Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Το Ευαγγέλιο της Ημέρας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Το Ευαγγέλιο της Ημέρας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη, Φεβρουαρίου 06, 2014

Το Ευαγγέλιο της Ημέρας

Μαρκ. 12,38Καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς ἐν τῇ διδαχῇ αὐτοῦ· βλέπετε ἀπὸ τῶν γραμματέων τῶν θελόντων ἐν στολαῖς περιπατεῖν καὶ ἀσπασμοὺς ἐν ταῖς ἀγοραῖς
Μαρκ. 12,38Και τους έλεγε εις την διδασκαλίαν του· “προσέχετε από τους γραμματείς, οι οποίοι θέλουν να εμφανίζωνται και να περιπατούν με επισήμους και ειδικάς δι' αυτούς στολάς και επιδιώκουν τους τιμητικούς χαιρετισμούς εις τας αγοράς
 
Μαρκ. 12,39καὶ πρωτοκαθεδρίας ἐν ταῖς συναγωγαῖς καὶ πρωτοκλισίας ἐν τοῖς δείπνοις.
Μαρκ. 12,39και τα πρώτα καθίσματα εις τας συναγωγάς και τας πρώτας θέσεις εις τα δείπνα.
 
Μαρκ. 12,40οἱ κατεσθίοντες τὰς οἰκίας τῶν χηρῶν καὶ προφάσει μακρὰ προσευχόμενοι! οὗτοι λήψονται περισσότερον κρῖμα.
Μαρκ. 12,40Αυτοί είναι, που καταπατούν το δίκαιον και κατατρώγουν τα σπίτια και την περιουσίαν των χήρων και κατόπιν με υποκρισίαν πολλήν και με το πρόσχημα της ευσεβοίας κάνουν μακράς προσευχάς, δια να εξαπατούν τους άλλους. Αυτοί θα λάβουν μεγαλυτέραν καταδίκην, από οποιονδήποτε άλλον άρπαγα και κλέπτην”. (Και τούτο, διότι αυτοί εν επιγνώσει αμαρτάνουν, και, το ακόμη χειρότερον, καπηλεύονται την ευσέβειαν).
 
Μαρκ. 12,41Καὶ καθίσας ὁ Ἰησοῦς κατέναντι τοῦ γαζοφυλακίου ἐθεώρει πῶς ὁ ὄχλος βάλλει χαλκὸν εἰς τὸ γαζοφυλάκιον.
Μαρκ. 12,41Και τότε εκάθισεν ο Ιησούς απέναντι από τα κουτιά των ελεημοσυνών και έβλεπε πως ο λαός έρριπτε χάλκινα νομίσματα εις αυτό”.
 
Μαρκ. 12,42καὶ πολλοὶ πλούσιοι ἔβαλλον πολλά· καὶ ἐλθοῦσα μία χήρα πτωχὴ ἔβαλε λεπτὰ δύο, ὅ ἐστι κοδράντης.
Μαρκ. 12,42Και πολλοί πλούσιοι έρριπταν πολλά· Ηλθε όμως μία πτωχή χήρα και έριξε δύο λεπτά, δηλαδή ένα κοδράντην.
 
Μαρκ. 12,43καὶ προσκαλεσάμενος τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ εἶπεν αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἡ χήρα ἡ πτωχὴ αὕτη πλεῖον πάντων ἔβαλε τῶν βαλλόντων εἰς τὸ γαζοφυλάκιον·
Μαρκ. 12,43Και αφού επροσκάλεσε ο Κυριος τους μαθητάς του τους είπε· “σας διαβεβαιώνω, ότι αυτή η πτωχή χήρα έρριξε στο κουτί πολύ περισσότερα από όλους τους άλλους.
 
Μαρκ. 12,44πάντες γὰρ ἐκ τοῦ περισσεύοντος αὐτοῖς ἔβαλον· αὕτη δὲ ἐκ τῆς ὑστερήσεως αὐτῆς πάντα ὅσα εἶχεν ἔβαλεν, ὅλον τὸν βίον αὐτῆς.
Μαρκ. 12,44Διότι όλοι οι άλλοι έρριψαν από το περίσευμά των, αυτή δε από την πλήρη στέρησίν της· όλα όσα είχεν τα έρριψεν, όλο το βιο της”.

Δευτέρα, Μαρτίου 04, 2013

Αγιογραφικό ανάγνωσμα της 4ης Μαρτίου 2012

Το Ευαγγέλιο της Ημέρας
Μαρκ. 11,1Καὶ ὅτε ἐγγίζουσιν εἰς Ἱερουσαλὴμ εἰς Βηθσφαγῆ καὶ Βηθανίαν πρὸς τὸ ὄρος τῶν ἐλαιῶν, ἀποστέλλει δύο τῶν μαθητῶν αὐτοῦ
Μαρκ. 11,1Και όταν επλησίασαν εις την Ιερουσαλήμ, εκεί που ήταν η Βηθσφαγή και Βηθανία, κοντά στο όρος των Ελαιών, έστειλε ο Κυριος δύο από τους μαθητάς του
 
Μαρκ. 11,2καὶ λέγει αὐτοῖς· ὑπάγετε εἰς τὴν κώμην τὴν κατέναντι ὑμῶν, καὶ εὐθέως εἰσπορευόμενοι εἰς αὐτὴν εὑρήσετε πῶλον δεδεμένον, ἐφ᾿ ὃν οὐδεὶς ἀνθρώπων κεκάθικε· λύσαντες αὐτὸν ἀγάγετε.
Μαρκ. 11,2και τους είπε· “πηγαίνετε στο χωριό, που είναι απέναντί σας, και αμέσως καθώς θα μπαίνετε εις αυτό, θα βρήτε ένα πουλάρι δεμένο, επάνω στο οποίον κανένας άνθρωπος έως τώρα δεν έχει καθίσει. Λύστε το και φέρτε το εδώ.
 
Μαρκ. 11,3καὶ ἐάν τις ὑμῖν εἴπῃ· τί ποιεῖτε τοῦτο; εἴπατε ὅτι ὁ Κύριος αὐτοῦ χρείαν ἔχει, καὶ εὐθέως αὐτὸν ἀποστέλλει πάλιν ὧδε.
Μαρκ. 11,3Και εάν κανείς σας ερωτήση, διατί το κάμνετε αυτό; Ειπέτε του, ότι ο Κυριος το χρειάζεται, και πολύ σύντομα θα το ξαναστείλη πάλιν εδώ”.
 
Μαρκ. 11,4ἀπῆλθον δὲ καὶ εὗρον τὸν πῶλον δεδεμένον πρὸς τὴν θύραν ἔξω ἐπὶ τοῦ ἀμφόδου, καὶ λύουσιν αὐτόν.
Μαρκ. 11,4Επήγαν πράγματι οι μαθηταί και ευρήκαν το πουλάρι δεμένο εις την θύραν έξω προς το μέρος του δρόμου και το έλυσαν.
 
Μαρκ. 11,5καί τινες τῶν ἐκεῖ ἑστηκότων ἔλεγον αὐτοῖς· τί ποιεῖτε λύοντες τὸν πῶλον;
Μαρκ. 11,5Και μερικοί από εκείνους που έστεκαν εκεί, έλεγαν εις αυτούς· “τι κάνετε και λύετε το πουλάρι;”
 
Μαρκ. 11,6οἱ δὲ εἶπον αὐτοῖς καθὼς ἐνετείλατο ὁ Ἰησοῦς, καὶ ἀφῆκαν αὐτούς.
Μαρκ. 11,6Εκείνοι δε απήντησαν, όπως τους είχε παραγγείλει ο Ιησούς και τους αφήκαν.
 
Μαρκ. 11,7καὶ ἤγαγον τὸν πῶλον πρὸς τὸν Ἰησοῦν καὶ ἐπέβαλον αὐτῷ τὰ ἱμάτια αὐτῶν, καὶ ἐκάθισεν ἐπ᾿ αὐτῷ.
Μαρκ. 11,7Και έφεραν το πουλάρι προς τον Ιησούν και έβαλαν επάνω εις αυτό τα ενδύματά των και εκάθισεν ο Ιησούς εις αυτό.
 
Μαρκ. 11,8πολλοὶ δὲ τὰ ἱμάτια αὐτῶν ἔστρωσαν εἰς τὴν ὁδόν, ἄλλοι δὲ στοιβάδας ἔκοπτον ἐκ τῶν δένδρων καὶ ἐστρώννυον εἰς τὴν ὁδόν.
Μαρκ. 11,8Πολλοί δε έστρωναν τα ενδύματά των στον δρόμον δια να περάση ο Ιησούς, άλλοι δε έκοβαν από τα δένδρα πυκνόφυλλα κλωνάρια και τα έστρωναν στον δρόμον.
 
Μαρκ. 11,9καὶ οἱ προάγοντες καὶ οἱ ἀκολουθοῦντες ἔκραζον λέγοντες· ὡσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.
Μαρκ. 11,9Και εκείνοι που επήγαιναν μπροστά και εκείνοι που ακολουθούσαν (καταληφθέντες από ακράτητον ενθουσιασμόν) εφώναζαν δυνατά και έλεγαν· “δόξα και ύμνος· ευλογημένος ας είναι ο Μεσσίας, που έρχεται εν ονόματι Κυρίου, δια να σώση τον κόσμον.
 
Μαρκ. 11,10εὐλογημένη ἡ ἐρχομένη βασιλεία ἐν ὀνόματι Κυρίου τοῦ πατρός ἡμῶν Δαυΐδ· ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις.
Μαρκ. 11,10Ευλογημένη να είναι η βασιλεία του προπάτορός μας Δαυΐδ, η οποία έρχεται εν ονόματι Κυρίου· δοξολογίαν ας ψάλλουν οι άγγελοι, που είναι εν υψίστοις”.
 
Μαρκ. 11,11Καὶ εἰσῆλθεν εἰς Ἱεροσόλυμα ὁ Ἰησοῦς καὶ εἰς τὸ ἱερόν· καὶ περιβλεψάμενος πάντα, ὀψίας ἤδη οὔσης τῆς ὥρας, ἐξῆλθεν εἰς Βηθανίαν μετὰ τῶν δώδεκα.
Μαρκ. 11,11Και εισήλθεν εις Ιεροσόλυμα ο Ιησούς και στο ιερόν· και αφού παρετήρησε τριγύρω όλα, επειδή η ώρα ήτο πλέον προχωρημένη, εβγήκεν εις την Βηθανίαν μαζή με τους δώδεκα.

Ο Απόστολος  της Ημέρας
Α Ιω. 2,18Παιδία, ἐσχάτη ὥρα ἐστί, καὶ καθὼς ἠκούσατε ὅτι ὁ ἀντίχριστος ἔρχεται, καὶ νῦν ἀντίχριστοι πολλοὶ γεγόνασιν· ὅθεν γινώσκομεν ὅτι ἐσχάτη ὥρα ἐστὶν
Α Ιω. 2,18Παιδιά μου, τελευταία και κρίσιμος είναι η σημερινή εποχή. Και καθώς έχετε ακούσει από την διδασκαλίαν των Αποστόλων, ότι ο αντίχριστος έρχεται· και τώρα πολλοί αντίχριστοι, πλανεμένοι και αιρετικοί, όργανα του αντιχρίστου έχουν έλθει. Από αυτό, λοιπόν, μανθάνομεν, ότι είναι κρίσιμος η εποχή μας.
 
Α Ιω. 2,19ἐξ ἡμῶν ἐξῆλθον, ἀλλ᾿ οὐκ ἦσαν ἐξ ἡμῶν· εἰ γὰρ ἦσαν ἐξ ἡμῶν, μεμενήκεισαν ἂν μεθ᾿ ἡμῶν· ἀλλ᾿ ἵνα φανερωθῶσιν ὅτι οὐκ εἰσὶ πάντες ἐξ ἡμῶν.
Α Ιω. 2,19Αυτοί δε οι αντίχριστοι από ημάς τους Χριστιανούς εβγήκαν και απεμακρύνθησαν από την Εκκλησίαν. Αλλά δεν ήσαν πράγματι από ημάς, δεν υπήρξαν ποτέ γνήσιοι και άδολοι Χριστιανοί, διότι εάν ήσαν από ημάς, αληθινά πιστοί στον Χριστόν, θα είχαν μείνει μαζή μας. Κιβδηλοι όμως καθώς ήσαν, εξέκοψαν και απεμακρύνθησαν από την Εκκλησίαν του Χριστού, δια να φανερωθούν ότι δεν ήσαν όλοι τους από ημάς.
 
Α Ιω. 2,20καὶ ὑμεῖς χρῖσμα ἔχετε ἀπὸ τοῦ ἁγίου, καὶ οἴδατε πάντα.
Α Ιω. 2,20Αυτήν άλλως τε την γνώσιν και διάκρισιν την έχετε και σεις. Σεις έχετε πράγματι πάρει κατά την ώραν του βαπτίσματος σας πνευματικόν χρίσμα, από τον άγιον, τον Ιησούν Χριστόν. Και με τον φωτισμόν αυτόν του Πνεύματος γνωρίζετε όλα τα αναφερόμενα εις την σωτηρίαν (και ημπορείτε να διακρίνετε την πλάνην και την αίρεσιν).
 
Α Ιω. 2,21οὐκ ἔγραψα ὑμῖν ὅτι οὐκ οἴδατε τὴν ἀλήθειαν, ἀλλ᾿ ὅτι οἴδατε αὐτήν, καὶ ὅτι πᾶν ψεῦδος ἐκ τῆς ἀληθείας οὐκ ἔστι.
Α Ιω. 2,21Τα παρά πάνω σας τα έφραψα όχι διότι δεν γνωρίζετε την αλήθειαν, αλλ' αντιθέτως, διότι την γνωρίζετε και διότι κανένα ψεύδος δεν προέρχεται ποτέ από την αλήθειαν.
 
Α Ιω. 2,22τίς ἐστιν ὁ ψεύστης εἰ μὴ ὁ ἀρνούμενος ὅτι Ἰησοῦς οὐκ ἔστιν ὁ Χριστός; οὗτός ἐστιν ὁ ἀντίχριστος, ὁ ἀρνούμενος τὸν πατέρα καὶ τὸν υἱόν.
Α Ιω. 2,22Ποίος δε είναι ο ψεύτης, παρά μόνον εκείνος που αρνείται, ότι ο Ιησούς είναι ο ενανθρωπήσας Υιός του Θεού, ο Χριστός; Αυτός είναι πράγματι ο αντίχριστος και ο οπαδός του αντιχρίστου, αυτός που αρνείται τον Θεόν Πατέρα και τον ενανθρωπήσαντα Υιόν.
 
Α Ιω. 2,23πᾶς ὁ ἀρνούμενος τὸν υἱὸν οὐδὲ τὸν πατέρα ἔχει.
Α Ιω. 2,23Καθένας που αρνείται τον Υιόν και δεν τον δέχεται ως τον σαρκωθέντα Λογον και λυτρωτήν του κόσμου, δεν έχει ούτε κι τον Πατέρα.
 
Α Ιω. 2,24Ὑμεῖς οὖν ὃ ἠκούσατε ἀπ᾿ ἀρχῆς, ἐν ὑμῖν μενέτω. ἐὰν ἐν ὑμῖν μείνῃ ὃ ἀπ᾿ ἀρχῆς ἠκούσατε, καὶ ὑμεῖς ἐν τῷ υἱῷ καὶ ἐν τῷ πατρὶ μενεῖτε.
Α Ιω. 2,24Σεις, λοιπόν, αυτό που έχετε ακούσει από την αρχήν της επιστροφής σας προς τον Χριστόν, κρατήσατέ το καλά ώστε να μένη έντος σας. Εάν δε μείνη μέσα σας αυτό που απ' αρχής έχετε ακούσει, και σεις τότε θα μένετε εν τω Υιώ και εν τω Πατρί εις στενήν σχέσιν και κοινωνίαν.
 
Α Ιω. 2,25καὶ αὕτη ἐστὶν ἡ ἐπαγγελία ἣν αὐτὸς ἐπηγγείλατο ἡμῖν, τὴν ζωὴν τὴν αἰώνιον.
Α Ιω. 2,25Και αυτή είναι η υπόσχεσις, την οποίαν ο ίδιος ο Χριστός μας υποσχέθη, η ζωή δηλαδή η αιώνιος, η τελεία και ακατάλυτος ένωσίς μας και κοινωνία με τον Θεόν.
 
Α Ιω. 2,26Ταῦτα ἔγραψα ὑμῖν περὶ τῶν πλανώντων ὑμᾶς.
Α Ιω. 2,26Αυτά έκρινα να σας γάψω δι' εκείνους, που προσπαθούν να σας παραπλανήσουν με τας αιρετικάς των διδασκαλίας.
 
Α Ιω. 2,27καὶ ὑμεῖς, τὸ χρῖσμα ὃ ἐλάβατε ἀπ᾿ αὐτοῦ, ἐν ὑμῖν μένει, καὶ οὐ χρείαν ἔχετε ἵνα τις διδάσκῃ ὑμᾶς, ἀλλ᾿ ὡς τὸ αὐτὸ χρῖσμα διδάσκει ὑμᾶς περὶ πάντων, καὶ ἀληθές ἐστι καὶ οὐκ ἔστι ψεῦδος, καὶ καθὼς ἐδίδαξεν ὑμᾶς μενεῖτε ἐν αὐτῷ.
Α Ιω. 2,27Και σεις έχετε το πνευματικόν χρίσμα, το Αγιον Πνεύμα με τας δωρεάς του που ελάβατε από τον Χριστόν και μένει μέσα σας. Και δι' αυτό δεν έχετε ανάγκην να σας διδάξη κανένας άνθρωπος, αλλ' όπως αυτό τούτο το πνευματικόν χρίσμα σας διδάσκει για όλα, και κάθε τι που διδάσκει είναι απολύτως αληθινό και δεν είναι ψευδές, και καθώς εξ αρχής σας έχει διδάξει, έτσι πρέπει να μένετε εν τω Χριστώ και να κρατήτε την αλήθειαν, που το Πνεύμα σας έχει αποκαλύψει.
 
Α Ιω. 2,28Καὶ νῦν, τεκνία, μένετε ἐν αὐτῷ, ἵνα ὅταν φανερωθῇ ἔχω μεν παῤῥησίαν καὶ μὴ αἰσχυνθῶμεν ἀπ᾿ αὐτοῦ ἐν τῇ παρουσίᾳ αὐτοῦ.
Α Ιω. 2,28Και τώρα, λοιπόν, παιδιά μου, μένετε σταθεροί και ηνωμένοι με τον Χριστόν, ώστε, όταν κατά την Δευτέραν Παρουσίαν του φανερωθή ενδόξως, να έχωμεν θάρρος απέναντί του και να μη εντροπιασθώμεν (αποφεύγοντες αυτόν), ένεκα αμαρτίας και ενόχης, κατά την Δευτέραν του Παρουσίαν.
 
Α Ιω. 2,29ἐὰν εἰδῆτε ὅτι δίκαιός ἐστι, γινώσκετε ὅτι πᾶς ὁ ποιῶν τὴν δικαιοσύνην ἐξ αὐτοῦ γεγέννηται.
Α Ιω. 2,29Εφ' όσον δε ξεύρετε καλά, ότι ο Χριστός είναι δίκαιος, γνωρίζετε επίσης από την προσωπικήν σας πείραν ότι καθένας, ο οποίος εφαρμόζει την δικαιοσύνην εις την ζωήν του, έχει γεννηθή και αναγεννηθή από αυτόν.
 
Α Ιω. 3,1Ἴδετε ποταπὴν ἀγάπην δέδωκεν ἡμῖν ὁ πατὴρ ἵνα τέκνα Θεοῦ κληθῶμεν. διὰ τοῦτο ὁ κόσμος οὐ γινώσκει ἡμᾶς, ὅτι οὐκ ἔγνω αὐτόν.
Α Ιω. 3,1Ιδέτε πόσον πλουσίαν και θαυμαστήν αγάπην μας έχει δώσει ο Πατήρ, ώστε να ονομασθώμεν τέκνα του Θεού. Δια τούτο ο κόσμος δεν μας κατανοεί, διότι δεν εγνώρισε και δεν κατενόησεν τον Θεόν, προς τον οποίον, καθό τέκνα του, ομοιάζομεν.
 
Α Ιω. 3,2Ἀγαπητοί, νῦν τέκνα Θεοῦ ἐσμεν, καὶ οὕπω ἐφανερώθη τί ἐσόμεθα· οἴδαμεν δὲ ὅτι ἐάν φανερωθῇ, ὅμοιοι αὐτῷ ἐσόμεθα, ὅτι ὀψόμεθα αὐτὸν καθώς ἐστι.
Α Ιω. 3,2Αγαπητοί, τώρα είμεθα τέκνα του Θεού, αλλ' ακόμη δεν έχει φανερωθή τι θα είμεθα στο μέλλον. Γνωρίζομεν όμως ότι όταν ο Χριστός φανερωθή με όλην αυτού την δόξαν, θα γίνωμεν και ημείς όμοιοι με αυτόν κατά την δόξαν, διότι θα τον ίδωμεν όπως είναι εις όλην του την θείαν δόξαν, η οποία θα είναι και ιδική μας δόξα.
 
Α Ιω. 3,3καὶ πᾶς ὁ ἔχων τὴν ἐλπίδα ταύτην ἐπ᾿ αὐτῷ ἁγνίζει ἑαυτόν, καθὼς ἐκεῖνος ἁγνός ἐστι.
Α Ιω. 3,3Και ο καθένας που έχει και κρατεί σφικτά αυτήν την ελπίδα στον Χριστόν, καθαρίζει και κρατεί τον ευατόν του αγνόν από κάθε αμαρτίαν, όπως και εκείνος είναι ο απόλυτα καθαρός και άγιος.
 
Α Ιω. 3,4Πᾶς ὁ ποιῶν τὴν ἁμαρτίαν καὶ τὴν ἀνομίαν ποιεῖ, καὶ ἡ ἁμαρτία ἐστὶν ἡ ἀνομία.
Α Ιω. 3,4Καθένας, ο οποίος πράττει την αμαρτίαν, διαπράττει και την παρανομίαν, διότι καταπατεί τον νόμον του Θεού. Και η αμαρτία είναι καταπάτησις του θείου Νομου.
 
Α Ιω. 3,5καὶ οἴδατε ὅτι ἐκεῖνος ἐφανερώθη ἵνα τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν ἄρῃ, καὶ ἁμαρτία ἐν αὐτῷ οὐκ ἔστι.
Α Ιω. 3,5Γνωρίζετε δε, ότι ο Χριστός εφανερώθη ως άνθρωπος εις την γην, δια να πάρη επάνω του και εξαλείψη τας αμαρτίας μας, και αμαρτίας δεν υπάρχει καμμιά εις αυτόν, διότι είναι άγιος και απολύτως αναμάρτητος.
 
Α Ιω. 3,6πᾶς ὁ ἐν αὐτῷ μένων οὐχ ἁμαρτάνει· πᾶς ὁ ἁμαρτάνων οὐχ ἑώρακεν αὐτὸν οὐδὲ ἔγνωκεν αὐτόν.
Α Ιω. 3,6Καθένας που έχει κοινωνίαν με αυτόν και μένει εν τη κοινωνία με αυτόν, δεν αμαρτάνει. Καθένας όμως που αμαρτάνει, δεν τον έχει αισθανθή με τα μάτια της ψυχής του και δεν τον έχει γνωρίσει ως Θεόν και λυτρωτήν του.
 
Α Ιω. 3,7Τεκνία, μηδεὶς πλανάτω ὑμᾶς· ὁ ποιῶν τὴν δικαιοσύνην δίκαιός ἐστι, καθὼς ἐκεῖνος δίκαιός ἐστιν·
Α Ιω. 3,7Αγαπητά μου παιδιά, ας μη σας παραπλανά και σας εξαπατά κανείς με παραπλανητικάς και δολίας διδασκαλίας. Εκείνος που τηρεί δικαιοσύνην και έχει βίον ενάρετον, είναι δίκαιος, όπως και ο Κυριος ημών Ιησούς Χριστός είναι δίκαιος.
 
Α Ιω. 3,8ὁ ποιῶν τὴν ἁμαρτίαν ἐκ τοῦ διαβόλου ἐστίν, ὅτι ἀπ᾿ ἀρχῆς ὁ διάβολος ἁμαρτάνει. εἰς τοῦτο ἐφανερώθη ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἵνα λύσῃ τὰ ἔργα τοῦ διαβόλου.
Α Ιω. 3,8Εκείνος που επιμένει να πράττη την αμαρτίαν είναι από τον διάβολον, διότι ο διάβολος εξ αρχής με πείσμα εναντίον του Θεού αμαρτάνει. Δι' αυτόν δε τον σκοπόν ο Υιός του Θεού εφανερώθη ως άνθρωπος επί της γης, δια να καταλύση και καταστρέψη εντελώς τα έργα του διαβόλου.
 
 

Δευτέρα, Ιανουαρίου 07, 2013

Σύναξις Ιωάννου του Προδρόμου και Βαπτιστού 07/01/2012 Το Ευαγγέλιο Κατά Ιωάννην (α΄ 29-34)


agios_ioannis


Τῷ καιρῷ εκείνω, βλέπει ὁ Ἰωάννης τὸν Ἰησοῦν ἐρχόμενον πρὸς αὐτὸν καὶ λέγει· ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου. Οὗτός ἐστι περὶ οὗ ἐγὼ εἶπον· ὀπίσω μου ἔρχεται ἀνὴρ ὃς ἔμπροσθέν μου γέγονεν, ὅτι πρῶτός μου ἦν. Κἀγὼ οὐκ ᾔδειν αὐτόν, ἀλλ' ἵνα φανερωθῇ τῷ Ἰσραήλ, διὰ τοῦτο ἦλθον ἐγὼ ἐν τῷ ὕδατι βαπτίζων.
Καὶ ἐμαρτύρησεν Ἰωάννης λέγων ὅτι τεθέαμαι τὸ Πνεῦμα καταβαῖνον ὡς περιστερὰν ἐξ οὐρανοῦ, καὶ ἔμεινεν ἐπ' αὐτόν. Κἀγὼ οὐκ ᾔδειν αὐτόν, ἀλλ' ὁ πέμψας με βαπτίζειν ἐν ὕδατι, ἐκεῖνός μοι εἶπεν· ἐφ' ὃν ἂν ἴδῃς τὸ Πνεῦμα καταβαῖνον καὶ μένον ἐπ' αὐτόν, οὗτός ἐστιν ὁ βαπτίζων ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ. Κἀγὼ ἑώρακα καὶ μεμαρτύρηκα ὅτι οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ.

Απόδοση στη νεοελληνική:
Τον καιρό εκείνο, βλέπει ὁ Ἰωάννης τὸν Ἰησοῦν νὰ ἔρχεται πρὸς αὐτὸν καὶ λέγει, «Νά ὁ Ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ποὺ σηκώνει τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου. Αὐτὸς εἶναι διὰ τὸν ὁποῖον ἐγὼ εἶπα, «Ὕστερα ἀπὸ ἐμὲ ἔρχεται κάποιος, ποὺ εἶναι ἀνώτερός μου, διότι ὑπῆρχε πρὶν ἀπὸ ἐμέ». Καὶ ἐγὼ ὁ ἴδιος δὲν τὸν ἤξερα, ἀλλὰ διὰ νὰ γίνῃ φανερὸς εἰς τὸν Ἰσραήλ, διὰ τοῦτο ἦλθα ἐγὼ νὰ βαπτίζω μὲ νερό».
Καὶ ὁ Ἰωάννης ἔδωσε μαρτυρίαν, καὶ εἶπε, «Εἶδα τὸ Πνεῦμα νὰ κατεβαίνῃ σὰν περιστερὰ ἀπὸ τὸν οὐρανόν καὶ ἔμεινε ἐπάνω του. Ἐγὼ δὲν τὸν ἤξερα, ἀλλ’ ἐκεῖνος ποὺ μὲ ἔστειλε νὰ βαπτίζω μὲ νερό, ἐκεῖνος μοῦ εἶπε, «Εἰς ὅποιον θὰ ἰδῇς νὰ κατεβαίνῃ τὸ Πνεῦμα καὶ νὰ μένῃ ἐπάνω του, αὐτὸς εἶναι ποὺ βαπτίζει μὲ Πνεῦμα Ἅγιον». Καὶ ἐγὼ εἶδα καὶ ἐμαρτύρησα ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ».


 πηγή

Τρίτη, Οκτωβρίου 16, 2012

Tό ἁγιογραφικό ἀνάγνωσμα της Τετάρτης 17-10-12.


Ἡ καθημερινή μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς εἶναι ἀπαραίτητη γιά τόν Χριστιανό. Ὅπως ὁ ἄρτος γιά τό σῶμα ἔτσι καί ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ γιά τήν ψυχή ἀποτελεῖ ζωτική ἀνάγκη. Ὁ Κύριος μᾶς εἶπε ὅτι ὁ ἄνθρωπος δέν ζεῖ μόνο μέ ψωμί. ἀλλά καί μέ κάθε λόγο πού ἐκπορεύεται ἀπό τό στόμα τοῦ Θεοῦ (Ματθ. 4, 4): «Οὐκ ἐπ’ ἄρτῳ μόνο ζήσεται ἄνθρωπος ἀλλ’ ἐπί παντί ρήματι ἐκπορευομένῳ διά στόματος Θεοῦ». Εἴθε καθημερινά νά μελετοῦμε τό λόγο Του καί νά τρέφουμε τήν ψυχή μας μ’ αὐτόν. Μαζί μέ τά Ἅγια Μυστήρια καί τόν Πνευματικό ἀγῶνα, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ συντηρεῖ ἀναμμένη τήν λαμπάδα τῆς πίστεως μέσα μας καί μᾶς καθιστᾶ ζωντανά κυτταρα τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι ἡ Ἁγία Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας. Σύν Θεῷ θά ἀναρτῶνται τά ἀναγνώσματα πού ἔχει ὁρίσει ἡ Ἁγία Μας Ἐκκλησία νά ἀναγινώσκονται καθημερινά ἀπό τούς Χριστιανούς γιά τό 2012. Κάνετε κλίκ πάνω στήν εἰκόνα καί μεγενθύνετε γιά νά διαβάσετε τό κείμενο.
Απόστολος: Προς Κορινθίους Α΄ κεφ. ιε΄ 39 - 45
δ΄ 39 - 45

Ευαγγέλιον: Κατά Λουκάν κεφ. Θ΄ 44 - 50
Θ΄ 44 - 50

Ευχαριστοῦμε τήν ἀδελφότητα Θεολόγων «Ὁ Σωτήρ» γιά τήν ὁλοπρόθυμη ἄδεια χρήσης καί ἀναδημοσίευσης τοῦ κειμένου μετά τῆς συντόμου ἑρμηνείας, πού ἔχει ἐκπονήσει ὁ μακαριστός Θεολόγος Π. Τρεμπέλας.

Δευτέρα, Οκτωβρίου 15, 2012

Tό ἁγιογραφικό ἀνάγνωσμα της Τρίτης 16-10-12.


Ἡ καθημερινή μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς εἶναι ἀπαραίτητη γιά τόν Χριστιανό. Ὅπως ὁ ἄρτος γιά τό σῶμα ἔτσι καί ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ γιά τήν ψυχή ἀποτελεῖ ζωτική ἀνάγκη. Ὁ Κύριος μᾶς εἶπε ὅτι ὁ ἄνθρωπος δέν ζεῖ μόνο μέ ψωμί. ἀλλά καί μέ κάθε λόγο πού ἐκπορεύεται ἀπό τό στόμα τοῦ Θεοῦ (Ματθ. 4, 4): «Οὐκ ἐπ' ἄρτῳ μόνο ζήσεται ἄνθρωπος ἀλλ' ἐπί παντί ρήματι ἐκπορευομένῳ διά στόματος Θεοῦ». Εἴθε καθημερινά νά μελετοῦμε τό λόγο Του καί νά τρέφουμε τήν ψυχή μας μ' αὐτόν. Μαζί μέ τά Ἅγια Μυστήρια καί τόν Πνευματικό ἀγῶνα, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ συντηρεῖ ἀναμμένη τήν λαμπάδα τῆς πίστεως μέσα μας καί μᾶς καθιστᾶ ζωντανά κυτταρα τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι ἡ Ἁγία Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας. Σύν Θεῷ θά ἀναρτῶνται τά ἀναγνώσματα πού ἔχει ὁρίσει ἡ Ἁγία Μας Ἐκκλησία νά ἀναγινώσκονται καθημερινά ἀπό τούς Χριστιανούς γιά τό 2012. Κάνετε κλίκ πάνω στήν εἰκόνα καί μεγενθύνετε γιά νά διαβάσετε τό κείμενο.


Απόστολος: Προς Κολασσαείς κεφ. δ΄ 5 - 11 & 14 - 18

δ΄ 5 - 11 & 14 - 18
Ευαγγέλιον: Κατά Λουκάν κεφ. Ι΄ 16 - 21

Ι΄ 16 - 21
Ευχαριστοῦμε τήν ἀδελφότητα Θεολόγων «Ὁ Σωτήρ» γιά τήν ὁλοπρόθυμη ἄδεια χρήσης καί ἀναδημοσίευσης τοῦ κειμένου μετά τῆς συντόμου ἑρμηνείας, πού ἔχει ἐκπονήσει ὁ μακαριστός Θεολόγος Π. Τρεμπέλας.

Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 14, 2012

Το Ευαγγέλιο και ο Απόστολος της σημερινής Εορτής

Το Ευαγγέλιο της Εορτής

Ιω. 19,6καὶ λέγει αὐτοῖς· ἴδε ὁ ἄνθρωπος. ὅτε οὖν εἶδον αὐτὸν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ ὑπηρέται, ἐκραύγασαν λέγοντες· σταύρωσον σταύρωσον αὐτόν. λέγει αὐτοῖς ὁ Πιλᾶτος· λάβετε αὐτὸν ὑμεῖς καὶ σταυρώσατε· ἐγὼ γὰρ οὐχ εὑρίσκω ἐν αὐτῷ αἰτίαν.
Ιω. 19,6Και λέγει εις αυτούς ο Πιλάτος· “ιδού, ο άνθρωπος. Ιδετε εις ποίαν τραγικήν κατάστασιν τον έφερα προς χάριν σας με το μαστίγωμα και τους εμπαγμούς των στρατιωτών”. Οταν όμως τον είδαν οι αρχιερείς και οι υπηρέται του συνεδρίου, ασυγκίνητοι από το θέαμα του πάσχοντος αθώου, εφώναξαν δυνατά με μανίαν λέγοντες· “σταύρωσέ τον, σταύρωσέ τον”. Τους απήντησε ο Πιλάτος· “πάρτε τον σεις και σταυρώστε τον, διότι εγώ δεν ευρίσκω καμμίαν ενοχήν, ώστε να τον καταδικάσω εις σταυρικόν θάνατον”.
 
Ιω. 19,7ἀπεκρίθησαν αὐτῷ οἱ Ἰουδαῖοι· ἡμεῖς νόμον ἔχομεν, καὶ κατὰ τὸν νόμον ἡμῶν ὀφείλει ἀποθανεῖν, ὅτι ἑαυτὸν Θεοῦ υἱὸν ἐποίησεν.
Ιω. 19,7Του απήντησαν οι Ιουδαίοι· “ημείς έχομεν νόμον, τον οποίον και αυτό το ρωμαϊκόν κράτος σέβεται, και σύμφωνα με τον νόμον μας πρέπει αυτός να πεθάνη, διότι έκαμε τον ευατόν του Υιόν Θεού και έδειξε έτσι θανάσιμον ασέβειαν κατά του Θεού”.
 
Ιω. 19,8Ὅτε οὖν ἤκουσεν ὁ Πιλᾶτος τοῦτον τὸν λόγον, μᾶλλον ἐφοβήθη,
Ιω. 19,8Ο Πιλάτος, ειδωλολάτρης καθώς ήτο και επίστευεν εις πολλούς θεούς και τέκνα θεών, όταν ήκουσε τα λόγια αυτά των Εβραίων, εφοβήθη ακόμη περισσότερον.
 
Ιω. 19,9καὶ εἰσῆλθεν εἰς τὸ πραιτώριον πάλιν καὶ λέγει τῷ Ἰησοῦ· πόθεν εἶ σύ; ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀπόκρισιν οὐκ ἔδωκεν αὐτῷ.
Ιω. 19,9Και εισήλθεν πάλιν στο πραιτώριον και λέγει στον Ιησούν· “από που είσαι συ; Είσαι πράγματι παιδί θεού;” Ο Ιησούς όμως δεν του έδωσε απάντησιν.
 
Ιω. 19,10λέγει οὖν αὐτῷ ὁ Πιλᾶτος· ἐμοὶ οὐ λαλεῖς; οὐκ οἶδας ὅτι ἐξουσίαν ἔχω σταυρῶσαί σε καὶ ἐξουσίαν ἔχω ἀπολῦσαί σε;
Ιω. 19,10Λεγει τότε εις αυτόν ο Πιλάτος· “εις εμέ δεν ομιλείς; Δεν ξεύρεις ότι έχω εξουσίαν να σε σταυρώσω και εξουσίαν έχω να σε αφήσω ελεύθερον;”
 
Ιω. 19,11ἀπεκρίθη Ἰησοῦς· οὐκ εἶχες ἐξουσίαν οὐδεμίαν κατ᾿ ἐμοῦ, εἰ μὴ ἦν σοι δεδομένον ἄνωθεν· διὰ τοῦτο ὁ παραδιδούς μέ σοι μείζονα ἁμαρτίαν ἔχει.
Ιω. 19,11Απήντησεν ο Ιησούς· “Δεν θα είχες καμμίαν εξουσίαν εναντίον μου, εάν το δικαστικόν αξίωμα που κατέχεις σήμερα, δεν σου ήτο δοσμένο από τον Θεόν. Η ανοχή του Θεού σε αφίνει δικαστήν κατά τας ημέρας αυτάς και είσαι υποχρεωμένος να με δικάσης, αφού με έφεραν εμπρός σου ως κατηγορούμενον οι Ιουδαίοι. Δι' αυτό ο Καϊάφας και το συνέδριον των Εβραίων, που από φθόνον με παρέδωκαν εις τα χέρια σου, έχουν μεγαλυτέραν ενοχήν από σε, ο οποίος δεν τολμάς να αποδώσης δικαιοσύνην”.
 
Ιω. 19,13ὁ οὖν Πιλᾶτος ἀκούσας τοῦτον τὸν λόγον ἤγαγεν ἔξω τὸν Ἰησοῦν, καὶ ἐκάθισεν ἐπὶ τοῦ βήματος εἰς τόπον λεγόμενον Λιθόστρωτον, ἑβραϊστὶ δὲ Γαββαθᾶ·
Ιω. 19,13Ο Πιλάτος τότε, όταν ήκουσε τα λόγια αυτά των Ιουδαίων, που αποτελούσαν έμμεσον απειλήν εναντίον του, έφερε πάλιν έξω τον Ιησούν και αυτός εκάθισεν εις την δικαστικήν έδραν, που είχε τοποθετηθή την ώραν εκείνην εις τόπον λεγόμενον Λιθόστρωτον και εις την εβραϊκήν γλώσσαν Γαββαθά, δηλαδή ύψωμα.
 
Ιω. 19,14ἦν δὲ παρασκευὴ τοῦ πάσχα, ὥρα δὲ ὡσεὶ ἕκτη· καὶ λέγει τοῖς Ἰουδαίοις· ἴδε ὁ βασιλεὺς ὑμῶν.
Ιω. 19,14Η ημέρα δε εκείνη ήτο παραμονή δια την προπαρασκευήν και προετοιμασίαν του πάσχα. Η ώρα ήτο εξ περίπου από την ανατολήν του ηλίου, δηλαδή μεσημέρι. Και λέγει ο Πιλάτος στους Ιουδαίους· “ιδού, πως κατήντησεν ο βασιλεύς σας”.
 
Ιω. 19,15οἱ δὲ ἐκραύγασαν· ἆρον ἆρον, σταύρωσον αὐτόν. λέγει αὐτοῖς ὁ Πιλᾶτος· τὸν βασιλέα ὑμῶν σταυρώσω; ἀπεκρίθησαν οἱ ἀρχιερεῖς· οὐκ ἔχομεν βασιλέα εἰ μὴ Καίσαρα.
Ιω. 19,15Αυτοί δε, σκληροκάρδιοι και με φονικόν μίσος εις την καρδιάν των, εκραύγασαν· “πάρε τον από εδώ! Παρε τον από τα μάτια μας, να μην τον βλέπωμε, σταύρωσέ τον, σταύρωσέ τον”. Λεγει εις αυτούς ο Πιλάτος· “τον βασιλέα σας να σταυρώσω;” Απήντησαν οι αρχιερείς καταπατούντες την θρησκευτικήν των πίστιν και την εθνικήν των αξιοπρέπειαν· δεν έχομεν άλλον βασιλέα, παρά μόνον τον Καίσαρα”.
 
Ιω. 19,16τότε οὖν παρέδωκεν αὐτὸν αὐτοῖς ἵνα σταυρωθῇ.
Ιω. 19,16Τοτε ο Πιλάτος υπεχώρησε στο τυφλόν μίσος εκείνων και παρέδωκεν εις αυτούς τον Ιησούν, δια να σταυρωθή.
 
Ιω. 19,17Παρέλαβον δὲ τὸν Ἰησοῦν καὶ ἤγαγον· καὶ βαστάζων τὸν σταυρὸν αὐτοῦ ἐξῆλθεν εἰς τὸν λεγόμενον κρανίου τόπον, ὃς λέγεται ἑβραϊστὶ Γολγοθᾶ,
Ιω. 19,17Επήραν οι στρατιώται τον Ιησούν και τον ωδήγησαν στον τόπον της σταυρώσεως· και αυτός βαστάζων στον ώμον του τον σταυρόν του εβγήκεν έξω από την πόλιν και ήλθε στοποθεσίαν, που λέγεται Κρανίου τόπος, Εβραϊκά δε Γολγοθά.
 
Ιω. 19,18ὅπου αὐτὸν ἐσταύρωσαν, καὶ μετ᾿ αὐτοῦ ἄλλους δύο ἐντεῦθεν καὶ ἐντεῦθεν, μέσον δὲ τὸν Ἰησοῦν.
Ιω. 19,18Εκεί εσταύρωσαν αυτόν και μαζή του εσταύρωσαν δύο άλλους, ένα από το ένα μέρος και τον άλλον από το άλλο, στο μέσον δε των δύο κακούργων έβαλαν τον Ιησούν, δια να τον εξευτελίσουν περισσότερον.
 
Ιω. 19,19ἔγραψε δὲ καὶ τίτλον ὁ Πιλᾶτος καὶ ἔθηκεν ἐπὶ τοῦ σταυροῦ· ἦν δὲ γεγραμμένον· Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων.
Ιω. 19,19Εγραψε δε ο Πιλάτος και επιγραφήν και την έβαλε στο επάνω μέρος του σταυρού. Ητο δε γραμμένον εις αυτήν· “Ιησούς ο Ναζωραίος, ο βασιλεύς των Ιουδαίων”.
 
Ιω. 19,20τοῦτον οὖν τὸν τίτλον πολλοὶ ἀνέγνωσαν τῶν Ἰουδαίων, ὅτι ἐγγὺς ἦν τῆς πόλεως ὁ τόπος ὅπου ἐσταυρώθη ὁ Ἰησοῦς· καὶ ἦν γεγραμμένον ἑβραϊστί, ἑλληνιστί, ῥωμαϊστί.
Ιω. 19,20Αυτήν, λοιπόν, την επιγραφήν πολλοί από τους Εβραίους την εδιάβασαν, διότι ήτο κοντά εις την πόλιν ο τόπος όπου εσταυρώθη ο Ιησούς. Και ήτο γραμμένη εβραϊκά, ελληνικά και ρωμαϊκά.
 
Ιω. 19,25Οἱ μὲν οὖν στρατιῶται ταῦτα ἐποίησαν. εἱστήκεισαν δὲ παρὰ τῷ σταυρῷ τοῦ Ἰησοῦ ἡ μήτηρ αὐτοῦ καὶ ἡ ἀδελφὴ τῆς μητρὸς αὐτοῦ, Μαρία ἡ τοῦ Κλωπᾶ καὶ Μαρία ἡ Μαγδαληνή.
Ιω. 19,25Οι μεν στρατιώται αυτά έκαμαν. Εστάθηκαν δε πλησίον στον σταυρόν του Ιησού η μητέρα του και η αδελφή της μητέρας του, η Μαρία η γυναίκα του Κλωπά και η Μαρία η Μαγδαληνή.
 
Ιω. 19,26Ἰησοῦς οὖν ἰδὼν τὴν μητέρα καὶ τὸν μαθητὴν παρεστῶτα ὃν ἠγάπα, λέγει τῇ μητρὶ αὐτοῦ· γύναι, ἴδε ὁ υἱός σου.
Ιω. 19,26Ο Ιησούς τότε, όταν είδε την μητέρα του και τον μαθητήν, τον οποίον ιδιαιτέρως αγαπούσε, να στέκη εκεί κοντά, είπεν εις την μητέρα του· “γύναι, αυτός θα είναι ο υιός σου απ' εδώ και πέρα”.
 
Ιω. 19,27εἶτα λέγει τῷ μαθητῇ· ἰδοὺ ἡ μήτηρ σου. καὶ ἀπ᾿ ἐκείνης τῆς ὥρας ἔλαβεν ὁ μαθητὴς αὐτὴν εἰς τὰ ἴδια.
Ιω. 19,27Επειτα λέγει στον μαθητήν· “ιδού η μητέρα σου”. Και από εκείνην την ώρα επήρεν αυτήν ο μαθητής στο σπίτι του.
 
Ιω. 19,28Μετὰ τοῦτο εἰδὼς ὁ Ἰησοῦς ὅτι πάντα ἤδη τετέλεσται, ἵνα τελειωθῇ ἡ γραφή, λέγει· διψῶ.
Ιω. 19,28Επειτα από το συμβάν αυτό ο Ιησούς, αφού εγνώρισε καθαρώτατα ότι όλα όσα είχαν προείπει οι προφήται και όσα άλλα είχε προαποφασίσει η αγαθότης και η δικαιοσύνη του Θεού εξεπληρώθησαν τελείως, δια να επαληθεύση η Γραφή εξ ολοκλήρου, μέχρι και της τελευταίας λεπτομερείας είπε· “διψώ”.
 
Ιω. 19,30ὅτε οὖν ἔλαβε τὸ ὄξος ὁ Ἰησοῦς εἶπε, τετέλεσται, καὶ κλίνας τὴν κεφαλὴν παρέδωκε τὸ πνεῦμα.
Ιω. 19,30Οταν, λοιπόν, ο Ιησούς επήρε το ξύδι, είπε· “όλα έχουν πλέον τελειώσει· το άγιον σχέδιον του Θεού και όλαι αι προφητείαι έχουν εκπληρωθή. Η σωτηρία των ανθρώπων είναι πλέον γεγονός βεβαιότατον”. Και αφού έκλινεν την κεφαλήν, παρέδωσε μόνος του, με την εξουσίαν που είχε, το πνεύμα στον Πατέρα.


Ο Απόστολος  της Εορτής

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 08, 2012

Το Ευαγγέλιο και ο Απόστολος της σημερινής Εορτής

                                         ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ
Λουκ. 10,38Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ πορεύεσθαι αὐτοὺς καὶ αὐτὸς εἰσῆλθεν εἰς κώμην τινά. γυνὴ δέ τις ὀνόματι Μάρθα ὑπεδέξατο αὐτὸν εἰς τὸν οἶκον αὐτῆς.
Λουκ. 10,38Καθώς δε ο Κυριος με τους μαθητάς του επήγαιναν προς την Ιερουσαλήμ, εμπήκε ο Ιησούς εις ένα χωριό. Καποια δε γυναίκα, ονόματι Μαρθα, τον υπεδέχθη στο σπίτι της.
 
Λουκ. 10,39καὶ τῇδε ἦν ἀδελφὴ καλουμένη Μαρία, ἣ καὶ παρακαθίσασα παρὰ τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ ἤκουε τὸν λόγον αὐτοῦ.
Λουκ. 10,39Είχε δε αυτή και αδελφήν, ονόματι Μαρίαν, η οποία εκάθισε κοντά εις τα πόδια του Ιησού και ήκουε την διδασκαλίαν του.
 
Λουκ. 10,40ἡ δὲ Μάρθα περιεσπᾶτο περὶ πολλὴν διακονίαν· ἐπιστᾶσα δὲ εἶπε· Κύριε, οὐ μέλει σοι ὅτι ἡ ἀδελφή μου μόνην με κατέλιπε διακονεῖν; εἰπὲ οὖν αὐτῇ ἵνα μοι συναντιλάβηται.
Λουκ. 10,40Η δε Μαρθα, από την μεγάλην της επιθυμίαν και προθυμίαν να περιποιηθή αξίως τον διδάσκαλον, απερροφάτο από τας πολλάς ασχολίας. Εις κάποιαν στιγμήν εστάθη κοντά στον Ιησούν και είπε· “Κυριε, δεν σε μέλει που η αδελφή μου με αφήκε μονήν να ετοιμάσω τα του φαγητού δια σε και τους μαθητάς σου; Πες της λοιπόν να με βοηθήση”.
 
Λουκ. 10,41ἀποκριθεὶς δὲ εἶπεν αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά·
Λουκ. 10,41Απήντησε δε ο Ιησούς και είπε· “Μαρθα, Μαρθα, εφορτώθηκες πολλές φροντίδες, ταλαιπωρείσαι και κουράζεσαι δια να ετοιμάσης πολλά.
 
Λουκ. 10,42ἑνὸς δέ ἐστι χρεία· Μαρία δὲ τὴν ἀγαθὴν μερίδα ἐξελέξατο, ἥτις οὐκ ἀφαιρεθήσεται ἀπ᾿ αὐτῆς.
Λουκ. 10,42Ενα όμως είναι το χρησιμώτερον και απαραίτητον, η πνευματική τροφή, την οποίαν προσφέρω εγώ. Η δε Μαρία εδιάλεξε την καλήν μερίδα, την πνευματικήν, η οποία και δεν θα της αφαιρεθή ποτέ από κανένα. Διότι αι ωφέλειαι από την πνευματικήν τροφήν είναι αιώνιαι και αναφαίρετοι”.
 
Λουκ. 11,27Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ λέγειν αὐτὸν ταῦτα ἐπάρασά τις γυνὴ φωνὴν ἐκ τοῦ ὄχλου εἶπεν αὐτῷ· μακαρία ἡ κοιλία ἡ βαστάσασά σε καὶ μαστοὶ οὓς ἐθήλασας.
Λουκ. 11,27Ενώ δε έλεγε αυτά, κάποια γυναίκα από το πλήθος ενθουσιασμένη από την διδασκαλίαν του, έβγαλε φωνήν μεγάλην και είπε· “μακαρία η κοιλία που σε εβάσταξε και οι μαστοί, τους οποίους εθήλασες. Μακαρία η μητέρα, που σε εγέννησε και σε έθρεψε”.
 
Λουκ. 11,28αὐτὸς δὲ εἶπε· μενοῦνγε μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσοντες αὐτόν.
Λουκ. 11,28Και αυτός είπε· “βεβαίως μακαρία είναι η μητέρα μου, αλλά επίσης μακάριοι είναι όλοι όσοι ακούουν τον λόγον του Θεού και τον φυλάσσουν”.

ΤΟ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ  ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ 


Φιλιπ. 2,5τοῦτο γὰρ φρονείσθω ἐν ὑμῖν ὃ καὶ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ,
Φιλιπ. 2,5Διότι πρέπει εἰς τοῦτο να μιμηθήτε τον Κυριον· να καλλιεργήσετε δηλαδή το φρόνημα της ταπεινοφροσύνης απέναντι των άλλων και της αγάπης προς τους άλλους, το οποίον υπήρχε και στον Ιησούν Χριστόν.
 
Φιλιπ. 2,6ὃς ἐν μορφῇ Θεοῦ ὑπάρχων οὐχ ἁρπαγμὸν ἡγήσατο τὸ εἶναι ἴσα Θεῷ,
Φιλιπ. 2,6Ο Χριστός δηλαδή καίτοι είχε την αυτήν ουσίαν και τα αυτά άπειρα ιδιώματα με τον Θεόν και ως ζωντανή, αυτουσία και απαράλλακτος εικών του Θεού υπήρχε εν μορφή Θεού, δεν εθεώρησε, ότι έχει εξ αρπαγής το να είναι ίσος με τον Θεόν. (Δι' αυτό δε και δεν εφοβήθη να αποθέση κατά συγκατάβασιν και οικονομίαν δι' ημάς την δόξαν της θεότητός του),
 
Φιλιπ. 2,7ἀλλ᾿ ἑαυτὸν ἐκένωσε μορφὴν δούλου λαβών, ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος,
Φιλιπ. 2,7αλλά άδειασε, τρόπον τινά, τον εαυτόν του και εμίκρυνε μόνος του την άπειρον δόξαν της θεότητός του προσκαίρως και έλαβε μορφήν δούλου, γενόμενος όμοιος με τους ανθρώπους.
 
Φιλιπ. 2,8καὶ σχήματι εὑρεθεὶς ὡς ἄνθρωπος ἐταπείνωσεν ἑαυτὸν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δὲ σταυροῦ.
Φιλιπ. 2,8Και ευρέθη έτσι κατά το σχήμα και την εμφάνισιν σαν απλούς άνθρωπος, ενώ δεν έπαυσε ούτε επί στιγμήν να είναι και τέλειος Θεός, και εταπείνωσε τον ευατόν του γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου και μάλιστα θανάτου σταυρικού, του πλέον φρικτού και ταπεινωτικού.
 
Φιλιπ. 2,9διὸ καὶ ὁ Θεὸς αὐτὸν ὑπερύψωσε καὶ ἐχαρίσατο αὐτῷ ὄνομα τὸ ὑπὲρ πᾶν ὄνομα,
Φιλιπ. 2,9Δι' αυτήν του δε την ταπείνωσιν και υπακοήν τον ύψωσε και τον εδόξασε με το παραπάνω ο Θεός και ως άνθρωπον και του εχάρισε το όνομα Κυριος, που είναι ανώτερον από κάθε άλλο όνομα του ουρανού και της γης.
 
Φιλιπ. 2,10ἵνα ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ πᾶν γόνυ κάμψῃ ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων,
Φιλιπ. 2,10Και τον υπερύψωσε, δια να καμφθή στο όνομα του Ιησού κάθε γόνατον με ευλάβειαν και σεβασμόν και να προσκυνήσουν τον Ιησούν οι επουράνιοι άγγελοι και οι επίγειοι άνθρωποι και αυτά ακόμη τα πονηρά πνεύματα, που είναι εις τα καταχθόνια, να υποταχθούν με φόβον και τρόμον ενώπιον της θείας του δυνάμεως και δόξης.
 
Φιλιπ. 2,11καὶ πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσηται ὅτι Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς εἰς δόξαν Θεοῦ πατρός.
Φιλιπ. 2,11Και έτσι κάθε γλώσσα να διαλαλήση με όλην της την δύναμιν, ότι ο Ιησούς Χριστός είναι Κυριος του ουρανού και της γης· και η διακήρυξις αυτή θα γίνεται εις δόξαν του Θεού και Πατρός (ο οποίος έτσι εσχεδίασε την σωτηρίαν των ανθρώπων και την δόξαν του ενανθρωπήσαντος Υιού του).

Παρασκευή, Αυγούστου 31, 2012

Το Ευαγγέλιο και ο Απόστολος της σημερινής Εορτής

ΤΟ  ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ  ΤΗΣ ΕΟΡΤΗΣ
Λουκ. 10,38Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ πορεύεσθαι αὐτοὺς καὶ αὐτὸς εἰσῆλθεν εἰς κώμην τινά. γυνὴ δέ τις ὀνόματι Μάρθα ὑπεδέξατο αὐτὸν εἰς τὸν οἶκον αὐτῆς.
Λουκ. 10,38Καθώς δε ο Κυριος με τους μαθητάς του επήγαιναν προς την Ιερουσαλήμ, εμπήκε ο Ιησούς εις ένα χωριό. Καποια δε γυναίκα, ονόματι Μαρθα, τον υπεδέχθη στο σπίτι της.
 
Λουκ. 10,39καὶ τῇδε ἦν ἀδελφὴ καλουμένη Μαρία, ἣ καὶ παρακαθίσασα παρὰ τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ ἤκουε τὸν λόγον αὐτοῦ.
Λουκ. 10,39Είχε δε αυτή και αδελφήν, ονόματι Μαρίαν, η οποία εκάθισε κοντά εις τα πόδια του Ιησού και ήκουε την διδασκαλίαν του.
 
Λουκ. 10,40ἡ δὲ Μάρθα περιεσπᾶτο περὶ πολλὴν διακονίαν· ἐπιστᾶσα δὲ εἶπε· Κύριε, οὐ μέλει σοι ὅτι ἡ ἀδελφή μου μόνην με κατέλιπε διακονεῖν; εἰπὲ οὖν αὐτῇ ἵνα μοι συναντιλάβηται.
Λουκ. 10,40Η δε Μαρθα, από την μεγάλην της επιθυμίαν και προθυμίαν να περιποιηθή αξίως τον διδάσκαλον, απερροφάτο από τας πολλάς ασχολίας. Εις κάποιαν στιγμήν εστάθη κοντά στον Ιησούν και είπε· “Κυριε, δεν σε μέλει που η αδελφή μου με αφήκε μονήν να ετοιμάσω τα του φαγητού δια σε και τους μαθητάς σου; Πες της λοιπόν να με βοηθήση”.
 
Λουκ. 10,41ἀποκριθεὶς δὲ εἶπεν αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά·
Λουκ. 10,41Απήντησε δε ο Ιησούς και είπε· “Μαρθα, Μαρθα, εφορτώθηκες πολλές φροντίδες, ταλαιπωρείσαι και κουράζεσαι δια να ετοιμάσης πολλά.
 
Λουκ. 10,42ἑνὸς δέ ἐστι χρεία· Μαρία δὲ τὴν ἀγαθὴν μερίδα ἐξελέξατο, ἥτις οὐκ ἀφαιρεθήσεται ἀπ᾿ αὐτῆς.
Λουκ. 10,42Ενα όμως είναι το χρησιμώτερον και απαραίτητον, η πνευματική τροφή, την οποίαν προσφέρω εγώ. Η δε Μαρία εδιάλεξε την καλήν μερίδα, την πνευματικήν, η οποία και δεν θα της αφαιρεθή ποτέ από κανένα. Διότι αι ωφέλειαι από την πνευματικήν τροφήν είναι αιώνιαι και αναφαίρετοι”.
 
Λουκ. 11,27Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ λέγειν αὐτὸν ταῦτα ἐπάρασά τις γυνὴ φωνὴν ἐκ τοῦ ὄχλου εἶπεν αὐτῷ· μακαρία ἡ κοιλία ἡ βαστάσασά σε καὶ μαστοὶ οὓς ἐθήλασας.
Λουκ. 11,27Ενώ δε έλεγε αυτά, κάποια γυναίκα από το πλήθος ενθουσιασμένη από την διδασκαλίαν του, έβγαλε φωνήν μεγάλην και είπε· “μακαρία η κοιλία που σε εβάσταξε και οι μαστοί, τους οποίους εθήλασες. Μακαρία η μητέρα, που σε εγέννησε και σε έθρεψε”.
 
Λουκ. 11,28αὐτὸς δὲ εἶπε· μενοῦνγε μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσοντες αὐτόν.
Λουκ. 11,28Και αυτός είπε· “βεβαίως μακαρία είναι η μητέρα μου, αλλά επίσης μακάριοι είναι όλοι όσοι ακούουν τον λόγον του Θεού και τον φυλάσσουν”.
  ΤΟ  ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ  ΤΗΣ ΕΟΡΤΗΣ
Εβρ. 9,1Εἶχε μὲν οὖν καὶ ἡ πρώτη σκηνὴ δικαιώματα λατρείας τό τε Ἅγιον κοσμικόν·
Εβρ. 9,1Λοιπόν η πρώτη διαθήκη, που εσυμβολίζετο από την σκηνήν του μαρτυρίου, είχε λατρευτικάς διατάξεις, όπως επίσης και το επίγειον θυσιαστήριον.
 
Εβρ. 9,2σκηνὴ γὰρ κατεσκευάσθη ἡ πρώτη, ἐν ᾗ ἥ τε λυχνία καὶ ἡ τράπεζα καὶ ἡ πρόθεσις τῶν ἄρτων, ἥτις λέγεται Ἅγια.
Εβρ. 9,2Διότι είχε κατασκευασθή το πρώτον τμήμα της σκηνής, όπου υπήρχε η επτάφωτος χρυσή λυχνία και η τράπεζα και οι άρτοι, τους οποίους απέθεταν επάνω εις αυτήν ως προσφοράν προς τον Θεόν. Και αυτό το πρώτον τμήμα της σκηνής, που εκλείετο προς την αυλήν με το πρώτον παραπέτασμα, ελέγετο Αγια.
 
Εβρ. 9,3μετὰ δὲ τὸ δεύτερον καταπέτασμα σκηνὴ ἡ λεγομένη Ἅγια Ἁγίων,
Εβρ. 9,3Εν συνεχεία δε προς τα Αγια υπήρχε δεύτερον εσωτερικόν καταπέτασμα, έπειτα από το οποίον ήτο το τμήμα της σκηνής, που ελέγετο Αγια Αγίων.
 
Εβρ. 9,4χρυσοῦν ἔχουσα θυμιατήριον καὶ τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης περικεκαλυμμένην πάντοθεν χρυσίῳ, ἐν ᾗ στάμνος χρυσῆ ἔχουσα τὸ μάννα καὶ ἡ ῥάβδος Ἀαρὼν ἡ βλαστήσασα καὶ αἱ πλάκες τῆς διαθήκης,
Εβρ. 9,4Αυτά είχαν χρυσόν θυμιατήριον και την κιβωτόν της διαθήκης, η οποία ήτο ολόγυρα σκεπασμένη από παντού με χρυσόν. Μεσα εις αυτήν υπήρχεν η χρυσή στάμνα, που περιείχε το μάννα, από εκείνο που ο Θεός έδιδεν στους Εβραίους εν τη ερήμω, και η ράβδος του Ααρών, που δια θαύματος Θεού είχε βλαστήσει, και αι πλάκες της Διαθήκης, επάνω εις τας οποίας ήτο χαραγμένος ο δεκάλογος.
 
Εβρ. 9,5ὑπεράνω δὲ αὐτῆς Χερουβὶμ δόξης κατασκιάζοντα τὸ ἱλαστήριον· περὶ ὧν οὐκ ἔστι νῦν λέγειν κατὰ μέρος.
Εβρ. 9,5Επάνω δε από την κιβωτόν υπήρχον δύο χρυσά Χερουβίμ, συμβολίζοντα την δόξαν του Θεού, και τα οποία έρριπταν την σκιαν των πτερύγων των και εκάλυπταν το επάνω μέρος της κιβωτού, που ελέγετο ιλαστήριον. Δι' αυτά όμως τώρα δεν είναι καιρός να ομιλήσωμεν ιδιαιτέρως.
 
Εβρ. 9,6Τούτων δὲ οὕτω κατεσκευασμένων εἰς μὲν τὴν πρώτην σκηνὴν διὰ παντὸς εἰσίασιν οἱ ἱερεῖς τὰς λατρείας ἐπιτελοῦντες,
Εβρ. 9,6Ενώ, λοιπόν αυτά έτσι είχαν κατασκευασθή, εις μεν το πρώτον μέρος της σκηνής, δηλαδή εις τα Αγια, εισήρχοντο πάντοτε οι ιερείς, δια να τελούν τας διαφόρους λατρευτικάς τελετάς.
 
Εβρ. 9,7εἰς δὲ τὴν δευτέραν ἅπαξ τοῦ ἐνιαυτοῦ μόνος ὁ ἀρχιερεύς, οὐ χωρὶς αἵματος, ὃ προσφέρει ὑπὲρ ἑαυτοῦ καὶ τῶν τοῦ λαοῦ ἀγνοημάτων,
Εβρ. 9,7Εις δε το δεύτερον τμήμα της σκηνής, εις τα Αγια των Αγίων, εισήρχετο μία φορά το έτος, κατά την επίσημον ημέραν του εξιλασμού, μόνος ο αρχιερεύς και αυτός όχι χωρίς να είναι εφωδιασμένος με το αίμα της θυσίας, το οποίον επρόσφερε δια την εξιλέωσιν του εαυτού του και των αμαρτημάτων, τα οποία από άγνοιαν είχε διαπράξει ο λαός.
 

Πέμπτη, Αυγούστου 23, 2012

Απόδοση της Κοιμήσεως της Θεοτόκου Ευαγγέλιο της εορτής: Λουκ. ι’ 38-42, ια’ 27-28


38  Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, εἰσῆλθεν ὁ Ἰησοῦς εἰς κώμην τινά. γυνὴ δέ τις ὀνόματι Μάρθα ὑπεδέξατο αὐτὸν εἰς τὸν οἶκον αὐτῆς. 39 καὶ τῇδε ἦν ἀδελφὴ καλουμένη Μαρία, ἣ καὶ παρακαθίσασα παρὰ τοὺς πόδας τοῦ  Ἰησοῦ ἤκουε τὸν λόγον αὐτοῦ. 40 ἡ δὲ Μάρθα περιεσπᾶτο περὶ πολλὴν διακονίαν· ἐπιστᾶσα δὲ εἶπε· Κύριε, οὐ μέλει σοι ὅτι ἡ ἀδελφή μου μόνην με κατέλιπε διακονεῖν; εἰπὲ οὖν αὐτῇ ἵνα μοι συναντιλάβηται. 41 ἀποκριθεὶς δὲ εἶπεν αὐτῇ ὁ  Ἰησοῦς· Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· 42 ἑνὸς δέ ἐστι χρεία· Μαρία δὲ τὴν ἀγαθὴν μερίδα ἐξελέξατο, ἥτις οὐκ ἀφαιρεθήσεται ἀπ᾿ αὐτῆς.
27  Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ λέγειν αὐτὸν ταῦτα ἐπάρασά τις γυνὴ φωνὴν ἐκ τοῦ ὄχλου εἶπεν αὐτῷ· μακαρία ἡ κοιλία ἡ βαστάσασά σε καὶ μαστοὶ οὓς ἐθήλασας. 28 αὐτὸς δὲ εἶπε· μενοῦνγε μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσοντες αὐτόν.

Κυριακή, Αυγούστου 05, 2012

H ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ.


πηγή

Το όρος Θαβώρ.
῾Η Μεταμόρφωσις
ΙΖ´\ΚΑΙ μεθ᾿ ἡμέρας ἓξ παραλαμβάνει ὁ ᾿Ιησοῦς τὸν Πέτρον καὶ ᾿Ιάκωβον καὶ ᾿Ιωάννην τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ καὶ ἀναφέρει αὐτοὺς εἰς ὄρος ὑψηλὸν κατ᾿ ἰδίαν· 2 καὶ μετεμορφώθη ἔμπροσθεν αὐτῶν, καὶ ἔλαμψε τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ὡς ὁ ἥλιος, τὰ δὲ ἱμάτια αὐτοῦ ἐγένετο λευκὰ ὡς τὸ φῶς. 3 καὶ ἰδοὺ ὤφθησαν αὐτοῖς Μωσῆς καὶ ᾿Ηλίας μετ᾿ αὐτοῦ συλλαλοῦντες. 4 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Πέτρος εἶπε τῷ ᾿Ιησοῦ· Κύριε, καλόν ἐστιν ἡμᾶς ὧδε εἶναι· εἰ θέλεις, ποιήσωμεν ὧδε τρεῖς σκηνάς, σοὶ μίαν καὶ Μωσεῖ μίαν καὶ μίαν ᾿Ηλίᾳ. 5 ἔτι αὐτοῦ λαλοῦντος ἰδοὺ νεφέλη φωτεινὴ ἐπεσκίασεν αὐτούς, καὶ ἰδοὺ φωνὴ ἐκ τῆς νεφέλης λέγουσα· οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα· αὐτοῦ ἀκούετε· 6 καὶ ἀκούσαντες οἱ μαθηταὶ ἔπεσον ἐπὶ πρόσωπον αὐτῶν καὶ ἐφοβήθησαν σφόδρα. 7 καὶ προσελθὼν ὁ ᾿Ιησοῦς ἥψατο αὐτῶν καὶ εἶπεν· ἐγέρθητε καὶ μὴ φοβεῖσθε. 8 ἐπάραντες δὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῶν οὐδένα εἶδον εἰ μὴ τὸν ᾿Ιησοῦν μόνον. 9 καὶ καταβαινόντων αὐτῶν ἀπὸ τοῦ ὄρους ἐνετείλατο αὐτοῖς ὁ ᾿Ιησοῦς λέγων· μηδενὶ εἴπητε τὸ ὅραμα ἕως οὗ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐκ νεκρῶν ἀναστῇ. 10 Καὶ ἐπηρώτησαν αὐτὸν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· τί οὖν οἱ γραμματεῖς λέγουσιν ὅτι ᾿Ηλίαν δεῖ ἐλθεῖν πρῶτον; 11 ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς ἀποκριθεὶς εἶπεν αὐτοῖς· ᾿Ηλίας μὲν ἔρχεται πρῶτον καὶ ἀποκαταστήσει πάντα· 12 λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι ᾿Ηλίας ἤδη ἦλθε, καὶ οὐκ ἐπέγνωσαν αὐτόν, ἀλλ᾿ ἐποίησαν ἐν αὐτῷ ὅσα ἠθέλησαν· οὕτω καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου μέλλει πάσχειν ὑπ᾿ αὐτῶν. 13 τότε συνῆκαν οἱ μαθηταὶ ὅτι περὶ ᾿Ιωάννου τοῦ βαπτιστοῦ εἶπεν αὐτοῖς.

Παρασκευή, Απριλίου 13, 2012

«…ὡς ἀμνὸς ἐναντίον τοῦ κείροντος ἄφωνος, οὕτως οὐκ ἀνοίγει τὸ στόμα αὐτοῦ…»


πηγή

Προφητείας Ἡσαϊου τὸ Ἀνάγνωσμα
(Κεφ. ΝΒ' 13 - ΝΔ', 1)
Τάδε λέγει Κύριος· Ἰδοὺ συνήσει ὁ παῖς μου, καὶ ὑψωθήσεται, καὶ δοξασθήσεται, καὶ μετεωρισθήσεται σφόδρα. Ὃν τρόπον ἐκστήσονται ἐπὶ σὲ πολλοί, οὕτως ἀδοξήσει ἀπὸ τῶν ἀνθρώπων τὸ εἶδός σου, καὶ ἡ δόξα σου ἀπὸ υἱῶν ἀνθρώπων. Οὕτω θαυμάσονται ἔθνη πολλὰ ἐπ' αὐτῷ, καὶ συνέξουσι βασιλεῖς τὸ στόμα αὐτῶν, ὅτι, οἷς οὐκ ἀνηγγέλη περὶ αὐτοῦ, ὄψονται, καὶ οἳ οὐκ ἀκηκόασι, συνήσουσι. Κύριε, τίς ἐπίστευσε τῇ ἀκοῇ ἡμῶν, καὶ ὁ βραχίων Κυρίου τίνι ἀπεκαλύφθη; Ἀνηγγείλαμεν, ὡς παιδίον ἐναντίον αὐτοῦ, ὡς ῥίζα ἐν γῇ διψώσῃ. Οὐκ ἔστιν εἶδος αὐτῷ, οὐδὲ δόξα, καὶ εἴδομεν αὐτόν, καὶ οὐκ εἶχεν εἶδος, οὐδὲ κάλλος, ἀλλὰ τὸ εἶδος αὐτοῦ ἄτιμον, καὶ ἐκλεῖπον παρὰ πάντας τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων...
Ἄνθρωπος ἐν πληγῇ ὤν, καὶ εἰδὼς φέρειν μαλακίαν, ὅτι ἀπέστραπται τὸ πρόσωπον αὐτοῦ, ἠτιμάσθη καὶ οὐκ ἑλογίσθη. Οὗτος τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν φέρει, καὶ περὶ ἡμῶν ὀδυνᾶται, καὶ ἡμεῖς ἑλογισάμεθα αὐτὸν εἶναι ἐν πόνῳ, καὶ ἐν πληγῇ ὑπὸ Θεοῦ, καὶ ἐν κακώσει. Αὐτὸς δὲ ἐτραυματίσθη διὰ τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν, καὶ μεμαλάκισται διὰ τὰς ἀνομίας ἡμῶν. Παιδεία εἰρήνης ἡμῶν ἐπ' αὐτόν, τῷ μώλωπι αὐτοῦ ἡμεῖς ἰάθημεν. Πάντες ὡς πρόβατα ἐπλανήθημεν, ἀνθρωπος τῇ ὁδῷ αὐτοῦ ἐπλανήθη. Καὶ Κύριος παρέδωκεν αὐτὸν ταῖς ἁμαρτίαις ἡμῶν, καὶ αὐτὸς διὰ τὸ κεκακῶσθαι, οὐκ ἀνοίγει τὸ στόμα αὐτοῦ. Ὡς πρόβατον ἐπὶ σφαγὴν ἤχθη, καὶ ὡς ἀμνὸς ἐναντίον τοῦ κείροντος ἄφωνος, οὕτως οὐκ ἀνοίγει τὸ στόμα αὐτοῦ. Ἐν τῇ ταπεινώσει αὐτοῦ, ἡ κρίσις αὐτοῦ ἤρθη, τὴν δὲ γενεὰν αὐτοῦ τίς διηγήσεται; ὅτι αἵρεται ἀπὸ τῆς γῆς ἡ ζωὴ αὐτοῦ, ἀπὸ τῶν ἀνομιῶν τοῦ λαοῦ μου ἤχθη εἰς θάνατον. Καὶ δώσω τοὺς πονηρούς, ἀντὶ τῆς ταφῆς αὐτοῦ, καὶ τοὺς πλουσίους, ἀντὶ τοῦ θανάτου αὐτοῦ, ὅτι ἀνομίαν οὐκ ἐποίησεν, οὐδὲ εὑρέθη δόλος ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ, καὶ βούλεται Κύριος καθαρίσαι αὐτὸν ἀπὸ τῆς πληγῆς. Ἐὰν δῶτε περὶ ἁμαρτίας, ἡ ψυχὴ ὑμῶν ὄψεται σπέρμα μακρόβιον, καὶ βούλεται Κύριος ἐν χειρὶ αὐτοῦ ἀφελεῖν ἀπὸ τοῦ πόνου τῆς ψυχῆς αὐτοῦ, δεῖξαι αὐτῷ φῶς, καὶ πλάσαι τῇ συνέσει, δικαιῶσαι δίκαιον, εὖ δουλεύοντα πολλοῖς, καὶ τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν αὐτὸς ἀνοίσει. Διὰ τοῦτο αὐτὸς κληρονομήσει πολλούς, καὶ τῶν ἰσχυρῶν μεριεῖ σκῦλα· ἀνθ' ὧν παρεδόθη εἰς θάνατον ἡ ψυχὴ αὐτοῦ, καὶ ἐν τοῖς ἀνόμοις ἑλογίσθη, καὶ αὐτὸς ἁμαρτίας πολλῶν ἀνήνεγκε, καὶ διὰ τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν παρεδόθη. Εὐφράνθητι στεῖρα, ἡ οὐ τίκτουσα, ῥῆξον καὶ βόησον ἡ οὐκ ὠδίνουσα, ὅτι πολλὰ τὰ τέκνα τῆς ἐρήμου μᾶλλον, ἢ τῆς ἐχούσης τὸν ἄνδρα.

Σάββατο, Απριλίου 07, 2012

Ευαγγέλιο του Λαζάρου Κατά Ιωάννην (ια΄ 1-45)


Τῷ καιρῷ ἐκεῖνῳ, ἦν ἀσθενῶν Λάζαρος ἀπὸ Βηθανίας, ἐκ τῆς κώμης Μαρίας καὶ Μάρθας τῆς ἀδελφῆς αὐτῆς. Ἦν δὲ Μαρία ἡ ἀλείψασα τὸν Κύριον μύρῳ καὶ ἐκμάξασα τοὺς πόδας αὐτοῦ ταῖς θριξὶν αὐτῆς, ἧς ὁ ἀδελφὸς Λάζαρος ἠσθένει. Ἀπέστειλαν οὖν αἱ ἀδελφαὶ πρὸς αὐτὸν λέγουσαι· Κύριε, ἴδε ὃν φιλεῖς ἀσθενεῖ. Ἀκούσας δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· αὕτη ἡ ἀσθένεια οὐκ ἔστι πρὸς θάνατον, ἀλλ' ὑπὲρ τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, ἵνα δοξασθῇ ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ δι' αὐτῆς. Ἠγάπα δὲ ὁ Ἰησοῦς τὴν Μάρθαν καὶ τὴν ἀδελφὴν αὐτῆς καὶ τὸν Λάζαρον.
Ὡς οὖν ἤκουσεν ὅτι ἀσθενεῖ, τότε μὲν ἔμεινεν ἐν ᾧ ἦν τόπῳ δύο ἡμέρας· ἔπειτα μετὰ τοῦτο λέγει τοῖς μαθηταῖς· ἄγωμεν εἰς τὴν Ἰουδαίαν πάλιν. Λέγουσιν αὐτῷ οἱ μαθηταί· ραββί, νῦν ἐζήτουν σε λιθάσαι οἱ Ἰουδαῖοι, καὶ πάλιν ὑπάγεις ἐκεῖ; Ἀπεκρίθη Ἰησοῦς· οὐχὶ δώδεκά εἰσιν ὧραι τῆς ἡμέρας; Ἐάν τις περιπατῇ ἐν τῇ ἡμέρᾳ, οὐ προσκόπτει, ὅτι τὸ φῶς τοῦ κόσμου τούτου βλέπει· ἐὰν δέ τις περιπατῇ ἐν τῇ νυκτί, προσκόπτει, ὅτι τὸ φῶς οὐκ ἔστιν ἐν αὐτῷ. Ταῦτα εἶπε, καὶ μετὰ τοῦτο λέγει αὐτοῖς· Λάζαρος ὁ φίλος ἡμῶν κεκοίμηται· ἀλλὰ πορεύομαι ἵνα ἐξυπνίσω αὐτόν. Εἶπον οὖν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ· Κύριε, εἰ κεκοίμηται, σωθήσεται. Εἰρήκει δὲ ὁ Ἰησοῦς περὶ τοῦ θανάτου αὐτοῦ· ἐκεῖνοι δὲ ἔδοξαν ὅτι περὶ τῆς κοιμήσεως τοῦ ὕπνου λέγει. Τότε οὖν εἶπεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς παρρησίᾳ· Λάζαρος ἀπέθανε, καὶ χαίρω δι' ὑμᾶς, ἵνα πιστεύσητε, ὅτι οὐκ ἤμην ἐκεῖ· ἀλλ' ἄγωμεν πρὸς αὐτόν. Εἶπεν οὖν Θωμᾶς ὁ λεγόμενος Δίδυμος τοῖς συμμαθηταῖς· ἄγωμεν καὶ ἡμεῖς ἵνα ἀποθάνωμεν μετ' αὐτοῦ. Ἐλθὼν οὖν ὁ Ἰησοῦς εὗρεν αὐτὸν τέσσαρας ἡμέρας ἤδη ἔχοντα ἐν τῷ μνημείῳ.
Ἦν δὲ ἡ Βηθανία ἐγγὺς τῶν Ἱεροσολύμων ὡς ἀπὸ σταδίων δεκαπέντε, καὶ πολλοὶ ἐκ τῶν Ἰουδαίων ἐληλύθεισαν πρὸς τὰς περὶ Μάρθαν καὶ Μαρίαν ἵνα παραμυθήσωνται αὐτὰς περὶ τοῦ ἀδελφοῦ αὐτῶν. Ἡ οὖν Μάρθα ὡς ἤκουσεν ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἔρχεται, ὑπήντησεν αὐτῷ· Μαρία δὲ ἐν τῷ οἴκῳ ἐκαθέζετο. Εἶπεν οὖν ἡ Μάρθα πρὸς τὸν Ἰησοῦν· Κύριε, εἰ ἦς ὧδε, ὁ ἀδελφός μου οὐκ ἂν ἐτεθνήκει. Ἀλλὰ καὶ νῦν οἶδα ὅτι ὅσα ἂν αἰτήσῃ τὸν Θεόν, δώσει σοι ὁ Θεός. Λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· ἀναστήσεται ὁ ἀδελφός σου. Λέγει αὐτῷ Μάρθα· οἶδα ὅτι ἀναστήσεται ἐν τῇ ἀναστάσει ἐν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ. Εἶπεν αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· ἐγώ εἰμι ἡ ἀνάστασις καὶ ἡ ζωή. Ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, κἂν ἀποθάνῃ, ζήσεται· καὶ πᾶς ὁ ζῶν καὶ πιστεύων εἰς ἐμὲ οὐ μὴ ἀποθάνῃ εἰς τὸν αἰῶνα. Πιστεύεις τοῦτο; Λέγει αὐτῷ· ναί, Κύριε, ἐγὼ πεπίστευκα ὅτι σὺ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ ὁ εἰς τὸν κόσμον ἐρχόμενος. Καὶ ταῦτα εἰποῦσα ἀπῆλθε καὶ ἐφώνησε Μαρίαν τὴν ἀδελφὴν αὐτῆς λάθρᾳ εἰποῦσα· ὁ διδάσκαλος πάρεστι καὶ φωνεῖ σε. Ἐκείνη ὡς ἤκουσεν, ἐγείρεται ταχὺ καὶ ἔρχεται πρὸς αὐτόν. Οὔπω δὲ ἐληλύθει ὁ Ἰησοῦς εἰς τὴν κώμην, ἀλλ' ἦν ἐν τῷ τόπῳ ὅπου ὑπήντησεν αὐτῷ ἡ Μάρθα.
Οἱ οὖν Ἰουδαῖοι οἱ ὄντες μετ' αὐτῆς ἐν τῇ οἰκίᾳ καὶ παραμυθούμενοι αὐτήν, ἰδόντες τὴν Μαρίαν ὅτι ταχέως ἀνέστη καὶ ἐξῆλθεν, ἠκολούθησαν αὐτῇ, λέγοντες ὅτι ὑπάγει εἰς τὸ μνημεῖον ἵνα κλαύσῃ ἐκεῖ. Ἡ οὖν Μαρία ὡς ἦλθεν ὅπου ἦν ὁ Ἰησοῦς, ἰδοῦσα αὐτὸν ἔπεσεν αὐτοῦ εἰς τοὺς πόδας λέγουσα αὐτῷ· Κύριε, εἰ ἦς ὧδε, οὐκ ἂν ἀπέθανέ μου ὁ ἀδελφός. Ἰησοῦς οὖν ὡς εἶδεν αὐτὴν κλαίουσαν καὶ τοὺς συνελθόντας αὐτῇ Ἰουδαίους κλαίοντας, ἐνεβριμήσατο τῷ πνεύματι καὶ ἐτάραξεν ἑαυτόν, καὶ εἶπε· ποῦ τεθείκατε αὐτόν; Λέγουσιν αὐτῷ· Κύριε, ἔρχου καὶ ἴδε. Ἐδάκρυσεν ὁ Ἰησοῦς. Ἔλεγον οὖν οἱ Ἰουδαῖοι· ἴδε πῶς ἐφίλει αὐτόν· τινὲς δὲ ἐξ αὐτῶν εἶπον· οὐκ ἠδύνατο οὗτος, ὁ ἀνοίξας τοὺς ὀφθαλμοὺς τοῦ τυφλοῦ, ποιῆσαι ἵνα καὶ οὗτος μὴ ἀποθάνῃ; Ἰησοῦς οὖν, πάλιν ἐμβριμώμενος ἐν ἑαυτῷ, ἔρχεται εἰς τὸ μνημεῖον· ἦν δὲ σπήλαιον, καὶ λίθος ἐπέκειτο ἐπ' αὐτῷ.
Λέγει ὁ Ἰησοῦς· ἄρατε τὸν λίθον. Λέγει αὐτῷ ἡ ἀδελφὴ τοῦ τεθνηκότος Μάρθα· Κύριε, ἤδη ὄζει· τεταρταῖος γάρ ἐστι. Λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· οὐκ εἶπόν σοι ὅτι ἐὰν πιστεύσῃς, ὄψει τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ; Ἦραν οὖν τὸν λίθον οὗ ἦν ὁ τεθνηκὼς κείμενος. Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἦρε τοὺς ὀφθαλμοὺς ἄνω καὶ εἶπε· πάτερ, εὐχαριστῶ σοι ὅτι ἤκουσάς μου. Ἐγὼ δὲ ᾔδειν ὅτι πάντοτέ μου ἀκούεις· ἀλλὰ διὰ τὸν ὄχλον τὸν περιεστῶτα εἶπον, ἵνα πιστεύσωσιν ὅτι σύ με ἀπέστειλας. Καὶ ταῦτα εἰπὼν φωνῇ μεγάλῃ ἐκραύγασε· Λάζαρε, δεῦρο ἔξω. Καὶ ἐξῆλθεν ὁ τεθνηκὼς δεδεμένος τοὺς πόδας καὶ τὰς χεῖρας κειρίαις, καὶ ἡ ὄψις αὐτοῦ σουδαρίῳ περιεδέδετο. Λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· λύσατε αὐτὸν καὶ ἄφετε ὑπάγειν. Πολλοὶ οὖν ἐκ τῶν Ἰουδαίων, οἱ ἐλθόντες πρὸς τὴν Μαρίαν καὶ θεασάμενοι ἃ ἐποίησεν ὁ Ἰησοῦς, ἐπίστευσαν εἰς αὐτόν. 
Απόδοση στη νεοελληνική:
Τον καιρό ἐκείνο, ὑπῆρχε κάποιος ἀσθενὴς ὀνομαζόμενος Λάζαρος ἀπὸ τὴν Βηθανίαν, ἀπὸ τὸ χωριὸ τῆς Μαρίας καὶ τῆς ἀδελφῆς της Μάρθας. Αὐτὴ ἦτο ἡ Μαρία ποὺ ἄλειψε τὸν Κύριον μὲ μύρον καὶ ἐσφόγγισε τὰ πόδια του μὲ τὰ μαλλιά της, τῆς ὁποίας ὁ ἀδελφὸς Λάζαρος ἦτο ἀσθενής. Ἔστειλαν λοιπὸν οἱ ἀδελφὲς πρὸς αὐτὸν καὶ τοῦ εἶπαν, «Κύριε, ἐκεῖνος ποὺ ἀγαπᾶς, εἶναι ἀσθενής». Ὅταν ἄκουσε αὐτὸ ὁ Ἰησοῦς, εἶπε, «Αὐτὴ ἡ ἀσθένεια δὲν θὰ καταλήξῃ εἰς θάνατον ἀλλ’ εἶναι χάριν τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, διὰ νὰ δοξασθῇ δι’ αὐτῆς ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ». Ὁ Ἰησοῦς ἀγαποῦσε τὴν Μάρθαν καὶ τὴν ἀδελφήν της καὶ τὸν Λάζαρον.
Ὅταν λοιπὸν ἄκουσε ὅτι ἀσθενεῖ, ἔμεινε τότε δύο ἡμέρες εἰς τὸν τόπον ὅπου εὑρίσκετο. Ἔπειτα εἶπε εἰς τοὺς μαθητάς, «Ἂς ἐπιστρέψωμεν εἰς τὴν Ἰουδαίαν». Λέγουν εἰς αὐτὸν οἱ μαθηταί, «Ραββί, πρὸ ὀλίγου οἱ Ἰουδαῖοι ζητοῦσαν νὰ σὲ λιθοβολήσουν καὶ πάλιν πηγαίνεις ἐκεῖ;». Ἀπεκρίθη ὁ Ἰησοῦς, «Δὲν εἶναι δώδεκα οἱ ὧρες τῆς ἡμέρας; Ἐὰν περπατῇ κανεὶς τὴν ἡμέραν, δὲν σκοντάφτει, διότι βλέπει τὸ φῶς τοῦ κόσμου τούτου. Ἐὰν ὅμως περπατῇ τὴν νύχτα, σκοντάφτει, διότι τὸ φῶς δὲν εἶναι μαζί του». Αὐτὰ εἶπε καὶ κατόπιν συνέχισε, «Ὁ Λάζαρος ὁ φίλος μας ἔχει κοιμηθῆ, ἀλλὰ πηγαίνω νὰ τὸν ξυπνήσω». Τοῦ εἶπαν τότε οἱ μαθηταί του, «Κύριε, ἂν ἔχῃ κοιμηθῆ θὰ γίνῃ καλά». Ἀλλ’ ὁ Ἰησοῦς εἶχε μιλήσει διὰ τὸν θάνατόν του, ἐκεῖνοι δὲ ἐνόμισαν ὅτι μιλεῖ διὰ τὸν φυσικὸν ὕπνον. Τότε τοὺς εἶπε ὁ Ἰησοῦς καθαρά, «Ὁ Λάζαρος ἐπέθανε, καὶ χαίρω ποὺ δὲν ἤμουν ἐκεῖ διότι θὰ εἶναι γιὰ τὸ καλό σας γιὰ νὰ πιστέψετε· ἀλλ’ ἂς πᾶμε σ’ αὐτόν». Εἶπε τότε ὁ Θωμᾶς, ὁ λεγόμενος Δίδυμος, εἰς τοὺς συμμαθητάς του, «Ἂς πᾶμε καὶ ἐμεῖς διὰ νὰ πεθάνωμε μαζί του». Ὅταν ἦλθε ὁ Ἰησοῦς, τὸν εὑρῆκε ἤδη ἐνταφιασμένον πρὸ τεσσάρων ἡμερῶν.
Ἡ Βηθανία ἦτο πλησίον τῶν Ἱεροσολύμων περὶ τὰ δέκα πέντε στάδια. Καὶ πολλοὶ ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους εἶχαν ἔλθει εἰς τὴν Μάρθαν καὶ τὴν Μαρίαν διὰ νὰ τὰς παρηγορήσουν διὰ τὸν ἀδελφόν τους. Μόλις ἄκουσε ἡ Μάρθα ὅτι ἔρχεται ὁ Ἰησοῦς, ἐπῆγε νὰ τὸν προϋπαντήση, ἑνῷ ἡ Μαρία ἐκάθησε εἰς τὸ σπίτι. Εἶπε τότε ἡ Μάρθα εἰς τὸν Ἰησοῦν, «Κύριε, ἐὰν ἤσουνα ἐδῶ, δὲν θὰ πέθαινε ὁ ἀδελφός μου. Ἀλλὰ καὶ τώρα ξέρω ὅτι ὅσα ζητήσῃς ἀπὸ τὸν Θεόν, θὰ σοῦ τὰ δώσῃ ὁ Θεός». Λέγει εἰς αὐτὴν ὁ Ἰησοῦς, «Ὁ ἀδελφός σου θὰ ἀναστηθῇ». Ἡ Μάρθα τοῦ λέγει, «Ξέρω ὅτι θὰ ἀναστηθῇ κατὰ τὴν ἀνάστασιν, τὴν ἐσχάτην ἡμέραν». Τότε ὁ Ἰησοῦς τῆς εἶπε, «Ἐγὼ εἶμαι ἡ ἀνάστασις καὶ ἡ ζωή. Ὅποιος πιστεύει σὲ ἐμέ, καὶ ἂν πεθάνῃ, θὰ ζήσῃ, καὶ ὅποιος ζῆ καὶ πιστεύει σ’ ἐμέ, δὲν θὰ πεθάνῃ ποτέ. Τὸ πιστεύεις αὐτό;». Λέγει εἰς αὐτόν, «Ναί, Κύριε, ἐγὼ ἔχω πιστέψει ὅτι σὺ εἶσαι ὁ Χριστὸς ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ ἐρχόμενος εἰς τὸν κόσμον». Ὅταν εἶπε αὐτά, ἔφυγε καὶ ἐφώναξε τὴν Μαρίαν τὴν ἀδελφήν της καὶ τῆς εἶπε μυστικά, «Ὁ διδάσκαλος εἶναι ἐδῶ καὶ σὲ φωνάζει». Ἐκείνη μόλις τὸ ἄκουσε, σηκώνεται γρήγορα καὶ ἔρχεται σ’ αὐτόν. Ἀλλ’ ὁ Ἰησοῦς δὲν εἶχε ἀκόμη ἔλθει εἰς τὸ χωριό, ἀλλ’ εὑρίσκετο εἰς τόπον ὅπου τὸν προϋπάντησε ἡ Μάρθα.
Οἱ Ἰουδαῖοι, οἱ ὁποῖοι ἦσαν μαζί της εἰς τὸ σπίτι καὶ τὴν παρηγοροῦσαν, ὅταν εἶδαν ὅτι ἡ Μαρία ἐσηκώθηκε γρήγορα καὶ ἐβγῆκε, τὴν ἀκολούθησαν καὶ ἔλεγαν, «Πηγαίνει εἰς τὸ μνημεῖον διὰ νὰ κλάψῃ ἐκεῖ». Ἦλθε λοιπὸν ἡ Μαρία ἐκεῖ ὅπου ἦτο ὁ Ἰησοῦς, καὶ μόλις τὸν εἶδε, ἔπεσε στὰ πόδια του καὶ τοῦ εἶπε, «Κύριε, ἐὰν ἤσουνα ἐδῶ, δὲν θὰ πέθαινε ὁ ἀδελφός μου». Ὅταν ὁ Ἰησοῦς τὴν εἶδε νὰ κλαίῃ καὶ τοὺς Ἰουδαίους ποὺ τὴν συνώδευαν νὰ κλαίουν ἐπίσης, ἀναστέναξε μέσα του καὶ ταράχθηκε καὶ εἶπε, «Ποῦ τὸν ἔχετε βάλει;». Τοῦ λέγουν, «Κύριε, ἔλα νὰ ἰδῇς». Ὁ Ἰησοῦς ἐδάκρυσε. Εἶπαν τότε οἱ Ἰουδαῖοι, «Κύτταξε πόσον τὸν ἀγαποῦσε». Ἀλλὰ μερικοὶ ἀπὸ αὐτοὺς εἶπαν, «Δὲν μποροῦσε αὐτός, ποὺ ἀνοιξε τὰ μάτια τοῦ τυφλοῦ, νὰ κάνῃ κάτι ὥστε νὰ μὴ πεθάνῃ ὁ Λάζαρος;». Ὁ Ἰησοῦς ἀφοῦ πάλιν ἀναστέναξε μέσα του, ὴλθε εἰς τὸ μνῆμα. Ἦτο δὲ τοῦτο σπήλαιον καὶ ἕνας λίθος ἦτο εἰς τὸ στόμιον.
Λέγει ὁ Ἰησοῦς, «Σηκῶστε τὸν λίθον». Ἡ Μάρθα, ἡ ἀδελφὴ τοῦ ἀποθανόντος, τοῦ λέγει, «Κύριε, τώρα θὰ μυρίζῃ ἄσχημα, διότι εἶναι ἡ τετάρτη ἡμέρα». Ὁ Ἰησοῦς τῆς λέγει, «Δὲν σοῦ εἶπα ὅτι ἐὰν πιστέψῃς θὰ ἰδῇς τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ;». Ἐσήκωσαν τότε τὸν λίθον ὅπου εὑρίσκετο ὁ νεκρός. Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἐσήκωσε τὰ μάτια πρὸς τὰ ἐπάνω καὶ εἶπε, «Πατέρα, σὲ εὐχαριστῶ, διότι μὲ ἄκουσες. Ἐγὼ βέβαια ἤξερα ὅτι πάντοτε μὲ ἀκοῦς ἀλλὰ τὸ εἶπα διὰ τὸν λαὸν ποὺ παρευρίσκεται, γιὰ νὰ πιστέψουν ὅτι σὺ μὲ ἔστειλες». Καὶ ἀφοῦ εἶπε αὐτά, ἐφώναξε μὲ δυνατὴν φωνήν, «Λάζαρε, ἔλα ἔξω». Καὶ ἐβγῆκε ἐκεῖνος ποὺ εἶχε πεθάνει, δεμένος τὰ χέρια καὶ τὰ πόδια μὲ λευκὲς ταινίες, καὶ τὸ πρόσωπόν του γύρω δεμένο μὲ μαντῆλι. Τοὺς εἶπε τότε ὁ Ἰησοῦς, «Λύστε τον καὶ ἀφῆστέ τον νὰ φύγῃ». Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἔλθει εἰς τὴν Μαρίαν καὶ εἶδαν τί ἔκανε ὁ Ἰησοῦς, ἐπίστεψαν σ’ αὐτόν.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...