«Μη φανής τοις ανθρώποις νηστεύων»,
αλλ’ εργάζου «εν τω κρυπτώ».
Με το άνοιγμα του Τριωδίου, αλλά και λίγο πριν (Κυριακή της Χαναναίας και του Ζακχαίου) η Εκκλησία μας προετοιμάζει για την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, που είναι περίοδος νηστείας, περισυλλογής και εντονώτερου πνευματικού αγώνα.
Με την Κυριακή της Τυρινής, βρισκόμαστε στο κατώφλι της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Ανοίγεται μπροστά μας «το στάδιο των αρετών», στο οποίο ο υμνωδός της Εκκλησίας μας, μας καλεί να εισέλθουμε, «αναζωσάμενοι τον καλόν της νηστείας αγώνα». Ταυτόχρονα, στο συναξάρι της ημέρας, γίνεται μνεία της εξορίας του Αδάμ από τον Παράδεισο. Στο Δοξαστικό του εσπερινού του Σαββάτου ο υμνωδός, μας παρουσιάζει τον Αδάμ να κάθεται απέναντι του Παραδείσου και να θρηνεί:
«Εκάθισεν Αδάμ απέναντι του Παραδείσου και την ιδίαν γύμνωσιν θρηνών ωδύρετο. Οίμοι, τον απάτη πονηρά πεισθέντα και κλαπέντα και δόξης μακρυθέντα! Οίμοι τον απλότητι γυμνόν, νυν δε ηπορημένον! Άλλ’ ω Παράδεισε, ουκέτι σου της τρυφής απολαύσω, ουκέτι όψομαι τον Κύριον και Θεόν μου και Πλάστην. Εις γην γαρ απελεύσομαι, εξ ης και προσελήφθην. Ελεήμον, οικτίρμον, βοώ σοι. Ελέησόν με τον παραπεσόντα»
Και λίγο παρακάτω στο Δοξαστικό των αποστίχων, ο ιερός υμνωδός παρατηρεί εξής:«Εξεβλήθη Αδάμ του Παραδείσου δια της βρώσεως· διο και καθεζόμενος απέναντι τούτου ωδύρετο ολολύζων, ελεεινή τη φωνή, και έλεγεν. Οίμοι, τι πέπονθα ο τάλας εγώ! μίαν εντολήν παρέβην την του Δεσπότου, και των αγαθών παντοίων εστέρημαι. Παράδεισε αγιώτατε, ο δι’ εμέ πεφυτευμένος, και δια την Εύα κεκλεισμένος, ικέτευε τω σε ποιήσαντι, καμέ πλάσαντι, όπως των σων ανθέων πλησθήσωμαι. Διο και προς αυτόν ο Σωτήρ· το εμόν πλάσμα ου θέλω απολέσθαι, αλλά βούλομαι τούτο σώζεσθαι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν· ότι τον ερχόμενον προς με ου μη εκβάλω έξω».
Ο Αδάμ παραβαίνοντας την εντολή της νηστείας (του να μη φάγη από το δένδρον της γνώσεως του καλού και του κακού) εκπίπτει της χάριτος του Θεού και χάνει τον Παράδεισο, που είναι ουσιαστικά η μετά του Θεού αναστροφή και κοινωνία. Αυτή όμως η κοινωνία με τον Θεό, ήταν η ομπρέλα που τον θωράκιζε και τον προστάτευε από τις δαιμονικές δυνάμεις. Χάνοντας αυτήν την προστασία, ο Αδάμ και η ανθρωπότητα ολόκληρη, γίνεται έρμαιο των δαιμονικών δυνάμεων.
Στο Ευαγγελικό ανάγνωσμα της Κυριακής της Τυρινής υπάρχουν τρεις δεσπόζουσες έννοιες ενός γνήσιου πνευματικού αγώνα: η συγχωρητικότητα προς τους άλλους ανθρώπους, η πραγματική νηστεία (σωματική, κυρίως δε πνευματική) και η αφιλαργυρία (δηλ. η μετάθεση του θησαυρισμού από τα υλικά στα πνευματικά αγαθά).
Νηστεία,
το ισχυρό όπλο της πνευματικής ζωής του Χριστιανού.
Για να ξεκινήσει κανείς ένα σπουδαίο και δύσκολο έργο, χρειάζεται μία σταθερή και γενναία απόφαση. Η νηστεία είναι ένα ισχυρό όπλο στα χέρια του αγωνιζομένου Χριστιανού. Είναι η"μάχαιρα, ήτις εκτέμνει από καρδίας πάσαν κακίαν". Με την νηστεία εξυγιαίνεται η ψυχή του ανθρώπου και αίρεται η πεπτωκυία της κατάσταση, δηλαδή ανατρέπεται το κατεστημένο της πτώσεως. Πριν την πτώση (δηλαδή πριν από το προπατορικό αμάρτημα) τροφή και απόλαυση της ψυχής ήταν η κοινωνία με τον Θεό. Το σώμα, λόγω του φυσικού συνδέσμου του με την ψυχή, απολάμβανε και αυτό τους καρπούς της κοινωνίας με το Άγιο Πνεύμα.
Μετά την πτώση, επειδή η ψυχή έχασε την κοινωνία της με το Άγιο Πνεύμα στράφηκε προς το σώμα και προσπάθησε σ' αυτό να βρει εκείνο που έχασε. Έτσι, υποτάχθηκε στις σωματικές ηδονές, άρχισε να απομυζά και να ταλαιπωρεί το σώμα και να το οδηγεί, χωρίς να το θέλει, στην φθορά και στην εξαθλίωση.
Είναι γεγονός ότι η πολυφαγία και η πολυποσία εξάπτουν τις σαρκικές επιθυμίες και τα σαρκικά πάθη. Αντίθετα, η νηστεία κατευνάζει τα πάθη. Ο άνθρωπος που νηστεύει, μπορεί ευκολώτερα να εγκρατεύεται και να αυτοκυριαρχείται. Με την νηστεία ο άνθρωπος κατευνάζει τις άτακτες κινήσεις του σώματος και μπορεί ευκολότερα η ψυχή να στραφεί, με την προσευχή, στον Θεό και έτσι απερίσπαστη να ακούσει τις εντολές Του. Η προσευχή και η πνευματική μελέτη δίνουν πνευματική αξία στο έργο της νηστείας.
Η αληθινή νηστεία δεν περιορίζεται μόνον στη στέρηση κάποιων τροφών. Δεν είναι τόσον εξωτερική όσον κυρίως εσωτερική μορφή αγώνος. Η τροφική νηστεία πρέπει να συνοδεύεται με την νηστεία όλων των αισθήσεων, με την εσωτερική νηστεία της ψυχής, από φαντασίες, σαρκικές επιθυμίες και εμπαθείς λογισμούς. «Αληθής νηστεία, η των κακών αλλοτρίωσις(αποξένωση), εγκράτεια γλώσσης, θυμού αποχή, καταλαλιάς (κατακρίσεως), ψεύδους και επιορκίας. Η τούτων ένδεια (φτώχεια) νηστεία αληθής και ευάρεστος τω Θεώ εστί» ψάλλει την ημέρα αυτή η Εκκλησία. Επίσης στο ιδιόμελο των αποστίχων των αίνων, της Τετάρτης της Τυρινής, ο ιερός υμνογράφος μας συνιστά: «Βρωμάτων νηστεύουσα ψυχή μου και παθών μη καθαρεύουσα, μάτην επαγάλλει τη ατροφία· ει μη γαρ αφορμή σοι γένηται προς διόρθωσιν, ως ψευδής μισείται παρά Θεού και τοις κακίστοις δαίμοσιν ομοιούσαι τοις μηδέποτε σιτουμένοις· μη ουν αμαρτάνουσα την νηστείαν αχρειώσης, αλλ’ ακίνητος, προς ορμάς ατόπους μένε, δοκούσα παρεστάναι εσταυρωμένω τω Σωτήρι, μάλλον δε συσταυρούσθαι, τω δια σε σταυρωθέντι, εκβοώσα προς αυτόν· μνήσθητί μου Κύριε όταν έλθης εν τη Βασιλεία σου.»
Για να είναι ολοκληρωμένη η νηστεία, πρέπει να συνοδεύεται από τις αρετές της προσευχής και της ελεημοσύνης. Διότι, ο άνθρωπος που νηστεύει, μπορεί ευκολώτερα να έχει ανάταση ψυχής και όσα, λόγω της νηστείας, εξοικονομεί, να τα δίνει ελεημοσύνη. Έτσι, η νηστεία ανεβάζει τον άνθρωπο, εύκολα στον Θεό και αποδεικνύεται γι’ αυτόν αρχή μετανοίας.
Όμως αμέσως μετά την Κυριακή Προσευχή, που μας δίδαξε ο ίδιος ο Χριστός στην επί του όρους ομιλία του, συνεχίζει και να μας νουθετεί λέγοντας μας και τα εξής:
«Συ δε νηστεύων, άλειψαί σου την κεφαλήν και το πρόσωπόν σου νίψαι, όπως μη φανής τοις ανθρώποις νηστεύων». Ο στίχος, εκτός από το προφανές νόημα που έχει το «άλειψαί σου την κεφαλήν και το πρόσωπόν σου νίψαι» που είναι η αποφυγή της επιδεικτικής εμφανίσεως του νηστεύοντος, έχει και κάποιο βαθύτερο νόημα. Το πρόσωπο που νίπτεται είναι "ο εσωτερικός άνθρωπος της καρδιάς", που νίπτεται με τα δάκρυα της μετανοίας, ενώ η κεφαλή που αλείφεται είναι ο νους, που με την προσευχή ελκύει την χάρη του Αγίου Πνεύματος και το έλεος του Θεού. Αυτά τα δύο εσωτερικά έργα (δηλ. η κρυφή εργασία για την κάθαρση της καρδιάς και η αναφορά της ψυχής, δια της προσευχής, προς τον Θεό) είναι εκείνα που κατακαίουν την υποκρισία στη ρίζα της, διότι γίνονται «εν τω κρυπτώ» και «ο Πατήρ ο ουράνιος» θα τα επιβραβεύσει «εν τω φανερώ».
Η συγχωρητικότητα,
ως προϋπόθεση κάθε καλού έργου.
Ο Χριστός, πριν μιλήσει για τον τρόπο της αληθινής νηστείας, έβαλε σαν θεμέλιο, πάνω στο οποίο μπορεί να οικοδομηθεί κάθε καλό έργο, την συγχωρητικότητα. Προϋπόθεση της συγχωρήσεως των αμαρτιών μας από τον Θεό, είναι να μπορούμε και εμείς να συγχωρούμε τα αμαρτήματα των άλλων. Έτσι, αρχίζουμε την περίοδο της νηστείας (στον πρώτο κατανυκτικό εσπερινό την παραμονή της Καθαράς Δευτέρας), με τον εσπερινό της συγγνώμης, ζητώντας και δίνοντας συγχώρεση στους συνανθρώπους μας. Με τον τρόπο αυτό μπορούμε να προχωρήσουμε ελεύθεροι από κάθε «σύνδεσμο αδικίας» στον καλό αγώνα της νηστείας.
Αν δεν τρώμε κρέας η κάποιες άλλες τροφές, «αλλά αλλήλους δάκνομεν και κατεσθίομεν» με τα πάθη της ψυχής μας, το μίσος, την μνησικακία και την κατάκριση, τότε η "φαινομενική" νηστεία μας δεν έχει καμία αξία, ίσως και είναι επικίνδυνη. Διότι μπορεί να την χρησιμοποιήσει ο διάβολος, ως πρόφαση για να μας πείση, δηλ. ουσιαστικά να μας ρίξει "στάχτη στα μάτια", ότι κάτι κάνουμε και μείς, ώστε να έχουμε μισθόν ευσεβείας.
Την πύλη του σταδίου των αρετών της Μεγάλης Τεσσαρακοστής πρέπει να την περάσουμε με πνεύμα ταπεινώσεως και μετανοίας. Οι αρετές αυτές που αυξάνονται με την αληθινή νηστεία (σωματική και πνευματική) δεν μπορούν να συνυπάρχουν με λογισμούς ζηλείας, μίσους και μνησικακίας. Η αληθινή νηστεία συνδέεται με την επιείκεια και την συγχωρητικότητα. Είναι η εύφορη γη που θα δώσει την πλούσια καρποφορία της αγάπης.
Ο αντίποδας της χριστιανικής αγάπης, η οποία «ου ζητεί τα εαυτής» είναι ο εγωϊσμός. Αυτός είναι η "διεστραμμένη αγάπη", που ζητεί τα εαυτής, διότι έχει ρίζα την φιλαυτία. Η νηστεία ταπεινώνει τον άνθρωπο και αν συνοδεύεται από εντονότερη προσευχή και ελεημοσύνη μπορεί να τον χαριτώσει, ώστε να ξεπεράσει τον φανερό η κρυφό εγωϊσμό του και να φθάσει στην αγάπη.
Ο Χριστός, στην προσπάθειά Του να σκιαγραφήσει έναν τέλειο τύπο ανθρώπου, κατέκρινε και στηλίτευσε περισσότερο από κάθε άλλο πάθος την υποκρισία. Έτσι, και τώρα μας υποδεικνύει να εργαζόμεθα τις αρετές (νηστεία, ελεημοσύνη, προσευχή) μακρυά από τα μάτια των ανθρώπων, «εν τω κρυπτώ», με την υπόσχεση ότι «ο Πατήρ σου ο βλέπων εν τω κρυπτώ» την εργασίαν των εντολών Του «αποδώσει σοι εν τω φανερώ». Διαφορετικά η άσκηση των αρετών που έχει κίνητρο την "ανθρωπαρέσκεια" δεν έχει μισθό, διότι τον μισθό τον παίρνει κανείς από τα "μπράβο" των ανθρώπων.
Συμπερασματικά, μπορούμε να πούμε, ότι δεν πρέπει να τηρούμε τις εντολές του Χριστού για να εισπράξουμε τον έπαινο των ανθρώπων, αλλά από αγάπη στο πρόσωπο του Χριστού και διότι με την τήρησή τους κάνομε πνευματική πρόοδο και επιτελούμε το «καθ' ομοίωσιν» που είναι ο σκοπός της δημιουργίας μας.
Αφιλαργυρία,
ο τελικός καρπός της νηστείας
Ο άνθρωπος, που αγαπά το σώμα του περισσότερο από την ψυχή του, φοβάται να του στερήσει, οτιδήποτε από τα πράγματα που εκείνο αγαπά. Έτσι, γίνεται δέσμιος των υλικών αγαθών και της φιληδονίας. Μετά όμως την φιληδονία, έπεται η φιλοκτημοσύνη και η φιλαργυρία.
Επειδή όλα τα υλικά πράγματα φθείρονται, παλιώνουν και χάνουν τελικά την αξία τους η γίνονται βορά κλεπτών και διαρρηκτών, ο άνθρωπος που διακατέχεται από το πάθος της φιλοκτημοσύνης και της φιλαργυρίας, κατατρώγεται από το άγχος και την μέριμνα της διασφαλίσεως των αγαθών του από ενδεχόμενη απώλεια. Έτσι, "θησαυρίζοντας θησαυρούς επί της γης" χάνει κανείς τον πνευματικό του προσανατολισμό προς «το καθ’ομοίωσιν», προς τους ουράνιους και άφθαρτους θησαυρούς και αιχμαλωτίζεται στα υλικά αγαθά, στην ύλη.
Αντίθετα, αυτός που ξεκινά τον αγώνα της νηστείας γίνεται ολιγαρκής. Μπορεί να μεταμορφώσει το πάθος της φιλαργυρίας, που τον καθιστά δέσμιο των υλικών πραγμάτων, σε αγάπη για τα ουράνια, για τους ουράνιους θησαυρούς. Διαφορετικά, η νηστεία του δεν θα έχει πνευματικό αποτέλεσμα. Θα καταστεί "δίαιτα", δηλ. μία επιπλέον εκδήλωση της φιλαυτίας του. Διότι, θα αποβλέπει μόνο στην εξωτερική αισθητική και υγιεινή του σώματος και δεν θα έχει "μισθό" για την ψυχή του.
Σαν συμπέρασμα, μπορούμε να πούμε ότι νηστεύουμε, όχι γιατί δεν αγαπούμε το σώμα (η νηστεία πρέπει να είναι παθοκτόνος και όχι σωματοκτόνος) αλλά γιατί περισσότερο αγαπούμε και δίνουμε προτεραιότητα στην ψυχή, την οποία θέλουμε να γίνει "Ναός του εν ημίν Αγίου Πνεύματος". Περιφρονούμε τους«θησαυρούς επί της γης, όπου σης και βρώσις αφανίζει και όπου κλέπται διορύσσουσιν και κλέπτουσιν», διότι προτιμούμε τους «θησαυρούς εν ουρανώ, όπου ούτε σης, ούτε βρώσις αφανίζει και όπου κλέπται ου διορύσσουσιν ουδέ κλέπτουσιν». Περιφρονούμε τα υλικά αγαθά που φθείρονται, για να αποκτήσουμε τα ουράνια αγαθά, που είναι άφθαρτα και αιώνια.
Αδελφοί μου, την Κυριακή της Τυρινής, το βράδυ θα τελεστεί στους ναούς της οικουμένης, όπου "ανασαίνει' χριστιανός, ο Κατανυκτικός Εσπερινός, που όλοι τον γνωρίζουμε ως Εσπερινό της συγχωρήσεως, θα μαζευτούμε, θα δώσουμε και θα πάρουμε από τους συνανθρώπους μας την συγχώρεση που χρειαζόμαστε για να συνεχίσουμε την πορεία μας μέχρι το Θείο Πάθος και τελικά την Ανάσταση, για να ακολουθήσει αμέσως μετά η Καθαρά Δευτέρα, η πρώτη ημέρα της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής.
Τώρα, σχετικά με αυτήν την ημέρα, την πρώτη ημέρα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, ένα μεγάλο κακό γίνεται. Υπάρχουν χριστιανοί, που γνωρίζοντας την σπουδαιότητα της, είναι γιαυτούς ημέρα ξηροφαγίας και αποχής από μαγειρεμένο φαγητό, για την κάθαρση και τον αγιασμό τους. Υπάρχουν όμως και χριστιανοί που είτε από άγνοια, είτε από λάθος αντίληψη της παράδοσης μας, είτε από έλλειψη πίστης, αυτή την ημέρα την έχουν συνυφασμένη με εξοχικά κέντρα και ταβέρνες, με λουκούλλεια γεύματα όπου καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες νηστίσιμων, κατά τα άλλα, εδεσμάτων και πίνουν και γλεντοκοπούν και ασωτεύουν. Η Καθαρά Δευτέρα δεν είναι ημέρα διασκεδάσεως, αλλά προσευχής και νηστείας. Μεγάλη παρεξήγηση. Μεγάλη εκτροπή. Μεγάλη πλάνη.
Άς αρχίσουμε αδελφοί μου λοιπόν από το βράδυ της Κυριακής με μια βροντερή συγνώμη και την Καθαρά Δευτέρα με ξηροφαγία, αλλά και μελέτη και προσευχή και περισυλλογή, παρακολουθώντας τις πολλές και όμορφες κατανυκτικές Ακολουθίες της Εκκλησίας μας. Την Καθαρά Δευτέρα να μην την κάνετε ακάθαρτη. Μεγάλη Τεσσαρακοστή είναι η πιο ευλογημένη εκκλησιαστική περίοδος του χρόνου. Στάδιο προσευχής. Στάδιο μετανοίας. Στάδιο καθάρσεως. Η Θεία Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου, η Προηγιασμένη, οι Κατανυκτικοί Εσπερινοί, η Εξομολόγησις, τα Ευχέλαια στα σπίτια και στους ναούς μας, η Νηστεία, οι Χαιρετισμοί της Παναγίας μας, τα Μεγάλα Απόδειπνα και όλη η βυζαντινή υμνολογική ατμόσφαιρα της, δημιουργούν αυτό το υπέροχο και μοναδικό πνευματικό στάδιο της νέας αυτής καθημερινότητας μας. Μας ανοίγει τον δύσκολο δρόμο προς την Μεγάλη Εβδομάδα με τα Θεία Πάθη, μα και μας δείχνει πεντακάθαρα πως το τέλος έχει ανάσταση, την Ανάσταση του Χριστού μας, μαζί με την δική μας.
Καλή και ευλογημένη Σαρακοστή.