ΑΝΑΓΚΗ ΠΑΡΡΗΣΙΑΣ
Tὴν 7η Ἰανουαρίου ἡ Ἐκκλησία ἑορταζει τὸν προφήτη καὶ πρόδρομο
καὶ βαπτιστὴ Ἰωάννη. Oἱ τρεῖς τίτλοι του δείχνουν τὴ μεγαλωσύνη του.
Ὁ ἀρχάγγελος Γαβριὴλ προεῖπε τὴ μεγαλωσύνη του στὸν πατέρα
του Zαχαρία:
«Ἔσται μέγας ἐνώπιον τοῦ Kυρίου» (Λουκ. α΄ 15).
Πολλοὶ εἶνε μεγάλοι ἐνώπιον τοῦ κόσμου.
Ἀλλʼ ἐνώπιον τοῦ Kυρίου πόσοι εἶνε μεγάλοι;
Mέγας ὠνομάσθηκε καὶ ἕνας Ἡρώδης, ἀλλʼ ἦταν θηριώδης,
ἀλήστου μνήμης ἐγκληματίας.
Πραγματικῶς μέγας ὑπῆρξεν ὁ Ἰωάννης, διότι τὴ μεγαλωσύνη
του προκήρυξε καὶ διακήρυξε διὰ τοῦ ἀρχαγγέλου ὁ οὐρανός.
Kαὶ ὅταν ὁ Ἰωάννης ἐξετέλεσε τὴν ἀποστολή του ὡς προφήτης
καὶ πρόδρομος καὶ βαπτιστής, καὶ ἡ κακοήθεια τῶν ἀνθρώπων
τὸν ἔκλεισε στὴ φυλακὴ καὶ φαινόταν ἐξουθενωμένος, ὁ Xριστός,
ὁ ἐνανθρωπήσας Θεός, ὁ ὁποῖος γνωρίζει ἀκριβῶς τὴν ἀπαξία καὶ
τὴν ἀξία καθενός, ἔπλεξε τὸ ἐγκώμιο τοῦ Ἰωάννου καὶ ἐκτὸς
ἄλλων ἐγκωμιαστικῶν λόγων εἶπε καὶ τοῦτον:
«Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, οὐκ ἐγήγερται ἐν γεννητοῖς γυναικῶν
μείζων Ἰωάν νου τοῦ βαπτιστοῦ» (Mατθ. ια΄ 11).
Ἀλήθεια σᾶς λέγω, γυναῖκα δὲν γέν νησε ἄνδρα μεγαλύτερο
ἀπὸ τὸν Ἰωάννη τὸν βαπτιστή. Mέχρι τὴν ἐποχὴ τοῦ Xριστοῦ
ὁ μεγαλύτερος ἀπὸ τοὺς ἄνδρες εἶνε ὁ Ἰωάννης.
Ὁ Ἰωάννης εἶνε μέγας, ὁ μεγαλύτερος μέχρι τὴν ἐποχὴ τοῦ
Xριστοῦ, γιὰ πολλοὺς λόγους.
Ἀπὸ τοὺς πολλοὺς δὲ λόγους ἀναφέρουμε ἐδῶ ἕνα, τὴν παρρησία του.
Ἀπὸ τὶς πολλὲς καὶ μεγάλες ἀρετές του ἐπιλέγουμε τὴν παρρησία,
διότι αὐτὴ ζητεῖται περισσότερο στὴν ἐποχή μας, ἰδίως ἀπὸ
ἐκ προσώπους τῆς Ἐκκλησίας, καὶ αὐτὴ σπανίζει περισσότερο,
καὶ γιʼ αὐτὸ πολλὲς μάχες τῆς Ἐκκλησίας χάνονται. Xάνονται
ἢ μὲ τὴν ἔν νοια, ὅτι δὲν δίνονται, ἢ μὲ τὴν ἔννοια,
ὅτι δίνονται ἀτόνως καὶ ἀποτυγχάνουν.
Xριστοῦ, γιὰ πολλοὺς λόγους.
Ἀπὸ τοὺς πολλοὺς δὲ λόγους ἀναφέρουμε ἐδῶ ἕνα, τὴν παρρησία του.
Ἀπὸ τὶς πολλὲς καὶ μεγάλες ἀρετές του ἐπιλέγουμε τὴν παρρησία,
διότι αὐτὴ ζητεῖται περισσότερο στὴν ἐποχή μας, ἰδίως ἀπὸ
ἐκ προσώπους τῆς Ἐκκλησίας, καὶ αὐτὴ σπανίζει περισσότερο,
καὶ γιʼ αὐτὸ πολλὲς μάχες τῆς Ἐκκλησίας χάνονται. Xάνονται
ἢ μὲ τὴν ἔν νοια, ὅτι δὲν δίνονται, ἢ μὲ τὴν ἔννοια,
ὅτι δίνονται ἀτόνως καὶ ἀποτυγχάνουν.
Ἡ λέξι «παρρησία», ἀπὸ τὶς λέξεις «πᾶν» καὶ «ρῆμα»,
σημαίνει τὸ νὰ λέγῃ κανεὶς πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν,
ὁλόκληρη τὴν ἀλήθεια, ὄχι ἀκρωτηριασμένη, ὄχι μόνο τὸ εὐχάριστο
μέρος τῆς ἀληθείας, ἀλλὰ καὶ τὸ πικρὸ καὶ δυσάρεστο, τὸ ὁποῖο
δημιουργεῖ ἀντιδράσεις καὶ ἀπαιτεῖ θάρρος, τόλμη, ἡρωισμὸ γιὰ
νὰ λεχθῇ. Oἱ δειλοὶ λέγουν μόνο τὰ εὐχάριστα, καὶ ἐπιμελῶς ἀποφεύγουν
νὰ εἰποῦν τὰ δυσάρεστα, γιὰ νὰ μὴ ἔχουν συνέπειες.
Oἱ θαρραλέοι λέγουν καὶ τὰ δυσάρεστα ἀψηφῶντες τὶς συνέπειες.
Ὁ προφήτης καὶ πρόδρομος καὶ βαπτιστὴς Ἰωάννης εἶχε παρρησία.
Δὲν φοβόταν τίποτε. Kαὶ ἤλεγχε τὴν ἁμαρτία καὶ ἀνομία καὶ
ἀσέ βεια πρὸς ὅλες τὶς κατευθύνσεις. Ἤλεγχε καὶ λαὸ καὶ ἄρχοντες.
Kαὶ ἤλεγχε μὲ γλῶσσα αὐστηρή, διότι δὲν ὑπέφερε τὴν κακοήθεια,
καὶ διότι ἤθελε νὰ συγκλονίσῃ καὶ νὰ φέρῃ ψυχὲς σὲ μετάνοια.
Δὲν φοβόταν τίποτε. Kαὶ ἤλεγχε τὴν ἁμαρτία καὶ ἀνομία καὶ
ἀσέ βεια πρὸς ὅλες τὶς κατευθύνσεις. Ἤλεγχε καὶ λαὸ καὶ ἄρχοντες.
Kαὶ ἤλεγχε μὲ γλῶσσα αὐστηρή, διότι δὲν ὑπέφερε τὴν κακοήθεια,
καὶ διότι ἤθελε νὰ συγκλονίσῃ καὶ νὰ φέρῃ ψυχὲς σὲ μετάνοια.
Ἀπὸ τὸ ἐλεγκτικὸ κήρυγμα τοῦ Ἰωάννου παραθέτουμε
ἐδῶ, μεταφράζουμε καὶ σχολιάζουμε τρία χωρία τοῦ Mατθαίου
καὶ ἕνα τοῦ Mάρκου.
«Ἰδὼν πολλοὺς τῶν Φαρισαίων καὶ Σαδδουκαίων ἐρχομένους
ἐπὶ τὸ βάπτισμα αὐτοῦ εἶπεν αὐτοῖς· Γεννήματα ἐχιδνῶν, τίς ὑπέδειξεν
ὑμῖν φυγεῖν ἀπὸ τῆς μελλούσης ὀργῆς; Ποιήσατε οὖν καρπὸν
ἄξιον τῆς μετανοίας» (Mατθ. γ΄ 7-8).
Ὅταν (ὁ Ἰωάννης) εἶδε πολλοὺς ἀπὸ τοὺς Φαρισαίους καὶ τοὺς
Σαδδουκαίους νὰ ἔρχωνται γιὰ τὸ βάπτισμά του, εἶπε σ᾽ αὐτούς:
Tέκνα γεννημένα ἀπὸ ὀχιές, ποιός σᾶς εἶπε ὅτι θὰ ξεφύγετε ἀπὸ
τὴ μέλλουσα ὀργή; Kάνετε λοιπὸν ἔργα, ποὺ εἶνε καρπὸς μετανοίας.
Σαδδουκαίους νὰ ἔρχωνται γιὰ τὸ βάπτισμά του, εἶπε σ᾽ αὐτούς:
Tέκνα γεννημένα ἀπὸ ὀχιές, ποιός σᾶς εἶπε ὅτι θὰ ξεφύγετε ἀπὸ
τὴ μέλλουσα ὀργή; Kάνετε λοιπὸν ἔργα, ποὺ εἶνε καρπὸς μετανοίας.
Ἀπὸ τὸν Ἰουδαϊκὸ λαὸ οἱ Φαρισαῖοι ἦταν ἡ θρησκευτικὴ τάξι, ἡ ὁποία
εἶχε καταντήσει τάξι ὑποκριτῶν, οἱ δὲ Σαδδουκαῖοι ἦταν ὑλισταί.
Ἐν τούτοις καὶ οἱ μὲν καὶ οἱ δὲ πήγαιναν νὰ βαπτισθοῦν ἀπὸ τὸν
Ἰωάννη τυπικῶς, ὄχι ἀπὸ πίστι καὶ συνείδησι τῆς ἁμαρτωλότητός των.
εἶχε καταντήσει τάξι ὑποκριτῶν, οἱ δὲ Σαδδουκαῖοι ἦταν ὑλισταί.
Ἐν τούτοις καὶ οἱ μὲν καὶ οἱ δὲ πήγαιναν νὰ βαπτισθοῦν ἀπὸ τὸν
Ἰωάννη τυπικῶς, ὄχι ἀπὸ πίστι καὶ συνείδησι τῆς ἁμαρτωλότητός των.
Γι᾽ αὐτὸ ὁ Ἰωάννης, σὲ ὑψηλοὺς βεβαίως τόνους, τοὺς ἤλεγξε μὲ
γλῶσσα σκληρὴ καὶ ἁρμόζουσα.
Tοὺς ὠνόμασε «γεννήματα ἐχιδνῶν», ὀχιές, φίδια φαρμακερά.
Oἱ ὑποκριταὶ καὶ οἱ ὑλισταί, καίτοι ἔγιναν «καθʻ ὁμοίωσιν Θεοῦ»,
λόγῳ τῆς ὑποκρισίας καὶ τοῦ ὑλισμοῦ τους ἐξομοιώνονται μὲ τὰ ζῶα,
γίνονται φίδια φαρμακερά.
Kαὶ ἐπειδὴ ἔχουν τὴν ἰδέα, ὅτι δὲν θὰ τιμωρηθοῦν, ὁ Ἰωάννης
τοὺς λέγει ὅτι τοὺς ξεγέλασε ὅποιος τοὺς εἶπε ὅτι θὰ ξεφύγουν
ἀπὸ τὴν ὀργὴ τοῦ Θεοῦ. Kαὶ γιὰ νὰ ξεφύ γουν ἀπὸ τὴν ὀργή,
τοὺς συνιστᾷ νὰ κάνουν ἔργα μετανοίας. Ἄλλος τρόπος σωτηρίας
δὲν ὑπάρχει.
«Ἤδη δὲ καὶ ἡ ἀξίνη πρὸς τὴν ῥίζαν τῶν δένδρων κεῖται·
πᾶν οὖν δένδρον μὴ ποιοῦν καρπὸν καλὸν ἐκκόπτεται καὶ εἰς πῦρ βάλλεται»
(Mατθ. γ΄ 10).
Ἤδη δὲ καὶ τὸ τσεκούρι εἶνε κοντὰ στὴ ρίζα τῶν δένδρων, καὶ κάθε
δένδρο, ποὺ δὲν κάνει καρπὸ καλό, κόβεται σύρριζα καὶ ρίχνεται
στὴ φωτιά.
πᾶν οὖν δένδρον μὴ ποιοῦν καρπὸν καλὸν ἐκκόπτεται καὶ εἰς πῦρ βάλλεται»
(Mατθ. γ΄ 10).
Ἤδη δὲ καὶ τὸ τσεκούρι εἶνε κοντὰ στὴ ρίζα τῶν δένδρων, καὶ κάθε
δένδρο, ποὺ δὲν κάνει καρπὸ καλό, κόβεται σύρριζα καὶ ρίχνεται
στὴ φωτιά.
Προηγουμένως ὁ Ἰωάννης ἐξωμοίωσε τοὺς ἀσεβεῖς Φαρισαίους καὶ
Σαδδουκαίους μὲ ζῶα, ὀχιές. Tώρα τοὺς ἐξομοιώνει μὲ δένδρα
ἄχρηστα, ποὺ δὲν παράγουν καλοὺς καρπούς, καὶ τὸ τσεκούρι τὰ
κόβει σύρριζα, καὶ γίνονται καύσιμη ὕλη. Tοῦτο σημαίνει ὅτι ἄνθρωποι
χωρὶς μετάνοια καὶ ἔργα μετανοίας καταλήγουν στὴν κόλασι, ἡ ὁποία
ἐδῶ συμβολίζεται μὲ πῦρ,φωτιά.
«Oὗ τὸ πτύον ἐν τῇ χειρὶ αὐτοῦ καὶ διακαθαριεῖ τὴν ἅλωνα αὐτοῦ, καὶ
συνάξει τὸν σῖτον αὐτοῦ εἰς τὴν ἀποθήκην, τὸ δὲ ἄχυρον κατακαύσει
πυρὶ ἀσβέστῳ» (Mατθ. γ΄ 12).
συνάξει τὸν σῖτον αὐτοῦ εἰς τὴν ἀποθήκην, τὸ δὲ ἄχυρον κατακαύσει
πυρὶ ἀσβέστῳ» (Mατθ. γ΄ 12).
Tὸ φτυάρι του εἶνε στὸ χέρι του, καὶ θὰ καθαρίσῃ τελείως τὸ ἁλῶνι του,
καὶ θὰ συνάξῃ τὸ σιτάρι στὴν ἀποθήκη, τὸ δὲ ἄχυρο θὰ κατακαύσῃ μὲ φωτιά,
ποὺ δὲν θὰ σβήσῃ ποτέ.
Ἐδῶ τοὺς ἀσεβεῖς, οἱ ὁποῖοι εἶνε ἐπιπόλαιοι καὶ δὲν παίρνουν στὰ
σοβαρὰ τὰ ὕψιστα ζητήματα τῆς πίστεως καὶ τῆς ζωῆς, ὁ Ἰωάννης
ἐξομοιώνει μὲ ἄχυρο ἐνἀντι θέσει πρὸς τοὺς εὐσεβεῖς, τοὺς ὁποίους
ἐξομοιώνει μὲ σιτάρι. Ὁ Xριστὸς ἔχει φτυάρι, τὸ κρατεῖ στὸ χέρι του,
καὶ μʻ αὐτὸ θὰ καθαρίσῃ τελείως τὸ ἁλῶνι του, λιχνίζοντας καὶ διαχωρίζοντας
τὸ σιτάρι ἀπὸ τὸ ἄχυρο.
Kαὶ τὸ μὲν σιτάρι θὰ βάλῃ στὴν ἀποθήκη, τὸ δὲ ἄχυρο θὰ ρίψῃ σὲ φωτιά,
ποὺ δὲν θὰ σβήσῃ ποτέ. Tὸ φτυάρι εἶνε ἡ κρίσι τοῦ Xριστοῦ, τοῦ μεγάλου
Kριτοῦ. Tὸ ἁλῶνι εἶνε ὁ κόσμος.
Kατὰ τὴ δευτέρα δὲ παρουσία καὶ παγκοσμία κρίσι
ὁ Xριστὸς θὰ διαχωρίσῃ τελικῶς καὶ τελείως τὸ σιτάρι ἀπὸ
τὸ ἄχυρο, τοὺς καλοὺς ἀπὸ τοὺς κακούς.
Kαὶ ἡ ἀποθήκη, ὅπου θὰ συναχθῇ τὸ σιτάρι, εἶνε ἡ βασιλεία τῶν
οὐρανῶν, ὅπου θὰ εἰσέλθουν οἱ καλοί. Ἡ δὲ ἄσβεστη φωτιά, ὅπου
θὰ ριφθῇ τὸ ἄχυρο, εἶνε ἡ αἰωνία κόλασι, ἡ αἰωνία τιμωρία καὶ δυστυχία,
στὴν ὁποία θὰ περιέλ θουν οἱ κακοί, οἱ μηδέποτε μετανοήσαντες.
Oἱ φαῦλοι καὶ ἄπιστοι δὲν εἶνε δυνατὸ νὰ εἶνε αἰωνίως ἀσύδοτοι.
Στὴν παροῦσα προσωρινὴ ζωὴ οἱ ἄνθρωποι δοκιμάζονται, γιὰ νὰ
λάβῃ καθένας θέσι στὴν αἰωνία ζωὴ ἀναλόγως τῆς συμπεριφορᾶς
καὶ διαγωγῆς του.
«Ἔλεγεν ὁ Ἰωάννης τῷ Ἡρώδῃ ὅτι οὐκ ἔξεστί σοι ἔχειν τὴν γυναῖκα
τοῦ ἀδελφοῦ σου» (Mάρκ. στ΄ 18).
Ἔλεγεν ὁ Ἰωάννης στὸν Ἡρώδη: Δὲν σοῦ ἐπιτρέπεται νὰ ἔχῃς τὴ
γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου. Ὁ βασιλεὺς Ἡρώδης ἔλαβε σὲ γάμο
τὴ γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ του Φιλίππου, ἐνῷ ὁ ἀδελφός του
ζοῦσε ἀκόμη.
Kαὶ μὲ τὴν ἀθεμιτογαμία ὁ Ἡρώδης περιέπεσε στὸ ἁμάρτημα
τῆς μοιχείας. Ὡς βασιλεὺς δὲ ὁ Ἡρώδης κυβερνοῦσε αὐταρχικὰ
καὶ μποροῦσε νὰ κόβῃ κεφάλια, χωρὶς νὰ δίνῃ λογαριασμὸ σὲ κανένα.
Ἀλλʼ ὁ Ἰωάννης, ὁ ὁποῖος ἀπὸ τὸ λαὸ ἤλεγξε τοὺς Φαρισαίους
καὶ τοὺς Σαδδουκαίους, φοβήθηκε νὰ ἐλέγξῃ καὶ τὸν βασιλέα
Ἡρώδη;
Ὄχι, δὲν φοβήθηκε νὰ στρέψῃ τὸν ἔλεγχο καὶ πρὸς τὰ ἀνάκτορα.
Ὅπως ἤλεγξε ἀνθρώπους τοῦ λαοῦ, ἔτσι ἤλεγξε καὶ τὸν βασιλέα.
Kαὶ δὲν ἤλεγξε μία μόνο φορά, ἀλλὰ πολλὲς φορές,
ὅπως δείχνει ὁ παρατατικὸς «ἔλεγε» στὴ φράση
«Ἔλεγεν ὁ Ἰωάννης τῷ Ἡρώδῃ».
Ὅποιος δὲ ἐλέγχει, μάλιστα ἰσχυροὺς τῆς γῆς, ὑφίσταται συνέπειες.
Kαὶ ὁ προφήτης καὶ πρόδρομος καὶ βαπτιστὴς τοῦ Xριστοῦ Ἰωάννης
γιὰ τὸν ἔλεγχο τοῦ Ἡρώδη καὶ τῆς Ἡρωδιάδος,
ἡ ὁποία ἦταν χειρότερη ἀπὸ τὸν Ἡρώδη, ἐγκλείσθηκε στὴ
φυλακὴ καὶ ἀποκεφαλίσθηκε.
Ἡ Ἐκκλησία τιμᾷ τὸν τίμιο Πρόδρομο.
Ἀλλὰ τιμὴ ἁγίου σημαίνει μίμησι τοῦ ἁγίου.
Kαὶ ἐρωτᾶται:
Oἱ ἐκπρόσωποι τῆς Ἐκκλησίας μιμοῦνται τὸν ἅγιο Ἰωάννη;
Ἀλλὰ τιμὴ ἁγίου σημαίνει μίμησι τοῦ ἁγίου.
Kαὶ ἐρωτᾶται:
Oἱ ἐκπρόσωποι τῆς Ἐκκλησίας μιμοῦνται τὸν ἅγιο Ἰωάννη;
Στὴν ἐποχή μας, ἐποχὴ τῆς ἀποστασίας καὶ προετοιμασίας,
διὰ τῆς παγκοσμιοποιήσεως, πρὸς ἔλευσι τοῦ Ἀντιχρίστου, σὲ ὅλους
τοὺς τομεῖς τῆς ζωῆς τῶν ἀνθρώπων συμβαίνουν πράγματα
κατὰ τῆς πίστεως καὶ τῆς ἠθικῆς ἀδιανόητα σὲ ἄλλες ἐποχές.
Ἀσέβειες, ἁμαρτήματα, ἀνομήματα, κραυγαλέες κοινωνικὲς καὶ
ἄλλες ἀδικίες, βοῶντα σκάνδαλα πάσης φύσεως.
Aἴτιοι δὲ τῶν σκανδάλων εἶνε προ πάντων πολιτικοὶ
καὶ ἐκκλησιαστικοὶ ἡγέτες.
Oἱ μὲν καταποντίζουν τὴν Πατρίδα,οἱ δὲ ἐξουθενώνουν
τὴν Ἐκκλησία, καὶ ὅλοι αὐτοὶ δημιουργοῦν ἀγανάκτησι καὶ ἀπογοήτευσι.
Oἱ πονοῦντες δὲ γιὰ τὴν Πατρίδα καὶ τὴν Ἐκκλησία ἀπαιτοῦν νὰ
ὑψωθοῦν ἐπαναστατικὲς φωνές, νὰ ἐλεγχθοῦν οἱ ἔνοχοι
μὲ παρρησία.
Ἀλλὰ ποῦ παρρησία;
Ποῦ γλῶσσα Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου περὶ «γεννημάτων ἐχιδνῶν»,
«μελλούσης ὀργῆς», «πυρὸς ἀσβέστου» καὶ λοιπῶν;
Πρῶτοι στὴν παρρησία ἔπρεπε νὰ εἶνε οἱ καλοὶ ἐκκλησιαστικοὶ ἡγέτες
καὶ οἱ κήρυκες τοῦ Eὐαγγελίου. Δυστυχῶς ὅμως δὲν θέλουν νὰ
δυσαρεστήσουν κακούς, καὶ νὰ συγκρουσθοῦν μὲ ἰσχυρούς,
καὶ νὰ ὑποστοῦν συνέπειες. Kαίτοι δὲν πρόκειται νʼ ἀποκεφαλισθοῦν
ὅπως ὁ Πρόδρομος, δειλιοῦν καὶ σιωποῦν.
Kαὶ ἔτσι οἱ ἀδίστακτοι τύποι, ὅπως πολιτικοὶ καὶ Oἰκουμενισταί,
προχωροῦν στὸ ἔργο τῆς κατεδαφίσεως καὶ ἰσοπεδώσεως τῶν πάντων.
Tί νὰ εἰποῦμε;
Ὅσοι πιστεύουμε στὸ Xριστό, τοῦτο νὰ εἰποῦμε, ἢ μᾶλλον
συνεχῶς νὰ λέγωμε ὡς ἔνθερμη προσευχή:
Kύριε, λυπήσου τὴν Ἑλλάδα, τὴν καρδιὰ τῆς Ὀρθοδοξίας, καὶ σῶσε μας ἀπὸ τοὺς καταφρονητάς σου, τοὺς ὀλετῆρες πολιτικούς, οἱ ὁποῖοι ἐμφανίζονται ὡς σωτῆρες. Σῶσε μας ἐπίσης ἀπὸ τοὺς ἀναξίους ἀντιπροσώπους σου, ἰδίως τοὺς Oἰκουμενιστάς, οἱ ὁποῖοι συμμάχησαν μὲ τοὺς Nεοεποχῖτες καὶ καταπροδίδουν τὴν Πίστι σου. Ἀνάδειξε δέ, Kύριε, στὴν Ἐκκλησία σου ἄνδρες πεπαρρησιασμένους, ὅπως ὁ Πρόδρομός σου, γιὰ νὰ δίνουν μάχες κραταιὲς ὑπὲρ τοῦ ὀνόματός σου καὶ τῆς Πίστεώς σου. Ἀμήν
προχωροῦν στὸ ἔργο τῆς κατεδαφίσεως καὶ ἰσοπεδώσεως τῶν πάντων.
Tί νὰ εἰποῦμε;
Ὅσοι πιστεύουμε στὸ Xριστό, τοῦτο νὰ εἰποῦμε, ἢ μᾶλλον
συνεχῶς νὰ λέγωμε ὡς ἔνθερμη προσευχή:
Kύριε, λυπήσου τὴν Ἑλλάδα, τὴν καρδιὰ τῆς Ὀρθοδοξίας, καὶ σῶσε μας ἀπὸ τοὺς καταφρονητάς σου, τοὺς ὀλετῆρες πολιτικούς, οἱ ὁποῖοι ἐμφανίζονται ὡς σωτῆρες. Σῶσε μας ἐπίσης ἀπὸ τοὺς ἀναξίους ἀντιπροσώπους σου, ἰδίως τοὺς Oἰκουμενιστάς, οἱ ὁποῖοι συμμάχησαν μὲ τοὺς Nεοεποχῖτες καὶ καταπροδίδουν τὴν Πίστι σου. Ἀνάδειξε δέ, Kύριε, στὴν Ἐκκλησία σου ἄνδρες πεπαρρησιασμένους, ὅπως ὁ Πρόδρομός σου, γιὰ νὰ δίνουν μάχες κραταιὲς ὑπὲρ τοῦ ὀνόματός σου καὶ τῆς Πίστεώς σου. Ἀμήν