Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Δεκεμβρίου 16, 2018

Ο Άγιος της συγχώρεσης Διονύσιος ο Νέος, ο Ζακυνθινός Αρχιεπίσκοπος Αιγίνης (17 Δεκ)





Ο Άφθορος Άγιος Διονύσιος Ζακύνθου 
Ο Άγιος της συγχώρεσης (17 Δεκεμβρίου) 
Ανακομιδή Ιερών Λειψάνων του (24 Αυγούστου)

Ο Άγιος Διονύσιος Ζακύνθου (1547 - 17 Δεκεμβρίου 1622) είναι άγιος της ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας. Έζησε και έδρασε στη Ζάκυνθο από τα μέσα του 16ου αιώνα ως και τις αρχές του 17ου, ενώ διετέλεσε και επίσκοπος Αιγίνης. Σήμερα αποτελεί ένα από τους λαοφιλέστερους σύγχρονους αγίους και είναι πολιούχος της πόλης της Ζακύνθου.

Περιεχόμενα
1. Άγιος Διονύσιος Ζακύνθου (Βίος)
  • Παιδική ηλικία και μόρφωση 
  • Ο μοναχικός βίος 
  • Ιεροσύνη και επισκοπή 
  • Η φυγάδευση του δολοφόνου του αδελφού του 
  • Το τέλος της ζωής του και το άφθαρτο σκήνωμα
2. Δύο αποσπάσματα από το βιβλίο του Σώτου Χονδρόπουλου «Ο άφθορος Άγιος Διονύσιος» και Σύντομο βιογραφικό του συγγραφέα Σώτου Χονδρόπουλου.
3. Παραμονή εορτής Αγίου Διονυσίου: «Άγιο μου κορμάκι» Ημέρα τση Ζάκυθος
4. Σύντομος Βίος του Άγιου Διονύσιου εκ Ζακύνθου (17 Δεκεμβρίου)
5. Υμνολογία
6. Ανακομιδή Λειψάνων του Αγίου Διονυσίου του Ζακυνθινού 24 Αυγούστου.
7. Οι επίσημες πανηγύρεις του Αγίου Διονυσίου
8. Επιλεκτικό οπτικοακουστικό υλικό για τον Άγιο Διονύσιο (Βίντεο)
  • Βίντεο 1: Ο παρακλητικός κανόνας του Aγ. Διονυσίου εν Ζακύνθω
  • Βίντεο 2: Βίος του Αγίου Διονυσίου εκ Ζακύνθου
  • Βίντεο 3: «Άγιος Διονύσιος Ζακύνθου, Στροφάδια» εκπομπή Ιερά Μονοπάτια.
10. Βιβλιογραφία, Πηγές

1. Άγιος Διονύσιος Ζακύνθου (Βίος)
Γέννηση: 1547 Ζάκυνθος
Κοίμηση: 17 Δεκεμβρίου 1622 Ζάκυνθος

Παιδική ηλικία και μόρφωση

Ο Άγιος Διονύσιος γεννήθηκε το 1547 στον Αιγιαλό, δηλαδή στην παραλιακή ζώνη, της πόλης της Ζακύνθου. Το κατά κόσμον όνομά του ήταν Γραδενίγος (συχνά αναφέρεται -λανθασμένα- και ως Δραγανίγος) Σιγούρος. Η οικογένειά του ήταν εύπορη, με καταγωγή από την Δυτική Ευρώπη και με προγόνους του Καθολικού Δόγματος, και κατείχε μεγάλη έκταση γης, ενώ οι γονείς του συμμετέχοντας στους πολέμους των Βενετών κατά των Τούρκων απέκτησαν και αριστοκρατικό αξίωμα. Ο πατέρας του λεγόταν Μούκιος και η μητέρα του Παυλίνα, ενώ είχε άλλα δύο αδέλφια τον Κωνσταντίνο και τη Σιγούρα. Σύμφωνα με τοπικές παραδόσεις της Ζακύνθου, που δεν επιβεβαιώνονται ιστορικά, ο Άγιος είχε για ανάδοχο τον Άγιο Γεράσιμο.

Από μικρή ηλικία, η οικογένειά του τού παρείχε χριστιανική ανατροφή ενώ είχε προσλάβει και ένα δάσκαλο ονόματι Καιροφυλά ώστε να μεταδώσει στον μικρό Γραδενίγο τόσο γνώσεις για τη θύραθεν παιδεία, όσο και για τα «εκκλησιαστικά γράμματα». Δεν γνωρίζουμε εν συνεχεία ποιοι διετέλεσαν δάσκαλοί του, όμως οπωσδήποτε απέκτησε σημαντική μόρφωση, τουλάχιστον με τα δεδομένα της εποχής, αφού πέραν των ελληνικών και ιταλικών είχε εξαιρετικό χειρισμό της αρχαίας ελληνικής και λατινικής γλώσσας, ενώ μια διασωθείσα επιστολή με υπομνηματισμούς πάνω στον Γρηγόριο το Θεολόγο, αναδεικνύει την ευρεία θεολογική μόρφωση που είχε ήδη αποκτήσει.

Ο μοναχικός βίος

Μετά το τέλος της ζωής των γονιών του, σε ηλικία 20 ετών, αποφασίζει να πάρει το μοναχικό σχήμα. Αυτό προκύπτει από τη δωρεά όλης της περιουσίας στον αδελφό του με ιδιαίτερη μνεία για την αποκατάσταση της αδελφής του. Η κλίση ήδη είχε φανεί από μικρή ηλικία καθότι ακολουθούσε ασκητικό βίο βασισμένο πάνω στην Ορθόδοξη πατερική θεολογία. Παρότι πλούσιος αποφάσισε να γίνει μοναχός και εκάρη στη μονή Στροφάδων, νησί νότια της Ζακύνθου, παίρνοντας το όνομα Δανιήλ. Έτσι αφιερώθηκε στην προσευχή, την μελέτη των γραφών και διήγαγε ασκητικό βίο, που τόσο ποθούσε. Σύντομα μάλιστα φάνηκε και η πνευματική πρόοδός του, με αποτέλεσμα 2 έτη αργότερα να γίνει ηγούμενος της μονής.

Ιεροσύνη και επισκοπή

Ένα έτος αργότερα ο σπουδαίος αυτος Αγιος,Διονύσιος, θα χριστεί ιερέας παρά τις αρχικές του επιφυλάξεις λόγω της βαριάς ευθύνης της ιεροσύνης, από τον επίσκοπο Κεφαληνίας και Ζακύνθου, Θεόφιλο. Το 1577 όμως θέλησε να πάει να στους Αγίους Τόπους. Περνώντας από την Αθήνα θέλησε να πάρει την ευλογία του επισκόπου Νικάνορα. Ο Νικάνωρ όμως εντυπωσιάστηκε από την παιδεία, την μόρφωση και τη στωικότητα του Αγίου και θέλησε να τον προάγει στο επισκοπικό αξίωμα της επισκοπής Αιγίνης, που βρισκόταν σε χηρεία. Έτσι έγραψε στον Πατριάρχη Ιερεμία υπέρ της υποψηφιότητος του Δανιήλ. Ο Ιερεμίας συναίνεσε τελικά και ο Άγιος εχρίσθη επίσκοπος Αιγίνης λαμβάνοντας το όνομα Διονύσιος. Το έργο που επιτέλεσε στο νησί της Αίγινας ήταν σημαντικό τόσο από πνευματικής απόψεως όσο και στην ανακούφιση των καταπονημένων και φτωχών.

Το 1579 όμως υποχρεώθηκε σε παραίτηση. Ο ασκητικός βίος σε σύνθεση με το διαρκές ακατάπαυστο έργο, κατεπόνησαν την υγεία του, με αποτέλεσμα να στείλει επιστολή τόσο στον Οικουμενικό Πατριάρχη Ιερεμία όσο και τον Μητροπολίτη Αθηνών Νικάνορα με την παραίτησή του και την ταυτόχρονη βούλησή του να επιστρέψει στην Ζάκυνθο. Ο Ιερεμίας όμως δεν ήθελε να μείνουν αναξιοποίητες οι ικανότητες του Διονυσίου και έτσι τον έχρισε χωρεπίσκοπο Ζακύνθου. Η έντονη δραστηριότητα όμως στην Ζάκυνθο, προκάλεσε την επιβουλή του επισκοπικού περιβάλλοντος, ίσως δε και του ίδιου του επισκόπου, με αποτέλεσμα να καταγγελθεί για υπέρβαση εξουσίας, στον ηγεμόνα του νησιού Νικόλαο Δαπόντε. Ο Δαπόντες ζήτησε την παραίτηση του Διονυσίου, κάτι που ο ίδιος δέχτηκε ώστε να μην προκληθούν σχίσματα και εντάσεις. Σημειώνεται εδώ ότι η Ενετική Διοίκηση δεν επιθυμούσε την παρουσία ιερωμένων με δεσμούς με το Πατριαρχείο της Κωσταντινούπολης στις κτήσεις της, καθώς το τελευταίο τελούσε σε ομηρεία από τους ανταγωνιστές της Βενετίας Οθωμανούς.

Η φυγάδευση του δολοφόνου του αδελφού του

Οι οικογένειες Σιγούρου και Μονδίνου από διασωθέντα έγγραφα που ανάγονται στα αρχεία της Βενετίας, φαίνεται να είχαν θανάσιμο μίσος. Συμπλοκές μεταξύ των δυο οικογενειών συνέβαιναν διαρκώς. Σε μια από αυτές ο αδελφός του Αγίου, Κωνσταντίνος, δολοφονήθηκε. Στην προσπάθεια όμως να διαφύγει ο (αγνώστου ονόματος) δολοφόνός του Κωνσταντίνου αναζήτησε καταφύγιο στο μοναστήρι που βρισκόταν ο Άγιος, χωρίς όμως να γνωρίζει τη συγγένεια. Όταν ο δολοφόνος έφτασε στη Μονή, ερωτήθη από τον Διονύσιο, που ήταν ο ηγούμενος της Μονής, γιατί ζητεί καταφύγιο, αφού κανονικά δεν επιτρέπετο να εισέλθει. Ο ίδιος απάντησε πως τον κυνηγούσαν οι Σιγούροι, ενώ μετά από διαρκείς ερωτήσεις ομολόγησε πως δολοφόνησε τον Κωνσταντίνο Σιγούρο. Ο Διονύσιος παρά τη θλίψη του, όχι μόνο έκρυψε τον δολοφόνο αλλά και τον φυγάδευσε. Έτσι με αυτόν τρόπο κατάφερε να αποτρέψει ένα ακόμα έγκλημα και ταυτόχρονα να δώσει τη δυνατότητα μετανοίας στον δολοφόνο, παρά την πικρία για το χαμό του αδελφού του, δίνοντας ένα παράδειγμα συγχώρησης και υψηλής εφαρμογής της Χριστιανικής αγάπης. Σημειώνεται ότι τα παραπάνω στηρίζονται αποκλειστικά στην προφορική παράδοση του νησιού, καθώς απουσιάζουν τα τεκμήρια από το Αρχειοφυλάκιο Ζακύνθου (δεν εντοπίστηκαν, παρόλες τις σχετικές προσπάθειες, ακόμα και πριν την καταστροφή του στην σεισμόπυρκαγιά του 1953).

Το τέλος της ζωής του και το άφθαρτο σκήνωμα 

Ο σπουδαίος Άγιος Διονύσιος κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής του είχε αποσυρθεί στο μοναστήρι της Θεοτόκου της Αναφωνήτριας. Πολύς κόσμος τον επισκέπτετο για να λάβει συμβουλές αλλά και να εξομολογηθεί. Τελικά πέθανε σε ηλικία 75 ετών, στις 17 Δεκεμβρίου του 1622, με τελευταία του επιθυμία να ταφεί στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου Στροφάδων, όπου και χειροτονήθηκε ιερέας. Τρία έτη μετά εξετάφη και το λείψανό του στην ανακομιδή ευρέθη άφθαρτο. Μετά την Τουρκική επίθεση στα Στροφάδια τον δέκατο όγδοο αιώνα και την αποκοπή των χεριών του λειψάνου από τους επιτιθέμενους, το σώμα του Αγίου παρεδόθη όπου και παραμένει μέχρι και σήμερα, εκτιθέμενο στο ναό του αγίου στην Ζάκυνθο. Είναι ένα από τα τρία άφθορα λείψανα στο Ιόνιο, του Άγιου Σπυρίδωνα, του Άγιου Γεράσιμου και του Αγίου Διονυσίου.

Η αγιότητά του αναγνωρίσθηκε από το οικουμενικό πατριαρχείο το 1703, αλλά στο νησί ένεκα του βίου του, αλλά και του λειψάνου του ετιμάτο ως άγιος αρκετά νωρίτερα.[1]


Η συγχώρησις του φονέως: Άγιος Διονύσιος ο Νέος, 
ο Ζακυνθινός Αρχιεπίσκοπος Αιγίνης. 
Τοιχογραφία από τον Άγιο Διονύσιο Αχαρνών, 
αγιογράφος Αναστάσιος Σαργέντης 

2. Δύο αποσπάσματα από την αφηγηματική 
βιογραφία στο βιβλίο του Σώτου Χονδρόπουλου 
«Ο άφθορος Άγιος Διονύσιος» 

1α. Απόσπασμα 1ο: 


...Τα βήματα συνεχίστηκαν βίαια. Ενώ ταυτόχρονα, κάποιος ξεφώνιζε απεγνωσμένα:

-Άνοιξε καλόγερε, βοήθεια!


Παρατώντας το μάνταλο και ξανακατεβαίνοντας κατατρομαγμένος τα πέτρινα σκαλοπάτια, βρέθηκε… τρεμουλιάζοντας στην θολωτή πύλη. Στην μαντρόπορτα με τους χοντρούς πασσάλους.


Ποιός είσαι και τι ζητείς; σιγορώτησε.

Άνοιξε, λυπήσου με, με κυνηγούν, θα με σκοτώσουν. Σώσε με, κρύψε με, να συχωρεθούν οι γονέοι σου, αν δε ζουν.
Γιατί σε κυνηγούν;
- Άνοιξε και θα σου μολογήσω.

Τράβηξε τον πάσσαλο της ασφάλειας πέντε πόντους πρός τα πάνω, και το χοντρό από κυπαρισσόξυλο πορτόφυλλο, μισάνοιξε.


Τότε ώρμησε στον αυλόγυρο, ένας αξύριστος, αλλοσούσουμος, δίχως σκούφο με γουρλωμένα μάτια. Και μαλλιά σκαντζόχοιρα. Στα χέρια κρατούσε ένα ρόπαλο και σε πλάγια τσέπη του σουρτούκου του φάνταζε χοντρό μαχαίρι.


- Κρύψε με, όπου νάναι θα φανούν, ανάκραξε σπαρακτικά.


- Τι έκανες χριστιανέ; Γιατί σε κυνηγούν;


- Σκότωσα…


Κίτρινη πέτρα απόμεινε το πρόσωπο. Το φανάρι ξέφυγε από το δίχτυ, κύλησε χάμου. Και τα μάτια στον τσουχτερό χιοναγέρα έπηξαν.


- Δυστυχισμένε… Σε κέρδισε ο γκρεμός, ο Κάϊν;


- Κρύψε με, μη χασομεράς. Όπου νάναι θα φτάσουν. Κάποιος, αναμεσό τους, φώναξε ότι μονάχα από δω θε να διαβώ. Δεν έχει αλλού γιδόστρατο.


Κοντοστάθηκε στις τσουχτερές δροσοστάλες, αναποφάσιστος. Τα χέρια έτρεμαν. Το σάλι σερνόταν στο πλατύσκαλο και με τον χιοναγέρα κουκούλωνε το φανάρι.

Πάμε, πρόφεραν τα χείλη.
Πού;
Στο διπλανό κελλί. Δεξιά στο ανώγι.

Έσπρωξε την μαντρόπορτα μηχανικά.


Ώσαμε να μπουν, ώσαμε να καλοκλείσει, ώσπου ν’ ανάψει το λαδολύχναρο, ο φονιάς βρέθηκε χάμου. Στα πόδια του. Γονατιστός. Στο γιλέκι του φάνταζαν δύο πιτσιλιές αίμα.

Λυπήσου με, μούγκρισε. Κι άρχισε να κλαίει.


- Ο Θεός να σε λυπηθεί, δυστυχισμένε. Από λόγου μου σε λυπάμαι. Και πολύ μάλιστα. Αλλά φέρνει πίσω την ζωή;… Κλάψε και μοιρολόγισε. Ζήτα του σπλαχνιά.


Ο άνθρωπος έκλαιγε με λυγμούς.


- Μετανοιώνεις; Αντήχησαν μία – μία οι συλλαβές.


- Χίλιες βολές. Άς όψονται οι Μονδίνοι. Το κρίμα στο λαιμό τους. Μούταξαν να με καταστήσουν από ρέμπελο και μπράβο μπιστεμένο τους.


Ο ιεράρχης στη λέξη ανατρίχιασε. Αλλά παρευθύς θυμήθηκε την επικείμενη καταδίωξη… Άνοιξε κάποιο συρτάρι και ανατράβηξε το πετραχείλι. Το φίλησε, το φόρεσε, έκανε πάλι το σημείο του σταυρού και είπε:


- Για τα όβολα λοιπόν δέχτηκες δυστυχισμένε, να διαπράξεις φόνο;


- Ναίσκε άγιε ηγούμενε, που να μην έσωνα ο ξελογιασμένος. Μ’ έβαλε ο εξαποδώς. Τι γύρευα να παραφουσκώνω στσι παλληκαροσύνες; Για να βγεί παναπεί στην Κοινότητα Κήνσορας, κακόροικος ο άλλος ο αφέντης, ο Σιγούρος…


- Ποιόν από τους σέμπρους του Σιγούρου σκότωσες;


- Σέμπρο, άγιε ηγούμενε; Τον ίδιο τον αφέντη. Τον κόντε- Κωνσταντή παραφύλαξα και μαχαίρωσα αριστερά στο καντούνι του Κάστρου. Τον άφηκα σέκο. Παρακάλα τον Θεό για την ψυχή. Για μια ψυχή που θα παραδώσω.


- Αχχ!


- Σαν τι αγροικάς ηγούμενε; Λυπήσουμε, τον μετανοιωμένο. Σου ήτανε φίλος ή γνωστός ο αφέντης; Για ξένα νιτερέσα, ο δόλιος.


- Ήταν…ήταν ο αδελφός μου. Ο αδελφός μου. Κωνσταντίνε…Κωνσταντίνε…Κωνσταντίνε…


Ένα σμάρι δάκρυα πέσανε κατακόρυφα στο κεφάλι του φονιά.


Έχουνε άραγε τα δάκρυα βάρος; Βράχια πέσανε στην αναμαλιασμένη κεφαλή. Μοναστραπίς έπεσε μπρούμιτα. Σπάραζε σαν ψάρι. Και με τα θολόνερα των ματιών του, σερνόταν, φιλούσε ένα ζευγάρι παντόφλες.


Είσαι…είσαι ο δέσποτας…ο πανιερώτατος, το καύχημα τση χώρας; Συμφορά που με βρήκε…Αλλοί…Χτύπα με. Να, πάρε το μαχαίρι, σκότωσέ με.


Ακολούθησε σιγή. Μια σιγή όλο μυστήριο. Καταγεμάτη δέος. Άραγε ποιό τάγμα των Ασωμάτων να παρακολουθούσε το δράμα;


Ο ηγούμενος με το βλέμμα ψηλά και με τα δάκρυα αρμυρές σταγόνες- βράχια- να κυλάνε και να κυλάνε, προσευχόταν.


- Θεέ και Κύριε… Θεέ και Κύριε…τραύλιζαν κάθε τόσο τα χείλη του.


- Χτύπα με, χτύπα με, ούρλιαζε χάμου στα πόδια του ο αναπάντεχος τούτος επισκέπτης.


Πόσο κράτησε η τραγική στιγμή, κανείς πια δεν θυμάται. Μονάχα ο Εσταυρωμένος. Ο παντογνώστης.


- Σήκω… αντήχησε η λαλιά του εξομολόγου. Θαρρώ ακούγεται σαματάς. Σκαρφαλώνουν θαρρώ, άλογα.


Ο άνθρωπος πετάχτηκε σαν μοσχάρι που του βυθίζουν το στιλέτο στο λαιμό.


- Θα με παραδώσεις;


- Όχι.


- Ω… Και τι αποφασίζεις να πράξω;


- Φύγε. Πάρε τις ρεματιές.


- Μπορώ;


- Δεν ξέρω. Σύρε απέναντι, όπου σε φωτίσει ο Αναστημένος.


- Θα… θα με δούν.


- Σύρε απέναντι, στο πατητήρι. Κρύψου στο σύδεντρο, στο τσαρδάκι του πορτάρη. Αυτού μέσα υπάρχει άχερο. Και σανός. Και λίγα μέτρα πιο πέρα, βυθίζεται στ’ αγκάθια ο πρασινόβραχος.


Η στιγμή ήταν κρίσμη, δεν έπαιρνε χασομέρι. Τα πάντα έγιναν μέσα σε πέντε ή έξι λεπτά. Ίσως και σε δυο.


Και να, σε λίγο έξω στην ερημιά, καταμεσίς στον χιοναγέρα που εξακολουθούσε να σφυρίζει, αντήχησε ποδοβολητό αλόγων. Και από κοντά φωνές, βλαστήμιες.


Τα χέρια καθώς τοποθετούσαν στην θέση του το πετραχείλι, έτρεμαν. Και τα δόντια γοργοκτυπούσαν. Αν δεν προλάβαινε να σφογκίσει τα δάκρυα, αλλοίμονο θα συντελούσε σε δυσάρεστες εξελίξεις.


Καταμπροστά του βρέθηκαν πέντε ζευγάρια μάτια. Γυάλιζαν σαν της ύαινας.


- Πέρασε από δω γέροντα, κάποιος ξεσκούφωτος με γένεια; Ανάκραξε φιλεύρενα κάποιος πανύψηλος με φαβορίτες που έδειχνε νάναι επικεφαλής.


- Ναί, πέρασε.

Και πούναιτος τώρα;
Έφυγε.
Κατά πού τράβηξε;
Δεν πρόσεξα.
Πώς;
- Έπιασα να ετοιμάζομαι για παρακλητική. Δεν καλοπρόσεξα. Μα… να. Θαρρώ κάπου από δώ.
Δηλαδή;
Από τη λαγκαδιά, ίσως. Κι έκανε αόριστη χειρονομία.

- Γρήγορα να τον προλάβουμε, φώναξε ο ψηλός με τις φαβορίτες. Κατάλαβα. Τραβάει δυτικά για να πέσει στην κατηφόρα, στα πουρνάρια. Προσοχή μη σβήσουνε τα φανάρια.



1β Απόσπασμα 2ο: 

Οι Ζακύνθιοι ποιητές αργότερα γράψανε ότι είχε τάχα πεί ένα ιερό ψέμα ο άγιος. Για χάρη τάχα της συγγνώμης. Δεν βγαίνει όμως τέτοιο συμπέρασμα από μια προσεκτική έρευνα. Ο Θεός δεν συμβιβάζεται με το «μαύρο» ποτέ. Μήτε δέχεται, μήτε «παραθεωρεί» το ψέμα. Σαν Πνεύμα και σάν αλήθεια είναι και παραμένει Φως. 

Απλούστατα η απόκρυψη του κακούργου επιβάλλονταν και από το «απόρρητον της εξομολογήσεως», αλλά και από το ψυχικό μεγαλείο του πράου και ανεξίκακου ιεράρχη. Ο στόχος του ήταν να μήν πέσει στα νύχια του δαίμονα, να μη κατρακυλήσει στο χάος, στην απώλεια, το κυνηγημένο εκείνο γεράκι. Αλλά με την μετάνοια, να αλλάζει χρώμα. Να μεταβληθεί σε περιστέρι. Καμιά ώσαμε τότε ψυχή δεν χάθηκε από τόσες και τόσες που σέρνονταν στα πόδια του και του ζητούσαν βοήθεια. 


Ορθόδοξος μέχρι το μεδούλι ο Όσιος της Αναφωνήτρας, αδύνατο να έπεφτε σε αντικανονική παράβαση.[2]



3. «Άγιο μου κορμάκι» Ημέρα τση Ζάκυθος 
Παραμονή της εορτής του Αγίου Διονυσίου

Παραμονή της γιορτής του Αγίου μας σήμερα, της χειμωνιάτικης και πραγματικής. Αυτήν την φορά είναι η επέτειος της μνήμης του και ’μεις – και λόγω του σύμμαχου κακού καιρού – τον τιμάμε οικογενειακά και ζεστά, παραδοσιακά και σεμνά, όπως και ο ίδιος σίγουρα θα επιθυμούσε. Μαζί του γιορτάζουν όλα τα σπίτια, όχι μόνο την χρονιάρα μέρα, την μεγαλύτερη του χρόνου για το νησί, αλλά και για τα ονομαστήρια πολλών, μια και δεν υπάρχει οικογένεια στην πόλη και τα χωριά χωρίς Διονύσιο ή Διονυσία και συχνά, προς τιμή του, δίνουμε και άλλα ονόματα στους δικούς μας, σαν πούροι Ζακυνθινοί, όπως Σιγούρος, που ήταν το επώνυμό του, Δραγανίγος, για το κοσμικό του όνομα ή Δανιήλ, όπως και ο ίδιος ονομάζονταν για λίγο, μετά την μοναχική του κουρά στο πυργομονάστηρο των Στροφάδων και πριν την ανάρρησή του στο υπέρτατο αξίωμα της ιεροσύνης, τον βαθμό του επισκόπου, στο εκκλησάκι του Αγίου Ελευθερίου της Αθήνας, για να ποιμάνει το νησί της Αίγινας.

Λατρεία αληθινή έχουν όλοι οι συμπατριώτες του, τους οποίους πολύμορφα και ποικιλότροπα προστατεύει, στο ιερό και πολυαγάπητο πρόσωπό του. Είναι απλά και μόνο ο Άγιός τους, χωρίς κανέναν άλλο προσδιορισμό και συχνά φτάνουν στο ακραίο σημείο αγάπης και λατρείας να τον θεωρούν και πάνω και από τον ίδιο το Θεό. Υπερβολή, που όσο και να μην την κατανοούν οι θεολόγοι και να την καυτηριάζουν, ιδιαίτερα όταν είναι ξένοι με τον επτανησιακό χώρο, την βιώνουν οι συμπολίτες του Αγίου και εξακολουθούν να την διατηρούν, γιατί είναι το ζακυνθινόπουλο που άγιασε και το αρχοντόπουλο που απαρνήθηκε τα πλούτη και τις τιμές της οικογένειάς του, για να κερδίσει οριστικά μια θέση στα επουράνια.

Αυτός είναι και ο λόγος που οι πιστοί του νησιού, αλλά και οι άπιστοι, που τον δέχονται και τον τιμούν, θέλουν τις μεγάλες γιορτές του χρόνου και τις χρονιάρες μέρες να τις συνδέουν με τ’ όνομά του και τη χάρη του και γι’ αυτό ο Άγιος αυτές τις στιγμές «είναι στη Θύρα του», για να μπορούν να τον προσκυνούν και τα τον συνδοξάζουν με τον Χριστό, είτε αυτός γεννιέται στην Βηθλεέμ, είτε βαπτίζεται στον Ιορδάνη, είτε ανασταίνεται εκ νεκρών, νικώντας τον θάνατο και δίνοντας την αιώνια ζωή στο ανθρώπινο γένος.

Στη Ζάκυνθο το να πας να προσκυνήσεις τον Άγιο, ιδιαίτερα όταν το λείψανό του είναι όρθιο «στη θύρα του», αλλά και σε πολλές άλλες περιπτώσεις, όταν λύπη ή χαρά το απαιτεί, είναι εφάμιλλο με το να κοινωνήσεις και συχνά – πυκνά ακούγεται η φράση: «έχω καιρό να προσκυνήσω τον Άγιο», όπως ο κάθε πιστός λέει: «έχω καιρό να μεταλάβω».
  • Εξάλλου σε όλες τις λαϊκές εκφράσεις ο Άγιος έχει αντικαταστήσει τον Θεό. «Μα τον Άγιο», λέμε πάντοτε, θέλοντας να ορκιστούμε. «Δεν έμεινε Άγιος», τονίζουμε, θέλοντας να δηλώσουμε μεγάλη καταστροφή και – για να τελειώσουμε τα ενδεικτικά παραδείγματα – εκείνο το «αν θέλει ο Άγιος», το οποίο λέμε συχνά και περισσότερη σημασία έχει πως και το πιστεύουμε πραγματικά.
Αυτό, όμως, που χαρακτηρίζει τον Πολιούχο της Ζακύνθου και δίνει την διαφορετικότητα στην λατρεία των δικών του πιστών, είναι η εντελώς ανθρώπινη προσφώνηση στο ιερό του πρόσωπο, όταν οι συντοπίτες του τον καλούν με την ποιητική και ζεστά ανθρώπινη προσφώνηση «άγιο μου Κορμάκι».

Η προέλευση και η δημιουργία αυτής της επίκλησης έχει πολλές σημασίες και πάμπολλες διαστάσεις. Πρώτα απ’ όλα την επιβάλει η ίδια η άφθαρτη παρουσία του σκηνώματος του Ιεράρχη, η οποία είναι και το μεγαλύτερο δείγμα αγιότητας για τους κατοίκους του νησιού του. Ζώντας όχι μόνο στη Ζάκυνθο οι τελευταίοι, αλλά και στον ιόνιο χώρο, όπου και άλλα ολόσωμα λείψανα υπάρχουν, όπως αυτό του Οσίου Ιωσήφ στο χωριό Γαϊτάνι του νησιού τους, του Αγίου Γερασίμου στην γειτονική Κεφαλονιά και των Αγίων Σπυρίδωνος και Θεοδώρας στην συγγενική Κέρκυρα, έχουν εξοικειωθεί με την παρουσία τους και θεωρούν την αφθαρσία του σώματος υπέρτατο δείγμα αγιοσύνης. Αυτός είναι και ο λόγος που συχνά έχουν πρόσκαιρα αποδοθεί τίτλοι αιωνιότητας σε νεκρούς, οι οποίοι, για διάφορους λόγους «δεν έχουν λιώσει», όπως χαρακτηριστικά λέει ο λαός μας.

Επίσης να μην ξεχνάμε και την πολύμορφη επίδραση που έχει ο χώρος μας από την Δύση και προ πάντων από την κοντινή, γεωγραφικά και πολιτιστικά, Ιταλία. Σ’ αυτήν την χώρα, με την οποία η Ζάκυνθος και η Επτάνησος είχε και έχει πολλά κοινά, υπάρχουν πάμπολλα σκηνώματα Αγίων και αν δεν υπάρχουν, τα δημιουργούν.

Για την επιβεβαίωση των παραπάνω θέλω να θυμηθώ και να σας γνωρίσω μια παραδειγματική ιστορία, την οποία έζησα μικρός και δείχνει το πώς οι Ζακύνθιοι έχουν συνδέσει την αιωνιότητα με την μη φθαρτότητα.

Μια σεβάσμια κυρία, λοιπόν, που ηθελημένα είχε ζήσει όλη τη ζωή της στο νησί μας, πήγε στην συμπρωτεύουσα, την Θεσσαλονίκη, για να παρευρεθεί στον γάμο στενού συγγενικού της προσώπου. Το πρώτο που ζήτησε σαν έφτασε στην όμορφη πόλη του βορά, ήταν να προσκυνήσει τον προστάτη της, τον Άγιο Δημήτριο. Πήγε με σεβασμό στην εκκλησία του και ζήτησε να μάθει πού βρισκόταν το, λείψανό του. Σαν είδε, όμως, μόνο οστά, απογοητεύτηκε και προς στιγμήν αμφέβαλε για την εγκυρότητα του Μυροβλύτη. Αυτήν της την εμπειρία την διηγιόταν για χρόνια σε φίλους και γνωστούς και πάντα στρεφόμενη προς τον Άμμο, έκανε το σταυρό της και έλεγε: «Άγιο μου κορμάκι. Μεγάλη η χάρη σου»!

Μα δεν είναι μόνο ο λόγος αυτός η αιτία της ιδιαίτερης αυτής επίκλησης στον Άγιο Διονύσιο. Οι Ζακυνθινοί, οι οποίοι όχι μόνο συμπατριώτη τους τον έχουν, αλλά και «ακοίμητο», όπως λέει το μεγαλυνάριό του, «πρέσβη» τον αισθάνονται, στο διάβα της ιστορίας τους έχουν θρεφτεί με μια Αναγέννηση και έναν Διαφωτισμό. Ως εκ τούτου είναι δύσπιστοι στο αφηρημένο και επιδιώκουν το απτό και αυτό που φαίνεται. Έχουν πιστέψει και ασπαστεί εικόνες των δημιουργών της Επτανησιακής Σχολής στην ζωγραφική, των Δοξαράδων, του Κουτούζη και του Καντούνη και έχουν λατρέψει το Θεό τους με την παραδοσιακή εκκλησιαστική μουσική του τόπου τους, η οποία δεν θα μπορούσε να είναι ξένη με τα άλλα μουσικά τους ακούσματα. Έχουν ζήσει, επίσης, θεατρικές Αποκαθηλώσεις, έχουν δακρύσει με το «Ανάστα ο Θεός» και την Γκλόρια, έχουν αγιασθεί, «Φωτώνε» μέρα, από πάρκα καλλιτεχνικά στημένα και αναπαραστάσεις της σωτήριας Βάπτισης.

Ο επιτάφιός τους είναι ο «Αμνός», εικόνα αμφιπρόσωπα ζωγραφισμένη και κομμένη, έτσι ώστε και όταν βρίσκεται στο ναό, αλλά και όταν περιφέρεται να τονίζει την παρουσία του νεκρού και να αναγκάζει τον θεατή στον θρήνο και την λύπη, σαν αυτή που εικονίζεται στην περιφερόμενη Mater Dolorοsa, κάτω από την πενθηφορούσα «ουρανία», η οποία προσκυνείται και δοξάζεται στο νησί και η πίκρα της ρομφαίας της μεταδίδεται σε παράθυρα και μπαλκόνια, όπου με το κορετάδο κρεμασμένο πεύκι παρακολουθούν την τελετή οι πιστοί και συμμετέχουν σε μια πραγματική εξώδιο λιτανεία.

Μα και ο Εσταυρωμένος μας, είτε βρίσκεται πίσω από την Αγία Τράπεζα, είτε το μεσημέρι της Μεγάλης Παρασκευής περιφέρεται στην πόλη, έχει την ανθρώπινη μορφή του πόνου και της θυσίας και πλησιάζει περισσότερο στην πραγματικότητα, από την μεταφυσική.

Χαρακτηριστική η διασωθείσα από την ιστορία απάντηση του Νικολού Κουτούζη, του ζωγράφου, ποιητή και ιερέα, όταν του ζητήθηκε να ιστορίσει έναν βυζαντινό Χριστό, κρεμάμενο πάνω στο Σταυρό. «Εγώ, σαν πιτόρος», απάντησε, «γνωρίζω πως πεθαίνει ένα σώμα στο Σταυρό και δεν μπορώ να κάνω κάτι διαφορετικό». Αρνήθηκε, μάλιστα, την παραγγελία.

Όπως και να έχει, όμως, είτε όλα αυτά είναι αλήθεια, είτε εικασίες, σημασία έχει πως όλοι ανεξαίρετα οι Ζακυνθινοί τιμούν τον Άγιό τους και κυριολεκτικά τον λατρεύουν. Είναι ο δικός τους που άγιασε και ο μόνιμος συγκάτοικός τους. Ο συνοδοιπόρος τους και αυτός που, σαν οικείος, γνωρίζει και συμπονάει. Ένα «κορμάκι» που ξεπέρασε την φθορά και άγιασε. Μια άφθαρτη παρουσία, η οποία ανελλιπώς σκέπει και φρουρεί το νησί.

Απλά και μόνο είναι ο Άγιός![3]



4. Σύντομος Βίος του Άγιου Διονύσιου εκ Ζακύνθου (17 Δεκεμβρίου)

Ένας νέος από αρχοντική οικογένεια αφήνει τα εγκόσμια και πηγαίνει στο μοναστήρι. Αυτό βέβαια δεν είναι συνηθισμένο και φυσικό, όχι μόνο σήμερα, αλλά και σε κάθε καιρό. Το φυσικό και συνηθισμένο είναι μια καλή κοινωνική αποκατάσταση, να ακολουθήσει το παιδί το έργο του πατέρα και να συνεχίσει την οικογε­νειακή παράδοση.

Αλλ’ όμως βρίσκονται νέοι, κι ας διαμαρτύρονται κι ας αντιδρούν οι γονείς των, που βγαί­νουν από τη συνήθεια και ξεπερνάνε τα ανθρώπινα μέ­τρα. Είναι, καθώς λέγει ό Ιησούς Χριστός, «οι δυνάμενοι χωρείν». Ποτέ βέβαια με τη δική τους μόνο θέληση και δύναμη, αλλά πάντα οπλισμένοι και δυνατοί με τη θεία χάρη.

Ο Μέγας Βασίλειος, για το νέο που αποφασίζει να ακολουθήσει το δρόμο της μοναχικής πολιτείας λέγει τα εξής· «Ο τοίνυν υπακούσαι Χριστώ προηρημένος και προς τον πτωχόν και απερίσπαστον βίον επειγόμενος, θαυμαστός ως αληθώς και μακαριστός».

Θαυμαστός λοιπόν και μακαριστός είναι κι ο άγιος Διονύσιος, που αναφάνηκε στα νεώτερα χρόνια αστέρας φαεινότατος, μαζί με πολλούς άλλους μάρτυρες και όσιους, μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως. Ήταν οικονομία της θείας Πρόνοιας να στηριχθεί στη δοκιμα­σία του το αιχμάλωτο γένος των ορθόδοξων χριστιανών.

Ο άγιος Διονύσιος γεννήθηκε στη Ζάκυνθο στα 1547 από γονείς που ξεχώριζαν στο νησί για τη λαμπρή τους κοινωνική θέση και την οικονομική τους κατάσταση. Ο άγιος του Θεού σε νεαρή ηλικία τα άφησε όλα, και κοι­νωνική θέση και πλούτο, κι έφυγε στο μοναστήρι της Παναγίας της Παντοχαράς, που είναι στα Στροφάδια, δυό μικρά αμπελοφυτεμένα νησιά, που βρίσκονται στο Ιόνιο πέλαγος στα νότια της Ζακύνθου.

Όταν τελειώθηκε στη μοναχική άσκηση, χειροτονη­μένος εν τω μεταξύ ιερέας, ο άγιος Διονύσιος ξεκίνησε να πάει προσκυνητής στους Αγίους Τόπους. Ο δρόμος του τον έφερε να περάσει από την Αθήνα, και ο τότε Μητρο­πολίτης Αθηνών Νικάνορας, που είδε και εκτίμησε την πνευματικότητα και τις αρετές του ιερομόναχου Διονύσιου, τον κράτησε κοντά του και σε λίγο καιρό τον εξέλεξε και τον χειροτόνησε επίσκοπο Αιγίνης.
  • Στην παλιά πόλη της Αίγινας σώζεται και σήμερα έξω από την Εκκλησία ο πέτρινος θρόνος, όπου ο άγιος Διονύ­σιος ανέβαινε και κήρυττε στους χριστιανούς.
Ο άγιος του Θεού εποίμανε το πνευματικό του στην Αίγινα ποί­μνιο, καθώς λέγει η θεία Γραφή, «μετ’ επιστήμης», σαν αληθινός δηλαδή και καλός ποιμένας της Εκκλησίας. Το νησί της Αίγινας είναι ευλογημένος τόπος, όπου τον πάτησαν και τον αγίασαν δύο όσιοι Πατέρες της Εκ­κλησίας· τότε μεν ο άγιος Διονύσιος και στις ημέρες μας ο άγιος Νεκτάριος ο επίσκοπος Πενταπόλεως. Κι οι δύο αξιωμένοι με τη χάρη των θαυμάτων, γι’ αυτό κι οι δύο στην Εκκλησία με τον τίτλο του θαυματουργού.

Ο άγιος Διονύσιος, αφού εποίμανε για καιρό την επαρχία του, ύστερα παραιτήθηκε, γύρισε στην πατρίδα του τη Ζάκυνθο και πέρασε το υπόλοιπο του βίου τον ως ηγούμενος στο μοναστήρι της Αναφωνήτριας. Αυτό θα πει πως ο αληθινός μοναχός, κι όταν λάβει ιερατι­κούς βαθμούς κι όταν φτάσει να γίνει επίσκοπος, δεν ξεχνάει και θυμάται πάντα πως πρώτ’ απ’ όλα είναι μο­ναχός. Στο μοναστήρι της Αναφωνήτριας έλαμψε ακό­μα για μια φορά η αγιοσύνη του ανθρώπου του Θεού.

Κάποια μέρα μπήκε στο κελλί του ένας κυνηγημένος άνθρωπος, τρέμοντας και ζητώντας προστασία. Είχε βά­ψει τα χέρια του σε ανθρώπινο αίμα, είχε σκοτώσει τον αδελφό του αγίου Διονυσίου. Όταν το άκουσε, ο Άγιος ήταν φυσικό να κλάψει μέσα του και φανερά να δακρύσει, ύστερα όμως σηκώθηκε, άνοιξε την πίσω πόρτα του κελλιού του και οδήγησε το φονιά να φύγει, να κρυφτεί και να σωθεί. Αυτή είναι μια ξεχωριστή και μοναδική πράξη στους βίους των Αγίων της Εκκλησίας, για την οποία δεν υπάρχει ανθρώπινο μέτρο για να την κρίνουμε. Πολύ περισσότερο, που όταν οι συγγενείς του σκοτωμέ­νου, αλλά και του Αγίου, και τα όργανα της εξουσίας ήλθαν στο κελλί και ρωτούσαν για το φονιά, ο άγιος Διο­νύσιος προσποιήθηκε κι απάντησε πως δεν τον είχε δει και πως δεν ήξερε τίποτε.

Γι’ αυτά ένας Ζακυνθινός ποιητής, θέλοντας να εγκωμιάσει την αρετή του αγίου Διονυσίου και θαυμάζοντας το παράδειγμά του, σ’ ένα του ποίημα έγραψε αυτό τον παράδοξο στίχο· «αγιάζει ο δούλος του Θεού την ώρα που αμαρτάνει»! Η αμαρτία του Αγίου ήταν ότι έκρυψε το φονιά του αδελφού και είπε πως δεν τον είδε. Γι’ αυτό λέμε ότι εδώ δεν υπάρχει ανθρώπινο μέτρο για να κρίνουμε την πράξη του αγίου Διονυσίου. Ένα μόνο μέτρο υπάρχει, ο λόγος του Χριστού, που λέγει· «αγαπάτε τους εχθρούς ημών». Τα παραπέρα δεν είναι δικά μας, αλλ’ ανήκουν στη κρί­ση του Θεού.

Ο άγιος Διονύσιος επλήρωσε το κοινό χρέος του βίου και «ετελειώθη εν ειρήνη» στα 1624, σε ηλικία δηλα­δή 77 ετών. Κατά την επιθυμία του, τον έθαψαν στο μοναστήρι της μετανοίας του στα Στροφάδια. Όταν ύστερα από χρόνια θελήσανε να κάμουν ανακομιδή των αγίων λειψάνων του, το ιερό σκήνος βρέθηκε ολόκληρο και ακέραιο, ντυμένο τα αρχιερατικά άμφια, όπως το είχαν θάψει, ξεχύνοντας μια πνευματική και αγιασμένη ευωδία. Το μετέφεραν αργότερα στη Ζάκυνθο και είναι τώρα και το προσκυνούν οι πιστοί στο ναό, που τιμάται στο όνομα του αγίου Διονυσίου.

Στα 1703 η Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ύστερα από αναφορές και αιτήσεις του κλήρου και του λαού της Ζακύνθου, που εβεβαίωναν για τα πολλά θαύματα και για την πίστη και συνείδηση της τοπικής Εκκλησίας στην αγιωσύνη του, ανακήρυξε επίσημα και συγκαταρίθμησε τον άγιο Διο­νύσιο επίσκοπο Αιγίνης στο εκκλησιαστικό αγιολόγιο· για να τιμάται και εορτάζεται από τους πιστούς και να δοξάζεται στο όνομά του ο Θεός, που είναι «θαυμαστός εν τοις αγίοις αυτού», τώρα και πάντα και στους ατελεύτητους αιώνες. Αμήν.[4]

Φορητή εικόνα στο Ναό Αγίου Νικολάου στην Εξωχώρα  Ζακύνθου, έργο ιερέως Πέτρου Βόσσου, 1786 μ.Χ.
Φορητή εικόνα στο Ναό Αγίου Νικολάου στην Εξωχώρα 
Ζακύνθου, έργο ιερέως Πέτρου Βόσσου, 1786 μ.Χ.

5. Υμνολογία

Ἀπολυτίκιον: Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφραγισθέντος.
Τῆς Ζακύνθου τὸv γόνον καὶ Αἰγίvης τὸν πρόεδρον, τὸv φρουρὸν μονῆς τὼv Στροφάδωv, Διοvύσιοv ἅπαντες, τιμήσωμεv συμφώνως οἱ πιστοί, βοῶντες πρὸς αὐτὸν εἰλικριvῶς· Tαῖς λιταῖς τοὺς τὴv σὴν μνήμην ἐπιτελοῦντας σῶσον καὶ βοῶντάς σοι· Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ· δόξα τῷ σὲ θαυμαστώσαντι· δόξα τῷ δωρησαμένῳ σε ἡμῖv, πρέσβυν ἀκοίμητον.

Κοντάκιον: Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἑορτάζει σήμερον, τῶν Ζακυνθίων ἡ πόλις, ἑορτὴν χαρμόσυνον, σὺν τῇ μονῇ τῶν Στροφάδων, Αἴγιναν, τὴν ἐν Κυκλάσι προσκαλουμένη, ᾄσμασιν, ἀξιοχρέως συνευφημῆσαι, καὶ φαιδρῶς πανηγυρίσαι, τὸ κοινὸν κλέος, νῦν Διονύσιον.

Κάθισμα: Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ.
Ἀγάπης τῷ δεσμῷ, συντεθεὶς θεοφόρε, διέλυσας τρανῶς, τὴν κακίαν τῆς ἔχθρας· φονέα γὰρ συγγόνου σου, πεφευγότα τῇ σκέπῃ σου, μὴ εἰδότα σε, τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ εἶναι, δίκης ἔσωσας, ἐπικειμένου θανάτου, καὶ σῶον ἀπέστειλας.

Ὁ Οἶκος: Σιγησάτωσαν, ἤδη σιγησάτωσαν οἱ μέχρι δεῦρο σφαλερῶς λέγοντες, μὴ εἶναι τῇ θεοσώστῳ Ζακύνθῳ τὸν οἰκεῖον προστάτην, καὶ πρὸς Θεὸν πρέσβυν θερμότατον, καθὰ καὶ ἐν πολλαῖς τῶν ἐπισήμων πόλεων καὶ χωρῶν ὀρθοδόξων. Ἔνεστι γὰρ καὶ μάλα καλῶς ὁ σεπτὸς ἐν Ἱεράρχαις Διονύσιος, ὁ θαυμαστὸς Αἰγίνης πρόεδρος, ταύτης δὲ γόνος εὐκλεὴς καὶ θρέμμα ἀξιέπαινον. Οὐκέτι λοιπὸν ζηλοῖ Ζάκυνθος ἡ εὐδαίμων Κεφαλληνίαν καὶ Κέρκυραν, τὰς φίλας γείτονας, διὰ τὸ αὐτὰς μέγα σεμνύνεσθαι ἐπὶ τοῖς θείοις καὶ ἱεροῖς λειψάνοις Γερασίμου τε καὶ Σπυρίδωνος, ἀλλοδαποῖς τυγχάνουσιν, ἀλλ' ἐκείνας μὲν προσφιλῶς συγκαλεῖται πρὸς φαιδρὰν πανήγυριν τοῦ ἰδίου αὐτόχθονος, ὥσπερ δὴ καὶ προσφόρως τὴν ἐν Κυκλάσι προσφωνεῖ Αἴγιναν, σὺν τῇ πανσέπτῳ τῶν Στροφάδων Μονῇ, τῇ τὸ θεῖον καὶ ἱερὸν αὐτοῦ σκῆνος εὐτυχῶς θησαυρισάσῃ, τοῦ ἀξίως εὐφημῆσαι καὶ φαιδρῶς πανηγυρίσαι, τὸ κοινὸν κλέος, νῦν Διονύσιον.

Μεγαλυνάριον
Ήκεν εκ Στροφάδων ως θησαυρός, τη πόλει Ζακύνθου, το Σον Λείψανον το σεπτόν, και καταπλουτίζει, θαυμάτων ενεργείας, των ευσεβών τα στίφη, ω Διονύσιε.[5]

6. Ανακομιδή Λειψάνων του Αγίου Διονυσίου 
του Ζακυνθινού στις 24 Αυγούστου.

Ορίσθηκε να γιορτάζεται επίσημα και η 24η Αυγούστου, επέτειος της μετακομιδής του ιερού Λειψάνου από τα Στροφάδια στη Ζάκυνθο, με πανηγύρι και λιτανεία του Πολιούχου στην πόλη.


To εντυπωσιακά άφθαρτο λείψανο του Αγίου 
Φωτό από την προετοιμασία της πανηγύρεως 2013

Το Λείψανο του Αγίου βρίσκεται αδιάφθορο στην ομώνυμη Μονή Ζακύνθου.
Η δεξιά του Αγίου βρίσκεται στη Μονή Σίμωνος Πέτρας Αγίου Όρους.
Μέρος χειρός του Αγίου βρίσκεται στη Μονή Παναχράντου Άνδρου.

Γόνοιο βίου νῦν τυχοῦσα ἀφθάρτου,
Ζάκυνθε τέρπου, γηθοσύνως οὖν κάρτα.
Εἰκάδι ἧκε δέμας ἀκεσίμβροτον ἔν γε τετάρτῃ. 

7. Οι επίσημες πανηγύρεις του Αγίου Διονυσίου

Δύο φορές το χρόνο οι Ζακυνθινοί τιμούν τον Προστάτη τους Άγιο Διονύσιο και μαζί τους όλοι οι ευλαβείς ορθόδοξοι προσηλώνοντας το νου στο Σεπτό Λείψανό του, το ανέγγιχτο από τη φθορά. Η πρώτη μέσα στο έτος πανήγυρις πραγματοποιείται στις 24 Αυγούστου, μνήμη της Μετακομιδής του Ιερού Σκηνώματος από τα νησιά Στροφάδες στη Ζάκυνθο, που συνέβη το 1717, και η δεύτερη στις 17 Δεκεμβρίου, οπότε τιμάται η μνήμη της Κοιμήσεως τού Αγίου Πατρός, που συνέβη το 1622.

Και οι δύο αυτές λειτουργικές συνάξεις λαμβάνουν ιδιαίτερη αίγλη κάθε χρόνο και διαρκούν τρεις μέρες η κάθε μία (23 – 26 Αυγούστου και 16 – 19 Δεκεμβρίου).

Εκτός από τη μεγαλοπρέπεια των Τελετών και Ακολουθιών, οι οποίες πραγματοποιούνται πάντοτε κατά το χαρακτηριστικό μουσικό εκκλησιαστικό ιδίωμα της Ζακύνθου, με την συμμετοχή πολλών Αρχιερέων, όλου του ιερού Κλήρου και χιλιάδων ευσεβούς λαού, κορυφαίες και εξαιρετικά συγκλονιστικές ώρες αποτελούν οι λιτανεύσεις του Ιερού Λειψάνου ανά την πόλη (απόγευμα της 24ης Αυγούστου και πρωί της 17ης Δεκεμβρίου), οπότε η καρδιά κάθε πιστού ριγά, τα μάτια δακρύζουν, τα γόνατα λυγίζουν ικετευτικά μπροστά στον Γέροντα του Αμμου, τον Πατέρα και παρηγορητή κάθε πονεμένου.

Ἀπολυτίκιον: Ἦχος πλ. α'. Τὸν συνάναρχον Λόγον.

Τοῦ παντίμου Λειψάνου σου τὴν μετάθεσιν, ἀπὸ Στροφάδων εἰς Ζάκυνθον ἐορτάζοντας, Διονύσιε σοφὲ ἀνευφημοῦμεν σέ, σὺ γὰρ παρέχεις δι' αὐτοῦ, χάριν ἄφθονον ἀεί, τοὶς πίστει προσερχομένοις, τὴ θεϊκὴ χορηγία, ὡς τοῦ Χριστοῦ θεράπων γνήσιος.

Κοντάκιον: Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τοῦ σεπτοῦ Λειψάνου σου τῇ μεταθέσει, ἑορτὴν κροτοῦμέν σοι, πᾶς ὁ λαὸς ὁ τοῦ Θεοῦ, πανευσεβῶς εὐφημοῦντές σε, θαυματοφόρε σοφὲ Διονύσιε.

Μεγαλυνάριον

Ἦκεν ἐκ Στροφάδων ὡς θησαυρός, τῇ πόλει Ζακύνθου, τὸν σὸν Λείψανον τὸ σεπτόν, καὶ καταπλουτίζει, θαυμάτων ἐνεργείαις, τῶν εὐσεβῶν τὰ στίφη, ὦ Διονύσιε.

8. Επιλεκτικό οπτικοακουστικό υλικό 
για τον Άγιο Διονύσιο (Βίντεο)

6. Βίντεο 1: Ο παρακλητικός κανόνας του Aγίου Διονυσίου εν Ζακύνθω

Σημ.: πατήστε την εικόνα ή τον σύνδεσμο για να δείτε τα Video.





7. Βίντεο 2: Τον Βίο του Αγίου Διονυσίου εκ Ζακύνθου μας αφηγείται ο Αρχιμανδρίτης Νικόδημος Καβαρνός με μουσική υπόκρουση by BrunuhVille.








8. Βίντεο 3: «Άγιος Διονύσιος Ζακύνθου, Στροφάδια» 
Απόσπασμα από την εκπομπή «Ιερά Μονοπάτια.





9. Βιβλιογραφία, Πηγές:

1. «Ο Άγιος Διονύσιος Ζακύνθου», Θεοχάρης Προβατάκης, Εκδόσεις Γραφικές Τέχνες, Αθήνα, 1993.
2. Σώτου Χονδρόπουλου, Ο ΑΦΘΟΡΟΣ ΑΓΙΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ, Αφηγηματική βιογραφία, Αθήναι, σ. 74- 80 (αποσπάσματα). Αθήναι, σ. 74- 80 από Σελίδες: 272. του εκδοτικού οίκου «Καινούργια Γη»
3. «Άγιο μου κορμάκι» ΗΜΕΡΑ ΤΣΗ ΖΑΚΥΝΘΟΣ 16/12/2010 !!! Ημερομηνία Δημοσίευσης: 16 Δεκεμβρίου 2010. Συντάκτης: Διονύσης Φλεμοτόμος. agios-dionysios.blogspot.gr
4. Σύντομος «Ο Βίος του Άγιου Διονύσιου εκ Ζακύνθου» Μητρ. Σερβίων και Κοζάνης Διονυσίου, Εικόνες Έμψυχοι, σ. 440-444 pemptousia.gr
5. Υμνολογία » Ορθόδοξος Συναξαριστής - saint.gr
6. Βίντεο από το YouTube, εταιρεία της Google www.youtube.com
Σύντομο βιογραφικό του συγγραφέα Σώτου Χονδρόπουλου BiblioNet, www.biblionet.gr
Υποσημειώσεις και σύνδεσμοι www.sophia-ntrekou.gr ✞ αέναη επΑνάσταση
Κεντρική φωτογραφία «Ο Άγιος Διονύσιος ο εκ Ζακύνθου» από το Μουσείο Σολωμού & Επιφανών Ζακυνθίων 

1η δημοσίευση 17 Δεκεμβρίου 2013
Τελευταία ενημέρωση και έλεγχος συνδέσμων:
16 Δεκεμβρίου 2017 στις 07:38 www.sophia-ntrekou.gr

10. Σύντομο βιογραφικό του συγγραφέα Σώτου Χονδρόπουλου
O Σώτος Χονδρόπουλος γεννήθηκε στον Πειραιά, το έτος 1911 και καταγόταν από την Αράχωβα - σημερινές Καρυές - του Νομού Λακωνίας. Σπούδασε Οικονομικά και εργάστηκε στον Ιδιωτικό Τομέα, το βιοποριστικό του επάγγελμα ήταν λογιστής σε βιομηχανίες, απ' όπου και συνταξιοδοτήθηκε. Στα γράμματα πρωτοεμφανίστηκε νεότατος, γύρω στα 1930, και επιδόθηκε στην πεζογραφία και ιδιαίτερα στο ψυχογραφικό διήγημα. Για όλο το έργο του, που αποτελείται από 50 βιβλία, η πολιτεία του απένειμε τιμητική σύνταξη λογοτέχνη. Η Μητρόπολη Νίκαιας το 1983 τον τίμησε για το μέχρι τότε έργο του με το χρυσό μετάλλιο των Αγίων Πατέρων της Α' και Ζ' Οικουμενικής Συνόδου. Το 1987 η Εταιρεία Χριστιανικών Γραμμάτων τον τίμησε με το βραβείο του ιδρύματος «Γεώργιος και Κατίγκω Λαιμού». Ο Σώτος Χονδρόπουλος κοιμήθηκε στις 27/8/1989, σε ηλικία 78 ετών, παραδίδοντας την ψυχή του στον Κύριο της Δόξης και τους Αγίους Του που τόσο ύμνησε σε όλη του τη ζωή.

Χριστούγεννα: η Βασιλεία του Θεού αποκαλύπτεται στους ανθρώπους

Χριστούγεννα! Η πρώτη εορτή της χριστιανοσύνης!
Ο πάντοτε δοξαζόμενος Θεός, έρχεται ειρηνικά και αθόρυβα στην πολύπαθη ανθρωπότητα, εκφράζοντας την ευαρέσκειά του. Βρέθηκε επιτέλους ο κατάλληλος τόπος, για να υποδεχθεί τον Βασιλέα όλων. Είναι η άσπιλη Παρθένος Μαρία.
Έρχεται ο Θεός να φανερώσει τη Βασιλεία του. Έρχεται να μας ανυψώσει από δούλους της αμαρτίας, σε βασιλείς της Βασιλείας των ουρανών.
Το πρώτο κήρυγμα του ενανθρωπήσαντος Θεού Λόγου, του Ιησού Χριστού, ήταν: «Μετανοείτε, ήγγικε γαρ η Βασιλεία των ουρανών» (Ματθ. δ΄ 17). Αλλάξτε τρόπο σκέψεως και ζωής, διότι έφθασε η Βασιλεία των Ουρανών. Ήλθε στη γη, είναι παρούσα!
Χριστούγεννα
Ποια είναι όμως η Βασιλεία των ουρανών; Πώς θα την διακρίνουμε; Η Βασιλεία των ουρανών είναι ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός, ο οποίος ήρθε στους ανθρώπους. Είναι η Εκκλησία ολόκληρη. Είναι ο Άγιος Τριαδικός Θεός με τους ανθρώπους και τους αγγέλους και την κτίση ολόκληρη. Η Βασιλεία του Θεού εδώ στην γη είναι η Θεία Λειτουργία.
  • Θέλεις να δεις το Θεό; Έλα στη Θεία Λειτουργία!
  • Θέλεις να ζήσεις την Βασιλεία του Θεού; Έλα στη Θεία Λειτουργία!
  • Θέλεις να ζεις στη ζωή της Βασιλείας του Θεού; Ζήσε σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, σύμφωνα με τις εντολές του!
Εάν δεν είχαμε αποστατήσει από το Θεό και δεν είχαμε διαστρεβλωθεί, δεν θα υπήρχε η ανάγκη να υπάρχουν οι εντολές. Τηρώντας τώρα τις εντολές του Θεού, εισερχόμαστε στη Βασιλεία του Θεού, όπου δεν υπάρχει καμία εντολή.
Όπου υπάρχουν εντολές, έχουμε περιορισμούς. Στη Βασιλεία του Θεού υπάρχει ελευθερία. Εκεί ο άνθρωπος κινείται αγαπητικά προς το Θεό. Κινείται αυθόρμητα προς το αγαθό. Έχει ταυτίσει το θέλημά του με το θέλημα του Θεού. Δε ζει πλέον αυτός, αλλά ζει ο Θεός εν αυτώ. Όταν όμως μέσα μας υπάρχει ο Θεός, αυτό είναι μακαριότητα, είναι ευτυχία, είναι ηδονή άφθαστη.
Αυτή είναι η τέλεια κατάσταση του ανθρώπου. Γι’ αυτή τη μακαριότητα είμαστε πλασμένοι. Η ρήση του Αγίου Τριαδικού Θεού το μαρτυρεί: «ποιήσωμεν άνθρωπον κατ’ εικόνα ημετέραν και καθ’ ομοίωσιν», (Γένεση α΄ 26) και μας έπλασε με σκοπό να ομοιάσουμε τον Θεό.
Όταν ρώτησαν κάποτε τον Ιησού Χριστό, πού είναι η Βασιλεία του Θεού, τους απάντησε ότι: «εντός υμών εστι», (Λουκ. ιζ΄ 21). Τι εννοούσε μ’ αυτό ο Χριστός; Ότι η Βασιλεία του Θεού δεν είναι κάπου αλλού ή θα έρθει κάποτε, αλλά είναι μέσα μας, είναι ανάμεσά μας, είναι παρούσα τώρα, εδώ. Δηλαδή, όταν ο άνθρωπος δέχεται μέσα του και στη ζωή του τον Χριστό, αυτός ζει από τώρα, από εδώ, απ’ αυτή τη ζωή, τη Βασιλεία του Θεού! Είναι καταπληκτικό! Είναι υπέροχο!
Αυτός ο άνθρωπος δεν μπορεί να πλανηθεί από το διάβολο, ώστε να θελήσει να ψάξει αλλού να βρει τη μακαριότητα, διότι την έχει, τη ζει. Γι’ αυτό και ό,τι είναι κοσμικό το αποφεύγει. Το αποφεύγει όχι αναγκαστικώς και μετά κόπου, αλλά ελευθέρως και αυτοβούλως και χωρίς κόπο.
Προ της ενανθρωπήσεως του Θεού Λόγου, οι πάντες ήταν δούλοι του διαβόλου, πράττοντας όλα εκείνα που δεν αρμόζουν στον «κατ’ εικόνα Θεού» πλασμένο άνθρωπο. Και αυτό ήταν μία αφόρητη κατάσταση. Ήταν η δουλεία της δαιμονικής ειδωλολατρίας, για την οποία δεν ήταν πλασμένος ο άνθρωπος. Γι’ αυτό, όταν ήρθε ο Χριστός και ήρθε η Βασιλεία του Θεού στη γη, έφευγαν οι άνθρωποι από την ειδωλολατρία, για να γλυτώσουν απ’ αυτή την τυραννία της δουλείας του διαβόλου και να εισέλθουν στην ελευθερία και ανάπαυση της Βασιλείας του Θεού.
Γι’ αυτό και οι πρώτοι χριστιανοί, όταν τους ζητούσαν να προσκυνήσουν τα είδωλα ή να προσφέρουν θυσίες, εκείνοι προτιμούσαν τον πιο οδυνηρό θάνατο παρά τη λατρεία των ψεύτικων ειδωλολατρικών θεών. Ζούσαν από εδώ τη Βασιλεία των Ουρανών!
Χριστούγεννα
Η μεγάλη εορτή των Χριστουγέννων, αγαπητοί μου, αυτό το μήνυμα φέρνει στους ανθρώπους:
  • Ήλθε ο Θεός στη γη, για να ελευθερώσει τους ανθρώπους από τη δουλεία του Σατανά!
  • Ήλθε, για να καθιδρύσει τη Βασιλεία του στον κόσμο!
  • Ήλθε, να κάνει τον κόσμο Βασιλεία!
  • Ήλθε, να δώσει ειρήνη, χαρά και μακαριότητα!
Το έψαλλαν και οι μυριάδες των αγγέλων στον ουρανό, όταν γεννήθηκε ο Χριστός: «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία». (Λουκά β΄ 24)
Μπορούμε όλοι να γίνουμε πολίτες της Βασιλείας του Θεού!
Με πολλές ευχές για ευλογημένα Χριστούγεννα,
ο πρωτοπρεσβύτερος Βασίλειος Λ. Βασιλείου.

Εἰς τό Γενέθλιον τοῦ Κυρίου Ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου

Αποτέλεσμα εικόνας για nasterea lui hristos icoana
Μυστήριο παράξενο καὶ παράδοξο ἀντικρύζω. Βοσκῶν φωνὲς φτάνουν στ’ αὐτιά μου. Δὲν παίζουν σήμερα μὲ τὶς φλογέρες τοὺς κάποιον τυχαῖο σκοπό. Τὰ χείλη τοὺς ψάλλουν ὕμνο οὐράνιο.

Οἱ ἄγγελοι ὑμνολογοῦν, οἱ ἀρχάγγελοι ἀνυμνοῦν, ψάλλουν τὰ Χερουβεὶμ καὶ δοξολογοῦν τὰ Σεραφείμ. Πανηγυρίζουν ὅλοι, βλέποντας τὸ Θεὸ στὴ γῆ καὶ τὸν ἄνθρωπο στοὺς οὐρανούς.

Σήμερα ἡ Βηθλεὲμ μιμήθηκε τὸν οὐρανό: Ἀντὶ γι’ ἀστέρια, δέχτηκε τοὺς ἀγγέλους· ἀντὶ γιὰ ἥλιο, δέχτηκε τὸν Ἥλιο τῆς δικαιοσύνης. Καὶ μὴ ζητᾶς νὰ μάθεις τὸ πῶς. Γιατί ὅπου θέλει ὁ Θεός, ἀνατρέπονται οἱ φυσικοὶ νόμοι.

Ἐκεῖνος λοιπὸν τὸ θέλησε. Καὶ τὸ ἔκανε. Κατέβηκε στὴ γῆ κι ἔσωσε τὸν ἄνθρωπο. Ὅλα συνεργάστηκαν μαζί Του γι’ αὐτὸν τὸ σκοπό.

Σήμερα γεννιέται Αὐτὸς ποὺ ὑπάρχει αἰώνια, καὶ γίνεται αὐτὸ ποὺ ποτὲ δὲν ὑπῆρξε. Εἶναι Θεὸς καὶ γίνεται ἄνθρωπος! Γίνεται ἄνθρωπος καὶ πάλι Θεὸς μένει!

Ὅταν γεννήθηκε, οἱ Ἰουδαῖοι δὲν δέχονταν τὴν παράδοξη γέννησή Του: Ἀπὸ τὴ μία οἱ Φαρισαῖοι παρερμήνευαν τὰ ἱερὰ βιβλία· κι ἀπὸ τὴν ἄλλη οἱ γραμματεῖς δίδασκαν ἀλλὰ ἀντὶ ἄλλων. OἩρώδης πάλι, ζητοῦσε νὰ βρεῖ τὸ νεογέννητο Βρέφος ὄχι γιὰ νὰ τὸ τιμήσει, μὰ γιὰ νὰ τὸ θανατώσει.

Ἐ λοιπόν, ὅλοι αὐτοὶ σήμερα τρίβουν τὰ μάτια τους, βλέποντας τὸ Βασιλιὰ τ’ οὐρανοῦ νὰ βρίσκεται στὴ γῆ μ’ ἀνθρώπινη σάρκα, γεννημένος ἀπὸ παρθενικὴ μήτρα.

Καὶ ἦρθαν οἱ βασιλιάδες νὰ προσκυνήσουν τὸν ἐπουράνιο Βασιλιὰ τῆς δόξας.


Ἦρθαν οἱ στρατιῶτες νὰ ὑπηρετήσουν τὸν Ἀρχιστράτηγο τῶν οὐράνιων Δυνάμεων.

Ἦρθαν οἱ γυναῖκες νὰ προσκυνήσουν Ἐκεῖνον ποὺ μετέβαλε τὶς λύπες τῆς γυναίκας σὲ χαρά.
Ἦρθαν οἱ παρθένες νὰ προσκυνήσουν Ἐκεῖνον ποὺ δημιούργησε τοὺς μαστοὺς καὶ τὸ γάλα, καὶ τώρα θηλάζει ἀπὸ Μητέρα Παρθένο.

Ἦρθαν τὰ νήπια νὰ προσκυνήσουν Ἐκεῖνον ποὺ ἔγινε νήπιο, γιὰ νὰ συνθέσει δοξολογικὸ ὕμνο «ἀπ’ τὰ στόματα τῶν νηπίων» (Ψάλμ. 8:3).

Ἦρθαν τὰ παιδιὰ νὰ προσκυνήσουν Ἐκεῖνον ποὺ ἡ μανία τοῦ Ἡρώδη τὰ ἀνέδειξε σὲ πρωτομάρτυρες.

Ἦρθαν οἱ ποιμένες νὰ προσκυνήσουν τὸν καλὸ Ποιμένα, ποὺ θυσίασε τὴ ζωή Του γιὰ χάρη τῶν προβάτων.

Ἦρθαν οἱ ἱερεῖς νὰ προσκυνήσουν Ἐκεῖνον ποὺ ἔγινε ἀρχιερέας ὅπως ὁ Μελχισεδὲκ (Ἑβρ. 5:10).

Ἦρθαν οἱ δοῦλοι νὰ προσκυνήσουν Ἐκεῖνον ποὺ πῆρε μορφὴ δούλου, γιὰ νὰ μετατρέψει τὴ δουλεία μᾶς σ’ ἐλευθερία.

Ἦρθαν οἱ ψαράδες νὰ προσκυνήσουν Ἐκεῖνον ποὺ τοὺς μετέβαλε σὲ «ψαράδες ἀνθρώπων» (Μάτθ. 4:19)

Ἦρθαν οἱ τελῶνες νὰ προσκυνήσουν Ἐκεῖνον ποὺ ἀπὸ τοὺς τελῶνες ἀνέδειξε εὐαγγελιστή.

Ἦρθαν οἱ πόρνες νὰ προσκυνήσουν Ἐκεῖνον ποὺ παρέδωσε τὰ πόδια του στὰ δάκρυα μίας πόρνης.

Κοντολογίς, ἦρθαν ὅλοι οἱ ἁμαρτωλοὶ νὰ δοῦν τὸν Ἀμνὸ τοῦ Θεοῦ, ποὺ σηκώνει στοὺς ὤμους Τοῦ τὴν ἁμαρτία τοῦ κόσμου:
Οἱ μάγοι γιὰ νὰ Τὸν προσκυνήσουν·
οἱ ποιμένες γιὰ νὰ Τὸν δοξολογήσουν·
οἱ τελῶνες γιὰ νὰ Τὸν κηρύξουν·
οἱ πόρνες γιὰ νὰ Τοῦ προσφέρουν μύρα·
ἡ Σαμαρείτισσα γιὰ νὰ ξεδιψάσει·
ἡ Χαναναία γιὰ νὰ εὐεργετηθεῖ.


Ἀφοῦ λοιπὸν ὅλοι σκιρτοῦν ἀπὸ χαρά, θέλω κι ἐγὼ νὰ σκιρτήσω, θέλω νὰ χορέψω, θέλω νὰ πανηγυρίσω. Δίχως κιθάρα, δίχως αὐλό, δίχως λαμπάδες ἀναμμένες στὰ χέρια μου. Πανηγυρίζω κρατώντας, ἀντὶ γι’ αὐτά, τὰ σπάργανα τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὰ εἶναι ἡ ἐλπίδα μου, αὐτὰ ἡ ζωή μου, αὐτὰ ἡ σωτηρία μου, αὐτὰ ὁ αὐλός μου, αὐτὰ ἡ κιθάρα μου. 
Γι’ αὐτὸ τὰ ‘χω μαζί μου: Γιὰ νὰ πάρω ἀπὸ τὴ δύναμή τους δύναμη, γιὰ νὰ φωνάξω μαζὶ μὲ τοὺς ἀγγέλους, «δόξα στὸν ὕψιστο Θεό», καὶ μὲ τοὺς ποιμένες, «καὶ εἰρήνη στὴ γῆ, εὐλογία στοὺς ἀνθρώπους» (Λούκ. 2:14).

Καὶ ξέρετε γιατί; Γιατί Ἐκεῖνος ποὺ προαιώνια γεννήθηκε ἀπὸ τὸν Πατέρα ἀνεξήγητα, γεννιέται σήμερα ἀπὸ παρθένα ὑπερφυσικά. Τὸ πώς, τὸ γνωρίζει ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἐμεῖς μόνο τοῦτο μποροῦμε νὰ ποῦμε: Πὼς ἀληθινὴ εἶναι καὶ ἡ οὐράνια γέννησή του, ἀδιάψευστη εἶναι καὶ ἡ ἐπίγεια. Ἀλήθεια εἶναι ὅτι γεννήθηκε Θεὸς ἀπὸ Θεό, ἀλήθεια εἶναι καὶ ὅτι γεννήθηκε ἄνθρωπος ἀπὸ παρθένα. Στὸν οὐρανὸ εἶναι ὁ μόνος ποὺ γεννήθηκε ἀπὸ τὸν Πατέρα μόνο, γιὸς Τοῦ μονογενής. Καὶ στὴ γῆ εἶναι ὁ μόνος ποὺ γεννήθηκε ἀπὸ τὴν Παρθένο μόνο, γιὸς τῆς μονογενής. 

Ὅπως στὴν περίπτωση τῆς οὐράνιας γεννήσεώς Του εἶναι ἀσέβεια νὰ σκεφτοῦμε μητέρα, ἔτσι καὶ στὴν περίπτωση τῆς ἐπίγειας γεννήσεώς Του εἶναι βλασφημία νὰ ὑποθέσουμε πατέρα. Ὁ Θεὸς Τὸν γέννησε μὲ τρόπο θεϊκό. Ἡ Παρθένος Τὸν γέννησε μὲ τρόπο ὑπερφυσικό. Ἔτσι, οὔτε ἡ οὐράνια γέννησή Του μπορεῖ νὰ ἐξηγηθεῖ, οὔτε ἡ ἐνανθρώπησή Του μπορεῖ νὰ ἐρευνηθεῖ. Τὸ ὅτι Τὸν γέννησε ἡ Παρθένος σήμερα τὸ γνωρίζω. Τὸ ὅτι Τὸν γέννησε ὁ Θεὸς προαιώνια τὸ πιστεύω. Κι ἔχω μάθει νὰ τιμῶ σιωπηλὰ τὴ γέννησή Του, χωρὶς φιλοπερίεργες ἔρευνες κι ἀνώφελες συζητήσεις. Γιατί, σ’ ὅ,τι ἀφορᾶ τὸ Θεό, δὲν πρέπει νὰ στέκεται κανεὶς στὴ φυσικὴ ἐξέλιξη τῶν πραγμάτων, ἀλλὰ νὰ πιστεύει στὴ δύναμη Ἐκείνου ποὺ κατευθύνει τὰ πάντα.


Τί φυσικότερο ἀπ’ τὸ νὰ γεννήσει μία παντρεμένη γυναίκα; Ἀλλὰ καὶ τί πιὸ παράδοξο ἀπ’ τὸ νὰ γεννήσει παιδὶ μία παρθένα, δίχως ἄνδρα, καὶ νὰ παραμείνει παρθένα;
Γι’ αὐτὸ λοιπὸν μποροῦμε νὰ ἐρευνοῦμε ὅ,τι γίνεται σύμφωνα μὲ τοὺς φυσικοὺς νόμους. Ὅ,τι ὅμως συμβαίνει μὲ τρόπο ὑπερφυσικό, ἂς τὸ σεβόμαστε σιωπηλά. Ὄχι γιατί εἶναι ἐπικίνδυνο, ἀλλὰ γιατί εἶναι ἀνερμήνευτο.
Φόβο νιώθω μπροστὰ στὸ θεῖο μυστήριο.

Τί νὰ πῶ καὶ τί νὰ λαλήσω;
Βλέπω ἐκείνη ποὺ γέννησε. Βλέπω κι Ἐκεῖνον ποὺ γεννήθηκε. Ἀλλὰ τὸν τρόπο τῆς γεννήσεως δὲν μπορῶ νὰ τὸν καταλάβω. Ὅπου θέλει, βλέπετε, ὁ Θεός, νικῶνται οἱ φυσικοὶ νόμοι. Ἔτσι ἔγινε κι ἐδῶ: Παραμερίστηκε ἡ φυσικὴ τάξη καὶ ἐνέργησε ἡ θεία θέληση.

Πόσο ἀνέκφραστη εἶναι ἡ εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ!

Ὁ προαιώνιος Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ ἄφθαρτος καὶ ἀόρατος καὶ ἀσώματος, κατοίκησε μέσα στὸ φθαρτὸ καὶ ὁρατὸ σῶμα μας. Γιὰ ποιὸ λόγο; Νά, ὅπως ξέρετε, ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι πιστεύουμε περισσότερο σ’ ὅ,τι βλέπουμε παρὰ σ’ ὅ,τι ἀκοῦμε. Στὰ ὁρατὰ πιστεύουμε. Στ’ ἀόρατα ὄχι. Ἔτσι δὲν πιστεύαμε στὸν ἀόρατο ἀληθινὸ Θεό, ἀλλὰ λατρεύαμε ὁρατὰ εἴδωλα μὲ μορφὴ ἀνθρώπων.
Δέχτηκε λοιπὸν ὁ Θεὸς νὰ παρουσιαστεῖ μπροστὰ μας μὲ ὁρατὴ μορφὴ ἀνθρώπου, γιὰ νὰ διαλύσει μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο κάθε ἀμφιβολία γιὰ τὴν ὕπαρξή Του. Κι ὕστερα, ἀφοῦ μᾶς διδάξει μὲ τὴν αἰσθητὴ καὶ ἀναμφισβήτητη παρουσία Του, νὰ μᾶς ὁδηγήσει εὔκολα στὴν ἀληθινὴ πίστη, στ’ ἀόρατα καὶ ὑπερφυσικά.

Κατάπληξη μὲ γεμίζει τὸ θαῦμα!
Παιδὶ βλέπω τὸν προαιώνιο Θεό!
Σὲ φάτνη ἀναπαύεται, Αὐτὸς ποὺ ἔχει θρόνο τὸν οὐρανό!
Χέρια ἀνθρώπινα ἀγγίζουν τὸν ἀπρόσιτο κι ἀσώματο!
Μὲ σπάργανα εἶναι σφιχτοδεμένος, Αὐτὸς ποὺ σπάει τὰ δεσμὰ τῆς ἁμαρτίας!
Ὅμως… τοῦτο εἶναι τὸ θέλημά Του: Τὴν ἀτιμία νὰ μεταβάλει σὲ τιμή· μὲ δόξα νὰ ντύσει τὴν εὐτέλεια· καὶ τὴν προσβολὴ σ’ ἀρετὴ νὰ μεταπλάσει.
Πῆρε τὸ σῶμα μου. Μοῦ προσφέρει τὸ Πνεῦμα Του. Μοῦ χαρίζει τὸ θησαυρὸ τῆς αἰώνιας ζωῆς, παίρνοντας ἀλλὰ καὶ δίνοντάς μου: Παίρνει τὴ σάρκα μου γιὰ νὰ μὲ ἁγιάσει· μοῦ δίνει τὸ Πνεῦμα Του γιὰ νὰ μὲ σώσει.

«Νά, ἡ παρθένος θὰ μείνει ἔγκυος» (Ἤσ. 7:14).
Τὰ λόγια εἶναι τῆς συναγωγῆς, μὰ τὸ ἀπόκτημα τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ συναγωγὴ ἔβαψε τὸ νῆμα· ἡ Ἐκκλησία φόρεσε τὴ βασιλικὴ στολή.
Ἡ Ἰουδαία Τὸν γέννησε· ἡ οἰκουμένη Τὸν ὑποδέχτηκε.
Ἡ συναγωγὴ Τὸν θήλασε καὶ Τὸν ἔθρεψε· ἡ Ἐκκλησία Τὸν παρέλαβε καὶ ὠφελήθηκε.
Στὴ συναγωγὴ βλάστησε τὸ κλῆμα· ἐμεῖς ὅμως ἀπολαμβάνουμε τὰ σταφύλια τῆς ἀλήθειας.
Ἡ συναγωγὴ τρύγησε τὰ σταφύλια· οἱ εἰδωλολάτρες ὅμως πίνουν τὸ μυστικὸ πιοτό.
Ἐκείνη ἔσπειρε στὴν Ἰουδαία τὸ σπόρο· οἱ εἰδωλολάτρες ὅμως θέρισαν τὸ στάχυ μὲ τὸ δρεπάνι τῆς πίστεως. Αὐτοὶ ἔκοψαν μὲ σεβασμὸ τὸ ρόδο, καὶ στοὺς Ἰουδαίους ἔμεινε τὸ ἀγκάθι τῆς ἀπιστίας.
Τὸ πουλάκι πέταξε, κι αὐτοὶ οἱ ἀνόητοι κάθονται καὶ φυλᾶνε ἀκόμα τὴ φωλιά.
Οἱ Ἰουδαῖοι πασχίζουν νὰ ἑρμηνεύσουν τὸ βιβλίο τοῦ γράμματος, καὶ οἱ εἰδωλολάτρες τρυγοῦν τὸν καρπὸ τοῦ Πνεύματος.
«Νά, ἡ παρθένος θὰ μείνει ἔγκυος».

Πές μου, Ἰουδαῖε, πές μου λοιπόν, ποιὸν γέννησε;
Δεῖξε, σὲ παρακαλῶ, θάρρος, ἔστω καὶ σὰν ἐκεῖνο ποὺ ἔδειξες μπροστὰ στὸν Ἡρώδη. Ἀλλὰ δὲν ἔχεις θάρρος. Καὶ ξέρω γιατί. Γιατί εἶσαι ἐπίβουλος. Στὸν Ἡρώδη μίλησες γιὰ νὰ Τὸν ἐξολοθρεύσει· καὶ σ’ ἐμένα δὲν μιλᾶς γιὰ νὰ μὴν Τὸν προσκυνήσω.

Ποιὸν λοιπὸν γέννησε; Ποιόν;
Τὸ Δημιουργό της κτίσεως. Κι ἂν ἐσὺ σωπαίνεις, ἡ φύση τὸ βροντοφωνάζει. Τὸν γέννησε λοιπὸν μὲ τὸν τρόπο ποὺ ὁ ἴδιος θέλησε νὰ γεννηθεῖ. Στὴ φύση δὲν ὑπῆρχε ἡ δυνατότητα μίας τέτοιας γεννήσεως. Ἐκεῖνος ὅμως, ὡς κύριος της φύσεως, ἐπινόησε τρόπο γεννήσεως παράδοξο. Κι ἔδειξε ἔτσι ὅτι, καὶ ἄνθρωπος ποὺ ἔγινε, δὲν γεννήθηκε σὰν ἄνθρωπος, μὰ ὅπως μόνο σὲ Θεὸ ταιριάζει.

Ἐκεῖνος ποὺ ἔπλασε τὸν Ἀδὰμ ἀπὸ παρθένα γῆ, Ἐκεῖνος ποὺ ἀπὸ τὸν Ἀδὰμ κατόπιν ἔκαμε γυναίκα, γεννήθηκε σήμερα ἀπὸ παρθένα κόρη ποὺ νίκησε τὴ φύση, ξεπερνώντας τὸ νόμο τοῦ γάμου.
Ὁ Ἀδὰμ τότε, χωρὶς νὰ ἔχει γυναίκα, γυναίκα ἀπόκτησε.
Ἡ Παρθένος τώρα, χωρὶς νὰ ἔχει ἄνδρα, ἄνδρα γέννησε.
Καὶ γιατί ἔγινε αὐτό; Νὰ γιατί:
Οἱ γυναῖκες εἶχαν ἕνα παλαιὸ χρέος πρὸς τοὺς ἄνδρες, ἀφοῦ ἀπὸ τὸν Ἀδὰμ εἶχε βλαστήσει γυναίκα χωρὶς τὴ μεσολάβηση ἄλλης γυναίκας. Γιὰ αὐτὸ ἡ Παρθένος σήμερα, ξεπληρώνοντας στοὺς ἄνδρες τὸ χρέος τῆς Εὕας, γέννησε χωρὶς ἄνδρα, δείχνοντας ἔτσι τὴν ἰσοτιμία τῆς φύσεως.
Σῶος ἔμεινε ὁ Ἀδὰμ μετὰ τὴν ἀφαίρεση τῆς πλευρᾶς του.
Ἀδιάφθορη ἔμεινε κι ἡ Παρθένος μετὰ τὴ γέννηση τοῦ Βρέφους.

Ἀλλὰ πρόσεξε καὶ κάτι ἀκόμα:
Δὲν ἔπλασε ὁ Κύριος κάποιο ἄλλο σῶμα γιὰ νὰ ἐμφανιστεῖ στὴ γῆ. Πῆρε τὸ σῶμα τοῦ ἀνθρώπου, γιὰ νὰ μὴ φανεῖ ὅτι περιφρονεῖ τὴν ὕλη ἀπὸ τὴν ὁποία δημιουργήθηκε ὁ Ἀδάμ. Ἦρθαν ἔτσι, Θεὸς καὶ ἄνθρωπος, σὲ μυστικὴ ἕνωση. Κι ὁ διάβολος, ποὺ εἶχε ὑποδουλώσει τὸν ἄνθρωπο, τράπηκε σὲ φυγή.
Ὁ Θεὸς γίνεται ἄνθρωπος, ἀλλὰ γεννιέται ὡς Θεός. Ἂν προερχόταν, ὅπως ἐγώ, ἀπὸ ἕναν κοινὸ γάμο, πολλοὶ θὰ θεωροῦσαν ἀπάτη τὴ γέννησή Του. Γι’ αὐτὸ γεννιέται ἀπὸ παρθένα· γι’ αὐτὸ διατηρεῖ τὴ μήτρα τῆς ἄθικτη· γι’ αὐτὸ διαφυλάσσει τὴν παρθενία τῆς ἀκέραιη: Γιὰ νὰ γίνει ὁ παράξενος τρόπος τῆς γεννήσεως αἰτία ἀκλόνητης πίστεως.

Σ’ αὐτὸν λοιπὸν ποὺ θ’ ἀμφισβητήσει τὴν ἄσπορη γέννηση τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, θὰ ἐπικαλεστῶ ὡς μάρτυρα τὴν ἀμόλυντη σφραγίδα τῆς παρθενίας.

Πές μου λοιπόν, Ἰουδαῖε, γέννησε ἡ Παρθένος ἢ ὄχι; Κι ἂν μὲν γέννησε, γιατί δὲν ὁμολογεῖς τὴν ὑπερφυσικὴ γέννηση; Ἂν πάλι δὲν γέννησε, γιατί ἐξαπάτησες τὸν Ἡρώδη; Ὅταν ἐκεῖνος ζητοῦσε νὰ μάθει ποὺ θὰ γεννηθεῖ ὁ Χριστός, ἐσὺ δὲν εἶπες «στὴ Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας» (Μάτθ. 2:4); Μήπως ἐγὼ γνώριζα τὴν πόλη ἢ τὸν τόπο; Μήπως ἐγὼ γνώριζα τὴν ἀξία τοῦ Βρέφους ποῦ ἦρθε στὸν κόσμο; Ὁ Ἠσαΐας καὶ οἱ προφῆτες σας δὲν μίλησαν γι’ Αὐτό; Κι ἐσεῖς, οἱ ἀγνώμονες ἐχθροί, δὲν ἐξηγήσατε τὴν ἀλήθεια; Ἐσεῖς, οἱ γραμματεῖς κι οἱ Φαρισαῖοι, οἱ ἀκριβεῖς φύλακες τοῦ νόμου, δὲν μᾶς διδάξατε γιὰ τὸ Χριστό; Ἐσεῖς δὲν ἑρμηνεύσατε τὶς Γραφές; Μήπως ἐμεῖς γνωρίζαμε τὴ γλώσσα σας; Καὶ ὅταν γέννησε ἡ Παρθένος, ἐσεῖς δὲν παρουσιάσατε στὸν Ἡρώδη τὴ μαρτυρία τοῦ προφήτη Μιχαία, «Ἀλλ’ ἀπὸ σένα, Βηθλεέμ, πόλη τῆς περιοχῆς τοῦ Ἐφραθᾶ, ἂν καὶ εἶσαι μία ἀπὸ τὶς μικρότερες πόλεις τοῦ Ἰούδα, θὰ ἀναδειχθεῖ ἀρχηγὸς τοῦ Ἰσραὴλ» (Μίχ. 5:1);

Πολὺ καλὰ εἶπε ὁ προφήτης «ἀπὸ σένα». Ἀπὸ σᾶς προῆλθε καὶ παρουσιάστηκε σ’ ὁλόκληρο τὸν κόσμο.
Παρουσιάστηκε ὡς ἄνθρωπος, γιὰ νὰ καθοδηγήσει τοὺς ἀνθρώπους. Παρουσιάστηκε ὡς Θεός, γιὰ νὰ σώσει τὴν οἰκουμένη.
Μὰ τί ὠφέλιμοι ἐχθροὶ ποὺ εἲστ’ ἐσεῖς! Τί φιλάνθρωποι κατήγοροι!

Ἐσεῖς κατὰ λάθος δείξατε πὼς τὸ νεογέννητό της Βηθλεὲμ εἶναι Θεός. Ἐσεῖς Τὸν κηρύξατε χωρὶς νὰ τὸ θέλετε. Ἐσεῖς Τὸν φανερώσατε, πασχίζοντας νὰ Τὸν κρύψετε. Ἐσεῖς Τὸν εὐεργετήσατε, ἐπιθυμώντας νὰ Τὸν βλάψετε.
Τί ἀστοιχείωτοι δάσκαλοι εἶστε, ἀλήθεια; Ἐσεῖς πεινᾶτε, καὶ τρέφετε ἄλλους. Ἐσεῖς διψᾶτε, καὶ ποτίζετε ἄλλους. Πάμφτωχοι εἶστε, καὶ πλουτίζετε ἄλλους.
Ἐλᾶτε λοιπὸν νὰ γιορτάσουμε! Ἐλᾶτε νὰ πανηγυρίσουμε! Εἶναι παράξενος ὁ τρόπος τῆς γιορτῆς -ὅσο παράξενος εἶναι κι ὁ λόγος τῆς γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ.

Σήμερα λύθηκαν τὰ μακροχρόνια δεσμά.
Ὁ διάβολος καταντροπιάστηκε.
Οἱ δαίμονες δραπέτευσαν.
Ὁ θάνατος καταργήθηκε.
Ὁ παράδεισος ἀνοίχτηκε.
Ἡ κατάρα ἐξαφανίστηκε.
Ἡ ἁμαρτία διώχτηκε.
Ἡ πλάνη ἀπομακρύνθηκε.
Ἡ ἀλήθεια ἀποκαλύφθηκε.
Τὸ κήρυγμα τῆς εὐσέβειας ξεχύθηκε καὶ διαδόθηκε παντοῦ.
Ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν μεταφυτεύθηκε στὴ γῆ.
Οἱ ἄγγελοι συνομιλοῦν μὲ τοὺς ἀνθρώπους.
Ὅλα ἔγιναν ἕνα.

Γιατί;
Γιατί κατέβηκε ὁ Θεὸς στὴ γῆ κι ὁ ἄνθρωπος ἀνέβηκε στοὺς οὐρανούς. Κατέβηκε ὁ Θεὸς στὴ γῆ καὶ πάλι βρίσκεται στὸν οὐρανό. Ὁλόκληρος εἶναι στὸν οὐρανὸ κι ὁλόκληρος στὴ γῆ. Ἔγινε ἄνθρωπος κι εἶναι Θεός. Εἶναι Θεὸς καὶ πῆρε σάρκα. Κρατιέται σὲ παρθενικὴ ἀγκαλιὰ καὶ στὰ χέρια Τοῦ κρατάει τὴν οἰκουμένη.

Τρέχουν κοντὰ Τοῦ οἱ μάγοι. Τρέχουμε κι ἐμεῖς. Τρέχει καὶ τ’ ἀστέρι γιὰ νὰ φανερώσει τὸν Κύριο τ’ οὐρανοῦ. Μά… κι Ἐκεῖνος τρέχει. Τρέχει πρὸς τὴν Αἴγυπτο. Καὶ φαίνεται βέβαια, πὼς πηγαίνει ἐκεῖ γιὰ ν’ ἀποφύγει τὴν ἐπιβουλὴ τοῦ Ἡρώδη. Ὅμως τοῦτο γίνεται γιὰ νὰ ἐκπληρωθοῦν τὰ προφητικὰ λόγια: «Τὴν ἡμέρα ἐκείνη ὁ ἰσραηλιτικὸς λαὸς θὰ πάρει τρίτος, μετὰ τοὺς Ἀσσυρίους καὶ τοὺς Αἰγυπτίους, τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ πάνω στὴ γῆ» (Ἤσ. 19:24).
Τί λές, Ἰουδαῖε; Ἐσὺ ποῦ ἤσουν πρῶτος ἔγινες τρίτος; Οἱ Αἰγύπτιοι καὶ οἱ Ἀσσύριοι μπῆκαν μπροστά, καὶ ὁ πρωτότοκος Ἰσραὴλ πῆγε πίσω;

Ναί. Ἔτσι εἶναι. Οἱ Ἀσσύριοι θὰ γίνουν πρῶτοι, ἐπειδὴ αὐτοὶ πρῶτοι μὲ τοὺς μάγους τοὺς προσκύνησαν τὸν Κύριο. Πίσω τους οἱ Αἰγύπτιοι, ποὺ Τὸν δέχτηκαν, ὅταν κατέφυγε στὰ μέρη τους γιὰ ν’ ἀποφύγει τὴν ἐπιβουλὴ τοῦ Ἡρώδη. Τρίτος καὶ τελευταῖος ὁ Ἰσραηλιτικὸς λαός, ποὺ γνώρισε τὸν Κύριο ἀπὸ τοὺς ἀποστόλους, μετὰ τὴ βάπτισή Του στὸν Ἰορδάνη.

Τί ἄλλο μένει νὰ πῶ;
Δημιουργὸ καὶ φάτνη βλέπω… Βρέφος καὶ σπάργανα… Λεχώνα παρθένα, περιφρονημένη. Φτώχεια πολλή… Ἀνέχεια πολλή…

Εἶδες ὅμως τί πλοῦτος μέσα στὴ μεγάλη φτώχεια; Ὁ Πλούσιος ἔγινε φτωχὸς γιὰ χάρη μας. Δὲν ἔχει οὔτε κρεβάτι οὔτε στρῶμα. Μέσα σὲ ταπεινὸ παχνὶ Τὸν ἔχουν ἀποθέσει…

Ὢ φτώχεια, πλούτου πηγή!
Ὢ πλοῦτε ἀμέτρητε, κρυμμένε μὲς στὴ φτώχεια!
Μέσα στὴ φάτνη κείτεσαι καὶ τὴν οἰκουμένη σαλεύεις.
Μέσα σὲ σπάργανα τυλίγεσαι καὶ σπᾶς τὰ δεσμὰ τῆς ἁμαρτίας.
Λέξη ἀκόμα δὲν ἄρθρωσες καὶ δίδαξες στοὺς μάγους τὴ θεογνωσία.
Τί νὰ πῶ καὶ τί νὰ λαλήσω;
Νὰ Βρέφος σπαργανωμένο!
Νὰ ἡ Μαρία, Μητέρα καὶ Παρθένος μαζί!
Νὰ ὁ Ἰωσήφ, πατέρας τάχα τοῦ Παιδιοῦ!
Ἐκείνη ἡ γυναίκα, αὐτὸς ὁ ἄνδρας. Νόμιμες οἱ ὀνομασίες, ἀλλὰ χωρὶς περιεχόμενο.

Ὁ Ἰωσὴφ μνηστεύθηκε μόνο τὴ Μαρία, καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα τὴν ἐπισκίασε. Ἔτσι, γεμάτος ἀπορία, δὲν ἤξερε τί νὰ ὑποθέσει γιὰ τὸ Βρέφος: Νὰ πεῖ πὼς ἦταν καρπὸς μοιχείας, δὲν τολμοῦσε. Νὰ προσφέρει λόγο βλάσφημο ἐναντίον τῆς Παρθένου, δὲν μποροῦσε. Οὔτε πάλι δεχόταν τὸ Παιδὶ σὰν δικό του, γιατί τοῦ ἦταν ἄγνωστο τὸ πὼς καὶ ἀπὸ ποιὸν γεννήθηκε.

Ἀλλὰ νά, πού, πάνω στὴ σύγχυσή του, παίρνει ἀπάντηση ἀπὸ τὸν οὐρανό, μὲ τὴ φωνὴ τοῦ ἀγγέλου: «Ἰωσήφ, μὴ διστάσεις νὰ πάρεις στὸ σπίτι σου τὴ Μαριάμ, γιατί τὸ παιδὶ ποὺ περιμένει προέρχεται ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα» (Μάτθ. 1:20). Καὶ φανέρωσε ἔτσι σ’ ἐκεῖνον καὶ σ’ ἐμᾶς ὅτι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἐπισκίασε τὴν Παρθένο.

Γιατί ὅμως ὁ Χριστὸς θέλησε νὰ γεννηθεῖ ἀπὸ παρθένα, ἀφήνοντας ἀβλαβῆ τὴν παρθενία της;

Νὰ γιατί:
Κάποτε ὁ διάβολος ἐξαπάτησε τὴν παρθένα Εὕα. Τώρα ὁ ἄγγελος ἔφερε τὸ λυτρωτικὸ μήνυμα στὴν Παρθένο Μαριάμ.
Κάποτε ἡ Εὕα ξεστόμισε λόγο, ποὺ ἔγινε αἰτία θανάτου. Τώρα ἡ Μαρία γέννησε τὸ Λόγο, ποὺ ἔγινε αἰτία αἰώνιας ζωῆς.
Ὁ λόγος τῆς Εὕας ἔδειξε τὸ δέντρο, ποὺ ἔβγαλε τὸν Ἀδὰμ ἀπὸ τὸν παράδεισο.
Ὁ Λόγος τῆς Μαρίας ἔδειξε τὸ Σταυρό, ποὺ ἔβαλε τὸν Ἀδὰμ πάλι στὸν παράδεισο.

Σ’ αὐτὸν λοιπόν, τὸ Λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ Υἱὸ τῆς Παρθένου, ποὺ ἄνοιξε δρόμο μέσα σὲ τόπο ἀδιάβατο, ἂς ἀναπέμψουμε δοξολογία μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.


(Ἀπὸ τὴ σειρὰ τῶν φυλλαδίων «Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ» τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου Ὠρωποῦ Ἀττικῆς.)

Ας σπεύσουμε να βρούμε τον Χριστό

Σχετική εικόνα 

Άγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου

 Αν θέλεις να επιτύχεις αυτά που επιθυμείς και ποθείς, εννοώ τα αγαθά του Θεού, και αν θέλεις από άνθρωπος να γίνεις επίγειος άγγελος, αγάπησε, αδελφέ, τη θλίψη του σώματος, δέξου την κακοπάθεια, και μάλιστα αγάπησε πολύ τους πειρασμούς, επειδή αυτοί πρόκειται να σου γίνουν πρόξενοι κάθε καλού.
Πες μου, τι ωραιότερο υπάρχει από μία ψυχή που θλίβεται με επίγνωση, ότι κάνοντας υπομονή πρόκειται να κληρονομήσει τη χαρά όλων; Τι ανδρειότερο υπάρχει από μία καρδιά συντριμμένη και ταπεινωμένη, που τρέπει σε φυγή χωρίς κόπο τις φάλαγγες των δαιμόνων και τις απομακρύνει ολότελα; Τι ενδοξότερο υπάρχει από την πνευματική πτωχεία (*) που είναι πρόξενος της βασιλείας των ουρανών, αλλά και τι θα μπορούσε να είναι αντάξιο με την πνευματική πτωχεία, ή τώρα ή στον μέλλοντα αιώνα;
Και ακόμη το να μη μεριμνά κανείς για τον εαυτό του, για να αποκτήσει δηλαδή κάτι από τα γήινα, αλλά να έχει στραμμένο ολόκληρο το νου του προς τον Χριστό, πόσα αιώνια αγαθά φαντάζεσαι ότι προξενεί, πόση αγγελική κατάσταση; Και ακόμη το να καταφρονεί κανείς όλα μαζί τα πρόσκαιρα και αυτές ακόμη τις απαραίτητες ανάγκες του σώματος, ώστε να μη φιλονεικεί με κάποιον γι’ αυτά, για να διατηρεί αμείωτη την ειρήνη και την αγάπη μέσα σε ατάραχη ψυχική κατάσταση, για ποιες αμοιβές και για ποια στεφάνια και βραβεία δεν είναι αντάξιο;
Πραγματικά, η εντολή ξεπερνά τη φύση και οι αμοιβές ξεπερνούν τη λογική· ο Χριστός θα γίνει γι’ αυτούς τα πάντα, αναπληρώνοντας τα πάντα.
Όταν όμως ακούς το όνομα Χριστός, μην προσέχεις την απλότητα του λόγου και τη συντομία της λέξης, αλλά σκέψου τη δόξα της Θεότητας, που ξεπερνά το νου και τη σκέψη· σκέψου την ανέκφραστη δύναμή της, το αμέτρητο έλεός της, τον ακατανόητο πλούτο της, αυτά που ο Χριστός δίνει σ’ αυτούς με αφθονία και με γενναιοδωρία, και που αρκούν να αναπληρώσουν όλα, επειδή δέχθηκαν μέσα τους εκείνον τον ίδιο τον Χριστό, τον αίτιο και βραβευτή κάθε καλού· διότι αυτός που αξιώθηκε να δει και να αντικρύσει τον Χριστό, δεν επιθυμεί κάτι άλλο, ούτε αυτός που γέμισε από την αγάπη του Θεού, ανέχεται να αγαπήσει επάνω στη γη κάποιον άλλο περισσότερο από τον Χριστό.
Γι’ αυτό λοιπόν, αγαπητοί μου αδελφοί, ας σπεύσουμε να βρούμε τον Χριστό και να τον δούμε τι λογής είναι ως προς την ωραιότητα και την τέρψη, επειδή και βλέπουμε πολλούς από τους ανθρώπους να υπομένουν από την επιθυμία κάποιων πρόσκαιρων αγαθών πολλούς κόπους και μόχθους, αλλά και να κάνουν μακρινά ταξίδια, και όχι μόνο αυτά, αλλά να καταφρονούν και γυναίκα και παιδιά και κάθε άλλη δόξα και απόλαυση, και να μην προτιμούν τίποτε άλλο εκτός από το θέλημά τους, για να μην αποτύχουν στο σκοπό τους.
Και αν μερικοί άνθρωποι κάνουν όλο τον αγώνα και θυσιάζουν την ίδια τους τη ζωή για πρόσκαιρα και φθαρτά πράγματα, εμείς δεν θα παραδώσουμε σε θάνατο τις ψυχές και τα σώματά μας για χάρη του Βασιλιά των βασιλευόντων και του Κυρίου των κυριευόντων, και του δημιουργού και εξουσιαστή των απάντων;
Αλλά και πού να απομακρυνθούμε ή πού να φύγουμε, αδελφοί, από την παρουσία του; Αν δηλαδή ανεβούμε στον ουρανό, θα τον βρούμε να είναι εκεί, αν κατεβούμε στον άδη, και εκεί είναι παρών· αν απομακρυνθούμε στις εσχατιές της θάλασσας, δεν θα αποφύγουμε το χέρι του, αλλά η δύναμη του χεριού του θα κρατά σφιχτά τις ψυχές και τα σώματά μας (Ψαλ. 138:7-10).
Μην μπορώντας λοιπόν, αδελφοί, να σταθούμε απέναντί του ή να φύγουμε από την παρουσία τού Κυρίου, ελάτε, ας προσφέρουμε τους εαυτούς μας δούλους στον Κύριο και Θεό, που έλαβε για χάρη μας σαν ένδυμα μορφή δούλου (Φιλιπ. 2:7) και πέθανε για τη σωτηρία μας· ελάτε, ας ταπεινωθούμε κάτω από τη δύναμη του χεριού του, που αναβλύζει για όλους σαν από πηγή την αιώνια ζωή και την προσφέρει πλούσια με το Άγιο Πνεύμα σ’ εκείνους που τη ζητούν. (*) 


πνευματική πτωχεία· η ταπείνωση (Ματθ. 5:3) (Από το βιβλίο: Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου Έργα, Λόγος δεύτερος (απόσπασμα), σελ. 42. Μετάφραση Κωνσταντίνου Γ. Φραντζολά. Εκδόσεις «Το Περιβόλι της Παναγίας», Θεσσαλονίκη 2017)

ΤΡΕΛΟ-ΓΙΑΝΝΗΣ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...