Έτσι τη Τετάρτη, 4 Ιανουαρίου 2012, με τη συνοδεία της κ. Διβάρης, μιας αξιόλογης Ελληνίδας που ζει για περισσότερα από εβδομήντα χρόνια στο Ζιμπάμπουε (είναι 85 χρονών) και της κ. Παξίνας (σύζυγος βουλευτού της περιοχής) και τη βοήθεια της γνωστής οικογένειας της Ελληνικής παροικίας κ.Ψύλλου που μας παραχώρησε ένα φορτηγό αυτοκίνητο για τη μεταφορά των θρανίων και των καθισμάτων ξεκινήσαμε να επισκεφθούμε το νηπιαγωγείο μας. Μαζί μας πήραμε και πράγματα που μας στείλανε με τη βοήθεια του Συνεργατικού Λεμεσού ευσεβείς χριστιανοί από την Κύπρο, όπως παιδικά παιχνίδια, γραφική ύλη και μερικά τρόφιμα και χυμούς για τα παιδάκια της περιοχής που θα συναντούσαμε. Ο οδηγός μας δεν ήρθε στη Μητρόπολη για να μας πάρει, μας ειδοποίησε ότι υπήρχαν πλημμύρες στο χωριό του κι ο χωματόδρομος του χωριού του έκλεισε.
Έτσι αποφασίσαμε να οδηγήσω εγώ μέχρι κάποιου σημείου που ο δρόμος ήταν υποφερτός και στη συνέχεια ο βουλευτής της περιοχής θα φρόντιζε με ειδικό λαντρόβεν να μας μεταφέρει ο οδηγός του στο χωριό όπως κάναμε και παλαιότερα. Τελικά το λαντρόβεν που θα μας έστελλε ο βουλευτής της περιοχής δεν έφτασε ποτέ του, μας ειδοποιήσαν, αφού περιμέναμε για τρεις ώρες, ότι χάλασε στο δρόμο που ερχόταν να μας πάρει. Στο μεταξύ το φορτηγό είχε φύγει ενωρίτερα για να ξεφορτώσει και να επιστρέψει στη πόλη. Η επιλογή μας ήταν ή να περπατήσουμε ή να ρισκάρουμε με το παλαιό αυτοκίνητο της Μητρόπολης, ένα του ότα εικοσιδύο χρονών, η απόσταση του δυσκολότερου μέρους του δρόμου είναι περίπου δώδεκα χιλιόμετρα. Επειδή δεν έβρεχε είπαμε να δοκιμάσουμε να πάμε με το αυτοκίνητο κι ο Θεός Βοηθός. Συνέχεια υπήρχαν αυτοκίνητα σπασμένα ή σταματημένα για να αλλάξουν μια χαλασμένη ρόδα, μερικά ήταν παρασυρμένα έξω από το δρόμο μέσα σε βράχια και δέντρα και θάμνους. Η Παξίνα μας εξήγησε ότι όταν υπάρχει καταιγίδα, ο δρόμος αυτός μετατρέπεται σε πατινάζ κι όλα είναι απρόβλεπτα. Τους παρακάλεσα να προσευχηθούμε και να προχωρήσουμε, είπαμε το <<Πάτερ ημών>> αρκετές φορές, μετά και το <<Πιστεύω>> και πολλούς άλλους ύμνους
των Χριστουγέννων και των Θεοφανείων. Πάντως φτάσαμε με το αυτοκίνητο γερό.
Η χαρά που ζήσαμε όταν συναντήσαμε τα άπορα και ορφανά παιδάκια της περιοχής ήταν τόσο μεγάλη που ξεχάσαμε αμέσως όχι μόνο την ταλαιπωρία μας να φθάσουμε, αλλά και την αγωνία μας για την επιστροφή σε περίπτωση που θα έβρεχε. Στο μεταξύ είχα ήδη τα σχέδια μου. Θυμάμαι πριν δεκαπέντε χρόνια στην Κένυα, όταν ένα χειμωνιάτικο Κυριακάτικο πρωϊνό πηγαίναμε σε ένα απομακρυσμένο χωριό για να χειροτονήσω ένα ιθαγενή κληρικό το π. Σαμουήλ, παρ’ όλο που οδηγούσαμε ένα καινούργιο δυναμικό πατζέρο, από τις δυνατές βροχές, ο χωματόδρομος έγινε πραγματικό επικίνδυνο πατινάζ με αποτέλεσμα να βρεθούμε μέσα σε θάμνους έξω από το δρόμο. Περπατήσαμε κάπου πέντε χιλιόμετρα για να φτάσουμε στο χωριό να κάνουμε τη χειροτονία, χωρίς να σταματήσουμε να ανησυχούμε τι θα κάνουμε με το αυτοκίνητο. Μερικοί ιθαγενείς
φοιτητές από άλλες χώρες που με ρωτούσαν κάπως φοβισμένα τι θα κάνουμε, χωρίς και εγώ να ξέρω πως θα λύσουμε το πρόβλημα, απλώς τους είπα να μη ανησυχούν κι όλα θα τα φροντίσει ο Θεός. Και πράγματι όταν το απόγευμα πήγαμε πίσω στο αυτοκίνητο με φτιάρια και σχοινιά για να το βγάλουμε έξω από τις λάσπες και τους θάμνους που μας παρέσυρε το πρωϊ, όλα είχαν ξηρανθεί, δεν ήταν γλιστερός ο δρόμος. Μπήκα μέσα, το ξεκίνησα, και σαν να μη συναίβενε τίποτα με μεγάλη ευκολία επανάφερα το πατζέρο στο δρόμο, μπήκαν όλοι μέσα και χωρίς καμμιά δυσκολία φθάσαμε ασφαλείς πίσω στη Ναϊρόμπι, δεν
ξέρω αν ήταν θαύμα, πάντως με τη βοήθεια του Θεού τα καταφέραμε. Μετά από αυτή την προσωπική εμπειρία ήξερα πως να αντιμετωπίζουμε τις ξαφνικές καταιγίδες. Υπομονή μέχρι να σταματήσει η δυνατή βροχή και υπομονή μέχρι να ξηρανθεί ο δρόμος, η ξήρανση στην Αφρική, ανεξάρτητα από την έκβαση μιας καταιγίδας, δεν παίρνει περισσότερο από μια- δυό ώρες, το κλίμα είναι τροπικό, άλλωστε οι βροχές συμβαίνουν μόνο την εποχή του καλοκαιριού, τον χειμώνα δεν έχουμε βροχές. Έτσι το σχέδιο μου ήταν αν έβρεχε να μη ρισκάρουμε και τις ζωές μας, ήταν να σταματήσουμε να περιμένουμε να ξηρανθεί ο δρόμος, ή μάλλον εκείνο το μεγάλο ακατέργαστο ανώμαλο βραχώδες αυλάκι που το λένε δρόμον.
Παραδώσαμε τα θρανία, τα καθίσματα, δώσαμε χριστουγιεννιάτικα παιχνίδια στα παιδάκια, έστω κι αν πολλά απ’ αυτά ήσαν μισοχαλασμένα, ήταν η μεγαλύτερη ευτυχία της ζωής τους αυτών των παιδιών γιατί ίσως να ήταν και η πρώτη φορά στη ζωή τους που έπαιρναν αυτοκινητάκια και παιχνίδια, τους μοιράσαμε μερική γραφική ύλη και τους ετοιμάσαμε σάντουϊτς και χυμούς, μας τραγούδησαν, χορέψαμε μαζί τους μερικούς παραδοσιακούς αφρικάνικους χορούς. Ξεκινήσαμε πολύ πρωϊ για να φτάσουμε κοντά τους, γύρω μετά το μεσημέρι. Μέσα σ’ αυτή την έρημη και άγονη περιοχή γευθήκαμε τη χαρά του Παραδείσου με τις μοναδικές στιγμές που ζήσαμε με τα αθώα παιδάκια που συναντήσαμε. Ο κόπος μας διαλύθηκε, όπως και ο φόβος μας για την επιστροφή. Πριν να νυκτώσει ξεκινήσαμε για την επιστροφή αρχίζοντας πάλι όλες τις προσευχές.
Στο μεταξύ συνέβησαν δύο πολύ παράξενα φαινόμενα, το πρώτον είναι ότι συνήθως επειδή είναι η εποχή των βροχών, κάποια στιγμή ενώ όλοι μας είμαστε έξω από την αίθουσα του Νηπιαγωγείου ο καιρός άλλαξε, μερικές αστραπές, μερικές βροντές κι οι πρώτες σταγόνες, μικροί μεγάλοι έτρεξαν όλοι να μπουν μέσα, γνωρίζοντας ότι θα ακολουθήσει δυνατή βροχή. Χωρίς να το καταλάβω έμεινα μόνος μου έξω κοιτάζοντας τον Ουρανό, και πριν να προλάβω να σκεφθώ ότι θα έχουμε σοβαρό πρόβλημα για επιστροφή, τα βαριά σύννεφα διαλύθησαν ξαφνικά κι ο ήλιος άρχισε να μας καίει. Κοίταζαν όλοι παράξενα τον Ουρανό, δεν κατάλαβαν τι είχε συμβεί, ήρθαν όλοι έξω. Άρχισαν οι ομιλίες, τα τραγούδια και οι χοροί. Σε κάποια στιγμή τελειώσαμε. Κάποιοι μας έφεραν να μας πωλήσουν ντομάτες, παραδοσιακό βούτηρο που φτιάχνουν με τα φυστίκια και μερικά εργόχειρα των μητέρων, τα αγοράσαμε όλα με 200 δολλάρια και τα μοιράσαμε στα παιδιά. Το βούτηρο το δώσαμε σε μια οικογένεια με δεκαπέντε παιδιάκια που έχουν τον ίδιο πατέρα με τέσσερις διαφορετικές μητέρες, η πολυγαμία στην Αφρική είναι ακόμη ένας δυνατός θεσμός που θα πάρει αρκετό χρόνο με τη βοήθεια της διδασκαλίας της Εκκλησίας μας να καταργηθεί και να υιοθετηθεί πλήρως η μονογαμία.
Το δεύτερο παράξενο φαινόμενο που μας εσυνέβη κατά την επιστροφή μας δεν είναι ότι δεν μας έσπασε κανένα λάστιχο ή να μας χαλάσει το αυτοκίνητο όταν πολλές φορές κτυπούσε από κάτω από τα αυλάκια, τις λαγκούβες και τα βράχια και τις μεγάλες πέτρες, αλλά ότι μέχρι να φύγουμε από το χωματόδρομο δεν είχε πέσει ούτε σταγόνα βροχής. Μόλις πιάσαμε τον άσφαλτο για να επιστρέψουμε στο Χαράρε, έβρεχε και μάλιστα δυνατά, ο δρόμος ήταν πλημυρισμένος. Και έβρεχε συνέχεια μέχρι την επιστροφή μας.
Όσο κι όμως κι αν μας βοηθάει ο Θεός υπάρχουν και πράγματα που φταίμε και εμείς για τις καθημερινές μας ταλαιπωρίες. Αφού άφησα τις κυρίες στο σπίτι τους, πήγα κατακουρασμένος και γεμάτος χώματα στη Μητρόπολη, μόλις είχε νυκτώσει. Δυστυχώς δεν είχαμε ρεύμα, είναι κάτι συνηθισμένο στη Ζιμπάμπουε, κι όταν δεν έχουμε ρεύμα δεν έχουμε ούτε νερό. Είναι κι αυτό κάτι συνηθισμένο, γι’ αυτό μετά το Αφγανιστάν, το Ιράκ και τη Σομαλία, τα Ηνωμένα Έθνη θεωρούν ως τη χειρότερη χώρα να ζεις τη Ζιμπάμπουε. Ο Θεός είναι μεγάλος. Θυμάμαι τον αγαπητό μου Καθηγητή Μακαριώτατον Άγιον Αλβανίας κ. Αναστάσιο που μας ξεσήκωσε κυριολεκτικά στα φοιτητικά μου χρόνια για την Ορθόδοξη Ιεραποστολή που μας έλεγε ” στην Αφρική να θυμάσθε τρία πράγματα: ΥΠΟΜΟΝΗ, ΥΠΟΜΟΝΗ,ΥΠΟΜΟΝΗ>>. Ο Θεός να μας προστατεύει όλους μας. Καλή και ευλογημένη χρονιά για όλους μας. Η Ιεραποστολή πρέπει να στηριχθεί και να συνεχισθεί