶς ὁποῖες ὁμολογοῦμε στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως, ἐκεῖνες τῆς «Μιᾶς» (δηλ. σὲ ἑνότητα πίστεως) καὶ τῆς «Καθολικῆς», ἐπειδὴ συμφώνησαν ὅτι κανένα μέλος τοῦ Π.Σ.Ε. δὲν ἀποτελεῖ καθ’ ἑαυτὸ τὴν Καθολικὴ Ἐκκλησία (§6) καὶ ὅτι εἶναι θεμιτὴ ἡ ὕπαρξη ποικιλίας δογμάτων ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας (§5). Αὐτὸ εἶναι ποὺ λίγο ἀργότερα οἱ οἰκουμενιστὲς ὀνόμασαν «ἑνότητα μέσα στὴ (δογματικὴ) διαφορετικότητα» , “unity in diversity”, ἔνα σύνθημα παρμένο ἀπὸ τὰ βουδιστικὰ κινήματα τῆς New Age, δηλαδὴ μιὰ «περιεκτικότητα» (“comprehensiveness”) ἀντίθετη μὲ τὴν ἁγιοπατερικὴ «ἀποκλειστικότητα» (“exclusiveness”).

Στὰ πλαίσια τῆς οἰκουμενικῆς κινήσεως οἱ ἐκ τῶν Ὀρθοδόξων οἰκουμενιστὲς ἔχουν ἐγγράφως δεσμευθεῖ νὰ μὴ καλοῦν τοὺς ἑτεροδόξους στὴν Ἐκκλησία καὶ ἔτσι διαψεύδεται ὁ ἰσχυρισμὸς ὅτι ἡ συμμετοχή μας ἐκεῖ ἀποσκοπεῖ στὴν ὁμολογία τῆς Ὀρθοδοξίας· ἀντιθέτως δέ, μὲ τὴν ἐπίσημη ἀποδοχὴ ἑτεροδόξων θέσεων, ἀποπροσανατολίζονται οἱ ἑτερόδοξοι ὡς πρὸς τὸ ἀληθινὸ φρόνημα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.

Τὶς τελευταῖες δεκαετίες ὁ Οἰκουμενισμὸς προσέλαβε καὶ «διαθρησκειακὸ» χαρακτῆρα τονίζοντας τὴν δῆθεν κοινὴ πίστη ὅλων τῶν μονοθεϊστικῶν (καὶ λοιπῶν) θρησκειῶν στὸν ἴδιο Θεό, κατὰ κατάφωρη ἀθέτηση τοῦ Εὐαγγελίου («πᾶς ὁ ἀρνούμενος τὸν Υἱὸν οὐδὲ τὸν Πατέρα ἔχει»[7]).

Ἡ ἐκλαΐκευση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ προωθεῖται μὲ τὶς πυκνὲς λειτουργικές, ἀκαδημαϊκὲς-θεολογικὲς, ποιμαντικὲς καὶ κοινωνικὲς ἐπαφές μὲ τοὺς ἑτεροδόξους, κυρίως μὲ τὶς συμπροσευχὲς σὲ ὅλα τὰ ἐπίπεδα, μὲ τοὺς μεικτοὺς γάμους καὶ τὸν ἤδη προαναγγελμένο σχεδιασμὸ τῶν ὀρθοδόξων οἰκουμενιστῶν νὰ ἐξαλείψουν ἀπὸ τὴν ὀρθόδοξη Λατρεία ὅσα σημεῖα προσβάλλουν αἱρέσεις ἢ ἄλλες θρησκεῖες, ὥστε νὰ ἐξοικειωθεῖ μὲ τὴν ἑτεροδοξία καὶ τὸ ἁπλὸ ὀρθόδοξο ἐκκλησιαστικὸ πλήρωμα (ἀφοῦ δῆθεν «ὅλοι στὸν ἴδιο Χριστὸ / Θεὸ πιστεύουμε...»).

Δὲν ἀρνεῖται ὁ Οἰκουμενισμὸς ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἶναι ἀναλλοίωτη ἢ ἡ πιὸ παραδοσιακή, ἡ πιό συνεπής, ἡ πιὸ λειτουργικῶς ὄμορφη καὶ κατανυκτική κ.ο.κ. Μέμφεται ὅμως τὴν αὐτοσυνειδησία της ὅτι εἶναι ἡ μόνη ὁδὸς σωτηρίας.

Ὁ οἰκουμενιστικὸς σχετικισμός, τὸ ἀπόσταγμα τῶν οἰκουμενιστικῶν διδασκαλιῶν, εἰσάγεται καὶ ἐντὸς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μὲ ὅ,τι μπορεῖ αὐτὸ νὰ σημαίνει γιὰ μιὰ «ὀρθόδοξη» ζωὴ στὴν ὁποία ὁ καθεὶς θὰ δύναται κατὰ βούληση νὰ εἰσάγει ἑτερόδοξα καὶ νὰ ἀφαιρεῖ ὀρθόδοξα στοιχεῖα, γι αὐτὸ καὶ ἐπικρίθηκε αὐστηρῶς ἀπ’ ὅλους τοὺς συγχρόνους ἁγίους Γέροντες. Ὅπως προειδοποίησε ὁ μακαριστὸς π. Ἀντώνιος Ἀλεβιζόπουλος, ἡ μεγάλη ἀντι-αιρετικὴ ἰδιοφυΐα τῆς ἐποχῆς μας, πρόθεση τῆς Νέας Ἐποχῆς «δὲν εἶναι νὰ ἀδειάσουν οἱ ἐκκλησίες, ἀλλά νὰ γεμίσουν μὲ ἀνθρώπους ποὺ θὰ ἔχουν ἀλλοιωμένο φρόνημα».

Στὸ σύνθημα τῆς Νέας Ἐποχῆς καὶ Τάξεως Πραγμάτων «ἕνας Θεός, πολλὲς θρησκεῖες» ὁ Οἰκουμενισμός καταφάσκει, μὲ ἀνυπακοὴ πρὸς τὴν Καινὴ Διαθήκη: «ναί· ἕνας Χριστός, πολλὲς πίστεις, πολλὰ βαπτίσματα».
______________________________________
[1]. Πρὸς Ἑβραίους 13, 8
[2]. Πρβλ. Πρὸς Ἐφεσίους 2, 15.16
[3]. Πρὸς Ἐφεσίους 4, 5
[4]. Πρβλ. Α΄Πρὸς Κορινθίους 1, 13
[5]. Πράξεις 4, 32
[6]. Αγιου Ιωαννου Δαμασκηνου, Ἔκδοσις ἀκριβής τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, 4, 10 (83), PG 94, 1128A.
[7]. Α’ Ἰωάννου 2, 23

ΕΡΩ
Τεύχος 9
Ιανουάριος - Μάρτιος 2012

Μοναχός Σεραφείμ, Ο Οικουμενισμός


πηγή

Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ
του Μοναχοῦ Σεραφεὶμ
Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, ἐπειδὴ εἶναι τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, χαρακτηρίζεται ἀπὸ διαχρονικὴ καὶ παγκόσμια ἑνότητα δογματικῆς Πίστεως. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι «χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτός [ὁ ἴδιος], καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας»[1], ἀναλλοίωτος, καὶ ἑνώνει ἐν Ἑαυτῷ τὴν ἀνθρωπότητα, «ἐν ἑνὶ σώματι, εἰς ἕνα καινὸν ἄνθρωπον ποιῶν εἰρήνην»[2], καθ’ ὅσον αὐτὴ ἐνσωματώνεται στὴν Ἐκκλησία. Ἔτσι στὴν Ἐκκλησία ἰσχύει πάντοτε ταυτότητα (ὁμοιομορφία) στὴν Πίστη καὶ τὴ βαπτισματικὴ ἔνταξη σ’ αὐτήν: «εἶς Κύριος, μία πίστις, ἓν βάπτισμα»[3]...


Τὸ ἐκκλησιολογικὸ αὐτὸ δόγμα τῆς Ἐκκλησίας, σταθερῶς καὶ διαχρονικῶς διακηρυσσόμενο, πλήττεται στὴ θεωρία καὶ τὴν πράξη ἀπὸ τὴν παρέκκλιση καὶ καινοτομία τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὁ ὁποῖος στὸ βαθμὸ ποὺ προωθεῖται συνειδητῶς καὶ ἐπιμόνως, ἀποτελεῖ ἐκκλησιολογικὴ καὶ σωτηριολογικὴ αἵρεση.

Ὁ Οἰκουμενισμὸς εἶναι ἡ διδασκαλία καὶ δραστηριότητα γιὰ τὴν - κακῶ τῷ τρόπῳ - συγκολλητικὴ καὶ πλασματικὴ ἐξωτερικὴ ἕνωση τῶν Ὀρθοδόξων καὶ λοιπῶν «χριστιανῶν», ρωμαιοκαθολικῶν (παπικῶν), προτεσταντῶν καὶ μονοφυσιτῶν-μονοθελητῶν· ἀναπτύχθηκε στὸ πλαίσιο τῆς «οἰκουμενικῆς κινήσεως» καί, σὲ μεγάλο μέρος του, περὶ τὸ «Παγκόσμιο Συμβούλιο τῶν Ἐκκλησιῶν» (Π.Σ.Ε.) καὶ διασπᾶ τὴν ἀπ’ ἀρχῆς καὶ μέχρι τῶν μέσων τοῦ 20οῦ αἰῶνος ἑνιαία τῆς Ὀρθοδοξίας ἐκκλησιολογία, τὴν περὶ Ἐκκλησίας διδασκαλία.

Βασικὲς ὀρθόδοξες ἐκκλησιολογικὲς ἀρχὲς
Συνοψίζοντας βασικὲς παραμέτρους τῆς ἐκκλησιαστικῆς, τῆς ὀρθόδοξης, ἐκκλησιολογίας, καταθέτουμε τρεῖς βασικὲς ἀρχές της · (α) τὴν ἀποκλειστικότητα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, (β) τὴν τελειότητα («καθολικότητα») τῆς δογματικῆς Πίστεως τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἑνότητά της ἱστορικῶς καὶ γεωγραφικῶς καὶ (γ) τὴν καθολικῶς ἀποδεκτὴ πεποίθηση τῆς Ἐκκλησίας ὅτι ἡ συνειδητὴ εἰσαγωγὴ καὶ τῆς παραμικρῆς «ἑτεροδοξίας» (δογματικῆς διαφοροποιήσεως) ἀποτελεῖ αἵρεση ποὺ ἀποκλείει τὴ δυνατότητα τῆς ἐν Χριστῷ σωτηρίας.

Α. Τὸ ἀξίωμα τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας “extra Ecclesiam nulla salus” («ἐκτὸς Ἐκκλησίας οὐδεμία σωτηρία»), ποὺ ὑποστηρίζεται ἀπὸ τοὺς ἁγίους Κυπριανὸ Καρχηδόνος, Βασίλειο τὸν Μέγα, Φιρμιλιανὸ Καισαρείας, Κύριλλο Ἀλεξανδρείας κ.ἄ., τὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους καὶ ὅλη τὴ διαχρονικὴ συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας, σημαίνει ὅτι μόνον τὰ ἱερὰ Μυστήρια καὶ δόγματα τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μποροῦν νὰ ὁδηγήσουν τὸν ἄνθρωπο στὴν ἕνωση μὲ τὸν Χριστὸ καὶ τὴ σωτηρία. Ἡ Ἐκκλησία μας χαρακτηρίζεται ἀπὸ ἐσωτερικὴ ἑνότητα Πίστεως, Λατρείας καὶ διοικήσεως καὶ τὴν «ἀποστολικὴ διαδοχή», δηλαδὴ τὴν ἱστορικὴ προέλευση ἀπὸ τὴν ἀρχαία Ἐκκλησία τῶν ἁγίων Ἀποστόλων καὶ ἑνότητα Πίστεως μὲ ἐκείνην. Τὰ σχίσματα (οἱ λόγῳ διοικητικῶν διενέξεων ἀποχωρήσεις ἀπὸ τὴν Ἑκκλησία) καὶ οἱ αἱρέσεις ἀποκόπτουνἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴ σωτηρία.

Β. Ἡ ἑνότητα Πίστεως τῆς Ἐκκλησίας σημαίνει, ὅτι ἡ Ἐκκλησία ὡς Σῶμα Χριστοῦ, μολονότι ἐπιτρέπει ἐν μέρει στὶς τοπικὲς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες τελετουργική, ἐθιμική, γλωσσική, μουσικὴ καὶ ἄλλη ποικιλομορφία, ὅμως δὲν ἐπιτρέπει καὶ τὴν «διαφορετικότητα» τῶν δογμάτων τῆς Πίστεως, διότι καθὼς «ὁ Χριστὸς οὐ μεμέρισται»[4] ἔτσι καὶ στὴν Ἐκκλησία εἶναι «τοῦ πλήθους τῶν πιστευσάντων ἡ καρδία καὶ ἡ ψυχὴ μία»[5] .

Γ. Ἡ ἑτεροδοξία-αἵρεση, ὡς εἰσαγωγὴ νεωτερισμῶν στὴ δογματικὴ πίστη, ὁδηγεῖ στὴν ἀπώλεια, διότι καταστρέφει τὴ θεραπευτικὴ γιὰ τὴν ἀνθρώπινη φύση μέθοδο τῆς Ἐκκλησίας (θεολογία καὶ ἄσκηση) καὶ διότι ὁ Θεὸς δὲν ἐπευλογεῖ τὸ ψεῦδος οὔτε ἑνώνεται μὲ αὐτό. Κατὰ τὴ χαρακτηριστικὴ φράση τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ «ὅποιος δὲν πιστεύει ὅπως πιστεύει ἡ Παράδοση τῆς Καθολικῆς [δηλ. τῆς Ὀρθοδόξου] Ἐκκλησίας εἶναι ἄπιστος»[6], καθὼς δὲ διαπιστώνει ἡ Β’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος στὸν ζ΄ ἱ. Κανόνα της, μόνον ὅσοι αἱρετικοὶ ἐπιστρέφουν ἀπὸ τὴν αἵρεση «προστίθενται στὴ μερίδα τῶν σῳζομένων». Γιὰ τὴν ἐκκλησιαστικὴ παράδοση κανεὶς ἑτερόδοξος (ρωμαιοκαθολικός, προτεστάντης, μονοθελήτης κ.λπ.) δὲν εἶναι οὔτε δύναται νὰ ὀνομάζεται κυριολεκτικῶς «χριστιανός» οὔτε ἡ αἱρετικὴ κοινότητα «ἐκκλησία».

Ἡ ἀπὸ τὸν Οἰκουμενισμὸ νόθευση τῆς ὀρθόδοξης ἐκκλησιολογίας

Ὁ Οἰκουμενισμός, ἐκκινώντας ἀπὸ προσπάθειες προσεγγίσεως τῶν «χριστιανῶν» σὲ πρακτικὰ θέματα στὶς ἀρχὲς τοῦ 20οῦ αἰ., ἐξελίχθηκε σὲ προσπάθεια ἐξωτερικῆς συγκολλήσεως τῆς Ἐκκλησίας μὲ τὶς λοιπὲς «ὁμολογίες», χωρὶς τὴν ἀποδοχὴ ἀπὸ ἐκεῖνες τῆς μόνης ἀναλλοίωτης καὶ παραδοσιακῆς, τῆς ὀρθόδοξης, διδασκαλίας, ἀλλὰ μέσῳ ἐλαχιστοποιήσεως τῆς σημασίας («μινιμαλισμοῦ»), τῆς ἀποσιωπήσεως καὶ παρερμηνείας τῶν ἱ. δογμάτων ἀπὸ ὅλες τὶς διαλεγόμενες πλευρές. Ἐκκινώντας στὶς ἀρχὲς τοῦ 20οῦ αἰ., ὅταν γιὰ πρώτη φορὰ οἱ αἱρετικοὶ (ἑτερόδοξοι ) ὀνομάστηκαν σὲ ἐπίσημα ὀρθόδοξα ἐκκλησιαστικὰ κείμενα «Ἐκκλησίες» (τὸ 1903 καὶ κυρίως τὸ 1920), ἡ δογματικὴ παρέκκλιση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ μεταξὺ ἄλλων φοβερῶν πτώσεων ὁδήγησε σταδιακῶς στὴν ἀπὸ μέρους ἐπιφανῶν ὀρθοδόξων Κληρικῶν καὶ θεολόγων (α) ἄρση τῆς ἀκοινωνησίας μὲ τοὺς παπικούς («ἄρση τῶν ἀναθεμάτων») τὸ 1965, (β) μερικὴ ἀποδοχὴ τῶν ἑτεροδόξων τελετῶν βαπτίσματος, εὐχαριστίας καὶ ἱερωσύνης («Κείμενον Β.Ε.Μ.», Λίμα τοῦ Περοῦ 1982, (γ) διαπίστωση δῆθεν χριστολογικῆς συμφωνίας μὲ τοὺς μονοφυσίτες-μονοθελῆτες (Β΄Κοινή Δήλωση, Chambésy 1990) - ἡ ὁποία σημαίνει τὴν ἀπόρριψη τῆς συμπαγοῦς ὀρθοδόξου χριστολογίας 15 αἰώνων, Οἰκουμενικῶν Συνόδων καὶ πληθύος Ἁγίων Πατέρων, (ε) διαπίστωση ὅτι ὁ παπισμὸς εἶναι ὄχι αἵρεση, ἀλλὰ «ἀδελφὴ Ἐκκλησία» μὲ ἔγκυρα μυστήρια (Κείμενον Balamand 1993) κ.ἄ. Χειρότερο ὅλων εἶναι (στ) τὸ ἐκκλησιολογικὸ κείμενο τῆς Θ΄ Γενικῆς Συνελεύσεως τοῦ Π.Σ.Ε. στὸ Πόρτο Ἀλέγκρε (Βραζιλία, 2006) · ἐκεῖ ἡ πλειονότης τῶν ὀρθοδόξων ἐκπροσώπων ἀρνήθηκε ἰδιότητες τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τὶς ὁποῖες ὁμολογοῦμε στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως, ἐκεῖνες τῆς «Μιᾶς» (δηλ. σὲ ἑνότητα πίστεως) καὶ τῆς «Καθολικῆς», ἐπειδὴ συμφώνησαν ὅτι κανένα μέλος τοῦ Π.Σ.Ε. δὲν ἀποτελεῖ καθ’ ἑαυτὸ τὴν Καθολικὴ Ἐκκλησία (§6) καὶ ὅτι εἶναι θεμιτὴ ἡ ὕπαρξη ποικιλίας δογμάτων ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας (§5). Αὐτὸ εἶναι ποὺ λίγο ἀργότερα οἱ οἰκουμενιστὲς ὀνόμασαν «ἑνότητα μέσα στὴ (δογματικὴ) διαφορετικότητα» , “unity in diversity”, ἔνα σύνθημα παρμένο ἀπὸ τὰ βουδιστικὰ κινήματα τῆς New Age, δηλαδὴ μιὰ «περιεκτικότητα» (“comprehensiveness”) ἀντίθετη μὲ τὴν ἁγιοπατερικὴ «ἀποκλειστικότητα» (“exclusiveness”).

Στὰ πλαίσια τῆς οἰκουμενικῆς κινήσεως οἱ ἐκ τῶν Ὀρθοδόξων οἰκουμενιστὲς ἔχουν ἐγγράφως δεσμευθεῖ νὰ μὴ καλοῦν τοὺς ἑτεροδόξους στὴν Ἐκκλησία καὶ ἔτσι διαψεύδεται ὁ ἰσχυρισμὸς ὅτι ἡ συμμετοχή μας ἐκεῖ ἀποσκοπεῖ στὴν ὁμολογία τῆς Ὀρθοδοξίας· ἀντιθέτως δέ, μὲ τὴν ἐπίσημη ἀποδοχὴ ἑτεροδόξων θέσεων, ἀποπροσανατολίζονται οἱ ἑτερόδοξοι ὡς πρὸς τὸ ἀληθινὸ φρόνημα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.

Τὶς τελευταῖες δεκαετίες ὁ Οἰκουμενισμὸς προσέλαβε καὶ «διαθρησκειακὸ» χαρακτῆρα τονίζοντας τὴν δῆθεν κοινὴ πίστη ὅλων τῶν μονοθεϊστικῶν (καὶ λοιπῶν) θρησκειῶν στὸν ἴδιο Θεό, κατὰ κατάφωρη ἀθέτηση τοῦ Εὐαγγελίου («πᾶς ὁ ἀρνούμενος τὸν Υἱὸν οὐδὲ τὸν Πατέρα ἔχει»[7]).

Ἡ ἐκλαΐκευση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ προωθεῖται μὲ τὶς πυκνὲς λειτουργικές, ἀκαδημαϊκὲς-θεολογικὲς, ποιμαντικὲς καὶ κοινωνικὲς ἐπαφές μὲ τοὺς ἑτεροδόξους, κυρίως μὲ τὶς συμπροσευχὲς σὲ ὅλα τὰ ἐπίπεδα, μὲ τοὺς μεικτοὺς γάμους καὶ τὸν ἤδη προαναγγελμένο σχεδιασμὸ τῶν ὀρθοδόξων οἰκουμενιστῶν νὰ ἐξαλείψουν ἀπὸ τὴν ὀρθόδοξη Λατρεία ὅσα σημεῖα προσβάλλουν αἱρέσεις ἢ ἄλλες θρησκεῖες, ὥστε νὰ ἐξοικειωθεῖ μὲ τὴν ἑτεροδοξία καὶ τὸ ἁπλὸ ὀρθόδοξο ἐκκλησιαστικὸ πλήρωμα (ἀφοῦ δῆθεν «ὅλοι στὸν ἴδιο Χριστὸ / Θεὸ πιστεύουμε...»).

Δὲν ἀρνεῖται ὁ Οἰκουμενισμὸς ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἶναι ἀναλλοίωτη ἢ ἡ πιὸ παραδοσιακή, ἡ πιό συνεπής, ἡ πιὸ λειτουργικῶς ὄμορφη καὶ κατανυκτική κ.ο.κ. Μέμφεται ὅμως τὴν αὐτοσυνειδησία της ὅτι εἶναι ἡ μόνη ὁδὸς σωτηρίας.

Ὁ οἰκουμενιστικὸς σχετικισμός, τὸ ἀπόσταγμα τῶν οἰκουμενιστικῶν διδασκαλιῶν, εἰσάγεται καὶ ἐντὸς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μὲ ὅ,τι μπορεῖ αὐτὸ νὰ σημαίνει γιὰ μιὰ «ὀρθόδοξη» ζωὴ στὴν ὁποία ὁ καθεὶς θὰ δύναται κατὰ βούληση νὰ εἰσάγει ἑτερόδοξα καὶ νὰ ἀφαιρεῖ ὀρθόδοξα στοιχεῖα, γι αὐτὸ καὶ ἐπικρίθηκε αὐστηρῶς ἀπ’ ὅλους τοὺς συγχρόνους ἁγίους Γέροντες. Ὅπως προειδοποίησε ὁ μακαριστὸς π. Ἀντώνιος Ἀλεβιζόπουλος, ἡ μεγάλη ἀντι-αιρετικὴ ἰδιοφυΐα τῆς ἐποχῆς μας, πρόθεση τῆς Νέας Ἐποχῆς «δὲν εἶναι νὰ ἀδειάσουν οἱ ἐκκλησίες, ἀλλά νὰ γεμίσουν μὲ ἀνθρώπους ποὺ θὰ ἔχουν ἀλλοιωμένο φρόνημα».

Στὸ σύνθημα τῆς Νέας Ἐποχῆς καὶ Τάξεως Πραγμάτων «ἕνας Θεός, πολλὲς θρησκεῖες» ὁ Οἰκουμενισμός καταφάσκει, μὲ ἀνυπακοὴ πρὸς τὴν Καινὴ Διαθήκη: «ναί· ἕνας Χριστός, πολλὲς πίστεις, πολλὰ βαπτίσματα».
______________________________________
[1]. Πρὸς Ἑβραίους 13, 8
[2]. Πρβλ. Πρὸς Ἐφεσίους 2, 15.16
[3]. Πρὸς Ἐφεσίους 4, 5
[4]. Πρβλ. Α΄Πρὸς Κορινθίους 1, 13
[5]. Πράξεις 4, 32
[6]. Αγιου Ιωαννου Δαμασκηνου, Ἔκδοσις ἀκριβής τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, 4, 10 (83), PG 94, 1128A.
[7]. Α’ Ἰωάννου 2, 23

ΕΡΩ
Τεύχος 9
Ιανουάριος - Μάρτιος 2012

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...