«Πλήρης χαρίτων ὁ αἰχμάλωτος ὤφθη∙
Αἰχμαλωτίσας τοῦ σκότους τὸν προστάτῃν»
Η εμφάνιση αγίων στην Εκκλησία μας σε κάθε εποχή είναι το μόνιμο θαύμα. Ουδέποτε υπήρξε εποχή στη δισχιλιόχρονη πορεία της Εκκλησίας μας που να μην έχει εμφανιστεί άγιος. Όπως σε κάθε εποχή, έτσι και στους νεώτερους και σύγχρονους καιρούς αναδεικνύει ο Θεός αγίους για τη δόξα τη δική Του και τον αγιασμό και την αρωγή των πιστών. Ένας από τους νέους λαοφιλείς αγίους της Εκκλησίας μας είναι και ο άγιος Ιωάννης ο Ρώσσος.
Ήταν Ρώσσος στην καταγωγή και είχε γεννηθεί στη Νότιο Ρωσία, τη σημερινή Ουκρανία, στα 1690 από ευσεβή οικογένεια. Κατατάχτηκε στον ρωσικό στρατό να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία, όταν η πατρίδα του βρισκόταν σε πόλεμο με την Τουρκία (1711-1718). Ο νεαρός Ιωάννης πολεμούσε με ηρωισμό στον αυτοκρατορικό στρατό, ο οποίος είχε υποστεί ταπεινωτικές ήττες από τα ακατάβλητα τουρκικά στρατεύματα. Στη μάχη ανακατάληψης του Αζώφ πιάστηκε αιχμάλωτος, μαζί με χιλιάδες άλλους συμμαχητές του και οδηγήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, εν μέσω εξευτελισμών. Από εκεί προωθήθηκε στην Καισάρεια της Καππαδοκίας, στο χωριό Προκόπιο, όπου δόθηκε στην κατοχή ενός Αγά, ο οποίος ηγείτο στρατοπέδου Γενιτσάρων. Εν μέσω πρωτοφανών εξευτελισμών και σκληρών βασανιστηρίων του ανατέθηκε να περιποιείται τα ζώα και να μένει μαζί τους στους βρώμικους από τις κοπριές στάβλους.
Ο ίδιος, έχοντας ακράδαντη πίστη στο Χριστό, θεωρούσε την παραμονή του στο στάβλο ως ευλογία, ενθυμούμενος ότι και ο Λυτρωτής μας γεννήθηκε σε στάβλο. Επίσης δεχόταν με πλήρη ανεξικακία τις ταπεινώσεις και τα βασανιστήρια των βαρβάρων αλλοθρήσκων. Πρότυπό του ο Χριστός, ο οποίος συγχώρησε τους σταυρωτές Του! Όταν τον ξυλοκοπούσαν, τον άφηναν νηστικό για μέρες και τον ταπείνωναν, ψιθύριζε τον λόγο του αποστόλου Παύλου: «Ποιος μπορεί να μας χωρίσει από την αγάπη του Χριστού μου; Θλίψις ή στενοχώρια ή διωγμός ή γυμνότης ή αιχμαλωσία;» (Ρωμ. 8,35). Εκτελούσε με πρωτοφανή προθυμία τις αγγαρείες στις οποίες τον υπέβαλλαν οι απάνθρωποι εργάτες του Αγά. Απορούσαν όλοι με την υπομονή, την καλοσύνη και την ανεξικακία του και γι’ αυτό άρχισαν να μαλακώνουν την θηριωδία τους, να του δείχνουν μια κάποια συμπάθεια και να τον αποκαλούν «βελή», δηλαδή άγιο! Μάλιστα επέτρεψε ο Θεός να δείξει την εύνοιά Του προς τον ευσεβή Ιωάννη με ένα ασυνήθιστο θαύμα.
Κάποτε ο Αγάς αφέντης του είχε ταξιδέψει στη Μέκκα της Αραβίας για προσκύνημα. Εκεί έλαβε ανεξήγητα ζεστό φαγητό σε ένα πιάτο που έφερε το οικόσημό του. Όταν επέστρεψε στο Προκόπιο εξέτασε την υπόθεση και αποκαλύφτηκε ότι του το έστειλε θαυματουργικά ο Ιωάννης!
Από τότε σταμάτησαν τα βασανιστήρια. Του προτάθηκε να φύγει από τον στάβλο, αλλά εκείνος αρνήθηκε και παρέμεινε εκεί προσευχόμενος μέρα και νύχτα. Ζητούσε κρυφά και κοινωνούσε των Αχράντων Μυστηρίων. Στις 27 Μαΐου του 1730 έστειλε μήνυμα στον ιερέα του χωριού να τον κοινωνήσει. Ο ιερέας του έστειλε τη Θεία Κοινωνία κρυμμένη σε ένα μήλο, που είχε κουφώσει, φοβούμενος τους Τούρκους. Κοινώνησε και παρέδωσε ήρεμα το πνεύμα του στον Χριστό, που τόσο είχε αγαπήσει και μιμηθεί στη σύντομη ζωή του.
Οι Χριστιανοί του Προκοπίου ζήτησαν το σώμα του αγίου και το έθαψαν με μεγάλες τιμές. Στην κηδεία του έλαβαν μέρος και πολλοί Αρμένιοι και Τούρκοι, οι οποίοι είχαν μάθει για την αγία ζωή του.
Το 1733 ο ευλαβής ιερέας που κοινωνούσε τον άγιο Ιωάννη και ήξερε για τα μαρτύριά του, τον είδε στον ύπνο του, ο οποίος του αποκάλυψε πως το σώμα του δεν υπέστη φθορά και του ζήτησε να κάνουν εκταφή και να το έχουν μαζί τους στους αιώνες για ευλογία και προστασία. Ο ιερέας δίστασε και τότε ένα ουράνιο φως είχε καλύψει τον τάφο και μια πύρινη στήλη ανέβαινε στον ουρανό. Οι πιστοί άνοιξαν τον τάφο και βρήκαν όντως απόλυτα άφθορο το σώμα του Ιωάννη, αν και είχαν περάσει τριάμισι χρόνια από την ταφή του, να ευωδιάζει! Το μετέφεραν με ευλάβεια και τιμές στο ναό τους χωριού, όπου άρχισαν νε επιτελούνται θαύματα σε Χριστιανούς και αλλοθρήσκους.
Λίγο αργότερα σε σύρραξη του σουλτάνου με τον πασά της Αιγύπτου Ιμπραήμ, ο απεσταλμένος του σουλτάνου πασάς Οσμάν έδωσε διαταγή να καεί το ιερό λείψανο. Οι πιστοί με δάκρυα στα μάτια έβλεπαν να κατατρώνε οι φλόγες το θεοφόρο σώμα. Αλλά την άλλη μέρα, και ενώ είχε «χωνέψει» η φωτιά, βρήκαν το τίμιο λείψανο και πάλι άφθορο, απλά μαυρισμένο! Οι φλόγες το σεβάστηκαν! Το τοποθέτησαν σε αργυρή λάρνακα και εκείνο άρχισε και πάλι να κάνει θαύματα σε χριστιανούς και μουσουλμάνους!
Κατά τη μικρασιατική καταστροφή του 1922 οι ευσεβείς κάτοικοι του Προκοπίου πήραν μαζί τους το ιερό λείψανο και το μετέφεραν με μύριους κινδύνους και περιπέτειες στην Ελλάδα. Από το λιμάνι της Μερσίνας μεταφέρθηκε στη Χαλκίδα, με έξοδα της ευσεβούς οικογένειας Παπαδοπούλου. Έμεινε εκεί ως το 1925, οπότε μεταφέρθηκε οριστικά στο Νέο Προκόπιο της Εύβοιας. Το 1930 θεμελιώθηκε περικαλλής ναός προς τιμήν του. Εκεί παραμένει το τίμιο σκήνωμα του Αγίου μέχρι σήμερα, σε βαρύτιμη λάρνακα και μαρμάρινη περίτεχνη θολωτή βάση.
Το Νέο Προκόπιο Ευβοίας είναι ένα από τους πλέον δημοφιλείς προορισμούς χιλιάδων πιστών από όλη την Ελλάδα και το εξωτερικό, και αυτό διότι μαρτυρούνται άπειρα θαύματα από τον άγιο Ιωάννη. Πλήθη προσκυνητών καταφθάνουν καθημερινά, να περάσουν μπροστά από τη λάρνακα του αγίου. Να τον προσκυνήσουν. Να τον παρακαλέσουν για τα προβλήματά τους ή να τον ευχαριστήσουν για τα επιτελούμενα θαύματά του!
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα) (Ἦχος δ’ – Ταχύ προκατάλαβε)
Ἐκ γῆς ὁ καλέσας σε πρὸς οὐρανίους μονάς, τηρεῖ καὶ μετὰ θάνατον ἀδιαλώβητον τὸ σκῆνός σου ὅσιε. Σὺ γὰρ ἐν τῇ Ἀσία ὡς αἰχμάλωτος ἤχθης, ἔνθα καὶ ὠκειώθης τῷ Χριστῷ Ἰωάννη. Αὐτὸν οὖν ἱκέτευε, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Κοντάκιον (Ἦχος δ’ – Επεφἆνης σἦμερον)
Τῶν λαμπρῶν ἀγώνων σου, Ὅσιε Πάτερ, ἡ ἁγία σήμερον, ἐπέστη μνήμη τὰς ψυχάς, τῶν εὐσεβῶν κατευφραίνουσα, ὧ Ἰωάννη τῶν πίστει τιμώντων σε.
Ὁ Οἶκος
Πῶς ἐπαινέσω τοὺς σοὺς ἀγῶνας ὁ τάλας, Ὅσιε Πάτερ; τῶν δακρύων δέ, πῶς τὸ πέλαγος ἐξερεύξομαι; Σὺ γὰρ τῷ βίῳ ἐνδιαπρέπων, τῶν Ἀγγέλων κατέλαβες χορείαν, τὰ πάθη ἐγκρατείᾳ νεκρώσας σοφὲ, καὶ σάρκα δουλαγωγήσας παθυπέταξας τῷ πνεύματι, καὶ τὸν τοῦ σκότους προτάτην κατῄσχυνας. Διὸ καὶ νῦν, τῷ θρόνῳ τοῦ Δεσπότου παριστάμενος, ὦ Ἰωάννη∙ πρεσβεύεις ὑπὲρ τῶν πίστει τιμώντων σε.
Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς (Ἦχος α’)
Εὗφραίνου ἐν Κυρίῳ, πόλις ἡ Προκοπέων, ἀγάλλου παὶ χόρευε, πίστει λαμπροφοροῦσα, Ἰωάννην τὸν τῆς Ρωσσίας γόνον, κόλποις σου κατέχουσα, ὡς θησαυρὸν ἀπόλαυε τῶν Θαυμάτων αὑτοῦ τὰς ἰάσεις καθορῶσα, καὶ εὐχαρὶστως τῷ Σωτῆρι βόησον∙ Φιλάνθρωπε Κύριε δόξα σοι.
Έτερον Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς (Ἦχος β’.
᾽Η τῶν τιμίων σου λειψάνων θεία λάρναξ ἰάματα πηγάζει τοῖς πιστοῖς, χαριτώνυμε Ὅσιε, Πάτερ∙ καὶ ἡ ἁγία σου ψυχῆ Ἀγγέλοις συνοῦσα, ἀξίως ἐπαγάλλεται∙ ἔχων οὖν πρὸς Κύριον σοφὲ τὴν παρρησίαν, καὶ σὺν τοῖς Ὁσίοις χορεύων ἐν οὐρανοῖς, ἱκέτευε ὑπὲρ ἡμῶν, τῶν πιστῶς ἐκτελούντων τὴν μνήμην σου.
Έτερον Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς (Ἦχος γ’)
Ἄπας τῶν συναθροισθέντων δῆμος ἱερός, ἐπὶ τῇ τοῦ Ὁσίου μνήμῃ τῇ φαιδρᾷ ὁμοφώνως συγχάρητε κράζοντες∙ Χαίροις, τὸ τῆς Ρωσσίας κάλλιστον θρέμμα, καὶ τῶν πιστῶν ἁπάντων τὸ σεμνολόγημα∙ Χαίροις, ὁ δυσήνιον σάρκα, καθυποτάξας τῷ πνεύματι, καὶ τὰς ὁρμάς ἀμβλύνας τῶν παθῶν, τῇ ροῇ τῶν δακρύων σου, ὧ Ἰωάννη∙ Χαίροις, τὸ ἡμέρον καύχημα, καὶ τῆς Ἐκκλησίας τῶν πιστῶν τὸ ἀγαλλίαμα.
Έτερον Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς (Ἦχος δ’)
Φερωνύμως ἡ κλῆσίς σου γέγονε χαριτώνυμος, Ὅσιε Πάτερ∙ ὡς γὰρ ὁ θεῖος Βαπτιστής, μεταξὺ τοῦ Ἰουδαϊκοῦ λαοῦ ἐχαριτώθη, καὶ παρὰ Χριστοῦ σαφῶς ἐμαρτυρήθη, οὕτω καὶ σὺ ὁ ὁμώνυμος αὐτοῦ καὶ μιμητής, μεταξὺ τοῦ ματαιόφρονος λαοῦ, χάριν οὐρανόθεν εἴληφας, τῇ θεαρέστῳ πολιτείᾳ σου, ὦ Ἰωάννη∙ διὸ μὴ παύσῃ πρεσβεύων ὑπὲρ ἡμῶν τῶν πιστῶς ἐπιτελούντων, τὴν ἁγίαν σου σοφὲ πανήγυριν.
Πηγή: Λάμπρος Σκόντζος, Θεολόγος, σε: simeiakairwn.wordpress.com
πηγή μας εδώ