Τοῦ ἁγίου Στεφάνου
27 Δεκεμβρίου
27 Δεκεμβρίου
Του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου
Ο ΠΡΩΤΟΜΑΡΤΥΣ ΣΤΕΦΑΝΟΣ
(σύγκρισις τοῦ ἁγίου μὲ τὸ Χριστό, καὶ μ᾽ ἐμας)
Η ΖΩΗ, ἀγαπητοί μου, ἡ χριστιανικὴ ζωή, ὅπως τὴν δίδαξε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, εἶνε δρόμος δύσκολος. Τὸ εἶπε ὁ ἴδιος· «Στενὴ ἡ πύλη καὶ τεθλιμμένη ἡ ὁδὸς ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ζωήν»· στενὴ ἡ πύλη καὶ δύσβατο τὸ μονοπάτι ποὺ ὁδηγεῖ στὴν αἰώνιο ζωή (Ματθ. 7,14). Αὐτὸ δείχνει καὶ ἡ ζωὴ τοῦ ἁγίου Στεφάνου, ποὺ ἑορτάζει σήμερα.
* * *
Ὁ ἅγιος Στέφανος ἦταν πιστὸς ἀκόλουθος καὶ μιμητὴς τοῦ Χριστοῦ σὲ ὅλα. Ἀποτύπωσε στὴν ψυχή του τὸ χαρακτῆρα τοῦ Χριστοῦ. Ἀκολούθησε τὴν σκληρὰ ὁδὸ τοῦ καθήκοντος.
Ἂν κάνουμε μερικὲς συγκρίσεις, θὰ δοῦμε, ὅτι βάδισε πάνω στὰ χνη τοῦ Χριστοῦ.
Τί εἶπε ὁ Χριστός; «Οὐκ ἦλθον διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι»· ἦρθα στὸν κόσμο ὄχι γιὰ νὰ μὲ ὑπηρετήσουν, ἀλλὰ γιὰ νὰ ὑπηρετήσω (Ματθ. 20,28). Καὶ ὑπηρέτησε ὁ Χριστὸς τὸν κόσμο ὑλικῶς καὶ πνευματικῶς. Ὑλικῶς, διότι θεράπευσε τὰ ἄρρωστα κορμιὰ καὶ ἔθρεψε τὰ πεινασμένα στόματα καὶ στομάχια. Πρὸ παντὸς ὅμως τὸν ὑπηρέτησε πνευματικῶς μὲ τὴν οὐράνια διδασκαλία του. Ἀλλ᾿ αὐτὸ ἔκανε καὶ ὁ Στέφανος. Ἦταν ἕνας ταπεινὸς ὑπηρέτης καὶ ὄχι ἐκμεταλλευτὴς τῆς κοινωνίας. Πῶς ὑπηρέτησε; Ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς ἑπτὰ διακόνους, ποὺ ἀπ᾿ τὸ πρωῒ μέχρι τὸ βράδυ διακονοῦσαν στὰ συσσίτια τῆς ἐκκλησίας τῶν Ἰεροσολύμων καὶ φρόντιζαν κανείς φτωχὸς νὰ μὴν πεινᾷ. Ὑπηρέτησε ὅμως καὶ πνευματικῶς. Διότι δίδασκε, ὅπως ὁ Χριστός. Τί δίδασκε ὁ Στέφανος; Δίδασκε τὸ θεμελιῶδες δόγμα· ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς δὲν εἶνε ἁπλῶς ἕνας ἄνθρωπος, ἀλλ᾿ εἶνε ὁ Μεσσίας, ὁ Λυτρωτής, ὁ ἐνανθρωπήσας Θεός. Αὐτό ἐκήρυττε. Καὶ τὸ ἀποδείκνυε μὲ ἐπιχειρήματα ἰσχυρά, τὰ ὁποῖα ἀκούσατε στὸν σημερινὸ ἀπόστολο. Αὐτή ἦταν ἡ διδασκαλία του.
Καὶ ὅπως ὁ Χριστὸς δὲν ἦταν παραδεκτὸς ἀπὸ ὅλους, ἀλλ᾿ ἐναντίον του ἦταν οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ φαρισαῖοι, ὁ Ἄννας κι ὁ Καϊάφας, ἔτσι καὶ τὴ διδασκαλία τοῦ Στεφάνου δὲν τὴν παραδέχθηκαν ὅλοι. Ὑπῆρχαν ῥεύματα ἀντίθετα, εἶχε καὶ ἐχθροὺς φανατικούς. Αὐτοί, ὅταν ἄκουγαν τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, σὰ᾿ σκυλιὰ λυσσασμένα ἐπιτίθεντο ἐναντίον τοῦ Στεφάνου.
Ὁ Χριστός, ὅπως βλέπουμε στὰ εὐαγγέλια, ἀποστόμωνε τοὺς φαρισαίους, τοὺς σαδδουκαίους καὶ τοὺς ἡρωδιανούς. ῎ Ετσι καὶ ὁ Στέφανος· μὲ τὴν πίστι καθήλωνε τοὺς ἀντιπάλους, ἔφραζε τὰ ἀπύλωτα στόματα, καὶ ἀπεδείκνυε μὲ δύναμι ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε Θεός.
Ὁ Χριστὸς καταδικάστηκε μὲ βία καὶ συκοφαντία. Ἔτσι καὶ ὁ Στέφανος. Δὲ᾿ μπόρεσαν νὰ τὸν καταβάλουν διαλεκτικῶς, διότι ἡ χριστιανικὴ πίστι εἶνε πάντοτε ἀήττητη. Γι᾿ αὐτὸ νίκησε ὁ Στέφανος. Ἀλλὰ τότε κατέφυγαν στὴ βία. Ὅπλο τῶν δειλῶν καὶ μοχθηρῶν δὲν εἶνε ἡ ἀλήθεια, ἀλλὰ ἡ συκοφαντία καὶ διαβολή. Κατηγόρησαν τὸ Στέφανο, ὅτι εἶνε ἐναντίον τῶν νόμων, ἐναντίον τῶν ἐθίμων, ἐναντίον τοῦ ναοῦ, ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, ὅτι βλασφημεῖ τὸν Θεόν! Συκοφαντία φρικτή. Ἐν τούτοις ἡ συκοφαντία ἔπιασε. Καὶ ὁ Στέφανος ὡδηγήθηκε ἐνώπιον τοῦ δικαστηρίου.
Δείλιασε ἐκεῖ; Δὲν δείλιασε. Ὅπως ὁ Χριστὸς στάθηκε ἀτάραχος ἐνώπιον τοῦ Πιλάτου καὶ μαρτύρησε «τὴν καλὴν ὁμολογίαν» (Α΄ Τιμ. 6,13), ἔτσι καὶ ὁ Στέφανος· μὲ πρόσωπο λαμπρό, σὰν ἄγγελος, ἀντιμετώπισε τοὺς δικαστάς. Μίλησε μὲ τὴ γλῶσσα τῆς ἀληθείας καὶ ὡμολόγησε γιὰ μία ἀκόμη φορὰ τὸ Χριστό. Ἀλλ᾿ ὅταν ἐκεῖνοι ἄκουσαν τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, τότε λύσσαξαν πραγματικά. Τόση κακία εἶχαν ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ, ὥστε βούλωσαν τ᾿ αὐτιά τους νὰ μὴν ἀκοῦνε τὸ ὄνομά του. Ὥρμησαν πάνω στὸ Στέφανο, τὸν ἅρπαξαν βιαίως, καὶ χωρὶς πολλὲς διαδικασίες ἔβγαλαν ἀπόφασι θανάτου· ὅπως καὶ γιὰ τὸ Χριστό.
Κι ὅπως ὁ Χριστὸς θανατώθηκε ἔξω ἀπὸ τὴν πόλι (διότι δὲν ἐπιτρεπόταν νὰ σταυρωθῇ ἄνθρωπος μέσα στὰ Ἰερόσολυμα· ἐθεωρεῖτο αὐτὸ βεβήλωσι τῆς ἱερᾶς πόλεως), ἔτσι καὶ ὁ μαθητής του ὁ Στέφανος. Τὸν πήρανε καὶ τὸν ὡδήγησαν ἔξω τῆς πόλεως. Ἐκεῖ ἦρθε ἡ ὥρα νὰ ἐκτελεσθῇ ὁ μάρτυς ὁ πιστός.
Πῆραν καθένας στὸ χέρι λιθάρια καὶ μὲ ὁρμὴ τὰ ἐκσφενδόνιζαν πάνω στὸ σῶμα του. Γέμισε πληγὲς καὶ αἵματα. Καὶ καθὼς τὸ αἷμα ἔτρεχε ἀπὸ τὴν κεφαλή του καὶ πλησίαζε πλέον ἡ ὥρα νὰ παραδώσῃ τὴν ἁγία του ψυχή, πάλι μιμήθηκε τὸ Χριστό. Ὅπως ὁ Κύριος πάνω στὸ σταυρὸ δὲν εἶπε λέξι ἐναντίον τῶν σταυρωτῶν του, ἀλλὰ ἦτο ὅλος εὐλογία, ἔτσι καὶ αὐτός. Κι ὅπως ὁ Χριστὸς εἶπε «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς· οὐ γὰρ ο δασι τί ποιοῦσι» (Λουκ. 23, 34), ἔτσι καὶ ὁ Στέφανος εἶπε· «Κύριε, μὴ στήσης αὐτοῖς τὴν ἁμαρτίαν ταύτην»· Κύριε, μὴ τοὺς λογαριάσῃς τὴν ἁμαρτία ποὺ διαπράττουν φονεύοντας ἕναν ἀθῷο (Πράξ. 7,60).
Ἔτσι τελείωσε τὴ ζωή του ὁ πρωτομάρτυς τοῦ Χριστοῦ· μιμητής Του σὲ ὅλα.
Ἂν κάνουμε μερικὲς συγκρίσεις, θὰ δοῦμε, ὅτι βάδισε πάνω στὰ χνη τοῦ Χριστοῦ.
Τί εἶπε ὁ Χριστός; «Οὐκ ἦλθον διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι»· ἦρθα στὸν κόσμο ὄχι γιὰ νὰ μὲ ὑπηρετήσουν, ἀλλὰ γιὰ νὰ ὑπηρετήσω (Ματθ. 20,28). Καὶ ὑπηρέτησε ὁ Χριστὸς τὸν κόσμο ὑλικῶς καὶ πνευματικῶς. Ὑλικῶς, διότι θεράπευσε τὰ ἄρρωστα κορμιὰ καὶ ἔθρεψε τὰ πεινασμένα στόματα καὶ στομάχια. Πρὸ παντὸς ὅμως τὸν ὑπηρέτησε πνευματικῶς μὲ τὴν οὐράνια διδασκαλία του. Ἀλλ᾿ αὐτὸ ἔκανε καὶ ὁ Στέφανος. Ἦταν ἕνας ταπεινὸς ὑπηρέτης καὶ ὄχι ἐκμεταλλευτὴς τῆς κοινωνίας. Πῶς ὑπηρέτησε; Ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς ἑπτὰ διακόνους, ποὺ ἀπ᾿ τὸ πρωῒ μέχρι τὸ βράδυ διακονοῦσαν στὰ συσσίτια τῆς ἐκκλησίας τῶν Ἰεροσολύμων καὶ φρόντιζαν κανείς φτωχὸς νὰ μὴν πεινᾷ. Ὑπηρέτησε ὅμως καὶ πνευματικῶς. Διότι δίδασκε, ὅπως ὁ Χριστός. Τί δίδασκε ὁ Στέφανος; Δίδασκε τὸ θεμελιῶδες δόγμα· ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς δὲν εἶνε ἁπλῶς ἕνας ἄνθρωπος, ἀλλ᾿ εἶνε ὁ Μεσσίας, ὁ Λυτρωτής, ὁ ἐνανθρωπήσας Θεός. Αὐτό ἐκήρυττε. Καὶ τὸ ἀποδείκνυε μὲ ἐπιχειρήματα ἰσχυρά, τὰ ὁποῖα ἀκούσατε στὸν σημερινὸ ἀπόστολο. Αὐτή ἦταν ἡ διδασκαλία του.
Καὶ ὅπως ὁ Χριστὸς δὲν ἦταν παραδεκτὸς ἀπὸ ὅλους, ἀλλ᾿ ἐναντίον του ἦταν οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ φαρισαῖοι, ὁ Ἄννας κι ὁ Καϊάφας, ἔτσι καὶ τὴ διδασκαλία τοῦ Στεφάνου δὲν τὴν παραδέχθηκαν ὅλοι. Ὑπῆρχαν ῥεύματα ἀντίθετα, εἶχε καὶ ἐχθροὺς φανατικούς. Αὐτοί, ὅταν ἄκουγαν τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, σὰ᾿ σκυλιὰ λυσσασμένα ἐπιτίθεντο ἐναντίον τοῦ Στεφάνου.
Ὁ Χριστός, ὅπως βλέπουμε στὰ εὐαγγέλια, ἀποστόμωνε τοὺς φαρισαίους, τοὺς σαδδουκαίους καὶ τοὺς ἡρωδιανούς. ῎ Ετσι καὶ ὁ Στέφανος· μὲ τὴν πίστι καθήλωνε τοὺς ἀντιπάλους, ἔφραζε τὰ ἀπύλωτα στόματα, καὶ ἀπεδείκνυε μὲ δύναμι ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε Θεός.
Ὁ Χριστὸς καταδικάστηκε μὲ βία καὶ συκοφαντία. Ἔτσι καὶ ὁ Στέφανος. Δὲ᾿ μπόρεσαν νὰ τὸν καταβάλουν διαλεκτικῶς, διότι ἡ χριστιανικὴ πίστι εἶνε πάντοτε ἀήττητη. Γι᾿ αὐτὸ νίκησε ὁ Στέφανος. Ἀλλὰ τότε κατέφυγαν στὴ βία. Ὅπλο τῶν δειλῶν καὶ μοχθηρῶν δὲν εἶνε ἡ ἀλήθεια, ἀλλὰ ἡ συκοφαντία καὶ διαβολή. Κατηγόρησαν τὸ Στέφανο, ὅτι εἶνε ἐναντίον τῶν νόμων, ἐναντίον τῶν ἐθίμων, ἐναντίον τοῦ ναοῦ, ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, ὅτι βλασφημεῖ τὸν Θεόν! Συκοφαντία φρικτή. Ἐν τούτοις ἡ συκοφαντία ἔπιασε. Καὶ ὁ Στέφανος ὡδηγήθηκε ἐνώπιον τοῦ δικαστηρίου.
Δείλιασε ἐκεῖ; Δὲν δείλιασε. Ὅπως ὁ Χριστὸς στάθηκε ἀτάραχος ἐνώπιον τοῦ Πιλάτου καὶ μαρτύρησε «τὴν καλὴν ὁμολογίαν» (Α΄ Τιμ. 6,13), ἔτσι καὶ ὁ Στέφανος· μὲ πρόσωπο λαμπρό, σὰν ἄγγελος, ἀντιμετώπισε τοὺς δικαστάς. Μίλησε μὲ τὴ γλῶσσα τῆς ἀληθείας καὶ ὡμολόγησε γιὰ μία ἀκόμη φορὰ τὸ Χριστό. Ἀλλ᾿ ὅταν ἐκεῖνοι ἄκουσαν τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, τότε λύσσαξαν πραγματικά. Τόση κακία εἶχαν ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ, ὥστε βούλωσαν τ᾿ αὐτιά τους νὰ μὴν ἀκοῦνε τὸ ὄνομά του. Ὥρμησαν πάνω στὸ Στέφανο, τὸν ἅρπαξαν βιαίως, καὶ χωρὶς πολλὲς διαδικασίες ἔβγαλαν ἀπόφασι θανάτου· ὅπως καὶ γιὰ τὸ Χριστό.
Κι ὅπως ὁ Χριστὸς θανατώθηκε ἔξω ἀπὸ τὴν πόλι (διότι δὲν ἐπιτρεπόταν νὰ σταυρωθῇ ἄνθρωπος μέσα στὰ Ἰερόσολυμα· ἐθεωρεῖτο αὐτὸ βεβήλωσι τῆς ἱερᾶς πόλεως), ἔτσι καὶ ὁ μαθητής του ὁ Στέφανος. Τὸν πήρανε καὶ τὸν ὡδήγησαν ἔξω τῆς πόλεως. Ἐκεῖ ἦρθε ἡ ὥρα νὰ ἐκτελεσθῇ ὁ μάρτυς ὁ πιστός.
Πῆραν καθένας στὸ χέρι λιθάρια καὶ μὲ ὁρμὴ τὰ ἐκσφενδόνιζαν πάνω στὸ σῶμα του. Γέμισε πληγὲς καὶ αἵματα. Καὶ καθὼς τὸ αἷμα ἔτρεχε ἀπὸ τὴν κεφαλή του καὶ πλησίαζε πλέον ἡ ὥρα νὰ παραδώσῃ τὴν ἁγία του ψυχή, πάλι μιμήθηκε τὸ Χριστό. Ὅπως ὁ Κύριος πάνω στὸ σταυρὸ δὲν εἶπε λέξι ἐναντίον τῶν σταυρωτῶν του, ἀλλὰ ἦτο ὅλος εὐλογία, ἔτσι καὶ αὐτός. Κι ὅπως ὁ Χριστὸς εἶπε «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς· οὐ γὰρ ο δασι τί ποιοῦσι» (Λουκ. 23, 34), ἔτσι καὶ ὁ Στέφανος εἶπε· «Κύριε, μὴ στήσης αὐτοῖς τὴν ἁμαρτίαν ταύτην»· Κύριε, μὴ τοὺς λογαριάσῃς τὴν ἁμαρτία ποὺ διαπράττουν φονεύοντας ἕναν ἀθῷο (Πράξ. 7,60).
Ἔτσι τελείωσε τὴ ζωή του ὁ πρωτομάρτυς τοῦ Χριστοῦ· μιμητής Του σὲ ὅλα.
* * *
Σήμερα ὁ ἅγιος Στέφανος παρουσιάζεται ἐνώπιόν μας καὶ μᾶς καλεῖ νὰ τὸν μιμηθοῦμε. Σὰν τὸν ἀπόστολο Παῦλο μᾶς προτρέπει· «Μιμηταί μου γίνεσθε, καθὼς κἀγὼ Χριστοῦ» (Α΄ Κορ. 11,1). Μποροῦμε ἐμεῖς νὰ ποῦμε, ὅτι βαδίζουμε στὰ χνη του; Ἂς δοῦμε.
Ὁ Στέφανος εἶχε ὡς δόγμα τῆς ζωῆς του· «ὅλα γιὰ τὸν ἄλλο, τίποτα γιὰ τὸν ἑαυτό μας». Ἐμεῖς συμφωνοῦμε; Ἂν σεῖς ἔχετε τέτοια ἀπόφασι, πέφτω καὶ φιλῶ τὰ πόδια σας. Δῶστε μου τέτοιους ἀνθρώπους! Ἐκεῖνος, ὅλα γιὰ τὸν πλησίον· ἐμεῖς, δυστυχῶς, ὅλα γιὰ τὸν ἑαυτό μας. Καμμιά θυσία.
Ὁ Στέφανος ὡμολόγησε μέχρι μαρτυρίου τὸ Χριστό. Ἐμεῖς; Δὲν διακινδυνεύουμε γιὰ τὸ ὄνομά Του στὸ παραμικρό. Ντρεπόμαστε καὶ τὸ σταυρό μας νὰ κάνουμε, μήπως μᾶς εἰρωνευθοῦν. Εἴμαστε ἀνάξιοι Χριστιανοί.
Θέλετε σύγκρισι καὶ σ᾿ ἕνα ἄλλο σημεῖο; Ἐκεῖ πλέον παίρνουμε μηδέν. Ὁ Στέφανος, χτυπημένος καὶ αἱμόφυρτος, βρῆκε τὴ δύναμι τῆς ἀγάπης νὰ πῇ· «Χριστέ μου, συ᾿χώρεσέ τους». Σᾶς ἐρωτῶ· ἔχουμε ἐμεῖς τέτοια καρδιά; Συγχωροῦμε; Ἐμεῖς, ὄχι πέτρα στὸ κεφάλι νὰ μᾶς ῥίξουν, ἀλλὰ τὸ ἐλάχιστο νὰ μᾶς κάνουν, δὲν τὸ συγχωροῦμε. Εἴμαστε μνησίκακοι κ᾿ ἐκδικητικοί, καὶ δὲ᾿ συγχωροῦμε. Νά μεταξὺ τῶν Χριστιανῶν κάποια νύφη, ποὺ τὶς ἅγιες αὐτὲς ἡμέρες δὲν φίλησε τὸ χέρι τῆς πεθερᾶς της, ἀλλὰ τῆς κρατάει κακία. Νά καὶ κάποια πεθερά, ποὺ δὲ συγχώρησε τὴ νύφη της ποὺ γονάτισε μπροστά της. Νά καὶ δυὸ ἀδέρφια, ποὺ δὲν ἔδωσαν τὸν ἀσπασμὸ τῆς ἀγάπης… Μέσα μας ὑπάρχουν μίση καὶ πάθη ἀβυσσαλέα.
Λοιπόν, ποιά σχέσι ἔχουμε ἐμεῖς μὲ τὸν ἅγιο Στέφανο, ποὺ ἦταν ἕτοιμος γιὰ θυσία, γεμᾶτος ἀγάπη, δυνατὸς νὰ συγχωρῇ; Ἐμεῖς γίνεται ἔρανος γιὰ τοὺς φτωχοὺς καὶ τί δίνουμε παρακαλῶ; Οἱ πλούσιοι δίνουν ψίχουλα. Εὐτυχῶς ποὺ ὁ φτωχὸς λαός μας κρύβει στὰ βάθη του ὑπέροχα αἰσθήματα. Μπορεῖ ὁ πλούσιος καταστηματάρχης νὰ δίνῃ πέντε δραχμές, ἀλλὰ μιὰ καθαρίστρια τοῦ δημοσίου λέει· Φτωχιὰ εἶμαι, μὰ ὑπάρχουν καὶ φτωχότεροι ἀπὸ μένω· ἐγὼ κάτι παίρνω. Κι ἀνοίγει τὸ μαντήλι της, χήρα αὐτή, καὶ δίνει γενναῖα.
Ἂν ζοῦμε ἀκόμη καὶ ὑπάρχουμε, ἀγαπητοί μου, ὑπάρχουμε ὄχι ἀπὸ τοὺς πλουσίους μὲ τὶς σκληρὲς καρδιές· ζοῦμε καὶ ὑπάρχουμε, διότι στὸ φτωχό μας λαὸ ὑπάρχουν ἀκόμα διαμάντια, χαρακτῆρες μὲ ὑπέροχες ἰδιότητες.
Ὁ Στέφανος εἶχε ὡς δόγμα τῆς ζωῆς του· «ὅλα γιὰ τὸν ἄλλο, τίποτα γιὰ τὸν ἑαυτό μας». Ἐμεῖς συμφωνοῦμε; Ἂν σεῖς ἔχετε τέτοια ἀπόφασι, πέφτω καὶ φιλῶ τὰ πόδια σας. Δῶστε μου τέτοιους ἀνθρώπους! Ἐκεῖνος, ὅλα γιὰ τὸν πλησίον· ἐμεῖς, δυστυχῶς, ὅλα γιὰ τὸν ἑαυτό μας. Καμμιά θυσία.
Ὁ Στέφανος ὡμολόγησε μέχρι μαρτυρίου τὸ Χριστό. Ἐμεῖς; Δὲν διακινδυνεύουμε γιὰ τὸ ὄνομά Του στὸ παραμικρό. Ντρεπόμαστε καὶ τὸ σταυρό μας νὰ κάνουμε, μήπως μᾶς εἰρωνευθοῦν. Εἴμαστε ἀνάξιοι Χριστιανοί.
Θέλετε σύγκρισι καὶ σ᾿ ἕνα ἄλλο σημεῖο; Ἐκεῖ πλέον παίρνουμε μηδέν. Ὁ Στέφανος, χτυπημένος καὶ αἱμόφυρτος, βρῆκε τὴ δύναμι τῆς ἀγάπης νὰ πῇ· «Χριστέ μου, συ᾿χώρεσέ τους». Σᾶς ἐρωτῶ· ἔχουμε ἐμεῖς τέτοια καρδιά; Συγχωροῦμε; Ἐμεῖς, ὄχι πέτρα στὸ κεφάλι νὰ μᾶς ῥίξουν, ἀλλὰ τὸ ἐλάχιστο νὰ μᾶς κάνουν, δὲν τὸ συγχωροῦμε. Εἴμαστε μνησίκακοι κ᾿ ἐκδικητικοί, καὶ δὲ᾿ συγχωροῦμε. Νά μεταξὺ τῶν Χριστιανῶν κάποια νύφη, ποὺ τὶς ἅγιες αὐτὲς ἡμέρες δὲν φίλησε τὸ χέρι τῆς πεθερᾶς της, ἀλλὰ τῆς κρατάει κακία. Νά καὶ κάποια πεθερά, ποὺ δὲ συγχώρησε τὴ νύφη της ποὺ γονάτισε μπροστά της. Νά καὶ δυὸ ἀδέρφια, ποὺ δὲν ἔδωσαν τὸν ἀσπασμὸ τῆς ἀγάπης… Μέσα μας ὑπάρχουν μίση καὶ πάθη ἀβυσσαλέα.
Λοιπόν, ποιά σχέσι ἔχουμε ἐμεῖς μὲ τὸν ἅγιο Στέφανο, ποὺ ἦταν ἕτοιμος γιὰ θυσία, γεμᾶτος ἀγάπη, δυνατὸς νὰ συγχωρῇ; Ἐμεῖς γίνεται ἔρανος γιὰ τοὺς φτωχοὺς καὶ τί δίνουμε παρακαλῶ; Οἱ πλούσιοι δίνουν ψίχουλα. Εὐτυχῶς ποὺ ὁ φτωχὸς λαός μας κρύβει στὰ βάθη του ὑπέροχα αἰσθήματα. Μπορεῖ ὁ πλούσιος καταστηματάρχης νὰ δίνῃ πέντε δραχμές, ἀλλὰ μιὰ καθαρίστρια τοῦ δημοσίου λέει· Φτωχιὰ εἶμαι, μὰ ὑπάρχουν καὶ φτωχότεροι ἀπὸ μένω· ἐγὼ κάτι παίρνω. Κι ἀνοίγει τὸ μαντήλι της, χήρα αὐτή, καὶ δίνει γενναῖα.
Ἂν ζοῦμε ἀκόμη καὶ ὑπάρχουμε, ἀγαπητοί μου, ὑπάρχουμε ὄχι ἀπὸ τοὺς πλουσίους μὲ τὶς σκληρὲς καρδιές· ζοῦμε καὶ ὑπάρχουμε, διότι στὸ φτωχό μας λαὸ ὑπάρχουν ἀκόμα διαμάντια, χαρακτῆρες μὲ ὑπέροχες ἰδιότητες.
* * *
Ταῦτα ἀγαπητοί μου. Ὁ Στέφανος εἶνε ἡ διδασκαλία μας, ὁ Στέφανος εἶνε ὁ ἔλεγχός μας. Χρειάζεται θάρρος καὶ ἀπόφασι γιὰ νὰ βαδίσουμε κ᾿ ἐμεῖς ἐμπρός.
Στὸ στρατό, σὲ δύσκολες μέρες, ὁ λοχαγὸς λέει· Ἔχουμε νὰ ἐκτελέσουμε μιὰ δύσκολη ἀποστολή, ποὺ ἀπαιτεῖ θυσία· ὅποιος ἀγαπᾷ τὴν πατρίδα καὶ τὸ λέει ἡ καρδιά του, ἂς κάνῃ τρία βήματα μπροστά!… Κι ἀπὸ τοὺς ἑκατοντάδες, βγαίνουν ἕνας ἢ δύο, ποὺ μὲ σθένος νικοῦν καὶ κατατροπώνουν τὸν ἐχθρό.
Μπρός λοιπὸν κ᾿ ἐδῶ! Ἔχετε θάρρος, βαδίστε πρὸς τὰ ἐμπρός. Κάντε τὰ τρία βήματα! Μιμηθῆτε τὸν Στέφανο. Ὅπως ἐκεῖνος τά ᾿δωσε ὅλα γιὰ τὸ Θεὸ καὶ τὸν πλησίον, ἔτσι κ᾿ ἐμεῖς νὰ τὰ δώσουμε ὅλα. Κι ἂν δὲν μποροῦμε ὅλα, ἔστω τὰ μισά· κι ἂν δὲν μποροῦμε τὰ μισά, ἔστω λιγώτερα. Ὅπως ἐκεῖνος ἦτο θαρραλέος, ἔτσι κ᾿ ἐμεῖς τολμηροὶ καὶ θαρραλέοι, ὁμολογοῦντες τὴν ἀλήθεια ἐν μέσῳ ἑνὸς κόσμου ἀπιστίας καὶ διαφθορᾶς. Κι ὅπως ἐκεῖνος συγχωροῦσε, νὰ συγχωροῦμε κ᾿ ἐμεῖς.
Βαδίζοντας ἔτσι πάνω στὰ χνη τῶν ἁγίων καὶ μαρτύρων, θ᾿ ἀξιωθοῦμε κ᾿ ἐδῶ στὴ γῆ νὰ ζήσουμε ὄντως χριστιανικὴ ζωή, καὶ στὸν οὐρανὸ νὰ τύχουμε τῶν αἰωνίων στεφάνων. Ἀμήν.
Στὸ στρατό, σὲ δύσκολες μέρες, ὁ λοχαγὸς λέει· Ἔχουμε νὰ ἐκτελέσουμε μιὰ δύσκολη ἀποστολή, ποὺ ἀπαιτεῖ θυσία· ὅποιος ἀγαπᾷ τὴν πατρίδα καὶ τὸ λέει ἡ καρδιά του, ἂς κάνῃ τρία βήματα μπροστά!… Κι ἀπὸ τοὺς ἑκατοντάδες, βγαίνουν ἕνας ἢ δύο, ποὺ μὲ σθένος νικοῦν καὶ κατατροπώνουν τὸν ἐχθρό.
Μπρός λοιπὸν κ᾿ ἐδῶ! Ἔχετε θάρρος, βαδίστε πρὸς τὰ ἐμπρός. Κάντε τὰ τρία βήματα! Μιμηθῆτε τὸν Στέφανο. Ὅπως ἐκεῖνος τά ᾿δωσε ὅλα γιὰ τὸ Θεὸ καὶ τὸν πλησίον, ἔτσι κ᾿ ἐμεῖς νὰ τὰ δώσουμε ὅλα. Κι ἂν δὲν μποροῦμε ὅλα, ἔστω τὰ μισά· κι ἂν δὲν μποροῦμε τὰ μισά, ἔστω λιγώτερα. Ὅπως ἐκεῖνος ἦτο θαρραλέος, ἔτσι κ᾿ ἐμεῖς τολμηροὶ καὶ θαρραλέοι, ὁμολογοῦντες τὴν ἀλήθεια ἐν μέσῳ ἑνὸς κόσμου ἀπιστίας καὶ διαφθορᾶς. Κι ὅπως ἐκεῖνος συγχωροῦσε, νὰ συγχωροῦμε κ᾿ ἐμεῖς.
Βαδίζοντας ἔτσι πάνω στὰ χνη τῶν ἁγίων καὶ μαρτύρων, θ᾿ ἀξιωθοῦμε κ᾿ ἐδῶ στὴ γῆ νὰ ζήσουμε ὄντως χριστιανικὴ ζωή, καὶ στὸν οὐρανὸ νὰ τύχουμε τῶν αἰωνίων στεφάνων. Ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(ἱ. ναὸς Ἁγίου Στεφάνου Πτολεμαΐδος 27-12-1968)