Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π.Ευάγγελος Ρουσέτης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π.Ευάγγελος Ρουσέτης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο, Ιουνίου 29, 2013

Κυριακή των Αγίων Πάντων «Δι΄ ὑπομονῆς τρέχομεν τὸν προκείμενον ἡμῖν ἀγῶνα» π. Ευάγγελος Ρουσέτης

Στὸν ἀγῶνα ποὺ προβάλλει μπροστά μας θὰ πρέπη νὰ τρέξουμε, ἀδελφοί μου, μὲ ἐπιμονὴ καὶ ὑπομονή. Πρίν ἀπὸ μᾶς τὸν τρέξανε τὰ ἑκατομμύρια τῶν ἁγίων καὶ ἡρώων τῆς πίστεως, αὐτοὶ τοὺς ὁποίους γιορτάζει καὶ πανηγυρίζει σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας.
Ἀπόστολοι, Μάρτυρες, Ὁμολογητές, Ἀναχωρητές, Ὅσιοι, Πατέρες τερμάτισαν ἔνδοξα καὶ στεφανωμένοι θριαμβευτὲς μπῆκαν στὴν βασιλεία τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ ἀπολαύσουν «ἃ ὀφθαλμὸς οὐκ εἶδε καὶ οὖς οὐκ ἤκουσε καὶ ἐπὶ καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη». Στὰ ἀχνάρια τους λοιπὸν καὶ ἐμεῖς.Στὸ δρόμο ποὺ χάραξαν ἐκεῖνοι, κάτω ἀπὸ τὴν ἴδια σημαία. Πρωτοπόροι ἐκεῖνοι, στρατιῶτες ἐμεῖς. Σταυροφόροι ἐκεῖνοι, σταυροφόροι καὶ ἐμεῖς. Σὲ ποιοὺς ὅμως ἀγῶνες καὶ πῶς θὰ ἀγωνισθοῦμε;
Ὅταν, ἀδελφοί μου, ὁ θεοκίνητος ἀπόστολος Παῦλος συνιστᾶ καὶ προτρέπει ἀντοχὴ καὶ προσοχὴ στὸν προκείμενο «ἡμῖν ἀγῶνα» δὲν ἐννοεῖ μόνο τοὺς ἀγῶνες τοῦ μαρτυρίου ἀλλὰ προπάντων τοὺς πνευματικούς. Τοὺς δοξασμένους ἀγῶνες γιὰ τὴν κατάκτηση τῆς ἀρετῆς. Ἡ ἁμαρτία μοιάζει μὲ ἀδέξια πινελιὰ ἢ μὲ ἕνα μουτζούρωμα ποὺ χαλάει ὅλον τὸν καλοφτιαγμένο πίνακα. Ἡ ἀδέξια αὐτὴ πινελιὰ προσβάλλει τὸν ἴδιο τὸν τεχνίτη, τὸν Θεό.
Ἡ ἁμαρτία εἶναι θηρίο ἀγριεμένο, θηρίο ποὺ βρυχᾶται στὸ ἐσωτερικὸ τοῦ ἀνθρώπου. Τί μᾶς λέγει ὁ θεῖος Παῦλος περὶ αὐτοῦ; «Βλέπω ἕτερον νόμον ἐν τοῖς μέλεσί μου ἀντιστρατευόμενον τῷ νόμῳ τοῦ νοός μου καὶ αἰχμαλωτίζοντά με ἐν τῷ νόμω τῆς ἁμαρτίας»( Ρωμ. 7, 23).
Εἶναι σαγηνευτικὸ τῆς ἁμαρτίας τὸ τραγούδι. Ὁ ἀγώνας δύσκολος, ὁ πόλεμος σκληρὸς μὰ ἡ νίκη δίνει φτερά. Χειμώνας εἶναι ἡ ἁμαρτία ὅμως «δριμὺς ὁ χειμὼν ἀλλὰ γλυκὺς ὁ παράδεισος». Ἀλλὰ καὶ ἡ νίκη σίγουρη, ἀφοῦ ἡ Γραφὴ μᾶς διαβεβαιώνει «ἕως τοῦ θανάτου ἀγώνισαι, περὶ τῆς ἀληθείας καὶ Κύριος ὁ Θεὸς πολεμήσει ὑπέρ σου» (Σοφ. Σειρ. 4-28).
Ἀδελφοί, τὰ ἡρωϊκὰ καὶ μεγάλα ἔργα ποὺ σφραγίζονται μὲ τὴν ἀθανασία, γίνονται στὸ ἐργαστήριο τῆς ἐπιμονῆς. Ὁ στρατιώτης, γιὰ νὰ νικήση πρέπει νὰ πολεμήση μὲ θάρρος. Ὁ σπουδαστής, γιὰ νὰ ἐπιτύχη καλὲς ἐπιδόσεις, πρέπει νὰ ἱδρώση, νὰ μοχθήση. Ὁ ἐρευνητής, ὁ ἐπιστήμονας, γιὰ νὰ δικαιωθῆ καὶ γιὰ νὰ ἀναγνωρισθῆ, αὐτοθυσιάζεται καὶ ἐπιμένει. Ἂν ἀλήθεια τὰ ἀνθρώπινα ἔργα, γιὰ νὰ φτάσουν τὴν τελειότητα, περνοῦν ἀπὸ τὸ μονοπάτι τῆς ἐπιμονῆς καὶ τοῦ μόχθου, πόσο πιὸ πολὺ συμβαίνει αὐτὸ μὲ τὰ ἔργα τῆς ἀρετῆς. Χρειάζεται ἀγώνας μὲ πεῖσμα, μὲ τὴν ἐλπίδα τῆς νίκης, ἀτενίζοντας πάντα τὸν Ἰησοῦ, τὸν Ἀρχηγὸ καὶ Σωτῆρα μας. «Ὁ ἐχθρὸς ἡμῶν διάβολος» σίγουρα ἔχει τὰ δικά του κάστρα καὶ φρούρια. Ὅμως μὲ τὴν ὑπομονὴ καὶ τὴν ἐπιμονὴ πέφτουν καὶ συντρίβονται. Οἱ μαχητὲς γίνονται νικητὲς καὶ τοῦ διαβόλου καὶ τῶν πειρασμῶν καὶ τοῦ ἑαυτοῦ τους. Δὲν ὑπάρχει πόλεμος χωρὶς κίνδυνο. Ἡ ἐπιτυχία ἐξαρτᾶται πιὸ πολὺ ἀπὸ τὴν ὑπομονὴ καὶ τὴν ἐπιμονὴ γιὰ τὴν ἐκτέλεση μιᾶς πράξης παρὰ ἀπὸ τὴν ἐπιτηδειότητα ἢ δεξιότητα στὴ σύλληψή της. Τίποτα δὲν ἀπαιτεῖ τόσο ὑψηλὸ δυναμικὸ θέλησης ὅσο ἡ κυριαρχία πάνω στὸν ἑαυτό μας καὶ τὰ πάθη μας.
Ἀδελφοί μου, προβάλλουν μπροστά μας ἀγῶνες τιμημένοι, ἀγῶνες Χριστοῦ γιὰ ἀρετὴ καὶ γιὰ νίκη. Ἂς ντυθοῦμε «τὴν πανοπλία τοῦ Θεοῦ» χωρὶς δειλία ἢ ἡττοπάθεια· «Κύριος φωτισμός μου καὶ Σωτήρ μου. Τίνα φοβηθήσομαι; Κύριος ὑπερασπιστὴς τῆς ζωῆς μου ἀπὸ τίνος δειλιάσω;».
Ἐμπρὸς λοιπόν, ἂς γκρεμίσουμε τὸν «παλαιὸ ἄνθρωπο» καὶ ἂς γίνουμε ἥρωες μὲ ἁγιότητα καὶ ἅγιοι μὲ ἡρωϊσμό. Ἀμήν.

Σάββατο, Ιουνίου 08, 2013

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ εἶχε γεννηθεῖ τυφλός... π. ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΡΟΥΣΕΤΗΣ

Εκεῖνο τὸν καιρό, καθὼς πήγαινε στὸν δρόμο του ὁ ᾿Ιησοῦς, εἶδε ἕναν ἄνθρωπο ποὺ εἶχε γεννηθεῖ τυφλός. Τὸν ρώτησαν, λοιπόν, οἱ μαθητές του· «Διδάσκαλε, ποιὸς ἁμάρτησε καὶ γεννήθηκε αὐτὸς τυφλός, ὁ ἴδιος ἢ οἱ γονεῖς του;» ῾Ο ᾿Ιησοῦς ἀπάντησε· «Οὔτε αὐτὸς ἁμάρτησε οὔτε οἱ γονεῖς του, ἀλλὰ γεννήθηκε τυφλὸς γιὰ νὰ φανερωθεῖ ἡ δύναμη τῶν ἔργων τοῦ Θεοῦ πάνω σ’ αὐτόν. ῞Οσο διαρκεῖ ἡ μέρα, πρέπει νὰ ἐκτελῶ τὰ ἔργα ἐκείνου ποὺ μ’ ἔστειλε. ῎Ερχεται ἡ νύχτα, ὁπότε κανένας δὲν μπορεῖ νὰ ἐργάζεται. ῞Οσο εἶμαι σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο, εἶμαι τὸ φῶς γιὰ τὸν κόσμο». ῞Οταν τὰ εἶπε αὐτὰ ὁ ᾿Ιησοῦς, ἔφτυσε κάτω, ἔφτιαξε πηλὸ ἀπὸ τὸ φτύμα, ἄλειψε μὲ τὸν πηλὸ τὰ μάτια τοῦ τυφλοῦ, καὶ τοῦ εἶπε· «Πήγαινε νὰ νιφτεῖς στὴν κολυμβήθρα τοῦ Σιλωάμ» -ποὺ σημαίνει «ἀπεσταλμένος ἀπὸ τὸν Θεό». Ξεκίνησε, λοιπόν, ὁ ἄνθρωπος, πῆγε καὶ νίφτηκε καί, ὅταν γύρισε πίσω, ἔβλεπε. Τότε οἱ γείτονες κι ὅσοι τὸν ἔβλεπαν προηγουμένως ὅτι ἦταν τυφλός, ἔλεγαν· «Αὐτὸς δὲν εἶναι ὁ ἄνθρωπος ποὺ καθόταν ἐδῶ καὶ ζητιάνευε;» Μερικοὶ ἔλεγαν· «Αὐτὸς εἶναι», ἐνῶ ἄλλοι ἔλεγαν· «Εἶναι κάποιος ποὺ τοῦ μοιάζει».
     ῾Ο ἴδιος ὅμως ἔλεγε· «᾿Εγὼ εἶμαι». Τότε τὸν ρωτοῦσαν· «Πῶς, λοιπόν, ἄνοιξαν τὰ μάτια σου;» ᾿Εκεῖνος ἀπάντησε· «῞Ενας ἄνθρωπος ποὺ τὸν λένε ᾿Ιησοῦ ἔκανε πηλό, μοῦ ἄλειψε τὰ μάτια καὶ μοῦ εἶπε· “πήγαινε στὴν κολυμβήθρα τοῦ Σιλωὰμ καὶ νίψου”· πῆγα λοιπὸν ἐκεῖ, νίφτηκα καὶ βρῆκα τὸ φῶς μου». Τὸν ρώτησαν, λοιπόν· «Ποῦ εἶναι ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος;» «Δὲν ξέρω», τοὺς ἀπάντησε. Τὸν ἔφεραν τότε στοὺς Φαρισαίους, τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἦταν ἄλλοτε τυφλός. ῾Η μέρα ποὺ ἔφτιαξε ὁ ᾿Ιησοῦς τὸν πηλὸ καὶ τοῦ ἄνοιξε τὰ μάτια ἦταν Σάββατο. ῎Αρχισαν λοιπὸν καὶ οἱ Φαρισαῖοι νὰ τὸν ρωτοῦν πάλι πῶς ἀπέκτησε τὸ φῶς του. Αὐτὸς τοὺς ἀπάντησε· «῎Εβαλε πάνω στὰ μάτια μου πηλό, νίφτηκα καὶ βλέπω». Μερικοὶ ἀπὸ τοὺς Φαρισαίους ἔλεγαν· «Αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι σταλμένος ἀπὸ τὸν Θεό, γιατὶ δὲν τηρεῖ τὴν ἀργία τοῦ Σαββάτου». ῎Αλλοι ὅμως ἔλεγαν· «Πῶς μπορεῖ ἕνας ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος νὰ κάνει τέτοια σημεῖα;» Καὶ ὑπῆρχε διχογνωμία ἀνάμεσά τους. Ρωτοῦν λοιπὸν πάλι τὸν τυφλό· «᾿Εσὺ τί λὲς γι’ αὐτόν; πῶς ἐξηγεῖς ὅτι σοῦ ἄνοιξε τὰ μάτια;» Κι ἐκεῖνος τοὺς ἀπάντησε· «Εἶναι προφήτης». Οἱ ᾿Ιουδαῖοι ὅμως δὲν ἐννοοῦσαν νὰ πιστέψουν πὼς αὐτὸς ἦταν τυφλὸς κι ἀπέκτησε τὸ φῶς του, ὥσπου κάλεσαν τοὺς γονεῖς τοῦ ἀνθρώπου καὶ τοὺς ρώτησαν· «Αὐτὸς εἶναι ὁ γιός σας ποὺ λέτε ὅτι γεννήθηκε τυφλός; Πῶς, λοιπόν, τώρα βλέπει;» Οἱ γονεῖς του τότε ἀποκρίθηκαν· «Ξέρουμε πὼς αὐτὸς εἶναι ὁ γιός μας κι ὅτι γεννήθηκε τυφλός· πῶς ὅμως τώρα βλέπει, δὲν τὸ ξέρουμε, ἢ ποιὸς τοῦ ἄνοιξε τὰ μάτια, ἐμεῖς δὲν τὸ ξέρουμε.
      Ρωτῆστε τὸν ἴδιο· ἐνήλικος εἶναι, αὐτὸς μπορεῖ νὰ μιλήσει γιὰ τὸν ἑαυτό του». Αὐτὰ εἶπαν οἱ γονεῖς του, ἀπὸ φόβο πρὸς τοὺς ᾿Ιουδαίους. Γιατί, οἱ ᾿Ιουδαῖοι ἄρχοντες εἶχαν κιόλας συμφωνήσει νὰ ἀφορίζεται ἀπὸ τὴ συναγωγὴ ὅποιος παραδεχτεῖ πὼς ὁ ᾿Ιησοῦς εἶναι ὁ Μεσσίας. Γι’ αὐτὸ εἶπαν οἱ γονεῖς του, «ἐνήλικος εἶναι, ρωτῆστε τὸν ἴδιο». Κάλεσαν, λοιπόν, γιὰ δεύτερη φορὰ τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἦταν πρὶν τυφλὸς καὶ τοῦ εἶπαν· «Πὲς τὴν ἀλήθεια ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ· ἐμεῖς ξέρουμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς εἶναι ἁμαρτωλός». ᾿Εκεῖνος τότε τοὺς ἀπάντησε· «῍Αν εἶναι ἁμαρτωλός, δὲν τὸ ξέρω· ἕνα ξέρω· πώς, ἐνῶ ἤμουν τυφλός, τώρα βλέπω». Τὸν ρώτησαν πάλι· «Τί σοῦ ἔκανε; Πῶς σοῦ ἄνοιξε τὰ μάτια;» «Σᾶς τὸ εἶπα κιόλας», τοὺς ἀποκρίθηκε, «ἀλλὰ δὲν πειστήκατε· γιατί θέλετε νὰ τὸ ξανακούσετε; Μήπως θέλετε κι ἐσεῖς νὰ γίνετε μαθητές του;» Τὸν περιγέλασαν τότε καὶ τοῦ εἶπαν· «᾿Εσὺ εἶσαι μαθητὴς ἐκείνου· ἐμεῖς εἴμαστε μαθητὲς τοῦ Μωυσῆ· ἐμεῖς ξέρουμε πὼς ὁ Θεὸς μίλησε στὸν Μωυσῆ, ἐνῶ γι’ αὐτὸν δὲν ξέρουμε τὴν προέλευσή του».    
         Τότε ἀπάντησε ὁ ἄνθρωπος καὶ τοὺς εἶπε· «᾿Εδῶ εἶναι τὸ παράξενο, πὼς ἐσεῖς δὲν ξέρετε ἀπὸ ποῦ εἶναι ὁ ἄνθρωπος, κι ὅμως αὐτὸς μοῦ ἄνοιξε τὰ μάτια. Ξέρουμε πὼς ὁ Θεὸς τοὺς ἁμαρτωλοὺς δὲν τοὺς ἀκούει, ἀλλὰ ἂν κάποιος τὸν σέβεται καὶ κάνει τὸ θέλημά του, αὐτὸν τὸν ἀκούει. ᾿Απὸ τότε ποὺ ἔγινε ὁ κόσμος, δὲν ἀκούστηκε ν’ ἀνοίξει κανεὶς τὰ μάτια ἑνὸς γεννημένου τυφλοῦ. ῍Αν αὐτὸς δὲν ἦταν ἀπὸ τὸν Θεὸ δὲν θὰ μποροῦσε νὰ κάνει τίποτα». «᾿Εσὺ εἶσαι βουτηγμένος στὴν ἁμαρτία ἀπὸ τότε ποὺ γεννήθηκες», τοῦ ἀποκρίθηκαν, «καὶ κάνεις τὸν δάσκαλο σ’ ἐμᾶς;» Καὶ τὸν πέταξαν ἔξω. ῾Ο ᾿Ιησοῦς ἔμαθε ὅτι τὸν πέταξαν ἔξω καί, ὅταν τὸν βρῆκε, τοῦ εἶπε· «᾿Εσὺ πιστεύεις στὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ;» ᾿Εκεῖνος ἀποκρίθηκε· «Καὶ ποιὸς εἶναι αὐτός, κύριε, γιὰ νὰ πιστέψω σ’ αὐτόν;» «Μὰ τὸν ἔχεις κιόλας δεῖ», τοῦ εἶπε ὁ ᾿Ιησοῦς. «Αὐτὸς ποὺ μιλάει τώρα μαζί σου, αὐτὸς εἶναι». Τότε ἐκεῖνος εἶπε· «Πιστεύω Κύριε», καὶ τὸν προσκύνησε.

Το Ευαγγέλιο της Κυριακής του Τυφλού 9 Ιουνίου 2013 - (᾿Ιω. θ´ 1-38).

Σάββατο, Μαΐου 11, 2013

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΘΩΜΑ π.Ευάγγελος Ρουσέτης.

Κύριο χαρακτηριστικό της εποχής μας είναι η απιστία. Η δυσκολία δηλ. να δεχθούμε ότι πάνω από εμάς βρίσκεται, όχι απλά μια  ανώτερη δύναμη, αλλά ο Θεός ο οποίος μας βλέπει και ακολουθεί πατρικά κάθε μας βήμα. Η άρνηση της ύπαρξης του Θεού εντοπίζεται στο επιχείρημα ότι αφού δεν βλέπουμε τον Θεό, άρα δεν υπάρχει. Μόνο ότι βλέπουμε, ότι ψηλαφίζουμε, ότι πιάνουμε είναι πραγματικό ενώ από κει και πέρα όλες οι θεωρίες περί υπάρξεως Θεού ανήκουν στην σφαίρα της φαντασίας.
       Θα μου επιτρέψετε να χρησιμοποιήσω ένα ανέκδοτο στο οποίο φαίνεται το παράλογο εκείνων που υποστηρίζουν ότι δεν υπάρχει Θεός : Ένας δάσκαλος λοιπόν κατά την ώρα της διδασκαλίας με βεβαιότητα υποστήριξε ότι δεν υπάρχει Θεός, αφού δεν τον βλέπουμε. Τότε ένας έξυπνος μαθητής παίρνει τον λόγο και του απαντά : Με αυτό το σκεπτικό κύριε και εσείς δεν έχετε μυαλό διότι δεν το βλέπουμε. Βλέπουμε εσάς, το κεφάλι σας αλλά εάν έχει μέσα μυαλό κ εάν είναι άμυαλο δεν το βλέπουμε. Τότε όλοι οι μαθητές ξέσπασαν σε χειροκροτήματα ενώ ο Δάσκαλος έσκυψε ντροπιασμένος κάτω το κεφάλι. Η τάση του να μην πιστεύει κανείς δεν είναι κάτι το καινούργιο. Δεν είναι δηλαδή χαρακτηριστικό  μόνο της σημερινής εποχής. Ανέκαθεν υπήρξαν άνθρωποι οι οποίοι και  αν ακόμα είχαν μπροστά τους χειροπιαστές αποδείξεις ότι υπάρχει Θεός εκείνοι τον αρνήθηκαν και τον πολέμησαν. Από την άλλη υπήρξαν και υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι αναζητούν αποδείξεις για να πιστέψουν όπως ακριβώς έκανε ο άπιστος στην αρχή και κατόπιν πιστός μαθητής του Χριστού ο Θωμάς.
        Φοβισμένοι λοιπόν οι μαθητές του Χριστού μας μετά την Ανάσταση είχαν κλεισθεί σ΄ ένα σπίτι συζητώντας τα καταπληκτικά γεγονότα των ημερών. Και περίμεναν. Περίμεναν να εκπληρωθούν όλες οι υποσχέσεις του Διδασκάλου, αφού εκπληρώθηκε αυτή η απίστευτη πρόβλεψη η εκ Νεκρών Ανάστασή Του. Βέβαια σύννεφα αμφιβολίας και απιστίας είχαν εμφανισθεί αλλά την κατάλληλη ώρα παρουσιάζεται ανάμεσα τους ο Θεάνθρωπος, ο νεκραναστημένος Χριστός διαλύοντας την ομίχλη των δισταγμών, σκορπίζοντας τις αμφιβολίες με τον Αναστάσιμο χαιρετισμό «Ειρήνη υμίν…»! Ναι! Μπροστά τους έχουν τον Διδάσκαλο με τα τρυπημένα χέρια από τα καρφιά, και την ματωμένη πληγή από την λόγχη ο ίδιος ο Κύριος με σώμα άφθαρτο, αναστημένο.
        Η χαρά των μαθητών είναι απερίγραπτη «Έωρακαμεν τον Κύριον»! Είδαμε τον Κύριο φώναζαν. Δεν δοκίμασαν όμως όλοι αυτήν την υπερκόσμια χαρά της αναστάσιμης Παρουσίας του Χριστού. Ο Θωμάς έλειπε από την συντροφιά των μαθητών, και όταν συναντήθηκε μαζί τους και άκουσε για την εμφάνιση του νεκραναστημένου δεν έδειξε τον ίδιο ενθουσιασμό δεν ένιωσε την ίδια χαρά. Ο Απόστολος Θωμάς ήταν δύσπιστος χαρακτήρας, ήταν θετικός τύπος, ζητούσε αποδείξεις. Δεν ήταν από εκείνους τους σημερινούς χριστιανούς που λένε : «Πίστευε και μην ερεύνα…» αλλά εκπροσωπούσε τους ερευνητές και αναζητητές της αλήθειας. Ήθελε μία προσωπική εμπειρία. Δεν αρκέσθηκε στα όσα του είπαν οι υπόλοιποι μαθητές…
      Τον είδε μαζί με τους άλλους να δαμάζει τα στοιχεία της φύσεως, να διατάζει τα κύματα και εκείνα να γαληνεύουν, τον είδε να ανασταίνει νεκρούς, τον είδε να σηκώνει παράλυτους, τον είδε να συγχωρεί τους εχθρούς του επάνω στον Σταυρό, είδε την γη να τρέμει κάτω από τα πόδια του όταν ο Εσταυρωμένος είπε το «Τετέλεσται», άκουσε ότι το Σώμα του δεν βρέθηκε στον Τάφο μετά τρεις ημέρες, όμως παρά ταύτα δεν πίστεψε. Γιατί ; Γιατί η απιστία είναι ζυμωμένη με την ανθρώπινη φύση. Όλοι μας πιστεύουμε, αλλά σε καιρό πειρασμού, η πίστη μας χαλαρώνει, ζητούμε από τον Θεό να κάνει έντονη την παρουσία του και έτσι γίνεται μόνο που ο Θεός εμφανίζεται μπροστά μας όπως θέλει εκείνος όχι όπως θέλουμε εμείς.
       Μετά από οκτώ ημέρες ο Αναστημένος Σωτήρας εμφανίζεται και πάλι. Παρόντες είναι όλοι οι μαθηταί και ο Θωμάς. «Έλα Θωμά. Φέρε τον δακτυλόν Σου εδώ. Και κοίταξε τα χέρια μου και φέρε το χέρι Σου και βάλε στην πλευρά μου και μην γίνεσαι άπιστος αλλά πιστός»! Να η ώρα της σωτηρίας,της ομολογίας. Ο μαθητής συντετριμμένος, ταπεινωμένος μετά την έρευνα, σωριάστηκε μπροστά στα πόδια του Διδασκάλου και άφησε να βγουν από τα ευτυχισμένα στήθη του τούτα τα λόγια :«Ο Κύριος μου και ο Θεός μου».
       Αγαπητοί μου αδελφοί! Ας γίνουμε και εμείς ομολογητές  της πίστεως μας, ας απομακρύνουμε τα σύννεφα της απιστίας και της αμφιβολίας που σκεπάζουν τον ουρανό της πίστης μας και ας αφήσουμε το γεγονός της Αναστάσεως του Χριστού να διαποτίσει όλη την ζωή μας έτσι ώστε όλη η εβδομάδα μας να φωτίζεται από το Πανάγιο φως της Αναστάσεως, αφού η Κυριακή είναι η καρδιά της εβδομάδας, η ημέρα εκείνη που γιορτάζουμε το μέγιστο θαύμα της εκ νεκρών Αναστάσεως. Γι΄ αυτό είναι απαραίτητο όλη η ζωή μας να κινείται γύρω από την Αναστάσιμη Θ. Λειτουργία της Κυριακής που είναι το κέντρο της πίστεως μας και της Σωτηρίας μας. Ο π. Ιουστίνος Πόποβιτς γράφει ότι ολόκληρο το Ευαγγέλιο των Ορθόδοξων κλείνεται μέσα σε τέσσερις λέξεις: ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ ΑΛΗΘΩΣ ΑΝΕΣΤΗ!
        Η άνοιξη που ήδη ξεκίνησε ας δώσει την θέση της στην πνευματική άνοιξη της ζωής μας η οποία θα απομακρύνει τον πνευματικό χειμώνα της αμαρτίας κάτω από το φως της Αναστάσεως. Αμήν.     



  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...