Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Πέμπτη, Οκτωβρίου 13, 2016

ΕΝΑΣ ΓΥΡΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΟ 1788 ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕΙ ΤΟΝ ΦΟΒΟ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΩΝ

ΟΙ ΤΟΥΡΚΟΙ ΠΙΣΤΕΥΟΥΝ ΣΕ ΜΙΑ ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΠΩΣ Η  ΚΩΝ/ΠΟΛΗ ΘΑ ΞΑΝΑΠΕΣΕΙ ΚΑΠΟΤΕ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΩΝ ΠΑΛΑΙΩΝ ΚΥΡΙΩΝ ΤΗΣ 




ΤΟ 1793 ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕ στο Λονδίνο ένα εικονογραφημένο χρονικό περιηγήσεων στην Ελλάδα πού πραγματοποιήθηκαν από τον Μάιο του 1788 ως τον Φεβρουάριο του 1789. Συγγραφέας του αξιόλογου αυτοί οδοιπορικού φέρεται ένας ανώνυμος «Ιταλός τζέντλεμαν» . Στον τίτλο, ωστόσο, προβάλλεται ό Άγγλος ζωγράφος και αρχιτέκτονας JAMES STUART, γνωστός από τις εργασίες (μαζί με τον συνάδελφο του REVETT) αποτυπώσεων αρχαίων αθηναϊκών μνημείων.


Δημιουργείται έτσι το ερώτημα: ποιος ήταν ό πραγματικός συγγραφέας του χρονικού; Μήπως ό JAMES STUART Αλλά ό Άγγλος καλλιτέχνης και αρχαιολόγος είχε πεθάνει στις αρχές του 1788, πριν ακόμα πραγματοποιηθεί το επίμαχο ταξίδι στην Ελλάδα.



Ό Άγγλος αρχαιολόγος JAMES MORTON PATON υποστηρίζει ότι ό ανώνυμος συγγραφέας είναι ό Ιταλός ALESSANDRO BISANI .

Στο βιβλίο υπάρχουν μόνο πέντε χαλκογραφίες του STUART από την Αθήνα κι' οπωσδήποτε αυτές οι εικόνες δεν ήταν αρκετές να του εξασφαλίσουν την πατρότητα του έργου. Φαίνεται ότι ή προβολή του ονόματος του JAMES STUART έγινε από τον εκδότη αποκλειστικά για κυκλοφοριακούς λόγους. Ή αιτία πού υπαγόρευσε την αποσιώπηση του ονόματος του ALESSANDRO BISANI παραμένει άγνωστη.


Γεγονός πάντως είναι ότι ό Ιταλός περιηγητής, ευσυνείδητος, απροκατάληπτος, κάτι ολότελα ασυνήθιστο για καθολικό, ενημερωμένος και προικισμένος με ερευνητικό πνεύμα, έδωσε ένα λαμπρό ταξιδιωτικό κείμενο. Μερικές παρατηρήσεις του μάλιστα πάνω σε καίρια προβλήματα του τότε Ελληνισμού είναι πολυσήμαντες.

Ή περιήγηση στον ελληνικό χώρο άρχιζε ι από την Κίμωλο, πολυσύχναστη σκάλα στις Κυκλάδες σ' ολόκληρο τον ΙΗ' αιώνα, όπου ό ανώνυμος περιηγητής και οι συνταξιδιώτες του έφθασαν τέλη Μαΐου 1788.

Όλοι οι κάτοικοι του νησιού έσπευσαν στην κατοικία του προεστού όπου είχαν καταλύσει οι ξένοι «για να τούς δουν και να μάθουν νέα». Ό σπιτονοικοκύρης πρόσφερε στους επισκέπτες γάλα, «το μόνο πού παράγει το νησί)), χωρίς να δεχθή χρήματα.

«Ή διακόσμηση του σπιτιού, προσαρμοσμένη στην αισθητική και στις συνήθειες του τόπου, ήταν όλη όλη κάτι μικρά επιχρυσωμένα κανάτια από κιμωλία γη και εικόνες άγιων».

Πρόσεξε ότι όλοι οι νησιώτες άκουγαν τον προεστό με μεγάλη προσοχή. «Με τα άσπρα γένια του, το επιβλητικό και μεγαλόπρεπο ύφος και κυρίως την ηλικία και την υποδειγματική αρετή του, έχει εξασφαλίσει την εμπιστοσύνη των συμπατριωτών του. Είμαι βέβαιος πώς στην Ελλάδα ανακουφίζεται κανείς από τα βάσανα των γερατειών με το σεβασμό, την υπακοή και την καλοσύνη πού συναντά σ' όλους τούς νέους». Οι κάτοικοι της Κιμώλου ήταν όλοι ναυτικοί και οι περισσότεροι από' αυτούς άριστοι πιλότοι Μιλούσαν ιταλικά, γαλλικά, ακόμα και αγγλικά. Οι γυναίκες έπλεκαν κάλτσες μπαμπακερές που αποτελούν βασικό έσοδο για το πάμπτωχο νησί.

Στους περισσότερους από τους ξένους πού ταξίδεψαν στην Κίμωλο προκαλούσε εντύπωση ή ζωηρή κοινωνικότητα των γυναικών. Έτσι πολλοί επηρεασμένοι από τις παλαιότερες περιπέτειες του νησιού, πού είχε μεταβληθεί σε καταφύγιο των πειρατών κατά τούς χειμερινούς μήνες, μιλούσαν για ανηθικότητα. Ή ίδια πλάνη και οι ίδιες παρεξηγήσεις είχαν δημιουργηθεί και κατά τον ΙΖ' αιώνα στους ταξιδιώτες πού έβλεπαν την ελευθεριότητα των γυναικών της Χίου. Ό Ιταλός περιηγητής έχει την ικανότητα να ανακάλυψη τα αίτια της πρόθυμης επικοινωνίας των γυναικών της Κιμώλου με τούς ξένους, κάτι αδιανόητο για τούς πληθυσμούς των άλλων νησιωτικών και ηπειρωτικών ελληνικών περιοχών .

«Ή φυσική τους ζωηράδα, μαζί με την επιθυμία να διαθέσουν τα χειροτεχνήματά τους, έχουν δημιουργήσει τόση οικειότητα με τούς ξένους, ώστε πολλές από' αυτές μας έπιαναν από το μπράτσο και μας οδηγούσαν στα σπίτια τους. Αυτή ή συμπεριφορά καλλιέργησε την εντύπωση ότι οι γυναίκες της Κιμώλου δεν είναι ενάρετες».

Στην πραγματικότητα προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να εξασφαλίσουν την πώληση των προϊόντων τους πού αποτελούσαν την μοναδική ελπίδα για επιβίωση στο ολότελα άγονο νησί τους.

Δεν είναι ούτε όμορφες ούτε άσχημες, παρατηρεί ό συγγραφέας του χρονικού. «Έχουν πλούσιο στήθος και πολύ παχιά πόδια. Γι' αυτά τα χοντρά πόδια τους καμαρώνουν ιδιαίτερα και κάνουν ότι μπορούν — φορώντας κυρίως πολλά ζευγάρια κάλτσες—για να αυξήσουν τον όγκο τους. Ή φορεσιά τους είναι περίεργη. Πάνω στο πουκάμισο πού κουμπώνει κάτω από το στήθος και φθάνει λίγο κάτω από τα γόνατα, φορούν ένα χρυσοκέντητο ζιπούνι με κόκκινη μπορντούρα πού περιβάλλει το στήθος χωρίς να εμποδίζει την προβολή του. Ένα μαντήλι στερεωμένο στο κεφάλι κυματίζει πίσω. Φοράνε άσπρες κάλτσες, μικρά υποδήματα και κεφαλοδέσια κάθε λογής».

Όλα τα παιδιά του χωριού ζητούσαν από τούς ξένους «ένα παρά». Οι κάτοικοι ζούσαν σε εξαθλίωση. Ωστόσο, παρατηρεί ό περιηγητής, τα εγκλήματα είναι σπάνια στο νησί

Οι σημειώσεις πού ακολουθούν έχουν γίνει στη Θεσσαλονίκη, όπου ό συγγραφέας του χρονικού έφθασε τον Ιούνιο του 1788.

«Δύο παλιά ερειπωμένα κάστρα βρίσκονται πλάι στη θάλασσα και άλλα δύο στο εσωτερικό. Ή πόλη περιβάλλεται από οχυρό και καλοχτισμένο τείχος. Τα σπίτια είναι ξύλινα, βαμμένα κόκκινα, έκτος από το τμήμα κάτω από την οροφή πού έχει χρώμα μαύρο. Τα κυριότερα τμήματα των δρόμων έχουν ξύλινη στέγη για να εξασφαλίζουν προστασία από την ζέστη. Έτσι όμως δεν κυκλοφορεί εύκολα ό αέρας. Άλλοι δρόμοι είναι γεμάτοι περιστέρια, λελέκια, σπουργίτια, καρακάξες και κοράκια καθώς και από σκύλους και γάτους. Κανένας δεν τολμάει να βλάψει αυτά τα ζώα, γιατί κινδυνεύει να χαρακτηριστεί φονιάς από τούς Τούρκους και να τιμωρηθεί ανάλογα. Τα μαγαζιά κλείνουν με ένα απλό μάνταλο γιατί δεν γίνονται κλεψιές» .

Υπολογίζει τούς κατοίκους τής Θεσσαλονίκης σε 80 χιλιάδες: Εβραίοι 23.000, Έλληνες και Φράγκοι 20.000, οι υπόλοιποι Τούρκοι.

«Από την μπόχα καταλαβαίνεις πότε βρίσκεσαι σε εβραϊκή συνοικία. Γενικά οι Εβραίοι δεν προσέχουν την καθαριότητα. Τα έβραιόπουλα μας κύκλωσαν, τσούρμο ολόκληρο, και μας ζητούσαν παράδες. Σ' αύτη την επιχείρηση ενθαρρύνονταν και από τις μανάδες τους, πού κατά τα φαινόμενα, ήθελαν να τούς εμπνέουν από την μικρή ηλικία την γεύση τής ιδιοκτησίας. Οι Εβραίοι τής Θεσσαλονίκης δεν αντιμετωπίζουν κακομεταχείριση από τούς Τούρκους. «Δεν τούς αποκαλούν ρουφιανιάς. Είναι οι κυριότεροι έμποροι τροφίμων. Εργάζονται επίσης ως μεσίτες, ναυτικοί, χαμάληδες».

Ό περιηγητής γράφει ότι ακόμα και χωριάτισσες πήγαν να επισκεφθούν το καράβι τους. «Φορούσαν άσπρο μάλλινο φόρεμα με ραβδώσεις διαφόρων ζωηρών χρωμάτων και πάνω από' αυτά ένα είδος καζάκας χωρίς μανίκια, από το ίδιο ύφασμα, πού σκέπαζε ένα μέρος του λαιμού. Ό υπόλοιπος λαιμός ήταν σχεδόν σκεπασμένος με περιλαίμιο από τούρκικα χρυσά νομίσματα και αρχαία μετάλλια. Τα μαλλιά τους, στολισμένα με λουλούδια, έπεφταν ελεύθερα στους ώμους. Μια μέρα χόρεψαν ένα κυκλικό χορό. Στην μέση στεκόταν ό μουζικάντης με το λαούτο του και τραγουδούσε διάφορους στίχους πού επαναλάμβαναν υστέρα οι γυναίκες»

Αποτυπώσεων την Θεσσαλονίκη στη Σκιάθο. Το χωριό χτίστηκε το 1784. Έχει 200 κατοίκους, μια εκκλησία και ένα παπά. Οι γυναίκες μόλις μας είδαν εξαφανίσθηκαν».

Τέλη Ιουνίου έφθασε στην Κέα. Οι κυριότερες πληροφορίες: Το νησί αυτοδιοικείται και έχει πληθυσμό 5.000 κατοίκους. Επίσης 40 παπάδες και επτά ή οχτώ μοναστήρια. Οι γυναίκες ασχολούνται με τα υφαντά. Το νερό φαίνεται διουρητικό και το κρασί είναι τόσο λεπτό που δεν κρατάει πάνω από τρεις μήνες. Γίνονται εξαγωγές κριθαριού, μεταξιού και βελανιδιών.

Στο καράβι ανέβηκε ό πρόξενος της Αγγλίας μαζί με τις κόρες του. «Ή μια από' αυτές μιλούσε με καμάρι για τα ταξίδια της. Την ρωτήσαμε που είχε πάει. Μας απάντησε σοβαρά: Στην Αθήνα»

Μπήκαν σ' ένα περιβόλι, σωστό επίγειο παράδεισο. Ό περιβολάρης γνώρισε στους ξένους τις δυο κόρες του. «Τα μοναδικά στολίδια τους ήταν ή ομορφιά και ή αγνότητα. Τα φουστάνια τους δεν σκέπαζαν εντελώς το στήθος και τα πόδια τους ήταν γυμνά» .

Το καράβι άραξε στο Πόρτο Ράφτη και ή συντροφιά ξεκίνησε για την Αθήνα. Στα Μεσόγεια ερημιά και δυστυχία. Συνάντησαν μονάχα δυο τρία πάμπτωχα χωριουδάκια. Ή Αττική εντελώς ακαλλιέργητη. Μονάχα βάτα και αγκάθια φύτρωναν. 'Αλλά στα περίχωρα τής Αθήνας άρχιζαν οι καλλιέργειες. Παντού κυριαρχούσε ή ελιά. «Οι κολυμπάδες διατηρούν την αρχαία ονομασία και παρασκευάζονται με τον ίδιο πάντα τρόπο» . Στην Αθήνα φιλοξενήθηκαν από την οικογένεια του Έλληνα πρόξενου τής Αγγλίας.

«Τι κρίμα να μη μιλάω ελληνικά για να ευχαριστήσω τις γοητευτικές αδελφές του, για τις αμέτρητες περιποιήσεις τους. Πρόβλεπαν κάθε επιθυμία μας κι' απαγόρεψαν κάθε ανάμιξη των υπηρετών. Έφτασαν στο σημείο να μας κάνουν αέρας όταν καθόμασταν στο σοφά με μια μεγάλη βεντάλια από φτερά. Το ίδιο και κατά το δείπνο. Τέτοια συμπεριφορά δεν συναντάς πουθενά, σημάδι φανερό πώς αποτελεί κληρονομιά της περίφημης κατά την αρχαιότητα ελληνικής φιλοξενίας . Το βράδυ οι σοφάδες έγιναν κρεβάτια. «Πιάνουν συνήθως τα τρία τέταρτα τής κάμαρας και περιβάλλονται με κιγκλίδωμα. Το καλοκαιρινό σκέπασμα είναι ένα ραβδωτό ύφασμα πού εισάγεται από την Ρωσία ή άλλες χώρες και το χειμωνιάτικο δαμάσκο ή κρεμεζί βελούδο, στολισμένο πάντοτε με χρυσές φράντζες. Συνηθίζουν να κάθονται στο σοφά σταυροπόδι αφήνοντας τις παντούφλες κάτω» .

Πήγε και στο δεσπότη . Τον βρήκε να δροσίζεται στον κήπο του εξοχικού σπιτιού του. «Μας δέχτηκε ευγενικά. Οι διάκοι πού τον υπηρετούσαν στέκονταν όρθιοι όσο καθόμασταν στο σοφά. Με ένα σύνθημά του έσπευσαν να μας προσφέρουν γλυκά και καφέ».

Από την Αθήνα στην Σμύρνη. Υπολογίζει τον πληθυσμό τής μικρασιατικής πολιτείας σε 130.000 ψυχές (26.000 Έλληνες, 7-8.000 Αρμένιοι, 10.000 Εβραίοι, 4 - 5.000 Φράγκοι και οι υπόλοιποι μουσουλμάνων

Ολόκληρο το εμπόριο τής Μ. Ασίας συγκεντρώνεται στην Σμύρνη και βρίσκεται στα χέρια των Άγγλων, Ολλανδών και Γάλλων. Οι Άγγλοι εισάγουν μεγάλες ποσότητες υφασμάτων, οι Γάλλοι, έκτος από τα υφάσματα, κοχενίλλη, λουλάκι, ζαχαρωτά, μπαχαρικά, μοσχοκάρφια, μεταξωτά, σατέν, σιδηρικά κ.ά., ή Ιταλία μεταξωτά, ή Βενετία χαρτί και γυαλικά. Κάπου διακόσια καράβια βρίσκονταν στο λιμάνι τον Αύγουστο του 1788.

Ήταν ή εποχή πού γινόταν στρατολογία κληρωτών. Κι' επειδή ή Σμύρνη αποτελούσε κέντρο για την συγκέντρωση τής νέας σοδειάς στρατιωτών, τα μαγαζιά έμειναν κλειστά για να αποφύγουν τις αρπαγές και τις κάθε λογής αυθαιρεσίες. «Οι νεοστρατολογημένοι έμπαιναν στα καταστήματα, άρπαζαν ότι ήθελαν, ζητούσαν εκβιαστικά χρήματα και έθεταν σε κίνδυνο την ζωή των έμπορων».

Τα περίχωρα τής Σμύρνης με τούς αμέτρητους κήπους και τα ελληνικά εξοχικά πρόσφεραν ένα πολύ γραφικό θέαμα. Αλλά και εκεί δεν έλειπαν οι αυθαιρεσίες των δυναστών. «Έμπαιναν οι Τούρκοι, έκοβαν τα καλύτερα φρούτα χωρίς να πληρώνουν ή έδιναν ένα τίποτα. Για ν' αποφύγουν οι Έλληνες αυτά τα κακά συναπαντήματα και τούς κινδύνους συγκέντρωναν τούς καρπούς και τούς διέθεταν στην αγορά όταν ήταν ακόμα άγουροι»

Ό περιηγητής μας απορεί γιατί οι Ελληνίδες της Σμύρνης, πού τόσα κληρονόμησαν από τούς αρχαίους προγόνους, δεν κατέχουν πια το μυστικό πού εμποδίζει το γυναικείο κορμί να παχαίνει. Παρατήρησε ότι βάφουν το πρόσωπο τους όπως ακριβώς οι γυναίκες στην ελληνικής αρχαιότητα. Φοράνε επίσης, όπως εκείνες, κεντητές ζώνες πού συχνά σφίγγονται με στιλπνές πόρπες από πολύτιμες πέτρες. Τα χειμωνιάτικα φορέματά τους είναι πανάκριβα. Χρυσοΰφαντα και φοδραρισμένα με ερμίνα ή άλλα πολυτελή γουναρικά, στοιχίζουν 300 πιάστρα .

Υπάρχει ωστόσο και το αντιστάθμισμα: Ή μόδα δεν σημειώνει μεταβολές. Αντίθετα οι Ελληνίδες είναι τόσο προσκολλημένες στις παλιές συνήθειες πού στην Χίο οι γυναίκες προτιμούν να κουβαλούν ολόκληρο φορτίο από φορέματα και να φαίνονται καμπούρες, παρά να ελευθερώσουν το κορμί τους εγκαταλείποντας την παλιά μόδα.

Οι Σμυρνιές χτενίζονται με πολλούς τρόπους. Άλλες χωρίζουν τα μαλλιά τους και τα αφήνουν να παίζουν στα μάγουλα κι' άλλες να πέφτουν ανέμελα στους ώμους. Μερικές τα πλέκουν κοτσίδα και τα στολίζουν με λουλούδια, πολύτιμες πέτρες και φτερά .

Το Νοέμβριο του 1788 ό περιηγητής βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη. Μονάχα τέσσερες ευρωπαϊκές Δυνάμεις διατηρούσαν πρέσβεις στην οθωμανική πρωτεύουσα. Ό Γάλλος είχε την μεγαλύτερη επιρροή. Ακολουθούσε ό Άγγλος, ό βάϊλος τής Βενετίας και ό Ολλανδός. Ή Ισπανία, Σουηδία, Πρωσία και Νεάπολη διατηρούσαν «απεσταλμένους». Υπήρχε επίσης αντιπρόσωπος τής Πολωνίας και ένας κόνσολος τής Ραγούζας. Μόνο οι πρεσβευτές είχαν δικαίωμα για ακρόαση από το σουλτάνο. Οι άλλοι έβλεπαν μόνο το βεζίρη ή τον καϊμακάμη .

Στην Κωνσταντινούπολη έχει την ευκαιρία να διαπίστωση την παρακμή τής οθωμανικής αυτοκρατορίας και τις συνέπειες του δεσποτισμού. Και δεν θεωρεί πια δύσκολη την αποκατάσταση του ελληνικού έθνος.

«Οι Τούρκοι πιστεύουν σε μια προφητεία πού προβλέπει πώς ή Κωνσταντινούπολη θα ξαναπέσει κάποτε στα χέρια των παλαιών κυρίων της. Αν δεχθούν ένα δυνατό πλήγμα ή προφητεία μπορεί να εκπληρωθεί. Οι Έλληνες συμπαθούν τούς ομόδοξους Ρώσους και από' αυτούς περιμένουν την απαλλαγή από την τυραννία. Από την άλλη μεριά οι Τούρκοι είναι εξαντλημένοι, οι φόροι μεγαλώνουν, οι καταπιέσεις πολλαπλασιάζονται, οι επιδημίες θερίζουν κάθε χρόνο. Σχεδόν πάντοτε ακολουθεί πόλεμος και τα στρατεύματα δεν πληρώνονται. Όλα αυτά ευνοούν την Ρωσία. Μόνο πού άλλα έθνη θέτουν φραγμούς στις φιλοδοξίες της. Ωστόσο μια πραγματικά γενναιόψυχη και ανθρωπιστική συνεργασία με την αυτοκράτειρα θα μπορούσε να αποδιώξει τούς Τούρκους από την Ευρώπη και να ελευθέρωση τούς Έλληνες αποδίδοντας τους ανεξαρτησία και αυτοκυβέρνηση. Τότε θα βλέπε κανείς αυτό το λαό να αφυπνίζεται από το λήθαργο όπου τον έχουν βυθίσει αιώνες δουλείας και ν' αναφαίνεται αντάξιος των προγόνων του. Μ' όλα αυτά ή διάβρωση του σύγχρονου κόσμου είναι τόσο βαθειά πού φοβάμαι ότι αυτό το σχέδιο πού αποβλέπει στην απελευθέρωση των Ελλήνων δεν θα πραγματοποιηθεί ποτέ. Κυρίως επειδή μερικά έθνη, από τον ανόητο φόβο του εμπορικού ανταγωνισμού των Ελλήνων, δεν θα επιτρέψουν ποτέ σ' αυτό το λαό να γίνει ανεξάρτητος, για να μη τούς ξεπεράσει, όπως ακριβώς οι αρχαίοι πρόγονοι του είχαν ξεπεράσει όλους τούς συγχρόνους τους» .

Ό περιηγητής διαπίστωσε ότι ή αλιεία και το ναυτικό εμπόριο στον Εύξεινο και στο βόρειο Αιγαίο βρίσκονταν υπόλοιποι τον έλεγχο των Ελλήνων .

Πλησίαζαν οι Αποκριές του 1789 και ό συγγραφέας του χρονικού πρόσεξε το πάθος των Ελλήνων για το χορό. «Είναι γνωστό ότι οι αρχαίοι Έλληνες χόρευαν όσο κανείς άλλος λαός στον κόσμο. Ό χορός αποτελούσε άσκηση, ακόμα και μέσο θεραπείας. Είχε μάλιστα ένταχθή στα στρατιωτικά γυμνάσια. Το πάθος των συγχρόνων Ελλήνων για το χορό αποτελεί διέξοδο, μια λύτρωση από τα βάσανα τής σκλαβιάς. Ομάδες από παιδιά 12 - 13 χρόνων συγκροτούν ένα είδος θιάσου, περιοδεύουν και δίνουν χορευτικές παραστάσεις, σε σπίτια, στο δρόμο, στις ταβέρνες. Ακόμα και περιοδεύουσες νεαρές χορεύτριες υπήρχαν, «προκλητικές και στην αμφίεση και στο χορό»

Τελευταίος σταθμός των περιηγήσεων στην Ελλάδα ή Μύκονος: «Οι κάτοικοι του νησιού υπολογίζονται σε 4.000 ψυχές και ασχολούνται κυρίως με το εμπόριο. Έχουν πολλά μεγάλα και μικρά καράβια και είναι σπουδαίοι ναυτικοί. Ό τουρκικός ζυγός είναι λιγότερο αισθητός σ' αυτό το νησί. Και γι' αυτό ή ατμόσφαιρα ειλικρίνειας και εγκαρτέρησης είναι αισθητή στην φυσιογνωμία των κατοίκων, κάτι πού σπάνια βρίσκει κανείς στην ηπειρωτική Ελλάδα. Πρόξενοι της Γαλλίας, Αγγλίας και Ολλανδίας υπάρχουν στο νησί μ όλο πού καράβια αυτών των εθνών δεν προσεγγίζουν, εκτός από περιπτώσεις κακοκαιρίας. Τα σπίτια είναι μονώροφα, καθαρά και άνετα. Όσο για τις εκκλησίες και τα ξωκλήσια είναι τόσα όσα και τα σπίτια» .

Πανέμορφες οι Μυκονιάτισσες: «Δέρμα τριαντάφυλλο, εξαίσια μαύρα μάτια, γοητευτική ζωηράδα, ύφος θαρρετό και άνετο, ωραίες, φίνες γραμμές, μικρό πόδι και τόσες άλλες χάρες πού ευκολότερα τις νοιώθει κανείς παρά τις περιγράφει. Μας κύκλωσαν από περιέργεια κι' άρχισαν να μας μιλάνε με τόση οικειότητα πού έκανε κάποιον από τη συντροφιά να υπόθεση πώς ή αρετή τους δεν θα άντεχε στον πειρασμό. Διάλεξε την πιο όμορφη και της είπε:

— Έρχεσαι μαζί μου;

— Όχι! του απάντησε ή Μυκονιάτισσα. Ό άντρας μου είναι πιο όμορφος από σένα!

»Ή απάντηση της ενθουσίασε τον Έλληνα πιλότο μου πού στα μάτια του οι συμπατριώτισσές του είναι όλες Πηνελόπες.

»Μόλις ζητήσαμε να αγοράσουμε πουλερικά και κάλτσες μεταξωτές, το κυριότεροι και το πιο εκλεκτό προϊόν του νησιού, όλες οι γυναίκες προθυμοποιήθηκαν και μας τριγύρισαν σ' ολόκληρη την πόλη.

«Περάσαμε μπροστά σε ένα μεγάλο σπίτι όπου γινόταν σαματάς. Κάθε τόσο εκσφενδονίζονταν πιάτα από τα παράθυρα. Ρωτήσαμε τί είναι αυτό το σπίτι, τρελοκομείο; Όχι, μας είπαν, είναι το παλάτι ενός άρχοντα, ενός πρίγκιπα (έτσι αποκαλούσαν ακόμα τούς πιο πλούσιους και ευγενείς Έλληνες) και απλούστατα διασκεδάζουν.

«Όπως μας πληροφόρησαν, οι άρχοντες συνήθιζαν στα συμπόσιά τους να σπάζουν πιάτα σαν απόδειξη του μεγαλείου τους. Ό δραγουμάνος ήθελε να μας οδηγήσει στο αρχοντικό λέγοντάς μας πώς θα μας υποδεχτούν πολύ πολύ θερμά. Και δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία πώς έτσι θα γινόταν, γιατί ή φιλοξενία και ή αγάπη για τούς ξένους αποτελούν, όπως και κατά την αρχαιότητα, ένα από τα χαρακτηριστικά των Ελλήνων» .

ΒΙΒΛ. ΞΕΝΟΙ ΤΑΞΙΔΙΩΤΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 1700-1800 ΤΟΜΟΣ Β. ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ

Εμπόδια της προσευχής και κατανίκηση τους

Το να προσεύχεται κανείς και να αφοσιώνεται στο έργο της προσευχής είναι αγώνισμα. Πρόκειται για έναν κοπιώδη αγώνα. Όπως αναφέρει και ό γέροντας Σωφρόνιος "ενίοτε ή προσευχή ρέει μέσα μας σαν ισχυρός ποταμός και άλλοτε ή καρδιά μας αποβαίνει αποξηραμένη". Ό αγωνιζόμενος στο άθλημα της προσευχής χριστιανός έχει να αντιμετωπίσει ένα πλήθος εμποδίων, τα όποια ορθώνονται εμπρός του εξαιτίας του αόρατου πολέμου του διαβόλου, αλλά κι εξαιτίας της αμαρτωλότητά του.

Τα εμπόδια αυτά θα μπορούσαμε να τα αναφέρουμε ως εξής:

α) Ή φυσική οκνηρία: πρόκειται για την κούραση και τον κόπο της καθημερινής μας ζωής. Συντετριμμένος ό άνθρωπος από την καθημερινή βιοπάλη, αδυνατεί να αφιερώσει χρόνο προς συγκέντρωση και προσευχή, γιατί, λέγει στον εαυτό του, ή κούραση δεν του επιτρέπει την συγκέντρωση του νοός στο ταμείον του.

Ό όσιος Παλάμων, ό γέροντας του οσίου Παχωμίου, όταν έβλεπε πώς ό νεαρός υποτακτικός του νύσταζε τη νύκτα πού προσευχόταν, τον έπαιρνε κι ανέβαιναν πάνω στο γειτονικό αμμόλοφο. Κρατούσε ό καθένας τους ένα ζεμπίλι και κουβαλούσαν άμμο από το ένα μέρος στο άλλο. Τον συνήθιζε έτσι ν' αντιστέκεται στον ύπνο και να γίνεται πιο πρόθυμος στην προσευχή.

β) Ή έλλειψη συγκέντρωσης, ό νους περισπάται κατά την ώρα της προσευχής σε βιοτικές μέριμνες, σε συμβάντα της ημέρας πού πέρασε ή ταξιδεύει στο μέλλον σχεδιάζοντάς το. Έτσι, ή ώρα της προσευχής είναι μία τυπική επανάληψη κάποιων αναγνωσμάτων, χωρίς νόημα και αξία. Το πρόβλημα στην περίπτωση αυτή είναι πώς το τέλος της προσευχής συνοδεύεται με αισθήματα κενού.

γ) Ή προσευχή ως τυπική συνήθεια: πολλοί προσεύχονται για να προσεύχονται, ίσα ίσα για να "βγουν από τη σειρά", δίχως συνείδηση, δίχως περίσκεψη, δίχως να αντιλαμβάνονται το γιατί και πώς προσεύχονται.

δ) Ή εγωιστική προσευχή πού περιορίζεται στο "εγώ": πολλοί συνηθίζουν να προσεύχονται εντελώς ατομικιστικά, ζητώντας από το Θεό να τούς προφυλάσσει από κάθε κακό, υπονοώντας ότι το κακό ας βρει τούς άλλους. Άλλοι πάλι ζητούν από το Θεό χρήματα, περιουσίες, επαγγελματική καταξίωση, έχοντας την εντύπωση πώς ό Θεός δεν γνωρίζει το τί είναι καλό για την ψυχή τους, ή αντιλαμβανόμενοι την προσευχή σαν μία ανταποδοτική σχέση: "εγώ Θεέ μου σού δίνω τον χρόνο μου. εσύ να μου δώσεις όλα τα αγαθά πού σού ζητάω, γιατί εγώ είμαι οπαδός σου. Κι αν μού τα δώσεις εγώ θ( συνεχίσω να σε προσκυνάω. Ά ν όχι πρόσεξε Θεέ μου, μπορεί και να μη ... σού δίδω σημασία". ΑΣ θυμηθούμε την προσευχή τού Κολοκοτρώνη ή του Μακρυγιάννη πού είχε ως περιεχόμενο την ελευθερία του Γένους. Αγνοώντας τον εαυτό τους οι αγωνιστές προσεύχονταν για το καλό ολάκερης της πατρίδας. Αν ό Θεός έκρινε καλό ας έχαναν εκείνοι τη ζωή τους.

ε) Ή αντίληψη της προσευχής ως υποχρέωση·, σε καμία περίπτωση δε θα πρέπει να θεωρούμε την προσευχή υποχρέωση. Αντιθέτως, πρόκειται για δώρο του Θεού προς τον άνθρωπο και συνεπώς είναι δικαίωμα του άνθρωπου. αν κανείς θέλει το αποδέχεται το δικαίωμα αυτό, αν πάλι δεν το επιθυμεί ποιός είναι ό λόγος να προσευχόμαστε έχοντας μία στρεβλή αντίληψη για την προσευχή; Βέβαια, δε θα πρέπει να αποτρέπεται ό άνθρωπος από το να προσεύχεται, όπως αυτός νομίζει. Ή παραπάνω περίπτωση αφορά σε όσους ενσυνείδητα θεωρούν την προσευχή υποχρέωση. Είναι ένα θέμα προς συζήτηση με τον πνευματικό τους.

στ) Ή οίηση και ή υπερηφάνεια κατά την προσευχή: πρόκειται για τον φαρισαϊκό τρόπο προσευχής με μεγαλαυχίες και ηχηρές κουβέντες προς εντυπωσιασμό και ημών των ιδίων αλλά και όλων των άλλων που μας ακούν και μας βλέπουν. Αλήθεια, την θέλει μια τέτοιου είδους προσευχή ό Θεός;

ζ) οι άσεμνες σκέψεις κατά την προσευχή και οι λογισμοί: εδώ πρόκειται καθαρά για μεθοδεύσεις και διαβολικούς μηχανισμούς. Την ώρα της προσευχής στο μυαλό μας περνούν υβρεολόγια, ακάθαρτοι λογισμοί για εμάς, το συνάνθρωπο, τούς άγιους μας, την Παναγία, το Θεό. Είναι ό αόρατος πόλεμος. Εδώ χρειάζεται προσοχή. Μόλις ή μολυσμένη σκέψη γίνει αντιληπτή από τη συνείδηση μας, εκεί χρειάζεται να μη δοθεί έδαφος για να αναπτυχτεί. Ό τρόπος είναι ή απόλυτη συγκέντρωση στην προσευχή, ή επίκληση του ονόματος του Χριστού. Εκεί θα δοθεί ή μάχη. Βέβαια, για όλα τούτα οι πνευματικοί μας πατέρες και ό πνευματικός του καθενός μπορούν να μεθοδεύσουν τον αγώνα του προσευχομένου χριστιανού σε προσωπικό επίπεδο. "Εκείνος πού έχει συμμαζεμένο το νου του, όταν προσεύχεται και προσέχει σ' αυτά πού λέγει, απομακρύνει με τη φλόγα της προσευχής του τούς δαίμονες", λέγει ό όσιος Εφραίμ ό Σύρος. Εκείνος όμως πού μετεωρίζεται, πού σκορπίζει το νου σε ανώφελες σκέψεις, περιπαίζεται από αυτούς".

Όλα τα παραπάνω εμπόδια μπορούν να ξεπεραστούν. Με μία μόνο λέξη. ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ. Αυτό είναι το κλειδί της προσευχής. Ό γέρων Σωφρόνιος του Έσσεξ το λέγει ξεκάθαρα: "Προσευχή σημαίνει πολλές φορές να ομολογούμε στο Θεό την άθλια μας κατάσταση: αδυναμία, φόβο, ακηδία, αμφιβολία, φόβο, απόγνωση, με ένα λόγο οτιδήποτε συνδέεται με την ύπαρξή μας. Να τα ομολογούμε όλα τούτα, δίχως να επιζητούμε καλλιεπείς εκφράσεις, ούτε ακόμη κι ένα λογικό ειρμό...".

5. Επιλογικά: ή προσευχή στις προκλήσεις του σύγχρονου κόσμου

Ό σύγχρονος κόσμος μας έχει ανάγκη την προσευχή όσο τίποτε άλλο. Δε χρειάζονται διασκέψεις ηγετών για να λυθούν τα προβλήματα του κόσμου, δε χρειάζονται διεθνείς οργανισμοί για να παγιωθεί ή ειρήνη, δε χρειάζονται ακόμη και κυβερνήσεις για να λυθούν τα κρατικά προβλήματα. Αυτό πού χρειάζεται πάνω από όλα είναι προσευχή προς το Θεό κι όλα τα άλλα ό Θεός θα βρει τρόπο να τα οικονομήσει προς συμφέρον της ανθρώπινης ψυχής, του δημιουργήματος του πού τόσο αγαπάει.

Κι όσο κι αν απογοητευόμαστε από τις προκλήσεις των καιρών, όσο κι αν ή πείνα θερίζει τον τρίτο κόσμο, όσο κι αν πεθαίνουν συνάνθρωποι μας από ασθένειες, όσο κι αν αθώοι άνθρωποι σκοτώνονται από τρομοκρατικά χτυπήματα, όσο κι αν νέες εστίες πολέμου αναφύονται καθημερινά, μία αλήθεια δεν πρέπει να ξεχνάμε: ό Θεός μπορεί να λύσει όλα τα προβλήματα, αρκεί να του το ζητήσουμε από βάθους καρδίας και δίχως ίχνη ιδιοτέλειας.

Στα παλαιότερα χρόνια, όταν οι αγρότες αντιμετώπιζαν προβλήματα ξηρασίας έπεφταν στα γόνατα και μέχρι να τελειώσει ή προσευχή τους άνοιγαν οι ουρανοί. Ό Θεός άκουγε άμεσα την προσευχή τους. Σήμερα όμως οι «πολιτισμένοι» άνθρωποι του κόσμου τούτου δε στρέφουν το βλέμμα τους προς τον ουρανό, για να ζητήσουν με ειλικρίνεια βοήθεια. Αντίθετα, πέφτουν στην παγίδα και νομίζουν πώς μόνοι τους μπορούν να λύσουν τα προβλήματα. Το αποτέλεσμα; οι πόλεμοι συνεχίζονται, ή αδικία διευρύνεται, ή δυστυχία κυριαρχεί, ή αλαζονεία θριαμβεύει και ό κόσμος μας ζει την παραζάλη της ασυναρτησίας, όσες αποφάσεις κι αν λαμβάνονται από τούς ισχυρούς.

Για όλους τούτους τούς λόγους οι χρισεό. Στην καρδιακή αδιάλειπτη προσευχή πρέπει να ασκηθούμε ώστε αυτή να ασκήσουμε. Και όλη ή ζωή μας θα αλλάξει για έναν και μόνο λόγο. Ό Θεός θα δει τον αγώνα μας, θα μάς αγκαλιάσει και το Πανάγιο Πνεύμα θα μάς συντροφεύει. Μπορούμε και στον κόσμο να γίνουμε σκεύη χάριτος, αγιασμ

τιανοί πρέπει να προσεύχονται με πνεύμα αγάπης. Και ή προσευχή τους να αναπληρώνει την προσευχή των συνανθρώπων μας που ξεχασμένοι στην ευτέλεια της καθημερινότητας παραμέρισαν από τη ζωή τους το Θεό. Ή προσευχή ή δική μας πρέπει να είναι διπλή, τριπλή, δεκαπλή, προσευχή καρδιάς, αγάπης προς το συνάνθρωπο. Πρέπει τελικώς να είναι προσευχή αδιάλειπτη, όπως αυτή του Δαβίδ, που το πρωί βασίλευε και πολεμούσε και όλο το βράδυ το αφιέρωνε στο Θ

ένες προσωπικότητες που θα δίνουμε με το παράδειγμά μας το μαρτύριο της χριστιανικής ορθοπραξίας. Κι όλα τούτα επιτυγχάνονται με τη δύναμη της προσευχής.

Έλεγε κάποιος γέροντας: "τούτα τα τέσσερα έχει ανάγκη πιότερο ή ψυχή του άνθρωπου, να φοβάται την κρίση του Θεού, να μισεί την αμαρτία, να αγαπά την αρετή και να προσεύχεται αδιαλείπτως". Άλλωστε, ό χριστιανός που θυμάται να συνομιλήσει με το Θεό μόνο όταν φτάσει μια καθορισμένη ώρα της προσευχής δεν έχει ακόμη μάθει να προσεύχεται.



 

Kειμένων από το Βιβλίο  :ΑΣΚΗΤΙΚΗ ΛΑΙΚΩΝ

Τετάρτη, Οκτωβρίου 12, 2016

Τὸ ἐνοχικὸ ὑπόβαθρο μιᾶς ἔκτρωσης






Κάποιος φίλος, ἄνθρωπος τῆς Ἐκκλησίας, μὲ παρεκάλεσε, πρὸ ἀρκετοῦ χρόνου, νὰ ἀσχοληθῶ μὲ ἕνα περίεργο, ὅπως μοῦ εἶπε, ἀλλὰ καὶ συγχρόνως τραγικὸ γεγονός, ποὺ συνέβη σ' ἕνα συγγενικό του πρόσωπο.

Ἐπρόκειτο γιὰ μία κυρία ἑξήντα περίπου ἐτῶν, ἡ ὁποία εὐρίσκετο σὲ κατάσταση ἔντονου ἄγχους καὶ πανικοῦ, ἀπὸ τὴ στιγμή, ποὺ κρατώντας στὴν ἀγκαλιὰ της τὸ βρέφος τῆς κόρης της, αἰσθάνθηκε τὴν πιεστικὴ ἀνάγκη νὰ πάρη τὸ μαχαίρι νὰ τὸ κατακρεούργηση!

Τὴ στιγμὴ αὐτῆς τῆς παράλογης παρορμήσεώς της ἦταν μόνη στὸ σπίτι της. Ἔλειπε ὁ σύζυγος της ἀλλὰ καὶ οἱ γονεῖς τοῦ βρέφους, οἱ ὁποῖοι ἀπουσίαζαν στὸ ἐξωτερικὸ γιὰ μία ἑβδομάδα Γι' αὐτὸ ἄλλωστε καὶ εἶχε ἐκείνη τὴν εὐθύνη τῆς φροντίδας του, μέχρι νὰ ἐπιστρέψουν οἱ γονεῖς του στὸ σπίτι τους.

Ἡ κρισιμότητα τῆς στιγμῆς ἐκείνης, γιὰ τὴ ζωὴ τοῦ βρέφους, τὴν ὑποχρέωσε νὰ ἀπευθυνθεῖ στὸν πλησιέστερο συγγενὴ της, ὁ ὁποῖος καὶ μοῦ ζήτησε νὰ μὲ ἐπισκεφθοῦν τὸ γρηγορότερο, γιὰ μία πρώτη διερεύνηση τῆς παράλογης αὐτῆς παρορμήσεως τῆς κ. Κ.

Κατὰ τὴ συζήτηση μὲ τὴν κ. Κ. πληροφορήθηκα ὅτι ἡ ἴδια ἦταν ἄτεκνη καὶ ἐπειδὴ δὲν μπόρεσε νὰ ἀποκτήση παιδιὰ ἡ ἴδια, υἱοθέτησε ἕνα κορίτσι, ποὺ ἦταν ἀκριβῶς ἡ μητέρα τοῦ σημερινοῦ βρέφους. Ἡ ἀτεκνία τῆς κ. Κ. σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴν υἱοθέτηση τῆς κόρης της, ἔστρεψαν ἀμέσως τὴ σκέψη μου σὲ μία παρανοϊκὴ ζηλοτυπία ὡς πιθανὸ αἴτιο τῆς φαντασιώσεως μιᾶς παράλογης παρορμήσεως πράξεως σφαγῆς. Σκέφθηκα ὅτι, ὅ,τι ἐκείνης τῆς ἔλειπε σὲ ὁλόκληρη τὴ ζωή της καὶ μείωνε τὴ γυναικεία εἰκόνα της ἐνώπιον τοῦ ἑαυτοῦ της, δηλ. ἡ μητρότητα τὸ ἔβλεπε μὲ ἔντονη ζηλοτυπία στὸ πρόσωπο τῆς υἱοθετημένης κόρης της, μὲ ἀποτέλεσμα τὴν ἀσυνείδητη - φαντασιακὴ ἐκκόλαψη τῆς παράλογης παρορμήσεώς της.

Ἄλλα ἐπειδὴ κάθε πρώτη σκέψη, σὲ παρόμοιες περιπτώσεις, δὲν μπορεῖ νὰ ἀπολυτοποιεῖται αὐτοστιγμεὶ πρὸς εὔκολη κατάληξη σ’ ἕνα μόνο συμπέρασμα πιθανῶς ἀπατηλό, συνέχισα τὴ συζήτηση μὲ τὴν κ. Κ. μὲ τὴν προσδοκία κάποιου ἐρεθίσματος ἐκ μέρους της, ποὺ θὰ μοῦ ἔδινε
ἀφορμὴ γιὰ κάποιο πιὸ πιθανὸ συμπέρασμα.

Ἔτσι κατὰ τὴ συνέχεια τῆς συζητήσεώς μας, ἀμφισβητώντας, κάποια στιγμή, μέσα μου (δοκιμαστικῶς) τὴν ἀτεκνία τῆς κ. Κ., τὴν ἐρώτησα, κάπως ἀπότομα
— Ἔχετε κάνει μήπως παλαιότερα κάποια ἔκτρωση;
Ἐξεπλάγην, ὅταν ἐκείνη μοῦ εἶπεν ἐντελῶς αὐθόρμητα ὅτι εἶχε κάνει δύο ἐκτρώσεις στὴν ἡλικία τῶν δέκα ἑπτὰ ἐτῶν, κατὰ τὴ διάρκεια «προγαμιαίων» σχέσεών της μὲ τὸν νῦν σύζυγό της.

Ἡ κ. Κ. μοῦ παρουσιάσθηκε ὡς ἄνθρωπος τῆς Ἐκκλησίας, κατὰ τὸν διάλογό μας, γι' αὐτὸ καὶ τὴν ἐρώτησα
— Ἔχετε ἐξομολογηθεῖ αὐτὲς τὶς δύο σας πράξεις στὸν πνευματικό σας;

Μοῦ ἀπάντησε τελείως καθησυχασμένη• «μὰ βέβαια, τώρα μάλιστα ὑστέρα ἀπὸ τόσα χρόνια καὶ μὲ τὴ συγχώρηση ποὺ πῆρα ἀπὸ τὸν πνευματικό μου, τὸ θέμα τῶν δύο ἐκτρώσεων ἔχει ξεχασθεῖ καὶ δὲν μὲ ἀπασχολεῖ καθόλου».

Τὸ θέμα δύο στυγερῶν ἐνσυνείδητων ἐγκληματικῶν πράξεων δὲν ἀπασχολοῦσε πλέον καθόλου, ὑστέρα ἀπὸ τόσα χρόνια τὴν κ. Κ. ἀλλὰ ἀπασχολοῦσε ἀσφαλῶς συνεχῶς τὸν βεβαρημένο ἀσυνείδητο ψυχισμό της, μὲ τὸ «σύμπλεγμα» μιᾶς ἀπωθημένης, καὶ ἕτοιμης πάντοτε νὰ ἐκδικηθῆ (1), γιὰ τὴν ἀπώθησή της αὐτή, ἔνοχης!

Ἄργησε βέβαια, στὴν περίπτωση τῆς κ. Κ. νὰ ἐκδηλωθεῖ πρὸς τὰ ἔξω ἡ ἐκδίκηση αὐτή, ἐπειδὴ δὲν εἶχε βρεθεῖ ἐκείνη ἡ ἴδια ἡ κ. Κ. μέχρι τότε, στὸ συνδυασμένο δίκτυο ἐξωγενῶν καὶ ἐνδογενῶν (ὁμολόγων ψυχοδυναμικῶς) ἐρεθισμάτων, τὰ ὁποῖα θὰ προκαλοῦσαν, μ' ἕνα ψυχαναγκαστικὸ συμπλεγματικὸ δυναμισμό, ὅπως τώρα, τὴν φαντασιακὴ ἀναβίωση (2), μιᾶς πράξεως σφαγῆς!
Ἄλλα βέβαια, ὅπως προκύπτει ἀπὸ βασικὲς ἀρχὲς τῆς ψυχολογίας τοῦ Jung, τὸ ἀσυνείδητο οὔτε ξεχνᾶ οὔτε ἀπατᾶται. Ἐμεῖς μόνο νομίζουμε ὅτι ξεχνᾶμε, γι' αὐτὸ καὶ ἀπατώμεθα (3).

—Μὰ δὲν ἐξάλειψε τὸ ἁμάρτημα ἀπὸ τὸν ψυχικό της κόσμο ἡ ἐξομολόγηση τῆς δεκαεπτάχρονης «σφαγέως» καὶ δὲν ἐξουδετέρωσε ἔτσι τὸν ψυχοδυναμισμὸ τῆς ἀπωθήσεως; θὰ ἐρωτοῦσε κάποιος... ἀπατώμενος!

Δὲν γνωρίζουμε φυσικὰ τί εἴδους ἐξομολόγηση ἔγινε καὶ πῶς ἀντιμετώπισε τὴν περίπτωση αὐτὴ ὁ πνευματικός τῆς κ. Κ. Μπορεῖ ὅμως νὰ ὑπενθυμίση κανεὶς στὸ σημεῖο τοῦτο, ὅτι τὰ μεγάλα ἐγκλήματα ὅπως εἶναι οἱ ἐκτρώσεις, ποὺ βιώνονται ὡς σφαγὴ στὸ ἴδιο τὸ σῶμα τοῦ ἐνεργοῦντος τὸ ἔγκλημα ἀποτελοῦν ὑπαρξιακὸ γεγονὸς καθολικῶν διαστάσεων, γι' αὐτὸ καὶ μιὰ ἐνδεχόμενη, πραγματικὴ θεραπεία θὰ ἀπαιτοῦσε ὁρισμένα μέσα βιωματικῆς καὶ ψυχικῆς ἀσκήσεως, κατὰ τὸ πνεῦμα τῆς ποιμαντικῆς καὶ μυστηριακῆς διακονίας τῆς Ἐκκλησίας, ὥστε, ἕνα τόσο ὑπαρξιακὸ τραυματικὸ γεγονός, νὰ θεραπευθεῖ (μὲ τὴν οἰκονομία πάντοτε καὶ διὰ τοῦ ἐλέους καὶ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ) μὲ μία ἄλλη ποιότητα παιδαγωγίας καθάρσεως, ὄχι μόνο μιᾶς ἁπλῆς (ἐπιπόλαιης;) ἐξομολογήσεως!

Πάντως στὴν περίπτωση τῆς κ. Κ., παρὰ τὴν ἐξομολόγηση στὸν πνευματικό της, ποὺ τὴν καθησύχαζε, ὡς πρὸς τὶς καταστροφικὲς συνέπειες τῶν δύο ἐκτρώσεών της, οἱ τελευταῖες τὴν «ἐκδικήθηκαν» διττῶς. Πρῶτα - πρῶτα λόγω τῶν δύο αὐτῶν πράξεων σφαγῆς, ἐστέρευσε μέσα της ἡ πηγὴ τῆς μητρότητας ὁριστικά. Καὶ ὕστερα ἡ φαντασίωση μιᾶς ἐπίμονης, ψυχαναγκαστικῆς πιέσεως, ἐπαναλήψεως τῆς σφαγῆς αὐτῆς, σ' ἕνα βρέφος ποὺ ὄντως ἀγαποῦσε καὶ λάτρευε, ἀναστάτωσε τὸν ψυχικό της κόσμο, μὲ ἰσχυρὸ ἄγχος καὶ πανικὸ καὶ τὴν ἐνέπλεξε σ' ἕνα ἐξουθενωτικὸ νευρωτικὰ (4) γεγονός.

Δηλαδὴ σ' ἕνα ὑπαρξιακὸ πρόβλημα μιᾶς ἀποτυχημένης ἀξιολογικῆς (5) ἐπιλογῆς (μεταξύ τῆς ἀξίας μιᾶς ζωῆς ἀφ' ἑνὸς καὶ ἀφ' ἑτέρου μιᾶς ἀπαξιωμένης σκοπιμότητας), μὲ ὅλες τὶς συγκρουσιακὲς καὶ ἄλλες παθογόνες ψυχοδυναμικές τῆς συνέπειες.

Ἀναμφίβολα ἡ ἐκκολαφθεῖσα φαντασίωση ἀπειλῆς μίας νέας σφαγῆς, στὴν περίπτωση τῆς κ. Κ. (6), δὲν ἀποτελεῖ μία ψυχικὴ διαταραχὴ μὲ ἀρνητικὸ μόνο χαρακτήρα ἀλλὰ καὶ θετικό. Ἐπειδὴ ἡ φαντασίωση αὐτὴ εἶναι ἕνα ἰσχυρὸ σῆμα κίνδυνου τῆς ἰσορροπίας τοῦ ἀνθρωπίνου ψυχισμοῦ ἀπὸ τὴν διόγκωση (Inflatiοη) τοῦ ἀσυνειδήτου μὲ ἰσχυρὲς πιέσεις ἀπωθουμένων ἐνοχικῶν βιωμάτων.

Τὸ ἴδιο τὸ ἀσυνείδητο, μὲ δική του πρωτοβουλία (7), ἐπιδιώκει τὴν ἀποφόρτισή του, δείχνοντας μὲ τὴ φαντασίωση αὐτὴ τὸ δρόμο τῆς καθάρσεώς του, μέσω μίας ἔντονης, ὅσο καὶ δραματικῆς, συνειδητοποιήσεως, ἀπὸ τὸ φορέα τῆς ἀπωθήσεως τῆς ἐνοχικῆς του εὐθύνης γιὰ τὸ αἴτιο τῆς ἀπωθήσεως αὐτῆς.

Οἱ σκέψεις αὐτὲς μὲ ὁδήγησαν στὴν ἀνάγκη, σὲ μία πρώτη ἐκτίμηση τοῦ προβλήματος τῆς κ. Κ., νὰ προτείνω νὰ δεχθεῖ νὰ ἐπισκεφθεῖ κάποιο εἰδικὸ ἀπὸ τὸ χῶρο τῆς ψυχικῆς ὑγείας, γιὰ μία βραχεία ψυχοθεραπευτικὴ βοήθεια, ἐπειδή, ἐξάλλου, τὸ ἰσχυρό της ἄγχος καὶ ὁ καταλυτικός της πανικός, δικαιολογοῦσαν ὁπωσδήποτε καὶ μία βραχεία φαρμακευτικὴ ἀγωγὴ ἠρεμιστικοῦ - κατασταλτικοῦ χαρακτήρας. Ἄλλα ἡ κ. Κ. ἀρνήθηκε μὲ ἀπόλυτο τρόπο μία τέτοια ὑπόδειξη καὶ ἡ συζήτησή μας καὶ ή συνεργασία μας σταμάτησε ἐκεῖ, ἐπειδὴ δὲν ἤθελε νὰ ἀκούσει τὴ λέξη ψυχίατρος. Πίστευε (8) μὲ βεβαιότητα ὅτι δὲν χρειαζόταν ψυχιατρικὴ βοήθεια

Ὕστερα ὅμως ἀπὸ τὴν παρέλευση κάποιου χρόνου, ἐζήτησα ἀπὸ τὸ φίλο μου νὰ μὲ πληροφορήσει τί κάνει ἡ συγγενής του μὲ τὸ πρόβλημά της καὶ πῶς τὸ ἀντιμετωπίζει. Ἐντυπωσιάστηκα καὶ πάλι, ὅταν μοῦ εἶπε, ὅτι, λίγες μέρες μετὰ τὴ δική μας συνεργασία, ἡ κ. Κ., εὑρισκόμενη μὲ τὸν σύζυγό της στοὺς διαδρόμους ἑνὸς νοσοκομείου πρὸς ἐπίσκεψη κάποιου ἀσθενοῦς, βλέποντας κάποια στιγμὴ μία πινακίδα ἑνὸς ἰατρικοῦ γραφείου τοῦ νοσοκομείου μὲ τὴ λέξη• ΨΥΧΙΑΤΡΟΣ, ὥρμησε μέσα γιὰ νὰ παραδοθεῖ ἄνευ ὁρῶν στὴ βοήθεια τοῦ ψυχιάτρου, λόγω τῆς συνεχιζόμενης ἀφόρητης ψυχικῆς της ταλαιπωρίας ἀπὸ τὸ ἐξουθενωτικό της ἄγχος καὶ τὸν ἀδάμαστο πανικό της.

Ἀπὸ τὸ ὄντως τραγικὸ αὐτὸ γεγονὸς μπορεῖ κανεὶς νὰ βγάλει πολλὰ ἴσως συμπεράσματα γιὰ τὴν αἰτιολογία του καὶ τὴν ἐπιβαλλόμενη θεραπεία του.

Ὅμως κάτι ποὺ εἶναι ἰδιαίτερα σημαντικό, γιὰ τὴ δυνατότητα κάποιας ἀποτελεσματικῆς θεραπείας, εἶναι ἡ διαπίστωση ὅτι γιὰ μιὰ τέτοια θεραπεία, ἡ ποιμαντικὴ πράξη τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ἀσκεῖται συνήθως, φαίνεται νὰ εἶναι ἐντελῶς ἀνεπαρκὴς μέχρι ἀνύπαρκτη.

Κανονικὰ ἕνα τέτοιο ἀνθρώπινο - τραυματικὸ γεγονός, ὅπως εἶναι ἡ ἔκτρωση, πρέπει νὰ ἀντιμετωπίζεται κάτω ἀπὸ τὴν ποιμαντικὴ ἐπιστασία καὶ πρόνοια τοῦ Ἱερέως - ποιμένος, σὲ συνεργασία μὲ ἕνα ἁρμόδιο τοῦ χώρου τῆς ψυχικῆς ὑγείας. Διότι ἡ ἐνδεχόμενη προσφυγὴ τοῦ ἐνδιαφερομένου χριστιανοῦ ἀνθρώπου, ἐρήμην τοῦ ἱερέως πνευματικοῦ του, ἀκόμα καὶ στὸν πιὸ καλοπροαίρετο ψυχίατρο ἤ ψυχοθεραπευτή, μένει οὐσιαστικὰ ἀναποτελεσματική, ἐὰν δὲν ἐκτραπῆ σὲ λύσεις ἐπιδεινώσεως τοῦ προβλήματος (9).

Τὸ τελευταῖο σημαίνει ὅτι γιὰ τὴν ποιμαντικὴ προσπάθεια θεραπείας τῶν ψυχικῶν ἢ ψυχοπαθολογικῶν συνεπειῶν τῆς ἐκτρώσεως, χρειάζεται ἡ συνεργασία τοῦ ποιμαντικοῦ ὀργάνου τῆς Ἐκκλησίας μὲ ἕνα θετικό, ἀπέναντι στὸ θρησκευτικὸ γενικὰ γεγονός, εἰδικό τοῦ χώρου τῆς ψυχικῆς ὑγείας, ὅταν μάλιστα τὰ συμπτώματα μιᾶς ψυχικῆς διαταραχῆς εἶναι σὲ τέτοια ἔνταση, ποὺ τὸ ὄργανο αὐτὸ τῆς Ἐκκλησίας δὲν θὰ μποροῦσε ἀπὸ μόνο του νὰ τὰ ἀντιμετωπίση κατασταλτικὰ γιὰ μία εὐχερέστερη πνευματικὴ βοήθεια (10).

Ἐξάλλου ἡ ἀναγκαιότητα μιᾶς τέτοιας συνεργασίας, σὲ μία τέτοια περίπτωση, ὅπως ἡ σχολιαζόμενη, προκύπτει ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι μία ἔκτρωση, ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ θὰ ἐκτελεσθεῖ, μεταβάλλεται σὲ παράγοντα διαταραχῆς τῶν ἀξιολογικῶν - πνευματικῶν σχέσεων τοῦ αὐτουργοῦ τῆς ἐκτρώσεως μὲ τὸ δημιουργό του, ἐφόσον ὄχι μόνο αὐτὸς ὁ ἴδιος ἀλλὰ καὶ τὸ συλληφθὲν καὶ ἤδη ἐκριζωθὲν σφαγιαστικῶς, ἀπὸ τὴ σωματικὴ μητρικὴ συνάφεια, ἔμβρυο, ἀνήκουν στὸ δημιουργό τους ὡς προσωπική του ἰδιοκτησία (11).

Αὐτὸς ἄλλωστε εἶναι ὁ λόγος, ποὺ μιὰ ἐνδεχόμενη ἀποκλειστικὴ ἀντιμετώπιση ἀπὸ μόνο τὸν εἰδικό τοῦ χώρου τῆς ψυχικῆς ὑγείας, δημιουργεῖ ἐπιφυλάξεις, σὲ κάθε συνειδητὸ χριστιανό, ὡς πρὸς τὸ ἀναμενόμενο θεραπευτικὸ ἀποτέλεσμα, ἐπειδὴ ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἔχει πάντοτε ἐπίγνωση τῆς ἀδιάλυτης πνευματικῆς σχέσεώς του μὲ τὸ δημιουργό του ἀλλὰ καὶ μὲ τὸ νόμο του, ποὺ καθορίζει τὴν ἀξιολογικὴ ποιότητα τῆς ὑπαρξιακῆς του καταξιώσεως.

Ὁ εἰδικὸς ὅμως τοῦ χώρου τῆς ψυχικῆς ὑγείας συνήθως ἀγνοεῖ αὐτὴ τὴν ἐσώτατη σχέση δημιουργοῦ καὶ δημιουργήματος καὶ κυρίως τὸ ἀξιολογικὸ - ὑπαρξιακὸ νόημά της καὶ γι΄ αὐτὸ δὲν μπορεῖ νὰ ἀντιληφθεῖ τὶς καθολικὲς διαστάσεις τοῦ προσωπικοῦ - ἐνοχικοῦ του προβληματισμοῦ.

Τὸ ὑπαρξιακὸ - ἀξιολογικὸ δέσιμο δημιουργοῦ καὶ δημιουργήματος ἐξεικονίζεται μὲ ἐξαιρετικὴ σαφήνεια στὸν ΡΛΗ' Ψαλμὸ καὶ γιὰ τὸ λόγο αὐτό, ὁ Ψαλμὸς αὐτὸς διαφωτίζει καλύτερα τὸ ἐνοχικὸ ὑπόβαθρο μιᾶς σφαγιαστικῆς πράξεως χωρισμοῦ δημιουργοῦ καὶ δημιουργήματος διὰ τῆς ἐκτρώσεως.

Ἂς δοῦμε σ' ἕνα σύντομο διάγραμμα τὶς διαστάσεις τῶν ὑποδηλούμενων στὸν Ψαλμὸ εὐθυνῶν τοῦ ἀνθρώπου ἀπέναντι στὸ θεὸ γιὰ τὴν δική του ὕπαρξη, ἀλλὰ καὶ τοῦ σφαγιασθέντος ἐμβρύου.

Στὸ πρῶτο μέρος τοῦ Ψαλμοῦ (στ. 1-5α) ἐξαίρεται ἡ ἄμεση καὶ θαυμαστὴ γνώση ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ, τῆς συνολικῆς ὑπάρξεως τοῦ ἀνθρώπου («Ἰδοὺ Κύριε, σὺ ἔγνως πάντα, τὰ ἔσχατα καὶ τὰ ἀρχαῖα», ἐπειδὴ ἀκριβῶς εἶναι ὁ δημιουργός του («σὺ ἔπλασάς με καὶ ἔθηκας ἐπ' ἐμὲ τὴν χείρα σου»), ἐνῶ στὴν ἀρχὴ τοῦ δευτέρου μέρους (στ. 7-12) βεβαιώνεται, ἐκ μέρους τοῦ ψαλμωδοῦ, ἡ συνεχὴς καὶ ἀδιάλειπτη σχέση μὲ τὸ Θεὸ δημιουργό του («Ποῦ πορευθῶ ἀπὸ τοῦ πνεύματός σου καὶ ἀπὸ τοῦ προσώπου σου ποῦ φύγω»;).

Ἡ πραγματικότητα τῆς ἀδιάλειπτης αὐτῆς σχέσεως στηρίζεται στὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Θεός, ὡς δημιουργός τοῦ ἀνθρώπου, γνωρίζει ἄμεσα καὶ διαχρονικὰ ὅλη τὴν ἐξελικτικὴ πορεία τῆς σωματικῆς ἀναπτύξεώς του ἀπὸ τῆς συλλήψεώς του («σὺ ἐκτήσω τοὺς νεφρούς μου, Κύριε, ἀντελάβου μου ἐκ γαστρὸς μητρός μου»).

Τίποτε δὲν ἔμεινε, κατὰ τὴν πορεία τῆς ἐξελίξεως αὐτῆς, κρυφὸ ἀπὸ τὰ μάτια τοῦ Θεοῦ («οὐκ ἐκρύβη τὸ ὀστοῦν μου ἀπό σοῦ, σὺ ἐποίησας ἐν κρυφῇ, καὶ ὑπόστασίς μου ἐν τοῖς κατωτάτοις τῆς γῆς») (12).

Ἡ ἀνάπτυξη αὐτὴ ἐνῶ ξεκίνησε ἀπὸ μία ἀκατέργαστη σάρκινη μάζα, κατέληξε στὴν τέλεια (13) δημιουργία ἑνὸς θείου ἐξεικονίσματος (14), καταγραφομένου εὐθὺς ἀμέσως στὸ βιβλίο τοῦ Θεοῦ («τὸ ἀκατέργαστόν μου εἶδον οἱ ὀφθαλμοί σου, καὶ ἐπὶ τὸ βιβλίον τὸ σὸν πάντες γραφήσονται»).

Ἡ ἀπατηλὴ ἑπομένως ἐντύπωση τῆς ἀπαλλαγῆς ἀπὸ τὴν προσωπικὴ προβληματική τῆς ἐκτρώσεως, μὲ τὸ πέρασμα τοῦ χρόνου, διὰ τῆς λήθης (δηλ. τῆς ἀπωθήσεως), δὲν λύνει τὸ ζωτικὸ - ἐνοχικὸ πρόβλημα τῆς ἀδιάλειπτης σχέσεως τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὴν κρίση τοῦ θεοῦ. Ὅ,τι γράφεται στὸ βιβλίο τῆς ζωῆς ὡς «ὕπαρξη», δὲν ξεγράφεται (15) λόγω τῆς ἐκτρώσεως, ἀλλὰ παραμένει ὡς ἀνοιχτὸ χρέος καὶ ὀφειλὴ ἀποδόσεως... λογαριασμοῦ στὸν ἰδιοκτήτη αὐτῆς τῆς ὑπάρξεως, ἐφόσον ἄλλωστε καὶ κατὰ τὸν ἅγ. Μάξιμο τὸν Ὁμολογητή, ὁ Θεὸς εἶναι ὁ μόνος ἀκριβὴς γνώστης, ἀνὰ πᾶσαν στιγμήν, καὶ τοῦ ἀγνώστου (ἀσυνειδήτου) ψυχισμοῦ τοῦ ἀνθρώπου. «Ὁ Θεὸς τὸ ἀφανὲς κίνημα τῆς ψυχῆς, καὶ τὴν ἀόρατον ὁρμήν, καὶ τὸν λόγον αὐτόν, καθ' ὅν ὥρμηται ἡ ψυχή, καὶ τὸν τοῦ λόγου σκοπὸν· τουτέστι, τὸ παντὸς πράγματος προεπινοούμενον τέλος βλέπων, κρίνει δικαίως τὰ παρὰ τῶν ἀνθρώπων πραττόμενα»! (16)





ΥΠΟΣΗΜΕIΩΣΕΙΣ



1. 
Σύμφωνα μὲ τὶς γενικὲς ἀρχὲς τῆς Ψυχολογίας τοῦ Βάθους «πᾶν ἀπωθούμενον προβάλλεται» (πρὸς τὰ ἔξω) ἀλλὰ καὶ «πᾶν ἀπωθούμενον ἐκδικεῖται».
Ὁ ψυχίατρος Igor Caruso σημειώνει σχετικὰ ὅτι «τὸ νευρωτικὸν σύμπτωμα εἶναι τιμωρία καὶ ὑπόμνησης εἰς μίαν κατάστασιν συγκρούσεως τῆς συνειδήσεως». (Ψυχανάλυσις καὶ σύνθεσις τῆς ὑπάρξεως. Μετ. Ἀθ. Καραντώνη. Ἀθῆναι 1953, σ. 106).

2. Ἡ ἀναβίωση αὐτὴ κατανοεῖται ὡς ἀσυνείδητη παλινδρόμηση (regresion) τοῦ συνειδητοῦ ἐγὼ στὴν ἑστία τοῦ ἀπωθούμενου συμπλέγματος ἐνοχῆς.

3. C,Jung. Symbole der Wandlung.1952, σ. 105.

4. Κατὰ τὸν ψυχίατρο - ψυχοπαθολόγο J. H. Schultz- «ἡ νεύρωση εἶναι μιὰ ἀσθένεια τῆς προσωπικότητας ποὺ συγκρούεται μὲ τὸν ἑαυτό της».

5. Ἡ νεύρωση βιώνεται πάντοτε ὡς «ἀποστασία ἐκ τῆς ἱεραρχίας τῶν ἀξιῶν» καὶ μάλιστα ὡς «λιποταξία ἐκ τῆς ὑπερφυσικῆς Ἱεραρχίας τῶν ἀξιῶν» (Caruso, ἀνωτ. σσ. 88 καὶ 78 ἀντίστοιχα).

6.
 «Ὅπου ἐκδηλοῦται ἕν νευρωτικὸν σύμπτωμα ὑπάρχει καὶ μία τάσις πρὸς λύσιν, πρὸς λύτρωσιν», ἐπειδὴ «ἡ νεύρωσις δὲν εἶναι ἁπλῶς μία διαταραχὴ τῆς ψυχικῆς ἰσορροπίας» ἀλλὰ ἐπίσης «μία ἐνεργὸς προσπάθεια πρὸς ἀποκατάστασιν καλύτερης ἰσορροπίας» Caruso, ἀνωτ. σσ. 106 καὶ 149 ἀντίστοιχα).

7. Κατὰ τὸν Jung• «Τὸ ἀσυνείδητο δὲν δρᾶ μόνο ἀντανακλαστικὰ ἀλλὰ καὶ αὐτοτελῶς καὶ ἀποτελεῖ δημιουργικὴ δράση». Γι΄ αὐτὸ ἡ «ἐνστικτώδης ἀποστολὴ τοῦ ἀσυνειδήτου εἶναι νὰ ὁδηγεῖ τὸ συνειδητὸ στὴν ὁμαλὴ καὶ ἀπρόσκοπτη ψυχικὴ ἐξέλιξη»

8. Ἔχει ἐντοπισθεῖ νωρὶς ἡ τάση τοῦ νευρωτικοῦ ἀνθρώπου νὰ θεωρεῖ ὅτι τὸ πρόβλημά του εἶναι ὀργανικὸ - σωματικὸ καὶ ὄχι ψυχικό. Ἔτσι ἐνεργεῖται σωματοποίηση τοῦ προβλήματός του, ὡς ἀσυνείδητος τρόπος ἀπωθήσεως τῶν πραγματικῶν αἰτίων τῆς καταστάσεώς του.

9.
 Μία ψυχιατρικὴ ἢ ψυχοθεραπευτικὴ ἀγωγὴ «εἴς τινας περιπτώσεις» «ἀποικοδόμει» καὶ ἀποβάλλει διὰ τῆς ἀναλύσεως «τὴν ὑπαρξιακὴν σύγκρουσιν μαζὶ μὲ τὴν θετικήν της πλευρὰν» (Caruso, ἀνωτ. σ. 157). Ὁ ψυχίατρος ἢ ὁ ψυχοθεραπευτὴς ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ ἀντιληφθῆ τὸ ἀξιολογικὸ πρόβλημα τῆς συγκρούσεως αὐτῆς, ἐνδέχεται νὰ ἐκτίμηση ἐσφαλμένως τὸ νόημά της καὶ νὰ ἀναζήτηση θεραπευτικὲς λύσεις ἄσχετες μὲ τὰ πραγματικά της αἴτια.

10. Ἡ βιβλιογραφία ποὺ ἀφορᾶ σὲ μία τέτοια συνεργασία εἶναι αὐτονόητη στὴν ποιμαντικὴ πρακτικὴ ἑτερόδοξων περιοχῶν. Βλπ. ἐνδεικτικῶς Jane R. Rzepka.

11. Κατὰ τὸν δγ. Μάξιμο τὸν Ὁμολογητή, ὁ ἄνθρωπος «ἔχει τὸ εἶναι δεδανεισμένον», ἑπομένως ἡ ὕπαρξή του ἀνήκει στὸν δημιουργό του (ΡG 90, στ. 893. Πρβλ. καὶ στ. 737).

12. «Ἐν τοῖς κατωτάτοις τῆς γῆς» = «εἰς τὸ σκότος τῆς μητρικῆς κοιλίας ὡς εἰς τὰ κατώτατα τῆς γῆς θαμμένη καὶ ἀποκεκρυμμένη» (Π. Τρεμπέλα Τὸ Ψαλτήριον μετὰ συντόμου ἑρμηνείας. Ἀθῆναι 1955, σ. 579).

13. «Καὶ εἶδεν ὁ Θεὸς τὰ πάντα ὅσα ἐποίησε, καὶ Ἰδοὺ καλὰ λίαν» (Γεν. α' 31).

14. «Καὶ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον, κατ' εἰκόνα Θεοῦ ἐποίησεν αὐτὸν» (Γεν. 1, 17).

15. Κατὰ τὸν ἄγ. Μάξιμο, ὁ ἄνθρωπος «μοῖρα καὶ λέγεται καὶ ἐστι Θεοῦ, διὰ τὸν αὐτοῦ προόντα ἐν τῷ Θεῶ λόγον» (ΡG 90, στ. 1080). Πρὶν δημιουργηθῆ ὁ ἄνθρωπος, ὑπῆρχε στὸ νοῦ τοῦ Θεοῦ. Ἑπομένως• «εἰς τοῦτο ἡμᾶς πεποίηκεν ὁ Θεός, ἵνα γενώμεθα θείας κοινωνοὶ φύσεως, καὶ τῆς αὐτοῦ ἀϊδιότητος μέτοχοι» (ΡG 90, στ. 1193). Ἡ ἔκτρωση, ὡς ματαίωση τῆς πορείας τοῦ ἀνθρώπου νὰ φθάση στὴ θέωση, διευρύνει, στὸ μέτρο τῆς ματαιωθείσης αὐτῆς θεώσεως, τὶς διαστάσεις τῆς προσωπικῆς εὐθύνης τοῦ αὐτουργοῦ τοῦ ἐγκλήματος αὐτοῦ.

16. ΡG 91, ΣΤ. 713, 715.

πηγή

Γιὰ τὴν προσευχὴ πρὶν τὴν Θεία Κοινωνία



Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. 

Κάθε φορὰ ποὺ ἐρχόμαστε γιὰ νὰ μεταλάβουμε, λέμε στὸν Κύριο ὅτι ἐρχόμαστε σ’ Ἐκεῖνον ποὺ εἶναι ὁ Λυτρωτὴς τῶν ἁμαρτωλῶν, ἀλλὰ δηλώνουμε ἐπίσης ὅτι θεωροῦμε τοὺς ἑαυτοὺς μας σὰν τὸν πιὸ μεγάλο ἀπὸ ὅλους αύτοὺς τοὺς ἁμαρτωλούς. Πόση ἀλήθεια ὑπάρχει σὲ μιὰ τέτοια δήλωση ὅταν τὴν κάνουμε; Ἤ πῶς μποροῦμε νὰ κάνουμε μιὰ τέτοια δήλωση; Εἶναι ἀλήθεια; Μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι θεωροῦμε ἀληθινὰ τὸν ἑαυτό μας χειρότερο ἀπὸ τοὺς ἁμαρτωλοὺς; Ὁ Ἰωάννης τῆς Κροστάνδης στὸ ἡμερολόγιο του τονίζει ἕνα σημεῖο ποὺ πιστεύω ὅτι εἶναι πολὺ σημαντικό∙ λέει, ἄν εἶχε δοθεῖ σὲ ἄλλους ἀνθρώπους τόση πολλὴ ἀγάπη, τόση χάρη, τόση θεία ἀποκάλυψη σὰν αὐτὴ ποὺ τοῦ δόθηκε, θὰ εἶχαν φέρει καρποὺς ποὺ ὁ ἴδιος ἀποδείχτηκε ἀνίκανος νὰ ἀποδώσει. 

Καὶ ἔτσι αὐτὸς εἶναι ἕνας τρόπος γιὰ νὰ κάνουμε στὸν ἑαυτό μας ἐρωτήσεις ὅταν προσερχόμαστε στὴν Θεία Κοινωνία καὶ λέμε τὰ λόγια τῆς προσευχῆς ποὺ προηγεῖται τῆς θείας Κοινωνίας. Ἁπλὰ τὶς ἐπαναλαμβάνουμε ἐπειδὴ εἶναι γραμμένες στὰ βιβλία; Ἤ εἶναι ἐπειδὴ ἔχουμε συναίσθηση - ἀλλὰ γιὰ ποιὸ πράγμα ἔχουμε συναίσθηση; Γνωρίζουμε ὅτι εἴμαστε λίγο ἤ πολὺ ἁμαρτωλοὶ; Ναὶ, ὅλοι συναισθανόμαστε ὅτι εἴμαστε λίγο ἤ πολὺ ἁμαρτωλοὶ, ἀλλὰ νοιώθουμε πόσα πολλὰ πράγματα ἔχουμε λάβει ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τὶ λίγους καρποὺς ἔχουμε ἀποδώσει; Μοναχὰ ἄν δοῦμε ζωντανά, καθαρὰ, τὴν ἀντίθεση ἀνάμεσα στὸ κάθε τι ποὺ ἦταν δυνατὸ, ποὺ εἶναι πράγματι δυνατό, - καὶ αὐτὸ ποὺ εἴμαστε, μποροῦμε νὰ ποῦμε τίμια τέτοια λόγια. 

Ἄς προβληματιστοῦμε, ἐπειδὴ δὲν μποροῦμε νὰ μιλήσουμε στὸ Θεὸ μὲ λόγια εὐγενείας, μὲ λόγια κούφιας εὐγένειας ὅταν προσευχόμαστε. Ὅ,τι λέμε πρέπει νὰ εἶναι ἀλήθεια, καὶ πρέπει νὰ κάνουμε σὲ κάθε προσευχὴ ἕνα τέστ ἀλήθειας ποὺ ν’ ἀφορᾶ τὴ συνείδηση καὶ τὴ ζωή μας.

Ἄς τὸ κρατήσουμε αὐτὸ μέχρι νὰ κοινωνήσουμε ξανὰ, ἔτσι ποὺ μιὰν ἡμέρα, ἴσως ὄχι στὴν ἑπόμενη μετάληψη, ἀλλὰ μετὰ ἀπὸ μιὰ ζωὴ ἀναζήτησης, προσευχῆς, κριτικῆς τοῦ ἑαυτοῦ μας, θὰ μποροῦμε νὰ ποῦμε ἀληθινὰ, Θεέ μου, ὦ Θεέ μου! Πόσα πολλὰ μοῦ ἔχεις δώσει καὶ πόσους λίγους καρποὺς ἔχω ἀποδώσει..! Ἄν εἶχε δοθεῖ στὸν ὁποιοδήποτε ὅ,τι μοῦ ἔδωσες, θὰ ἦταν ἤδη ἕνας Ἅγιος τοῦ Θεοῦ. Ἀμήν.


Ἀπόδοση στὰ Νεοελληνικά: www.agiazoni.gr

Τρίτη, Οκτωβρίου 11, 2016

Χωρίς την πίστη δεν θα μπορούσα ούτε να εξηγήσω,ούτε να αντέξω αυτόν τον κόσμο...

Αποτέλεσμα εικόνας για universul si dumnezeu

Εγώ ασχολήθηκα με τη θεωρητική περισσότερο Φυσική και Αστροφυσική.
Δεν ήμουν πειραματικός ή παρατηρησιακός.
Ανήκα στους επιστήμονες της σκέψης και όχι των αισθήσεων.


Μια μέρα, ήταν νομίζω Νοέμβριος του 1980, κάποιοι φίλοι μου που έκαναν παρατηρήσεις σε ένα μεγάλο αστρονομικό σταθμό βόρεια της Βοστώνης, στο Haystack, με κάλεσαν να περάσω όλο το βράδυ μαζί τους, δίνοντας μου παράλληλα την ευκαιρία να δω με το τηλεσκόπιο αυτά που μόνο με τη σκέψη είχα ως τότε προσεγγίσει.
Είχε και ένα μεγάλο ραδιοτηλεσκόπιο διαμέτρου περίπου 41 μέτρων, με το οποίο κάναμε μια παρατήρηση ενός ραδιογαλαξία, σε απόσταση 5,5 δισεκατομμυρίων ετών φωτός.

Στο τέλος γύρω στις 5 το πρωί καθίσαμε και κάναμε μια συζήτηση.
Κατάλαβα τι δυνατό πράγμα είναι οι αισθήσεις και η αμεσότητά τους.
Γι' αυτό και τους ρώτησα πως αισθάνονται μέσα απο την εμπειρία αυτών των παρατηρήσεων, προσδοκώντας να μου μιλήσουν για κάτι συγκλονιστικό, ανάλογο με αυτό που κι εγώ έζησα εκείνη τη βραδιά.

Προς μεγάλη μου όμως έκπληξη, τους άκουσα να μου λένε ότι άλλοτε τους πιάνει τρέλα, άλλοτε τίποτα και κάτι τέτοια.
Όλα αυτά γιατί ζούμε μέσα σε ένα σκοτεινό σύμπαν με ελάχιστα φωτόνια, πολύ ψυχρό με θερμοκρασία στους 2,7 βαθμούς Κελσίου, πολύ άδειο, κενό, είμαστε απελπιστικά μικροί και τραγικά μόνοι μέσα στο αχανές χάος.

Ήρθε και η σειρά μου να μιλήσω.
Τι όμως να πω;
Εγώ ένιωθα ότι το σύμπαν είναι πολύ φωτεινό και ας έχει λίγα φωτόνια, πολύ θερμό και ας είναι τόσο χαμηλές οι θερμοκρασίες του, γεμάτο απο αρμονία, ομορφιά και σοφία.
Ένιωθα πολύ μικρός χωρίς αυτό να με ενοχλεί, μιας και μπορούσα να το αντικρύσω και να το απολαύσω, και καθόλου μόνος, αφού η σοφία και η ομορφιά του είχε ζωή και πρόσωπο.
Τόλμησα και τους το είπα.
Απογοητεύθηκαν αντί να με ζηλέψουν.
Με ρώτησαν αν είμαι θρήσκος.
Τους απάντησα όχι.
Μπερδεύτηκαν.
Τους είπα όμως ότι εκείνο το βράδυ γέμισα απο τη χαρά της θεϊκής παρουσίας.
Η συζήτηση σταμάτησε.

Το ίδιο ερέθισμα αυτούς τους βούλιαξε κι εμένα με απελευθέρωσε, με γέμισε.
Η διαφορά βρισκόταν μέσα μας.Δεν ήμουν καλύτερος απο αυτούς.
 Όχι.
Είχα όμως πίστη
. Δόξασα τον Θεό που υπήρχε μέσα μου.
Χωρίς αυτήν δεν θα μπορούσα κι εγώ ούτε να εξηγήσω ούτε να κατανοήσω ούτε και να αντέξω αυτόν τον κόσμο
το είδαμε εδώ

Ο Γέροντας Νεκτάριος έβλεπε το σήμερα πριν από 20 χρόνια.


keimeno
Έψαχνα το αρχείο μου σήμερα και ξαφνικά βρήκα κάποια έντυπα του 1997 που είχαν μοιραστεί έξω από την εκκλησία που εκκλησιάστηκα. Τα διάβασα και τρόμαξα… διότι όσα συμβαίνουν σήμερα κατά της Εκκλησίας μας και της Ελλάδος μας, τα αναφέρει όλα κατά γράμμα. 
Κανένας όμως δεν έδινε τότε σημασία. Ούτε οι Εκκλησιαστικοί ούτε οι πολιτικοί άρχοντες!!! Αποτέλεσμα; Τώρα τρέχουν όλοι…διότι δεν έτρεξαν τότε εκείνοι που μπορούσαν να σταματήσουν το κακό. Διαβάστε τα έντυπα του Γέροντα Νεκταρίου όπως τα έχω στο αρχείο μου.
Α) Βᾶλτε ὅρους στή Βασίλισσα ἤ ΠΑΡΤΕ ΤΗΣ ΤΟ ΣΚΗΠΤΡΟ
Ἀρχιμ. Νεκτάριος Μουλατσιώτης

15/12/1997
Ἀναφέρεται ὅτι κάποτε ἕνας βασιλιᾶς κυβερνοῦσε ἐλεύθερα καί ἀνεξάρτητα τό ἔθνος του. Ἡ σύζυγός του ὅμως καί βασίλισσα, τοῦ ζητοῦσε ἐπίμονα νά τῆς δώσει τό δικαίωμα νά κυβερνήσει ἔστω γιά 24 ὧρες τό βασίλειο. Ἐκεῖνος πάντοτε ἀντιδροῦσε λέγοντάς της ὅτι αὐτό εἶναι ἀδιανόητο καί ἀδύνατο. Ἐκείνη ὅμως ἐπέμενε ἀντιλέγοντας, ὅτι εἶναι ζευγάρι, ὅτι ἔχουν ζήσει μαζί τόσα χρόνια, ὅτι μαζί ἔκαναν τά παιδιά τους κ.λπ. Μετά ἀπό τίς συζυγικές πιέσεις τῆς βασίλισσας, τελικά ὁ βασιλιᾶς πείστηκε καί τῆς παρέδωσε τό σκῆπτρο καί τήν σφραγῖδα ἄνευ ὅρων, γιά νά διοικήσει γιά 24 ὧρες τό βασίλειό τους.
Μόλις ἡ βασίλισσα πῆρε τό σκῆπτρο καί τήν σφραγῖδα ἐξέδωσε τό πρῶτο βασιλικό διάταγμα τό ὁποῖο ἔλεγε: “Νά συλληφθεῖ ὁ τέως βασιλεύς”. Ἀμέσως ἐκδίδει καί τό δεύτερο βασιλικό διάταγμα τό ὁποῖον ἔλεγε: “Νά ἀποκεφαλισθεῖ ὁ τέως βασιλεύς”. Ἔτσι βασίλευσε καί κυβέρνησε γιά χρόνια πολλά στό βασίλειο τῶν ἀνοήτων…
Στό ἀνωτέρω παράδειγμα, στήν θέση τοῦ βασιλέως τοποθετῆστε τόν Ἕλληνα πρωθυπουργό καί στήν θέση τῆς βασίλισσας τοποθετῆστε τήν Ἑνωμένη Εὐρώπη. Καί ἰδού τώρα οἱ συνέπειες:
Ὁ πρωθυπουργός παρέδωσε τήν ἐξουσία τοῦ νομοθετεῖν γιά τό ἔθνος μας καί μάλιστα ἄνευ ὅρων μέ τήν ὑπογραφή πού ἔθεσε στή Συνθήκη τοῦ Μάαστριχτ, σέ κάποιους ἄγνωστους κυρίους πού εὑρίσκονται στίς Βρυξέλλες. Καί ἐκεῖνοι τώρα ἐξέδωσαν ἤδη τό πρῶτο τους “βασιλικό διάταγμα”, κοινοτική ἐντολή.
Ποιός ἔχει ὅμως τό δικαίωμα νά δίδει ἐντολές; Φυσικά, ὁ ἀνώτερος πρός τόν κατώτερο. Ποιό εἶναι τό πρῶτο “βασιλικό διάταγμα”, τῆς Ἑνωμένης Εὐρώπης εἰς βάρος τῶν κρατῶν-μελῶν της; Ἡ Συνθήκη Σένγκεν. Τί ζητᾶ ἡ Συνθήκη Σένγκεν; Νά συλλέξουν μέχρι λεπτομερείας ὁποιαδήποτε πληροφορία μποροῦν γιά τούς ὑπηκόους της. Ἔτσι ὥστε νά μπορεῖ ἡ βασίλισσα (Ε.Ε) νά γνωρίζει ποιοί εἶναι οἱ δικοί της καί ποιοί ὄχι. (Τά περί ναρκωτικῶν καί ἐγκληματιῶν πού θέλουν δῆθεν νά γνωρίζουν εἶναι τουλάχιστον γιά τούς
ἀφελεῖς…)
Ἐρωτοῦμε ἐπίσης, ἀφοῦ στή βασίλισσα ἔχει δοθεῖ τό δικαίωμα νά νομοθετεῖ πλέον ἄνευ ὅρων γιά τά κράτη – μέλη της, ἔχει τό δικαίωμα νά ἐκδόσει “βασιλικά διατάγματα” κοινοτικές ἐντολές, ὅπως: Νά γίνουν οἱ ἀγρότες τῆς Ἑλλάδος μόνο τό 6% τοῦ πληθυσμοῦ της καί οἱ ὑπόλοιποι ἀγρότες νά βροῦν ἄλλη δουλειά, νά θάψετε τά πορτοκάλια ἤ τά μῆλα, πετᾶτε τά καπνά, θρέψατε χοιρινά καί ὄχι αἰγοπρόβατα, χῦστε τό γάλα, ξεφυτέψτε τίς ἐλιές καί φυτέψτε βερυκοκιές, διότι ἐγώ αὐτά ἐπιδοτῶ; Ἔχει ἐπίσης τό δικαίωμα νά ἐκδόσει “βασιλικά διατάγματα” κοινοτικές ἐντολές, ὅπως: Νά ἐφαρμοσθεῖ στό βασίλειό μου ἡ καύση τῶν νεκρῶν, ἡ ὑποχρεωτική ἐργασία τῆς Κυριακῆς, ἡ διακοπή τῆς μισθοδοσίας τῶν κληρικῶν, ἡ ὑποχρεωτική θέσπιση καί μόνο τοῦ πολιτικοῦ γάμου, ὁ γάμος τῶν ὁμοφυλοφίλων, ἡ παραλαβή νέων ταυτοτήτων, ἡ κατάργηση τῶν ἐθνικῶν σημαιῶν, τῶν ἐθνικῶν ἑορτῶν, ὁ συνεορτασμός τοῦ Πάσχα, ἡ κατάργηση τοῦ ἄβατου τοῦ Ἁγίου Ὄρους κ.λ.π. κ.λ.π.; (Ὑπάρχουν ἐντολές καί γιά τόν οἰκονομικό τομέα) Καί φυσικά ναί, διότι τῆς δόθηκε αὐτό τό δικαίωμα μέ τή συνθήκη τοῦ Μάαστριχτ. Ἡ ὁποία συνθήκη, ὅπως ἀπεφάνθηκαν ἔγκριτοι Βουλευτές, Νομικοί καί ὁ Δικηγορικός Σύλλογος τῶν Ἀθηνῶν, εἶναι ὑπεράνω παντός νόμου καί Συντάγματος. Ὁπότε καί πρωθυπουργός νά ἀλλάξει στήν Ἑλλάδα, οὐδεμία πλέον σημασία ἔχει, διότι τό σκῆπτρο τό κρατᾶ ἡ βασίλισσα τῶν Βρυξελλῶν.
Ἄρα ὅσο καί νά διαμαρτυρόμαστε πρός τήν Ἑλληνική Κυβέρνηση, τόν πρωθυπουργό ἤ τούς ὑπουργούς, κανένα οὐσιῶδες ἀποτέλεσμα δέν μποροῦμε νά ἐπιτύχουμε διότι τό σκῆπτρο καί τήν σφραγῖδα τά κρατᾶ ἡ Βασίλισσα.
Πρίν ἐκδόσει λοιπόν ἡ βασίλισσα διάταγμα τελικῆς ἐξοντώσεώς μας, προλάβετε νά τῆς θέσετε ὅρους ἤ πάρτε της τό σκῆπτρο καί τήν σφραγῖδα ἀπό τά χέρια της τώρα πού εἶναι νωρίς ἀκόμη.
Β) Γιά ὅλα ὅσα γίνονται φταῖνε οἱ Βρυξέλλες
Ἀρχιμ. Νεκτάριος Μουλατσιώτης
10/1/1998 
Δυστυχῶς οἱ πολιτικοί μας ἄνοιξαν τά σύνορα τῆς χώρα μας καί ἔδωσαν τήν ἐξουσία στό πεινασμένο θηρίο τῶν Βρυξελλῶν νά μᾶς κατασπαράξει. Και πολλοί ἀπό ἐμᾶς ἀκόμη δέν ἔχουμε καταλάβει ὅτι γιά ὅλα ὅσα γίνονται φταῖνε οἱ Βρυξέλλες. Ἴσως γιά νά τό καταλάβουν κάποιοι θά πρέπει νά ‘ρθουν μαζεμένες ἐντολές ἀπό τήν Κοινότητα καί ἡ μία πίσω ἀπό τήν ἄλλη. Δηλαδή νά ποῦν οἱ Βρυξέλλες στήν Ἑλλάδα: «Ἀπό σήμερα θά ἐφαρμοστοῦν ὑποχρεωτικά ὅλοι οἱ κάτωθι νόμοι:
α) Γάμος ὁμοφυλοφίλων,
β) ὑποχρεωτικός ὁ πολιτικός γάμος,
γ) ἔκδοση νέων ταυτοτήτων μέ τόν γραμμωτό κώδικα,
δ) καύση νεκρῶν,
ε) ἀπαγόρευση κωδωνοκρουσιῶν,
στ) συνεορτασμός τοῦ Πάσχα,
ζ) κατάργηση ἀβάτου Ἁγίου Ὄρους,
η) διακοπή μισθοδοσίας κληρικῶν,
θ) ἀπαλλοτρίωση τῆς Ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας κ.λ.π.».
Καί τότε νά δοῦμε γιά ποιό ἀπ’ ὅλα θά προλαβαίνουμε νά διαμαρτυρόμεθα καί νά φωνάζουμε. Ἴσως τότε νά καταλάβουν ὅλοι ὅτι, τελικά, το πρόβλημα δέν εἶναι οἱ νόμοι, ἀλλά τό θηρίο τῶν Βρυξελλῶν πού τοῦ ἔδωσε ἡ Κυβέρνησή μας τήν ἐξουσία, χωρίς τήν ἔγκρισή μας καί μάλιστα ἄνευ ὅρων, νά ἐκδίδει νόμους καί ἐντολές γιά τούς λαούς τῆς Εὐρώπης, μέ σκοπό τήν ἐξαφάνισή μας.
Περιοδικό Ὀρθόδοξη Μαρτυρία
Τεῦχος 99, Ἰανουάριος 1998

Μαρκέλλα Κακαβογιάννη
πηγή
το είδαμε εδώ 

Ἐν μέσω κρίσης... Ποῦ εἶναι ἡ Ἑλλάδα μας;



Διατελοῦμεν ἐν μέσω κρίσης! Ἐκεί πού πρὸς στιγμὴν μένουμε ἐνεοὶ καὶ ἀποσβολωμένοι. Ἐκεί πού κόβουμε ταχύτητα, χαμηλώνουμε τοὺς τόνους καὶ ρωτᾶμε: Γιατί; 

Πῶς ἔγινε καὶ φτάσαμε στοῦ γκρεμοῦ τὸ χεῖλος; Ποιὸς εὐθύνεται γιὰ τὴ στραβοτημονιά; 
Ποιὸς θὰ χρεωθεῖ τὸ ἀτύχημα; Ποιὸς θὰ χρεωθεῖ τὴν ἐθνικὴ συμφορά; 

Κοιτᾶς καὶ λές: Ποῦ εἶναι ἡ Ἑλλάδα μας; Ποῦ εἶναι οἱ Ἕλληνες; 

Ποῦ μᾶς πούλησαν; Ποιοὶ μᾶς ἀγόρασαν; 

Ποιοὶ θὰ δώσουν λόγο γιὰ τὴν ἀγοραπωλησία;

 Χιλιάδες ἀπελπισμένες κραυγὲς σὰ σεισμικὲς δονήσεις… 

Διατελοῦμε ἐν μέσω κρίσης, βιώνοντας ἕνα σκληρὸ παιχνίδι, πίσω ἀπὸ τὴν πλάτη μας καὶ πάντα σὲ βάρος μας. Εἰσπράττουμε τὴν προδοσία σὰ γεύση ἀπὸ χῶμα, σὰν ὀργὴ καὶ σὰν ἀπελπιστικὴ διαπίστωση: βρισκόμαστε ὑπὸ ζυγόν!

Καὶ ὁ πόνος τοῦ ζυγοῦ εἶναι τόσο δυνατὸς ὥστε ἄλλος γρήγορα καὶ ἄλλος ἀργὰ ξυπνᾶμε! Ξυπνᾶμε σὰν ἀπὸ βαρὺ ὕπνο. Μᾶς ξυπνάει ὁ ἥλιος τῆς νύχτας…Τὸ φῶς ποὺ γεννιέται ἀμέσως μετὰ ἀπ’ τὸ πυκνότερο σκοτάδι. 

Μᾶς ξυπνάει καὶ βλέπουμε πὼς δὲν εἴμαστε ἄμοιροί της τύχης μας, πὼς σαφῶς ἔχουμε κι ἐμεῖς, ὁ καθένας τὴ δική του εὐθύνη. Ἔχουμε κι ἐμεῖς, ὁ καθένας τὸ δικό του μερίδιο στὴ συμφορά.

Καὶ φωτίζεται ὁ νοῦς μας καὶ μᾶς γίνεται ὁρατὸ πὼς δὲν φταίνει μόνον οἱ ἐχθροὶ ποὺ μπῆκαν ἀπ’ τὴν κερκόπορτα. Φταῖμε καὶ ἐμεῖς ποὺ ἀπαξιώσαμε τὴν κερκόπορτα καὶ….

ἐν γνώσει μας τὴν ἀφήσαμε ἀφύλαχτη.


Φταῖμε ὅλοι… καὶ οἱ ἄνθρωποι τῆς Πολιτείας καὶ οἱ ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὁ λαός. Διαπράξαμε ὅλοι τὸ ἴδιο λάθος τῆς ὕβρης: Καταργήσαμε τὸν Θεό!

Εἴτε θέλουμε νὰ τὸ παραδεχτοῦμε εἴτε δὲ θέλουμε, ἀπὸ κεῖ μπῆκαν οἱ ἐχθροί: ἀπὸ τὴν κερκόπορτα τῆς ὑπεροψίας μας…, πού στὴ θέση τῆς Ἐκκλησίας ἔβαλε τὶς στοές, ποὺ ἀντικατέστησε τὸν γάμο μὲ συμβολαιογραφικὴ πράξη, ποὺ ἀντικατέστησε τὴ μάνα μὲ τὴν τηλεόραση, ποὺ ἀντικατέστησε τὰ παιδιὰ μὲ τὰ σκυλιά.

Ἀπὸ κεῖ μπῆκαν οἱ ἐχθροί: 


ἀπὸ τὴν κερκόπορτα τῆς ὑπεροψίας μας, πού ἀντικατέστησε τὸν Πνευματικὸ μὲ τὰ μέντιουμ, ποὺ ἀντικατέστησε τὴν Λειτουργία μὲ κολυμβητήρια, φροντιστήρια καὶ ἐκδρομές,

Ποὺ ἀντικατέστησε τὴν προσευχὴ μὲ γιόγκα, τὴ νηστεία μὲ δίαιτες, καὶ τὸν Χριστὸ μὲ τὸν χρυσό…

Ἀδελφοί μου, ἡ κρίση ἡ βαθιὰ καὶ ὀδυνηρὴ δὲν εἶναι ποὺ ἀδείασαν τὰ ταμεῖα μας. Εἶναι ποὺ ἀδείασε ἡ ψυχή μας! Ἀδείασαν τὰ σπίτια μας. Ξεκρεμάσαμε τὶς εἰκόνες, σβήσαμε τὸ καντήλι κι ἀνοίξαμε τὶς πόρτες. Τώρα μπορεῖ ἐλεύθερα νὰ μπαινοβγαίνει ὅποιο θέλει, ὅ,τι ὥρα θέλει γιὰ ὅποια σχέση θέλει.

Ἀδελφοί μου, ἡ κρίση ἡ βαθιὰ καὶ ἡ ὀδυνηρὴ εἶναι τὸ κλάμα τῶν παιδιῶν ποὺ δὲν ἀφήσαμε νὰ γεννηθοῦν!… καὶ τὸ κλάμα τῶν παιδιῶν ποὺ ἐγκαταλείψαμε.

Ἡ κρίση ἡ βαθιὰ καὶ ἡ ὀδυνηρὴ εἶναι ποὺ γεμίσαμε παιδιὰ ποὺ δὲν ἔχουν κατὰ ποὺ νὰ κοιτάξουν. Γεμίσαμε παιδιὰ-τορπίλες! Ἕτοιμα νὰ ἐκραγοῦν. Παιδιὰ γνωστῆς ἢ ἀγνώστου πατρότητας ποὺ δὲν τὰ θέλει κανείς, παρὰ μόνον αὐτοὶ ποὺ θὰ τὰ ἐμπορευτοῦν. Ἀδελφοί μου, γεμίσαμε ἐμπόρους ποῦ μαζεύουν ἀργύρια τριάκοντα, ἀλίμονο γιὰ νὰ ἀγοράσουν τὸν ἀγρὸ τοῦ Κεραμέως;

Κρύο… Τόσο πολὺ κρύο… Κι αὐτὴ ἡ κρίση… ἡ βαθιὰ καὶ ἐπώδυνή μας μαζεύει ἀπ’ τοὺς δρόμους καὶ γυρίζουμε μέσα μας. Ἐκεῖ ποὺ ἀρχίζει νὰ πάλλεται ἡ καρδιά μας ἡ πέτρινη καὶ νὰ δίνει ξανὰ σημεῖα ζωῆς, ζωῆς ἄλλης, ζωῆς ἀληθινῆς. Ἐκεῖ ποὺ δυναμώνει λίγο-λίγο ἡ φωνὴ τῆς χαμένης συνείδησης κι ἀρχίζεις νὰ διακρίνεις ἀνάμεσα στὶς χιλιάδες φωνὲς τὴ φωνὴ τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος! Κι ἀρχίζει ἡ ψυχή μας νὰ ψάχνει τρόπους ἀποκατάστασης: ποιὰ “αὐθαίρετα” νὰ γκρεμίσουμε καὶ ποιὰ “νόμιμα” νὰ ξαναχτίσουμε…

Ἀρχίζει ἡ ψυχή μας καὶ διψάει τὴν ἄφεση.

  
Ἀφήνει τὶς χῶρες τῶν ἀλλοφύλων, 
τὶς ἀλλότριες συμπεριφορὲς...
καὶ ξαναπαίρνει ἡ πολύπαθη ψυχή μας  
τούς πατροπαράδοτους δρόμους… 

γιὰ τὸ πετραχήλι τὸ ἅγιο γιὰ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.

Ἀδελφοί μου, ἡ κρίση ἡ βαθιὰ καὶ ἐπώδυνη εἶναι καὶ σωτήρια καὶ ἰαματική. 


Ἀρχίζεις καὶ νοιάζεσαι καὶ μοιράζεσαι τὸ τριμμένο παλτό σου μ’ αὐτὸν ποὺ κρυώνει! 

Ἀρχίζεις καὶ πονᾶς καὶ συμπονᾶς… 


Καὶ ὁ ἄλλος ἄνθρωπος γίνεται συνάνθρωπος, ὁ κάτοικος συγκάτοικος, ὁ πατριώτης συμπατριώτης, καὶ ὁ ἄλλος Ἕλληνας γίνεται συνέλληνας, ἐγγενὴς καὶ συγγενὴς καὶ ὄμαιμος καὶ ἀδελφός!!
 

Ἀδελφοί μου, ὁμοιοπαθεῖς καὶ συμπένητες, ἡ κρίση ἡ βαθιὰ καὶ ἡ ὀδυνηρὴ εἶναι γι’ αὐτοὺς ἡ ἀσωτία καὶ γι’ ἄλλους ἡ ὑποκρισία. Ἡ στείρα θρησκευτικότητά μας. Ἡ ἠθική μας αὐτάρκεια…. Κανεὶς δὲν κλαίει… Καὶ ἡ κρίση ἐντείνεται καὶ κάνει κρύο, πολὺ κρύο!

Χωρὶς μετάνοια, πῶς νὰ τὸ διαχειριστεῖς; Χωρὶς ἐλπίδα στὸ ἀμέτρητο ἔλεος τοῦ ἀγαπῶντος Θεοῦ, χωρὶς τὴν ἐμπειρία τῆς Παρουσίας Του, πῶς νὰ βγοῦν οἱ χειμῶνες; Πῶς νὰ βγοῦμε ἀπ’ τ’ ἀδιέξοδο χωρὶς θύρα ἐξόδου;

Ἀδελφοί μου, ὁμοιπαθεῖς καὶ συμπένητες, ἡ κρίση ἡ μεγάλη δὲν εἶναι ποὺ δὲν εὐημεροῦμε. Εἶναι ποὺ δὲν μετανοοῦμε. 


Ἡ κρίση ἡ μεγάλη δὲν εἶναι ποὺ ἀλώσαμε τὴν ψυχή μας. Εἶναι ποὺ τὴν παραδώσαμε μόνοι μας. Πρέπει νὰ περάσει καλὰ καὶ γιὰ πάντα στὸν πυρήνα τοῦ εἶναι μας: ἡ κρίση ἡ μεγάλη, ἡ μέγιστη τῶν συμφορῶν, δὲν εἶναι ἡ ὀφειλὴ τῶν δανείων . Εἶναι ἡ ὀφειλὴ τῶν δακρύων… 

Ἀδελφοί μου, ἔτσι παραγράφονται ὅλα τὰ χρεή: μὲ δάκρυα!

Καὶ θὰ δοῦμε τὴν ἄνοιξη νὰ πετάγεται κάτω ἀπ’ τὰ μάρμαρα.
Καὶ τὰ δένδρα νὰ ἀνθίζουν…

Καὶ θὰ ‘ρθεῖ ἡ Ἀνάσταση!


τῆς Μαρίας Μουρζά
Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ βιβλίο “Ἐν μέσω κρίσης” τῶν Ἐκδόσεων “Ἄθως”.
πηγή
το είδαμε εδώ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...