Η ΩΦΕΛΙΜΟΣ ΠΑΙΔΕΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟΝ ΣΧΟΛΕΙΟΝ
Εἰσήγησις εἰς τὴν Διημερίδα τῆς ΠΕΘ. 12–13 Μαρτίου 2011
Τοῦ κ. Ἰωάννου Β. Κογκούλη, Καθηγητοῦ
(2ον.—Τελευταῖον)
Ὅσοι ζητοῦν τὴν μετάλλαξη τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν καὶ μάλιστα ὅσοι μιλοῦν γιὰ ἀνοιχτὸ μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, δὲν διευκρινίζουν πρῶτον ἂν πιστεύουν πὼς ὑπάρχει ἢ ὄχι οὐδέτερη γνώση καὶ δεύτερον ἂν συμφωνοῦν πὼς ἡ ὀρθόδοξη πίστη ἢ εἰδικότερα ἡ δογματικὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας ἀποτελεῖ τὸ πλαίσιο ὁριοθέτησης τῆς φυσικῆς ἢ τῆς ὄντως ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου. Ἐπίσης δὲν τοποθετοῦνται, ἂν ἡ πληροφόρηση αὐτὴ εἶναι ἀπαραίτητη γιὰ τοὺς Ἕλληνες μαθητές, προκειμένου αὐτοὶ νὰ καταστοῦν ἱκανοὶ νὰ διακρίνουν μὲ βάση τὰ δικά μας δεδομένα τὶς φυσικὲς ἀπὸ τὶς ἀφύσικες ἐκεῖνες καταστάσεις, ποὺ ὁδηγοῦν τοὺς ἀνθρώπους στὴν κάθε εἴδους ἀνομία, εἴτε αὐτὴ ἀκούει στὸ ὄνομα γάμος ὁμοφυλοφίλων, συμμορία κλεφτῶν καὶ ἀπατεώνων, ποὺ λυμαίνονται τελευταῖα τὸν τόπο μας κ.λπ..
Ἐπίσης δὲ φαίνεται νὰ διευκρινίζουν ἂν συμφωνοῦν ὅτι ἡ ἄχρωμη ἠθικὴ ὁδηγεῖ τὸ νέο σὲ καταστάσεις ἀνασφάλειας, ἀπάθειας καὶ ἀπροσάρμοστης συμπεριφορᾶς ἢ ἂν ἐγκρίνουν νὰ καταρτίζονται οἱ νέες γενεὲς χωρὶς ἠθικὴ καὶ ἠθικό.
Νὰ συρρικνώνονται οἱ μεταρρυθμίσεις, θὰ τολμοῦσα νὰ πῶ, σὲ ἕνα ἐπίπεδο τεχνικίστικης λογικῆς καὶ ὄχι μὲ βάση τὴ θέση τοῦ Πλάτωνα: «πᾶσα… ἐπιστήμη χωριζομένη δικαιοσύνης καὶ τῆς ἄλλης ἀρετῆς πανουργία καὶ οὐ σοφία φαίνεται».28
Οἱ ἴδιοι φαίνεται νὰ ἐθελοτυφλοῦν στὰ ὅσα συμβαίνουν στὸν Εὐρωπαϊκὸ χῶρο καὶ σχετίζονται μὲ τὸ Ἰσλάμ. Δὲ βλέπουν πὼς οἱ Εὐρωπαῖοι, ζώντας σὲ μιὰ κοινωνικὴ ἠθικὴ ἀλλοτρίωση καὶ ἀπεμπολώντας κυρίως τὴν πίστη στὸ Θεὸ προσφέρουν στὸ Ἰσλὰμ τὸ κατάλληλο ἔδαφος, ὥστε, τὸ Ἰσλάμ, πρὸς ἴδιον ὄφελος, νὰ ἀφυπνίσει ναρκωμένες θρησκευτικὲς συνειδήσεις, προσφέροντας σ᾽ αὐτὲς πίστη καὶ κοινοτικὴ ζωή.
Ἐπειδὴ ὡς πρὸς τὴν «ὠφέλιμη παιδεία» καὶ εἰδικότερα τὴν ἠθικὴ καλλιέργεια τῶν μαθητῶν, καὶ ὄχι μόνο, ὁ ἀποπροσανατολισμὸς ἦταν καὶ εἶναι ἐντονότατος, εἶναι ἀνάγκη νὰ τοποθετηθοῦν οἱ ἐπιθυμοῦντες τὴν μετάλλαξη τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν στὰ ἀκόλουθα ἐρωτήματα:
— Πρέπει νὰ προσφέρει τὸ σχολεῖο στοὺς μαθητές, καὶ μάλιστα μέσω τοῦ καλούμενου μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν, τὴν ἀπαραίτητη βοήθεια προκειμένου αὐτοὶ νὰ εὐαισθητοποιηθοῦν ὡς πρὸς τὴν τιμιότητα, τὴ δικαιοσύνη, τὴν ἐλπίδα, τὴ χαρά, τὴν ἀγάπη, τὴν ἀνάγκη ὑπεράσπισης τῆς ὄντως ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου,τὴ διάκριση τοῦ οὐσιαστικοῦ καὶ ἀληθινοῦ καὶ παράλληλα νὰ μάθουν νὰ ἀντιστέκονται σ᾽ ὅ,τι χαρακτηρίζεται ὡς ἀνίερο, ἀναληθὲς καὶ ἄτιμο;
Καὶ τὸ βασικότερο ὅλων:
— Μήπως ἡ προσπάθεια μετάλλαξης ἢ κατάργησης τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν στοχεύει στὴν ἀπόσπαση τῆς ἠθικῆς ἀπὸ τὴν πνευματικὴ ζωὴ καὶ στὴν ἀνάπτυξημιᾶς νομικῆς ἠθικῆς ἀνταποκρινόμενης στὶς ἀπαιτήσεις τῆς παγκοσμιοποίησης, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ καρπὸ ἑνὸς νομικοῦ πειθαναγκασμοῦ καὶ ἑνὸς ἐξωτερικοῦ φρονηματισμοῦ, ὥστε νὰ διαχωρίζονται οἱ ἄνθρωποι σὲ καλοὶ καὶ κακοί;
Ὡς πρὸς τὸ τελευταῖο, μὲ βάση τὴν ὀρθόδοξη παράδοση καὶ ζωή, ἡ ἠθικὴ καλλιέργεια τῶν μαθητῶν καὶ μάλιστα στὸ πλαίσιο τῆς «ὠφέλιμης παιδείας», πηγάζει ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι «τὸ χριστιανικὸ ἦθος δὲν εἶναι ἀπόρροια νομικοῦ πειθαναγκασμοῦ ἢ ἐξωτερικοῦ φρονηματισμοῦ, ἀλλὰ φυσικὸς καρπὸς τοῦ ἐγκεντρισμοῦ στὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τὴν Ἐκκλησία».29
Αὐτὸ σημαίνει πὼς ὁ Χριστιανισμὸς δὲν εἰσάγει μιὰ νέα ἠθικὴ γιὰ τὸν ἄνθρωπο, «ἀλλὰ νέο ἄνθρωπο, τὸν καινὸ ἐν Χριστῷ ἄνθρωπο, τὸν ἄνθρωπο ποὺ θεμελιώνει τὴ ζωή του στὴν ἀλήθεια ποὺ ἐλευθερώνει ἀπὸ τὸ θάνατο, στὴν ἀλήθεια ποὺ δὲν ταυτίζεται μὲ τὴ γνώση, ἀλλὰ μὲ τὴ ζωὴ ποὺ δὲν διαψεύδεται ἀπὸ τὸ θάνατο». 30
Μάλιστα σὲ σχέση τῆς ἠθικῆς μὲ τὸ δόγμα, τὸ ὁποῖο καὶ ὡς λέξη προκαλεῖ πολλούς, εἶναι ἀνάγκη νὰ τονιστεῖ πώς: «Δόγμα καὶ ἦθος, πίστη καὶ ζωὴ συνδέονται ὀργανικὰ καὶ ἀδιάσπαστα».31
Ἀλήθεια, θὰ διασπάσουμε τὴν ὀργανικὴ αὐτὴ σύνδεση στὸ μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν; Καὶ αὐτὸ γιὰ νὰ μὴ προκαλοῦμε τοὺς αὐτοαποκαλούμενους «ἐκσυγχρονιστές»;
Ὅμως στὴν Ὀρθόδοξη Καθολικὴ Ἐκκλησία τὸ δόγμα ὑπάρχει ὡς ὁδηγὸς τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι ἕνας δείκτης, ποὺ δείχνει στὸν ἄνθρωπο τὸ σημεῖο τοῦ προορισμοῦ του.32
Ἐπίσης, «στὴν Ὀρθόδοξη παράδοση ἡ ἀνθρωπότητα δὲν χωρίζεται σὲ καλοὺς ἢ κακοὺς ἀνθρώπους, σὲ ἠθικοὺς καὶ ἀνήθικους».33
Οὔτε μετατρέπεται σὲ ἠθικὴ καλλιέργεια τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἰδιαίτερα τοῦ μαθητῆ σὲ καθηκοντολογία. Ἡ Ὀρθοδοξία δὲν εἶναι μιὰ ἠθικὴ θρησκεία. Στὸ χῶρο τῆς Ἐκκλησίας ἐπιδιώκεται ἡ ὑποβοήθηση τοῦ ἀνθρώπου γιὰ τὴν, μέσω τῆς ἄσκησης, καλὴ ἀλλοίωσή του, γιὰ τὴν ἀπαλλαγή του ἀπὸ τὰ προσωπεῖα, τὰ ὁποῖα προβάλλουν τὴ δική τους συμπεριφορά. Κατὰ συνέπεια, ἀπαιτεῖται νὰ μάθει τὸ παιδὶ καὶ ὁ ἔφηβος, ὅπως καὶ ὁ κάθε ἄνθρωπος, πῶς μέσα ἀπὸ τὴν ἄσκηση, ἐφόσον τὸ θελήσει καὶ μάλιστα μὲ βάση τό: «εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν»34, θὰ μπορέσει νὰ θρυμματίζει τὰ κοινωνικὰ προσωπεῖα.
Ἔτσι στὸ πλαίσιο μιᾶς ὑποχρεωτικῆς ἐκπαίδευσης, ἡ ὁποία φαίνεται νὰ εἶναι ἀνάπηρη, καὶ σὲ σημαντικὸ βαθμὸ ἀφελληνισμένη καὶ ἀποχριστιανισμένη, τὸ πρόβλημα ἐπικεντρώνεται ἂν προσφέρει στοὺς μαθητὲς Παιδεία, ἡ ὁποία, θεανθρωποκεντρικὰ προσανατολισμένη καὶ ὄχι θεοκεντρικά, νὰ ἀπο- τελεῖ γι΄ αὐτοὺς τὸν ὁδοδείκτη πρὸς ὅ,τι εἶναι «σοφία, ζωή, ἁγιασμός, δύναμις, τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν».35
Ἡ «ὠφέλιμη παιδεία» δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἐκφράζει ἕνα πολιτιστικὸ μόρφωμα, ποὺ θὰ τυποποιεῖ τὴ ζωὴ τῶν νέων ἀνθρώπων, τῶν μαθητῶν, ἱκανὸ νὰ καλύψει τὴν οἰκουμένη καὶ νὰ διευκολύνει τὴν παράδοση τῆς ἐξουσίας στὴν ὑπερδυναμικὴ ὀλιγαρχία καὶ νὰ συμβάλει στὴν ἀπρόσκοπτη διοχέτευση τοῦ πλούτου στὴ λέσχη τῶν Κροίσων. Ὅμως, ἂν μελετήσει κανεὶς τὰ Ἀναλυτικὰ Προγράμματα τῆς Ὑποχρεωτικῆς ἐκπαίδευσης καὶ εἰδικότερα τὰ διδακτικὰ βιβλία τῶν μαθητῶν, θὰ διαπιστώσει πὼς ἐπιδιώκεται μιὰ παγκοσμιοποιημένη πολιτιστικὴ μετάλλαξη. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος γιὰ τὴν ἀντίθεσή μας σ΄ ἕνα σχολεῖο μὲ τὴ μορφὴ Σύγχρονου Ψηφιακοῦ Φροντιστηρίου παροχῆς χρησιμοθηρικῶν γνώσεων, καὶ γιὰ τὴν ἀνάγκη ὕπαρξης τοῦ παιδαγωγοῦντος – προσωποκεντρικοῦ σχολείου, μὲ ἄριστα κείμενα καὶ καλοὺς δασκάλους ὑψηλοῦ ἐπιπέδου. Σ᾽ αὐτὸ τὰ παιδιά μας θὰ ἀναπτύξουν τὴν προσωπικότητά τους μὲ βάση τὴ δική μας ἰδιοσυστασία καὶ θὰ γίνουν ὄχι παγκοσμιοποιημένα – ὁμογενοποιημένα ἄτομα, ἀλλὰ –ὅπως ἀρχαία θεία Λειτουργία σημειώνει– «κοσμοπολίτες».36
Μὲ βάση τὰ παραπάνω εἶναι ἀναγκαία ἡ τοποθέτησή μας καὶ ὡς πρὸς τὴν ὀνομασία τοῦ πολύπαθου μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν. Ὡς γνωστό, στὴν ἑλληνικὴ ἐκπαίδευση ἡ ὀνομασία του ἀκολούθησε αὐτὴ τοῦ ἀντίστοιχου βαυαρικοῦ μαθήματος. Ἔτσι καὶ σήμερα ἡ ὀνομασία τοῦ ἐν λόγῳ μαθήματος ἀποτελεῖ ἀντιγραφὴ τοῦ ἀντίστοιχου Γερμανικοῦ, ποὺ εἶναι τὸ Religionsunterricht. Ὅμως, παρότι στὴν προκειμένη περίπτωση τὸ πρόβλημα δὲν εἶναι τὸ πῶς θὰ ὀνομαστεῖ κάποιο μάθημα, ἀλλὰ ποιὸ περιεχόμενο θὰ τὸ συγκροτεῖ, ἐπειδὴ ἡ ὀνομασία ἀποτελεῖ αἰτία ἀποπροσανατολισμοῦ του ἀπὸ τοὺς πραγματικοὺς σκοπούς του, εἶναι δυνατὸν νὰ ἀναζητηθεῖ λύση.
Μεταξὺ τῶν ὀνομασιῶν, ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ προταθοῦν γιὰ τὸ πολύπαθο μάθημα εἶναι: «Ἑλληνορθόδοξη Παιδεία», ἢ ἐὰν ἕνας τέτοιος τίτλος ἐνοχλεῖ, «Χριστιανικὴ Παιδεία». Ὅμως, ἐπειδὴ καὶ στὴν περίπτωση αὐτὴ ἴσως κάποιοι ἀπόγονοι τῶν ραγιάδων, ποὺ δια- τήρησαν τὴν ἰδιοπροσωπία τους στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας Του ἐντοπίσουν κάποιον ἰδεολογικὸ προσανατολισμό, ἕνας τίτλος, ποὺ πιστεύω, ἀνταποκρίνεται στὸ παιδαγωγοῦν– προσωποκεντρικὸ σχολεῖο, εἶναι νὰ ὀνομαστεῖ τὸ ἐν λόγῳ μάθημα: «Παι-δεία καὶ Ἑλληνορθόδοξη Κληρονομιά».
Καὶ ἐπειδὴ πολλὰ λέγονται γιὰ τὴν ἀνάπτυξη κριτικοῦ τρόπου σκέψης τῶν μαθητῶν, ἁπλὰ σημειώνουμε πὼς κριτικὸ τρόπο σκέψης ἀναπτύσσει καὶ ὁ βουτηγμένος στὴ διαφθορά, αὐτὸς ποὺ ἀτομοκρατικὰ κρίνοντας πατάει ἐπὶ πτωμάτων. Μέσα ἀπὸ τὸ μάθημα: «Παιδεία καὶ Ἑλληνορθόδοξη Κληρονομιά», ὅπως καὶ μέσα ἀπὸ τὸ καλούμενο μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, ἀναπτύσσεται ὁ κριτικὸς τρόπος σκέψης συνδυάζοντάς την μὲ τὸ φιλάνθρωπο, τὴν ἀγάπη, τὴν ὄντως ἐλευθερία, τὴν ἀδελφοσύνη, τὴ δικαιοσύνη, τὴν ἀλληλεγγύη, τὴν εὐθύνη, τὸ νὰ βοηθηθεῖ αὐτός, ποὺ θὰ θελήσει νὰ γίνει ἀληθινὸς κύριος τοῦ ἑαυτοῦ του νὰ ἀντιμετωπίζει τὸ πρόβλημα τῆς ἀνασφάλειας καὶ τῆς ἀνεστιότητας. Τὸ παιδαγωγοῦν – προσωποκεντρικὸ σχολεῖο ἑδράζεται στὸ γνωστὸ στὴν ἑλληνορθόδοξη παράδοση κοινοτικὸ σύστημα. Αὐτὸ τὸ σύστημα προϋποθέτει ἀνὰ σχολεῖο μικρὸ ἀριθμὸ μαθητῶν καὶ ἐπαρκῆ ἐκπαιδευτικὸ προσωπικό.
Τὸ παιδαγωγοῦν – προσωποκεντρικὸ σχολεῖο, στηριζόμενο σὲ δυὸ πυλῶνες ἀποσκοπεῖ στὀ: α) Νὰ βοηθηθοῦν οἱ νέοι, οἱ μαθητὲς νὰ ἀναπτύξουν τὴν προσωπικότητά τους καὶ β) Νὰ καλλιεργεῖται ἡ γνώση γενικότερα καὶ ἡ ἐπιστήμη καὶ ἡ τεχνολογία εἰδικότερα. Ἕνα τέτοιο σχολεῖο ἐγγυᾶται τὴ σωστὴ διαπαιδαγώγηση τῶν μαθητῶν καὶ τὴν ποιοτική τους κατάρτιση. Καὶ ἀσφαλῶς ἡ κατὰ τὸν Ἅγιο Μέγα Βασίλειο «ὠφέλιμη παιδεία», ἡ ὁποία βρίσκεται στὸν ἀντίποδα «τῆς ἀνοήτου καὶ βλαβερᾶς», δὲν ὁριοθετεῖται χρονικὰ ὡς τὴν ἡλικία τῶν 18 ἐτῶν, κατὰ τὴν ὁποία ὁλοκληρώνεται συνήθως ἡ Δευτεροβάθμια ἐκπαίδευση. Μὲ τὴν ἀπόκτηση τοῦ δικαιώματος ψήφου δὲν τερματίζεται ἡ ἀνάγκη γιὰ Παιδεία καὶ συνεχίζει ἡ ἐκπαίδευση καὶ ἡ ἐξειδίκευση. Οὔτε εἶναι τὸ σύγχρονο Πανεπιστήμιο ἀποκλειστικὰ ἕνα ἐκτροφεῖο εἰδικῶν. Οἱ ἐξειδικευμένες γνώσεις δὲν ἀρκοῦν, γιὰ νὰ κάνουν τὸν σπουδαῖο ἀρχιτέκτονα. Ἀπαιτεῖται ἡ συνολικὴ προσωπικὴ καλλιέργεια καὶ κυρίως ἡ ἀνάπτυξη ὑψηλοῦ βαθμοῦ αἰσθητικῆς ἀντίληψης καὶ εὐαισθησίας. Ὡς πρὸς τὶς γνώσεις ποὺ ἀποκτῶνται στὸ Πανεπιστήμιο τὸ μεγάλο πρόβλημα εἶναι, ἂν αὐτὲς ἀποβλέπουν στὴν ἐξυπηρέτηση τῆς ἀνθρώπινης ὑγείας, τῆς εὐημερίας, καὶ τῆς προκοπῆς ἢ ἂν ἐξυπηρετοῦν σκοποὺς ἀπάνθρωπους, ἐκμεταλλευτικοὺς καὶ καταστροφικούς. Αὐτὸ ὑπῆρξε καὶ τὸ ἐπίκεντρο τοῦ προβληματισμοῦ καὶ τοῦ διλήμματος τῶν φυσικῶν ἐπιστημόνων, ποὺ συνέβαλαν ἀποφασιστικὰ στὴν κατασκευὴ τῆς πρώτης ἀτομικῆς βόμβας. Ὁ ἐπιστήμονας βρίσκεται μπροστά σε τέτοιου εἴδους ἢ ἀνάλογα ἠθικὰ διλήμματα. Κατὰ συνέπεια, ἐντείνεται ὁ προβληματισμὸς γιὰ τὴν ἀναγκαία ἠθικὴ διαπαιδαγώγηση καὶ προετοιμασία τῶν ὑπὸ ἐκκόλαψη νέων ἐπιστημόνων, ὥστε αὐτοὶ νὰ μποροῦν νὰ ὑποψιάζονται γιὰ τὴν ὕπαρξη καὶ τὴν ἀνάγκη ἐπίλυσης ἀνάλογων διλημμάτων μὲ τρόπο θετικὸ γιὰ τὴ ζωή, τὴν ὑγεία καὶ τὴν ἀνθρώπινη εὐημερία καὶ εὐτυχία. Ὁ νέος ὑπὸ ἐκκόλαψη ἐπιστήμονας θὰ πρέπει τουλάχιστον νὰ μάθει νὰ προβληματίζεται, νὰ εὐαισθητοποιεῖται καὶ νὰ νοιάζεται γιὰ τὴν ἐξυπηρέτηση τῶν παραπάνω σημαντικῶν ἀγαθῶν. Αὐτὴ ἡ εὐαισθητοποίηση τοῦ νέου ἐπιστήμονα στὰ παραπάνω θέματα μέσω τῆς παρεχόμενης ἐκπαίδευσης – διαπαιδαγώγησης, συνιστᾶ κρίσιμο ποιοτικὸ στοιχεῖο τοῦ πολιτισμοῦμας.
Ὁ σοφὸς διδάσκαλος καὶ Παιδαγωγὸς Κωνσταντῖνος Οἰκονόμου ὁ ἐξ Οἰκονόμων (τὸν περασμένο χρόνο ἔκλεισαν 150 χρόνια ἀπὸ τὸ θάνατό του) ἔγραφε: «Μὴ φίλη πατρίς, μὴ εὑρεθῶσι ποτὲ εἰς τοὺς κόλπους σου γνήσιά σου τέκνα τρεφόμενα διὰ χολῆς πικρίας καὶ φαρμάκου κακοηθείας καὶ δυσσεβείας, ἅτινα μέλλουσι νὰ κατασπαράξωσι τὰ σπλάχνα σου φοβερώτερον παρὰ τοὺς βαρβαρώτατους τυράννους σου!...»37
Προσωπικὰ .πιστεύω πὼς στοὺς ὑπεύθυνους τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας, Δία βίου μάθησης καὶ Θρησκευμάτων ὁ Κωνσταντῖνος Οἰκονόμου θὰ ἔλεγε: «Εἶναι προτιμότερον νὰ ζῆ τις ὀρθῶς, παρὰ νὰ ὁμιλῆ μόνον γλαφυρῶς»38 καί, θὰ προσέθετα, καὶ νὰ χορεύει ἀναλόγως…
Θὰ κλείσω τὴν Εἰσήγησή μου παραφράζοντας τὰ λόγια τοῦ γνωστοῦ σ᾽ ὅλους μας Παπουλάκου: Σχολεῖα προσανατολισμένα στὴν προσφορὰ στοὺς μαθητὲς μόνο ἐμπορεύσιμης γνώσης, κάτω ἀπὸ μιὰ χρησιμοθηρικὴ ἀντίληψη, ὑφαίνουν ἀργά, ἀλλὰ σταθερά, τὸ σάβανο τοῦ Γένους μας.
Ὑποσημειώσεις
28. Πλάτ. Μέν. 19 226Ε.
29. Β. Καλλιακμάνης, Ὁ ἐκκλησιολογικὸς χαρακτήρας τῆς Ποιμαντικῆς
—Λεντίω Ζωννύμενοι ΙΙ—, ἐκδόσεις Μυγδονία, Θεσσαλονίκη 2005, σελ.72.
30. Γ. Μαντζαρίδης, Χριστιανικὴ Ἠθική, ἐκδόσεις Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2002, σελ. 174.
31. Γ. Μαντζαρίδης, ὄ.π., σελ
99,100.
32. Ἱερόθεος Βλάχος, Μητροπολίτης Ναυπάκτου, Ἐμπειρικὴ Δογματικὴ τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, ἔκδοση Ἱ. Μ. Γενεθλίου Θεοτόκου, 2010, τόμος Α´, σ. 102.
33. Ὅ.π. σελ. 153.
34. Ματθ. 16, 24.
35. Μεγάλου Βασιλείου, Θεία Λειτουργία.
36. Θεία Λειτουργία τῶν «Ἀποστολικῶν Διαταγῶν», στὸ: Ἰ. Φουντούλη, Κείμενα Λειτουργικῆς τεῦχ. Γ´, Θεῖαι Λειτουργίαι, Θεσσαλονίκη 2007, σ.337.
37. Κ. Οἰκονόμου, Τὰ σωζόμενα Φιλολογικὰ συγγράμματα, τ. Α΄ (1871), σελ. 43
38. Ὅ. παρ
«Ορθόδοξος Τύπος»1/04/2011