Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Δευτέρα, Ιουνίου 03, 2013

Πνευματικά Μελετήματα, Ἀδιαλείπτως Προσεύχεσθε - Ἱερὰ Μονὴ Κουτλουμουσίου



ΜΕΛΕΤΗΜΑ 1ον

Μὲ τὴν προσευχὴ μιλάει ὁ ἄνθρωπος ἄμεσα μὲ τὸν Θεό. Μὲ τὴν προσευχὴ ὁ ἄνθρωπος γίνεται παιδὶ τοῦ Θεοῦ! Μὲ τὴν προσευχὴ ξεπερνιοῦνται τὰ ἐμπόδια τοῦ βίου τούτου, δηλαδὴ οἱ θλίψεις, οἱ στενοχώριες, τὰ βάσανα, οἱ δυστυχίες, οἱ στερήσεις, οἱ μηχανορραφίες, οἱ ραδιουργίες, οἱ καταλαλιὲς καὶ οἱ συκοφαντίες. Μὲ τὴν προσευχὴ συντρίβονται τὰ βέλη τῶν ὁρατῶν καὶ ἀοράτων ἐχθρῶν.

Μὲ τὴν προσευχὴ ἀποκτοῦμε τὴ μακαρία ὑπομονὴ τοῦ Θεανθρώπου καὶ Σωτῆρα Χριστοῦ καὶ τῶν ἁγίων ἀνδρῶν τῆς Παλαιᾶς καὶ Καινῆς Διαθήκης. Μὲ τὴν προσευχὴ ἀποκτοῦμε περισσότερη πνευματικὴ δύναμη!… Μὲ τὴν προσευχὴ παίρνουμε τὴν οὐράνια παρηγοριὰ καὶ παραμυθία τῆς ψυχῆς! Μὲ τὴν προσευχὴ ἀποκτοῦμε τὴν Οὐράνια Σοφία. Μὲ τὴν προσευχὴ τελοῦνται τὰ ἑπτὰ μυστήρια της Ἐκκλησίας μας. Μὲ τὴν προσευχὴ λαμβάνουμε τὸν ἐπιούσιον ἄρτον, δηλαδὴ τὰ ὑλικὰ καὶ τὰ πνευματικὰ ἀγαθά! Μὲ τὴν προσευχὴ ἀντλοῦμε περισσότερο θάρρος, ὑπομονὴ καὶ ἐλπίδες.

Μὲ τὴν προσευχὴ οἱ ἅγιοι ἄνδρες τῆς Παλαιᾶς καὶ τῆς Καινῆς Διαθήκης ἐτέλεσαν θαύματα, νεκροὺς ἀνέστησαν, ἀσθενεῖς θεράπευσαν καὶ λογῆς-λογῆς βασανιστήρια ὑπέμειναν!… Μὲ τὴν προσευχὴ γινόμαστε ὅμοιοι μὲ τοὺς ἁγ. Ἀγγέλους, οἱ ὁποίοι νύχτα-μέρα ὑμνοῦν καὶ δοξολογοῦν τὸν Θεό! Μὲ τὴν προσευχὴ γίνονται τὰ θαύματα. Μὲ τὴν προσευχὴ θεραπεύονται ἀνίατες ἀσθένειες καὶ ἐκδιώκονται τὰ δαιμόνια! Μὲ τὴν προσευχὴ μποροῦμε νὰ σταθοῦμε στὰ πόδια μας καὶ νὰ βαδίσουμε ἀπρόσκοπτα τὸ δρόμο τοῦ Θεοῦ. Μὲ τὴν προσευχὴ δυναμώνεται ἡ πίστη μας στὸν Θεό!… Μὲ τὴν προσευχὴ ὁ νοῦς καὶ ἡ καρδιά μας καθαρίζονται ἀπὸ κάθε κοσμικὴ πονηρία! Μὲ τὴν προσευχὴ ὁ νοῦς καὶ ἡ καρδιά μας γίνονται ναὸς τοῦ Παναγίου Πνεύματος! Μὲ τὴν προσευχὴ ὁ Πατήρ, ὁ Υἱὸς καὶ τὸ ἅγιον Πνεῦμα εἰσέρχονται καὶ κατοικοῦν στὶς καρδιές μας!…

Μὲ τὴν προσευχὴ ἡ γλώσσα μας γίνεται σάλπιγγα τοῦ Ἁγ. Πνεύματος, σαλπίζουσα οὐράνια ρήματα. Μὲ τὴν προσευχὴ μᾶς δίνονται ἀόρατα ὁδηγίες καὶ συμβουλὲς ἀπὸ τὸ Πανάγιο Πνεῦμα!… Μὲ τὴν προσευχὴ παραμένει διαρκῶς κοντά μας ὁ φύλακας Ἄγγελος καὶ μᾶς φυλάσσει ἀπὸ κάθε κακό. Μὲ τὴν προσευχὴ ἀνοίγονται τὰ πνευματικὰ αὐτιὰ τῆς ψυχῆς καὶ ἀκοῦνε τὴ γλυκόηχη οὐράνια φωνὴ τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ, καθὼς ἐπίσης ἀνοίγονται καὶ τὰ πνευματικὰ μάτια τῆς ψυχῆς. Μὲ τὴν προσευχὴ ἀποφεύγουμε νὰ σκεφθοῦμε ἢ νὰ κάμουμε τὸ κακό. Μὲ τὴν προσευχὴ γινόμαστε ταπεινότεροι καὶ ἀγαθότεροι. Μὲ τὴν προσευχὴ νικᾶμε τὶς πανουργίες ὁρατῶν καὶ ἀοράτων ἐχθρῶν! Μὲ τὴν προσευχὴ παρηγορούμεθα καὶ ἀνακουφιζόμεθα στὶς λογῆς-λογῆς θλίψεις τῆς ζωῆς!…

Γιὰ νὰ ὠφεληθεῖς ἀπὸ τὴν προσευχὴ πρέπει: α) νὰ ξεχνᾶς κάθε φροντίδα κοσμική. β) Τὸ λόγο ποὺ προφέρει τὸ στόμα αὐτὸν νὰ συλλογίζεται καὶ ὁ νοῦς μας, δηλαδὴ νὰ μὴ λαλεῖ ἄλλα ἡ γλώσσα καὶ ἄλλα σκέπτεται ὁ νοῦς μας. Τότε ἀληθινὰ ἡ προσευχή μας ἀνεβαίνει στὸν Οὐράνιον Πατέρα καὶ παίρνουμε τὰ μεγάλα χαρίσματα καὶ τὶς δωρεὲς τοῦ Ἁγ. Πνεύματος καὶ συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες μας…


ΜΕΛΕΤΗΜΑ 2ον

Ἡ προσευχὴ εἶναι ἀπὸ τὶς κυριώτερες καὶ ἰσχυρότερες δυνάμεις, ποὺ κάνουν τὸν προσευχόμενο νὰ ξαναγεννιέται καὶ τοῦ χαρίζουν σωματικὴ καὶ πνευματικὴ εὐεξία. Χωρὶς τὴν προσευχὴ οὔτε οἱ ἁμαρτίες μας συγχωροῦνται οὔτε Μυστήριον κάνουμε οὔτε καὶ ὁ Θεὸς μᾶς δίνει τὴ βοήθειά του καὶ τὴ χάρη Του.

Ἡ προσευχὴ εἶναι τὰ μάτια καὶ τὰ φτερὰ τῆς ψυχῆς μας καὶ μᾶς δίνει θάρρος καὶ δύναμη ν᾿ ἀντικρύσουμε τὸν Θεό. Ὅμως κατὰ τὴν προσευχὴ πρέπει: α) Τὸ ἦθος μας νὰ εἶναι ταπεινό, τρεφόμενο μ᾿ ἁγνὲς ἐλπίδες, β) Νὰ μεταχειριζόμαστε ὅσα ταπεινώνουν καὶ ἡσυχάζουν τὸ σῶμα, ἐλευθερώνοντας τὸ νοῦ ἀπὸ κάθε ἐνόχληση, γ) Τὰ ἐνδύματά μας νὰ εἶναι ταπεινά, δ) Οἱ τροφές μας νὰ εἶναι ἐκεῖνες ποὺ πρέπει καὶ τὰ πιοτά μας ἐλαφρὰ καὶ μὲ μέτρο, ε) Ἡ ὀρθοστασία μας καὶ οἱ γονυκλισίες μας ἀνάλογες μὲ τὶς δυνάμεις μας, στ) Ὁ ὕπνος μας νὰ εἶναι ὀλίγος καὶ σὲ σκληρὰ στρώματα, ζ) Νὰ μεταχειριζόμαστε ὅσα δαμάζουν τὸ σῶμα καὶ ξυπνοῦν τὸ νοῦ φέρνοντάς μας κοντὰ στὸ Θεό. Σ᾿ αὐτὸ βοηθοῦν πολὺ ἡ ἀνάγνωση τῶν Θείων Γραφῶν καὶ τῶν ἑρμηνειῶν τῶν Ἁγ. Πατέρων, τὰ νηπτικὰ ἀποφθέγματα τῶν Ὁσίων καὶ οἱ κατανυκτικὲς ψαλμωδίες καὶ η) Νὰ νιώθουμε σ᾿ ὅλη τους τὴν ἔκταση τὰ θαύματα, ποὺ ἔγιναν καὶ γίνονται σ᾿ ὅλον τὸν κόσμο.

Προσεύχου, λοιπόν, ἀδελφέ μου, μὲ τὸ στόμα, ὥσπου νὰ σὲ φωτίσει ἡ Θ. Χάρη νὰ προσεύχεσαι καὶ μὲ τὴν καρδιά σου. Τότε θὰ συντελεσθεῖ μέσα σου μὲ θαυματουργικὸ τρόπο ἑορτὴ καὶ πανήγυρη καὶ δὲ θὰ προσεύχεσαι πιὰ μὲ τὸ στόμα ἀλλὰ μὲ τὴν καρδιά. Σὲ κάθε σου ἐργασία ἀπὸ τὸ πρωὶ μέχρι τὸ βράδυ, ἂς προηγεῖται ἡ προσευχή! Αὐτὴ ἂς κυβερνάει ὅλες σου τὶς πράξεις! Αὐτὴ γεννάει τὴ μετάνοια καὶ τὸ δάκρυ! Αὐτὴ προχωρεῖ ὡς τὰ μύχια τῶν λογισμῶν μας. Αὐτὴ εἶναι ἡ γεννήτρια τῆς Θείας Ἀγάπης! Αὐτὴ καθαρίζει τὸ λογιστικό της ψυχῆς. Αὐτὴ ἐξαγνίζει τοὺς Ἀγγέλους καὶ τοὺς Ἁγίους!… Αὐτὴ φυλάγει καθαρὸ τὸ ἐπιθυμητικὸ τῆς ψυχῆς μὲ τὸ νὰ βρίσκεται μπροστὰ στὸ Θεό, νὰ ὁμιλεῖ καὶ νὰ προσκολλᾶται σ᾿ Αὐτὸν μ᾿ ὅλη της τὴν ἐπιθυμία. Γιατὶ καθένας ποὺ ἀγαπάει καὶ φοβᾶται τὸ Θεὸ εἶναι ἀδύνατο νὰ μὴ σκέπτεται ταπεινά, εἶναι ἀδύνατο νὰ κυβερνᾶται ἀπὸ τὸ θυμό. Γι᾿ αὐτὸ καὶ λέμε πὼς ἡ ὁσία ταπείνωση καθαρίζει τὴν ψυχή.


ΜΕΛΕΤΗΜΑ 3ον


Ὁ Θεὸς ἔχει παραχωρήσει στὴ θέληση καὶ στὴ δύναμη τοῦ ἀνθρώπου μόνο τὴν ποσότητα τῆς προσευχῆς. Ἔχει διδάξει τὴ συνεχῆ καὶ ἀδιάλειπτη προσευχὴ πάντοτε καὶ σὲ κάθε τόπο. Μόνο μ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο γινόμεθα κάτοχοι τοῦ μυστικοῦ της ἀληθινῆς προσευχῆς καὶ πίστεως. Μόνον ἔτσι τηροῦμε τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ καὶ πετυχαίνουμε τὴ σωτηρία μας. Ἡ ποσότητα λοιπὸν τῆς προσευχῆς ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο.

Οἱ Ξανθόπουλοι Κάλλιστος καὶ Ἰγνάτιος συμβουλεύουν συχνὴ προσευχὴ στὸ Ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ πρὶν ἀπὸ κάθε ἔργο καὶ πράξη, ἐπειδὴ ἡ συχνότητα τελειοποιεῖ ἀκόμη καὶ τὴν ἀτελῆ προσευχή. Ὁ δὲ Διάδοχος τῆς Φωτικῆς παραδέχεται ὅτι, ὅταν ἄνθρωπος ἐπικαλεῖται τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ ὅσον μπορεῖ συχνότερα, δὲν πέφτει εὔκολα σὲ ἁμαρτήματα. Μάθε ὅτι κάθε παλμὸς καὶ κάθε σκέψη προσευχῆς ὀφείλεται σ᾿ ἐνέργεια τοῦ Ἁγ. Πνεύματος καὶ εἶναι ἡ μυστικὴ φωνὴ τοῦ Ἀγγέλου φύλακος τοῦ καθενός μας. Τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἐπικαλούμεθα στὴν προσευχή, περιέχει μέσα του αὐτοϋπάρχουσα καὶ αὐτενεργοῦσα ἀνορθωτικὴ δύναμη.

Μὴν ἀνησυχεῖς λοιπὸν ἀπὸ τὴν ἀτέλεια καὶ τὴν ξηρασία τῆς προσευχῆς σου, ἀλλὰ περίμενε μ᾿ ἐπιμονὴ τὸν καρπὸ τῆς συχνῆς ἐπικλήσεως τοῦ θείου Ὀνόματος καὶ δὲν θ᾿ ἀργήσει νὰ ἔλθει. Ἐκεῖνο ποὺ θὰ πρέπει νὰ σὲ ἀνησυχεῖ εἶναι ἡ ἀμέλεια γιὰ προσευχή. Αὐτὴ ἦταν ἡ κύρια καὶ μοναδικὴ αἰτία, ποὺ ἔσπρωξε τὸν Ἀπ. Πέτρο στὸ ν᾿ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό!… Αὐτὴ ἦταν ἐκείνη ποὺ τὸν εἶχε κάνει περήφανο, γιατὶ ὅποιος νομίζει τὸν ἑαυτό του ἀσφαλῆ καὶ σταθερό, δὲν ζητάει μὲ τὴν προσευχὴ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ.

Ὁ Θ. Πέτρος εἶχε πολλοὺς λόγους νὰ καταφύγει στὴν προσευχή: γιατὶ ὁ Κύριος τοῦ τὸ εἶχε παραγγείλει λέγοντας σ᾿ ὅλους τοὺς Ἀποστόλους «Ἔχετε πάντα τὸ νοῦ σας καὶ προσεύχεσθε, γιὰ νὰ μὴ μπεῖτε σὲ πειρασμό». Ἀκόμη καὶ ἰδιαίτερη παρατήρηση τοῦ ἔκαμε ὁ Κύριος, ὅταν τοῦ εἶπε: «Πέτρε κοιμᾶσαι;» Ἀκόμη ὁ Πέτρος εἶχε πρόσφατο τὸ παράδειγμα τοῦ Κυρίου, ποὺ προσευχόταν συνέχεια ἐπὶ τρεῖς ὦρες. Κι ὅμως ὅλα αὐτὰ δὲν μπόρεσαν νὰ τὸν κάνουν νὰ ξυπνήσει ἀπὸ τὸ βαρὺ ὕπνο, ποὺ τὸν εἶχε κυριεύσει. Βλέπεις, ἀδελφέ, πόσο ἀδύνατος εἶναι ὁ ταλαίπωρος ἄνθρωπος, ὅταν δὲν ζητάει μὲ τὴν προσευχὴ βοήθεια ἀπὸ τὸν Θεό;


ΜΕΛΕΤΗΜΑ 4ον

Ὁ Πέτρος, ὁ κορυφαῖος τῶν Ἀποστόλων, στὸν ὁποῖον ὁ Πατὴρ ἀπεκάλυψε τὴ Θεότητα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ λέγοντας: «Σὺ εἶσαι ὁ Χριστός, ὁ υἱὸς τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ», ὁ Πέτρος, ποὺ εἶδε μὲ τὰ μάτια του τὴ Θεότητα τοῦ Χριστοῦ πάνω στὸ ὄρος Θαβώρ, αὐτὸς ὁ Πέτρος, ὅταν μ᾿ ἁπλότητα μία ἀσήμαντη γυναίκα τὸν ρώτησε «Μήπως εἶσαι καὶ σὺ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους τούτου», δηλαδὴ τοῦ Ἰησοῦ, χωρὶς δισταγμὸ ἀποκρίθηκε: «Δὲν ξέρω τὸν ἄνθρωπο»! Καὶ δὲν σταμάτησε μόνο σὲ τούτη τὴν ἄρνηση, ἀλλὰ μπροστὰ σ᾿ ὅλο τὸ βλάσφημο ἐκεῖνο πλῆθος «τότε ἄρχισε νὰ ἀναθεματίζει καὶ νὰ ὁρκίζεται πὼς δὲν γνωρίζει καθόλου τὸν ἄνθρωπον αὐτόν». Καὶ ὅλα αὐτὰ γιατί; Διότι δὲν εἶχε μαζί του τὸ ὅπλο τῆς προσευχῆς, γιὰ ν᾿ ἀμυνθεῖ στὴν ἐπίθεση. Γιατὶ εἶχε ἀμελήσει νὰ προσεύχεται καὶ δὲν εἶχε ἑνωθεῖ διὰ μέσου τῆς προσευχῆς μὲ τὸν Παντοδύναμο Κύριο.

Παρόμοια παραστρατήματα καὶ λαβύρινθοι περιμένουν ὅποιον δὲν προσεύχεται διαρκῶς. Καταντάει νὰ ἀρνεῖται τὸν Κύριο γιὰ πολὺ ἀσήμαντα πράγματα. Καὶ ἀφοῦ τὸν ἀρνηθεῖ, ἐξακολουθεῖ ν᾿ ἀπομακρύνεται ἀπ᾿ Αὐτὸν πέφτοντας ἀπὸ τὴ μιὰ ἁμαρτία στὴν ἄλλη. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Κύριος εἶπε τὴν παραβολὴ τῆς χήρας καὶ τοῦ Κριτοῦ τῆς ἀδικίας: «Γιὰ νὰ μᾶς παρακινήσει νὰ προσευχόμαστε πάντοτε καὶ νὰ μὴ βαριόμαστε».

Μάθε λοιπὸν καὶ σύ, ἀδελφέ, μὲ ἄλλου πάθημα, δηλαδὴ μὲ τὸ κατρακύλισμα τοῦτο τοῦ Ἀπ. Πέτρου, νὰ μὴ κρατεῖς ποτὲ τὸν ἑαυτό σου ἀπὸ τὸ νὰ προστρέχει πρὸς τὸν Κύριο μὲ τὴν προσευχή, ἰδιαίτερα σὲ στιγμὲς πειρασμοῦ καὶ θλίψεων γιατὶ ξέρω πὼς ἂν ἀφήσεις τὴν προσευχή, ἕνα ἁπλὸ πείραγμα, ἕνας μόνο λόγος, μιὰ μονάχα ἀντίρρηση ὁποιουδήποτε εἶναι ἀρκετὰ νὰ σὲ κάνουν ν᾿ ἀρνηθεῖς ὅλες σου τὶς καλὲς πράξεις καὶ συνήθειες, ποὺ ἔκαμες γιὰ τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς σου καὶ νὰ λησμονήσεις Ἐκεῖνον τὸν Δεσπότην, ποὺ τόσο πολὺ σ᾿ εὐεργέτησε κι ἔδωσε τὸ Αἷμα Του καὶ τὴ ζωή Του γιὰ σένα…


ΜΕΛΕΤΗΜΑ 5ον

Ἄπειρες εἶναι οἱ αἰτίες, ποὺ μέρα καὶ νύχτα στὴ ζωή μας, μᾶς παρακινοῦν γιὰ προσευχή: Ὅλος ὁ κόσμος γύρω μας. Ὅλα τὰ κτίσματα τοῦ Δημιουργοῦ μᾶς παρακινοῦν ν᾿ ἀναπέμψουμε δεήσεις πρὸς τὸν Κύριον. Ὁ ἥλιος ποὺ μᾶς χαρίζει τὸ φῶς τῆς ἡμέρας. Τὸ φεγγάρι μὲ τ᾿ ἄστρα, ποὺ τὶς ξάστερες νύχτες γίνονται ἀδαμαντοστόλιστη κορῶνα τῆς γῆς. Τὰ σύννεφα μὲ τὶς ἀστραπὲς καὶ τὶς μπόρες, οἱ σεισμοί! Ἡ ἀπεραντοσύνη τῆς θάλασσας, ἄλλοτε μὲ τὴ γαλήνη κι ἄλλοτε μὲ τὰ κύματά της. Τὰ πουλιὰ ποὺ πετᾶνε ἐπάνω μας τιτιβίζοντας χαρούμενα… Ὅλα μας λένε: «Προσευχήσου στὸν Πλάστη μας»…

Οἱ καθημερινές μας ἀνάγκες, ἡ συναίσθηση τῆς μικρότητάς μας μέσα στὸ ἀπέραντο σύμπαν, μᾶς παρακινοῦν νὰ ζητοῦμε κάθε τόσο μὲ προσευχὲς τὴ βοήθεια τοῦ Κυρίου. Ἡ ἱστορία μας μὲ τὶς ἐθνικὲς καταστροφές, ὅταν οἱ πρόγονοί μας δὲν ἀκολουθοῦσαν τὸ δρόμο τοῦ Θεοῦ καὶ μὲ τὶς ἀνόδους καὶ νικηφόρους πολέμους, ὅταν ἐκτελοῦσαν τὶς ἐντολές Του, μᾶς ἐπιτάσσει: «Μὴ ξεχνᾶς ποτέ σου τὸ Θεό». Οἱ προγονικὲς συνήθειες, ποὺ κληρονομήσαμε ἀπὸ τοὺς γονεῖς μας. Οἱ γραπτοὶ καὶ ἄγραφοι νόμοι. Μὲ λίγα λόγια ὁ ἠθικὸς νόμος, ποὺ μὲ θεϊκὴ ἔμπνευση καταγράφτηκε στὰ Εὐαγγέλια, μᾶς βροντοφωνοῦν νὰ βρισκόμαστε σὲ διαρκῆ ἐπικοινωνία μὲ τὸν Οὐράνιο Πατέρα.

Τὰ ἄπειρα παραδείγματα τῶν Ἁγίων καὶ τῶν Μαρτύρων τῆς Ἐκκλησίας μας, ποὺ ἡ προσευχὴ τοὺς πλημμύριζε μὲ γαλήνη καὶ καρτερία καὶ στὶς πιὸ φρικτὲς στιγμὲς τῶν μαρτυρίων τους! Ἀλλὰ καὶ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος Ἰησοῦς, ποὺ σταυρώθηκε γιὰ τὴ σωτηρία μας, μᾶς δείχνουν μέρα-νύχτα τὸ δρόμο τῆς προσευχῆς. Ἀρκεῖ ν᾿ ἀνοίξουμε τὰ μάτια τῆς ψυχῆς μας. Ἀρκεῖ νὰ συναισθανθοῦμε τὸ σκοπὸ τῆς ἀποστολῆς μας σὲ τοῦτο τὸν πρόσκαιρο κόσμο καὶ θὰ δοῦμε ὁλόφωτο τὸ δρόμο τῆς προσευχῆς νὰ μᾶς ὁδηγεῖ πρὸς τὸν Κύριο τῆς αἰώνιας ζωῆς.

Προσπάθησε λοιπὸν καὶ σύ, ἀδελφέ, νὰ ἔχεις πάντα ἀνοιχτὰ τὰ μάτια καὶ τ᾿ αὐτιὰ τῆς ψυχῆς σου, γιὰ νὰ βλέπεις καὶ ν᾿ ἀκοῦς ὅλα αὐτά, ποὺ σοῦ μιλᾶνε γιὰ τὴν προσευχὴ καὶ σοῦ δείχνουν φωτεινὸ τὸ δρόμο πρὸς τὸν Θεό!…


ΜΕΛΕΤΗΜΑ 6ον

Ὁ Πανάγαθος Θεὸς ἀκούει τὶς προσευχὲς ὅλων μας ἀνεξαιρέτως, ἀρκεῖ νὰ ἐκπορεύονται καὶ ἐκπέμπονται ἀπὸ τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς μας. Ἀκόμη καὶ τῶν ἁμαρτωλῶν τὶς προσευχὲς ἀκούει ὁ Κύριος, ὅταν γίνονται μὲ πίστη καὶ πραγματικὴ μετάνοια. Χαίρεται μάλιστα ὁ Κύριος, ὅταν οἱ ἁμαρτωλοί, πικρὰ μετανιωμένοι γιὰ τὶς πράξεις τους, ζητοῦν συγχώρεση. Ἔτσι χάρηκε ὁ πατέρας τῆς παραβολῆς τοῦ Ἀσώτου κι ἔσφαξε τὸ μόσχο τὸ σιτευτό, μόλις γύρισε ὁ παραστρατημένος υἱός του! – Ὁ προφητάναξ Δαβίδ, ὁ μεγάλος αὐτὸς ποιητὴς καὶ ψαλμωδός, ποὺ οἱ προσευχές του περιέχονται στὸ ἀνυπέρβλητο Ψαλτήρι «Ἁμάρτησα ἀπέναντι τοῦ Κυρίου» ὁμολόγησε, ὅταν συνῆλθε ἀπὸ τὸ παραστράτημά του. Καὶ ὁ Κύριος τοῦ φανέρωσε: «Σοῦ συγχώρεσα τὴν ἁμαρτία σου, μὴ λοιπὸν στενοχωρεῖσαι γι᾿ αὐτήν». Ὅταν ὁ αὐταρχικότατος καὶ σκληρότατος βασιλιὰς τῶν Ἰουδαίων Μανασσὴς ταπεινώθηκε νικημένος κι αἰχμαλωτισμένος ἀπὸ τοὺς Ἀσσυρίους καὶ προσέφυγε στὸν Θεὸ καὶ τὸν παρακάλεσε νὰ τὸν συγχωρέσει γιὰ τ᾿ ἁμαρτήματά του, Ἐκεῖνος «καὶ ὑπήκουσε αὐτοῦ καὶ ὑπήκουσε τῆς βοῆς αὐτοῦ καὶ ἐπέστρεψεν αὐτὸν εἰς Ἱερουσαλὴμ ἐπὶ τὴν βασιλείαν αὐτοῦ»…

Κατὰ τὴν παραβολὴ τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, ὅταν ὁ Τελώνης μπῆκε στὸ ναὸ καὶ ταπεινὸς καὶ συντριμμένος ζήτησε συγχώρεση λέγοντας «Θεέ μου, λυπήσου με τὸν ἁμαρτωλὸ καὶ συγχώρεσέ με», ἐπειδὴ τὰ λόγια βγῆκαν ἀπὸ τὰ μύχια της καρδιᾶς του, ἔκαναν τὸν Μεγαλοδύναμο νὰ τὸν συγχωρέσει. Καὶ κατὰ τὴ σταύρωση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ, ἕνα «Μνήσθητί μου, Κύριε», δηλαδὴ «Θυμήσου με, Κύριε, ὅταν ἔλθεις στὴ Βασιλεία σου» τοῦ ἑνὸς ἀπὸ τοὺς δυὸ ληστές, στάθηκε ἱκανό, γιὰ νὰ μπεῖ αὐτὸς μέσα στὸν Παράδεισο!

Μὴ διστάσεις λοιπὸν καὶ σύ, ἀδελφέ μου, ὅταν ὡς ἄνθρωπος πέσεις σὲ κάποιο ἁμάρτημα, νὰ ζητήσεις τὴ συγχώρεση ἀπὸ τὸν Κύριό μας. Νὰ εἶσαι βέβαιος, πώς, ὅταν ἡ μετάνοιά σου εἶναι πραγματική, θὰ σοῦ δοθεῖ ἡ ἄφεση.


ΜΕΛΕΤΗΜΑ 7ον

Ἂν ὁ Πανάγαθος Θεὸς ἀκούει τὶς προσευχὲς τῶν ἁμαρτωλῶν ποὺ μετανοοῦν, πολὺ περισσότερο ἀκούει καὶ τὶς προσευχὲς τῶν δικαίων καὶ τοὺς στέλνει τὴ βοήθειά Του. Ἕνα τέτοιο παράδειγμα εἶναι ἡ Ἄννα, ἡ μητέρα τοῦ προφήτη Σαμουήλ. Τὴν ἐνάρετη κι εὐτυχισμένη ζωή της τὴν ἐσκίαζε ὁ καημός, ὅτι εἶχε προχωρήσει ἀρκετὰ στὴν ἡλικία καὶ δὲν εἶχε ἀποκτήσει παιδί. Κατέφυγε τότε στὸν Θεὸ καὶ προσευχήθηκε στὸν Κύριο καὶ μὲ δάκρυα θερμὰ τὸν παρακάλεσε νὰ λύσει τὴ στείρωσή της. Ὁ Θεὸς εἰσάκουσε τὴν προσευχή της καὶ τῆς ἔδωσε τὸν Σαμουήλ…

Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη εἶναι γεμάτη ἀπὸ τέτοια παραδείγματα. Ἔτσι, ὁ προφήτης Ἠλίας «Μὲ προσευχὴ παρακάλεσε τὸ Θεὸ νὰ μὴ βρέξει καὶ δὲν ἔβρεξε τρία χρόνια καὶ ἕξι μῆνες. Καὶ πάλι προσευχήθηκε καὶ ὁ οὐρανὸς ἔβρεξε καὶ ἡ γῆ ἔδωκε πλούσια τοὺς καρπούς της». Ὁ Ἐλισσαῖος ἀνέστησε τὸ παιδὶ τῆς Σωμανίτιδας μὲ προσευχή. Καὶ εἶναι σ᾿ ὅλους γνωστὸ πὼς ὁ προφήτης Δανιὴλ μὲ τὴν προσευχὴ ἔφραξε τὰ στόματα τῶν λεόντων! Καὶ πὼς καὶ οἱ τρεῖς παῖδες μέσα στὴν κάμινο μὲ τὴν προσευχὴ ἔσβησαν τὴ δύναμη τῆς φωτιᾶς!

Ζήτα λοιπὸν καὶ σύ, ἀδελφέ μου, μὲ τὴν προσευχὴ τὴν προστασία καὶ τὴ βοήθεια τοῦ ἐπουράνιου Πατέρα καὶ νὰ εἶσαι βέβαιος, ὅτι, ἐὰν τὰ αἰτήματά σου εἶναι ἁγνὰ καὶ ψυχωφελῆ, θὰ εἰσακουσθεῖς ἀπὸ τὸν Κύριο. Ἔχε δὲ ὑπόψη σου ὅτι τὰ αἰτήματα θὰ ἀκουσθοῦν, ὅταν ἔχεις ἀκλόνητη πίστη στὸν Θεό. Καὶ ἡ πίστη ἀποκτᾶται καὶ στερεώνεται μονάχα μὲ τὴν προσευχή! Ὅταν μὲ πίστη ἀπευθυνόμαστε πρὸς τὸν Κύριο παρακαλώντας Τὸν γιὰ δίκαια πράγματα, μᾶς ἀκούει. Ὅμως ἡ προσευχή μας πρέπει νὰ γίνεται μὲ ταπείνωση, ὅμοια μ᾿ ἐκείνη τοῦ Τελώνη. Ἡ περηφάνεια στὴν προσευχὴ φέρνει τ᾿ ἀντίθετα ἀποτελέσματα, ὅπως ἔγινε μὲ τὸ Φαρισαῖο τῆς ἰδίας παραβολῆς. «Ὅπως ἡ προσευχὴ τοῦ ταπεινοῦ κάμπτει τὸν Θεό, ἔτσι καὶ ἡ προσευχὴ τοῦ ὑπερήφανου κάνει τὸν Ὕψιστο νὰ θυμώνει μαζί σου καὶ νὰ ὑπολογίζει τὴν προσευχή σου ὡς ἁμαρτία» γράφουν οἱ Νηπτικοὶ Πατέρες…


ΜΕΛΕΤΗΜΑ 8ον

Ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴν προσευχή, γιατὶ τὸν ἑνώνει μὲ τὸν Θεό. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἑνωμένος μὲ τὸν Θεό, εἶναι ἑπόμενο νὰ μὴ ξεφεύγει ἀπὸ τὸ Νόμο τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ προσέχει σὲ κάθε βῆμα του. Ἔτσι μὲ τὴν προσευχὴ ὅλοι μας οἱ σκοποὶ στὴ ζωὴ εἶναι θεάρεστοι. Ὅλες μας οἱ ἐνέργειες στέφονται ἀπὸ ἐπιτυχία, γιατὶ ἔχουμε συμπαραστάτη μας τὸ Θεό. Εἶναι λοιπὸν ἡ προσευχὴ κάτι ἀναγκαῖο καὶ πρωταρχικὸ στὴ ζωή μας. Ὅμως ὁ σατανὰς μᾶς παρανομεύει πάντοτε, γιὰ νὰ βρεῖ μιὰ στιγμή, ποὺ δὲν κρατᾶμε τὸ ὅπλο τῆς προσευχῆς, ὥστε νὰ μᾶς παρασύρει στὸ δρόμο του, ποὺ πάντα εἶναι εὔκολος καὶ κατηφορικός. Νά, γιατὶ ἐπιβάλλεται ἡ προσευχή μας νὰ εἶναι πάντοτε συνεχὴς καὶ ἀδιάλειπτη. Ἡ ἐκτέλεση τῶν ἄλλων χριστιανικῶν καθηκόντων μας γίνεται κατὰ διαστήματα, τὸ καθῆκον ὅμως τῆς προσευχῆς ἐπιβάλλεται νὰ γίνεται ἀδιάκοπα καὶ συνεχῶς.

Πρέπει νὰ ξέρεις, ἀδελφέ μου, ὅτι καὶ ἡ ἁπλὴ ἐπίκληση τοῦ Ὀνόματος τοῦ Κυρίου εἶναι προσευχή!… Καὶ δὲ χωράει ἀμφιβολία, ὅτι αὐτὸ μπορεῖ καὶ πρέπει νὰ γίνεται συνεχῶς, σὲ κάθε ἀναπνοή μας… Μ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο ἡ σκέψη μας καὶ ἡ μνήμη μας κατευθύνονται συνεχῶς στὸν Θεό. Ἡ πορεία αὐτὴ τῆς σκέψης μας στὴ θεϊκὴ παρουσία σημαίνει δόσιμο ὁλοκληρωτικὸ τοῦ εἶναι μας στὸν Κύριον Ἰησοῦν. Σημαίνει δόσιμο τῆς ψυχῆς μας σ᾿ Αὐτόν. Νά, γιατὶ οἱ Ἅγιοι Πατέρες μᾶς συμβουλεύουν νὰ ἐπικαλούμεθα τὸ Ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ σὲ κάθε ἀναπνοή μας.

Οἱ δυνάμεις τοῦ κακοῦ, ποὺ εἶναι ἀντίθετες στὴν προσευχὴ τῆς καρδιᾶς μας, μᾶς ἐπιτίθενται ἀπὸ δυὸ μέρη: Ἀπὸ τ᾿ ἀριστερὰ καὶ ἀπὸ τὰ δεξιά. Δηλαδή: Ὅταν δὲν μποροῦν νὰ μᾶς ἐμποδίσουν ἀπὸ τὴν προσευχὴ μὲ τὶς μάταιες καὶ ἁμαρτωλὲς σκέψεις, φέρνουν στὸ μυαλό μας λογῆς-λογῆς ὑλιστικὲς σκέψεις, γιὰ νὰ ματαιώσουν τὴν προσευχή μας, ποὺ δὲν ἀνέχεται νὰ ὑποφέρει ὁ μισόκαλος σατανάς… Καὶ κάνει τὸ πᾶν, γιὰ νὰ μᾶς ξεγελάσει νὰ ἐγκαταλείψουμε τὴ συνομιλία μας μὲ τὸ Θεό, ἀρχίζοντας κοσμικὲς συνομιλίες μ᾿ ἀνθρώπους…

Κλεῖνε λοιπόν, ἀδελφέ μου, σὰν ἄλλος Ὀδυσσέας τ᾿ αὐτιὰ τῆς ψυχῆς σου πρὸς τὶς σειρῆνες τοῦ κόσμου τοῦ αἰώνα τούτου, ποὺ κατὰ τὸ ταξίδι τῆς ζωῆς σου ἀκοῦς ἀπὸ δεξιὰ ἢ ἀριστερά σου νὰ σοῦ τραγουδοῦν μαγικὰ τραγούδια γιὰ ὑλιστικὲς θεωρίες καὶ μοντέρνες ἰδέες.


ΜΕΛΕΤΗΜΑ 9ον

Γιὰ νὰ εἶναι ἀληθινὴ ἡ προσευχή, πρέπει νὰ γίνεται μὲ ἀποκλειστικὸ σκοπὸ νὰ μᾶς συνδέσει μὲ τὸν Θεὸ γι᾿ αὐτὸ ἡ καλύτερη, ἡ ἀληθινὴ προσευχὴ εἶναι ἐκείνη, ποὺ γίνεται στὰ κρυφά. Γιὰ τὴ μυστικὴ προσευχὴ ὁ Εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος γράφει: «Σύ, ὅταν προσεύχεσαι, ἔμπα στὸ ταμεῖο σου καὶ ἀφοῦ κλείσεις καλὰ τὴν πόρτα σου, προσευχήσου στὸν Πατέρα σου ἐκεῖ στὰ κρυφά». Ταμεῖο ἐδῶ ἐννοεῖ τὴν καρδιά μας καὶ τὸν ψυχικό μας κόσμο γενικά. Ἐκεῖ ὅπου φυλάγουμε τοὺς μύχιους λογισμούς μας, τὰ συναισθήματά μας καὶ τὶς ἐπιθυμίες μας. Ἐκεῖ μας συμβουλεύει νὰ μπαίνουμε κάθε φορὰ ποὺ θέλουμε νὰ προσευχηθοῦμε. Καὶ ὅταν μας λέει νὰ κλείνουμε τὴν πόρτα, ἐννοεῖ τὴν πόρτα κυρίως τῶν σωματικῶν περισπασμῶν καὶ φροντίδων. Μόνο με τὸ κλείσιμο αὐτῆς τῆς πόρτας ἐξασφαλιζόμαστε ἀπὸ κάθε πειρασμὸ καὶ ὁ νοῦς μας προσηλώνεται στὸν Θεό!…

Ὁ δὲ ἱερὸς Θεοτόκης γράφει: «Ὅταν προσεύχεσαι, βάλε ὅλη σου τὴν προσοχὴ καὶ ἐπιμέλεια νὰ ἀκοῦνε τ᾿ αὐτιά σου ὅσα λέει τὸ στόμα σου, καὶ νὰ αἰσθάνεται ἡ καρδιά σου ὅσα λαλεῖ ἡ γλώσσα σου… Τότε ἀληθινὰ μπῆκες μέσα στὸ ταμεῖο σου καὶ ἔκλεισες τὴν πόρτα σου. Τότε ἀληθινὰ ἡ προσευχή σου ἀνεβαίνει σὰν θυμίαμα ἐνώπιον τοῦ Κυρίου καὶ κατεβάζει ἀπὸ τὸν Οὐρανὸ τὴ συγχώρεση τῶν ἁμαρτιῶν σου καὶ τὰ μεγάλα χαρίσματα τοῦ φιλάνθρωπου Θεοῦ».

Ἀφετηρία καὶ παντοτινὴ ἐνέργεια γιὰ τὴν ἐξασφάλιση τῆς σωτηρίας μας εἶναι ἡ προσευχή, ποὺ κατ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο γίνεται τὸ πρῶτο καθῆκον κάθε Χριστιανοῦ, ποὺ θέλει νὰ φέρει ἄξια τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου μας. Γιὰ τοὺς λόγους αὐτοὺς τὸ Ἅγιο Εὐαγγέλιο παραγγέλλει τὴν ἀδιάλειπτη προσευχή.

Ὅλες οἱ πράξεις εὐσεβείας ἔχουν ἡ κάθε μιὰ τὸν καιρό της. Ἡ προσευχὴ δὲν περιορίζεται χρονικά, εἶναι δικά της ὅλα τὰ χρόνια τῆς ζωῆς μας. Χωρὶς τὴν προσευχὴ καμμιὰ ἀγαθὴ πράξη δὲν γίνεται καλά. Ὅποιος ἀποφασίσει νὰ ἐπικαλεῖται τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ συνεχῶς, εἶναι φυσικὸ στὴν ἀρχὴ νὰ συναντάει δυσκολίες. Ὅσο ὅμως περισσότερο ἐπιμένει, τόσο γρηγορότερα συνηθίζει καὶ ἐξοικειώνεται μὲ τὴν προσευχή. Καὶ ἡ γλώσσα του καὶ τὰ χείλη τοῦ ἀποκτοῦν τέτοια ἱκανότητα, ὥστε χωρὶς καμμιὰ προσπάθεια ὕστερα ἀπὸ λίγο καιρό, αὐτὸς ποὺ προσεύχεται ἀντιλαμβάνεται ὅτι ἡ προσευχή του ἔγινε ἕνα συνεχὲς καὶ οὐσιῶδες ἀπόκτημα. Κι ἂν καμμιὰ φορὰ τοῦ συμβεῖ γιὰ ἕνα ὁποιοδήποτε λόγο νὰ τὴν σταματήσει, αἰσθάνεται ἔντονα σὰν κάτι νὰ τοῦ λείπει!… Κατ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο ἡ προσευχὴ τοῦ γίνεται συνήθεια καὶ τὸ μυαλό του ἀρχίζει νὰ συνηθίζει καὶ νὰ παρακολουθεῖ τὴν ἐνέργεια τῶν χειλέων. Ἔτσι ἔχει γιὰ γενικὸ ἀποτέλεσμα τὴ δημιουργία μιᾶς πηγῆς εὐφροσύνης γιὰ τὴν καρδιά, ἀπ᾿ ὅπου πιὰ ἐκπέμπεται ἡ ἀληθινὴ προσευχή!…


ΜΕΛΕΤΗΜΑ 10ον

Τούτη τὴ γενικὴ διαπίστωση, ἀδελφέ μου, πρέπει νὰ σὲ σπρώξει καὶ σένα νὰ γίνεις λειτουργὸς τῆς ἀδιάλειπτης προσευχῆς, ποὺ θὰ χαρίσει φωτισμὸ στὸ μυαλό σου καὶ θὰ διώξει μακριὰ ἀπὸ σένα ὅλες τὶς κακὲς σκέψεις. Ἐὰν ἐπιθυμεῖς πραγματικὰ ν᾿ ἀποδιώξεις κάθε ἀντιχριστιανικὴ σκέψη καὶ νὰ ἐξαγνίσεις τὸ νοῦ σου, αὐτὸ θὰ τὸ καταφέρεις μὲ τὴν προσευχή. Τίποτε δὲν μπορεῖ νὰ ρυθμίσει τὶς σκέψεις μας ὅσο ἡ Προσευχή!… Ὁ Ἅγ. Ἰωάννης τῆς Κλίμακος λέει τὰ ἑξῆς: «Νίκησε τοὺς ἐχθροὺς στὸ μυαλό σου μὲ τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ. Δὲν θὰ εὕρεις ἄλλο ὅπλο δυνατότερο ἀπ᾿ αὐτό! Ὁμοίως καὶ τὰ πάθη σου θὰ κατασιγάσεις μέσα σου καὶ θὰ τὰ ἐξαλείψεις μὲ τὴν προσευχή»!…

«Μείζων ὁ ἐν ἡμῖν ἢ ὁ ἐν τῷ κόσμῳ», λέει ἡ Ἁγία Γραφή. Μὴ φοβᾶσαι οὔτε ἀτυχήματα οὔτε καταστροφές. Ἡ προσευχὴ θὰ σὲ προστατεύσει καὶ θ᾿ ἀπομακρύνει κάθε κακὸ ἀπὸ σένα. Θυμήσου τὸν Ἀπ. Πέτρο, ὅταν ἔδειξε ὀλιγοπιστία καὶ ἄρχιζε νὰ βυθίζεται στὴ θάλασσα τῆς Τιβεριάδας.. Καὶ πρόσεξε, ἂν εἶσαι ὀκνηρὸς κι ἀπρόσεκτος στὴν προσευχή, δὲν θὰ σημειώσεις πρόοδο οὔτε στὴν ἐπιδίωξη ἀφοσιώσεώς σου στὸν Κύριο οὔτε στὴν ἀπόκτηση τῆς εἰρήνης καὶ τῆς σωτηρίας.

Ὅσο γιὰ τὴν ἀδιάλειπτη προσευχή, πρέπει νὰ ξέρεις πὼς στὴν οὐσία της εἶναι ἡ συνεχὴς ἐπίκληση τοῦ Ὀνόματος τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ καὶ Θεοῦ μας. Ἂν ἐπικαλούμαστε τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, προφέροντας τὸ ψιθυριστὰ ἢ νοερὰ κι ὅταν στεκόμαστε κι ὅταν καθόμαστε, κι ὅταν συνομιλοῦμε κι ὅταν περπατοῦμε κι ὅταν τρώγουμε κι ὅταν κάνουμε ὄ,τιδηποτε ἄλλο παντοῦ καὶ πάντοτε, κάνουμε ἀδιάλειπτη προσευχή! Ἡ συχνότητα στὴν προσευχὴ δημιουργεῖ μία συνήθεια γιὰ προσευχή, ποὺ δὲν ἀργεῖ νὰ γίνει δεύτερη φύση καὶ φέρνει συχνὰ τὸ νοῦ καὶ τὴν καρδιὰ σὲ ἀνώτερη ψυχικὴ κατάσταση! Ἡ συχνὴ ἐξάσκηση στὴν προσευχὴ ἀπομακρύνει τὴν ψυχὴ ἀπὸ τὰ διάφορα ἁμαρτήματα ἐπιστρατεύοντάς την καὶ ἐξασκώντας την νὰ κάνει αὐτὸ ποὺ εἶναι οὐσιῶδες, γιὰ νὰ πετύχει τὴν ἕνωσή της μὲ τὸν Θεό.

Ἡ συχνότητα στὴν προσευχὴ εἶναι ὁ μοναδικὸς τρόπος γιὰ νὰ φθάσει κανεὶς στὸ ὕψος τῆς ἀληθινῆς καὶ καθαρᾶς προσευχῆς. Ἀποτελεῖ τὸ καλύτερο μέσο ἀποτελεσματικῆς προπαρασκευῆς γιὰ προσευχὴ καὶ τὸν ἀσφαλέστερο δρόμο, γιὰ νὰ φτάσει ὁ ἄνθρωπος στὸ τέρμα, τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς του! Δὲν μπορεῖ νὰ θεωρεῖται Χριστιανὸς ἐκεῖνος ποὺ ἀγνοεῖ τὰ παρακάτω:

α) Ὅτι πρέπει νὰ προσεύχεται συχνὰ καὶ μὲ ἐπιμέλεια καὶ ὅτι ὁ Θεὸς ἐπιθυμεῖ αὐτὴν τὴν προσευχή του,

β) Ὅτι πολλὲς φορὲς τιμωρούμεθα ἀπὸ τὴν ἀμέλειά μας γιὰ προσευχή, καὶ

γ) ὅτι ὅλοι οἱ Ἅγιοι προσεύχονταν θερμὰ καὶ συνεχῶς.

Ὁ Νικήτας Στηθάτος στὴ Φιλοκαλία λέει γιὰ τὴν προσευχή: «Αὐτὸς ποὺ κατόρθωσε νὰ πετύχει τὴν πραγματικὴ προσευχὴ καὶ πλημμυρίστηκε τὸ εἶναι του ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, δὲν γίνεται αἰχμάλωτος τῶν αἰσθήσεών του καὶ δὲν δίνει τὴν προτίμησή του σὲ τίποτε. Δὲν ὑπερτιμάει τὸν δίκαιο καὶ δὲν κατακρίνει κανένα καὶ ὁμοιάζει μὲ τὸν Θεό, ποὺ ἀνατέλλει τὸν ἥλιο ἐπὶ πονηροὺς καὶ ἀγαθοὺς καὶ βρέχει ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους».


ΜΕΛΕΤΗΜΑ 11ον

Τὴ νοερὰ προσευχὴ ὁ καθένας μας μπορεῖ νὰ τὴν ἀποκτήσει καὶ νὰ τὴν κάνει μέσο ἐπικοινωνίας του μὲ τὸν Κύριο. Δὲν στοιχίζει τίποτε, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν προσπάθεια τῆς σιωπῆς καὶ τὴ φροντίδα γιὰ τὴν ὅσο τὸ δυνατὸ συχνότερη ἐπίκληση τοῦ γλυκύτατου ὀνόματος τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, ποὺ γεμίζει τὸν ἄνθρωπο μὲ ἀγαλλίαση. Ἡ ἐνδοσκόπηση τοῦ ψυχικοῦ μας κόσμου μας δίνει τὴν εὐκαιρία νὰ γνωρίσουμε τί μυστήριο εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Νὰ νιώσουμε τὴν εὐφροσύνη τῆς αὐτογνωσίας καὶ νὰ χύνουμε πικρὰ δάκρυα μετανοίας γιὰ τὶς πτώσεις μας καὶ τὴν ἀδυναμία τῆς θελήσεώς μας. Μὲ τὸ νοῦ μέσα τὴν καρδιά μας μποροῦμε νὰ κάνουμε σιωπηλοὶ κρίσεις καὶ ἐπικρίσεις καὶ νὰ διαβάζουμε μυστικὰ ὁλόκληρα βιβλία. Ἔτσι, ἂς μὴν ἀφήνουμε τὸ νοῦ μας νὰ λέει τίποτε ἄλλο, παρὰ τὴ σύντομη καὶ μονολόγιστη καλούμενη προσευχὴ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με».

Ἀλλὰ δὲν ἀρκεῖ μόνον αὐτό. Χρειάζεται ἀκόμη νὰ κινήσεις καὶ τὴ θέλησή σου, δηλαδὴ νὰ λὲς τὴν εὐχὴν αὐτὴ μ᾿ ὅλη τὴ δύναμη τῆς ἀγάπης σου πρὸς τὸν Κύριον Ἰησοῦν. Μόνον ὅταν ἀπερίσπαστη ἀπὸ ἄλλες ἔννοιες καὶ σκέψεις ἔλθει ἡ ψυχή μας σ᾿ ἐπαφὴ μὲ τὸν Κύριο, τότε προσκολλᾶται μὲ ἀγάπη στὰ νοήματα τῆς εὐχῆς… Ὅμως ὁ νοῦς μας ἀπὸ τὰ μικρά μας χρόνια ἔχει συνηθίσει νὰ πετάει, καθὼς λέμε, στὰ αἰσθητὰ πράγματα τοῦ ἔξω κόσμου καὶ στὶς διάφορες ὑποθέσεις, ποὺ μᾶς ἀπασχολοῦν ὡς ἄτομα. Ἀνάγκη λοιπὸν νὰ καταβάλλουμε κάθε προσπάθεια, γιὰ νὰ κατευθύνεται τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς ὅλη μας ἡ σκέψη στὴν καρδιά. Γιὰ νὰ τὸ πετύχουμε αὐτὸ γρηγορότερα οἱ Ἅγιοι Πατέρες μας συμβουλεύουν τὰ παρακάτω: Ὅταν λέμε τὴ νοερὰ προσευχή, νὰ κρατᾶμε τὴν ἀναπνοή μας κατὰ τρόπο ὥστε νὰ μὴν ἀναπνέουμε μὲ φυσικὸ ρυθμό, ἀλλ᾿ ὕστερα ἀπὸ κάθε ἐπαγγελία τῆς εὐχῆς. Τὸ κράτημα αὐτὸ τῆς ἀναπνοῆς γίνεται αἰτία νὰ στενοχωρεῖται ἡ καρδιά μας μ᾿ ἀποτέλεσμα νὰ πονεῖ. Συνέπεια τοῦ πόνου εἶναι νὰ ἐπιστρέφει ὁ νοῦς στὴν καρδιὰ καὶ στὴ συνέχεια ἡ ἀνάμνηση τοῦ Θεοῦ μας φέρνει μία γλυκειὰ εὐχαρίστηση. «Ἐμνήσθην τοῦ Θεοῦ καὶ ηὐφράνθην», δηλαδή: «Θυμήθηκα τὸν Θεὸν καὶ εὐχαριστήθηκα». Εἶναι διαπιστωμένο πιὰ ὅτι ἐκεῖνοι ποὺ μνημονεύουν τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου νιώθουν ἡδονὴ καὶ εὐχαρίστηση.

Ἔπειτα μὲ τὸ λίγο καὶ μικρὸ αὐτὸ κράτημα τῆς ἀναπνοῆς λεπτύνεται ἡ σκληρότητα τῆς καρδιᾶς καὶ γίνεται πιὸ ταπεινὴ καὶ πιὸ κατάλληλη γιὰ κατάνυξη καὶ πιὸ εὔκολη στὰ δάκρυα. Μ᾿ ἄλλα λόγια ὁ ψυχικός μας κόσμος γίνεται πιὸ κατάλληλος γιὰ νὰ λάμψει μέσα μας τὸ Θεῖο φῶς!… Λέει ὁ Ἅγ. Μάρκος «Ἡ ἀνάμνηση τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν καρδιὰ εἶναι πόνος ποὺ προκαλεῖται γιὰ τὴν εὐσέβεια. Ὅποιος ξεχνάει τὸ Θεὸ γίνεται δοῦλος τῶν παθῶν καὶ ἀνάλγητος στὸν πόνο». Ἀλλοῦ πάλι ὁ ἴδιος λέει: «Ὁ νοῦς ὅταν προσεύχεται ἀπερίσπαστος, στενοχωρεῖ τὴν καρδιὰ καὶ τὶς συντετριμμένες καὶ ταπεινωμένες καρδιὲς ὁ Θεὸς ποτὲ δὲν τὶς ἐξουθενώνει».


ΜΕΛΕΤΗΜΑ 12ον

Ἀπὸ τὰ παραπάνω βγαίνει τὸ συμπέρασμα ὅτι πιὸ πολὺ οἱ ἀρχάριοι ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ τὸ κράτημα τῆς ἀναπνοῆς, ὅταν προσεύχονται. Ὅσο γιὰ τοὺς προοδευμένους στὴν ἐργασία τῆς νοερᾶς προσευχῆς, καὶ χωρὶς τὸ κράτημα αὐτὸ μποροῦν ν᾿ αὐτοσυγκεντρώνονται καὶ νὰ προσεύχονται. Ὅμως κι αὐτοί, σὲ στιγμὲς πολέμου λογισμῶν καὶ παθῶν, μὲ τὴ σύμμετρη ἀναπνοή, ποὺ ἐπιβάλλει τὸ κράτημά της, θὰ τὰ καταφέρουν καλύτερα…

Σὲ παρακαλῶ λοιπὸν θερμά, ἀδελφέ μου, μαζὶ μὲ τὴν ἄλλη ἀκολουθία καὶ προσευχή, ποὺ κάθε μέρα διαβάζεις, νὰ καταγίνεσαι καὶ μὲ τὴν καρδιακὴ καὶ νοερὰ αὐτὴ προσευχή, ἔχοντάς την γιὰ ἀδιάλειπτο καὶ παντοτινό σου ἔργο. Ὅταν καλεῖς μέσα ἀπὸ τὴν καρδιά σου τὸν ἐνδιάθετο λόγο τὸ γλυκύ, κοσμοπόθητο καὶ παντοπόθητο ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ, ὅταν ἀναπλάθεις μὲ τὸ νοῦ σου τὸν Ἰησοῦ, ὅταν ποθεῖς καὶ ἀγαπᾶς μ᾿ ὅλη σου τὴ θέληση τὸν Ἰησοῦ, ὅταν ἐπιστρέφεις ὅλες σου τὶς ψυχικὲς δυνάμεις στὸν Ἰησοῦ καὶ ὅταν μὲ συντριβὴ καὶ ταπείνωση ζητεῖς τὸ ἔλεος ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ, σὲ πληροφορῶ ὅτι θὰ ἀπολαύσεις μεγάλη ὠφέλεια καὶ θὰ θερίσεις πλούσιους καρπούς.

Καὶ ἂν δὲν μπορεῖς πάντοτε νὰ καταγίνεσαι μ᾿ αὐτό, γιατὶ θὰ σ᾿ ἐμποδίζουν οἱ φροντίδες κι οἱ ταραχὲς τοῦ κόσμου τούτου, ἔχε τουλάχιστο καθορισμένες μία-δυὸ ὧρες τὴ μέρα- πιὸ πολὺ τὰ βράδυα- κατὰ τὶς ὁποῖες νὰ ἀποσύρεσαι σὲ τόπο ἥσυχο καὶ σκοτεινὸ καὶ νὰ καταγίνεσαι ἐκεῖ ἀπερίσπαστος μὲ τὴν ἱερὴ καὶ πνευματικὴ αὐτὴ ἐργασία. Σίγουρα τότε θὰ ἔχεις καὶ σὺ τὰ ἀποτελέσματα τῆς προσευχῆς ποὺ φανερώνονται πλούσια στὸ πνεῦμα μας, στὰ συναισθήματά μας ἀλλὰ καὶ στὶς ἀποκαλύψεις.


ΜΕΛΕΤΗΜΑ 13ον


Οἱ καρποὶ τῆς νοερᾶς προσευχῆς εἶναι οἱ ἑξῆς:

«Πρῶτος καρπός: Ἐκεῖνος ποὺ κλείνεται μέσα στὴν καρδιά του, ἀποξενώνεται ἀπ᾿ ὅλα τὰ ὡραῖα τῆς ζωῆς καί, καθὼς ζεῖ μέσα στὸ πνεῦμα, δὲν κατακτιέται ἀπὸ τὶς ἐπιθυμίες τῆς σάρκας. Ἀκόμη, ὅταν ὁ νοῦς ἑνὸς ἀνθρώπου συνηθίσει νὰ μένει μέσα στὴν καρδιά, αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος ὄχι μόνον ἀγαπάει νὰ κλείνει τὴν πόρτα τοῦ σπιτιοῦ του καὶ νὰ ἡσυχάζει, ὄχι μόνον νὰ κλείνει τὴν πόρτα τοῦ στόματός του καὶ νὰ σιωπᾶ, ἀλλὰ μὲ τὴν προσευχή του κλείνει καὶ τὴν ἐσωτερικὴ πόρτα τῶν λογισμῶν καὶ δὲν ἀφήνει τὰ πονηρὰ πνεύματα νὰ λαλοῦν μὲ αὐτοὺς ὅσα κακὰ καὶ πονηρὰ θέλουν. Διότι μὲ τοὺς πονηροὺς λογισμοὺς γίνεται ἀκάθαρτος ὁ ἄνθρωπος ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀνακρίνοντος καρδίας καὶ νεφρούς. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Ἅγ. Ἰωάννης τῆς Κλίμακος λέει: «Κλεῖνε καλὰ τὴν πόρτα τοῦ κελλιοῦ σου γιὰ τὸ σῶμα, τὴν πόρτα τῆς γλώσσας γιὰ τὰ λόγια καὶ τὴν ἐσωτερικὴ πόρτα γιὰ τοὺς λογισμούς».

Δεύτερος καρπὸς εἶναι, κατὰ τὸν Θεσσαλονίκης Γρηγόριον, ἡ μὲ τὴ νοερὰ προσευχὴ ἀπόκτηση ταπεινώσεως, πένθους καὶ δακρύων. Ἐρωτᾶ ὁ ἅγιος: «Πῶς νὰ μὴ ταπεινωθεῖ ὁ δυστυχής, ὅταν βλέπει ὅλον τὸν κόσμο τῆς καρδιᾶς του σκοτεινὸ καὶ ζοφώδη ἀπὸ τὸ πυκνὸ σκότος, τὸ ὁποῖο προξενήθηκε σ᾿ αὐτὸν ἀπὸ τὶς τόσες ἁμαρτίες ποὺ ἔκαμε στὴ ζωὴ μὲ λόγια, μ᾿ ἔργα καὶ μὲ λογισμούς;». Γράφει καὶ ὁ Ὅσιος Μάρκος: «Ἐκεῖνος ποὺ εἶναι αἰχμάλωτος τῶν λογισμῶν του, πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ δεῖ τὴν ἁμαρτία ποὺ ἔχει μέσα του, ἀφοῦ σκεπάζεται ἀπὸ τοὺς λογισμούς; Πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ τὴ διακρίνει, ἀφοῦ σκεπάζεται ἀπὸ τὸ σκοτάδι καὶ τὴν ὁμίχλη τῆς ψυχῆς, ποὺ προέρχεται ἀπὸ κακὲς πράξεις;».

Πῶς νὰ μὴ πενθήσει καὶ νὰ μὴ λυπηθεῖ ὁ ταλαίπωρος, ὅταν βλέπει τὸ λογιστικό του μέρος γεμάτο ἀπὸ τόσους ὑπερήφανους λογισμούς; Ἀπὸ τόσους ἄλογους καὶ τόσους βλάσφημους καὶ δαιμονιώδεις λογισμούς; Πῶς νὰ μὴ κλάψει ὁ ἐλεεινός, ὅταν βλέπει τὸ ἐπιθυμητικὸ αἰχμάλωτο ἀπὸ τόσους αἰσχροὺς λογισμοὺς καὶ τόσες ἄτοπες ἐπιθυμίες, καὶ τὸ θυμικό του σὲ τόσες ἄτακτες ὁρμὲς μίσους καὶ φθόνου κατὰ τοῦ πλησίον του; Πῶς νὰ μὴ φωνάζει πρὸς τὸν Κύριον Ἰησοῦν νὰ τὸν ἐλεήσει καὶ νὰ τὸν ἰατρεύσει; Πῶς νὰ μὴ φωνάξει πρὸς τὸν Κύριον Ἰησοῦν, ὅταν βλέπει ὅλον τὸν ἐσωτερικὸν ἄνθρωπον ὄχι ναὸ τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς Χάριτος, ἀλλὰ σπήλαιον τῶν ληστῶν καὶ ἐργαστήριον τῆς ἁμαρτίας καὶ τῶν δαιμόνων; Ὅθεν μὲ τὴν ταπείνωση τούτη καὶ τὸ πένθος καὶ τὰ δάκρυα ἴλεως γίνεται ὁ Θεὸς εἰς αὐτὸν καὶ τὸν ἀνακουφίζει ἀπὸ τὰ πάθη καὶ τὸν ἐλευθερώνει ἀπὸ τὶς προσβολὲς τῶν λογισμῶν καὶ τῶν δαιμόνων…


ΜΕΛΕΤΗΜΑ 14ον

Τρίτος καρπὸς τῆς νοερᾶς προσευχῆς εἶναι ἡ ἐπιστροφὴ τοῦ νοῦ στὴν καρδιὰ καὶ ἡ διαμονὴ σ᾿ αὐτήν, ὁπότε βλέπει ὁ νοῦς τὶς κακὲς κλίσεις τῆς καρδιᾶς, τὶς πονηρὲς κινήσεις τῶν λογισμῶν του, τὶς ἐπιβουλὲς καὶ τὶς κλοπὲς κι ἐνέδρες τῶν ἀκαθάρτων πνευμάτων. Ἔτσι βλέπει καθαρά, σὰν σὲ καθρέπτη, ὅλα του τὰ σφάλματα μέχρι τὰ παραμικρὰ κι ἔτσι ἐπικαλεῖται τὸν Κύριον Ἰησοῦν σὲ βοήθεια καὶ ζητεῖ συγχώρεση, μετανοεῖ, λυπεῖται, προσθέτει πένθος στὸ πένθος, ταπείνωση στὴν ταπείνωση καὶ κάνει ὅσα μπορεῖ, γιὰ νὰ διορθωθεῖ καὶ νὰ μὴν ἁμαρτάνει πλέον. Γιὰ τοῦτο καὶ περὶ τῆς νοερᾶς προσευχῆς εἶπε ὁ Ἅγ. Ἰωάννης τῆς Κλίμακος: «Τὴν κατάσταση ποὺ ἐπικρατεῖ μέσα σου ἡ προσευχή σου θὰ τὴν φανερώσει. Καθρέπτην αὐτὴν ἔχουν δώσει γιὰ τοὺς μοναχούς, οἱ Θεολόγοι».

Τέταρτος καρπὸς τῆς νοερᾶς προσευχῆς εἶναι ἡ καθαρότητα τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως καὶ ἡ μετὰ τὴν κάθαρση διδομένη ὑπερφυσικὴ ἐνέργεια τοῦ Ἁγ. Πνεύματος. Οἱ Ἅγ. Πατέρες μετὰ τὶς νηστεῖες, ἀγρυπνίες, γονυκλισίες καὶ λοιπὲς κακοπάθειες τοῦ σώματος, γιὰ νὰ καθαρίσουν τὴν ἀνθρώπινη φύση ἀπὸ τὰ πάθη, ἐπενόησαν καὶ τὴ μέθοδο τῆς ἐπιστροφῆς τοῦ νοῦ στὴν καρδιά. Ἔτσι ἀφ᾿ ἑνὸς καθαρίζονται εὐκολότερα ὁ νοῦς καὶ ἡ καρδιά, ποὺ εἶναι τὰ πλέον εὐκολότρεπτα στὸ κακὸ καὶ ἀφ᾿ ἑτέρου κάνουν κατάλληλη τὴν ἀνθρώπινη φύση νὰ δεχθεῖ τὴν ὑπερφυσικὴ Χάρη κι ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι μπορεῖ τὸ νὰ ἀγαπήσει ὁ ἄνθρωπος τὸν Θεὸν ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς του, ἐξ ὅλης τῆς καρδίας του, ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος του καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας του, κατὰ τὴν πρώτην ἐντολήν…


ΜΕΛΕΤΗΜΑ 15ον

Πέμπτος καρπὸς τῆς νοερᾶς προσευχῆς εἶναι ὅτι, ἐὰν ὁ νοῦς συνηθίσει νὰ μπαίνει στὴν καρδιὰ καὶ νὰ συνομιλεῖ μὲ τὸν ἐνδιάθετο λόγο καὶ νὰ βρίσκει τὸ θέλημά του, δὲν μένει χωρὶς χαρὰ καὶ εὐφροσύνη. Συμβαίνει δηλαδὴ κάτι παρόμοιο μὲ κάποιον ξενιτεμένο, πού, ὅταν γυρίσει στὸ σπίτι του, χαίρεται καὶ εὐφραίνεται, ποὺ ἀξιώθηκε νὰ δεῖ τὴ γυναίκα καὶ τὰ παιδιά του ὕστερα ἀπὸ τόσα χρόνια ξενιτιᾶς. Ἔτσι συμβαίνει καὶ στὸ νοῦν, ὅταν εἰσέλθει στὴν καρδιά του, καθὼς λέει καὶ ὁ Θεῖος Νικηφόρος ὁ μονάζων: «Ὅπως ὁ ἄνδρας ποὺ ἔλειπε καιρὸ ἀπὸ τὸ σπίτι του, ὅταν ἐπιστρέψει, γίνεται ἔξαλλος ἀπὸ τὴ χαρά του, ἔτσι καὶ ὁ νοῦς, ὅταν ἑνωθεῖ μὲ τὴν ψυχή, γεμίζει ἀπὸ ἀνείπωτη χαρὰ κι εὐφροσύνη».

Ἀφήνω κατὰ μέρος ὅλα τὰ ἄλλα ἀγαθὰ κι ὑπερφυσικὰ χαρίσματα, τὰ ὁποῖα ἀξιώνεται ὁ πιστὸς ἀπὸ τὴ νοερὰ τούτη ἐπιστροφὴ τοῦ νοῦ καὶ τὴν καρδιακὴ προσευχή. Μπορεῖς, ἀδελφέ μου, νὰ φυλάξεις τὸ νοῦ καὶ τὴν καρδιά σου ἂν ὄχι τελείως καθαρὰ καὶ ἀπαθῆ- γιατὶ τοῦτο εἶναι δύσκολο νὰ τὸ πετύχεις μέσα στὸν κόσμο-, τουλάχιστον ὀλιγοπαθῆ καὶ ὅσο σοῦ εἶναι δυνατὸν καθαρά. Ἡ Ἁγ. Γραφὴ λέει: «Φύλαγε τὸν ἑαυτό σου καὶ μὴν ἀφήνεις κανένα κρυφὸ λογισμὸ νὰ γίνει ἀνόμημα στὴν καρδιά σου». Καὶ ὁ Σολομῶν παραγγέλλει: «Πρόσεχε ὅλες τὶς πόρτες τῆς καρδιᾶς σου, γιατὶ ὅλες εἶναι ἔξοδοι πρὸς τὴν ζωήν».

Ὁ Ἅγ. Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ἐκφράζεται ὡς ἑξῆς γιὰ τὴ συνεχῆ ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ:

«Ὁ Ἰησοῦς ἂς εἶναι τὸ γλυκὺ μελέτημα τῆς καρδιᾶς σου.
Ὁ Ἰησοῦς ἂς εἶναι τὸ ἐντρύφημα τῆς γλώσσας σου.
Ὁ Ἰησοῦς ἂς εἶναι τὸ συνεχὲς ἀδολέσχημα καὶ ἡ ἰδέα τοῦ νοῦ σου.
Ὁ Ἰησοῦς ἂς εἶναι ἡ ἀναπνοή σου καὶ ποτὲ νὰ μὴ χορταίνεις ἐπικαλούμενος τὸν Ἰησοῦν.
Ἀπὸ αὐτὴ τὴ συνεχῆ καὶ γλυκύτατη μνήμη τοῦ Ἰησοῦ θέλουν ἐμφυτευθεῖ καὶ γίνουν μεγάλα δένδρα οἱ τρεῖς ἐκεῖνες μεγάλες καὶ θεολογικὲς ἀρετές, ἡ πίστη, ἡ ἐλπὶς καὶ ἡ ἀγάπη».

Λοιπὸν καὶ σύ, ἀδελφέ μου, λέγε τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ μὲ ἀγάπη καὶ δάκρυα, διότι κατὰ τὸν Ἅγ. Ἰσαὰκ «Ἡ θύμηση τῶν ἀγαπημένων προκαλεῖ δάκρυα». Ὅταν ἔτσι κάνεις, ὕστερα ἀπὸ λίγο καιρὸ θὰ ἔχεις τὴ συναίσθηση ὅτι ἡ προσευχὴ τοῦ Χριστοῦ πέρασε ἀπὸ τὰ χείλη στὴν καρδιά σου καὶ στὸν κάθε χτύπο της ἐπαναλαμβάνονται οἱ λέξεις της. Τὰ μάτια σου τότε θὰ σοῦ φαίνεται ὅτι θὰ βλέπουν μὲ τὴν καρδιά σου καὶ μέσα της θὰ νιώθεις κάτι σὰν ἐλαφρὸ πόνο, ἐνῶ στὴ σκέψη σου θὰ βασιλεύει μεγάλη ἀγάπη γιὰ τὸν Κύριον Ἰησοῦν. Ὅποιος ἀσχολεῖται μὲ τὴν ἀδιάκοπη ἐσωτερικὴ προσευχὴ ὄχι μόνο σωφρονεῖ, ἀλλὰ καὶ βλέπει καλὰ καὶ θεολογεῖ: «Ζεῖτε ἁγνὴ πνευματικὴ ζωὴ καὶ τότε δὲν θὰ ὑποκύπτετε στὶς ἐπιθυμίες τῆς σάρκας», λέει ὁ Θ. Παῦλος. Ἡ προσευχὴ εἶναι ἕνα λειτούργημα ποὺ βοηθάει τὸν ἄνθρωπο νὰ ἐπικοινωνεῖ μὲ τὸ Δημιουργό του. Ὅλοι οἱ ἅγιοι Πατέρες στὴν κατὰ κόσμο ζωὴ τοὺς τὴν προσευχὴ εἶχαν κάνει καθημερινὴ ἀπασχόλησή τους καὶ κυριαρχικὸ βίωμά τους.


ΜΕΛΕΤΗΜΑ 16ον

Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης γράφει: Οἱ τρόποι μὲ τοὺς ὁποίους πρέπει νὰ προσεύχεσαι εἶναι δυό, ἐσωτερικὸς καὶ ἐξωτερικός. Ὁ ἐσωτερικὸς εἶναι τὸ νὰ βιάζεσαι νὰ συμμαζώνεις τὸ νοῦ σου στὰ λόγια τῆς προσευχῆς κι ἄλλο κανένα πράγμα νὰ μὴν τὸν ἀφήνεις νὰ συλλογίζεται στοχαζόμενος ὅτι παρίστασαι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Καὶ γιὰ νὰ συμμαζώνεται ὁ νοῦς σου εὐκολότερα βάστα καὶ λίγο τὴν ἀναπνοή σου. Τὴν δὲ καρδιά σου κάνε την νὰ νοστιμεύεται στὰ λεγόμενα, καθὼς νοστιμεύεται καὶ στὰ καλὰ φαγητά. Νὰ ἔχεις ταπείνωση, συντριβὴ καὶ κατάνυξη, καὶ ἄλλοτε μὲν νὰ προσεύχεσαι μὲ τὸ νοῦ καὶ τὴν καρδιά, ποὺ εἶναι καλύτερο, ἄλλοτε δὲ καὶ μὲ τὸ στόμα.

Ὁ δὲ ἐξωτερικὸς τρόπος, κατὰ τὸν αὐτὸν Ἅγ. Νικόδημον, εἶναι τὸ νὰ προσεύχεσαι πότε σκύβοντας κάτω τὴν κεφαλή σου, σὰν τὸν τελώνη, πότε στεκόμενος, πότε γονατιστὸς καὶ πότε σηκώνοντας τὰ χέρια σου. Ὅλοι αὐτοὶ οἱ τρόποι εἶναι μαρτυρημένοι ἀπὸ τὶς Θεῖες Γραφές.

Ὁ καιρὸς τῆς προσευχῆς εἶναι τὸ νὰ προσεύχεσαι στοὺς διορισμένους ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία ἑπτὰ καιροὺς (=ἑσπερινόν, ἀπόδειπνον, μεσονυκτικόν, ὄρθρον καὶ ὦρες) κατὰ τὸ ψαλμικὸ «Ἑπτὰ φορὲς τὴ μέρα Σὲ ὕμνησα». Ἰδιαίτερα νὰ βιάζεις τὸν ἑαυτό σου στὸ νὰ προσεύχεσαι παντοτινὰ καὶ ἀδιάλειπτα, καθὼς παραγγέλλει ὁ Ἀπ. Παῦλος «Ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε». Νὰ προσεύχεσαι λοιπὸν καὶ ὅταν κάνεις τὴν τέχνη σου ἢ ἄλλη σου ὑπηρεσία καὶ νὰ τὶς ἀρταίνεις μὲ τὴν προσευχὴ ὡσὰν μὲ ἁλάτι, κατὰ τὸν Μέγαν Βασίλειον.

Ὁ τόπος τῆς προσευχῆς κατὰ πρώτον λόγον εἶναι ὁ ναός. Κατὰ δεύτερον λόγον νὰ εἶναι ὁ πλέον ἥσυχος τόπος τοῦ σπιτιοῦ σου διότι βλέπουμε καὶ τὸν Ἀπ. Πέτρο ποὺ «ἀνέβη πάνω στὸ δῶμα τοῦ σπιτιοῦ νὰ προσευχηθεῖ».

Λοιπὸν μὲ τέτοιο τρόπο προσευχόμενος ὁμολόγησε ὅτι ὅλη σου ἡ ἐλπίδα καὶ δύναμη εἶναι ἀκουμβισμένη πάνω στὴ δύναμη τοῦ λυτρωτοῦ σου καὶ ὅσο Ἐκεῖνος σὲ κρατάει νὰ μὴ πέσεις, τόσο θέλεις μείνει ὄρθιος καὶ ἀπὸ τοὺς πειρασμοὺς ἀνίκητος! Καὶ συνεχίζει ὁ Ἅγ. Νικόδημος: «Κάμε ἀπόφαση, ὅτι ἀπὸ τώρα καὶ ἐμπρὸς ν᾿ ἀφιερώνεσαι κάθε μέρα στὸ Δεσπότη Χριστὸ καὶ νὰ μὴ ἀποκάμης ζητώντας Του ἔλεος καὶ ὅλα τὰ πρὸς σωτηρίαν αἰτήματα». Καὶ ἂν δὲν σοῦ τὰ δώσει, λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος: «Κι ἂν περάση μήνας κι ἂν χρόνος κι ἂν τρία ἢ τέσσερα καὶ περισσότερα ἔτη, ὥσπου νὰ εἰσακουσθεῖς, μὴ παραιτεῖσαι, ἀλλὰ μὲ πίστη ζήτα πάντοτε ὑπηρετώντας τὸ ἀγαθόν». Ἐπειδὴ βλέπουμε τὸν δίκαιον ἐκεῖνον Ἰσαάκ, ποὺ παρακαλοῦσε τὸν Θεὸ εἴκοσι ὁλόκληρα χρόνια, γιὰ νὰ τοῦ δώσει παιδὶ καὶ ὕστερα τὸν εἰσήκουσε. Καὶ πολλοὶ ἀπὸ τοὺς Ἁγίους ἐφώναζαν στὸ Θεὸ κάθε μέρα «ἔλεος, ἔλεος, ἔλεος», ἄλλος ἐπὶ πενήντα καὶ ἄλλος ἑξήντα χρόνια καὶ ὕστερα ἔπαιρναν τὸ ζητούμενο ἢ στὸν καιρὸν τῆς ζωῆς ἢ στὸν καιρὸ τοῦ θανάτου!

Κατὰ τὸν Μέγα Βασίλειο κάνει τοῦτο ὁ Θεὸς καὶ δὲν μᾶς δίνει εὔκολα τὸ ζητούμενο καὶ γι᾿ ἄλλες αἰτίες, ποὺ Αὐτὸς ξέρει, κυρίως ὅμως, γιὰ νὰ μᾶς κάνει νὰ στεκόμαστε πάντοτε κοντά Του καὶ γιὰ νὰ φυλάξουμε αὐτό, ποὺ πήραμε μὲ τόσες δυσκολίες.

Παρακάλεσε τὸν Κύριον, ἀδελφέ μου, νὰ σοῦ δώσει αὐτὸ τὸ πνεῦμα καὶ χάρισμα τῆς προσευχῆς, μὲ τὸ ὁποῖον ὡσὰν μὲ ἕνα χρυσὸ κλειδὶ νὰ μπορεῖς ν᾿ ἀνοίγεις σὲ κάθε καιρὸ κατὰ τὶς ἀνάγκες σου τοὺς θησαυροὺς τῆς χάριτος καὶ βοήθειάς Του.


ΜΕΛΕΤΗΜΑ 17ον

Ἂς δοῦμε ὅμως τί λένε καὶ οἱ ἄλλοι Ἅγιοι Πατέρες περὶ τῆς νοερᾶς προσευχῆ

Ὁ Ἅγ. Ἡσύχιος γράφει γιὰ τὴ προσευχή: «Ἀπὸ τὴ συνεχὴ μνήμη καὶ ἐπίκληση τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ προέρχεται μέσα στὸ νοῦ μας μιὰ θεϊκὴ κατάσταση. Τοῦτο συμβαίνει, ἂν ἐπικαλούμεθα τὸν Κύριον Ἰησοῦν μὲ θέρμη καρδιᾶς βοῶντες πρὸς Αὐτὸν μέρα-νύχτα, ὁπότε ἡ συνέχεια γεννάει τὴ συνήθεια καὶ ἡ συνήθεια γίνεται δεύτερη φύση!… Ὅταν ἔρθει σ᾿ αὐτὴν τὴν κατάσταση ὁ νοῦς μας, ἐπιζητεῖ τοὺς πολέμιους διαβόλους – ὅπως ὁ κυνηγητικὸς σκύλος τὸ λαγὸ στὸ δάσος – γιὰ νὰ τοὺς ἐξαφανίσει»!

Ὁ Ἅγ. Μακάριος Αἰγύπτιος γιὰ νὰ μᾶς δείξει ὅτι συνέχεια καὶ μὲ προσοχὴ πρέπει νὰ προσευχόμαστε στὸν Θεό, γράφει: «Καθὼς μιὰ οἰκία, ποὺ ἔχει μέσα της τὸν νοικοκύρη, εἶναι καθαρή, ἔτσι καὶ ἡ ψυχὴ ποὺ ἔχει μέσα της τὸ Δεσπότη Χριστὸ διαμένοντα εἶναι πεντακάθαρη, διότι τὸν Κύριο μὲ ὅλους τοὺς πνευματικοὺς θησαυροὺς ἔχει ἔνοικον καὶ ἡνίοχον!.. Οὐαὶ δὲ στὴν ψυχὴν ἐκείνην, τῆς ὁποίας ἀποδημεῖ ὁ Δεσπότης Χριστός!.. Γιατὶ τότε ἡ ψυχὴ αὐτὴ εἶναι ἔρημη ἀπὸ ἀρετὲς καὶ γεμάτη ἀπὸ κάθε ἀκαθαρσία καὶ ἀκαταστασία. Ἐκεῖ σειρῆνες καὶ δαίμονες κατοικοῦν, ὅπως στὴν ἐρημωθεῖσα οἰκία αἴλουροι καὶ σκυλιὰ καὶ κάθε ἀκαθαρσία. Οὐαὶ στὴν ψυχὴν ἐκείνην, ἡ ὁποία δὲν σηκώνεται ἀπὸ τὸ φοβερὸ πέσιμό της καὶ μέσα της ἔχει τοὺς δαίμονες, ποὺ τὴν πειθαναγκάζουν ν᾿ ἀποστρέφεται τὸν Οὐράνιον Νυμφίον της ἀποσπώντας τὸ νοῦ της ἀπὸ τὸ Νυμφίο Χριστὸ καὶ παρασύροντάς τον στὶς βιοτικὲς μέριμνες… Ὅταν δὲ ἡ ψυχὴ αὐτὴ ἐπιστρέψει στὸν Κύριο ἐπικαλούμενη Αὐτὸν νύχτα-μέρα, θὰ «ἐκδικήσει» αὐτήν, ὅπως ὑπεσχέθη, καὶ θὰ καθαρίσει αὐτὴν ἀπὸ τὴν κακία ποὺ ἔχει μέσα της, ὁπότε ἄμωμη καὶ ἄσπιλη νύμφη θὰ παραστήσει αὐτὴν ἐνώπιόν Του.

Ἐὰν δὲν πιστεύεις ὅτι αὐτὰ εἶναι ἀληθινὰ – ὅπως καὶ εἶναι – ἐξέτασε τὸν ἑαυτό σου: α) ἂν σὲ ὁδηγεῖ τὸ Φῶς τὸ ἀληθινὸ καὶ β) ἂν τρώγεις τὴν ἀληθινὴ βρώση καὶ πόση, ποὺ εἶναι ὁ Κύριος (=Θ. Κοινωνία). Ἐὰν ὅμως εἶσαι ἔρημος καὶ στερεῖσαι τούτων, ζήτα μέρα καὶ νύχτα νὰ λάβεις αὐτὰ ποὺ στερεῖσαι.

Ὅταν λοιπόν, ἀδελφέ μου, βλέπεις τὸν αἰσθητὸν Ἥλιον, ὕψωνε τὴ διάνοιά σου στὸν νοητὸν καὶ τοῦτον ζήτησε, γιατὶ εἶσαι τυφλός!. Ὅταν θεωρεῖς φῶς, στρέψε τὴν ψυχή σου καὶ βλέπε, ἂν βρῆκες τὸ ἀληθινὸ καὶ ἀγαθὸ φῶς!… Διότι ὅλος αὐτὸς ὁ φαινόμενος κόσμος εἶναι σκιὰ τοῦ νοητοῦ καὶ ἀοράτου κόσμου. Ἔτσι παρὰ τὸν φαινόμενον ἄνθρωπον ὑπάρχει καὶ ἄλλος ἀφανής!… Καὶ μάτια, ποὺ τύφλωσε ὁ σατανὰς καὶ αὐτιὰ ποὺ ἐκούφανε ὁ μισόκαλος. Καὶ τοῦτον τὸν ἔσω ἄνθρωπον ἦλθε ν᾿ ἀποκαταστήσει ὑγιῆ ὁ Κύριος Ἰησοῦς, «εἰς ὃν ἅμα τῷ Πατρὶ καὶ Πνεύματι Ἁγίῳ πρέπει τιμὴ καὶ δόξα αἰώνιος. Ἀμήν».


ΜΕΛΕΤΗΜΑ 18ον

Ὁ Ἅγιος Νικηφόρος γράφει τὰ παρακάτω γιὰ τὴν πνοὴ καὶ τὴν ἀναπνοή: «…Σὺ λοιπόν, ἀδελφέ μου, ἀφοῦ καθήσεις καὶ συγκεντρώσεις τὸ νοῦ σου, εἰσάγαγε αὐτὸν στὴν ὀπὴ τῆς μύτης, μὲ τὴν ὁποία μπαίνει ὁ ἀέρας, καὶ βίασε τὸ νοῦ σου νὰ συνεισέλθει στὴν καρδιά σου, καὶ δὲν θὰ μείνεις χωρὶς χαρὰ κι εὐφροσύνη!.. Συνήθιζε νὰ μὴν ἐξέρχεται γρήγορα ὁ νοῦς σου ἀπὸ τὴν καρδιά σου, ὅπου εὐχαριστεῖται καὶ κατὰ τὸ λόγο τοῦ Κυρίου «Ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν ἐντὸς ἡμῶν ἐστι». Ὁπότε μὲ τὴν καθαρὴ προσευχὴ ὅλα τὰ ἐκτὸς τὰ ἀποστρέφεται καὶ τὰ μισεῖ».

Ὁ Θεοφύλακτος στὶς Ἐπιστολές του πρὸς τοὺς Μοναχοὺς καὶ τὶς Μοναχές, γράφει: «Ὅλοι οἱ Χριστιανοί, μικροὶ καὶ μεγάλοι, ἄνδρες καὶ γυναῖκες, μάλιστα δὲ οἱ Μοναχοὶ καὶ οἱ Μοναχὲς πρέπει νὰ προσεύχονται καὶ ἐκεῖ ποὺ δουλεύουν τὶς τέχνες τους καὶ ὅταν τρώγουν καὶ ὅταν περπατοῦν λέγοντες πότε μὲ τὸ στόμα καὶ πότε μὲ τὸ νοῦ καὶ τὴν καρδιὰ τὴ σύντομη εὐχὴ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με». Καὶ μ᾿ αὐτὴ ν᾿ ἀρταίνουν καὶ σὰν μὲ ἁλάτι ν᾿ ἁλατίζουν τὶς ἐργασίες τους. Εὐλογοῦνται μ᾿ αὐτὴ ὅλες τους οἱ ὑποθέσεις καὶ ἁγιάζονται τὰ στόματα καὶ οἱ καρδιές τους διὰ τοῦ Ἁγίου Ὀνόματος τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. Γιὰ τοῦτο καὶ ὁ Θεῖος Χρυσόστομος παραγγέλλει σ᾿ ὅλους τοὺς τεχνίτες τοῦτα: «Εἶσαι χειροτέχνης; Ψάλλε. Κάθεσαι; Ψάλλε. Εἶναι μεγάλος βοηθὸς ὁ Ψαλμός».

Ὁ κάθε Χριστιανὸς ὀφείλει πάντοτε νὰ θυμᾶται τὸ Θεὸ καὶ νὰ Τὸν ἀγαπάει. Ἐπειδὴ μ᾿ ὅποιο πράγμα ἔχει δεθεῖ ἡ καρδιά μας, ἐκεῖνο μᾶς τραβάει πάντα κοντά Του, καὶ αὐτὸ πρέπει νὰ εἶναι ὁ Θεός. Κι ὅταν ἡ καρδιά μας ποθεῖ τὸ Θεό, Αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ Κύριος της. Ὄχι μόνον ὅταν εὐτυχοῦμε στὴ ζωή μας, ἀλλὰ καὶ ὅλον τὸν ἄλλο χρόνο νὰ προσευχόμαστε. «Πάντοτε νὰ χαίρεσθε καὶ συνέχεια νὰ προσεύχεσθε», μᾶς συμβουλεύει καὶ ὁ Θ. Παῦλος.

Κατὰ τὴν ἀποστολικὴ ὑποθήκη ὁ καλὸς Χριστιανὸς ὅ,τι κάνει τὸ κάνει γιὰ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι κάθε πράξη καὶ λόγος καὶ κάθε ἐνέργεια ἀποτελεῖ νοερὰ προσευχή. «Προσεύχεται γιὰ μᾶς πάντοτε ὁ νοῦς, ὅταν ξεφράξουμε ὅλες τὶς διεξόδους τῆς μνήμης γιὰ τὸ Θεό, γιατὶ δουλειά του πρέπει νὰ εἶναι οἱ θεάρεστες σκέψεις» λέει ὁ Ἅγ. Διάδοχος. «Ἂς μὴ προφασιζόμαστε λέγοντας πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ προσευχηθεῖ ἐκεῖνος ποὺ ἐργάζεται στὶς βιοτικὲς ἀσχολίες, ἀφοῦ δὲν μπορεῖ τὴν ὥρα τῆς δουλειᾶς νὰ πάει στὸ Ναό. Γιατὶ ὅπου καὶ νὰ εἶσαι μπορεῖς νὰ προσευχηθεῖς. Κανένας τόπος δὲν ἐμποδίζει καὶ καμμιὰ ὥρα δὲν εἶναι ἀκατάλληλη. Κι ἂν τὰ γόνατα δὲν κλίνεις κι ἂν τὸ στῆθος δὲν χτυπήσεις καὶ τὰ χέρια σου στὸν Οὐρανὸ δὲν σηκώσεις, ἀρκεῖ μόνο διάνοια καθαρὴ νὰ δείξεις καὶ δημιούργησες ὅ,τι χρειάζεται γιὰ προσευχή», γράφει ὁ ἱ. Χρυσόστομος. Φοβερὸς εἶναι καὶ ὁ λόγος Γέροντος: «Ἂν ὁ μοναχὸς νομίζει πὼς μόνον ὅταν βρίσκεται σὲ στάση προσευχῆς, τότε μόνον προσεύχεται, ὁ μοναχὸς αὐτὸς καθόλου δὲν προσεύχεται».


ΜΕΛΕΤΗΜΑ 19ον

Ὁ Ἅγ. Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος στὸ λόγο τοῦ περὶ νήψεως καὶ προσευχῆς, λέει τὰ πιὸ κάτω: «Ἀδελφοί, ν᾿ ἀσχολεῖσθε πάντοτε μὲ τὴ νοερὰ προσευχὴ καὶ νὰ μὴν ἀπομακρύνεστε ἀπὸ τὸν Κύριο Ἰησοῦν, μέχρις ὅτου πετύχετε τὰ ἐλέη Του καὶ τοὺς οἰκτιρμούς Του. Νὰ μὴ ζητᾶτε τίποτε ἄλλο εἰμὴ τὸ ἄπειρον αὐτοῦ ἔλεος καὶ τοῦτο ἀρκεῖ γιὰ τὴ σωτηρία σας. Ζητοῦντες δὲ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, νὰ βοᾶτε μὲ ταπεινὴ καὶ συντριμμένη καρδιὰ ἀπὸ τὸ πρωὶ μέχρι τὸ βράδυ καὶ ἂν εἶναι δυνατὸν καὶ ὅλη τὴ νύχτα λέγοντας συνέχεια «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησον ἡμᾶς».

Ὅθεν σᾶς παρακαλῶ, ἀδελφοί, βιάζετε τὸ νοῦ σας στὴν εὐχὴ τούτη μέχρι θανάτου. Γιατὶ τὸ ἔργο αὐτὸ τῆς προσευχῆς ἀπαιτεῖ βία μεγάλη, γιατὶ τὸ πολεμοῦν οἱ δαίμονες καὶ στενὴ καὶ θλιμμένη εἶναι ἡ ὁδός, ποὺ ὁδηγεῖ στὴν αἰώνια ζωὴ καὶ ὅσοι βιάζονται εἰσέρχονται, ὅπως εἶπε καὶ τὸ ἀψευδὲς στόμα τοῦ Κυρίου μας.

Καὶ δεύτερον παρακαλῶ, ἀδελφοί, μὴ ξεκόβετε τὴν καρδιά σας καὶ τὸ νοῦ σας ἀπὸ τὸν Θεό, ἀλλὰ προσέχετε νὰ κρατᾶτε τὴν καρδιά σας καθαρὴ ἀπὸ κάθε πονηρὸ λογισμὸ ἐπικαλούμενοι τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, ἕως ὅτου φυτευθεῖ στὶς καρδιές σας τὸ σωτήριο καὶ πανάγιο ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ καὶ μορφωθεῖ μέσα σας ὁ Χριστός. Τότε θὰ νιώσετε μέσα στὶς καρδιές σας τὰ ὑπερφυσικὰ καὶ οὐράνια αὐτοῦ χαρίσματα καὶ ἐνεργείας καὶ μὴ ξεχνᾶτε ποτὲ ὅτι «ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν ἀνήκει σὲ κείνους ποὺ βιάζουν τὶς θύρες της».

Καὶ τρίτην, ἀδελφοί, παράκληση σᾶς ἀπευθύνω. Μὴ παύσετε μήτε ν᾿ ἀμελήσετε τὸν κανόνα τοῦτο τῆς νοερᾶς προσευχῆς, γιατὶ ἄκουσα νὰ λέγουν οἱ Πατέρες μας: Ἐκεῖνος ποὺ ἀμελεῖ τὸν κανόνα τοῦτον τῆς προσευχῆς δὲν εἶναι Χριστιανός! Γιατὶ ὁ Χριστιανὸς κι ὅταν τρώγει κι ὅταν πίνει κι ὅταν κάθεται κι ὅταν ἐργάζεται κι ὅταν βαδίζει, ὀφείλει νὰ κράζει ἀδιάκοπα μέσα στὴν καρδιά του τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με». Κι αὐτὸ ἵνα ἡ συνεχὴς αὐτὴ ἐνθύμηση τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ κινήσει σὲ πόλεμο τὸ δράκοντα, ποὺ φωλιάζει στὶς καρδιές μας. Καὶ τότε, εἴτε τὰ καλὰ καὶ θεῖα χαρίσματα εἴτε τὰ κακὰ καὶ τὰ πάθη, ποὺ κρύβονται μέσα μας, θὰ βρεῖ καὶ θὰ τὰ γνωρίσει μὲ τὴ νοερὰ Προσευχή, ἡ μὲ αὐτὴν ἀσχολούμενη ψυχή.

Καὶ πρῶτον μὲν θὰ γνωρίσει κάθε ρυπαρὸ καὶ πονηρὸ μολυσμό, δεύτερον δὲ θὰ νιώσει τὰ καλὰ καὶ θεῖα χαρίσματα, διότι ἡ εὐχὴ θὰ καταβάλει ὅλη τὴ δύναμη τοῦ διαβόλου, ποὺ ἐνεργεῖ μέσα μας, καὶ σιγὰ-σιγὰ θὰ τὴν ἐκμηδενίσει! Τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ κατερχόμενο στὰ βάθη τῆς καρδιᾶς μας θὰ κατατροπώσει τὸ δράκοντα τὸν κρατοῦντα τὶς νομὲς τῆς καρδιᾶς μας, θὰ ἐλευθερώσει τὴν ψυχή μας ἀπὸ τὴν ἐξουσία τοῦ διαβόλου καὶ θὰ ζωντανέψει αὐτήν, ποὺ ἦταν νεκρὴ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία! Γιὰ τοῦτο συνέχεια νὰ ἐπικαλεῖσθε τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, μέχρις ὅτου ἡ καρδιὰ καταπιεῖ τὸν Κύριον, καὶ πάλιν ὁ Κύριος καταπιεῖ τὴν καρδιά, κι ἔτσι ἡ καρδιὰ καὶ ὁ Κύριος γίνουν ἕνα πράγμα.

Ἀλλὰ πρέπει νὰ γνωρίζετε ὅτι δὲν μπορεῖτε νὰ πετύχετε αὐτὸ τὸ ἔργο σὲ μιὰ ἢ δυὸ μέρες, ἀλλὰ χρειάζεται καὶ χρόνος μακρὺς καὶ ἀγώνας πολύς, μέχρις ὅτου νὰ ἐξέλθει ἀπὸ τὴν καρδιὰ ὁ σατανάς, νὰ εἰσέλθει δὲ καὶ νὰ ἐνοικήσει καὶ κατοικήσει σ᾿ αὐτὴν ὁ Δεσπότης Χριστός!.. Τοῦτο ἐπιβεβαιώνει καὶ ὁ Θ. Παῦλος γράφοντας: «Ἔχετε νὰ πολεμήσετε ἐχθροὺς ὄχι αἰσθητοὺς καὶ σωματικούς, ἀλλὰ ἀσώματους καὶ ἀόρατους, τοὺς πονηροὺς δαίμονες, τοὺς ἄρχοντες τοῦ σκοτεινοῦ τούτου καὶ παρερχόμενου κόσμου». Ὁ ἴδιος Ἅγιος λέει γιὰ τὴν προσευχή: «Ἡ προσευχή, ὅταν τὴν κάνουμε μὲ τὴν καρδιά μας, ὅσο ἁμαρτωλοὶ κι ἂν εἴμαστε, μᾶς καθαρίζει». Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι πολὺ μεγάλη, ἐνῶ ἐμεῖς, ἂν καὶ εἴμαστε ἁμαρτωλοί, δὲν θέλουμε νὰ δώσουμε οὔτε λίγη ὥρα γιὰ εὐχαριστίες στὸν Θεό, ἀνταλλάσσουμε δὲ τὸ χρόνο τῆς προσευχῆς, ποὺ εἶναι ὁ πιὸ πολύτιμος ἀπ᾿ ὅλους, μὲ βιοτικὲς καὶ ἀνωφελεῖς φροντίδες, ξεχνώντας τὸ Θεὸ καὶ τὸ καθῆκον καὶ τὸ συμφέρον μας. Ἐξαιτίας αὐτοῦ πολλὲς φορὲς παθαίνουμε ἀτυχήματα καὶ δυστυχήματα, τὰ ὁποῖα πάλι ἡ ἀγάπη καὶ ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ τὰ χρησιμοποιεῖ, γιὰ νὰ μᾶς ὁδηγήσει καὶ νὰ μᾶς διδάξει νὰ στρέψουμε τὴν καρδιὰ σ᾿ Ἐκεῖνον καὶ νὰ πετύχουμε τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς μας.


ΜΕΛΕΤΗΜΑ 20ον

Ὁ Ἅγ. Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης στὰ διάφορα συγγράμματά του γράφει: «Αὐτὴ δὲ ἡ στράτα καὶ μέθοδος εἶναι ἡ παντοτινὴ προσευχὴ καὶ ἡ πρὸς τὸν Θεὸν εὐχαριστία διότι ὅποιος συνηθίσει νὰ συνομιλεῖ μὲ τὸν Θεὸ μὲ τὴν προσευχὴ καὶ νὰ εὐχαριστεῖ Αὐτὸν πάντοτε, αὐτὸς εἶναι φανερὸν ὅτι θέλει ἔχει παντοτινὴ καὶ διαρκῆ χαρὰ στὴν καρδιά του!»

Ἂν λοιπὸν ἐσύ, ἀδελφέ μου, θέλεις νὰ ἀκουσθεῖς εὐκολότερα ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ νὰ λάβεις ἐκεῖνο ποὺ τοῦ ζητάς, ἀγωνίζου ὅσο μπορεῖς μὲ τὴ νοερὰ αὐτὴ προσευχὴ παρακαλώντας τὸν Θεὸ μ᾿ ὅλο τὸ νοῦ σου καὶ τὴν καρδιά σου νὰ σ᾿ ἐλεήσει καὶ νὰ σοῦ δώσει ἐκεῖνα, ποὺ εἶναι συμφέροντα γιὰ τὴ σωτηρία σου.

Μάθε καὶ τοῦτο, ὅτι ἡ νοερὰ προσευχὴ ἀπαιτεῖ περισσότερους κόπους ἀπὸ τὴν μὲ τὸ στόμα λαλούμενη. Γι᾿ αὐτὸ καὶ φθάνει στ᾿ αὐτιὰ τοῦ Κυρίου γρηγορότερα καὶ ἀποτελεσματικότερα ἀπὸ τὶς φωνὲς τοῦ στόματος!.. Γιὰ τοῦτο καὶ ὁ Κύριος ἔλεγε στὸ Μωϋσῆ, ποὺ νοερὰ μόνο καὶ μὲ τὴν καρδιά του Τὸν παρακαλοῦσε γιὰ τοὺς Ἰουδαίους: «Τί βοᾶς πρός με»…

Ἡ προσευχὴ εἶναι τόσο ἀναγκαία, ὅσο ἀναγκαία εἶναι καὶ ἡ Θεία Χάρις!.. Καὶ ἂν δὲν προηγηθεῖ ἡ πρώτη, δὲν καταφθάνει ἡ δεύτερη. Δὲν ὑπάρχει ἁμαρτωλὸς ποὺ νὰ προστρέχει στὸν Θεὸ μὲ ταπείνωση, θάρρος καὶ καρτερία καὶ νὰ μὴ ἀκουσθεῖ καὶ βαλθεῖ σὲ καλὴ κατάσταση, διότι ὁ Θεὸς νομοθέτησε νὰ εἶναι ἡ προσευχὴ ἕνα καθολικὸ μέσο καὶ ὄργανο, γιὰ νὰ θεραπεύει ὅλες μας τὶς ἀσθένειες καὶ ὅλα μας τὰ πάθη καὶ νὰ ἀξιωθοῦμε τελικὰ τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν.

Ὁ Ἅγ. Ἰωάννης ὁ Καρπάθιος στὴ Φιλοκαλία λέει: «Ὅταν κατὰ τὴν προσευχὴ τοῦ Ἰησοῦ ἐπικαλούμαστε τὸ Ἅγιον Ὄνομά Του καὶ λέμε «Ἐλέησόν με τὸν ἁμαρτωλόν», τότε σὲ κάθε ἐπίκληση ἡ φωνὴ τοῦ Θεοῦ ἀπαντάει μυστικά: «Υἱέ μου, ἀφίενταί σοι οἱ ἁμαρτίες σου»! Καὶ συνεχίζει λέγοντας πὼς «Ὅταν λέμε τὴν προσευχὴ αὐτή, τὴ στιγμὴ ἐκείνη δὲν διαφέρουμε καθόλου ἀπὸ τοὺς Ἁγίους, τοὺς Ὁμολογητὲς καὶ τοὺς Μάρτυρες»! Καὶ ἀλλοῦ λέγει: «Πολλοὺς ἀγῶνες καὶ κόπους πρέπει νὰ καταβάλλουμε στὴν προσευχή, γιὰ νὰ βροῦμε τὴν ἀθόρυβη καὶ γαληνιαία τῆς διανοίας κατάσταση, ποὺ εἶναι ἕνας ἄλλος Οὐρανὸς στὴν καρδιά μας, μέσα στὸν ὁποῖον κατοικεῖ ὁ Δεσπότης Χριστός»! Τὸ ἴδιο λέει καὶ ὁ Ἀπόστολος: «Δὲν γνωρίζετε ὅτι ὁ Χριστὸς κατοικεῖ μέσα μας; Ἐκτὸς καὶ ἂν εἶσθε ἀνάξιοί της θεϊκῆς Χαρᾶς καὶ δὲν γνωρίζετε τοῦτο».


ΜΕΛΕΤΗΜΑ 21ον

Ὁ Ἡσύχιος γιὰ τὴν προσευχὴ γράφει τὰ ἑξῆς: «Καθὼς εἶναι ἀδύνατο νὰ ζήσει κανεὶς χωρὶς ψωμὶ καὶ νερό, ἔτσι εἶναι ἀδύνατο χωρὶς τὴν προσευχὴ τοῦ νοῦ καὶ τὴν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς νὰ νιώσει ἡ ψυχὴ κάτι τὸ πνευματικὸ ἢ νὰ πράξει κάτι ποὺ ν᾿ ἀρέσει στὸ Θεὸ ἢ νὰ ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ τὴν κατὰ διάνοια ἐνεργουμένη ἁμαρτία καὶ ὅταν ἀκόμα τὴν ἀποφεύγει στὴν πράξη ἀπὸ τὸ φόβο τῆς κολάσεως». Καὶ ὁ Ἡσύχιος ὁ Πρεσβύτερος συμπληρώνει: «Καθὼς εἶναι ἀδύνατον ἄνθρωπος ποὺ περπατάει στὴ γῆ νὰ μὴν ἀναπνέει τὸν ἀέρα τοῦτον, ἔτσι εἶναι ἀδύνατο νὰ καθαρίσουμε τὴν καρδιά μας ἀπὸ τοὺς ἐμπαθεῖς λογισμοὺς καὶ νὰ διώξουμε ἀπ᾿ αὐτὴν τοὺς νοητοὺς ἐχθροὺς δαίμονες χωρὶς τὴ συχνὴ ἐπίκληση τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ! Ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἔχει εὐχὴ καθαρὴ ἀπὸ πονηροὺς λογισμούς, αὐτὸς δὲν ἔχει τὰ ἀπαιτούμενα ὅπλα, γιὰ νὰ μαστιγώνει μὲ τὴν εὐχὴ καὶ νὰ καταφλέγει τοὺς δαίμονες!

Μεγάλο ὄντως ἀγαθό, δοκιμασμένο μὲ τὴν πείρα, παραλάβαμε ἀπὸ τοὺς Πατέρες, τὴ συνεχῆ ἐπίκληση τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ κατὰ τῶν δαιμόνων, μὲ τὴν ὁποία καὶ μόνον ὅποιος θέλει μπορεῖ νὰ καθαρίσει τὴν καρδιά του! Καὶ ἡ Ἁγ. Γραφὴ ἐπιβεβαιώνει: «Ἰσραηλίτες, ἑτοιμάζεστε, γιὰ νὰ ἐπικαλεῖστε τὸ Ὄνομα Κυρίου τοῦ Θεοῦ» καὶ «Συνεχῶς νὰ προσεύχεσθε», καὶ «Χωρὶς ἐμένα τίποτα δὲν μπορεῖτε νὰ κάνετε» καὶ «Ὁ μένων ἐν ἐμοὶ κἀγὼ ἐν αὐτῷ, οὖτος φέρει καρπὸν πολύν». Μεγάλο λοιπὸν ἀγαθὸ εἶναι ἡ εὐχὴ καὶ ὅλων τῶν ἀγαθῶν περιεκτικόν, διότι καθαρίζει τὴν καρδιά, μέσῳ τῆς ὁποίας ὁ Θεὸς φανερώνεται στοὺς πιστούς.

Ὁ Ἅγ. Γρηγόριος ὁ Σιναίτης μας δίνει τὶς πιὸ κάτω συμβουλὲς γιὰ τὴν εὐχή: «Ἀπὸ τοὺς Πατέρες ἄλλοι μὲν ὁρίζουν νὰ λέμε ὁλόκληρη τὴν εὐχή, δηλαδὴ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με», ἄλλοι δὲ τὸ μισό, δηλαδὴ «Ἰησοῦ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με» ποὺ εἶναι εὐκολότερο. Πρέπει ὅμως νὰ ξέρουμε ὅτι κανένας δὲν μπορεῖ νὰ πεῖ Κύριον τὸν Ἰησοῦν, ἂν δὲν ἔχει μέσα του τὸ Ἅγιον Πνεῦμα! Καὶ πάλιν ἄλλοι ἀπὸ τοὺς Πατέρες μὲ τὸ στόμα, ἄλλοι δὲ μὲ τὸ νοῦ διδάσκουν νὰ λέγεται ἡ εὐχή. Ἐγὼ – λέει ὁ Ἅγιος- συνιστῶ καὶ μὲ τὰ δυό, δηλαδὴ καὶ μὲ τὸ στόμα καὶ μὲ τὸ νοῦ, καὶ τοῦτο νὰ γίνεται μέχρις ὅτου μὲ τὴν ἐνίσχυση τοῦ Ἁγ. Πνεύματος μπορέσει ὁ νοῦς συνέχεια νὰ εὔχεται»

Ὅσον ἀφορᾶ τὴ στάση μας τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς, λέει: «Νὰ λέμε τὴν εὐχὴ ἢ καθισμένοι σὲ σκαμνί, ποὺ εἶναι καὶ κουραστικὸ ἢ στὴ συνέχεια στὸ στρῶμα τοῦ κρεββατιοῦ μας γιὰ λίγο, ποὺ δίνει ἄνεση. Ὀφείλει δὲ διαρκῶς νὰ κάθεται, διὰ τὸν εἰπόντα: «Κατὰ τὴν προσευχὴ νὰ ὑπομένετε ὑποφέροντες». Νὰ μὴ σηκώνεται γρήγορα, ἀπὸ τὴν κούραση ποὺ νιώθει στὴν προσευχή, γιὰ νὰ συνηθίσει ἀδιαλείπτως νὰ λέει τὴν εὐχή.

Ἔτσι μὲ σκυμμένο τὸ κεφάλι καὶ συγκεντρωμένο τὸ νοῦ στὴν καρδιὰ νὰ ἐπικαλεῖσαι τὸν Κύριο νὰ σὲ βοηθήσει. Καὶ ὅταν δοκιμάζει ἀκόμη πόνους στοὺς ὤμους καὶ τὸ κεφάλι νὰ ἐπιμένεις καρτερικὰ μὲ θέρμη καὶ ζέση καρδιᾶς!


ΜΕΛΕΤΗΜΑ 22ον

Νὰ μὴ ξεχνᾶμε ποτὲ ὅτι «Ἡ βασιλεία τῶν Οὐρανῶν ἀνήκει στοὺς βιαστὲς καὶ αὐτοὶ τὴν ἁρπάζουν». Γι᾿ αὐτὸ ἡ ὑπομονὴ καὶ ἡ καρτερία σ᾿ ὅλα εἶναι γεννήτρια τῶν πόνων καὶ τοῦ σώματος καὶ τῆς ψυχῆς. Ἂς δοῦμε τώρα τί λέγουν καὶ ἄλλοι πατέρες.

Ὁ Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος: «Κάθησε κάτω μόνος σε σιωπή. Χαμήλωσε τὸ κεφάλι σου. Κλεῖσε τὰ μάτια σου. Ἀνάπνεε ἤρεμα καὶ φαντάσου ὅτι βλέπεις μέσα τῆς καρδιᾶς σου τὰ βάθη. Καὶ μὲ τὸ ρυθμὸ τῆς ἀναπνοῆς σου λέγε: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με». Λέγε τὴν ἐπίκληση αὐτὴ ἐλαφρὰ μὲ τὰ χείλη σου ἢ καλύτερα μὲ τὸ μυαλό σου. Προσπάθησε νὰ διώχνεις κάθε ἄλλη σκέψη καὶ μὲ ὑπομονὴ καὶ ἠρεμία προχώρει ἐπαναλαμβάνοντάς την συνεχῶς.

Ὁ Ἅγ. Γρηγόριος Θεσσαλονίκης συνιστώντας τὴ διδασκαλία τῆς νοερᾶς προσευχῆς σ᾿ ὅλους τοὺς συνανθρώπους μας, γράφει: «Δὲν χρεωστοῦμε μόνο, σύμφωνα μὲ τὴ θέληση τοῦ Θεοῦ, νὰ προσευχόμαστε ἀκατάπαυστα στὸ Ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, ἀλλὰ ἔχουμε ὑποχρέωση νὰ τὴ φανερώνουμε καὶ νὰ τὴ διδάσκουμε στοὺς συνανθρώπους μας, στὸν καθένα, εἴτε ρασοφόρος εἶναι αὐτὸς εἴτε κοσμικός, ἐγγράμματος ἢ ἀγράμματος, ἄνδρας ἢ γυναίκα. Ἀκόμα καὶ στὰ παιδιὰ πρέπει νὰ τὴ διδάσκουμε καὶ νὰ ἐμπνέουμε σ᾿ ὅλους ζῆλον γι᾿ αὐτοῦ τοῦ εἴδους τὴ νοερὰ Προσευχή. Ἔτσι ἐφαρμόζουμε στὴν πράξη τὸ Γραφικὸ λόγιον: «Ἀδελφὸς ὑπὸ ἀδελφοῦ βοηθούμενος ὡς πόλις ὀχυρά».

Διδάγματα ἀπὸ τοὺς βίους τῶν ἁγίων: Ἡ ἱστορία τῶν βίων τῶν ἁγίων της Ἐκκλησίας μας, ἰδιαιτέρως ἐκείνων ποὺ κατανάλωσαν τὴ ζωή τους στὴν προσευχή- προσευχόμενοι συνεχῶς οἱ ἴδιοι, ἀλλὰ καὶ διδάσκοντες τοὺς ἄλλους πῶς νὰ προσεύχονται- ἀποτελεῖ γιὰ μᾶς φωτεινότατο ὁδηγὸ στὸ καθῆκον τῆς Προσευχῆς. Παραθέτουμε ἐδῶ διδακτικὰ ἀποσπάσματα ἀπὸ τοὺς βίους τριῶν ἁγίων μας, τοῦ Ἁγίου Σάββα, τοῦ Ἁγίου Ἀρσενίου καὶ τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου.

Α) Ὁ Θεῖος Σάββας, ὅταν ἔβλεπε κάποιον ποὺ ἐγκατέλειψε τὸν κόσμον καὶ ἔγινε μοναχὸς νὰ ἔχει μάθει μὲ ἀκρίβεια τοὺς κανόνες τῆς μοναχικῆς πολιτείας καὶ νὰ εἶναι ἱκανὸς νὰ ἐπιτηρεῖ τὸ νοῦ του καὶ νικηφόρα νὰ παλεύει μὲ τοὺς ἐνάντιους λογισμούς του, τότε μόνον χορηγοῦσε σ᾿ αὐτὸν κελλὶ στὴ Λαύρα. Βλέπεις, ὅτι ὁ Ἅγιος τὴ φυλακὴ τοῦ νοῦ ἀπαιτοῦσε ἀπὸ τοὺς μαθητές του καὶ τότε μόνον ἐπέτρεπε νὰ μένουν σὲ ἰδιαίτερο κελλί.

Β) Ὁ θαυμαστὸς Ἀρσένιος ἐπιθυμοῦσε τόσο πολὺ τὴ σιωπὴ καὶ ἀπεχθανόταν τόσο πολὺ τὴν ἐπίδειξη, ὥστε σπανίως μιλοῦσε ἀκόμη καὶ περὶ πνευματικῶν θεμάτων. Ἔκρυβε δὲ τὸν ἑαυτό του καὶ μάζευε μέσα του τὸ νοῦ κι ἔτσι εὔκολα ὑψωνόταν πρὸς τὸν Θεὸν ἀναπτερώνοντας τὴ διάνοιά του.

Γ) Ὁ Μέγας Ἀντώνιος πρόσεχε νὰ ἔχει πάντοτε νήφουσα τὴν καρδιά του, γι᾿ αὐτὸ καὶ ἀξιώθηκε νὰ ἔχει προορατικὸ χάρισμα. Γιατὶ σὲ προσέχουσα καρδιὰ ὁ Θεὸς ἐμφανίζεται «ὡσὰν φωτιά, ποὺ καθαρίζει, ἔπειτα δὲ σὰν φῶς ποὺ λαμπρύνει τὸ νοῦ καὶ θεόμορφον αὐτὸν ἀπεργάζεται» κατὰ τὸν Ἰωάννην τῆς Κλίμακος.


ΜΕΛΕΤΗΜΑ 23ον

Περὶ νήψεως καὶ προσευχῆς: Ὁ λογιώτατος καὶ σοφώτατος ὑποδιάκονος Δαμασκηνὸς Στουδίτης ἔγραψε ἕναν ὑπέροχο λόγο γιὰ τοὺς Μοναχοὺς περὶ νήψεως καὶ προσευχῆς. Τὸν μεταφέρουμε ὅπως ἔχει:

«Προσεύχεσθε συνέχεια, χωρὶς ὀργὴ καὶ σκέψεις ξένες πρὸς τὴν προσευχή. Κάθε σκέψη, ποὺ χωρίζει ἀπὸ τὸ Θεό, εἶναι τοῦ διαβόλου, ὁ ὁποῖος, γιὰ νὰ ξεγελάσει τὸ νοῦ καὶ νὰ τὸν ἀπομακρύνει ἀπὸ τὸ Θεό, λέει πολλὰ στὴν καρδιά: Καὶ ἐντολὲς ὑπαγορεύει μέσα μας, ἀλλὰ καὶ φαντάσματα λογικὰ καὶ παράλογα δημιουργεῖ, πού, ὅταν δὲν προσέχουμε, μᾶς κατακτοῦνε. Γιατὶ ὅλος ὁ ἀγώνας τοῦ διαβόλου ἀποβλέπει σὲ τοῦτο: Νὰ ξεμοναχιάσει, σὰν πρόβατο ἀπὸ τὸ κοπάδι, τὸ νοῦ μας ἀποχωρίζοντάς τον ἀπὸ τὸν Θεό, καὶ νὰ μᾶς παρασύρει στὶς κοσμικὲς ἡδονές.

Γι᾿ αὐτὸ ὅλη ἡ προσπάθεια τῆς ψυχῆς πρέπει νὰ στρέφεται στὸ νὰ μὴν ἀποχωρίζεται οὔτε στιγμὴ ὁ νοῦς ἀπὸ τὸν Θεό! Νὰ μὴ δικαιολογεῖ καὶ νὰ μὴ συμφωνεῖ μὲ τοὺς ἀκάθαρτους λογισμοὺς μήτε νὰ προσέχει σ᾿ ἐκεῖνα, ποὺ ὁ παντομίμητος καὶ δεξιοτέχνης ζωγράφος διάβολος παριστάνει μέσα στὴν καρδιά μας ἄλλοτε μὲ εἰκόνες, ἄλλοτε μὲ πρόσωπα, σχήματα καὶ ἄλλους τρόπους. Ἀφοῦ κάνει αὐτὰ ὁ διάβολος, χάνεται ὕστερα, καὶ ὁ ταλαίπωρος ἄνθρωπος, ἂν καὶ βρίσκεται στὸ ἴδιο μέρος, ζεῖ σὲ ἀπάτες νομίζοντας πὼς βρίσκεται σὲ ἄλλους τόπους!... Ἔχει τὴν ψευδαίσθηση πὼς βλέπει καινούργια πράγματα, πὼς συνομιλεῖ μὲ διάφορα πρόσωπα, πὼς ἐξουσιάζει πράγματα ποὺ εἶναι ὅλα τους ἀποτέλεσμα διαβολικῆς πλάνης!..

Ἐπιβάλλεται λοιπὸν νὰ προστατεύετε τὸν ἑαυτό σας, νὰ καθοδηγεῖτε καὶ νὰ χαλιναγωγεῖτε τὸ νοῦ σας, ἀλλὰ καὶ κάθε σκέψη καὶ κάθε ἐνέργεια διαβολικὴ νὰ τὴν κολάζετε καὶ τιμωρεῖτε μὲ τὸ Ὄνομα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ποὺ σώζει τὸν κόσμο ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες. Ὅπου στέκεται τὸ σῶμα, ἐκεῖ ἂς βρίσκεται κι ὁ νοῦς, πού, ὅταν εἶναι προσηλωμένος στὸ Θεό, δὲν ἀφήνει τίποτε ἄλλο νὰ εἰσχωρήσει στὴν καρδιά!.. Ὅταν μάλιστα νιώθεις κάτι σὰν μεσότοιχο ἢ φραγμὸ μέσα στὴν καρδιά σου, ὁμίλει μόνο πρὸς τὸν Κύριο. Κι ἂν κάποτε ὁ διάβολος σοῦ συναρπάσει τὸ νοῦ, μὴν ἀρχίσεις νὰ τὸν σκέφτεσαι, γιατὶ ἡ τέτοια συγκατάθεση τῶν λογισμῶν σου θὰ ὑπολογισθεῖ σὲ βάρος σου κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς κρίσεως ἐνώπιον τοῦ Κυρίου, τότε ποὺ ὁ Θεὸς θὰ κρίνει ὅλα τὰ κρυπτὰ τῶν ἀνθρώπων! Εἶναι κλειστὲς οἱ πόρτες τῆς Βασιλείας σ᾿ ὅποιον δὲν τὰ καταφέρνει νὰ δαμάσει σὲ τούτη τὴ ζωὴ τὰ πάθη του καὶ δὲν ἐκτελεῖ ἀγόγγυστα καὶ μὲ φόβο τοῦ Θεοῦ τὰ ὅσα τοῦ παραγγέλλει ὁ πνευματικός του πατέρας. Τὸ εἶπε καὶ ὁ Κύριος: « Δὲν ἦρθα στὸν κόσμο γιὰ νὰ κάνω τὸ δικό μου θέλημα, ἀλλὰ τὸ θέλημα τοῦ Πατρός, ποὺ γι᾿ αὐτὸν τὸν σκοπὸ μ᾿ ἔστειλε ἐδῶ».

Κάθε ἄρνησή μας σὲ ἐγκόσμια ἀγαθά, ὅταν ὑποφέρουμε καὶ ὑπομένουμε γιὰ τὸν Θεό, ὑπολογίζεται στὸ ἐνεργητικό μας κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς κρίσεως καὶ γινόμαστε τέκνα τῆς Ἀναστάσεως καὶ τῆς αἰώνιας ζωῆς!.. Μακάριος ὁ ἄνθρωπος, ποὺ ὑπομένει καὶ νικάει στὶς δοκιμασίες τῶν πειρασμῶν!.. Αὐτὸς θὰ γίνει ναὸς τοῦ μεγάλου Βασιλέως Χριστοῦ! Μέσα του θὰ κατοικήσει ὁ Κύριος καὶ θὰ περπατήσει κάνοντάς τον κατοικία Του! Ἔχοντας λοιπὸν ὑπόψη τέτοιες ἐπαγγελίες, παραιτηθεῖτε γιὰ πάντα ἀπὸ τὶς γήινες ἀπολαύσεις, καὶ δοθεῖτε στὸν Κύριο καὶ Θεό μας, γιατὶ ἔτσι μονάχα θὰ σᾶς εὐσπλαχνισθεῖ. Καὶ μὴ ζητᾶτε τίποτε ἄλλο ἀπὸ τὸν Κύριο, παρὰ μόνον ἔλεος κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς δόξας Του. Ἀρκεῖ αὐτό. Κι ὅταν Τοῦ τὸ ζητᾶμε μὲ ταπεινὴ καὶ συντριμμένη καρδιά, νὰ λέτε ἀπὸ τὰ βάθη τῆς ψυχῆς σας ἀπὸ τὸ πρωὶ μέχρι τὸ βράδυ- κι ἂν εἶναι δυνατὸ ὅλη τὴ νύχτα- τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν».

Σᾶς παρακαλῶ λοιπὸν βιασθεῖτε. Βιασθεῖτε. Βιασθεῖτε, ξαναλέγω, πιέζοντας τὸ νοῦ σας μέχρι θανάτου! Γιὰ νὰ πετύχετε αὐτὸν τὸν σκοπὸ εἶναι ἀνάγκη νὰ στενοχωρηθεῖτε καὶ νὰ βιασθεῖτε πολύ, γιατὶ εἶναι στενὸς καὶ γεμάτος στενοχώριες ὁ δρόμος ποὺ ὁδηγεῖ στὴ θύρα τῆς αἰώνιας ζωῆς, ὅπου μπαίνουν μόνον ὅσοι ὑποφέρουν βιάζοντας τὸν ἑαυτό τους. Μονάχα γι᾿ αὐτοὺς εἶναι ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.

Παρακαλῶ λοιπὸν μὴ ἀποχωρίζεσθε ἀπὸ τὸν Θεό, μὴν ἀποκρύνετε τὶς καρδιές σας ἀπ᾿ Αὐτόν. Παραμένετε κοντά Του καὶ προφυλάγετε τὴν καρδιά σας ἐνθυμούμενοι πάντα τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Αὐτὸν πάντα ἔχετε μέσα σας καὶ τίποτε ἄλλο, ὥσπου νὰ ριζώσει στὴν καρδιά σας τὸ Ὄνομα τοῦ Κυρίου, ὥσπου νὰ ὁλοκληρωθεῖ μέσα σας ὁ Χριστός!

Καὶ σᾶς παρακαλῶ, μὴν παύσετε ποτέ σας νὰ λέτε τὴν προσευχὴ αὐτή! Γιατὶ ἄκουσα πολλοὺς ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Πατέρες νὰ λένε: Τί μοναχὸς εἶν᾿ ἐκεῖνος, ποὺ ἔχει παύσει νὰ λέει αὐτὴν τὴν προσευχή; Γιὰ νὰ εἶναι ἄξιος τοῦ σχήματός του ὀφείλει εἴτε τρώγει εἴτε πίνει εἴτε περπατεῖ εἴτε διακονεῖ, νὰ λέει συνεχῶς: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με». Μόνον ἡ θύμηση τοῦ Ὀνόματος τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ θὰ σὲ βοηθήσει νὰ πολεμήσεις τὸν ἐχθρό, γιατὶ ἡ βιαζομένη ψυχὴ ὅλα τὰ ἔχει ξεχωρίσει μὲ τὴ βοήθεια τῆς μνήμης τοῦ Κυρίου, εἴτε πονηρὰ εἶναι αὐτὰ εἴτε ἀγαθά. Πρῶτα τὰ κακὰ ἀποξενώνει ἀπὸ τὴν καρδιὰ κι ὕστερα ἱκετεύει καὶ κάνει τὰ καλά. Καθῆκον τῆς μνήμης εἶναι νὰ πολεμήσει τὸν Δράκοντα (δηλ. τὸν σατανὰ) καὶ νὰ τὸν ταπεινώσει. Ἀκόμη, τῆς μνήμης δουλειὰ εἶναι νὰ ἐλέγχει τὴν ἁμαρτία μέσα μας καὶ νὰ τὴν ἐξουδετερώνει. Νὰ νικάει κάθε δύναμη τοῦ διαβόλου μέσα στὴν καρδιά μας τσακίζοντάς την καὶ ξεριζώνοντάς την! Ἔτσι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, ὅταν ἐπικαλούμεθα τὸ ὄνομά Του, κατεβαίνει ὡς τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς μας, γιὰ νὰ ταπεινώσει τὸν δράκοντα, ποὺ βόσκει σ᾿ αὐτὴν καὶ νὰ σώσει τὴν ψυχὴ δίνοντάς της ζωή.

Λέγετε λοιπὸν συνεχῶς τὸ Ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, ὥσπου νὰ καταπιεῖ ἡ καρδιὰ τὸν Κύριο καὶ ὁ Κύριος τὴν καρδιά, καὶ νὰ γίνουν τὰ δυὸ ἕνα. Ὅμως γιὰ νὰ γίνει αὐτό, δὲν εἶναι ἀρκετὴ οὔτε μία ἡμέρα οὔτε δυὸ ἀλλὰ πολὺς χρόνος καὶ καιρός. Χρειάζεται ἀγώνας μεγάλος καὶ καιρὸς πολύς, ὥσπου νὰ ἐκβληθεῖ ὁ ἐχθρὸς καὶ νὰ ἐγκατασταθεῖ μέσα μας ὁ Χριστός. Καὶ ὁ ἀγώνας αὐτὸς δὲν θὰ εἶναι πάλη πρὸς αἷμα καὶ σάρκα, ἀλλὰ πρὸς τὰ πονηρὰ πνεύματα, ὅπως λέει ἡ Γραφή. Ὅσοι λοιπὸν ὑποτάσσονται καὶ φροντίζουν πάντα νὰ εὐχαριστοῦν τὸν Κύριον ὀφείλουν νὰ ταπεινώνουν πάντοτε τοὺς ἑαυτούς των καὶ νὰ τοὺς ὑποβάλλουν σὲ θλίψεις, γιατὶ ἔτσι μόνο θὰ μετάσχουν στὰ ἀγαθὰ τῆς μέλλουσας ζωῆς καὶ τῆς ἀτελεύτητης ἀνάπαυσης.

Σὰς παρακαλῶ λοιπὸν κάθε φορά, πρὶν φᾶτε, νὰ προσεύχεσθε μὲ ταπεινοφροσύνη. Δὲν πρέπει αὐτὸ νὰ γίνεται μὲ γέλια καὶ ἀδιαφορία, γιατὶ ποιὸς εἶν᾿ ἐκεῖνος, ποὺ θὰ τολμήσει νὰ γελάσει μπροστὰ στὸν Βασιλέα, χωρὶς νὰ προκαλέσει τὴν ἀγανάκτησή Του καὶ νὰ ἐπισύρει τὴν τιμωρία;

Ὅταν ψάλλετε, νὰ ψάλλετε μὲ ἠρεμία καὶ μ᾿ ὅλη σας τὴν καρδιά, γιὰ νὰ γεύεται καὶ ἐκείνη τὰ ὅσα λέτε καὶ νὰ νιώθετε ἐκεῖνα ποὺ λέτε ὅτι ἀναφέρονται στὴ δόξα τοῦ Χριστοῦ! Τὰ λόγια σας νὰ βγαίνουν μὲ θέρμη κι ὄχι ἀποχαυνωμένα, γιὰ νὰ παίρνουν μέρος στὴν ἀγρυπνία τὸ σῶμα κι ὁ νοῦς κι ἔτσι ὁλόκληρη ἡ ψυχὴ νὰ προχωρεῖ στὸ δρόμο τοῦ Θεοῦ. Ἀκόμη καὶ πολυσύνθετα τροπάρια μὴ ψάλλετε, γιατὶ ὑπάρχει φόβος νὰ παρασυρθεῖτε ἀπὸ τὴ μελωδία τους.

Ὅποιος θέλει νὰ δεῖ τὸ φῶς τὸ ἀληθινό, ὀφείλει νὰ τηρεῖ ὅλα αὐτὰ μέσα στὴν καρδιά του, τὴ γεμάτη σαρκικὰ πάθη καὶ ἀχρεῖα μολύσματα. Νὰ ἀπαλλαγεῖς ἀπὸ κάθε ἀδυναμία, ἀπὸ θυμοὺς καὶ ταραχές, ἀπὸ περισπασμοὺς καὶ μνησικακίες καὶ μὴ κατακρίνεις γενικὰ τοὺς ἀνθρώπους. Καὶ πρόσεχε νὰ διατηρεῖς πάντοτε τὴ σκέψη σου καὶ τὸ νοῦ σου καθαρὰ ἀπὸ σαρκικοὺς μολυσμούς. Στὴ ζωή σου φρόντιζε νὰ εἶσαι πράος, ταπεινὸς καὶ ἥσυχος, κήρυκας καὶ ὀπαδὸς τῆς εἰρήνης, ἐγκρατὴς στὰ φαγητὰ καὶ στὰ ποτὰ καὶ γιὰ κανένα λόγο νὰ μὴ λείψει ἀπὸ τὰ χείλη σου ἡ προσευχή!.. Γιὰ ὅλα αὐτὰ ἔχε ὡς ἀρχὴ τὴν ἀγάπη, ποὺ εἶναι τὸ κεφάλαιο ὅλων τῶν ἀρετῶν! Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο θὰ κερδίσεις τὴν ἀείφωτη καὶ ἀτελεύτητη ἐκείνη ζωή, γιὰ τὴν ὁποία εὔχομαι σ᾿ ὅλους σας νὰ τὴν ἀπολαύσετε μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Κυρίου μας, τοῦ ὁποίου ἡ δόξα καὶ ἡ δύναμις θὰ βασιλεύουν πάντοτε νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν».


ΜΕΛΕΤΗΜΑ 24ον

Ὅλοι οἱ Ἅγιοι Πατέρες συμφωνοῦν ὅτι μαζὶ μὲ τὴν προσευχὴ ἀπαραίτητη εἶναι καὶ ἡ προσοχὴ (=Νήψη). Ὅπως ὅποιος γεννηθεῖ τυφλὸς δὲν βλέπει τὸ φῶς τοῦ ἡλίου, ἔτσι καὶ ὅποιος δὲν περπατάει μὲ τὸ φῶς τῆς νήψεως δὲν βλέπει σ᾿ ὅλο της τὸ μεγαλεῖο τὴ Θεϊκὴ Χάρη οὔτε καὶ μπορεῖ νὰ ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ τὰ πονηρὰ καὶ μισητὰ ἔργα καὶ λόγια καὶ ἔγνοιες. Αὐτὸς καὶ ἀπὸ τοὺς ἄρχοντες τοῦ σκότους δὲν θὰ μπορέσει νὰ περάσει ἐλεύθερα μετὰ τὸ θάνατό του.

Ἡ προσοχὴ φέρνει παντοτινὴ γαλήνη στὴν καρδιὰ καί, ἀφοῦ τὴν ἀπαλλάξει ἀπὸ ἀνήσυχους λογισμούς, τὴν κάνει ν᾿ ἀναπνέει πάντοτε τὸν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστὸν καὶ ἱκανὴ νὰ καταπολεμάει τοὺς ἐχθρούς της. Καὶ ὅπως εἶναι ἀδύνατη ἡ ζωὴ στὴ γῆ χωρὶς τροφή, ἔτσι καὶ χωρὶς προφύλαξη, προσοχὴ καὶ καθαρότητα τῆς καρδιᾶς δὲν μπορεῖ ἡ ψυχὴ ν᾿ ἀποκτήσει χαρίσματα πνευματικὰ καὶ ν΄ἀρέσει στὸν Θεό.

Ἂς ξέρουμε καὶ τοῦτο, ὅτι ἐμεῖς καὶ οἱ δαίμονες μαζὶ κάνουμε τὶς ἁμαρτίες: Οἱ ἄσαρκοι δαίμονες προξενοῦν μὲ τοὺς λογισμοὺς τὴν ἁμαρτία, ἐνῶ ἐμεῖς μὲ τὶς πράξεις μας ἁμαρτάνουμε. Ἡ προσευχὴ ὅμως τοὺς κατακαίει καὶ τοὺς ἀφανίζει. Αὐτὴ κόβει σὰν μὲ τὸ μαχαίρι τὴν πολυλογία, τὴν εἰρωνεία, τὶς κατακρίσεις καὶ ὅλες τὶς ταπεινὲς ἐπιθυμίες, γιατὶ δὲν ἀνέχεται οὔτε γιὰ μία στιγμὴ νὰ μᾶς ἀποστερήσει ἀπὸ τὴ γλυκύτητά της.

Τὴν τελειότητα τῶν Ἁγίων Πατέρων δὲν μποροῦμε νὰ τὴ φτάσουμε ὅλοι μας, γιατὶ ὅλοι δὲν ἔχουμε τὴν ἴδια προθυμία καὶ δυνατότητα. Γιὰ τοὺς τέλειους ὅλα εἶναι εὐκολοκατόρθωτα. Αὐτοὶ κατὰ τὸν πνευματικὸ νόμο σαββάτισαν, δηλ. δὲν ἔκαναν καμμιὰ χειρωνακτικὴ ἐργασία, ἀλλὰ εὐχαριστιοῦνταν μόνο στὸ νὰ μιλοῦν μὲ τὸν Θεὸ τρεφόμενοι μὲ θεϊκὴ τροφή.

Τὴν προσευχὴ ἄλλοι Πατέρες μᾶς λένε νὰ τὴ λέμε ὁλόκληρη καὶ ἄλλοι μισή. Ὅταν συνεχῶς λέμε τὴν εὐχή, στὴν ἀρχὴ θὰ διαπιστώσει ἡ καρδιά μας τὸ κακὸ ποὺ θὰ φεύγει καὶ μετὰ τὸ καλὸ ποὺ θὰ γίνεται κτῆμα της. Ἡ προσευχὴ ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ θὰ κατέβει στὴν καρδιὰ νικάει τὸ δράκοντα ποὺ μᾶς σπρώχνει στὶς ἁμαρτίες καὶ μᾶς δίνει τὴν ἀληθινὴ ζωή!.. Ἐπίμενε λοιπὸν στὴν ἀδιάκοπη ἐπίκληση τοῦ Ὀνόματος τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, γιὰ νὰ καταπιεῖ ἡ καρδιά σου τὸν Κύριο καὶ ὁ Κύριος τὴν καρδιά σου, καὶ νὰ γίνουν τὰ δυὸ ἕνα. Ξέρε ὅμως πὼς τὸ ἔργο αὐτὸ δὲν τελειώνει σὲ μία καὶ δυὸ μέρες. Ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ πολὺ καιρὸ καὶ μεγάλο ἀγώνα, γιὰ νὰ διωχθεῖ ὁ ἐχθρὸς ἀπὸ τὴν καρδιά μας καὶ νὰ κατοικήσει στὴ θέση του ὁ Κύριος.


ΜΕΛΕΤΗΜΑ 25ον

Ὅσο γιὰ τοὺς ἀρχάριους, μποροῦν ἄλλοτε νὰ λένε ὁλόκληρη τὴν εὐχὴ κι ἄλλοτε ἕνα μέρος της, ὅπως: «Ἰησοῦ μου, ἐλέησόν με». Ὅμως μέσα στὴν καρδιά μας πάντοτε. Ἔτσι πετυχαίνουμε τὴ θέρμη τῆς καρδιᾶς καὶ στὴ συνέχεια τὰ δάκρυα, μὲ τὰ ὁποῖα ἡ ψυχὴ δέχεται τὴν εἰρήνη τῶν λογισμῶν. Τότε ἀποκτοῦμε τὴν καθαρότητα τοῦ νοῦ καὶ μποροῦμε νὰ ἐξηγοῦμε τὰ μυστήρια του Θεοῦ καὶ νὰ καταλαβαίνουμε τὶς θεϊκὲς ἀποκαλύψεις καὶ τὰ σημεῖα… Τὸ τέλος ὅλων αὐτῶν εἶναι ἡ ἀγάπη καὶ ὁ θεϊκὸς πόθος γιὰ τὸν Κύριον Ἰησοῦν.

Ὁ ἀρχάριος στὴν πνευματικὴ ζωὴ μοιάζει μὲ κεῖνον ποὺ περπατάει νύχτα στὸ σκοτάδι καὶ δὲν βλέπει ποὺ πηγαίνει. Ὁ μεσαῖος μοιάζει μὲ κεῖνον ποὺ περπατάει σὲ ξάστερη νύχτα. Τοῦτον θαμποφέγγουν τὰ ἀστέρια, ἀλλὰ πολλὲς φορὲς σκοντάφτει καὶ πέφτει ἀπὸ τὶς πέτρες. Ὁ τρίτος μοιάζει μὲ κεῖνον ποὺ περπατάει μὲ ὁλόφωτο φεγγάρι. Ὅσο γιὰ τὸν τέλειο, αὐτὸς μοιάζει μὲ κεῖνον ποὺ περπατάει καταμεσήμερο μὲ τὸν ἥλιο καὶ βλέπει καθαρὰ καὶ διακρίνει τὰ ἐμπόδια καὶ δὲν σκοντάφτει. Ὁ τέλειός με ὑπερφυσικὴ δύναμη αἰσθάνεται ἐλαφρὸ τὸ σῶμα του καὶ φωτίζεται ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Γι᾿ αὐτὸ μερικοὶ ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Πατέρες πέρασαν ποτάμια καὶ θάλασσες χωρὶς νὰ βραχοῦν. Περπάτησαν δρόμους μακρινούς σε λίγες στιγμές. Ἐνῶ στέκονταν σὲ προσευχή, τὸ σῶμα τοὺς ἀνέβαινε ψηλά. Ἄλλοι μέσα στὴν κάμινο τοῦ πυρὸς δὲν καίγονταν.

Γι᾿ αὐτὸ λοιπόν, ἀδελφοί μου, ἐπειδὴ τέτοιας λογῆς ἀγαθὰ βρίσκονται μπροστά μας νὰ τὰ ἀποκτήσουμε σ᾿ αὐτὸν ἐδῶ τὸν κόσμο, ἂς μὴν ἀμελήσουμε νὰ τὰ κατακτήσουμε μὲ τὴν πνευματικὴ αὐτὴ ἐργασία τῆς νοερᾶς προσευχῆς. Κι ἂν θέλεις νὰ μάθεις τὸν τρόπο, δὲν ἔχεις παρὰ νὰ μιμηθεῖς ἐκεῖνον ποὺ παίζει κιθάρα: Ἐκεῖνος γέρνει τὸ κεφάλι του στὸ στῆθος του καὶ μετὰ ἀρχίζει νὰ χτυπάει τὶς χορδές της μὲ τὴν πένα του ἔτσι ἀναγκάζει τὴν κιθάρα νὰ βγάζει μελωδία, ἡ ὁποία κάνει τὸν κιθαρωδὸ νὰ πηδάει ἀπὸ τὴ γλυκύτητά της.. Ἔτσι κάνε καὶ σύ, ἀδελφέ μου: Γιὰ κιθάρα ἔχε τὴν καρδιά σου, γιὰ χορδὲς τὶς αἰσθήσεις σου καὶ γιὰ πένα τὴ διάνοια, ποὺ μὲ τὸ λογιστικὸ κινεῖ τὴν προσευχὴ προσεκτικά. Καὶ ἐπειδὴ ἡ προσευχὴ εἶναι ἐνθύμηση τοῦ Θεοῦ, φέρνει ἀνείπωτη ἡδονὴ στὴν ψυχὴ καὶ μᾶς κάνει νὰ βλέπουμε νοερὰ τὸ Θεῖο Φῶς. Ἂν ὅμως δὲν κλείσουμε τὶς αἰσθήσεις τοῦ σώματος, δὲν μποροῦμε νὰ δοῦμε ν᾿ ἀναβλύζει ὁρμητικὰ τὸ νερὸ τοῦ Ἁγ. Πνεύματος, πού, ὅταν κατοικήσει στὴν ψυχή, γεμίζει ἐσωτερικὰ τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ θεϊκὴ δροσιὰ καὶ πνεῦμα καὶ ἐξωτερικὰ ὁλόκληρο τὸν κάνει πύρινο.

Ἀλλά, κι ὅταν ὁ νοῦς φωτισθεῖ καὶ καθαρισθεῖ, ἂν δὲν καταγίνεται συχνὰ μὲ τὴν προσευχή, ἀφήνοντας ὅλες τὶς φροντίδες τοῦ κόσμου, εὔκολα πάλι σκοτίζεται. Μόνον ὅποιος ταίριαξε προσευχὴ καὶ γνώση, προφυλάγει τὸ νοῦ του ἀπὸ παραστρατήματα. Μόνον αὐτὸς δὲν φοβᾶται κρότους οὔτε βροντὲς οὔτε χτύπους ποὺ προκαλοῦν οἱ δαίμονες. Καὶ τοῦτο, γιατὶ ἡ ψυχή του πληγώθηκε ἀπὸ τὸ θεῖο ἔρωτα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ Τὸν ἀκολουθεῖ σὰν ἀδελφό του.

Τέλος, ἀδελφέ μου, προσεύχεσαι καλά, ὅταν μετὰ τὴν προσευχὴ ἀκολουθεῖ παντοτινὴ κατάνυξη καὶ συντριβὴ τῆς καρδιᾶς κι ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον. Κάθε ἀντίθετο μ᾿ αὐτὰ εἶναι ὁλοφάνερα πλάνη. Γιατὶ πρέπει νὰ ἔχεις ὑπόψη σου ὅτι, ὅταν ὁ νοῦς καὶ ἡ καρδιὰ ἀρχίσουν νὰ νιώθουν τὴν παρηγοριὰ τοῦ Ἁγ. Πνεύματος, τότε καὶ ὁ σατανὰς προσπαθεῖ νὰ ἑλκύσει τὴν ψυχὴ μὲ κάποια γλυκοφανὴ αἴσθηση.


ΜΕΛΕΤΗΜΑ 26ον

Ὁ Ἅγ. Ἰω. Χρυσόστομος ἔγραψε σὲ κάποιον ἡγούμενο περὶ προσευχῆς: «Ν᾿ ἀγωνίζεσαι μ᾿ ὅλες σου τὶς δυνάμεις νὰ κρατᾶς τὸ νοῦ σου στενὰ δεμένο μὲ τὸν Θεό. Ν᾿ ἀποφεύγεις τὶς συνομιλίες μὲ τοὺς αἰσχροὺς λογισμοὺς καὶ ὅλες τὶς πονηρὲς ἔννοιες, ποὺ ὁ σατανὰς μπάζει στὴν καρδιά μας ξυπνώντας τὰ πάθη μας καὶ φτιάχνοντας μὲ τὴ φαντασία διάφορα πρόσωπα. Σ᾿ ὅποιον ὁ δαίμονας βρεῖ ἀνοιχτὴ τὴν πόρτα τῆς καρδιᾶς του, μπαίνει μέσα καὶ σχηματίζει τὶς ψυχολέθριες εἰκόνες του. Καὶ ἐνῶ βρίσκεται σὲ τόπο ἐρημικό, νομίζει ὅτι ζεῖ καὶ κινεῖται σὲ πόλεις καὶ ἀγορὲς συνομιλώντας μ᾿ ἀνθρώπους καὶ ἀποφασίζοντας πράγματα, ποὺ εἶναι γεννήματα τῆς πλάνης τοῦ σατανᾶ». Καὶ συνεχίζει ὁ ἴδιος: «Κάθε λογισμὸς ποὺ ξεμακραίνει τὸ νοῦ μας ἀπὸ τὸν Θεὸ προέρχεται ἀπ᾿ τὸ σατανά, ποὺ παρακινεῖ τάχα νὰ κάνει καλὰ ἔργα, ν᾿ ἀγαπάει τὸν πλησίον, γιὰ νὰ μᾶς μακρύνει ἀπὸ τὸν Θεό. Γι΄αὐτὸ καὶ ὁ Ἅγ. Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος λέει: «Μακάριος εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ὑπομένει τοὺς πειρασμούς, γιατί, ὅταν βγεῖ νικητὴς ἀπ᾿ αὐτὴ τὴ δοκιμασία, θὰ λάβει τὸ στεφάνι τῆς ζωῆς».

Μποροῦμε νὰ παλέψουμε νικηφόρα μὲ τὴν πονηρία τῶν δαιμόνων, ὅταν εἴμαστε ταπεινοί, ἐγκρατεῖς, προσέχουμε καὶ προσευχόμαστε… Καὶ ὁ Ἅγ. Μακάριος γράφει: Τὸ κυριώτερο καὶ σπουδαιότερο μέλημα κάθε ἀγωνιστοῦ Χριστιανοῦ εἶναι νὰ μπεῖ στὴν καρδιά του καὶ ν᾿ ἀρχίσει πόλεμο μὲ τὸ σατανά καὶ νὰ τὸν βγάλει ἀπὸ μέσα του. Ἔτσι ἀντιπαλεύοντας μὲ τοὺς πονηροὺς λογισμοὺς γίνεται ἀδιάλλακτος ἐχθρός του. Ἂν ὅμως προσπαθεῖ ἐξωτερικὰ νὰ φυλάγει μόνο τὸ σῶμα του ἀπὸ κάθε φθορὰ καὶ πορνεία, ἐνῶ ἀπὸ μέσα του ἁμαρτάνει μὲ τὶς σκέψεις του ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, σὲ τίποτε δὲν ὠφελεῖται κι ἂν ἀκόμη μένει παρθένος στὸ σῶμα. «Καθένας ποὺ βλέπει λάγνα μιὰ γυναίκα, ἤδη τὴν ἐμοίχευσε μέσα στὴν καρδιά του», εἶπε ὁ Κύριος. Ὑπάρχει πορνεία ποὺ γίνεται μὲ τὸ σῶμα, ὅπως καὶ πορνεία ποὺ γίνεται μὲ τὴν ψυχή, ὅταν ἑνώνεται μὲ τὸ σατανά. Ξέρε ὅτι τῆς Θείας Χάριτος οἱ ἐνέργειες εἶναι εὐκολοδιάκριτες καὶ φανερὲς κι ὅτι ὁ δαίμονας, ὅσο κι ἂν μεταμορφωθεῖ, δὲν μπορεῖ νὰ πετύχει, γιατὶ οἱ ἐνέργειες τῆς Θείας Χάριτος ἔχουν ὡς ἀποτέλεσμα τὴν πραότητα, τὴν ταπείνωση, τὴν ἀποστροφὴ ἀπὸ τὰ ἐγκόσμια καὶ τὴν ἀπονέκρωση τῶν ἡδονῶν καὶ τῶν παθῶν, πράγματα ποὺ μόνο ἡ Θεία Χάρη μας χαρίζει. Τοῦ δαίμονα οἱ ἐνέργειες προκαλοῦν μέσα μας τὴν κουφότητα, τὴν ὑπερηφάνεια, τὴ δειλία καὶ κάθε κακία. Ἀπὸ τὰ ἀποτελέσματα μπορεῖς νὰ καταλάβεις ἂν τὸ φῶς ποὺ νιώθεις μέσα σου εἶναι τοῦ Θεοῦ ἢ τοῦ σατανᾶ. Τὸ κρασὶ στὰ μάτια μας μοιάζει μὲ τὸ ξύδι. Ὅμως στὸ στόμα μας ἡ γεύση τους δείχνει τὴ διαφορά. Ἔτσι συμβαίνει καὶ μὲ τὴ ψυχή: Μὲ τὴ δική της γεύση ξεχωρίζει πολὺ καλὰ τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγ. Πνεύματος ἀπὸ τὰ δημιουργήματα τοῦ σατανᾶ.


ΜΕΛΕΤΗΜΑ 27ον

Ὁ νοῦς μας μόλις ξεκοπεῖ ἀπὸ τὶς σωματικὲς ἀπολαύσεις, στρέφεται πρὸς τὴν ταιριαστὴ σ᾿ αὐτὸν νοερὰ τροφή, δηλαδὴ τὴν ἀνάγνωση τῶν Θείων Γραφῶν καὶ τὴν ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν, καὶ ἀσχολεῖται μὲ τὴ νοερὰ προσευχή. Τέχνασμα τῶν φθονερῶν δαιμόνων εἶναι νὰ καταπαύουν πρὸς καιρὸν τὸν νοητὸ πόλεμο. Μᾶς φθονοῦν οἱ παγκάκιστοι γιὰ τὶς ὠφέλειες καὶ τὶς γνώσεις ποὺ κερδίζουμε, ὅταν πλησιάζουμε πρὸς τὸν Θεὸ κερδίζοντας τὸν ἐναντίον τους πόλεμο. Γι᾿ αὐτὸ ἀποσύρονται πρὸς καιρὸν μὲ σκοπὸ νὰ μᾶς καταστήσουν ἀμέριμνους καὶ ὕστερα νὰ ἐπιπέσουν ξαφνικὰ ἐναντίον μας, γιὰ νὰ μᾶς παρασύρουν σὲ κάθε λογῆς ἁμαρτία. Ἐμεῖς ὅμως ἂς προσευχόμαστε παντοτινὰ μὲ πολλὴ ταπείνωση σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου μας.

Δυὸ εἶναι τὰ φτερά, ποὺ μποροῦν νὰ ὑψώσουν τὸν ἄνθρωπο πάνω ἀπὸ τὴ γῆ: Ἡ καθαρότητα καὶ ἡ ἁπλότητα τῆς καρδιᾶς. Πρέπει νὰ εἶσαι ἁπλὸς στὶς πράξεις σου καὶ καθαρὸς στὶς σκέψεις σου καὶ στὰ αἰσθήματά σου. Μὲ τὴν καθαρὴ καρδιὰ θ᾿ ἀναζητᾶς τὸν Θεὸ καὶ μὲ τὴν ἁπλότητα θὰ τὸν βρίσκεις καὶ θὰ τὸν χαίρεσαι. Ὅταν θὰ ἔχεις ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ τὶς ἐσωτερικὲς κακίες καὶ ἡ ψυχή σου θὰ εἶναι ἐλεύθερη, ὅλα τὰ καλὰ ἔργα θὰ σοῦ εἶναι εὔκολα. Ὅταν σκοπός σου εἶναι ἡ εὐεργεσία τῶν ἀδελφῶν σου καὶ ἡ ἐκτέλεση τοῦ Θείου Θελήματος, τότε ἡ καρδιά σου θὰ πλημμυρίζει ἀπὸ ἐσωτερικὴ χαρά, ποὺ μόνον ἡ ἐλεύθερη ἀπὸ πάθη ψυχὴ τὴν χαρίζει. Ὅταν ἡ καρδιά σου εἶναι καθαρή, ἀπ᾿ ὅλα μπορεῖς νὰ ὠφελεῖσαι καὶ νὰ διδάσκεσαι. Σ᾿ ὅλα τὰ δημιουργήματα θὰ βλέπεις τότε τὴν ἄπειρη ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ. Ἡ καθαρὴ καρδιὰ περνάει εὔκολα τὶς πύλες τοῦ οὐρανοῦ!

Ὁ ἄνθρωπος κρίνει τὰ ἐξωτερικὰ πράγματα ἀνάλογα μὲ τὶς ἐσωτερικές του διαθέσεις. Ἂν πράγματι ὑπάρχει στὸν κόσμο χαρά, μόνον ὁ ἀγαθὸς ἄνθρωπος τὴν καταλαβαίνει. Κλῆρος δὲ τῆς πονηρῆς καὶ ἀκάθαρτης καρδιᾶς εἶναι ἡ λύπη καὶ ἡ στενοχώρια. Ἡ Ἁγία Συγκλητικὴ λέει: Ὅπως τὸ πλοῖο καταποντίζεται ἀπὸ δυὸ αἰτίες – ἢ ἀπ᾿ ἔξω, ἀπὸ τὰ κύματα τῆς θάλασσας ἢ ἀπὸ μέσα ἐξαιτίας βλάβης τῆς ἀντλίας του – ἔτσι καὶ ἡ ψυχή: Βλάπτεται καὶ καταβυθίζεται ἢ ἀπ᾿ ἔξω ἀντιλαμβανόμενη τὰ πράγματα μὲ τὶς αἰσθήσεις της ἢ ἀπὸ μέσα, ἀπὸ τοὺς κακοὺς λογισμοὺς καὶ τὰ πάθη, ποὺ βρίσκονται μέσα στὴν καρδιά. Γιὰ τοῦτο εἶναι ἀνάγκη νὰ προφυλάγει ὁ ἄνθρωπος τόσο τὶς αἰσθήσεις του ἀπὸ τὰ ἡδονικὰ καὶ βλαβερὰ πράγματα ὅσο καὶ τὴν καρδιά του ἀπὸ τοὺς πονηροὺς λογισμοὺς καὶ τὰ πάθη.


ΜΕΛΕΤΗΜΑ 28ον

Ὅταν διατηρεῖς καθαρὴ τὴν καρδιά σου, διατηρεῖς καὶ τὶς ἀρετές. Ἑπόμενο εἶναι τότε νὰ φυλάγεσαι καὶ ἀπὸ τὰ παρὰ φύση κακά. Τότε ὅσο περνάει ὁ καιρὸς μὲ τὴ βοήθεια τοῦ γλυκύτατου Ἰησοῦ τόσο καὶ θ᾿ ἀνεβαίνεις πρὸς τὰ ὑπερφυσικά. Γιατὶ ἀνασκαλεύοντας μὲ τὴ νοερὰ προσευχὴ θὰ βγάλεις τὸ χῶμα καὶ τὴ στάχτη τῶν παθῶν καὶ τῶν πονηρῶν λογισμῶν καὶ προλήψεων ἀπὸ τὴν καρδιά σου καὶ θὰ ξεσκεπάσεις τὸν σπινθήρα τῆς Θείας Χάριτος, πράγμα ποὺ θὰ σοῦ φέρει ἀνείπωτη χαρὰ καὶ θὰ σοῦ προκαλέσει γλυκύτατα δάκρυα. Ἔπειτα σώριασε σ᾿ αὐτὸν γιὰ ξύλα καὶ φρύγανα τὶς ζωοποιὲς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου κι ὅλες τὶς ἐπίκτητες ἀρετές σου καὶ φύσηξε μὲ μεγάλη ὄρεξη κι ἀγάπη. Θ᾿ ἀνάψει τότε μέσα στὴν καρδιά σου μιὰ πρωτόγνωρη καὶ ὑπερφυσικὴ φλόγα, ποὺ ἡ λάμψη της θὰ φωτίσει τὸ νοῦ σου καὶ θὰ σοῦ χαρίσει γνώσεις καὶ ἱκανότητες.

Ἔτσι θὰ νιώσεις ὅλον τὸν ἐσωτερικό σου κόσμο νὰ γίνεται ναὸς καὶ κατοικία τοῦ Ἁγ. Πνεύματος καὶ τὴν καρδιά σου ἱερὸ θυσιαστήριο καὶ Ἁγία Τράπεζα. Τὸ νοῦ σου θὰ τὸν νιώσεις σὰν ἱερέα, τὴ θέλησή σου σὰν θυσία καὶ τὴν προσευχή σου σὰν εὐωδιαστὸ ἄρωμα ν᾿ ἀναπέμπεται στὸν Θεό.

Κάποιος ἀδελφὸς ρώτησε κάποτε τὸν Ἀββᾶ Ἀγάθωνα: Ποιὸ ἀπὸ τὰ δυὸ ἀξίζει περισσότερο, ὁ σωματικὸς κόπος ἢ ἡ προφύλαξη τοῦ νοῦ καὶ τῆς καρδιᾶς, κι ἐκεῖνος ἀπάντησε: «Ὁ ἄνθρωπος μοιάζει μὲ δένδρο. Ὁ σωματικὸς κόπος εἶναι τὰ φύλλα τοῦ δένδρου καὶ ἡ προφύλαξη τοῦ νοῦ καὶ τῆς καρδιᾶς οἱ καρποί του. Ἐπειδὴ δὲ εἶπε ὁ Κύριος «Κάθε δένδρο ποὺ δὲν κάνει καλοὺς καρποὺς πρέπει νὰ κόβεται καὶ νὰ καίγεται», γίνεται φανερὸ ὅτι ὅλες οἱ προσπάθειες πρέπει ν᾿ ἀποβλέπουν στὴν παραγωγὴ καρπῶν, δηλαδὴ στὴν προφύλαξη τοῦ νοῦ καὶ τῆς καρδιᾶς. Ὅμως ἔχουμε καὶ τὴν ἀνάγκη τῶν φύλλων γιὰ σκέπη καὶ καλλωπισμὸ αὐτὰ εἶναι ὁ σωματικὸς κόπος».

Πόσο ὑπέροχα μίλησε ὁ Ἅγιος αὐτὸς γιὰ ὅσους δὲν προφυλάγουν τὸ νοῦ τους καὶ τὴν καρδιά τους καὶ ἀρκοῦνται νὰ ὑπερηφανεύονται γιὰ τὶς χειρωνακτικὲς δουλειές, λέγοντες ὅτι ὅποιος Χριστιανὸς ἀσχολεῖται μονάχα μὲ τὰ πρακτικὰ πρέπει νὰ ξεριζώνεται καὶ νὰ καίγεται!.. Φριχτὴ εἶναι, Πάτερ, ἡ γνώμη σου γι᾿ αὐτοὺς ποὺ δὲν προφυλάγουν νοῦ καὶ καρδιά!… Ἐὰν λοιπὸν ἐπιθυμεῖς ν᾿ ἀναδειχθεῖς νικητὴς τῶν παθῶν σου, μπὲς μέσα στὸν ἑαυτό σου μὲ τὴν εὐχὴ καὶ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ καί, ὅταν φθάσεις στὰ βάθη τῆς καρδιᾶς σου, ζήτησε νὰ βρεῖς τοὺς τρεῖς φοβεροὺς γίγαντες: Τὴν ξεχασιά, τὴν τεμπελιὰ καὶ τὴν ἄγνοια. Αὐτὰ εἶναι τὰ μοναδικὰ στηρίγματα τῶν νοητῶν ἐχθρῶν. Καὶ ἀπ᾿ αὐτὰ φυτρώνουν καὶ μεγαλώνουν στὶς ψυχὲς τῶν φιληδόνων ὅλα τὰ πάθη τῆς κακίας.


ΜΕΛΕΤΗΜΑ 29ον

Ἡ προσευχὴ χωρὶς τὴν ταπείνωση εἶναι δῶρο ἄδωρο. Ἡ ταπείνωση εἶναι ἡ στολὴ τῆς Θεότητας. Γι᾿ αὐτὸ χρειάζονται πολλοὶ κόποι καὶ προσευχὲς γιὰ τὴν ἀπόκτησή της. Σ᾿ ἕναν ἄνθρωπο εὔκολα μπορεῖς νὰ βρεῖς μερικὲς ἀρετές, δύσκολα ὅμως θὰ μπορέσεις νὰ μυρίσεις σ᾿ αὐτὸν μυρωδιὰ ἀπὸ ταπείνωση. Ὁ διάβολος παντοῦ στὴν Ἁγία Γραφὴ ἀποκαλεῖται ἀκάθαρτο πνεῦμα, γιατὶ ἔβγαλε ἀπὸ μέσα του τὴν ταπείνωση καὶ ἀγάπησε τὴν περηφάνεια. Ἐξάλλου, ποιὰ ἄλλη ἀκαθαρσία μπορεῖ νὰ βγάλει ὁ ἄυλος καὶ ἀσώματος διάβολος γιὰ νὰ ὀνομασθεῖ ἀπ᾿ αὐτὴν ἀκάθαρτος; Φανερὸ λοιπὸν γίνεται ὅτι γιὰ τὴν ὑπερηφάνειά του ὀνομάσθηκε ἀκάθαρτο πνεῦμα καὶ ἀπὸ καθαρὸς καὶ φωτεινὸς ἄγγελος ἔγινε ἀκάθαρτος. «Ἀπὸ τὸν Θεὸ ὑπολογίζεται ἀκάθαρτος ὅποιος ὑψηλοφρονεῖ», λέει ἡ Ἁγία Γραφή. Γιατὶ πρώτη ἁμαρτία εἶναι ἡ περηφάνεια. Ἀπ᾿ αὐτὴ ξέπεσαν οἱ Πρωτόπλαστοι. Περήφανος ἦταν κι ὁ Φαραὼ ποὺ ἔλεγε στὸ Μωϋσῆ: Τὸν Θεό σου δὲν τὸν ξέρω καὶ τοὺς Ἰσραηλίτες δὲ θὰ ἐπιτρέψω νὰ φύγουν ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο. Τὴν ταπεινοφροσύνη μας τὴ διδάσκει ὁ Χριστός, τὴν πραότητα ὁ Δαβίδ, καὶ ὁ Πέτρος μας λέγει νὰ κλαῖμε μὲ δάκρυα ζητώντας συγχώρεση γιὰ τ᾿ ἁμαρτήματα, ποὺ ἔχουμε κάνει.

Ὅσοι θέλουν ν᾿ ἀρέσουν στὸν Θεό, ὀφείλουν νὰ ταπεινώνουν τὸν ἑαυτό τους ὁλόψυχα. Νὰ πιστεύουν ὅτι εἶναι κατώτεροι ἀπ᾿ ὅλους τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους καὶ νὰ ὑποβάλλονται σὲ θλίψεις καὶ στενοχώριες, γιατὶ ἔτσι μόνο θ᾿ ἀπολαύσουν τὰ μέλλοντα ἀγαθὰ στὴν αἰώνια ἀνάπαυση. Σᾶς ἱκετεύω λοιπόν, ἀδελφοί μου, πρὶν βάλετε μπουκιὰ στὸ στόμα σας, πρῶτα νὰ προσεύχεσθε στὸν Θεὸ καὶ μετὰ ν᾿ ἀρχίζετε νὰ τρῶτε, μᾶς συμβουλεύει ὁ Ἱ. Χρυσόστομος. Γιὰ τὴν προφύλαξη τῆς γλώσσας σου κλεῖνε τὸ στόμα σου καὶ μὴ λὲς τίποτε, πρὶν τὸ σκεφθεῖς καλά. Γιὰ τὴν προφύλαξη τῆς ψυχῆς σου νὰ κλείνεις στὰ ἀκάθαρτα πνεύματα τὴν ἐσωτερικὴ θύρα τῆς καρδιᾶς σου καὶ νὰ σιωπᾶς μὴ σκεπτόμενος τίποτε ἄλλο ἀπὸ τὴ γαληνοφόρα εὐχή.


ΜΕΛΕΤΗΜΑ 30ον

Τὴν ψυχήν μας ἐξαγνίζουν τὰ παρακάτω:

Α) Ἡ συχνὴ ἀνάγνωση τῶν Θείων Γραφῶν καὶ τῶν κατανυκτικῶν λόγων τῶν Ἁγίων Πατέρων,

Β) Ἡ συνεχὴς ἐνθύμηση τῆς φοβερᾶς κρίσεως τοῦ Θεοῦ. Πρέπει νὰ θυμόμαστε ὅτι μετὰ τὸ χωρισμὸ τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὸ σῶμα θὰ συναντήσουμε τὶς τρομερὲς δυνάμεις, ποὺ θὰ μᾶς ἐλέγξουν γιὰ ὅσα κακὰ πράξαμε σ᾿ αὐτὴ τὴ ζωή…

Γ) Μὴ βγάζεις ποτὲ ἀπὸ τὸ νοῦ σου τὴν ἀπόφαση ποὺ μέλλει νὰ λάβει ὁ φοβερὸς καὶ δίκαιος Κριτὴς γιὰ κείνους ποὺ θὰ βάλει ἀριστερὰ Του καὶ

Δ) Καλὸ εἶναι νὰ θυμᾶσαι καὶ τὰ μεγάλα βάσανα τῶν ἀνθρώπων γύρω μας καὶ νὰ τοὺς συμπονεῖς, γιατὶ ἔτσι μαλακώνει ἡ σκληρὴ ψυχὴ καὶ γνωρίζει τὴν κακή της κατάσταση.

Πολὺ μεγάλο ἀγαθό μας δώρισεν ὁ Θεὸς δίνοντάς μας τὴ συνείδηση, γιατὶ ἡ συνείδηση βοηθεῖ πολὺ στὸ καλὸν ἐκεῖνον ποὺ τὴν ἀκούει. Ὁ Ἀββᾶς Ἀγάθων εἶπεν ὅτι πρέπει ὁ μοναχὸς νὰ μὴ δώσει τὸ δικαίωμα στὴ συνείδησή του νὰ τὸν κατηγορήσει γιὰ ὁτιδήποτε. Οἱ παλαιοὶ ἔλεγαν ὅτι ἡ ψυχὴ εἶναι σὰν τὴν πηγή, πού, ὅταν τὴν ἀνοίγεις καθαρίζεται, ἐνῶ, ὅταν τὴν σκεπάζεις μὲ χώματα, χάνεται. Νομίζω ὅτι λέγοντας ψυχὴ ἐννοοῦσαν τὴν συνείδηση, ποὺ ὅποιος τὴν ἀκούει τὴν κάνει καθαρὴ σὰν τὸ κρύσταλλο, ἐνῶ ὅποιος δὲν τῆς δίνει σημασία τὴν κάνει μαύρη καὶ σκοτεινή!.

Μὴν ἀτιμάσεις ποτὲ τὴ συνείδησή σου! Σὲ συμβουλεύει ἄριστα πάντα καὶ γιὰ κάθε τὶ σοῦ δίνει γνώμη θεϊκὴ καὶ ἀγγελική! Αὐτὴ ἐλευθερώνει τὴν καρδιὰ ἀπ᾿ ὅλα τὰ μολύσματα καὶ μᾶς κάνει ἱκανοὺς μὲ θάρρος νὰ παρουσιαστοῦμε στὸ φοβερὸ κριτήριο. Ἂν θέλεις τὴ σωτηρία σου, φρόντισε ν᾿ ἀκοῦς τὴ συνείδησή σου. Κᾶνε πάντα ὅσα σοῦ λέγει καὶ θὰ δεῖς μεγάλη ὠφέλεια. Τοῦ καθενός μας τὰ κρυφὰ τὰ γνωρίζει ὁ Θεὸς καὶ ἡ συνείδησή του. Ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἀκούει τὴ φωνὴ τῆς συνείδησής του, οὔτε προσπάθεια καταβάλλει νὰ γίνει ἐνάρετος…

Ἡ συνείδηση εἶναι τὸ φυσικὸ βιβλίο – χαρισμένο ἀπὸ τὸ Θεὸ – κι ὅποιος τὸ διαβάζει, ἐκτελώντας τὰ ὅσα γράφει, μαθαίνει μόνος του πόσο ὁ Θεὸς ἐνδιαφέρεται γιὰ τὴ σωτηρία μας. Ἡ συνείδηση γίνεται ἀγαθὴ μὲ τὴν προσευχή. Καὶ ἡ προσευχὴ γίνεται καθαρὴ μὲ τὴ συνείδηση. Καὶ τὰ δυὸ ἐξαρτῶνται τὸ ἕνα ἀπὸ τὸ ἄλλο, γιατὶ ἔτσι εἶναι φτιαγμένα ἀπὸ τὸ Θεό.

Ὅταν ὁ Θεὸς ἔκανε τὸν ἄνθρωπο, φύτευσε μέσα του κι ἕνα θεϊκὸ λογισμό, φωτεινὸ σὰν σπινθήρα, γιὰ νὰ τοῦ φωτίζει τὸ νοῦ καὶ νὰ τὸν κάνει νὰ ξεχωρίζει τὸ καλὸ ἀπὸ τὸ κακό. Αὐτὸ εἶναι ἡ συνείδηση, ποὺ ὑπάρχει σ᾿ ὅλους μας. Ἡ συνείδηση δόθηκε πρὶν ἀκόμη δοθεῖ ὁ γραπτὸς Νόμος, γιὰ νὰ διαπιστώνουν οἱ Πατριάρχες σὰν τὸν Ἰσαὰκ καὶ ὅλοι οἱ δίκαιοι ὅτι ὑπάρχει Θεός, ποὺ πρέπει νὰ τὸν εὐχαριστοῦν. Καὶ ὅταν αὐτὴ καταχωνιάστηκε ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους μὲ τὶς ἁμαρτίες καὶ τὶς παραβάσεις, ὁ Θεὸς ἔδωσε τὸν γραπτὸ Νόμο μὲ τὸ Μωϋσῆ. Μᾶς ἔστειλε τοὺς προφῆτες κι ὕστερα τὸν Σωτῆρα Χριστό, γιὰ νὰ τὴν ξεσκεπάσει καὶ τὴν ἀναστήσει ξαναδίνοντας τὸν παραχωμένο σπινθήρα μὲ τὴ διδασκαλία Του γιὰ τὴ φύλαξη τῶν θεϊκῶν ἐντολῶν.

Φύλαξε πάντα τὴ συνείδησή σου καθαρὴ σὰν καθρέπτη. Φρόντιζε πάντα γιὰ τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς σου κόβοντας τὶς ἁμαρτωλὲς ἐπιθυμίες σου. Δεῖξε ὑποταγὴ καὶ ὑπακοὴ τέλεια στὴ συνείδησή σου μέχρι τὸ τέλος τῆς ζωῆς σου. Αὐτὸ ἀρκεῖ γιὰ τὴ σωτηρία σου!


ΜΕΛΕΤΗΜΑ 31ον

Πρέπει νὰ ξέρεις, ἀδελφέ μου, ὅτι ἡ εἰρήνη ποὺ γαληνεύει τὴν ψυχὴ ἀπὸ τὰ διάφορα πάθη καὶ μᾶς κάνει νὰ ζοῦμε εἰρηνικὰ μὲ τοὺς συνανθρώπους μας γίνεται καὶ μητέρα τῆς Θείας Χάριτος καὶ τὴ γεννάει ὕστερα μέσα μας. Γιατὶ ἡ ψυχή, ποὺ δὲν ἠρεμεῖ καὶ μάχεται τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους, δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ γίνει ἄξια γιὰ τὴ Θεία Χάρη.

Ἡ ὕψιστη πνευματικὴ χαρὰ γίνεται κτῆμα μας, ὅταν ἀποκτήσουμε εὐεξία πνεύματος καὶ σώματος. Τὸ πνεῦμα ἀποκτᾶ τέλεια εὐεξία, ὅταν τρέφεται ἀπὸ τοὺς καρποὺς τοῦ Ἁγ. Πνεύματος, ποὺ εἶναι: Ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθοσύνη, πίστη, πραότητα καὶ ἐγκράτεια. Τὸ σῶμα ἀποκτᾶ εὐεξία ἐξ ἐπιδράσεως ἀπὸ τὴν εὐεξία τοῦ πνεύματος, γιατὶ πνεῦμα καὶ σῶμα ἀλληλοεξαρτῶνται καὶ ἐπιδρᾶ τὸ ἕνα στὸ ἄλλο. Ἡ πνευματικὴ χαρὰ ἐκδηλώνεται στὴν ψυχή, ὅταν αὐτὴ ἑνωθεῖ μὲ τὸν Θεὸ καὶ λάβει τὶς θεῖες δωρεὲς καὶ τὰ πνευματικὰ χαρίσματα.

Τέλος ἡ καθαρὴ καὶ ὑψηλοτάτη χαρὰ πηγάζει ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ! Ὁ Θεὸς δίνει σ᾿ ἐμᾶς τὴ χαρὰ τῆς ἀγάπης! Καὶ ἡ χαρὰ δὲν ἔχει ὅρια, γιατὶ εἶναι ἄπειρη!.. Ὅταν ἔτσι ἱκανοποιήσουμε τὴν ἐπιθυμία τῆς χαρᾶς, ἐξασφαλίζουμε καὶ τὴ μακαριότητα κοντὰ στὸ Χριστό. Ὅμως ἡ ὑψίστη πνευματικὴ χαρὰ χορηγεῖται κυρίως μὲ τὴν προσευχή. Καὶ γιὰ νὰ τὴν ἀπολαύσουμε πρέπει συνέχεια νὰ προσευχόμαστε!..
πηγή

Ακριβώς επειδή είσαι αμαρτωλός, έλα εδώ, για να γίνεις δίκαιος...

llazaros (επισκεφτείτε τον)

"Μα είμαι αμαρτωλός", λες
"Και δεν τολμώ ν΄ αντικρίσω τον Άγιο".
Ακριβώς επειδή είσαι αμαρτωλός
Έλα εδώ, για να γίνεις δίκαιος.
Ή μήπως δεν γνωρίζεις
Ότι και αυτοί που στέκονται μπροστά στο ιερό Θυσιαστήριο
Έχουν διαπράξει αμαρτίες;
Γι' αυτό οικονόμησε ο Θεός
Να υποφέρουν και οι ιερείς από κάποια πάθη
Ώστε να κατανοούν την ανθρώπινη αδυναμία
Και να συγχωρούν τους άλλους.
"Αφού όμως δεν τήρησα όσα άκουσα στην εκκλησία", θα μου πει κάποιος
"Πως μπορώ να έρθω πάλι";

Έλα να ξανακούσεις τον θείο λόγο.
Και προσπάθησε τώρα να τον εφαρμόσεις.
Αν βάλεις φάρμακο πάνω στο τραύμα σου και δεν το επουλώσει την ίδια μέρα, δεν θα ξαναβάλεις και την επόμενη;
Αν ο ξυλοκόπος, που θέλει να κόψει μια βελανιδιά, δεν κατορθώσει να τη ρίξει με την πρώτη τσεκουριά
Δεν τη χτυπάει και δεύτερη και πέμπτη και δέκατη φορά;
Κάνε κι εσύ το ίδιο.



Φωτο από εδώ


 Αλλά, θα μου πεις, σ' εμποδίζουν να εκκλησιαστείς η φτώχεια και η ανάγκη να εργαστείς.
Δεν είναι εύλογη ούτε τούτη η πρόφαση.
Εφτά μέρες έχει η εβδομάδα.
Αυτές τις εφτά μέρες τις μοιράστηκε ο Θεός μαζί μας.
Και σ' εμάς έδωσε έξι, ενώ για τον εαυτό Του κράτησε μόνο μία.
Αυτή τη μοναδική μέρα, λοιπόν, δεν δέχεσαι να σταματήσεις τις εργασίες;
Και γιατί λέω για ολόκληρη μέρα;
Εκείνο που έκανε στην περίπτωση της ελεημοσύνης η χήρα του Ευαγγελίου
Το ίδιο κάνε κι εσύ στη διάρκεια αυτής της μιας μέρας.
Έδωσε εκείνη δυο λεπτά και πήρε πολλή χάρη από το Θεό.
Δάνεισε κι εσύ δυο ώρες στο Θεό, πηγαίνοντας στην εκκλησία
Και θα φέρεις στο σπίτι σου κέρδη αμέτρητων ημερών.
Αν όμως δεν δέχεσαι να κάνεις κάτι τέτοιο
Σκέψου μήπως μ' αυτή σου τη στάση χάσεις τους κόπους πολλών ετών.
Γιατί ο Θεός, όταν περιφρονείται, γνωρίζει να σκορπίζει τα χρήματα
Που συγκεντρώνεις με την εργασία της Κυριακής.
Μα κι αν ακόμα έβρισκες ολόκληρο θησαυροφυλάκιο γεμάτο από χρυσάφι
Και εξ αιτίας του απουσίαζες από το ναό, θα ήταν πολύ μεγαλύτερη η ζημιά σου
Και τόσο μεγαλύτερη, όσο ανώτερα είναι τα πνευματικά από τα υλικά.
Γιατί τα υλικά πράγματα, κι αν ακόμα είναι πολλά και τρέχουν άφθονα από παντού,
Δεν τα παίρνουμε στην άλλη ζωή, δεν μεταφέρονται μαζί μας στον ουρανό,
Δεν παρουσιάζονται στο φοβερό εκείνο βήμα του Κυρίου.
Αλλά πολλές φορές, και πριν ακόμα πεθάνουμε, μας εγκαταλείπουν.
Αντίθετα, ο πνευματικός θησαυρός που αποκτούμε στην εκκλησία
Είναι κτήμα αναφαίρετο και μας ακολουθεί παντού.


 

"Ναι, αλλά μπορώ", λέει κάποιος άλλος, "να προσευχηθώ και στο σπίτι μου".
Απατάς τον εαυτό σου, άνθρωπε.
Βεβαίως, είναι δυνατό να προσευχηθείς και στο σπίτι σου
Είναι αδύνατον όμως να προσευχηθείς έτσι, όπως προσεύχεσαι στην εκκλησία
Όπου υπάρχει το πλήθος των πατέρων και όπου ομόφωνη κραυγή ικεσίας αναπέμπεται στο Θεό.
Δεν σε ακούει τόσο πολύ ο Κύριος όταν Τον παρακαλείς μόνος σου
Όσο όταν Τον παρακαλείς ενωμένος με τους αδελφούς σου.
Γιατί στην εκκλησία υπάρχουν περισσότερες πνευματικές προϋποθέσεις απ' όσες στο σπίτι.
Υπάρχουν η ομόνοια, η συμφωνία των πιστών, ο σύνδεσμος της αγάπης, οι ευχές των ιερέων.
Γι' αυτό, άλλωστε, οι ιερείς προϊστανται των ακολουθιών
Για να ενισχύονται με τις δυνατότερες ευχές τους οι ασθενέστερες ευχές του λαού
Κι έτσι όλες μαζί ν' ανεβαίνουν στον ουρανό.
Όταν προσευχόμαστε ο καθένας χωριστά, είμαστε ανίσχυροι
Όταν όμως συγκεντρωνόμαστε όλοι μαζί, τότε γινόμαστε πιο δυνατοί
Και ελκύουμε σε μεγαλύτερο βαθμό την ευσπλαχνία του Θεού.
Κάποτε ο Απόστολος Πέτρος βρισκόταν αλυσοδεμένος στη φυλακή.
Έγινε όμως θερμή προσευχή από τους συναγμένους πιστούς, κι αμέσως ελευθερώθηκε.
Τι θα μπορούσε, επομένως, να είναι πιο δυνατό από την κοινή προσευχή
Που ωφέλησε κι αυτούς ακόμα τους στύλους της Εκκλησίας; [=τους μαθητές του Χριστού]


Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Κυριακή τοῦ Τυφλοῦ +Μητροπολίτης Σερβιών και Κοζάνης Διονύσιος



Ἡ σημασία τοῦ φωτὸς κυριαρχεῖ καὶ στὴ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ τῆς τελευταίας Κυριακῆς τῆς πασχαλινῆς περιόδου, τῆς Κυριακῆς πρὶν ἀπὸ τὴν Ἀνάληψη. Ἀνάσταση, φῶς καὶ ζωὴ εἶναι θεμελιώδεις ἀλήθειες τὶς ὁποῖες διακήρυξε τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα. Φῶς σημαίνει ζωὴ καὶ σκοτάδι θάνατος καὶ φθορά.


Τὸ θαῦμα τῆς θεραπείας

Ἡ θεραπεία τοῦ ἐκ γενετῆς τυφλοῦ, ἂν καὶ ἀποτελεῖ ἕνα ἀπὸ τὰ πολλὰ θαύματα ποὺ πραγματοποίησε ὁ Χριστός, ἔχει κάποια ἰδιαίτερα θεολογικὰ χαρακτηριστικά. Ὁ διάλογος τοῦ Χριστοῦ μὲ τοὺς μαθητές Του γιὰ τὴν αἰτία τῆς ἀρρώστιας, καὶ τὴ σχέση της μὲ τὴν ἁμαρτία. Ὁ συγκεκριμένος χρόνος τῆς θεραπείας καὶ τὸ νόημά της (χρήση πηλοῦ, δημιουργία-ἀναδημιουργία). Ἡ συμπεριφορὰ τῶν γονέων τοῦ θεραπευμένου τυφλοῦ (φόβος-οὐδετερότητα). Ἡ ἀντίδραση καὶ ἡ ἄρνηση τῶν φαρισαίων μπροστὰ στὸ ὁλοφάνερο θαῦμα (προκατάληψη - ἐμπάθεια). Τὸ θάρρος καὶ ἡ ὁμολογία πίστεως τοῦ τυφλοῦ (φῶς -ἀλήθεια), εἶναι ἀξιοπρόσεκτα στοιχεῖα τῆς εὐαγγελικῆς διήγησης.

Μαζὶ μὲ ὅλα αὐτά, ὅμως, ἀποκαλύπτεται ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ φῶς τοῦ κόσμου. Πέρα καὶ πάνω ἀπὸ τὴ σωματικὴ τύφλωση, ὁ Χριστὸς θεραπεύει τὴν πνευματικὴ τυφλότητα. Διαλύει τὴ σύγχυση καὶ τὰ σκοτάδια τῆς ἁμαρτίας. Εὔκολα καταλαβαίνουμε ὅτι τὸ θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ τυφλοῦ δὲν περιορίζεται στὴν ἀποκατάσταση τῆς ὅρασης, ὅσο σημαντικὸ καὶ ἂν εἶναι αὐτό. Τὸ θαῦμα, ἴσως, ποὺ δὲν φαίνεται εἶναι πιὸ βαθὺ καὶ οὐσιαστικό. Εἶναι ὁ ἐσωτερικὸς φωτισμός, ποὺ θεραπεύει καὶ ἀποκαθιστᾶ τὴν πνευματικὴ τύφλωση.

Πόσο εὔστοχα ἕνας ὕμνος τῆς ἡμέρας ὑπογραμμίζει αὐτὴ τὴν ἀλήθεια, ὅταν λέει: «Δικαιοσύνης ἥλιε νοητέ, Χριστὲ ὁ Θεός, ὁ τὸν ἐκ μήτρας τὸ φῶς ἐστερημένον διὰ τῆς Σῆς ἀχράντου προψαύσεως φωτίσας κατ' ἄμφω, καὶ ἡμῶν τὰ ὄμματα τῶν ψυχῶν αὐγάσας υἱοὺς ἡμέρας δείξω, ἵνα πίστει βοῶμεν σοι, πολλή Σου καὶ ἄφατος ἡ εἰς ἡμᾶς εὐσπλαγχνία, φιλάνθρωπε δόξα σοι»• Ἥλιε νοητέ τῆς δικαιοσύνης Χριστέ, ἐσὺ ποὺ μὲ τὸ ἄχραντό Σου ἄγγιγμα φώτισες σωματικὰ καὶ πνευματικὰ τὸν ἐκ γενετῆς τυφλό, φώτισε καὶ τὰ μάτια τῶν ψυχῶν μας, κᾶνε μας υἱοὺς ἡμέρας, ὥστε μὲ πίστη νὰ δοξάζουμε τὴ μεγάλη καὶ ἀνέκφραστη φιλανθρωπία Σου. Τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ διαπερνᾶ τὸν κόσμο. Φανερώνει τὸ βάθος τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης. Ἀποκαλύπτει τὸν προορισμὸ καὶ τὴν ἀποστολὴ τοῦ ἀνθρώπου, καὶ τὸ σκοπὸ ὅλων ὅσα ὑπάρχουν.



Τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ

Ὅταν φωτιζόμαστε ἀπὸ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, σὲ μία τέτοια θέα τοῦ ἑαυτοῦ μας καὶ τῆς δημιουργίας, γεμίζουμε ἐλπίδα καὶ χαρά. Ἔστω καὶ ἂν μοιραζόμαστε μὲ τοὺς συνανθρώπους μας τὴ γήινη «μοίρα», τὴν κοινὴ φύση τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης καὶ ζωῆς, παρόλα αὐτά, ὅλα ἀλλάζουν καὶ μεταμορφώνονται μέσα μας. Ἀνατέλλει ἡ «καινὴ κτίση καὶ ζωή», δηλαδὴ μία καινούργια προοπτικὴ καὶ δυναμική. Χαρές, λύπες, ἐλπίδες, ἀγωνίες, θεραπεῖες, ἀρρώστιες, ἀκόμη καὶ ὁ θάνατος, σηματοδοτοῦν τὸ τέρμα τῆς προσωρινότητας, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀρχὴ τῆς αἰωνιότητας. Εἶναι ἡ προσδοκία νὰ ζήσουμε μία διαφορετικὴ πραγματικότητα καὶ κατάσταση ζωῆς, ὅπου δὲν θὰ ὑπάρχουν δάκρυα, θλίψεις καὶ στεναγμοί. Αὐτὸς εἶναι ὁ φωτισμὸς ποὺ ἀποκαλύπτει ὁ ἀναστημένος Χριστὸς μέσα στὴν Ἐκκλησία.

Αὐτὸ τὸ φῶς τοῦ Ἀναστημένου Χριστοῦ, δὲν εἶναι ἕνα φυσικὸ φαινόμενο ποὺ μποροῦμε νὰ ἀποδείξουμε μὲ ἱστορικὰ τεκμήρια, λογικὰ ἐπιχειρήματα καὶ θεολογικὲς ρητορεῖες. Εἶναι αὐτὸ ποὺ τὸ Εὐαγγέλιο παρουσιάζει σὰν μία ἀπὸ τὶς πολλὲς καὶ ποικίλες «ἀντιφάσεις» τῆς χριστιανικῆς πίστης, ὅταν λέει ὅτι «εἰς κρῖμα ἐγὼ εἰς τὸν κόσμον τοῦτον ἦλθον, ἵνα οἱ μὴ βλέποντες βλέπωσιν καὶ οἱ βλέποντες τυφλοὶ γένωνται» (Ἰω. 9,39). Ἐγὼ ἦρθα, γιὰ νὰ φέρω σὲ κρίση τὸν κόσμο ἔτσι, ὥστε αὐτοὶ ποὺ δὲν βλέπουν νὰ βροῦν τὸ φῶς τους, καὶ ἐκεῖνοι ποὺ βλέπουν νὰ ἀποδειχθοῦν τυφλοί. Ἡ ἐπικαιρότητα αὐτῆς τῆς φράσης τοῦ Χριστοῦ εἶναι αὐτονόητη. Ἀναρίθμητοι ἄνθρωποι τυφλωμένοι ἀπὸ τὰ πολλὰ «φῶτα» τοῦ πολιτισμοῦ, τῆς γνώσης, τῆς ἀνάπτυξης καὶ τῆς προόδου, μέσα στὴν ἐγωιστική τους ἐμπάθεια ἀδιαφοροῦν, ἀμφισβητοῦν καί, τελικά, ἀρνοῦνται τὸ φῶς τοῦ Ἀναστημένου Χριστοῦ. Οἱ ἄνθρωποι προτιμοῦν τὰ δικά τους φῶτα, τὶς δικές τους κοσμοθεωρίες καὶ ἰδεολογίες, ἐγκλωβίζονται μέσα στὴ λογική τους καὶ ἀσφυκτιοῦν.

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, Θεὸς καὶ ἄνθρωπος, ζωὴ καὶ θάνατος, θὰ παραμένουν πάντοτε σκοτεινὰ αἰνίγματα ποὺ φωτίζονται μόνο ἀπὸ τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸ τὸ φῶς ποὺ ἔκανε τὸν τυφλὸ ὄχι μόνο νὰ δεῖ τὸν κόσμο, ἀλλά, κυρίως, νὰ κατανοήσει τὸν προορισμὸ τὸ δικό του καὶ κάθε ἀνθρώπου, ποὺ δὲν βρίσκεται πουθενὰ ἀλλοῦ παρὰ μόνο «ἐν τῷ Θεῶ». Ἀμήν.

Κυριακή τοῦ Τυφλοῦ Τὰ φῶτα καὶ τὸ Φῶς Αρχιμανδρίτης Νικάνωρ Καραγιάννης



Ἡ σημασία τοῦ φωτὸς κυριαρχεῖ καὶ στὴ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ τῆς τελευταίας Κυριακῆς τῆς πασχαλινῆς περιόδου, τῆς Κυριακῆς πρὶν ἀπὸ τὴν Ἀνάληψη. Ἀνάσταση, φῶς καὶ ζωὴ εἶναι θεμελιώδεις ἀλήθειες τὶς ὁποῖες διακήρυξε τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα. Φῶς σημαίνει ζωὴ καὶ σκοτάδι θάνατος καὶ φθορά.


Τὸ θαῦμα τῆς θεραπείας

Ἡ θεραπεία τοῦ ἐκ γενετῆς τυφλοῦ, ἂν καὶ ἀποτελεῖ ἕνα ἀπὸ τὰ πολλὰ θαύματα ποὺ πραγματοποίησε ὁ Χριστός, ἔχει κάποια ἰδιαίτερα θεολογικὰ χαρακτηριστικά. Ὁ διάλογος τοῦ Χριστοῦ μὲ τοὺς μαθητές Του γιὰ τὴν αἰτία τῆς ἀρρώστιας, καὶ τὴ σχέση της μὲ τὴν ἁμαρτία. Ὁ συγκεκριμένος χρόνος τῆς θεραπείας καὶ τὸ νόημά της (χρήση πηλοῦ, δημιουργία-ἀναδημιουργία). Ἡ συμπεριφορὰ τῶν γονέων τοῦ θεραπευμένου τυφλοῦ (φόβος-οὐδετερότητα). Ἡ ἀντίδραση καὶ ἡ ἄρνηση τῶν φαρισαίων μπροστὰ στὸ ὁλοφάνερο θαῦμα (προκατάληψη - ἐμπάθεια). Τὸ θάρρος καὶ ἡ ὁμολογία πίστεως τοῦ τυφλοῦ (φῶς -ἀλήθεια), εἶναι ἀξιοπρόσεκτα στοιχεῖα τῆς εὐαγγελικῆς διήγησης.

Μαζὶ μὲ ὅλα αὐτά, ὅμως, ἀποκαλύπτεται ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ φῶς τοῦ κόσμου. Πέρα καὶ πάνω ἀπὸ τὴ σωματικὴ τύφλωση, ὁ Χριστὸς θεραπεύει τὴν πνευματικὴ τυφλότητα. Διαλύει τὴ σύγχυση καὶ τὰ σκοτάδια τῆς ἁμαρτίας. Εὔκολα καταλαβαίνουμε ὅτι τὸ θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ τυφλοῦ δὲν περιορίζεται στὴν ἀποκατάσταση τῆς ὅρασης, ὅσο σημαντικὸ καὶ ἂν εἶναι αὐτό. Τὸ θαῦμα, ἴσως, ποὺ δὲν φαίνεται εἶναι πιὸ βαθὺ καὶ οὐσιαστικό. Εἶναι ὁ ἐσωτερικὸς φωτισμός, ποὺ θεραπεύει καὶ ἀποκαθιστᾶ τὴν πνευματικὴ τύφλωση.

Πόσο εὔστοχα ἕνας ὕμνος τῆς ἡμέρας ὑπογραμμίζει αὐτὴ τὴν ἀλήθεια, ὅταν λέει: «Δικαιοσύνης ἥλιε νοητέ, Χριστὲ ὁ Θεός, ὁ τὸν ἐκ μήτρας τὸ φῶς ἐστερημένον διὰ τῆς Σῆς ἀχράντου προψαύσεως φωτίσας κατ' ἄμφω, καὶ ἡμῶν τὰ ὄμματα τῶν ψυχῶν αὐγάσας υἱοὺς ἡμέρας δείξω, ἵνα πίστει βοῶμεν σοι, πολλή Σου καὶ ἄφατος ἡ εἰς ἡμᾶς εὐσπλαγχνία, φιλάνθρωπε δόξα σοι»• Ἥλιε νοητέ τῆς δικαιοσύνης Χριστέ, ἐσὺ ποὺ μὲ τὸ ἄχραντό Σου ἄγγιγμα φώτισες σωματικὰ καὶ πνευματικὰ τὸν ἐκ γενετῆς τυφλό, φώτισε καὶ τὰ μάτια τῶν ψυχῶν μας, κᾶνε μας υἱοὺς ἡμέρας, ὥστε μὲ πίστη νὰ δοξάζουμε τὴ μεγάλη καὶ ἀνέκφραστη φιλανθρωπία Σου. Τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ διαπερνᾶ τὸν κόσμο. Φανερώνει τὸ βάθος τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης. Ἀποκαλύπτει τὸν προορισμὸ καὶ τὴν ἀποστολὴ τοῦ ἀνθρώπου, καὶ τὸ σκοπὸ ὅλων ὅσα ὑπάρχουν.



Τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ

Ὅταν φωτιζόμαστε ἀπὸ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, σὲ μία τέτοια θέα τοῦ ἑαυτοῦ μας καὶ τῆς δημιουργίας, γεμίζουμε ἐλπίδα καὶ χαρά. Ἔστω καὶ ἂν μοιραζόμαστε μὲ τοὺς συνανθρώπους μας τὴ γήινη «μοίρα», τὴν κοινὴ φύση τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης καὶ ζωῆς, παρόλα αὐτά, ὅλα ἀλλάζουν καὶ μεταμορφώνονται μέσα μας. Ἀνατέλλει ἡ «καινὴ κτίση καὶ ζωή», δηλαδὴ μία καινούργια προοπτικὴ καὶ δυναμική. Χαρές, λύπες, ἐλπίδες, ἀγωνίες, θεραπεῖες, ἀρρώστιες, ἀκόμη καὶ ὁ θάνατος, σηματοδοτοῦν τὸ τέρμα τῆς προσωρινότητας, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀρχὴ τῆς αἰωνιότητας. Εἶναι ἡ προσδοκία νὰ ζήσουμε μία διαφορετικὴ πραγματικότητα καὶ κατάσταση ζωῆς, ὅπου δὲν θὰ ὑπάρχουν δάκρυα, θλίψεις καὶ στεναγμοί. Αὐτὸς εἶναι ὁ φωτισμὸς ποὺ ἀποκαλύπτει ὁ ἀναστημένος Χριστὸς μέσα στὴν Ἐκκλησία.

Αὐτὸ τὸ φῶς τοῦ Ἀναστημένου Χριστοῦ, δὲν εἶναι ἕνα φυσικὸ φαινόμενο ποὺ μποροῦμε νὰ ἀποδείξουμε μὲ ἱστορικὰ τεκμήρια, λογικὰ ἐπιχειρήματα καὶ θεολογικὲς ρητορεῖες. Εἶναι αὐτὸ ποὺ τὸ Εὐαγγέλιο παρουσιάζει σὰν μία ἀπὸ τὶς πολλὲς καὶ ποικίλες «ἀντιφάσεις» τῆς χριστιανικῆς πίστης, ὅταν λέει ὅτι «εἰς κρῖμα ἐγὼ εἰς τὸν κόσμον τοῦτον ἦλθον, ἵνα οἱ μὴ βλέποντες βλέπωσιν καὶ οἱ βλέποντες τυφλοὶ γένωνται» (Ἰω. 9,39). Ἐγὼ ἦρθα, γιὰ νὰ φέρω σὲ κρίση τὸν κόσμο ἔτσι, ὥστε αὐτοὶ ποὺ δὲν βλέπουν νὰ βροῦν τὸ φῶς τους, καὶ ἐκεῖνοι ποὺ βλέπουν νὰ ἀποδειχθοῦν τυφλοί. Ἡ ἐπικαιρότητα αὐτῆς τῆς φράσης τοῦ Χριστοῦ εἶναι αὐτονόητη. Ἀναρίθμητοι ἄνθρωποι τυφλωμένοι ἀπὸ τὰ πολλὰ «φῶτα» τοῦ πολιτισμοῦ, τῆς γνώσης, τῆς ἀνάπτυξης καὶ τῆς προόδου, μέσα στὴν ἐγωιστική τους ἐμπάθεια ἀδιαφοροῦν, ἀμφισβητοῦν καί, τελικά, ἀρνοῦνται τὸ φῶς τοῦ Ἀναστημένου Χριστοῦ. Οἱ ἄνθρωποι προτιμοῦν τὰ δικά τους φῶτα, τὶς δικές τους κοσμοθεωρίες καὶ ἰδεολογίες, ἐγκλωβίζονται μέσα στὴ λογική τους καὶ ἀσφυκτιοῦν.

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, Θεὸς καὶ ἄνθρωπος, ζωὴ καὶ θάνατος, θὰ παραμένουν πάντοτε σκοτεινὰ αἰνίγματα ποὺ φωτίζονται μόνο ἀπὸ τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸ τὸ φῶς ποὺ ἔκανε τὸν τυφλὸ ὄχι μόνο νὰ δεῖ τὸν κόσμο, ἀλλά, κυρίως, νὰ κατανοήσει τὸν προορισμὸ τὸ δικό του καὶ κάθε ἀνθρώπου, ποὺ δὲν βρίσκεται πουθενὰ ἀλλοῦ παρὰ μόνο «ἐν τῷ Θεῶ». Ἀμήν.

Ἡ Κυριακὴ τοῦ τυφλοῦ Anthony Bloom

Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Στὸ τέλος τοῦ σημερινοῦ ἀναγνώσματος, ὑπάρχουν λέξεις ποὺ τὶς προσπερνᾶμε πολὺ συχνά. Ὁ τυφλός λέει στὸν Χριστό, «Καὶ ποιὸς εἶναι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ;» κι ὁ Χριστὸς ἀπαντᾶ «Τὸν ἔχεις δεῖ, εἶναι ἐκεῖνος ποὺ μιλάει μαζὶ σου».

Γιὰ μᾶς, οἱ πρῶτες αὐτὲς λέξεις εἶναι τόσο φυσικές· τὸ πρῶτο γεγονὸς στὴν ζωή μας, τὸ πρῶτο γεγονὸς σὲ μιὰ συνάντηση εἶναι ὅταν δοῦμε ἕνα πρόσωπο, ἀλλά τὶ θαῦμα ἦταν γι’ αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο ποὺ δὲν εἶχε ξαναδεῖ τίποτα στὸν κόσμο καὶ ὁ ὁποῖος μὲ τὸ ἄγγιγμα τοῦ ζωοδότη Χριστοῦ, ξαφνικὰ βλέπει! Κι τὸ πρῶτο πρόσωπο ποὺ εἶδε ἦταν ὁ Κύριος καὶ Θεός Του, ὁ Χριστὸς, ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ.

Θυμᾶμαι ἕναν Ρουμάνο συγγραφέα νὰ λέει στὴν βιογραφία του, πόσο καθοριστική, πόσο βαθειὰ ἐντύπωση τοῦ ἔκανε τὸ πρόσωπο τοῦ πρώτου ἀνθρώπου ποὺ θυμᾶται. Θυμᾶται τὸν ἑαυτό του σὰν παιδί, καὶ ἐπάνω του τὸ ἀνείπωτα ὄμορφο πρόσωπο τοῦ πατέρα του ὁ ὁποῖος ἦταν ἱερέας, νὰ τὸν κοιτάζει, μὲ ὅλη τὴν ἀνθρώπινη ἀγάπη, μ’ ὅλη τὴν τρυφερότητα, ὅλο τὸ βάθος μιᾶς ἀνθρώπινης ματιᾶς. Καὶ λέει ὅτι αὐτὴ ἦταν ἡ πρώτη εἰκόνα του, ἡ εἰκόνα ποὺ ἕνα ἀνθρώπινο πρόσωπο μπορεῖ νὰ ἔχει ὅταν φωτίζεται ἀπὸ μιὰν ἐσωτερικὴ ἀγάπη, μιὰ κατανόηση, ἕνα βάθος καὶ τὴν αἰωνιότητα, μιὰ εἰκόνα Θεοῦ. Ἐδῶ αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος εἶδε τὸν Θεὸ μὲ τὰ χαρακτηριστικά Ἐκείνου ποὺ ἦταν Θεὸς καὶ ποὺ εἶχε γίνει Υἱὸς τοῦ Ἀνθρώπου.

Θὰ ἤθελα νὰ ἑστιάσω τὴν προσοχή σας σὲ κάτι διαφορετικό. Σὲ μιὰ ἄλλη περίπτωση ποὺ διαβάζουμε στὴν ἱστορία τοῦ παραλυτικοῦ ποὺ θεραπεύτηκε ἀπὸ τὸν Χριστό· καὶ ἡ Ἐκκλησία, ψάλλοντας ὕμνους στὸν Θεὸ γι αὐτή τὴν περίπτωση λέει, «Καθὼς αὐτὸς ὁ ἄνδρας δὲν βρῆκε κανέναν νὰ δείξει ἔλεος, συμπόνια, ἐνδιαφέρον, ὁ Υἱὸς τῆς Μαρίας, ὁ ἴδιος ὁ Θεός, ἔσκυψε νὰ τὸν συναντήσει στὴν ἀνάγκη του» Ἐπειδὴ αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος δὲν βρῆκε ἄλλον ἄνθρωπο νὰ τοῦ δείξει εὐσπλαχνία, νὰ δείξει συμπόνια, νὰ τὸν νοιαστεῖ, ὁ Θεὸς ἦλθε σ’ αὐτόν. Τώρα ζοῦμε σ’ ἄλλη ἐποχή, ζοῦμε σὲ καιροὺς ποὺ ὁ Θεὸς ἔχει πράγματι γίνει ἄνθρωπος καὶ ζεῖ ἀνάμεσα μας, κι ἀκόμα περισσότερο: μᾶς ἔκανε ζωντανὰ μέλη τοῦ σώματος Του, μιὰ σαρκωμένη, συγκεκριμένη παρουσία τῆς Ἐνσάρκωσης Του, ναοὺς τοῦ Πνεύματος, τόπο τῆς Παρουσίας Του. Τώρα κάθε ἄνθρωπος ποὺ βρίσκεται σὲ ἀνάγκη μπορεῖ τὴν ἴδια στιγμὴ νὰ βρεῖ στὸν καθένα ἀπὸ μᾶς κάποιον ποὺ κινεῖται ἀπὸ συμπόνια, ποὺ ἔχει μάθει τὸ ἔλεος καὶ κατάλαβε ἀπὸ τὸν Θεὸ ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος, καὶ τὴν ἴδια στιγμή, ταυτόχρονα, καθὼς μᾶς συναντᾶ, θὰ μποροῦσε νὰ δεῖ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ στὰ μάτια μας, καὶ νὰ ἀντιληφθεῖ, τὴν ἐνεργή, ἐφευρετική, δημιουργικὴ ἐνέργεια τῆς θεϊκῆς εὐεργεσίας στὰ λόγια μας καὶ τὶς πράξεις μας.

Ἀπὸ τότε ποὺ ἦρθε ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο, ἦλθε καὶ γιὰ τὸν ἄνθρωπο ὁ καιρός· ἀλλὰ ὄχι γιὰ τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἀποκόπηκε ἀπὸ τὸν Θεό, ποὺ χωρίστηκε ἀπὸ Αὐτόν, ἔγινε ξένος γι’ Αὐτόν, ἀλλὰ μία ὑπέροχη περίοδος ὅπου στὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου, σ’ ἐκείνους ποὺ ἔχουν ἀνακαλύψει τὸν Χριστό, ποὺ πίστεψαν σ’ Αὐτόν, ποὺ ἔγιναν ἕνα μὲ Ἐκεῖνον - ἐκεῖνοι στοὺς ὁποίους ἔχει ἐμπιστευθεῖ τὴν φροντίδα τοῦ κόσμου Του – οἱ ἄνθρωποι μποροῦν νὰ δεχτοῦν μαζὶ τὴν θεία καὶ τὴν ἀνθρώπινη εὐσπλαχνία καὶ νὰ γνωρίσουν τὴν ἀνθρώπινη συμπόνια, τὴν ἀγάπη, τὴν χαρά.

Δὲν εἶναι αὐτὸ ἕνα σπουδαῖο κάλεσμα, δὲν εἶναι κάτι ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ μᾶς κάνει ἱκανούς γιὰ μεγάλα πράγματα; Ὁ χρόνος τοῦ Θεοῦ καὶ ὁ χρόνος τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἕνας, ὄχι μόνο μέσα ἀπὸ τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ μέσα ἀπὸ τὴν μυστηριακὴ σαρκωμένη παρουσία ποὺ ὁ καθένας μας συμβολίζει, ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ στὴν σάρκα, στὴν ἀνθρώπινη συμπόνια, στὴν ἀνθρώπινη ἀγάπη, κι αὐτό εἶναι μιὰ σοβαρὴ ἀξίωση καὶ μιὰ πρόκληση ποὺ τὸ Εὐαγγέλιο μᾶς παρουσιάζει. Ἔχουμε γιὰ τὸν πλησίον μας καὶ γιὰ ὅσους βρίσκονται πιὸ μακριὰ, αὐτὸ τὸ εἶδος τῆς ἀνθρωπιᾶς; Νέα ἀνθρωπιά, νέα πλάσματα, νέοι ἄνθρωποι μὲ μιὰ φρεσκάδα μιᾶς ζωῆς ἀνακαινισμένης, τῆς ζωῆς τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸ εἶναι ἐκεῖνο ποὺ καλούμαστε να γίνουμε.

Ἄς προβληματιστοῦμε πάνω σ’ αὐτό, ἄς πάρουμε μιὰ ἀπόφαση, ἄς κάνουμε μιὰ κίνηση κι ἄς γίνουμε μιὰ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ὄχι μόνο μὲ τὴν ἀγάπη νὰ λάμπει στὰ μάτια μας, ὄχι μόνο μὲ τὰ λόγια ποὺ θὰ ποῦμε, ἀλλὰ ἐπίσης σὲ κάθε ἐνέργεια καὶ πράξη, τότε ὁ ἀνθρώπινος χρόνος θὰ γίνει ἡ ἡμέρα τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, ἡ ἡμέρα τοῦ Κυρίου. Ἀμήν
Χριστός Ἀνέστη! Ἀληθῶς Ἀνέστη!

Κυριακή του Τυφλού Ἡ θεραπεία τοῦ τυφλοῦ Μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας Ἰωὴλ

«Εἶδεν ἄνθρωπον τυφλὸν ἐκ γενετῆς»

Ἡ θεραπεία τοῦ ἐκ γενετῆς τυφλοῦ εἶναι ἕνας φοβερὸς ἔλεγχος γιὰ τοὺς Φαρισαίους ποὺ δὲ θέλουν νὰ παραδεχθοῦν τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ. Πρὶν ἀπὸ τὸ μεγάλο αὐτὸ γεγονὸς ὁ Χριστὸς ἔκανε ἕνα μεγάλο διάλογο μὲ τοὺς Γραμματεῖς καὶ Φαρισαίους. Στὸ διάλογο αὐτὸ ὁ Κύριος τοὺς εἶπε: «ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, πρὶν Ἀβραὰμ γενέσθαι ἐγὼ εἰμὶ" (Ἰω. 8,58). Ἐξαγριωμένοι τότε οἱ Ἰουδαῖοι, ἐπειδὴ δὲν κατάλαβαν τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ, σήκωσαν λίθους γιὰ νὰ Τὸν κτυπήσουν (ὅπ. π. στίχ. 59). Ὁ Χριστός, γιὰ νὰ καταπραΰνει τὸ θυμὸ τους ἐκρύβη καὶ ἐξῆλθεν ἐκ τοῦ ἱεροῦ» (ὅπ. π.). Μετὰ τὸ γεγονὸς αὐτὸ συνάντησε τὸν ἐκ γενετῆς τυφλὸ καὶ τὸν θεράπευσε, γιὰ νὰ γίνει ἡ ἴασή του ἐκτὸς τῶν ἄλλων καὶ μία ἀπάντηση στοὺς ἐχθρούς του, ποὺ ὑποτιμοῦσαν τὸ πρόσωπό Του.


Ὁ ἐκ γενετῆς τυφλὸς

Οἱ μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ νόμιζαν πὼς ἢ αὐτὸς ἁμάρτησε ἢ οἱ γονεῖς του γιὰ νὰ γεννηθεῖ τυφλός. Στὴ συνέχεια ὅμως ὁ Κύριος ἀποκλείει καὶ τὸ ἕνα καὶ τὸ ἄλλο. Γεννήθηκε τυφλὸς γιὰ νὰ φανερωθεῖ ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἀντίληψη τῶν μαθητῶν εἶναι ἐσφαλμένη, γιατί πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ πέσει κάποιος στὴν ἁμαρτία πρὶν νὰ γεννηθεῖ; Μόνον οἱ εἰδωλολάτρες εἶχαν τέτοιες δοξασίες καὶ τέτοια ἀνόητα δόγματα. Ὁ Κύριος εἶναι κατηγορηματικός. Κάθε ἕνας εἶναι ὑπεύθυνος γιὰ τὰ δικά του ἁμαρτήματα. Ἡ ἁμαρτία ποὺ διαπράττουμε εἶναι ἐκείνη ποὺ μᾶς ταλαιπωρεῖ. Ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας γράφει πὼς ἡ ὠφέλεια στὸν ἄνθρωπο εἶναι μεγάλη, ὅταν γνωρίζει τὴ σωστὴ διδασκαλία τοῦ Θεοῦ. Δὲν πέφτει σὲ σφάλματα οὔτε ἑρμηνεύει λάθος τὰ γεγονότα.


Ὁ τρόπος τῆς θεραπείας τοῦ τυφλοῦ

Ἀξιοθαύμαστος εἶναι ὁ τρόπος θεραπείας τοῦ τυφλοῦ. Μποροῦσε ὁ Χριστὸς νὰ τὸν θεραπεύσει διὰ λόγου χωρὶς νὰ χρησιμοποιήσει πηλὸ καὶ νὰ τοῦ ἀλείψει τὰ μάτια. Πρῶτα πρῶτα ἤθελε νὰ τοῦ διεγείρει τὴν πίστη. Ἔπειτα, μὲ τὴν πράξη Του αὐτὴ ἔδειξε τὴ δημιουργική Του δύναμη. Ὅπως ἕνας οἰκοδόμος τὴν μισοτελειωμένη οἰκία του τὴ συμπληρώνει (κτίζοντας μὲ νέα ὑλικά), ἔτσι καὶ ὁ Χριστὸς στὸ θαῦμα τοῦ τυφλοῦ «τὸ σῶμα τὸ ἡμέτερον συγκολλᾶ καὶ ἀναπληροῖ», δηλαδὴ συμπληρώνει τὶς ἀτέλειες τοῦ σώματός μας, γράφει ὁ Χρυσόστομος. Μὲ χῶμα δημιούργησε τὸν Ἀδάμ, μὲ χῶμα δημιούργησε καὶ τὰ μάτια τοῦ τυφλοῦ. Μετά, κατὰ τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου τοῦ εἶπε νὰ πάει νὰ πλύνει τὸ πρόσωπό του στὴν κολυμβήθρα τοῦ Σιλωάμ. Ὁ τυφλὸς ὑπάκουσε ἀμέσως. Μέχρι νὰ πάει στὴ δεξαμενὴ ἀπὸ τὸ σημεῖο ποὺ τὸν διέταξε ὁ Κύριος, ἀσφαλῶς θὰ συνάντησε πολλοὺς ἀνθρώπους ποὺ θὰ τὸν ρωτοῦσαν ποῦ πάει καὶ γιατί ἔχει λάσπη στὰ μάτια του. Ἤθελε ὁ Κύριος νὰ γίνει τὸ σημεῖο ἐνδεικτικώτερο. Μετὰ τὴν θεραπεία θὰ ξαναγύριζε πάλι ἀπὸ τὸν ἴδιο δρόμο καὶ θὰ γινόταν κατὰ κάποιο τρόπο μία λιτάνευση τοῦ σημείου, θὰ γινόταν γνωστὸ τὸ θαῦμα χωρὶς εἰδικὴ σύσταση καὶ διάδοση. Βέβαια καὶ οἱ συνεχεῖς ἀνακρίσεις ποὺ κάνανε στὴ συνέχεια οἱ Φαρισαῖοι, χωρὶς νὰ τὸ θέλουν, κάνουν γνωστὸ σ’ ὅλους τὸ θαῦμα. Ὅπως λέγουν οἱ Πατέρες, ὁ Θεὸς «ἐκ τῶν ἐναντίων τὰ ἐνάντια κατασκευάζει», θεραπεύτηκε ὁ τυφλὸς μὲ τὴ ζωοποιὸ ἐνέργεια τοῦ Κυρίου.


Ἡ πνευματικὴ Σιλωὰμ

Ὁ Κύριος εἶναι ἡ πνευματικὴ πέτρα καὶ ἡ πνευματικὴ κολυμβήθρα τοῦ Σιλωὰμ ποὺ καθαρίζονται ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες οἱ ἄνθρωποι. Ὁ Χριστὸς εἶναι ἕνας μεγάλος χείμαρρος ποὺ δρόσισε καὶ ἀνέψυξε ὅλους τοὺς ἀνθρώπους. Στὶς πάσης φύσεως ἀρρώστιες μας, συμβουλεύει ὁ Μ. Βασίλειος, ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς γιατροὺς νὰ καταφεύγουμε στὴ θεία χάρη. Ἡ μεγάλη τραγωδία τοῦ ἀνθρώπου, λέγει ἕνας Ἐπίσκοπος, εἶναι ἡ ἁμαρτία του. Ὄχι ἁπλῶς ὅτι ἁμάρτησε, ἀλλ’ ὅτι ἡ ἁμαρτία του «μένει». Στὴ διαμάχη μεταξὺ τυφλοῦ καὶ Φαρισαίων δὲν εἶναι ἡ ἀνεύρεση τῆς ἀλήθειας, ἀλλὰ ἡ ἁμαρτία. Δὲν ἐνδιαφέρονται τόσο γιὰ τὴν ἀργία τοῦ Σαββάτου, ἀλλ’ ὅτι θίγεται ὁ ἐγωισμὸς τῶν Φαρισαίων. Ὁ ἐγωισμός μας δὲ μᾶς ἀφήνει νὰ παραδεχθοῦμε τὶς ἐνέργειες καὶ τὰ θαύματα τοῦ Θεοῦ. Βλέπουμε τὰ μικρὰ καὶ ἀφήνουμε τὰ μεγάλα. Ἐγκλωβίζεται ἡ καλή μας θέληση καὶ ἀρνούμεθα νὰ παραδεχθοῦμε τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ σέ μᾶς. Στὸ βάθος πιστεύουμε μόνον στὸν ἑαυτό μας καὶ στὰ χαρίσματά μας.


Ἀδελφοί μου,

Ἂς σπάσουμε αὐτὸ τὸ σύμπλεγμα τοῦ ἐγωισμοῦ μας κι ἂς παραδεχθοῦμε τὰ σφάλματά μας, ἂς ἀφήσουμε τὸ Θεὸ νὰ ἐνεργήσει ἐπάνω μας ὅπως Αὐτὸς γνωρίζει καὶ μὲ ὅποιον τρόπο θέλει. Ἐὰν γίνουμε ὄργανο γιὰ νὰ φανερωθεῖ ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ, τότε ἂς ὑποστοῦμε καὶ τὶς μεγαλύτερες θυσίες.

Ὁμιλία εἰς τόν ἐκ γενετῆς τυφλόν Ἀστέριος (Ἐπίσκοπος Ἀμασείας)



Μόλις ἠκούσαμε τόν υἱό τῆς βροντῆς, τόν Ἰωάννη, ἤ μᾶλλον τό Ἅγιον Πνεῦμα, πού ἀπό ἁλιέα καί χειροτέχνη τόν ἔκαμε συγγραφέα καί κήρυκα θείων ὄντως καί ὑψηλῶν ὑποθέσεων, νά μᾶς ἐκθέτει τό θαῦμα τῆς σωματικῆς καί πνευματικῆς ἀναβλέψεως τοῦ ἐκ γενετῆς τυφλοῦ. Στό προηγούμενο κεφάλαιο ἀνέλυσε τήν πολλή καί ἐκτεταμένη διάλεξη τοῦ Κυρίου μέ τήν ὁποία καθοδηγοῦσε τόν ἀπειθῆ καί δύστροπο ἑβραϊκό λαό στή θεογνωσία τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ, ἀπομακρύνοντας τό νοῦ τους ἀπό τήν ἔννοια τῆς μοναρχίας τους. Τούς ἄνοιγε τήν πόρτα γιά νά περάσουν ἀπό τή νομική παράδοση στή χάρη, ὁδηγώντας τους ὁμαλῶς ἀπό τήν Παλαιά στήν Καινή Διαθήκη, ὅπως κάποτε ἀπό τήν ἔρημο πρός τήν πλούσια καί εὔφορη γῆ. Ἀλλά ἄν καί ἐφανέρωνε ποικιλοτρόπως καί τή δική του προΰπαρξη, ὅτι δηλαδή ὑπάρχει προαιωνίως καί εὑρίσκεται πάντοτε σέ συνάφεια μέ τόν Πατέρα, καί ἐφώναζε μέ σαφήνεια στά ὦτα τῶν κωφῶν: πρίν Ἀβραάμ γενέσθαι ἐγώ εἰμί, ἐκεῖνοι δέν ἀντελήφθησαν τή δύναμη τοῦ λόγου, οὔτε ἐκεῖνο πού δέν παραδέχτηκαν τό ἤλεγξαν μέ κάποια ἐπιστημονική ἀντίρρηση. Ἀλλά ἀντί τῶν λόγων ἔπιασαν τούς λίθους, καί ἐνῶ βρίσκονταν ἀκόμη μακριά ἀπό τόν Σταυρό, γύμναζαν τά φονικά τους χέρια γιά τή δολοφονία. Ἐκεῖνος ὅμως πού πάντοτε προέκρινε τή μακροθυμία μπροστά στόν ὑβριστή καί βλάσφημο λαό, ἀπέφυγε τήν ὀργή καί τήν ὀχλαγωγία τους. Ἀπέδρασε, ὄχι ὅμως μέ τρόπο ταπεινό, ἀλλά θεϊκό. Στάθηκε μεταξύ τους τόσο κοντά ὥστε νά τόν φτάνουν μέ τά χέρια τους, ἀλλά δέν τόν ἔβλεπαν, καί ἐνῶ ἄγγιζε τούς ἐξοργισμένους, δέν φαινόταν. Εἶχαν μείνει τότε ἐμβρόντητοι, φονεύοντας μέ τήν προαίρεση, χωρίς ὅμως νά βρίσκουν τρόπο νά ἐκτονώσουν τήν ὀργή τους. Ὅμοιοι μέ τούς ἄπειρους κυνηγούς οἱ ὁποῖοι, ἄν φοβίσουν καί διώξουν τό κυνήγι παράκαιρα, καί τό ἐλάφι βρεῖ διέξοδο σέ κάποιο δάσος καί διαφύγει κρυφά, περιπλανῶνται χωρίς λόγο στήν κοιλάδα περιφέροντας τά δίχτυα ἀσκόπως, τραβώντας μαζί τους καί τά σκυλιά ματαίως. 

Ἐγώ δέ, ἄν καί κατά τά ἄλλα εἶμαι ἀχρεῖος, δέν λησμόνησα πώς εἶμαι δοῦλος, καί ὀφείλω νά ἐξεγερθῶ κατά τῶν ὑβριστῶν, ὑποστηρίζοντας τόν Δεσπότη μου. Γι’ αὐτό καί θά φωνάξω στούς ἑβραίους, σάν νά εἶναι σήμερα παρόντες καί νά ἔχουν καταληφθεῖ ἀπό μανία: λιθοβολεῖτε, ἐλεεινοί, τόν Εὐεργέτη; Καί ποιός σᾶς ξεδίψασε κάποτε ἀπό μία πέτρα; Πετᾶτε λίθους σ’ αὐτόν ποὺ νομοθέτησε τή ζωή σας μέ τίς λίθινες πλάκες; Στόν λίθο τόν ἐκλεκτό καί πολύτιμο ποὺ προεφήτευσε ὁ Ἠσαΐας; Στόν λίθο τόν νοητό ποὺ ἀπεσχίσθη ἀπό τόν ἀπότομο βράχο χωρίς ἀνθρώπινο χέρι, ὅπως ὁ θεσπέσιος Δανιήλ σᾶς δίδαξε; Λιθοβολεῖτε τόν λίθον τόν ἀκρογωνιαῖον, πού συνένωσε τούς δύο τοίχους, τῆς Καινῆς καί τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης; Καί ἄν ἐσεῖς δέν πιστέψετε, δυνατός ὁ Θεός ἐκ τῶν λίθων τούτων ἐγεῖραι τέκνα Ἀβραάμ, δηλαδή νά συνάξει στόν Χριστό λαόν περιούσιον, τούς ἀπερίτμητους ἐθνικούς. Αὐτή τήν ἐπαγγελία ἐδέχθη καί ὁ Ἀβραάμ, ὅταν ὁ Θεός τοῦ εἶπε, ὅτι εὐλογηθήσονται ἐν σοὶ πάντα τά ἔθνη. Διότι βλέποντας ὁ Θεός μέ τήν ἀπόρρητο πρόγνωσή του τό μέλλον, χάρισε στόν ἀρχηγό τῆς πίστεως ὡς τέκνα ὅλους ἐκείνους πού ἐπρόκειτο στό μέλλον νά πιστέψουν. Ἐπειδή προέβλεπε τήν ἐπανάσταση τῶν ἑβραίων, ἀλλά καί τούς λίθους ἔβλεπε, πού θά σήκωναν ἐναντίον του τά ψευδώνυμα τέκνα του, τά εἶχε συμπεριλάβει στούς ἀποκηρυγμένους. Καί ἐπειδή, κηρύττοντάς τους τήν ἀλήθεια, δέν τούς ἔβλεπε νά εὐσεβοῦν, ἐνῶ ἦταν παρών, ἐκρύβη καί καθώς τόν ἔβλεπαν, ἐξηφανίσθη, ὥστε μέ αὐτή τή θαυματουργία του νά τούς κάνει νά συγκατατεθοῦν, ὅτι πράγματι ἦταν ὁ Χριστός καί Θεός ἀπό τόν Ἀβραάμ παλαιότερος. 

Ἀκοῦστε λοιπόν, λέγω, τυφλοί ἀληθῶς καί ἀνόητοι. Ποιός εἶναι αὐτός ποὺ βρίσκεται ἐμπρός σας χωρίς νά φαίνεται; Μήπως εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ὁμιλοῦσε στόν Μωυσῆ χωρίς νά φαίνεται; Γιατί καί τότε φαινόταν φωτιά καί βάτος, ἄφωνα καί τά δύο. Ἀλλά ὅμως καί φωνή ἀκουγόταν, καί λόγια διδακτικά, καί τό μέλλον μέ ἀκρίβεια ἐπροφητεύετο. Ὅποιος διαθέτει νοῦ, πρέπει ἀπό τή συγγένεια τῶν γεγονότων νά ἀναγνωρίσει τό πρόσωπο.

Ἔτσι παραλογίζονταν οἱ ἀνόητοι ἑβραῖοι, καί ὁ Κύριος καί Σωτήρας μας σάν κάποιος ἰατρός σοφός καί ἐπιμελής, ἀφοῦ τό πάθος δέν ὑπεχώρησε μέ τήν πρώτη ἐπέμβαση, μεταχειρίζεται ἄλλον τρόπο Θεραπείας. Θέλει νά θεραπεύσει τούς διανοητικῶς τυφλούς, διά μέσου ἑνός σωματικῶς τυφλοῦ, πού ἔτυχε νά εὑρίσκεται ἐκεῖ. Ὁ ὁποῖος δέν ἐτυφλώθη ἀπό κάποιαν ἀρρώστια, ἀλλά ἀπό λάθος τῆς φύσεως εἶχε ἔλθει ἔτσι στή ζωή.

Βλέποντας λοιπόν αὐτόν τόν ἄνθρωπο ἐστάθη, ἕτοιμος νά τόν θεραπεύσει μέ τρόπο πού ξεπερνᾶ τήν ἀνθρώπινη λογική καί τέχνη. 

Ἐπειδή ἡ ἰατρική καί ἡ θεραπευτική της ἀσχολεῖται μέ τά νοσήματα ἐκεῖνα τά ὁποῖα παρουσιάζονται ὅταν ἤδη ἡ φύσις ἔχει φέρει στό φῶς ἕναν ἄρτιο ὀργανισμό, καί μετά ἀπό κάποιο χρονικό διάστημα, δέν ἀσχολεῖται ὅμως μέ τή θεραπεία μιᾶς σωματικῆς βλάβης ἡ ὁποία ἔχει γεννηθεῖ μαζί μέ τόν ἄνθρωπο, ἀλλά οὔτε ὅλα τά νοσήματα πού συμβαίνουν ἀργότερα μπορεῖ νά θεραπεύσει, καί τό μαρτυροῦν αὐτό οἱ ἀκρωτηριασμένοι ἄνθρωποι, τῶν ὁποίων οὐδείς ἰατρός ἐπανώρθωσε τή στέρηση τῶν μελῶν, γι’ αὐτό ἀκριβῶς καί οἱ μαθηταί, συμπονώντας γιά τό πάθημα, προσπαθοῦσαν νά ἀνακαλύψουν τήν αἰτία τῆς κακώσεως αὐτῆς. Ἐρώτησαν λοιπόν τόν Κύριο μέ ἁπλότητα, γιά νά μάθουν ἐάν ἀπό δική του ἁμαρτία ἤ ἀπό εὐθύνη τῶν γονέων του ἦλθε ἔτσι στή ζωή. Καί τά δύο ὅμως σκέλη τῆς ἐρωτήσεως ἔχουν κάτι τό ἐπιλήψιμο. Διότι δέν θά κατεκρίνετο ἐξαιτίας τῶν γονέων του, ἀφοῦ ὁ Θεός δέν τιμωρεῖ ἄλλον ἀντ’ ἄλλου. Οὔτε βέβαια πλήρωνε γιά δικά του ἁμαρτήματα, ἀφοῦ ἐγεννήθη τυφλός. Ἐπειδή κανείς δέν ἁμαρτάνει πρίν ἀπό τή γέννηση. Ἡ ἐρώτησις λοιπόν δέν ἦταν τόσο ἐπιτυχής. 

Νά δοῦμε ὅμως πῶς ἀπεκρίθη ἡ Ἀλήθεια, ὁ Κύριός μας, στήν ἐρώτηση. Αὐτό τό πάθος, μαθηταί μου, λέγει, δέν προῆλθε ἀπό ἁμαρτίες, ἀλλά ἀποτελεῖ ἑτοιμασία μελλοντικῆς οἰκονομίας, ὥστε αὐτός πού θεωρεῖται κοινός ἄνθρωπος νά ἐνεργήσει ὑπεράνθρωπα, καί ὁ Κτίστης τῶν ὅλων, μετά τήν πρώτη νά εὕρη ἀφορμή γιά νέα δημιουργία. Ἔτσι ἀπό τό μερικό νά ἐπιβεβαιώσει τό γενικό, καί ὁ σκληρός καί δύστροπος λαός νά πεισθεῖ νά Τόν προσκυνᾶ ἀντί νά Τόν πετροβολᾶ. 

Ἄς φωτισθοῦν λοιπόν οἱ ὀφθαλμοί πού δέν βλέπουν, γιά νά λάμψει στίς ψυχές τῶν ἀσύνετων ὁ ἥλιος τῆς δικαιοσύνης. Ἄς γίνει αὐτό τό παράδοξο, νά πλασθοῦν ὀφθαλμοί, γιά νά μάθουν οἱ ἐπαναστάτες ὅτι ὁ λεγόμενος υἱός τοῦ Ἰωσήφ, ἐάν πράγματι εἶχε πατέρα τόν ξυλουργό, θά ἠμποροῦσε μέν νά διορθώσει ἕνα σπασμένο σκαμνί ἤ νά κολλήσει τά ξύλα πού ἔχασαν τήν ἐπαφή τους ἤ νά στερεώσει κάποια σπασμένη δοκό. Ἀλλά δέν θά ἠμποροῦσε νά φτιάξει ἕνα μέλος ἀνθρώπου, καί μάλιστα τόν ὀφθαλμό, ὁ ὁποῖος δημιουργεῖται ἀπό τή φύση μέ τόν πιό πολύπλοκο, ἄλλος ἀπό αὐτόν πού ἔχει ἐξαρχῆς τήν ἐξουσία ἐπάνω στή φύση. Καί ἄν κάποιος θελήσει νά ἐρευνήσει μέ προσοχή τά ἀνθρώπινα μέλη, ἰδιαιτέρως σ’ αὐτό τό μέλος τοῦ σώματος, θά διαπιστώσει τήν παντοδύναμο καί ποικίλη σοφία τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος ἐτίμησε τή μικρή περιοχή πού καταλαμβάνει αὐτό τό μέλος, ἐπιδεικνύοντας τόσο μεγάλη τέχνη.

Ἀξιοθαύμαστο κτίσμα λοιπόν ὁ ὀφθαλμός, καί τώρα, σ’ αὐτό τό θαῦμα ἐχτίσθησαν αὐτοσχέδιοι ὀφθαλμοί, ὥστε νά ἀπομακρύνουμε ἐμεῖς τίς μικροπρεπεῖς ἔννοιες πού μᾶς προξενεῖ ἡ σάρκα τοῦ Μονογενοῦς, ἀποβάλλοντας ἀπό τήν ψυχή μέ τή μεγαλειώδη αὐτή ἐνέργεια, κάθε ταπεινή καί γήινη ὑπόληψη περί αὐτοῦ. Καί νά μάθουμε ὅτι τό μακάριον φῶς καί τό κάλλος τῆς θεότητος τό δέχθηκε ἕνα πήλινο σκεῦος, διακονώντας ὅπως ὁ λύχνος διακονεῖ τό φῶς. Πραγματοποιεῖ δέ μέ τά ἴδια Του τά χέρια τή θεραπεία ὁ Κύριος, καί δέν χρησιμοποιεῖ τόν λόγο μόνο γιά νά ἐνεργήσει, αὐτός πού μέ πρόσταγμα μόνον ἐδημιούργησε ὅλον τόν κόσμο, καί μέ δύο μικρές λέξεις ἐθεράπευσε τόν παράλυτο. Ἀλλά καί μέ τό στόμα καί μέ τά χέρια καί μέ πολλή φροντίδα θεραπεύει τήν τυφλότητα, ὥστε ἀπό τίς ἐνέργειές Του, νά προξενήσει στούς ἀπίστους τή βεβαῖα πίστη. Ἔπτυσε στό ἔδαφος καί μέ τόν τρόπον αὐτό ἔφτιαξε λάσπη, χρησιμοποιώντας καί τή γῆ γιά τή θεραπεία, ὥστε νά δείξει πῶς μέ ἐκεῖνο τό χῶμα, ἀπό τό ὁποῖο εἶχε πλασθεῖ ἀρχικῶς ὁλόκληρο τό σῶμα, δημιουργεῖται αὐτή τή στιγμή καί τό μέρος αὐτό πού τοῦ λείπει. Τό ἀναμιγνύει δέ μέ σίελο καί κολλᾶ ἔτσι τούς διάχυτους κόκκους, ὥστε νά ἔχουν συνοχή, γιά νά μᾶς δείξει φανερά ὅτι μέ τή δύναμη τοῦ στόματός του Λόγος κατόρθωσε τά πάντα. Ἐπειδή, τῷ λόγῳ Κυρίου οἱ οὐρανοί ἐστερεώθησαν, καί τῷ πνεύματι τοῦ στόματος αὐτοῦ πᾶσα ἡ δύναμις αὐτῶν. Ἀλλά καί γιά ἕναν ἄλλο λόγο θεραπεύει μέ πτύσμα: γιά νά συνεφέρει πρός κατάνυξη καί φόβο αὐτούς πού λίγο ἀργότερα, πρόκειται νά τόν ὑβρίζουν πτύοντάς Τον. Καί ὅμως, δέν ἐμείωσε τό θράσος τῶν μαινομένων, ἀλλά ὑπέμεινε ἐμπτυσμούς πολλούς, ἐκεῖνος πού τά κατόρθωσε ὅλα αὐτά μέ τό πτύσμα.

Μέ τήν πρώτη αὐτή λοιπόν ἐνέργεια φανερώνει τή δημιουργική Του δύναμη. Καί προστάζοντας τόν τυφλό νά πλυθεῖ στοῦ Σιλωάμ τήν κολυμβήθρα, μᾶς δεικνύει τήν διά τοῦ ὕδατος σωτηρία, τήν ὁποίαν ἐχάρισε ὁ ἀπεσταλμένος Σιλωάμ (Σιλωάμ ἑρμηνεύεται ἀπεσταλμένος). Διότι τότε βλέπουμε ἀληθῶς, ὅταν ἐξέλθουμε ἀπό τό μυστικό ὕδωρ τοῦ βαπτίσματος. Τότε μᾶς λαμπρύνει τό φῶς τῆς χάριτος, ὅταν ἡ δύναμις αὐτοῦ τοῦ μυστηρίου ἀποπλύνει τήν ἀκαθαρσία καί τίς κηλίδες τῶν ἁμαρτιῶν. Καί ὅλοι ὅσοι μέ τήν ἐντολή τοῦ Σιλωάμ λουζόμεθα, βλέπουμε τό πνευματικό φῶς, τό φωτίζον πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τόν κόσμον. Ὤ τοῦ θαύματος καί τῆς μεγάλης εὐεργεσίας! Ἔφυγε ἀπό τήν κολυμβήθρα ὁ πρό ὀλίγου τυφλός, στολισμένος στό πρόσωπο μέ τήν προσθήκη τῶν ὀφθαλμῶν, καί βλέποντας καθαρά τίς ἡλιακές ἀκτίνες. 

Μέ ἔκπληξη εἶδαν οἱ γείτονες καί οἱ γνωστοί τό γεγονός. Ἐθορυβήθησαν ἀπό τόν πρωτοφανῆ τρόπο τῆς θεραπείας -περιεφέρετο στήν πόλη ὁ ἄνθρωπος βλέποντας, γιά νά βλέπεται ἀπό ὅλους τό πρωτάκουστο καί παράδοξον ἔργον Ἐκείνου πού ἐγεννήθη στή Βηθλεέμ, τοῦ μικροῦ βρέφους τό ὁποῖο στήν φάτνη ἐτυλίχθη μέ σπάργανα. Ἐπειδή αὐτά εἶναι πού ἔκαναν τούς ἰουδαίους νά ἀπιστοῦν στήν θεότητα.

Ὦ, σεῖς, λοιπόν, ἀνόητοι καί παχυκάρδιοι, βάλτε στό νοῦ σας ὅλους τοὺς ἀνθρώπους τῶν αἰώνων. Ἀρχίστε ἀπό αὐτόν, καί ἐρευνήσετε ὅλους τοὺς μεταγενεστέρους. Βρίσκετε νά ἔγινε σέ κάποιον ἄλλον αὐτό ποὺ συνέβη τώρα; Ὑπάρχει στόν κόσμο παράδειγμα παρομοίας θεραπείας; Ἀλλά σεῖς ἐπιμένετε νά διασύρετε τόν Κύριό μου, καί τόν ἀποκαλεῖτε τέκνο τοῦ ξυλουργοῦ —οὐχ οὗτός ἐστι ὁ τοῦ τέκτονος υἱός; — τοῦ ὁποίου γνωρίζετε τούς ἀδελφούς καί τήν κατοικία. Ἀπαριθμῆστε ὅλα τά ταπεινά, φιλονικῆστε, ὑποτιμῆστε Τον ὅσο θέλετε. Ἄν ὅμως τίποτε παρόμοιο δέν ἔγινε ποτέ ἀπό ἄνθρωπο, οὔτε ὁ κόσμος ἐγνώρισε ἄλλο περιστατικό, τότε ἀνοῖξτε τά μάτια σας, καί ἀντικρύσετε τήν ἀλήθεια, κατακρίνοντας τήν ἄγνοιά σας. Νιφθῆτε καί σεῖς στόν Σιλωάμ γιά νά μήν ἀποθάνετε τυφλοί. 

Ἀλλά, ἀπό ὅ,τι φαίνεται, καθόλου δέν συνῆλθαν. Οὔτε μέ τά λόγια ἠθέλησαν νά μάθουν, οὔτε ἡ πρᾶξις τούς ἐδίδαξε, οὔτε τά θαύματα τούς προξένησαν σεβασμό. Ἀντιθέτως, ἀπό τήν ὑπερήφανον ἀχαριστία τους, ἐπιχειροῦσαν μέ μύριους τρόπους ὅλα νά τά ἐξαφανίσουν καί νά τά διασύρουν. Ἀλλά ἡ κακουργία ἀντεστρέφετο κατά τοῦ ἑαυτοῦ τους, διότι ὅσον ἀπιστοῦσαν, καί μέ τίς ἐρωτήσεις τούς προσπαθοῦσαν νά ἀνατρέψουν τά γεγονότα, τόσο περισσότερον ἐβεβαιώνετο ἡ ἀλήθεια. Ἔπαθαν ὅ,τι καί τά θηρία ἐκεῖνα τά ὁποῖα ἐπληγώθησαν ἀπό κάποιον, ἀλλά ἐπειδή δέν ἔχει εἰσχωρήσει βαθειά στά σπλάχνα τους τό μαχαίρι, ὁρμοῦν ἐξαγριωμένα στόν ἄνθρωπο ἐκεῖνο, ἀποτελειώνοντας μόνα τους τή σφαγή. 

Τήν ἐριστικότητά τους τήν ἔδειξαν κατ’ ἀρχήν, ψάχνοντας ἐάν τούς ἐπαρουσιάσθη ὁ ἴδιος ὁ τυφλός, ἤ ἄλλος ἀντί γιά ἐκεῖνον. Γι’ αὐτό σαφῶς τούς διαβεβαίωνε ὁ ἄνθρωπος, ἀναγγέλλοντάς τους καί τή διαδικασία τῆς θεραπείας, ὅτι δηλαδή τό φάρμακο τῆς τυφλώσεως ἦταν ὁ πηλός, μέ τόν ὁποῖο τόν ἔχρισε ὁ Ἰησοῦς. Καί ὅταν ἐξέπλυνε τόν πηλό στήν κολυμβήθρα, εὑρῆκε τό φῶς του. Αὐτά περιεργάζοντο οἱ γείτονες καί τά ἔμαθαν. Τά ἀναζητοῦσαν καί οἱ Φαρισαῖοι καί δέν ἐπείθοντο.

Δεύτερο τέχνασμα μέ τό ὁποῖο ἀπεπειράθησαν νά διαστρεβλώσουν τό γεγονός, ἦταν ἡ προσπάθειά τους νά ἀποδείξουν ὅτι δέν ἦταν ὁ Χριστός ἐκεῖνος πού τόν ἐθεράπευσε. Ἐπειδή δέ ὁ ἄνθρωπος ἀνεκήρυττε τόν Σωτῆρα, καί μέ τήν ὁμολογία τοῦ κηρύγματος ἀνταπέδιδε τήν χάρη διαφημίζοντας τόν εὐεργέτη, ἐκεῖνοι τοῦ ἔκλειναν τό στόμα, καί μέ τό μυαλό ζαλισμένο, ἐπειδή δέν εἶχαν τί νά κάνουν, ἐπανέρχονται πάλι στήν ἴδια συζήτηση. Περιεργάζονται ἐάν ἦταν τυφλός ἐκ γενετῆς, ἀναζητοῦν τούς γονεῖς τοῦ ἀνθρώπου, καί ἐξετάζουν τό κάθε τι μέ ἀκρίβεια, ὄχι γιά νά βεβαιώσουν τό γεγονός, ἀλλά γιά νά εὕρουν κάποιαν ἀφορμή νά διαψεύσουν τό θαῦμα, καί κατασκευάζοντας κάποια ψεύτικη σκευωρία, νά ἀνατρέψουν τήν ὁρμητικότητα τοῦ πλήθους πού ἐπίστευσε. 

Τί ὑπερβολή κακίας! Νά πολεμοῦν τήν ἀλήθεια καί νά διασύρουν, ἀντί νά προσκυνοῦν τόν εὐεργέτη. Ἀντί νά θαυμάζουν τή δύναμή του, προσπαθοῦν νά παρουσιάσουν σάν ἀσήμαντα τά γεγονότα. Πεισθεῖτε καί ἀπό τούς γονεῖς, Φαρισαῖοι, γιά τό ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἐγεννήθη μαζί μέ τήν τύφλωση. Τρέξτε πάλι στόν τυφλό καί δεύτερη καί τρίτη φορά, γιά νά σᾶς ἀποκαλύψει ἐκεῖνος τήν κακία καί τήν ἐπιβουλή πού κρύβουν αὐτά τά ἐπιχειρήματα. Ἀλλά σεῖς, ὅταν δοκιμάσετε τήν πρώτη ἀπογοήτευση, προχωρεῖτε στή δεύτερη. Ὅταν δοκιμάσετε τή δεύτερη, στήν τρίτη, καί οὕτω καθεξῆς. Ἀκολουθεῖτε τήν πορεία τῆς κακούργας ἀλεπούς. Εἶστε ἀπό παντοῦ περικυκλωμένοι μέ τά δίχτυα τῆς ἀλήθειας. Ἀδυνατεῖτε νά ἀρνηθεῖτε τό θαῦμα, δέν ὑπάρχει ἄλλη διέξοδος. Παρ’ ὅλα αὐτά, δέν ἀμελεῖτε μέ κάθε τρόπο νά περιπλέκετε τό πρᾶγμα, ὑφαίνοντας ἱστόν ἀράχνης μέ ὅλη σας τήν τέχνη. Ἀνίσχυρος ὅμως καί ἀνώφελος εἶναι ἡ ἐπιβουλή σας. Προγονική ἡ ἀρρώστια σας. Ἀπίστων πατέρων ὅμοια τέκνα. Ἔτσι ἀντιμετώπιζαν κι ἐκεῖνοι τά θαύματα τῆς Αἰγύπτου. Ἐσώζοντο ἀπό πολέμους παραδόξως καί ἀνελπίστως, καί ἀπιστοῦσαν σ’ αὐτόν πού ἐχάριζε τή σωτηρία. Ἐτρέφοντο μέ τροφές πού ὑπερέβαιναν τή φύση, καί ἦσαν πιό ἀχάριστοι κι ἀπό αὐτούς πού λιμοκτονοῦν. Ὑπεδέχοντο τό μάνα πού τούς ἀπεστέλλετο ἀπό τόν οὐρανό, καί ποθοῦσαν τή δυσωδία τῶν σκόρδων καί τῶν κρεμμυδιῶν τῆς Αἰγύπτου. Μέ στήλη νεφέλης ἐσκεπάζοντο τήν ἡμέρα γιά νά μήν ταλαιπωροῦνται ἀπό τό καῦμα τοῦ ἥλιου, καί μέ στήλη φωτεινή ἐφωτίζοντο τή νύχτα, ἀπολαμβάνοντας ἄλλον, νέο φωστῆρα, ἐκτός ἀπό τή σελήνη. Καί σάν νά μήν εἶχαν εὐεργετηθεῖ μέ καμμιὰ θεϊκή ἐνέργεια, ὅταν ὁ Μωΰσης εἶχε ἀνεβεῖ στό ὄρος γιά νά τοῦ δοθεῖ ὁ νόμος, καί καθυστεροῦσε νά ἐπιστρέψει, αὐτοί ζητοῦσαν καί εὕρισκαν νέους καί ἀνυπάρκτους θεούς. Εἶστε ὄντως κληρονόμοι τῆς ἀχαριστίας τους. Καί τό νόμο δέν ἀγαπήσατε, καί τήν χάρη μισεῖτε. Σᾶς χρειάζεται ράβδος φτιαγμένη ὄχι ἀπό καρυδιά, γιά ἐπιστασία, ἀλλά ἀπό σίδηρο. 

Βλέπετε ἕναν ἄνθρωπο, πού ἄν καί τόν εἶδε τό φῶς, αὐτός εὑρίσκεται στό σκοτάδι. Σέ μιὰ στιγμή τόν βλέπετε νά θεραπεύετε καί νά ἀναβλέπει, ὄχι μέ συνδυασμό διαφόρων φαρμάκων, οὔτε μέ χρήση χειρουργικῶν ἐργαλείων, ἀλλά μόνο μέ λάσπη, κι αὐτή ἀπό πτύσμα. Καί πῶς δέν θαμβώνεσθε, δέν ἐκπλήττεσθε, δέν πίπτετε στή γῆ νά προσκυνήσετε αὐτόν ποὺ ἀπό τή γῆ ἔπλασε τούς ὀφθαλμούς, σεβόμενοι τή Θεϊκή ἐνέργεια; Ἀντιθέτως, σεῖς κινδυνεύετε νά διαρραγεῖτε ἀπό τόν φθόνο, καί ζηλεύετε τόν Θεό σάν ἀντίζηλο, σάν δημιουργοί τόν Δημιουργό, σάν κοινό ἄνθρωπο τόν Θεάνθρωπο. Καί διαβάζετε μέν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης τά βιβλία, ὅσα ἐγράφησαν ἐκεῖ γιά νά οἰκονομήσουν τόν λαό, καί ὅσα διδάσκουν περί τῶν βασιλέων καί τῆς ἱστορίας τους, πείθεσθε δέ καί παραδέχεσθε ὅσα γράφουν γιά τόν καθένα. Ὅτι τόν Μωυσῆ λίγο ἔλειψε νά τόν ἐκλάβουν ὡς Θεό, καί τόν Ἐλισαῖο τόν ὑπερεθαύμαζαν, καί τόν διδάσκαλό του τόν Ἠλία πολύ τόν ἐξυμνοῦσαν. Καί ὅλους τοὺς ἁγίους κάθε γενεᾶς, οἱ ὁποῖοι ἔλαβαν τις ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ, καί πραγματοποίησαν τά μεγάλα καί πασίγνωστα, τούς τιμᾶτε σάν ἀγγέλους. Σέ τίποτα δέν ἀμφισβητεῖτε τούς ἀρχαίους, οὔτε ἀπιστεῖτε στίς διηγήσεις τῶν πατέρων σας, μολονότι οἱ ἄνθρωποι ἐκ φύσεως δίδουν λιγότερη πίστη στήν ἀκοή. 

Αὐτό ὅμως πού συνέβη στίς ἡμέρες σας μέ τούς ὀφθαλμούς ἐκείνου, καί τό εἴδατε μέ τούς ὀφθαλμούς τούς ἰδικούς σας, ἠμπορεῖτε δέ καί μέ τά δάχτυλα νά τό ψηλαφήσετε, καί νά ἀκούσετε μέ ἀκρίβεια τήν ἐξιστόρησή του, αὐτό μέ τόσην ἀπιστία καί ἀχαριστία κακοτρόπως τό ἐπιβουλεύεσθε, καταπατῶντας τίς προφητεῖες, και προσπαθῶντας νά διαψεύσετε τήν ἐκπλήρωσή τους. Ἀφοῦ ὅσα βλέπουμε τώρα νά πραγματοποιοῦνται, εἶχε προφθάσει ὁ Ἠσαΐας νά μᾶς τά διδάξει λέγοντας: «Ἰδού ὁ Θεός ἡμῶν κρίσιν (δικαιοσύνη) ἀνταποδίδωσι, καί ἀνταποδώσει, αὐτός ἥξει καί σώσει ἡμᾶς. Τότε ἀνοιγήσονται ὀφθαλμοί τυφλῶν, καί ὦτα κωφῶν ἀκούσονται, τότε ἁλεῖται ὡς ἔλαφος ὁ χωλός, τρανή δέ ἔσται γλῶσσα μογιλάλων» (δηλαδή, τότε θά πηδᾶ ὡς ἔλαφος ὁ κουτσός, καί τρανή θά γίνει ἡ γλῶσσα τῶν κωφαλάλων). Αὐτά δέν εἶναι λόγια τοῦ Πέτρου καί τοῦ Ἰωάννου, οὔτε κάποιου ἀπό τά πρόσωπα πού ὑποπτεύεσθε, ὥστε νά ἀπιστήσετε στήν ἀλήθεια, ὑποθέτοντας ὅτι χαρίζονται στόν Κύριο, καί κάνουν διαφήμιση. Εἶναι λόγια τῆς ἰδικῆς σας προφητείας, ἐάν βέβαια ἀναγνωρίζετε τούς Προφῆτες σας, καί μάλιστα τόν μεγαλύτερο ἀπό τούς Προφῆτες καί διδασκάλους τοῦ Νόμου.

Τῷ δέ Θεῷ δόξα, κράτος, τιμή νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων.

Ὁμιλία εἰς τὸν τυφλόν (Ἰω. 9, 1-5) Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος




«Καί διερχόμενος ὁ Ἰησοῦς εἶδεν ἄνθρωπον τυφλόν ἐκ γενετῆς. Καί ἠρώτησαν αὐτόν οἱ μαθηταί του, λέγοντες· Διδάσκαλε, ποῖος ἥμαρτεν, αὐτός ἤ οἱ γονεῖς του, ὥστε νά γεννηθῇ τυφλός;»

1.«Καί διερχόμενος ὁ Ἰησοῦς εἶδεν ἄνθρωπον τυφλόν ἐκ γενετῆς». Ἐπειδή εἶναι πάρα πολύ φιλάνθρωπος καί φροντίζει διά τήν σωτηρίαν μας καί θέλων νά κλείσῃ τά στόματα τῶν ἀχαρίστων, δέν παραλείπει νά κάνῃ ἀπό ἐκεῖνα πού ἔπρεπε νά κάνῃ καί ἄν ἀκόμη κανείς δέν τόν ἐπρόσεχεν. Αὐτό λοιπόν γνωρίζων καλά καί ὁ προφήτης ἔλεγεν· «Διά νά δικαιωθῇς μέ τούς λόγους σου καί νά νικήσῃς μέ τήν κρίσιν σου» (Ψαλμ. 50,6). Διά τοῦτο λοιπόν καί ἐδῶ, ἐπειδή δέν ἐδέχθησαν τό ὑψηλόν νόημα τῶν λόγων του, ἀλλά τόν ὠνόμασαν καί δαιμονισμένον καί ἐπεχείρουν καί νά τόν φονεύσουν, ἀφοῦ ἐξῆλθεν ἀπό τόν ναόν, θεραπεύει τόν τυφλόν, καί καταπραύνων τήν ὀργήν των μέ τήν ἀπουσίαν του καί μέ τήν πραγματοποίησιν τοῦ θαύματος μαλακώνων τήν σκληρότητα καί τήν ἀσπλαχνίαν των καί κάμνων πιστευτούς τούς λόγους του· καί τό θαῦμα πού κάμνει δέν εἶναι τυχαῖον, ἀλλά τότε συνέβη διά πρώτην φοράν. Καθ̉ ὅσον λέγει· «Ποτέ πρίν δέν ἠκούσθη, ὅτι ἤνοιξε κάποιος τούς ὀφθαλμούς τυφλοῦ ἐκ γενετῆς» (Ἰω. 9,32)· διότι ἴσως κάποιος νά ἤνοιξε τούς ὀφθαλμούς τυφλοῦ, ἐκ γενετῆς ὅμως ὄχι ἀκόμη. Καί τό ὅτι ἐξελθών ἀπό τόν ναόν, ἦλθεν ἐπίτηδες νά κάνῃ τό θαῦμα γίνεται φανερόν ἀπό τό ἑξῆς· αὐτός δηλαδή εἶδε τόν τυφλόν, καί δέν προσῆλθε πρός αὐτόν ὁ τυφλός, καί μέ τόσην προσοχήν τόν εἶδεν, ὥστε καί εἰς τούς μαθητάς νά κάνῃ ἐντύπωσιν. Ἐξ αἰτίας αὐτοῦ λοιπόν ἔσπευσαν νά τόν ἐρωτήσουν· διότι, βλέποντες αὐτόν νά τόν βλέπῃ μέ τόσην προσοχήν, ἐζητοῦσαν νά μάθουν, λέγοντες· «Ποῖος ἥμαρτεν, αὐτός ἤ οἱ γονεῖς του;». Ἐσφαλμένη ἡ ἐρώτησις· διότι πῶς ἦτο δυνατόν ν̉ ἁμαρτήσῃ πρίν γεννηθῇ; πῶς δέ, ἄν ἡμάρτησαν οἱ γονεῖς του, ἦτο δυνατόν αὐτός νά τιμωρηθῇ; Διατί λοιπόν ἔκαμαν αὐτήν τήν ἐρώτησιν; Πρίν ἀπό αὐτό τό θαῦμα, θεραπεύων τόν παράλυτον, ἔλεγεν· «Νά ἔγινες ὑγιής· μή ἁμαρτάνῃς εἰς τό ἑξῆς» (Ἰω. 5,14).

Αὐτοί λοιπόν ἀντιληφθέντες ὅτι ἐκεῖνος ἔγινε παράλυτος ἐξ αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν του, τοῦ λέγουν· «Ἔστω, ἐκεῖνος ἔγινεν παράλυτος ἐξ αἰτίας τῶν ἁμαρτημάτων του, δι̉ αὐτόν ὅμως τί θά ἠμποροῦσες νά εἰπῇς; αὐτός ἥμαρτεν; Ἀλλά δέν ἠμπορεῖς νά τό εἰπῆς, διότι εἶναι τυφλός ἐκ γενετῆς. Μήπως ὅμως ἥμαρτον οἱ γονεῖς του; Ἀλλ̉ οὔτε αὐτό, διότι τό παιδί δέν τιμωρεῖται διά τάς ἀδικίας τοῦ πατρός του» Ὅπως ἀκριβῶς λοιπόν, βλέποντες κάποιο παιδί νά εὑρίσκεται εἰς ἀθλίαν κατάστασιν, λέγομεν, «Τί θά ἠμποροῦσε κανείς νά εἰπῇ δι̉ αὐτό; τί ἔκαμε τό παιδί»; χωρίς νά ἐρωτῶμεν, ἀλλά ἐκφράζομεν ἀπορίαν, ἔτσι λοιπόν καί οἱ μαθηταί, δέν τό ἔλεγον αὐτό τόσο ὑπό μορφήν ἐρωτήσεως ἀλλά ἀπορίας. Τί ἀπαντᾶ λοιπόν ὁ Χριστός; «Οὔτε αὐτός ἥμαρτεν, οὔτε οἱ γονεῖς του». Αὐτό δέ δέν τό λέγει ἀπαλλάσσων αὐτούς ἀπό τάς ἁμαρτίας (Διότι δέν εἶπεν ἁπλῶς, «Οὔτε αὐτός ἥμαρτεν, οὔτε οἱ γονεῖς του», ἀλλά ἐπρόσθεσεν, «Διά νά γεννηθῇ τυφλός»), ἀλλά γιά νά δοξασθῇ ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ· ἡμάρτησε βέβαια καί αὐτός καί οἱ γονεῖς του, ἀλλά δέν προέρχεται, λέγει, ἀπό αὐτήν τήν αἰτίαν ἡ τύφλωσις.

Αὐτά δέ τά ἔλεγεν ὄχι γιά νά δείξῃ αὐτό, ὅτι δηλαδή αὐτός μέν δέν ἐτυφλώθη δι̉ αὐτήν τήν αἰτίαν, ἐνῶ ὡρισμένοι ἄλλοι ἐτυφλώθησαν ἐξ αἰτίας αὐτῶν τῶν αἰτιῶν, ἐξ αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν τῶν γονέων των· καθ̉ ὅσον δέν εἶναι δυνατόν ν̉ ἁμαρτάνῃ ἄλλος καί νά τιμωρῆται ἄλλος. Διότι ἐάν τό παραδεχθῶμεν αὐτό, κατ̉ ἀνάγκην θά παραδεχθῶμεν καί ἐκεῖνο, ὅτι δηλαδή ἡμάρτησε πρίν γεννηθῇ. Ὅπως ἀκριβῶς λοιπόν εἰπών, ὅτι «οὔτε αὐτός ἥμαρτεν», δέν ἐννοεῖ αὐτό, ὅτι δηλαδή εἶναι δυνατόν ἐκ γενετῆς ν̉ ἀμαρτήσῃ καί τιμωρηθῇ, ἔτσι εἰπών· «Οὔτε οἱ γονεῖς αὐτοῦ», δέ ἐννοεῖ αὐτό, ὅτι δηλαδή εἶναι δυνατόν νά τιμωρηθῇ ἐξ αἰτίας τῶν γονέων του· καθ̉ ὅσον διά τοῦ Ἰεζεκιήλ ἀναιρεῖ αὐτήν τήν σκέψιν «Ὁρκίζομαι εἰς τόν ἑαυτόν μου, λέγει ὁ Κύριος, ὅτι δέν θά λέγεται αὐτή ἡ παροιμία, οἱ πατέρες ἔφαγον ἄγορα σταφύλια καί ἐμωδίασαν τά δόντια τῶν παιδιῶν των» (Ἰεζ. 18,3´2). Καί ὁ Μωϋσῆς δέ λέγει· «Δέν θά ἀποθάνῃ ὁ πατέρας ἐξ αἰτίας τοῦ υἱοῦ του» (Δευτ. 24,16). Καί διά κάποιο βασιλέα λέγεται ὅτι, δι̉ αὐτόν τόν λόγον δέν τό ἔκαμεν αὐτό, φυλάσσων τόν νόμον τοῦ Μωϋσέως (Δ´ Βασ. 14,6). Ἐάν δέ λέγῃ κάποιος, πῶς λοιπόν ἐλέχθη «Αὐτός πού καταλογίζει ἁμαρτίας γονέων εἰς τά τέκνα μέχρι τρίτην καί τετάρτην γενεάν»; (Δευτ. 5,9) ἐκεῖνο θά ἠμπορούσαμεν νά εἰποῦμεν, ὅτι ἡ ἀπόφασις αὐτή δέν ἐλέχθη δι̉ ὅλους, ἀλλά δι̉ ἐκείνους πού ἐξῆλθον ἀπό τήν Αἴγυπτον. Αὐτό δέ πού ἐννοεῖ εἶναι τό ἑξῆς· Ἐπειδή αὐτοί πού ἐξῆλθον ἀπό τήν Αἴγυπτον εἶχον γίνει μετά τά σημεῖα καί θαύματα χειρότεροι ἀπό τούς προγόνους των πού δέν εἶδαν κανένα ἀπό αὐτά, τά ἴδια, λέγει, θά πάθουν πού ἔπαθον ἐκεῖνοι, ἐπειδή διέπραξαν τά ἴδια παραπτώματα. Καί τό ὅτι ἐλέχθη δι̉ ἐκείνους θά τό διαπιστώσῃ κανείς ἐάν ἐξετάσῃ ἀκριβέστερον τό χωρίον.

Διά ποῖον λόγον λοιπόν ἐγεννήθη τυφλός; «Διά νά φανερωθῇ ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ», λέγει. Νά καί πάλιν ἄλλη ἀπορία, ἐάν λοιπόν δέν ἦταν δυνατόν νά φανῇ ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ χωρίς τήν τιμωρίαν αὐτοῦ. Βέβαια δέν ἐλέχθη αὐτό, ὅτι δέν ἦτο δυνατόν (διότι ἦτο δυνατόν), ἀλλά διά νά φανερωθῇ καί εἰς αὐτόν. Τί λοιπόν, λέγει, ἠδικήθη διά τήν δόξαν τοῦ Θεοῦ; Ποίαν ἀδικίαν; εἰπέ μου· διότι ἐάν ἤθελεν οὔτε κἄν θά τόν ἔφερεν εἰς τήν ζωήν. Ἐγώ ὅμως λέγω, ὅτι καί εὐηργετήθη ἀπό τήν τύφλωσιν, καθ̉ ὅσον ἀνέβλεψε μέ τούς ἐσωτερικούς ὀφθαλμούς· διότι τί ὠφελήθησαν οἱ Ἰουδαῖοι ἀπό τούς σωματικούς ὀφθαλμούς; (διότι ἐτιμωρήθησαν χειρότερα, ἀφοῦ ἐτυφλώθησαν ὡς πρός τούς ἐσωτερικούς ὀφθαλμούς)· ποία δέ ἡ βλάβη εἰς αὐτόν ἀπό τήν τύφλωσιν; Διότι μέ τήν τύφλωσίν του αὐτήν ἀνέβλεψεν. Ὅπως ἀκριβῶς λοιπόν τά κακά δέν εἶναι κακά, δηλαδή τά κακά τῆς παρούσης ζωῆς, ἔτσι οὔτε τά ἀγαθά δέν εἶναι ἀγαθά, ἀλλά κακόν εἶναι μόνον ἡ ἁμαρτία, ἐνῶ ἡ τύφλωσις δέν εἶναι κακόν. Αὐτός δέ πού τόν ἔφερεν εἰς τήν ζωήν ἀπό τήν ἀνυπαρξίαν, ἐξουσίαν εἶχεν καί νά τόν ἀφήσῃ εἰς αὐτήν τήν κατάστασιν. Μερικοί δέ λέγουν, ὅτι αὐτή ἡ φράσις δέν ἔχει αἰτιολογικόν χαρακτῆρα, ἀλλ̉ ἐκφράζει τό ἀποτέλεσμα, ὅπως ἐπί παραδείγματι ὅταν λέγῃ· «Ἐγώ ἦλθα εἰς αὐτόν τόν κόσμον διά κρίσιν, διά ν̉ ἀποκτήσουν τό φῶς των ἐκεῖνοι, πού δέν βλέπουν καί νά γίνουν τυφλοί αὐτοί πού βλέπουν», (Ἰω. 9, 39) (καί ὅμως δέν ἦλθεν δι̉ αὐτόν τόν λόγον, διά νά γίνουν δηλαδή τυφλοί αὐτοί πού βλέπουν). Καί πάλιν ὁ Παῦλος λέγει· «Αὐτό πού εἶναι δυνατόν νά γίνῃ γνωστόν περί τοῦ Θεοῦ τούς εἶναι φανερόν, ὥστε νά εἶναι ἀδικαιολόγητοι» (Ρωμ. 1, 19-20) (ἄν καί βέβαια δέν ἐφανέρωσε εἰς αὐτούς τά περί ἑαυτοῦ δι̉ αὐτόν τόν λόγον, διά νά στερηθοῦν τήν ἀπολογίαν, ἀλλά διά νά τύχουν ἀπολογίας). Καί πάλιν ἀλλοῦ λέγει· «Ὁ νόμος δέ ἐδόθη διά νά πλεονάσουν τά παραπτώματα» (Ρωμ. 5,20) (μολονότι βέβαια δέν εἰσῆλθεν εἰς τήν ζωήν τῶν ἀνθρώπων δι̉ αὐτόν τόν λόγον, ἀλλά διά νά ἐμποδισθῇ ἡ ἁμαρτία).


2. Βλέπεις εἰς ὅλας τάς περιπτώσεις ὅτι ὁ προσδιορισμός δεικνύει τό ἀποτέλεσμα; Διότι ὅπως ἀκριβῶς ἕνας ἄριστος οἰκοδόμος, τό μέν ἕνα τμῆμα τῆς οἰκίας τό κατασκευάζει, τό δέ ἄλλο τό ἀφήνει ἀτελείωτον, ὥστε μέ τό ὑπόλοιπον νά ἀπολογηθῇ πρός αὐτούς πού δέν πιστεύουν δι̉ ὅλον τό ἔργον του, ἔτσι καί ὁ Θεός, ὡσάν μίαν οἰκίαν ἑτοιμόρροπον, συγκολλεῖ τό σῶμα μας καί τό τελειοποιεῖ, θεραπεύων τήν ξηράν χεῖρα, δίδων ζωήν εἰς παράλυτα μέλη, θεραπεύων τούς χωλούς, καθαρίζων τούς λεπρούς, θεραπεύων τούς ἀσθενεῖς, καθιστῶν ἀρτιμελεῖς τούς ἀναπήρους, ἐπαναφέρων εἰς τήν ζωήν ἀπό τόν θάνατον τούς νεκρούς, διανοίγων τούς ὀφθαλμούς τῶν τυφλῶν καί δίδων ὀφθαλμούς εἰς ἐκείνους πού δέν ἔχουν, καί διορθώνων ὅλα αὐτά, πού ἦσαν ἀτέλειαι τῆς ἐκ φύσεως ἀσθενείας, ἐδείκνυε τήν δύναμίν του. Εἰπών δέ, «Διά νά φανερωθῇ ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ», ἐννοεῖ τόν ἑαυτόν του καί ὄχι τόν Πατέρα, διότι ἡ δόξα ἐκείνου ἦτο φανερά. Ἐπειδή λοιπόν ἤκουον ὅτι ὁ Θεός ἔπλασε τόν ἄνθρωπον ἀφοῦ ἔλαβε χῶμα ἀπό τήν γῆν, διά τοῦτο καί αὐτός ἔπλασε καθ̉ ὅμοιον τρόπον τό χῶμα· διότι τό νά εἰπῇ, ἐγώ εἶμαι ἐκεῖνος πού ἔλαβον χῶμα ἀπό τήν γῆν καί ἔπλασα τόν ἄνθρωπον, ἐφαίνετο ὅτι δυσαρεστοῦσε τούς ἀκροατάς, ἀποδεικνυόμενον ὅμως αὐτό ἐμπράκτως, δέν θά ἐνοχλοῦσε πλέον αὐτούς.

Διά τοῦτο λοιπόν καί αὐτός, ἀφοῦ ἔλαβε χῶμα καί τό ἀνέμειξε μέ τό πτύσμα, ἐφανέρωσε μέ τήν ἐνέργειάν του αὐτήν τήν κρυμμένην δόξαν του· διότι δέν ἦτο μικρή δόξα τό νά θεωρηθῇ αὐτός δημιουργός τῆς κτίσεως· καθ̉ ὅσον ἀπό αὐτό ἠκολούθουν καί τά ἄλλα καί ἀπό τό ἐπί μέρους ἐγένετο πιστευτόν τό ὅλον·διότι ἡ πίστις διά τό μεγαλύτερον ἔργον του, ἐπεβεβαίωνε καί τό μικρότερον· καθ̉ ὅσον ὁ ἄνθρωπος εἶναι τό πολυτιμώτερον ἀπό ὅλα τά ὄντα τῆς κτίσεως, καί ἀπό τά μέλη μας πολυτιμώτερος εἶναι ὁ ὀφθαλμός. Διά τοῦτο ἔδωσε τό φῶς εἰς τούς ὀφθαλμούς ὄχι ἔτσι ἁπλῶς, ἀλλά μέ ἐκεῖνον τόν τρόπον· διότι ἄν καί εἶναι μικρόν τό μέλος αὐτό ὡς πρός τό μέγεθος, ἀλλ̉ ὅμως εἶναι ἀναγκαιότερον ἀπό ὅλα τά μέλη σώματος. Καί αὐτό δηλῶν ὁ Παῦλος, ἔλεγεν· «Ἐάν εἰπῇ ἡ ἀκοή, ἐπειδή δέν εἶμαι ὀφθαλμός, δέν ἀνήκω εἰς τό σῶμα, μήπως παύῃ, ἐξ αἰτίας αὐτοῦ, νά ἀνήκῃ εἰς τό σῶμα;» (Α´ Κορ. 12,16). Διότι ὅλα τά μέλη τοῦ σώματός μας εἶναι ἀπόδειξις τῆς σοφίας τοῦ Θεοῦ, πολύ περισσότερον δέ ὁ ὀφθαλμός. Καθ̉ ὅσον αὐτός διακυβερνᾷ ὁλόκληρον τό σῶμα, αὐτός δίδει τό κάλλος εἰς ὅλον τό σῶμα, αὐτός στολίζει τό πρόσωπον, αὐτός εἶναι ὁ λύχνος ὅλων τῶν μελῶν· διότι αὐτό πού εἶναι ὁ ἥλιος διά τήν οἰκουμένην, αὐτό εἶναι ὁ ὀφθαλμός διά τό σῶμα. Ἄν σβήσῃς τόν ἥλιον, ὅλα τά κατέστρεψες καί τά ἀνέτρεψες· ἄν σβήσῃς τούς ὀφθαλμούς καί τά πόδια εἶναι ἄχρηστα καί τά χέρια καί ἡ ψυχή· διότι χάνεται ἡ γνῶσις ἀχρηστευομένων αὐτῶν· καθ̉ ὅσον δι̉ αὐτῶν ἐγνωρίσαμεν τόν Θεόν· «Διότι τά ἀόρατα τοῦ Θεοῦ βλέπονται καθαρά ἀπό τότε πού ἐκτίσθη ὁ κόσμος διά μέσου τῶν δημιουργημάτων» (Ρωμ. 1,20). Ἑπομένως δέν εἶναι ὁ ὀφθαλμός μόνον λύχνος εἰς τό σῶμα, ἀλλά περισσότερον ἀπό τό σῶμα εἶναι λύχνος τῆς ψυχῆς. Καί ἀκριβῶς λοπόν διά τοῦτο ἔχει τοποθετηθῆ, ὡσάν ἀκριβῶς εἰς κάποιαν βασιλικήν θέσιν, εἰς τό ὑψηλότερον μέρος τοῦ σώματος καί προΐσταται τῶν ἄλλων αἰσθήσεων. Αὐτόν λοιπόν διαπλάσσει.

Εἰς τήν συνέχειαν, διά νά μή νομίσῃς ὅτι ἔχει ἀνάγκην ἀπό ὕλην ὅταν δημιουργῇ, καί διά νά μάθῃς ὅτι οὔτε καί εἰς τήν ἀρχήν εἶχεν ἀνάγκην ἀπό πηλόν (διότι αὐτός πού ἔφερεν εἰς τήν ὕπαρξιν τάς σπουδαιοτέρας οὐσίας πού δέν ὑπῆρχον, πολύ περισσότερον ἐδημιούργησεν αὐτήν χωρίς νά ὑπάρχῃ ὕλη), διά νά μάθῃς λοιπόν, ὅτι αὐτό δέν τό κάμνει ἀπό ἀνάγκην, ἀλλά διά νά διδάξῃ ὅτι αὐτός εἶναι ὁ ἀρχικός δημιουργός, ἀφοῦ ἄλειψε τόν πηλόν εἰς τούς ὀφθαλμούς εἶπεν· «Πήγαινε καί πλύσου», διά νά γνωρίσῃς, ὅτι δέν ἔχω ἀνάγκην ἀπό πηλόν διά νά ἀνοίξω τούς ὀφθαλμούς, ἀλλά διά νά φανερωθῇ μέ αὐτήν τήν ἐνέργειάν μου ἡ δόξα μου. Τό ὅτι λοιπόν ὁμιλεῖ περί τοῦ ἑαυτοῦ του γίνεται φανερόν ἀπό τό ὅτι, ἀφοῦ εἶπεν, «Διά νά φανερωθῇ ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ», ἐπρόσθεσεν· «Ἐγώ πρέπει νά ἐκτελῶ τά ἔργα ἐκείνου πού μέ ἔστειλεν»· δηλαδή, ἐγώ πρέπει νά φανερώσω τόν ἑαυτόν μου καί νά πράξω ἐκεῖνα πού ἠμποροῦν νά ἀποδείξουν ὅτι πράττω τά ἴδια μέ τόν Πατέρα, ὄχι παρόμοια, ἀλλά τά ἴδια, πρᾶγμα πού ἀποδεικνύει εἰς μεγαλύτερον βαθμόν ὅτι εἶναι ὅμοια ἀκριβῶς τά ἔργα του μέ τά τοῦ Πατρός, καί τό ὁποῖον λέγεται ἐπί τῶν πραγμάτων ἐκείνων πού δέν διαφέρουν καθόλου. Ποῖος λοιπόν θά ἀμφισβητῇ εἰς τό ἑξῆς, βλέπων αὐτόν νά ἠμπορῇ νά πράττῃ τά ἴδια μέ τόν Πατέρα; διότι δέν ἔπλασε μόνον ὀφθαλμούς, οὔτε ἤνοιξεν, ἀλλά καί ἐχάρισε καί τήν ὅρασιν, πρᾶγμα πού σημαίνει ὅτι ἐνεφύσησε καί ψυχήν· καθ̉ ὅσον ἐάν ἐκείνη δέν ἐνεργῇ, ὁ ὀφθαλμός, καί ἄν ἀκόμη εἶναι ὑγιέστατος, δέν θά ἠμπορέσῃ ποτέ νά ἰδῆ τίποτε. Ὥστε καί τήν ἐνέργειαν τῆς ψυχῆς ἐχάρισε καί ἔδωσεν εἰς τό μέλος τά πάντα, καί ἀρτηρίας καί νεῦρα καί φλέβας καί αἷμα καί ὅλα τά ἄλλα, ἀπό τά ὁποῖα ἀποτελεῖται τό σῶμα μας.

«Ἐγώ πρέπει νά ἐργάζωμαι ἐν ὅσῳ ἀκόμη εἶναι ἡμέρα». Τί θέλουν νά εἰποῦν αὐτοί οἱ λόγοι; ποίαν σημασίαν ἔχουν; Πολλήν. Διότι αὐτό πού λέγει ἔχει τήν ἑξῆς σημασίαν· «Ἕως ἡμέρα ἐστίν»· Ἐν ὅσῳ ἀκόμη ἠμποροῦν οἱ ἄνθρωποι νά πιστεύουν εἰς ἐμέ, ἐν ὅσῳ συνεχίζεται αὐτή ἡ ζωή, πρέπει νά ἐργάζωμαι. «Ἔρχεται νύξ (δηλαδή ὁ μέλλων καιρός), ὁπότε κανείς δέν ἠμπορεῖ νά ἐργάζεται». Δέν εἶπεν, ὁπότε ἐγώ δέν ἠμπορῶ νά ἐργάζωμαι, ἀλλά «ὁπότε κανείς δέν ἠμπορεῖ νά ἐργάζεται», δηλαδή, τότε πού δέν θά ἰσχύῃ πλέον ἡ πίστις, οὔτε οἱ κόποι, οὔτε ἡ μετάνοια. Τό ὅτι βέβαια ἔργον ὀνομάζει τήν πίστιν, γίνεται φανερόν ἀπό τήν ἐρώτησιν πρός αὐτόν· «Τί θά κάνωμεν, διά νά ἐκτελέσωμεν τά ἔργα τοῦ Θεοῦ;» (Ἰω. 6,28). Ἀπαντᾶ· «Αὐτό εἶναι τό ἔργον τοῦ Θεοῦ, διά νά πιστεύσετε εἰς αὐτόν πού ἀπέστειλε ἐκεῖνος» (Ἰω. 6,29). Πῶς λοιπόν αὐτό τό ἔργον «δέν ἠμπορεῖ κανείς νά τό πράξῃ τότε»; Διότι τότε οὔτε ἡ πίστις ἰσχύει, ἀλλ̉ ὅλοι θά ὑπακούσουν εἴτε τό θέλουν εἴτε ὄχι. Διά νά μή εἰπῇ λοιπόν κάποιος ὅτι αὐτό τό κάνει ἀπό φιλοδοξίαν, δεικνύει ὅτι ὅλα τά κάνει ἀπό ἐνδιαφέρον δι̉ αὐτούς πού ἔχουν τήν δυνατότητα μόνον ἐδῶ νά πιστεύσουν, καί δέν ἠμποροῦν πλέον ἐκεῖ νά ἔχουν καμμίαν ὠφέλειαν. Διά τοῦτο δέν ἔκαμεν αὐτό πού ἔκαμεν ἀφοῦ ἦλθε πρός αὐτόν ὁ τυφλός.

Τό ὅτι βέβαια ἦτο ἄξιος μέν νά θεραπευθῇ καί, ἐάν ἔβλεπεν, θά ἐπίστευε καί θά προσήρχετο, καί, δέν θά ἔδειχνεν ἀδιαφορίαν καί πάλιν ἐάν ἤκουεν ἀπό κάποιον πού ἦτο ἐκεῖ, γίνεται φανερόν ἀπό τά ἑξῆς, ἀπό τήν ἀνδρείαν καί τήν ἰδίαν τήν πίστιν του· καθ̉ ὅσον φυσικόν ἦτο νά σκεφθῇ καί νά εἰπῇ· Μά τί τέλος πάντων σημαίνει αὐτό; ἔκαμε πηλόν καί ἤλειψε τούς ὀφθαλμούς μου καί μοῦ εἶπε· «Πήγαινε καί πλύσου». Δέν ἠμποροῦσε νά μέ θεραπεύσῃ καί μετά νά μέ στείλῃ εἰς τήν κολυμβήθραν τοῦ Σιλωάμ; Πολλές φορές ἐπλύθην ἐκεῖ μαζί μέ ἄλλους πολλούς καί δέν εἶδα καμμίαν ὠφέλειαν· ἐάν εἶχε κάποιαν δύναμιν θά ἠμποροῦσε νά μέ θεραπεύσῃ παρόντα, πρᾶγμα πού καί ὁ Νεεμάν ἔλεγε πρός τόν Ἐλισσαῖον· καθ̉ ὅσον καί ἐκεῖνος, λαβών ἐντολήν νά ὑπάγῃ καί νά λουσθῇ εἰς τόν Ἰορδάνην δυσπιστοῦσε, καί ὅλα αὐτά τήν στιγμήν πού τόση φήμη ὑπῆρχε περί τοῦ Ἐλισσαίου(Δ´ Βασ. 5, 10-11). Ἀλλ̉ ὅμως ὁ τυφλός δέν ἠπίστησεν οὔτε ἔφερεν ἀντίρρησιν οὔτε ἐσκέφθη μέσα του· Τί τέλος πάντων σημαίνει αὐτό; ἔπρεπε νά ἀλείψῃ τούς ὀφθαλμούς μου μέ πηλόν; αὐτό περισσότερον τυφλώνει· ποῖος ποτέ ἀνέβλεψε μέ αὐτόν τόν τρόπον; Ἀλλά τίποτε ἀπό αὐτά δέν ἐσκέφθη. Εἶδες πίστιν σταθεράν καί προθυμίαν; «Ἔρχεται ἡ νύκτα». Δείχνει μέ αὐτό ὅτι καί μετά τήν σταύρωσίν του πρόκειται νά συνεχίσῃ τήν πρόνοιάν του διά τούς ἀσεβεῖς καί νά ἐπιστρέψῃ πολλούς εἰς τήν πίστιν· διότι ἀκόμη εἶναι ἡμέρα. Μετά δέ ἀπό αὐτό τούς ἀπομακρύνει τελείως. Καί θέλων νά δηλώσῃ αὐτό, ἔλεγεν· «Ὅσον καιρόν εἶμαι εἰς τόν κόσμον, εἶμαι τό φῶς τοῦ κόσμου»· πρᾶγμα πού ἔλεγε καί πρός ἄλλους· «Πιστεύετε ἐν ὅσῳ τό φῶς εἶναι μαζί σας» (Ἰω. 12,36).


3. Καί διατί λοιπόν ὁ Παῦλος τήν μέν παροῦσαν ζωήν ὠνόμασε νύκτα, τήν δέ μέλλουσαν ἡμέραν; Δέν ἀντιτίθεται πρός τόν Χριστόν, ἀλλά λέγει τά ἴδια, ἄν καί ὄχι μέ τά ἴδια λόγια, ἀλλά μέ τό ἴδιο νόημα· καθ̉ ὅσον λέγει· «Ἡ νύκτα ἐπροχώρησε, ἡ δέ ἡμέρα ἐπλησίασεν» (Ρωμ. 13,12). Διότι νύκτα ὀνομάζει τήν παροῦσαν ζωήν δι̉ ἐκείνους πού κάθονται εἰς τό σκότος, ἤ συγκρίνων αὐτήν μέ ἐκείνην τήν ἡμέραν, ἐνῷ ὁ Χριστός νύκτα ὀνομάζει τήν μέλλουσαν ζωήν λόγῳ τοῦ ὅτι δέν συγχωροῦνται τότε τά ἁμαρτήματα, ὁ Παῦλος ὅμως ὀνομάζει τήν παροῦσαν ζωήν νύκτα ἐπειδή εὑρίσκονται μέσα εἰς τό σκότος αὐτοί πού ζοῦν μέσα εἰς τήν κακίαν καί τήν ἀπιστίαν. Ἀπευθυνόμενος πρός πιστούς, ἔλεγεν· «Ἡ νύκτα ἐπροχώρησεν, ἡ δέ ἡμέρα ἐπλησίασεν», καθ̉ ὅσον πρόκειται νά ἀπολαύσουν ἐκεῖνο τό φῶς, καί νύκτα ὀνομάζει τόν παλαιόν βίον· διότι λέγει· «Ἄς ἀποβάλωμεν τά ἔργα τοῦ σκότους» (Ρωμ. 13,12). Βλέπεις πού λέγει δι̉ ἐκείνους ὅτι εἶναι νύκτα; Διά τοῦτο λέγει· «Ἄς συμπεριφερώμεθα σεμνά, ὅπως ὅταν εἶναι ἡμέρα» (Ρωμ.13,13) διά νά ἀπολαύσωμεν ἐκεῖνο τό φῶς. Διότι, ἐάν αὐτό τό φῶς εἶναι τόσον ὡραῖον, σκέψου πόσον ὡραῖον θά εἶναι ἐκεῖνο· ὅσον δηλαδή ἀνώτερον εἶναι τό φῶς τοῦ ἡλίου ἀπό τό τοῦ λύχνου, τόσον καί πολύ περισσότερον ἐκεῖνο εἶναι ἀνώτερον ἀπό αὐτό. Καί διά νά δηλώσῃ αὐτό, ἔλεγεν ὅτι «ὁ ἥλιος θά σκοτισθῇ» (Ματθ. 24,29), δηλαδή ἐξ αἰτίας ἐκείνης τῆς ἀφθόνου λαμπρότητός του οὔτε ὁ ἥλιος θά φανῇ. Ἐάν δέ τώρα δαπανῶμεν ἀμέτρητα χρήματα διά νά ἔχωμεν φωτεινάς καί εὐαέρους οἰκίας κτίζοντες αὐτάς καί ταλαιπωρούμενοι, σκέψου πῶς πρέπει νά μεταχειριζώμεθα τά σώματα διά νά οἰκοδομήσωμεν λαμπράς οἰκίας εἰς τούς οὐρανούς, ὅπου ὑπάρχει τό ἀπερίγραπτον ἐκεῖνο φῶς· διότι ἐδῶ μέν γίνονται καί μάχαι καί φιλονικίαι διά τά σύνορα καί τούς τοίχους, ἐνῷ ἐκεῖ δέν ὑπάρχει τίποτε τό παρόμοιον, οὔτε φθόνος οὔτε κακολογία, καί κανείς δέν θά φιλονικήσῃ μαζί μας διά σύνορα κτημάτων. Καί αὐτήν μέν τήν οἰκίαν εἴμεθα ἀναγκασμένοι νά τήν ἐγκαταλείψωμεν ὁπωσδήποτε ἐνῷ ἐκείνη θά παραμείνῃ διαρκῶς· καί αὐτή μέν κατ̉ ἀνάγκην καταστρέφεται ἀπό τόν χρόνον καί ὑφίσταται μυρίας ζημίας, ἐνῷ ἐκείνη μένει αἰωνίως ἄφθαρτος· καί αὐτήν μέν δέν ἠμπορεῖ πτωχός νά τήν οἰκοδομήσῃ, ἐνῷ ἐκείνην μπορεῖ νά τήν οἰκοδομήσῃ καί μέ δύο ὀβολούς, ὅπως ἀκριβῶς ἡ χήρα. Διά τοῦτο λυποῦμε ὑπερβολικά, διότι ἄν καί εὑρίσκονται ἔμπροσθέν μας τόσα ἀγαθά, ραθυμοῦμεν καί ἀδιαφοροῦμεν, καί πράττομεν μέν τά πάντα διά νά ἔχωμεν ἐδῶ λαμπράς οἰκίας, ἀδιαφορῶμεν ὅμως καί δέν φροντίζομεν νά ἀποκτήσωμεν εἰς τούς οὐρανούς ἔστω καί μικρόν κατάλυμα.

Εἰπέ μου λοιπόν, πού θά ἤθελες νά ἔχῃς οἰκίαν ἐδῶ; ἆρά γε εἰς τήν ἐρημίαν ἤ εἰς μίαν ἀπό τάς μικράς πόλεις; Ἐγώ τουλάχιστον δέν τό νομίζω, ἀλλά θά ἤθελες νά ἔχῃς εἰς τάς βασιλικωτάτας καί μεγάλας πόλεις, ὅπου ὑπάρχει περισσότερον ἐμπόριον καί μεγαλυτέρα πολυτέλεια. Ἀλλ̉ ἐγώ σέ ὁδηγῶ εἰς μίαν τέτοιαν πόλιν, τῆς ὁποίας τεχνίτης καί δημιουργός εἶναι ὁ Θεός. Ἐκεῖ σέ παρακαλῶ νά κτίζῃς καί νά οἰκοδομῇς μέ ὀλιγώτερα χρήματα καί ὀλιγώτερον κόπον. Ἐκείνην τήν οἰκίαν τήν οἰκοδομοῦν τά χέρια τῶν πτωχῶν καί αὐτό πρό πάντων εἶναι οἰκοδομή· διότι αὐτά πού γίνονται τώρα εἶναι δείγματα τῆς πιό φοβερᾶς παραφροσύνης. Καθ̉ ὅσον ἐάν κάποιος σέ ὡδήγει εἰς τήν περσικήν γῆν διά νά ἰδῇς τά ἐκεῖ καί νά ἐπανέλθῃς καί εἰς τήν συνέχειαν σέ διέτασσε νά κτίσῃς οἰκίαν, ἆρά γε δέν θά ἀπέδιδες εἰς αὐτόν τήν πιό χειροτέραν ἀνοησίαν, μέ τό νά σέ διατάσσῃ νά κάμνῃς ἀσκόπους δαπάνας; Πῶς λοιπόν κάμνῃς τό ἴδιο πρᾶγμα εἰς τήν γῆν, τήν ὀποίαν μετά ἀπό ὀλίγον θά ἐγκαταλείψῃς;

Ἀλλά, λέγει, θά τήν ἀφήσω εἰς τά παιδιά μου. Ὅμως καί ἐκεῖνα μετά ἀπό ὀλίγον ἀπό σένα θά τήν ἐγκαταλείψουν, πολλές φορές δέ καί πρίν ἀπό σένα, καί ὁμοίως καί οἱ μετά ἀπό ἐκείνους. Καί αὐτό τό πρᾶγμα γίνεται εἰς σέ αἰτία ἀπογοητεύσεως, ὅταν δέν ἰδῇς τούς κληρονόμους σου νά κατέχουν αὐτά. Ἐκεῖ ὅμως τίποτε παρόμοιον δέν εἶναι δυνατόν νά φοβηθῇς, ἀλλά μένει σταθερά αὐτό πού ἀπέκτησες καί εἰς ἐσένα καί εἰς τά παιδιά σου καί εἰς τά ἐγγόνια σου, ἄν ἐπιδείξουν τήν ἰδίαν ἀρετήν. Τήν οἰκοδόμησιν ἐκείνης τῆς οἰκίας τήν κάμνει ὁ Χριστός· ἐάν οἰκοδομῇς ἐκείνην δέν εἶναι ἀνάγκη νά ὁρίζῃς ἐπιστάτας, οὔτε νά φροντίζῃς, οὔτε νά μεριμνᾷς· διότι ὅταν ὁ Θεός ἀναλάβῃ τό ἔργον τί χρειάζεται ἡ φροντίς; Ἐκεῖνος τά συγκεντρώνει ὅλα καί κτίζει τήν οἰκίαν. Καί δέν εἶναι αὐτό μόνον τό ἀξιοθαύμαστον, ἀλλ̉ ὅτι αὐτός ἔτσι οἰκοδομεῖ αὐτήν, ὅπως ἀρέσει εἰς ἐσένα, ἀλλά καί περισσότερον ἀπό αὐτό πού σοῦ ἀρέσει καί ἀπό αὐτό πού θέλεις· διότι εἶναι τεχνίτης ἄριστος καί φροντίζει πάρα πολύ διά τά συμφέροντά σου. Καί ἄν εἶσαι πτωχός καί θελήσῃς νά οἰκοδομήσῃς αὐτήν τήν οἰκίαν κανείς δέν θά σέ φθονήσῃ οὔτε καί θά σέ κακολογήσῃ· διότι κανείς δέν τήν βλέπει αὐτήν ἀπό ἐκείνους πού φθονοῦν, ἀλλ̉ οἱ ἄγγελοι πού γνωρίζουν νά χαίρωνται μέ τά ἰδικά σου ἀγαθά. Κανείς δέν θά ἠμπορέσῃ νά ἐξουσιάσῃ αὐτήν, διότι κανείς δέν κατοικεῖ πλησίον της ἀπό αὐτούς πού πάσχουν ἀπό παρόμοια νοσήματα. Γείτονας ἐκεῖ ἔχεις τούς ἁγίους, τούς περί τόν Παῦλον καί Πέτρον, ὅλους τούς προφήτας, τούς μάρτυρας, τό πλῆθος τῶν ἄγγελων καί τῶν ἀρχαγγέλων.

Διά τοῦτο λοιπόν ὅλα αὐτά τά ὑπάρχοντά μας ἄς τά προσφέρωμεν εἰς τούς πτωχούς , διά νά ἐπιτύχωμεν ἐκείνας τάς σκηνάς, τά ὁποίας μακάρι νά ἐπιτύχωμεν ὅλοι ἡμεῖς μέ τήν χάριν καί φιλανθρωπίαν τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, διά τοῦ ὁποίου καί μετά τοῦ ὁποίου ἀνήκει εἰς τόν Πατέρα δόξα συγχρόνως καί εἰς τό ἅγιον Πνεῦμα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Η Ρεπούση προσβάλλει ξεδιάντροπα την ελληνική ιστορία

Του Μιχάλη Ιγνατίου
Η κυρία Μαρία Ρεπούση, ιστορικός κατά δήλωσή της και βουλευτής με την υποστήριξη 1670 Ελλήνων πολιτών, είναι για πολλούς ανθρώπους η εικόνα και «ενσάρκωση» της λέξης «πρόκληση». Με όλη τη σημασία της λέξης…
Υπό οποιαδήποτε οπτική γωνία αναλυθούν οι απόψεις της, γεγονός είναι πως ό,τι εκστομίζει αυτή η κυρία, προσβάλλει τα αισθήματα της πλειοψηφίας των Ελλήνων, την ιστορική μας μνήμη και την αδιαμφισβήτητη διϋποκειμενική γνώση. Το χειρότερο όλων, είναι ότι όσο με ενοχλεί η φασιστική δράση της ναζιστικής Χρυσής Αυγής, άλλο τόσο δεν αντέχω τις αμπελοφιλοσοφίες της βουλευτού της ΔΗΜΑΡ, η οποία στοχεύει να αλλάξει την ελληνική ιστορία και μάλιστα προς όφελος των εχθρών της -και δεν έχει το θάρρος να το παραδεχθεί.
Τις προθέσεις ,βέβαια, πρέπει να τις αναζητήσουμε στο επιστημονικό πεδίο και όχι κάπου αλλού. Είναι κάτι που δεν αποτελεί δική μας υπόθεση. Εμπίπτουν στην μεγάλη εκείνη κατηγορία των εθνομηδενιστικών παραδοχών, οι οποίες συνήθως προορίζονται όχι για τα ισχυρά κράτη αλλά τα κράτη-θύματα των αξιώσεων, που στην περίπτωσή μας έχει η ηγεμονική Γερμανία.
Στην προσπάθειά της να «στρογγυλοποιήσει» τα ιστορικά γεγονότα, παρουσιάζει την παραποίηση της ιστορίας ως παγκόσμια κίνηση για να έρθουν κοντά οι πρώην εχθροί. Όσοι καταβροχθίζουν τα ιδεολογήματα και θεωρήματα της δυτικής εθνομηδενιστικής βιβλιογραφίας, στην καλύτερη περίπτωση, πιστεύουν ότι με το να αποδομήσουν τα έθνη και τα κράτη θα επέλθει η ειρήνη στον κόσμο. Αυτό που «επιτυγχάνουν», βέβαια, είναι το μεταμοντέρνο ροκάνισμα των κοινωνιών-θυμάτων και κατεδάφιση των κρατών τους. Ήδη από πολύ καιρό τα μεταμοντέρνα ιδεολογήματα αποτελούν κύριο όπλο στην φαρέτρα του οπλοστασίου των ηγεμονικών δυνάμεων.
Για μένα, και για πολλούς άλλους ανθρώπους, δεν έχουν καμία σημασία πλέον οι δηλώσεις και οι πράξεις της, διότι ό,τι λέει και πράττει, πηγάζει και οφείλεται στην «ανάγκη» της να προκαλέσει για να γίνει θέμα και θέαμα στα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων και στα υπόλοιπα Μέσα Ενημέρωσης, που της φέρθηκαν –όλα τα προηγούμενα χρόνια- έντονα και απροκάλυπτα υποστηρικτικά από το φόβο μην δεν είναι τα ίδια «πολιτικά ορθά». Η κυρία Ρεπούση χρησιμοποίησε τον «έρωτα» των ΜΜΕ για να προωθήσει τις ιδέες της, που είναι επικίνδυνες για την Ελλάδα. Αυτό έκανε και το πρωί της Κυριακής στην εκπομπή των συναδέλφων Μανώλη Αναγνωστάκη και Ιορδάνη Χασαπόπουλου, οι οποίοι, όμως, την έβαλαν στη γωνία. Παρά τον έντονο εκνευρισμό της, το χαμόγελό της πρόδιδε την αυτοικανοποίησή της, για το γεγονός ότι της δόθηκε η δυνατότητα να επαναλάβει το ανιστόρητο «διάγγελμά» της.
Το γεγονός και μόνο ότι ένα ολόκληρο πολιτικό σύστημα κατάντησε να ασχολείται με τις οριακές μηδενιστικές, για την Ελλάδα, θέσεις της κυρία Ρεπούση, κατά τη γνώμη μου αποτελεί και το δείκτη της παρακμής της νεοελληνικής κοινωνίας.
Ειδικός δεν είμαι, άρα αδυνατώ να ψυχολογήσω ανθρώπους, που «την έχουν δει» ειδικοί επί των πάντων. Αλλά έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η κυρία Ρεπούση πρέπει να πιστεύει πως είναι μία celebrity, ένα «μοντέλο της πολιτικής», όπως τα κορίτσια της μόδας, που ανοίγουν το στόμα τους και η κίνηση αυτή καθ’ αυτή γίνεται είδηση στα έντυπα και τις εκπομπές της «σόουμπιζ». Δεν θα έλεγα πως είναι η «Πετρούλα» της πολιτικής, διότι η κυρία Ρεπούση έχει μυαλό, και καταναλώνει φαιά ουσία για να παραποιεί την ελληνική ιστορία, πάντα με στόχο την πρόκληση και την εξυπηρέτηση των απέναντι. Δεν κρίνουμε τις προθέσεις βεβαίως, που δεν τις γνωρίζουμε, αλλά τα αποτελέσματα που είναι εξόφθαλμα και πασίδηλα.
Δεν θα αναζητήσω τις τυχόν διασυνδέσεις της με οργανώσεις  που ασχολούνται με την προστασία, κατ’ επιλογήν και κατά περίσταση, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Διότι όταν πρόκειται για τους φιλοαμερικανούς δικτάτορες, οι οργανώσεις αυτές αυτοφιμώνονται, ενώ όταν οι δικτάτορες δηλώνουν αντιαμερικανοί, τους κατατροπώνουν.
Ο τρόπος σκέψης της μου θυμίζει τα εγχειρίδια των καθοδηγουμένων από τη Δύση μη κυβερνητικών οργανώσεων (ΜΚΟ), που υπάρχουν μόνο επειδή χρηματοδοτούνται από τα κράτη και ψευτοαριστερούς πολυεκατομμυριούχους της Αμερικής και της Βρετανίας. Οι απόψεις της είναι ταυτόσημες με αυτούς που στην Ουάσιγκτον τους χαρακτηρίζουν βαποράκια της λεγόμενης «αριστερής» αμερικανικής διανόησης, η οποία -επειδή έχει η ίδια ανύπαρκτη ιστορία- προσπαθεί να ισοπεδώσει την ιστορία και τον πολιτισμό των υπολοίπων λαών.
Είναι πολύ εύκολο για την κυρία  Ρεπούση να «κατασκευάζει» και να διαστρεβλώνει ιστορικά γεγονότα. Αν πάρουμε ως παράδειγμα την καταστροφή της Σμύρνης και επειδή η ίδια δεν έζησε τα γεγονότα για να τα περιγράψει, θα μπορούσε να καταφύγει σε αυτόπτες μάρτυρες και, μάλιστα, στους αγαπημένους της Αμερικανούς διπλωμάτες. Η μαρτυρία του προξένου Χόρτον στο πόνημά του THE BLIGHT OF ASIA, δεν μπορεί να διαψευστεί από «διαμετρήματα» του βεληνεκούς της κυρία Ρεπούση. Οι ανατριχιαστικές περιγραφές του Αμερικανού προξένου «για τη συστηματική εξολόθρευση των χριστιανικών πληθυσμών από τους μωαμεθανούς» κονιορτοποιούν τις απόψεις της, που αν και ιστορικός είναι ανιστόρητες.
Η αλήθεια, βέβαια, καταμαρτυρήθηκε και από χιλιάδες πρωτογενείς εξιστορήσεις των ίδιων των θυμάτων, από κινηματογραφικές και φωτογραφικές απεικονίσεις και από χιλιάδες αντικειμενικούς ιστορικούς. Αυτά όλα, όμως, δεν συγκινούν το νεοελληνικό εθνομηδενιστικό κίνημα. Πιστοί στον σκοπό της πνευματικής αποδόμησης προς άλλα τυρβάζουν.
Η δημοσιογραφική έρευνα για την κυρία Ρεπούση προκαλεί κατάθλιψη για το γεγονός ότι μέλος του ελληνικού Κοινοβουλίου συμπεριφέρεται αδιάντροπα έναντι της ελληνικής ιστορίας.Η ζημιά που προκαλεί η εν λόγω κυρία στην Ελλάδα, είναι τεράστια. Ουσιαστικά προσφέρει βέλη στην φαρέτρα της Τουρκίας, η οποία στις ανιστόρητες θεωρίες της κ. Ρεπούση βρίσκει τον καλύτερο σύμμαχο.
Οι γραφικοί εθνικιστές τύπου Χρυσής Αυγής δεν είναι μόνο επικίνδυνοι. Καλλιεργούν  μίσος για τον συνάνθρωπο, και αυτοί που έχουν μίσος στην καρδιά τους, είναι οτιδήποτε άλλο από άνθρωποι. Την ίδια στιγμή όσοι προκαλούν την ιστορική μνήμη, συντηρούν τον αρρωστημένο εθνικισμό και ρίχνουν νερό στο μύλο της ρατσιστικής ναζιστικής οργάνωσης. Όταν το αντιληφθεί η κυρία Ρεπούση, είμαι βέβαιος πως θα νοιώσει την ανάγκη να απολογηθεί για τα βλακώδη θεωρήματά της.
Υστερόγραφο: Επειδή, ίσως, μερικοί εντοπίσουν πίκρα και οργή σ’ αυτό το κείμενο, λόγω της στάσης της κυρία Ρεπούση έναντι του φιλοτουρκικού σχεδίου Ανάν, είμαι υποχρεωμένος να καταθέσω πως η υποστήριξή της στο ρατσιστικό κείμενο του πρώην Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ ήταν πταίσμα μπροστά στις απόψεις της για την ελληνική ιστορία.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...