Χαρισιάδη Σπυρίδωνος
Θεολόγου
Α. Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΥΠΑΚΟΗΣ ΣΤΟΝ ΝΟΜΟ
Ὁ Χριστός ὑποκείμενος στήν περιτομή, στόν σαραντισμό καί στήν βάπτιση «ἐπλήρωσε ὃλην τήν ἒνσαρκον οἰκονομίαν ὡς ἂνθρωπος χωρίς ἁμαρτία» δηλ. τήρησε ἑκούσια ὃλους τούς νόμους καί τίς διατάξεις τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου, γιά νά δώσει στούς ἀνθρώπους ὑπόδειγμα ὑπακοῆς.
Β. Η ΥΠΑΠΑΝΤΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
1. Τό Ἃγιο Πνεῦμα ἀποκαλύπτει στόν πρεσβύτη (δηλ. πολύ ἡλικιωμένο) Συμεών (καί δι’ αὐτοῦ σέ ὃλη τήν ἀνθρωπότητα) ποιός εἶναι ὁ ἀναμενόμενος «Μεσσίας». Εἶναι ἡ μόνη περίπτωση πού ἡ προφητεία ἐπαληθεύεται ἐνόσω ζεῖ ἀκόμα «ὁ προφήτης».
2. Κατά τήν παράδοση ὁ Ἃγ. Συμεών ἦταν ἓνας ἀπό τούς 72 μεταφραστές τῆς Παλ. Διαθήκης …(τῆς μεταφράσεως τῶν Ο’ (ἑβδομήκοντα), ἡ ὁποία ἐκλήθη «Θεόθεν οἰκονομηθεῖσα» καί ἒγινε κατά διαταγή τοῦ Πτολεμαίου τοῦ Γ’ τοῦ Φιλαδέλφου, κατά παράκληση τῶν Ἑβραίων τῆς Αἰγύπτου, οἱ ὁποῖοι εὑρισκόμενοι σέ ξένη χώρα, εἶχαν ξεχάσει τά Ἑβραϊκά καί μιλοῦσαν μόνο Ἑλληνικά. Ὁ Συμεών, Ἑλληνιστής Ἑβραῖος, πού ζοῦσε στήν Αἲγυπτο, ἦταν στήν ὁμάδα πού μετέφρασε τόν Ἠσαΐα καί μάλιστα τό χωρίον: «ἰδού ἡ Παρθένος ἐν γαστρί ἓξει καί τέξεται υἱόν καί καλέσουσιν αὐτόν Ἐμμανουήλ».
3. Δέν μποροῦσε νά πιστέψει μέ κανένα τρόπο αὐτή τήν προφητεία, διότι θεωροῦσε ἀδύνατη τήν ἐκ Παρθένου καί ἂνευ ἀνδρός γέννηση. Τότε προκαλώντας τόν Θεό, πέταξε τό δακτυλίδι του στόν ποταμό Νεῖλο λέγοντας: «ἂν ποτέ ξαναβρεθεῖ τό δακτυλίδι μου, τότε ὁ Θεός θά θέλει νά μοῦ δείξει ὃτι θά πραγματοποιηθεῖ καί ἡ προφητεία αὐτή». Πράγματι, μετά ἀπό χρόνια, ὁ Συμεών, ἀγόρασε ἀπό τήν ἀγορά ἓνα μεγάλο ψάρι καί μέσα στήν κοιλιά του βρῆκε τό δακτυλίδι του. Τότε πίστεψε ὃτι ἡ προφητεία, τῆς ἐκ Παρθένου γεννήσεως τοῦ ἀναμενόμενου Μεσσία, θά ἐπραγματοποιεῖτο καί ζήτησε τήν χάρη ἀπό τόν Θεό, νά μήν πεθάνει πρίν δεῖ τόν Μεσσία. Πέρασαν ἀπό τότε, περίπου 250 χρόνια καί ὁ Συμεών γέρναγε, ἀλλά δέν πέθαινε. Τήν συνέχεια μᾶς διηγεῖται ὁ Λουκᾶς (Λουκ. Β′ 22-33).
Γ. ΤΙ ΝΟΗΜΑ ΕΙΧΕ Η ΑΦΙΕΡΩΣΗ ΣΤΟΝ ΘΕΟ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟΤΟΚΩΝ ΑΡΣΕΝΙΚΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ.
1. Οἰ Ἑβραῖοι ὢφειλαν σύμφωνα μέ τόν Μωσαϊκό Νόμο, νά ἀφιερώνουν στόν Θεό κάθε πρωτότοκο ἀρσενικό παιδί, ὃταν γίνονταν σαράντα ἡμερῶν. Ἡ ὑποχρέωση αὐτή δημιουργήθηκε ἀπό τότε, πού ὁ Θεός ἒσωσε μέ τό αἷμα τοῦ ἐνιαύσιου ἀμνοῦ, πού εἶχαν βάψει οἱ Ἰσραηλίτες τίς πόρτες καί τά παράθυρα τῶν σπιτιῶν τους, τά πρωτότοκά τους κατά τήν ἒξοδο ἀπό τήν Αἲγυπτο. Ἦταν τότε, πού ὁ Θεός ἒστειλε τήν τελευταία καί πιό σκληρή πληγή στόν Φαραώ καί στόν Αἰγυπτιακό λαό, γιά νά ἀφήσουν τούς Ἰσραηλίτες νά φύγουν ἀπό τήν Αἲγυπτο. Τήν νύχτα ἐκείνη, κατά τήν ὁποία οἱ Ἰσραηλίτες πραγματοποίησαν τήν ἒξοδό τους ἀπό τήν γῆ τῆς δουλείας (τήν
Αἲγυπτο) στήν γῆ τῆς ἐπαγγελίας (τήν γῆ Χαναάν) καί πέρασαν θαυματουργικά τήν Ἐρυθρά Θάλασσα, ὁ ἂγγελος τοῦ θανάτου κτύπησε ὃλα τά πρωτότοκα ἀνθρώπων καί ζώων καί πέθαναν ὃλα, ἐκτός ἀπό τά παιδιά πού οἱ γονεῖς τους είχαν βάψει τίς πόρτες καί τά παράθυρα τῶν σπιτιῶν τους, μέ τό αἷμα τοῦ ἐνιαύσιου ἀμνοῦ. Εἰς ἀνάμνηση αὐτοῦ τοῦ γεγονότος, οἱ Ἰσραηλίτες ὢφειλαν νά ἀφιερώνουν στόν Θεό κάθε πρωτότοκο ἀρσενικό παιδί.
2. Σέ περίπτωση πού οἱ γονεῖς τοῦ παιδιού δέν αποφάσιζαν νά ἀφιερώσουν τό παιδί στόν Θεό, δηλ. νά τό αφήσουν στόν Ναό, ἒκαναν ἀντ’ αὐτοῦ, μιά μικρή θυσία γιά τόν Θεό, ἀνάλογα μέ τήν οἰκονομική τους δύναμη. Οἱ πιό πλούσιοι θυσίαζαν μοσχάρι ἢ ἀμνοερίφιο. Οἱ πιό φτωχοί ζεῦγος τριγώνων ἢ νεοσσούς περιστεριῶν.
3. Ἒτσι, ὃταν ὁ μικρός Ἰησοῦς ἒγινε 40 ἡμερῶν ἡ μητέρα του καί ὁ Ἰωσήφ τόν ἒφεραν στόν Ναό, γιά τά καθιερωμένα (τούς καθαρμούς) τοῦ σαραντισμοῦ. Τότε ὁ πρεσβύτης Συμεών, εἰδοποιηθείς ὑπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἦλθε καί αὐτός στόν Ναό. Μόλις εἶδε τό παιδί, τό πῆρε στήν ἀγκαλιά του καί μέ Θεϊκό ἐνθουσιασμό ἀνεφώνησε: «Νῦν ἀπολύεις τόν δοῦλον σου Δέσποτα, ὃτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τό σωτήριόν σου, ὃ ἡτοίμασας κατά πρόσωπον πάντων τῶν λαῶν, φῶς εἰς ἀποκάλυψιν ἐθνῶν καί δόξαν λαοῦ σου Ἰσραήλ» (δηλ. τώρα, Θεέ μου, μπορεῖς νά μέ πάρεις, διότι εἶδαν τά μάτια μου τόν Σωτήρα Σου, πού ἑτοίμασες μπροστά σέ ὃλους τούς λαούς, τό φῶς πού θά ἀποκαλύψει σέ ὃλα τά ἒθνη τήν ἀληθή ὁδό σωτηρίας καί θά εἶναι δόξα τοῦ λαοῦ Σου τοῦ Ἰσραήλ). Ὁ Ἰωσήφ καί ἡ μητέρα του ἐθαύμασαν γι’ αὐτά πού εἶπε ὁ Συμεών. Αὐτός τότε τούς εὐλόγησε καί εἶπε στήν Μαριάμ τά παρακάτω προφητικά λόγια: «Οὖτος κεῖται εἰς πτῶσιν καί ἀνάστασιν πολλῶν ἐν τῷ Ἰσραήλ καί εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον. καί σοῦ δέ τήν ψυχήν διελεύσεται ρομφαία» θέλοντας νά προείπει τήν μεγάλη θλίψη πού θά πέρναγε ἡ Παναγία μας ἀπό τήν Σταύρωση τοῦ Χριστοῦ.
Γ. Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΤΟΝ ΝΑΟ, ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΑΡΧΙΕΡΕΩΣ ΧΡΙΣΤΟΥ «ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΤΑΞΙΝ ΜΕΛΧΙΣΕΔΕΚ»
Τήν ἡμέρα τῆς «Ὑπαπαντῆς» (=ὑποδοχῆς) εἰσέρχεται στόν Ναό, ὡς νέος Ἀρχιερεύς ὁ Χριστός «κατά τήν τάξιν Μελχισεδέκ» ἀγενεαλόγητος (ὃπως ὁ πραγματικός Μελχισεδέκ) καί ἐπιλεγείς ἐκ τοῦ Θεοῦ (Χριστός τοῦ Θεοῦ) ἀπαλλάσσει τούς Ἰσραηλίτες πλέον, ἀπό τήν ὑπακοή στούς δικούς τους Ἀρχιερεῖς «κατά τήν τάξιν Ἀαρών» ἐκ τῆς φυλῆς τοῦ Λευΐ, πού ἦσαν ἐπιλογή ἀνθρώπων. Ὁ Μελχισεδέκ (σημαίνει βασιλεύς τῆς δικαιοσύνης) ἦταν ἐπί Ἀβραάμ βασιλιάς τῆς πόλεως Σαλήμ (πού σημαίνει εἰρήνη). Ἀπεδέχθη τόν νικητή, τόν εὐλόγησε ὡς ἐκλεκτό τοῦ Θεοῦ καί τοῦ πρόσφερε «ἂρτο καί οἶνο». Ὁ Ἀβραάμ, ἀπό τήν νίκη του κατά τῶν τριῶν τοπικῶν βασιλέων, πού εἶχαν αἰχμαλωτίσει τόν ἀνηψιό του Λώτ καί τήν οἰκογένειά του, τοῦ πρόσφερε τό ἓνα δέκατο τῶν λαφύρων. Ὁ Μελχισεδέκ ἦταν ἓνα μυστηριῶδες πρόσωπο ἀγνώστου καταγωγῆς καί δέν ξαναεμφανίζεται ποτέ πιά στήν Παλαιά Διαθήκη. Ἀποτελεῖ «τύπον» τοῦ Χριστοῦ.
Σημείωση: Ἡ Ἀρχιερωσύνη τῶν Ἰσραηλιτῶν «κατά τήν τάξιν Ἀαρών» διεκόπη μέ τήν καταστροφή τῆς Ἱερουσαλήμ ἀπό τά Ρωμαϊκά στρατεύματα, ὑπό τόν στρατηγό Τίτο τό 70 μ.Χ. Τότε κατεστράφησαν ὃλα τά ἀρχεῖα καί οἱ γενεαλογικοί κατάλογοι τῆς Ἀρχιερωσύνης καί τό ἒθνος διεσπάρη στά τέσσερα σημεῖα τοῦ ὁρίζοντος.