Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Αυγούστου 07, 2011

Μια συγχρονη μαρτυρία-Η Παναγία στην εντατική


Ο χώρος τής μονάδας εντατικής θεραπείας είναι ένας χώρος πού γίνεται αγώνας εντατικός εναντίον τού θανάτου. Οι γιατροί καί τό νοσηλευτικό προσωπικό παλεύουν μέ τόν θάνατο ο οποίος διεκδικεί τόν ασθενή, αλλά καί ο ασθενής βρίσκεται σέ δύσκολη κατάσταση. Μπροστά του βλέπει τόν θάνατο νά έρχεται, καί αυτό τού αυξάνει τήν στενοχώρια, συγχρόνως είναι μόνος του, χωρίς τήν ύπαρξη τών αγαπημένων του προσώπων, τά οποία βλέπει ελάχιστα λεπτά τής ώρας. Τότε βρίσκεται απέναντι στά μεγάλα ερωτήματα τής ζωής καί τού θανάτου, τού νοήματος τής ζωής, αλλά εμφανίζονται καί οι τύψεις από γεγονότα τού παρελθόντος.
Στόν θάλαμο εντατικής θεραπείας υπάρχει έντονο ενδιαφέρον γιά τήν υγεία τού σώματος καί τήν διαφυγή τού θανάτου, αλλά δέν υπάρχει παράλληλο ενδιαφέρον γιά τά εσωτερικά υπαρξιακά ερωτήματα καί τίς πνευματικές ανησυχίες τού ασθενούς. Ο Κληρικός δύσκολα μπορεί νά εξασκήση τήν ποιμαντική του διακονία. Έτσι, ο ασθενής μόνος του πρέπει νά ανανήψη πνευματικά, νά δεχθή τίς επισκέψεις τής θείας Χάριτος, ανάλογα μέ τίς προηγούμενες εσωτερικές καταστάσεις.
Στό διαδίκτυο βρήκα ένα κείμενο τού αειμνήστου λαμπρού Εισαγγελικού Λειτουργού Ευάγγελου Κρουσταλάκη, πού έφθασε μέχρι καί τήν θέση τού Εισαγγελέως τού Αρείου Πάγου, μέ τίς νομικές του γνώσεις, αλλά καί τό ήθος του. Ο ίδιος περιγράφει τήν εμπειρία του από τήν μονάδα εντατικής νοσηλείας στήν οποία βρέθηκε μετά από μιά σοβαρή χειρουργική επέμβαση. Γράφει γιά τό «έντονο συναίσθημα απομόνωσης», γιά τήν «αίσθηση τής εγκατάλειψης, «τίς ατέλειωτες ώρες τής μοναξιάς», τίς πολλές σκέψεις πού «κατακλύζουν τό μυαλό τού ανθρώπου», καί πού ταλανίζουν τήν ψυχή του. Στήν αρχή τόν βοήθησαν οι όμορφες αναμνήσεις «από τά προηγούμενα χρόνια», αλλά πάλι τόν κατέκλυσε «τό συναίσθημα τής μοναξιάς καί τής εγκαταλείψεως». Καί στήν συνέχεια γράφει:
«Όπως ήμουν ξαπλωμένος στό κρεβάτι, κοιτάζοντας σχεδόν πάντοτε τό ταβάνι τού δωματίου, άρχισα νά περιφέρω τό βλέμμα μου γύρω-τριγύρω. Καί ξαφνικά ανακάλυψα στόν απέναντι τοίχο, στήν επάνω αριστερή γωνία του, μιά εικόνα τής Παναγίας πού στήν αγκαλιά της κρατούσε τόν Χριστό. Κάποιος καλός άνθρωπος τήν είχε τοποθετήσει εκεί. Από τήν στιγμή αυτή η Παναγία μας έγινε η συντροφιά μου. Αυτή η απλή εικόνα, πού δέν είχε ιδιαίτερη καλλιτεχνική αξία, ήταν μιά πόρτα πού μέ οδήγησε κοντά στήν Παναγία. Κατανόησα καλύτερα τότε τί πάει νά πεί ότι "η τιμή τής εικόνος επί τό πρωτότυπον διαβαίνει", όπως λένε οι Πατέρες τής Εκκλησίας μας.
Συναισθήματα, σκέψεις, αγωνίες μού έγιναν αντικείμενο εκμυστηρεύσεών μου στήν Παναγία. Εκείνη φαινόταν πώς μέ άκουε. Φυσικά δέν μού μιλούσε, έδειχνε όμως ότι κατανοούσε τήν αγωνία μου. Έτσι, μιά ατμόσφαιρα γαλήνης καί ηρεμίας επικράτησε σιγά-σιγά καί ανεπαίσθητα στήν τρικυμισμένη ψυχή μου. Οι ατέλειωτες ώρες τής παραμονής μου στήν εντατική έπαψαν νά είναι εφιαλτικές. Είχα τήν αισθηση πώς κάποιος, πού μέ αγαπούσε πολύ, βρισκόταν δίπλα μου. Ένιωθα τό ζεστό χάδι, από τό χέρι ενός δικού μου ανθρώπου, στό ξερό καί φλεγόμενο από τόν πυρετό μέτωπό μου».
Αυτό τό περιστατικό δείχνει πόσο σημαντικό ρόλο παίζει στήν ζωή μας η Παναγία, ιδίως άν κανείς είχε παρόμοιες εμπειρίες προηγουμένως. Έπειτα, δείχνει τήν μεγάλη αξία τών εικόνων, τών εκκλησιαστικών συμβόλων πού μπορούν νά βοηθήσουν τόν άνθρωπο σέ στιγμές πού είναι αδύνατη άλλη ανθρώπινη βοήθεια. Σέ κάποιο σημείο τού άρθρου του ο αείμνηστος Ευάγγελος Κρουσταλάκης γράφει:
«Οι αναμνήσεις αυτές, αλλά ιδιαίτερα η εμπειρία μου από τήν Παναγία τής εντατικής, αισθάνομαι πώς μέ έχουν συνδέσει στενά μέ τήν εικόνα τής Παναγίας. Έτσι τώρα μπορώ νά νιώσω καλύτερα γιατί τόσο πολλοί άνθρωποι, σέ δύσκολες στιγμές τής ζωής τους, στήν Παναγία προσφεύγουν καί αυτήν επικαλούνται, προσευχόμενοι μπροστά στήν εικόνα της».
Η Παναγία επεμβαίνει στίς πιό δύσκολες στιγμές τής ζωής μας, αρκεί νά ζητήσουμε τήν βοήθειά της

Η μεσιτεία της Θεοτόκου στο γάμο της Κανά. (Μητροπ. Anthony Bloom)



Θα ήθελα να σας μιλήσω για την Ιστορία του Γάμου της Κανά που μας δίνει, ένα παράδειγμα για την προσευχητική μεσιτεία ως παρουσία.
Γνωρίζετε το φόντο της ιστορίας: ένας χωριάτικος γάμος, φτωχός και απλός, με καλεσμένους τη Θεοτόκο, τον Χριστό και τους μαθητές Του. Πολύ πριν οι καρδιές καταληφθούν από εόρτια χαρά, πολύ πριν ξεχειλίσουν από ζωή, οι ανθρώπινες συνθήκες της χαράς άρχισαν να εξαντλούνται. Αναμφίβολα τα φώτα άρχισαν να σκοτεινιάζουν, το ψωμί είχε φαγωθεί και το κρασί λιγόστευε. Εκείνη τη στιγμή, η Παρθένος Μαρία προβαίνει σε μια πράξη παρουσίας, όχι με την κοινή έννοια που χρησιμοποιούμε όταν θέλουμε να μιλήσουμε για μια ενέργεια που αντιδιαστέλλεται από την εσωτερική εμπλοκή. Προβαίνει σε μια ενέργεια που δηλώνει ότι είναι παρούσα εκεί. εμπλέκεται πλήρως και ολοκληρωτικά.
Όπως θα διαπιστώσετε, εμπλέκεται ακριβώς με τον δίπτυχο τρόπο που κάνει την ενατένιση δραστήρια και την πράξη ενατενιστική. Στρέφεται προς τον Κύριο και Του λέει: «Δεν έχουν άλλο κρασί». Τί είναι αυτό που ζητά η Παρθένος Μαρία; Επιζητά άραγε από τον Κύριο να τελέσει μια μαγική ενέργεια και να πολλαπλασιάσει το κρασί, ώστε οι καλεσμένοι να πιούν τόσο που να μην μπορούν να σηκωθούν από το τραπέζι; Αυτή είναι άραγε η χαρά που θέλει γι’ αυτούς;
Είναι αδιανόητο κάτι τέτοιο. Οπότε υπάρχει κάτι περισσότερο εδώ· υπάρχει μια προαίσθηση, ένα προμάντεμα: αν ο Χριστός τους δώσει ό,τι η γη τους αρνείται, τότε αυτό θα είναι συνάμα ένα δώρο της τάξεως της αιώνιας ζωής. Τότε ο Χριστός στρέφεται προς εκείνη και της λέει: «Τί εμοί και σοι γύναι; ούπω ήκει η ώρα μου». Γνωρίζω ότι υπάρχουν ευσεβείς ερμηνείες πού επιχειρούν να αποφύγουν μια φράση που μοιάζει ακατανόητη και δύσκολη, μια φράση που μοιάζει σαν προσβολή προς την Παρθένο Μαρία, και βάζουν τα δυνατά τους να μεταφράσουν τη φράση πολύ σύντομα, ώστε να είναι τελείως ξεκάθαρη σημασιολογικά: «Τί μας νοιάζει εμένα και εσένα;». Όμως το «τί μας νοιάζει εμάς» θα ήταν τελείως απάνθρωπο να το πει ο Χριστός. «Τί με νοιάζει εμένα που η χαρά τους σβήνει, τί με νοιάζει έμενα που η γιορτή δεν ολοκληρώνεται και δεν φτάνει στην τελείωσή της; Δεν είμαστε καλά εμείς, που παραμένουμε νηφάλιοι και φάγαμε αρκετά;». Αυτό άραγε εννοεί ο Χριστός; Σίγουρα όχι, αφού το «δεν έχει έρθει ακόμα η ώρα μου» αποτελεί μια δήλωση που αναφέρεται στην αιώνια ζωή και την έλευση της Βασιλείας και όχι απλά στο έργο ενός θαυματοποιού.
«Τί εμοί και σοι γύναι;». Πώς πρέπει να εννοήσουμε αυτή τη φράση; Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος τη σχολιάζει με έναν τρόπο πουτ μου φαίνεται κάτι περισσότερο από παράξενος: είναι νομίζω σύστοιχος με μια συγκεκριμένη γραμμή της σύγχρονης ψυχολογίας, που βλέπει πάντοτε όλα τα κακά να προέρχονται από την πλευρά των γονέων. Εδώ, σύμφωνα με τον Χρυσόστομο, ούτε η Παρθένος Μαρία απέφυγε την τάση που έχουν όλες οι μητέρες να πιστεύουν ότι επειδή έφεραν στον κόσμο ένα παιδί, έχουν προδιαγεγραμμένα δικαιώματα πάνω του εσαεί. Οπότε στην περικοπή, η Παναγία επεμβαίνει άκομψα προκειμένου να διεκδικήσει τα δικαιώματά της… και ο Χριστός τη βάζει πίσω στη θέση της. Μολονότι άγιος της Εκκλησίας μας. νομίζω πως στο συγκεκριμένο σημείο ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος έχει παρανοήσει το κείμενο, όχι ασφαλώς λόγω ελλειπούς ευσέβειας.
Κάποια άλλα σχόλια μου φαίνονται πιο ακριβή. «Τί κοινό έχουμε εμείς οι δύο γυναίκα; Γιατί είσαι εσύ που υποβάλλεις αυτό το αίτημα; Είναι μήπως επειδή είσαι κατά σάρκα μητέρα μου και αισθάνεσαι ότι έχεις δικαιώματα πάνω μου;» (βρισκόμαστε κι εδώ στην ερμηνευτική γραμμή του Χρυσοστόμου). Ή «Μήπως όσα έμαθες από τον άγγελο, όλα όσα κράτησες στην καρδιά σου και καλοζύγιασες στο κύλισμα του βίου σου, σοϋ αποκάλυψαν πώς “είμαι παρών”, είμαι μια παρουσία που κάνει αυτό τον ανθρώπινο γάμο να ξανοίγεται στις διαστάσεις του Γάμου του Αρνίου;
Αν απευθύνεσαι σε μένα επειδή είσαι μητέρα μου κατά σάρκα, η ώρα μου δεν έχει ακόμα έρθει». Αφήνει την ερώτηση ξεκρέμαστη. Η Παρθένος Μαρία δεν απαντά: «Δεν είμαι μητέρα σου; Δεν γνωρίζεις πόση πίστη σου έχω;». Του απαντά μονάχα με μια χειρονομία, αλλά είναι πολύ πιο πειστική από όλες τις φράσεις που θα μπορούσε να ξεστομίσει. Στρέφεται στους υπηρέτες και τους παραγγέλλει: «Κάντε ό,τι σας πει να κάνετε ». Προβαίνει σε μια ολοκληρωτική, πλήρη και απεριόριστη πράξη πίστης, μιας πίστης πάνω στην οποία ο ίδιος ο Ευαγγελισμός βασίστηκε. Η πίστη που μαρτυρούσε το γεγονός ότι έγινε μητέρα τού Θεανθρώπου έρχεται τώρα στο φώς σε όλη της την πληρότητα. Επειδή πίστευε με τρόπο τέλειο, εγκαθιδρύει σ’ αυτή την περίσταση, σ’ αυτό τον χωριάτικο γάμο, τη Βασιλεία του Θεού. Διότι η Βασιλεία του Θεού είναι αυτό στο οποίο προσφέρουμε, με καθαρή καρδιά, μια αψεγάδιαστη πίστη στο Θεό. Υπάρχει ένα παλιό λόγιο του Ισραήλ: «Ο Θεός είναι παντού, όπου ο άνθρωπος Του επιτρέπει να εισέλθει».
Η Παρθένος Μαρία, με αυτή την πράξη πίστης, εγκαθιδρύει τις συνθήκες της Βασιλείας και ανοίγει στο Θεό τις πόρτες αυτού του γάμου. Έτσι, προκύπτει πως η ώρα του Κυρίου έχει έρθει: είναι η ώρα της Βασιλείας, όπου καθετί είναι σε αρμονία με τον Θεό επειδή ο άνθρωπος έδειξε πίστη.
Και Εκείνος ευλογεί τα εξαντλημένα νερά, τα άχρηστα νερά. τα λερωμένα από το πλύσιμο νερά, και τα μεταμορφώνει σε κρασί της Βασιλείας, σε φανέρωση κάποιας μεγαλύτερης πραγματικότητας, πράγμα που κάνει αυτό τον γάμο, ενώ ξεκίνησε ως ανθρώπινο γεγονός, να καταλήγει να ξεδιπλώνεται στο μέτρο της Βασιλείας του Θεού.
(Anthny Bloom, «Προσευχή και Αγιότητα», εκδ. Εν πλω)
πηγη ΘΗΣΑΥΡΟΣ ΓΝΩΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΥΣΕΒΕΙΑΣ

Το φαινόμενο της Θεοτόκου στην πόλη του Τσερνομπίλ.

 

 
ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ
O Ιερέας Νικολάι Yakushin, ένας ντόπιος κάτοικος της πόλης του Τσερνομπίλ.
Ιερός Ναός Ilyinsky
Πολύ πριν το ατύχημα, τότε που η πόλη του Τσερνομπίλ, ελάχιστα γνωστή ήταν συνέβη ένα γεγονός.
Μια βροχερή βραδιά την εποχή της άνοιξης στον ουρανό πάνω από το Τσερνομπίλ, πολλοί πολίτες είδαν μια ασυνήθιστη λάμψη μια θηλυκή σιλουέτα που κατέβαινε μέσα σε σύννεφα βροχής.
Μάρτυρες του φαινομένου με φόβο συνειδητοποίησαν ότι υπάρχει κάτι ιδιαίτερα σημαντικό, όσον αφορά την ίδια την πόλη.
Η αόριστη σιλουέτα σταδιακά έγινε σαφώς ορατή εικόνα, παρόμοια με την εικόνα του Θεού, με τη μορφή της Παναγία. Οι πολίτες είδαν στα χέρια να κρατά μια δέσμη ξερά χόρτα, τα οποία έριξε, στο γρασίδι και έπεσαν πιτσιλιστά στο βρεγμένο έδαφος. Τον Μάιο, που όλα ανθίσουν και η γη γίνεται πράσινη, να ανθίσουν , ξερά χόρτα είναι μια πράξη που δεν συμβαίνει. Κάποια στιγμή το φως κινήθηκε προς την Εκκλησία της Παναγίας που με τα δύο χέρια ευλόγησε το ναό του Θεού. Το όραμα χάθηκε τόσο ξαφνικά όπως εμφανίστηκε.
Το περιστατικό είχαν πει στον τοπικό ιερέα πατέρα Αλεξάνδρου Προκοπένκο. Ο Ιερέας απάντησε ότι ο ναός του Θεού τον ευλόγησε με τα δύο χέρια η Μητέρα του Θεού, και το ξηρό χόρτο μπορεί να σημαίνει μια κακή χρονιά.
Στη συνέχεια, για μεγάλο χρονικό διάστημα πριν από το ατύχημα,είχε αρχίζει την αναπτύξει η πυρηνική ενέργεια, ιδίως η παραγωγή πυρηνικής ενέργειας, ως ειρηνική χρήση για τους ανθρώπους. Κανείς δεν μπορούσε να σκεφτεί για πυρινικές βλάβες και ατυχήματα. Μετά τη καταστροφή καταλάβαμε ότι ήταν ένα προειδοποιητικό σημάδι προς τον λαό για την επικείμενη καταστροφή.
http://www.logoslovo.ru/forum/all/topic_700/-ΑΠΑΝΤΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

Η φιλαυτία βλάπτει


Η φιλαυτία βλάπτει
Μακριά από τον Χριστό τίποτε δεν είναι σταθερό
Η ζωή περνάει.
Η περιουσία χάνεται.
Η υγεία καταστρέφεται.
Η υπόληψη καταρρακώνεται.

Όλα φεύγουν και μερικές φορές απότομα σαν να τα παίρνει άγριος άνεμος.
Κι’ εμείς περνάμε και φεύγουμε, έτσι ξαφνικά σαν άνεμος.
Αλήθεια! Πόσο θα μεταμεληθούν εκείνοι που στηρίζουν την ελπίδα τους στην ύλη!
Μα γιατί στηρίζονται τόσο πολύ στα αγαθά τους;
Γιατί αγαπούν πολύ τον εαυτό τους;
Μα δεν πρέπει να αγαπάμε τον εαυτό μας;
Πρέπει, αλλά «κατά λόγον» δηλ. λογικά και κατά Θεόν.
Και αυτοί βέβαια τον αγαπούν, αλλά όχι «κατά λόγον» ούτε κατά Θεόν. Τον αγαπούν με φρόνημα σαρκικό. Με την αγάπη του κόσμου. Και ψάχνουν για την ύλη και όχι για τον Θεό και τα έργα Του. Χαρά τους είναι ό, τι τους ευχαριστεί σαρκικά και όχι το θέλημα του Θεού.
Γι’ αυτό όσο κι’ αν ψάξει δεν θα τους δεις :
Ποτέ ευχαριστημένους.
Ποτέ ευτυχισμένους.
Ποτέ να έχουν ειρήνη και γαλήνη.
Θα τους βρίσκεις να είναι:
Πάντοτε ταραγμένοι.
Πάντοτε ανήσυχοι.
Πάντοτε γεμάτοι στρες και αγωνία και άγχος.
Και είναι ικανοποιημένοι μόνο αν τα πήγε καλά : η διασκέδαση , η εκδρομή, το ρηλάξ.
Αυτό το πνεύμα εκφράζει και η σύγχρονη διατύπωση των «ευχών» : καλό μεσημέρι, καλό απόγευμα ή καλό βράδυ, να περνάς ευχάριστα.
Κέντρο της ζωής μας ο εαυτός μας.
Ο άνθρωπος που έχει ένα τέτοιο φρόνημα, ζει σαν να είναι δεμένος σε ένα κάρο, το κάρο της ζωής του. Και σέρνοντάς το αγωνίζεται να κάμει την σκληρότητα της ζωής του όσο μπορεί πιο ελαφριά. Να ψάχνει για κάποια ανάπαυλα, για λίγη χαλάρωση. Εκεί που τον πηγαίνει (σαν ηνίοχος- οδηγός του) ο διάβολος.
Ο χριστιανός ζει αλλιώς.
Ζει με κέντρο της ζωής του τον Χριστό.
Κι’ έτσι περνάει από τον κόσμο σαν να είναι καθισμένος σ’ ένα αμάξι που το σέρνουν άγγελοι και το οδηγεί ο ίδιος ο Χριστός


π. Γ. Στ.

Η τιμή της Παναγίας με οδηγό την Αγία Γραφή (Αρχιμανδρίτου Κλεόπα Ηλίε)

Εμείς οι Ορθόδοξοι χριστιανοί τιμούμε την Παναγία Παρθένο Μαρία πιό πολύ απ’ όλους τους αγίους και αγγέλους του ουρανού, διότι αυτή καταξιώθηκε να γεννήσει τον Χριστό, τον Σωτήρα του κόσμου, διά της επισκιάσεως του Αγίου Πνεύματος. Η τιμή την οποία αποδίδουμε στην Μητέρα του Κυρίου είναι εξαιρετική, τιμιωτέρα ή ευλαβεστέρα, επειδή αυτή δεν είναι μια μόνο «φίλη Του», όμοια με τους άλλους αγίους, αλλά είναι υπέρ-αγία (Παναγία) απ’ όλους τους αγίους και τους αγγέλους.
Γι’ αυτό, τόσο οι άγγελοι όσο και οι άνθρωποι την προσκυνούν και την τιμούν με προσευχές, άσματα, ακολουθίες και εγκώμια. Τοιουτοτρόπως χαιρέτησε αυτήν ο Αρχάγγελος Γαβριήλ στον Ευαγγελισμό (Λουκ. 1,28-29) και η Αγία Ελισάβετ, η μητέρα του Αγίου Ιωάννου του Βαπτιστού (Λουκ. 1, 40-43).
Η ίδια η Παναγία Παρθένος Μαρία προφητεύει διά του Αγίου Πνεύματος: «ἰδοὺγὰρ ἀπὸ τοῦ νῦν μακαριοῦσί με πᾶσαι αἱ γενεαί· ὅτι ἐποίησέ μοι μεγαλεῖα ὁδυνατὸς καὶ ἅγιον τὸ ὄνομα αὐτοῦ» ( Λουκ. 1, 48-49). Απ’ αυτά τα λόγια καταλαβαίνουμε, ότι η εξαιρετική τιμή της Μητέρας του Κυρίου είναι ηθελημένη και ορισθείσα από τον Ίδιον τον Θεό. Αυτή την εξαιρετική τιμή την οποία προσδίδει η Ορθόδοξος Εκκλησία στην Παρθένο Μαρία συγκροτεί τη λατρεία της Μητέρας του Κυρίου.
Στα πλαίσια της λατρείας της Υπεραγίας Θεοτόκου, αναφέρουμε κατά πρώτον τις μεγάλες Θεομητορικές εορτές οι οποίες είναι: Το Γενέσιον της Υπεραγίας Θεοτόκου, τα Εισόδια, ο Ευαγγελισμός, η Κοίμηση της Θεοτόκου. Κατόπιν οι Ακολουθίες οι οποίες γίνονται στις Εκκλησίες και τα Μοναστήρια προς τιμήν της, οι Χαιρετισμοί, οι παρακλητικοί Κανόνες, οι αγιογραφημένες εικόνες και στολισμένες τόσο όμορφα, προ πάντων οι θαυμαστές και πολλές άλλες προσευχές διά των οποίων ζητούμε την βοήθεια της Μητέρας του Κυρίου όλες τις ημέρες της ζωής μας.
Τιμούμε την Θεομήτορα διότι αυτή είναι η μητέρα η οποία εγέννησε τον Υιόν του Θεού και η πρώτη η οποία πρεσβεύει υπέρ του κόσμου εμπρός στην Παναγία Τριάδα. Αυτή μας βοηθά πιό πολύ στην κατάκτηση της σωτηρίας διά των αγίων της προσευχών.
Όμως, κατά την μακραίωνα ιστορία εμφανίσθηκαν και μερικοί βλάσφημοι τόσον εναντίον του Σωτήρος και του Ευαγγελίου Του, όσον και εναντίον της Μητέρας του Κυρίου, τους οποίους ονομάζουμε αιρετικούς ή οπαδούς άλλων ομολογιών (νεοπροτεστάντες).
Ο Άγιος Απόστολος Παύλος στις επιστολές του δείχνει ότι στις έσχατες ημέρες θα εμφανισθούν άνθρωποι οι οποίοι δεν θα ανέχονται τη διδασκαλία της ορθής πίστεως, αλλά θα θέσουν διδασκάλους κατά τα έργα των, παρεκκλίνοντας προς τα παραμύθια. Δηλαδή, έχοντας την όψη της αληθινής πίστεως, θα αρνούνται την δύναμή της, συνεχώς διδάσκοντες και μη μπορώντας να φθάσουν στην αλήθεια της πίστεως, «ὃν τρόπον δὲ ᾿Ιαννῆς καὶ ᾿Ιαμβρῆς ἀντέστησαν Μωϋσεῖ, οὕτω καὶοὗτοι ἀνθίστανται τῇ ἀληθείᾳ, ἄνθρωποι κατεφθαρμένοι τὸν νοῦν, ἀδόκιμοι περὶτὴν πίστιν. ..  Πονηροὶ δέ ἄνθρωποι καὶ γόητες προκόψουσιν ἐπὶ τὸ χεῖρον, πλανῶντες καὶ πλανώμενοι.». (Β’ Τιμ. 3,8 και 13).
Εμείς από την αρχή της πλάσεως αυτού του έθνους, έτσι γνωριζόμαστε, ρουμάνοι και ορθόδοξοι χριστιανοί. Έτσι γεννηθήκαμε και έχουμε υποχρέωση να διατηρήσουμε αγνό και πλήρες ό,τι κληρονομήσαμε από τους προγόνους, ως από τον Ίδιον τον Θεό. Διότι λέγει ο Απόστολος Παύλος: «στήκετε, καὶ κρατεῖτε τὰς παραδόσεις ἃς ἐδιδάχθητε εἴτε διὰ λόγου εἴτε δι’ ἐπιστολῆς ἡμῶν» (Β’ Θες. 2, 15)
Οι Προτεστάντες (Διαμαρτυρόμενοι) και μαζί με αυτούς οι αιρετικοί νεοπροτεστάντες –οπαδοί των άλλων σύγχρονων ομολογιών– των ημερών μας, ονομαζόμενοι και «μεταμελημένοι», μεταξύ των πολλών τους συσκοτίσεων του νου τους και των ψευδών διδασκαλιών τους, βλασφημούν πιο πολύ την Παναγία Θεοτόκο και Αειπάρθενο Μαρία. Λένε αυτοί οι βλάσφημοι της Μητέρας του Κυρίου ότι δεν πρέπει να της αποδίδουμε μεγάλη τιμή διότι ούτε ο Ίδιος ο Υιός της Ιησούς Χριστός δεν την ετίμησε. Αυτό φαίνεται από τα λόγια του Σωτήρος: «εἶπε δέ τις αὐτῷ· ἰδοὺ ἡ μήτηρ σου καὶ οἱ ἀδελφοί σου ἑστήκασιν ἔξω ζητοῦντές σε ἰδεῖν. ὁ δὲἀποκριθεὶς εἶπε τῷ λέγοντι αὐτῷ· τίς ἐστιν ἡ μήτηρ μου καὶ τίνες εἰσὶν οἱ ἀδελφοίμου; καὶ ἐκτείνας τὴν χεῖρα αὐτοῦ ἐπὶ τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ ἔφη· ἰδοὺ ἡ μήτηρ μου καὶ οἱ ἀδελφοί μου·  ὅστις γὰρ ἂν ποιήσῃ τὸ θέλημα τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς, αὐτός μου ἀδελφός καὶ ἀδελφὴ καὶ μήτηρ ἐστίν.» (Ματθ. 12, 47-50). Το γεγονός, λοιπόν, ότι η Παρθένος Μαρία του ήταν μητέρα δεν έχει καμία σημασία έμπροσθέν Του, οι εξ αίματος σχέσεις Του ή η σαρκική συγγένεια δεν έχουν καμία αξία ούτε προτίμηση εμπρός στις πνευματικές Του σχέσεις με εκείνους οι οποίοι κάνουν το θέλημα του Πατρός, όποιοι και αν είναι αυτοί.
Επίσης προσθέτουν ακόμη αυτοί, ότι αυτό, φαίνεται και από τον τρόπο με τον οποίον τής απευθύνεται ο Σωτήρας και με άλλες ευκαιρίες, την ονομάζει γύναι, το οποίο σημαίνει ότι ήταν νυμφευμένη, δηλαδή όχι παρθένος, διότι κατ’ αυτόν τον τρόπον επαληθεύεται ο λόγος της Γραφής: «᾿Ιησοῦς οὖν ἰδὼν τὴν μητέρα καὶ τὸν μαθητὴν παρεστῶτα ὃν ἠγάπα, λέγει τῇ μητρὶ αὐτοῦ· γύναι, ἴδε ὁ υἱός σου. (Ιωάν. 19,26). Επίσης την ονομάζει περιφρονητικά και στο γάμο της Κανά της Γαλιλλαίας: «λέγει αὐτῇ ὁ ᾿Ιησοῦς· τί ἐμοὶ καὶ σοί, γύναι; (Ιωαν. 2,4). Έτσι, λοιπόν, εμείς σ’ αυτή την περίπτωση δεν μπορούμε να την θεωρήσουμε υπέρ-άνω (Υπεραγία) και δεν μπορούμε να της προσάγουμε μια λατρεία διαφορετική.
Αλλά δεν είναι έτσι όπως πιστεύουν όλοι αυτοί οι πλανεμένοι από την αλήθεια, την οποία ερμηνεύουν κατά το δικό τους αρρωστημένο μυαλό και γεμάτο εγωισμό, διότι κατά την πρώτη περίπτωση γίνεται λόγος για άλλο και ειδικά ότι, εκτός από τη σαρκική συγγένεια, υπάρχει και μια άλλη συγγένεια με τον Χριστό, πολύ πιο μεγάλη και πιο σημαίνουσα, η ψυχική συγγένεια, η οποία συνίσταται στο να γίνεται το θέλημα του Θεού. Αυτή η συγγένεια όμως, δεν καταργεί και δεν μικραίνει τη σαρκική. Η διαφορά συνίσταται στο γεγονός ότι την ψυχική συγγένεια μπορεί να την κερδίσει ο οποιοσδήποτε, εκτελώντας το θέλημα του Πατρός. Συγγένεια σημαίνει όχι μόνο μία σχέση σαρκικής συγγένειας, αλλά και μια σχέση αγάπης και ψυχικής ενότητας. Εκείνος ο οποίος κάνει το θέλημα του Θεού, εκείνος γίνεται ψυχικά συγγενής με τον Θεό. Τοιουτοτρόπως, διά των λεγομένων πιο πάνω λόγων, ο Σωτήρας όχι μόνο δεν παραμέρισε τη σαρκική Του συγγένεια με τη Μητέρα Του, ούτε εμίκραινε την τιμή η οποία ήρμοζε σε μια μητέρα από τον υιό της, αλλά μόνο προσπάθησε να τονίσει ότι η άλλη συγγένεια με Αυτόν, η ψυχική, αν και είναι μεγάλης αξίας, μπορεί ωστόσο να την επιτύχει ο οποιοσδήποτε πιστός.
Συνεπώς, ήταν ένας λόγος προτρεπτικός και ενθαρρυντικός προς την μεριά του πλήθους, και όχι ένας περιφρονητικός προς τη Μητέρα Του. Ο Σωτήρας μας Ιησούς Χριστός, όσο βρισκόταν με τη Μητέρα Του στη γη, συνεχώς την άκουγε και την αγαπούσε και ήταν υποταγμένος προς αυτή (Λουκ. 2,51), και όταν του ζητούσε κάτι δεν έδειχνε ανυπάκουος προς αυτή. Έτσι, στο Γάμο της Κανά της Γαλιλαίας, στη ζήτηση της Μητέρας Του, Εκείνος έκανε το πρώτο θαύμα, μετατρέποντας το νερό σε κρασί (Ιωάν. 2,3-10). Κατόπιν είχε μεγάλη φροντίδα για την Μητέρα Του και ακόμη όταν ήταν κρεμάμενος στο σταυρό, της συμπεριφερόταν με φροντίδα και δίδοντας να την φροντίζει ο πιό αγαπημένος μεταξύ των μαθητών Του -ο Άγιος Ιωάννης ο Ευαγγελιστής– κατά τις γραφές: «᾿Ιησοῦς οὖν ἰδὼν τὴν μητέρα καὶ τὸν μαθητὴν παρεστῶτα ὃν ἠγάπα, λέγει τῇ μητρὶ αὐτοῦ· γύναι, ἴδε ὁ υἱός σου. εἶτα λέγει τῷ μαθητῇ· ἰδοὺ ἡ μήτηρ σου. καὶ ἀπ’ ἐκείνης τῆς ὥρας ἔλαβεν ὁ μαθητὴς αὐτὴν εἰς τὰ ἴδια.» (Ιωάν. 19, 26-27). Βλέπεις ότι ο Σωτήρ εδώ, τον καιρό των πιο μεγάλων δοκιμασιών Του επί του σταυρού, δεν αμέλησε να δείξει φροντίδα προς το πρόσωπο της Μητέρας Του, η οποία τον γέννησε και τον ανέθρεψε; Και πώς θα ήταν δυνατόν να περιφρονήσει την Μητέρα Του, όταν ο Ίδιος ο Θεός έδωσε εντολή να τιμούμε τους γονείς, καθώς είναι γραμμένο: «Τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα σου…» (Δευτ. 5, 16).
Κατά δεύτερο δεν υπάρχει λόγος περιφρονήσεως, αλλά, τουναντίον, φαίνεται πως την εφρόντησε εμπιστεύοντάς την στην φροντίδα του Αποστόλου Ιωάννη –ξέροντας ότι Εκείνος δεν θα βρίσκεται πλέον στη γη για να την φροντίζει στο υπόλοιπο της ζωής της, καθώς δείξαμε και πιο πάνω. Αυτό το γεγονός δεν είναι μία ανεντιμότητα, αλλά αληθινά, μια μεγάλη τιμή και σεβασμός προς το πρόσωπο της Μητέρας Του, για την οποία ούτε στα βάσανα επί του σταυρού δεν ξεχνά να την φροντίζει, επακόλουθο της πιο μεγάλης αγάπης, την οποία είχε προς το πρόσωπό της, ως μητέρα. Εάν όμως την ονομάζει «γύναι», σε καμιά περίπτωση με την έννοια της παντρεμένης γυναίκας ή με τον σκοπό της περιφρονήσεως, αλλά μόνο με την έννοια του γένους, του φύλου. Διότι κατά τον ίδιο τρόπο απευθύνθηκαν και οι δύο άγγελοι στον τάφο στη Μαρία την Μαγδαλινή: «Γύναι, τι κλαίεις;» (Ιωάν. 20, 12-13). Ενώ οι δύο άνδρες οι οποίοι παρέστησαν στην Ανάληψη του Κυρίου στους ουρανούς, είπαν προς τους Αποστόλους: «ἄνδρες Γαλιλαῖοι, τί ἑστήκατεἐμβλέποντες εἰς τὸν οὐρανόν;» (Πράξ. 1,11). Ούτε οι άγγελοι, ούτε οι δύο άνδρες δεν απηύθυναν τα λόγια «γύναι» ή «άνδρες» περιφρονητικά, αλλά τουναντίον κατά τρόπο θωπευτικό.
Ακόμη μας ερωτούν εκείνοι, πού υπάρχει στην Αγία Γραφή ότι η Μαρία, η μητέρα του Ιησού, ήταν Παρθένος και Αειπάρθενος, έτσι όπως την ονομάζουμε εμείς. Ότι γέννησε όντως παρθένος, η Αγία Γραφή μας το δείχνει κατ’ αυτό τον τρόπο: Όταν ο Αρχάγγελος Γαβριήλ απεστάλη στη Ναζαρέτ και της ανήγγειλε ότι θα γεννήσει τον Υιόν του Θεού (Λουκ. 1,35), εισερχόμενος σ’ αυτήν την ονόμασε «κεχαριτωμένη» και «εὐλογημένη σύ ἐν γυναιξίν» (Λουκ. 1,28). Φαίνεται πως ο Αρχάγγελος προσκύνησε (τίμησε) την Παρθένον Μαρία, ονομάζοντάς την «κεχαριτωμένη» και «εὐλογημένη ἐν γυναιξίν» και ότι βρήκε μεγάλη χάρη από τον Θεό, πως δύναμη υψίστου την είχε επισκιάσει, και ότι συνέλαβε και γέννησε εκ Πνεύματος Αγίου τον Υιόν του Θεού. Αν και ήταν Παρθένος, μη γνωρίζοντας άνδρα, ο άγγελος Κυρίου δεν της είπε «ευλογημένη είσαι συ μεταξύ των παρθένων», αλλά «εὐλογημένη σύ ἐν γυναιξίν», με αυτό δεν δείχνει την περιφρόνηση προς την Υπεραγία Θεοτόκο, η οποία είναι «κεχαριτωμένη», αλλά αποκαλύπτει ένα παλαιό μυστήριο: «την συντριβή της κεφαλής του φιδιού διά της γυναικός» (Γεν. 3,15), και ότι αυτή θα είναι η μυστική και πνευματική Εύα η οποία θα γεννήσει τον νέον Αδάμ, Χριστό, ο Οποίος θα φέρει τη ζωή στον κόσμο.
Οι Θεοφόροι Πατέρες της Εκκλησίας λέγουν ότι ο Χριστός ονομάστηκε το σπέρμα της γυναικός (Γεν. 3,15), καθότι Αυτός δεν γεννήθηκε εκ σπέρματος ανδρός, αλλά εκ Πνεύματος Αγίου και από τα αμόλυντα αίματα της Υπεραγίας Παρθένου και έλαβε Σώμα.
Κατά την ημέρα της μεγάλης κρίσεως (Δευτέρας Παρουσίας), αυτή η Βασίλισσα και Παρθένος Μαρία, θα κάθεται εκ δεξιών του θρόνου του Υιού της, με μεγάλη και απερίγραπτη δόξα, καθώς μας φανερώνει ο ψαλμωδός, λέγοντας: «Παρέστη η βασίλισσα εκ δεξιών σου εν ιματισμώ διαχρύσω περιβεβλημένη, πεποικιλμένη» (Ψαλμ. 44,10 – 12,18)
Επειδή ο Αρχάγγελος Γαβριήλ την ονόμασε και αυτή γυναίκα, όταν είπε: «εὐλογημένη σύ ἐν γυναιξίν», κατόπιν αυτού, σημαίνει, ότι η Παρθένος Μαρία ήταν γυναίκα νυμφευμένη;
Γιατί άραγε είπε αυτή στον χαιρετισμό του αγγέλου ότι «άνδρα ου γινώσκω» (δηλαδή είμαι παρθένος); Ή όταν ο Θεός έπλασε την Εύα από την πλευρά του Αδάμ (Γεν. 2,21 – 22) και την έφερε προς αυτόν, ενώ εκείνος την ονόμασε «γυνή», μήπως και τότε η Εύα ήταν γυναίκα νυμφευμένη, διότι ο Αδάμ την ονόμασε γυναίκα; Άραγε δεν ήταν τότε η Εύα παρθένος πλασμένη εκ της πλευράς του αγνού Αδάμ, ο οποίος δεν είχε γνωρίσει γυναίκα;
Συνεπώς, αν η Εύα ήταν πλασμένη από τον Θεό παρθένος, και ενώ ο ίδιος ο Θεός και ο Αδάμ, αυτή την παρθένο, την ονομάζουν «γυνή», κατόπιν την ονομάζει αυτή γυναίκα με την έννοια της νυμφευμένης γυναίκας –πώς λανθασμένα καταλαβαίνουν όλοι οι νεοπροτεστάντες και οι αιρετικοί; Διότι καθώς η Εύα ήταν παρθένος, τότε όταν την είπε γυνή, έτσι, και η μυστική και πνευματική Εύα, η Άχραντος Παρθένος Μαρία, η οποία γέννησε τον Νέο Αδάμ, Χριστό, Παρθένος είναι στους αιώνας των αιώνων αν και η Αγία Γραφή την ονομάζει γυνή, δεικνύοντας με αυτό μόνο το φύλο η το γυναικείο γένος.
Τότε ο Αδάμ, διά της ενέργειας του Θεού γέννησε από το παρθένο του σώμα, γυναίκα, χωρίς γυναίκα (δηλ. χωρίς να γνωριστεί με γυναίκα), ενώ στο πλήρωμα του χρόνου, η γυναικεία φύση, διά της ενέργειας του Αγίου Πνεύματος, γέννησε άνδρα χωρίς τον άνδρα, στην παρθενία γεννώντας η Παρθένος και μένοντας παρθένος καθώς και στην αρχή γέννησε ο Αδάμ μέσα στην παρθενία. Έτσι ευαρεστήθηκε ο Θεός, όπως διά της Παρθένου Μαρίας να δανείσει τη φύση του παλαιού Αδάμ διά του Νέου Αδάμ, γεννήθηκε εκ Παρθένου, και ο οποίος ήλθε στον κόσμο και ντύθηκε τη φύση μας από το απερίγραπτό Του έλεος και την αγαθωσύνη, για να λυτρώσει τον παλαιό Αδάμ με όλο το γένος του από την καταδίκη και το θάνατο. «Διότι καθώς διά του Αδάμ όλοι πεθαίνουν, έτσι διά του Χριστού, όλοι ανασταίνονται» (Ρωμ. 6,5 – Ιωάν. 3,16 5,24 εξής).
Λοιπόν αναλογίσου, άνθρωπε πλανεμένε –συ και οι όμοιοί σου- ότι η Αγία Γραφή δεν ονομάζει την Μητέρα του Κυρίου «γυνή» με την έννοια της νυμφευμένης γυναίκας, όπως το καταλαβαίνετε εσείς, αλλά διά της λέξεως «γυνή», η Αγία Γραφή δείχνει μόνο το θηλυκό γένος της Αγίας Παρθένου Μαρίας και ταυτόχρονα δείχνει κατά τρόπο σκιερό και μυστικό ότι είναι η γυναίκα της οποίας ο απόγονος (Χριστός) θα συντρίψει το κεφάλι του φιδιού και διά του Οποίου θα έλθει η λύτρωση του ανθρωπίνου γένους.
Επιπλέον, πρέπει να προσθέσουμε:
- Όντως Μητέρα του Σωτήρος, η Παρθένος Μαρία δέχθηκε την πιο μεγάλη τιμή την οποία μπορεί να έχει ένα πλάσμα.
- Συλλαμβάνοντας εκ Πνεύματος Αγίου τον Σωτήρα, καθαρίστηκε ολοκληρωτικά από την αμαρτία, όσο κανείς άλλος άνθρωπος, όσο και άγιος να ήταν,
- Επειδή είχε προλεχθεί από τον Θεό η εξαιρετική τιμή της –όπως καμιάς άλλης τιμής κάποιου ανθρώπου– η Αγία Παρθένος Μαρία πρέπει να λογαριάζεται η πρώτη μεταξύ των αγίων, έτσι όπως και ο Άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής είναι ο μεγαλύτερος μεταξύ των προφητών (Μαλαχ. 3. Ησαΐα 40,3).
Για όλα αυτά, της Υπεραγίας Παρθένου Μαρίας της αξίζει μια τιμή μεγαλύτερη από τους άλλους αγίους (εξαιρετική τιμή), επειδή είναι η βασίλισσα και η κορώνα όλων των αγίων. Ενώ, πώς και μετά την γέννηση έμεινε παρθένος διάβασε και βλέπε τα προφητευμένα γι’ αυτήν από τον προφήτη Ιεζεκιήλ (44, 1-3).
Προσθέτουν ακόμη αυτοί οι πλανεμένοι ότι δεν πρέπει να της δίδουμε πάρα πολύ τιμή της Παρθένου Μαρίας και ούτε να την ονομάζουμε Αειπάρθενο, διότι είχε περισσότερα παιδιά, τα οποία ονομάζονται από την Αγία Γραφή «αδελφοί και αδελφαί» του Ιησού ενώ ο Ιησούς ονομάζεται «πρωτότοκος» (Ματθ. 1,25), απ’ όπου συνεπάγεται ότι κατόπιν είχε και άλλα παιδιά.
Αληθινά, η Αγία Γραφή μας μιλά για μερικούς αδελφούς του Κυρίου και επίσης για τις αδελφές Του, όταν αποδίδει τα λόγια των Ιουδαίων, εκπλησσόμενοι από το θαυμαστό πρόσωπο του Κυρίου: «οὐχ οὗτός ἐστιν ὁ τοῦ τέκτονος υἱός; οὐχὶ ἡ μήτηρ αὐτοῦ λέγεται Μαριὰμ καὶ οἱ ἀδελφοὶ αὐτοῦ ᾿Ιάκωβος καὶ ᾿Ιωσῆς καὶ Σίμων καὶ᾿Ιούδας; καὶ αἱ ἀδελφαὶ αὐτοῦ οὐχὶ πᾶσαι πρὸς ἡμᾶς εἰσι;» (Ματθ. 13,55-56. Μάρκ.6,3).
Αλλά στο χωρίο αυτό διά της φράσεως «πρωτότοκος» δεν σημαίνει πάραυτα ότι πρέπει να υποθέσουμε και την ύπαρξη άλλων γεννηθέντων μεταγενέστερα (δεύτερος, τρίτος…). Αυτός είναι ένας τρόπος ομιλίας στην Παλαιά Διαθήκη, «πρωτότοκος» ονομάζεται εκείνος ο οποίος διανοίγει πρώτος την μήτραν, ανεξάρτητα αν θα έχει και άλλους αδελφούς ή όχι (Έξοδ. 13,2) και όπου πολλές φορές το απόλυτο αριθμητικό (1, 2, 3…) αντικαθίσταται ή χρησιμοποιείται ανακατεμένο με τον τακτικό (πρώτος, δεύτερος).
Αυτός ο Εβραϊσμός εισήλθε και στη χρήση του λόγου της Καινής Διαθήκης. Επί του παρόντος «πρωτότοκος» σημαίνει «ο μονογενής», με την έννοια «ο μοναδικός γεννηθείς». Άλλη ερμηνεία απορρίπτεται διότι, εάν αληθινά ο Ιησούς είχε και άλλους κατά σάρκα αδελφούς (παιδιά της Μαρίας), δεν θα άφηνε την Μητέρα Του στη φροντίδα κάποιου Αποστόλου, αλλά στη φροντίδα κάποιου υιού της.
Στο δεύτερο χωρίο γίνεται λόγος στ’ αλήθεια για τους «αδελφούς» και τις «αδελφές» του Κυρίου. Οι αδελφοί αναφέρονται ακόμη με το όνομα και είναι τέσσερεις, ενώ οι αδελφές, πρέπει να ήταν τουλάχιστον δύο. Αυτοί όμως σε καμία περίπτωση δεν μπορούσαν να ήταν φυσικοί αδελφοί του Ιησού Χριστού και υιοί της Μαρίας, της Μητέρας του Ιησού, διότι:
- Κατά μια παλαιά και ομόφωνη παράδοση, η Μαρία, η Μητέρα του Ιησού, έμεινε μετά την γέννηση παρθένος, έτσι καθώς ήταν προεικονισμένη στο όραμα του προφήτη Ιεζεκιήλ (44, 1-3),
- Η μητέρα αυτών των έτσι λεγομένων αδελφών του Κυρίου είναι ένα άλλο πρόσωπο από την Παρθένον Μαρία, διότι ονομάζεται στη Αγία Γραφή «Μαρία» ή «η άλλη Μαρία» ή «η αδελφή της μητρός αυτού, Μαρία η του Κλωπά», όντως αναφερομένη ακόμη στο πλευρό της Μητέρας του Κυρίου και κοντά της (Ματθ. 27, 55-56. 28,1. Μαρκ. 15,40-47 Ιωαν. 19,25),
- Οι «αδελφοί» του Κυρίου ούτε εκείνοι οι ίδιοι δεν ονομάζονται αδελφοί ,αλλά «δούλοι» (Ιακ. 1,1) και «δούλοι – υπηρέτες» (Ιουδ.1,1) του Κυρίου, οι συγγραφείς των δύο καθολικών επιστολών. Ή εκεί εκείνοι ονομάζονται «δούλοι» (Ιακ. 1,1. Ιουδ. 1,1) του Κυρίου, και όχι αδελφοί.
- Εάν ήταν φυσικοί αδελφοί Του, ο Χριστός θα τους είχε κάνει αποστόλους. Αν και μερικοί υποθέτουν ότι αυτοί οι δύο από τους «αδελφούς του Κυρίου», ονόματι Ιάκωβος και Ιούδας, είναι ταυτόσημοι με τους αποστόλους οι οποίοι φέρνουν αυτό το όνομα (ο Ιάκωβος όντως ταυτίζεται με τον μικρότερο «αδελφό του Κυρίου» -σ’ όλους τους καταλόγους των Αποστόλων– ενώ ο Ιούδας, «ο αδελφός του Κυρίου», ίσως είναι ο Ιούδας ο Θαδδαίος). Ωστόσο, αυτό είναι μιά απλή υπόθεση, μια αρκετά θεμελιωμένη, προπάντων ότι οι ίδιοι δεν αυτοαποκαλούνται απόστολοι, όπως δεν αυτοαποκαλούνται «αδελφοί του Κυρίου». Για τον Ιάκωβο –«τον αδελφόθεο»- γνωρίζουμε μόνο ότι ήταν ο πρώτος επίσκοπος Ιεροσολύμων και έχαιρε της πιο μεγάλης εκτιμήσεως έμπροσθεν των πιστών όσο και των αποστόλων (Πράξ. 12,17. 15,13), αφού ο Ιάκωβος ο του Ζεβεδαίου είχε φονευθεί (Πράξ. 12,2).
- Ο Χριστός θα είχε εμπιστευθεί στη φροντίδα του την Παρθένο Μαρία, και όχι του αποστόλου Ιωάννη, ο οποίος οπωσδήποτε θα ήταν πιο ξένος αυτής παρά ένας υιός η θυγατέρα της,
- Λαμβάνοντας υπ’ όψη το γεγονός ότι σ’ όλη την Ανατολή, αλλά ειδικά στην Ιουδαία, η έννοια «αδελφός» χρησιμοποιείται και με πιο ευρεία έννοια, του εξαδέλφου ή για άλλους συγγενείς πιο κοντινούς ή πιο μακρυνούς, όπως για παράδειγμα στη Γένεση (13,8), όπου ο Αβραάμ ονομάζει τον Λώτ αδελφό, αν και ήταν ανεψιός από αδελφό (Γεν.11,27), πρέπει να δεχθούμε ότι «οι αδελφοί του Κυρίου» ήταν εξαδέλφια του Ιησού. Αλλά όχι πρώτα εξαδέλφια, διότι αν και η μητέρα των ονομάζεται αδελφή της Μητέρας του Κυρίου (Ιωάν. 19,257), αυτή δεν μπορεί να ήταν αδελφή της, από τον ίδιο πατέρα, διότι έφερε το ίδιο όνομα με την Μαρία, αλλά η λέξη αδελφή, πρέπει να έχει εδώ επίσης την έννοια της κουνιάδας, διότι η Παρθένος Μαρία είναι μοναχοπαίδι. Θα μπορούσε να σημαίνει κουνιάδα από τον Ιωσήφ, ο οποίος δεν αποκλείεται να είχε κάποια αδελφή νυμφευμένη. Σ’ αυτή την περίπτωση, τα αγόρια της, ονομαζόμενα οι αδελφοί του Κυρίου, θα μπορούσαν να είναι το πολύ δεύτερα ξαδέλφια του Ιησού Χριστού.
Αν και δεν έχουν τι να συμπληρώσουν (να πουν) για την παρθενία της Θεομήτορος και μετά την γέννηση, αυτοί προσθέτουν και αυτό το χωρίο της Αγίας Γραφής: «καὶοὐκ ἐγίνωσκεν αὐτὴν ἕως οὗ ἔτεκε τὸν υἱὸν αὐτῆς τὸν πρωτότοκον, καὶ ἐκάλεσε τὸὄνομα αὐτοῦ ᾿Ιησοῦν» (Ματθ. 1,25), εννοώντας αυτοί ότι κατόπιν η Παρθένος Μαρία θα μπορούσε να έχει και άλλα παιδιά.
Αλλά να λάβουμε υπ’ όψη και να καταλάβουμε ότι στην Αγία Γραφή η φράση «ἕως οὗ», σημαίνει αιωνιότητα. Επειδή είπεν ο Κύριος: «καὶ ἰδοὺ ἐγὼ μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» (Ματθ. 28.20). Άραγε αυτό σημαίνει ότι θα μας εγκαταλείψει μετά το τέλος αυτού του αιώνος; Μήπως δεν λέγει ο Θείος Απόστολος Παύλος: «Καί οὕτω (μετά την κοινή ανάσταση) πάντοτε σύν Κυρίῳ ἐσόμεθα»; (Α’ Θες. 4,17). Σε άλλο χωρίο της Αγ. Γραφής είναι γραμμένο: «Εἶπεν ὁ Κύριος τῷ Κυρίῳ μου· κάθου ἐκ δεξιῶν μου, ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς σουὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου» (Ψαλμ. 109,1). Μήπως αυτό σημαίνει ότι μετά απ’ αυτό ο Σωτήρας μας Ιησούς Χριστός δεν θα καθίσει εκ δεξιών του Πατρός Του για να κυβερνήσει μαζί Του εις άπαντα τον αιώνα, καθότι ξέρουμε πολύ καλά ότι «της βασιλείας Αυτού ουκ έσται τέλος»; (Λουκ. 1,33).
Πάλι σε άλλο χωρίο της Αγίας Γραφής λέγεται ότι ο Νώε απέστειλε τον κόρακα και εξελθών ο κόρακας δεν επέστρεψεν έως του ξηρανθήναι το ύδωρ από της γης (Γεν. 8,7), αυτό σημαίνει ότι επέστρεψε στο πλοίο κάποτε;
Πάλι είναι γραμμένο στη Θεία Γραφή ότι η Μελχόλ, η θυγατέρα του Σαούλ, η γυναίκα του Δαυίδ, δεν έκανε παιδί «έως της ημέρας του αποθανείν αυτήν» (Β’ Βασ. 6,23). Μήπως αυτό σημαίνει ότι εγέννησε παιδιά αφού πέθανε, γιατί λέγει «έως της…»;
Λοιπόν, ας ανοίξουν τα μάτια της ψυχής τους όλοι αυτοί οι βλάσφημοι της αληθείας, έναντι αυτών των μαρτυριών που έχουν ληφθεί οι περισσότερες από την Αγία Γραφή και να καταλάβουν ότι η φράση «ἕως οὗ» στην Αγία Γραφή σημαίνει αιωνιότητα, καθώς και Σωτήρας αιώνια θα υπάρχει με τους αποστόλους Του, και με όλους εκείνους που εκπληρώνουν τις εντολές Του, καθώς εκείνος αιώνια θα κάθεται εκ δεξιών του Πατρός βασιλεύοντας στη Βασιλεία Του της οποίας ουκ έσται τέλος, καθώς ο κόρακας στους αιώνας δεν επέστρεψε στο πλοίο του Νώε, και καθώς η Μελχόλ στους αιώνας, η θυγατέρα του Σαούλ, δεν έκανε παιδιά μετά την ημέρα του θανάτου, κατά τον ίδιο τρόπο ο δίκαιος και θεοφοβούμενος Ιωσήφ, αιωνίως (στον αιώνα) δεν την γνώρισε αυτήν που ήταν παρθένος πριν από την γέννηση, έμεινε παρθένος κατά την γέννηση και εις αεί Παναγία και Άσπιλη Παρθένος Μαρία, Θεοτόκος και Μητέρα του Φωτός, η βασίλισσα των αγγέλων και των ανθρώπων, μετά την γέννηση.
Μετά απ’ όλα αυτά, οι εχθρικώς κείμενοι προς την Θεομήτορα λέγουν ότι δεν πρέπει να απευθυνόμαστε στις προσευχές μας προς αυτή με τις παρακλήσεις: «Μη έχοντας άλλη προστασία – Δεν έχουμε άλλην βοηθόν εκτός από σε» και «Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον ημάς», όντως ένα μεγάλο λάθος, διότι θέτουμε τη Θεομήτορα όπως και τον Σωτήρα, μεσίτρια της σωτηρίας μας, καθότι ένας είναι ο μεσίτης μας, ο Ιησούς Χριστός.
Όσον αφορά την παράκλησή μας προς τη Θεομήτορα, κατ’ αυτόν τον τρόπο: «μη έχοντας άλλη προστασία», δι’ αυτού εμείς δεν αρνούμαστε την μοναδικότητα του Ιησού Χριστού ως μεσίτη της αντικειμενικής μας σωτηρίας, αλλά δεν παραμελούμε ούτε την ωφέλεια κάθε βοήθειας σε σχέση με την υποκειμενική μας σωτηρία. Η σημασία αυτής της παρακλήσεως είναι η ακόλουθη: «Συ μπορείς να μας δώσεις τη μεγαλύτερη βοήθεια στην υποκειμενική μας σωτηρία, κάποια άλλη βοήθεια πιο μεγάλη δεν βρίσκουμε σε κανέναν άγιο, ή δεν έχουμε κάποιον άλλον, ο οποίος να μπορεί να μας βοηθήσει τόσο πολύ όσο μπορείς να μας βοηθήσεις εσύ, ως Μητέρα του Σωτήρος μας». Ενώ τα λόγια της παρακλήσεως που της απευθύνουμε: «Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον ημάς», σημαίνουν : «Πρέσβευε τον Υιόν σου να μας σώσει» ή «να μας λυτρώσει» ! Στην ελληνική γλώσσα, όπου ήταν γραμμένα περίπου όλα τα βιβλία της Καινής Διαθήκης, όπως και τα βιβλία της Ορθοδόξου λατρείας, το ρήμα «σώζω» σημαίνει και λυτρώνω (απαλλάσσω) εκ του κακού, του πειρασμού, των αμαρτημάτων, της στενοχωρίας, της οικονομικής δυσχέρειας. Άρα «Υπεραγία Θεοτόκε σώσον ημάς», σημαίνει: «βοήθησέ μας με τις ικεσίες σου να λυτρωθούμε εκ του κακού, της στενοχωρίας, των έργων του διαβόλου, από τα πάθη μας».
Τοιουτοτρόπως, διά «το σώσον ημάς» δεν εννοούμε «συγχώρησε τις αμαρτίες μας», αλλά, «πρέσβευε εις τον Υιόν σου για την σωτηρία μας». Είναι αδύνατον διότι διά της ευλαβείας (σ. μτφ. οφειλομένης τιμής) της Θεομήτορος να λυπήσουμε τον Υιόν της, του Οποίου κατ’ αυτόν τον τρόπο δεν ελαττώνουμε με τίποτα την προς Αυτόν οφειλομένη λατρεία, αλλά, τουναντίον, όλη η υπέρ–ευλάβεια («εξαιρέτως») της Θεομήτορος περνά στον Υιόν της, ο Οποίος την διάλεξε και την καθαγίασε για να γίνει Μητέρα Του.
Όσον αφοράμε τα λεχθέντα μέχρι εδώ δείξαμε με μαρτυρίες από την Αγία Γραφή, την τιμή, την δόξα και τα δώρα που έδωσε ο Θεός της Παναγίας Μητέρας Του, διότι:
Ο Θεός, ακόμη μια φορά μετά την πτώση του Αδάμ και της Εύας, προανήγγελε για την Θεομήτορα ότι αυτή θα είναι εκείνη η γυναίκα–παρθένος η οποία διά του Υιού της θα συντρίψει το κεφάλι του φιδιού (Γεν. 3,15). Κατόπιν προφήτευσαν γι’ αυτή ότι θα είναι εκείνη η παρθένος η οποία θα γεννήσει τον Εμμανουήλ–Θεό (Ησαΐα 7,14), αυτή θα είναι η μεσίτρια της εισόδου στον κόσμο του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού (Ιερεμ. 31, 2-23), σ’ αυτή ο Αρχάγγελος Γαβριήλ ήλθε τιμώντας και την ονόμασε «κεχαριτωμένη» και «ευλογημένη εν γυναιξί» (Λουκ. 1,28), αυτήν ασπάσθηκε η Ελισάβετ η μητέρα του Αγίου Ιωάννου του Βαπτιστού, ονομάζοντάς την «ευλογημένη εν γυναιξί» και «Μήτηρ του Κυρίου μου» (Λουκ. 1,40-45), Μακαρία η κοιλία και οι μαστοί της διότι εβάσταξε και εθήλαξε τον Σωτήρα του κόσμου, Χριστό (Λουκ. 11, 27-28), ο Σωτήρας ως Υιός της, την άκουγε και της ήταν υποτασσόμενος (Λουκ. 2,51), το πρώτο θαύμα το έκανε ο Σωτήρας στο γάμο της Κανά της Γαλιλαίας, κατά παράκλησή της (Ιωάν. 2, 3-10), ο Σωτήρας φρόντισε γι’ Αυτήν ακόμη και τότε, όταν υπέφερε τους τρομακτικούς πόνους στο σταυρό, εμπιστεύοντάς την για παροχή φροντίδας στον πιο αγαπημένο Του απ’ όλους τους αποστόλους Του (Ιωάν. 19,26-27), η Ίδια διά του Αγίου Πνεύματος προφήτευσε ότι πάσαι αι γενεαί θα την μακαρίζουν και θα την υμνούν για την δόξα με την οποία την αξίωσε ο Θεός για την ταπείνωσή της (Λουκ. 1,48-49), το ίδιο το όνομα της Θεομήτορος στην εβραϊκή γλώσσα ερμηνεύεται «Κυρία, Δέσποινα».
Αυτή η Κυρία και Παρθένος Βασίλισσα, θα καθίσει εκ δεξιών του θρόνου του Υιού της την ημέρα της Δευτέρας Παρουσίας (Ψαλμ. 44, 10), Αυτή συνέλαβε και εγέννησε εκ Πνεύματος Αγίου τον Υιόν του Θεού (Λουκ. 1,35), καθότι επισκιάστηκε διά της δυνάμεως του Υψίστου και έμεινε παρθένος και μετά τη γέννηση (Ιεζεκιήλ 44, 1-3), αυτή είναι τιμιωτέρα των Χερουβίμ και ενδοξοτέρα ασυγκρίτως των Σεραφείμ, μη έχοντας και άλλα παιδιά εκτός του Ιησού Χριστού, του Σωτήρος του κόσμου. Η μητέρα των λεγομένων «αδελφών του Κυρίου» δεν είναι η Θεομήτωρ, αλλά η Μαρία του Κλωπά (Ματθ. 27, 55-56. Μαρκ. 15, 40-47. Ιωάν. 19,25), ενώ «οι αδελφοί» του Κυρίου είναι μόνο συγγενείς με Αυτόν, και όχι φυσικοί αδελφοί Του, διότι τα παλαιά χρόνια στους Ιουδαίους, οι στενοί συγγενείς ονομάζοντο «αδελφοί» (Γεν. 13, 8), Η μητέρα των αδελφών του Κυρίου, η Μαρία η του Κλωπά, ονομάζεται αδελφή με τη Μητέρα του Κυρίου, κατ’ αυτήν την έννοια της στενής συγγενείας (Ιωάν. 19,25 εξ.).
Αφού είδαμε τις μαρτυρίες της Αγίας Γραφής γι’ αυτές τις αλήθειες που αναφέρονται στη μητέρα του Κυρίου, εάν είχατε καθαρό νου από το σκοτάδι της αιρέσεως και των αμαρτημάτων, θα μπορούσατε να κατανοήσετε πολύ καθαρά (φωτεινά), για ποιά αιτία εμείς οι ορθόδοξοι χριστιανοί από την Εκκλησία του Χριστού την δεδοξασμένη αποδίδουμε υπέρ – ευλάβεια (εξαιρετική τιμή) στην Παναγία Παρθένον Μαρία. Παρακαλώντας την, την θέτουμε μεσίτρια στον Υιό της και Θεό μας, να μας βοηθήσει διά της μεσιτείας των πρεσβειών της, τις οποίες αναπέμπει πάντοτε προς τον Θεό για όλο το ανθρώπινο γένος και ειδικά για τους ευσεβείς χριστιανούς.
Γιατί εσείς δεν τιμάτε την Μητέρα του Κυρίου όταν η ίδια η Θεία Γραφή σας αποκαλύπτει ότι ο Αρχάγγελος Γαβριήλ την τίμησε με τον ασπασμό; (Λουκ. 1,29)…
Γιά ποια αιτία σεις δεν τιμάτε την Μητέρα του Κυρίου, η οποία, κατά τη μαρτυρία της Αγίας Γραφής και του ευαγγελιστού Αρχαγγέλου Γαβριήλ, είναι «κεχαριτωμένη»; (Λουκ. 1,28-30). Γιά ποια αιτία είσαστε τόσο σκληρόκαρδοι και τυφλοί στην κατανόηση και δεν τιμάτε την Μητέρα του Κυρίου την οποία διά της χάριτος του Αγίου Πνεύματος η Ελισάβετ ομολόγησε ότι είναι η Μήτηρ του Κυρίου και ευλογημένη εν γυναιξί (Λουκ. 1,40- 43);
Αν εσείς λέτε ότι πιστεύετε στα γραφόμενα της Αγίας Γραφής, γιατί λοιπόν δεν τιμάτε και σέβεστε την Μητέρα του Κυρίου, όταν η Γραφή σας αποκαλύπτει ότι αυτήν θα την μακαρίζουν πάσαι αι γενεαί, για την τιμή που της έκανε ο Θεός;
Για ποιά αιτία σεις φθάσατε σε τέτοιο σκοτάδι αγνωσίας, ώστε αντί να τιμάτε και να σέβεστε την Μητέρα του Κυρίου, σεις την βλασφημείτε και στην παραζάλη σας (τρέλα) την θεωρείτε σαν μιά κοινή γυναίκα; Το Άγιο Πνεύμα την φανέρωσε στους ψαλμούς ως την βασίλισσα των αγγέλων και όλης της κτίσεως, καθήμενη εκ δεξιών του Υιού της «ἐν ἱματισμῷ διαχρύσῳ περιβεβλημένη, πεποικιλμένη» (Ψαλμ. 44,10) και σεις την ονομάζετε ότι είναι μια κοινή γυναίκα, όπως όλες οι άλλες;
Το Άγιο Πνεύμα αποκαλύπτει στην Αγία Γραφή, ότι θα μνημονεύεται εν πάση γενεά και γενεά και όλοι οι λαοί θα την ανυμνούν απαύστως εις τον αιώνα του αιώνος (Ψαλμ. 44,18), ενώ σεις δεν θέλετε να την υμνείτε και να την ευλαβείστε την Μητέρα του Κυρίου. Το Άγιο Πνεύμα αποκαλύπτει ότι «πᾶσα ἡ δόξα τῆς θυγατρὸς τοῦ βασιλέως (της Θεομήτορος)  ἔσωθεν, ἐν κροσσωτοῖς χρυσοῖς περιβεβλημένη, πεποικιλμένη» (Ψαλμ. 44,14). Διά της έσωθεν δόξης δείχνει ότι είναι ναός του Αγίου Πνεύματος, άχραντος, ενώ σεις την βλασφημείτε την Μητέρα του Κυρίου και δεν την τιμάτε.
Η Μητέρα του Κυρίου είναι εκείνη η Παρθένος η οποία γέννησε τον Εμμανουήλ–Θεό (Ησαΐα 7,14) και σεις λέτε ότι είναι μια οποιαδήποτε γυναίκα όπως όλες οι γυναίκες. Το Άγιο Πνεύμα διά του στόματος του προφήτου Ιεζεκιήλ προεικονίζει, την Μητέρα του Κυρίου, σαν «πύλη κεκλεισμένη» διά της οποίας κανείς δεν θα εισέλθει παρά μόνο ο Θεός του Ισραήλ, και μετά την διέλευση, κεκλεισμένη θα μείνει (Ιεζεκιήλ 44, 1-3), δηλαδή παρθένος θα είναι πριν από τη γέννηση, κατά τη γέννηση και αειπάρθενος θα μείνει μετά τη γέννηση, και σεις λέτε ότι η Μητέρα του Κυρίου είχε και άλλα παιδιά εκτός από τον Υιόν του Θεού, τον Οποίον εγέννησε.
Καλύτερον είναι σε σας να κρεμάσετε από μια πέτρα γύρω από τον τράχηλο και να πέσετε στη θάλασσα (Ματθ. 18,6-7. Μάρκ. 9,42. Λουκ. 17, 1-2) από το να σκανδαλίσετε τις ψυχές των αγαθών χριστιανών με τα ψέματα και τις σατανικές και καταραμένες σας βλασφημίες. Πώς θα μπορούσε ο δίκαιος και θεοφοβούμενος τον Θεό Ιωσήφ (Ματθ. 1,19) να τολμήσει να αγγίξει την Παναγία Παρθένον μετά την γέννηση, προ πάντων αφού έλαβε την αποκάλυψη – διά του αγγέλου Του – «τὸγὰρ ἐν αὐτῇ γεννηθὲν ἐκ Πνεύματός ἐστιν ῾Αγίου» (Ματθ. 1,20) και ότι ο συλληφθείς διά της χάριτος του Αγίου Πνεύματος θα είναι ο Σωτήρας του κόσμου, ο Χριστός (Ματθ. 1,21);
Άραγε ο δίκαιος και θεοφοβούμενος Ιωσήφ – στον οποίον αποκαλύφθηκε από τον Θεό ότι η Παρθένος Μαρία, η μνηστή του, συνέλαβε εκ Πνεύματος Αγίου και κατενόησε ότι δι’ αυτής ο Θεός θα εργαστεί τη σωτηρία του ανθρωπίνου γένους, διά της συντριβής της κεφαλής του φιδιού (Γεν. 3,15) και ότι είναι η Παρθένος η προφητευθείσα διά Αγίου Πνεύματος διά του Προφήτου Ησαΐα, η οποία θα γεννήσει τον Εμμανουήλ, τον Θεό και Σωτήρα του κόσμου (Ησαΐα 7,14) – να μπορεί να συλλογίζεται ανθρωπίνως επ’ αυτής; Ακριβώς γι’ αυτό ο δίκαιος και θεοφοβούμενος Ιωσήφ αποδείχθηκε τόσο ζηλωτής και υπάκουος και υπηρέτησε με τόσο μόχθο το θείο Βρέφος , από τη γέννηση, στη φυγή στην Αίγυπτο και την επιστροφή (Λουκ. 2,4-5. Ματθ. 2,13-14. 20,21-23), καθώς και στα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του, μέχρι της ηλικίας των 30 ετών του Σωτήρος, διότι καταλάβαινε τέλεια το κάλεσμα που έχει να υπηρετήσει την Παναγία Παρθένον, διά της οποίας ο Θεός ήλθε στον κόσμο με το Σώμα, να λυτρώσει το ανθρώπινο γένος.
Λοιπόν, βουβά να μείνουν τα στόματα όλων των αιρετικών και των νεοπροτεσταντών οι οποίοι βλασφημούν κατά της Βασίλισσας των αγγέλων και Μητέρας του Θεού και του δικαίου και Θεοφοβούμενου Ιωσήφ όσον αφορά τους κακούς και τρελλούς συλλογισμούς ότι θα μπορούσε να είχε και άλλα παιδιά η Παναγία και Άχραντος Παρθένος Μαρία, η Θεοτόκος, η «Κεχαριτωμένη».
Αρνούμενοι όλες τις άλογες βλασφημίες των αιρετικών, εμείς τα παιδιά της Εκκλησίας του Χριστού να έχουμε την Μητέρα του Θεού παντοτινή ικέτρια και μεσίτρια για τη σωτηρία έμπροσθεν του Θεού. Το όνομά της να τιμούμε αδιαλείπτως ως Μητέρα του Υιού του Θεού. Οι παρθένες να την υμνούν ως μία Αειπάρθενο μητέρα. Οι ιερείς και οι μοναχοί, ως την μητέρα του Μεγάλου Αρχιερέως Ιησού Χριστού, ενώ εμείς οι ευλαβείς χριστιανοί, με μια φωνή με τους αγγέλους και τους αγίους, να ψέλνουμε καθημερινά τον Ακάθιστο και τον Παρακλητικό κανόνα της Μητέρας του Θεού, επαναλαμβάνοντας όλοι τον ιερόν ύμνο (υπακοή): «Χαίρε, Νύμφη, Ανύμφευτε!».
του Αρχιμανδρίτου Κλεόπα Ηλίε

ο Ἅγ. Νικάνωρ καὶ τὸ Μοναστῆρι του στὴ Ζάμπορδα


Κόντογλου Φώτης

Ὁ Ἅγιος Νικάνωρ καὶ τὸ Μοναστῆρι του στὴ Ζάμπορδα


Παράξενο πρᾶγμα φαίνεται στὴ σημερινὴ γενεὰ τὸ νὰ καταγίνεται κανένας μὲ τὴ θρησκεία καὶ μὲ τοὺς ἁγίους. Αὐτὰ τὰ θεωροῦνε προλήψεις οἱ σημερινοὶ ἄνθρωποι, ζαλισμένοι ἀπὸ τὴν ἐπιστήμη.

Ὡστόσο, στὴν Εὐρώπη, ποὺ στάθηκε ἡ μάνα τῆς ἐπιστήμης καὶ τὸ σχολειὸ τῆς ἀθεΐας, ὑπάρχουνε πολλοὶ ἄνθρωποι ἀπὸ τὴν τάξη τῶν σπουδασμένων, ποὺ γυρεύουνε νὰ βροῦνε κάτι ἀλλοιώτικο ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη γνώση, καὶ ψάχνοντας, φτάνουνε στὴ θρησκεία. Ἡ ταραχή, ἡ ἀβεβαιότητα κ' ἡ ἀγωνία βασανίζουνε τοὺς σημερινοὺς ἀνθρώπους καὶ δὲν τοὺς ἀφήνουνε νὰ ἡσυχάσουνε, γιατί, κατὰ τὸν Σολομώντα "ὁ προστιθεὶς γνῶσιν προστίθησιν ἄλγημα", δηλ. "ὅποιος πληθαίνει τὴ γνώση του πληθαίνει τὸν πόνο του".

Πολλοί, λοιπόν, ἀπ' αὐτοὺς τοὺς θαλασσοδαρμένους ποὺ τοὺς βασανίζει ἡ πνευματικὴ ἀνεμοζάλη καὶ δὲν ἀφήνει τὸ πνεῦμα τους καὶ τὴν καρδιά τους νὰ γαληνέψουνε, ὕστερα ἀπὸ πολλὰ περιπλανέματα, σὰν ἐκεῖνον τὸν Ὀδυσσέα, βρίσκουνε τὸ λιμάνι τῆς θρησκείας καὶ μπαίνουνε μέσα γιὰ νὰ συνεφέρουνε καὶ νὰ ἀναπαυτοῦνε. Αὐτὸ ποὺ ἔχει μεγάλη σημασία γιὰ μᾶς τοὺς Ἕλληνες, εἶναι τοῦτο: Πὼς οἱ τέτοιοι πνευματικὰ καραβοτσακισμένοι καταφεύγουνε οἱ περισσότεροι στὴν Ὀρθοδοξία, καὶ νοιώθουνε μεγάλη χαρὰ κι' ἀνακούφιση σὰν τὴν ἀνακαλύψουνε. Γιατί ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ ἀληθινὴ θρησκεία τοῦ Χριστοῦ, ἡ ἀπαραμόρφωτη, καὶ γιὰ τοῦτο ἔχει μέσα της τὴν εἰρήνη, κι' ὅλα της εἶναι γαληνεμένα κ' εἰρηνικά, κι' αὐτὴ τὴν εἰρήνη τὴ μεταδίνει καὶ σὲ ὅσους πᾶνε κάτω ἀπὸ τὶς φτεροῦγες της. Ἡ Ὀρθοδοξία ἔχει τὸ ἅγιον Πνεῦμα, ποὺ λέγεται Παράκλητος, δηλαδὴ Παρηγορητής.

Ἀλλὰ τί εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία; Ἐμεῖς οἱ ἴδιοι, ποὺ λεγόμαστε Ὀρθόδοξοι, δὲν τὴ γνωρίζουμε, κι' οὔτε εἴμαστε σὲ θέση νὰ νοιώσουμε τὰ οὐρανόσταλτα δῶρα της. Γι' αὐτὸ δὲν γνωρίζουμε καὶ τοὺς ἁγίους ποὺ τὴν καταστολίσανε.

Ἕνας ἀπ' αὐτοὺς τοὺς ἄγνωστους ἁγίους εἶναι κι' ὁ ἅγιος Νικάνωρ, ποὺ θέλω νὰ γράψω σήμερα γιὰ τὸ βίο του καὶ γιὰ τὸ μοναστῆρι του, καὶ ποὺ ἡ μνήμη του γιορτάζεται στὶς 7 Αὐγούστου.
O ὅσιος Νικάνωρ γεννήθηκε στὴ Θεσσαλονίκη στὰ 1491, δηλαδὴ 38 χρόνια ὓστερ' ἀπὸ τὸ πάρσιμο τῆς Πόλης ἀπὸ τοὺς Τούρκους.
Κατὰ τὸ συναξάρι του, ἡ μητέρα του Μαρία ἤτανε στείρα καὶ τὸν γέννησε σὲ περασμένη ἡλικία, ὓστερ' ἀπὸ ἕνα ὄνειρο ποὺ εἶδε.

Ἀπὸ μικρὸς ἀγαποῦσε τὴ θρησκεία, ὅπως οἱ περισσότεροι ἅγιοι. Σὰν πεθάνανε οἱ γονιοί του, μοίρασε στοὺς φτωχοὺς ὅσα κληρονόμησε, κ' ἔγινε μοναχὸς μὲ τ’ ὄνομα Νικάνωρ, ἀπὸ Νικόλας ποὺ λεγότανε πρωτύτερα.

K' ἐπειδὴ ζοῦσε μὲ πολλὴ ἀρετὴ καὶ θεοσέβεια, ὁ τότε μητροπολίτης τῆς Θεσσαλονίκης Εὐστάθιος τὸν χειροτόνησε διάκο κ' ὕστερα ἱερέα, καὶ τὸν διώρισε τυπικάρη στὴ μητρόπολη, ἔχοντας κατὰ νοῦ νὰ τὸν κάνῃ διάδοχό του στὸ θρόνο τῆς Θεσσαλονίκης.

Ἀλλὰ ὁ Νικάνωρ δὲν ἀγαποῦσε τ' ἀξιώματα, ἂς ἤτανε κ' ἐκκλησιαστικά, κι' ὁ πόθος του ἤτανε νὰ ἀποτραβηχτῆ σ' ἕναν τόπον ἥσυχον γιὰ νὰ ζήση ἀφοσιωμένος στὸ Θεό.

Μία νύχτα, ἐκεῖ ποὺ ἔκανε τὴν προσευχή του, ἄκουσε μία φωνὴ ἀπὸ τὸν οὐρανὸ ποὺ τούλεγε νὰ πάγη στὸ βουνὸ τοῦ Καλλιστράτου κ' ἐκεῖ νὰ καλογερέψη.

Σημείωσε πὼς σ' ἐκεῖνο τὸ βουνὸ ἤτανε τὸν παλιὸν καιρὸ ἕνα ἀσκηταριὸ ποὺ τόχανε χαλάσει οἱ Βούλγαροι πρὸ πολλὰ χρόνια.

Ἔφυγε, λοιπόν, ὁ ἅγιος ἀπὸ τὴ Θεσσαλονίκη μ' ἕνα παλιοράσο ἀπὸ γιδότριχα, καὶ τράβηξε νὰ πάγη σὲ κεῖνο τὸ βουνό. Στὸ δρόμο, δίδασκε τοὺς ἀπελπισμένους χριστιανούς, ποὺ τότε πρωτοδοκιμάζανε τὴν τούρκικη σκλαβιά. Πέρασε ἀπὸ τὴ Βέρροια, ἀπὸ τὴν Κοζάνη, ἀπὸ τὰ Σέρβια, κι' ἀπ' ἄλλα χωριά, στηρίζοντας τοὺς χριστιανοὺς στὴν πίστη τους, ὥς ποὺ ἔφτασε στὸ κακοτράχαλο βουνὸ τοῦ Καλλιστράτου, ποὺ τὸ λένε σήμερα Ζάμπορδα. Τὸ λέγανε τοῦ Καλλιστράτου ἀπὸ ἕναν ἀσκητὴ Καλλίστρατο ποὺ εἶχε ἀσκητέψει μέσα σὲ μία σπηλιά.

Κατὰ πρῶτο ἀνακαίνισε αὐτὸ τὸ χαλασμένο μοναστῆρι τοῦ ἁγίου Γεωργίου ποὺ βρισκότανε στὴν ἀκροποταμιὰ τοῦ Ἁλιάκμονα. Σ' αὐτὸ τὸ ἀσκητήριο κάθισε ὁλομόναχος ἐπὶ 16 χρόνια. Κατόπι, τὸν βοηθήσανε δύο εὐσεβέστατοι ἐμπόροι δίνοντάς του πολλὰ χρήματα, καὶ μ' αὐτὰ ἔχτισε στὴν κορυφὴ τοῦ βουνοῦ τὸ μοναστῆρι, ποὺ τὸ ἀφιέρωσε στὴ Μεταμόρφωση τοῦ Σωτῆρος, ἐπειδὴ εἶχε βρῆ μία παλιὰ εἰκόνα τῆς Μεταμορφώσεως θαμμένη μέσα στὴ γῆ ἀπὸ τὸν καιρὸ τῶν εἰκονομάχων.

Πλῆθος ἄνθρωποι προστρέξανε νὰ καταφύγουνε σὲ κείνη τὴν πνευματικὴ μάνδρα. Τὸ μικρὸ ποίμνιο γρήγορα πλήθυνε, καὶ μὲ τὴν αὐστηρὴ κυβέρνηση τοῦ ἁγίου καταστάθηκε μία μικρὴ ἀγγελικὴ πολιτεία. Κατὰ τὸν ποιμένα, ἔγινε καὶ τὸ ποίμνιο. Οἱ πατέρες δουλεύανε γιὰ τὴ συντήρησή τους, ἄλλος σκάβοντας, ἄλλος φυλάγοντας τὰ γίδια, ἄλλος ἀλέθοντας στὸ χερόμυλο, ἄλλος φιλοτεχνώντας τὸ ἐργόχειρό του. Ἡ θροφὴ τους ἤτανε χόρτα, ψωμὶ καὶ λίγο κρασὶ γιὰ νὰ στηρίζουνται. O ἅγιος Νικάνωρ, μ' ὅλο ποὺ ἐγέρασε παράκαιρα, ἔδινε τὸ παράδειγμα μὲ τὴ νηστεία καὶ μὲ τὴ σκληραγωγία τοῦ κορμιοῦ του. Τὸ ἀληθινὸ ἔργο τους ἤτανε οἱ ἀδιάκοπες προσευχὲς κ' οἱ ἀγρύπνιες. Παρακαλούσανε τὸ Θεὸ γιὰ τὴ σωτηρία ὅλων τῶν χριστιανῶν καὶ γιὰ τὴν ἀνακούφιση τῶν Γραικῶν ποὺ τοὺς εἶχε ἀποκάτω ἀπὸ τὸ μαχαῖρι του τὸ νεοφερμένο γένος τῶν Τούρκων.

Ἀπ' ὅλη τὴ Μακεδονία προστρέχανε γιὰ νὰ βλογηθοῦνε ἀπὸ τὸν Ἅγιο. Τὸ μοναστῆρι του ἤτανε γιὰ τὸν ἀπελπισμένον κόσμο σὰν πύργος ἀκατάλυτος τῆς πίστης καὶ τῆς ἐλπίδας, σὲ κεῖνα τὰ μαῦρα χρόνια.

Ἀφοῦ, λοιπόν, ἔζησε θεάρεστα ὁ Ἅγιος ὅσο ἤτανε διωρισμένο ἀπὸ τὸ Θεό, κι' ἀφοῦ ἄφησε στοὺς μαθητάδες του τὶς σύντομες κι' ἁπλὲς παραγγελιές του, καὶ βλόγησε τοὺς μοναχοὺς καὶ τοὺς λαϊκοὺς ποὺ δράμανε ἀπὸ τὰ γύρω μέρη, κοιμήθηκε, ὁ δίκαιος, ὁ ταπεινὸς μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ, ὁ κουρασμένος ἐργάτης τοῦ ἀμπελῶνος του, ποὺ στερήθηκε τὸν ψεύτικον κόσμο γιὰ Κεῖνον ποὺ σταυρώθηκε γιὰ νὰ χαρίση τὸν ἀληθινὸν σ' ὅσους τὸν πιστεύουνε. Παράδωσε τὸ πνεῦμα του στὸν Κύριο στὶς 7 Αὐγούστου 1549, σὲ ἡλικία 58 χρονῶν.

Τὸ ἁγιασμένο λείψανό του θάφτηκε στὸ παρεκκλῆσι τοῦ τιμίου Προδρόμου, κι' ὁ τάφος του σῴζεται ὥς τὰ σήμερα. Πλῆθος θαύματα γινήκανε κατὰ καιροὺς ἀπὸ τὸ σκήνωμα, καὶ γίνονται ὥς τὰ σήμερα.

Αὐτὸ τὸ μοναστῆρι ἀνέβηκε σὲ μεγάλη ἀκμή, κυβερνημένο ἀπὸ ἄξιους πατέρες, καὶ βοήθησε πολὺ τὰ γύρω χωριὰ στὶς δύσκολες περιστάσεις του τότε καιροῦ. Κοντὰ στ' ἄλλα, σπούδασε παιδιά, ὑποστήριξε σχολειά, κ' ἔτσι συνείργησε κατὰ πολὺ στὸ νὰ μὴ χαθῆ ἡ γλῶσσα μας. T' ἁγιασμένο θεμέλιο, ποὺ ἔβαλε ἀπάνω σὲ κείνη τὴν ἀετοράχη ὁ ἅγιος Νικάνορας, στάθηκε κατὰ κεῖνα τὰ βασανισμένα χρόνια ἡ κιβωτὸς τῆς θρησκείας καὶ τοῦ ἐθνισμοῦ γιὰ τὸν Ἑλληνισμὸ τῆς Δυτικῆς Μακεδονίας.

Μὰ τώρα, μὲ τὸν ἀνεμοστρόβιλο ποὺ πῆρε τὰ μυαλά μας, ὅλα τὰ ξεχάσαμε, ὅλα τὰ τίμια καὶ τὰ ἑλληνικά, σὰν νὰ στόμωσε τὸ μνημονικό μας. Σήμερα βλέπουμε νὰ καλοπεράση τὸ κορμί μας, καὶ χέρσωσε ἡ ψυχή μας, κ' ἡ γλυκόλαλη βρυσοῦλα τῆς θύμησης, ποὺ δρόσιζε ἄλλη φορὰ τὴν καρδιά μας, στέρεψε, καὶ καταντήσαμε ἕνας ξέρακας, στολισμένος μὲ ψεύτικες πρασινάδες καὶ μὲ ψεύτικα λουλούδια. Ἀντὶ ν' ἀγαπήσουμε σήμερα περισσότερο αὐτὰ τὰ πράγματα, ἐμεῖς τὰ σιχαθήκαμε, σὰν τὸ γυιό, ποὺ ἅμα τὸν πλανέψη καμμιὰ πονηρὴ γυναῖκα, ξεχνᾶ τὴ μάνα του, καὶ μάλιστα τὴ σιχαίνεται τὴν κακομοίρα, καὶ τὴ βλαστημᾶ, καὶ δὲν θέλει νὰ τὴν ξέρη.

Ἔτσι γινήκαμε κ' ἐμεῖς οἱ σημερινοὶ Ἕλληνες. Πήρανε τὰ μυαλά μας οἱ ξενόφερτες νεράιδες, κι' ἀρνηθήκαμε τὸ γάλα τῆς μάνας μας. Γινήκαμε ἀναίσθητοι κι' ἀχάριστοι. Καταφρονοῦμε τὴ φτωχὴ μὰ πονετικιὰ πατρίδα μας, γινήκαμε ἀδιάφοροι γιὰ τὴ θρησκεία μας, καὶ περιπαίζουμε ἐκείνους ποὺ τιμοῦνε ἀκόμα τ' ἁγιασμένα θεμέλια της φυλῆς μας καὶ κάνουνε τρισάγιο ἀπάνω στὰ χορταριασμένα μνήματα τῶν πατεράδων μας, καὶ τοὺς λογαριάζουμε γιὰ κοιμισμένες ψυχές, γιὰ θρησκόληπτους παληοημερολογίτες, γιὰ παλιοκάραβα πεταμένα ἀπάνω στὴν ξέρα, σὲ καιρὸ ποὺ ἀποπάνω τους πετᾶνε τ' ἀεροπλάνα καὶ σφεντονίζουνται οἱ ρουκέττες γιὰ τὸ φεγγάρι.

Ὤ! Καλότυχες οἱ γλῶσσες ποὺ μποροῦνε νὰ ποῦνε στὰ σημερινὰ χρόνια μαζὶ μὲ τὸν Δαυΐδ: "Ἀγαθὸν μοι, Κύριε, ὅτι ἐταπείνωσάς με, ὅπως ἂν ἴδω τὰ θαυμάσιά σου. Ἀποστρεψον τοὺς ὀφθαλμούς μου, τοῦ μὴ ἰδεῖν ματαιότητας, ἐν τῷ μνησθῆναι με τῶν ἀγαπητῶν μου. Κύριος γινώσκει τοὺς διαλογισμοὺς τῶν ἀνθρώπων ὅτι εἰσὶ μάταιοι. Μακάριος ἄνθρωπος, ὅν ἂν παιδεύςῃς, Κύριε, τοῦ πραΰναι αὐτὸν ἀφ' ἡμερῶν πονηρῶν. Ἠγρύπνησα καὶ ἐγενόμην ὡς στρουθίον μονάζον ἐπὶ δώματος".

Τὸ μοναστῆρι τῆς Ζάμπορδας, ποὺ ἵδρυσε ὁ ἅγιος Νικάνορας, εἶναι χτισμένο ἀπάνω σ' ἕνα μικρὸ κι' ἀπόγκρεμνο βουνὸ ποὺ τὸ λέγανε Ὄρος τοῦ Καλλιστράτου, ἕνα βουνόπουλο μυτερό, κολλημένο ἀπάνω στὸ μεγάλο βουνὸ ποὺ τὸ λένε Βέρμιο. Τόνομά του τὸ πῆρε ἀπὸ ἕνα χωριὸ Ζάμπορδα ποὺ βρισκότανε ἄλλη φορὰ ἐκεῖ κοντά, μὰ ποὺ τώρα δὲν ὑπάρχει.

Ἀπὸ τὰ Γρεβενὰ κι' ἀπὸ τὴ Σιάτιστα εἶναι μακριὰ ὥς δέκα ὧρες μὲ τὸ μουλάρι, κι' ὥς δώδεκα ἀπὸ τὴν Κοζάνη. Βρίσκεται ἀποκάτω ἀπὸ τὸ βουνὸ Βουνάσα, ἀπάνω στὸ στρίψιμο ποὺ κάνει ὁ ποταμὸς Ἁλιάκμονας, τραβώντας κατὰ τὰ Σέρβια, σὲ μία ὥρα ἀπόσταση ἀπὸ τὸ χωριὸ Ἐλάτη. Τὸ Καλλίστρατο εἶναι χωρισμένο ἀπὸ τὴ Βουνάσα μὲ μία στενὴ κι' ἄγρια κλεισούρα, καὶ κεῖ μέσα τρέχει ὁ ποταμός.

Τὸ βουνὸ εἶναι δασωμένο. Τὸ μοναστῆρι εἶναι χτισμένο ἀπάνω στὴν κορφή του, κι' ἀσπρίζει ἀπὸ μακριὰ σὰν κάστρο. H τοποθεσία του ἔχει πολλὴ μεγαλοπρέπεια κι' ἁγιοσύνη.

Σὰν ἀνεβῆ κανένας ἀπάνω, βλέπει πὼς τὸ βουνὸ εἶναι χερσόνησο, κομμένο ἀπὸ τὰ γύρωθε βουνά, γιατί ἀπὸ τὶς τρεῖς μεριὲς τὸ περιζώνει ὁ ποταμός, παρεχτὸς ἀπὸ τὸ βορειοανατολικὸ μέρος ποὺ ἀπομένει μοναχὰ ἕνα στενὸ μπάσιμο. Ἀπὸ κεῖ πιάνει ἕνα καλντερίμι π' ἀνεβαίνει ὥς τὴν ἐξώπορτα τοῦ μοναστηριοῦ. Τὸ μοναστῆρι εἶναι καστρογυρισμένο, μὲ μπεντένια καὶ μὲ ζεματίστρες, γιατί σὲ κεῖνον τὸν καιρὸ οἱ λῃστὲς ἤτανε πολλοί, καὶ τὸ μέρος ἔρημο κι' ἄγριο, ἀφοῦ καὶ τώρα εἶναι τέτοιο. Κι' ἀληθινά, τὰ γύρω χωριὰ χαλαστήκανε ὅλα ἀπὸ τοὺς Τουρκαρβανίτες καὶ φαίνουνται ἀκόμα τὰ θεμέλια κ' οἱ σωριασμένες πέτρες, καὶ μοναχὰ τὸ μοναστῆρι σῴζεται, παραπάνω ἀπὸ πεντακόσια χρόνια.

Κάτω, κοντὰ στὸ λαιμό, βρίσκεται σὰν ἕνα μοναστηράκι, μὲ κελλιὰ καὶ μὲ τὴν ἐκκλησιὰ τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, καὶ τὸ λένε "Γυναικεῖο", ὄχι γιατί ἔχει μέσα καλογρηές, ἀλλὰ γιατί ἐκεῖ κάθουνται οἱ γυναῖκες ποὺ πᾶνε γιὰ προσκύνημα καὶ κεῖ ἐκκλησιάζονται, ἐπειδὴ εἶναι ἀπαγορευμένο νὰ ἀνεβαίνουνε γυναῖκες στὸ μοναστῆρι, κατὰ τὴ διαθήκη τοῦ ἁγίου.

Σὰν ἔμπη κανένας στὴν αὐλὴ τοῦ μοναστηριοῦ ἀπὸ τὴ χαμηλὴ πόρτα, πούναι καπλαντισμένη μὲ λαμαρίνες, βρίσκεται σ' ἕναν αὐλόγυρο πούναι στρωμένος μὲ ποταμολίθαρα. Στὴ μέση εἶναι χτισμένη ἡ ἐκκλησιά, καὶ γύρω της τὰ κελλιά.

Ἡ ἐκκλησιὰ εἶναι μὲ τροῦλλο, κ' εἶναι ἀπέξω πλουμισμένη μὲ κεραμίδια. Μπαίνοντας στὸ νάρθηκα, βλέπουμε πὼς εἶναι ζωγραφισμένος μὲ τὰ θαύματα τοῦ Ἁγίου ἀπὸ ἕνα ζωγράφο ἀπὸ τὴ Σέλιτσα, στὰ 1835, στὸ ὕφος ποὺ εἴχανε οἱ Σαμαρινιῶτες κ' οἱ Καλλαρυτινοὶ ἁγιογράφοι. Στὸ προσκυνητάρι βρίσκεται ἡ εἰκόνα τοῦ ἁγίου Νικάνορα.

Ἀπὸ τὸ νάρθηκα μπαίνει κανένας στὸ καθολικό, πούναι σκοτεινὸ καὶ καπνισμένο, καὶ μοσκοβολᾶ ἀπὸ τὸ κερί, ἀπὸ τὸ λάδι κι' ἀπὸ τὸ λιβάνι. Τὸ τέμπλο εἶναι ἀπὸ σκαλισμένο ξύλο χρυσωμένο, μὲ δύο-τρία καντήλια ἀναμμένα.

Οἱ τοιχογραφίες εἶναι μαῦρες ἀπὸ τὴν πολυκαιρία κι' ἀπὸ τὸν καπνό. T' ἀναλόγια καὶ τὰ προσκυνητάρια εἶναι πλουμισμένα μὲ φίλντισι. Μέσα στὸ ἅγιο Βῆμα εἶναι φυλαγμένη ἡ εἰκόνα τῆς Μεταμορφώσεως, ποὺ εἶχε βρῆ ὁ Ἅγιος, καθὼς καὶ τὰ λείψανά του μέσα σὲ ἀσημένιες λειψανοθῆκες.

Δίπλα στὸ νάρθηκα βρίσκεται τὸ παρεκκλῆσι τοῦ τιμίου Προδρόμου, καὶ κεῖ εἶναι ὁ τάφος τοῦ Ἁγίου.
Ἡ Τράπεζα τοῦ μοναστηριοῦ σώζεται ἀκόμα, κ' εἶναι ἁγιογραφημένη μὲ καλὴ ἁγιογραφία. Δίπλα της εἶναι τὸ μαγειρεῖο μὲ τὸ μεγάλο τζάκι, ποὺ ἀναβανε φωτιὰ οἱ πατέρες γιὰ νὰ ζεσταθοῦνε τὸ χειμῶνα, ποὺ κάνει πολὺ κρύο σ' αὐτὰ τὰ βουνά. Αὐτὰ στέκουνται ὅπως ἤτανε στὸν καιρὸ ποὺ χτίσθηκε ἡ μονὴ ἀπὸ τὸν Ἅγιο.

Σήμερα αὐτὸ τὸ σεβάσμιο μοναστῆρι βρίσκεται σὲ κακὴ κατάσταση, λησμονημένο καὶ μισορεπιασμένο. Ἔχει ὅλους-ὅλους τρεῖς καλόγερους μαζὶ μὲ δύο-τρεῖς παραγυιούς.

Ἔχει καὶ πέντε ἐξωκλήσια. Τὸ πιὸ ἀξιοπρόσεχτο εἶναι τὸ κοιμητῆρι, στ’ ὄνομα τῶν Ταξιαρχῶν, κατάγραφο ἀπὸ ἁγιογραφίες "διὰ χειρὸς Γεωργίου Ζωγράφου καὶ υἱοῦ αὐτοῦ Ἐμμανουὴλ ἐκ Σελίτζης. 1835, Ἰουνίου 14".

Στὴ μεριὰ τοῦ βουνοῦ ποὺ κοιτάζει κατὰ τὸ βασίλεμα τοῦ ἥλιου, ἀπάνω ἀπὸ τὸ ποτάμι, βρίσκεται μία σπηλιά, σὲ μία θέση πολὺ ἀπόγκρεμνη, κρεμάμενη ἀπάνω ἀπὸ τὴν ἄβυσσο. Αὐτὸ εἶναι τὸ ἀσκητήριο ποὺ ἀσκήτεψε ἐπὶ δεκαέξι χρόνια ὁ ἅγιος Νικάνορας.

Ἐκεῖ ἀπάνω εἶναι χτισμένο ἕνα μικρὸ μοναστηράκι, μὲ τὴν ἐκκλησιὰ τοῦ ἁγίου Γεωργίου καὶ μὲ δύο κελλιά, τόνα πάνω ἀπὸ τ' ἄλλο, σὰν περιστεριῶνας.

Ἀπορεῖ ἄνθρωπος καὶ τρομάζει πῶς ἀνέβαινε ἐκεῖ ἀπάνω ὁ ἄφοβος ἀσκητής! Καὶ πῶς δουλέψανε κρεμάμενοι στὸν ἀγέρα οἱ μαστόροι ποὺ χτίσανε τὴν ἐκκλησιὰ καὶ τὰ κελλιά!

Στ' ἀσκηταριὸ κουβαλούσανε οἱ πατέρες τὰ κειμήλια τῆς μονῆς γιὰ νὰ τὰ φυλάξουνε, ὅποτε κιντυνεύανε, ἀκροπατώντας ξυπόλητοι στὰ σπασίματα τοῦ βράχου κ' ἔχοντας τοὺς τορβάδες κρεμασμένους στὸ λαιμό τους.

Τὸ μοναστῆρι τοῦ ἁγίου Νικάνορα ἤτανε ξακουσμένο σὲ κεῖνα τὰ χρόνια. H τάξη του ἤτανε πολὺ αὐστηρή. Σώζεται ἀκόμα ἕνα μπουντροῦμι ποὺ κατεβάζανε τοὺς τιμωρημένους καλόγερους.

Μὲ σκληραγωγία κ' ὑπακοὴ ζούσανε ὄχι μοναχὰ οἱ πατέρες, ἀλλὰ κ' οἱ νέοι παπάδες ποὺ χειροτονοῦσε ὁ μητροπολίτης Γρεβενῶν, γιατί στὸ μοναστῆρι μαθαίνανε τὴν τάξη τῆς ἐκκλησίας. Ἐκεῖ μαθαίνανε καὶ τὴν ψαλτική, καὶ βγαίνανε ψάλτες ποὺ ἤτανε σοφοὶ στὴν τέχνη τους.

Παρεκτὸς ἀπ' αὐτά, τὸ μοναστῆρι βοηθοῦσε ὅλη κείνη τὴν περιφέρεια σὲ κάθε ἀνάγκη ποὺ εἴχανε οἱ σκλαβωμένοι, ὅπως ἔγραψα παραμπροστά. Καὶ κατὰ πόσο ἤτανε φημισμένο, φαίνεται ἀπὸ ἕναν κώδικά του πούχει γραμμένους δωρητὲς Μακεδόνες, Ἠπειρῶτες, Ἀρβανῖτες, Θεσσαλούς, Ρουμελιῶτες, Σαλονικιούς, Θρακιῶτες, Κωνσταντινουπολίτες, Μικρασιάτες, Φιλιππουπολίτες, Ἐφτανησιῶτες, Ἕλληνες τῆς Ρουμανίας καὶ τῆς Σερβίας.

Τὸ μοναστῆρι τῆς Ζάμπορδας στάθηκε ἀκατάλυτος πύργος, τεῖχος καὶ ἑδραίωμα τῆς Ὀρθοδοξίας καταπάνω στοὺς μωχαμετάνους. Ἂν δὲν ὑπῆρχε αὐτὸ τὸ θεοσκέπαστο φρούριο, θὰ τούρκευε ὅλη ἡ Μακεδονία.

Κατὰ τὸ μακεδονικὸν ἀγῶνα ἡ Ζάμπορδα ξακούστηκε πάλι σὰν κιβωτὸς τῆς ἐλευθερίας καταπάνω στοὺς τυράννους. Ἐκεῖ βρίσκανε καταφύγιο οἱ Ἕλληνες ὁπλαρχηγοί, προπάντων ὁ καπετὰν Βρόντας ἢ Βασίλης Παπᾶς.

Ἄλλη φορὰ αὐτὸ τὸ μοναστῆρι εἶχε πολλὰ κειμήλια, ἀρχαῖα εἰκονίσματα, σταυρούς, ἑξαφτέρουγα, δισκοπότηρα, ἄμφια, ἕνα χρυσοκέντητον ἐπιτάφιο καὶ πολλὰ βιβλία. Λένε πὼς εἶχε διακόσους κώδικες σὲ περγαμηνή, κι' ἕνα χειρόγραφο τοῦ ἱστορικοῦ Φραντζῆ, καθὼς κι' ἕνα εἰλητάριο τυλιγμένο σὲ ἀδράχτι, γραμμένο ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν ἅγιο Νικάνορα, ποὺ ἤτανε μακρὺ δέκα μέτρα, μὲ τὶς λειτουργίες τοῦ Βασιλείου, τοῦ Χρυσοστόμου καὶ τῶν Προηγιασμένων.

Τὰ περισσότερα φαίνεται πὼς χαθήκανε, κι' ἀπομείνανε μοναχὰ εἰκόνες ποὺ δὲν εἶναι πολὺ παληὲς κι' ὥς χίλια βιβλία τυπωμένα, μαζὶ μὲ λίγα χειρόγραφα σὲ χαρτί.

Μιάμιση ὥρα ἀπὸ τὴ Ζάμπορδα, βρίσκεται τὸ μοναστηράκι τῆς Παλιοπαναγιᾶς τοῦ Τουρνικίου. Εἶναι χτισμένο στὴν ἀκροποταμιά, κι' ἀποπάνω του στέκεται ἡ περήφανη Βουνάσα. Τὸ μέρος εἶναι δασωμένο κ' ἔμορφο.

Ἡ ἐκκλησιὰ εἶναι πολὺ παλιά, ἀπὸ τὰ βυζαντινὰ χρόνια, κ' ἔχει δύο πατώματα. Ἡ κάτω ἐκκλησιὰ βρίσκεται μέσα στὴ γῆ, κ' εἶναι ζωγραφισμένη "διὰ χειρὸς τοῦ ταπεινοῦ ἁγιογράφου Πάνου ἐξ Ἰωαννίνων. 1730". Ἡ ἀπάνω ἐκκλησιὰ ἔχει παλαιότερες ἁγιογραφίες.

Κλαίγει ἡ ψυχή σου βλέποντας αὐτὰ τὰ σεβάσμια κι' ἁγιασμένα χτίρια ρημαγμένα, παρατημένα στὴν ἀλησμονιά, ἀσυμπόνετα, δίχως ἀγάπη.

"Τὶς δώσει ὀφθαλμοῖς μου πηγὴν δακρύων, καὶ κλαύσομαι τὸν λαὸν τοῦτον

Θαύματα της Παναγίας σε Μουσουλμάνους.

 



Επιμέλεια:Πρωτοπρεσβυτέρου Δημ.Αθανασίου
Μια από τις πιο ενδιαφέρουσες πλευρές της σχέσης ανάμεσα στο χριστιανισμό και το μουσουλμανισμό είναι το γεγονός ότι, σε περιοχές όπου συνυπήρξαν πληθυσμοί που ανήκαν και στις δυο πνευματικές παραδόσεις, οι μουσουλμάνοι γίνονταν αποδέκτες θαυματουργικών παρεμβάσεων
της Θεοτόκου και διαφόρων χριστιανών αγίων.
Πιστεύουμε ότι  τα θαύματα αυτά είναι η διαρκής πρόσκληση, της Θεοτόκου προς τους μουσουλμάνους αδελφούς μας, για να προσέλθουν στο χριστιανισμό.
Α. Το Ντουραχάνι(μονή Δουραχάνης)

Το 1434, τέσσερα χρόνια μετά την κατάληψη των Ιωαννίνων από τους Οθωμανούς, ο Ντουραχάν πασάς, Μπεηλέρμπεης της Ρούμελης, πέρασε με το στρατό του πάνω από τη λίμνη των Ιωαννίνων (Παμβώτιδα), που είχε παγώσει. Όταν πληροφορήθηκε, εκ των υστέρων, ότι ήταν λίμνη, συγκλονίστηκε, καταλαβαίνοντας πόσο μεγάλο κίνδυνο είχε διατρέξει.
Επειδή στο σημείο, απ’ όπου πέρασε, υπήρχε ένα εικονοστάσι με την εικόνα της Παναγίας, ο πασάς θεώρησε ότι η Μητέρα του Θεού είχε σώσει τον ίδιο και το στρατό του από τον πνιγμό. Έτσι, σε ένδειξη ευγνωμοσύνης, έχτισε προς τιμήν Της στο σημείο εκείνο ένα μοναστήρι, που σήμερα φέρει το όνομά του.
Β. Θαύμα της Παναγίας της Καλυβιανής
Στο νομό Ηρακλείου Κρήτης, στην πεδιάδα της Μεσσαράς, κοντά στο χωριό Καλύβια, βρίσκεται το μεγάλο μοναστήρι της Παναγίας Καλυβιανής, που γιορτάζει στις 15 Αυγούστου (Κοίμηση της Θεοτόκου). Η ιστορική και θαυματουργή εικόνα της Παναγίας βρέθηκε στην περιοχή το 1873, στα κτήματα του Τούρκου Χουσεΐν Μπέη Βραζεράκη από τα Καλύβια, όπου βρισκόταν και το παλιό, μικρό εκκλησάκι της Παναγίας. Οι χριστιανοί της περιοχής, μετά από πολλές περιπέτειες, κατόρθωσαν να εξασφαλίσουν διαταγή του διοικητή Κρήτης Ρεούφ πασά για την απαλλοτρίωση του χώρου γύρω από την εκκλησία, για να το αγοράσουν και να το χρησιμοποιούν για την τιμή της Θεοτόκου.
Οι Τούρκοι όμως φανατικά εξακολουθούσαν να αντιδρούν και ο ιδιοκτήτης της περιοχής έβαζε μέσα στην εκκλησία το άλογό του. Τότε συνέβη το εξής περιστατικό, που το γνωρίζω από την προφορική παράδοση του χωριού μου (Αποδούλου Αμαρίου), που γειτονεύει με την περιοχή, και είναι καταγεγραμμένο και στο βιβλίο Η Παναγία Καλυβιανή και τα ιδρύματα, Μοίρες Ηρακλείου 1978, σελ. 12:
Ο ιδιοκτήτης αγάς είχε ένα παιδί παράλυτο στο κρεβάτι πολλά χρόνια και δεν υπήρχε ελπίδα να θεραπευθεί. Η Χανούμ και μητέρα του παιδιού ήταν ευσεβής στη θρησκεία της και στον ύπνο της τής παρουσιάστηκε η Παναγία και της έδωσε παραγγελία να σκουπίσει την εκκλησία που βάζει το άλογό του ο αγάς και ύστερα να θυμιάσει και με αυτά θα γίνει καλά το παιδί της.
Στην αρχή δεν πίστεψε, αλλά της παρουσιάστηκε τρεις φορές. Φοβόταν τον άνδρα της και δεν είπε τίποτε. Αποφάσισε όμως να εκτελέσει την παραγγελία μόνη της. Πήγε, σκούπισε την εκκλησία, την καθάρισε και θύμιασε, χωρίς να τη δει κανείς. Όταν επέστρεψε στο σπίτι, το παράλυτο παιδί έλειπε από το κρεβάτι του. Θυμήθηκε τα λόγια της μαυροφόρας [της Παναγίας] και άρχισε να αδημονεί. Ρώτησε τις γειτόνισσες αν είδαν το παιδί της κι εκείνες ξαφνιάστηκαν, γιατί ήξεραν πως το παιδί ήταν παράλυτο στο κρεβάτι.
Ξαφνικά παρουσιάστηκε μια γειτόνισσα και ανάγγειλε ότι το παράλυτο παιδί είναι με την υγεία του και παίζει με τα άλλα παιδιά στην πλατεία, ψηλά στον Κούλε του χωριού. Έτρεξε η μητέρα του και το βρήκε υγιέστατο και χαρούμενο. Κατάλαβε το θαύμα και δόξαζε το Θεό.
Ο αγάς δεν άργησε να φανεί. Είδε την κίνηση και εκστατικός πληροφορήθηκε από τη γυναίκα του τα συμβάντα. «Δε σου είπα τίποτα, γιατί φοβήθηκα». Τότε ο αγάς με ευλάβεια προσευχήθηκε και ομολόγησε ότι είναι αληθινή η πίστη των Ρωμιών, κάνοντας συγχρόνως και τη δήλωση ότι παραχωρεί την εκκλησία στους χριστιανούς με όλη τη γύρω περιοχή. Οι φανατικοί Τούρκοι των Καλυβίων δεν το άκουσαν αυτό με ευχαρίστηση και κατηγορούσαν τον αγά πως έγινε χριστιανός και μάλιστα άρχισαν να τον ονομάζουν από τότε ειρωνικά «παπά Μανώλη».
Γ. . Ο αχυρώνας της Παναγίας
Στο ύψωμα νότια του Ρεθύμνου είναι χτισμένο το χωριό Καστελλάκια, όπου βρίσκεται η μικρή ιστορική εκκλησία της Παναγίας, της Ζωοδόχου Πηγής (εορτάζει την Παρασκευή μετά το Πάσχα). Η ιστορία του περιλαμβάνει το εξής γεγονός, που το γνωρίζουμε από διηγήσεις παλαιών κατοίκων της περιοχής (μένω στο διπλανό χωριό, τα Περιβόλια –σήμερα Περιβόλια και Καστελλάκια είναι προάστια του Ρεθύμνου), αλλά επί του παρόντος το αντλούμε από άρθρο του δασκάλου Νίκου Δερεδάκη στην εφημερίδα «Κρητική Επιθεώρηση» της 3 Μαΐου 2008, σελ. 8.
Η παράδοση αναφέρει ότι μετά την κατάληψη του Ρεθύμνου από τους Τούρκους, το 1646, τα Καστελλάκια περιήλθαν στα χέρια ενός ισχυρού Τούρκου, που ονομαζόταν Χαρτζαλής. Μόλις πήρε στην κατοχή του το μικρό οικισμό, έσπευσε να μεταβάλει την εκκλησία σε αχυρώνα. Όταν πέθανε ο Χαρτζαλής, η περιουσία του, μαζί με τα Καστελλάκια, περιήλθαν στον ανηψιό του τον Τσιτσέκο, που ήταν καλός και συνετός άνθρωπος. Η παράδοση συνεχίζει, ότι ένα βράδυ εμφανίστηκε στον ύπνο του Τσιτσέκου η Παναγία και του είπε να επαναφέρει την εκκλησία στην αρχική της μορφή. Ο Τσιτσέκος αδιαφόρησε, μη δίνοντας σημασία στο όνειρο. Το επόμενο βράδυ εμφανίστηκε ξανά η Παναγία και επιτακτικά αυτή τη φορά του ζήτησε το ίδιο πράγμα. Ο Τούρκος αυτή τη φορά φοβήθηκε τόσο, ώστε σε σύντομο χρονικό διάστημα ξανάκανε τον αχυρώνα εκκλησία. Μέσα στο ναό, μάλιστα, τοποθέτησε και μία εικόνα της Παναγίας που είχε βρει, άγνωστο πως, στον αχυρώνα. Ακόμα ο Τσιτσέκος πρόσφερε στην Παναγία και δέκα μπακίρινα μίστατα λάδι (κουρούπι εκατό οκάδων).
Ο Τσιτσέκος τοποθέτησε ως φύλακα της εκκλησίας μια Τουρκάλα, η οποία διατηρούσε και την εικόνα της Ζωοδόχου Πηγής και δεν επέτρεπε σε Τούρκο να την πλησιάσει, αφού πίστευε πολύ στη δύναμη της Παναγίας. Κάποτε, μάλιστα, όταν ένας χριστιανός από το Ατσιπόπουλο, μαζί με το άρρωστο παιδί του πήγε στην εκκλησία να ανάψει μια λαμπάδα, για να γιάνει η χάρη της το παιδί, η Τουρκάλα του είπε ότι το παιδί του δεν πρόκειται να γίνει καλά και ότι μόλις φθάσει στο Ρέθυμνο αυτό θα πεθάνει, όπως και έγινε.
Πάντως, και οι Τούρκοι της περιοχής σέβονταν και προστάτευαν το ναό της «Μαϊρέ-Χανούμ», όπως την έλεγαν. Την ημέρα του πανηγυριού, Παρασκευή του Πάσχα, άρμεγαν τα ζώα τους σε κοινά δοχεία με τους χριστιανούς, αυτοί έφευγαν και άφηναν το γάλα να το πιουν οι πανηγυριστές.

Δ.Η Μεριέμ του Τούρκου

Ένα αντίγραφο της θαυματουργής εικόνας του « Άξιον εστί » , που μεταφέρθηκε από τους πρόσφυγες στην Ελλάδα μετά τον διωγμό του 1922, κρύβει την ακόλουθη θαυμαστή ιστορία:
Στα χρόνια της ελληνικής επαναστάσεως του 1821 , λίγο πριν τη μεγάλη καταστροφή της Χίου, το νησί λεηλατήθηκε από τους Τούρκους. Δύο Έλληνες , ενώ έφευγαν για να γλυτώσουν, συνάντησαν ένα τούρκο. Εκείνος τότε τους έδωσε μια εικόνα λέγοντας:
- Πάρετε αυτή τη Μεριέμ ( Μαρία ) .
Οι έλληνες κοντοστάθηκαν διστακτικοί , οπότε ο Τούρκος εξηγήθηκε:
- Προσπάθησα με ένα τσεκούρι να την κομματιάσω , για να βάλω τα σανίδια στη φωτιά. Το τσεκούρι χτύπησε πολλές φορές την εικόνα , εκείνη όμως δεν έπαθε τίποτε. Την κοίταξα προσεκτικά και είδα το εικονιζόμενο πρόσωπο να μου χαμογελά. Κατάλαβα ότιη πίστη σας είναι μεγάλη κι ότι η εικόνα αυτή δεν πρέπει να καταστραφεί. Να την πάρετε και να την βάλετε στην εκκλησία σας.
Οι έλληνες την πήραν , την έκρυψαν σε ένα σακκί και ξεκίνησαν για το Ρεϊζδερέ της μικράς Ασίας. Η εικόνα τοποθετήθηκε στον ναό της μονής του Αγίου Νικολάου , όπου γρήγορα έγινε η παρηγοριά των δυστυχισμένων και ο ιατρός των ασθενών. Μεταξύ των πολλών της θαυμάτων αναφέρουμε το εξής:
Κάποια γυναίκα άρρωστη ζήτησε από την Παναγία να τη θεραπεύσει κι έταξε σαν αφιέρωμα να της προσφέρει τα βραχιόλια της . Πράγματι έγινε καλά. Η μεγάλη όμως απόσταση του τόπου της από το Ρεϊζδερέ την εμπόδιζε να πραγματοποιήσει την υπόσχεσή της. Πάντως δεν έπαυε να σκέπτεται την υποχρέωσή της απέναντι στην Παναγία.
Κάποια ημέρα είδε με κατάπληξη ότι τα βραχιόλια της έλειπαν. Υπέθεσε ότι της τα έκλεψαν. Ξεκίνησε τότε να πάει στο μοναστήρι και να αναπληρώσει την αξία τους με χρήματα. Όταν έφτασε , ανέφερε στην ηγουμένη το γεγονός, κι εκείνη την οδήγησε μπροστά στην εικόνα . Εκεί με κατάπληξη αντίκρυσε τα δυο της βραχιόλια, που με μυστηριώδη τρόπο είχαν βρεθεί πριν λίγες ημέρες κοντά στα άλλα αφιερώματα . ΗΠαναγία είχε εκπληρώσει την επιθυμία της πιστής γυναίκας.
E.Θαύμα της Παναγίας της Παντάνασσας στο Πόρτο -Λάγος
Ένα ακόμη θαύμα της Παναγίας Παντάνασσας
Τέσσερα παιδιά, την Σαλιέ, Σεφεριέν, Γιοντσά και τον μικρό Αφσάρ έχει ο 30χρονος Νιαζή Ογλού Ακήφ που προσέτρεξε στην βοήθεια της Παναγίας τηςΠαντάνασσας για να γίνει καλά από το φύσημα καρδιάς ο μονάκριβος γιος του. Μαζί η σύζυγός του Περχάν, ένα νέο ζευγάρι που προσευχήθηκε με την δύναμητης ψυχής του και είδε να γίνεται το θαύμα. Το φύσημα να εξαφανίζεται και οι γιατροί να μένουν άναυδοι!
ΣΤ.Από το Συναξάριο του Αγίου Νεομάρτυρος Αναστασίου του εκ Παραμυθίας.
Στόν βίο τοΰ ἁγίου νεομάρτυρα Ἀναστασίου τοϋ ἐκ Παραμυθίας (+18 Νοεμβρίου 1750)  διαβάζουμε  τά ἐξῆς:
Ὃ νεαρός Μουσᾶς (κατόπιν Δανιήλ) γυιός τοῦ πασᾶ πού βασάνισε καί θανάτωσε τόν Ἀναστάσιο, ἐντυπωσιασμένος ἀπό τήν καρτερία καί τήν ἀκλόνητη πίστη τοῦ μάρτυρα, ἀποφάσισε νά γίνει χριστιανός. Πρός τοῦτο, ἐγκατέλειψε τά πάντα καί ἀκολούθησε ἕναν ἅγιο ἀσκητή, προκειμένου νά κατηχηθῆ καί νά βαπτισθῆ. Στήν δάρκεια τῶν μετακινήσεών τους, ὁ νέος ἐξαντλήθηκε ἀπό τούς κόπους καί τίς στερήσεις. Μπαίνει, λοιπόν, σέ μιά ἐκκλησία τῆς Παναγίας γιά νά προσευχηθῆ. Προσκυνώντας τήν εἰκόνα τῆς Παναγίας, ἀκούει φωνή ἀπό τήν εἰκόνα:
-Μή λυπᾶσαι, παιδί μου, γιά τά πρόσκαιρα ἀγαθά πού
ἄφησες. Νά χαίρεσαι μᾶλλον, ἐπειδή πρόκειται νά ἀξιωθεῖς πολλῶν ἀγαθῶν στήν βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Καί μέ τή φωνή ἀπαλλάχτηκε ὁ νέος ἀπό τό βάρος τῆς θλίψεως. Ἐκστατικός ἐρωτᾶ τόν συνοδό του:
-Μιλοῦν πάντοτε οἱ ἅγιες εἰκόνες πάτερ;
-Ὄχι πάντοτε παιδί μου, ἀπάντησε ὁ ἀσκητής. Ἀλλἀ
ὅταν εἶναι ἀνάγκη.
Ἔτσι λοιπόν, ὅπου καί ὅταν «βούλεται Θεός, νικᾶται φύσεως τάξις». Καί μιλοῦν· καί θαυματουργοῦν· μόνον ὡρισμένες ἅγιες εἰκόνες, κατά τήν κρίση καί ἀπόφαση τοῦ Θεοῦ.
Ζ.Μέγα Θαύμα της Παναγίας μας στη Συρία
Ελληνορθόδοξον Πατριαρχείον Ιεροσολύμων
Ιερά Αγιοταφιτική Αδελφότης
Ιερά Μονή των Ποιμένων
«Δόξα εν υψίστοις Θεώ» εν Μπετσαχούρ
Τον Δεκέμβριο του 2004 βγήκε από τα μέσα ενημέρωσης ένας μουσουλμάνος Σαουδάραβας και διηγήθηκε ένα ζωντανό συγκλονιστικό γεγονός που έζησε και που άλλαξε όλη του τη ζωή. Το διηγήθηκε από την τηλεόραση και το ραδιόφωνο και δημοσιεύτηκε σε εφημερίδες και περιοδικά σε όλη τη Σαουδική Αραβία, Παλαιστίνη και προφανώς σε όλες τις γειτονικές χώρες. Υπάρχει και στα αραβικά σε ιστοσελίδα στο διαδίκτυο αλλά δεν γνωρίζω ποια είναι.
Παντρεύτηκε πριν από χρόνια μια κοπέλα, πλούσια μουσουλμάνα αλλά στείρα. Οπότε πέρασαν τα χρόνια και δεν μπορούσαν να αποκτήσουν παιδιά, παρόλο που είχαν πολλά χρήματα και πήγαν σε πολλούς γιατρούς. Οι γονείς του του έλεγαν να παντρευτεί και δεύτερη γυναίκα και να κρατήσει και την πρώτη αφού ο νόμος τους, επιτρέπει να έχουν μέχρι και τέσσερις γυναίκες. Εκείνος κουρασμένος και αρκετά στεναχωρημένος, πήρε τη σύζυγό του να πάνε ταξίδι αναψυχής στη  γειτονική μας από το Ισραήλ Συρία για να ξεκουραστούν και να ξεχάσουν λίγο.
Στη Συρία ενοικίασε λιμουζίνα με οδηγό-ξεναγό για να τους πάει σε όλα τα κοσμικά αξιοθέατα της Συρίας. Ο οδηγός πρόσεξε στο ζευγάρι που ξεναγούσε μια πικρία, πόνο και θλίψη στα πρόσωπά τους. Αφού λοιπόν ξεκουράστηκαν καλά, πήρε το θάρρος και τους ρώτησε γιατί δεν φαινόντουσαν ευχαριστημένοι, μήπως άραγε έφταιγε ο ίδιος και δεν τους άρεσε κάτι στην ξενάγηση και την περιήγηση που τους έκανε. Εκείνοι του ανοίχθηκαν και του εξήγησαν το πρόβλημα της ατεκνίας τους.
Ο μουσουλμάνος λοιπόν οδηγός, τους είπε ότι εδώ στη Συρία οι Χριστιανοί και μάλιστα οι Ορθόδοξοι έχουν το Μοναστήρι της Παναγίας της Σεϊδανάγιας (Σεϊντανάγια στα αραβικά σημαίνει «Κυρία Δέσποινα») και πολλοί άτεκνοι καταφεύγουν στη Θαυματουργική τηςεικόνα. Εκεί λοιπόν τους δίνουν από το φυτίλι του καντηλιούτης θαυματουργής αυτής εικόνας και το τρώνε, το καταπίνουν και τότε η “Μαρία” των Χριστιανών τους δίνει κατά την προαίρεσή τους και την πίστη τους.
Ενθουσιασμένος λοιπόν ο Σαουδάραβας και η γυναίκα του λένε στον ξεναγό: «Πήγαινέ μας εκεί στη Σεϊδανάγια, “τη Δέσποινα των Χριστιανών” κι αν γίνει το ποθούμενο και εάν αποκτήσουμε παιδί θα σου προσφέρω 20.000$ σε σένα και 80.000$ στο Μοναστήρι».
Πήγαν στη Μονή, έκαναν ό,τι έπρεπε και γυρίζοντας πίσω η γυναίκα βρέθηκε έγκυος. Σε μερικούς μήνες γέννησε ένα χαριτωμένο αγοράκι υγιέστατο και πανέμορφο, Θαύμα τηςΠαναγίας μας.
Μόλις γέννησε η σύζυγός του, ο Σαουδάραβας ήθελε να εκπληρώσει, να πραγματοποιήσει το τάξιμο που είχε κάνει. Τηλεφώνησε λοιπόν στον οδηγό εκείνο για να τον παραλάβει από το αεροδρόμιο της Δαμασκού. Ο οδηγός όμως, πανούργος και κακός, ειδοποίησε άλλους δυο φίλους του για να πάνε μαζί στο αεροδρόμιο, να παραλάβουν τον πλούσιο και κατόπιν δολίως να τον σκοτώσουν και να λάβουν όσα χρήματα θα είχε μαζί του, δική τους μοιρασιά.
Πράγματι έτσι κι έγινε. Τον παρέλαβαν από το αεροδρόμιο. Καθ’οδόν χωρίς ο άμοιρος να γνωρίζει τι θα συνέβαινε, τους είπε ότι από τη χαρά του θα έδινε και στους φίλους του οδηγού από 10.000$.
Αυτοί αντί να τον πάνε στο Mοναστήρι, τον οδήγησαν σε έρημο μέρος, τον έσφαξαν κόβοντάς του πρώτα το κεφάλι, καθώς και τα υπόλοιπα μέρη του σώματός του (χέρια και πόδια) σε κομμάτια. Τους τύφλωσε όμως το πάθος από αυτήν την εγκληματική τους ενέργεια και αντί να τον πετάξουν εκεί, τον έβαλαν στο πορτ μπαγκάζ του αυτοκινήτου, αφού πήραν μαζί τους χρήματα, ρολόϊ και ό,τι είχε και ξεκίνησαν να πάνε σε άλλο ερημικό μέρος για να τον πετάξουν.
Στον εθνικό δρόμο τους χάλασε το αμάξι και στάθηκαν στη μέση του δρόμου, για να δουν τι συνέβαινε και γιατί σταμάτησε η μηχανή και τους άφησε. Ένας περαστικός τους είδε και από μόνος του σταμάτησε με το αυτοκίνητό του να τους βοηθήσει. Εκείνοι όμως φοβούμενοι μήπως γίνουν αντιληπτοί για το φοβερό έγκλημα που είχαν διαπράξει, προσποιήθηκαν ότι δεν θέλουν βοήθεια.
Ο περαστικός οδηγός όμως φεύγοντας παρατήρησε να στάζει αίμα κάτω από το πορτ μπαγκάζ και πιο κάτω ειδοποίησε την αστυνομία να πάνε να εξιχνιάσουν τι συνέβαινε, διότι αυτοί οι τρεις, του φάνηκαν ύποπτοι.
Έφθασε η αστυνομία, είδαν οι αστυνομικοί το αίμα στο οδόστρωμα και δίνουν διαταγή να ανοίξουν το πορτ μπαγκάζ. Μόλις άνοιξαν σηκώνεται και βγαίνει έξω ο Σαουδάραβας υγιής, ολοζώντανος, με αίματα βέβαια αλλά ραμμένος. “Μόλις τώρα” τους λέει “… η Παναγία τελείωσε και τις τελευταίες ραφές του λαιμού μου εδώ μπροστά”, δείχνοντας το καρύδι του λαιμού του, “αφού μου έραψε όλο μου το σώμα πρώτα”.
Ο κακοποιός εγκληματίας ταξιτζής και οι συνεργοί του, έχασαν τα λογικά τους, τρελάθηκαν και με χειροπέδες τους οδήγησαν στις ψυχιατρικές φυλακές. Φώναζαν σαν δαιμονισμένοι “…εμείς σε σκοτώσαμε, εμείς σε κομματιάσαμε, σου κόψαμε το κεφάλι, πώς ζεις;”
Ο Σαουδάραβας πήγε για πιστοποίηση του λαμπρού Θαύματος. Τον είδαν ιατροδικαστές, εμπειρογνώμονες, αστυνομικοί και πιστοποίησαν με υπογραφές το Θαύμα.
Τα ράμματα ήσαν και είναι φανερά. Φαινόταν φρεσκοσυναρμολογημένος. Διεκήρυττε δε και ομολογούσε ότι“η Παναγία με έραψε και με ανέστησε με την Δύναμη του Υιού Της.”
Κατόπιν ο ιαθείς και αναστηθείς, κάλεσε τηλεφωνικώς όλους τους δικούς του και ήλθαν στη Συρία. Πήγαν στο Μοναστήρι, ευχαρίστησαν την Παναγία Σεϊδανάγια και πρόσφεραν δεήσεις και δοξολογίες. Και αντί του ποσού των 80.000$ που ήταν το τάξιμό του στην Παναγία Σεϊδανάγια, προσφέρει στη Μονή το ποσό των 800.000$, για τη μεγάλη ευεργεσία που του προσέφερε η Παναγία μας.
Ο ίδιος σήμερα αφηγείται συνεχώς το συγκλονιστικό αυτό Θαύμα και αρχίζει πάντοτε λέγοντας: “ Όταν ήμουν μουσουλμάνος μου συνέβη αυτό κι αυτό”, δηλώνοντας ότι δεν είναι πλέον μουσουλμάνος, ούτε αυτός ούτε η οικογένειά του.
Το Θαύμα αυτό τάραξε τις Αραβικές μουσουλμανικές χώρες και όλη τη Μέση Ανατολή, δημιούργησε σάλο και φοβερή έκπληξη.
“ Ζει Κύριος ο Θεός ημών,
ο Θεός των Δυνάμεων”
Π. Ιγνάτιος-Ηγούμενος
Ιεράς Μονής των Ποιμένων
Μπετσαχούρ-Βηθλεέμ

Η.Ο ΑΝΑΣΤΕΝΑΓΜΟΣ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΚΑΙ Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΣΕΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ ΤΟ 1999

 Νί­κου Χει­λα­δά­κη, Δη­μο­σι­ο­γρά­φου-Τουρ­κο­λό­γου
Τὸν Δε­κέμ­βριο τοῦ 1998, ὀ­κτὼ μῆ­νες πε­ρί­που πρὶν ἀ­πὸ τὸν με­γά­λο καὶ αἱ­μα­τη­ρὸ σει­σμὸ τῆς Τουρ­κί­ας, ἡ Πα­ναγία τῶν Ὀρ­θο­δό­ξων μὲ ἕ­να ἐν­τυ­πω­σια­κὸ τρό­πο προ­ει­δο­ποι­οῦ­σε γιὰ τὴν κα­τα­στρο­φὴ ποὺ θὰ βύ­θι­ζε στὸ πέν­θος δε­κά­δες χι­λιά­δες Τούρ­κους. Τὸ ἐκ­πλη­κτι­κὸ εἶ­ναι ὅ­τι αὐ­τὴ ἡ συγ­κλο­νι­στι­κὴ προ­ει­δο­ποί­η­σή της πέ­ρα­σε στοὺς ἴ­διους τούς Τούρ­κους μου­σουλ­μά­νους, οἱ ὁ­ποῖ­οι τα­ρά­χτη­καν ἀ­πὸ τὸ γε­γο­νὸς αὐ­τῆς τῆς κα­τα­πλη­κτι­κῆς ἐκ­δή­λω­σης τῆς Πα­να­γίας. Τὸ γε­γο­νὸς ἑρ­μη­νεύ­τη­κε σὰν ἕ­να ἐ­σχα­το­λο­γι­κὸ μή­νυ­μα γιὰ κά­ποι­ο με­γά­λο κα­κὸ ποὺ ἔρ­χον­ταν ἐξ αἰ­τί­ας τῆς ἀ­πο­στα­σί­ας καὶ τῶν ἀν­θρω­πί­νων ἁ­μαρ­τι­ῶν. Ἡ θαυ­μα­τουρ­γι­κὴ αὐ­τὴ πα­ρου­σί­α τῆς Πα­να­γί­ας σὰν ἕ­να ση­μά­δι ἐ­πι­κείμενης με­γά­λης συμ­φο­ρᾶς, δι­α­δρα­μα­τί­στη­κε σὲ ἕ­να Ἑλ­λη­νορ­θό­δο­ξο να­ὸ ἀ­πὸ τοὺς λί­γους ποὺ ἀ­πο­μεί­να­νε νὰ λει­τουρ­γοῦν ἔ­στω καὶ μὲ ἐ­λά­χι­στους πι­στοὺς στὴν ση­με­ρι­νὴ μου­σουλ­μα­νι­κὴ Τουρ­κί­α, ἕ­να στοι­χεῖ­ο ποὺ προ­κα­λεῖ ἀ­κό­μα καὶ τύ­ψεις στοὺς ση­με­ρι­νοὺς ἰ­δι­ο­κτῆ­τες τῆς πε­ρι­ο­χῆς. Ἡ ὅ­λη ἱ­στο­ρί­α πῆ­ρε ἰ­δι­αι­τέ­ρες δι­α­στά­σεις καὶ ἀ­πὸ τὸ γε­γο­νὸς ὅ­τι ἡ θεί­α αὐ­τὴ πα­ρέμ­βα­ση τῆς Πα­να­γί­ας προ­κά­λε­σε τὸ ἐν­δι­α­φέ­ρον καὶ κά­ποι­ων τουρ­κι­κῶν ΜΜΕ ποὺ πα­ρου­σί­α­σαν τὸ γε­γο­νὸς μὲ τὸν ἐν­τυ­πω­σια­κὸ τί­τλο, «Τὸ Θαῦ­μα τῆς Πα­να­γί­ας», πράγ­μα­τι ἐν­τυ­πω­σια­κὸς τί­τλος γιὰ μί­α μου­σουλ­μα­νι­κὴ χώ­ρα.
Ἀρ­χὲς Δε­κεμ­βρί­ου τοῦ 1998. Λί­γο πρὶν ἀ­πὸ τὰ Χρι­στού­γεν­να καὶ λί­γους μῆ­νες πρὶν ἀ­πὸ τὸν με­γά­λο καὶ κα­τα­στρε­πτι­κὸ σει­σμὸ τῆς Τουρ­κί­ας, τὸν Αὔ­γου­στο τοῦ 1999, μὲ 16.000 νε­κρούς, δε­κά­δες χι­λιά­δες τραυ­μα­τί­ες καὶ πολ­λοὺς μέ­χρι σή­με­ρα ἀ­γνο­ου­μέ­νους. Τὶς ἡ­μέ­ρες ἐ­κεῖ­νες τὸ νη­σὶ τῶν Πρηγ­κη­πον­νή­σων, Μπουρ­γάζ, ἡ γνω­στὴ Ἀν­τι­γό­νη στὰ ἑλ­λη­νι­κὰ, πα­λαι­ὸ θέ­ρε­τρο γιὰ τοὺς Ρω­μηοὺς τῆς Πό­λης, εἶ­χε συγ­κλο­νι­στεῖ ἀ­πὸ μί­α ἱ­στο­ρί­α ποὺ δεί­χνει γιὰ ἄλ­λη μί­α φο­ρὰ τοὺς δε­σμοὺς τοῦ Ὀρ­θό­δο­ξου Χρι­στι­α­νι­σμοῦ μὲ τοὺς ση­με­ρι­νοὺς κα­τοί­κους ἀλ­λὰ καὶ τὴν προ­φη­τι­κὴ καὶ θαυ­μα­τουρ­γὴ ἐκ­δή­λω­ση τῆς Πα­να­γί­ας γιὰ τὸν με­γά­λο καὶ κα­τα­στρε­πτι­κὸ σει­σμό. Τὸ νη­σὶ αὐ­τὸ ἦ­ταν κά­πο­τε κα­θα­ρὰ Ἑλ­λη­νι­κό. Σή­με­ρα στὸ νη­σὶ ὑ­πάρ­χουν ἐ­λά­χι­στοι Ἕλ­λη­νες καὶ Τοῦρ­κοι ποὺ ἦρ­θαν τὶς τε­λευ­ταῖ­ες δε­κα­ε­τί­ες ἀ­πὸ δι­ά­φο­ρες πε­ρι­ο­χὲς τῆς Τουρ­κί­ας, κυ­ρί­ως ἀ­πὸ τὸν Πόν­το. Οἱ Τοῦρ­κοι αὐ­τοὶ εἶ­ναι κυ­ρί­ως Σου­νί­τες, ἀλ­λὰ ὑ­πάρ­χουν καὶ Ἀ­λε­βί­τες, οἱ ὁ­ποῖ­οι ἔ­χουν καὶ δι­κό τους θρη­σκευ­τι­κὸ κέν­τρο στὸ νη­σί. Τὸ νη­σὶ ἔ­χει μί­α Ὀρ­θό­δο­ξη Ἐκ­κλη­σί­α, τὸν Ἅ­γιο Ἰ­ω­άν­νη τὸν Θε­ο­λό­γο, ποὺ δε­σπό­ζει μπρο­στά σου κα­θὼς πλη­σιά­ζεις στὸ νη­σὶ ἀ­πὸ τὴν θά­λασ­σα, μὲ τὸν με­γα­λο­πρε­πή της τροῦ­λλο ποὺ θύ­μι­ζε τὶς Ἐκ­κλη­σί­ες στὰ…
ἑλ­λη­νι­κὰ νη­σιὰ τοῦ ἀ­να­το­λι­κοῦ Αἰ­γαί­ου.
Τὴν πε­ρί­ο­δο ἐ­κεί­νη, κά­θε βρά­δυ ἔ­ξω ἀ­πὸ τὴν Ἐκ­κλη­σί­α καὶ σὲ ὅ­λη τὴν γύ­ρω πε­ρι­ο­χή, ἀ­κού­γον­ταν ἔν­το­να ἕ­νας βα­θὺς ἀ­να­στε­ναγ­μός, μί­α ἀ­να­πνο­ὴ ἀ­γω­νί­ας ἡ ὁ­ποί­α φού­σκω­νε καὶ ξε­φού­σκω­νε σὰν νὰ ἀ­να­στέ­να­ζε. Ὁ ἀ­να­στε­ναγ­μὸς αὐ­τὸς ἦ­ταν ἀν­τι­λη­πτὸς σὲ ὅ­λη τὴν πε­ρι­ο­χὴ προ­κα­λών­τας με­γά­λο δέ­ος ἀλ­λὰ καὶ τὸν φό­βο σὲ πολ­λοὺς μου­σουλ­μά­νους κα­τοί­κους τοῦ νη­σιοῦ. Ἦ­ταν πράγ­μα­τι ἕ­νας συγ­κλο­νι­στι­κὸς ἀ­να­στε­ναγ­μός. Οἱ Τοῦρ­κοι κά­τοι­κοι τῆς πε­ρι­ο­χῆς, στὴν ἀρ­χὴ εἶ­χαν ἀ­νη­συ­χή­σει ἀλ­λὰ δὲν μπο­ροῦ­σαν νὰ ἐ­ξη­γή­σουν τὸ φαι­νό­με­νο. Ἔ­γι­ναν πολ­λὲς συ­ζη­τή­σεις ἀλ­λὰ κα­νεὶς δὲν ἦ­ταν σὲ θέ­ση νὰ ἑρ­μη­νεύ­σει αὐ­τὸ τὸ φαι­νό­με­νο ποὺ τοὺς εἶ­χε θο­ρυ­βή­σει σὲ με­γά­λο βαθ­μό, κυ­ρί­ως για­τί συνέ­βαι­νε ἔ­ξω ἀ­πὸ τὴν Ἑλ­λη­νορ­θό­δο­ξη Ἐκ­κλη­σία τοῦ νη­σιοῦ. Κά­ποι­οι μά­λι­στα ἔ­φτα­σαν στὸ ση­μεῖ­ο νὰ πά­ρουν ἰ­α­τρι­κὰ ἀ­κου­στι­κὰ καὶ ἀ­φοῦ πλη­σί­α­ζαν τοὺς ἐ­ξω­τε­ρι­κοὺς τοί­χους τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, προ­σπα­θοῦ­σαν νὰ ἀ­πο­κα­λύ­ψουν τὴν πη­γὴ τῶν ἠ­χη­ρῶν αὐ­τῶν ἀ­να­στε­ναγ­μῶν, ποὺ τοὺς εἶ­χαν ἀ­να­στα­τώ­σει. Ἡ φη­μο­λο­γί­α εἶ­χε ὀρ­γιά­σει στὸ νη­σὶ καὶ τὸ νέ­α εἶ­χε φτά­σει μέ­χρι τὴν Κων­σταν­τι­νού­πο­λη. Τό­τε κά­ποι­οι ἄρ­χι­σαν νὰ μι­λοῦν ὅ­τι εἶ­δαν ὁ­ρά­μα­τα μὲ τὴν εἰ­κό­να τῆς Πα­να­γί­ας τῶν Ἑλ­λη­νορ­θό­δο­ξων καὶ γιὰ τὴν φω­νὴ τῆς Πα­να­γίας, τῆς Ἀν­νὲ Μα­ριὰμ στὰ τουρ­κι­κά, ποὺ ἤ­θε­λε νὰ προ­ει­δο­ποι­ή­σει γιὰ μί­α με­γά­λη καὶ ἐ­πι­κείμενη συμ­φο­ρά. Ἦ­ταν θεῖ­ο ση­μά­δι, ὅ­πως τὸ δή­λω­ναν καὶ οἱ ἴ­διοι οἱ μου­σουλ­μά­νοι κά­τοι­κοι, ποὺ ἔ­δει­χνε τὴν με­γά­λη ἀ­γω­νί­α τῆς Πα­να­γί­ας, εἰ­κό­νες τῆς ὁ­ποί­ας πα­ρου­σι­ά­στη­καν στὰ τουρ­κι­κὰ κα­νά­λια, γιὰ τὸν με­γά­λο καὶ αἱ­μα­τη­ρὸ σει­σμὸ ποὺ θὰ ἀ­κο­λου­θοῦ­σε λί­γους μῆ­νες ἀρ­γό­τε­ρα. Ὅ­λοι ἀ­να­φέ­ρον­ταν πιὰ φα­νε­ρὰ στὸ θαῦ­μα τῆς ἐκ­δή­λω­σης τῆς Πα­να­γί­ας.
Τὸ νέ­ο πῆ­ρε ἔ­κτα­ση στὴν Κων­σταν­τι­νού­πο­λη καὶ τό­τε ἕ­νας γνω­στὸς Τοῦρ­κος δη­μο­σι­ο­γρά­φος, (ὁ Σαν­τε­τὶν Τέκ­σο­ϊ), ἀ­πὸ τὸ τουρ­κι­κὸ κα­νά­λι STAR, ἀ­πο­φά­σι­σε νὰ πά­ει στὸ νη­σὶ νὰ ἐ­ρευ­νή­σει τὴν ὑ­πό­θε­ση. Ἀ­φοῦ ἔ­φτα­σε ἐ­κεῖ πλη­σί­α­ζε τοὺς κα­τοί­κους καὶ ἄρ­χι­σε νὰ συ­νο­μι­λεῖ μα­ζί τους γιὰ αὐ­τὸ τὸ φαι­νό­με­νο πα­ρου­σί­α τῆς τουρ­κι­κῆς κά­με­ρας, χω­ρὶς ὅ­μως ὁ ἴ­διος νὰ μπο­ρεῖ νὰ βγά­λει κά­ποι­ο συμ­πέ­ρα­σμα. Πολ­λοὶ Τοῦρ­κοι μι­λοῦ­σαν γιὰ ἐμ­φά­νι­ση τῆς Πα­να­γί­ας στὸ νη­σὶ μὲ ἐ­σχα­το­λο­γι­κὸ νό­η­μα προ­ει­δο­ποι­ών­τας γιὰ τὶς ἁ­μαρ­τί­ες τῶν ἀν­θρώ­πων καὶ γιὰ μί­α με­γά­λη συμ­φο­ρὰ ποὺ πλη­σί­α­ζε. Ἕ­νας ἀ­πὸ αὐ­τούς, Ἀ­λε­βί­της, (θρη­σκευ­τι­κὴ αἵ­ρε­ση μὲ πολ­λὰ στοι­χεῖ­α Ὀρ­θο­δο­ξί­ας), ἀ­νέ­φε­ρε μπρο­στὰ στὴν κά­με­ρα ὅ­τι ἐ­δῶ καὶ πολ­λὰ χρό­νια στὸ Μπουρ­γὰζ ζοῦ­σαν πολ­λοὶ Ἕλ­λη­νες καὶ τὸ νη­σὶ ἦ­ταν κα­θα­ρὰ Ὀρ­θό­δο­ξο Χρι­στι­α­νι­κὸ καὶ ὅ­τι αὐ­τὸς ὁ ἀ­να­στε­ναγ­μὸς ἦ­ταν θεῖ­ο ση­μά­δι γιὰ τὴν πα­ρου­σί­α τῆς Πα­να­γί­ας. Ὁ Τοῦρ­κος δη­μο­σι­ο­γρά­φος ἀ­φοῦ ἄ­κου­σε πολ­λοὺς νὰ μι­λᾶ­νε γιὰ τὸ θαῦ­μα τῆς Πα­να­γί­ας, ἀ­πο­φά­σι­σε καὶ πῆ­γε στὴν Ἐκ­κλη­σί­α τὴν ὥ­ρα ποὺ ὁ Ἑλ­λη­νορ­θό­δο­ξος ἱ­ε­ρέ­ας τε­λοῦ­σε σχε­δὸν μό­νος του μὲ κά­ποι­ο γη­ρα­λέ­ο ψάλ­τη τὴν θεί­α Λει­τουρ­γί­α. Ὁ Τοῦρ­κος δη­μο­σι­ο­γρά­φος κά­θι­σε σὲ ἕ­να στα­σί­δι καὶ ἀ­φοῦ πε­ρί­με­νε νὰ τε­λει­ώ­σει ἡ τε­λε­τή, πλη­σί­α­σε τὸν πα­πᾶ καὶ τὸν ρώτησε ἀ­π᾿ εὐ­θεί­ας ἐ­πι­κα­λού­με­νος τὴν ἱε­ρωσύ­νη του τί νο­μί­ζει πῶς συμ­βαί­νει. Ὁ ἱ­ε­ρέ­ας ἀ­πάν­τη­σε πὼς πραγ­μα­τι­κὰ ἀ­κού­γε­ται κά­θε βρά­δυ ἕ­νας ἠ­χη­ρὸς ἀ­να­στε­ναγ­μὸς καὶ πρό­σθε­σε ὅ­τι δὲν ἦ­ταν σὲ θέ­ση νὰ ἐ­ξη­γή­σει τὴν πραγ­μα­τι­κὴ αἰ­τί­α, ἐ­νῶ ἀ­πὸ τὸ ὕ­φος του ἔ­δει­χνε πὼς δὲν θὰ ἤ­θε­λε νὰ ἐμ­πλα­κεῖ σὲ πι­θα­νὴ πρό­κλη­ση πρὸς τὸ θρη­σκευ­τι­κὸ αἴ­σθη­μα τῶν μου­σουλ­μά­νων Τούρ­κων. Νὰ μὴν ξε­χνᾶ­με πὼς βρι­σκό­μα­σταν σὲ μί­α πε­ρί­ο­δο ὅ­που οἱ Ἑλ­λη­νο­τουρ­κι­κὲς σχέ­σεις βρί­σκον­ταν σὲ πο­λὺ κα­κὸ ἐ­πί­πε­δο καὶ ἡ ἀ­πει­λὴ τοῦ πο­λέ­μου ἐ­πι­κρέ­μον­ταν πά­νω ἀ­πὸ τὸ Αἰ­γαῖ­ο. Ὁ δη­μο­σι­ο­γρά­φος ὅ­μως ἐ­πέ­με­νε στὴν ἔ­ρευ­νά του καὶ ἀ­πο­φά­σι­σε νὰ στή­σει κά­με­ρες καὶ ἀ­κου­στι­κὰ ἔ­ξω ἀ­πὸ τὸ να­ὸ ὁ­λό­κλη­ρη τὴ νύ­χτα. Τε­λι­κὰ κα­τά­φε­ρε νὰ μα­γνη­το­φω­νή­σει τὸν ἀ­να­στε­ναγ­μό, ποὺ τὸν πρό­βα­λε στὴν συ­νέ­χεια ἀ­πο­δει­κνύ­ον­τας τὸ γε­γο­νός. Εἶ­ναι ἐν­τυ­πω­σια­κὸ πὼς καὶ ὁ ἴ­διος πεί­στη­κε στὸ τέ­λος με­τὰ ἀ­πὸ τὶς δη­λώ­σεις τῶν μου­σουλ­μά­νων κα­τοί­κων πὼς ὁ ἀ­να­στε­ναγ­μὸς αὐ­τὸς ἦ­ταν τῆς Πα­να­γί­ας καὶ προ­ερ­μή­νευ­ε ὅ­τι κά­ποι­ο με­γά­λο κα­κὸ θὰ συμ­βεῖ.
«Τώ­ρα, ἴ­σως ἡ Πα­να­γί­α τῶν Χρι­στια­νῶν ἦρ­θε ξα­νὰ στὸ νη­σί. Πι­θα­νῶς νὰ θέ­λει νὰ κά­νει μί­α πα­ρέμ­βα­ση, γιὰ νὰ δεί­ξει τὴν ἀ­γω­νί­α της πὼς κά­ποι­ο με­γά­λο κα­κὸ θὰ συμ­βεῖ». Καὶ πράγ­μα­τι, ἑπτά­μι­ση μῆ­νες με­τά, ἡ Τουρ­κί­α συγ­κλο­νί­ζον­ταν ἀ­πὸ τὸν σει­σμὸ τῆς 16ης Αὐ­γού­στου τοῦ 1999 μὲ χι­λιά­δες νε­κρούς.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...